
ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ: Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
Α. Θωμά-Θεοδοσίου, Προσ. Ε.Δ.
Υπόθεση Αρ.: 14897/2024
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
2. ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΕΤΤΙΔΗΣ
Κατηγορουμένων
Ημερομηνία: 20 Μαρτίου 2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα Ε. Κληρίδου.
Για τον Κατηγορούμενο 1: Ο κ. Γ. Κούμας
Για τον Κατηγορούμενο 2: Ο κ. Ν. Δημητρίου (Για την απόφαση ο κ. Χρ. Δημητρίου).
ΑΠΟΦΑΣΗ
Οι κατηγορούμενοι 1 και 2 αντιμετωπίζουν κατηγορίες κατά παράβαση του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77.
Τα αδικήματα τα οποία προσάπτονται στον κατηγορούμενο 1, ως περιγράφονται στις κατηγορίες 1-4, είναι αυτά της παράνομης προμήθειας ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β από άλλο πρόσωπο (κατηγορία 1), παράνομη κατοχή και παράνομη κατοχή με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα (κατηγορίες 2 και 3) ως και προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β (κατηγορία 4).
Τις ίδιες κατηγορίες αντιμετωπίζει και ο 2ος κατηγορούμενος, (κατηγορίες 5, 6 και 7), πλην της κατηγορίας για παράνομη προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β
Αντικείμενο των κατηγοριών που οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν, αποτελούν τα τρία κιλά πράσινης φυτικής ύλης κάνναβης τα οποία φαίνονται να προμηθεύτηκαν από άλλο πρόσωπο και τα οποία κατείχαν και κατείχαν με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα.
Για να είναι αντιληπτή η ουσία της υπόθεσης θεωρούμε ορθό να πούμε ότι είχε προηγουμένως καταχωριστεί και η ποινική υπόθεση με αριθμό 1371/2024 με κατηγορούμενους τον παρόντα κατηγορούμενο 2 και άλλο πρόσωπο και συγκεκριμένα τον Κυριάκο Σιακαλλή, στην οποία ο τελευταίος είχε δηλώσει παραδοχή και του επιβλήθηκε ποινή. Παρέμεινε η υπόθεση για εκδίκαση ως προς τον εδώ κατηγορούμενο 2. Σε κατοπινό στάδιο η ποινική δίωξη σε εκείνη την υπόθεση (1371/2024), διακόπηκε λόγω του ότι συνελήφθηκε ως εμπλεκόμενος στην υπόθεση και ο εδώ κατηγορούμενος 1 και που είχε ως αποτέλεσμα την καταχώριση της υπό κρίση υπόθεσης.
Για την απόδειξη της υπόθεσης της η κατηγορούσα αρχή κάλεσε 10 συνολικά μάρτυρες ενώ από πλευράς κατηγορούμενων τηρήθηκε το δικαίωμα της σιωπής και δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία. Κατατέθηκαν και 57 συνολικά τεκμήρια. Δηλώθηκαν τέλος ως παραδεκτά γεγονότα, ως αυτά περιλαμβάνονται στο Έγγραφο Γ και τα οποία παραθέτουμε:
«1. Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης της παρούσας υπόθεσης παραλήφθηκε αριθμός τεκμηρίων ως αυτά περιγράφονται στον Κατάλογο Τεκμηρίων που κατατέθηκε από τον Αστ.2702, Λεωνίδα Λεωνίδα, ΜΚ1 στη διαδικασία και έγινε τεκμήριο 3 με αριθμό βιβλίου Τεκμηρίων 10/2024 και μέρος αυτών έχουν κατατεθεί στο Δικαστήριο. (τεκμήρια 10-14)
2.Tην 2/0/2/24 ο ΜΚ8 επι του κατηγορητηρίου, Α/Αστ.2699, Κωστάκης Κωνσταντίνου, εξέτασε το αυτοκίνητο με αριθμούς [ ], το οποίο μεταφέρθηκε στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λάρνακας. Ο ΜΚ8 διενήργησε επιστημονική εξέταση στο πιο πάνω όχημα και παρέλαβε τα τεκμήρια με αύξων αριθμό 10-16 επι του καταλόγου τεκμηρίων, τεκμήριο 3. Το τεκμήριο με αύξων αριθμό 15 επι του καταλόγου τεκμηρίων, τεκμήριο 3, αντιστοιχεί στο τεκμήριο 13 που κατατέθηκε στο Δικαστήριο.
3. Από επιστημονικές εξετάσεις που διενεργήθηκαν από το Γενικό Χημείο του Κράτους από τη MK16, επι του κατηγορητηρίου, Δρ.Λεύκια Παναγιωτίδου, επι του περιεχομένου των τεκμηρίων 10 και 11 διαπιστώθηκε ότι περιείχαν πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβη δηλαδή ελεγχόμενο φάρμακο Τάξεως Β’, συνολικού βάρους 3 κιλών.Η έκθεση της ημερομηνίας 8/02/24 κατατίθεται ως τεκμήριο για την αλήθεια του περιεχομένου της.
4. Κατά την επιστημονική εξέταση που διενεργήθηκε σε έκαστο από τα τεκμήρια τα οποία παραδόθηκαν στη Χημικό Λευκια Παναγιωτίδου, η εν λόγω χημικός αφαίρεσε τα ναρκωτικά που περιέχοντο στη νάιλον συσκευασία και τοποθέτησε σε ξεχωριστό σακούλι του Κρατικού Χημείου. Τόσο η νάιλον συσκευασία όσο και τα ναρκωτικά, παραδόθηκαν πίσω στην Αστυνομία και είναι αυτά που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο.(τεκμήρια 10-11)
5.Στις 8/05/24, ετοιμάστηκε Συμπληρωματική Έκθεση του Γενικού Χημείου του Κράτους σε σχέση με τον ποσοτικό προσδιορισμό κάνναβης, που αφορά την παρούσα υπόθεση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εν λόγω έκθεσης η περιεκτικότητα τους σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC) υπερβαίνει το 0,2%. Η συμπληρωματική της έκθεση κατατίθεται ως τεκμήριο.
6.Στα ληφθέντα τεκμήρια της παρούσας υπόθεσης διενεργήθηκαν επιστημονικές εξετάσεις με την ορθή μέθοδο και ενδεδειγμένη διαδικασία από την ΜΚ17, επι του κατηγορητηρίου Δρ. Σταυρούλα .Ξενοφώντος, σε επίπεδο γενετικού υλικού η οποία κατέληξε στα ορθά και ασφαλή συμπεράσματα της.
7. Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι όπου γίνεται αναφορά στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης με αριθμό 722-2024 από την Δρ.Σταυρούλα Ξενοφώντος στα τεκμήρια που έτυχαν εξέτασης και φέρουν διακριτικά ως ακολούθως ότι ː
- Το αντικείμενο με διακριτικά (αριθμός ΕΔΙΓ) 722-1.1→ 1.3 αντιστοιχεί στο Τεκμήριο 10
- Το αντικείμενο με διακριτικά (αριθμός ΕΔΙΓ) 722 - 2.1 → 2.3 αντιστοιχεί στο Τεκμήριο 11
- Το αντικείμενο με διακριτικά(αριθμός ΕΔΙΓ) 722 - 3.1 → 3.3 αντιστοιχεί στο Τεκμήριο 12
- Το αντικείμενο με διακριτικά(αριθμός ΕΔΙΓ) 795-4 αντιστοιχεί στο Τεκμήριο επί του Καταλόγου Τεκμηρίων(τεκμήριο 3) με αύξων αριθμό 11.
- Το αντικείμενο με διακριτικά (αριθμός ΕΔΙΓ) 795-8 αντιστοιχεί στο Τεκμήριο 13.
8.Η έκθεση της Δρ. Δρ.Σταυρούλας Ξενοφώντος , με αριθμό πραγματογνωμοσύνης 722-2024, κατατίθεται από κοινού ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της.
9. Το γενετικό υλικό του Κατηγορούμενου 2 δεν εντοπίστηκε σε κανένα από τα εν λόγω τεκμήρια.
10. Ο κατηγορούμενος 1 εντοπίστηκε και συνελλήφθηκε την 30/9/24 δυνάμει Δικαστικού εντάλματος που εκκρεμούσε εναντίον του. Την 30/09/24 έδωσε τη γραπτή του συγκατάθεση (τεκμήριο 8) για τη λήψη γενετικού υλικού , δακτυλικών και παλαμικών αποτυπωμάτων και λήφθηκαν τα τεκμήρια 14 και το τεκμήριο με αύξων αριθμό 30 επι του καταλόγου τεκμηρίων, τεκμήριο 3. Στις 4/11/24 ετοιμάστηκε συμπληρωματική έκθεση πραγματογνωμοσύνης με αριθμό 5797-2024 από την Δρ.Σταυρούλα Ξενοφώντος.
11. Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι όπου γίνεται αναφορά στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης με αριθμό 5797-24 από την Δρ.Σταυρούλα Ξενοφώντος στo τεκμήριo που έτυχε εξέτασης και φέρει διακριτικά ως ακολούθως ότι ː
-Το αντικείμενο με διακριτικά (αριθμός ΕΔΙΓ) 5797-1.1, 5797-1.2 αντιστοιχεί στο Τεκμήριο 14
12. Η έκθεση της Δρ. Σταυρούλας Ξενοφώντος , με αριθμό πραγματογνωμοσύνης 5797-24, κατατίθεται από κοινού ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της.
13.Η επιστημονική σύνδεση από τα τεκμήρια που παραλήφθηκαν με το γενετικό υλικό του κατηγορούμενου 1 είναι μόνο αυτή που αναφέρεται στα συμπεράσματα 1 και 2 της έκθεσης με αριθμό πραγματογνωμοσύνης 5797-24.
14.Ο κατηγορούμενος 1 την 1/10/24 και ώρα 09:10 συνελλήφθηκε ξανά δυνάμει δικαστικού Εντάλματος σύλληψης από τον ΜΚ13, επι του κατηγορητηρίου. Α/Αστ.1080, Βάσο Βαρνάβα .Το ένταλμα σύλληψης του κατηγορουμένου 1 μαζί με τον όρκο του ΜΚ13 κατατίθεται ως τεκμήριο.
15.Κατά τη δακτυλοσκοπική εξέταση που έγινε από το εργαστήριο διερεύνησης σκηνής εγκλήματος και εμφάνισης αποτυπωμάτων της ΥΠΕΓΕ από τον ΜΚ18, επι του κατηγορητηρίου, Αστ.1677, Αντρέα Παναγή, στα τεκμήρια 10,11(νάυλον σακουλάκια εντός των οποίων ήταν η φυτική ύλη κάνναβη) και 12 δεν εντοπίστηκε οποιοδήποτε αξιοποιήσιμο αποτύπωμα.
14. Η έκθεση του Αστ.1677, με αριθμό πραγματογνωμοσύνης 722/2024, κατατίθεται από κοινού ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της».
Οι αναφορές όλων των μαρτύρων, ως επίσης και τα τεκμήρια που κατατέθηκαν, αξιολογήθηκαν πλήρως, έστω και αν αυτά δεν αναφέρονται ρητά στην απόφαση, χωρίς να είναι αναγκαία η καταγραφή του περιεχομένου τους, κάτι το οποίο θα γίνει εκεί όπου κριθεί αναγκαίο (Βλέπε κατ΄ αναλογίαν, G & K Exclusive Fashions Ltd v. Παπαδοπούλου κ.ά (2001) 1 ΑΑΔ 88 και Al Watani κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2001) 1Γ ΑΑΔ 1924).
Τυχόν αποσπάσματα που αναφέρονται στην απόφαση μεταφέρθηκαν αυτούσια από τα πρακτικά, τα τεκμήρια και τις γραπτές αγορεύσεις.
Συνοψίζουμε τη μαρτυρία των μαρτύρων.
Ο αστυφύλακας 2702 Λεωνίδας Λεωνίδα, ΜΚ1, κατέθεσε σε σχέση με τις ενέργειες του, όπως αυτές καταγράφονται στις καταθέσεις του τεκμήρια 1 και 2, όταν μετέβηκε στο σημείο όπου ανακόπηκε όχημα εντός του οποίου εντοπίστηκε ποσότητα ναρκωτικών αλλά και σε χειρισμό των τεκμηρίων που παραλήφθηκαν κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης. Κατέθεσε τα τεκμήρια 2-15.
Ο λοχίας 199 Πανίκος Κρητικός, ΜΚ2, ως αναφέρει και στην κατάθεση του τεκμήριο 16, μετείχε μαζί με άλλους αστυνομικούς στην παρακολούθηση και ανακοπή του οχήματος εντός του οποίου ανευρέθηκαν ναρκωτικά όπου και περιγράφει μεταξύ άλλων και τις δικές του ενέργειες.
Ο Κυριάκος Σιακαλλής, ΜΚ3, κατέθεσε τόσο για την δική του εμπλοκή στην υπόθεση όσο και για αυτή των κατηγορούμενων 1 και 2, θέτοντας την εκδοχή του ως προς το πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα. Παρουσίασε την κατάθεση του τεκμήριο 18, χειρόγραφη ένορκη δήλωση του τεκμήριο 19, απόφαση Δικαστηρίου τεκμήριο 20 και αντίγραφο ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 22/5/2024 τεκμήριο 21.
Ο αρχιαστυφύλακας 2657 Ανδρέας Ανδρέου, ΜΚ4, αναφέρθηκε στις ενέργειες του ως προς τη διερεύνηση της υπόθεσης μετά που κλήθηκε και μετέβηκε στο σημείο όπου είχε ανακοπεί όχημα και εντοπίστηκαν ναρκωτικά.
Ο αρχιαστυφύλακας 3021 Αναστάσης Κωνσταντίνου, ΜΚ5, κατέθεσε ως προς τη συμμετοχή του στην ομάδα παρακολούθησης, μετά που πληροφορήθηκε από τον υπεύθυνο του για διακίνηση μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών. Περιέγραψε τις ενέργειες του ως αυτές καταγράφονται στην κατάθεση του τεκμήριο 32.
Ο Λοϊζος Σιακαλλής, ΜΚ6, έθεσε ως προς το τι γνώριζε για την υπόθεση ως αυτά καταγράφονται στην κατάθεση του τεκμήριο 33.
Ο αρχιαστυφύλακας 3215 Βαρνάβας Κωνσταντινίδης, ΜΚ7, προέβηκε, πέραν των καταθέσεων του τεκμήρια 34 και 35, όπου καταγράφονται οι ενέργειες του κατά την άσκηση των καθηκόντων του, και στην κατάθεση των τεκμηρίων 36-49. Ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης στις 2/2/2024.
Ο λοχίας 1248 Κωνσταντίνος Αναστασίου, ΜΚ8, κατέθεσε σε σχέση με εξετάσεις τις οποίες προέβηκε σε τεκμήρια τα οποία του παραδόθηκαν στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων. Παρουσίασε την έκθεση του τεκμήριο 53 στην οποία καταγράφει τα τεκμήρια που παρέλαβε, τη διαδικασία που ακολούθησε για εξέταση τους, ως επίσης και τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής.
Ο αρχιαστυφύλακας 1341 Μάριος Λεμονιάτης, ΜΚ9, παρουσίασε την έκθεση του τεκμήριο 55, όπου αναφέρει για την παραλαβή τεκμηρίων που αφορούν την υπόθεση, την ανάλυση του περιεχομένου τους και το αποτέλεσμα των εξετάσεων του.
Ο αρχιαστυφύλακας 1080 Βάσος Βαρνάβα, ΜΚ10, αναφέρθηκε στη σύλληψη του κατηγορούμενου 1, ως καταγράφηκε στην κατάθεση του τεκμήριο 57 και τη μεταφορά του κατηγορούμενου 1 στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου όπου θα κρατείτο.
Είχαμε την ευκαιρία μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης κάτι που θέτει το Δικαστήριο σε πλεονεκτική θέση στο να βλέπει, να ακούει και να αξιολογεί τους μάρτυρες (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Μελή ν. Κωνσταντίνου κ.ά., Πολ. Έφεση Αρ. 2/13, ημ. 13/3/19), να παρακολουθήσουμε και να ακούσουμε με προσοχή και υπομονή τους μάρτυρες που κατέθεσαν. Θέσαμε ως δείκτη ανάμεσα σε άλλα το στάδιο από το οποίο ανέκυψε η μαρτυρία, την πηγή και το κύρος της γνώσης των μαρτύρων, το όποιο προσωπικό συμφέρον ή προκατάληψη τους, τις ευκαιρίες που είχαν για να αντιληφθούν τα διαδραματιζόμενα, τη μνήμη τους και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή για να πιστεύουν σε αυτά στα οποία κατέθεσαν, τη σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων τους και τις όποιες υπερβολές, ανακολουθίες ή αντιφάσεις τους σε αντιπαραβολή με τις μικροαντιφάσεις, τη φιλαλήθεια τους και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων. Ήμασταν προσεκτικοί να μην προσδώσουμε υπέρμετρο βάρος στα εξωτερικά γνωρίσματα της μαρτυριακής τους συμπεριφοράς αφού κάτι τέτοιο εμπεριέχει επικινδυνότητα δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο κάποιοι μάρτυρες να είναι ιδιαίτερα ικανοί στο να παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη που πραγματικά τους χαρακτηρίζει αλλά και διότι κάποιες συμπεριφορές στο εδώλιο του μάρτυρα μπορεί να εδράζονται σε μεγάλο αριθμό αιτών και όχι κατ΄ ανάγκη από διάθεση να πουν ψέματα ή να παραπλανήσουν.
Αποτιμώντας τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας δεν περιοριστήκαμε στην ατομική εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων, αλλά τη συσχετίσαμε και την αντιπαραβάλαμε με το σύνολο της υπόλοιπης μαρτυρίας. Τη μαρτυρία των αστυνομικών την προσεγγίσαμε με ιδιαίτερη προσοχή έτσι ώστε να διακριβώσουμε αν τα όσα ανέφεραν εξέφραζαν πιστά και ορθά την πραγματικότητα (βλέπε, Volettos v. The Republic (1960) CLR 169).
Έχει σημασία, ως ζήτημα αρχής, να υπογραμμιστεί πως το γεγονός ότι κάποιοι μάρτυρες γίνονται δεκτοί ως αξιόπιστοι, δεν εξυπακούει αδηρίτως πως τα όσα είπαν υπέχουν και ανάλογης αποδεικτικής βαρύτητας, μια και η γενικότερη αξιοπιστία των μαρτύρων δεν εναρμονίζεται πάντοτε με την αποδεικτική δύναμη της μαρτυρίας τους (βλ. κατ’ αναλογίαν, Κίμωνος ως Εκκαθαριστή της Blue Seal Shoes Ltd v. Χρ. Ιωάννου & Υιοί (Υποδήματα) Λτδ, Πολ. Έφεση 66/13, ημ. 4/11/19, Ευσταθίου ν. Μιχαήλ και Άλλης, Πολ. Έφεση 269/12, ημ. 23/7/19, ECLI:CY:AD:2019:A341, Θεοχαρίδης ν. Ιωάννου κ.ά (2012) 1Β ΑΑΔ 1311, 1319-1322).
Ο αστυφύλακας 2702 Λεωνίδας Λεωνίδα, ΜΚ1, υπηρετεί στην ΥΚΑΝ στο Κλιμάκιο Λάρνακας. Αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του τεκμήριο 1 όπου αναφέρει ότι μετέβηκε στη συμβολή των οδών Ανδρέα Σουρουκλή και Σταδίου στα Λειβάδια Λάρνακας μετά που ενημερώθηκε πως μέλη της ΥΚΑΝ Αρχηγείου ανέκοψαν όχημα εντός του οποίου εντοπίστηκαν ναρκωτικά. Έλαβε οδηγίες όπως αναλάβει τον χειρισμό των τεκμηρίων. Ο εν λόγω μάρτυρας κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας που παρέθεσε με ειλικρίνεια τις δικές του ενέργειες ως προς τη διερεύνηση της υπόθεσης. Δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις που θα κλόνιζαν την αξιοπιστία του. Ήταν άμεσος και σαφής στις απαντήσεις του. Ανέφερε ότι κατά τη μετάβαση του στο σημείο ευρίσκονταν υπό σύλληψη οι Κυριάκος Σιακαλλής και Γιάννος Παπεττίδης. Εκεί βρισκόταν και το εμπλεκόμενο όχημα του Σιακαλλή με αριθμούς εγγραφής ΝΒΝ527. Του υποδείχθηκε στον αποθηκευτικό χώρο του οχήματος μία χάρτινη τσάντα με ένα νάιλον σακούλι μπλε χρώματος εντός της οποίας ευρίσκονταν δύο συσκευασίες που είχαν πράσινη φυτική ύλη. Έλαβε αριθμό φωτογραφιών, παρέλαβε αριθμό τεκμηρίων τα οποία και μετέφερε μαζί με τους δύο συλληφθέντες στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λάρνακας. Εκεί στην παρουσία των Σιακαλλή και Παπεττίδη διενήργησε έλεγχο στη φυτική ύλη μέσω αντιδραστηρίου με το αποτέλεσμα να είναι θετικό στην κάνναβη. Έλαβε παρειακά επιχρίσματα από τους Σιακαλλή και Παπεττίδη και αποτυπώματα δακτύλων και παλάμης. Παρέδωσε τεκμήρια στο εργαστήριο δακτυλοσκοπίας και στο Ινστιτούτο Γενετικής και Νευρολογίας για επιστημονικές εξετάσεις. Στις 2/2/2024 μετέβηκε με άλλα μέλη της ΥΚΑΝ στην Πύλα όπου διενήργησε έρευνα στο όχημα ΡΕΖ182 χωρίς να εντοπίσει οτιδήποτε το επιλήψιμο το οποίο και μετέφερε στη συνέχεια στα γραφεία της ΥΚΑΝ. Εκεί διενεργήθηκαν εξειδικευμένες εξετάσεις και ο ίδιος έλαβε αριθμό φωτογραφιών. Έλαβε παρειακά επιχρίσματα από τον κάτοχο του οχήματος και αποτυπώματα δακτύλων και παλάμης και τα παρέδωσε στο εργαστήριο δακτυλοσκοπίας και στο Ινστιτούτο Γενετικής και Νευρολογίας αντίστοιχα. Στις 6/2/2024 παρέλαβε από το Ινστιτούτο Γενετικής και Νευρολογίας τα τεκμήρια αφού αυτά εξετάστηκαν επιστημονικά και μετέβηκε στο Γενικό Χημείο του κράτους όπου παρέδωσε τα ανευρεθέντα ναρκωτικά για επιστημονικές εξετάσεις. Στις 30/9/2024 παρέλαβε ένα κινητό τηλέφωνο που εντοπίστηκε στην κατοχή του κατηγορούμενου 1 ο οποίος είχε συλληφθεί. Έλαβε επίσης παρειακά επιχρίσματα από το εν λόγω πρόσωπο και αποτυπώματα δακτύλων και παλάμης. Στις 2/10/2024 υποδείχθηκαν από τον κατηγορούμενο 1 σημεία που είχαν σχέση με την υπόθεση και στις 3/10/2024 παρέδωσε τα τεκμήρια για επιστημονικές εξετάσεις. Προέβηκε ο μάρτυρας και σε περιγραφή και εξήγηση των φωτογραφιών του τεκμηρίου 5 αναγνωρίζοντας τις νάιλον συσκευασίες όπου υπήρχαν τα ναρκωτικά τα οποία και κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου ως τεκμήρια 10 και 11. Εξήγησε ο μάρτυρας με αναφορά στη φωτογραφία 5 του τεκμηρίου 5, ότι στη φωτογραφία αυτή απεικονίζονται οι συσκευασίες με τα ναρκωτικά που είναι αεροστεγώς κλειστές. Ο λόγος που οι συσκευασίες που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου είναι πιο μεγάλες είναι διότι όταν ανοιχθούν και μπει αέρας μέσα τότε αυτές φουσκώνουν. Εξήγησε περαιτέρω ότι στη φωτογραφία 3 απεικονίζεται η αρχική θέση της χάρτινης σακούλας που ήταν μέσα τα ναρκωτικά και στη συνέχεια τη μετακίνησε ο ίδιος για σκοπούς φωτογράφησης όπως φαίνεται και στη φωτογραφία 5. Σε σχέση με τη φωτογραφία 4 είπε ότι την μπλε σακούλα που απεικονίζεται στην εν λόγω φωτογραφία δεν την μετακίνησε, παραπέμποντας στη φωτογραφία 3 όπου φαίνεται και πάλι η σακούλα να είναι στην ίδια θέση. Ρωτήθηκε ο μάρτυρας κατά πόσο έγινε κάποια συνομιλία μεταξύ των συναδέλφων του για να αφεθεί ελεύθερος ο κατηγορούμενος 2 με τον μάρτυρα να απαντά ότι δεν άκουσε τέτοια συνομιλία. Δέχθηκε ότι ο κατηγορούμενος 2 μεταφέρθηκε σε κάποιο στάδιο στην οικία του για να γίνει έρευνα χωρίς όμως ο ίδιος να είναι παρών. Είπε όμως ότι έμαθε στα γραφεία της ΥΚΑΝ ότι ένας από τους λόγους που μεταφέρθηκε στην οικία του ήταν για να κάνει και μπάνιο και να αλλάξει αφού κατά την ανακοπή του οχήματος είχε ενεργηθεί πάνω του. Αναγνώρισε ο ΜΚ1 και το τσαντάκι μέσης τεκμήριο 15 το οποίο του παραδόθηκε από τους συναδέλφους του που προέβηκαν στην έρευνα. Στη θέση της υπεράσπισης ότι το τεκμήριο 15 δεν ήταν το τσαντάκι που φορούσε ο κατηγορούμενος ο μάρτυρας απάντησε ότι όταν πήγε να δει τον κατηγορούμενο στο κρατητήριο και του το υπέδειξε ο τελευταίος, το αναγνώρισε ως δικό του και γι΄ αυτό το λόγο το έδωσε στον συνήγορο υπεράσπισης. Δεν υποβλήθηκε οτιδήποτε στον μάρτυρα που θα αλλοίωνε τα λεχθέντα του ή και που θα επηρέαζε τα δικαιώματα του κατηγορούμενου παρά την τελική εισήγηση του συνηγόρου του. Ανέφερε τέλος ότι δεν γνώριζε αν στο τσαντάκι υπήρχαν χάπια που βοηθούν στην ερωτική πράξη αλλά γνώριζε ότι ο κατηγορούμενος εμφάνισε σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας λόγω κατάχρησης ναρκωτικών ουσιών.
Η μαρτυρία του ΜΚ1 γίνεται αποδεκτή.
Ο λοχίας 199 Πανίκος Κρητικός ΜΚ2 υπηρετεί στην ΥΚΑΝ Αρχηγείου. Στην κατάθεση του τεκμήριο 16, αναφέρει ότι την 1/2/2024 λήφθηκε πληροφορία ότι ο Κυριάκος Σιακαλλής που ασχολείται με την εμπορία και διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών θα παραλάμβανε μεγάλη ποσότητα κάνναβης από τον Ανδρέα Χριστοδούλου άλλως Αντρικκή. Ήταν ένας από τους αστυνομικούς που μετέβηκαν στη Λάρνακα για εντοπισμό των δύο προσώπων. Ο εν λόγω μάρτυρας δημιούργησε πολύ καλή εντύπωση στο Δικαστήριο, ήταν άμεσος και σταθερός στις απαντήσεις του και η αξιοπιστία του κατά το στάδιο της αντεξέτασης του παρέμεινε αναλλοίωτη. Ανέφερε ότι περί ώρα 14:42 εντόπισε το όχημα με αριθμούς εγγραφή ΝΒΝ 527 που ανήκει στον Σιακαλλή, ενημέρωσε την υπόλοιπη ομάδα και το έθεσαν υπό διακριτική παρακολούθηση. Στις 15:15 το εν λόγω όχημα αναχώρησε με οδηγό τον Σιακαλλή και συνοδηγό άγνωστο άνδρα. Στις 15:25 σταμάτησαν και ο άγνωστος άνδρας μπήκε οδηγός με συνοδηγό τον Σιακαλλή και κατευθύνθηκαν προς Δρομολαξιά–Μενεού. Έχασαν οπτική επαφή μαζί τους και εντοπίστηκαν ξανά στη λεωφόρο Λεμεσού στην περιοχή Καμάρων. Στις 16:35 σταμάτησαν και άλλαξαν πάλι θέσεις με οδηγό τον Σιακαλλή και συνοδηγό τον άγνωστο άνδρα. Περί ώρα 16:53 σταμάτησαν στην οδό Ευτέρπης στα Λειβάδια όπου εκεί βρισκόταν ήδη το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ]. Ο αστυφύλακας 3021 τοποθετήθηκε παρατηρητής και τους ενημέρωσε ότι το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] στάθμευσε στη δεξιά πλευρά του [ ] και την ίδια στιγμή άνοιξαν οι πόρτες του χώρου αποσκευών και των δύο οχημάτων. Μετά από ένα λεπτό αναχώρησαν. Έδωσε οδηγίες για ανακοπή και έρευνα του [ ]. Αφού έθεσε τον αστυνομικό φάρο στο υπηρεσιακό αυτοκίνητο, ανέκοψαν το εν λόγω όχημα. Ο ίδιος τοποθέτησε το όχημα μπροστά και δεξιά του, ο αστυφύλακας 3021 αριστερά του και ο αστυφύλακας 3924 πίσω του. Ο Σιακαλλής άρχισε να οδηγεί αλόγιστα και επικίνδυνα κτυπώντας τα υπηρεσιακά οχήματα ως επίσης και λεωφορείο που ήταν μπροστά του. Ο ΜΚ2 κατέβηκε από το υπηρεσιακό όχημα και του φώναζε επανειλημμένα «Αστυνομία σταμάτα» με τον Σιακαλλή να οδηγεί μπρος πίσω επικίνδυνα και αλόγιστα. Με τη χρήση του υπηρεσιακού ροπάλου έσπασε το παράθυρο της πόρτας του οδηγού και αφαίρεσε τα κλειδιά του αυτοκινήτου το οποίο και ακινητοποιήθηκε. Λόγω του ότι οι επιβαίνοντες αρνούνταν να εξέλθουν από το όχημα χρησιμοποίησαν την ανάλογη βία και τους έβγαλαν εκτός για να καταστεί δυνατή η έρευνα τους όσο και του οχήματος. Ο αστυφύλακας 3021 εντόπισε στο χώρο αποσκευών μεγάλη ποσότητα κάνναβης. Πρόσθεσε ο μάρτυρας ότι κατά την ανακοπή τόσο ο Σιακαλλής όσο και ο Παπεττίδης συνέχισαν να παραμείνουν στο αυτοκίνητο χωρίς να κατεβαίνουν ή να ανοίγουν τις πόρτες και τα παράθυρα για να τους βγάλουν έξω. Ανέφερε επίσης ο μάρτυρας ότι ο κατηγορούμενος 1 χρησιμοποιεί το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] για τις διακινήσεις του. Δεν είχε προηγουμένως οποιαδήποτε άλλη πληροφορία που να παραπέμπει στον κατηγορούμενο 1 ότι διακινούσε ναρκωτικά. Εξήγησε ότι δεν δόθηκαν οδηγίες για να παρακολουθηθεί και το [ ], διότι δεν είχαν τόσα πολλά οχήματα και προσωπικό για να κάνουν δύο επιχειρήσεις. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι οδηγίες που έδωσε ήταν να ακολουθηθεί μόνο το [ ]. Έθεσε περαιτέρω ο μάρτυρας ότι για τον κατηγορούμενο 2 δεν ήταν ο ίδιος που προέβηκε στη σύλληψη και δεν μπορούσε να πει κάτι σε σχέση με τη χρήση της ανάλογης βίας ως προς τον τελευταίο. Είπε ότι κάποια άτομα της ομάδας πήγαν στον Σιακαλλή και κάποιοι πήγαν στον κατηγορούμενο 2 χωρίς όμως ο ίδιος να αντιληφθεί σε σχέση με τον τελευταίο τι έγινε. Αναφερόμενος στον Σιακαλλή είπε ότι δεν κατέβαινε από το αυτοκίνητο, έσπασαν το παράθυρο, άνοιξαν την πόρτα και συνέχιζε να μην κατεβαίνει με αποτέλεσμα να τον τραβήξουν προς τα έξω παίρνοντας τον από τα χέρια. Επανέλαβε ότι δεν γνώριζε αν χρησιμοποιήθηκε κάτι ανάλογο σε σχέση με τον κατηγορούμενο 2, όπως δεν γνώριζε αν ο τελευταίος αντιστεκόταν να κατεβεί από το αυτοκίνητο. Ερωτώμενος κατά την παρακολούθηση αν αντιλήφθηκε ο Σιακαλλής με τον κατηγορούμενο 2 να σταματούν σε κάποιο σημείο καθ’ οδόν προς συνοικισμό Κόκκινες και Τσιακκιλερό μετά το γήπεδο Αντώνης Παπαδόπουλος, για να αγοράσουν αγρέλια, απάντησε αρνητικά.
Η μαρτυρία του ΜΚ2 γίνεται αποδεκτή.
Ο Κυριάκος Σιακαλλής, ΜΚ3, ήταν το πρόσωπο που μαζί με τον κατηγορούμενο 2 επέβαινε στο όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], το οποίο ανακόπηκε από μέλη της ΥΚΑΝ και στον αποθηκευτικό χώρο του ανευρέθηκαν ναρκωτικά. Εναντίον του ΜΚ3 καταχωρίστηκε η ποινική υπόθεση 1391/2024 με αδικήματα κατά παράβαση του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 με αντικείμενο τα ίδια ναρκωτικά που αφορά και η υπό κρίση περίπτωση. Κατηγορούμενος στην αναφερόμενη ποινική υπόθεση ήταν και ο εδώ κατηγορούμενος 2. Ο ΜΚ3 δήλωσε παραδοχή και του επιβλήθηκε ποινή. Σε κατοπινό στάδιο και μετά τον εντοπισμό και σύλληψη του εδώ κατηγορούμενου 1, η ποινική δίωξη στην υπόθεση 1371/2024 αναστάλθηκε και καταχωρίστηκε η παρούσα υπόθεση με τους δύο εδώ κατηγορούμενους. Ο ΜΚ3 κλήθηκε να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας.
Θα πρέπει να θέσουμε ότι όταν το Δικαστήριο εξετάζει μαρτυρία μάρτυρα που φέρεται ως συνεργός θα πρέπει πρώτα να κρίνει αν όντως ο μάρτυρας αυτός είναι συνεργός (βλ. Saad ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 106, Zacharias v. The Republic (1962) CLR 52). Συνεργός θεωρείται πρόσωπο το οποίο μετέχει στο έγκλημα πριν ή κατά την διάπραξη του ή παρέχει κάλυψη στους δράστες μετά από αυτό (βλ. Ρόπας κ.ά ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2000) 2 ΑΑΔ 628).
Εξετάζοντας το ερώτημα, αν δηλαδή ο ΜΚ3 ήταν συνεργός, η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι καταφατική. Ο ΜΚ3 κατηγορήθηκε και καταχωρίστηκε εναντίον του η ποινική υπόθεση με αριθμό 1371/2024 σε σχέση με τα ναρκωτικά που εντοπίστηκαν στο όχημα με αριθμούς εγγραφής ΝΒΝ527 και που τα ίδια ναρκωτικά αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης που στρέφεται εναντίον των κατηγορούμενων 1 και 2. Ο κατηγορούμενος 2 ήταν συνοδηγός του ΜΚ3 κατά το χρόνο ανακοπής του εν λόγω οχήματος από την αστυνομία.
Αξιολογώντας όμως την αξιοπιστία συνεργού, κρίσιμο ερώτημα που χρήζει απάντησης είναι κατά πόσο το Δικαστήριο είναι διατεθειμένο να βασιστεί στη μαρτυρία αυτή χωρίς ενίσχυση. Η μαρτυρία συνεργού θα πρέπει να προσεγγίζεται με σκεπτικισμό, επιφυλακτικότητα και καχυποψία με το Δικαστήριο να αυτοπροειδοποιείται για τους κινδύνους αποδοχής της αφού ένας συνεργός πιθανόν να επιθυμεί να αποενοχοποιήσει τον εαυτό του ή να επιδιώκει να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης από την κατηγορούσα αρχή βοηθώντας την ή να καταδικάσει άλλους συμμετέχοντες στο έγκλημα. Είναι εύκολο για τον συνεργό να κατασκευάσει μαρτυρία, αφού είναι γνώστης των γεγονότων, για την ανάμιξη άλλων προσώπων που θα είναι δύσκολο να αποδειχθεί μη πειστική (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 175/2016 ημερ. 23/11/2018). Το ότι όμως η μαρτυρία προέρχεται από συνεργό δε σημαίνει εκ προοιμίου ότι είναι προϊόν ψεύδους ή ανειλικρίνειας. Το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία συνεργού χωρίς αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας εφόσον προειδοποιήσει τον εαυτό του για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην αποδοχή της (βλ. Αλεξάνδρου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 152/17 ημερ. 20/6/2022), ECLI:CY:AD:2022:D246. Σε κάθε περίπτωση η αξιολόγηση τέτοιας μαρτυρίας δεν διενεργείται απομονωμένα αλλά και σε σχέση με την υπόλοιπη μαρτυρία (βλ. Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 141/2017 ημερ. 31/5/2019), ECLI:CY:AD:2019:B202.
Συνεπώς η μαρτυρία του ΜΚ3 θα αξιολογηθεί υπό το πλαίσιο των πιο πάνω αρχών.
Έχουμε παρακολουθήσει με πολύ μεγάλη προσοχή τον ΜΚ3 κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ένορκη μαρτυρία του τόσο ως προς τον τρόπο όσο και προς το ύφος που κατέθετε και δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι ήταν μάρτυρας της αλήθειας. Απαντούσε με ευθύτητα, φυσικότητα και αυθορμητισμό χωρίς προσπάθεια υπεκφυγών ή με τρόπο που θα υποδήλωνε προσπάθεια διαστρέβλωσης των γεγονότων για να εμπλέξει τους κατηγορούμενους στα υπό κρίση αδικήματα και ειδικότερα τον κατηγορούμενο 1. Η μαρτυρία του διεπόταν από συνοχή. Ανέφερε με απλότητα και λεπτομέρεια πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα περιλαμβανομένων και των δικών του ενεργειών και εμπλοκής στην υπόθεση αλλά και αυτών των κατηγορούμενων. Διεξήλθαμε με τη μέγιστη προσοχή και αξιολογήσαμε τα όσα ο ΜΚ3 κατέθεσε, με επιφυλακτικότητα αλλά σφαιρικά και όχι μεμονωμένα δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στα κρίσιμα σημεία. Η διαπίστωση μας είναι ότι έδωσε ικανοποιητικές και πειστικές απαντήσεις χωρίς να διακρίνουμε καθ’ οιονδήποτε στάδιο της μαρτυρίας του προσπάθεια καταφυγής στα ψέματα. Περαιτέρω, προβήκαμε σε σύγκριση της μαρτυρίας του με την υπόλοιπη μαρτυρία που τέθηκε από πλευράς κατηγορούσας αρχής και δεν εντοπίσαμε ουσιώδεις αντιφάσεις. Σε κάθε περίπτωση οι βασικές για την υπόθεση θέσεις του παρέμειναν σταθερές, αναλλοίωτες και λογικές κατά το στάδιο της αντεξέτασης του. Να διευκρινίσουμε βέβαια εδώ ότι οι αναφορές του μάρτυρα ως προς την εμπλοκή ή γνώση του κατηγορούμενου 2 για την ύπαρξη των ναρκωτικών και που σχετίζεται με την διάπραξη των αδικημάτων που ο τελευταίος αντιμετωπίζει, δεν υπέχει παρά μόνο έκφραση της άποψης του. Το αν ο κατηγορούμενος 2 είχε γνώση για την ύπαρξη των ναρκωτικών και η τυχόν εμπλοκή του ή ακόμα και ο βαθμός αυτής της εμπλοκής στη διάπραξη των αδικημάτων θα κριθεί στη βάση του συνόλου της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Η κρίση μας επί τούτου δεν διαφοροποιείται ούτε από το γεγονός της δήλωσης του συνηγόρου υπεράσπισης του εν λόγω κατηγορούμενου, περί ουσιαστικά αποδοχής της μαρτυρίας του ΜΚ3 ως αληθούς.
Στο τεκμήριο 18, που ήταν η πρώτη κατάθεση του που έδωσε στην αστυνομία, ο ΜΚ3 δεν ανέφερε οτιδήποτε σε σχέση με την υπόθεση και απαντούσε στις ερωτήσεις που του τέθηκαν λέγοντας «Ότι έχω να πω θα το πω στο Δικαστήριο.». Προέβηκε όμως στη χειρόγραφή δήλωση, τεκμήριο 19, στην οποία καταγράφει το τι προηγήθηκε της σύλληψης του την 1/2/2024. Εν ολίγοις, μίλησε μαζί του ο κατηγορούμενος 1, τον οποίο του τον είχε γνωρίσει ο πατέρας του προ 6 μηνών και του ζήτησε να παραλάβει κάποια πράγματα και να τα μεταφέρει σε άλλο σημείο για να τα παραλάβουν άλλοι. Κατάλαβε ότι επρόκειτο για ναρκωτικά και παρά τις αρχικές επιφυλάξεις του δέχθηκε, λόγω του ότι ήταν άνεργος και είχε ανάγκη τα χρήματα που θα του έδιδε και που ήταν €500. Εξήγησε ότι η συνομιλία αυτή έγινε τρεις με τέσσερεις ημέρες πριν την 1/2/2024. Την ημέρα που παρέλαβαν τα ναρκωτικά μίλησε με τον κατηγορούμενο δύο φορές. Την πρώτη φορά βρισκόταν στη γιαγιά του με τον κατηγορούμενο 2 και έτρωγαν και του είπε να είναι έτοιμος να ξεκινήσει. Πήρε για παρέα του τον κατηγορούμενο 2. Η δεύτερη φορά ήταν όταν βρίσκονταν στο αυτοκίνητο και του τηλεφώνησε ο ΜΚ3 για να του εξηγήσει το σημείο της συνάντησης και συμφώνησαν να συναντηθούν στα Λειβάδια. Συναντήθηκαν σε ένα σημείο στο πλάι του γυμνασίου Λειβαδιών με τον κατηγορούμενο 1 να οδηγεί ένα μαύρο Mercedes. Είπε στον κατηγορούμενο 2 να κατέβει να ανοίξει το καπό του αυτοκινήτου για να βάλει κάτι μέσα ο κατηγορούμενος 1 όπως και έγινε. Στη συνέχεια αναχώρησαν και το όχημα τους ανακόπηκε από την αστυνομία. Να θέσουμε εδώ ότι κατά την ένορκη μαρτυρία του ο ΜΚ3 ανέφερε ότι είπε στον κατηγορούμενο 2 να κατεβεί να πιάσει τη τσάντα και να τη βάλει μέσα στο αυτοκίνητο. Είπε επίσης ότι ο κατηγορούμενος 2 πήρε την τσάντα από τον κατηγορούμενο 1 και την έβαλε στο αυτοκίνητο. Η διαφοροποίηση αυτή δεν επηρεάζει την αξιοπιστία του αλλά ούτε και το ότι υπήρξε η συγκεκριμένη συνάντηση. Σε κάθε περίπτωση δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση του κατηγορούμενου 2, κατά την αντεξέταση του μάρτυρα, ότι ο κατηγορούμενος 2 πήρε στα χέρια του την επίδικη τσάντα και την τοποθέτησε στο χώρο αποσκευών του οχήματος στο οποίο επέβαινε. Αντιθέτως, οι αναφορές του ΜΚ3 κατά την ένορκη κατάθεση του στο Δικαστήριο, ότι ο κατηγορούμενος 1 έδωσε την τσάντα στον κατηγορούμενο 2 με τον τελευταίο να την τοποθετεί στο αυτοκίνητο παρέμειναν αναντίλεκτες με θέση του να είναι ότι όντως πήρε στα χέρια του τη τσάντα με τα ναρκωτικά. Αποτέλεσε όμως σημείο αντεξέτασης του από τον συνήγορο υπεράσπισης του κατηγορούμενου 1, ο λόγος που κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου. Υποβλήθηκε στον μάρτυρα ότι το έκανε λόγω της έφεσης που καταχωρίστηκε από την Δημοκρατία σε σχέση με το ύψος της ποινής που του επιβλήθηκε. Η θέση αυτή, αν και δεν τέθηκε ευθέως, έχει ως υπόβαθρο της ότι ο ΜΚ3 είχε λόγο να ενοχοποιήσει τους κατηγορούμενους 1 και 2, καταθέτοντας ενόρκως ενώπιον του Δικαστηρίου, αφού ανησυχεί για το αποτέλεσμα της έφεσης. Δεν τέθηκε κάτι, πέραν της υποβολής, το οποίο να υποστηρίζει την εισήγηση αυτή. Ούτε βέβαια και το ότι διόρισε δικηγόρο για να τον εκπροσωπήσει στην διαδικασία εκδίκασης της έφεσης είναι δυνατόν να κριθεί σε βάρος του ή και ότι επηρεάζει την αξιοπιστία του τη στιγμή που αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του να εκπροσωπείται από δικηγόρο της επιλογής του για να τον εκπροσωπεί σε Δικαστική διαμάχη που τον αφορά. Δεν προέκυψε κάτι το απτό που θα οδηγούσε σε κρίση αναξιοπιστίας του μάρτυρα στη βάση του ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει έχοντας αλλότρια κίνητρα. Σε κάθε περίπτωση η δήλωση του τεκμήριο 19, δόθηκε πολύ πριν κληθεί να καταθέσει ενόρκως. Ως σε κατοπινό στάδιο έθεσε ο μάρτυρας η επίδικη δήλωση του δόθηκε στις 27/7/2024 που ήταν η ημερομηνία επιβολής της ποινής. Δεν υποβλήθηκε καν στον μάρτυρα ότι όταν δόθηκε και που ήταν πριν του επιβληθεί ποινή, δόθηκε για να ελαφρύνει τη θέση του ενοχοποιώντας άλλους. Εξηγήθηκε από τον ΜΚ3, σε αντιπαραβολή με το περιεχόμενο της κατάθεσης του τεκμήριο 18, όπου δεν αναφέρει οτιδήποτε, ότι προέβηκε στην δήλωση του τεκμήριο 19 μετά που άλλαξε δικηγόρο και τον συμβούλευσε, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης, ότι θα έπρεπε να πει την αλήθεια για το δικό του καλό. Συμπλήρωσε ότι ήταν η δεύτερη φορά που διέπραττε το ίδιο αδίκημα, έκανε ένα λάθος και είπε να πράξει το σωστό. Τέθηκε όμως στον μάρτυρα ότι το έκανε για να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης. Απάντησε ότι δεν έχει να κερδίσει κάτι αφού έχει καταχωριστεί έφεση από τη Δημοκρατία για να αυξηθεί η ποινή που του επιβλήθηκε. Το ζήτημα εδώ είναι αν η δήλωση του ΜΚ3, τεκμήριο 19, έγινε με αλλότρια κίνητρα ενοχοποιώντας τους κατηγορούμενους και ειδικότερα τον κατηγορούμενο 1. Δεν έχει προκύψει τέτοιο στοιχείο. Το ότι έγραψε τη δήλωση λίγο πριν του επιβληθεί ποινή έτσι ώστε να προσμετρήσει ως μετριαστικός παράγοντας, δεν σημαίνει ότι από μόνο του το στοιχείο αυτό κρίνεται ως αναληθής δήλωση που έχει σκοπό την ενοχοποίηση κάποιου άλλου προσώπου. Στην παρούσα περίπτωση τα όσα ανέφερε ο μάρτυρας ως προς την εμπλοκή του κατηγορούμενου 1 δεν κρίνονται ως αναληθή δεδομένης και της υπόλοιπης μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Ούτε και η ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης, ως ένδειξη επαναλαμβανόμενης τάσης παραβατικότητας αφού ενώ του δόθηκε χάρη διέπραξε και πάλι αδίκημα, είναι δυνατόν να πλήξει την αξιοπιστία του μάρτυρα. Ο ΜΚ3 κρίνεται στα όσα έχει θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου και αν αυτά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης από μόνη της δεν είναι ικανή να αναδείξει ένα κακό χαρακτήρα, ως η εισήγηση της υπεράσπισης με συνεπακόλουθο το μη αξιόπιστο της μαρτυρίας του. Έγινε αναφορά από τον μάρτυρα και για άλλο άτομο που βρισκόταν στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου 1 πλην όμως δεν γνώριζε ποιο ήταν και γι’ αυτό το λόγο και δεν προέβηκε σε αναφορά του στην κατάθεση του. Είπε όμως ότι κατέβηκε από το αυτοκίνητο και στάθηκε στη θέση του συνοδηγού. Πρόσθεσε ότι την ώρα που στάθμευσαν και άνοιξαν τους αποθηκευτικούς χώρους των οχημάτων, το πρόσωπο αυτό άνοιξε την πόρτα και κατέβηκαν και οι δύο μαζί και αυτός ήταν στην αριστερή πλευρά που είναι η θέση του συνοδηγού. Αποδεχόμενος τέλος ότι τη δήλωση τεκμήριο 21 την έκανε ο ίδιος , είπε ότι ο λόγος που την έκανε ήταν γιατί ο κατηγορούμενος 2 δεν έχει σχέση και ήταν αυτός που του είπε να κατέβει να πιάσει τα ναρκωτικά. Ενόψει λοιπόν όλων των πιο πάνω δεν έχουμε αμφιβολία ότι ο ΜΚ3 ήταν μάρτυρας της αλήθειας που παράθεσε στο Δικαστήριο με ειλικρίνεια την πραγματική διάσταση των γεγονότων. Καταλήγουμε σε αυτό αφού έχουμε προηγουμένως προειδοποιήσει εαυτούς για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στο να βασιστούμε στην μαρτυρία του ΜΚ3 χωρίς ενίσχυση και η χωρίς ενδοιασμό κατάληξη μας είναι ότι μπορούμε να το πράξουμε με απόλυτη ασφάλεια.
Η μαρτυρία του ΜΚ3 γίνεται αποδεκτή.
Ο αρχιαστυφύλακας 2657 Ανδρέας Ανδρέου, ΜΚ4, την 1/2/2024 και μετά από ενημέρωση ότι ανακόπηκε όχημα στα Λειβάδια, εντός του οποίου υπήρχε μεγάλη ποσότητα κάνναβης, μετέβηκε στην οδό Σταδίου. Εκεί έλαβε ενημέρωση ότι συνελήφθηκαν οι Κυριάκος Σιακαλλής και Γιάννος Παπεττίδης. Μετέφερε τον Σιακαλλή μαζί με τα τεκμήρια στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λάρνακας. Ο μάρτυρας παραθέτει στην κατάθεση του τεκμήριο 28, τις ενέργειες τις οποίες ο ίδιος προέβηκε στα πλαίσια των καθηκόντων του. Δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι παρέθεσε με ειλικρίνεια το πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα χωρίς υπεκφυγές. Ανέφερε ότι παρέδωσε στον Σιακαλλή το έντυπο με τα δικαιώματα του και έλαβε από το πρόσωπο αυτό παρειακά επιχρίσματα. Την ίδια μέρα έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο 2 αφού προηγουμένως τον πληροφόρησε για τα αδικήματα που διερευνώνταν εναντίον του και του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο. Αργότερα τον συνέλαβε δυνάμει Δικαστικού εντάλματος σύλληψης αφού του εξήγησε τους λόγους της σύλληψης και του εξήγησε τα δικαιώματα του, του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο και αυτός απάντησε «δεν έχω να πω τίποτε». Μετά τη σύλληψη του και ενώ ο κατηγορούμενος 2 βρισκόταν στα γραφεία της ΥΚΑΝ ανάφερε στον μάρτυρα «εν ο Σιακαλλής που φταίει που εν να πάω τζελλί». Αμέσως τον πληροφόρησε ότι οτιδήποτε του αναφέρει σχετικά με την υπόθεση πιθανόν να χρησιμοποιηθεί ως μαρτυρία, του επέστησε την προσοχή του στο Νόμου, του εξήγησε πλήρως τα δικαιώματα του και αυτός ανέφερε «ενώ ήμουν μαζί με τον Σιακαλλή στο αυτοκίνητο του και φακκούσαμεν γυρούς εκτύπησε το τηλέφωνο του Σιακαλλή με viber ή messanger. Σίγουρα δεν ήταν κανονικό τηλέφωνο και ο Σιακαλλής μίλησε με κάποιο άντρα. Ο Σιακαλλής σε κάποια φάση ερώτησεν τον αν θα του δώκει 3 ή 5 κιλά και ο άλλος είπε του θα σου δώσω 3 και διώ σου ξανά. Επήαμε στα Λειβάδια και ήβραμεν τον άλλο τζιαι ο Σιακαλλής είπε μου να κατεβώ να ανοίξω το καπό για να βάλει ο άλλος μέσα το πράμα. Εγιώ κατέβηκα που το αυτοκίνητο, άνοιξα το καπό και ήρτεν ο άλλος και έβαλε την τσέντα με το πράμα μέσα στο καπό και εφύαμε.» Συμπλήρωσε ο μάρτυρας μετά που του ανέφερε τα πιο πάνω ο κατηγορούμενος 2 τον πληροφόρησε ότι πιθανόν να χρησιμοποιηθούν ως μαρτυρία και αφού του επέστησε εκ νέου την προσοχή του στο Νόμο, αυτός απάντησε «έτσι εγινίκαν τα πράματα, τούτη εν η αλήθκεια». Έγινε βέβαια προσπάθεια από πλευράς συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορούμενου 2 να αμφισβητήσει τα λεχθέντα του μάρτυρα στη βάση του ότι ο κατηγορούμενος 2 δεν του ανέφερε αυτά που θέτει στην κατάθεση του τεκμήριο 28. Τον κάλεσε μάλιστα να τα επαναλάβει χωρίς να έχει βοήθεια από την κατάθεση του. Ο μάρτυρας επανέλαβε ακριβώς τα όσα ο κατηγορούμενος 2 του ανάφερε ενώ βρισκόταν κρατούμενος στα γραφεία της ΥΚΑΝ. Αυτό καταδεικνύει και την ειλικρίνεια του ΜΚ4 αλλά και αφήνει τη θέση της υπεράσπισης μετέωρη. Έγινε περαιτέρω προσπάθεια να τεθεί στον μάρτυρα ότι επρόκειτο για ανάκριση κάτι το οποίο δεν θα έπρεπε να γίνει αφού κατά τη θέση του κατηγορούμενου 2 δεν αισθανόταν καλά κάτι που ανέφερε στον μάρτυρα και δεν θα έπρεπε να τον ανακρίνει. Επέμενε ο ΜΚ4 ότι δεν επρόκειτο για ανάκριση και ότι αυτά που του ανέφερε ο κατηγορούμενος 2 του τα ανέφερε μόνος του. Δεν έχει προβληθεί οτιδήποτε το οποίο θα κατέρριπτε ή και θα αλλοίωνε την καλή εικόνα που το Δικαστήριο δημιούργησε για τον εν λόγω μάρτυρα και ότι τα γεγονότα δεν εξελίχθηκαν όπως ο ίδιος τα έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου. Αρνήθηκε επίσης τη θέση που του υποβλήθηκε από τον συνήγορο υπεράσπισης ότι ο κατηγορούμενος 2 του είπε «μάσιεστε να με μπλέξετε, εν σας λαλώ τίποτε πιον» και απαντούσε συνέχεια με το «δεν έχω να πω τίποτε». Είπε επίσης ότι δεν άκουσε να λέει κάποιος από την υπηρεσία του να αφήσουν τον κατηγορούμενο 2 να φύγει γιατί δεν φταίει σε τίποτε. Ανέφερε περαιτέρω ότι τον κατηγορούμενο 2 τον είδε ακόμη μια φορά στη ζωή του όταν πήγε στο σπίτι του να κάνει έρευνα. Έκανε την έρευνα, δεν βρήκε οτιδήποτε και αποχώρησε. Συμπλήρωσε μάλιστα ο μάρτυρας ότι το ένταλμα έρευνας δεν ήταν εκδομένο για τον κατηγορούμενο αλλά για άλλο πρόσωπο που διέμενε εκεί. Δεν γνώριζε επίσης να πει το πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα κατά την ανακοπή του οχήματος και αν ο κατηγορούμενος 2 κακοποιήθηκε. Όπως δεν γνώριζε αν την 1/2/2024 ο κατηγορούμενος 2 λόγω έντονων πόνων που είχε στα πλευρά του μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας και έλαβε φαρμακευτική αγωγή.
Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του ΜΚ4.
Ο αρχιαστυφύλακας 3021 Αναστάσης Κωνσταντίνου, ΜΚ5, ως αναφέρεται και στην κατάθεση του τεκμήριο 32, μετέβηκε, μετά από πληροφορία και οδηγίες από τον υπεύθυνο του, με την ομάδα παρακολούθησης στην επαρχία Λάρνακας για εντοπισμό του Κυριάκου Σιακαλλή και Ανδρέα Χριστοδούλου άλλως Αντρικκή αφού σύμφωνα με την πληροφορία ο Σιακαλλής ανέμενε παραλαβή μεγάλης ποσότητας κάνναβης. Αναφέρθηκε ο μάρτυρας στον εντοπισμό του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] στην οδό Περιστερωνοπηγής 33 Κόκκινες και τη μετάβαση του εκεί οπόταν και έθεσαν υπό παρακολούθηση το εν λόγω όχημα. Ο εν λόγω μάρτυρας πέραν της παρακολούθησης μετείχε και στην ανακοπή και σύλληψη του Κυριάκου Σιακαλλή και του κατηγορούμενου 2. Έθεσε με αμεσότητα και σαφήνεια το πως εξελίχθηκε η παρακολούθηση και πως κατέληξαν στην ανακοπή του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ]. Δεν προέκυψε οτιδήποτε κατά το στάδιο της αντεξέτασης του που θα κλόνιζε την αξιοπιστία του μάρτυρα. Ανάφερε για την πληροφόρηση του περί της αναχώρησης του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ], την πορεία που ακολούθησαν, το πού κατευθύνθηκαν και ότι σε δύο περιπτώσεις το όχημα σταμάτησε και έγινε αλλαγή θέσεων των επιβαινόντων. Δηλαδή ο οδηγός κάθησε συνοδηγός και ο συνοδηγός οδηγός. Όταν το όχημα κατέληξε στην οδό Ευτέρπης στα Λειβάδια το είδε να σταθμεύει στη δεξιά πλευρά του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] μάρκας Mercedes μαύρου χρώματος. Άνοιξαν οι πόρτες στο χώρο αποσκευών και των δύο οχημάτων και είδε άτομο, το οποίο δεν κατέστη δυνατό να αναγνωρίσει, να περιφέρεται μεταξύ των δύο οχημάτων. Μετά από ένα λεπτό περίπου το όχημα [ ] αναχώρησε και ακολουθείτο από το [ ]. Λίγα μέτρα πιο κάτω το [ ] σταμάτησε στην αριστερή πλευρά του δρόμου και αφού πέρασε δίπλα του διαπίστωσε ότι αυτό οδηγείτο από τον κατηγορούμενο 1. Πρόσθεσε ότι τον γνωρίζει πολύ καλά αφού είναι πρόσωπο το οποίο απασχόλησε την ΥΚΑΝ με αριθμό πληροφοριών και έτυχε να εργαστεί και ο ίδιος σε αυτές τις πληροφορίες. Τον έβλεπε να οδηγούσε και προηγουμένως το εν λόγω όχημα για το οποίο δεν είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης. Η απόσταση που χώριζε τα δύο αυτοκίνητα όταν πέρασε από δίπλα του και τον αναγνώρισε, ήταν ένα με δύο μέτρα και δεν υπήρχε οτιδήποτε που να εμποδίζει την ορατότητα του. Είπε επίσης ότι αν δει τον κατηγορούμενο 1 στο δρόμο θα τον αναγνώριζε πολύ εύκολα. Το [ ] κατευθύνθηκε προς τη συμβολή των οδών Ανδρέα Σουρουκλή και Σταδίου όπου σταμάτησε στα φώτα τροχαίας. Δόθηκαν οδηγίες όπως αυτό ανακοπεί και αφού τοποθέτησε τον αστυνομικό φάρο στο υπηρεσιακό του όχημα το οδήγησε στην αριστερή πλευρά του [ ]. Ο οδηγός του, μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία της αστυνομίας, προσπάθησε να διαφύγει κτυπώντας σε λεωφορείο που βρισκόταν μπροστά αριστερά σύμφωνα με την πορεία του στο υπηρεσιακό όχημα του μάρτυρα, στο υπηρεσιακό όχημα του λοχία 199 που βρισκόταν στο μπροστινό δεξιό του μέρος και στο υπηρεσιακό όχημα του αστυφύλακα 3924 που βρισκόταν στο πίσω δεξιό του μέρος. Εξήλθε του οχήματος του, προσέγγισε το όχημα [ ] από την πλευρά του συνοδηγού και του φώναξε «αστυνομία σταμάτα». Ο οδηγός του που ήταν ο Σιακαλλής οδηγώντας το όχημα μπροστά πίσω προσπαθούσε να διαφύγει. Τότε ο λοχίας 199 με τη χρήση υπηρεσιακού ροπάλου έσπασε το παράθυρο της πόρτας του οδηγού και έθεσε το όχημα εκτός λειτουργίας. Τους ζήτησαν να εξέλθουν του οχήματος αλλά αυτοί αρνήθηκαν. Χρησιμοποίησαν ανάλογη βία και τους έβγαλαν εκτός του οχήματος. Διαπίστωσε ότι συνοδηγός στο όχημα ήταν ο κατηγορούμενος 2. Τους οδήγησε στο χώρο αποσκευών όπου εκεί εντόπισε μία χάρτινη σακούλα χρώματος μαύρου με καφέ έχοντας την υπογραφή COSMOS SPORTS εντός της οποίας βρίσκονταν δύο συσκευασίες με πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης, τους τις υπέδειξε και τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο χωρίς αυτοί να δώσουν κάποια απάντηση. Στη συνέχεια τους πληροφόρησε ότι είναι υπό σύλληψη για τα αυτόφωρα αδικήματα της παράνομης κατοχής και παράνομης κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β. Ακολούθως τους πληροφόρησε προφορικά για όλα τα νομικά τους δικαιώματα. Κατά τη σωματική έρευνα εντόπισε στην κατοχή του Σιακαλλή ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας Samsung και σε τσαντάκι χρώματος μαύρου το οποίο έφερε εντόπισε ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας NOKIA, ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας MIUR και το ποσό των €740. Στον κατηγορούμενο 2 εντόπισε στην αριστερή τσέπη γιλέκου που φορούσε ένα σπρέι εκτόξευσης επιβλαβών αερίων μάρκας Police, και στη δεξιά τσέπη ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας ΝΟΚΙΑ, ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας Samsung και δύο σπρέι εκτόξευσης επιβλαβών αερίων μάρκας VALOUR. Σε τσαντάκι μαύρου χρώματος που κρατούσε εντόπισε δύο τηλέφωνα μάρκας ΝΟΚΙΑ και ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας Melrose χρώματος κίτρινου. Με το πέρας της σωματικής έρευνας ο κατηγορούμενος 2 του ανέφερε «εγώ δεν έχω καμιά σχέση με τα ναρκωτικά». Αφού του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο αυτός συνέχισε λέγοντας του «εν τρία κιλά τζιαι έδωκε τα ο Αντρικκής στον Σιακαλλή». Εντόπισε επίσης στη θέση του συνοδηγού ένα μεταλλικό ρόπαλο baseball. Αναφερόμενος στην πληροφορία για την παραλαβή των ναρκωτικών είπε ότι την έλαβε από τον υπεύθυνο του και ότι ο Χριστοδούλου θα κανόνιζε τα ναρκωτικά στον Σιακαλλή χωρίς όμως ο ίδιος να γνωρίζει σε ποιον ανήκαν τα ναρκωτικά. Διαφώνησε όμως ότι η πληροφορία ήταν λανθασμένη αφού εκ του αποτελέσματος φάνηκε ότι ήταν ορθή. Εξήγησε ότι ακολούθησαν μόνο το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] και όχι το όχημα που οδηγείτο από τον κατηγορούμενο 1, καθότι εκτελούσαν οδηγίες των υπευθύνων τους και όχι επειδή δεν υπήρχε οποιοδήποτε στοιχείο που να σχετίζεται με οποιαδήποτε παρανομία εντός του [ ]. Πρόσθεσε ότι εφόσον η πληροφορία ήταν ότι ο Χριστοδούλου θα έδινε ναρκωτικά στον Σιακαλλή τότε τα ναρκωτικά θα βρίσκονταν στο αυτοκίνητο που ακολούθησαν. Ανέφερε περαιτέρω ότι η συνάντηση μεταξύ των δύο οχημάτων ήταν περίπου 1 λεπτό αλλά δεν μπορούσε να πει πόση ήταν η απόσταση που ο ίδιος απείχε από το σημείο που σταμάτησαν τα αυτοκίνητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά και για τη συγκεκριμένη, ανέφερε ο μάρτυρας, η έγνοια του δεν ήταν να δει την απόσταση αλλά να βρει ένα σημείο που του παρείχε ασφάλεια για να μην γίνει αντιληπτός από τους ύποπτους. Επανέλαβε ότι το άτομο το οποίο είδε να περιφέρεται ήταν ένα, δεν είδε ποιες άλλες πόρτες άνοιξαν των αυτοκινήτων και το άτομο που περιφερόταν δεν το είδε να πιάνει οτιδήποτε από το ένα αυτοκίνητο να το μεταφέρει στο άλλο. Αναφέρθηκε ο μάρτυρας και στην προσπάθεια της αστυνομίας μετά την ανακοπή για να εξέλθει του οχήματος ο κατηγορούμενος 2. Είπε ότι η ανάλογη βία που χρησιμοποίησε μαζί με τους συναδέλφους του ήταν όση χρειαζόταν για να τους βγάλουν έξω από το αυτοκίνητο. Δεν μπορούσε να πει από πού τους έπιασαν αλλά πρέπει να τους έπιασαν από το χέρι και τους τράβηξαν και τους έβγαλαν από το όχημα. Αρνήθηκε ότι με το άνοιγμα της πόρτας του συνοδηγού και χωρίς να δώσουν περιθώριο αντίδρασης στον κατηγορούμενο 2, τον τράβηξαν από το τσαντάκι της μέσης το οποίο φορούσε και τον έριξαν στο έδαφος και ενώ ήταν κάτω του κλοτσούσαν στα πλευρά και στο πρόσωπο με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρούς τραυματισμούς. Όταν δε έκανε σωματική έρευνα στον κατηγορούμενο 2 δεν αντιλήφθηκε να είχε ενεργηθεί πάνω του. Αναφερόμενος στο τσαντάκι είπε ότι δεν εντόπισε οτιδήποτε άλλο πέραν αυτών που κατέγραψε στην κατάθεση του. Είπε ότι αν υπήρχαν χάπια ή οτιδήποτε άλλο τα οποία θεώρησε ότι ήταν περιουσία του κατηγορούμενου 2, δεν τα κατέγραψε στην κατάθεση του αλλά τα παρέδωσε στους συναδέλφους του στη σκηνή. Το τσαντάκι όμως αυτό το κρατούσε ο κατηγορούμενος 2 στα χέρια του και δεν το είχε στη μέση του. Θυμήθηκε ότι μετά από καταγγελία του κατηγορούμενου διατάχθηκε ποινική έρευνα εναντίον μελών της αστυνομίας για τα όσα ακολούθησαν της ανακοπής του οχήματος και ότι ήταν και αυτός ένας από αυτούς που εξετάστηκαν και δεν υπάρχει κάτι το οποίο να έχουν εις βάρος τους. Επέμενε ο μάρτυρας ότι τα τηλέφωνα που εντοπίστηκαν στο τσαντάκι που κρατούσε ο κατηγορούμενος 2 ήταν τρία.
Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του ΜΚ5.
Ο Λοΐζος Σιακαλλής, ΜΚ6, αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του τεκμήριο 33. Αναφέρεται στη γνωριμία του με τον κατηγορούμενο 1 και ότι συνεργάστηκαν παλιά σε μία μπυραρία στην Ορόκλινη αλλά και για συνεργασία που είχε ο αδελφός του τους μήνες Δεκέμβριο του 2023 και Ιανουάριο του 2024. Ο αριθμός τηλεφώνου που χρησιμοποιούσε ο κατηγορούμενος 1 ήταν [ ]. Πληροφορήθηκε για τη σύλληψη του αδελφότεκνου του Κυριάκου Σιακαλλή την 1/2/2024 όταν εντοπίστηκαν στο όχημα του 3 κιλά κάνναβης και έμαθε ότι για την υπόθεση αυτή καταζητείτο ο κατηγορούμενος 1. Ο μάρτυρας ήταν άμεσος και σταθερός στις απαντήσεις του και παρέθεσε με σαφήνεια το τι ο ίδιος αντιλήφθηκε και τι έπραξε όσον αφορά την υπόθεση που ήταν ουσιαστικά η συνάντηση που είχε στις 30/9/2024 με τον κατηγορούμενο 1 και το ότι τηλεφώνησε στη Γραμμή του Πολίτη ενημερώνοντας τους για τον κατηγορούμενο 1 ο οποίος καταζητείτο από την ΥΚΑΝ λέγοντας τους πού βρίσκεται για να στείλουν αστυνομικούς να τον συλλάβουν. Κατά τη συνάντηση τους ο κατηγορούμενος 1 του περιέγραψε την ιστορία που είχε συλληφθεί ο Κυριάκος Σιακαλλής λέγοντας του ότι ο ίδιος είχε μεταφέρει τρίτο πρόσωπο το οποίο είχε συνάντηση με τον Σιακαλλή και του παρέδωσε ναρκωτικά. Μόλις έφυγαν από το σημείο είδαν την αστυνομία να περνά από δίπλα τους και να κατευθύνεται προς τον Σιακαλλή. Έμαθε μετά ότι συνέλαβαν τον Σιακαλλή. Σε κάποια στιγμή, ανέφερε περαιτέρω ο μάρτυρας, ενώ κάθονταν στο καφενείο, ο κατηγορούμενος 1 ήθελε να φύγει και προχώρησε προς την εκκλησία των Λειβαδιών και μετά από λίγο είδε την αστυνομία να τον συλλαμβάνει.
Η μαρτυρία του ΜΚ6 γίνεται αποδεκτή.
Αποδεκτή γίνεται και η μαρτυρία του αρχιαστυφύλακα 3215 Βαρνάβα Κωνσταντινίδη, ΜΚ7. Ο εν λόγω μάρτυρας ήταν ο αστυνομικός που ανέλαβε την εξέταση της υπόθεσης στις 2/2/2024, δηλαδή την επόμενη ημέρα των συμβάντων αλλά συνέλαβε και τον κατηγορούμενο 1 στις 30/9/2024. Στην κατάθεση του τεκμήριο 35, αλλά και ενώπιον του Δικαστηρίου ανέφερε τις ενέργειες του ως προς τη διερεύνηση της υπόθεσης. Ήταν άμεσος και επεξηγηματικός στις απαντήσεις του χωρίς να υποπέσει σε αντιφάσεις που θα αλλοίωναν την καλή εικόνα του στο εδώλιο του μάρτυρα. Ανέφερε ότι μετά τη σύλληψη του κατηγορούμενου 1 διενήργησε σωματικό έλεγχο όπου εντόπισε στην κατοχή του τελευταίου ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας Redmi με αριθμό κάρτας κλήσης [ ] και αριθμούς ΙΜΕΙ 860364062769624/78 και 860364062769632/78. Στη συνέχεια τον μετέφερε στα γραφεία της ΥΚΑΝ, του παρέδωσε τα δικαιώματα του και στις 17:10-18:30 του έλαβε ανακριτική κατάθεση όπου αρνείται οποιαδήποτε ανάμιξη στην υπόθεση. Στις 2/10/2024 ο κατηγορούμενος 1 υπέδειξε σκηνές και στις 6/10/2024 του λήφθηκε και πάλι ανακριτική κατάθεση από τον μάρτυρα. Πρόσθεσε ο ΜΚ7 ότι προέβηκε και σε περαιτέρω ενέργειες οι οποίες δεν καταγράφονται στην κατάθεση του αφού έγιναν μετά την καταχώριση της υπόθεσης. Αφορούν την εξέταση των τηλεφώνων των Σιακαλλή και Παπεττίδη και για τα οποία εκδόθηκε διάταγμα Δικαστηρίου στην αίτηση τεκμήριο 44. Κατέθεσε επίσης το περιεχόμενο των τηλεφώνων σε usb τεκμήριο 45. Από μελέτη του εντόπισε κάποιες κλήσεις που έγιναν μεταξύ κατηγορούμενου 1 και Σιακαλλή την ημέρα που διαπράχθηκαν τα αδικήματα χωρίς όμως να έχουν το περιεχόμενο των συνομιλιών. Κατέθεσε το τεκμήριο 47 (Extraction Report), που είναι οι κλήσεις μεταξύ Σιακαλλή και κατηγορούμενου 1. Διευκρίνισε ο μάρτυρας ότι η κάρτα που είχε μέσα το κινητό που βρέθηκε στην κατοχή του Χριστοδούλου ήταν διαφορετική από αυτή που, σύμφωνα με μαρτυρία, κρατούσε την 1/2/2024. Εξήγησε περαιτέρω ότι η κάρτα που σύμφωνα με τη μαρτυρία χρησιμοποίησε την 1/2/2024 δεν εντοπίστηκε να χρησιμοποιήθηκε από τη συσκευή που κρατούσε όταν συνελήφθηκε. Εξασφαλίστηκε διάταγμα στην αίτηση 24/24, τεκμήριο 48, για πρόσβαση στο κινητό τηλέφωνο που κρατούσε ο κατηγορούμενος 1 όταν συνελήφθηκε στις 30/9/2024. Όταν αποστάλθηκε για εξετάσεις εντοπίστηκε ένα μήνυμα που απέστειλε ο κατηγορούμενος 1 σε άλλο πρόσωπο. Κατέθεσε ο μάρτυρας το μήνυμα ως τεκμήριο 50 λέγοντας ότι είναι το μήνυμα που απέστειλε ο Χριστοδούλου σε άλλο πρόσωπο και αναγράφεται ο αριθμός τηλεφώνου που σύμφωνα με μαρτυρία κρατούσε την 1/2/2024. Ανέφερε περαιτέρω ο ΜΚ7 ότι για την υπόθεση εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του Ανδρέα Κωστή, που ήταν το άλλο πρόσωπο που κατά τον κατηγορούμενο 1 φέρεται να ήταν μαζί του στο αυτοκίνητο και ο οποίος δεν εντοπίζεται. Σύμφωνα με τη μητέρα του βρίσκεται στη Ρουμανία. Ο Κώστας Κωστή είναι ο πατέρας του. Δέχθηκε ο μάρτυρας ότι από τη στιγμή που υπάρχει καταζητούμενο πρόσωπο οι εξετάσεις συνεχίζονται και δεν αποκλείεται να εμπλέκεται στην υπόθεση, μαζί με τους Σιακαλλή, Χριστοδούλου και Παπεττίδη και ο Ανδρέας Κωστή. Πρόσθεσε ο μάρτυρας ότι δεν αποκλείεται να προκύψει και μαρτυρία και άλλου προσώπου. Ως προς τον κατηγορούμενο 2 δεν ήταν παρών όταν ανακόπηκε το όχημα στο οποίο επέβαινε και έλαβε ενημέρωση και πληροφόρηση από τις καταθέσεις της υπόθεσης στις 2/2/2024. Άκουσε πριν λίγες μέρες ότι ο κατηγορούμενος 2 κατά την ανακοπή του οχήματος ενεργήθηκε και μεταφέρθηκε στο σπίτι του για να κάνει μπάνιο. Δεν γνώριζε την ώρα που μεταφέρθηκε στα κρατητήρια Κοφίνου ο κατηγορούμενος 2 ούτε και αν ο αστυνομικός σταθμός Κοφίνου σε πρώτο στάδιο δεν τον παρέλαβε διότι έφερε εμφανές τραύμα στο μέτωπο. Γνώριζε μόνο ότι ο κατηγορούμενος εξέφρασε παράπονα ότι ασκήθηκε βία εναντίον του. Δεν γνώριζε επίσης να πει αν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο αφού αυτό είναι θέμα των κρατητηρίων.
Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του ΜΚ7.
Ο λοχίας 1248 Κωνσταντίνος Αναστασίου, ΜΚ8, υπηρετεί στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων (ΔΕΗΔ), και κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας για να καταθέσει σε σχέση με τις εξετάσεις που διενήργησε στα τηλέφωνα που κατασχέθηκαν κατά τι διερεύνηση της υπόθεσης.
Είναι νομολογημένο ότι ο πραγματογνώμονας θα πρέπει να παρουσιάσει αιτιολογημένα, αντικειμενικά και αμερόληπτα τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια έτσι ώστε να δώσουν την δυνατότητα στο Δικαστήριο να κρίνει την ακρίβεια των επίδικων συμπερασμάτων του για να διαμορφώσει την δική του ανεξάρτητη άποψη με την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών στα γεγονότα της υπόθεσης (βλ. Σαρρής v. Καλλέγιας κ.ά. (2011) 1Β Α.Α.Δ. 958, Πιττάλης κ.ά. v. Ianira Enterprises Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 814). Είναι επίσης νομολογημένο ότι η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων δεν δεσμεύει αλλά απλώς βοηθά το Δικαστήριο το οποίο δικαιούται να διαφοροποιήσει τη θέση του και να μη δεχθεί τη μαρτυρία ενός εμπειρογνώμονα, νοουμένου ότι υπάρχουν οι συνθήκες εκείνες που να δικαιολογούν τέτοια κατάληξη (βλ.Muskita Aluminium Industries Ltd κ.ά. v. Alsako Aluminium Ltd κ.ά. (2009) 1Β ΑΑΔ 1481).
Στην εδώ περίπτωση να τεθεί αρχικά ότι τα προσόντα του ΜΚ8, ως αυτά καταγράφονται στο βιογραφικό του σημείωμα τεκμήριο 52, δεν αμφισβητήθηκαν. Έθεσε περαιτέρω κατά τη μαρτυρία του και που δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση και που αποδεικνύει την εμπειρία του, ότι από το 2007 μέχρι και σήμερα ασχολείται με την δικανική εξέταση και έχει εξετάσει πέραν των 4500 τεκμηρίων. Συνεπώς ο ΜΚ8 κρίνεται ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας.
Ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε την έκθεση που ετοίμασε τεκμήριο 53, σε σχέση με τα τεκμήρια τα οποία εξέτασε. Περιέγραψε με σαφήνεια τη διαδικασία εξέτασης των τεκμηρίων και εξήγησε με επιστημονικό τρόπο στο πως κατέληξε στα συμπεράσματα του. Δεν υπάρχει περί του αντιθέτου μαρτυρία που θα αλλοίωνε την ορθότητα των συμπερασμάτων του. Αναφέρει στην έκθεση του τεκμήριο 53 ότι εξέτασε το κινητό τηλέφωνο μάρκας REDMI με αριθμό κάρτας κλήσης [ ] και αριθμούς IMEA 860364062769624 και 860364062769632. Εντός της συσκευής υπήρχε τοποθετημένη SIM κάρτα με αριθμό 89357018230302801809. Διενήργησε την εξέταση σύμφωνα με το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στην Αίτηση 24/2024 με ημερομηνία έκδοσης 18/11/2024. Αναφερόμενος στη διαδικασία εξέτασης είπε ότι προέβηκε σε δικανική εξαγωγή του περιεχομένου του κινητού τηλεφώνου και προέβηκε σε ανάλυση τόσο του τηλεφώνου που του έδωσε τα διακριτικά Κ.Α.1-Phone και Κ.Α.1-C. Ανέφερε ότι στη συσκευή τηλεφώνου υπήρχαν συνδεδεμένοι διάφοροι λογαριασμοί ενώ η κάρτα διαπίστωσε ότι ανήκε στην εταιρεία CYTAVODA και φέρει αριθμό ICCID (Intergraded Circuit Card Identifier) 89357018230302801809. Εξηγώντας ο μάρτυρας είπε ότι αποτελούν ένα μοναδικό χαρακτηριστικό των καρτών SIM οι οποίες συνδέονται κατά καιρούς σε ένα κινητό τηλέφωνο. Για την υπό κρίση περίπτωση διαπίστωσε ότι είχε συνδεθεί με επτά διαφορετικές κάρτες SIM με τους αριθμούς που ανέφερε προηγουμένως. Περαιτέρω φαίνεται να συνδέθηκαν τρεις τηλεφωνικοί αριθμοί. Καταγράφει επίσης ο μάρτυρας ότι όλα τα διαθέσιμα δεδομένα που υπήρχαν αποθηκευμένα στα εν λόγω τεκμήρια τα αποθήκευσε σε αρχείο αναφοράς τόσο σε σκληρό δίσκο όσο και σε USB ιδιοκτησίας της Αστυνομίας. Αναγνώρισε το USB στο τεκμήριο 49 ως επίσης και το τεκμήριο 50 που είναι το extraction report. Είπε ότι εκτυπώθηκε από το πρόγραμμα και υπάρχει μια συνομιλία μεταξύ δύο λογαριασμών στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Facebook. Εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο εντόπισε το εν λόγω report. Είναι συνομιλία μεταξύ δύο λογαριασμών με το όνομα Χριστοδούλου όπου αναφέρεται ότι είναι ο ιδιοκτήτης της συσκευής και μεταξύ κάποιου άλλου προσώπου. Είπε επίσης ότι στο τεκμήριο 50 η αποτύπωση με το πράσινο χρώμα αφορά την αποστολή από τον ιδιοκτήτη της συσκευής. Είπε ο μάρτυρας ότι η υπηρεσία του δεν διερευνά αν το φυσικό πρόσωπο ποιο συγκεκριμένο πρόσωπο χρησιμοποίησε τη συσκευή αλλά εναπόκειται στον ανακριτή να το διαπιστώσει με τις δικές του ενέργειες και πληροφορίες. Είπε επίσης ότι όταν κάποιος αγοράσει μία συσκευή και μπει στην πλατφόρμα για να γράψει τα στοιχεία του μπορεί να γράψει οποιοδήποτε όνομα χρήστη επιθυμεί.
Η μαρτυρία του ΜΚ8 γίνεται αποδεκτή.
Ο αρχιαστυφύλακας 1341 Μάριος Λεμονιάτης, ΜΚ9, ανέφερε ότι εργάζεται στο Αρχηγείο Αστυνομίας στο Τμήμα Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος στην υποδιεύθυνση ηλεκτρονικού εγκλήματος στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων (ΔΕΗΔ). Τα καθήκοντα του είναι η δικανική εξέταση όλων των κανονικών τεκμηρίων και διαδικτυακών τηλεφώνων. Κλήθηκε και αυτός ο μάρτυρας ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας και κατέθεσε βιογραφικό σημείωμα του, τεκμήριο 54. Ούτε και αυτού του μάρτυρα τα προσόντα αμφισβητήθηκαν. Ανέφερε ότι εργάζεται στην εξέταση ηλεκτρονικών τεκμηρίων από το 2007 και έχει εξετάσει περί τις 850 υποθέσεις και 4500 τεκμήρια. Συνεπώς και αυτός ο μάρτυρας κρίνεται ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας. Ο εν λόγω μάρτυρας διενήργησε την εξέταση που του ζητήθηκε με τον ορθό επιστημονικό τρόπο και παρέθεσε με σταθερότητα και λεπτομέρεια τα συμπεράσματα του ως καταγράφονται και στην έκθεση που ετοίμασε, τεκμήριο 55. Σε κάθε περίπτωση δεν υπήρξε αντεξέταση του μάρτυρα ως προς τη διαδικασία και τον τρόπο που ακολούθησε για να καταλήξει στα συμπεράσματα του. Είπε ότι η εξέταση του αφορά 8 κινητά τηλέφωνα από τα οποία εξάχθηκαν όλα τα δεδομένα τους και αποθηκεύτηκαν σε USB, τα οποία αναγνώρισε στο τεκμήριο 55. Αναγνώρισε επίσης την έκθεση του τεκμήριο 56 και για τα οποία δημιούργησε το τεκμήριο 46. Εξηγώντας το περιερχόμενο του τεκμηρίου 46, όταν προβλήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, είπε ότι αφού εξαχθούν τα δεδομένα από ένα κινητό τηλέφωνο το δικανικό εργαλείο το παρουσιάζει σε κατηγορίες για ευκολία όπως για παράδειγμα τις κλήσεις, τις επαφές, τα chat που είναι οι συνομιλίες, οι φωτογραφίες, τα αρχεία και τα βίντεο. Είπε ότι εκεί που είναι η ένδειξη call all εντοπίζονται οι κλήσεις της συγκεκριμένης συσκευής. Προέβηκε ο μάρτυρας σε αναζήτηση συγκεκριμένων κλήσεων με την τοποθέτηση του αριθμού τηλεφώνου [ ] που φέρεται να ήταν κάτοχος του ο κατηγορούμενος 1 για την ημερομηνία 1/2/2024. Ανέφερε ο μάρτυρας ότι εντοπίστηκαν 6 κλήσεις, 2 εισερχόμενες και 4 εξερχόμενες και τις οποίες ο μάρτυρας αναγνώρισε στο τεκμήριο 47. Εξήγησε περαιτέρω ο μάρτυρας ότι στη στήλη time start αναφέρεται η ώρα που έγινε η κλήση και το time zone είναι η ώρα που αναφέρεται της Αγγλίας η οποία για να μετατραπεί σε ώρα Κύπρου θα πρέπει να προστεθούν 3 ώρες αν πρόκειται για θερινή ώρα και 2 ώρες αν πρόκειται για χειμερινή ώρα. Άρα ο μάρτυρας φέροντας ως παράδειγμα την πρώτη κλήση που φέρει ώρα 14:37 η πραγματική ώρα Κύπρου είναι 16:37 που ήταν η τοπική ώρα. Το ζήτημα της θερινής ή χειμερινής ώρας ρυθμίζεται από τον πάροχο και τα έξυπνα τηλέφωνα αλλάζουν την ώρα αυτόματα. Εξέφρασε βεβαιότητα ότι αυτό έχει γίνει από τον πάροχο γιατί αν δεν γινόταν θα φαινόταν. Διαφώνησε ότι η ώρα που αναγράφεται στο τεκμήριο 47 δεν είναι η πραγματική ώρα. Στην ερώτηση αν η συσκευή δεν παραλάβει την ενέργεια του παρόχου για διαφοροποίηση της ώρας όταν η συσκευή είναι χαλασμένη, ο μάρτυρας απάντησε ότι από τη στιγμή που λαμβάνει και κάνει κλήσεις σημαίνει ότι είναι συνδεδεμένη. Δεν γνώριζε να πει ποιος χρησιμοποίησε τη συσκευή.
Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του ΜΚ9.
O αρχιαστυφύλακας 1080 Βάσος Βαρνάβα, ΜΚ10, αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του τεκμήριο 57 όπου αναφέρει ότι την 1/10/2024 συνέλαβε δυνάμει Δικαστικού εντάλματος σύλληψης τον Ανδρέα Χριστοδούλου στον οποίο και εξήγησε πλήρως τα δικαιώματα του. Πέραν αυτής της ενέργειας του, είχε μεταφέρει και τον κατηγορούμενο 2 στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας για διενέργεια εξέτασης για κορονοϊό και τον μετέφερε στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου που ήταν ο χώρος κράτησης του. Ο εν λόγω μάρτυρας κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας που έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου με άμεσο και αντικειμενικό τρόπο το τι ο ίδιος έπραξε στο πλαίσιο των καθηκόντων του. Αποτέλεσε αντικείμενο της αντεξέτασης του η ώρα κατά την οποία παρέδωσε τον κατηγορούμενο 2 στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου όπου θα κρατείτο. Ανέφερε ο μάρτυρας ότι έφυγαν από τα γραφεία της ΥΚΑΝ γύρω στις 23:20 και τον παρέδωσαν στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου στις 23:40. Να πούμε εδώ ότι ο μάρτυρας δεν έθεσε την ακριβή ώρα μεταφοράς του κατηγορούμενου 2 στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου χωρίς αυτό βέβαια να έχει αναδειχθεί να υπέχει κάποια ουσιώδη σημασία ή που θα έπληττε την αξιοπιστία του μάρτυρα. Ανέφερε επίσης ότι παρέδωσαν τον κρατούμενο κανονικά και δεν εγέρθηκε οποιοδήποτε ζήτημα αν θα τον δεχθούν ή όχι. Είπε επίσης ότι την 1/2/2024 που τον μετέφεραν δεν έτυχε ιατροδικαστικής εξέτασης αλλά ούτε και τέθηκε από τον κατηγορούμενο ότι ήθελε να δει γιατρό. Επανέλαβε ότι δεν τέθηκε ζήτημα αποδοχής του από τον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου διότι σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε να τον παραλάβει ο ίδιος πίσω. Δεν αντιλήφθηκε να έχει κοκκίνισμα στο δεξιό μάγουλο. Αναφερόμενος στο τεκμήριο 51 που είναι το ατομικό δελτίο κρατούμενου και που φέρει την υπογραφή του μάρτυρα είπε ότι για την καταγραφή ότι υπάρχει «ερύθρημα στο δεξιό μάγουλο» ο ίδιος δεν αντιλήφθηκε οτιδήποτε και θα πρέπει να ρωτηθεί ο συνάδελφος του που το έγραψε. Είπε τέλος ότι δεν είχε εμπλακεί στη διερεύνηση της υπόθεσης.
Η μαρτυρία του ΜΚ10 γίνεται αποδεκτή.
Έχουμε αναφέρει προηγουμένως ότι οι κατηγορούμενοι ως είχαν απόλυτο δικαίωμα, να παραμείνουν σιωπηλοί χωρίς να προσκομίσουν και οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία. Η άσκηση του δικαιώματος της σιωπής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εκληφθεί εναντίον τους αλλά ούτε και μπορεί να έχει οποιαδήποτε επίδραση στην απόφαση του Δικαστηρίου (βλ. Mohammad κ.ά ν. Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 590).
Οι κατηγορούμενοι έχουν δώσει καταθέσεις στην αστυνομία και οι οποίες παρουσιάστηκαν και κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου ως τεκμήρια. Τα όσα αναφέρουν στις καταθέσεις τους και έχουν σχέση με την υπό κρίση υπόθεση, θα αξιολογηθούν και ως τέθηκε και στην Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109, το Δικαστήριο μπορεί να αποδώσει τη βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη της κατάθεσης όπως στο μέρος εκείνο που συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια στα συμφέροντα του κατηγορούμενου.
Από τον κατηγορούμενο 1 λήφθηκαν δύο ανακριτικές καταθέσεις σε δύο διαφορετικές ημερομηνίες. Η κατάθεσή του τεκμήριο 39, λήφθηκε στις 30/9/2024 και η κατάθεση του τεκμήριο 40, λήφθηκε στις 6/10/2024. Στις δύο αυτές καταθέσεις του αρνείται ότι είχε οποιαδήποτε συνάντηση με τον Κυριάκο Σιακαλλή εκθέτοντας την εκδοχή του σε εντελώς διαφορετικό πλαίσιο από αυτό που ανέφερε ο τελευταίος. Η μόνη αναφορά του στον Σιακαλλή είναι ότι ενώ την 1/2/2024 είχε μεταφέρει με μαύρο Mercedes τρίτο πρόσωπο, ήτοι τον Ανδρέα Κωστή, που είναι και το πρόσωπο που καταζητείται από την αστυνομία, στο διαμέρισμα της μητέρας του (του Κωστή) για να πάρει κάποια ρούχα, πέρασε από δίπλα του το αυτοκίνητο του Σιακαλλή, χωρίς όμως να σταματήσει και χωρίς να δει αν το οδηγούσε αυτός ή και ποιοι ήταν μέσα. Την επόμενη μέρα του τηλεφώνησε ο πατέρας του Σιακαλλή και του είπε ότι κατέδωσε το γιο του ο οποίος συνελήφθηκε από την αστυνομία. Δεν θεωρούμε ορθό να υπεισέλθουμε στα όσα αναφέρει ο κατηγορούμενος 1 σε σχέση με τον Ανδρέα Κωστή έχοντας κατά νουν και σύμφωνα με τη μαρτυρία του ΜΚ7, ότι εναντίον του προσώπου αυτού εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης και καταζητείται ως εμπλεκόμενος στο αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης. Αυτό που θα πρέπει να πούμε όμως είναι ότι ο κατηγορούμενος 1 θέτει μία εκδοχή που δεν υποστηρίζεται από μαρτυρία αλλά έρχεται σε αντίθεση και με την αποδεκτή μαρτυρία που έχει τεθεί από πλευράς κατηγορούσας αρχής. Ειδικότερα με την μαρτυρία του ΜΚ6 με τον οποίο είχε συνάντηση σε μεταγενέστερο στάδιο στα Λειβάδια και που του ανέφερε ότι υπήρξε συνάντηση του Σιακαλλή και άλλου προσώπου όπου και παραδόθηκαν στον τελευταίο ναρκωτικά με τον ίδιο να μην έχει οποιαδήποτε ανάμιξη πέραν της ιδιότητας του ως οδηγού του οχήματος με αριθμούς εγγραφής ΡΕΖ182.
Θα πρέπει εδώ να διευκρινίσουμε ότι πρόκειται για προφανώς για διαζευκτικές εκδοχές του κατηγορούμενου 1 αφού από τη μια εκφράζει άγνοια του περί ναρκωτικών και από την άλλη γνώση του όχι μόνο περί της ύπαρξης τους αλλά και για συνάντηση όπου παραδόθηκαν. Αποτελεί νομολογιακή αρχή ότι διαζευκτικές εκδοχές που ενδεχομένως να οδηγούν ένα Δικαστήριο σε αμφιβολία ως προς την ανάμειξη ενός κατηγορουμένου στη διάπραξη του εγκλήματος, αποκτούν υπόσταση μόνο όταν η εκδοχή ή οι εκδοχές έχουν υπόβαθρο την ευρύτερη αξιολόγηση και υποστηρίζονται από σχετική μαρτυρία, (βλ. Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211 και Βενιζέλου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 59). Συνεπώς στην εδώ περίπτωση η εκδοχή περί μη γνώσης του για τα ναρκωτικά δεν υποστηρίζεται από την υπόλοιπη μαρτυρία. Αντιθέτως η αναφορά του στον ΜΚ6 μετά από συνάντηση που είχαν στα Λειβάδια έθεσε εκδοχή που ήταν ενάντια στα συμφέροντα του. Στην υπόθεση Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας (2015) 2Α ΑΑΔ 161, τέθηκαν τα ακόλουθα:
«Σε αυτή την ενότητα θα πρέπει να τονισθεί ότι η ομολογία ή η παραδοχή στη διάπραξη ή συμμετοχή σε έγκλημα, αποτελεί την κλασσική περίπτωση εξαίρεσης στον εξ ακοής κανόνα. Αυτό διότι η παραδοχή ή η ομολογία γίνεται εναντίον του ιδίου συμφέροντος του ομολογούντος, (Ζακακιώτης ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 175 και Κωνσταντίνου ν. Αθανασίου (2012) 1 Α.Α.Δ. 2012). Η ομολογία εν πάση περιπτώσει είτε δίδεται προς αστυνομικό όργανο, είτε σε τρίτο πρόσωπο, πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης και γενόμενη σε συνθήκες που δεν είχαν δυσμενώς επηρεάσει το ελεύθερο της παραδοχής ή της βούλησης. Παραμένει δε πάντοτε στην κατηγορούσα αρχή, η υποχρέωση της απόδειξης ότι η ομολογία έγινε ελευθέρως, (Ahmad v. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 256), ενώ αν η ομολογία γίνει αποδεκτή, με την ένταξη της στην υπόλοιπη αποδεκτή μαρτυρία, το Δικαστήριο έχει την περαιτέρω υποχρέωση να εξετάσει και να αποφασίσει για την αλήθεια του περιεχομένου της και κατά πόσο αυτή οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα, (R. v. Sfoggaras 22 C.L.R. 13, Volettos v. Republic (1961) C.L.R. 168 και Γρηγορίου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 364).
Στο σύγγραμμα Murphy on Evidence 8η έκδ. σελ. 268 κ.ε., εξηγείται η αξία της ομολογίας κατά το Κοινοδίκαιο ως την πιο σημαντική και συχνή εξαίρεση στον κανόνα της εξ ακοής μαρτυρίας στις ποινικές υποθέσεις. Και, περαιτέρω, ότι δεν έχει σημασία πλέον κατά πόσο η ομολογία γίνεται σε πρόσωπο που βρίσκεται σε θέση εξουσίας σε σχέση με τον παραδεχόμενο ή όχι. Η ομολογία, όπως και κάθε άλλη παραδοχή, μπορεί να γίνει προφορικά, εγγράφως, διά συμπεριφοράς ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο από τον οποίο μπορεί να εξαχθεί αρνητικό συμπέρασμα εναντίον του συμφέροντος του ατόμου που προβαίνει στην ομολογία. Όπως εξηγείται στη σελ. 272 του συγγράμματος, η παραδοχή μπορεί να γίνει όχι μόνο σε ανακριτές ποινικής υπόθεσης, συνήθως αστυνομικά όργανα, αλλά ακόμη και στο ίδιο το θύμα του αδικήματος, σε ένα φίλο, σε ένα συγγενή ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Και έχει λεχθεί στην R. v. Mallinson [1977] Crim. L.Rev. 161, ότι η ομολογία, όταν αποδεικνύεται, αποτελεί την καλύτερη διαθέσιμη μαρτυρία. Η αξία της όμως θα πρέπει να εξετάζεται με μεγάλη προσοχή ώστε το Δικαστήριο να πείθεται πραγματικά ότι η ομολογία είναι και εθελούσια και αληθής.
Η ομολογία έχει και άλλη προέκταση, όταν λόγω αυτής, η αστυνομία ανακαλύπτει έγγραφο ή άλλο υλικό που συνδέεται με το έγκλημα. Σ’ αυτή την περίπτωση, η ομολογία, ακόμη και αν δεν γίνει αποδεκτή ως εθελούσια, εξακολουθεί να έχει αποδεικτική αξία διότι μέσω της φανερώνεται ότι ήταν ο δράστης που παρείχε την πληροφόρηση ανεύρεσης σχετικών γεγονότων ή που δείχνουν την ευρύτερη γνώση του. Στο σύγγραμμα των Cross & Tapper on Evidence 10η έκδ. σελ. 532-534, εξηγούνται τα ανωτέρω με παραπομπή στο s. 76(4) του Police and Criminal Evidence Act 1984, το οποίο διατήρησε σε ισχύ τη νομολογία που ανέκυπτε από την παλιά υπόθεση R. v. Warickshall [1783] 1 Leach 263, που επιβεβαιώθηκε στην R. v. Berriman [1854] 6 Cox CC 388. Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι ανεξάρτητα από την μη δεκτότητα της ομολογίας, τα δεδομένα που προέκυψαν ως εξ αυτής, (η ανεύρεση κλοπιμαίων στα διαμερίσματα της κατηγορούμενης, όπως ή ίδια αποκάλυψε), ήταν υπαρκτά. Πρέπει μόνο να εξηγούνται από μόνα τους πλήρως και ικανοποιητικά χωρίς αναφορά στο μέρος της σχετικής ομολογίας. Η ομολογία επίσης μπορεί να δείχνει τον τρόπο που ο ομολογών ομιλεί, γράφει ή συμπεριφέρεται ώστε να αναγνωρίζεται ο ίδιος ως ο δράστης (R. v. Voisin [1918] 1 K.B. 531).».
Συνεπώς δεν μπορούμε να αποδώσουμε οποιαδήποτε βαρύτητα στις αναφορές του κατηγορούμενου ως προς το ότι δεν υπήρξε συνάντηση του με τον Σιακαλλή.
Ο κατηγορούμενος 2 έδωσε τρεις καταθέσεις κατά τις ημερομηνίες 1/2/2024, 4/2/2024 και 7/2/2024 τεκμήρια 29,36 και 30 αντίστοιχα.
Στην κατάθεση του τεκμήριο 29, αυτό που αναφέρει είναι ότι δεν επιθυμούσε να πει κάτι για την υπόθεση αλλά θα το έπραττε την επόμενη μέρα στην παρουσία του δικηγόρου του. Στην δε κατάθεση του τεκμήριο 30 σε ερωτήσεις που του τέθηκαν επί της ουσίας της υπόθεσης δεν απάντησε οτιδήποτε.
Στην κατάθεση του τώρα τεκμήριο 36, θέτει την εκδοχή του ως προς τα διαδραματισθέντα. Τοποθετεί τον εαυτό του εντός του οχήματος με τον Κυριάκο Σιακαλλή (ΜΚ3) την 1/2/2024, ότι σε δύο περιπτώσεις αντάλλαξαν θέσεις οδηγού και συνοδηγού, ότι ο Σιακαλλής δέχθηκε τηλεφώνημα για να συναντηθεί με κάποιον για να τους δώσει κάτι. Αναφέρει περαιτέρω ότι έγινε η συνάντηση με ένα μαύρο Mercedes χωρίς όμως να γνωρίζει τα δύο άτομα που επέβαιναν σε αυτό. Ο ΜΚ3 του είπε να κατεβεί, να ανοίξει το καπό για να βάλει ο άλλος μέσα το πράμα. Αναφέρει στη συνέχεια ότι κατέβηκε, άνοιξε το καπό και κατέβηκε ο ένας από τους δύο στο άλλο αυτοκίνητο, άνοιξε το καπό του αυτοκινήτου τους, έπιασε μία τσάντα και την έβαλε στο καπό του δικού τους αυτοκινήτου και έφυγαν. Αναφέρει επίσης ότι μετά την ανακοπή τους από την αστυνομία ανέφερε στον αστυνομικό που τον συνέλαβε «Εγώ δεν έχω καμία σχέση με τα ναρκωτικά» «Εν τρία κιλά τζιαι έδωκε τα ο Αντρικκής στον Σιακαλή» κάτι το οποίο έμαθε μετά. Οι πιο πάνω αναφορές του κατηγορούμενου δεν μπορούν παρά να εκληφθούν ως ενοχοποιητικές δηλώσεις οι οποίες βέβαια θα τύχουν της ανάλογης διεργασίας οπόταν και θα κριθεί η βαρύτητα που θα τους δοθεί κατά την εξέταση των αδικημάτων που αντιμετωπίζει έχοντας υπόψη και την αποδεκτή ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία.
Πριν την κατάληξη στα ευρήματα μας, θεωρούμε ορθό εδώ να σχολιάσουμε τη θέση της υπεράσπισης του κατηγορούμενου 2 ως προς τις δηλώσεις του τελευταίου προς τον ΜΚ4, την 1/2/2024 και περί ώρα 23:20, όταν βρισκόταν στα γραφεία της ΥΚΑΝ, για την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο ΜΚ3 για παραλαβή ναρκωτικών. Πρόβαλε ο κύριος Δημητρίου ότι η μη πληροφόρηση του κατηγορούμενου για πρόσβαση σε δικηγόρο καθιστά την μαρτυρία του συνταγματικά μολυσμένη.
Είναι γεγονός ότι η πρόσβαση σε δικηγόρο είναι ένα από τα δικαιώματα που σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β) του Περί των Δικαιωμάτων Ύποπτων Προσώπων, Προσώπων που Συλλαμβάνονται και Προσώπων που Τελούν υπό Κράτηση Νόμου 163(Ι)/2005 θα πρέπει να ενημερώνεται ο κάθε ύποπτος και κατά το στάδιο της διερεύνησης της υπόθεσης. Ως τέθηκε και στην υπόθεση F.L.H v. Αστυνομίας Ποινική Έφεση Αρ.4/2020 ημερομηνίας 21/7/2020, η έγκαιρη πρόσβαση σε δικηγόρο αποτελεί μέρος των διαδικαστικών διασφαλίσεων τις οποίες το Δικαστήριο θα λάβει ιδιαίτερα υπόψη όταν εξετάζει εάν μια διαδικασία έχει εξουδετερώσει την ίδια την ουσία του προνομίου κατά της αυτοενοχοποίησης. Στην εδώ περίπτωση όμως δόθηκαν στον κατηγορούμενο γραπτώς τα δικαιώματα του την 1/2/2024 στις18:10 στα οποία περιλαμβάνεται και το δικαίωμα σε δικηγόρο. Ο κατηγορούμενος δεν άσκησε αυτό το δικαίωμα. Όταν περί ώρα 23:20 άρχισε να προβαίνει στις επίδικες αναφορές, πέραν του ότι, ως ο ΜΚ4 έθεσε, δεν τον ανέκρινε, του επίστησε την προσοχή του στο νόμο και τον πληροφόρησε και πάλι για τα δικαιώματα του. Ο κατηγορούμενος συνέχισε παρά ταύτα να προβαίνει στις εν λόγω δηλώσεις. Δεν βλέπουμε με ποιο τρόπο παραβιάστηκε το συνταγματικό δικαίωμα του κατηγορούμενου για δικηγόρο τη στιγμή που του είχαν δοθεί τα δικαιώματα του μετά τη σύλληψη του και του επεξηγήθηκαν εκ νέου κατά το χρονικό σημείο που ενώ δεν ανακρινόταν, από μόνος του δήλωσε αυτά που δήλωσε. Ακόμα όμως και υπό αυτές τις συνθήκες πληροφορήθηκε και πάλι για τα δικαιώματα που είχε. Ως εκ τούτου η σχετική εισήγηση της υπεράσπισης δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
Έχοντας υπόψιν το σύνολο της μαρτυρίας, δεδομένης και της αξιολόγησης της καταλήγουμε στα κάτωθι ευρήματα:
Tην 1/2/2024 λήφθηκε πληροφορία στην ΥΚΑΝ Αρχηγείου ότι ο Κυριάκος Σιακαλλής ανέμενε να παραλάβει μεγάλη ποσότητα κάνναβης από τον Ανδρέα Χριστοδούλου @ Αντρικκής. Ο Χριστοδούλου χρησιμοποιούσε για τις διακινήσεις του ένα όχημα μάρκας Mercedes S350 με αριθμούς εγγραφής [ ]. Μέλη της ΥΚΑΝ μετέβηκαν στην Επαρχία Λάρνακας για εντοπισμό τους. Στις 14:42 εντοπίστηκε στην οδό Περιστερωνοπηγής στο συνοικισμό Τσιακκιλερού το όχημα του Σιακαλλή με αριθμούς εγγραφής [ ]. Ο ΜΚ2 ειδοποίησε τη υπόλοιπη ομάδα οπόταν και το έθεσαν υπό παρακολούθηση. Στις 15:15 το εν λόγω όχημα αναχώρησε με οδηγό τον ΜΚ3 και συνοδηγό τον κατηγορούμενο 2. Στις 15:25 σταμάτησε, με τον κατηγορούμενο 2 να εισέρχεται ως οδηγός του οχήματος και τον ΜΚ3 ως συνοδηγός. Περί ώρα 16:00 χάθηκε οπτική επαφή με το όχημα με τα μέλη της ΥΚΑΝ να το εντοπίζουν περί ώρα 16:15 στη λεωφόρο Λεμεσού στην περιοχή Καμάρες. Στις 16:35 το εν λόγω όχημα σταμάτησε και πάλι με τους επιβαίνοντες να αλλάζουν και πάλι θέσεις με τον ΜΚ3 να είναι οδηγός και τον κατηγορούμενο 2 συνοδηγός. Στη συνέχεια και ώρα 16:53 σταμάτησαν στην οδό Ευτέρπης στα Λειβάδια εκεί που βρισκόταν ήδη και το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] και στάθμευσαν δίπλα του. Την ίδια στιγμή άνοιξαν οι πόρτες των χώρων αποσκευών και των δύο οχημάτων. Εκεί κατέβηκαν ο κατηγορούμενος 2 με τον τελευταίο να παραλαμβάνει μία τσάντα από τον αποθηκευτικό χώρο του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] και να την τοποθετεί στον χώρο αποσκευών του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ]. Ο κατηγορούμενος 2 έκλεισε την πόρτα. Την ίδια στιγμή που γινόταν αυτό, του οχήματος [ ] είχε εξέλθει και άλλο πρόσωπο το οποίο στεκόταν στο πλάι του εν λόγω οχήματος. Μετά πάροδο ενός λεπτού περίπου το όχημα [ ] αναχώρησε με το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] να το ακολουθεί. Το πρώτο όχημα κατευθύνθηκε στην συμβολή των οδών Ανδρέα Σουρουκλή και Σταδίου και σταμάτησε στα φώτα τροχαίας. Οχήματα της Αστυνομίας ανέκοψαν το εν λόγω αυτοκίνητο με τα υπηρεσιακά οχήματα τους. Ο ΜΚ5 τοποθέτησε το υπηρεσιακό όχημα στην αριστερή πλευρά του οχήματος [ ], ο ΜΚ2 στο μπροστινό δεξιό μέρος και ο αστυφύλακας 3924 στο πίσω δεξιό μέρος του. Ο ΜΚ3 προσπάθησε να διαφύγει κτυπώντας στα εν λόγω υπηρεσιακά οχήματα αλλά και σε λεωφορείο το οποίο βρισκόταν αριστερά μπροστά του σύμφωνα με την πορεία του. Οι ΜΚ2 και ΜΚ5 μαζί με άλλα μέλη της ΥΚΑΝ κατέβηκαν από τα οχήματα τους και φώναξαν επανειλημμένα στους δύο επιβαίνοντες «Αστυνομία σταμάτα». Ο ΜΚ3 που ήταν ο οδηγός προσπαθούσε με κινήσεις οδηγώντας το όχημα μπροστά πίσω να διαφύγει. Ο ΜΚ2 με τη χρήση υπηρεσιακού ροπάλου έσπασε το παράθυρο της πόρτας του οδηγού και κατάφερε να θέσει το όχημα εκτός λειτουργίας. Ζητήθηκε από του επιβαίνοντες να εξέλθουν του οχήματος πλην όμως αυτοί αρνήθηκαν. Χρησιμοποιώντας την απαραίτητη και αναγκαία υπό τις περιστάσεις βία τους έβγαλαν από το όχημα και ο ΜΚ5 πληροφόρησε τον ΜΚ3 ότι ήταν υπό σύλληψη για το αυτόφωρο αδίκημα των αμελών και απερίσκεπτων πράξεων. Του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο χωρίς αυτός να δώσει κάποια απάντηση. Πληροφόρησε και τους δύο για τον λόγο της παρουσίας τους εκεί, τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο και αυτοί δεν έδωσαν απάντηση. Στη συνέχεια τους οδήγησε στο χώρο αποσκευών όπου εντόπισε μία χάρτινη σακούλα χρώματος μαύρου με καφέ που έφερε την επιγραφή COSMOS SPORTS εντός της οποίας βρίσκονταν σε εμφανή θέση δύο νάιλον διαφανείς συσκευασίες κλειστές αεροστεγώς εντός των οποίων υπήρχε πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης. Τους τις υπέδειξε πληροφορώντας τους ότι η κατοχή τους απαγορεύεται, τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο και αυτοί δεν έδωσαν κάποια απάντηση. Στη συνέχεια τους πληροφόρησε ότι είναι υπό σύλληψη για τα αυτόφωρα αδικήματα της παράνομης κατοχής και της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα, τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο και αυτοί δεν έδωσαν κάποια απάντηση. Ακολούθως τους ενημέρωσε για όλα τα νομικά τους δικαιώματα ως συλληφθέντες. Διενεργήθηκε στη συνέχεια σωματική έρευνα και στους δύο συλληφθέντες οπόταν και εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν τηλέφωνα που είχαν στην κατοχή τους και χρήματα. Με το πέρας της σωματικής έρευνας ο κατηγορούμενος 2 ανέφερε στον ΜΚ5 ότι «εγώ δεν έχω καμία σχέση με τα ναρκωτικά». Ο ΜΚ5 του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο και ο κατηγορούμενος 2 συνέχισε λέγοντας του «εν τρία κιλά τζιαι έδωκε τα ο Αντρικκής στον Σιακαλλή». Στο σημείο μετέβηκαν μέλη του κλιμακίου της ΥΚΑΝ Λάρνακας όπου μετέφεραν τους δύο συλληφθέντες στα γραφεία της ΥΚΑΝ. Εκεί ο ΜΚ4 παρέδωσε στον ΜΚ3 έντυπο με τα δικαιώματα του το οποίο ο τελευταίος υπέγραψε. Έλαβε και ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο 2 αφού προηγουμένως τον πληροφόρησε για τα αδικήματα που διερευνώνται εναντίον του και του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο. Την ίδια μέρα συνέλαβε δυνάμει Δικαστικού εντάλματος σύλληψης τον κατηγορούμενο 2. Παραδόθηκε στον κατηγορούμενο 2 και έντυπο δικαιωμάτων το οποίο και υπέγραψε. Ενώ ο κατηγορούμενος 2 βρισκόταν στα γραφεία της ΥΚΑΝ ανέφερε στον ΜΚ4 ότι «εν ο Σιακαλλής που φταίει που εν να πάω τζελλί». Ο ΜΚ4 τον πληροφόρησε ότι οτιδήποτε αναφέρει πιθανόν να χρησιμοποιηθεί ως μαρτυρία, του επέστησε την προσοχή του στο Νόμου, του εξήγησε πλήρως τα δικαιώματα του και ο κατηγορούμενος 2 του ανέφερε περαιτέρω ότι «ενώ ήμουν μαζί με τον Σιακαλλή στο αυτοκίνητο του και φακκούσαμεν γυρούς εκτύπησε το τηλέφωνο του Σιακαλλή με viber ή messanger. Σίγουρα δεν ήταν κανονικό τηλέφωνο και ο Σιακαλλής μίλησε με κάποιο άντρα. Ο Σιακαλλής σε κάποια φάση ερώτησεν τον αν θα του δώκει 3 ή 5 κιλά και ο άλλος είπε του θα σου δώσω 3 και διώ σου ξανά. Επήαμε στα Λειβάδια και ήβραμεν τον άλλο τζιαι ο Σιακαλλής είπε μου να κατεβώ να ανοίξω το καπό για να βάλει ο άλλος μέσα το πράμα. Εγιώ κατέβηκα που το αυτοκίνητο, άνοιξα το καπό και ήρτεν ο άλλος και έβαλε την τσέντα με το πράμα μέσα στο καπό και εφύαμε». Ο ΜΚ4 επέστησε εκ νέου την προσοχή του κατηγορούμενου 2 στο Νόμο με τον τελευταίο να του απαντά «έτσι εγινήκαν τα πράματα, τούτη εν η αλήθκεια». Ο κατηγορούμενος 2 σε κάποιο χρονικό σημείο είχε μεταφερθεί στην οικία του για να κάνει μπάνιο λόγω του ότι είχε κατά το χρόνο της σύλληψης του ενεργηθεί πάνω του. Στις 30/9/2024 ο ΜΚ6 ενώ βρισκόταν στα Λειβάδια είδε τον κατηγορούμενο 1 ο οποίος περίμενε να λάβει χρήματα από την αυτόματη μηχανή τράπεζας. Έγινε συνεννόηση μεταξύ τους να συναντηθούν. Ο ΜΚ6 επικοινώνησε στη Γραμμή του Πολίτη και τους ενημέρωσε ότι ο κατηγορούμενος 1 καταζητείται από την ΥΚΑΝ και να στείλουν Αστυνομία για να τον συλλάβει. Μετέβηκε εκεί ο ΜΚ7 οπόταν και συνέλαβε τον κατηγορούμενο 1 δυνάμει Δικαστικού εντάλματος σύλληψης που εκκρεμούσε εναντίον του σχετικά με την υπό εξέταση υπόθεση. Κατά το σωματικό έλεγχο που διενήργησε εντόπισε στην κατοχή του ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας REDMI το οποίο και κατάσχε. Την ίδια μέρα έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο 1 στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λάρνακας. Τα αντικείμενα που κατασχέθηκαν αποστάλθηκαν για επιστημονικές εξετάσεις. Στα αντικείμενα που αναφέρονται στο τεκμήριο 27 μετά από δακτυλοσκοπική εξέταση δεν εντοπίστηκε οποιοδήποτε αποτύπωμα. Από τα αντικείμενα που αναφέρονται στην έκθεση τεκμήριο 24, δεν προέκυψε οποιοδήποτε στοιχείο που να συνδέει τον κατηγορούμενο 2 με τα αντικείμενα της υπόθεσης από το οποίο απομονώθηκε γενετικό υλικό του οποίου το προφίλ ήταν κατάλληλο για συγκρίσεις. Από το επίχρισμα που λήφθηκε από το μοχλό ταχυτήτων του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] απομονώθηκε μικρή ποσότητα μεικτού γενετικού υλικού με τον κατηγορούμενο 1 να μην μπορεί να αποκλειστεί από δότης μέρους του. Το μονό πλήρες αντρικό προφίλ του γενετικού υλικού που απομονώθηκε από άδειο τενεκεδάκι ποτού Energy Shark Drink ταυτίζεται με το γενετικό προφίλ του γενετικού υλικού που απομονώθηκε από το παρειακό επίχρισμα του κατηγορούμενου 1. Το βάρος της κάνναβης που εντοπίστηκε και κατασχέθηκε είναι τρία κιλά με τον ποσοτικό προσδιορισμό της σε τετραϋδροκανναβινόλη να είναι 21,98%. Από την εξέταση του κινητού τηλεφώνου του κατηγορούμενου 1 διαπιστώθηκε ότι την 1/2/2024 ήταν κάτοχος και χρησιμοποιούσε κινητό τηλέφωνο με τον αριθμό [ ] και είχε προβεί σε 6 κλήσεις εκ των οποίων 2 εισερχόμενες και 4 εξερχόμενες. Η αναπροσαρμογή της ώρας ρυθμίζεται από τον πάροχο του δικτύου ανάλογα αν είναι καλοκαιρινή περίοδος ή χειμερινή. Τα έξυπνα τηλέφωνα αλλάζουν την ώρα αυτόματα. Ο κατηγορούμενος 1 που χρησιμοποιούσε το time zone Αγγλίας θα πρέπει στην αναγραφόμενη ώρα να προστεθούν 2 ώρες για να συνάδει με την ώρα Κύπρου αφού οι κλήσεις έγιναν κατά την χειμερινή περίοδο. Αν ήταν κατά την καλοκαιρινή θα έπρεπε να προστεθούν 3 ώρες.
Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω ευρήματα μας όσο και την υπόλοιπη αποδεκτή μαρτυρία θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε αν η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της εναντίον των κατηγορούμενων πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Ο κατηγορούμενος 1, ως έχουμε αναφέρει και προηγουμένως, αντιμετωπίζει τις κατηγορίες 1-4 με την πρώτη να αφορά το αδίκημα της προμήθειας των τριών κιλών κάνναβης από άλλο άγνωστο πρόσωπο ενώ οι κατηγορίες 2 και 3 τα αδικήματα της κατοχής και της κατοχής των εν λόγω ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο. Η δε κατηγορία 4 αφορά το αδίκημα της προμήθειας τους στους Κυριάκο Σιακαλλή και κατηγορούμενο 2.
Αναφορικά με την προμήθεια των ναρκωτικών από άλλο πρόσωπο να πούμε ότι ο κατηγορούμενος 1 στην κατάθεση του που έδωσε στην αστυνομία, τεκμήριο 39, θέτει την εκδοχή του ως προς τις κινήσεις του την 1/2/2024 και διά της οποίας εκφράζει την άγνοια του ως προς τα ναρκωτικά που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης. Έχουμε αναφερθεί προηγουμένως στο περιεχόμενο της εν λόγω κατάθεσης του και ότι δεν μπορούμε να αποδώσουμε οποιαδήποτε βαρύτητα αφού δεν συνάδει και με την υπόλοιπη αποδεκτή μαρτυρία και ειδικότερα του ΜΚ3 ο οποίος ανέφερε για συνάντηση των δύο και παράδοση των ναρκωτικών από τον πρώτο στον δεύτερο. Η συνάντηση τους όμως και η συνεπακόλουθη παράδοση των ναρκωτικών, προέρχεται και από δική του παραδοχή την οποία εξέφρασε στον ΜΚ6 όταν συναντήθηκαν λίγους μήνες αργότερα στα Λειβάδια και συγκεκριμένα στις 30/9/2024, όπου ανέφερε στον τελευταίο το ιστορικό, κατά τη θέση του, της 1/2/2024. Αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι η αναφορά του για μετάβαση του σε συγκεκριμένο χώρο με κάποιο άλλο πρόσωπο όπου στο αυτοκίνητο που οδηγούσε τοποθετήθηκε μία σακούλα. Αναφέρει επίσης για τη γνώση του ότι ήταν ναρκωτικά και για την συνάντηση που ακολούθησε με τον ΜΚ3 οπόταν και παραδόθηκαν. Να προσθέσουμε εδώ ότι οι αναφορές του ΜΚ6 ως του τις είπε ο κατηγορούμενος και καταγράφονται στην κατάθεση του τελευταίου, τεκμήριο 33, δεν αμφισβητήθηκαν από πλευράς υπεράσπισης υπό την έννοια ότι δεν λέχθηκαν. Συνεπώς το ασφαλές συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι ο κατηγορούμενος 1 προμηθεύτηκε τα ναρκωτικά από άλλο πρόσωπο.
Όσον αφορά τώρα τα αδικήματα της κατοχής και κατοχής των επίδικων ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα να τεθεί αρχικά ότι ως προς την έννοια του όρου «κατοχή», όπως ο όρος χρησιμοποιείται στον προαναφερόμενο Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο 29/77, καθώς και την έννοια του όρου «κατοχή με σκοπό την προμήθεια», όπως ο εν λόγω όρος χρησιμοποιείται στα πλαίσια του ίδιου νομοθετήματος, παραθέτουμε το ακόλουθο απόσπασμα από την Λαζάρου και Άλλου ν Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 633, 671:
«‘‘Κατοχή’’ σημαίνει φυσικό έλεγχο με ταυτόσημη γνώση της φύσης του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής (Ιακώβου ν Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 211). Στον όρο ‘‘κατοχή’’ η νομολογία είχε δώσει ευρεία έννοια. Καλύπτει και τις περιπτώσεις όπου η απαγορευμένη ουσία, βρίσκεται μεν στη φυσική κατοχή ή φύλαξη τρίτου, ο κατηγορούμενος όμως συνεχίζει να διατηρεί τον έλεγχο της. Συνεπώς η φυσική κατοχή του αντικειμένου δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για στήριξη καταδίκης (Ιωάννου άλλως Τίτος κ.ά. ν Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 409). Η συγκεκριμένη νομολογιακή θέση βρίσκει έρεισμα και σε νομοθετικές πρόνοιες. Σχετικό είναι το Άρθρο 2(3) του Νόμου 29/77, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί, σύμφωνα με τις πρόνοιες του οποίου «… παν πρόσωπο θεωρείται ως έχων εν τη κατοχή αυτού οιαδήποτε αντικείμενα, τελούντα υπό τον έλεγχο αυτού καίτοι ταύτα ευρίσκονται υπό τη φύλαξη ετέρου προσώπου». Τέλος, η νομολογία καθιστά δυνατή την εξ αποστάσεως εμπλοκή (βλ. Αθηνής ν Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 256).
Σχετικό, αναφορικά με την έννοια της κατοχής, είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από ο σύγγραμμα Blackstone’s Criminal Practice 2016 paras. B.19.23 και B19.24 που τέθηκε στην υπόθεση Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 123/15, ημερομηνίας 10/9/2018:
««Lord Hope in the House of Lords in Lambert [2002] 2 AC 545, stated that there are two elements to possession. There is the physical element, and there is the mental element.’ The approach of Lord Hope is reflected in the other judgments delivered in that case. It confirms the approach taken by the Court of Appeal in McNamara (1988) 87 Cr App R 246 (see B 19.25), and is settled law (consider also DPP v Brooks [1974] AC 862 at B19.29).
Custody or Control ‘The physical element involves proof that the thing is in the custody of the defendant or subject to his control’, per Lord Hope in Lambert [2002] 2 AC 545 (see also Lord Scarman in Boyesen [ 1982] AC 768). This is enlarged by the MDA 1971, s. 37(3): ‘For the purposes of this Act the things which a person has in his possession shall be taken to include anything subject to his control which is in the custody of another’. The ability to demand that the property in question be removed (or the ability to remove it oneself) is no more than evidence of knowledge and acquiescence: it is not to be equated with control {Kousar [2009] 2 Cr App R 88, a case decided in the context of the Trade Marks Act 1994 but which, it is submitted, has relevance here).The description of possession given by Lord Wilberforce in Warner v Metropolitan Police Commissioner [1969] 2 AC 256, at pp. 310-11, remains relevant: The question, co which an answer is required, and in the end a jury must answer it, is whether in the circumstances the accused should be held to have possession of the substance, rather than mere control. In order to decide between these two, the jury should, in my opinion, be invited to consider all the circumstances — to use again the words of Pollock and Wright — the ‘Modes or events’ — by which the custody commences and the legal incident in which it is held. By these I mean relating them to typical situations, that they must consider the manner and circumstances in which the substance, or something which contains it, has been received, what knowledge or means of knowledge or guilty knowledge as co the presence of the substance, or as to the nature of what has been received, he had at the time of receipt or thereafter up to the moment when he is found with it; his legal relation to the substance or package (including his right of access to it). On such matters as these (not exhaustively stated) they must make the decision whether, in addition to physical control, he has, or ought to have imputed to him the intention to possess, or knowledge that he does possess, what is in fact a prohibited substance. If he has this intention or knowledge, it is not additionally necessary chat he should know the nature of the substance.»
Όσον αφορά το αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια, τα συστατικά στοιχεία του εν λόγω αδικήματος είναι η γνώση και η άσκηση, συγχρόνως, ελέγχου επί του ελεγχόμενου φαρμάκου (βλ. κατ’ αναλογίαν, Hiscock v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 183/15, ημερομηνίας 19/10/17, ECLI:CY:AD:2017:B362, Χαραλάμπους και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 96/16, ημερομηνίας 28/11/17), ECLI:CY:AD:2017:B430. Για το αναφερόμενο αδίκημα ο κατηγορούμενος πέραν της κατοχής επιβάλλεται και η απόδειξη της πρόθεσης προμήθειας προς άλλο πρόσωπο. Συναφώς, δημιουργείται στον Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο 29/77 μαχητό τεκμήριο με βάση την ποσότητα του ελεγχόμενου φαρμάκου.
Για το εν λόγω μαχητό τεκμήριο στην υπόθεση Λαζάρου (ανωτέρω) τέθηκε ότι:
«Για σκοπούς του αδικήματος της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, προσθέτουμε τα εξής: Το Άρθρο 30Α του Νόμου, έχει θεσπίσει μαχητό τεκμήριο απόδειξης της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε τρίτο πρόσωπο. Σύμφωνα με αυτό, εφόσον καταδειχθεί ότι πρόσωπο κατείχε ελεγχόμενο φάρμακο η ποσότητα του οποίου υπερβαίνει την υπό του Νόμου καθοριζομένη, τότε αυτός θεωρείται ότι κατείχε το φάρμακο με σκοπό να το προμηθεύσει σε τρίτο πρόσωπο, εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο. Για την περίπτωση της κάνναβης, η ύποπτη ποσότητα ικανοποιούσα το τεκμήριο είναι 30 ή περισσότερα γραμμάρια, ποσότητα που στην παρούσα υπόθεση υπερβαίνει κατά πολύ το όριο της ποσότητας που κάποιος θα εδικαιολογείτο να έχει για δική του χρήση».
Για το θέμα του μαχητού τεκμηρίου του άρθρου 30Α που θέτει ο Νόμος, στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χρυσάνθου (2016) 2Α ΑΑΔ 423, τέθηκε ότι:
«Σύμφωνα με το Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/1977, όπως τροποποιήθηκε) η κατοχή ποσότητας 30 ή περισσοτέρων γραμμαρίων κάνναβης ή παραγώγων αυτής δημιουργεί μαχητό τεκμήριο κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε τρίτο πρόσωπο. Τούτο, δεν μεταθέτει το νομικό βάρος απόδειξης στον κατηγορούμενο το οποίο παραμένει καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης στους ώμους της κατηγορούσας αρχής. Ο κατηγορούμενος έχει απλώς το βάρος να δημιουργήσει λογική αμφιβολία, χωρίς όμως να υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθείς ή βάσιμοι. Δεν είναι συνεπώς αναγκαίο για τον κατηγορούμενο να προσαγάγει μαρτυρία προκειμένου να δημιουργήσει λογική αμφιβολία. Η μαρτυρία μπορεί να προέρχεται είτε από τον ίδιο, είτε από την κατηγορούσα αρχή (Μαυρικίου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 359, Σκούλλου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ.87.
Περαιτέρω, το άρθρο 32(2) του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 προνοεί ότι αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο, η απόδειξη ότι δεν είχε γνώση ή υποψία ούτε λόγο να υποψιαστεί την ύπαρξη οιουδήποτε γεγονότος προβαλλομένου από την κατηγορούσα αρχή, το οποίο η Κατηγορούσα Αρχή πρέπει να αποδείξει για να επιτύχει την καταδίκη του. Το άρθρο 32 (3) (β) (i) προνοεί ότι ο κατηγορούμενος απαλλάσσεται του αδικήματος εάν αποδείξει ότι δεν είχε γνώση ή υποψία ή λόγο να υποπτεύεται ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήταν ελεγχόμενο φάρμακο. Για να πετύχει στις υπερασπίσεις που προνοούνται στο άρθρο 32 ο κατηγορούμενος θα πρέπει με αξιόπιστη μαρτυρία να δημιουργήσει λογική αμφιβολία για το ζήτημα της γνώσης του (βλ. Μαυρόλουκα ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 74/2021 σχ. με Ποιν. Έφεση Αρ. 95/2021, ημερομηνίας 31/10/2023).
Εξετάζοντας τα αδικήματα που ο κατηγορούμενος 1 αντιμετωπίζει, κρίση μας είναι ότι η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της όχι μόνο στην κατηγορία 1 αλλά σε όλες τις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο. Από την αποδεκτή μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας και τα ευρήματα στα οποία έχουμε καταλήξει δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε τα αδικήματα που του αποδίδονται.
Είχε προμηθευθεί τα ναρκωτικά, που αποτελούν το αντικείμενο της υπό κρίση περίπτωσης, από άλλο πρόσωπο και τα οποία επήλθαν προφανώς και στην κατοχή του. Τα τοποθέτησε στο όχημα που οδηγούσε και που ήταν το υπ’ αριθμόν εγγραφής [ ] μάρκας Μercedes. Το γεγονός ότι το εν λόγω αυτοκίνητο δεν ήταν δικής του ιδιοκτησίας δεν διαφοροποιεί το ότι κατείχε τα ναρκωτικά έχοντας υπόψη τα όσα αναφέραμε πιο πάνω αναφορικά με το στοιχείο της κατοχής. Είχε και γνώση ότι επρόκειτο για ναρκωτικά αλλά είχε και φυσικό έλεγχο επί αυτών. Έγινε λόγος από την υπεράσπιση ότι δεν εντοπίστηκε γενετικό υλικό του κατηγορούμενου στην τσάντα που ήταν μέσα τα ναρκωτικά. Είναι γεγονός και δηλώθηκε και ως παραδεκτό, ότι όντως δεν εντοπίστηκε γενετικό του υλικό στα αντικείμενα. Δεν έχει τεθεί και μαρτυρία που να επεξηγεί το στοιχείο αυτό. Στην υπό κρίση όμως θεωρούμε ότι η απουσία γενετικού υλικού δεν διαφοροποιεί τα δεδομένα που προκύπτουν από την υπόλοιπη μαρτυρία. Σε συνεννόηση με τον ΜΚ3 συμφωνήθηκε να προμηθεύσει τον τελευταίο με την ποσότητα της κάνναβης που ανερχόταν στα τρία κιλά. Πέραν της άμεσης μαρτυρίας του ίδιου του ΜΚ3, που αναφέρθηκε στον κατηγορούμενο 1 για να παραλάβει ναρκωτικά, υπάρχει και η μαρτυρία που αφορά την επικοινωνία που υπήρξε μεταξύ των δύο. Σε συνάντηση που είχαν στην οδό Ευτέρπης στα Λειβάδια Λάρνακας προμήθευσε τα ναρκωτικά στον ΜΚ3. Υπάρχει επίσης και η αδιαμφισβήτητη μαρτυρία του ΜΚ5 ο οποίος στο σημείο της συνάντησης είδε και αναγνώρισε τον κατηγορούμενο 1 ως τον οδηγό του [ ]. Το γεγονός της προμήθειας τους στον ΜΚ3 αποδεικνύει και το αδίκημα της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα όσο και το ότι τα προμήθευσε στον τελευταίο που αποτελεί το αντικείμενο της κατηγορίας 4. Σε κάθε περίπτωση η ποσότητα των ναρκωτικών που ο κατηγορούμενος 1 κατείχε ξεπερνούσε κατά πολύ κατά πολύ το τεκμήριο που θέτει ο νόμος που για την κάνναβη είναι 30 ή περισσότερα γραμμάρια. Ο κατηγορούμενος δεν προώθησε οποιοδήποτε επιχείρημα που να αφορά το θέμα αυτό. Η θέση του ουσιαστικά είναι ότι ουδεμία σχέση είχε με τα εν λόγω ναρκωτικά. Οι θέσεις του αυτές εξετάστηκαν και δεν έγιναν αποδεκτές. Στην απουσία οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας κρίση μας είναι ότι ο κατηγορούμενος απέτυχε να δημιουργήσει αμφιβολία ως προς τον σκοπό που προορίζονταν τα ναρκωτικά που δεν ήταν άλλος από την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα. Συνεπώς ο κατηγορούμενος 1 προμηθεύτηκε από άλλο πρόσωπο κάνναβη βάρους τριών κιλών, την ποσότητα αυτή την είχε στην κατοχή του αλλά και με σκοπό να την προμηθεύσει σε άλλο πρόσωπο και την προμήθευσε στον ΜΚ3 την 1/2/2024. Να τεθεί εδώ ότι στις λεπτομέρειες της κατηγορίας 4, καταγράφεται ότι ο κατηγορούμενος 1 προμήθευσε τα ναρκωτικά στους ΜΚ3 και κατηγορούμενο 2. Το ζήτημα κατά πόσο προμήθευσε και στον κατηγορούμενο 2 τα επίδικα ναρκωτικά θα μας απασχολήσει αμέσως πιο κάτω δεδομένου ότι ο εν λόγω κατηγορούμενος αντιμετωπίζει την κατηγορία 5 στο ότι προμηθεύτηκε τα ναρκωτικά από τον κατηγορούμενο 1. Για σκοπούς όμως στοιχειοθέτησης της κατηγορίας 4 είναι αρκετό ότι αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος 1 προμήθευσε τον ΜΚ3 με τα ναρκωτικά χωρίς να δημιουργεί οποιοδήποτε ελάττωμα σε αυτή και το οποίο θα οδηγούσε σε διαφορετική αντιμετώπιση της. Η προμήθεια ναρκωτικών σε άλλο γίνεται και όταν το πρόσωπο που γίνεται η προμήθεια είναι ένα.
Να πούμε και κάτι τελευταίο ως προς τον κατηγορούμενο 1. Τέθηκε από το συνήγορο του ότι η διερεύνηση της υπόθεσης συνεχίζεται αφού καταζητείται ακόμα ένα πρόσωπο και εναντίον του έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης. Συνεπώς κατά τη θέση της υπεράσπισης υπάρχουν τεράστια κενά στην υπόθεση κάτι που δεν μπορεί να οδηγήσει σε καταδίκη του με την απαραίτητη ασφάλεια.
Δεν συμμεριζόμαστε τη θέση της υπεράσπισης. Ναι μεν, ως δέχθηκε και ο ΜΚ7, η διερεύνηση της υπόθεσης συνεχίζεται και σε σχέση με άλλο πρόσωπο πλην όμως αυτό δεν επηρεάζει την προώθηση της υπόθεσης εναντίον του κατηγορούμενου 1 στη βάση της μαρτυρίας που έχει περισυλλεχθεί και τον εμπλέκει στην υπόθεση. Αυτό που το Δικαστήριο εξετάζει είναι αν η μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον του είναι ικανή να αποδείξει την ενοχή του κατηγορούμενου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ανεξαρτήτως της συνέχισης της διερεύνησης εναντίον κάποιου άλλου. Αν βέβαια αυτή η διερεύνηση επηρέαζε την υπόθεση και τα δικαιώματα του κατηγορούμενου 1 τότε τα δεδομένα ενδεχομένως να ήταν διαφορετικά. Δεν είναι όμως αυτή η περίπτωση εδώ. Δεν έχει τεθεί σε κάθε περίπτωση επακριβώς με ποιο τρόπο η συνέχιση της διερεύνησης για το αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης, επηρέασε την υπεράσπιση του κατηγορούμενου 1. Δεν έχουμε οτιδήποτε το απτό που θα μας οδηγούσε σε αυτό που η υπεράσπιση επιθυμούσε να αναδείξει.
Ερχόμενοι τώρα να εξετάσουμε κατά πόσο η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της και εναντίον του κατηγορούμενου 2, θα πρέπει να πούμε αρχικά ότι στη βάση της αποδεκτής μαρτυρίας και ιδιαίτερα της μαρτυρίας του ΜΚ3, η εμπλοκή του εν λόγω κατηγορούμενου είναι στην αποβίβαση του από το αυτοκίνητο, στο οποίο ήταν συνοδηγός, με αριθμούς εγγραφής [ ] και η μεταφορά των ναρκωτικών από τον χώρο αποσκευών του [ ] στο χώρο αποσκευών του αυτοκινήτου που επέβαινε μετά που ο ΜΚ3 του είπε να το πράξει. Περαιτέρω, και σύμφωνα και πάλι με την μαρτυρία του ΜΚ3, ο κατηγορούμενος 2 δεν είχε γνώση από την αρχή για το ότι θα λάμβανε ναρκωτικά από τον κατηγορούμενο 1. Το έμαθε αφότου έφυγαν μαζί με τον ΜΚ3 και ο τελευταίος είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρώτο κατηγορούμενο ευρισκόμενος με τον κατηγορούμενο 2 εντός του οχήματος. Εκεί άκουσε την συνομιλία του ΜΚ3 που ρωτούσε τον συνομιλητή του αν θα του δώσει 3 ή 5 κιλά και ο άλλος του απάντησε ότι θα του δώσει τρία και του δίνει ξανά.
Θεωρούμε εδώ ορθό να ασχοληθούμε με το θέμα της γνώσης του κατηγορούμενου 2, ότι δηλαδή ο ΜΚ3 θα παραλάμβανε ναρκωτικά και συνεπακόλουθα γνώριζε το περιεχόμενο της τσάντας την οποία πήρε και τοποθέτησε στο όχημα που επέβαινε. Είναι ζήτημα που θα μας απασχολήσει και κατωτέρω σε σχέση με τις υπό κρίση κατηγορίες για την κατοχή των ναρκωτικών.
Η θέση του κυρίου Δημητρίου ήταν ότι ο κατηγορούμενος 2 δεν γνώριζε το περιεχόμενο της τσάντας αλλά ούτε και τον προορισμό της. Βέβαια ο συνήγορος υπεράσπισης, στην τελική αγόρευση του, αφήνει και ένα περιθώριο να απόκτησε γνώση ο πελάτης του, ότι ο ΜΚ3 είχε εντός του οχήματος ναρκωτικά, όταν το όχημα στο οποίο επέβαινε ανακόπηκε από την αστυνομία.
Δεν συμφωνούμε με την προβαλλόμενη θέση της υπεράσπισης περί άγνοιας του κατηγορούμενου ότι η τσάντα περιείχε ναρκωτικά.
Ο κατηγορούμενος 2 όταν έγινε η συνάντηση στην οδό Ευτέρπης στα Λειβάδια γνώριζε ότι αυτό που θα μεταφερόταν από το ένα αυτοκίνητο στο άλλο ήταν ναρκωτικά. Δεχόμαστε όμως ότι αυτό το στοιχείο δεν το γνώριζε εξαρχής. Δεν έχουμε μαρτυρία ότι όταν επιβιβάστηκε στο όχημα του ΜΚ3 γνώριζε περί ναρκωτικών. Αυτό αποκλείστηκε και από τον ίδιο τον ΜΚ3 του οποίου η μαρτυρία έγινε αποδεκτή. Σε κάθε περίπτωση και η πληροφορία για διακίνηση ναρκωτικών αφορούσε τους ΜΚ3 και κατηγορούμενο 1. Μετά όμως την επιβίβαση στο αυτοκίνητο και την τηλεφωνική επικοινωνία που ο ΜΚ3 είχε με τον κατηγορούμενο 1, με την στιχομυθία να είναι «αν θα του δώκει 3 ή 5 κιλά και ο άλλος είπε του θα σου δώσω 3 και διώ σου ξανά.», δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι δεν κατάλαβε ότι επρόκειτο για ναρκωτικά. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και από τα ίδια τα λεχθέντα του, με το πέρας της σωματικής έρευνας, οπόταν και ανέφερε στον ΜΚ5 ότι «εγώ δεν έχω καμία σχέση με τα ναρκωτικά». Όταν ο ΜΚ5 του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο και ο κατηγορούμενος 2 συνέχισε λέγοντας του «εν τρία κιλά τζιαι έδωκε τα ο Αντρικκής στον Σιακαλλή». Πέραν τούτου όμως, όταν συναντήθηκαν στην πιο πάνω οδό, υπάρχει και η εντολή που έλαβε από τον ΜΚ3 για να κατεβεί από το αυτοκίνητο και να βάλει στο αυτοκίνητο το «πράμα». Δεν είναι δυνατόν να αποδοθεί στην έκφραση «πράμα», υπό τις συνθήκες που αυτή εκστομίστηκε, οποιαδήποτε άλλη έννοια από το ότι του έλεγε για ναρκωτικά. Να υπενθυμίσουμε ότι είχε προηγηθεί η τηλεφωνική επικοινωνία για 3 ή 5 κιλά την οποία ο κατηγορούμενος 1 ήταν αυτήκοος μάρτυρας. Γνώριζε λοιπόν, κατεβαίνοντας από το αυτοκίνητο τη φύση του αντικειμένου της συναλλαγής. Επιπλέον, όταν ο ΜΚ3 κατά την επανεξέταση του ρωτήθηκε για τον λόγο που προέβηκε στην ένορκη δήλωση, τεκμήριο 21 είπε ότι ο Γιάννης δεν είχε σχέση με αυτό το πράγμα και ότι ήταν αυτός που του είπε να κατεβεί «να πιάσει τα ναρκωτικά». Άρα όταν κατέβηκε από το όχημα στο οποίο επέβαινε του είχε λεχθεί και ήταν εις γνώση του ότι αυτό που θα παραλάμβανε ήταν ναρκωτικά. Τα πιο πάνω αποδεικνύουν ότι απόκτησε γνώση για την ύπαρξη ναρκωτικών από προηγουμένως και πριν την ανακοπή τους από την αστυνομία. Επιπρόσθετα, οι νάιλον συσκευασίες ως ήταν τοποθετημένες μέσα στην τσάντα φαίνονταν ξεκάθαρα ότι το περιεχόμενο τους ήταν ναρκωτικά. Οι φωτογραφίες του τεκμηρίου 5, ως επεξηγήθηκαν από τον ΜΚ1, και ειδικότερα οι φωτογραφίες 3 και 4 που απεικονίζουν την τσάντα ως τοποθετήθηκε από τον κατηγορούμενο 2 και πριν αυτή μετακινηθεί για σκοπούς φωτογράφισης, δεν αφήνουν αμφιβολία για το τι περιείχε. Να προσθέσουμε εδώ ότι η εισήγηση του συνηγόρου υπεράσπισης ότι δεν ξέρουμε πως ήταν η τσάντα μέσα στο αυτοκίνητο διότι προηγήθηκε σύγκρουση του οχήματος με αυτοκίνητα της αστυνομίας και λεωφορείο, παρέμεινε απλή εισήγηση χωρίς το πραγματικό υπόβαθρο. Δεν τέθηκε οποιαδήποτε θέση στους ΜΚ, πέραν της σύγκρουσης ως γεγονός, ως προς αυτό το ζήτημα και από το οποίο να προκύπτει ότι η τσάντα ήταν σε διαφορετική θέση ή ήταν δεμένη με κάποιο τρόπο και που καθιστούσε αδύνατο για τον κατηγορούμενο να δει το περιεχόμενο της. Ο κατηγορούμενος 2 με την παραλαβή της από τον κατηγορούμενο 1 είδε ότι επρόκειτο για ναρκωτικά. Συνεπώς όταν κατά την συνάντηση με τον κατηγορούμενο 1 στην οδό Ευτέρπης στα Λειβάδια, κατέβηκε από το αυτοκίνητο γνώριζε ότι θα παραλάμβανε ναρκωτικά. Είχε ακούσει αρχικά την τηλεφωνική επικοινωνία του ΜΚ3 με τον κατηγορούμενο 1. Στη συνέχεια του είπε ο ΜΚ3 να κατεβεί από το αυτοκίνητο και να πάρει τα ναρκωτικά. Όταν τα παρέλαβε είδε ότι το αντικείμενο που πήρε στα χέρια του ήταν ναρκωτικά. Κατά την ανακοπή τους από την αστυνομία γνώριζε και το λόγο αυτής της ανακοπής.
Κατόπιν των πιο πάνω θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε αν η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει και την ενοχή του κατηγορούμενου 2 στα αδικήματα που ο τελευταίος αντιμετωπίζει.
Θεωρούμε ότι το πρώτο ζήτημα που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι αν ο εν λόγω κατηγορούμενος απέκτησε κατοχή των ναρκωτικών.
Έχουμε αναφέρει και πιο πάνω τη θέση του ότι δεν γνώριζε ότι στην τσάντα που πήρε στα χέρια του, ότι υπήρχαν ναρκωτικά. Η θέση αυτή έχει εξεταστεί και η κρίση και κατάληξη μας είναι ότι ο κατηγορούμενος 2 γνώριζε ότι ο κατηγορούμενος 1 θα του παρέδιδε ναρκωτικά. Ο ΜΚ3 του είπε να κατεβεί από το αυτοκίνητο για να πιάσει τα ναρκωτικά. Δεν θα επαναλάβουμε τα όσα πιο πάνω θέσαμε ως προς το στοιχείο της κατοχής, παρά ότι απαιτείται φυσικό έλεγχος με ταυτόσημη γνώση της φύσης του αντικειμένου. Στην εδώ περίπτωση δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος απέκτησε κατοχή των επίδικων ναρκωτικών εν τη εννοία του νόμου. Είχε φυσικό έλεγχο τους αφού τα παράλαβε από τον κατηγορούμενο 1 και τα τοποθέτησε στον χώρο αποσκευών του οχήματος στο οποίο επέβαινε και ταυτόχρονα είχε και γνώση ότι το αντικείμενο που παραλάμβανε και ασκούσε φυσικό έλεγχο επί αυτού ήταν ναρκωτικές ουσίες.
Αναφορικά τώρα με τα αδικήματα που αντιμετωπίζει, προσάπτεται στον κατηγορούμενο 2, στην κατηγορία 5, ότι την 1/2/2024 προμηθεύτηκε από τον κατηγορούμενο 1 και άλλο πρόσωπο το αντικείμενο που αποτελεί το υπόβαθρο των αδικημάτων του κατηγορητηρίου που είναι τα τρία κιλά κάνναβης.
Για στοιχειοθέτηση του αδικήματος της κατηγορίας 5 απαιτείται να αποδειχθεί το στοιχείο της προμήθειας από άλλο πρόσωπο.
Έχουμε καταλήξει σε εύρημα ότι ο κατηγορούμενος 2 ήταν το πρόσωπο που κατέβηκε από το όχημα με αριθμούς εγγραφής ΝΒΝ527 και παρέλαβε τα ναρκωτικά από τον κατηγορούμενο 1 γνωρίζοντας τη φύση του αντικειμένου το οποίο παραλάμβανε. Δεν υπάρχει συνεπώς αμφιβολία ότι προμηθεύτηκε τα ναρκωτικά.
Αναφορικά τώρα με την κατηγορία 6 για το αδίκημα της παράνομης κατοχής της κάνναβης έχουμε καταλήξει ότι είχε κατοχή των ναρκωτικών αφού και φυσικό έλεγχο είχε και ταυτόσημη γνώση της φύσης του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής. Συνεπώς κρίση μας είναι ότι παράνομα κατείχε τα ναρκωτικά που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης.
Παραμένει προς κρίση η τελευταία κατηγορία για κατοχή των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα.
Από τις λεπτομέρειες του αδικήματος της κατηγορίας 7 προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος 2 διώκεται ότι κατείχε την κάνναβη με σκοπό να την προμηθεύσει σε άλλα πρόσωπα.
Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ως προς την κατοχή των ναρκωτικών από τον κατηγορούμενο 2. Αναφορικά τώρα με το στοιχείο του σκοπού για προμήθεια των ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα, ισχύουν τα όσα θέσαμε όταν εξετάζαμε το εν λόγω αδίκημα αναφορικά με τον κατηγορούμενο 1. Η ποσότητα των τριών κιλών ξεπερνά κατά πολύ το τεκμήριο που θέτει ο νόμος που για την κάνναβη είναι 30 ή περισσότερα γραμμάρια. Ο κατηγορούμενος 2 δεν προώθησε οποιοδήποτε επιχείρημα που να φορά το θέμα αυτό. Η θέση του ουσιαστικά είναι ότι δεν γνώριζε ότι αυτό που τοποθετούσε στο αυτοκίνητο ήταν ναρκωτικά και ουδεμία σχέση είχε με αυτά. Οι θέσεις του αυτές εξετάστηκαν και δεν έγιναν αποδεκτές. Στην απουσία οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας κρίση μας είναι ότι ο κατηγορούμενος 2 απέτυχε να δημιουργήσει αμφιβολία ως προς τον σκοπό που προορίζονταν τα ναρκωτικά που δεν ήταν άλλος από την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα. Ουδέν προβλήθηκε που θα ανέτρεπε το εν λόγω μαχητό τεκμήριο απόδειξης της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα. Κρίση μας συνεπώς είναι ότι ο κατηγορούμενος 2 παράνομα κατείχε τα ναρκωτικά που είναι το αντικείμενο των κατηγοριών και τα κατείχε με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα.
Καταληκτικά κρίνουμε ότι η κατηγορούσα αρχή πέτυχε να αποδείξει την υπόθεση της εναντίον των κατηγορούμενων 1 και 2 και συνεπακόλουθα και την ενοχή τους πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Συνεπώς βρίσκουμε ένοχο τον κατηγορούμενο 1 στις κατηγορίες 1,2,3 και 4 και τον κατηγορούμενο 2 στις κατηγορίες 5,6 και 7.
(Υπ.) ………………………..
Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Α. Θωμά-Θεοδοσίου, Προσ. Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο