ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. ΝΙΚΟΛΑΣ ΠΑΦΙΤΗΣ, Αρ. Υπόθεσης: 1040/2024, 24/3/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. ΝΙΚΟΛΑΣ ΠΑΦΙΤΗΣ, Αρ. Υπόθεσης: 1040/2024, 24/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 1040/2024

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

ΝΙΚΟΛΑΣ ΠΑΦΙΤΗΣ

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 24.03.2025

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Μάριος Ζαρής

Για τον Κατηγορούμενο: Προσωπικά

Κατηγορούμενος παρών.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά το αδίκημα της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς πρόσδεση με ζώνη ασφαλείας (2η κατηγορία), για το οποίο κατηγορείται ο Κατηγορούμενος ότι διέπραξε την 01.07.2023 στην Πύλα της Επαρχίας Λάρνακας.

Ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει και την κατηγορία της οδήγησης καθ’ υπέρβασιν του ορίου ταχύτητας (1η κατηγορία), την οποία, όμως, έχει παραδεχθεί, με αποτέλεσμα η υπόθεση να προχωρήσει σε ακροαματική διαδικασία μόνο σε σχέση με την 2η κατηγορία.

2.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε ένα μάρτυρα για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Αστυφύλακα 3733 Κυριάκο Παπακυριάκου (ΜΚ1). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, κάλεσε τον Κατηγορούμενο σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση του. Ο Κατηγορούμενος έδωσε ενόρκως μαρτυρία και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 υπηρετεί στην «Ομάδα Ζ» της Τροχαίας Λάρνακας και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του το περιεχόμενο της πρόσοψης του ανακριτικού φακέλου που ετοίμασε, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1, και την γραπτή κατάθεση του, Τεκμήριο 2. Την 01.07.2023 και περί ώρα 12:34 ο ΜΚ1 βρισκόταν για έλεγχο τροχαίας στην Λεωφόρο Μακαρίου στην Πύλα και ανέκοψε μηχανοκίνητο όχημα (εφεξής καλούμενου ως «το Όχημα Α»), το οποίο οδηγούσε ο Κατηγορούμενος, καθώς διαπίστωσε με το ταχύμετρο του ότι αυτό κινείτο με ταχύτητα 66ΧΑΩ αντί 50ΧΑΩ που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας στον ανωτέρω δρόμο. Κατά την ανακοπή του Οχήματος Α, ο ΜΚ1 διαπίστωσε ότι ο Κατηγορούμενος έφερε την ζώνη ασφαλείας κάτω από την μασχάλη του, αντί πάνω από τον ώμο, με αποτέλεσμα να προβεί σε σχετική παρατήρηση προς τον Κατηγορούμενο, εξηγώντας του τον ορθό τρόπο χρήσης της ζώνης. Παρά τις συστάσεις του, όμως, ο Κατηγορούμενος συνέχισε να φέρει την ζώνη ασφαλείας παραμάσχαλα και γι’ αυτό ο ΜΚ1 προχώρησε σε σχετική καταγγελία και εξέδωσε σχετικό εξώδικο για τα παρόντα αδικήματα, το οποίο δεν πληρώθηκε.

Στην αντεξέταση του, αρνήθηκε ότι ο Κατηγορούμενος έβαλε την ζώνη ασφαλείας παραμάσχαλα μετά την ανακοπή και όταν αυτός έσκυψε στο ντουλαπάκι του οχήματος για να λάβει τα σχετικά έγγραφα που του είχαν ζητηθεί. Αρνήθηκε, επίσης, ότι ο λόγος της καταγγελίας ήταν επειδή ήρθε σε λεκτική αντιπαράθεση με την συνεπιβάτη του Κατηγορούμενου, η οποία διαμαρτυρήθηκε για το σημείο που διενεργούσε έλεγχο ο ΜΚ1. Σε σχετική υποβολή του Κατηγορούμενου ότι είχε έγκαυμα στον ώμο και γι’ αυτό έβαλε την ζώνη παραμάσχαλα, ο ΜΚ1 απάντησε ότι δεν θυμάται κάτι τέτοιο, αλλά ήταν σίγουρος ότι δεν του προσκομίστηκε οποιοδήποτε σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό.

Ο Κατηγορούμενος ανέφερε ότι ήταν το πρόσωπο που οδηγούσε το Όχημα Α κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο και μετέβαινε σε κάποιο επαγγελματικό ραντεβού με την δικηγόρο του, η οποία καθόταν στην θέση του συνοδηγού. Όταν τον ανέκοψε ο ΜΚ1 και του ζήτησε τα σχετικά έγγραφα του οχήματος και του ιδίου, έβαλε την ζώνη ασφαλείας κάτω από την μασχάλη του για να σκύψει στο ντουλαπάκι του οχήματος και να λάβει τα σχετικά έγγραφα. Κατά τον ανωτέρω χρόνο, η συνεπιβάτης του άρχισε μια λεκτική αντιπαράθεση με τον ΜΚ1 και στην συνέχεια ο ΜΚ1 είπε στον ίδιο να φορέσει ορθά την ζώνη του, αλλιώς θα τον κατάγγελλε και γι’ αυτό το αδίκημα. Ο Κατηγορούμενος ανέφερε στον ΜΚ1 ότι είχε έγκαυμα στον ώμο και θα φορέσει κανονικά την ζώνη, ήτοι πάνω από τον ώμο, όταν θα ολοκληρωνόταν η διαδικασία του ελέγχου. Ο ΜΚ1, όμως, δεν το δέχθηκε και τον κατήγγειλε και για το αδίκημα της μη πρόσδεσης με ζώνη ασφαλείας. Ο Κατηγορούμενος αναφέρθηκε, επίσης, στον καλό χαρακτήρα του, προσθέτοντας ότι είναι εκπαιδευτής στο αεροδρόμιο Λάρνακας και τηρεί πάντα τους κανόνες ασφαλείας.

Στην αντεξέτασή του, ανέφερε ότι ο ΜΚ1 πρώτα τού είπε να φορέσει ορθά και κανονικά την ζώνη ασφαλείας πάνω από τον ώμο του και μετά ήρθε σε λεκτική αντιπαράθεση με την συνεπιβάτη του. Παραδέχθηκε ότι δεν είχε κάποιο ιατρικό πιστοποιητικό να παρουσιάσει στον ΜΚ1, καθώς ο ίδιος δεν είχε επισκεφθεί κάποιο ιατρό, αλλά του είχε δοθεί φαρμακευτική αγωγή μέσω τηλεφώνου από κάποιον ιατρό του νοσοκομείου. Αναφορικά με το οδικό μητρώο του, παραδέχθηκε ότι καταγγέλθηκε στο παρελθόν 18 φορές για τροχαίες παραβάσεις, εξηγώντας ότι αυτές αφορούν μικρές υπερβάσεις του ορίου ταχύτητας.

3.     Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Τα κατωτέρω γεγονότα δεν έχουν αμφισβητηθεί και ως εκ τούτου συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):

(α) Την 01.07.2023 ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το Όχημα Α στην Λεωφόρο Μακαρίου στην Πύλα της Επαρχίας Λάρνακας με ταχύτητα 66ΧΑΩ αντί 50ΧΑΩ που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας στον ανωτέρω δρόμο.

(β) Αφού ανακόπηκε από τον ΜΚ1, ο Κατηγορούμενος καταγγέλθηκε για το αδίκημα της υπερβολικής ταχύτητας και μη πρόσδεσης με ζώνη ασφαλείας, με αποτέλεσμα ο ΜΚ1 να εκδώσει εξώδικο ύψους €198, το οποίο δεν πληρώθηκε από τον Κατηγορούμενο.

4.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Ο ΜΚ1 άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Ήταν σταθερός και σαφής στις απαντήσεις του και δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε ουσιώδεις αντιφάσεις κατά την αντεξέτασή του. Ανέφερε με ειλικρίνεια ότι ο λόγος ανακοπής δεν ήταν η μη πρόσδεση του Κατηγορούμενου με ζώνη ασφαλείας, αλλά η οδήγηση καθ’ υπέρβασιν του ανώτατου ορίου ταχύτητας. Μετά την ανακοπή του Οχήματος Α, όμως, ο ΜΚ1 διαπίστωσε ότι ο Κατηγορούμενος δεν ήταν ορθά προσδεμένος με την ζώνη ασφαλείας, καθότι την είχε παραμάσχαλα αντί πάνω από τον ώμο του. Εξήγησε με λεπτομέρεια τον ορθό τρόπο χρήσης της ζώνης ασφαλείας και ότι αυτή πρέπει να είναι πάνω, και όχι κάτω, από τον ώμο. Μάλιστα, ο ΜΚ1 προέβη αρχικά σε συστάσεις στον Κατηγορούμενο για την ορθή χρήση της ζώνης ασφαλείας, αλλά ο Κατηγορούμενος δεν συμμορφώθηκε, γεγονός το οποίο παραδέχθηκε και ο ίδιος ο Κατηγορούμενος, ο οποίος, βέβαια, πρόβαλε τους δικούς του λόγους για την μη συμμόρφωση του στις συστάσεις του ΜΚ1. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ως αξιόπιστο τον ΜΚ1 και αποδέχεται την μαρτυρία του.

Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος, δεν έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο, αφού πρόβαλε διάφορους και αντιφατικούς ισχυρισμούς για να δικαιολογήσει την χρήση της ζώνης ασφαλείας παραμάσχαλα, αντί πάνω από τον ώμο του. Συγκεκριμένα, ενώ ισχυρίστηκε ότι φορούσε κανονικά την ζώνη ασφαλείας του και ότι την έβαλε παραμάσχαλα ύστερα που τον ανέκοψε ο ΜΚ1, έτσι ώστε να μπορεί να σκύψει στο ντουλαπάκι και να πιάσει τα έγγραφα που του είχαν ζητηθεί, στην συνέχεια πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι είχε έγκαυμα στον ώμο και γι’ αυτό δεν μπορούσε να φορέσει την ζώνη του πάνω από τον ώμο. Η ανωτέρω θέση του, όμως, προκαλεί ερωτηματικά, καθώς αν δεν μπορούσε να φορέσει την ζώνη πάνω από τον ώμο του λόγω του εγκαύματος του, πώς την φορούσε κανονικά και πάνω από τον ώμο του προτού ανακοπεί από τον ΜΚ1; Επιπρόσθετα, αρχικά ανέφερε ότι του έγινε παρατήρηση από τον ΜΚ1 για την μη ορθή χρήση της ζώνης λόγω της λεκτικής αντιπαράθεσης του τελευταίου με την συνεπιβάτη του, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να προσδώσει κακοπιστία και κακοβουλία στον ΜΚ1. Στην αντεξέτασή του, όμως, παρουσίασε τα γεγονότα με διαφορετική σειρά, λέγοντας ότι πρώτα του έγινε η παρατήρηση από τον ΜΚ1 για την ζώνη και μετά άρχισε η λεκτική αντιπαράθεση του ΜΚ1 με την συνεπιβάτη του. Επίσης, ενώ ανέφερε ότι τηρεί πάντα τους κανόνες ασφαλείας λόγω και του επαγγέλματος του, στην συνέχεια παραδέχθηκε ότι έχει αρκετές καταγγελίες από την Αστυνομία για τροχαίες παραβάσεις, έστω και για μικρές παραβάσεις του ορίου ταχύτητας. Ενόψει των ανωτέρω, η μαρτυρία του κρίνεται ως αναξιόπιστη και ως εκ τούτου απορρίπτεται από το Δικαστήριο.

5.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη του επίδικου αδικήματος, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Σχετικό με την 2η κατηγορία που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος είναι το άρθρο 15(1) του Περί Οδικής Ασφάλειας Νόμου (Ν.174/1986) ως έχει τροποποιηθεί:

«Οι επιβαίνοντες σε οχήματα των κατηγοριών M1, N1, N2 και N3, τα οποία είναι σε χρήση, χρησιμοποιούν τα συστήματα ασφάλειας που είναι εγκαταστημένα στα οχήματα και που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο».

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.174/1986, τα «συστήματα ασφάλειας» περιλαμβάνουν και τις «ζώνες ασφαλείας». Παρά το γεγονός ότι δεν προσφέρθηκε σχετική μαρτυρία για την κατηγορία του Οχήματος Α, οι ανωτέρω κατηγορίες οχημάτων συμπεριλαμβάνονται στις κατηγορίες οχημάτων που εμπίπτουν στην έννοια του «μηχανοκίνητου οχήματος», όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 του Ν.174/1986. Στην παρούσα υπόθεση, είναι παραδεκτό και δεν αμφισβητείται από τον Κατηγορούμενο ότι το Όχημα Α είναι «μηχανοκίνητο όχημα» και ως εκ τούτου δεν απαιτείται η προσκόμιση οποιασδήποτε επιπρόσθετης μαρτυρίας περί τούτου (βλ. επίσης Φεραίου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 180/2016) ημερ. 01/07/2019, ECLI:CY:AD:2019:B266).

Από την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ1 προκύπτει ότι κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο ο Κατηγορούμενος δεν ήταν ορθά προσδεμένος με την ζώνη ασφαλείας του Οχήματος Α, καθώς την είχε παραμάσχαλα, αντί πάνω από τον ώμο του, που είναι ο σωστός και ενδεδειγμένος τρόπος χρήσης της ζώνης ασφαλείας. Όπως τονίστηκε στην απόφαση Αντωνίου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 299 από το Ανώτατο Δικαστήριο:

«Το δικαίωμα της οδήγησης δεν αποτελεί απόρροια της ανθρώπινης φύσης αλλά επίκτητο δικαίωμα που παρέχεται από τη νομοθεσία για την ευχερέστερη μετακίνηση του ατόμου. Στην υπόθεση Louroutziatis v. The Republic υπεδειχθή ότι η άσκηση του δικαιώματος της οδήγησης συναρτάται με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θέτει η νομοθεσία για την άσκηση του. Η επιβολή υποχρέωσης για τη χρήση ζώνης ασφαλείας έχει διπλό σκοπό - την προστασία του οδηγού και εκείνη άλλων προσώπων που χρησιμοποιούν το δρόμο στο βαθμό και έκταση που η χρήση της παρέχει μεγαλύτερη ευχέρεια στον οδηγό για την προστασία της ασφάλειάς τους. Αποτελεί μέτρο προστασίας της προσωπικής ασφαλείας για το οποίο η πολιτεία έχει όχι μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση βάσει του άρθρου 11 [του Συντάγματος] να μεριμνά.»

Στην ίδια ανωτέρω απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι ο Νόμος επιβάλλει ομοιόμορφη υποχρέωση για την χρήση της ζώνης ασφαλείας σε όλους τους οδηγούς, καθώς επίσης και δικαίωμα για εξαίρεση από αυτήν, ως παρέχεται ρητά και υπό προϋποθέσεις στην κείμενη νομοθεσία. Συγκεκριμένα, το άρθρο 16 του Ν.174/1986 παρέχει την ευχέρεια σε κάθε οδηγό να απαλλαγεί από την υποχρέωση της χρήσης της ζώνης ασφαλείας όταν (α) προσκομίσει σχετική ιατρική βεβαίωση στον Έφορο Μηχανοκίνητων Οχημάτων και (β) εξασφαλίσει από τον Έφορο σχετικό πιστοποιητικό απαλλαγής. Σημειώνεται ότι στην παρούσα υπόθεση, ο Κατηγορούμενος δεν παρουσίασε στον ΜΚ1 οποιαδήποτε ιατρική βεβαίωση ή πιστοποιητικό απαλλαγής.

Το γεγονός ότι ο ΜΚ1 διαπίστωσε τα ανωτέρω μετά που ανέκοψε το Όχημα Α και όχι όταν αυτό ήταν εν κινήσει εντός του επίδικου δρόμου, δεν διαφοροποιεί την θέση του Κατηγορούμενου. Επισημαίνω ότι το άρθρο 15(1) του Ν.174/1986 (βλ. ανωτέρω) αναφέρεται σε επιβαίνοντες σε οχήματα «τα οποία είναι σε χρήση». Στην παρούσα περίπτωση, το Όχημα Α βρισκόταν σε χρήση τόσο πριν, όσο και κατά την ανακοπή του και συνεπώς ο Κατηγορούμενος όφειλε να είναι προσδεμένος με ζώνη ασφαλείας. Επιπρόσθετα τούτου, ο Κατηγορούμενος συνέχισε -κατά την ανακοπή- να βρίσκεται στην θέση του οδηγού και -παρά τις συστάσεις του ΜΚ1- να εξακολουθεί να φέρει την ζώνη ασφαλείας κάτω από την μασχάλη του και να αρνείται να προσδεθεί με τον ορθό και ενδεδειγμένο τρόπο.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει σε εύρημα ότι ο Κατηγορούμενος δεν χρησιμοποίησε ορθά την ζώνη ασφαλείας του Οχήματος Α κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη του αδικήματος από τον Κατηγορούμενο.

6.     Κατάληξη

Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ένοχο τον Κατηγορούμενο στην 2η κατηγορία που αντιμετωπίζει.

 

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο