
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 15908/2024
Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας
εναντίον
Μιχάλη Παναγιώτου
Κατηγορούμενου
Ημερομηνία: 15.4.2025
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Ζ. Κούμουρου
Για τον Κατηγορούμενο: κα Ευ. Λαζαρίδου
Κατηγορούμενος: Παρών
ΠΟΙΝΗ
Ο κατηγορούμενος κατόπιν ακρόασης κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες 1, 2, 3 και 5 ενώ αθωώθηκε στην 4η κατηγορία. Είχε επίσης παραδεχθεί τις κατηγορίες 6 και 7.
Η 1η κατηγορία αφορά το αδίκημα της εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 280 του Ποινικού Κώδικα και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος επί τω ότι στις 27.10.2024 και περί ώρα 06:30 στην οδό Γρανικού και Ιάκωβου Μάρκου στη Λάρνακα της επαρχίας Λάρνακας εισήλθε στη μικρή αποθήκη που βρίσκεται εντός του περιφραγμένου χώρου με καφέ κάγκελα ιδιοκτησίας του Bedros Karaoghlanian με σκοπό να διαπράξει το ποινικό αδίκημα της κλοπής.
Η 2η κατηγορία αφορά το αδίκημα της κλοπής κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα και ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος επί τω ότι έκλεψε μόνο 2 ηλεκτρικά μοτοράκια και όχι όλα τα αντικείμενα που καταγράφονται στις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας.
Η 3η κατηγορία αφορά το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση των άρθρων 291, 295 και 371 του Ποινικού Κώδικα και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος επί τω ότι στις 28.10.2024 και περί ώρα 06:30 στην οδό Γρανικού και Ιάκωβου Μάρκου στη Λάρνακα της επαρχίας Λάρνακας συνωμότησε με άλλο πρόσωπο να διαπράξουν κακούργημα ήτοι διάρρηξη.
Η 5η κατηγορία αφορά το αδίκημα της διάρρηξης κτιρίου με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση των άρθρων 255, 262, 291 και 295 του Ποινικού Κώδικα και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος επί τω ότι στις 28.10.2024 και περί ώρα 20:30 στη γωνία των οδών Γρανικού και Ι. Μάρκου στη Λάρνακα διέρρηξε και εισήλθε στη μεγάλη αποθήκη εντός περιφραγμένου χώρου με άσπρα κάγκελα με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος εντός αυτής ήτοι κλοπής.
Η 6η κατηγορία αφορά το αδίκημα της κλοπής κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι στις 5.10.2024 στην οδό Αγίου Σάββα στα Λειβάδια έκλεψε 2 μονόφυλλες πόρτες αξίας €400,00 περιουσία της Α.Η.Κ.
Τέλος η 7η κατηγορία αφορά το αδίκημα της εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 280 του Ποινικού Κώδικα αντίστοιχα και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι στον ίδιο τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 6η κατηγορία παράνομα εισήλθε στον χώρο στάθμευσης της πολυκατοικίας με σκοπό να διαπράξει το ποινικό αδίκημα της κλοπής.
Το Δικαστήριο κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα αναφορικά με την παρούσα υπόθεση:
«Ο M.K.4 είναι ο ιδιοκτήτης 2 περιφραγμένων χωραφιών στη γωνία των οδών Γρανικού και Ιάκωβου Μάρκου στη Λάρνακα. Η μια αποθήκη είναι περιφραγμένη στον ένα χώρο με τα καφέ κάγκελα και η άλλη είναι σε δίπλα ξεχωριστό περιφραγμένο χώρο με άσπρα κάγκελα και το χρώμα της αποθήκης είναι άσπρο. Από την αποθήκη που βρίσκεται στον χώρο με τα καφέ κάγκελα εδώ και αρκετό καιρό είχαν κλαπεί τα παράθυρα και η πόρτα.
Ο Μ.Κ.5 στις 27.10.2024 και ώρα 6 το πρωί είδε ένα αυτοκίνητο Honda ασημί και ένα άτομο να κάθεται στη θέση του οδηγού και να περιμένει. Ένα δεύτερο άτομο έβγαινε από την αποθήκη από τον περιφραγμένο χώρο με τα καφέ κάγκελα κρατώντας στα χέρια του δύο μοτοράκια. Το εν λόγω πρόσωπο ήταν ψηλός με μαύρα μούσια, φορούσε στο κεφάλι του ανάποδα ένα καπελάκι και φορούσε κοντό μαύρο παντελόνι.
Αμέσως ο Μ.Κ.5 τηλεφώνησε στην Αστυνομία αλλά μέχρι να έρθει στο μέρος το πρόσωπο που κρατούσε τα μοτοράκια μπήκε συνοδηγός στο ως άνω όχημα και έφυγαν. Πρόλαβε όμως να φωτογραφήσει το όχημα και τον οδηγό καθώς και το άτομο που έβγαινε από την αποθήκη κρατώντας τα μοτοράκια. Το ως άνω όχημα ήταν μάρκας Honda, το οδηγούσε ο Ιωάννης Δρουσιώτης και ανήκε στη μητέρα του.
Νωρίτερα στις 27.10.2024 και περί ώρα 05:00 ο Δρουσιώτης είχε φύγει από το σπίτι της φιλενάδας του η οποία μένει λίγο μετά τον Άη Γιάννη στη Λάρνακα για να πάει στο σπίτι του. Καθοδόν από την περιοχή του Άη Γιάννη προς τη Λεωφ. Τιμάγια είδε πεζό τον κατηγορούμενο τον οποίο γνωρίζει εδώ και μερικούς μήνες ο οποίος τον σταμάτησε. Τον ρώτησε πού πάει και αφού ο κατηγορούμενος του απάντησε «στον φούρνο» του είπε να τον πάει με το αυτοκίνητο. Τον μετέφερε σε φούρνο στη Λεωφ. Τιμάγια και μετά από λίγα λεπτά ο κατηγορούμενος του τηλεφώνησε να πάει στον πίσω δρόμο όπως και έπραξε. Τον είδε να κρατά 2 μοτοράκια και τον ρώτησε ποιου ήταν και ο κατηγορούμενος του απάντησε ότι ήταν δικά του και τα είχε εκεί δίπλα. Τον ξαναρώτησε και ο κατηγορούμενος του είπε να μην φοβάται. Αργότερα την ίδια ημέρα ο Δρουσιώτης μετέβηκε στο νοσοκομείο Παραλιμνίου όπου νοσηλεύθηκε μέχρι και την 1.11.2024 λόγω προβλήματος υγείας που αντιμετώπιζε.
Στις 28.10.2024 το πρωί ο Μ.Κ.5 είδε και πάλι 2 άτομα να είναι μέσα στην αποθήκη στον περιφραγμένο χώρο με τα άσπρα κάγκελα. Το ένα από αυτά το αναγνώρισε από την προηγούμενη ημέρα δηλαδή ήταν το άτομο που κρατούσε τα μοτοράκια. Τηλεφώνησε και πάλι στην Αστυνομία αλλά τα εν λόγω 2 άτομα, επειδή τον πρόσεξαν που τους προσέγγιζε, αμέσως έτρεξαν και έφυγαν. Τα εν λόγω άτομα έβγαλαν έξω πολλά αντικείμενα από την αποθήκη στον περιφραγμένο χώρο με τα άσπρα κάγκελα και ενημέρωσε τον Μ.Κ.4 ο οποίος πήγε εκεί και τα έβαλαν πίσω. Από όσα είδαν διαπίστωσαν ότι τα εν λόγω άτομα παραβίασαν το παράθυρο της ως άνω αποθήκης για να μπουν μέσα. Ακολούθως όταν έβαλαν τα αντικείμενα πίσω μαζί με τον Μ.Κ.4 επιδιόρθωσαν και το παράθυρο που είχε παραβιαστεί.
Την ίδια ημέρα το βράδυ στις 8:30 ο Μ.Κ.5 είδε ακόμα μία φορά 2 άτομα στη γωνία των οδών Γρανικού και Ιάκωβου Μάρκου κοντά στην περίφραξη των αποθηκών και το ένα μπήκε εντός της περίφραξης με τα άσπρα κάγκελα. Αμέσως τηλεφώνησε και πάλι στην Αστυνομία και αφού ήρθαν στο μέρος αστυνομικοί μπήκαν στην αποθήκη στον περιφραγμένο χώρο με τα άσπρα κάγκελα και βρήκαν μέσα τον ένα από τους δύο που είχε δει προηγουμένως και τον αναγνώρισε ως το ίδιο άτομο που είχε δει στις 27.10.2024 και στις 28.10.2024 το πρωί δηλαδή το άτομο που κρατούσε τα μοτοράκια. Το εν λόγω πρόσωπο φορούσε τα ίδια ρούχα και στις 3 περιπτώσεις.
Ο Μ.Κ.3 μαζί με τη Μ.Κ.1 και άλλους συναδέλφους του μετά το τελευταίο τηλεφώνημα του Μ.Κ.5 στην Αστυνομία πήγαν στο μέρος. Πριν την είσοδό τους εντός της αποθήκης έγιναν προσπάθειες να κληθεί το άγνωστο πρόσωπο που βρισκόταν σε αυτή να εξέλθει αλλά χωρίς καμία ανταπόκριση.
Εντός της αποθήκης έγιναν εκ νέου προσπάθειες κλήσεις προς το άγνωστο πρόσωπο για να εμφανιστεί χωρίς όμως να καρποφορήσουν. Στην αποθήκη δεν υπήρχε φωτισμός. Κατά την έρευνα εντός της αποθήκης εντοπίστηκε κρυμμένο πίσω από ένα κρεβάτι κάποιο πρόσωπο το οποίο αρνείτο να εμφανιστεί και να αναφέρει τα στοιχεία του. Μετά το εν λόγω πρόσωπο ξεκίνησε να φωνάζει και να επιδεικνύει σημάδια επιθετικότητας και κινήθηκε με απειλητικές προθέσεις προς το μέρος τους με αποτέλεσμα να γίνει χρήση σπρέι για καταστολή των βίαιων προθέσεών του. Το εν λόγω πρόσωπο ανέφερε πως θα συνεργαστεί και κατόπιν ελέγχου των στοιχείων του διαπιστώθηκε ότι ήταν ο Μιχάλης Παναγιώτου δηλαδή ο κατηγορούμενος.
Ο κατηγορούμενος είχε εισέλθει στην εν λόγω αποθήκη παραβιάζοντας το παράθυρό της. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε από τον Αστ. 4418 Ά. Μυλωνά για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης εισόδου και τέθηκε υπό κράτηση. Στις 29.10.2024 εναντίον του κατηγορούμενου εξασφαλίστηκε διάταγμα προσωποκράτησης για περίοδο 6 ημέρων.
Ο κατηγορούμενος στην επίδικη αποθήκη στην οποία εντοπίστηκε στις 28.10.24 η ώρα 8:30 το βράδυ αναζητούσε κάτι από το οποίο θα μπορούσε να «έβγαζε» όπως ανέφερε επί λέξει €50,00 για να αγοράσει αντιβίωση και χρειαζόταν τα λεφτά επειδή το Γραφείο Ευημερίας δεν μπορούσε να του δώσει χρήματα. Ο κατηγορούμενος χρειαζόταν την αντιβίωση για τη μόλυνση που είχε σε ολόκληρο το κορμί του γιατί κινδύνευε να χάσει το ένα του πόδι γιατί η μόλυνση ήταν σοβαρά προχωρημένη και για την ουρολοίμωξη».
Ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ανέφερε ως γεγονότα των κατηγοριών 6 και 7 τα ακόλουθα: στις 5.10.2024 καταγγέλθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης από τη διαχειρίστρια πολυκατοικίας που βρίσκεται στα Λιβάδια ότι μεταξύ των ωρών 07:00 με 09:45 της ίδιας ημέρας κλάπηκαν από την είσοδο της πολυκατοικίας δύο αλουμινένιες πόρτες των δωματίων της Αρχής Ηλεκτρισμού, αξίας €400,00. Εξασφαλίστηκαν πλάνα από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Ο κατηγορούμενος κλήθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης και ανακρινόμενος προφορικά παραδέχθηκε την κλοπή των πορτών και προέβηκε σε θεληματική κατάθεση. Προέβηκε και σε υποδείξεις σκηνών, όπου υπέδειξε το σημείο από όπου έκλεψε τις πόρτες. Στις 30.10.2024 κατηγορήθηκε γραπτώς για το αδίκημα της κλοπής και απάντησε «παραδέχομαι».
Ανέφερε επίσης ότι ο κατηγορούμενος βαρύνεται με 6 προηγούμενες καταδίκες. Η 1η προηγούμενη καταδίκη είναι στην υπόθεση 1864/2020 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 15.4.2021 καταδικάστηκε για 2 αδικήματα κοινής επίθεσης κατά παράβαση του Νόμου περί Βίας στην Οικογένεια στην οποία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5 μηνών, για το αδίκημα της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5 μηνών, για το αδίκημα της απειλής του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών και για το αδίκημα δημόσιας εξύβρισης του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 15 ημερών. Στην εν λόγω υπόθεση λήφθηκαν υπόψη 2 υποθέσεις.
Η 2η προηγούμενη καταδίκη του κατηγορούμενου είναι στην υπόθεση 511/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 2.3.2023 του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 6 μηνών σε 5 κατηγορίες που αφορούσαν κλοπή. Στην εν λόγω υπόθεση λήφθηκε υπόψη και η υπόθεση 512/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας που αφορούσε αδικήματα κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, απόσπασης χρημάτων διά ψευδών παραστάσεων και πλαστογραφίας.
Η 3η προηγούμενη καταδίκη του κατηγορούμενου είναι στην υπόθεση 2616/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 20.3.2023 του επιβλήθηκε ποινή προστίμου €200,00 για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α.
Η 4η προηγούμενη καταδίκη του κατηγορούμενου είναι στην υπόθεση 13062/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 29.12.2023 του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 12 μηνών για το αδίκημα της διάρρηξης κτηρίου και κλοπής. Στην εν λόγω υπόθεση λήφθηκε υπόψη και η υπόθεση 13063/2203 του Ε.Δ. Λάρνακας που αφορούσε το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος και κλοπής.
Η 5η προηγούμενη καταδίκη του κατηγορούμενου αφορά στην υπόθεση 3592/2023 του Ε.Δ. Αμμοχώστου στην οποία στις 12.4.2024 του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5 μηνών για το αδίκημα της κλοπής.
Τέλος η 6η προηγούμενη καταδίκη του κατηγορούμενου είναι στην υπόθεση 12494/2023 και πάλι του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 28.5.2024 για το αδίκημα της παράνομης εισόδου του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 8 μηνών, για το αδίκημα της κλοπής του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 12 μηνών και για το αδίκημα της κακόβουλης βλάβης του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 12 μηνών. Στην ως άνω υπόθεση λήφθηκε υπόψη για σκοπούς επιβολής ποινής η υπόθεση 13525/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας που αφορούσε το αδίκημα της συνωμοσίας και κλοπής και η υπόθεση 7024/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας που αφορούσε το αδίκημα της επίθεσης και πρόκλησης πραγματικής σωματικής βλάβης, το αδίκημα της επίθεσης κατά οργάνου τήρησης της τάξης και το αδίκημα της αντίστασης κατά τη σύλληψη.
Αναφέρθηκε επίσης ότι στην υπόθεση 511/2023 απονεμήθηκε στον κατηγορούμενο χάρη με όρους από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και δυνάμει αυτής ο κατηγορούμενος αποφυλακίστηκε στις 13.8.2024 αντί στις 30.9.2024 και ως εκ τούτου σε περίπτωση παράβασης των όρων και επιβολής σε αυτόν ποινής φυλάκισης θα ενεργοποιηθεί και η ποινή φυλάκισης διάρκειας 48 ημερών.
Ακολούθως τον λόγο έλαβε η δικηγόρος του κατηγορούμενου η οποία ανέφερε ότι οι 6 προηγούμενες καταδίκες του κατηγορούμενου είναι παραδεκτές καθώς επίσης ότι συμφωνεί με τα γεγονότα όπως αυτά εκτέθηκαν για τις κατηγορίες 6 και 7 στις οποίες ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε άμεσα τόσο ενώπιον των Αστυνομικών Αρχών όσο και στο Δικαστήριο.
Ανέφερε περαιτέρω ότι ο κατηγορούμενος απολογείται μέσω της ιδίας για τα αδικήματα στα οποία βρέθηκε ένοχος κατόπιν ακρόασης και στα αδικήματα στα οποία προέβηκε σε άμεση παραδοχή.
Ακολούθως η δικηγόρος του κατηγορούμενου αναφέρθηκε στις προσωπικές του περιστάσεις λέγοντας ότι αυτός είναι παιδί χωρισμένων γονιών και βίωσε δύσκολα παιδικά χρόνια. Ανέφερε επίσης ότι είναι και σαν προστάτης της οικογένειάς του επειδή η μητέρα του είναι ανήμπορη τόσο οικονομικά, όσο και ψυχολογικά, αφού είναι επιφορτισμένη με τη φροντίδα του αδελφού του, ο οποίος είναι άτομο με ειδικές ανάγκες. Ανέφερε περαιτέρω ότι ο άλλος αδελφός του έχει αρκετά θέματα τόσο με καταχρήσεις όσο και με ψυχολογικά προβλήματα.
Η κα Λαζαρίδου ανέφερε ακόμα ότι ο κατηγορούμενος ως ένδειξη της μεταμέλειάς του θέλει να αποζημιώσει την κλοπή των δύο πορτών που αναφέρονται στην 6η κατηγορία και ζητά να εκδοθεί διάταγμα αποζημίωσης.
Ανέφερε τέλος πως ο κατηγορούμενος απολογείται για τα αδικήματα στα οποία υπέπεσε και ζητά τη μέγιστη επιείκεια.
Άκουσα με προσοχή και έχω λάβει υπόψη μου όλα όσα οι δικηγόροι των διαδίκων ανέφεραν.
Το Δικαστήριο κατά τη διαδικασία επιλογής του είδους της ποινής που θα επιβάλει σε μια συγκεκριμένη υπόθεση λαμβάνει υπόψη του τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη από τον νόμο ανώτατη ποινή για καθένα από αυτά, τις συνθήκες διάπραξής τους καθώς επίσης και τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του εκάστοτε κατηγορούμενου. Επιπλέον, σε αδικήματα στα οποία παρατηρείται αυξητική τάση διάπραξής τους η επιβολή αποτρεπτικών ποινών καθίσταται αναγκαία.
Στο έργο εξατομίκευσης της ποινής είναι καθήκον του Δικαστηρίου να λαμβάνει επίσης υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία, περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης, για εξισορρόπηση της ποινής έτσι ώστε αυτή να μην συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).
Από την άλλη όμως η διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή (Μιχάλης Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 557). Η εξατομίκευση της ποινής επιτυγχάνεται μέσα και όχι έξω από το πλαίσιο των αρχών που διέπουν τον καθορισμό της ποινής (Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (2001) 2 Α.Α.Δ. 285).
Οι παλαιότερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αφορούν στην επιβολή ποινών παρέχουν ένδειξη του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής πλην όμως δεν έχουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου επειδή η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και των συνθηκών του εκάστοτε παραβάτη (Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1, Γεωργίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 61/2020, ημερομηνίας 14.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B304 και ANDREI ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 164 και 165/2022, ημερομηνίας 23.1.2023).
Από τη σχετική νομολογία προκύπτει ειδικότερα πως οι κλοπές, οι διαρρήξεις και άλλα ομοειδή αδικήματα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας, σημειώνεται έξαρση στη διάπραξή τους, γι’ αυτό και τα Δικαστήρια τα αντιμετωπίζουν με αυστηρότητα επειδή προκαλούν ρήγματα στην έννομη τάξη και διαβίωση και διαβρώνουν συνάμα το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη (Αντάρτης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138, Παναγίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104 και Αbed v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 128).
Στα πλαίσια προσδιορισμού του είδους της κατάλληλης ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω υπόψη μου τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη για καθένα από αυτά μέγιστη ποινή και από τη σχετική νομολογία.
Για το αδίκημα της εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 280 του Ποινικού Κώδικα που αφορούν οι κατηγορίες 1 και 7 προνοείται ποινή φυλάκισης 2 χρόνων.
Για το αδίκημα της κλοπής κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα που αφορούν οι κατηγορίες 2 και 6 προνοείται ποινή φυλάκισης 3 ετών.
Για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος το οποίο εδράζεται στα άρθρα 371, 291 και 295 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 που αφορά η 3η κατηγορία προνοείται ποινή φυλάκισης 3 ετών.
Για το αδίκημα της διάρρηξης κτιρίου με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος ήτοι κλοπής κατά παράβαση των άρθρων 291, 295, 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα που αφορά η 5η κατηγορία προνοείται ποινή φυλάκισης 5 ετών.
Σχετικά με τις προηγούμενες καταδίκες ενός κατηγορούμενου στην υπόθεση DYGDALOWICZ ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 11/2021, ημερ. 4.11.2022 λέχθηκαν τα ακόλουθα: «Όμως η σημασία των προηγούμενων καταδικών έγκειται στο ότι η ύπαρξη τους τείνει να μειώσει σε κάποιο βαθμό, την επιείκεια που μπορεί να επιδειχθεί. Και τούτο, κυρίως, γιατί αποτελούν ένδειξη της στάσης του κατηγορούμενου στην τήρηση των νόμων (Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Αεροπόρου (1997) 2 Α.Α.Δ. 17). Στην Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 306 τονίστηκε και πάλι ότι οι προηγούμενες καταδίκες δεν αποτελούν παράγοντα επιβαρυντικό της ποινής, αλλά επενεργούν ως παράγων περιορισμού της επιείκειας, της οποίας θα μπορούσε να τύχει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος, αν δεν βαρυνόταν με τις προηγούμενες καταδίκες (βλ. επίσης Γεωργίου άλλως Καμμούγιαρος ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 565 και Vedat v. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 787)».
Από το πιο πάνω απόσπασμα είναι προφανές ότι οι 6 προηγούμενες καταδίκες με τις οποίες βαρύνεται ο κατηγορούμενος στις οποίες περιλαμβάνονται αδικήματα που στρέφονται κατά της περιουσίας όπως και στην παρούσα υπόθεση τείνουν να μειώσουν σε σημαντικό βαθμό την επιείκεια που μπορεί να του επιδειχθεί.
Έχω περαιτέρω υπόψη μου ότι ο κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος στις κατηγορίες 1 έως 3 και 5 ύστερα από ακροαματική διαδικασία. Αυτό, βέβαια, δεν επιβαρύνει τη θέση του, αλλά του στερεί το δικαίωμα σε περαιτέρω επιείκεια ένεκα παραδοχής (SEFIK YUSUF v. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 140).
Συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα όσα εκτίθενται πιο πάνω και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων χωρίς να παραγνωρίζω την παραδοχή του κατηγορούμενου στις κατηγορίες 6 και 7 ούτε την προθυμία του να εκδοθεί εναντίον του διάταγμα αποζημίωσης δυνάμει των προνοιών του άρθρου 24(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 ούτε τις οικογενειακές του περιστάσεις στις οποίες αναφέρθηκε η δικηγόρος του όπως τις ανέφερα πιο πάνω και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη μου ότι ο κατηγορούμενος βαρύνεται με 6 προηγούμενες καταδίκες οι οποίες δεικνύουν ότι έχει ροπή προς την εγκληματικότητα κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή είναι αυτή της φυλάκισης. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να πατάξει τέτοιες αξιόποινες συμπεριφορές προκειμένου να καταδείξει ότι η συνέχιση διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων δεν είναι ανεκτή.
Έχοντας περαιτέρω υπόψη μου ότι στον κατηγορούμενο απονεμήθηκε χάρη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ότι τα επίδικα αδικήματα της παρούσας υπόθεσης διαπράχθηκαν εντός της περιόδου των 3 ετών από την αποφυλάκισή του και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρόνο από αυτή καθώς επίσης και τις αρχές και τα θέματα που τέθηκαν με τις υποθέσεις Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443, Παπαχρίστου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 62, Σωτηριάδου ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 356 και Φραντζίδης ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 63/2022, ημερ. 26.10.2022, κρίνω ότι είναι αναγκαίο στο παρόν στάδιο να εξεταστεί το θέμα της συνολικότητας της ποινής.
Το θέμα της συνολικότητας της ποινής εξετάστηκε στην υπόθεση Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (πιο πάνω) στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:
«Η αρχή της συνολικότητας της ποινής ισχύει βεβαίως στην Κύπρο όπως ισχύει και στην Αγγλία. Επεκτείνεται πέραν της περίπτωσης διαδοχικών ποινών που επιβάλλονται από το ίδιο δικαστήριο την ίδια ώρα στην ίδια ή σε διαφορετικές υποθέσεις και καλύπτει περιπτώσεις όπως η προκειμένη στην οποία οι ποινές επιβάλλονται από διαφορετικό δικαστήριο σε διαφορετικό χρόνο και σε διαφορετικές υποθέσεις. Ακόμα, δεν περιορίζεται σε αδικήματα που είναι όμοια ή σχετίζονται μεταξύ τους ως μέρος μίας ενιαίας ενέργειας, ως προς τα οποία ο γενικός κανόνας είναι ότι δεν πρέπει να επιβάλλονται διαδοχικές ποινές (ίδε και Αχιλλέως ν. Αστυνομίας (1989) 1 Α.Α.Δ. 331). Επίκεντρο της είναι ο τιμωρούμενος και προοπτική της η αποφυγή υπέρμετρης ή δυσανάλογης ποινής ως προς τη συνολική ποινική ευθύνη του. Και υπόβαθρο της είναι οι ευρύτεροι παράμετροι που διέπουν την αναλογικότητα της τιμωρίας προς το έγκλημα και που έχουν έρεισμα στις θεμελιακές αρχές του δικαίου και αναγνώριση στο Σύνταγμα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπό το φως των οποίων και θα πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 117(2) και να ασκείται η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ως προς το ύψος της επιβληθησομένης ποινής. Εφόσον πρόκειται για στέρηση της ελευθερίας του ατόμου για σκοπούς τιμωρίας, η ποινική ευθύνη του τιμωρούμενου πρέπει να αντικρίζεται διαχρονικά σαν σύνολο σε κάθε δεδομένη περίπτωση φυλάκισής του.
Ειδικά στην περίπτωση όπως η προκειμένη, στην οποία επιβάλλεται ποινή ενώ ο τιμωρούμενος εκτίει άλλη ποινή, αποτελούν καλό κανόνα τα λεχθέντα από το Richards, J., στην υπόθεση R v. Watts [2000] 1 Cr. App. R. (S.) 460, στην οποία μας ανέφερε ο κ. Πικής:
"If the offence had fallen to be dealt with at the same time would the same total sentence have resulted. If not, then the total produced by making the sentences consecutive may be disproportionate and excessive."
Ο κανόνας αυτός αντιστοιχεί προς το γενικό κανόνα που το δικαστήριο, όταν εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής συντρεχουσών ή διαδοχικών ποινών, εφαρμόζει ως απόρροια της αρχής της συνολικότητας της ποινής. Όπως το έθεσε ο Lawton, L.J., στην υπόθεση R. v. Barton, October 6, 1972 (αναφερόμενη στο Encyclopaedia of Current Sentencing Practice, section A5-3A) (στην οποία επίσης μας ανέφερε ο κ. Πικής) υποδεικνύοντας το καθήκον του δικαστηρίου:
"It must look at the totality of the criminal behaviour and ask itself what is the appropriate sentence for all the offences."
Και πάλι δε ο Lawton, L.J., στην υπόθεση R. v. Holderness, July 15, 1974 (αναφερόμενος στην ως άνω Encyclopaedia, section Α5-3Β):
"... the step which this Court on numerous occasions has said should be taken, namely of standing back and looking at the overall effect of the sentences which had been passed."».
Επίκεντρο της αρχής της συνολικότητας της ποινής αποτελεί η αποφυγή υπέρμετρης ή δυσανάλογης ποινής ως προς τη συνολική ποινική ευθύνη του κατηγορούμενου (Αχιλλέως ν. Αστυνομίας, ανωτέρω, Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443, Παναγή ν. Αστυνομίας (Αρ. 1) (2012) 2 ΑΑΔ 512, Φράγκου ν. Αστυνομίας (2011) 2 ΑΑΔ 13).
Στην υπόθεση Παπαχρίστου ν. Αστυνομίας (πιο πάνω) λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Είναι θεμελιωμένη αρχή της επιβολής ποινών ότι όταν επιβάλλονται διαφορετικές ποινές σε ένα κατηγορούμενο ή όταν επιβάλλεται μια ποινή και ταυτόχρονα ενεργοποιείται άλλη ανασταλείσα ποινή, διαδοχικά προς την δεύτερη ποινή που επιβάλλεται, το καθήκον του Δικαστηρίου που επιβάλλει τέτοια ποινή είναι να βεβαιωθεί πως το σύνολο των διαδοχικών ποινών δεν είναι υπερβολικό (Δέστε: Bocskei [1970] 54 Cr. App. R. 519). Το επιβάλλον ποινή Δικαστήριο, υπό συνθήκες όπως της παρούσας υπόθεσης, θα πρέπει να λάβει υπόψη του και την αρχή της αναλογικότητας μεταξύ του αδικήματος και της ποινής. Σε κάθε περίπτωση η συνολική ποινή που επιβάλλεται σε ένα κατηγορούμενο πρέπει να είναι ανάλογη προς το αδίκημα που διέπραξε. Οι ίδιες αρχές ισχύουν και στην περίπτωση ενεργοποίησης ποινής φυλάκισης διαδοχικά προς την επιβαλλόμενη ποινή. Και πάλιν σε τέτοια περίπτωση το τελικό καθήκον του Δικαστηρίου είναι να εξετάσει κατά πόσο το σύνολο των ποινών είναι υπερβολικό και αν είναι υπερβολικό να το μειώσει έτσι ώστε να είναι δίκαιο για τον κατηγορούμενο (Δέστε: Rafferty, 23.11.71, 2800/B/71, η οποία αναφέρεται στο σύγγραμμα D.A. Thomas, Principles of Sentencing, 2nd Ed., p. 255).».
Επίσης στην υπόθεση Σωτηριάδου ν. Αστυνομίας (πιο πάνω) λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Η καταδίκη επομένως της εφεσείουσας και η επιβολή σ' αυτήν της ποινής φυλάκισης κατά την 14.1.2009 με την υπό έφεση πρωτόδικη απόφαση, θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της αναστολής έκτισης της προηγούμενης ποινής που είχε δοθεί με την Προεδρική απόφαση, και συνακόλουθα η εφεσείουσα μετά την έκτιση της εξάμηνης ποινής φυλάκισης που είναι εδώ αντικείμενο της έφεσης, θα υποχρεούται να εκτίσει διαδοχικά και την υπολοιπόμενη ποινή του 1 έτους, 6 μηνών και 15 ημερών από την προηγούμενή της καταδίκη. Αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο η εφεσείουσα προσέφυγε στο Εφετείο, επικαλούμενη κατά κύριο λόγο το ότι τα γεγονότα που αφορούσαν στην ύπαρξη της Προεδρικής αναστολής και στην αυτόματη ενεργοποίηση της υποχρέωσης έκτισης του υπολοίπου της προηγούμενης ποινής που της είχε επιβληθεί, δεν είχαν τεθεί δυστυχώς υπόψη του πρωτόδικου ποινικού Δικαστηρίου. Εάν δε το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε υπόψη του ότι επιβάλλοντας ποινή φυλάκισης, αυτό θα είχε το πιο πάνω σοβαρό επακόλουθο, ίσως να απέφευγε να επιβάλει μια τέτοια ποινή, ή ενδεχόμενα να ανέστελλε την έκτισή της, έτσι ώστε η συνολική τιμωρία της να μην ήταν τελικά υπερβολική.
…
Στην υπόθεση Παπαχρίστου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 62, στην οποία μας παρέπεμψε η συνήγορος της εφεσίβλητης, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε ασχοληθεί με θέμα παρόμοιο όπως αυτό που εγείρεται στην παρούσα έφεση. Και εκεί τέθηκαν ενώπιον του Εφετείου κάποια γεγονότα που προσέδιδαν μια εικόνα διαφορετική από εκείνη την οποία είχε ενώπιόν του το πρωτόδικο Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, μέσα στην περίοδο των 3 ετών που είχε ανασταλεί με Προεδρική απόφαση η ποινή 4ετούς φυλάκισης που εξέτιε ο εφεσείων για αδίκημα ένοπλης ληστείας, αυτός διέπραξε το αδίκημα της κατοχής ηρωίνης για το οποίο καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 2 μηνών. Όμως επιπρόσθετα, το υπόλοιπο της ανασταλείσας ποινής του, που ήταν περίπου 14 μήνες, ενεργοποιήθηκε αυτόματα και επομένως μετά την έκτιση της δίμηνης φυλάκισής του, ο εφεσείων θα έπρεπε να υπηρετήσει και την υπόλοιπη ποινή του. Το Εφετείο αναφέρθηκε στη γενική αρχή σύμφωνα με την οποία όταν το Δικαστήριο επιβάλλει ποινή και ταυτόχρονα ενεργοποιείται ανασταλείσα ποινή διαδοχικά, έχει καθήκον να βεβαιωθεί πως το σύνολο των ποινών δεν είναι υπερβολικό με βάση την αρχή της αναλογικότητας. Ενόψει δε των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης εκείνης, της μικρής ποσότητας ηρωίνης, του ότι ο εφεσείων ήταν χρήστης υπό θεραπεία αποτοξίνωσης κλπ., το Εφετείο αντικατέστησε την ποινή φυλάκισης με ποινή προστίμου, οπότε και δεν ετίθετο θέμα ενεργοποίησης της ανασταλείσας ποινής. Σχολιάζοντας δε την παράλειψη γνωστοποίησης των γεγονότων που σχετίζονταν με την ανασταλείσα ποινή προς το εκδικάζον Δικαστήριο, το Εφετείο επισήμανε ότι τόσο η υπεράσπιση όσο και η κατηγορούσα αρχή είχαν καθήκον να τα αναφέρουν ώστε να ληφθούν και αυτά υπόψη.
Παρόμοια με την ανωτέρω ήταν η προσέγγιση του Εφετείου και στην υπόθεση Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 155. Όπως παρατήρησε το Εφετείο στη σελίδα 158 του τόμου των Αποφάσεων, το πρωτόδικο Δικαστήριο μη γνωρίζοντας τη συγκεκριμένη πτυχή της υπόθεσης και τις συνεπαγόμενες επιπτώσεις από την επιβολή ποινής φυλάκισης, επέβαλε την ποινή στον εφεσείοντα και αυτομάτως προκάλεσε την ενεργοποίηση της ανασταλείσας ποινής φυλάκισης, σύμφωνα με τους όρους του προεδρικού εντάλματος. Οπότε, δικαίως ο εφεσείων επαραπονείτο ότι δεν είχε τεθεί το θέμα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η συνεκτίμηση του οποίου ενδεχόμενα να οδηγούσε το Δικαστήριο σε άλλη σκέψη. Τελικά το Εφετείο αντικατέστησε την εφεσιβληθείσα ποινή 6μηνης φυλάκισης με εγγύηση £500 για 3 έτη αφού όμως έλαβε υπόψη και το γεγονός ότι είχε ήδη παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από το χρόνο τέλεσης των νέων αδικημάτων.
Στη μεταγενέστερη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Ηρακλέους ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 327 και πάλι το Εφετείο απέδωσε ικανή σημασία στο γεγονός πως δεν είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου το γεγονός ότι με την επιβολή φυλάκισης θα ενεργοποιείτο αυτόματα και η ανασταλείσα με προεδρικό ένταλμα ποινή, το υπόλοιπο της οποίας ήταν 9 μήνες και 23 ημέρες. Λαμβάνοντας και αυτό υπόψη, το Εφετείο μείωσε την επιβληθείσα για το νέο αδίκημα ποινή από 15 σε 9 μήνες φυλάκιση, έτσι ώστε το σύνολο επιβληθείσας και ενεργοποιηθείσας ποινής να μην ήταν υπερβολικό.
Για παρόμοιους λόγους όπως και στις προαναφερθείσες αποφάσεις, το Εφετείο στην πρόσφατη απόφασή του την οποία εξέδωσε στη Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (2009) 2 A.A.Δ. 243, διέταξε την αναστολή έκτισης επιβληθείσας ποινής 14μηνης φυλάκισης, η επιβολή της οποίας θα είχε ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση άλλης ποινής 3 περίπου ετών η οποία είχε ανασταλεί με προεδρικό ένταλμα. Έλαβε όμως σοβαρά υπόψη του το Εφετείο στην κατάληξή του αυτή, το ότι είχε παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ της διάπραξης του νέου αδικήματος και της επιβολής ποινής, καθώς επίσης έλαβε ιδιαίτερα υπόψη το γεγονός ότι στο μεταξύ οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα άλλαξαν ουσιωδώς υπέρ του. Τονίζοντας τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, το Εφετείο ανέστειλε την έκτιση της ποινής έτσι ώστε να μην είχε ως συνέπεια την ενεργοποίηση της ποινής που είχε ανασταλεί με προεδρική απόφαση.».
Στην υπόθεση Φραντζίδης ν. Αστυνομίας (πιο πάνω) λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Αναμφίβολα το γεγονός ότι με την επιβολή ποινής φυλάκισης η περίοδος φυλάκισης των 361 ημερών θα ενεργοποιείτο αυτόματα, ήταν παράμετρος που θα έπρεπε να είχε αντίχτυπο στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και δεν μπορεί παρά να ληφθεί υπόψη από το Εφετείο (Σωτηριάδου, 361-3 και Χρίστου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ.151/2020, ημερ. 18.5.2021, ECLI:CY:AD:2021:B207). Επομένως, ό,τι ενδιαφέρει είναι η ορθότητα της επιβληθείσας ποινής λαμβάνοντας υπόψη τη συνέπεια της αυτόματης ενεργοποίησης στην περίπτωση επιβολής ποινής φυλάκισης που, επαναλαμβάνουμε, δεν ήταν υπόψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Ακόμα και έτσι, η ποινή της φυλάκισης ήταν αναπόφευκτη. Η φύση του αδικήματος και το είδος και η ποσότητα των ναρκωτικών που ο Εφεσείων κατείχε, δεν άφηναν άλλη επιλογή. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στις καταστροφικές συνέπειες που επιφέρει η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, κυρίως από νεαρά πρόσωπα και την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών, παραθέτοντας περικοπή από την Ismen Bora ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ.79/2017, ημερ.13.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:B110.
Ούτε οι προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντα θα μπορούσαν να συνδράμουν ώστε να επιλεγεί άλλου είδους ποινή. Το ποινικό του μητρώο αρχίζει από το 2000. Φυλακίστηκε τέσσερις φορές, σε αντίστοιχο αριθμό υποθέσεων, που αφορούσαν διαρρήξεις, σε δύο από τις οποίες είχαν ληφθεί υπόψη αριθμός άλλων υποθέσεων, κυρίως διαρρήξεις. Είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση τριών χρόνων το 2001, σε φυλάκιση τριών χρόνων το 2004, σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων το 2007 και σε φυλάκιση επίσης τεσσάρων χρόνων το 2010. Η φυλάκιση των πέντε χρόνων που τώρα εκτίει, δεν συνιστά προηγούμενη καταδίκη σε σχέση με την εφεσιβαλλόμενη ποινή. Ορθά λοιπόν σημειώθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η επιείκεια που θα μπορούσε διαφορετικά να επιδειχτεί, είχε περιοριστεί σε ουσιαστικό βαθμό. Και όση συμπάθεια και αν δικαιολογείται για τα όσα βίωσε ο Εφεσείων στην παιδική του ηλικία, δεν θα μπορούσαν, στις περιστάσεις της υπόθεσης, να δικαιολογήσουν άλλη ποινή.
…
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της αναστολής της ποινής που επέβαλε. Κρίνουμε ότι ενήργησε μέσα στα ορθά πλαίσια και η κατάληξη του ήταν απόλυτα δικαιολογημένη. Ποινή φυλάκισης μπορεί να ανασταλεί ώστε να δοθεί μια περαιτέρω ευκαιρία στον καταδικασθέντα για αναμόρφωση εκτός των φυλακών, με το ενδεχόμενο της ενεργοποίησης σε περίπτωση παραβίασης των όρων της αναστολής συνήθως να επενεργεί ανασταλτικά για τη διάπραξη νέου αδικήματος. Το ποινικό μητρώο του Εφεσείοντα κάθε άλλο παρά συνηγορούσε υπέρ της αναστολής. Περαιτέρω, ακόμα μια φορά στο παρελθόν είχε λάβει Προεδρική χάρη και αδικοπράγησε επιστρέφοντας στη φυλακή, ενώ στην προκειμένη περίπτωση, διέπραξε τα αδικήματα της παρούσας υπόθεσης δυόμισι μήνες μετά που του απονεμήθηκε χάρη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Ως προς το ζήτημα κατά πόσο η ποινή θα ήταν διαδοχική ή θα συνέτρεχε με την ποινή φυλάκισης που εξέτιε ο Εφεσείων, το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε ορθά από τη σχετική νομολογία και την εφάρμοσε. Διαπίστωσε ότι τα αδικήματα στα οποία είχε επιβάλει ποινές δεν αποτελούσαν μέρος μιας ενιαίας ενέργειας σε σχέση με το αδίκημα του εμπρησμού για το οποίο ο Εφεσείων ήταν στη φυλακή, καταλήγοντας ότι η ποινή που επέβαλε δεν δικαιολογείτο να συντρέχει με τη φυλάκιση που εξέτιε ο Εφεσείων.
Η συνολικότητα της ποινής είναι θεμελιακή αρχή που εφαρμόζεται κατά την επιβολή ποινής. Υπαγορεύει ότι η τιμωρία δεν πρέπει να είναι δυσανάλογη ως προς τη συνολική ποινική ευθύνη του καταδικασθέντα. Όχι μόνο στα πλαίσια της υπόθεσης που εκδικάζεται, αλλά και με αναφορά σε υποθέσεις που λαμβάνονται υπόψη ή που έχει ήδη καταδικαστεί και του επιβλήθηκε ή και εκτίει ποινή (Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443, 447-8). Ωστόσο, παράμετρος που δεν πρέπει να παραγνωρίζεται είναι ότι η ποινή που θα επιβληθεί, δεν πρέπει να είναι τέτοια που να δημιουργεί στον κατηγορούμενο το αίσθημα ότι δεν τιμωρήθηκε για την αδικοπραξία του και γενικότερα την εντύπωση ότι μπορεί κάποιος να αδικοπραγεί χωρίς ουσιαστικές συνέπειες. Ότι εφόσον έχει αδικοπραγήσει, θα είναι δυνατόν άλλες αδικοπραγίες του, έστω μικρότερης σοβαρότητας, να απορροφηθούν από την σοβαρότερη εξαλείφοντας κάθε συνέπεια.
Η ποινή που επέβαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο, με τα δεδομένα που είχαν τεθεί ενώπιον του, ήταν απρόσβλητη. Έλαβε υπόψη του τα γεγονότα της υπόθεσης, την καθυστέρηση και τους υπόλοιπους μετριαστικούς παράγοντες. Ορθά αποφάσισε να επιβάλει ποινή φυλάκισης και ορθά έκρινε ότι δεν θα έπρεπε να την αναστείλει, αλλά ούτε και να διατάξει να συντρέχει με τη φυλάκιση που εξέτιε ο Εφεσείων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιμέτρησε την ποινή που θα επέβαλλε έτσι ώστε για τις επίδικες αδικοπραξίες του ο Εφεσείων να εκτίσει ποινή φυλάκισης για ακόμα ένα χρόνο. Η πραγματικότητα όμως ήταν ότι με την αυτόματη ενεργοποίηση, θα εξέτιε ποινή φυλάκισης για ακόμα δύο χρόνια. Η περίοδος των 361 ημερών αφορούσε παρελθούσα συμπεριφορά του, όμως είχε ευεργετηθεί με την αναστολή της και η ποινή για τις επίδικες αδικοπραξίες προκαλούσε την ενεργοποίηση της. Η ενεργοποίηση ήταν συνέπεια της επιβληθείσας ποινής, που έτσι επιτεινόταν ως προς τις επιβαρυντικές συνέπειες της για τον Εφεσείοντα.
Υπό τις περιστάσεις, η επέμβαση του Εφετείου καθίσταται επιβεβλημένη. Η επιβληθείσα ποινή στην κατηγορία 2 μειώνεται σε έξι μήνες φυλάκιση, συντρέχουσα με τις ποινές που επιβλήθηκαν στις άλλες δύο κατηγορίες και που θα εκτιθεί διαδοχικά προς την ποινή που εκτίει ο Εφεσείων, όπως διέταξε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Σε αυτή την έκταση ο λόγος έφεσης 1 επιτυγχάνει, ενώ οι λόγοι έφεσης 2 και 3 απορρίπτονται.».
Λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη μου αφενός ότι με την επιβολή ποινής φυλάκισης στον κατηγορούμενο στην παρούσα υπόθεση αυτός θα κληθεί μετά την έκτισή της να εκτίσει και την ποινή των 48 ημερών για την οποία του απονεμήθηκε Προεδρική χάρη και αφετέρου τις αρχές που διέπουν το θέμα της συνολικότητας της ποινής κρίνω πως υπό τις περιστάσεις δικαιολογείται να του επιβληθούν ποινές μικρότερης χρονικής διάρκειας από αυτές που θα ήταν οι αρμόζουσες σε περίπτωση που δεν θα καλείτο να εκτίσει και την ως άνω ποινή των 48 ημερών.
Συνακόλουθα λόγω των πιο πάνω κρίνω ως αρμόζουσες ποινές τις ακόλουθες:
· Στην 1η κατηγορία ποινή φυλάκισης 10 μηνών
· Στη 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 15 μηνών
· Στην 3η κατηγορία ποινή φυλάκισης 18 μηνών
· Στην 5η κατηγορία ποινή φυλάκισης 28 μηνών
· Στην 6η κατηγορία ποινή φυλάκισης 8 μηνών
· Στην 7η κατηγορία ποινή φυλάκισης 6 μηνών
Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο να συντρέχουν.
Έχοντας επιβάλει στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης κάτω των 3 ετών προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω το θέμα της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.
Το θέμα της αναστολής ποινής φυλάκισης ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/1972, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 καθώς επίσης και οι αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161). Επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι δυνατό να ανασταλεί εφόσον αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης ή και από τα προσωπικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου.
Σχετικά με το ζήτημα της αναστολής ποινής φυλάκισης στην υπόθεση Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930 λέχθηκε ότι «κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».
Στην υπόθεση Απέργη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 64/2023, ημερ. 22.6.2023 έγινε αναφορά στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 9/2021, ημερ. 29.7.2021 στην οποία εξηγήθηκε ότι ποινή φυλάκισης, ακόμα και εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυστηρή λόγω του ύψους της, μπορεί να απωλέσει το στοιχείο της αποτροπής εφόσον ανασταλεί, ακόμα και να καταστεί ανεπαρκής για την τιμωρία του καταδικασθέντα.
Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/1972, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη μου το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης, τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων και περαιτέρω την ύπαρξη 6 προηγούμενων καταδικών οι οποίες δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά για τον κατηγορούμενο κρίνω ότι στην παρούσα υπόθεση δεν δικαιολογείται όπως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε. Κρίνω περαιτέρω πως αναστολή της ποινής φυλάκισης δεν θα αντικατόπτριζε τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ούτε θα εξυπηρετούσε την παράμετρο της αποτροπής.
Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο να εκτελεστεί άμεσα. Ο χρόνος φυλάκισης μειώνεται για το χρονικό διάστημα που ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση ήτοι από τις 4.11.2025.
Εναντίον του κατηγορούμενου εκδίδεται Διάταγμα αποζημίωσης της Α.Η.Κ. για το ποσό των €400,00 το οποίο να καταβληθεί το αργότερο εντός 6 μηνών από την ημερομηνία έκτισης της ποινής που του επιβλήθηκε στην παρούσα υπόθεση.
(Υπ.) ………………………..
Γιώργος Χρ. Φούλιας
Επαρχιακός Δικαστής
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο