
ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ: Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Υπόθεση Αρ.: 19203/2022
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
2. ΚΚ
3. ΘΚ
4. ΑΛ
5. ΡΝ
6. ΑΚ
Κατηγορουμένων
Ημερομηνία: 4 Νοεμβρίου 2024
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: Ο κ. Ν. Κέκκος.
Για τους Κατηγορούμενους 2 και 3: Ο κ. Κ. Ευσταθίου.
Κατηγορούμενοι 2 και 3 παρόντες.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 στη βάση του τροποποιημένου κατηγορητηρίου αντιμετωπίζουν κατηγορίες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, απειλή, απόσπαση περιουσίας με ψευδείς παραστάσεις και συνομωσία για καταδολίευση. Συγκεκριμένα από κοινού αντιμετωπίζουν τις κατηγορίες 1, 14 και 15 που αφορούν τα αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά παράβαση του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Ν.188(Ι)/2007 (κατηγορία 1), της συνομωσίας για καταδολίευση, κατά παράβαση του άρθρου 302 του Ποινικού Κώδικα (κατηγορία 14) και της απόσπασης περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων, κατά παράβαση των άρθρων 20, 297 και 298(1) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 (κατηγορία 15).
Περαιτέρω ο κατηγορούμενος 2 αντιμετωπίζει από μόνος του κατηγορία για απειλή κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Ποινικού Κώδικα (κατηγορία 4) και κατηγορίες για απόσπαση περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων (κατηγορίες 5-13) ως επίσης και κατηγορία για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορία 16).
Ο κατηγορούμενος 3 αντιμετωπίζει κατηγορίες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορία 17) και απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Ποινικού Κώδικα (κατηγορία 18).
Αυτό που αποδίδεται στους κατηγορούμενους είναι ότι μεταξύ Ιουνίου του 2020 και Ιουλίου του 2022 απέσπασαν διά ψευδών παραστάσεων από τον ΟΡ το συνολικό ποσό των €511.890, το οποίο γνώριζαν ότι ήταν έσοδο από το γενεσιουργό αδίκημα της κλοπής από υπάλληλο. Είχαν περαιτέρω προβεί και σε απειλές εναντίον του εν λόγω προσώπου.
Σκιαγραφώντας την ουσία της υπό εξέταση υπόθεσης, ως αυτή προωθήθηκε από την κατηγορούσα αρχή αλλά και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων, έτσι ώστε να είναι πιο κατανοητά τα γεγονότα, να πούμε ότι ο ΟΡ εργαζόταν στην εταιρεία ΛΙ Λτδ (εφεξής η εταιρεία) της οποίας ήταν και διευθυντής. Μεταξύ Ιουνίου 2020 και Ιουλίου 2022 έκλεψε από την εν λόγω εταιρεία το συνολικό ποσό των €511.890. Οι κατηγορούμενοι δια ψευδών παραστάσεων και με σκοπό καταδολίευσης που συνίσταντο σύμφωνα με τις λεπτομέρειες και πάλι των αδικημάτων, σε διάφορες δικαιολογίες, απέσπασαν από το εν λόγω πρόσωπο διάφορα ποσά και τα οποία γνώριζαν ότι προέρχονταν από την κλαπείσα περιουσία της εν λόγω εταιρείας από τον ΟΡ . Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 τέλος, είχαν απειλήσει τον ΟΡ προκαλώντας του τρόμο και ανησυχία.
Να πούμε περαιτέρω εδώ ότι κατηγορίες αντιμετώπιζαν και οι κατηγορούμενοι 1, 4,5 και 6 με την ποινική δίωξη εναντίον τους να διακόπτεται γεγονός που έφερε και την απαλλαγή τους στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε ο κάθε ένας ξεχωριστά. Ο δε κατηγορούμενος 1 κλήθηκε από την κατηγορούσα αρχή ως μάρτυρας κατηγορίας.
Για την απόδειξη της υπόθεσης της η κατηγορούσα αρχή κάλεσε 10 μάρτυρες ενώ κατατέθηκαν συνολικά και 80 τεκμήρια με τα τεκμήρια 77, 79 και 80 να κατατίθενται για την αλήθεια του περιεχομένου τους. Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 παρέμειναν σιωπηλοί και δεν προσκόμισαν και οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία.
Οι αναφορές όλων των μαρτύρων συμπεριλαμβανόμενου και του κατηγορούμενου, ως επίσης και τα τεκμήρια που κατατέθηκαν αξιολογήθηκαν πλήρως, έστω και αν αυτά δεν αναφέρονται ρητά στην απόφαση, χωρίς να είναι αναγκαία η καταγραφή του περιεχομένου τους κάτι το οποίο θα γίνει εκεί όπου κριθεί αναγκαίο (Βλέπε κατ΄ αναλογίαν, G & K Exclusive Fashions Ltd v. Παπαδοπούλου κ.ά (2001) 1 ΑΑΔ 88 και Al Watani κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2001) 1Γ ΑΑΔ 1924).
Τυχόν αποσπάσματα που αναφέρονται στην απόφαση μεταφέρθηκαν αυτούσια από τα πρακτικά, τα τεκμήρια και τις γραπτές αγορεύσεις.
Συνοψίζουμε τη μαρτυρία των μαρτύρων.
Ο Λοχίας 278 Χριστόδουλος Κυριάκου, ΜΚ1, ανέφερε την εμπλοκή του στη διερεύνηση της υπόθεσης μετά την καταγγελία που έγινε στην Αστυνομία Λευκάρων από εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο της εταιρείας για διαπίστωση υπεξαίρεσης μεγάλων χρηματικών ποσών από τον ΟΡ . Στην κατάθεση του τεκμήριο 1 περιγράφει τις ενέργειες του μετά που ορίστηκε ως μέλος της ανακριτικής ομάδας για διερεύνηση της υπόθεσης. Προέβηκε στην κατάθεση των τεκμηρίων 3 μέχρι και 16.
Ο ΟΡ, ΜΚ2, κατέθεσε την κατάθεση του τεκμήριο 17 που έδωσε στην Αστυνομία ως και τα τεκμήρια 18, 19 και 20. Παρέθεσε την εκδοχή του το πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα και που οδήγησαν στην καταγγελία του από την εταιρεία στην οποία εργαζόταν.
Η ΚΟ, ΜΚ3, σύζυγος του ΜΚ2, παρέθεσε ως προς το τι γνώριζε σε σχέση με την υπόθεση και τα οποία καταγράφει και στις καταθέσεις της τεκμήρια 21 και 23.
Η ΚΥ, ΜΚ4, περιέγραψε τα καθήκοντα της που είχε στην εταιρεία και το τι κατά τη θέση της επεσυνέβηκε αναφορικά με την κλοπή των λεφτών από τον ΟΡ , παραθέτοντας λεπτομέρειες αναφορικά με τους λογαριασμούς της εταιρείας. Αναγνώρισε τις καταθέσεις της που έδωσε στην Αστυνομία, τεκμήρια 27, 28, 30 και 32. Κατέθεσε επίσης τα τεκμήρια 29, 31 και 33.
O ΔΔ, ΜΚ5, αναφέρθηκε στη συνεργασία που είχε με την εταιρεία, το χρέος που δημιούργησε η εταιρεία του ΔΔ (Φθαρτέμποροι) Λτδ προς την τελευταία και την καταγγελία στην οποία προέβηκε ο ίδιος όταν δέχθηκε απειλητικό τηλεφώνημα για πληρωμή του οφειλόμενου ποσού.
Ο αστυφύλακας 265 Βασίλης Βασιλείου, ΜΚ6, αναφέρθηκε ως καταγράφεται και στην κατάθεση του τεκμήριο 36 στην επιθεώρηση του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης της καφετέριας MIKEL στη λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα σε σχέση με συναντήσεις των κατηγορουμένων και του ΟΡ .
Ο Δημήτρης Κακκουπίτης, ΜΚ7, αναφέρθηκε στο λογιστικό έλεγχο στον οποίο προέβηκε στους λογαριασμούς της εταιρείας, τις διαπιστώσεις του από τον έλεγχο αυτό και τις μετέπειτα ενέργειες του. Κατέθεσε τις καταθέσεις του τεκμήρια 37, 39, 40, 41 και 42 ως και την έκθεση που ετοίμασε τεκμήριο 38.
Η αρχιαστυφύλακας 3624 Αγγελική Δαγκλή, ΜΚ8, αναγνώρισε την κατάθεση της τεκμήριο 43 και αναφέρθηκε στα καθήκοντα της και τις ενέργειες τις οποίες προέβηκε ως μία εκ των μελών της ανακριτικής ομάδας για τη διερεύνηση της υπόθεσης. Προέβηκε και στην κατάθεση των τεκμηρίων 44 – 74.
Ο ΗΗ, ΜΚ9, κατέθεσε ως προς τις ενέργειες του για είσπραξη του ποσού που οφειλόταν προς την εταιρεία όταν διαπιστώθηκαν οικονομικά προβλήματα.
Ο ΝΝ, ΜΚ10, ως καταγράφεται και στην κατάθεση του τεκμήριο 76, αναφέρθηκε στην πώληση οχήματος στους κατηγορούμενους και πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα κατά τη συνάντηση τους στο ΤΟΜ Λεμεσού.
Είχαμε την ευκαιρία μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης κάτι που θέτει το Δικαστήριο σε πλεονεκτική θέση στο να βλέπει, να ακούει και να αξιολογεί τους μάρτυρες (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Μελή ν. Κωνσταντίνου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 2/13, ημερομηνίας 13/3/19), ECLI:CY:AD:2019:A83, να παρακολουθήσουμε και να ακούσουμε με προσοχή και υπομονή τους μάρτυρες που κατέθεσαν. Θέσαμε ως δείκτη ανάμεσα σε άλλα το στάδιο από το οποίο ανέκυψε η μαρτυρία, την πηγή και το κύρος της γνώσης των μαρτύρων, το όποιο προσωπικό συμφέρον ή προκατάληψη τους, τις ευκαιρίες που είχαν για να αντιληφθούν τα διαδραματιζόμενα, τη μνήμη τους και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή για να πιστεύουν σε αυτά στα οποία κατέθεσαν, τη σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων τους και τις όποιες υπερβολές, ανακολουθίες ή αντιφάσεις τους σε αντιπαραβολή με τις μικροαντιφάσεις, τη φιλαλήθεια τους και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων. Ήμασταν προσεκτικοί να μην προσδώσουμε υπέρμετρο βάρος στα εξωτερικά γνωρίσματα της μαρτυριακής τους συμπεριφοράς αφού κάτι τέτοιο εμπεριέχει επικινδυνότητα δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο κάποιοι μάρτυρες να είναι ιδιαίτερα ικανοί στο να παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη που πραγματικά τους χαρακτηρίζει αλλά και διότι κάποιες συμπεριφορές στο εδώλιο του μάρτυρα μπορεί να εδράζονται σε μεγάλο αριθμό αιτών και όχι κατ΄ ανάγκη από διάθεση να πουν ψέματα ή να παραπλανήσουν.
Αποτιμώντας τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας δεν περιοριστήκαμε στην ατομική εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων, αλλά τη συσχετίσαμε και την αντιπαραβάλαμε με το σύνολο της υπόλοιπης μαρτυρίας. Τη μαρτυρία των αστυνομικών την προσεγγίσαμε με ιδιαίτερη προσοχή έτσι ώστε να διακριβώσουμε αν τα όσα ανέφεραν εξέφραζαν πιστά και ορθά την πραγματικότητα (βλέπε, Volettos v. The Republic (1960) CLR 169).
Έχει σημασία, ως ζήτημα αρχής, να υπογραμμιστεί πως το γεγονός ότι κάποιοι μάρτυρες γίνονται δεκτοί ως αξιόπιστοι, δεν εξυπακούει αδηρίτως πως τα όσα είπαν υπέχουν και ανάλογης αποδεικτικής βαρύτητας, μια και η γενικότερη αξιοπιστία των μαρτύρων δεν εναρμονίζεται πάντοτε με την αποδεικτική δύναμη της μαρτυρίας τους (βλ. κατ’ αναλογίαν, Κίμωνος ως Εκκαθαριστή της Blue Seal Shoes Ltd v. Χρ. Ιωάννου & Υιοί (Υποδήματα) Λτδ, Πολ.Έφεση 66/13, ημ. 4/11/19, Ευσταθίου ν. Μιχαήλ και Άλλης, Πολ.Έφεση 269/12, ημ. 23/7/19, ECLI:CY:AD:2019:A341, Θεοχαρίδης ν. Ιωάννου κ.ά (2012) 1Β ΑΑΔ 1311, 1319-1322).
Ο Λοχίας 278 Χριστόδουλος Κυριάκου, ΜΚ1, δημιούργησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Ήταν άμεσος, σταθερός και σαφής στις απαντήσεις του. Σε κάθε περίπτωση και η πλευρά της υπεράσπισης δεν επεδίωξε δια μέσου της αντεξέτασης να κλονίσει την αξιοπιστία του με αποτέλεσμα η μαρτυρία του να γίνεται αποδεκτή. Η εμπλοκή του στην υπόθεση ήταν στα πλαίσια του ορισμού του ως ενός εκ των ανακριτών της υπόθεσης καθώς κατά τον επίδικο χρόνο υπηρετούσε στον περιφερειακό αστυνομικό σταθμό Κοφίνου. Ως αναφέρει και στην κατάθεση του τεκμήριο 1, στις 9/7/2022 καταγγέλθηκε στην αστυνομία Λευκάρων από εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο της εταιρείας, ότι μετά από λογιστικό έλεγχο που διενεργήθηκε διαπιστώθηκε υπεξαίρεση μεγάλων χρηματικών ποσών από τον διευθυντή και υπάλληλο της ΟΡ . Στο τεκμήριο 1 περιγράφει με λεπτομέρεια τις ενέργειες του για διερεύνηση της υπόθεσης και μέσα σε αυτές περιλαμβάνεται η λήψη κατάθεσης από τον ΟΡ στις 14/7/2022, στο ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του κατηγορούμενου 2, τεκμήριο 2, αλλά και στην έρευνα που διενήργησε στο όχημα του ΟΡ όπου εντοπίστηκαν διάφορα έγγραφα. Μετά από εξετάσεις που προέβηκε σε καταστάσεις λογαριασμών της εταιρείας διαπίστωσε ότι υπήρχαν επιταγές που εξαργυρώθηκαν από τον ΟΡ σε τρίτα πρόσωπα όπως η εταιρεία Fresh [ ], η φρουταρία [ ], η εταιρεία [ ] και στον ΧΨ. Στις 16/7/2022 έλαβε θεληματική κατάθεση από τον ΟΡ , τεκμήριο 16, ενώ στις 17/7/2022 προέβηκε σε έρευνα της οικίας και των υποστατικών του τελευταίου ο οποίος την ίδια ημέρα υπέδειξε και σκηνές ως αυτές αναφέρονται στο τεκμήριο 5. Στις 18/7/2022 εκτέλεσε ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του ΟΡ και παρέλαβε από την Ελληνική τράπεζα αριθμό εγγράφων. Στις 22/7/2022 συνέλαβε τον κατηγορούμενο 2 και στη βάση Δικαστικού εντάλματος ερεύνησε την οικία και τα υποστατικά του αλλά και του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ]. Στις 24/7/2022 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο 2, τεκμήριο 3. Στις 25/7/2022 παρέλαβε από την ΜΚ3 το μπλοκ αποδείξεων τεκμήριο 6, ενώ στις 26/7/2022 ο ΟΡ προέβηκε και πάλι σε υπόδειξη σκηνής, ως αναφέρεται στο τεκμήριο 4. Στις 29/7/2022 προέβηκε σε έρευνα του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] το οποίο και παρέλαβε ως τεκμήριο. Στις 9/8/2022 προέβηκε σε εξετάσεις ως προς την αγορά του οχήματος KJL290 και στις 24/8/2022 επικοινώνησε με τους ΗΗ και ΙΝ, μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, σε σχέση με τη συνεδρία του διοικητικού συμβουλίου αρχές του έτους και προς τούτο κατέθεσε ημερολόγιο ενέργειας τεκμήριο 14. Κατέθεσε επίσης ο ΜΚ1 τον σκληρό δίσκο τεκμήριο 7 με αντίγραφα usb, τεκμήριο 8, που περιλαμβάνει σκηνές από την καφετέρια Mikel στη Λάρνακα, ως επίσης χαρτί που αναγράφεται το όνομα του κατηγορούμενου 2 και αριθμός τηλεφώνου, τεκμήριο 9, ιδιόχειρες καταθέσεις του ΟΡ τεκμήρια 10 και 11. Διευκρίνισε ότι τα τεκμήρια 10 και 11 δόθηκαν από τον ΟΡ στην ΜΚ8. Είπε ότι από την κατάθεση που ο ίδιος έλαβε στις 14/7/2022 υπάρχει διαφοροποίηση ως προς το περιεχόμενο της κατάθεσης τεκμήριο 11. Διευκρίνισε επίσης ότι δεν ήταν παρών κατά τη λήψη της κατάθεσης τεκμήριο 12, και δεν θυμόταν αν έκανε σε κάποια ενέργεια στη βάση της κατάθεσης αυτής. Προέβηκε περαιτέρω σε επεξήγηση ως προς το περιεχόμενο του ημερολογίου ενέργειας τεκμήριο 13 λέγοντας ότι αναζήτησαν από που προέρχονταν τα χρήματα με τα οποία ο ΟΡ αγόρασε δύο τεμάχια από την Αltamira. Ανέφερε περαιτέρω σε σχέση με το ημερολόγιο ενέργειας τεκμήριο 15, ότι μετά από εξετάσεις δεν εξασφαλίστηκε μαρτυρία ότι ο ΟΡ ήταν γνωστό άτομο σε καζίνο στη Λεμεσό. Αναφορικά με το κατάστημα που ο ΟΡ υπέδειξε ότι έγινε η συνάντηση του με τον κατηγορούμενο 2, ο ΜΚ1 είπε ότι, εξ όσων θυμάται, κλήθηκαν κάποια πρόσωπα για διερεύνηση ποιος το είχε ενοικιαζόμενο και δεν προέκυψε μαρτυρία ότι ενοικιαζόταν από τον κατηγορούμενο 2. Συμπλήρωσε ότι κλήθηκε κάποιος άνδρας και μία γυναίκα με τον άντρα να αρνείται να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις.
Ο ΜΚ2 ΟΡ, αποτέλεσε τον πιο ουσιαστικό και βασικό από τους μάρτυρες για την υπόθεση της κατηγορούσας αρχής αφού ήταν το πρόσωπο που έκλεψε κεφάλαια από την εταιρεία στην οποία ήταν διευθυντής και υπάλληλος και τα οποία φέρονται να αποσπάστηκαν με ψευδείς παραστάσεις από τους κατηγορούμενους. Ο ΜΚ2 αντιμετώπιζε μαζί με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους την κατηγορία 1 για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αλλά και τις κατηγορίες 2 και 3 για τα αδικήματα της κλοπής από υπάλληλο και της καταχώρησης ψευδών λογαριασμών με σκοπό την καταδολίευση. Πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας καταχωρίστηκε αναστολή ποινικής δίωξης από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας με αποτέλεσμα ο ΜΚ2 να απαλλαγεί στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε. Κατόπιν τούτου κλήθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας.
Θα πρέπει να θέσουμε ότι όταν το Δικαστήριο εξετάζει μαρτυρία μάρτυρα που φέρεται ως συνεργός θα πρέπει πρώτα να κρίνει αν όντως ο μάρτυρας αυτός είναι συνεργός (βλ. Saad ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 106, Zacharias v. The Republic (1962) CLR 52). Συνεργός θεωρείται πρόσωπο το οποίο μετέχει στο έγκλημα πριν ή κατά την διάπραξη του ή παρέχει κάλυψη στους δράστες μετά από αυτό (βλ. Ρόπας κ.ά ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2000) 2 ΑΑΔ 628).
Κρίνοντας το ερώτημα αν ο ΜΚ2 ήταν συνεργός η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι καταφατική. Ο ΜΚ2 κατηγορείτο ότι από τη θέση του ως υπάλληλος στην εταιρεία έκλεψε το χρηματικό ποσό των €511,890 και το οποίο φέρεται να κατεχόταν από τους κατηγορούμενους ενώ όλοι γνώριζαν ότι προερχόταν από τη διάπραξη του αδικήματος της κλοπής από υπάλληλο και συνεπώς έσοδο από παράνομες δραστηριότητες.
Αξιολογώντας όμως την αξιοπιστία συνεργού, κρίσιμο ερώτημα που χρήζει απάντησης είναι κατά πόσο το Δικαστήριο είναι διατεθειμένο να βασιστεί στη μαρτυρία αυτή χωρίς ενίσχυση. Η μαρτυρία συνεργού θα πρέπει να προσεγγίζεται με σκεπτικισμό, επιφυλακτικότητα και καχυποψία με το Δικαστήριο να αυτοπροειδοποιείται για τους κινδύνους αποδοχής της αφού ένας συνεργός πιθανόν να επιθυμεί να αποενοχοποιήσει τον εαυτό του ή να επιδιώκει να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης από την κατηγορούσα αρχή βοηθώντας την ή να καταδικάσει άλλους συμμετέχοντες στο έγκλημα. Είναι εύκολο για τον συνεργό να κατασκευάσει μαρτυρία, αφού είναι γνώστης των γεγονότων, για την ανάμιξη άλλων προσώπων που θα είναι δύσκολο να αποδειχθεί μη πειστική (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 175/2016 ημερ. 23/11/2018). Το ότι όμως η μαρτυρία προέρχεται από συνεργό δε σημαίνει εκ προοιμίου ότι είναι προϊόν ψεύδους ή ανειλικρίνειας. Το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία συνεργού χωρίς αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας εφόσον προειδοποιήσει τον εαυτό του για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην αποδοχή της (βλ. Αλεξάνδρου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 152/17 ημερ. 20/6/2022), ECLI:CY:AD:2022:D246. Σε κάθε περίπτωση η αξιολόγηση τέτοιας μαρτυρίας δεν διενεργείται απομονωμένα αλλά και σε σχέση με την υπόλοιπη μαρτυρία (βλ. Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 141/2017 ημερ. 31/5/2019), ECLI:CY:AD:2019:B202.
Συνεπώς η μαρτυρία του ΜΚ2 θα αξιολογηθεί υπό το πλαίσιο των πιο πάνω αρχών.
Έχουμε παρακολουθήσει με πολύ μεγάλη προσοχή τον ΜΚ2 κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ένορκη μαρτυρία του τόσο ως προς τον τρόπο όσο και προς το ύφος που κατέθετε και δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι ήταν μάρτυρας της αλήθειας. Απαντούσε με ευθύτητα, φυσικότητα και αυθορμητισμό χωρίς προσπάθεια υπεκφυγών ή με τρόπο που θα υποδήλωνε προσπάθεια διαστρέβλωσης των γεγονότων για να εμπλέξει τους κατηγορούμενους στα υπό κρίση αδικήματα. Η μαρτυρία του διεπόταν από συνοχή. Ανέφερε με απλότητα και λεπτομέρεια πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα περιλαμβανομένων και των δικών του ενεργειών και εμπλοκής στην υπόθεση αλλά και αυτών των κατηγορούμενων. Διεξήλθαμε με τη μέγιστη προσοχή και αξιολογήσαμε τα όσα ο ΜΚ2 κατέθεσε με επιφυλακτικότητα αλλά σφαιρικά και όχι μεμονωμένα δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στα κρίσιμα σημεία. Η διαπίστωση μας είναι ότι έδωσε ικανοποιητικές και πειστικές απαντήσεις χωρίς να διακρίνουμε καθ’οιονδήποτε στάδιο της μαρτυρίας του προσπάθεια καταφυγής στα ψέματα. Περαιτέρω, προβήκαμε σε σύγκριση της μαρτυρίας του με την υπόλοιπη μαρτυρία που τέθηκε από πλευράς κατηγορούσας αρχής και δεν εντοπίσαμε ουσιώδεις αντιφάσεις. Σε κάθε περίπτωση οι βασικές για την υπόθεση θέσεις του παρέμειναν σταθερές, αναλλοίωτες και λογικές κατά το στάδιο της αντεξέτασης του.
Να επισημάνουμε αρχικά ότι κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου 5 συνολικά καταθέσεις του ΜΚ2, εκ των οποίων τρεις λήφθηκαν από τις ανακριτικές αρχές και οι άλλες δύο είναι ιδιόχειρες. Συγκεκριμένα οι καταθέσεις ημερομηνίας 14/7/2022, 16/7/2022 και 24/7/2022, τεκμήρια 17,16 και 12 αντίστοιχα, λήφθηκαν από την αστυνομία ενώ οι καταθέσεις ημερομηνίας 24/7/2022 και 27/7/2022, τεκμήρια 11 και 10 αντίστοιχα, είναι ιδιόχειρες. Να διευκρινίσουμε εδώ, για αποφυγή σύγχυσης, ότι τα τεκμήρια 12 και 11 δόθηκαν την ίδια ημερομηνία, ήτοι 24/7/2022. Προκύπτει ότι η ιδιόχειρη κατάθεση τεκμήριο 11, δόθηκε χρονικά πριν από την κατάθεση τεκμήριο 12 με την τελευταία να λαμβάνεται από την αστυνομία στη βάση περαιτέρω ερωτήσεων και διευκρινίσεων που ανέκυπταν από το περιεχόμενο της κατάθεσης τεκμήριο 11. Αυτό που επίσης προκύπτει είναι ότι στην πρώτη χρονικά κατάθεση του τεκμήριο 17, αν και προβαίνει σε παραδοχές σε σχέση με την κλοπή των χρημάτων από την εταιρεία αλλά και ότι έβαλε χρήματα από το γάμο του για να βοηθήσει την εταιρεία, εν τούτοις σε ερωτήσεις που του τέθηκαν ως προς τον τρόπο που σπαταλήθηκαν τα λεφτά δεν έδωσε απαντήσεις λέγοντας ότι δεν ήταν έτοιμος να πει. Στην δε αμέσως επόμενη χρονικά κατάθεση του τεκμήριο 16, γίνεται αναφορά στον κατηγορούμενο 2 ότι δηλαδή έδωσε χρήματα σε αυτόν αλλά για σκοπούς επένδυσης και χωρίς ιδιαίτερες λεπτομέρειες ως προς τα ποσά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δόθηκαν. Εμπλέκει τους κατηγορούμενους 2 και 3 με την χειρόγραφη κατάθεση του τεκμήριο 11, όπου αναφέρει ότι είναι η αλήθεια αλλά και στην κατάθεση του τεκμήριο 12, που λήφθηκε από την αστυνομία και στην οποία θέτει λεπτομέρειες και ως προς τη δική του συμπεριφορά αλλά και αυτή των κατηγορούμενων που αποτελεί τη βάση των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν. Στην κατάθεση του τέλος τεκμήριο 10 παραθέτει επιπρόσθετα στοιχεία που συμπληρώνουν τα όσα ανέφερε στις ανακριτικές αρχές. Είναι λοιπόν προφανές ότι ο ΜΚ2 δεν αναφέρθηκε από την αρχή, στα όσα επικαλείται ως τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, στις καταθέσεις του τεκμήρια 11 και 12, αφού αρχικά δεν αναφέρθηκε στους κατηγορούμενους και στη συνέχεια τοποθέτησε τον κατηγορούμενο 2 στο πλαίσιο επένδυσης των χρημάτων που πήρε από την εταιρεία. Να τεθεί βέβαια ότι και στις καταθέσεις του τεκμήρια 16 και 17 δεν είπε ότι όλα όσα ανέφερε είναι ψέματα αλλά ότι η πραγματική διάσταση των γεγονότων περιλαμβάνεται στις καταθέσεις του τεκμήρια 11 και 12. Το στοιχείο αυτό ότι δηλαδή ο μάρτυρας πρόεβηκε σε αριθμό καταθέσεων με προβολή διαφορετικών εκδοχών ως προς τα γεγονότα και ειδικότερα ως προς την εμπλοκή των κατηγορούμενων, αποτέλεσε το υπόβαθρο της εισήγησης της υπεράσπισης ότι τον καθιστά αναξιόπιστο μάρτυρα.
Αναφορικά με τα πιο πάνω θωρούμε σχετικά αυτά που τέθηκαν στην υπόθεση Dejan ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 205/17 ημερ. 11/5/22:
«Ότι στην κατάθεση του της 26.6.2016 δεν ενέπλεκε τους κατηγορούμενους 2 ή 3 συνιστούσε αντίφαση σε σχέση με την κατάθεση του της 30.6.2016. Το Κακουργιοδικείο δεν το παραγνώρισε. Αναφέρθηκε στην απόφαση του στην Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατία, Ποιν. Έφ. Αρ.12/2015 κ.ά., ημερ.4.7.2017 και στην υπόμνηση ότι: «προηγούμενες αντιφατικές καταθέσεις, καθώς και προεκτάσεις τους, συνιστούν γεγονότα που προσμετρούν στην κρίση της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα». Όμως δεν δεσμευόταν στο να μην αποδεχτεί τη μαρτυρία του με την οποία υιοθέτησε την δεύτερη του κατάθεση (Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172, 197). Γίνεται ακόμα στην απόφαση του Κακουργιοδικείου παραπομπή στη Τεβλετιάν κ.ά. ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 512, 520, όπου μνημονεύεται η Σάκκος ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 510, 524-5, όπου παρατηρήθηκε πως τα κριτήρια για την αποτίμηση αντιφάσεων σχετίζονται άμεσα με τους διαφαινόμενους λόγους που οδηγούν στην προβολή διιστάμενων θέσεων και με την ετοιμότητα του μάρτυρα να καταφύγει σε ψεύδη ή ανακρίβειες, προς εξυπηρέτηση ιδίου συμφέροντος. Το τελικό κριτήριο, αναφέρθηκε, είναι η προσήλωση του μάρτυρα στην αλήθεια.
Στην Χαρίτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 225, 234 εξηγείται ότι:
«Όλα εξαρτώνται από τα γεγονότα της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης. Νοουμένου ότι το δικαστήριο ικανοποιείται από τους λόγους που δίνει ο μάρτυρας γιατί να μην πει από την αρχή την αλήθεια, είναι επιτρεπτό για το δικαστήριο να δεχθεί τη μαρτυρία εκείνη που συνάδει με τη νέα ενοχοποιητική για τον κατηγορούμενο κατάθεση όπως αυτή υποστηρίζεται ενόρκως από το μάρτυρα».».
Στην υπό κρίση περίπτωση αυτό που εισηγείται η πλευρά της υπεράσπισης είναι ότι ο ΜΚ2 προέβηκε σε υπόδειξη των κατηγορούμενων ως εμπλεκόμενων στην υπόθεση καθότι έτυχε μίας πρωτοφανούς ευμενούς μεταχείρισης από τα θύματα του αφού από κατηγορούμενος βρέθηκε μάρτυρας κατηγορίας. Αυτό καταδεικνύεται από το ότι έτυχε έκπτωσης από το ποσό των χρημάτων που έκλεψε κατά €100.000 και θα καταβάλλει μόνο το ποσό των €1000 μηνιαίως για αποπληρωμή του υπολοίπου που ανέρχεται σε €231.000 με ορίζοντα εξόφλησης μετά από 23 χρόνια. Πέραν τούτου οι αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές μετέτρεψαν ένα εγκληματία σε μάρτυρα κατηγορίας.
Είναι σαφές από την εισήγηση του συνηγόρου υπεράσπισης ότι αυτό που προβάλλεται ουσιαστικά είναι ότι από τη μια η εταιρεία δέχθηκε μία ευτελή συμφωνία με τον ΜΚ2, ο οποίος την κατέκλεψε, δεχόμενη να απωλέσει από τα κλαπέντα χρήματα ποσό ύψους €100.000 και το υπόλοιπο των €231.000 να πληρωθεί σε περίοδο 23 χρόνων. Από την άλλη οι ανακριτικές αρχές αντί να επιμείνουν στην καταδίκη του τον κάλεσαν ως μάρτυρα κατηγορίας για να πετύχουν την καταδίκη των κατηγορούμενων. Η εισήγηση αυτή της υπεράσπισης άπτεται αν και όχι με ξεκάθαρο και σαφή τρόπο, αφού περιορίζεται στις πιο πάνω επιγραμματικές θέσεις χωρίς οποιαδήποτε στοιχεία, της αξιοπιστίας του ΜΚ2 αφού αυτός είχε κάθε λόγο να πει ψέματα ως προς την προβαλλόμενη εμπλοκή των κατηγορούμενων.
Αναφορικά με την αποδοχή της εταιρείας να μην αξιώσει το σύνολο της περιουσίας που κλάπηκε αποτελεί αφενός δικαίωμα της να συμφωνήσει, ως συμφώνησε με τον ΜΚ2 και αφετέρου δεν είναι δυνατόν να υπεισέλθουμε σε αυτή την απόφαση της χωρίς οποιοδήποτε στοιχείο από την τεθείσα μαρτυρία που να προσδίδει οτιδήποτε το παράνομο ή και μεμπτό σε αυτή. Δεν έχουμε επίσης μαρτυρία ότι η αποδοχή της συμφωνίας από την εταιρεία διασυνδέεται ή και ήταν προϋπόθεση της αναστολής ποινικής δίωξης εναντίον του.
Όσον αφορά τώρα την κλήση του ΜΚ2 ως μάρτυρα κατηγορίας να πούμε ότι, ως τέθηκε στην Κυριάκου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 35/22 ημερ. 25/1/2023, ECLI:CY:AD:2023:B24, με αναφορά στο Άρθρο 28 του Συντάγματος και στην υπόθεση Gagloshvili v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση. Αρ. 33/21, ημερ. 21/12/2021, ECLI:CY:AD:2021:D575, τέθηκε ότι οι αρμόδιες αρχές του Κράτους, οφείλουν να προσάγουν ενώπιον των ανεξάρτητων Δικαστικών αρχών, όλους τους παραβάτες. Αυτό υπαγορεύει η αρχή της ίσης μεταχείρισης των παραβατών. Τέθηκε περαιτέρω στην ίδια απόφαση (Κυριάκου (ανωτέρω)), με αναφορά στο Άρθρο 113(2) του Συντάγματος, ότι η αναστολή ποινικής δίωξης είναι άσκηση εξουσίας του Γενικού Εισαγγελέα, συνταγματικά κατοχυρωμένη και δεν ελέγχεται Δικαστικά. Στην εδώ περίπτωση ο ΜΚ2 είχε προσαχθεί ως κατηγορούμενος αντιμετωπίζοντας τις κατηγορίες 1-3 για τα αδικήματα αντίστοιχα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της κλοπής από υπάλληλο και των καταχωρήσεων ψευδών λογαριασμών με σκοπό καταδολίευσης. Παρέμεινε κατηγορούμενος μέχρι και την 21/2/2024 οπόταν και καταχωρίστηκε αναστολή ποινικής δίωξης από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας με την ποινική δίωξη να διακόπτεται γεγονός που επέφερε και την απαλλαγή του από τις πιο πάνω κατηγορίες. Ο συνήγορος για την κατηγορούσα αρχή εξέφρασε κατά την πιο πάνω ημερομηνία την πρόθεση του να κλητεύσει τον πρώην κατηγορούμενο ως μάρτυρα κατηγορίας όπερ και έπραξε. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μεταξύ κατηγορούσας αρχής και ΜΚ2 υπήρξε συμφωνία όπως ο τελευταίος απαλλαγεί των κατηγοριών και καταθέσει ως μάρτυρας για την υπόθεση της πρώτης. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει κάτι σε αυτή τη συμφωνία που να προσβάλλει την αξιοπιστία του μάρτυρα και ότι αυτός δεν είπε την αλήθεια ενώπιον του Δικαστηρίου. Να τονίσουμε εδώ ότι κατά το στάδιο που ο ΜΚ2 έδωσε τις ενοχοποιητικές για τους κατηγορούμενους καταθέσεις, δεν έχουμε μαρτυρία ενώπιον μας ότι υπήρξε οποιαδήποτε υπόσχεση από τις ανακριτικές αρχές προς αυτόν ή και οποιαδήποτε συναλλαγή. Η χειρόγραφη κατάθεση του δόθηκε μετά από συνομιλία με το δικηγόρο που τον εκπροσωπούσε τότε για να μιλήσει αφού στις πρώτες του καταθέσεις έλεγε ανακρίβειες για «να θολώνουν τα νερά». Δόθηκαν οι εν λόγω καταθέσεις κατηγορήθηκε, καταχωρίστηκε ποινική υπόθεση εναντίον του και μετά από παρέλευση ενός και πλέον ετών από την καταχώριση της υπόθεσης διακόπηκε η ποινική δίωξη εναντίον του. Κρίση μας συνεπώς είναι ότι ουδέν έχει προκύψει, ούτε καν ενδόμυχα, ότι υπήρξε οτιδήποτε το μεμπτό και που δυνατόν να έπληττε την αξιοπιστία του ΜΚ2. Η απλή αναφορά ότι οι ανακριτικές αρχές μετέτρεψαν ένα εγκληματία ως μάρτυρα κατηγορίας δεν θέτει ούτε καν το υπόβαθρο για απόρριψη της μαρτυρίας του. Στην υπόθεση Βασιλείου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφέσεις Αρ. 12/15, 13/15, 14/15, 15/15, 16/15 και 17/15 ημερ. 4/7/2017, με παρόμοια γεγονότα με την παρούσα ως προς τη διαδικασία που ακολούθησαν οι ανακριτικές αρχές αφού εκεί μάλιστα υπήρχε επικοινωνία μεταξύ μάρτυρα και αστυνομίας από την στιγμή που τέθηκε υπό κράτηση, τέθηκαν τα ακόλουθα:
«Όπως τονίστηκε και στην Χριστοδούλου άλλως Ρόπας κ.α. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2000) 2 ΑΑΔ 628, η αμετάβλητη συνισταμένη των ανακριτικών αρχών, κατά τη διαλεύκανση του εγκλήματος, πρέπει να είναι η αναζήτηση της αλήθειας. Στην προκείμενη περίπτωση, παρά τις προαναφερόμενες συνδιαλλαγές και διευθετήσεις μεταξύ ανακριτικών αρχών και ΜΚ5, δεν διαπιστώσαμε ότι οι ανακριτικές αρχές παρέβησαν το καθήκον τους για αναζήτηση της αλήθειας, ή ότι η ανακριτική διαδικασία ήταν ελαττωματική. Προσθέτουμε επίσης ότι μέσα από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου ως προς το περιεχόμενο των επανειλημμένων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων μεταξύ ανακριτών και Λίλλη, δεν διαφάνηκε ο,τιδήποτε το μεμπτό. Σκοπός δεν ήταν η κατασκευή μαρτυρίας, αλλά η αναζήτηση της αλήθειας μέσω της σφαιρικής παράθεσης και διευκρίνισης του όλου πλέγματος των σημαντικών για την υπόθεση γεγονότων. Θεωρούμε ότι, ο,τιδήποτε έπραξαν οι ανακριτικές αρχές είχε ως σκοπό την ανεύρεση της αλήθειας και την, κατά τρόπο δίκαιο, προσαγωγή των ενόχων ενώπιον της δικαιοσύνης.»
Λαμβανομένων λοιπόν των πιο πάνω η συμφωνία του ΜΚ2 με την εταιρεία αλλά και η αναστολή της εναντίον του ποινικής δίωξης έτσι ώστε να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας δεν πλήττει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την αξιοπιστία του μάρτυρα. Ο ΜΚ2 παρέθεσε με ειλικρίνεια και σαφήνεια το πως ακριβώς διαδραματίστηκαν τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα υπόθεση. Να πούμε αρχικά ότι ο μάρτυρας στην προσπάθεια του το 2018 να βοηθήσει την εταιρεία, είχε βάλει το ποσό των €29.860 χρήματα που είχε από το γάμο του και που σε κατοπινό στάδιο τα έλαβε πίσω. Όλα ξεκίνησαν όταν αρχές του έτους 2020 κάποιο άλλο μέλος της εταιρείας έλαβε την πρωτοβουλία και καταβλήθηκε από την εταιρεία το ποσό των €2000 σε πρόσωπο για να αναλάβει την είσπραξη του οφειλόμενου προς την εταιρεία χρέους από τον ΔΔ, ύψους €100.000. Υποδείχθηκε από τον μάρτυρα η καταβολή του εν λόγω ποσού στην κατάσταση λογαριασμού τεκμήριο 20, με ημερομηνία εγγραφής τις 5/3/2020. Ο ΔΔ προέβηκε σε καταγγελία στην αστυνομία για απειλές που δέχθηκε με αποτέλεσμα η προσπάθεια να τερματιστεί. Τότε ο ΜΚ2 αποφάσισε να συνεχίσει το εγχείρημα με σκοπό να εισπράξει το ποσό. Του δόθηκε ο αριθμός τηλεφώνου του κατηγορούμενου 2 με τον οποίο επικοινώνησε και συναντήθηκαν για πρώτη φορά σε καφετέρια στη Δρομολαξιά. Ως προς τον χώρο που έγινε η συνάντηση προέβηκε σε υπόδειξη του, ως καταγράφεται στο τεκμήριο 5. Εκεί του ζητήθηκε από τον κατηγορούμενο 2 το ποσό των €15.000 για να προβεί σε έρευνα ως προς τα περιουσιακά στοιχεία που είχε ο ΔΔ. Μάζεψε το ποσό το οποίο και παρέδωσε σε μεταγενέστερο στάδιο στον κατηγορούμενο 2, σε συνάντηση τους στην ίδια καφετέρια και πάλι. Εξήγησε ο ΜΚ2 τον τρόπο που εξασφάλιζε τα χρήματα που έδιδε στον κατηγορούμενο και που προέρχονταν από την εταιρεία, τόσο τις πρώτες €15.000 όσο και τα επόμενα ποσά. Είπε, με αναφορά στο τεκμήριο 20, ότι το μέρος του λογαριασμού που αναγράφεται ως «ΟΡ ΔΑΝΕΙΚΑ» είναι τα χρήματα του γάμου του που έδωσε στην εταιρεία το 2018 για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα ρευστότητας που είχε. Το μέρος του λογαριασμού που αναγράφεται ως «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ» καταγράφονται τα ποσά που έλαβε από την εταιρεία και έδιδε στον κατηγορούμενο 1. Είπε ότι οι εγγραφές έγιναν από την γραφέα της εταιρείας μετά από δική του εντολή. Εξήγησε ότι τα χρήματα που έκλεψε από την εταιρεία τα λάμβανε με επιταγές και το ποσό καταχωρείτο στο λογισμικό της εταιρείας με τα λεφτά που έδιδε στον κατηγορούμενο 1 να είναι στις «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ» και συγκεκριμένα στις εγγραφές με την ένδειξη «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΟΡ» για να ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα έξοδα που γίνονταν από την εταιρεία. Ανέφερε επίσης ότι οι επιταγές ήταν από βιβλιάριο της εταιρείας τις οποίες εξαργύρωνε και παρέδιδε μετρητά στον κατηγορούμενο 1. Τα μετρητά τα λάμβανε από πελάτες της εταιρείας που ήξερε ότι είχαν μετρητά και εκδιδόταν απόδειξη από την εταιρεία προς τον πελάτη. Ο ΜΚ2 αντεξετάστηκε τόσο για το ποσό που ανέφερε ότι έδωσε στην εταιρεία το 2018 για αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών της όσο και για τα ποσά που ισχυρίζεται ότι έδωσε στον κατηγορούμενο 1 με αναφορά στις καταγραφές που εμφανίζονται στην κατάσταση λογαριασμού τεκμήριο 20. Η θέση όμως που τελικά προωθήθηκε και τονίστηκε από τον συνήγορο υπεράσπισης ήταν ότι ο ΜΚ2 ουδέποτε έδωσε χρήματα στον κατηγορούμενο 1. Το ζήτημα της κλοπής του ποσού των €511,890 από τον ΜΚ2 από το ταμείο της εταιρείας δεν αμφισβητήθηκε. Επί του ζητήματος αυτού του αν δηλαδή ο ΜΚ2 έδωσε τα χρήματα που αναφέρονται στο κατηγορητήριο, η μαρτυρία του παρέμεινε αλώβητη. Αναφέρθηκε σε συναντήσεις του με τον κατηγορούμενο 1 που πέραν των δύο, παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 3 αλλά και άλλα πρόσωπα που συνόδευαν τον κατηγορούμενο που παρουσιαζόταν ως «μάστρος της νύχτας» και παρείχε προστασία. Κάποιες από τις συναντήσεις τους και συγκεκριμένα 5/7/2022, 6/7/2022, 7/7/2022 και 8/7/2022 είχαμε την ευκαιρία να τις παρακολουθήσουμε από προβολή στο Δικαστήριο, του υλικού κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης που παραλήφθηκε από την αστυνομία και κατατέθηκε ως τεκμήριο 7. Οι συναντήσεις αυτές που δεν αμφισβητήθηκαν από την υπεράσπιση ότι έγιναν, έλαβαν χώρα στην καφετέρια Mikel στην Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα. Σε μία εξ αυτών παρούσα ήταν και η σύζυγος του ΜΚ2. Αναφέρθηκε επίσης ο μάρτυρας σε συνάντηση που έγινε σε γραφείο στα φώτα της Ακρόπολης στη Λάρνακα όπου στην παρουσία του ΜΚ9 του παρέδωσε το ποσό των €5000 που ήταν για να διορίσει κτηματομεσίτη για να προβεί σε έρευνα σε σχέση με ακίνητο του ΔΔ. Ο μάρτυρας βέβαια, δήλωσε ευθαρσώς ότι δεν θυμόταν πόσες φορές συναντήθηκε με τον κατηγορούμενο 1 χωρίς αυτό να κλονίζει τη θέση του τόσο για τις συναντήσεις που είχε μαζί του όσο και για τα χρήματα που του έδινε. Δεν υποβλήθηκε στον μάρτυρα οποιαδήποτε θέση περί ύπαρξης αλλότριου κινήτρου να κατηγορήσει ψευδώς τους κατηγορούμενους. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του όταν του υποβλήθηκε ότι ουδέποτε έδωσε λεφτά στον κατηγορούμενο 1 λέγοντας «Α. Εγώ σου λέω ότι του έδωκα λεφτά. Εξύπνησα ένα πρωί και αποφάσισα ότι τούτα τα δύο τα άτομα εκάμαν μου κάτι και έφερα τους δαμέ;». Υποβλήθηκε περαιτέρω στον μάρτυρα ότι τα χρήματα που έκλεψε τα σπατάλησε στο «κουμάρι» κάτι το οποίο ο μάρτυρας αρνήθηκε επαναλαμβάνοντας ότι δεν είχε κάτι εναντίον των κατηγορούμενων για να τους ρίξει το φταίξιμο. Να πούμε εδώ ότι πέραν αυτής της γενικόλογης υποβολής και ότι σπατάλησε τα λεφτά στο καζίνο στη Λεμεσό και στα κατεχόμενα δεν τέθηκε οτιδήποτε άλλο στον ΜΚ2 ως προς την κλοπή του ποσού από την εταιρεία για σκοπούς τζόγου. Υποδείχθηκε όμως στον μάρτυρα το τεκμήριο 6 ο οποίος και δέχθηκε ότι είναι λάθος που η υπογραφή στις δύο αποδείξεις είσπραξης είναι η δική του αντί να είναι του κατηγορούμενου 1. Εξήγησε όμως ότι τα ποσά των €4000 και €6000 που αναγράφονται στις δύο αποδείξεις δόθηκαν στον κατηγορούμενο και ο τελευταίος του είπε για να είναι σίγουρος ότι θα πάρει τα λεφτά του, πήγαν στην δικηγόρο του και του είπε και έκδωσε τις δύο αποδείξεις. Ετοίμασαν περαιτέρω και τα τεκμήρια 18 και 19. Όταν του τέθηκε ότι για €10.000 έλαβε αποδείξεις ενώ για τις υπόλοιπες €490.000 όχι, είπε ότι έδειξε εμπιστοσύνη και από μία φάση και μετά άρχισε να φοβάται για την οικογένεια του. Λόγος έγινε και για την επιταγή για το ποσό των €1.232,000 που φέρεται να είναι της Ελληνικής Τράπεζας και με εκδότη κάποια εταιρεία ΔΔ Λτδ. Η εν λόγω επιταγή πέραν από μια φωτογραφία της τεκμήριο 33, δεν κατατέθηκε στο Δικαστήριο. Ο ΜΚ2 παρέθεσε και εξήγησε τα γεγονότα που οδήγησαν τον κατηγορούμενο 1 να του παρουσιάσει την επιταγή. Τα όσα έθεσε για δήθεν εξασφάλιση της επιταγής από τον ΔΔ, για συναντήσεις με δήθεν τραπεζίτη που ουδέποτε εμφανίστηκε αλλά στη θέση του παρουσιάστηκε η γραμματέας του, τα έγγραφα που απαιτούνταν για εξαργύρωση της τα ποσά που έπρεπε να καταβληθούν ως φόροι (€70.000) και για το Δικαστήριο (€120.000), ότι ο κατηγορούμενος 1 είχε αδελφό στο Ανώτατο Δικαστήριο και θα μετέφερε την υπόθεση στο Δικαστήριο μέχρι τον Αύγουστο του 2021 για να παραλάβουν την επιταγή και ότι του ζήτησε €400.000 ως προμήθεια, παρέμειναν χωρίς ουσιαστική αμφισβήτηση. Προβλήθηκε περαιτέρω ως στοιχείο αναξιοπιστίας του μάρτυρα και το ότι έκλεψε το ποσό των €9.000 από το Κέντρο Νεότητας [ ] όπου ήταν μέλος. Ο ΜΚ2 δέχθηκε ότι είχε κλέψει και αυτό το ποσό στην προσπάθεια του να βοηθήσει την εταιρεία να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Η ενέργεια του αυτή είναι βέβαια απαράδεκτη και καταδικαστέα αλλά δεν μπορεί να έχει οποιοδήποτε αντίκτυπο στην αξιοπιστία του μάρτυρα. Είναι ενέργεια που παραδέχθηκε, όπως παραδέχθηκε και την κλοπή των χρημάτων από την εταιρεία, στοιχεία που αντιθέτως καταδεικνύουν την ειλικρίνεια του μάρτυρα και ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια και να παραθέσει τα γεγονότα στην πραγματική τους διάσταση. Καταληκτικά, ουδέν προέκυψε που να κλονίζει τα όσα ο ΜΚ2 ανέφερε τόσο σε σχέση με τον τρόπο που έκλεψε από την εταιρεία διάφορα ποσά που συμποσούνταν στις €511.890 όσο και με το ότι είχε κατά διαστήματα συναντήσεις με τον κατηγορούμενο 1 όπου του έδιδε τα χρήματα. Ενόψει λοιπόν όλων των πιο πάνω δεν έχουμε αμφιβολία ότι ο ΜΚ2 ήταν μάρτυρας της αλήθειας που παράθεσε στο Δικαστήριο με ειλικρίνεια την πραγματική διάσταση των γεγονότων. Καταλήγουμε σε αυτό αφού έχουμε προηγουμένως προειδοποιήσει εαυτούς για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στο να βασιστούμε στην μαρτυρία του ΜΚ2 χωρίς ενίσχυση και η χωρίς ενδοιασμό κατάληξη μας είναι ότι μπορούμε να το πράξουμε με απόλυτη ασφάλεια. Να προσθέσουμε βέβαια ότι τέθηκε μαρτυρία που ενισχύει τις θέσεις του ΜΚ2 όπως μεταξύ άλλων η μαρτυρία της ΜΚ3 για συναντήσεις του με τους κατηγορούμενους αλλά και τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης, η μαρτυρία της ΜΚ4 για το ότι της λέχθηκε από πρόσωπο σε τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του να μην αναφέρει οτιδήποτε στην αστυνομία για την υπόθεση και η αναγνώριση του τεκμηρίου 9 και η αναγραφή από την ίδια του αριθμού τηλεφώνου του κατηγορούμενου 2.
Αποδεχόμαστε την μαρτυρία του ΜΚ2 ως καθόλα αξιόπιστη.
Η, ΜΚ3, σύζυγος του ΜΚ2, αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο των καταθέσεων της τεκμήρια 21 και 23. Κατέθεσε επίσης αντίγραφο απόδειξης της Ελληνικής Τράπεζας τεκμήριο 22, ως επίσης κατέθεσε και τις καταστάσεις λογαριασμού τεκμήρια 24, 25 και 26. Η μαρτυρία της περιστράφηκε ως επί το πλείστον γύρω από την κατάθεση στο λογαριασμό της εταιρείας των λεφτών του γάμου τους αλλά και για τη γνώση της σε σχέση με την κλοπή από τον ΜΚ2 σύζυγο της από την εταιρεία. Η ΜΚ3 δημιούργησε πολύ καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Θεωρούμε ότι ήταν μάρτυρας της αλήθειας η οποία ανέφερε τα όσα γνώριζε σε σχέση με την υπόθεση χωρίς προσπάθεια υποβοήθησης της μαρτυρίας του ΜΚ2. Δεν διαπιστώσαμε οποιαδήποτε προσυνεννόηση μεταξύ τους και η οποία θα οδηγούσε σε αμφιβολία ως προς τη φιλαλήθεια της. Να πούμε αρχικά ότι δεν γνώριζε οτιδήποτε σε σχέση με την κλοπή των λεφτών της εταιρείας από τον σύζυγο της. Αυτό φάνηκε όταν ερωτήθηκε σε σχέση με το τεκμήριο 20. Όσον αφορά τώρα τα λεφτά που δόθηκαν από το γάμο τους για να βοηθήσει ο ΜΚ2 την εταιρεία παρέθεσε, αναφερόμενη και στο τεκμήριο 24 μεταφοράς λεφτών από εκείνο το λογαριασμό προς όφελος της εταιρείας. Αντεξετάστηκε η μάρτυρας σε σχέση με τις δύο καταθέσεις της τεκμήρια 21 και 23 όπου στο τεκμήριο 21 δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε αναφορά σε σχέση με τον κατηγορούμενο 2 σε αντίθεση με το τεκμήριο 23 όπου αναφέρεται σε συναντήσεις που ήταν παρών και ο εν λόγω κατηγορούμενος. Υποβλήθηκε στη μάρτυρα ότι αυτό έγινε επί σκοπώ να αμφισβητηθεί η αξιοπιστία της μάρτυρος και ότι υπήρχε προσυνεννόηση με τον σύζυγο της. Διευκρίνισε ότι στο τεκμήριο 21 δεν γίνονται οι αναφορές που γίνονται στο τεκμήριο 23 όχι διότι δεν είπε την αλήθεια στην αρχή αλλά ότι δεν είπε κάποια πράγματα. Να πούμε ότι ουσιαστική διαφορά μεταξύ των δύο καταθέσεων είναι ότι στη δεύτερη κατάθεση τεκμήριο 23, αναφέρεται η μάρτυρας σε δύο συναντήσεις που είχε ο σύζυγος της με τον κατηγορούμενο 2 και που ήταν παρούσα και που έγιναν η μία στη καφετέρια Mikel στη Λάρνακα και η άλλη σε εστιατόριο στην Αθηένου. Ο λόγος που δεν τα ανέφερε στην πρώτη κατάθεση της είναι διότι φοβόταν τον κατηγορούμενο 2 ο οποίος σε συνάντηση που είχαν μαζί του τους «φόβισε» να μην πουν τίποτα. Αναφέρθηκε περαιτέρω η μάρτυρας και σε δώρα που κατά καιρούς έστελνε ο κατηγορούμενος 2, κάτι το οποίο δεν της άρεσε αφού δεν ήταν ούτε φίλος της οικογένειας ούτε και συγγενής και μάλιστα είχε αναφέρει και στον σύζυγο της τη χαρακτηριστική φράση «Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες».
Η μαρτυρία της ΜΚ3 γίνεται αποδεκτή.
Η ΚΥ, ΜΚ4, γραφέας στο λογιστήριο της εταιρείας ΛΙ Λτδ, ήταν το πρόσωπο το οποίο κατ’ εντολή του ΜΚ2 προέβαινε στις εγγραφές στο λογιστικό σύστημα της εταιρείας. Η μάρτυρας αναγνώρισε τις καταθέσεις που έδωσε στην αστυνομία, τεκμήρια 27, 28, 30 και 32 το περιεχόμενο των οποίων υιοθέτησε. Αμφισβητήθηκε η μαρτυρία της υπό το πλαίσιο ότι γνώριζε για την εγκληματική δραστηριότητα του ΜΚ2 και το γεγονός ότι προέβαινε στις καταχωρήσεις στις διάφορες καταστάσεις προκειμένου αυτές να συμφωνούν με τις αναλήψεις και τις πράξεις κλοπής του τελευταίου αποδεικνύει ότι ήταν και συνεργός και είχε σκοπό να εξυπηρετήσει. Είναι γεγονός ότι η ΜΚ4 είχε διαπιστώσει, ως αναφέρει και στην κατάθεση της τεκμήριο 27, ότι υπήρχαν επιταγές και εμβάσματα που είχαν σαν δικαιούχο τον ΜΚ2 αλλά και μετρητά που αυτός υπεξαίρεσε. Θα μπορούσε να είχε αναφέρει και στα άλλα μέλη της εταιρείας αυτό που συνέβαινε τι στιγμή που και η ίδια ρωτούσε τον ΜΚ2 ως προς αυτές τις κινήσεις του λογαριασμού αλλά της ζητούνταν και διευκρινίσεις από τον λογιστή ως προς αυτά. Δεν το έπραξε. Η συμπεριφορά της αυτή δεν την καθιστά ως πρόσωπο που εξυπηρετεί κάποιο σκοπό ούτε και αναξιόπιστη μάρτυρα αλλά ούτε και διαπιστώσαμε προσπάθεια εξωραϊσμού του ΜΚ2 την στιγμή που αποτελεί κοινό έδαφος ότι ο τελευταίος έκλεψε κεφάλαια της εταιρείας, αν και είναι γεγονός ότι η μάρτυρας υπήρχε περίπτωση που δεν ήθελε να εκφράσει ότι ο ΜΚ2 έκλεβε. Δεν προσπάθησε κατά την ένορκη μαρτυρία της να αποκρύψει οτιδήποτε αλλά ούτε και από το περιεχόμενο των καταθέσεων της εξάγεται τέτοιο συμπέρασμα. Εξήγησε με λεπτομέρεια το πως ο ΜΚ2 έκλεψε από την εταιρεία και τις εντολές που η ίδια εκτελούσε. Σε κάθε περίπτωση έχουμε αναφέρει και προηγουμένως ότι δεν υπάρχει αμφισβήτηση από την υπεράσπιση ότι ο ΜΚ2 είχε κλέψει το επίδικο ποσό. Αυτό που η ΜΚ4 έπραξε ήταν να θέσει λεπτομέρειες και να εξηγήσει τον τρόπο που αυτό έγινε. Ανέφερε ότι περί το 2020 μετά από έλεγχο που έκανε στο τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας άρχισε να εντοπίζει επιταγές που είχαν ως δικαιούχο τον ΜΚ2. Τον ρωτούσε χωρίς να λαμβάνει εξηγήσεις και της έλεγε να τις καταχωρήσει κάπου. Για να συμφωνούν οι τραπεζικές συναλλαγές με το σύστημα τους τις περνούσε στην μερίδα «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ». Πέραν των επιταγών εντόπισε και εμβάσματα σε λογαριασμούς του ΜΚ2 αλλά και μετρητά που υπεξαιρέθηκαν. Αυτό το διαπίστωσε όταν έστελνε τιμολόγια στους αγοραστές για οφειλόμενα προς την εταιρεία ποσά, της τηλεφωνούσαν και της έλεγαν ότι δεν συμφωνούσαν με το υπόλοιπο τους και ότι έδωσαν μετρητά στον ΜΚ2. Εντόπιζε τέτοιες περιπτώσεις επιταγών, εμβασμάτων και μετρητών από τον Ιούνιο του 2020 μέχρι και τον Ιούνιο του 2022 τις οποίες, αν και δεν θυμόταν πόσες ήταν, τις περνούσε στον λογαριασμό «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ». Αναφέρθηκε η ΜΚ4 και στο λογαριασμό με την ένδειξη «ΟΡ ΔΑΝΕΙΚΑ», λέγοντας ότι το 2018 η εταιρεία είχε προβλήματα ρευστότητας. Διευκρίνισε ότι η λανθασμένη αναγραφή του ονόματος πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Δεν προέκυψε κάτι ου να ανατρέπει αυτό το στοιχείο. Την ενημέρωσε ότι θα έβαζε κάποια χρήματα από το γάμο του για να βοηθήσει την εταιρεία. Η ίδια δεν γνώριζε αν ήταν ενήμερο το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας. Για να υπάρχουν όμως κάπου καταγραμμένα τα χρήματα που θα μετέφερε στην εταιρεία δημιούργησε κατόπιν εντολής του την εν λόγω μερίδα. Οι καταχωρήσεις γίνονταν με την ημερομηνία και το αντίστοιχο ποσό και ανάλογα με την περίπτωση αν δηλαδή επρόκειτο για κατάθεση μετρητών από τον ΟΡ ή μεταφορά στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας καταχωρούσε τους τίτλους κατάθεση μετρητών από ΟΡ ή Μεταφορά Χρημάτων από τον ΟΡ . Η πρώτη κατάθεση έγινε στις 19/4/2018 στον τρεχούμενο της εταιρείας για το ποσό των €3000 με το συνολικό ποσό που κατέβαλε να ανέρχεται σύμφωνα με το τεκμήριο 29 στις €29.860. Καταχωρούσε επίσης τις επιστροφές χρημάτων που γίνονταν από την εταιρεία προς τον ΟΡ . Τα χρήματα που ο ΜΚ2 έβαλε στην εταιρεία τα έλαβε πίσω εμβάζοντας όμως €1998 στο λογαριασμό του περισσότερα από αυτά που δάνεισε χωρίς επιπρόσθετα να θυμάται σε ποιο λογαριασμό γίνονταν τα εμβάσματα. Αναφέρθηκε επίσης η μάρτυρας και στην επιταγή που απεικονίζεται στο τεκμήριο 33. Είπε ότι της την έστειλε ο ΜΚ2 και της είπε να την αποθηκεύσει στο κινητό της. Όταν τον ρώτησε περί τίνος πρόκειται της είπε ότι προσέγγισε κάποιους ανθρώπους για να εισπράξουν το ποσό που τους όφειλε ο ΔΔ. Τον ρώτησε περαιτέρω για το ποιος ήταν ο ΚΚ και αυτός της απάντησε όσο λιγότερα ήξερε τόσο το καλύτερο. Όταν τον Φεβρουάριο του 2022 έστειλε το λογιστικό πρόγραμμα στον λογιστή της εταιρείας αυτός την ρωτούσε για την λογιστική μερίδα «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ». Πίεζε τον ΜΚ2 να φέρει τα λεφτά στην εταιρεία και αυτός της είπε να σημειώσει ένα αριθμό τηλεφώνου. Πήρε ένα χαρτάκι το οποίο αναγνώρισε ως το τεκμήριο 9, όπου έγραψε τον αριθμό τηλεφώνου [ ] και ο ΜΚ2 το όνομα ΚΚ . Αναφέρει επίσης στην κατάθεση της τεκμήριο 30 ότι πριν από 11/2 μήνα της ζήτησε ο ΜΚ2 και μίλησε με κάποιο άτομο και του είπε ότι τα λεφτά έπρεπε να επιστρέψουν πίσω στην εταιρεία. Στην αρχή της είπε ότι το όνομα του ήταν Μιχάλης αλλά μετά της είπε ότι ήταν ο Κ και σκέφτηκε ότι ήταν ο Κ στο όνομα του οποίου εκδόθηκε η επιταγή. Με το ίδιο πρόσωπο μίλησε ακόμα μία φορά για τον ίδιο λόγο και που της είπε και στις δύο περιπτώσεις, ότι δεν έπρεπε αν μιλήσει ούτε στην οικογένεια της ούτε στην αστυνομία για τη συζήτηση που είχαν διότι θα γινόταν μεγάλο κακό στο χωριό της. Σε σχέση και πάλι με την επιταγή της είχε ζητήσει ο ΜΚ2 να προβεί σε επεξεργασία της φωτογραφίας της με το κινητό σβήνοντας το όνομα του ΚΚ για να την δείξει του λογιστή της εταιρείας, πράγμα που έπραξε.
Αποδεχόμαστε την μαρτυρία της ΜΚ4.
Αποδεκτή γίνεται και η μαρτυρία του ΔΔ, ΜΚ5. Αναφέρθηκε ο μάρτυρας, ως καταγράφεται στην κατάθεση του τεκμήριο 34, στη συνεργασία που είχε η εταιρεία του ΔΔ (Φθαρτέμποροι) Λίμιτεδ με την εταιρεία ΛΙ. Δεν προέκυψε οτιδήποτε που θα κλόνιζε την αξιοπιστία του. Αναφέρθηκε στο ποσό που η εταιρεία του οφείλει στην ΛΙ και ότι τον Μάρτιο του 2020 επικοινώνησε τηλεφωνικώς μαζί του κάποιο άτομο που του είπε ότι τον έβαλε ο Η και με απειλητικό ύφος του ζήτησε τα χρήματα που όφειλε στη ΛΙ. Μετά από πάροδο 6-7 μηνών δέχθηκε ακόμα ένα τηλεφώνημα και κάποιο άτομο, διαφορετικό από την πρώτη φορά του είπε ότι τον έβαλε ο ΗΗ από την [ ] να ζητήσει τα χρήματα που του χρωστούσε. Και στις δύο περιπτώσεις ενημέρωσε την αστυνομία στο Κίτι για τα τηλεφωνήματα που δέχθηκε. Είπε ότι η εταιρεία Savvas Pashiourtides Ltd δεν είναι δική του εταιρεία και ούτε σχετίζεται με αυτή. Αναφορικά με το τεκμήριο 33 είπε ότι του επιδείχθηκε η φωτογραφία της επιταγής από την αστυνομία αλλά δεν είναι η υπογραφή του σε αυτό. Δεν γνωρίζει τους κατηγορούμενους 1 και 2.
Ο αρχιαστυφύλακας 265 Βασίλης Βασιλείου, ΜΚ6, κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας ο οποίος αναγνώρισε τα τεκμήρια 7 και 8 τα οποία και χειρίστηκε. Σε κάθε περίπτωση οι ενέργειες του ΜΚ6 δεν αμφισβητήθηκαν από την υπεράσπιση και η αντεξέταση του περιορίστηκε σε διευκρινιστικού περιεχόμενου ερωτήσεις. Να υπενθυμίσουμε ότι τα τεκμήρια 7 και 8 αφορούν πλάνα που παραλήφθηκαν από τον ΜΚ6 από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που ήταν τοποθετημένο στην καφετέρια Mikel στην Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα. Στην κατάθεση του τεκμήριο 36, ο μάρτυρας περιγράφει τη διαδικασία παραλαβής του σκληρού δίσκου τεκμήριο 7 και ότι η ώρα που κατέγραφε ήταν 33 λεπτά πιο πίσω από την πραγματική ώρα. Περιγράφει περαιτέρω αυτά που κατέγραψε το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης στις 5/7/2022, 6/7/2022, 7/7/2022, 8/7/2022 και 9/7/2022, σε σχέση με την παρουσία των κατηγορούμενων 2 και 3, τους οποίους και αναγνώρισε, στην εν λόγω καφετέρια και τις συναντήσεις που είχαν με τον ΜΚ2. Στην συνάντηση στις 8/7/2022 παρούσα ήταν και η ΜΚ3. Στις 6/7/2022 ο κατηγορούμενος 2 πήγε στην καφετέρια οδηγώντας το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ]. Προέβηκε ο μάρτυρας ως προς τα χρονικά σημεία που πήγαν στην καφετέρια και τις κινήσεις τους εντός του χώρου.
Η μαρτυρία του ΜΚ6 γίνεται αποδεκτή.
Ο Δημήτρης Κακκουπίτης ΜΚ7, λογιστής στην εταιρεία Exeliq Accountinng Services Ltd, του ζητήθηκε από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας ΛΙ Λτδ, να ελέγξει τα λογιστικά βιβλία της εταιρείας, ως αναφέρει στην κατάθεση του ημερομηνίας 11/7/2022, τεκμήριο 37. Προς τούτο ετοίμασε την έκθεση τεκμήριο 38. Πέραν αυτών ο μάρτυρας έδωσε ακόμα τέσσερεις καταθέσεις που χρονολογικά είναι το τεκμήριο 41 ημερομηνίας 14/7/2022, το τεκμήριο 39 ημερομηνίας 16/7/2022, το τεκμήριο 40 ημερομηνίας 19/7/21 (λανθασμένη θεωρούμε η ημερομηνία αφού από το περιεχόμενο της κατάθεσης προκύπτει ότι είναι το 2022) και το τεκμήριο 42 ημερομηνίας 23/7/2022. Στα πιο πάνω τεκμήρια ο ΜΚ7 περιγράφει τις ενέργειες του και αποτυπώνει τις διαπιστώσεις του μετά τον έλεγχο που διενήργησε και επισυνάπτει και καταστάσεις που ετοίμασε και λογαριασμούς. Δεν έχουμε αμφιβολία ότι ο εν λόγω μάρτυρας παρέθεσε με ειλικρίνεια, σαφήνεια και εμπεριστατωμένα τα συμπεράσματα του ως προς τον έλεγχο των λογιστικών βιβλίων της εταιρείας. Η αντεξέταση του μάρτυρα δεν είχε προσανατολισμό να πλήξει την αξιοπιστία του αλλά ζητήθηκαν διευκρινίσεις ως προς κάποιες καταγραφές στους λογαριασμούς. Σε κάθε περίπτωση ο συνήγορος υπεράσπισης δήλωσε ότι δεν αμφισβητεί τα ευρήματα του μάρτυρα περί κλοπής, ούτε τον τρόπο που ο ΜΚ2 ενήργησε για να κλέψει αλλά ούτε και ότι το ποσό που κλάπηκε ανερχόταν στις €511.890. Αναφέρθηκε ο μάρτυρας στη συνάντηση που έγινε στις 7/7/2022 με τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου όπου ο ΜΚ2 παραδέχθηκε την κλοπή του ποσού και ότι είχε βάλει λεφτά από το γάμο του στο λογαριασμό της εταιρείας με τα μέλη της να εκπλήσσονται αφού δεν γνώριζαν κάτι περί τούτου. Διαπίστωσε πλασματικές λογιστικές εγγραφές οι οποίες θεωρεί ότι γίνονταν για να μειώνεται το ποσό που παρουσιαζόταν ως υπηρεσίες πληρωμένες προς τον ΜΚ2. Αποτέλεσε ζήτημα της κυρίως εξέτασης του αλλά και αντεξέτασης του το ζήτημα της επιταγής που απεικονίζεται στο τεκμήριο 33. Στην κατάθεση του τεκμήριο 42 ο μάρτυρας αναφέρει ότι μετά που ανέλαβε τον λογιστικό έλεγχο της εταιρείας το 2022 και διαπίστωσε την υπεξαίρεση πίεζε τον ΜΚ2 να του φέρει δικαιολογητικά για να μπορεί να κλείσει τον έλεγχο. Τότε ο ΜΚ2 του υπέδειξε μια φωτογραφία της επιταγής με ημερομηνία 8ο του 2021. Του είπε ότι η επιταγή ήταν ληγμένη αλλά και ότι το ποσό ήταν υπερβολικό σε σχέση με το ποσό που ο ΔΔ όφειλε στην εταιρεία. Του έδειξε την επιταγή ακόμα μια φορά όταν τον πίεζε για τα λεφτά. Κατά την κυρίως εξέταση του είπε ότι η επιταγή που του υποδείχθηκε δεν είχε όνομα πάνω και δεν θυμόταν αν του υποδείχθηκε ξανά λέγοντας ότι δεν είχε σημασία για τον ίδιο αφού ήταν το 2021 και θα ήταν και είναι άκυρη. Κατά την αντεξέταση του διευκρίνισε ότι την δεύτερη φορά ήθελε ο ΜΚ2 να του την παρουσιάσει ξανά και του είπε ότι δεν ήθελε να την ξαναδεί γιατί δεν είχε κάποια αξία και δεν την είδε.
Αποδεχόμαστε την μαρτυρία του ΜΚ7.
Η αρχιαστυφύλακας 3624 Αγγελική Δαγκλή, ΜΚ8, αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεση της τεκμήριο 43. Στο εν λόγω έγγραφο περιγράφει και καταγράφει τις ενέργειες τις οποίες προέβηκε για τη διερεύνηση της υπόθεσης ως μία εκ των ανακριτών. Γίνεται αναφορά για ενέργειες από τις 10/7/2022 οπόταν και στα γραφεία του ΤΑΕ Λάρνακας συνέλαβε δυνάμει Δικαστικού εντάλματος τον ΜΚ2 μέχρι και την 1/8/2022 οπόταν και διαπίστωσε ότι στις 18/3/2014 είχε εκδοθεί απόφαση εναντίον της εταιρείας ΔΔ (Φθαρτέμποροι) Λτδ στην αγωγή με αριθμό 1173/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας προς όφελος της εταιρείας ΛΙ Λτδ. Η ΜΚ8 δημιούργησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι ενήργησε με αντικειμενικό τρόπο στα πλαίσια των καθηκόντων της για διερεύνηση της υπόθεσης. Δεν προέκυψε σε κάθε περίπτωση οτιδήποτε κατά το στάδιο της αντεξέτασης της που να καταδεικνύει κάτι το διαφορετικό. Από την πολυσέλιδη κατάθεση της και μόνο προκύπτουν όλες οι ενέργειες τις οποίες προέβηκε και τις οποίες παραθέτει με λεπτομέρεια. Η μάρτυρας προχώρησε και κατάθεσε και σειρά εγγράφων τα οποία περισυνέλεξε ασκώντας τα καθήκοντα της. Κατέθεσε την κατάσταση λογαριασμού τεκμήριο 44, το ημερολόγιο ενεργείας ημερομηνίας 16/7/2022 τεκμήριο 45, τον κατάλογο εγγραφών τεκμήριο 46, ως επίσης και το ημερολόγιο ενεργείας ημερομηνίας 20/7/2022 τεκμήριο 47. Στο συγκεκριμένο τεκμήριο εξήγησε η μάρτυρας ότι κατέγραψε το τι της ανέφερε ο ΜΚ2 όταν εντόπισε στο κινητό τηλέφωνο του τελευταίου φωτογραφία της επιταγής της Ελληνικής Τράπεζας τεκμήριο 33, ως επίσης και δύο καταχωρήσεις για καταγγελίες του ΜΚ5 ΔΔ. Το ημερολόγιο ενεργείας ημερομηνίας 27/7/2022 τεκμήριο 49, αφορά την επικοινωνία της που είχε με τον προηγούμενο ιδιοκτήτη του οχήματος ΝΜΧ700 και ο οποίος της ανέφερε ότι το είχε πωλήσει σε μάντρα αυτοκινήτων στη Λεμεσό για το ποσό των €30.000. Σε σχέση με το εν λόγω έντυπο με στοιχεία του κατέθεσε το τεκμήριο 50. Κατέθεσε επίσης το τεκμήριο 51 που είναι το έντυπο στοιχείων του οχήματος ΜΜΤ111. Επεξήγησε το τεκμήριο 54 που ήταν κατάσταση λογαριασμού της εταιρείας και στην οποία η ίδια προέβηκε σε δειγματοληπτικό έλεγχο βάσει της λογιστικής κατάστασης με τον τίτλο «δανεικά» και αν τα χρήματα που έλεγε ο ΜΚ2 μεταβιβάστηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό. Κατάθεσε επίσης κατάσταση λογαριασμού της εταιρείας στην Ελληνική Τράπεζα τεκμήριο 55 και την κατάθεση που έλαβε από τον κατηγορούμενο 2 στις 27/7/2022 τεκμήριο 56, επεξηγώντας και τα έγγραφα τα οποία βρίσκονται επισυνημμένα στην εν λόγω κατάθεση που πρόκειται για δύο φωτογραφίες και στην μία εκ των οποίων απεικονίζονται τόσο ο κατηγορούμενος 2 όσο και ο κατηγορούμενος 3 μαζί με άλλα άτομα. Το δεύτερο έγγραφο που αποτελεί και πάλι φωτογραφία που απεικονίζει μία κοπέλα με το όνομα Χριστίνα Αγγελίδου η οποία, ως της ανέφερε ο ΜΚ2, ήταν το πρόσωπο που παρουσιάστηκε από τον κατηγορούμενο 2 ως η γραμματέας του τραπεζίτη. Προέβηκε στην κατάθεση του τεκμηρίου 57 που είναι η κατάθεση του κατηγορούμενου 3 ημερομηνίας 27/7/2022 και στην οποία επισυνάπτονται και πάλι δύο φωτογραφίες με την πρώτη να είναι η ίδια φωτογραφία που επισυνάπτεται στο τεκμήριο 56. Στη συνέχεια η μάρτυρας κατέθεσε και πάλι δική της κατάθεση τεκμήριο 58, η οποία καλύπτει την οικονομική έρευνα που έγινε για τους κατηγορούμενους 2 και 3 ως επίσης και για τα υπόλοιπα πρόσωπα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Αυτό έγινε για να διαπιστωθεί κατά πόσο εντοπίζονταν οποιαδήποτε από τα χρήματα τα οποία ο ΜΚ2 ανέφερε ότι του απέσπασε ο κατηγορούμενος 2 και αν τα δύο οχήματα που από τις πληροφορίες που είχαν χρησιμοποιούνταν από τον κατηγορούμενο 2 αποκτήθηκαν από χρήματα τα οποία νομιμοποίησε από παράνομες δραστηριότητες. Κατάθεσε τον πίνακα ασφαλιστηρίου μηχανοκίνητου οχήματος τεκμήριο 59, δέσμη εγγράφων που αφορούν τα δύο οχήματα τεκμήριο 60, επιστολή του Τμήματος Φορολογίας τεκμήριο 61, δέσμες καταστάσεων ασφαλιστικών λογαριασμών τεκμήρια 62-64, δέσμες αναλυτικών καταστάσεων αποδοχών τεκμήρια 65-66, βεβαιώσεις τεκμήρια 67 και 68, ως επίσης και τα έγγραφα τεκμήρια 69-73. Ανέφερε ότι το αποτέλεσμα της οικονομικής έρευνας ήταν η διαπίστωση ότι οι κατηγορούμενοι είναι και οι δύο λήπτες δημόσιου βοηθήματος και δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια να αποκτήσουν τα δύο οχήματα που από τις εξετάσεις προέκυψε ότι κατέχονταν και χρησιμοποιούνταν από τους ίδιους. Δέχθηκε ότι δεν είναι παράξενο στην Κύπρο κάποιοι να έχουν αυτοκίνητο και να έχουν ασφαλισμένους κάποιους στενούς τους συγγενείς πάνω σε αυτά πλην όμως ως ανέφερε η μάρτυρας τα οχήματα ήταν αν και όχι συνεχώς στην κατοχή του κατηγορούμενου 2. Τέθηκαν ερωτήσεις στη μάρτυρα σε σχέση με φερόμενες παραλείψεις ή και κενά που δεν θα έπρεπε να υπήρχαν κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης. Ήταν στο πλαίσιο της προσπάθειας της υπεράσπισης να καταδείξει ότι υπήρξε πλημμελής διερεύνηση της υπόθεσης από τις ανακριτικές αρχές. Ρωτήθηκε η μάρτυρας αν ρώτησε τον ΜΚ2 σε σχέση με αναφορά του για την καταγγελία του ΜΚ5 αλλά και ερωτήσεις αναφορικά με το περιεχόμενο της προφορικής κατάθεση που έλαβε από τον ΜΚ2 στις 19/7/2022 και τα κατέγραψε στο τεκμήριο 47. Η απάντηση που η μάρτυρας έδιδε ήταν αρνητική λέγοντας ότι στην συγκεκριμένη κατάθεση δεν τον ρώτησε οτιδήποτε θέλοντας να τον αφήσει να πει τί έκανε τα χρήματα αφού τις προηγούμενες φορές που ανακρίθηκε δεν τους είπε τίποτα. Δεν διακρίνουμε οτιδήποτε το μεμπτό στο χειρισμό της υπόθεσης από την ΜΚ8 τη στιγμή που, ως και η ίδια ανέφερε, έθεσε ερωτήσεις στον ΜΚ2 μεταγενέστερα. Επικεντρώθηκε η υπεράσπιση σε καταγραφές της μάρτυρος στο ημερολόγιο ενεργείας τεκμήριο 47, ως βάση για αναξιοπιστία της τη στιγμή που υπάρχουν οι καταθέσεις του ΜΚ2 όπου εξιστορεί τα διαδραματισθέντα και ειδικότερα στο τεκμήριο 12 όπου του τέθηκαν ερωτήσεις ως προς το περιεχόμενο της χειρόγραφης του κατάθεσης τεκμήριο 11.
Η μαρτυρία της ΜΚ8 γίνεται αποδεκτή.
Ο ΗΗ, ΜΚ9, μέλος της εταιρείας, υιοθέτησε το περιεχόμενο των καταθέσεων του τεκμήρια 74 και 75. Ο εν λόγω μάρτυρας δημιούργησε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο αν και διακρίναμε το στοιχείο της αποστασιοποίησης κατά τρόπο αποφυγής της εμπλοκής του στην αρχική ανάθεση στον κατηγορούμενο 2 της είσπραξης του χρέους που όφειλε προς την εταιρεία ο ΔΔ. Δεν προέκυψε όμως κάτι το οποίο θα μας οδηγούσε σε κατάληξη αναξιοπιστίας του μάρτυρα. Αυτό που ανέφερε ο ΜΚ9 είναι ότι αποφασίστηκε η είσπραξη, όχι δια της νόμιμης οδού, των οφειλόμενων από τον ΔΔ, το ότι εμβάστηκε στο λογαριασμό του το ποσό των €2000 και το ότι ήταν παρών σε δύο συναντήσεις του ΜΚ2 με τον κατηγορούμενο 2 με την μία να είναι στην Αθηένου και την άλλη σε γραφείο στη Λάρνακα όπου ο ΜΚ2 παρέδωσε χρήματα στον κατηγορούμενο 2 τον οποίο αναγνώρισε ως το πρόσωπο που είδε στην Αθηένου.
Αποδεχόμαστε την μαρτυρία του MK9.
Τελευταίος μάρτυρας για την κατηγορούσα αρχή αλλά και την υπόθεση ήταν ο ΝΝ, ΜΚ10. Κατατέθηκε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του η κατάθεση του τεκμήριο 76. Να διευκρινίσουμε εδώ ότι στην εν λόγω κατάθεση λανθασμένα γράφηκε ως επίθετο του καταθέτη το «Τρύφωνος» αν και το ορθό είναι Ν ως το δήλωσε ο μάρτυρας. Η εντύπωση που αποκομίσαμε από τον ΜΚ10 ήταν αυτή του ειλικρινούς μάρτυρα που προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια χωρίς υπεκφυγές, αμφιταλαντεύσεις και παλινδρομήσεις. Η αξιοπιστία του παρέμεινε ακλόνητη και τα όσα ανέφερε στέρεα. Είπε ότι ασχολείται ερασιτεχνικά με αγοραπωλησίες αυτοκινήτων και προσφέρθηκε να βοηθήσει τον πρωτοκουμπάρο του να πωλήσει το αυτοκίνητο του μάρκας Porsche Panamera με αριθμούς εγγραφής [ ] για το ποσό των €45.000. Τοποθέτησε διαφημιστικά σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες και του τηλεφώνησε κάποιος ΘΚ από την Επαρχία Λάρνακας, που του είπε ότι ενδιαφερόταν για τον αδελφότεκνο του. Συζήτησαν την τιμή και κατέληξαν στις €40.000. Έκλεισαν ραντεβού στην Αρχή Αδειών στην Λεμεσό και ήταν η πρώτη φορά και τελευταία φορά που είδε τον ΘΚ και τον αδελφότεκνο του. Ο ΘΚ του είπε ότι θα έγραφε το όχημα στο όνομα της μητέρας του αδελφότεκνου του. Εκεί στην Αρχή Αδειών του μέτρησε €40.000 και ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση. Το άτομο που του παρουσιάστηκε ως αδελφότεκνος του, το είδε σε φωτογραφία ότι καταζητείτο από την αστυνομία και το όνομα του ήταν ΚΚ και το αναγνώρισε και στο Δικαστήριο στο πρόσωπο του κατηγορούμενου 2, ως αναγνώρισε και τον ΘΚ στο πρόσωπο του κατηγορούμενου 1. Δεν θυμόταν που είδε την φωτογραφία. Θυμόταν όμως το γεγονός της αγοραπωλησίας και μεταβίβασης διότι η πώληση αυτοκίνητων δεν είναι κάτι που κάνει καθημερινά. Το 2019 η μόνη πώληση που έκανε ήταν το επίδικο όχημα. Εξήγησε περαιτέρω ο μάρτυρας, στην προσπάθεια της υπεράσπισης να πλήξει την αξιοπιστία του, ότι το «κομμάτι του αυτοκινήτου» είναι κάτι που του αρέσει να το κάνει και το αγαπά αλλά την φωτογραφία δεν μπορούσε να θυμηθεί που την είδε. Ανέφερε επίσης ότι το όλο περιστατικό στην Λεμεσό διήρκεσε περί τη μισή με μία ώρα όσος χρόνος χρειάστηκε για να μετρήσει ο ίδιος τα λεφτά. Προβλήθηκε και υποβλήθηκε ως σημείο αναξιοπιστίας του ΜΚ10, το ότι δεν θυμόταν αν τους έφεραν μηχανή που μετρά τα χαρτονομίσματα και ο χρόνος που χρειάστηκε για να τα μετρήσουν. Δεν θεωρούμε το στοιχείο της ύπαρξης ή όχι μηχανής μέτρησης χαρτονομισμάτων ως σημαντικό και κάτι που ο μάρτυρας θα έπρεπε να θυμάται.
Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του ΜΚ10.
Έχουμε αναφέρει προηγουμένως ότι οι κατηγορούμενοι ως είχαν απόλυτο δικαίωμα, να παραμείνουν σιωπηλοί χωρίς να προσκομίσουν και οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία. Η άσκηση του δικαιώματος της σιωπής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εκληφθεί εναντίον τους αλλά ούτε και μπορεί να έχει οποιαδήποτε επίδραση στην απόφαση του Δικαστηρίου (βλ. Mohammad κ.ά ν. Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 590).
Στις δε καταθέσεις που έδωσαν στην αστυνομία, ως αυτές καταγράφονται για τον μεν κατηγορούμενο 2 στα τεκμήρια 3 και 56, για τον δε κατηγορούμενο 3 στο τεκμήριο 57 δεν αναφέρουν οτιδήποτε σχέση με την ουσία της υπόθεσης και το οποίο θα μπορούσε να αξιολογηθεί από το Δικαστήριο (βλ. Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109). Προβαίνουν σε δήλωση ότι, ότι έχουν να πουν θα το πουν στο Δικαστήριο. Δεν προσκόμισαν και οποιαδήποτε μαρτυρία.
Πριν όμως καταλήξουμε στα ευρήματα μας θεωρούμε ορθό να εξετάσουμε την εισήγηση της πλευράς της υπεράσπισης για κενά που παρουσιάζονται στην υπόθεση της κατηγορούσας αρχή επί σκοπώ επίτευξης καταδίκης των κατηγορούμενων και οφείλονται στην πλημμελή διερεύνηση της υπόθεσης από τις ανακριτικές αρχές με ουσιώδη και σοβαρό αντίκτυπο στην υπόθεση. Ο συνήγορος για τους κατηγορούμενους ανάφερε, ενδεικτικά, ως το έθεσε, ότι η αστυνομία παρέλειψε να προβεί σε γραφολογική εξέταση της επιταγής, έρευνα για τη σχέση ΜΚ2 και καζίνο, έλεγχος του «γραφείου» ΚΚ, έλεγχο πριν το 2020 των λογαριασμών της εταιρείας. Έθεσε περαιτέρω ότι ουδείς κατέθεσε για την εταιρεία και δεν παρουσιάστηκαν αλλά ούτε και ελέγχθηκαν οι λογαριασμοί των ΜΚ2 και ΜΚ3.
Στην υπόθεση Aburamadan v. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ.148/2021 σχ. με 155/2021, ημερ.10/11/2022 τέθηκαν τα εξής σε σχέση με την υποχρέωση της αστυνομίας για διερεύνηση της υπόθεσης:
«Στη Munteanu v. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 459, που μας παρέπεμψε ο εφεσείων 2 και λήφθηκε υπόψη από το Κακουργιοδικείο, αναφέρθηκαν τα εξής: «Αποτελεί δε υποχρέωση της κατηγορούσας αρχής να παρουσιάζει στοιχεία, ακόμη και αν αυτά είναι υπέρ του κατηγορούμενου διότι είναι κατηγορούσα και όχι διωκτική αρχή, το δε ερευνητικό έργο της αστυνομίας και της ίδιας, δεν στοχεύει απλώς στην προσαγωγή του υπόπτου στο Δικαστήριο με αποκλειστικό γνώμονα την καταδίκη του, αλλά στην ανίχνευση όλων των ουσιωδών γεγονότων ώστε να λάμψει η αλήθεια στην υπόθεση».
Αποτελεί λοιπόν υποχρέωση των διωκτικών αρχών να προβούν σε ενδελεχή και πλήρη διερεύνηση όλων των πτυχών της υπόθεσης δεδομένου ότι τέτοια διερεύνηση δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί από τον κατηγορούμενο. Επιπρόσθετα, ως τέθηκε και στην υπόθεση Ερωτοκρίτου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφέσεις 53/2017, 64/2017, 66/2017 και 68/2017 ημερ. 15/12/2017, στα πλαίσια της παροχής όλων των αναγκαίων διευκολύνσεων για σκοπούς ετοιμασίας της υπεράσπισης ενός κατηγορούμενου και της ισότητας των όπλων εμπίπτει και η δυνατότητα πρόσβασης του σε κάθε σχετικό στοιχείο το οποίο έχει συλλεγεί ή θα μπορούσε να είχε συλλεγεί από τις ανακριτικές αρχές. Είναι επίσης νομολογημένο ότι η παραβίαση του δικαιώματος για δίκαιη δίκη δεν γίνεται αφηρημένα αλλά σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της υπόθεσης (βλ. Yaacoub ν. Δημοκρατίας (2014) 2 ΑΑΔ 165).
Στην υπό εξέταση περίπτωση δεν συμμεριζόμαστε τη θέση της υπεράσπισης περί πλημμελούς διερεύνησης της υπόθεσης από πλευράς ανακριτικών αρχών. Τόσο ο ΜΚ1 όσο και η ΜΚ8 παρέθεσαν με λεπτομέρεια τις ενέργειες στις οποίες προέβηκαν προς διερεύνηση της υπόθεσης. Το γεγονός ότι ο ΜΚ8 δεν επέβαλε ερωτήσεις στον ΜΚ2 όταν ο τελευταίος στις 19/7/2022 κατέθεσε προφορικά σε σχέση με την υπόθεση και που εν λόγω μάρτυρας κατέγραψε στο ημερολόγιο ενέργειας τεκμήριο 47, δεν μπορεί να αποτελέσει το υπόβαθρο για κατάληξη πλημμελούς διερεύνησης. Να υπενθυμίσουμε ότι η μάρτυρας καταθέτοντας εξήγησε το λόγο που δεν ρώτησε κάτι τον ΜΚ2 στη βάση του ότι ήταν η πρώτη φορά που εξέφρασε την επιθυμία να πει την αλήθεια και τον άφησε να πει αυτά που ήθελε να πει. Σε κατοπινό στάδιο του υπέβαλε ερωτήσεις. Να υπενθυμίσουμε επίσης ότι οι κατηγορούμενοι ασκώντας το δικαίωμα που είχαν και χωρίς αυτό να τίθεται υπό αμφισβήτηση καθ’ οιονδήποτε τρόπο, δεν ανέφεραν, επί της ουσίας οτιδήποτε κατά τη λήψη της κατάθεσης τους αλλά και ότι είχαν να πουν θα το έλεγαν στο Δικαστήριο. Αυτό τίθεται καθαρά στο πλαίσιο του ότι οι ανακριτικές αρχές δεν είχαν την δική τους εκδοχή για αυτά που ο ΜΚ2 κατέθεσε έτσι ώστε να προβούν και στις πιθανές περαιτέρω αναγκαίες εξετάσεις που δυνατόν να ανέκυπταν. Η απλή εισήγηση ότι οι παραλείψεις των ανακριτικών αρχών έχουν ουσιώδη και σοβαρό αντίκτυπο στην όλη υπόθεση χωρίς να εξηγείται πως, δεν επιφέρει από μόνη της κρίση για πλημμελή διερεύνηση. Ακόμα όμως και τα παραδείγματα που ενδεικτικώς η υπεράσπιση ανέφερε στο Δικαστήριο ως αποτελούντα στοιχεία παραλείψεων των ανακριτικών αρχών κατά τη διάρκεια των ερευνών, όχι μόνο στερούνται βάσης αλλά έτυχαν και της απαραίτητης διερεύνησης. Έγινε αναφορά για την επίμαχη επιταγή που φέρει ως εκδότη την εταιρεία Savvas Pashiourtides Ltd. Σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία και παρά τη θέση της υπεράσπισης, η επιταγή αυτή ουδέποτε ήταν στην κατοχή του ΜΚ2. Αυτό που είχε ήταν φωτογραφία της που του αποστάλθηκε από τον κατηγορούμενο και την οποία φωτογραφία υπέδειξε και στον λογιστή για να τον πείσει ότι θα πήγαιναν λεφτά στην εταιρεία για κάλυψη των ποσών που ο ΜΚ2 έκλεψε. Να προσθέσουμε εδώ ότι ουδέν τέθηκε από πλευράς υπεράσπισης ότι η επιταγή δόθηκε αυτούσια στην αστυνομία, αυτή την είχε στην κατοχή της και παρά ταύτα παρέλειψε να προβεί σε ενέργειες γραφολογικής εξέτασης. Πέραν τούτου ο ΜΚ5 είπε ότι η επιταγή δεν εκδόθηκε από την εταιρεία του που το όνομα της ήταν ΔΔ (Φθαρτέμποροι) Λτδ και η υπογραφή που φέρει δεν είναι η δική του. Δεν υποβλήθηκε τέλος αν είναι εφικτό να διενεργηθεί γραφολογική εξέταση από φωτογραφία υπογραφής σε έγγραφο όπως η εδώ επιταγή. Αναφορικά τώρα με την αναγραφή του ονόματος του κατηγορούμενου 2 επί αυτής σχετική είναι η μαρτυρία της ΜΚ4 που επεξεργάστηκε στο κινητό της την φωτογραφία, διέγραψε το όνομα του κατηγορούμενου 2 και ως τέτοια αποστάληκε στον ΜΚ7. Έρευνα έγινε και για την εκδότρια εταιρεία Savvas Pashiourtides Ltd οπόταν και διαπιστώθηκε ότι ήταν ανύπαρκτη. Τέθηκε επίσης ότι δεν έγινε έρευνα ως προς το ότι ο ΜΚ2 ήταν τακτικός θαμώνας του καζίνο Λεμεσού. Πέραν των γενικών υποβολών ότι ο ΜΚ2 «έφαγε τα λεφτά στο κουμάρι» και σε καζίνο στη Λεμεσό αλλά και στα κατεχόμενα δεν τέθηκε οτιδήποτε άλλο στον εν λόγω μάρτυρα. Ούτε για επισκέψεις του στο καζίνο Λεμεσού ούτε βέβαια ότι ήταν τακτικός θαμώνας. Ακόμα όμως και κάτω από αυτό το πλαίσιο η αστυνομία διερεύνησε και αυτό το ενδεχόμενο και το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό. Έρευνα έγινα και το γραφείο του ΚΚ παρά τα φώτα Ακρόπολης στη Λάρνακα. Υποδείχθηκε από τον ΜΚ2, αναφέρθηκε από τον ΜΚ9 και κλήθηκαν δύο πρόσωπα τα οποία αρνούνταν να δώσουν περαιτέρω εξηγήσεις. Ούτε όμως και η μη λήψη κατάθεσης εκ μέρους της εταιρείας και ότι δεν ελέγχθηκαν οι λογαριασμοί των ΜΚ2 και ΜΚ3 δημιουργεί οποιοδήποτε κενό και είναι δυνατόν να προσδώσει στη διερεύνηση τον χαρακτηρισμό ότι ήταν πλημμελής τη στιγμή μάλιστα που δεν εξηγήθηκε το πως επηρέαζε τα δικαιώματα των κατηγορούμενων. Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι υπήρξε πλημμελής διερεύνηση στην υπόθεση και μάλιστα στο βαθμό που να έχει τον αντίκτυπο που η πλευρά της υπεράσπισης εισηγείται.
Έχοντας υπόψιν το σύνολο της μαρτυρίας, δεδομένης και της αξιολόγησης της καταλήγουμε στα κάτωθι ευρήματα.
Ο ΟΡ, ΜΚ2, ήταν διευθυντής και υπάλληλος της εταιρείας ΛΙ Λτδ η οποία ασχολείτο με το εμπόριο φθαρτών. Κατά το έτος 2018 η εταιρεία αντιμετώπιζε πρόβλημα ρευστότητας και ο ΜΚ2 αποφάσισε και έμβασε σε διάφορες ημερομηνίες διάφορα ποσά που συμποσούνταν στις €29.860 για να τη βοηθήσει. Το ποσό αυτό ήταν μέρος του ποσού που είχε λάβει από το γάμο του και είχε δημιουργήσει μερίδα σε λογαριασμό στο λογισμικό της εταιρείας με την ένδειξη «ΟΡ ΔΑΝΕΙΚΑ». Το ποσό αυτό του επιστράφηκε και είχε λάβει πέραν αυτού και το ποσό των €1.998 που ήταν πέρα από αυτό που είχε εμβάσει στην εταιρεία για αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών της. Η εταιρεία ΔΔ Φθαρτέμποροι Λτδ όφειλε προς τη ΛΙ Λτδ ως μέρος των μεταξύ τους συναλλαγών ποσό περί τοις €100.000. Η εταιρεία διά μέσω του ΜΚ9 προσέγγισε κάποιο πρόσωπο για να προβεί σε είσπραξη του οφειλόμενου προς την εταιρεία ποσού των €100.000. Ο διευθυντής της οφειλέτριας εταιρείας ΔΔ ΜΚ5 προέβηκε σε καταγγελίες στην Αστυνομία για δύο απειλητικά τηλεφωνήματα που δέχθηκε και με τα οποία απαιτούσαν την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού με αποτέλεσμα η προσπάθεια αυτή να τερματιστεί. Ο ΜΚ2 αποφάσισε να προβεί σε δικές του ενέργειες για να επιτύχει την είσπραξη του χρέους που οφειλόταν από την εταιρεία του ΜΚ5 προς την ΛΙ Λτδ. Εξασφάλισε από τρίτο πρόσωπο τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορούμενου 2 και με τον οποίο επικοινώνησε. Διευθετήθηκε ραντεβού σε καφετέρια στη Δρομολαξιά. Ο ΜΚ2 του ανέφερε την περίπτωση και ο κατηγορούμενος 2 ζήτησε το ποσό των €15.000 για να προβεί σε έρευνα σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία του ΜΚ5. Ο ΜΚ5 ζήτησε κάποιο χρόνο για να μαζέψει τα λεφτά και σε μεταγενέστερη και πάλι συνάντηση τους του παρέδωσε τα χρήματα τα οποία προήλθαν από το λογαριασμό της εταιρείας. Για το σκοπό αυτό δημιουργήθηκε μερίδα και πάλι στο λογισμικό της εταιρείας με την ένδειξη «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ». Ο ΜΚ2 για το χρονικό διάστημα μεταξύ Ιουλίου του 2020 και Ιουλίου του 2022 έλαβε από την εταιρεία, μετά από έλεγχο του ΜΚ7, είτε με επιταγές που είχαν δικαιούχο τον ίδιο είτε με μετρητά που εξασφάλιζε από πελάτες της εταιρείας το συνολικό ποσό των €511.890 ποσό το οποίο παρέδωσε στον κατηγορούμενο 2 με τον οποίο είχε συναντήσεις. Είχε, μεταξύ άλλων, συνάντηση μαζί του στην παρουσία του ΜΚ9 σε γραφείο παρά τα φώτα Ακρόπολης στη Λάρνακα όπου του παρέδωσε το ποσό των €5.000. Συναντήσεις με τον κατηγορούμενο 2 που παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 3 έγιναν στις 5/7/2022, 6/7/2022, 7/7/2022 και 8/7/2022 στην καφετέρια Mikel στη λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα. Σε μία εξ αυτών παρευρέθηκε και η ΜΚ3. Συνάντηση υπήρξε στην παρουσία και πάλι της ΜΚ3 αλλά και του κατηγορούμενου 3 σε εστιατόριο στην Αθηένου. Ο ΜΚ10 πώλησε το όχημα μάρκας Porsche Panamera με αριθμούς εγγραφής [ ] για το ποσό των €40.000 στον κατηγορούμενο 3. Η μεταβίβαση έλαβε χώρα στην Αρχή Αδειών στη Λεμεσό όπου παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 2. Εκεί μέτρησε τις €40.000 και ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση. Ο κατηγορούμενος 2 παρουσιάστηκε από τον κατηγορούμενο 3 στον ΜΚ10 ως ο αδελφότεκνος του. Ο κατηγορούμενος 2 είναι άγνωστος φορολογούμενος στο τμήμα φορολογίας και δεν έχει υποβάλει οποτεδήποτε φορολογικές δηλώσεις. Κατά τα έτη 2020-2022 ήταν άνεργος και έχει ασφαλιστικές αποδοχές μόνο για το έτος 2008 για το ποσό των €3,125 και για το έτος 2009 για €2,784. Από τον Νοέμβριο του 2015 μέχρι τον Νοέμβριο του 2016 είναι λήπτης του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για το ποσό των €848,38 μηνιαίως και από τον Δεκέμβριο του 2016 μέχρι τον Ιούλιο του 2022 για το ποσό των €1.231,38 μηνιαίως. Λαμβάνει επίσης ως επίδομα ενοικίου περί τα €400 μηνιαίως. Ο κατηγορούμενος 3 υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος μόνο μέχρι το έτος 2006. Κατά τα έτη 2020 με 2022 ήταν άνεργος ενώ είχε ασφαλιστικές αποδοχές μέχρι το 2006. Από τον Μάρτη του 2017 μέχρι και τον Ιούλιο του 2022 είναι λήπτης του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για ποσό €480 μηνιαίως. Είναι κάτοχος κατοικίας στο χωριό Ξυλοτύμπου με εκτιμώμενη αξία της την 1.1.2021 στις €55.900. Η ΑΛ κατά τα έτη 2020 – 2022 ήταν άνεργη. Από το 1998 μέχρι το 2017 δεν έχει ασφαλιστικές απολαβές ενώ το 2018 έχει ασφαλιστικές απολαβές μόνο €546. Λαμβάνει επίδομα τέκνου για €437,64 μηνιαίως και επίδομα μονογονεϊκής οικογένειας για τρία εξαρτώμενα τέκνα το ποσό των €664,35. Άγνωστες στο τμήμα φορολογίας είναι και οι ΡΝ και ΑΚ και δεν έχουν υποβάλει οποτεδήποτε φορολογικές δηλώσεις. Η ΡΝ το έτος 2020 εργαζόταν με συνολικές ασφαλιστικές αποδοχές ύψους €8.609 και τα έτη 2021 και 2022 ήταν άνεργη. Είχε λάβει για το έτος 2021 €8.230 για επίδομα ανεργίας και επίδομα μητρότητας. Η ΑΚ εργάστηκε τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2020 με ασφαλιστικές αποδοχές το ποσό των €2.000 και κατά τα έτη 2021 και 2022 ήταν άνεργη. Το 2020 είχε λάβει ως επίδομα ανεργίας το ποσό των €5.070. Τα πιο πάνω πρόσωπα δεν διατηρούν και διατηρούσαν στο παρελθόν οποιοδήποτε τραπεζικό λογαριασμό στα τραπεζικά ιδρύματα Eurobank, RCB, Alpha Bank, CDB Bank, Ancoria Bank και Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Κύπρου. Διατηρούν όμως τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελληνική Τράπεζα με τα διαθέσιμα υπόλοιπα να είναι μηδαμινά ή και μηδενικά. Στην Τράπεζα Κύπρου διατηρούσε λογαριασμό ο κατηγορούμενος 2 ο οποίος έκλεισε το 2016. Λογαριασμό διατηρεί και ο κατηγορούμενος 3 αλλά και η ΑΚ.
Μετά την αξιολόγηση της ενώπιον του Δικαστηρίου τεθείσας μαρτυρίας και την κατάληξη μας στα πιο πάνω ευρήματα θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε κατά πόσο η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την ενοχή των κατηγορούμενων στα αδικήματα που αντιμετωπίζουν.
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού την πρώτη κατηγορία για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά παράβαση του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Ν. 188(Ι)/2007.
Αυτό που τους προσάπτεται σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος είναι ότι κατείχαν το ποσό των €511.890 γνωρίζοντας ότι ήταν από το γενεσιουργό αδίκημα της κλοπής από υπάλληλο.
Το άρθρο 4 του Νόμου προνοεί, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«4. (1) Κάθε πρόσωπο το οποίο ενώ (α) γνωρίζει ή (β) όφειλε να γνωρίζει ότι οποιασδήποτε μορφής περιουσία αποτελεί έσοδο από παράνομες δραστηριότητες, προβαίνει σε οποιασδήποτε από τις πιο κάτω ενέργειες:
(i)Μετατρέπει, µεταβιβάζει, ή µετακινεί τέτοια περιουσία µε σκοπό να αποκρύψει ή, να συγκαλύψει την παράνοµη προέλευσή της ή να παράσχει µε οποιοδήποτε τρόπο βοήθεια σε πρόσωπο το οποίο είναι αναµιγµένο στη διάπραξη του γενεσιουργού αδικήµατος για να προβεί το πρόσωπο αυτό σε οποιαδήποτε από τις πιο πάνω πράξεις και ενέργειες ή άλλως ενεργεί για να αποφύγει τις νοµικές συνέπειες των πράξεων και ενεργειών του˙
(ii) αποκρύπτει ή συγκαλύπτει την αληθή φύση, την πηγή, τον τόπο, τη διάθεση, την κίνηση, τα δικαιώµατα σε σχέση µε περιουσία ή µε την κυριότητα αυτή˙
(iii) αποκτά, κατέχει ή χρησιµοποιεί τέτοια περιουσία˙
(iv) συµµετέχει, συµπράττει, συνεργάζεται, συνωµοτεί για να διαπραχθεί, ή αποπειράται να διαπράξει και παρέχει συνδροµή και βοήθεια, καθοδήγηση ή συµβουλή στη διάπραξη οποιωνδήποτε από τα αδικήµατα που αναφέρονται πιο πάνω˙
(v) παρέχει πληροφορίες σχετικά µε έρευνες που γίνονται για νοµιµοποίηση εσόδων γενεσιουργού αδικήµατος µε σκοπό να δυνηθεί το πρόσωπο που αποκόµισε όφελος από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήµατος να διατηρήσει τα έσοδα ή τον έλεγχο των εσόδων από τη διάπραξη του εν λόγω αδικήµατος,
διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση δεκατεσσάρων ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (500000) ή και με τις δύο αυτές ποινές στην περίπτωση (α) πιο πάνω, και με φυλάκιση πέντε ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ (50000) ή και με τις δύο αυτές ποινές στην περίπτωση (β) πιο πάνω.
(2) Για σκοπούς του εδαφίου (1):
(α) Δεν έχει καμιά σημασία κατά πόσο οι παράνομες δραστηριότητες υπόκεινται ή όχι στη δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων·
(β) τα αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δύνανται να διαπραχθούν και από τους δράστες γενεσιουργών αδικημάτων·
(γ) η γνώση, πρόθεση ή σκοπός που απαιτούνται ως στοιχεία αδικημάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δύνανται να συναχθούν από αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις·
(δ) δεν απαιτείται προηγούμενη ή ταυτόχρονη καταδίκη για γενεσιουργό αδίκημα, από το οποίο προήλθαν έσοδα·
(ε) δεν απαιτείται να αποδειχθεί η ταυτότητα του προσώπου που διέπραξε τις παράνομες δραστηριότητες από τις οποίες προήλθαν τα έσοδα·
(στ) καταδίκη για τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) αδικήματα είναι δυνατή σε περίπτωση που με βάση αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις στοιχειοθετείται ότι η περιουσία προήλθε από παράνομες δραστηριότητες, χωρίς να απαιτείται η στοιχειοθέτηση όλων των πραγματικών στοιχείων ή όλων των περιστάσεων που σχετίζονται με τις εν λόγω παράνομες δραστηριότητες.»
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του Νόμου (άρθρο 2):
"έσοδο" σημαίνει οποιασδήποτε μορφής περιουσία ή οικονομικό όφελος, που προήλθε άμεσα ή έμμεσα από παράνομες δραστηριότητες και περιλαμβάνει κάθε μεταγενέστερη επανεπένδυση ή μετατροπή άμεσων προϊόντων και κάθε σημαντικό όφελος·
"παράνομες δραστηριότητες" σημαίνει τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 γενεσιουργά αδικήματα·
"περιουσία" σημαίνει περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, ενσώματα ή ασώματα, ακίνητη περιουσία, κινητή περιουσία η οποία περιλαμβάνει χρήματα, υλικά ή άυλα στοιχεία, κρυπτοπεριουσιακά στοιχεία, ηλεκτρονικό χρήμα, καθώς και τα νομικά έγγραφα ή πράξεις με οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικής ή ψηφιακής, που αποδεικνύουν τίτλο ιδιοκτησίας ή δικαιώματα προς απόκτηση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων·
Τέλος, γενεσιουργό αδίκημα σύμφωνα με το άρθρο 5 του ίδιου Νόμου είναι:
«…οποιοδήποτε αδίκημα καθορίζεται ως ποινικό αδίκημα από νόμο της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Από το λεκτικό του εδαφίου (1)(α)(ιιι) του άρθρου 4 του Νόμου, επί του οποίου εδράζεται η κατηγορία 1, προκύπτει ότι το αδίκημα διαπράττεται από (α) κάθε πρόσωπο το οποίο γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει (β) ότι οποιασδήποτε μορφής περιουσίας (γ) αποτελεί έσοδο (δ) από παράνομες δραστηριότητες και (ε) αποκτά, κατέχει ή χρησιμοποιεί τέτοια περιουσία.
Στην υπόθεση Θεοφάνους v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση 298/2018, ημερ. 27/6/2018, λέχθηκαν χαρακτηριστικά τα ακόλουθα σε σχέση με το εξεταζόμενο αδίκημα:
«Το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως το ίδιο αυτοπροσδιορίζεται, συνίσταται στη χρήση/απόλαυση από τον αδικοπραγήσαντα των καρπών της παρανομίας του.»
Επιπλέον, στην υπόθεση Λεμονάρη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση 212/2017, ημερ. 17.4.2019, ECLI:CY:AD:2019:B150, λέχθηκαν τα πιο κάτω:
Όπως επισημάνθηκε στην Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 40/2015 ημερ. 25.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:B534 με αναφορά στη Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 22, το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες διακρίνεται νομοθετικώς από τη διάπραξη του γενεσιουργού αδικήματος. Τούτο γιατί ο σκοπός του Νόμου είναι η πάταξη της κατοχής, χρήσης και διαχείρισης των εσόδων της παρανομίας αφού η κατοχή και διαχείριση των εσόδων επεκτείνεται σε εύρος χρόνου πέραν του χρόνου διάπραξης του γενεσιουργού αδικήματος. Πρόκειται επομένως για αυτοτελές αδίκημα, το οποίο στοιχειοθετείται όταν αποδεικνύεται μια από τις πέντε ενέργειες του άρθρου 4[3] του Νόμου, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι ο δράστης γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι «οποιασδήποτε μορφής περιουσία αποτελεί έσοδο από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος».
Ως προς το συστατικό στοιχείο της γνώσης ότι η οποιαδήποτε μορφής περιουσία αποτελεί έσοδο από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος, διαφωτιστική είναι η απόφαση Δημοκρατία ν. Περδίκη, Ποιν. Εφέσεις Αρ. 98/2020, 140/2020 και 142/2020, ημερ. 27/5/2021, όπου αναφέρθηκαν τα εξής:
«Όπως υποδεικνύεται στην απόφαση της μειοψηφίας με αναφορά στην Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2016:B534, Ποιν. Έφ. 40/2015, ημερ. 25.11.2016 και Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 22, το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες διακρίνεται νομοθετικά από τη διάπραξη του γενεσιουργού αδικήματος[2] και σύμφωνα με το άρθρο 4(2)(δ) του Νόμου, δεν απαιτείται προηγούμενη ή ταυτόχρονη καταδίκη για γενεσιουργό αδίκημα από το οποίο προήλθαν έσοδα, στην προκειμένη περίπτωση αυτό της εμπορίας ναρκωτικών. Το δε συστατικό στοιχείο της γνώσης, μπορεί να αποδειχτεί σύμφωνα με το άρθρο 4(2)(γ) από αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις, δηλαδή με περιστατική μαρτυρία,[3] με το βάρος απόδειξης να παραμένει πάντα στους ώμους της κατηγορούσας αρχής».
Στην ίδια υπόθεση Περδίκη (ανωτέρω) τέθηκε σε σχέση με την περιστατική μαρτυρία ότι:
«Η περιστατική μαρτυρία μπορεί να οδηγήσει σε εύρημα ενοχής όταν δεν συμβιβάζεται με οτιδήποτε άλλο παρά με συμπέρασμα ενοχής του κατηγορούμενου (Γενικός Εισαγγελέας ν. Χάρπα, Ποιν. Έφ. Αρ.71/2012, ημερ.21.2.2014). Αυτό συμβαίνει όταν δεν επιδέχεται άλλη λογική ερμηνεία ή εξήγηση, συμβατή με άλλη άποψη των πραγμάτων, έτσι ώστε η ενοχή του κατηγορούμενου να προκύπτει από τη σύνθεση της περιστατικής μαρτυρίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας (Χρυσάνθου ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 687, 696 και Farooq κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ.165, 166, 169 και 170/2018, ημερ.7.9.2020)».
Ερχόμενοι στην υπό κρίση περίπτωση να πούμε αρχικά ότι ο συνήγορος για την κατηγορούσα αρχή δήλωσε ότι η πρώτη κατηγορία μπορεί να αποδειχθεί και για τους δύο κατηγορούμενους αλλά για τον κατηγορούμενο 3 υπάρχει και η κατηγορία 17 που αφορά την αγορά ενός οχήματος με την εμπλοκή του εν λόγω κατηγορούμενου.
Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο ΜΚ2, ενώ ήταν διευθυντής και υπάλληλος της εταιρείας έκλεψε το ποσό των €511.890. Όλα τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, αυτό αποδεικνύουν με τον πιο σαφή τρόπο. Αυτό ήταν και το αποτέλεσμα του λογιστικού ελέγχου που διενήργησε ο ΜΚ7. Συνεπώς το πιο πάνω ποσό ήταν το αποτέλεσμα του αδικήματος της κλοπής από υπάλληλο ως προνοείται από τα άρθρα 255 και 268 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.
Το ζήτημα που χρήζει εξέτασης είναι αν οι €511.890 κατέληξαν στους κατηγορούμενους με τους τελευταίους να γνωρίζουν ότι προέρχονταν από την κλοπή που ο ΜΚ2 είχε κλέψει από την εταιρεία όπου ήταν υπάλληλος. Το στοιχείο της γνώσης είναι συστατικό στοιχείο του αδικήματος σύμφωνα και με τις λεπτομέρειες του και που αποδεικνύεται με περιστατική μαρτυρία.
Καταρχάς να πούμε ότι οι κατηγορούμενοι γνώριζαν ότι ο ΜΚ2 ήταν υπάλληλος της εταιρείας. Αυτό δεν έχει αμφισβητηθεί. Από την αποδεκτή μαρτυρία προέκυψε ότι προσέγγισε και συνάντησε τον κατηγορούμενο 2 και του ζήτησε να εισπράξει τα χρήματα που η εταιρεία του ΜΚ5 όφειλε προς την εταιρεία όπου εργαζόταν. Η γνωριμία τους και οι συναντήσεις τους δεν έχουν δικαιολογηθεί επί άλλης βάσης, ούτε ως αποτέλεσμα φιλίας προσωπικής ή και οικογενειακής. Υπήρχε μάλιστα και διαμαρτυρία από την ΜΚ3 ως προς το να συναντούνται μαζί τους αλλά και για δώρα που κατά καιρούς ο κατηγορούμενος 2 τους έστελνε για τα παιδιά τους. Παρών στις συναντήσεις ήταν και κατηγορούμενος 3. Όσον αφορά τώρα αν τα χρήματα αυτά περιήλθαν στην κατοχή τους κρίνουμε ότι θα πρέπει να υπάρξει διαφοροποίηση ως προς τους δύο κατηγορούμενους. Η θέση βέβαια της υπεράσπισης ήταν ότι ουδέποτε το αναφερόμενο ποσό περιήλθε στην κατοχή των κατηγορούμενων.
Ο κατηγορούμενος 2 ήταν το πρόσωπο που παρουσιαζόταν ως ο ηγέτης και αυτός που θα προέβαινε σε όλες τις ενέργειες για να επιτευχθεί η είσπραξη του ποσού. Αυτοαποκαλέστηκε «μάστρος της νύχτας» και διατηρούσε ομάδα ατόμων ως φαίνεται από τις φωτογραφίες που επισυνάπτονται στα τεκμήρια 56 και 57. Κατά την πρώτη μάλιστα συνάντηση που είχε με τον ΜΚ2 και καθοδόν προς την καφετέρια, το όχημα όπου βρισκόταν ακολουθείτο από άλλο όχημα με δύο άλλα άτομα που εκτελούσαν υπηρεσίες ασφάλειας του. Σε μεταγενέστερες επίσης συναντήσεις τους και που παρουσιάστηκαν στο τεκμήριο 7, συνοδευόταν πάντα από άλλα πρόσωπα συμπεριλαμβανομένου και του κατηγορούμενου 3. Στην πρώτη συνάντηση που είχαν, είχε ζητήσει από τον ΜΚ2 το ποσό των €15.000 για έρευνα σε σχέση με περιουσιακά στοιχεία του ΜΚ5. Συναντήθηκαν εκ νέου στην ίδια καφετέρια όπου του παρέδωσε τα χρήματα. Του ζήτησε ακόμα €5.000 για έρευνα από κτηματομεσίτη ποσό που και πάλι δόθηκε. Ζήτησε ακόμα €5.000 που του δόθηκαν στην παρουσία του ΜΚ9. Ανέφερε στον ΜΚ2 ότι είχε εξασφαλίσει επιταγή για το χρέος και θα έπρεπε να του δώσει το ποσό των €70.000 για τον φόρο και €120.000 για το Δικαστήριο. Η επιταγή που απεικονίζεται στο τεκμήριο 33 εκδόθηκε για να εισπραχθεί το ποσό που ο ΜΚ5 χρωστούσε στην εταιρεία, για το λόγο δηλαδή που ο ΜΚ2 προσέγγισε τον κατηγορούμενο 2. Είχε ζητήσει ποσό €25.000 για ετοιμασία εγγράφων για να λάβουν της επιταγή από την τράπεζα. Δόθηκαν €15.000 για να καταστεί δυνατή η εξαργύρωση της επιταγής από τοκογλύφο ως επίσης και για μεταφορά της θυγατέρας του στο εξωτερικό επικαλούμενος ιατρικούς λόγους. Υπάρχει το τεκμήριο 9 όπου αναγράφεται το όνομα και ο αριθμός τηλεφώνου του κατηγορούμενου 2 που γράφτηκαν από τους ΜΚ2 και ΜΚ4 με οδηγίες του πρώτου προς την δεύτερη σε περίπτωση που συμβεί κάτι να το παραδώσει στην αστυνομία. Στοιχείο περαιτέρω που αποδεικνύει ότι τα χρήματα που ο ΜΚ2 έκλεβε από την εταιρεία κατέληγαν στον κατηγορούμενο 2 είναι και η οικονομική κατάσταση του δεύτερου, ως αναντίλεκτα τέθηκε από την κατηγορούσα αρχή, ο οποίος ουδέποτε έχει υποβάλει φορολογικές δηλώσεις και είναι άγνωστος φορολογούμενος στο τμήμα φορολογίας, είναι λήπτης Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και επιδόματος ενοικίου και κατά τα έτη 2020-2022 ήταν άνεργος. Παρά ταύτα κυκλοφορούσε με πολυτελή οχήματα όπως Porsche και Hummer. Το όχημα μάλιστα μάρκας Porsche Panamera αγοράστηκε από τον ΜΚ10 για το ποσό των €40.000 σε μετρητά. Και τα δύο οχήματα αγοράστηκαν την περίοδο 2020-2022, περίοδο κατά την οποία ο ΜΚ2 γνώρισε τους κατηγορούμενους 2 και 3 και έκλεβε από την εταιρεία. Η δε εγγραφή των οχημάτων στο όνομα συγγενικών του προσώπων που σύμφωνα με την ενώπιον μας μαρτυρία δεν είχαν ούτε και αυτά τα εισοδήματα να τα αγοράσουν όχι μόνο επιβεβαιώνουν ότι τα χρήματα προέρχονταν από την κλαπείσα περιουσία της εταιρείας αλλά και την γνώση και δολιότητα του κατηγορούμενου 2 να δημιουργήσει υποψία αφού από την δηλωθείσα οικονομική του κατάσταση δεν είχε τα έσοδα για τέτοιες αγορές. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής και το τεκμήριο 6 που είναι οι αποδείξεις για το συνολικό ποσό των €10.000. Αποτελεί και αυτό ένα στοιχείο ότι ο κατηγορούμενος 2 λάμβανε χρήματα από τον ΜΚ2. Αναφορικά με αυτό το ποσό συνδέονται και τα τεκμήρια 18 και 19 τα οποία, σύμφωνα με την κατάθεση, τεκμήριο 79, της δικηγόρου Μαρίας Κυπριανού, που κατατέθηκε για την αλήθεια του περιεχομένου της, είχε ετοιμάσει για να αποδεικνύει ότι ο ΜΚ2 είχε δανείσει το ποσό στον κατηγορούμενο 2. Τα πιο πάνω στοιχεία αποδεικνύουν με σαφέστατο τρόπο ότι το ποσό των €511.890 κατέληξε στον κατηγορούμενο 2 ο οποίος γνώριζε ότι ήταν έσοδο από το αδίκημα της κλοπής από τον ΜΚ2 υπάλληλο της εταιρείας ΛΙ Λτδ.
Η κατηγορία 1 όμως στρέφεται και εναντίον του κατηγορούμενου 3. Δεν έχουμε αμφιβολία ότι γνώριζε ότι τα χρήματα προέρχονταν από την κλοπή από την εταιρεία με δράστη τον ΜΚ2. Ήταν παρών στις συναντήσεις μεταξύ κατηγορούμενου 2 και ΜΚ2 και αν όχι σε όλες τις περιπτώσεις καθόταν στο ίδιο τραπέζι μαζί τους. Αυτό όμως από μόνο του δεν είναι αρκετό για να αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι ο κατηγορούμενος 3 κατείχε το ποσό αυτό. Δεν υπάρχει μαρτυρία ότι ο ΜΚ2 παρέδωσε στον εν λόγω κατηγορούμενο 3 όχι μόνο τις €511.890 αλλά οποιοδήποτε ποσό που προερχόταν από τα κλαπέντα κεφάλαια. Για απόδειξη του εν λόγω αδικήματος απαιτείται, πέραν της γνώσης για το παράνομο της προέλευσης των χρημάτων και η κατοχή τους στοιχείο που δεν έχει τεθεί σε σχέση με τον κατηγορούμενο 3. Το κενό αυτό προδιαγράφει και την τύχη της κατηγορίας 1 γι’ αυτόν.
Η κατηγορία 4 που ο κατηγορούμενος 2 αντιμετωπίζει αφορά το αδίκημα της απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Ποινικού Κώδικα.
Κατηγορείται ότι προκάλεσε τρόμο στον ΜΚ2 απειλώντας τον με την φράση «ότι αν μιλήσει στην Αστυνομία και να καταδικαστεί ο ίδιος και να πάει φυλακή, έχει χίλιους πίσω του και ότι όποιος μιλήσει εννά πέφτουν κελλάες και ότι τούτοι που έχει πίσω του κάμνουν φόνο για λόου του.».
Η διάταξη επί της οποίας εδράζεται η εν λόγω κατηγορία έχει ως ακολούθως:
«91Α. Πρόσωπο το οποίο προκαλεί σε άλλον τρόµο ή ανησυχία απειλώντας τον µε βία ή άλλη παράνοµη πράξη ή παράλειψη, διαπράττει αδίκηµα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη».
Στην υπόθεση Ιωσήφ ν. Αστυνομίας Ποιν. Έφεση 41/2021 ημερ. 28/9/2022, ECLI:CY:AD:2022:B369 τέθηκαν τα εξής ως προς το εν λόγω αδίκημα:
«Προκύπτει συνεπώς ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι α) η απειλή (άσκησης) βίας ή (τέλεσης) παράνομης πράξης ή παράλειψης κατά προσώπου β) που του προκαλεί τρόμο ή ανησυχία.
Το τι συνιστά απειλή, είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο κρίνεται σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Ειδικότερα, κρίνεται αντικειμενικά, από το περιεχόμενο των όσων εκστομίζονται, ως και το αποτέλεσμα που αυτά προκαλούν στο πρόσωπο που απευθύνονται. Κενή απειλή, δηλαδή απειλή λόγω του εξωπραγματικού χαρακτήρα της ή των συνθηκών κάτω από τις οποίες διατυπώθηκε, δεν στοιχειοθετεί πρόθεση εκφοβισμού (βλ. Ν. Νετζίηπ ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 1). Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Κούσουλος ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 119/2021, ημερομηνίας 20.1.2022, ECLI:CY:AD:2022:B13, η οποία αφορούσε το αδίκημα της απειλής κατά παράβαση του Άρθρου 91Α του ΚΕΦ. 154 είναι σχετικό:
«Στη Νετζιήπ ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 1, όπου εξετάστηκαν οι πρόνοιες του Άρθρου 91(γ) του Κεφ. 154, αναφέρθηκε ότι η απειλή πρέπει να έχει πραγματικό έρεισμα και να δημιουργεί εξ αντικειμένου τη δυνατότητα εκφοβισμού του θύματος. Τα αποφασισθέντα σ΄ εκείνη την υπόθεση εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και στην παρούσα.
Ως προς την πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας στον απειλούμενο αυτό εξετάζεται με βάση την υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου. Σχετική είναι η αγγλική υπόθεση DPP v. Ramos [2000] All E.R. (D) 544, όπου εξετάστηκε το Άρθρο 4 του αγγλικού Public Order Act 1986, που αφορά το αδίκημα «fear or provocation of violence» όπου τονίστηκε ότι αυτό που έχει σημασία είναι η υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου, παρά τη στατιστική πιθανότητα άσκησης βίας σε σύντομο χρόνο.
Ο κατηγορούμενος πρέπει να είχε πρόθεση εκφοβισμού του παραπονούμενου, έστω και αν δεν είχε σκοπό να διενεργήσει πράξη βίας ή παράνομη πράξη. Αυτή είναι η ένοχη διάνοια για τη διάπραξη του αδικήματος.»
Σ’ ό,τι αφορά την ένοχη διάνοια παραθέτουμε το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Sweet v. Parsley [1970] A.C. 132 σελίδα 148:
«Ι dealt with this matter at some length in Warner’s case [1969] 2 A.C. 256. On reconsideration I see no reason to alter anything which I there said. But I thing that some amplification is necessary. Our first duty is to consider the words of the Act: if they show a clear intention to create an absolute offence that is an end of the matter. But such cases are very rare. Sometimes the words of the section which creates a particular offence make it clear that mens rea is required in one form or another. Such cases are quite frequent. But in a very large number of cases there is no clear indication either way. In such cases there has for centuries been a presumption that Parliament did not intend to make criminals of persons who were in no way blameworthy in what they did. That means that whenever a section is silent as to mens rea there is a presumption that, in order to give effect to the will of Parliament, we must read in words appropriate to require mens rea.”».
Στην εδώ περίπτωση δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος 2 εκστόμισε την εν λόγω φράση. Λέχθηκε όταν πλέον το θέμα με την κλοπή των χρημάτων από την εταιρεία βγήκε στην επιφάνεια και συζητείτο από τα μέλη της κατά πόσο θα γινόταν καταγγελία. Ο κατηγορούμενος 2 σε συνάντηση που είχε στις 8/7/2022 στην καφετέρια Mikel, με τον ΜΚ2 στην παρουσία και της ΜΚ3, ήθελε να είναι βέβαιος ότι δεν θα γινόταν καταγγελία και εναντίον του. Την επόμενη μέρα συναντήθηκε ξανά με τον κατηγορούμενο 2 όπου παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 3 όπου και τους ανέφερε ότι θα γινόταν καταγγελία στην αστυνομία. Του είπαν ότι δεν θα έπρεπε να ανοίξει το στόμα του να πει κάτι. Ο κατηγορούμενος 2 του είχε πει την αναφερόμενη στις λεπτομέρειες του αδικήματος φράση. Το ότι το περιεχόμενο της είναι απειλητικό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Το ότι αν πάει φυλακή «εννά πέφτουν κελλάες» και ότι έχει άτομα που κάνουν φόνο για το πρόσωπο του, δεν επιδέχεται άλλης ερμηνείας. Ούτε και η πρόκληση τρόμου στον αποδέκτη της που ήταν ο ΜΚ2 μπορεί να αμφισβητηθεί. Έχουμε αναφέρει πιο πάνω ότι ο κατηγορούμενος 2 παρουσιαζόταν ως άτομο της νύχτας και παρείχε προστασία και κυκλοφορούσε με συνοδεία ασφάλειας που είναι στοιχεία που δυνατόν να προκαλέσουν τρόμο. Ο ίδιος ο ΜΚ2 είχε αναφέρει ότι τον φοβόταν. Τον αν θα πραγματοποιούσε την απειλή του είναι πράγμα αδιάφορο για απόδειξη του αδικήματος. Αυτό που έχει σημασία είναι ο κατηγορούμενος να έχει πρόθεση εκφοβισμού. Η ενδεχόμενη καταγγελία που θα γινόταν εναντίον του, γνωρίζοντας το παράνομο των πράξεων του και η ανάμιξη της αστυνομίας με τη διενέργεια εξετάσεων με πιθανή την σύλληψη του, του δημιούργησαν, χωρίς αμφιβολία, το λόγο για να εκφοβίσει τον ΜΚ2.
Κατηγορία για το αδίκημα της απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α αντιμετωπίζει και ο κατηγορούμενος 3. Θεωρούμε ορθό να την εξετάσουμε στο παρόν σημείο της απόφασης μας έχοντας κατά νουν τις αρχές ως τις έχουμε παραθέσει κατά την εξέταση της κατηγορίας 4.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της κατηγορίας 18 προσάπτεται στον κατηγορούμενο 3 ότι προκάλεσε τρόμο στον ΜΚ2 απειλώντας τον με την φράση «ρε κοπέλια κανονίστε τα μεταξύ σας για να μεν έχουμε προβλήματα τζιαι εγώ εν έχω με πίσω μου με ομπρός μου και κάμνω φόνο για τον Κ».
Το ότι πρόκειται για φράση απειλητικού περιεχομένου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Από μόνη της η φράση ότι κάμνω φόνο για τον Κ όχι μόνο έχει απειλητικό χαρακτήρα αλλά προκαλεί και τρόμο στο πρόσωπο προς το οποίο εκτοξεύεται. Πόσω μάλλον όταν το πρόσωπο που την εκφράζει παρουσιάζεται ως μέλος ασφάλειας άλλο προσώπου που αυτοαποκαλείται μάστρος της νύχτας. Ο κατηγορούμενος 3 μάλιστα με τη συμπεριφορά του όπως το ότι ακολουθούσε τον κατηγορούμενο 2 στις μετακινήσεις του, ήταν παρών στις συναντήσεις του και καθόταν είτε στο ίδιο είτε σε διπλανό τραπέζι προκαλούσε κάποιο φόβο. Όταν μάλιστα ανέφερε ότι για τον κατηγορούμενο 2 κάνει φόνο είναι λογικό να προκάλεσε τρόμο στον ΜΚ2. Να υπενθυμίσουμε ότι η απειλή εκστομίστηκε από τον κατηγορούμενο 3 όταν ανακαλύφθηκε η κλοπή από την εταιρεία και τα μέλη της συζητούσαν για να προβούν σε καταγγελία στην αστυνομία. Συνεπώς η απειλή δεν ήταν κενή περιεχομένου και δικαιολογημένα προκάλεσε τρόμο στον ΜΚ2.
Οι κατηγορίες 5-13 αφορούν το αδίκημα της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298(1) του Κεφ.154.
Οι εν λόγω κατηγορίες καλύπτουν τις χρονικές περιόδους όπου ο κατηγορούμενος 2 έπειθε με διάφορους λόγους τον ΜΚ2 και του έδιδε ποσά, ως αυτά καταγράφονται στις λεπτομέρειες τις κάθε κατηγορίας, που αποτελούν μέρος του συνολικού ποσού των €511.890 που έκλεψε από την εταιρεία. Για κάθε ποσό ο λόγος που προβαλλόταν από τον κατηγορούμενο 2 για να το εξασφαλίσει ήταν διαφορετικός.
Συγκεκριμένα αφορούν τις €15.000 για διενέργεια έρευνας για περιουσιακά στοιχεία του ΔΔ (κατηγορία 5), €5.000 για πληρωμή κτηματομεσίτη (κατηγορία 6), €5.000 για υπογραφή εγγράφων (κατηγορία 7), €70.000 για έξοδα Δικαστηρίου (κατηγορία 8), €15.000 για ιατρικές εξετάσεις της κόρης του στη Βουλγαρία (κατηγορία 9), €70.000 για φόρο (κατηγορία 10), €120.000 για έξοδα Δικαστηρίου (κατηγορία 11), €12.000 για ιατρικές εξετάσεις της κόρης του στην Ελλάδα (κατηγορία 12), €25.000 για ετοιμασία εγγράφων για εξαργύρωση επιταγής (κατηγορία 13).
Ερχόμενοι στην ουσία των πιο πάνω κατηγοριών, που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει, τα άρθρα 297 και 298 του Κεφ.154 έχουν ως εξής:
«298. (1) Όποιος με οποιαδήποτε ψευδή παράσταση και με σκοπό καταδολίευσης, αποκτά από άλλο ο,τιδήποτε που δύναται να αποτελέσει αντικείμενο κλοπής, ή αποτελέσει αντικείμενο κλοπής, ή υποκινεί άλλο να παραδώσει σε οποιοδήποτε πρόσωπο τέτοιο πράγμα, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση πέντε χρόνων.»
Ο ορισμός της ψευδούς παράστασης δίδεται στο άρθρο 297 του Ποινικού Κώδικα που προβλέπει ότι:
«297. Ψευδής παράσταση είναι οποιαδήποτε παράσταση γεγονότος, παρελθόντος ή παρόντος, που γίνεται με λόγια, με έγγραφο ή με συμπεριφορά, η οποία είναι ψευδής στην πραγματικότητα και την οποία εκείνος που παριστάνει γνωρίζει ότι είναι ψευδής ή δεν πιστεύει ότι είναι αληθινή.»
Από την ανάγνωση των πιο πάνω νομοθετικών διατάξεων, προκύπτει ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, είναι τα ακόλουθα:
(α) Η ύπαρξη ψευδούς παράστασης.
(β) Η απόκτηση περιουσίας ως αποτέλεσμα της ψευδούς παράστασης.
(γ) Η πρόθεση καταδολίευσης.
Ψευδής παράσταση είναι η παρουσίαση γεγονότος σαν υφιστάμενου ενώ στην πραγματικότητα αυτό δεν υφίσταται. Δεν είναι απαραίτητο όμως η ψευδής παράσταση να γίνεται με λόγια αλλά η συμπεριφορά και οι πράξεις του δράστη χωρίς οποιαδήποτε προφορική ή γραπτή παράσταση, είναι αρκετές. Από την άλλη, η δήλωση με αναφορά σε υφιστάμενο γεγονός είτε γίνεται προφορικά είτε γραπτά δεν χρειάζεται να είναι ρητά εκπεφρασμένη αλλά ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Νόμου αν η δήλωση λογικά και φυσιολογικά μπορεί να εξαχθεί από τον προφορικό ή γραπτό τρόπο που έγινε. Είναι όμως αναγκαίο όπως ο δράσης γνωρίζει ότι η παράσταση ήταν όντως ψευδής (βλ. B.R. v. Jones (1898) 1 Q.B. 41).
Η ερμηνεία του όρου «ψευδής παράσταση» δόθηκε από τον Δικαστή Buckley στην υπόθεση Re London and Globe Finance Corporation Ltd (1903) 1 Ch. 368, 370 ως ακολούθως:
“To induce a man to believe that a thing is true which is false and which the person practicing the deceit knows or believe to be false.”
Επιπλέον, είναι αρκετό ο κατηγορούμενος με λόγια ή με συμπεριφορά να προκάλεσε στο μυαλό του θύματος μια ψεύτικη προσδοκία. Οι παραστάσεις που αποδίδονται στον κατηγορούμενο δεν είναι αρκετό να είναι ψευδείς, αλλά ο κατηγορούμενος, όταν προέβαινε σε αυτές, να γνώριζε ότι ήταν ψευδείς ή να μην πίστευε στο αληθές τους (βλ. Blackstone’s Criminal Practice 2020, B5.12-B5.14).
Το βάρος απόδειξης των ψευδών παραστάσεων, βρίσκεται στους ώμους της κατηγορούσας αρχής, η οποία θα πρέπει να τις αποδείξει όπως τις επικαλείται στο κατηγορητήριο.
Στην υπόθεση Μιχάλη Ζένιου κ.ά. ν. Αστυνομίας (1995) 2 ΑΑΔ 65, η ψευδής παράσταση συνίστατο στο γεγονός πως όταν ο παραπονούμενος συμφώνησε στην αγορά διαμερισμάτων και πλήρωσε προκαταβολή, οι κατηγορούμενοι ανέλαβαν την υποχρέωση να παραδώσουν τα δύο διαμερίσματα ενώ γνώριζαν πως η πολυκατοικία δεν μπορούσε να αποπερατωθεί γιατί δεν υπήρχε άδεια οικοδομής ούτε και μπορούσε να εκδοθεί τέτοια άδεια οικοδομής για την υπό ανέγερση πολυκατοικία κάτω από το σχετικό Νόμο.
Από την άλλη, η απλή παράβαση σύμβασης, παρά τις υποσχέσεις του κατηγορουμένου για εκπλήρωση των συμφωνηθέντων, δεν αποτελεί ψευδή παράσταση εντός της εννοίας του Άρθρου 297 του Ποινικού Κώδικα (βλ. Ευθυμίου ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 861).
Είναι αναγκαίο να αποδειχθεί ότι η περιουσία που αναφέρεται στο κατηγορητήριο ή κάποιο τμήμα της αποκτήθηκε σαν αποτέλεσμα της ισχυριζόμενης ψευδούς παράστασης. Με άλλα λόγια θα πρέπει η μαρτυρία να δείξει ότι η ψευδής παράσταση επέδρασε στο μυαλό του εξαπατηθέντος και ότι ήταν αυτή που τον ώθησε είτε πλήρως είτε μερικώς να αποξενωθεί από την περιουσία του.
Η κατηγορούσα αρχή θα πρέπει τέλος να αποδείξει πρόθεση καταδολίευσης εκ μέρους του κατηγορουμένου.
Η πρόθεση καταδολίευσης κατά κανόνα τεκμαίρεται μέσα από τα γεγονότα της κρινόμενης υπόθεσης. Η πρόθεση δεν είναι πάντοτε δεκτική θετικής και άμεσης μαρτυρίας, αλλά ανευρίσκεται συνήθως ως εξυπακουόμενο γεγονός από τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως έχουν αποδειχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.
Για παράδειγμα, η περίπτωση όπου λαμβάνονται χρήματα με παραστάσεις που εκ πρώτης όψεως είναι ψευδείς, τότε η πρόθεση καταδολίευσης τεκμαίρεται εκ πρώτης όψεως (βλ. R. v. Hammerson, 10 Cr. App. R. 121). H χρήση ψευδών δηλώσεων ή εγγράφων για απόκτηση χρημάτων, παρά το ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί χωρίς αυτά, είναι μαρτυρία από την οποία δυνατό να εξαχθεί πρόθεση για καταδολίευση (βλ. επίσης R. v. Kritz (1949) 2 All E.R).
Τέθηκε στην υπόθεση Ευθυμίου (ανωτέρω) ως προς τα στοιχεία της ψευδούς παράστασης και της πρόθεσης καταδολίευσης:
«Το ψευδές της παράστασης, όπως και της πρόθεσης καταδολίευσης, που θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει ποινική ευθύνη σε τέτοιες περιπτώσεις ανάγεται στην ίδια την εξ αρχής βέβαια πρόθεση του παρασπονδούντος μέρους να μην εκπληρώσει τις υποσχέσεις που δίδει, όπως ήταν και η αποδιδόμενη στο κατηγορητήριο στον Εφεσείοντα πρόθεση. Και τούτο διότι, για να θυμηθούμε το χαρακτηριστικότατο τρόπο που το έθεσε ο Bowen, L.J. (Edgington v. Fitzmaurice [1885] 29 Ch.D. 459, 483), “The state of a man´s mind is as much a fact as the state of his digestion”. Το ψευδώς παριστάμενο γεγονός είναι λοιπόν η ίδια η υποκειμενική πρόθεση του παρασπονδούντος μέρους κατά το χρόνο της παράστασης και όχι η εκ των υστέρων ένοχη συμπεριφορά του. Η τέτοια υποκειμενική πρόθεση μπορεί βεβαίως να αποδειχθεί με αντικειμενικά στοιχεία που συναρτώνται προς αυτή, περιλαμβανομένης της όλης μετέπειτα συμπεριφοράς, τα στοιχεία αυτά όμως πρέπει να είναι τόσο σαφή και μονοσήμαντα ώστε να μην αφήνουν, στο τέλος της ημέρας, την αμφιβολία εκείνη που αναιρεί ποινική καταδίκη.».
Εξετάζοντας την παρούσα περίπτωση να πούμε ότι με βάση την αποδεκτή μαρτυρία ο ΜΚ2 έδιδε τα χρήματα για να εισπραχθούν οι €100.000 που η εταιρεία του ΔΔ όφειλε στην εταιρεία ΛΙ. Η θέση της υπεράσπισης ότι σπαταλήθηκαν σε καζίνο παρέμεινε χωρίς πραγματικό υπόβαθρο. Φαίνεται βέβαια το παράλογο της σκέψης και απόφασης ότι δηλαδή έκλεψε από την εταιρεία ποσό που ξεπερνούσε τις €500.000 για να εισπραχθούν €100.000. Αυτό όμως από μόνο του δεν σημαίνει ότι δεν έγινε ακριβώς αυτό, με τον ΜΚ2 να αποδέχεται ότι ενήργησε βλακωδώς. Δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος 2 προβάλλοντας διάφορους λόγους σε κάθε περίπτωση και συγκεκριμένα αυτές που αποτελούν τις λεπτομέρειες των αδικημάτων απέσπασε τα πιο πάνω αναφερόμενα ποσά. Από την αρχή βέβαια γνώριζε ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι ήταν ψευδείς. Δεν θα επαναλάβουμε την μαρτυρία του ΜΚ2 που ήταν ο δέκτης των ψευδών παραστάσεων και που επί αυτών έκλεβε τα χρήματα από την εταιρεία και τα παρέδιδε στον κατηγορούμενο 2. Να θέσουμε ότι του ζητήθηκε το ποσό των €15.000 για έρευνα για περιουσιακά στοιχεία του ΔΔ. Αποτελεί αρχικά απορίας άξιον το ύψος του ποσού που αποσπάστηκε για μία έρευνα για τυχόν περιουσιακά στοιχεία. Είναι προφανές ότι ήταν ο τρόπος για να αποσπάσει και να οικειοποιηθεί το εν λόγω ποσό για ενέργεια που ουδέποτε είχε σκοπό να κάνει και ουδέποτε στο τέλος της ημέρας διενήργησε. Το ίδιο ισχύει για όλα τα ποσά τα οποία έχουμε αναφέρει προηγουμένως. Ο κατηγορούμενος 2 είχε μόνο ένα σκοπό που δεν ήταν άλλος από την απόσπαση όσο πιο πολλών χρημάτων μπορούσε με σκοπό την οικειοποίηση τους. Προφασιζόμενος λόγους που επινοούσε όπως για πληρωμή κτηματομεσίτη, ακόμα και για έξοδα μεταφοράς της κόρης του, σε δύο περιπτώσεις, στο εξωτερικό για ιατρικές εξετάσεις απέσπασε χρήματα από τον ΜΚ2. Ακόμα και επιταγή η οποία είχε εκδότη ανύπαρκτη εταιρεία έδειξε στον ΜΚ2 για να τον πείσει να του δώσει το συνολικό ποσό των €190.000 που αφορούσε €70.000 φόρους και €120.000 για Δικαστικά έξοδα. Να θέσουμε ότι για το ποσό των €70.000 συμπεριλαμβάνονται στο κατηγορητήριο δύο κατηγορίες με διαφορετικές λεπτομέρειες ως προς τις ψευδείς παραστάσεις. Η κατηγορία 8 αφορά έξοδα Δικαστηρίου ενώ η κατηγορία 10 για πληρωμή φόρου. Η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας είναι ότι το εν λόγω ποσό δόθηκε για δήθεν πληρωμή φόρου και ήταν το ποσό των €120.000 που ήταν για δήθεν Δικαστικά έξοδα. Διοργάνωσε συνάντηση με δήθεν τραπεζίτη που στη συνέχεια παρουσιάστηκε δήθεν η γραμματέας του και απέσπασε το ποσό των €25.000 λέγοντας του ψευδώς ότι ήταν για να καταστεί δυνατή η εξαργύρωση της. Να επαναλάβουμε εδώ ότι υποδείχθηκε στον ΜΚ2 φωτογραφία επιταγής για το ποσό των €1.232,000 για να πείσει ότι ο στόχος της είσπραξης επιτεύχθηκε. Η επιταγή έφερε εκδότη εταιρεία που δεν υπήρχε και ουδεμία σχέση είχε με τον ΜΚ5 αλλά δεν μπορούσε κιόλας να κατατεθεί για πληρωμή. Απέσπασε το ποσό των €5000 προβάλλοντας την ανάγκη υπογραφής εγγράφων από τόσο από τον ΜΚ2 όσο και τον ΜΚ9 για να τους αντιπροσωπεύσει στο Δικαστήριο. Κλήθηκαν και πήγαν σε γραφείο κοντά στα φώτα Ακρόπολης στη Λάρνακα όπου στην παρουσία του ΜΚ9 ο ΜΚ2 έδωσε το ποσό στον κατηγορούμενο 2. Ουδέν έχουμε ενώπιον μας που να ανατρέπει τα πιο πάνω. Ο κατηγορούμενος 2 με ψευδείς παραστάσεις απέσπασε τα εν λόγω ποσά και στην πραγματικότητα τα οικειοποιήθηκε.
Την κατηγορία 14 για το αδίκημα της συνομωσίας για καταδολίευση, κατά παράβαση του άρθρου 302 του Ποινικού Κώδικα, αντιμετωπίζουν και οι δύο κατηγορούμενοι. Συνωμότησαν σύμφωνα με την θέση της κατηγορούσας αρχής για να αποσπάσουν από τον ΜΚ2 χρήματα με ψευδείς παραστάσεις.
Στην υπόθεση Λαζάρου v. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 633 με παραπομπή και στην Gani ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 134 επαναλήφθηκαν οι αρχές που έχουν τεθεί και εφαρμόζονται αναφορικά με την συνωμοσία.
«Η συνωμοσία, εκτός της ύπαρξης συμφωνίας, περιλαμβάνει και το στοιχείο της πρόθεσης (mens rea) και για τούτο, η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδεικνύει όχι μόνο τη συμφωνία μεταξύ των κατ’ ισχυρισμό συνωμοτών να εκτελέσουν ένα παράνομο σκοπό (αποδεικνυόμενης είτε με λόγια είτε άλλο τρόπο επικοινωνίας μεταξύ τους), αλλά επιπρόσθετα θα πρέπει να αποδεικνύει την πρόθεση στη σκέψη καθενός κατ’ ισχυρισμό συνωμότη να εκτελέσει τον παράνομο σκοπό (R. v. Thompson, 50 Cr. App. R. 1).»
Το αδίκημα λοιπόν της συνωμοσίας συντελείται από τη στιγμή που δύο ή περισσότερα πρόσωπα συμφωνούν να διαπράξουν αδίκημα και προς στοιχειοθέτηση της απαιτείται η απόδειξη συμπληρωμένης συμφωνίας που αποτελεί ζήτημα πραγματικό το οποίο εξαρτάται από τα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Απαιτείται περαιτέρω και η ένοχη διάνοια κάθε συνωμότη που συνίσταται στην πρόθεση εκτέλεσης του παράνομου σκοπού (βλ. Dejan v. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση 205/2017 ημερομηνίας 11/5/2022). Δεν είναι αναγκαίο για τη συμπλήρωση του αδικήματος να έχει τελεστεί οτιδήποτε άλλο πέραν από τη συμφωνία. Είναι δε αδιάφορο αν οι συνωμότες μετάνιωσαν, σταμάτησαν, παρεμποδίστηκαν, απέτυχαν ή δεν είχαν την ευκαιρία να προωθήσουν το σκοπό της συνωμοσίας. Ακόμα και σε περίπτωση που κατηγορούμενος αθωωθεί στην κατηγορία για διάπραξη ενός αδικήματος δεν έπεται ότι θα πρέπει να απαλλαγεί και στην κατηγορία για συνωμοσία διάπραξης εκείνου του αδικήματος (βλ. Λαζάρου (ανωτέρω)).
Από τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές προκύπτει ότι για απόδειξη του αδικήματος της συνωμοσίας απαιτείται η ύπαρξη συμφωνίας για διάπραξη αδικήματος που εδώ είναι αυτό της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις.
Κρίνουμε ότι δεν έχει αποδειχθεί στον απαιτούμενο βαθμό το στοιχείο αυτό ότι δηλαδή οι κατηγορούμενοι 2 και 3 συμφώνησαν για να αποσπάσουν χρήματα από τον ΜΚ2 με ψευδείς παραστάσεις. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος 3 ήταν παρών στις περισσότερες συναντήσεις που είχε ο κατηγορούμενος 2 με τον ΜΚ2 δεν αποδεικνύει ότι είχαν συμφωνήσει να τον καταδολιεύσουν. Ο ΜΚ2 στη μαρτυρία του παρουσίαζε περισσότερο τον κατηγορούμενο 3 ως μέλος των ατόμων που συνόδευαν τον κατηγορούμενο 2 στις μετακινήσεις του. Πέραν τούτου δεν έθεσε ότι ο κατηγορούμενος 3 μετείχε καθοιονδήποτε τρόπο στις συζητήσεις τους. Υπήρχαν μάλιστα και περιπτώσεις που καθόταν σε διπλανό τραπέζι από αυτό που καθόταν ο κατηγορούμενος 2 χωρίς και πάλι να λαμβάνει μέρος στη συζήτηση. Η γνώση του για το λόγο που ο ΜΚ2 έδιδε τα λεφτά στον κατηγορούμενο 2 δεν αποδεικνύει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι υπήρχε συμφωνία μεταξύ των δύο κατηγορούμενων για να αποσπάσουν χρήματα με ψευδείς παραστάσεις από τον ΜΚ2.
Αναφορικά με την κατηγορία 15 που προσάπτει στους κατηγορούμενους 2 και 3 ότι απέσπασαν από τον ΜΚ2 το ποσό των €15.000 πείθοντας τον ότι θα το έπαιρναν σε τοκογλύφο για να τους αλλάξει την επιταγή των €1.232,000 ενώ στην πραγματικότητα το οικειοποιήθηκαν θα πρέπει και σε αυτή την περίπτωση να υπάρξει διαφοροποίηση ως προς τους δύο κατηγορούμενους.
Η αξιόπιστη μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον μας είναι ότι ο κατηγορούμενος 2 ζήτησε από τον ΜΚ2 τα χρήματα αυτά έτσι ώστε να τα δώσει σε τοκογλύφο για να τους αλλάξει την επιταγή. Διερωτώμαστε ποιος ο λόγος να δώσει σε τοκογλύφο το εν λόγω ποσό τη στιγμή που ο τοκογλύφος θα εξαργύρωνε την επιταγή και θα μπορούσε να λάβει τις €15.000 από το ποσό της επιταγής. Αυτό αποτελεί ακόμα ένα στοιχείο που καταδεικνύει το ψευδές της παράστασης. Σε κάθε περίπτωση όμως, σημασία έχει ότι ο ΜΚ2 έδωσε το ποσό στον κατηγορούμενο 2 στις 7/7/20222 όταν συναντήθηκαν στην καφετέρια Mikel στη Λάρνακα. Αν και ήταν παρών στην καφετέρια και ο κατηγορούμενος 3, εν τούτοις ο ΜΚ2 έδωσε τα χρήματα στον κατηγορούμενο 2 εντός του οχήματος μάρκας Porsche. Δεν έχουμε μαρτυρία ως προς την συμμετοχή του κατηγορούμενου 3 στην απόσπαση από τον ΜΚ2 του εν λόγω ποσού. Πέραν της παρουσίας του στην καφετέρια δεν έχει τεθεί κάτι ως προς το με ποιο τρόπο απέσπασε μαζί με τον κατηγορούμενο 2 το ποσό των €15.000. Μοναδικός υπεύθυνος ως προς αυτό είναι ο κατηγορούμενος 2.
Η εναπομείνασα προς κρίση κατηγορία 17 στρέφεται εναντίον του κατηγορούμενου 3.
Η κατηγορία 17 αφορά το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά παράβαση του Νόμου 188(Ι)/2007.
Αποδίδεται στον κατηγορούμενο 3 ότι στη Λεμεσό ενώ γνώριζε ότι το ποσό των €40.000 αποτελούσε έσοδο από παράνομες δραστηριότητες του κατηγορούμενου προσπάθησε να αποκρύψει την παράνομη προέλευση του κατά την αγορά του οχήματος με αριθμό εγγραφής [ ] μάρκας Porsche Panamera.
Νομικό υπόβαθρο της εν λόγω κατηγορίας αποτελεί το άρθρο 4(1)(α)(ιν) του Νόμου το οποίο παραθέσαμε προηγουμένως.
Από το λεκτικό του εν λόγω εδαφίου και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι ο κατηγορούμενος 3 γνώριζε ότι ο κατηγορούμενος 2 απέκτησε το ποσό των €40.000 από παράνομες δραστηριότητες και τον βοήθησε να αποκρύψει το γεγονός αυτό κατά την αγορά του αναφερόμενου οχήματος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ο κατηγορούμενος 3 γνώριζε ότι το εν λόγω ποσό αποκτήθηκε από τον κατηγορούμενο 2 και ήταν έσοδο από παράνομες δραστηριότητες. Παρά το γεγονός ότι δεν έχει τεθεί μαρτυρία ότι συμμετείχε στην απόσπαση του ποσού από τον ΜΚ2 εν τούτοις ήταν παρών σε συναντήσεις τους και σε μία περίπτωση είπε του τελευταίου να βρει μια διευθέτηση με τον κατηγορούμενο 2 διότι ξόδεψε όλα τα λεφτά για την υπόθεση, έβαλε υποθήκη το σπίτι του που είναι στο όνομα της συζύγου του και έχει προβλήματα στο σπίτι του. Δεν είναι δυνατόν να έγιναν οι συναντήσεις, να ήταν παρών και να μην γνώριζε ότι ο κατηγορούμενος 2 αποσπούσε χρήματα από τον ΜΚ2 μέρος των οποίων ήταν και αυτό των €40.000. Επιπλέον, το ότι οι €40.000 προερχόταν από τα κλαπέντα χρήματα επιβεβαιώνεται και από τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία σε σχέση με την οικονομική κατάσταση όχι μόνο του κατηγορούμενου 2 αλλά και του κατηγορούμενου 3. Ο κατηγορούμενος 2 είναι άγνωστος φορολογούμενος στο τμήμα φορολογίας και ουδέποτε έχει υποβάλει φορολογικές δηλώσεις. Κατά τα έτη 2020-2022 ήταν δηλωμένος άνεργος. Είναι λήπτης Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) και λαμβάνει και επίδομα ενοικίου. Παρά ταύτα για τις διακινήσεις του χρησιμοποιούσε όχημα μάρκας Porsche αξίας €40.000. Το ότι ήταν εγγεγραμμένο στην αδελφή του δεν διαφοροποιεί το γεγονός ότι αυτός που το χρησιμοποιούσε ήταν ο κατηγορούμενος 2. Έχουμε θέσει στα ευρήματα μας και την οικονομική κατάσταση των υπολοίπων μελών της οικογένειας συμπεριλαμβανομένης και της αδελφής του, ως τα παρουσίασε η ΜΚ8, από τα οποία δεν προκύπτει η οικονομική δυνατότητα που να υποστηρίζει και να δικαιολογεί την αγορά αυτής της αξίας αυτοκινήτου. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για το αυτοκίνητο μάρκας Hummer που βρέθηκε εγγεγραμμένο στο όνομα και πάλι της αδελφής του κατηγορούμενου 1 και που εγγράφηκε κατά την περίοδο εξέλιξης των επίδικων γεγονότων (βλ. τεκμήριο 50). Ο δε κατηγορούμενος 3 υπέβαλε για τελευταία φορά φορολογικές δηλώσεις το 2006. Τα έτη 2020-2022 ήταν άνεργος και από τον Μάρτη του 2017 μέχρι τον Ιούλιο του 2022 ήταν λήπτης ΕΕΕ. Στους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσαν δεν εντοπίστηκαν κεφάλαια που να δικαιολογούν την αγορά του οχήματος. Να προσθέσουμε εδώ ότι ο κατηγορούμενος 3 είναι θείος του κατηγορούμενου 2 και ως τέτοιος παρουσιάστηκε στον ΜΚ10 για την αγορά του αναφερόμενου οχήματος. Ήταν ο ίδιος που επικοινώνησε με τον ΜΚ10 και συζήτησε για την αγορά του επίδικου αυτοκίνητου λέγοντας του ότι ενδιαφερόταν για τον αδελφότεκνο του. Επρόκειτο προφανώς για τον κατηγορούμενο 2 αφού ήταν αυτός που πήγε μαζί του στην Αρχή Αδειών στην Λεμεσό για την μεταβίβαση. Η επικοινωνία του για την αγορά του αυτοκινήτου, η παρουσία του στην Αρχή Αδειών, η παράδοση των χρημάτων στον ΜΚ10 τη στιγμή που παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 3 και το ότι το όχημα εγγράφηκε επ’ ονόματι της αδελφής του κατηγορούμενου 2 δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στο ασφαλές συμπέρασμα ότι οι ενέργειες του αυτές ήταν στο πλαίσιο βοήθειας προς τον αδελφότεκνο του για απόκρυψη ότι το αναφερόμενο στις λεπτομέρειες ποσό ήταν για έσοδο από παράνομες δραστηριότητες.
Κρίση μας καταληκτικά είναι ότι η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της στις κατηγορίες 1-7,9-13,15,17,18 και την ενοχή των κατηγορούμενων πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Συνεπώς βρίσκουμε τον κατηγορούμενο 2 ένοχο στις κατηγορίες 1,4,5,6,,7,9,10,11,12,13 και 15. Στις κατηγορίες 8 και 14 αθωώνεται και απαλλάσσεται.
Τέλος, βρίσκουμε τον κατηγορούμενο 3 ένοχο στις κατηγορίες 17 και 18 ενώ αθωώνεται και απαλλάσσεται στις κατηγορίες 1, 14 και 15.
(Υπ.) ………………………..
Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο