Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας ν. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 4037/2025, 10/6/2025
print
Τίτλος:
Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας ν. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 4037/2025, 10/6/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 4037/2025

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

εναντίον

1.  ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

2.   GURMEET SINGH

3.   VARINDER SINGH VARINDER SINGH

                                                                                      Κατηγορουμένων

Ημερομηνία: 10.6.2025

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Ζ. Κούμουρου     

Για τον Κατηγορούμενο αρ. 1: κ. Α. Πασιουρτίδης 

Κατηγορούμενοι αρ. 2 και 3: Αυτοπροσώπως   

Κατηγορούμενοι αρ. 2 και 3: Παρόντες

ΠΟΙΝΗ

Στο κατηγορητήριο της παρούσας υπόθεσης περιλαμβάνονται 9 κατηγορίες. Οι κατηγορίες 1 έως 5 αφορούν τον 1ο κατηγορούμενο, οι κατηγορίες 6 και 7 τον 2ο κατηγορούμενο και οι κατηγορίες 8 και 9 τον 3ο κατηγορούμενο. Οι κατηγορούμενοι παραδέχθηκαν τις κατηγορίες που καθένας τους αντιμετωπίζει.

 

Οι κατηγορίες 1 και 4 αφορούν το αδίκημα της πρόσληψης αλλοδαπού σε υπηρεσία και παράλειψης ειδοποίησης του Λειτουργού Καταγραφής για την εν λόγω πρόσληψη κατά παράβαση του άρθρου 20 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και του Καν. 38 των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972 και Κ.Δ.Π.146/1991), οι κατηγορίες 2 και 5 αφορούν το αδίκημα της παράνομης εργοδότησης αλλοδαπού κατά παράβαση των άρθρων 2, 14Β(1) και 19 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972 και Κ.Δ.Π.146/1991) και η 3η το αδίκημα της παροχής συνδρομής σε αλλοδαπό όπως παραβεί τους όρους εισόδου κατά παράβαση των άρθρων 2, 19(1)(ι)(κ) του Κεφ. 105 και των σχετικών Κανονισμών και του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα.

 

Η 6η κατηγορία αφορά το αδίκημα της παράβασης των όρων άδειας εισόδου αλλοδαπού κατά παράβαση των άρθρων 2, 19(1)(ι)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου και των Κανονισμών 2, 9(1)(β)(4) της Κ.Δ.Π. 242/1972.  

 

Οι κατηγορίες 7 και 9 αφορούν το αδίκημα της άσκησης επαγγέλματος από αλλοδαπό χωρίς άδεια απασχολήσεως κατά παράβαση των άρθρων 19(ι)(κ) και 20 του Κεφ. 105 και των Κανονισμών 9, 11 και 14 της Κ.Δ.Π. 242/1972.

 

Η 8η κατηγορία αφορά το αδίκημα της παραμονής αλλοδαπού στη Δημοκρατία χωρίς άδεια κατά παράβαση του άρθρου 19(ι)(λ) του Κεφ. 105 και των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972).

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα τα οποία εκτέθηκαν από τον εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής και δεν αμφισβητήθηκαν από τους κατηγορούμενους στις 8.4.2025 και περί ώρα 10:30 ο Μ.Κ.1 μαζί με άλλα μέλη της Υ.Α.Μ. Λάρνακας μετέβησαν σε υπό ανακαίνιση οικοδομή στη Λάρνακα κατόπιν πληροφορίας ότι εκεί εργάζονταν παράνομα αλλοδαποί. Κατά την άφιξή του στο μέρος ο Μ.Κ.1 εντόπισε τον 2ο κατηγορούμενο να ασχολείται με καθαρισμό οικοδομικών υλικών και τον 3ο κατηγορούμενο να ασχολείται με τρίψιμο τοίχων. Τους υπέδειξε την αστυνομική του ταυτότητα και τους ζήτησε τα στοιχεία τους. Από έλεγχο που έγινε διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για τους κατηγορούμενους 2 και 3. Από τον έλεγχο διαπιστώθηκε επίσης ότι ο 2ος κατηγορούμενος αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 21.10.2024 με θεώρηση εισόδου ως φοιτητής σε κολλέγιο και στις 30.1.2025 υπέβαλε αίτηση για να διευθετήσει την παραμονή του ως φοιτητής η οποία τελεί υπό εξέταση.

 

Ο 3ος κατηγορούμενος αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 13.12.2021 με θεώρηση εισόδου ως εργάτης σε εταιρεία στο Μαρώνι και του δόθηκε άδεια παραμονής και εργασίας μέχρι τις  13.12.2022. Στις 2.4.2022 του δόθηκε επιστολή αποδέσμευσης με σκοπό να εξεύρει νέο εργοδότη, αλλά παρέλειψε να το πράξει και τα στοιχεία του στις 21.9.2022 τοποθετήθηκαν στον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων ως αναζητούμενο πρόσωπο.

 

Από περαιτέρω έλεγχο που έγινε μέσω του Γραφείου Εργασίας διαπιστώθηκε ότι οι εν λόγω αλλοδαποί δεν υπέβαλαν οποιανδήποτε αίτηση για να εξασφαλίσουν άδεια εργασίας. Ο Μ.Κ.1 επέστησε την προσοχή τους στον Νόμο και ο 2ος κατηγορούμενος απάντησε «part time sir» και ο 3ος «only today». Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 συνελήφθησαν για αυτόφωρο αδίκημα και οδηγήθηκαν στα γραφεία της Αστυνομίας.

 

Από εξετάσεις που έγιναν διαπιστώθηκε ότι εργοδότης τους ήταν ο 1ος κατηγορούμενος ο οποίος κλήθηκε στα γραφεία της Αστυνομίας. Λήφθηκε κατάθεση από αυτόν στην οποία, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι στο σπίτι που επιδιόρθωνε διέμενε μαζί με τη σύζυγο και την πεθερά του. Τους εν λόγω αλλοδαπούς τους γνώριζε μέσω γνωστού του και τους είπε να έρθουν να τον βοηθήσουν για 1 - 2 μέρες καθώς είχε ατύχημα στο αριστερό του χέρι και δεν μπορούσε να δουλέψει. Ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ανέφερε επίσης ότι και οι τρεις κατηγορούμενοι είναι λευκού ποινικού μητρώου.

Ο δικηγόρος του 1ου κατηγορούμενου όταν έλαβε τον λόγο εξέφρασε τις απολογίες του πελάτη του και στη συνέχεια αναφέρθηκε στην έμπρακτη μεταμέλειά του η οποία ως εισηγήθηκε φαίνεται από την άμεση παραδοχή του αλλά και από το γεγονός ότι ο ίδιος συμμορφωμένος με τις υποδείξεις της Υπηρεσίας Κοινωνικών Ασφαλίσεων ακόμα και για εκείνες τις 2 ώρες που οι κατηγορούμενοι 2 και 3 τον βοήθησαν στην επιδιόρθωση της κατοικίας του, τους κατέβαλε εισφορές στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και πλήρωσε και το σχετικό πρόστιμο για τα οποία παρέδωσε στο Δικαστήριο τα σχετικά έγγραφα.

 

Ανέφερε επίσης πως η επίδικη κατοικία παραχωρήθηκε με σύμβαση στη μητέρα της συμβίας του 1ου κατηγορούμενου και πως ο τελευταίος όταν ξεκίνησε η επιδιόρθωσή της υπέστη κάταγμα στο χέρι με αποτέλεσμα να υποβληθεί και σε χειρουργικές επεμβάσεις. Λόγω του τραυματισμού του αναζήτησε βοήθεια για ολοκλήρωση της επιδιόρθωσης για αυτό και κάλεσε τους κατηγορούμενους 2 και 3 για να τον βοηθήσουν, μη γνωρίζοντας ότι αυτό αποτελεί εργοδότηση και γι’ αυτό 2 ώρες μετά που καταγγέλθηκε έκανε όλες τις διαδικασίες για να συμμορφωθεί πλήρως.

 

Ανέφερε ακόμα ότι ο 1ος κατηγορούμενος δεν είχε καμία πρόθεση να αποκομίσει οικονομικό όφελος καθώς επίσης ότι είναι άτομο λευκού ποινικού μητρώου. Όσον αφορά τις προσωπικές περιστάσεις του ανέφερε πως είναι εργάτης σε ιδιωτική εταιρεία και λαμβάνει περίπου 1300 ευρώ μηνιαίως. Η συμβία του εργάζεται στο αεροδρόμιο ως ιδιωτικός υπάλληλος με μισθό περίπου 1280 ευρώ μηνιαίως. Ανέφερε επίσης ότι ο 1ος κατηγορούμενος έχει μια ανήλικη κόρη από προηγούμενη σχέση του για την οποία καταβάλλει μηνιαίως 300 ευρώ για τη διατροφή της και περαιτέρω ότι για ένα δάνειο καταβάλλει δόση περίπου 180 ευρώ μηνιαίως.

Εισηγήθηκε τέλος πως η άμεση παραδοχή του 1ου κατηγορούμενου, η έμπρακτη μεταμέλειά του και το λευκό του ποινικό μητρώο επιτρέπουν στο Δικαστήριο να τον αντιμετωπίσει με κάθε δυνατή επιείκεια.

 

Ακολούθως τον λόγο έλαβαν διαδοχικά οι κατηγορούμενοι 2 και 3 οι οποίοι περιορίστηκαν να εκφράσουν την απολογία τους και την πρόθεσή τους μελλοντικά να μην διαπράξουν οποιοδήποτε άλλο αδίκημα. Επιπλέον ο 3ος κατηγορούμενος εξέφρασε και την επιθυμία του να επιστρέψει στη χώρα του. 

 

Έχω μελετήσει με προσοχή και έλαβα υπόψη μου όσα αναφέρθηκαν.

 

Το Δικαστήριο κατά τη διαδικασία επιλογής του είδους της ποινής που θα επιβάλει σε μια συγκεκριμένη υπόθεση έχει καθήκον να λαμβάνει υπόψη του τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη από τον Νόμο ανώτατη ποινή για καθένα από αυτά, τις περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος καθώς επίσης και τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του εκάστοτε κατηγορούμενου. Επιπλέον, σε αδικήματα όπου παρατηρείται αυξητική τάση διάπραξής τους η επιβολή αποτρεπτικών ποινών καθίσταται αναγκαία.

 

Στο έργο εξατομίκευσης της ποινής είναι καθήκον του Δικαστηρίου να λαμβάνει επίσης υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης για εξισορρόπηση της ποινής έτσι ώστε η ποινή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).

Από την άλλη όμως η διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή (Μιχάλης Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 557). Η εξατομίκευση της ποινής επιτυγχάνεται μέσα και όχι έξω από το πλαίσιο των αρχών που διέπουν τον καθορισμό της ποινής (Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (2001) 2 Α.Α.Δ. 285).

 

Οι παλαιότερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αφορούν στην επιβολή ποινών παρέχουν ένδειξη του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής πλην όμως δεν έχουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου επειδή η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και των προσωπικών συνθηκών του εκάστοτε παραβάτη (Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1, Γεωργίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 61/2020, ημερομηνίας 14.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B304 και ANDREI ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 164 και 165/2022, ημερομηνίας 23.1.2023).

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα στα οποία οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι κατόπιν παραδοχής τους είναι σοβαρά. Η σοβαρότητα που προσδίδεται σε αυτά από τον νομοθέτη διαφαίνεται από το ανώτατο όριο ποινής που ο νόμος προνοεί για καθένα από αυτά.

 

Για το αδίκημα της πρόσληψης αλλοδαπού σε υπηρεσία και παράλειψης ειδοποίησης του Λειτουργού Καταγραφής περί της τοιαύτης πρόσληψης κατά παράβαση του άρθρου 20 του Κεφ. 105 και του Κ.38 της Κ.Δ.Π. 242/1972 ως τροποποιήθηκε από την Κ.Δ.Π. 146/1991 προβλέπεται πρόστιμο μη υπερβαίνον τις Λ.Κ.200,00 (€342,00 περίπου) ή ποινή φυλάκισης μέχρι 3 μήνες ή και οι 2 αυτές ποινές.

 

Για το αδίκημα της εργοδότησης αλλοδαπού χωρίς την απαιτούμενη από τον νόμο άδεια ή της εργοδότησης κατά παράβαση των όρων άδειας εργοδότησης ή της εργοδότησης κατά παράβαση οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού το άρθρο 14Β(1) του Κεφ. 105 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 5 έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €20.000 ή και τις 2 αυτές ποινές.

 

Για το αδίκημα της παροχής συνδρομής σε αλλοδαπό όπως παραβεί τους όρους της άδειας εισόδου που του παραχωρήθηκε το άρθρο 19 του Κεφ. 105 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι δώδεκα μήνες ή πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες (€1.708 περίπου) ή και τις δύο αυτές ποινές.

 

Για το αδίκημα της παραμονής αλλοδαπού στη Δημοκρατία χωρίς άδεια του Διευθυντού και για το αδίκημα της άσκησης επαγγέλματος από αλλοδαπό χωρίς άδεια απασχολήσεως ή κατά παράβαση των όρων της άδειας παραμονής του το άρθρο 19 του Κεφ. 105 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι δώδεκα μήνες ή πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες (€1.708 περίπου) ή και τις δύο αυτές ποινές.

 

 Η νομολογία καθορίζει ότι σοβαρά είναι και τα αδικήματα που αφορούν παράνομη εργοδότηση αλλοδαπών και ότι είναι αναγκαίο να αντιμετωπίζονται με την επιβολή αποτρεπτικών ποινών (Γενικός Εισαγγελίας της Δημοκρατίας ν. Χριστάκη Πιρίκκη (2001) 2 Α.Α.Δ. 279). 

 

Στην υπόθεση Σαφειρίδου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 28/2022, ημερ. 21.3.2022, ECLI:CY:AD:2022:B123, αναφέρθηκε ότι:

 

«Η νομολογία διαχωρίζει τις περιπτώσεις των παρανόμως εργοδοτουμένων αλλοδαπών που βρίσκονται και παράνομα στη Δημοκρατία από τις περιπτώσεις στις οποίες αυτοί βρίσκονται νόμιμα, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Είναι στη βάση αυτής της προσέγγισης που στην υπόθεση Lin Qinlong v. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 501, η οποία αφορούσε παράνομη εργοδότηση αλλοδαπού φοιτητή, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε πρωτοδίκως (βλ. επίσης Γενικός Εισαγγελέας v. Νικολάου (2006) 2 Α.Α.Δ. 488)».

 

Η σοβαρότητα των αδικημάτων που σχετίζονται με την παράνομη είσοδο και παράνομη παραμονή αλλοδαπών στη Δημοκρατία και η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών δεν προκύπτουν μόνο από τις προβλεπόμενες ποινές αλλά έχουν επίσης τονισθεί και από τη σχετική νομολογία εδώ και δεκαετίες. Στην υπόθεση SHABANALI NAZARI ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 231 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Παράνομη παραμονή αλλοδαπών στην Κύπρο συνιστά δεσπόζον (prevalent) αδίκημα, γεγονός που δικαιολογεί την επιβολή αποτρεπτικών ποινών.

Η συχνότητα, με την οποία διαπράττονται αδικήματα αυτής της φύσης, και οι αρνητικές επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο συνοψίζονται περιεκτικά στο απόσπασμα που ακολουθεί από την πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Mohamed και Άλλοι ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 166 που δόθηκε από το Νικήτα Δ.:

«Δυστυχώς το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκαν οι εφεσείοντες διαπράττεται τελευταία με εντεινόμενη συχνότητα. Ο πρωτόδικος δικαστής, εκφράζοντας τη βαθιά ανησυχία του για το φαινόμενο, το χαρακτήρισε ως επιδημία. Δε θα ήταν υπερβολικό να λεχθεί ότι από την άποψη αυτή η Κύπρος βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας. Οι αρνητικές επιπτώσεις, κοινωνικές, οικονομικές και άλλες ήδη εκδηλώθηκαν και επηρεάζουν τη ζωή του τόπου.

Η Κύπρος είναι χώρα φιλόξενη και ανεκτική. Ιστορικά υπήρξε και εξακολουθεί να είναι κόμβος συγκοινωνιακός, οικονομικός και πολιτιστικός. Όμως κάθε κράτος διατηρεί το δικαίωμα μη αποδοχής αλλοδαπών (βλέπε ανάπτυξη του καθηγητή J.G. Starke 'Introduction to International Law', 10η έκδοση στη σελ. 748 και επ.), το οποίο παραβιάζεται με διάπραξη τέτοιας φύσεως αδικημάτων».

 

Στην ως άνω υπόθεση SHABANALI NAZARI ν. Αστυνομίας επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ποινή φυλάκισης 3 μηνών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα από το Πρωτόδικο Δικαστήριο στην κατηγορία της παραμονής στη Δημοκρατία μετά τη λήξη της άδειας παραμονής του κατά παράβαση του άρθρου 19(1)(λ) του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105.  

 

Σχετικό με τα πιο πάνω είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 421:

 

«Αδικήματα που αφορούν την παράνομη είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στην Κύπρο ή που σχετίζονται με τέτοια αδικήματα αντιμετωπίζονται ως σοβαρά. Έχει επισημανθεί στην σχετική νομολογία ότι τόσο η παράνομη είσοδος στο έδαφος της Δημοκρατίας όσο και η παράνομη παραμονή προσώπων που εισήλθαν αρχικά νόμιμα έχει φθάσει σε τέτοια επίπεδα που δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα κοινωνικής και οικονομικής φύσεως αλλά και προβλήματα αστυνόμευσης. Ακόμα ότι η Κύπρος είναι φιλόξενη χώρα αλλά ο καθένας που επιθυμεί να ζήσει εδώ οφείλει να συμμορφώνεται με τους Νόμους και τους Κανονισμούς της χώρας αυτής».

 

Στην υπόθεση ALI HASSAIN KHALAF AL JIBOURI ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 143 που αφορούσε στο αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία μετά τη λήξη άδειας παραμονής κατά παράβαση του άρθρου 19(λ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 έγινε αναφορά στην υπόθεση Gaby Toufic Atallah ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 94 στην οποία αναφέρθηκε ότι:

 

«οι προσωπικές περιστάσεις των κατηγορουμένων όσο και αν, όπως σε κάθε περίπτωση, είναι παράγοντες σχετικοί με την επιμέτρηση της ποινής, είναι περιορισμένης σημασίας και σίγουρα δεν μπορούν να αφεθούν να οδηγήσουν σε αναποτελεσματική εφαρμογή του νόμου σε υποθέσεις όπως η παρούσα, στις οποίες οι ποινές είναι αναγκαίο να είναι αποτρεπτικές».

 

Στην ως άνω απόφαση ALI HASSAIN KHALAF AL JIBOURI ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ (πιο πάνω) κρίθηκε ότι η ποινή φυλάκισης 1 μηνός που επιβλήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ήταν έκδηλα υπερβολική. 

 

Στην υπόθεση ALI RIZA MOHAMEΤ ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 295 επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 5 μηνών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα κατόπιν παραδοχής του. Αναφέρθηκε και πάλι ότι η επιβολή αποτρεπτικής ποινής είναι επιβεβλημένη στις υποθέσεις διάπραξης αδικημάτων παράνομης παραμονής αλλοδαπών λόγω της έξαρσης στη διάπραξη τους και των αρνητικών επιπτώσεων τους σε διάφορους τομείς της ζωής του τόπου μας.

 

Στα πλαίσια επιλογής της κατάλληλης ποινής και της εξατομίκευσης λαμβάνω υπόψη μου την παραδοχή των κατηγορουμένων, η οποία είναι ένας σημαντικός ελαφρυντικός παράγοντας ο οποίος φανερώνει και τη μεταμέλειά τους. Στην υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 λέχθηκε ότι «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή.».

 

Περαιτέρω λαμβάνω επίσης υπόψη μου το λευκό τους ποινικό μητρώο και τις προσωπικές, οικονομικές και οικογενειακές τους περιστάσεις καθώς και τα γεγονότα που περιβάλουν τη διάπραξη των επίδικων αδικημάτων καθώς επίσης και τη χρονική διάρκεια που αυτά είχαν.

 

Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή για τον 2ο κατηγορούμενο ο οποίος νόμιμα εισήλθε και εξακολουθεί νόμιμα να παραμένει στη Δημοκρατία είναι αυτή του προστίμου.

 

Έχοντας επίσης υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή για τον 3ο κατηγορούμενο, λαμβάνοντας υπόψη μου και τη μακρά χρονική διάρκεια της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία από τις 13.12.2022 ως αναγράφεται στις λεπτομέρειες αδικήματος της 8ης κατηγορίας που παραδέχθηκε μέχρι και τις 28.4.2025 που εντοπίστηκε να διαπράττει τα επίδικα αδικήματα είναι αυτή της φυλάκισης.

 

Αναφορικά με τον 1ο κατηγορούμενο λαμβάνοντας υπόψη μου ότι η εργοδότηση των κατηγορουμένων 2 και 3 χωρίς άδεια ήταν πολύ μικρής διάρκειας, ήτοι 2 ωρών κατά την επίδικη ημέρα, κρίνω ότι αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή είναι η χρηματική η οποία όμως πρέπει να ενέχει το στοιχείο της αποτρεπτικότητας. 

 

Κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνω περαιτέρω υπόψη μου την προβλεπόμενη από τον Νόμο ανώτατη ποινή καθώς επίσης και τη σχετική νομολογία όπως την ανέφερα πιο πάνω σύμφωνα με την οποία καθίσταται αναγκαία η επιβολή αποτρεπτικών ποινών σε αδικήματα όπως τα επίδικα. Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω καθώς επίσης και την αρχή της συνολικότητας της ποινής κρίνω ως αρμόζουσες υπό τις περιστάσεις ποινές τις ακόλουθες:

 

Στον 1ο κατηγορούμενο:

·       Στην 1η κατηγορία ποινή προστίμου €150,00

·       Στη 2η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

·       Στην 3η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

·       Στην 4η κατηγορία ποινή προστίμου €150,00

·       Στην 5η κατηγορία ποινή προστίμου €2.000,00

 

Στον 2ο κατηγορούμενο:

·       Στην 6η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

·       Στην 7η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00  

 

Στον 3ο κατηγορούμενο:

·      Στην 8η κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 μηνών

·      Στην 9η κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 μηνών

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον 3ο κατηγορούμενο να συντρέχουν.

 

Έχοντας επιβάλει στον 3ο κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης κάτω των 3 ετών προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω το θέμα της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

 

Το θέμα της αναστολής ποινής φυλάκισης ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 καθώς επίσης και οι αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161). Επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι δυνατό να ανασταλεί εφόσον αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης ή και από τα προσωπικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου.

 

Σχετικά με το ζήτημα της αναστολής ποινής φυλάκισης στην υπόθεση Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930 λέχθηκε ότι «κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση Απέργη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 64/2023, ημερ. 22.6.2023 έγινε αναφορά στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 9/2021, ημερ. 29.7.2021 στην οποία εξηγήθηκε ότι ποινή φυλάκισης, ακόμα και εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυστηρή λόγω του ύψους της, μπορεί να απωλέσει το στοιχείο της αποτροπής εφόσον ανασταλεί, ακόμα και να καταστεί ανεπαρκής για την τιμωρία του καταδικασθέντα.

 

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη μου το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και ιδίως τη μεγάλη χρονική διάρκεια της παράνομης παραμονής του 3ου κατηγορούμενου από τις 13.12.2022 μέχρι και τις 28.4.2025 που εντοπίστηκε να διαπράττει τα επίδικα αδικήματα κρίνω ότι στην παρούσα υπόθεση δεν δικαιολογείται όπως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

Κρίνω πως οι προσωπικές περιστάσεις του 3ου κατηγορούμενου, η παραδοχή του και το λευκό του ποινικό μητρώο δεν υπερτερούν της ανάγκης για επιβολή αποτρεπτικής ποινής για τους λόγους που προανέφερα. Κρίνω περαιτέρω πως αναστολή της ποινής φυλάκισης δεν θα αντικατόπτριζε τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ούτε θα εξυπηρετούσε την παράμετρο της αποτροπής.

 

Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι ως άνω μετριαστικοί παράγοντες οι οποίοι τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, λήφθηκαν δεόντως υπόψη για τον καθορισμό τόσο του είδους όσο και του ύψους της ποινής. Λόγω των πιο πάνω κρίνω ότι δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης.

 

Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον 3ο κατηγορούμενο να εκτελεστεί άμεσα. Ο χρόνος φυλάκισης μειώνεται για το χρονικό διάστημα που ο 3ος κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση ήτοι από τις 29.4.2025.

                                                         

(Υπ.) ..................................

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο