Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας ν. Ρ. Κ., Αρ. Υπόθεσης: 17706/2024, 9/4/2025
print
Τίτλος:
Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας ν. Ρ. Κ., Αρ. Υπόθεσης: 17706/2024, 9/4/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 17706/2024

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

εναντίον

Ρ. Κ.  

                                                                             Κατηγορούμενου

Ημερομηνία: 9.4.2025

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Ά. Γιάλλουρου     

Για τον Κατηγορούμενο: Αυτοπροσώπως     

Κατηγορούμενος: Παρών

ΠΟΙΝΗ

Το Δικαστήριο κατόπιν ακρόασης έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο στις κατηγορίες 1 έως 5 και 7 ενώ ο κατηγορούμενος είχε παραδεχθεί τις κατηγορίες 8 έως 12.

 

Οι εν λόγω κατηγορίες αφορούν τα πιο κάτω αδικήματα: ληστεία κατά παράβαση των άρθρων 282 και 283 του Ποινικού Κώδικα (1η κατηγορία), απαίτηση περιουσίας με απειλές με σκοπό κλοπής κατά παράβαση του άρθρου 290 του Ποινικού Κώδικα (2η κατηγορία), κοινή επίθεση κατά παράβαση του άρθρου 242 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και των άρθρων 2, 3(1), 4(1)(2)(Φ) του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/2000 και άρθρα 2, 3, 5(α) και 11 του περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας Νόμου 115(Ι)/2021 (κατηγορίες 3 και 4), απειλή κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Ποινικού Κώδικα και των άρθρων 2, 3(1)(4) του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/2000 και άρθρα 2, 3, 5(α) και 11 του περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας Νόμου 115(Ι)/2021 (5η κατηγορία) και κακόβουλη βλάβη κατά παράβαση του άρθρου 324(1) του Ποινικού Κώδικα (7η κατηγορία).

 

Οι κατηγορίες 8 έως 12 αφορούν το αδίκημα της παρακοής διατάγματος κατά παράβαση των άρθρων 2 και 23 του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/2000 και άρθρα 2, 3, 5(α) και 11 του περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας Νόμου 115(Ι)/2021.

 

Το Δικαστήριο αναφορικά με τις κατηγορίες 1 έως 5 και 7 κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:

 

 «Ο κατηγορούμενος είναι γιος της Μ.Κ.1. Με τον γιο της αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα εδώ και χρόνια επειδή είναι εξαρτημένος στα ναρκωτικά.

 

Στις 25.12.2024 περίπου κατά η ώρα 7 το απόγευμα επέστρεψε στο σπίτι της και μόλις κατέβηκε από το αυτοκίνητό της αντιλήφθηκε τον γιο της να βρίσκεται πίσω της και να κρατά ένα μικρό μαχαίρι κουζίνας με καφέ χειρολαβή με το αριστερό του χέρι ο οποίος της είπε «Δώσμου 50 ευρώ γιατί εν να σου κάτσω το μασιέρι με τον λαιμό». Την πλησίασε και της έβαλε το μαχαίρι κάτω από τον λαιμό και εκείνη ένιωσε τη μύτη του μαχαιριού να ακουμπά τον λαιμό της. Πάγωσε από τον φόβο της γιατί τη δεδομένη στιγμή ο γιος της βρισκόταν σε έξαλλη κατάσταση. Επειδή φοβήθηκε τόσο πολύ για τη ζωή της έβγαλε από τη θήκη του τηλεφώνου της ένα χαρτονόμισμα των €50,00 και του το έδωσε και αυτός έφυγε.

 

Στις 26.12.2024 κατά η ώρα 11:30 το πρωί βγήκε έξω από το σπίτι της για να σκουπίσει το πεζοδρόμιο και εκεί ήταν και ο αδελφός της Χ. Χ. Καθώς μιλούσαν είδε τον γιο της να οδηγεί μια μοτοσυκλέτα και να πηγαινοέρχεται έξω από το σπίτι κάνοντας μανούβρες για να την εκνευρίσει. Ο αδελφός της του έκανε παρατήρηση με σκοπό να σταματήσει αλλά εκείνος την πλησίασε στα 2 μέτρα και την κλώτσησε στο αριστερό της πόδι.

 

Στις 24.12.2024 ο γιος της τής έσπασε επίτηδες 2 ζευγάρια γυαλιά της μυωπίας τα οποία είχε πάνω στο τραπέζι της κουζίνας αξίας €20,00 και στις 28.12.2024 κατά η ώρα 21:30 όταν επέστρεψε από κάποιο γάμο ο γιος της τής ζήτησε να του φέρει τα ρούχα του και αυτή του τα έδωσε πλυμένα και σιδερωμένα. Ο κατηγορούμενος της είπε ότι τα έπλυνε με εντομοκτόνο και μύριζαν και επειδή εκνευρίστηκε την έφτυσε στο πρόσωπο».

  

Ως γεγονότα των κατηγοριών 8 έως 12 η εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ανέφερε τα ακόλουθα: στα πλαίσια της αγωγής 1084/2021 του Ε.Δ. Λάρνακας εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στον κατηγορούμενο να πλησιάζει τη μητέρα του και την πατρική του οικία. Ο κατηγορούμενος κατά τις ημερομηνίες που καταγράφονται στις λεπτομέρειες αδικήματος των ως άνω κατηγοριών, ήτοι στις 24.12.2024, στις 25.12.2024 και ώρα 19:00, στις 26.12.2024 και ώρα 00:30, στις 26.12.2024 και ώρα 11:30 και στις 28.12.2024 και ώρα 21:30 παραβίασε το εν λόγω διάταγμα πλησιάζοντας τόσο τη μητέρα του όσο και την πατρική του οικία.

 

Η εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ανέφερε στη συνέχεια πως ο κατηγορούμενος βαρύνεται με 5 προηγούμενες καταδίκες στις πιο κάτω υποθέσεις: (α) Υπόθεση 9391/2021 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 12.11.2021 καταδικάστηκε σε μέγιστη ποινή φυλάκισης διάρκειας 5 μηνών για τα αδικήματα της ανυπακοής σε νόμιμες διαταγές, απειλής, κοινής επίθεσης και εισόδου σε ξένη περιουσία. Η παραπονούμενη στην ως άνω υπόθεση ήταν η μητέρα του κατηγορούμενου, (β) Υπόθεση 785/2021 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 22.12.2021 του επιβλήθηκε μέγιστη ποινή φυλάκισης 2 μηνών για τα αδικήματα της ανησυχίας, απειλής, δημόσιας εξύβρισης, αντίστασης για ματαίωση νόμιμης σύλληψης και μέθης, (γ) Υπόθεση 3761/2022 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις  29.6.2022 του επιβλήθηκε μέγιστη ποινή φυλάκισης 8 μηνών για τα αδικήματα της ανυπακοής σε νόμιμες διαταγές, επίθεσης κατά οργάνου τήρησης της τάξης στην οποία και πάλι παραπονούμενη ήταν η μητέρα του, (δ) Υπόθεση 3352/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία στις 9.5.2023 του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 3 μηνών σε κατηγορίες απειλής βιαιοπραγίας και ανυπακοής σε νόμιμες διαταγές και στην οποία λήφθηκαν υπόψη άλλες 2 υποθέσεις, ήτοι οι υποθέσεις 1643/2023 και 2814/2023 που αφορούσαν αδικήματα κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και απαίτησης περιουσίας με απειλές και απειλής βιαιοπραγίας αντίστοιχα και (ε) Υπόθεση 10825/2024 του Ε.Δ. Λάρνακας στην οποία παραπονούμενη και πάλι ήταν η μητέρα του και στην οποία στις 27.9.2024 του επιβλήθηκε μέγιστη ποινή φυλάκισης 5 μηνών για αδικήματα απαίτησης περιουσίας με απειλές, ανυπακοής σε νόμιμες διαταγές, αντίστασης με σκοπό τη ματαίωση νόμιμης σύλληψης και επίθεσης κατά οργάνου τήρησης της τάξης.

 

Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος δήλωσε ότι είναι παραδεκτές οι προηγούμενες καταδίκες του. Ανέφερε επίσης πως έκανε κάποιες επιπολαιότητες όταν ήταν μικρός και ανώριμος αλλά όσο περνά ο καιρός μεγαλώνει και σοβαρεύεται και πως όλοι δικαιούνται να έχουν και δεύτερη και τρίτη φορά ευκαιρία στη ζωή τους για να σταθούν στα πόδια τους.

 

Μελέτησα με προσοχή και έχω υπόψη μου όσα αναφέρθηκαν.

 

Το Δικαστήριο κατά τη διαδικασία επιλογής του είδους της ποινής που θα επιβάλει σε μια συγκεκριμένη υπόθεση λαμβάνει υπόψη του τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη από τον Νόμο ποινή, τις περιστάσεις διάπραξής τους καθώς επίσης και τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του εκάστοτε κατηγορούμενου. Λαμβάνει επίσης υπόψη του πως σε αδικήματα για τα οποία παρατηρείται αυξητική τάση διάπραξής τους η επιβολή αποτρεπτικών ποινών καθίσταται αναγκαία.

 

Αναφορικά με το αδίκημα της ληστείας που αφορά η 1η κατηγορία σχετικό είναι το άρθρο 283 του Ποινικού Κώδικα το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:

 

«283. Όποιος διαπράττει το ποινικό αδίκημα της ληστείας υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων. Αν ο υπαίτιος είναι οπλισμένος με επικίνδυνο ή επιθετικό όπλο ή όργανο ή συνοδεύεται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα ή αν κατά ή αμέσως πριν ή αμέσως μετά το χρόνο της ληστείας, τραυματίσει, κτυπήσει, πλήξει ή χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε άλλη μορφή σωματικής βίας εναντίον άλλου, αυτός υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου».

 

Το αδίκημα της απαίτησης περιουσίας με απειλές με σκοπό κλοπής της 2ης κατηγορίας εδράζεται στο άρθρο 290 του Ποινικού Κώδικα το οποίο έχει ως ακολούθως:

 

«Όποιος με σκοπό κλοπής πολύτιμου πράγματος απαιτεί αυτό από άλλο, με απειλές ή βία, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση πέντε χρόνων».    

 

Το αδίκημα της κοινής επίθεσης των κατηγοριών 3 και 4 εδράζεται στα άρθρα 2, 3(1) 4(1)(2)(Φ) του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/2000. Το αδίκημα της εν λόγω κατηγορίας ενσωματώνει τις πρόνοιες του άρθρου 242 του Κεφ. 154 (βλ. A.G. ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 119/2020, ημερ. 16.4.2021, ECLI:CY:AD:2021:B147). 

 

Στο άρθρο 3(4) του Νόμου 119(Ι)/2000 ορίζεται ότι «Οποιοσδήποτε ασκεί βία με βάση το εδάφιο (1) διαπράττει αδίκημα δυνάμει του Νόμου αυτού, που τιμωρείται, εκτός από την περίπτωση της κοινής επίθεσης που τιμωρείται με δύο χρόνια φυλάκιση και στην περίπτωση που σε άλλο ή στον παρόντα Νόμο προβλέπεται αυστηρότερη ποινή, με ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε χρόνια ή με χρηματική ποινή μέχρι τρεις χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο ποινές».

 

Η 5η κατηγορία εδράζεται στο άρθρο 91A του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 το οποίο έχει ως ακολούθως: «Πρόσωπο το οποίο προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη».

 

Το αδίκημα της κακόβουλης βλάβης της 7ης κατηγορίας κατά παράβαση του άρθρου 324(1) του Ποινικού Κώδικα ορίζει πως «Όποιος εσκεμμένα και παράνομα καταστρέφει ή προξενεί ζημιά σε περιουσία, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος, το οποίο εκτός αν προνοείται διαφορετικά είναι πλημμέλημα, αυτός αν δεν προβλέπεται κάποια άλλη ποινή, υπόκειται σε φυλάκιση δύο χρόνων ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές».

 

Για το αδίκημα των κατηγοριών 8 έως 12 το άρθρο 23 του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/2000 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 2 έτη.

 

Στα πλαίσια εξατομίκευσης της ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω επίσης υπόψη μου την προβλεπόμενη από τον νόμο ποινή ανώτατη ποινή για καθένα από τα επίδικα αδικήματα. Λαμβάνω επίσης υπόψη μου ότι ως προκύπτει από τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπάρχει αυξητική τάση στη διάπραξη του αδικήματος της ληστείας (Σωκράτους ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 13, Φανάρας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 50, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 411, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1986) 2 Α.Α.Δ. 224, Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342, Urgur ν. Αστυνομίας (2012) 2 A.A.Δ. 189 και ΙPPOKRATIS GIANNAKOV ν. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 137) η οποία καθιστά αναγκαία την επιβολή αυστηρών ποινών για το εν λόγω αδίκημα.

 

Περαιτέρω για το αδίκημα της ληστείας λαμβάνω υπόψη μου ότι ο κατηγορούμενος κατά τον επίδικο χρόνο χρησιμοποίησε επικίνδυνο όργανό ήτοι μαχαίρι το οποίο τοποθέτησε στον λαιμό της μητέρας του και συνεπώς λόγω τούτου υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.

 

Έχω περαιτέρω υπόψη μου ότι ο κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος ύστερα από ακροαματική διαδικασία στις κατηγορίες 1 έως 5 και 7. Αυτό, βέβαια, δεν επιβαρύνει τη θέση του, αλλά του στερεί το δικαίωμα σε περαιτέρω επιείκεια ένεκα παραδοχής (SEFIK YUSUF ν. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 140).

 

Σχετικά με τις προηγούμενες καταδίκες ενός κατηγορούμενου στην υπόθεση DYGDALOWICZ ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 11/2021, ημερ. 4.11.2022 λέχθηκαν τα ακόλουθα: «Όμως η σημασία των προηγούμενων καταδικών έγκειται στο ότι η ύπαρξη τους τείνει να μειώσει σε κάποιο βαθμό, την επιείκεια που μπορεί να επιδειχθεί. Και τούτο, κυρίως, γιατί αποτελούν ένδειξη της στάσης του κατηγορούμενου στην τήρηση των νόμων (Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Αεροπόρου (1997) 2 Α.Α.Δ. 17). Στην Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 306 τονίστηκε και πάλι ότι οι προηγούμενες καταδίκες δεν αποτελούν παράγοντα επιβαρυντικό της ποινής, αλλά επενεργούν ως παράγων περιορισμού της επιείκειας, της οποίας θα μπορούσε να τύχει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος, αν δεν βαρυνόταν με τις προηγούμενες καταδίκες (βλ. επίσης Γεωργίου άλλως Καμμούγιαρος ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 565 και Vedat v. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 787)».

 

Από το πιο πάνω απόσπασμα είναι προφανές ότι οι 5 προηγούμενες καταδίκες με τις οποίες βαρύνεται ο κατηγορούμενος στις οποίες περιλαμβάνονται αδικήματα ομοειδή με τα επίδικα στην παρούσα υπόθεση τείνουν να μειώσουν σε σημαντικό βαθμό την επιείκεια που μπορεί να του επιδειχθεί. 

 

Ως μετριαστικούς παράγοντες στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω υπόψη μου το σχετικά νεαρό της ηλικίας του κατηγορούμενου, είναι άτομο ηλικίας 27 ετών, και ειδικότερα για τις κατηγορίες 1 και 2 το γεγονός ότι το χρηματικό ποσό που εξασφάλισε ήταν μικρό καθώς επίσης ότι στις κατηγορίες 8 έως 12 λόγω της παραδοχής του δικαιούται να τύχει έκπτωσης στην ποινή που θα του επιβληθεί για αυτές τις κατηγορίες. Στην υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 λέχθηκε ότι «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή.».

 

Συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα όσα εκτίθενται πιο πάνω και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων, χωρίς να παραγνωρίζω τους πιο πάνω ελαφρυντικούς παράγοντες, κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή είναι αυτή της φυλάκισης. Οποιαδήποτε άλλη ποινή όχι μόνο δεν θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του νόμου αλλά επιπλέον θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα σε νέους επίδοξους παραβάτες. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να πατάξει αξιόποινες συμπεριφορές προκειμένου να καταδείξει ότι η συνέχιση διάπραξης τέτοιων αδικημάτων δεν είναι ανεκτή και θα πρέπει επιτέλους να τερματιστεί.

 

Πρέπει επίσης να λεχθεί ότι παρόλο που οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής κρίνω εντούτοις ότι δεν είναι τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω και της αναγκαιότητας για επιβολή αποτρεπτικών ποινών σε υποθέσεις όπως η παρούσα. Οι εν λόγω παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν το ύψος όχι όμως και το είδος της ποινής.

 

Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ως αρμόζουσες υπό τις περιστάσεις ποινές τις ακόλουθες:

 

·           Στην 1η κατηγορία ποινή φυλάκισης 15 μηνών

·           Στη 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 6 μηνών

·           Στην 3η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 μηνών

·           Στην 4η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 μηνών

·           Στην 5η κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 μηνών

·           Στην 7η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 μηνών

·           Στην 8η κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 μηνών

·           Στην 9η κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 μηνών

·           Στη 10η κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 μηνών

·           Στη 11η κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 μηνών   

·           Στη 12η κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 μηνών

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο να συντρέχουν.

 

Έχοντας επιβάλει στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης κάτω των 3 ετών προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω το θέμα της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

 

Το θέμα της αναστολής ποινής φυλάκισης ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 186(1)/2003 καθώς επίσης και οι αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161). Επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι δυνατό να ανασταλεί εφόσον αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης ή και από τα προσωπικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου.

 

Σχετικά με το ζήτημα της αναστολής ποινής φυλάκισης στην υπόθεση Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930 λέχθηκε ότι «κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».

 

Στην υπόθεση Απέργη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 64/2023, ημερ. 22.6.2023 έγινε αναφορά στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 9/2021, ημερ. 29.7.2021 στην οποία εξηγήθηκε ότι ποινή φυλάκισης, ακόμα και εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυστηρή λόγω του ύψους της, μπορεί να απωλέσει το στοιχείο της αποτροπής εφόσον ανασταλεί, ακόμα και να καταστεί ανεπαρκής για την τιμωρία του καταδικασθέντα.

 

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(1)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) και λαμβάνοντας υπόψη μου το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης, τη σοβαρότητα των αδικημάτων και το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος βαρύνεται με 5 προηγούμενες καταδίκες οι οποίες δεικνύουν ότι δεν σέβεται τους νόμους κρίνω ότι δεν δικαιολογείται να ανασταλεί η άμεση εκτέλεση της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε. Κρίνω περαιτέρω πως αναστολή της ποινής φυλάκισης δεν θα αντικατόπτριζε τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ούτε θα εξυπηρετούσε την παράμετρο της αποτροπής.

 

Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι μετριαστικοί παράγοντες οι οποίοι τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου λήφθηκαν δεόντως υπόψη για τον καθορισμό τόσο του είδους όσο και του ύψους της ποινής. Λόγω των πιο πάνω κρίνω ότι δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης.

 

Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο να εκτελεστεί άμεσα. Ο χρόνος φυλάκισης μειώνεται για το χρονικό διάστημα που ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση ήτοι από τις 31.12.2024.

 

(Υπ.) ………………………..

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής        


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο