
ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ: Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Υπόθεση Αρ.: 11547/2023
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
v.
ZZ
Κατηγορουμένου
Ημερομηνία: 6 Δεκεμβρίου 2024
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα Ε. Κληρίδου.
Για τον Κατηγορούμενο: Ο κ. Χ. Φελλάς
Κατηγορούμενος παρών.
Π Ο Ι Ν Η
(Δοθείσα Αυθημερόν)
Η κυκλοφορία της ποινής υπόκειται σε περιορισμό και απαγορεύεται η οποιαδήποτε δημοσίευση ή δημοσιοποίηση της χωρίς την άδεια του εκδικάζοντος Δικαστηρίου.
O κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος μετά από ακρόαση σε κατηγορία για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση των άρθρων 2, 6 (1)(7) και 14(1)(γ) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(Ι)/2014.
Τα γεγονότα που συνθέτουν τη διάπραξη των αδικημάτων αναφέρονται στην αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου που έχει δοθεί στις 28/11/2024 και για σκοπούς της παρούσας παραθέτουμε τα ευρήματα στα οποία έχουμε καταλήξει:
«Ο κατηγορούμενος το ουσιώδη χρόνο ήταν νυμφευμένος με την ΜΥ3 και διέμενε στην κατοικία της τελευταίας στην [ ]. Η ΜΥ3 είναι η γιαγιά της παραπονούμενης από την πατρική γραμμή. Η ανήλικη γεννήθηκε στις 14.11.2012. Το 2021 την περίοδο που τα σχολεία ήταν κλειστά για τις θερινές διακοπές βρισκόταν στο σπίτι της γιαγιάς της. Την ίδια μέρα στο σπίτι βρίσκονταν η ΜΚ10 και ο κατηγορούμενος. Σε κάποιο στάδιο ο κατηγορούμενος εξήλθε του μπάνιου φορώντας μόνο μια πετσέτα και όντας γυμνός από πάνω. Η παραπονούμενη καθόταν στο καθιστικό πάνω στον καναπέ απέναντι από την τηλεόραση και έπαιζε με τον σκύλο της οικογένειας. Ο κατηγορούμενος εξερχόμενος από το μπάνιο, αντί να εισέλθει στο δωμάτιό του, στάθηκε μπροστά της και άνοιξε την πετσέτα επιδεικνύοντας προς αυτήν τα γεννητικά του όργανα. Η παραπονούμενη τσίριξε και ο κατηγορούμενος έτρεξε προς το δωμάτιό του. Τις φωνές άκουσε η ΜΚ10 η οποία εξήλθε του δωματίου της. Αφού ενημερώθηκε από την ανήλικη για το συμβάν, τηλεφώνησε στη μητέρα της ανήλικης, ΜΚ5, η οποία έσπευσε στο σπίτι και απομάκρυνε την ανήλικη από τον χώρο. Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν να διασαλευτούν οι σχέσεις της ΜΚ5 και της ανήλικης με τη γιαγιά της τελευταίας ήτοι την ΜΥ3. Το έτος 2023 στα πλαίσια ψυχό εκπαιδευτική αξιολόγησης που διενέργησε η ΜΚ9 στο πλαίσιο του σχολικού περιβάλλοντος της ανήλικης. Η τελευταία αποκάλυψε στην εκπαιδευτική ψυχολόγο ΜΚ9 το συμβάν. Ακολούθως το συμβάν καταγγέλθηκε στην αστυνομία».
Έχει επίσης τεθεί από πλευράς κατηγορούσας αρχής ότι ο κατηγορούμενος βαρύνεται με μία προηγούμενη καταδίκη.
Στην υπόθεση με αριθμό 5189/19 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με ημερομηνία αδικήματος 14/01/2019 και ημερομηνία καταδίκης 04/12/2022, για το αδίκημα της κοινής επίθεσης η ποινή που επιβλήθηκε ήταν η υπογραφή εγγύησης €500 για τρία χρόνια. Για σκοπούς επιβολής ποινής είχε ληφθεί υπόψη και η υπόθεση με αριθμό 7676/20 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για αδικήματα απειλής, κακόβουλης βλάβης και άσεμνης πράξης.
Ο συνήγορος υπεράσπισης αγορεύοντας για σκοπούς μετριασμού της ποινής με κάποια διαφοροποίηση, όσον αφορά το κατά πόσο ο κατηγορούμενος είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών, υιοθέτησε την έκθεσή του Γραφείου Ευημερίας, όπου αναφέρονται οι προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις. Είναι ηλικίας 36 ετών και κατάγεται από το Ιράκ. Προέρχεται από πολυμελή οικογένεια αφού έχει 16 ετεροθαλή αδέλφια, εκ των οποίων ο μεγαλύτερος αδελφός του αγνοείται εδώ και 30 και πλέον χρόνια. Ο πατέρας του απεβίωσε το 2022 από τον κορονοϊό ενώ η μητέρα του ασχολείται ανέκαθεν με τα οικιακά. Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο εργάστηκε για μερικά χρόνια σε εταιρεία πετρελαιοειδών ως εργάτης στις γεωτρήσεις. Δεν εξέτισε στρατιωτική θητεία διότι δεν ήταν υποχρεωτική. Τον Φεβρουάριο του 2018 ήρθε στην Κύπρο, όπου έλαβε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, διέμενε αρχικά στο κέντρο υποδοχής και φιλοξενίας στην Κοφίνου και αργότερα εγκαταστάθηκε στην [ ], όπου γνώρισε τη σύζυγό του. Το 2020 ακυρώθηκε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας καθώς ο κατηγορούμενος σκόπευε να επαναπατριστεί. Υπέβαλε εκ νέου αίτηση για παροχή πολιτικού ασύλου, η οποία απορρίφθηκε το 2022 και υπέβαλε έφεση. Το 2021 τέλεσε γάμο με πρόσωπο, το οποίο κατάγεται από τις Φιλιππίνες αλλά βρίσκεται στην Κύπρο τα τελευταία 30 και πλέον χρόνια και έχει λάβει την Κυπριακή υπηκοότητα. Η σύζυγός του έχει τρία παιδιά από προηγούμενο γάμο. Η ίδια δεν εργάζεται και συντηρείται διαχρονικά από κρατικά επιδόματα. Κατά την παραμονή του στην [ ] ο κατηγορούμενος εργάστηκε ως βοηθός σε ιχθυοτροφείο, διανομέας κρεάτων και οικοδόμος μόνο για μερικούς μήνες κάθε φορά. Για μεγάλα διαστήματα συντηρείτο από κρατικά επιδόματα. Τον Απρίλη του 2022 αναφέρει ότι μετακόμισε στη Λευκωσία για καλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης, ενώ η οικογένειά του παρέμεινε στην [ ]. Διέμενε στη Δένεια και εργάστηκε περιστασιακά σε οικοδομές, ενώ τον τελευταίο ενάμιση μήνα πριν τη σύλληψή του ήταν βοηθός σε φρουταγορά στη Λευκωσία. Αναφέρθηκε σε ορθοπεδικά προβλήματα που αντιμετωπίζει τους τελευταίους μήνες και σύμφωνα και πάλι με τα λεγόμενα εκκρεμεί να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στη μέση. Ο εγκλεισμός στις φυλακές φαίνεται να έχει επηρεάσει αρνητικά την ψυχοσωματική του κατάσταση και διατηρεί συνεργασία με τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας και λαμβάνει φαρμακοθεραπεία.
Έθεσε περαιτέρω ο συνήγορος υπεράσπισης για μετριασμό της ποινής, με αναφορά στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου, ότι είναι αναγνωρισμένος πολιτικός πρόσφυγας, ο οποίος έφτασε στη Δημοκρατία το 2018 και κατά αυτό το χρονικό διάστημα έχει παντρευτεί τη σύζυγό του. Ανέφερε ο κύριος Φελλάς ότι ο κατηγορούμενος από το 2018 που βρίσκεται στη Δημοκρατία είναι εγγεγραμμένος αιμοδότης και κάθε έξι μήνες προέβαινε σε αιμοδοσία, κάτι που αποτελούσε μία απλή πράξη προς βοήθεια της κοινωνίας εκ μέρους του αλλά δείχνει και το καλό του χαρακτήρα του. Μάλιστα, δεν προέβηκε σε τατουάζ στο σώμα του, εφόσον οι γιατροί του είπαν ότι αν έκανε αυτό δεν θα μπορούσε να δίνει αίμα. Μας κάλεσε επίσης ο συνήγορος υπεράσπισης να λάβουμε τον κατηγορούμενο ως άνθρωπο και να προβούμε σε εξατομίκευση της ποινής συνυπολογίζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του αλλά και τις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος επιδεικνύοντας κάθε δυνατή επιείκεια. Ήταν τέλος η εισήγηση του κ. Φελλά όπως σε περίπτωση που η ποινή αυτή είναι στερητική της ελευθερίας να εξετάσουμε το ενδεχόμενο αναστολής εκτέλεσής της.
Δεν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία ότι το αδίκημα στο οποίο ο κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος είναι σοβαρό. Έχει κατ' επανάληψη τονισθεί ότι η σοβαρότητα ενός αδικήματος αντικατοπτρίζεται από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπει ο Νόμος (βλ. Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632, Βραχίμη ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 727, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Evans (2005) 2 ΑΑΔ 639). Έχουμε αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος κατά παράβαση του άρθρου 6(1) και 7 του Νόμου 91(Ι)/2014 όπου προβλεπόμενη ποινή σύμφωνα με το άρθρο 6 (1) είναι αυτή της 10ετούς ποινής φυλάκισης, πλην όμως όταν το αδίκημα διαπράττεται κάτω των 13 ετών, σύμφωνα με το εδάφιο 7, τότε η ποινή είναι αυτή της ισόβιας φυλάκισης.
Όπως τονίστηκε στη Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1998) 2 ΑΑΔ 259, σε σεξουαλικά αδικήματα πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές για την καταστολή τους ενόψει της ιδιαίτερης σοβαρότητας τους ως εγκλημάτων αφού όχι μόνο στρέφονται κατά των ηθών αλλά προσβάλλουν και την προσωπικότητα του θύματος. Καταρρακώνουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια εξευτελίζοντας την ανθρώπινη υπόσταση του θύματος στιγματίζοντας πολλές φορές τη ζωή του και τον ψυχικό του κόσμο (βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας Ποιν.Έφεση Αρ.61/20 ημερ. 14/7/22, ECLI:CY:AD:2022:B304, Α.Β. ν. Δημοκρατίας Ποιν.Έφεση 142/2023 ημερ. 29/11/2024)). Να τονίσουμε εδώ ότι ο Νόμος 91(Ι)/2014 θεσπίστηκε έχοντας σκοπό την καλύτερη προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών τα οποία αποτελούν τη βάση και το μέλλον της κοινωνίας προστασία που αναγνωρίζεται από το Διεθνές και Εθνικό Δίκαιο ως κοινωνική ανάγκη που πηγάζει από την εγγενή φύση του (βλ. Αστυνομία ν. Πατούρη Ποιν. Έφεση Αρ. 51/20 ημερ. 3/12/2020).
Η ανάγκη προστασίας των παιδιών ειδικότερα, ως θυμάτων τέτοιας φύσεως αδικημάτων αναγνωρίστηκε και στην υπόθεση Ν.Σ. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ.184/2015, ημερ.13/2/2018, ECLI:CY:AD:2018:B72, όπου αναφέρθηκε ότι:
««… θα τονίσουμε, όχι απλώς την ανησυχία, αλλά την αγωνία των Δικαστηρίων σε σχέση με την ολοένα αυξανόμενη τάση διάπραξης τέτοιων αδικημάτων, τα οποία έχουν καταστεί δεσπόζοντα. Ό,τι πλήττ[εται] είναι το παιδί και ο ευαίσθητος κόσμος του, αξίες μεγάλης σπουδαιότητας για την κοινωνία, τον άνθρωπο και τον πολιτισμό. Η αδιαμφισβήτητη αναγνώριση τέτοιας σπουδαιότητας αντανακλάται στη θέσπιση αυστηρότερων ποινών δια του Ν. 91(Ι)/2014, ως εκδήλωση της ανησυχίας της κοινωνίας και της αποφασιστικότητας της έννομης τάξης για αντιμετώπιση τέτοιων απαράδεκτων, από κάθε άποψη, συμπεριφορών. Όσο δε νεαρότερο είναι ένα παιδί, εξ αντικειμένου, το αδίκημα καθίσταται σοβαρότερο».»
Η αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών για σκοπούς καταστολής, ενόψει της ιδιαίτερης σοβαρότητας τους ως εγκλημάτων αλλά και της τρομακτικής συχνότητας διάπραξης τους, κάτι που λαμβάνουμε γνώση από τον πάρα πολύ μεγάλο αριθμό υποθέσεων που τίθενται ενώπιον μας, έχει τονιστεί και σε μεταγενέστερες αποφάσεις όπως στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αντώνιου Μηταρά Ποιν. Έφεση Αρ.59/2022 ημερομ. 7/12/2022, ECLI:CY:AD:2022:D312, όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
««Σταθερή και επαυξημένη παραμένει η ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών σε σεξουαλικής φύσεως αδικήματα, όπως πρόσφατα μας δόθηκε η ευκαιρία να υποδείξουμε στις υποθέσεις παρόμοιας φύσης, Stephen John Lucas v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 129/2021 (σχ. με 145/2021) ημερ. 27.10.2022 και Robert Cionel Clarson v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 38/2022 ημερ. 27.10.2022, ECLI:CY:AD:2022:B411, στην οποία τονίσαμε τα ακόλουθα σε σχέση με την απαράδεκτη συχνότητα με την οποία διαπράττονται τέτοια αδικήματα:
«Οι υποθέσεις αυτής της φύσεως και γενικά οι υποθέσεις σεξουαλικών αδικημάτων και μάλιστα με θύματα παιδιά δεν βρίσκονται μόνο σε έξαρση, δεν αποτελούν απλώς αδικήματα που δεσπόζουν στο εγκληματικό στερέωμα της Κύπρου, αλλά έχουν πλέον εξελιχθεί σε πρωτοφανή μάστιγα.
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί υποχρέωση στα δικαστήρια για επιβολή ιδιαίτερα αποτρεπτικών και συνεπώς αυστηρών ποινών, με αποτέλεσμα οι προσωπικές περιστάσεις να είναι δευτερεύουσας και η εξατομίκευση της ποινής, όσο επιβεβλημένη κι αν είναι, να μην έχει αποφασιστικό ρόλο.
Ό,τι έχει σημαίνουσα σημασία είναι η προστασία των παιδιών και των θεμελιακών τους δικαιωμάτων από εγκλήματα αυτής της φύσης, τα οποία συνθλίβουν τον ψυχικό τους κόσμο και εξευτελίζουν την προσωπικότητα τους.
[.]
Καθοριστική είναι η έντονη ανάγκη αποτροπής και ο τονισμός της αυστηρότητας που απαιτείται σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το έγκλημα αυτής της φύσης. Έγκλημα εναντίον του παιδιού, της κοινωνίας και του πολιτισμού.»».
Ως επαναλήφθηκε επίσης στην υπόθεση Α.Β (ανωτέρω) με αναφορά στην υπόθεση D.G.S. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 148/23, ημερ. 20/9/2024:
«Είναι επίσης πολύ γνωστή η νομολογία ότι σεξουαλικής φύσης αδικήματα τα οποία στρέφονται κατά παιδιών αντιμετωπίζονται με αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές και ότι οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου είναι δευτερεύουσας σημασίας (βλ. Γ.Α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 178/17, ημερ. 24.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:B457). Από την άλλη όπως λέχθηκε στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 14, «η ανάγκη για αποτροπή όσο και αν μειώνει ανάλογα τη δυνατότητα εξατομίκευσης της ποινής δεν την καταργεί ως υπαρκτή επιδίωξη στο πλαίσιο του συνόλου των στοιχείων ούτε εξουδετερώνει τους ιδιαίτερους παράγοντες που κατά περίπτωση δικαιολογούν μείωση της ποινής» [βλ. Μ.C.T. v. Δημοκρατίας, (ανωτέρω].
Στην υπόθεση Ν.Δ. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 184/15, ημερ. 13.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:B72, με αναφορά στην ανάγκη επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιας φύσης αδικήματα, επισημαίνεται ότι «όσο νεαρότερο είναι ένα παιδί, εξ αντικειμένου, το αδίκημα καθίσταται σοβαρότερο».
Στην υπό κρίση περίπτωση τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Το ανήλικο θύμα, εγγονή της συζύγου του κατηγορουμένου, βρισκόταν στο σπίτι της γιαγιάς του. Ενώ το παιδί καθόταν στον καναπέ και έπαιζε με τον σκύλο ο κατηγορούμενος εξερχόμενος από το μπάνιο, έχοντας στη μέση του τυλιγμένη μία πετσέτα και γυμνός από πάνω και εκμεταλλευόμενος ότι το παιδί βρισκόταν μόνο του στον χώρο, άνοιξε την πετσέτα επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα. Τέτοια συμπεριφορά δεν μπορεί να γίνει ανεκτή, όταν μάλιστα στρέφεται σε ένα παιδί που κατά τον κρίσιμο χρόνο ήταν ηλικίας μόλις 9 ετών.
Παρά τα πιο πάνω τεθέντα όμως το Δικαστήριο έχει καθήκον να προβεί σε εξατομίκευση της ποινής πραγματευόμενο την κάθε περίπτωση στη βάση των γεγονότων της και τον κάθε κατηγορούμενο αναλόγως των περιστάσεων, όπως και εδώ πράξαμε, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που έχουν τεθεί ενώπιον του. (βλ. κατ’ αναλογίαν, Παναγιώτου ν Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 478). ). Από την άλλη όμως η διεργασία εξατομίκευσης δεν σημαίνει ότι θα πρέπει ταυτόχρονα να υπερακοντίζει και το άλλο Δικαστικό καθήκον για την επιβολή της αρμόζουσας για τον συγκεκριμένο παραβάτη ποινής.
Προς όφελος του κατηγορούμενου λαμβάνουμε υπόψη τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του ως αυτές καταγράφονται στην έκθεση του γραφείου ευημερίας αλλά τέθηκαν και από τον συνήγορο υπεράσπισης και το ότι απουσιάζουν επιβαρυντικοί παράγοντες, όπως η σωματική βία. Θα πρέπει εδώ όμως να θέσουμε αυτό που λέχθηκε στην υπόθεση Κρασιάς ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 278/2022 ημερομηνίας 7/4/2023, ECLI:CY:AD:2023:B133, ότι δηλαδή η μεγάλη κοινωνική απαξία που τα αδικήματα αυτής της φύσης ενέχουν, η ανάγκη αποτροπής που πηγάζει από την απαράδεκτη συχνότητα με την οποία παρουσιάζονται και η μεγάλη σημασία που έχει το αγαθό που ο νόμος θέλει να προστατεύσει, δηλαδή το παιδί, είναι παράγοντες που καθιστούν τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις δευτερεύουσας σημασίας.
Να πούμε εδώ ότι ο κατηγορούμενος βαρύνεται και με μία προηγούμενη καταδίκη. Η ύπαρξη προηγούμενων καταδίκων είναι παράγοντας, ο όποιος περιορίζει το Δικαστήριο να επιδείξει στον κατηγορούμενο την επιείκεια που θα επιδείκνυε αν ήταν λευκού ποινικού μητρώου.
Στην υπόθεση Γεωργίου άλλος Καμμούγιαρος v. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 565, όπου τέθηκε ότι:
«Αποτελεί θέση της νομολογίας μας ότι οι προηγούμενες καταδίκες δεν πρέπει να δικαιολογούν επιβολή ποινής τέτοιας ώστε να δημιουργείται η εντύπωση ότι τιμωρείται για δεύτερη φορά ένας παραβάτης. Ωστόσο είναι δυνατό η προηγούμενη εγκληματική συμπεριφορά να επηρεάσει το βαθμό επιείκειας που το δικαστήριο θα ήταν διατεθειμένο να επιδείξει (Βλ. Κυπριανίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 246, 250, 251, Περικλέους ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 5977/22.2.96). Περαιτέρω έχει νομολογηθεί ότι οι προηγούμενες καταδίκες είναι στοιχείο το οποίο έχει σημασία και λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο στην επιμέτρηση της ποινής γιατί αποτελούν ένδειξη της στάσης και του σεβασμού του κατηγορουμένου προς τους Νόμους της Πολιτείας (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ματθαίου Άλλως Μαλέγκου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1, 8, 9, Stratos and Another v. Police 17 C.L.R. 73 και Χατζηνικολάου ν. Αστυνομίας (1976) 2 Α.Α.Δ. 63).»
Το ίδιο πράττουμε και εδώ. Η προηγούμενη καταδίκη του κατηγορούμενου δεν τίθεται για να τιμωρηθεί για αδικήματα για τα οποία έχει ήδη τιμωρηθεί αλλά επηρεάζει την επιείκεια που θα τύγχανε αν δεν βαρυνόταν με αυτή. Δεν μπορεί όμως να παραγνωριστεί, στο πλαίσιο της στάσης και του σεβασμού του προς το νόμο, ότι στην προηγούμενη καταδίκη του είχε ληφθεί υπόψη για σκοπούς επιβολής ποινής ακόμα μία υπόθεση που περιλάμβανε αδίκημα άσεμνης επίθεσης, αδίκημα δηλαδή συναφές με την παρούσα περίπτωση.
Σε σχέση προς την ποινολογική μεταχείριση κατηγορούμενων σε παρόμοιας φύσης υποθέσεις και προβαίνοντας πάντοτε στις ανάλογες και επιβαλλόμενες αναπροσαρμογές στη βάση τού τι ισχύει εδώ ως ζήτημα γεγονότων και έχοντας συγχρόνως κατά νουν πως «Προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής. Δεν έχουν, όμως, το δεσμευτικό χαρακτήρα, που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου. Και τούτο, γιατί η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που την συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη.» (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 1), αναδεικνύουμε ως καθοδηγητικές και ενδεικτικές και τις ακόλουθες αποφάσεις που αν και τα γεγονότα τους είναι κατά πολύ σοβαρότερα από την παρούσα υπόθεση, καταδεικνύουν όμως την αντιμετώπιση που πρέπει να επιδεικνύεται σε τέτοιας φύσεως αδικήματα.
Στην υπόθεση Γ.Α. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 178/2017 συντρέχουσες ποινές 6 ετών, μετά από ακρόαση, για σεξουαλική κακοποίηση 10χρονου κοριτσιού επικυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο. Οι 22 κατηγορίες αφορούσαν περιπτώσεις ότι τη φίλησε στο στόμα, τη χάιδεψε στα γεννητικά όργανα, στα οπίσθια και στο στήθος, σε άλλες περιπτώσεις ότι τη φίλησε, τη χάιδεψε στα γεννητικά όργανα, στα οπίσθια και στο στήθος, καθώς επίσης ότι τη φίλησε στο στόμα. Σε άλλη περίπτωση ότι τη φίλησε, την αγκάλιασε και τη χάιδεψε. Η διάρκεια της συμπεριφοράς του εφεσείοντα ήταν από το Μάϊο του 2015 μέχρι το Μάϊο του 2016.
Στην υπόθεση Al Dhess ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση 177/2021 ημερ. 16/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:B96 το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την ποινή της πενταετούς φυλάκισης που το Κακουργιοδικείο επέβαλε μετά από παραδοχή του κατηγορούμενου σε κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης δύο ανήλικων κοριτσιών που άρχισε όταν αυτές ήταν ηλικίας 10 και 11 ετών αντίστοιχα. Ο κατηγορούμενος τριβόταν πάνω στη μία ανήλικη και την χάιδευε στο στήθος και τα οπίσθια ενώ την άλλη ανήλικη επεδείκνυε παρόμοια συμπεριφορά δηλαδή την χάιδευε στο στήθος και τα οπίσθια.
Στην υπόθεση Ν.Σ. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 99/2021 ημερομ. 11/5/2022, ECLI:CY:AD:2022:B183 επιβλήθηκε, μετά από ακρόαση, ποινή φυλάκισης 8 ετών για αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού ηλικίας πέντε μέχρι έντεκα ετών αφού η συμπεριφορά του εφεσείοντα διήρκησε από το 2012 μέχρι το 2018 δηλαδή για περίοδο έξι χρόνων. Τα αδικήματα συνίσταντο στο ότι ακουμπούσε στα γεννητικά όργανα της ανήλικης, πότε το πέος του που ήταν σκληρό κάνοντας κινήσεις εμπρός-πίσω, πότε το δάκτυλο του κάνοντας κυκλικές κινήσεις και πότε και με τους δύο τρόπους.
Στην υπόθεση Κ.Χ. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση 272/2017 ημερομ.26/9/2019, ECLI:CY:AD:2019:B397 η επιβολή, μετά από ακρόαση, συντρεχουσών ποινών φυλάκισης πέντε και επτά ετών για σεξουαλική κακοποίηση ανήλικου κοριτσιού κάτω των 13 ετών επικυρώθηκαν κατ’ έφεση. Οι κατηγορίες αφορούσαν την εισδοχή του δακτύλου του κατηγορούμενου στο αιδοίο του κοριτσιού κατόπιν απειλής, χάιδεμα των γεννητικών οργάνων κατόπιν απειλής και το χάιδεμα του πέους του κατηγορούμενου μέχρι να εκσπερματώσει.
Στην υπόθεση Α.Β. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), η ποινή των 2,5 ετών που επιβλήθηκε μετά από ακρόαση, για αδίκημα στη βάση του άρθρου 6(3) του Νόμου 91(Ι)/14 επικυρώθηκε κατ’ έφεση αν και κρίθηκε ως επιεικής. Ο εφεσείοντας ήταν 22 ετών ενώ το θύμα 15 ετών. Η σεξουαλική πράξη συνίστατο στο ότι του έκανε στοματικό έρωτα και άγγιζε τα γεννητικά της όργανα πάνω από τα ρούχα.
Έχοντας υπόψη τα όσα θέσαμε πιο πάνω κρίνουμε ότι ενδεικνυόμενη ποινή είναι αυτή της φυλάκισης και επιβάλλεται στον κατηγορούμενο στην κατηγορία 4 στην οποία έχει κριθεί ένοχος ποινή φυλάκιση 2,5 ετών.
Θα προχωρήσουμε τώρα να εξετάσουμε το ενδεχόμενο αναστολής εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί στoν κατηγορούμενο, ως ήταν και η εισήγηση της πλευράς της υπεράσπισης.
Η ευχέρεια του Δικαστηρίου για αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης έχει διευρυνθεί από την τελευταία τροποποίηση του Νόμου 95/72 με τον τροποποιητικό Νόμο 186(Ι)/03, όπου το νέο άρθρο 3 (2) προνοεί τα ακόλουθα:
«Το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορούμενου».
Σε σχέση με το άρθρο 3(2) του τροποποιητικού Νόμου 186 (Ι)/03, αντλούμε καθοδήγηση αναφορικά με την εφαρμογή του από τις υποθέσεις Παπαευσταθίου ν Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ 39, Τραλαλάς ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ 323 και ειδικότερα Χριστοφίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Κανάρη (Αρ. 2) (2005) 2 Α.Α.Δ. 327. Χρήσιμη αναφορά γίνεται επίσης στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Τζαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161, στην οποία παρέπεμψε το Δικαστήριο ο συνήγορος του κατηγορούμενου.
Στην υπόθεση Αριστοδήμου ν. Αστυνομίας Ποιν. Έφεση Αρ.121/17 ημερ. 21/9/2017, ECLI:CY:AD:2017:D311, τέθηκαν τα εξής σε σχέση με τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου σε περίπτωση εξέτασης ζητήματος αναστολής εκτέλεσης επιβληθείσας ποινής:
«Ειδικά σε σχέση με τον έλεγχο του τρόπου άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αναστολή ποινής φυλάκισης, σε συνάρτηση με την κείμενη νομοθεσία, εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και του δράστη με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Όπως αναφέρθηκε στην Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 930, αυτό συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σ’ όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρώ ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.»
Το Δικαστήριο έχει αναφερθεί προηγουμένως στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου και στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων και που λήφθηκαν υπόψιν κατά την επιμέτρηση και την επιβολή της ποινής και που επηρέασαν το ύψος της. Κρίση μας και έχοντας κατά νουν τις νομολογιακές αρχές και την σοβαρότητα του αδικήματος, είναι ότι ούτε οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου, ούτε και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είναι τέτοια που θα μπορούσαν να οδηγήσουν το Δικαστήριο στην έκδοση διατάγματος αναστολής εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης.
Ως εκ τούτου η ποινή φυλάκισης θα είναι άμεση.
Ο χρόνος που ο κατηγορούμενος τέλεσε σε προφυλάκιση στην παρούσα υπόθεση (από 18/8/2023), να συνυπολογιστεί κατά το άρθρο 117(1) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155.
Κρίνεται τέλος επιβεβλημένο, κάτι που αποτέλεσε και αίτημα της κατηγορούσας αρχής, η έκδοση διαταγμάτων στη βάση του άρθρου 14 του Νόμου 91(Ι)/2014 δια των οποίων απαγορεύεται στον κατηγορούμενο για τα επόμενα 10 έτη:
(α) Να προσφέρει οποιεσδήποτε υπηρεσίες σε παιδιά,
(β) Να εργοδοτηθεί ή να απασχοληθεί σε χώρους που βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά
(γ) Να διαμένει σε χώρο ο οποίος γειτνιάζει με οργανωμένους χώρους που βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά.
Ο κατηγορούμενος παραπέμπεται τέλος στην Αρχή Εποπτείας που προβλέπεται από το άρθρο 47 του Νόμου 91(Ι)/2014 κατά τη διάρκεια εγκλεισμού του στις Κεντρικές Φυλακές αλλά και για περίοδο 3 ετών μετά την αποφυλάκιση του.
Τα έξοδα που ανέρχονται σε €240 να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
(Υπ.) ………………………..
Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο