ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. Κ.Γ., Αρ. Υπόθεσης: 10568/2021, 20/3/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. Κ.Γ., Αρ. Υπόθεσης: 10568/2021, 20/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 10568/2021

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

Κ.Γ.

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 20.03.2025

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γιώργος Σταύρου

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Γιώργος Εφφέ

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     ΕισαγωγήΤο Κατηγορητήριο

Η παρούσα υπόθεση αφορά βία στην οικογένεια και, ειδικότερα, αδικήματα κοινής επίθεσης εναντίον ανηλίκου.

Συγκεκριμένα, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι επιτέθηκε στον ανήλικο υιό του στις 12.09.2021 αρπάζοντας τον με τα χέρια του από τον λαιμό (1η κατηγορία) και μεταξύ των ημερομηνιών 01.01.2019 και 31.12.2020 κτυπώντας τον στον σβέρκο και κλωτσώντας τον στο δεξί πόδι (2η κατηγορία).

2.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε τρεις μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι την Αστυφύλακα 1812 Β.Γ. (ΜΚ1), τον παραπονούμενο και ανήλικο υιό του Κατηγορούμενου, [   ] (ΜΚ2), και την πρώην σύζυγο του Κατηγορούμενου και μητέρα του ΜΚ2, Ε.Ο. (ΜΚ3). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, αυτός επέλεξε να δώσει ενόρκως μαρτυρία και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία που προσφέρθηκε είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Η ΜΚ1 υπηρετούσε, κατά τον επίδικο χρόνο, στο κλιμάκιο βίας στην οικογένεια της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λάρνακας και κατέθεσε και υιοθέτησε την κατάθεση της ημερ. 03.10.2021, ήτοι το Τεκμήριο 2. Στις 13.09.2021 και περί ώρα 20:00 προσήλθε στο κλιμάκιο η ΜΚ3 και υπέβαλε γραπτό παράπονο εναντίον του τότε συζύγου της, ήτοι του Κατηγορούμενου, ότι την προηγούμενη ημέρα, 12.09.2021, και περί ώρα 13:00 στην οικία τους στον [   ], ο Κατηγορούμενος επιτέθηκε στον ανήλικο υιό τους, ΜΚ2, αρπάζοντας τον από τον λαιμό, χωρίς να τον τραυματίσει, στην παρουσία της ιδίας. Η ΜΚ3 έδωσε την συγκατάθεσή της για λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης από τον ΜΚ2, αλλά δεν επιθυμούσε την αξιολόγηση του από τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας. Ακολούθως, στις 22.09.2021 λήφθηκε οπτικογραφημένη κατάθεση από τον ΜΚ2 και η ΜΚ1 παρέλαβε από την Αστυφύλακα 2366 Χ.Π. τρεις ψηφιακούς δίσκους της οπτικογραφημένης κατάθεσης, ήτοι τα Τεκμήρια 3, 3Α και 3Β. Την 01.10.2021 απομαγνητοφώνησε την ηχητική ζώνη της οπτικοταινίας, καταθέτοντας την δακτυλογραφημένη απομαγνητοφώνηση της ως Τεκμήριο 4. Στις 13.10.2021 έλαβε κατάθεση από τον Κατηγορούμενο, ήτοι το Τεκμήριο 5, και στην συνέχεια τον κατηγόρησε γραπτώς (βλ. Τεκμήριο 6).

Κατά την κυρίως εξέταση της, προβλήθηκε στο Δικαστήριο το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 3, ήτοι η οπτικογραφημένη κατάθεση που λήφθηκε από τον ΜΚ2, δυνάμει των προνοιών του Μέρους IV του Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου (Ν.119(I)/2000). Κατά την προβολή του, διαπιστώθηκε ότι 3½ λεπτά περίπου της ηχητικής ζώνης της οπτικοταινίας, ήτοι από το 25:09 μέχρι το 28:33, δεν απομαγνητοφωνήθηκαν και δεν καταγράφηκαν στο Τεκμήριο 4. Συγκεκριμένα, στην 3η γραμμή της 8ης σελίδας του Τεκμηρίου 4 καταγράφηκαν συνεχή λατινικά ερωτηματικά, ήτοι «????????????», αντί το αυτούσιο περιεχόμενο της ηχητικής ζώνης. Η ΜΚ1 εξήγησε ότι ο ήχος δεν ήταν ευκρινής και η ίδια δεν κατανόησε τι ακριβώς έλεγε ο ΜΚ2 κατά τα ανωτέρω 3½ λεπτά.

Στην αντεξέταση της, ανέφερε ότι τα μη απομαγνητοφωνημένα 3½ λεπτά είναι όντως μεγάλο χρονικό διάστημα και ίσως να υπήρξε κάποιο λάθος και να μην αποθηκεύτηκε ολόκληρη η δακτυλογραφημένη απομαγνητοφώνηση. Ανέφερε, επίσης, ότι όταν είδε τον ΜΚ2, αυτός δεν είχε οποιοδήποτε σημάδι τραυματισμού και γι’ αυτό τόσο ο ΜΚ2, όσο και η ΜΚ3, δεν επιθυμούσαν να επισκεφθούν κάποιο ιατρό.

Ο ΜΚ2 είναι ο παραπονούμενος και ανήλικος υιός του Κατηγορούμενου και κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά τρόπο που δεν ήταν ορατός σε αυτόν ο Κατηγορούμενος, ο οποίος βρισκόταν σε άλλη αίθουσα και παρακολουθούσε ακουστικά την διαδικασία μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης (βλ. άρθρο 5 του Περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου (Ν.95(I)/2001)).

Σε σχέση με το ζήτημα της μη απομαγνητοφώνησης 3½ λεπτών από την ηχητική ζώνη του Τεκμηρίου 3, υπενθυμίζω καταρχάς ότι είναι οι δηλώσεις ενός προσώπου στην οπτικογραφημένη κατάθεση του που συνιστούν «άμεση προφορική μαρτυρία», και όχι η απομαγνητοφώνηση των δηλώσεων του (βλ. άρθρο 10(3) του Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου (Ν.119(I)/2000)). Η οπτικογραφημένη κατάθεση του ΜΚ2 προβλήθηκε ολόκληρη στην παρουσία της ΜΚ1 (η οποία κατέθεσε το Τεκμήριο 3), των συνηγόρων των δύο πλευρών και του Κατηγορούμενου, οι οποίοι έχουν δει και ακούσει -όπως και το Δικαστήριο- τα ανωτέρω 3½ λεπτά που δεν απομαγνητοφωνήθηκαν. Το Τεκμήριο 3 προβλήθηκε εκ νέου κατά την κυρίως εξέταση του ΜΚ2 για σκοπούς αναγνώρισης της οπτικογραφημένης κατάθεσής του (βλ. επίσης Ρ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 253/2017) ημερ. 28.02.2019, ECLI:CY:AD:2019:B66). Σε αυτά τα 3½ λεπτά που δεν απομαγνητοφωνήθηκαν, ο ΜΚ2 περιγράφει ένα περιστατικό, άσχετο με τα επίδικα γεγονότα, όπου ο Κατηγορούμενος κτύπησε την ΜΚ3 στον καρπό του χεριού της κρατώντας μια κατσαρόλα. Ως εκ των ανωτέρω, κρίνω ότι δεν προκύπτει ο οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός του Κατηγορούμενου λόγω της μη απομαγνητοφώνησης των ανωτέρω 3½ λεπτών (βλ. επίσης Μακρίδης ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 181/2019) ημερ. 07.09.2020, ECLI:CY:AD:2020:B312), τα οποία συνιστούν αποδεκτή μαρτυρία.

Κατά τον χρόνο της οπτικογραφημένης κατάθεσης του, ο ΜΚ2 ήταν ηλικίας 10 ετών και 9 μηνών και φοιτούσε στην Ε’ Τάξη Δημοτικού Σχολείου. Σύμφωνα με τα Τεκμήρια 3 και 4, στις 12.09.2021 ο ΜΚ2 βρισκόταν στην κουζίνα της οικίας τους και έπαιζε με τα παιχνίδια του, ενώ ο Κατηγορούμενος βρισκόταν στο σαλόνι και έτρωγε. Επειδή έκαμνε κάποιο θόρυβο ο Κατηγορούμενος όταν έτρωγε, ο ΜΚ2 τού είπε «Παρακαλώ να μην τσιαφτίζεις έτσι» και ο Κατηγορούμενος είπε «Σιώπα ρε μιτσή τζιαι άφησ’ μας να φάμε». Ο ΜΚ2 τού απάντησε «Εσύ να σιωπήσεις», με αποτέλεσμα ο Κατηγορούμενος να σηκωθεί από το σαλόνι και να τρέξει στην κουζίνα και το μέρος που βρισκόταν ο ίδιος φωνάζοντας «Εννα ξαναπείς έτσι πράμα ρε, εννα μου ξαναπείς έτσι πράμα ρε;». Ο Κατηγορούμενος άρπαξε με τα δύο του χέρια τον ΜΚ2 από τον λαιμό και άρχισε να τον πνίγει, ενώ ο ΜΚ2 δεν μπορούσε να αναπνεύσει και να μιλήσει. Η μητέρα του, ΜΚ3, η οποία βρισκόταν έξω από το σπίτι και έκανε δουλειές, άκουσε τι συνέβη και ήρθε και είδε τον Κατηγορούμενο να κρατεί τον ΜΚ2 από τον λαιμό. Αμέσως η ΜΚ3 είπε στον Κατηγορούμενο «άφησ’ το μωρό μου, τζιαι μεν του τζιήσεις ούτε με το δάκτυλο σου» και ο Κατηγορούμενος άφησε τον ΜΚ2 από τον λαιμό. Ακολούθως, ο ΜΚ2 και η ΜΚ3 έφυγαν από το σπίτι και επέστρεψαν πίσω το βράδυ της ίδιας ημέρας. Ο ΜΚ2 ανέφερε, επίσης, ότι ο Κατηγορούμενος τον άρπαξε από τον λαιμό και τον χτυπούσε στο σβέρκο και σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν. Σε μια από αυτές, πριν από ένα ή δύο έτη, ήτοι περί το 2019 ή το 2020, ενώ ο Κατηγορούμενος έβλεπε τηλεόραση, ο ΜΚ2 μείωσε την ένταση του ήχου, με αποτέλεσμα ο Κατηγορούμενος να τον κλωτσήσει στον αστράγαλο του ποδιού και ο ΜΚ2 να πέσει στο έδαφος και να χτυπήσει τον δεξί αγκώνα του, αλλά δεν επισκέφθηκε κάποιο γιατρό μετά. Για τον Κατηγορούμενο, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι καταναλώνει συχνά ουίσκι, μπύρα και κρασί και ότι τα έξοδα για τα φροντιστήρια και τα μαθήματα του τα πληρώνει μόνο η μητέρα του και ο Κατηγορούμενος τίποτα.

Στην προφορική και δια ζώσης μαρτυρία του στο Δικαστήριο, ήτοι στις 18.11.2024, ο ΜΚ2 ήταν ηλικίας 13 ετών και 11 μηνών. Κατά την αντεξέτασή του, ανέφερε ότι δεν μιλούσε συχνά με τον Κατηγορούμενο, ενώ σε σχετική ερώτηση αν τον αγαπάει, ο ΜΚ2 απάντησε ότι τον εκτιμά γιατί είναι ο πατέρας του, αλλά δεν έκανε τίποτα για τον ίδιο. Αντιθέτως, τον χτυπούσε και δεν του αγόρασε ποτέ τίποτα, καθώς μόνο η μητέρα του, η ΜΚ3, του αγόραζε ρούχα και παιχνίδια. Στην συνέχεια όταν του υποβλήθηκε ότι συγκεκριμένα πράγματα, όπως το πιάνο και το ποδήλατο, του τα είχε αγοράσει ο Κατηγορούμενος, ο ΜΚ2 απάντησε ότι η ΜΚ3 είχε αναφέρει στον ίδιο ότι είναι αυτή που τα αγόρασε και όχι ο Κατηγορούμενος. Σε άλλη υποβολή ότι και ο Κατηγορούμενος τού αγόραζε διάφορα πράγματα, ο ΜΚ2 απάντησε καταφατικά, προσθέτοντας «αλλά με κτυπούσε και μου έλεγε πολλά άσχημα πράγματα». Στην συνέχεια, αναίρεσε τους ανωτέρω ισχυρισμούς του, λέγοντας ότι δεν μπορεί να ξέρει ποιος έδινε τα λεφτά. Μετά, προς το τέλος της αντεξέτασης του, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι είναι η μητέρα του που του είπε ότι ο Κατηγορούμενος δεν πλήρωνε τίποτα για αυτόν. Σε σχέση με το περιστατικό της 12.09.2021, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι ενώ ο ίδιος καθόταν σταυροπόδι στο πάτωμα της κουζίνας, ο Κατηγορούμενος ήρθε και έσκυψε και τον άρπαξε από τον λαιμό, ενώ ο ίδιος ήταν καθισμένος στο πάτωμα, καθώς δεν πρόλαβε να σηκωθεί. Δεν θυμόταν, όμως, αν ο Κατηγορούμενος ήταν μπροστά του ή πίσω του όταν τον άρπαξε από τον λαιμό και πως τον άρπαξε. Η μητέρα του, ΜΚ3, βρισκόταν έξω στην βεράντα και άπλωνε τα ρούχα σε απόσταση 3 μέτρων από το σημείο που συνέβη το περιστατικό με τον Κατηγορούμενο. Επειδή η πόρτα προς την βεράντα ήταν ανοιχτή, η ΜΚ3 άκουσε τι έγινε και ήρθε μέσα στο σπίτι και έσπρωξε τον Κατηγορούμενο για να αφήσει τον ΜΚ2 από τον λαιμό. Ο ΜΚ2 ανέφερε, επίσης, ότι ο Κατηγορούμενος τον χτύπησε και τον άρπαξε και άλλες φορές από τον λαιμό, αλλά επειδή το είχε συνηθίσει, δεν το έπαιρνε στα σοβαρά. Ύστερα είπε ότι είχε αναφέρει στην μητέρα του τα εν λόγω περιστατικά και μάλιστα πήγαν μαζί στην Αστυνομία και προέβησαν σε σχετική καταγγελία. Δεν διερευνήθηκε, όμως, η υπόθεση, καθώς, όπως του ανέφερε η μητέρα του, ο Κατηγορούμενος έχει συγγενείς στην Αστυνομία. Για το περιστατικό που τον κλώτσησε ο Κατηγορούμενος, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι μετά πήγε σε ιατρό για να τον εξετάσει επειδή πονούσε. Δεν θυμόταν, όμως, περισσότερες λεπτομέρειες για το περιστατικό, παρά μόνο ότι του είχε κλωτσήσει ο Κατηγορούμενος και μετά ο ίδιος έπεσε και χτύπησε τον αγκώνα του.

Η ΜΚ3 είναι η πρώην σύζυγος του Κατηγορούμενου και μητέρα του ΜΚ2. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής της, την κατάθεση της ημερ. 13.09.2021 στην Αστυνομία, ήτοι το Τεκμήριο 7. Ήταν παντρεμένη με τον Κατηγορούμενο για 11 χρόνια, αλλά ξεκίνησαν τα προβλήματα στην σχέση τους μετά την γέννηση του ΜΚ2. Τον τελευταίο χρόνο, παρά το ότι ζούσαν στο ίδιο σπίτι, βρίσκονταν σε διάσταση και κοιμόνταν σε ξεχωριστά υπνοδωμάτια. Στις 12.09.2021 ενώ η ίδια έβαζε ρούχα να πλυθούν στο πλυντήριο, άκουσε τον ΜΚ2 να λέει στον Κατηγορούμενο να μην κάνει θόρυβο όταν τρώει και στην συνέχεια άκουσε τον Κατηγορούμενο να λέει στον ΜΚ2 να σταματήσει να λέει αυτά τα πράγματα. Η ΜΚ3 πήγε αμέσως στο σαλόνι και είδε τον Κατηγορούμενο να κρατεί τον ΜΚ2 από τον λαιμό και ο ΜΚ2 να μην μπορεί να αναπνεύσει. Η ίδια φώναξε στον Κατηγορούμενο να αφήσει τον ΜΚ2 και μετά έφυγε από το σπίτι με τον ΜΚ2.

Στην κυρίως εξέτασή της, ανέφερε ότι στις 12.09.2021 μπαινόβγαινε στο σπίτι καθώς έπαιρνε τα ρούχα από το πλυντήριο και τα άπλωνε έξω στην βεράντα. Άκουγε, όμως, την στιχομυθία μεταξύ του ΜΚ2 και του Κατηγορούμενου και όταν άκουσε τον Κατηγορούμενο να σηκώνεται από την καρέκλα του στο σαλόνι και να πηγαίνει προς την κουζίνα που βρισκόταν ο ΜΚ2, η ίδια μπήκε στην κουζίνα και είδε τον Κατηγορούμενο να κρατεί τον ΜΚ2 από τον λαιμό, με τον ΜΚ2 να μην μπορεί να μιλήσει και το χρώμα του να είναι βυσσινί αντί άσπρο. Έδειξε με τα δύο χέρια της πως κρατούσε ο Κατηγορούμενος τον ΜΚ2 από τον λαιμό, διευκρινίζοντας ότι στέκονταν ο ένας απέναντι από τον άλλον. Στην συνέχεια, η ΜΚ3 έσπρωξε τον Κατηγορούμενο για να αφήσει τον ΜΚ2 και πήρε τον ΜΚ2 έξω από το σπίτι για να συνέλθει. Ήταν η πρώτη φορά που είδε η ίδια τον Κατηγορούμενο να κρατεί από τον λαιμό τον ΜΚ2, αλλά ο ΜΚ2 της είχε πει και στο παρελθόν ότι ο Κατηγορούμενος τον άρπαξε από τον λαιμό και σε άλλες περιπτώσεις και ότι τον είχε κτυπήσει. Ανέφερε, επίσης, ότι ήταν η πρώτη φορά που έκαμε καταγγελία στην Αστυνομία εναντίον του Κατηγορούμενου.

Στην αντεξέτασή της, ανέφερε ότι στην κατάθεση της είπε ότι το περιστατικό της 12.09.2021 έγινε στο σαλόνι διότι ουσιαστικά η κουζίνα και το σαλόνι είναι ένας «ενιαίος χώρος», προσθέτοντας ότι το περιστατικό έγινε «στο τραπέζι το οποίο διαχωρίζει το σαλόνι από την κουζίνα». Παραδέχθηκε ότι μετά το ανωτέρω περιστατικό, η ίδια και ο ΜΚ2 συνέχισαν να διαμένουν στο σπίτι με τον Κατηγορούμενο, μέχρι που ο Κατηγορούμενος τους έβγαλε τα πράγματα τους έξω από το σπίτι. Δεν θυμόταν πότε έγινε αυτό, αλλά ήταν σίγουρη ότι προέβη σε σχετική καταγγελία στην Αστυνομία. Αναφορικά με το περιστατικό που ανέφερε στην κατάθεση της ότι της χτύπησε ο Κατηγορούμενος στην πλάτη, η ΜΚ3 ανέφερε ότι είχε πάρει τηλέφωνο και την Αστυνομία, αλλά τελικά δεν προέβη σε γραπτή καταγγελία. Ανέφερε, επίσης, ότι ο Κατηγορούμενος την κτύπησε και άλλες φορές, διευκρινίζοντας ότι την χτυπούσε πάντα με τα χέρια του και όχι με οποιοδήποτε αντικείμενο. Αναφορικά με την ψυχολογική αξιολόγηση του ΜΚ2, η ΜΚ3 αρνήθηκε ότι της έγινε σχετική εισήγηση από την Αστυνομία και ότι αυτή δεν ήθελε. Αντιθέτως, ανέφερε ότι ο ΜΚ2 είχε πάει σε ψυχολόγο όταν αυτός δεν ένιωθε καλά και συνεχίζει μέχρι σήμερα να επισκέπτεται ψυχολόγο. Κατά την αντεξέτασή της, αναγνώρισε την αίτηση γονικής μέριμνας 281/2022 που κατέθεσε διά του δικηγόρου της στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ήτοι το Τεκμήριο 9, καθώς επίσης και την ενδιάμεση αίτηση της στα πλαίσια της αίτησης διατροφής 180/2022, ήτοι το Τεκμήριο 8. Σύμφωνα με τα ανωτέρω τεκμήρια, η ΜΚ3 διέμενε στην συζυγική οικία με τον Κατηγορούμενο και τον ΜΚ2 κατά την καταχώριση των ανωτέρω αιτήσεων, ήτοι τουλάχιστον μέχρι τις 14.07.2022.

Ο Κατηγορούμενος αναγνώρισε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του που έδωσε στην Αστυνομία, ήτοι το Τεκμήριο 5. Κατέθεσε, επίσης, δέσμη φωτογραφιών της επίδικης οικίας, επεξηγώντας τους χώρους αυτής. Σύμφωνα με τον ίδιο, στις 12.09.2021 ο ΜΚ2 του είπε «σκάσε» και αυτός πήγε και τον έπιασε από το σβέρκο με τα δύο δάχτυλα του και τον ρώτησε «γιατί μου λέεις σκάσε;» στην παρουσία της ΜΚ3, η οποία καθόταν στο τραπέζι της κουζίνας. Στην συνέχεια ο ίδιος πήγε να συνεχίσει το φαγητό του, ενώ η ΜΚ3 δεν αντέδρασε καθόλου και δεν σηκώθηκε καν από το τραπέζι. Κατά τον ανωτέρω επίδικο χρόνο, ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 βρίσκονταν ήδη σε διάσταση και δεν μιλούσαν μέσα στο σπίτι. Ακόμα και μετά το ανωτέρω περιστατικό, όμως, ο Κατηγορούμενος συνέχισε να παίρνει τον ΜΚ2 στα φροντιστήρια του από τον [   ] στην [   ] και πλήρωνε ο ίδιος για τις διάφορες δραστηριότητες του ΜΚ2. Αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι κτύπησε σε οποιοδήποτε χρόνο τον ΜΚ2, προσθέτοντας ότι ο ΜΚ2 και η ΜΚ3 διέμεναν στο σπίτι μέχρι τις αρχές του 2024, αλλά δεν του μιλούσαν. Ο ίδιος προσπαθούσε να μιλήσει στον ΜΚ2, αλλά αυτός δεν του απαντούσε τις περισσότερες φορές ή του έλεγε «δεν είμαι ο [   ] σου», ενώ η ΜΚ3 του έλεγε «δεν είναι δικός σου ο [   ]». Μετά που έφυγαν από το σπίτι ο ΜΚ2 και η ΜΚ3, εκδόθηκε διάταγμα από το Δικαστήριο να έχει επικοινωνία ο Κατηγορούμενος με τον ΜΚ2 κάθε Τετάρτη και Σάββατο, αλλά δεν τον αφήνουν να πάει να τον δει.

Στην αντεξέτασή του, ανέφερε ότι δεν τον έσφιξε καθόλου από το σβέρκο όταν τον έπιασε με τα δύο δάχτυλα του και ότι δεν θύμωσε καθόλου. Ισχυρίστηκε δε ότι δεν χρησιμοποίησε φυσική δύναμη, αλλά απλώς τον «ακούμπησε» στο σβέρκο. Αρνήθηκε ότι κτύπησε ή κλώτσησε ποτέ τον ΜΚ2 και ανέφερε ότι μετά το επίδικο περιστατικό της 12.09.2021 δεν «άγγιξε» ξανά τον ΜΚ2.

3.     Παραδεκτά και Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Κατά την ακροαματική διαδικασία, οι συνήγοροι των δύο πλευρών κατέθεσαν εκ συμφώνου, ως Έγγραφο Α, κατάλογο παραδεκτών γεγονότων. Σύμφωνα με αυτόν, συνιστά παραδεκτό γεγονός ότι λήφθηκαν οι απαραίτητες συγκαταθέσεις για την λήψη της οπτικογραφημένης κατάθεσης του ΜΚ2 και ότι η κατάθεση λήφθηκε ορθά και νομότυπα στην παρουσία λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας και με την έγκριση της μητέρας του ΜΚ2. Επίσης, το περιεχόμενο της κατάθεσης της Αστυφύλακος 2366 Χ.Π., Τεκμήριο 1, κατατέθηκε για την αλήθεια του περιεχομένου της. Σύμφωνα με αυτό, η ανωτέρω αστυφύλακας χειρίστηκε την συσκευή οπτικογράφησης κατά την λήψη της κατάθεσης του ΜΚ2 και στην συνέχεια παρήγαγε τρεις πρωτότυπους ψηφιακούς δίσκους, τους οποίους, αφού σφράγισε με ειδική ταινία, παρέδωσε στην ΜΚ1.

Εκ συμφώνου και για την αλήθεια του περιεχομένου της κατατέθηκε ως Τεκμήριο 10 και η κατάθεση της Αστυφύλακος 2672 Ε.Ε., η οποία είχε λάβει την οπτικογραφημένη κατάθεση του ΜΚ2 και με την ολοκλήρωση της υπέγραψε την ειδική ταινία με την οποία σφραγίστηκαν οι πρωτότυποι ψηφιακοί δίσκοι από την Αστυφύλακα 2366 Χ.Π.

Επιπρόσθετα, τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν από τις δύο πλευρές και συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):

(α) Στις 12.09.2021 ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 ήταν σύζυγοι και βρίσκονταν σε διάσταση. Διέμεναν, όμως, κάτω από την ίδια στέγη, ήτοι στην συζυγική οικία τους, μαζί με τον 10χρονο υιό τους, ΜΚ2.

(β) Οι ΜΚ2 και ΜΚ3 συνέχισαν να διαμένουν με τον Κατηγορούμενο στην συζυγική οικία και μετά την επίδικη καταγγελία. Κατά τον χρόνο της ακρόασης της παρούσας υπόθεσης, οι ΜΚ2 και ΜΚ3 είχαν ήδη φύγει από την συζυγική οικία και διέμεναν μαζί σε άλλη διεύθυνση.

(γ) Στις 12.09.2021 υπήρξε μια λεκτική αντιπαράθεση μεταξύ του Κατηγορούμενου και του ΜΚ2 επειδή ο πρώτος έκανε θόρυβο όταν έτρωγε και μετά ακολούθησε φυσική επαφή του Κατηγορούμενου προς τον ΜΚ2. Το είδος, ένταση και συνθήκες της ανωτέρω στιχομυθίας και φυσικής επαφής είναι αυτά που αμφισβητούνται, καθώς οι εκδοχές των δύο πλευρών διίστανται.

4.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Για σκοπούς συνοχής της παρούσας απόφασης, θα προχωρήσω πρώτα στην αξιολόγηση της μαρτυρίας των ΜΚ1 και ΜΚ3 και μετά αυτής του ΜΚ2.

Η ΜΚ1 έκαμε γενικά καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Δεν έχει κανένα συμφέρον από την έκβαση της παρούσας υπόθεσης και θεωρώ ότι ήρθε στο Δικαστήριο να πει την αλήθεια. Δεν απέκρυψε το γεγονός ότι δεν απομαγμητοφώνησε 3½ λεπτά της ηχητικής ζώνης της οπτικοταινίας, ήτοι από το 25:09 μέχρι το 28:33. Εξήγησε, μάλιστα, ότι ο λόγος που δεν τα απομαγνητοφώνησε ήταν λόγω της κακής ποιότητας του ήχου και γι’ αυτό κατέγραψε τα ερωτηματικά στο επίμαχο σημείο του Τεκμηρίου 4. Το Δικαστήριο, μετά την προβολή του Τεκμηρίου 3, διαπίστωσε ότι η ποιότητα του ήχου όντως δεν ήταν πολύ καλή, αλλά αυτή δεν αποστερούσε παντελώς την δυνατότητα απομαγνητοφώνησης του περιεχομένου των εν λόγω λεπτών. Πέραν τούτου, όμως, η μαρτυρία της ΜΚ1 κρίνεται ως αξιόπιστη και γίνεται αποδεκτή.

Η ΜΚ3 δεν άφησε γενικά θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Τουναντίον, έδωσε την εντύπωση ότι ήρθε στο Δικαστήριο με αποκλειστικό σκοπό να υποστηρίξει τον ΜΚ2 και να πλήξει τον Κατηγορούμενο, με τον οποίο έχει διάφορες αντιδικίες στο Οικογενειακό Δικαστήριο (βλ. Τεκμήρια 8 και 9), και όχι να αποκαλύψει την αλήθεια στο Δικαστήριο. Όπως ανέφερε, είχε προβλήματα στην σχέση της με τον Κατηγορούμενο μετά την γέννηση του ΜΚ2 τον Δεκέμβριο του 2010, ενώ κατά τον επίδικο χρόνο, ήτοι τον Σεπτέμβριο του 2021, η ΜΚ3 και ο Κατηγορούμενος, παρά το γεγονός ότι διέμεναν κάτω από την ίδια στέγη, βρίσκονταν σε διάσταση. Συνέχισαν, μάλιστα, να διαμένουν στην συζυγική οικία και μετά τις 12.09.2021, καθώς η κατοχή και απόκτηση της οικίας υπήρξε επίδικο και διαφιλονικούμενο ζήτημα στις μεταξύ τους διαφορές ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 18 της ένορκης δήλωσης που στηρίζει την αίτηση της ΜΚ3 για διατροφή, ήτοι στο Τεκμήριο 8, αναφέρονται τα εξής: «Ο Καθ’ου η Αίτηση έχει στην ιδιοκτησία του υποστατικά στα οποία μπορεί να διαμένει και δεν έχει ούτε και θα έχει έξοδα για την στέγαση του ενώ δεν έχει άλλες οικονομικές υποχρεώσεις». Επίσης, στην παράγραφο 6 της αίτησης της ΜΚ3 για την γονική μέριμνα του ΜΚ2, ήτοι στο Τεκμήριο 9, αναφέρονται τα εξής σχετικά: «Οι διάδικοι συνεχίζουν να διαμένουν στην πρώην συζυγική οικία αλλά ο Καθ’ου η Αίτηση έχει ζητήσει από την Αιτήτρια… να αποχωρήσει και να διαμένει αλλού… η Αιτήτρια προτίθεται να καταχωρίσει Αίτηση Επίλυσης Περιουσιακών Διαφορών που θα περιλαμβάνει αίτημα για απόδοση σε αυτή ποσού που θα αντικατοπτρίζει την συνεισφορά της στην απόκτηση της και συναφή αιτήματα και ότι δεν προτίθεται, τουλάχιστο επί του παρόντος να αποχωρήσει από αυτήν». Επισημαίνεται, μάλιστα, ότι ουδεμία αναφορά υπάρχει στην αίτηση γονικής μέριμνας ημερ. 22.07.2022 για το περιστατικό της 12.09.2021 ή για οποιοδήποτε άλλο περιστατικό επιθετικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου έναντι του ΜΚ2. Σύμφωνα με τα Τεκμήρια 8 και 9, η ΜΚ3 εξακολουθούσε μετά τις 12.09.2021 να διαμένει μαζί με τον ΜΚ2 κάτω από την ίδια στέγη με τον Κατηγορούμενο, αρνείτο πεισματικά να φύγει από την συζυγική οικία και αξίωνε είτε συνεισφορά στην απόκτηση της είτε την αποκλειστική χρήση αυτής. Δηλαδή, παρά την κατ’ ισχυρισμό συνεχή επιθετική συμπεριφορά του Κατηγορούμενου, η ΜΚ3 συνέχισε να διαμένει μαζί του στην συζυγική οικία για οικονομικούς, κυρίως, λόγους.

Αναφορικά με το επίδικο περιστατικό της 12.09.2021, η ΜΚ3 ανέφερε ότι βρισκόταν στον χώρο του πλυντηρίου ρούχων. Ο εν λόγω χώρος απεικονίζεται στα δεξιά στην φωτογραφία «Β» επί του Τεκμηρίου 11 και φαίνεται να είναι σε χαμηλότερο επίπεδο από τους υπόλοιπους χώρους της οικίας, ήτοι το σαλόνι και την κουζίνα, καθώς υπάρχουν μερικά σκαλιά που οδηγούν σε αυτόν. Ανεβαίνοντας κάποιος τα εν λόγω σκαλιά εισέρχεται στο σαλόνι και στα δεξιά του είναι η πόρτα, με την οποία το σαλόνι επικοινωνεί με την κουζίνα (βλ. φωτογραφίες «Α» και «Ι» επί του Τεκμηρίου 11). Η ΜΚ2 ανέφερε στην κατάθεση της ότι το επίδικο περιστατικό έλαβε χώρα στο σαλόνι, ενώ στην προφορική μαρτυρία της ανέφερε ότι έλαβε χώρα στην κουζίνα. Όταν της υποβλήθηκε κατά την αντεξέταση η ανωτέρω αντιφατική προηγούμενη δήλωση της, η ΜΚ3 απάντησε ότι ανέφερε στην κατάθεση της ότι έγινε στο σαλόνι, επειδή ουσιαστικά η κουζίνα και το σαλόνι είναι ένας «ενιαίος χώρος» και το περιστατικό έγινε «στο τραπέζι το οποίο διαχωρίζει το σαλόνι από την κουζίνα». Το αδιαμφισβήτητο περιεχόμενο των φωτογραφιών του Τεκμηρίου 11, όμως, διαψεύδει τους ανωτέρω ισχυρισμούς της. Σύμφωνα με αυτό, το σαλόνι και η κουζίνα δεν είναι σε ένα ενιαίο χώρο, αλλά διαχωρίζονται από ένα τοίχο και μία πόρτα, όχι από κάποιο τραπέζι. Πρόδηλα, η ΜΚ2 επιχείρησε να ανασκευάσει την θέση της προβάλλοντας ανυπόστατους ισχυρισμούς. Επίσης, στην προφορική μαρτυρία της ανέφερε ότι έσπρωξε τον Κατηγορούμενο για να αφήσει τον ΜΚ2 από τον λαιμό, κάτι το οποίο παρέλειψε να αναφέρει στην κατάθεση της. Αναφορικά με την στάση του Κατηγορούμενου και του ΜΚ2 όταν ο πρώτος κρατούσε τον δεύτερο από τον λαιμό, η ΜΚ3 ανέφερε ότι στέκονταν και οι δύο, σε αντίθεση με την θέση του ΜΚ2, ο οποίος ανέφερε ότι ο ίδιος δεν στεκόταν και ο Κατηγορούμενος έσκυψε για να τον πιάσει από τον λαιμό.

Σε σχετικές υποβολές κατά την αντεξέταση της, η ΜΚ3 δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει πότε αποχώρησε με τον ΜΚ2 από την συζυγική οικία, αναφέροντας ότι δεν θυμάται πότε έγινε αυτό και αποφεύγοντας επανειλημμένα να τοποθετηθεί χρονικά. Η ΜΚ3 ισχυρίστηκε, επίσης, ότι δεν αρνήθηκε να υποβληθεί ο ΜΚ2 σε ψυχολογική αξιολόγηση, αφού δεν της έγινε καν τέτοια εισήγηση από την Αστυνομία. Άφησε, μάλιστα, να εννοηθεί ότι θα ήταν θετική σε τέτοια εισήγηση, καθώς ο ΜΚ2 παρακολουθείται ήδη από ψυχολόγο μέχρι σήμερα. Η θέση της αυτή, όμως, διαψεύδεται από την ΜΚ1, η οποία ανέφερε ότι η ΜΚ3 δεν επιθυμούσε τέτοια ψυχολογική αξιολόγηση του ΜΚ2.

Για όλους τους ανωτέρω λόγους, το Δικαστήριο απορρίπτει την μαρτυρία της ΜΚ3 ως αναξιόπιστη.

Όσον αφορά τον ΜΚ2, επισημαίνω ότι πρόκειται για ανήλικο πρόσωπο, ηλικίας 10 ετών κατά τον χρόνο της οπτικογραφημένης κατάθεσής του και 13 ετών κατά τον χρόνο της δια ζώσης μαρτυρίας του ενώπιον του Δικαστηρίου. Για τούτο, το Δικαστήριο προσεγγίζει την μαρτυρία του, έχοντας υπόψιν ότι «ένα παιδί μιλά τη γλώσσα τη δική του και όχι τη γλώσσα των μεγάλων και περιγράφει πράγματα προσωπικά και γεγονότα με τον τρόπο που το ίδιο αντιλαμβάνεται και τα βιώνει» (βλ. Θεοδοσίου ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 279/2018) ημερ. 28.07.2020, ECLI:CY:AD:2020:B271).

Στην απόφαση Κ.Χ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 272/2017) ημερ. 26.09.2019, ECLI:CY:AD:2019:B397, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι ένα παιδί «είναι λογικό πως διακατέχεται από φόβο, άγχος, αμηχανία και διστακτικότητα κατά τη μαρτυρία του», ενώ από την άλλη ελλοχεύει ο κίνδυνος «να φαντασιώνεται ή ακόμα και να καθοδηγείται από άλλους ή από αλλότρια κίνητρα για την προβολή τέτοιων ισχυρισμών».

Στην αγγλική απόφαση R. v B. (2010) EWCA Crim 4, η οποία υιοθετήθηκε στην απόφαση Κ.Χ. (ανωτέρω), λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

“We emphasise that in our collective experience the age of a witness is not determinative on his or her ability to give truthful and accurate evidence. Like adults some children will provide truthful and accurate testimony, and some will not. However, children are not miniature adults, but children, and to be treated and judged for what they are, not what they will, in years ahead, grow to be.”

Στην παρούσα υπόθεση, ο ΜΚ2 έδειξε να αντιλαμβάνεται τόσο την σοβαρότητα της δικαστικής διαδικασίας, όσο και του όρκου του, καθώς τόνισε εμφαντικά αρκετές φορές κατά τις απαντήσεις του ότι βρίσκεται επί του όρκου του. Επίσης, αντιλαμβανόταν τις ερωτήσεις που του γίνονταν και απαντούσε με σχετική αμεσότητα, παρά το γεγονός ότι σε κάποιες περιπτώσεις σύγχυζε ή δεν θυμόταν τα διάφορα περιστατικά.

Δεν μου διαφεύγει, φυσικά, ότι -όπως διαφάνηκε από την δια ζώσης μαρτυρία του- ήταν η μητέρα του, ήτοι η ΜΚ3, που έλεγε στον ΜΚ2 ότι ο Κατηγορούμενος δεν του αγόρασε ποτέ τίποτα και ότι ο ίδιος δεν είχε ιδίαν γνώση περί τούτου. Όταν του υποβλήθηκε ότι και ο Κατηγορούμενος του αγόρασε συγκεκριμένα πράγματα και παιχνίδια, ο ΜΚ2 απάντησε καταφατικά αλλά έσπευσε αμέσως να προσθέσει ότι ο Κατηγορούμενος τον χτυπούσε. Δηλαδή, δεν ήθελε να αποδεχθεί ότι ο Κατηγορούμενος είχε κάνει καλές πράξεις για τον ίδιο και είχε στο μυαλό του μόνο τις κακές. Επίσης, απέφευγε να απαντήσει αν αγαπάει τον πατέρα του, απαντώντας ότι τον εκτιμά επειδή απλά και μόνο είναι ο πατέρας του. Πρόδηλα, τα συναισθήματα του ΜΚ2 για τον Κατηγορούμενο είναι σαφώς αρνητικά και για τούτο φαίνεται να έχει διαδραματίσει κάποιο ρόλο και η ΜΚ3, με την οποία ο ΜΚ2 περνούσε μαζί τον περισσότερο χρόνο και η οποία του έλεγε ότι ο Κατηγορούμενος δεν πράττει και δεν πληρώνει τίποτα για τον ίδιο. Βέβαια, αυτός δεν είναι ο μόνος λόγος που ο ΜΚ2 είχε αρνητικά συναισθήματα για τον Κατηγορούμενο, καθώς η γενικότερη συμπεριφορά του τελευταίου, όπως την περιέγραψε ο ΜΚ2, δικαιολογούσε επίσης την ανάπτυξη τέτοιων αρνητικών συναισθημάτων. Τα ανωτέρω καταδεικνύουν ένα υπόβαθρο των σχέσεων μεταξύ του Κατηγορούμενου και των ΜΚ2 και ΜΚ3, η οποία καθορίζει την μορφολογία της όλης υπόθεσης. Δηλαδή, ναι μεν ζούσαν όλοι κάτω από την ίδια στέγη, αλλά οι ΜΚ2 και ΜΚ3 επικοινωνούσαν ελάχιστα με τον Κατηγορούμενο και ταξίδευαν μόνοι τους για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο εξωτερικό κατά την περίοδο των διακοπών.

Αναφορικά με το περιστατικό της 12.09.2021, το περιεχόμενο της στιχομυθίας μεταξύ ΜΚ2 και Κατηγορούμενου επιβεβαιώνεται και από την μαρτυρία της ΜΚ3, αλλά και του ίδιου του Κατηγορούμενου, με κάποιες φυσικά μικροδιαφορές. Επιβεβαιώνεται, επίσης, και το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος διέκοψε το φαγητό του και πήγε στην κουζίνα που βρισκόταν ο ΜΚ2. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ένα περιστατικό που το έχει φανταστεί και επινοήσει από την αρχή ο ΜΚ2, αλλά που όντως έλαβε χώρα, με την κάθε πλευρά, όμως, να του αποδίδει διαφορετικό περιεχόμενο σε σχέση με την φυσική επαφή που επακολούθησε από τον Κατηγορούμενο προς τον ΜΚ2. Ο ΜΚ2 περιέγραψε με λεπτομέρεια την λεκτική αντιπαράθεση που είχαν μεταξύ τους και το που βρισκόταν ο ίδιος και που ο Κατηγορούμενος προτού ο τελευταίος τον αρπάξει από τον λαιμό. Είχε δείξει με τα χέρια του, τόσο στην οπτικογραφημένη κατάθεση του, όσο και στην αντεξέταση του, πως ο Κατηγορούμενος τον άρπαξε από τον λαιμό, δηλαδή από μπροστά. Στην αντεξέτασή του, όμως, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι δεν ήταν σίγουρος αν ο Κατηγορούμενος τον είχε αρπάξει μπροστά ή πίσω από τον λαιμό. Την συγκεκριμένη στιγμή, βέβαια, ο ΜΚ2, ως ανέφερε, πονούσε πολύ και δεν μπορούσε να μιλήσει και να αναπνεύσει και συνεπώς είναι αναμενόμενο οι εντυπώσεις τέτοιας μνήμης από πολύ νεαρά πρόσωπα να μην είναι απολύτως σαφείς (βλ. επίσης Κίτσιου ν Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ 390).

Αναφορικά με το προηγούμενο περιστατικό, όπου -σύμφωνα με τον ΜΚ2- ο Κατηγορούμενος τον κλώτσησε στο πόδι, με αποτέλεσμα αυτός να πέσει και να χτυπήσει τον αγκώνα του, η ποιότητα της μαρτυρίας του ΜΚ2 δεν έχει ικανοποιήσει το Δικαστήριο. Η μαρτυρία του ήταν φτωχή και διαφάνηκε ότι ο ΜΚ2 δεν θυμόταν πολύ καλά το εν λόγω περιστατικό και σχετικές λεπτομέρειες, καθώς αυτό έλαβε χώρα 1-2 έτη προηγουμένως, δηλαδή όταν ο ΜΚ2 ήταν 8-9 ετών. Ενώ στην οπτικογραφημένη κατάθεση του ανέφερε ότι δεν επισκέφθηκε κάποιο γιατρό μετά το συμβάν, στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε ότι επισκέφθηκε γιατρό και έκαμε και καταγγελία στην Αστυνομία, η οποία δεν προχώρησε σε διερεύνηση λόγω συγγενών του Κατηγορούμενου στην Αστυνομία, κάτι το οποίο του είχε αναφέρει η ΜΚ3. Εκτός του ότι δεν επιβεβαιώθηκε τέτοια θέση από την Αστυνομία, η ΜΚ3 ανέφερε ότι δεν έκαμε άλλη καταγγελία στο παρελθόν εναντίον του Κατηγορούμενου.

Ο ΜΚ2 αναφέρθηκε γενικά και σε άλλα περιστατικά άσκησης βίας από τον Κατηγορούμενο, είτε εναντίον του ιδίου, είτε εναντίον της ΜΚ3. Ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος τον είχε αρπάξει από τον λαιμό και σε άλλες περιπτώσεις, αλλά ο ίδιος δεν το έπαιρνε στα σοβαρά, γεγονός που προκαλεί ερωτηματικά στο Δικαστήριο. Επίσης, περιέγραψε ένα άλλο περιστατικό, όπου ο Κατηγορούμενος έτρεξε να χτυπήσει τον ΜΚ2, αλλά επέμβηκε η ΜΚ3 και ο Κατηγορούμενος την χτύπησε με μια κατσαρόλα στο χέρι, με αποτέλεσμα να μαυρίσει το χέρι της. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί του, όμως, δεν επιβεβαιώθηκαν από την ΜΚ3, η οποία ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος δεν την χτύπησε ποτέ με κάποιο αντικείμενο, αλλά μόνο με τα χέρια του.

Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα ανωτέρω και ιδιαίτερα την ηλικία του, κρίνω ότι ο ΜΚ2 είναι κατ’ αρχήν αξιόπιστος μάρτυρας. Δεν μπορώ να αποδεχθώ, όμως, το μέρος της μαρτυρίας του σε σχέση με τα περιστατικά στα οποία αναφέρθηκε πριν την 12.09.2021, καθώς η μαρτυρία του ήταν φτωχή και συγχυσμένη. Πρόδηλα, πρόκειται για διάφορα διάσπαρτα περιστατικά σε ακαθόριστες χρονικές περιόδους, στα οποία ο ΜΚ2 ήταν μικρότερος σε ηλικία και επιχείρησε να τα αναφέρει και περιγράψει σε ηλικία 10 ετών περίπου. Επισημαίνω, επίσης, ότι αν η μαρτυρία του δεν είναι ικανή να αποδείξει ένα συγκεκριμένο περιστατικό σε σχέση με κάποια κατηγορία, όπως για παράδειγμα αυτό της 2ης κατηγορίας στην παρούσα υπόθεση, δεν σημαίνει ότι αυτή πρέπει να κριθεί αυτόματα ως αναξιόπιστη (βλ. Θεοδοσίου ν Δημοκρατίας (ΠΕ 279/2018) ημερ. 28.07.2020, ECLI:CY:AD:2020:B271). Ως εκ τούτου, δεν θεωρώ ότι οι ανωτέρω αντιφάσεις και ασάφειες του σε σχέση με παλαιότερα περιστατικά επιμολύνουν και καταρρακώνουν την μαρτυρία του σε σχέση με το περιστατικό της 12.09.2021, το οποίο ο ΜΚ2 διηγήθηκε με σχετική λεπτομέρεια κατά την οπτικογραφημένη κατάθεση του 10 μέρες μετά το επίδικο συμβάν.

Ο Κατηγορούμενος, αν και έκαμε γενικά καλή εντύπωση στο Δικαστήριο, δεν έχει πείσει για την αλήθεια της δικής του εκδοχής γεγονότων, ειδικότερα κατά το επίδικο περιστατικό της 12.09.2021. Ο Κατηγορούμενος παραδέχεται την τεταμένη σχέση του με τους ΜΚ2 και ΜΚ3 και την ελάχιστη επικοινωνία που είχε μαζί τους, καθώς επίσης και την λεκτική αντιπαράθεση που είχε με τον ΜΚ2 στις 12.09.2021. Ισχυρίστηκε ότι μετά που ο ΜΚ2 του έκαμε παρατήρηση για τον τρόπο που έτρωγε το φαγητό του, ο ίδιος είπε στον ΜΚ2 να σιωπήσει και αυτός του απάντησε «σκάσε». Όταν άκουσε αυτή την λέξη ο Κατηγορούμενος, σηκώθηκε από το σαλόνι και πήγε στην κουζίνα όπου βρισκόταν ο ΜΚ2 και τον «ακούμπησε» πάνω στον σβέρκο με τα δύο δάχτυλα του και χωρίς να θυμώσει τον ρώτησε ευγενικά γιατί του είπε αυτή την λέξη. Δεν μπορεί, όμως, να πείσει αυτός ο ισχυρισμός του το Δικαστήριο. Και εξηγώ. Καταρχάς, ο Κατηγορούμενος διέκοψε το γεύμα του και σηκώθηκε από το σαλόνι για να πάει στην κουζίνα και να βρει τον ΜΚ2 μετά που είχαν την ανωτέρω λεκτική αντιπαράθεση και την εκστόμιση της λέξης «σκάσε» από τον ΜΚ2. Οι ανωτέρω αντιδράσεις του Κατηγορούμενου αποκαλύπτουν θυμό, έστω και φαινομενικό. Ο δε ισχυρισμός του ότι απλά «ακούμπησε» τον ΜΚ2 στον σβέρκο χωρίς να τον σφίξει δεν μπορεί να γίνει πιστευτός, λαμβάνοντας υπόψιν τα όσα προηγήθηκαν. Πρόδηλα, ο Κατηγορούμενος επιχείρησε να ωραιοποιήσει το όλο συμβάν. Ενόψει των ανωτέρω, η μαρτυρία του κρίνεται ως αναξιόπιστη και απορρίπτεται από το Δικαστήριο.

5.     Η Νομική Πτυχή

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Οι Κατηγορίες

Τα αδικήματα των κατηγοριών 1 και 2 που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος εντάσσονται κάτω από τον Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο (Ν.119(I)/2000), ο οποίος προνοεί αυστηρότερες ποινές για τα αντίστοιχα αδικήματα του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154) και ως εκ τούτου δημιουργεί νέα «επαυξημένης σοβαρότητας» αδικήματα (βλ. A.G. v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 119/2020) ημερ. 16.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:B147).

Ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει δύο κατηγορίες για βία στην οικογένεια και συγκεκριμένα το αδίκημα της επίθεσης εναντίον του ανήλικου υιού του (βλ. άρθρα 3(1)(2) και 4(2)(ιβ) του Ν.119(Ι)/2000). Συνεπώς, η Κατηγορούσα Αρχή οφείλει να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι (α) ο ΜΚ2 είναι «μέλος της οικογένειας» του Κατηγορούμενου και (β) ο Κατηγορούμενος διέπραξε το αδίκημα της κοινής επίθεσης εναντίον του ΜΚ2.

Εν σχέσει με το (α) ανωτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.119(Ι)/2000, ο όρος «μέλος της οικογένειας» περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τέκνο του άντρα και της γυναίκας που έχουν συνάψει γάμο ή συζούν ή συζούσαν ως ανδρόγυνο, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο διαμένει με τέτοιο άντρα ή γυναίκα.

Αναφορικά με το (β), το άρθρο 242 του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154), το οποίο προσδιορίζει το αδίκημα της κοινής επίθεσης και στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 4(2)(ιβ) του Ν.119(Ι)/2000, προνοεί τα εξής:

«Όποιος επιτίθεται εναντίον άλλου παράνομα, είναι ένοχος πλημμελήματος… υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές»

Το αδίκημα της επίθεσης δεν προϋποθέτει άγγιγμα ή φυσική επαφή για την στοιχειοθέτησή του (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 754), καθώς η ανωτέρω νομοθετική διάταξη απαγορεύει την χρήση βίας και την εκδήλωση πρόθεσης για την χρήση βίας χωρίς νομικό έρεισμα, δηλαδή παράνομα (βλ. Πετρόπουλος ν Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574). Προϋποθέτει δε την πρόκληση φόβου στο θύμα για άσκηση άμεσης και παράνομης βίας εναντίον του (βλ. R v Venna [1975] 3 All ER 788 και Fagan v Commissioner of Metropolitan Police [1969] 1 Q.B. 439, όπου λέχθηκε ότι “An assault is any act which intentionally - or possibly recklessly - causes another person to apprehend immediate and unlawful personal violence”). Στην απόφαση Γενικός Εισαγγελέας ν Ηροδότου (2015) 2 ΑΑΔ 128, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε obiter ότι «Η πρόκληση φόβου για τον κίνδυνο άσκησης άμεσης και παράνομης βίας είναι συστατικό στοιχείο της επίθεσης που στο κοινοδίκαιο είναι γνωστή με τον όρο “assault”».

Η υπεράσπιση του νόμιμου σωφρονισμού

Η Υπεράσπιση πρόβαλε την θέση ότι οι πράξεις του Κατηγορούμενου, όπως τις περιέγραψε ο ίδιος, εντάσσονται στα πλαίσια του νόμιμου σωφρονισμού του παιδιού του.

Καταρχάς, θα πρέπει να λεχθεί ότι είναι επιτρεπτός ο σωφρονισμός ενός παιδιού μέσω φυσικής επαφής με το παιδί ή και μεταχείρισης του, νοουμένου ότι δεν παραβιάζεται το δικαίωμα του για προστασία από βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική τιμωρία ή μεταχείριση (βλ. άρθρο 8 του Συντάγματος, άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ), η οποία κυρώθηκε από τον Ν.39/1962, άρθρο 19 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία κυρώθηκε από τον Ν.5(ΙΙΙ)/2000 και αποφάσεις A v United Kingdom (1998) 27 EHRR 611 και Tlapak v Germany [2018] ECHR 11308/16 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων).

Στο σύγγραμμα Blackstones Criminal Practice (2020) σελ.270-271, στο οποίο με παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Κατηγορούμενου, ναι μεν αναφέρεται ο κανόνας του κοινοδικαίου ότι ένας γονέας δύναται να χρησιμοποιήσει μια εύλογη σωματική τιμωρία (reasonable corporal punishment) για να ελέγξει την συμπεριφορά του παιδιού του, αλλά παράλληλα αναγνωρίζεται ότι η εφαρμογή αυτού του κανόνα έχει στενέψει λόγω της επίδρασης που έχουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και δη το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, παραπέμποντας στην απόφαση A v United Kingdom (ανωτέρω).

Σε κάθε περίπτωση, όμως, επισημαίνεται ότι η αρπαγή και πνίξιμο ενός παιδιού από τον λαιμό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στα πλαίσια νόμιμου σωφρονισμού, καθώς παραβιάζει τα δικαιώματά του, όπως απορρέουν από το Σύνταγμα και τις ανωτέρω διεθνείς συμβάσεις. Και ούτε, βέβαια, υπάρχει τέτοια εισήγηση από την Υπεράσπιση.

6.     Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Στην παρούσα υπόθεση, αποτέλεσε ήδη εύρημα του Δικαστηρίου το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο ΜΚ2 είναι τέκνο του Κατηγορούμενου και της ΜΚ3 που διέμενε μαζί τους στην πρώην συζυγική οικία. Εκείνο που αμφισβητείται στην παρούσα υπόθεση είναι ότι ο Κατηγορούμενος επιτέθηκε στον ΜΚ2 στις δύο ξεχωριστές περιπτώσεις που αφορούν οι κατηγορίες 1 και 2.

Αρχίζοντας από την 2η κατηγορία, ως έχει ήδη αναφερθεί ανωτέρω, το Δικαστήριο έχει απορρίψει το μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ2 σε σχέση με τα περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου πριν την 12.09.2021. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία ενώπιον μου για το κατ’ ισχυρισμό περιστατικό της 2ης κατηγορίας. Ενόψει των ανωτέρω, η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να αποδείξει την διάπραξη του εν λόγω αδικήματος.

Αναφορικά με την 1η κατηγορία, υπενθυμίζω ότι το Δικαστήριο έκρινε ως κατ’ αρχήν αξιόπιστο μάρτυρα τον ΜΚ2 και αποδέχθηκε το μέρος της μαρτυρίας του που αφορά το περιστατικό της 12.09.2021.

Το άρθρο 9 του Περί Απoδείξεως Νόμου (ΚΕΦ.9), ως έχει τροποποιηθεί από τον Ν.14(Ι)/2009, προνοεί τα εξής:

«Για την απόδειξη οποιουδήποτε αδικήματος δεν είναι απαραίτητη η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας της ένορκης ή ανώμοτης μαρτυρίας παιδιού, ούτε η αυτοπροειδοποίηση του δικαστηρίου για τον κίνδυνο καταδίκης με μόνη την ένορκη ή ανώμοτη μαρτυρία παιδιού.»

Πριν την τροποποίηση του άρθρου 9 του Περί Αποδείξεως Νόμου (ΚΕΦ.9) από τον Ν.14(Ι)/2009, ήταν υποχρεωτική η ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας της μαρτυρίας παιδιού. Μετά την τροποποίηση, όμως, δεν είναι απαραίτητη η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας και ούτε η αυτοπροειδοποίηση του Δικαστηρίου για τον κίνδυνο καταδίκης με μόνη την ένορκη μαρτυρία παιδιού. Σύμφωνα δε με την νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, είναι πλέον στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου – εάν προκύπτει ανάγκη λόγω των χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων της συγκεκριμένης μαρτυρίας – να αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία και ακολούθως να αυτοπροειδοποιηθεί για τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε περίπτωση μη ανεύρεσης τέτοιας μαρτυρίας (βλ. Ν.Σ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 99/2021) ημερ. 11.05.2022, ECLI:CY:AD:2022:B183, Γ.Χ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 148/2019) ημερ. 25.02.2021, ECLI:CY:AD:2021:B61, Ε.Α. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 231/2018) ημερ. 19.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:B473, ΧΧΧ ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 177/2017) ημερ. 20.12.2018, ECLI:CY:AD:2018:B550 και Makanjuola (1995) 2 Cr. App. R. 469).

Βασιζόμενος στα ανωτέρω και παραπέμποντας στην απόφαση Γ.Χ. (ανωτέρω), ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Κατηγορούσα Αρχή εισηγήθηκε ότι και στην παρούσα υπόθεση δεν απαιτείται η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας. Δεν συμμερίζομαι, όμως, αυτή την θέση. Και εξηγώ.

Τα αδικήματα της παρούσας υπόθεσης, όμως, αφορούν βία στην οικογένεια, ως αυτά ορίζονται στον Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου (Ν.119(Ι)/2000). Το άρθρο 16 του Ν.119(Ι)/2000 προνοεί τα εξής σχετικά:

«Το Δικαστήριο δύναται να κρίνει ένοχο τον κατηγορούμενο με μόνη την κατάθεση του θύματος εφόσον δεν ήταν δυνατόν υπό τις περιστάσεις να εξασφαλιστεί ενισχυτική μαρτυρία

Συνεπώς, στην παρούσα υπόθεση, η οποία αφορά αδικήματα βίας στην οικογένεια, ανεξαρτήτως της ηλικίας του θύματος, υπάρχει κανόνας πρακτικής για αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας (βλ. A.R.R. v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 20/2022) ημερ. 30.04.2024, Σ.Σ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 147/2016) ημερ. 20.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:B477 και A.G. v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 119/2020) ημερ. 16.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:B147). Η απουσία τέτοιας μαρτυρίας δεν αθωώνει αυτόματα τον Κατηγορούμενο, καθώς το Δικαστήριο εξακολουθεί να δύναται να τον καταδικάσει με μόνη την μαρτυρία του θύματος, νοουμένου ότι υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης δεν ήταν δυνατόν να εξασφαλιστεί ενισχυτική μαρτυρία.

Στην παρούσα υπόθεση, η μαρτυρία της ΜΚ3, η οποία θα μπορούσε να ενισχύσει την μαρτυρία του θύματος, κρίθηκε ως αναξιόπιστη και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο για τους λόγους που εξηγήθηκαν ανωτέρω. Το ίδιο ισχύει και για το μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ2 σε σχέση με προηγούμενα περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου. Επίσης, δεν θεωρώ ότι υπήρξε, υπό τις περιστάσεις, άμεσο παράπονο από τον ΜΚ2 δυνάμει του άρθρου 10 του ΚΕΦ.9. Υπενθυμίζω ότι μετά που έλαβε χώρα το επίδικο συμβάν, η ΜΚ3 έφυγε από το σπίτι μαζί με τον ΜΚ2, χωρίς να προβούν σε οποιοδήποτε παράπονο ή καταγγελία. Την επόμενη ημέρα, 13.09.2021 και περί ώρα 20:00, η ΜΚ3 υπέβαλε γραπτό παράπονο στην ΜΚ1 για το περιστατικό της 12.09.2021 και έδωσε συγκατάθεση για λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης από τον ΜΚ2. Μετά από 10 ημέρες, η Αστυνομία έλαβε οπτικογραφημένη κατάθεση από τον ΜΚ2, το περιεχόμενο της οποίας δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί από μόνο του ως ενισχυτική μαρτυρία του ίδιου (βλ. άρθρο 10(3)(β) του Ν.119(Ι)/2000).

Ελλείψει ενισχυτικής μαρτυρίας, λοιπόν, το Δικαστήριο οφείλει να αυτοπροειδοποιηθεί ως προς τους κινδύνους που ελλοχεύουν να καταδικάσει τον Κατηγορούμενο στην βάση της μαρτυρίας του θύματος και μόνο. Στην παρούσα περίπτωση, το Δικαστήριο έχει ενώπιον του την μαρτυρία του ΜΚ2, η οποία ναι μεν κρίθηκε ως γενικά αξιόπιστη, αλλά μέρος αυτής απορρίφθηκε για τους λόγους που αναφέρθηκαν ανωτέρω κατά την αξιολόγησή της. Υπάρχει, επίσης, το υπόβαθρο των σχέσεων μεταξύ του Κατηγορούμενου και των ΜΚ2 και ΜΚ3, όπου ο ΜΚ2 περνούσε περισσότερο χρόνο με την ΜΚ3 και είχε ελάχιστη επικοινωνία με τον Κατηγορούμενο, παρά το γεγονός ότι διέμεναν όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Επιπλέον, τα αρνητικά συναισθήματα του ΜΚ2 για τον Κατηγορούμενο ήταν έκδηλα και σε αυτά φαίνεται να διαδραμάτισε ρόλο και η όλη στάση της ΜΚ3, αφού ο ΜΚ2 παραδέχθηκε ότι ήταν η μητέρα του που του έλεγε ότι ο Κατηγορούμενος δεν του αγόρασε ποτέ τίποτα και δεν ενδιαφερόταν για αυτόν. Ενόψει τούτου, το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποκλείσει την επίδραση και καθοδήγηση του ΜΚ2 από την ΜΚ3, η οποία, υπενθυμίζω, παρέμεινε στην συζυγική οικία μετά το επίδικο περιστατικό της 12.09.2021 και επιζητούσε οικονομικό όφελος από αυτήν μέσω των διαδικασιών στο Οικογενειακό Δικαστήριο. Στα ανωτέρω προστίθεται και το γεγονός ότι ενώ οι ΜΚ2 και ΜΚ3 έφυγαν από το σπίτι μετά το συμβάν της 12.09.2021, δεν πήγαν στην Αστυνομία, αλλά επέστρεψαν μετά το βράδυ της ίδιας ημέρας στην συζυγική οικία. Η ΜΚ3 προχώρησε σε γραπτό παράπονο την επόμενη ημέρα η ώρα 20:00 και ο ΜΚ2 έδωσε οπτικογραφημένη κατάθεση μετά από 10 ημέρες. Επίσης, σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία της ΜΚ1, η ΜΚ3 αρνήθηκε να δώσει την συγκατάθεση της στην Αστυνομία για να υποβληθεί σε ψυχολογική αξιολόγηση ο ΜΚ2.

Όλα τα ανωτέρω δημιουργούν εγγενείς αμφιβολίες στο κατά πόσο η μαρτυρία του ΜΚ2 είναι συμπαγής και ισχυρή σε τέτοιο βαθμό που να δύναται το Δικαστήριο να στηριχθεί μόνο σε αυτήν για να προβεί σε σχετικά ευρήματα καταδικάζοντας τον Κατηγορούμενο. Ως εκ τούτου, ελλείψει ενισχυτικής μαρτυρίας του ΜΚ2, κρίνω ότι είναι επισφαλές να προχωρήσω σε καταδίκη του Κατηγορούμενου με μόνη την μαρτυρία του ΜΚ2.

Το δε άγγιγμα με τα δύο δάχτυλα στον σβέρκο του ΜΚ2, το οποίο παραδέχεται ότι έπραξε ο Κατηγορούμενος στην κατάθεσή του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επίθεση εναντίον του ΜΚ2 και να χρησιμοποιηθεί εναντίον του.

Ενόψει των ανωτέρω, η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη του αδικήματος της 1ης κατηγορίας από τον Κατηγορούμενο.

7.     Κατάληξη

Για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει.

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο