ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. ΝΙΚΟΣ ΑΜΠΙΖΑΣ, Αρ. Υπόθεσης: 15413/2024, 16/4/2025
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. ΝΙΚΟΣ ΑΜΠΙΖΑΣ, Αρ. Υπόθεσης: 15413/2024, 16/4/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 15413/2024

 

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

ΝΙΚΟΣ ΑΜΠΙΖΑΣ

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 16.04.2025

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Ε. Ευαγγέλου για Μυροφόρα Α. Παστού ΔΕΠΕ

Για τον Κατηγορούμενο: Προσωπικά

Κατηγορούμενος παρών.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά στάθμευση μηχανοκίνητου οχήματος κατά τρόπο που παρακωλύει την κυκλοφορία (1η κατηγορία).

2.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε ένα μάρτυρα για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Τροχονόμο Σ.Σ.Χ. (ΜΚ1). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, ο Κατηγορούμενος έδωσε ενόρκως μαρτυρία και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 υπηρετεί στην Τροχονομία Λάρνακας και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής του την γραπτή δήλωση του, Έγγραφο Α, και την κατάθεσή του ημερ. 12.06.2024, Τεκμήριο 4. Στις 11.03.2024 μετέβηκε στον δημόσιο χώρο στάθμευσης της Βιοτεχνικής Περιοχής Λάρνακας για έλεγχο, καθώς υπήρξαν παράπονα από ιδιοκτήτες καταστημάτων της περιοχής. Εκεί διαπίστωσε ότι υπήρχαν αρκετά οχήματα, τα οποία δεν ήταν σταθμευμένα στους χώρους στάθμευσης που σηματοδότησε ο Δήμος Λάρνακας, αλλά έξω από τις καθορισμένες γραμμές. Ένα από αυτά ήταν το μηχανοκίνητο όχημα ενός πελάτη του Κατηγορούμενου (εφεξής καλούμενου ως «το Όχημα Α»), καθώς ο Κατηγορούμενος είναι ιδιοκτήτης παρακείμενου συνεργείου αυτοκινήτων. Το Όχημα Α ήταν σταθμευμένο επί του εσωτερικού δρόμου του ανωτέρω χώρου στάθμευσης, με αποτέλεσμα να καθίσταται δύσκολη η κυκλοφορία άλλων οχημάτων που χρησιμοποιούσαν τον εν λόγω χώρο. Παρουσίασε ως Τεκμήριο 1 την κάτοψη του επίδικου χώρου στάθμευσης, όπου με κίτρινο χρώμα φαίνεται ο εν λόγω εσωτερικός δρόμος, και την φωτογραφία με το Όχημα Α ως ήταν σταθμευμένο επί τόπου. Ο ΜΚ1 επικοινώνησε με τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του Οχήματος Α, ο οποίος του ανέφερε ότι είχε παραδώσει το Όχημα Α στον Κατηγορούμενο για να το επιδιορθώσει. Ερωτηθείς ο Κατηγορούμενος από τον ΜΚ1 παραδέχθηκε ότι το Όχημα Α ανήκει σε πελάτη του και ο ίδιος είχε την ευθύνη του οχήματος κατά τον επίδικο χρόνο. Ενόψει των ανωτέρω, ο ΜΚ1 εξέδωσε στον Κατηγορούμενο εξώδικο, το οποίο δεν πληρώθηκε. Στην αντεξέταση του, ο ΜΚ1 διαφώνησε με την υποβολή του Κατηγορούμενου ότι το Όχημα Α -ως ήταν σταθμευμένο- δεν ενοχλούσε κανένα άλλο πρόσωπο, αλλά συμφώνησε με την θέση ότι το Όχημα Α δεν μπορούσε να εκκινήσει και γι’ αυτό ο Κατηγορούμενος το «έσπρωξε» στο επίδικο σημείο του χώρου στάθμευσης.

Ο Κατηγορούμενος είναι μηχανικός αυτοκινήτων και το συνεργείο του βρίσκεται μπροστά από τον επίδικο δημόσιο χώρο στάθμευσης, όπως και άλλα υποστατικά της Βιοτεχνικής Περιοχής Λάρνακας. Το Όχημα Α παραδόθηκε στο συνεργείο του για επιδιόρθωση στις 26.02.2024, αλλά χρειάστηκε να παραγγείλει ορισμένα εξαρτήματα για να ολοκληρώσει την επιδιόρθωσή του. Γι’ αυτό ο Κατηγορούμενος στάθμευσε το Όχημα Α σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του συνεργείου του μέχρι να παραλάβει τα εξαρτήματα που χρειαζόταν. Κατά την επίδικη ημέρα, 11.03.2024, παρέλαβε τα εξαρτήματα που είχε παραγγείλει και οδήγησε το Όχημα Α στο συνεργείο του για να το επιδιορθώσει. Επειδή, όμως, τα εξαρτήματα δεν ταίριαζαν με το Όχημα Α και ο Κατηγορούμενος το είχε ήδη αποσυναρμολογήσει, το Όχημα Α δεν μπορούσε να εκκινήσει και να οδηγηθεί. Για τούτο, ο Κατηγορούμενος έσπρωξε το Όχημα Α και το στάθμευσε στο επίδικο σημείο, όπου το εντόπισε μετά ο ΜΚ1. Ήταν δε η θέση του Κατηγορούμενου ότι δεν εμπόδιζε κανένα άλλο όχημα στο σημείο εκείνο και σε περίπτωση που «κάποιος θέλει να περάσει και δεν μπορεί να περάσει τότε εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή εμείς μπορούμε να σπρώξουμε [το Όχημα Α] για να περάσει». Στην αντεξέταση του, αρνήθηκε ότι ο τόπος και τρόπος που στάθμευσε το Όχημα Α στο επίδικο σημείο παρακώλυε την κυκλοφορία άλλων οχημάτων, καθώς υπάρχει -ως ανέφερε- άλλος δρόμος περιμετρικά του δημόσιου χώρου στάθμευσης, ο οποίος εξυπηρετεί τα γύρω υποστατικά.

3.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Ο ΜΚ1 άφησε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Επεξήγησε με σαφήνεια τα όσα κατέθεσε στο Δικαστήριο σε σχέση με τις ενέργειες στις οποίες προέβη και το που βρισκόταν σταθμευμένο το Όχημα Α. Η μαρτυρία του συνάδει και με την έγγραφη μαρτυρία που παρουσίασε στο Δικαστήριο και δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις, καθώς δεν αμφισβητήθηκε επί της ουσίας η μαρτυρία του. Ως εκ τούτου την αποδέχομαι ως αξιόπιστη στο σύνολό της.

Και ο Κατηγορούμενος άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Η μαρτυρία του δεν αντικρούεται με την μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, ενώ τα όσα κατάθεσε σε σχέση με το πως βρέθηκε το Όχημα Α σταθμευμένο στο επίδικο σημείο δεν αμφισβητήθηκαν. Δεν μπορώ, φυσικά, να αποδεχθώ την θέση του ότι ο τρόπος και τόπος που ήταν σταθμευμένο το Όχημα Α δεν συνιστούσε παρακώλυση της κυκλοφορίας, καθώς τούτο εναπόκειται στο Δικαστήριο να αποφασίσει, και όχι στους μάρτυρες. Πέραν τούτου, κρίνω την υπόλοιπη μαρτυρία του ως αξιόπιστη και την αποδέχομαι.

4.     Ευρήματα Γεγονότων

Σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ1 και του Κατηγορούμενου, το Δικαστήριο προβαίνει στα κατωτέρω ευρήματα:

Ο Κατηγορούμενος είναι μηχανικός αυτοκινήτων και το συνεργείο του βρίσκεται μπροστά από τον δημόσιο χώρο στάθμευσης οχημάτων στην Βιοτεχνική Περιοχή Λάρνακας. Στις 26.02.2024 του παραδόθηκε το Όχημα Α για επιδιόρθωση και το στάθμευσε σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του συνεργείου του μέχρι να παραλάβει τα απαραίτητα εξαρτήματα που είχε παραγγείλει. Στις 11.03.2024 ο Κατηγορούμενος οδήγησε το Όχημα Α στο συνεργείο του προκειμένου να το επιδιορθώσει και αποσυναρμολόγησε ορισμένα εξαρτήματα για να εγκαταστήσει αυτά που παρήγγειλε. Επειδή, όμως, τα νέα εξαρτήματα δεν ταίριαζαν με το Όχημα Α και ήδη είχαν αποσυναρμολογηθεί τα υφιστάμενα, το Όχημα Α δεν μπορούσε να εκκινήσει μηχανικά και να οδηγηθεί. Για τούτο, ο Κατηγορούμενος έσπρωξε το Όχημα Α εντός του επίδικου δημόσιου χώρου στάθμευσης και το στάθμευσε εντός του εσωτερικού δρόμου αυτού που χρησιμοποιείται για την κυκλοφορία των οχημάτων εντός του χώρου στάθμευσης, ως εμφαίνεται με κίτρινο χρώμα στο αρχιτεκτονικό σχέδιο του Τεκμηρίου 1. Την ίδια ημέρα, ο ΜΚ1 μετέβη στον επίδικο χώρο στάθμευσης κατόπιν παραπόνων από ιδιοκτήτες υποστατικών της περιοχής και εντόπισε το Όχημα Α που ήταν σταθμευμένο ως ανωτέρω, με αποτέλεσμα να προβεί στην επίδικη καταγγελία και να εκδώσει σχετικό εξώδικο στον Κατηγορούμενο.

5.     Η Νομική Πτυχή

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη του επίδικου αδικήματος, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Η νομική βάση του παρόντος κατηγορητηρίου περιλαμβάνει διάφορες πρόνοιες που παραπέμπουν σε πέραν του ενός ποινικά αδικήματα. Ενόψει τούτου, και παρά του προχωρημένου σταδίου της διαδικασίας, θα προχωρήσω να εξετάσω πρώτα κατά πόσο η κατηγορία πάσχει από πολλαπλότητα, καθώς τέτοιο ζήτημα μπορεί να εξεταστεί αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Christakis N. Neophytou Biogas Ltd (Ποινική Έφεση 154/2020) ημερ. 27.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:D182) και σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας (βλ. Σ.Π. ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 207/2013) ημερ. 25.06.2014).

Πολλαπλότητα της Κατηγορίας

Μια κατηγορία πάσχει από πολλαπλότητα όταν περιλαμβάνει πέραν του ενός αδικήματος. Ο κανόνας αυτός είναι αυστηρός προκειμένου να διασφαλιστούν τα συνταγματικά δικαιώματα του Κατηγορούμενου ότι γνωρίζει επακριβώς τι θα αντιμετωπίσει στην δίκη και να αποφύγει στο μέλλον διπλή τιμωρία για το ίδιο αδίκημα (βλ. Σ.Π. (ανωτέρω) και Ακκελίδου ν Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 249). Προς τούτο, το Δικαστήριο εξετάζει το λεκτικό του κατηγορητηρίου, και όχι την μαρτυρία. Επίσης, για να έχει οποιαδήποτε επίπτωση η πολλαπλότητα στην κατηγορία θα πρέπει  ο Κατηγορούμενος να έχει παραπλανηθεί ουσιωδώς στην έγερση της υπεράσπισής του (βλ. Ανδρονίκου ν Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 486).

Στην νομική βάση της 1ης κατηγορίας, περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι Κανονισμοί 58(10)(α) και 58(10)(γ) των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών (Κ.Δ.Π.66/1984) ως έχουν τροποποιηθεί και οι Κανονισμοί 14(θ) και 15(στ) των Περί Τροχαίας Δημοτικών Κανονισμών του 1952 (Κ.Δ.Π.171/1952) ως έχουν τροποποιηθεί και στην συνέχεια ενσωματωθεί στους Δημοτικούς Κανονισμούς Λάρνακας του 1965 με την Κ.Δ.Π.327/1965.

Στο παρόν κατηγορητήριο, το αδίκημα περιγράφεται ως «παρακώλυσις κυκλοφορίας» και στις λεπτομέρειες αναφέρεται ότι ο Κατηγορούμενος «εστάθμευσε [το Όχημα Α] με τέτοιον τρόπο, ούτως ώστε να δημιουργεί με το όχημα παρακώληση της κυκλοφορίας». Από το ανωτέρω λεκτικό, όμως, το Δικαστήριο δεν μπορεί να διακρίνει σε ποιο από τα ανωτέρω αδικήματα αναφέρεται, καθώς η παρακώλυση κυκλοφορίας λόγω στάθμευσης οχήματος μπορεί να εμπίπτει και στα τέσσερα αδικήματα (βλ. επίσης Πιριλλίδη ν Δήμου Λεμεσού (Ποινική Έφεση 331/2015) ημερ. 11.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B454 σε σχέση με αδίκημα του Καν.16(1)(η) της ΚΔΠ 260/2000, παρόμοιο με τον Καν.14(θ) των Δημοτικών Κανονισμών Λάρνακας). Άλλωστε, η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής προώθησε την υπόθεση της -μέσω της αγόρευσης της- σε όλους τους ανωτέρω κανονισμούς.

Επιπρόσθετα, δεν μου διαφεύγει ότι ο νομοθέτης προέβλεψε ρητώς ότι σε αυτές τις περιπτώσεις ο παραβάτης υπόκειται σε δίωξη και τιμωρία είτε δυνάμει των δημοτικών κανονισμών είτε δυνάμει των Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών (βλ. άρθρο 88(4) του Περί Δήμων Νόμου (Ν.111/1985)). Στην παρούσα υπόθεση, η Κατηγορούσα Αρχή διώκει ποινικά και προωθεί την υπόθεση της εναντίον του Κατηγορούμενου δυνάμει και των δύο ανωτέρω κανονισμών, κατά παράβαση του άρθρου 88(4) του Ν.111/1985.

Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω ότι η υπό κρίση κατηγορία πάσχει από πολλαπλότητα.

Παρά τα ανωτέρω, όμως, δεν θεωρώ ότι ο Κατηγορούμενος παραπλανήθηκε στην έγερση της υπεράσπισής του. Αντιλήφθηκε την πράξη για την οποία κατηγορείτο, η οποία είναι η εμπόδιση της τροχαίας κίνησης στο σημείο όπου στάθμευσε το Όχημα Α. Προώθησε, μάλιστα, ως μία από τις γραμμές υπεράσπισης του την εύλογη αιτία της στάθμευσης του Οχήματος Α κατά τον ανωτέρω τρόπο, καθώς ο Καν.58(10)(γ) των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών προϋποθέτει την αδικαιολόγητη εμπόδιση της τροχαίας κίνησης.

Τα Συστατικά Στοιχεία του Αδικήματος

Ο Κανονισμός 58(10)(γ) των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών προνοεί τα εξής:

«Πρόσωπο το οποίο οδηγεί ή έχει την ευθύνη ή τον έλεγχο µηχανοκίνητου οχήµατος σε οποιοδήποτε δρόµο οφείλει να […] (γ) µην εγκαταλείπει το όχηµα χωρίς να λάβει προηγουµένως όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις κατά τρόπο ώστε αυτό να µη µπορεί να τεθεί σε κίνηση κατά την απουσία του και επιπρόσθετα να µην το εγκαταλείπει σε δρόµο κατά τρόπο ώστε να εµποδίζει αδικαιολόγητα πεζούς ή την τροχαία κίνηση»

Καταρχάς, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η φράση «και επιπρόσθετα» στο λεκτικό του κανονισμού διαχωρίζει το κείμενο του σε δύο σκέλη, δημιουργώντας δύο ξεχωριστά και αυτοτελή αδικήματα (βλ. Πέτσα ν Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 93). Στην παρούσα περίπτωση και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες στο κατηγορητήριο, σχετικό είναι το δεύτερο σκέλος του κανονισμού.

Από τα ανωτέρω, προκύπτει ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι τα ακόλουθα:

(α) Η ευθύνη του οχήματος από τον Κατηγορούμενο.

(β) Η εγκατάλειψη του οχήματος σε δρόμο.

(γ) Η εμπόδιση της τροχαίας κίνησης λόγω της θέσης του οχήματος.

(δ) Η εμπόδιση να είναι αδικαιολόγητη.

Αρχίζοντας από το πρώτο συστατικό στοιχείο, ο Κατηγορούμενος παραδέχεται ότι είναι το πρόσωπο που είχε την ευθύνη του Οχήματος Α κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο.

Αναφορικά με το δεύτερο συστατικό στοιχείο, είναι επίσης παραδεκτό από τον Κατηγορούμενο ότι το Όχημα Α ήταν σταθμευμένο στο επίδικο σημείο κατά τον επίδικο χρόνο. Στην απόφαση Πέτσα (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο, ερμηνεύοντας την έννοια «εγκατέλειψε» ανέφερε ότι «η στάθμευση οχήματος είναι μορφή εγκατάλειψης». Η δε έννοια του «δρόμου» περιλαμβάνει ανοικτό διάστημα ή τόπο στον οποίο το κοινό έχει πρόσβαση και συνεπώς περιλαμβάνει και τον επίδικο δημόσιο χώρο στάθμευσης οχημάτων (βλ. άρθρο 2 του Ν.86/1972, Charalambous v Police (1982) 2 CLR 134 και Μεταξά ν Ιωάννου (2010) 1 ΑΑΔ 1814). Συνεπώς, πληρείται και αυτό το συστατικό στοιχείο του αδικήματος.

Για το τρίτο συστατικό στοιχείο, ήτοι την εμπόδιση της τροχαίας κίνησης, είναι αρκετό να αποδειχθεί απλή πρακτική δυσχέρεια να περάσει ένας οδηγός από το επίδικο σημείο ή έστω και μερική παρακώλυση της κυκλοφορίας (βλ. Ιωάννου ν Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 28). Το τι συνιστά εμπόδιση της τροχαίας κίνησης είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο το Δικαστήριο αποφασίζει με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Nagy v Weston [1965] 1 All ER 78). Στην απόφαση Πέτσα (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθέτησε το ακόλουθο απόσπασμα από το Σύγγραμμα “Words and Phrases Legally Defined” (Τόμος 4), σελ.9:

«"Obstruction" is not a term of art nor has it acquired any special meaning, but it is always used in describing a particular kind of nuisance, viz. the obstruction of a highway. What is obstruction of a highway? It is not only an obstruction which actually prevents someone from exercising his right on the highway; it is any obstruction which interferes to an appreciable practical extent with the right which every member of the public has to use the highway, and to use it at all times and under all circumstances. The right of each person is not restricted to the particular part of the highway which may happen not to be in use by others at the time; it extends to the whole of the highway. Everybody has the right to use the whole of the highway at any time he thinks fit for the purpose of passing and repassing, and anything which appreciably and practically interferes with that right is an obstruction of the highway." Haywood v. Mumford (1908) 7 C.L.R. 133, per O'Connor, J., at pp. 140, 141 ... What amounts to obstruction is primarily a question of fact (Wade v. Grange [1977] RTR 417).»

Στην παρούσα υπόθεση, ο Κατηγορούμενος αμφισβητεί ότι ο τόπος και τρόπος που στάθμευσε το Όχημα Α εμπόδιζε την τροχαία κίνηση εντός του επίδικου χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων, αναφέροντας ότι υπάρχει άλλος εξωτερικός δρόμος, ο οποίος εξυπηρετεί τα γύρω υποστατικά. Σε άλλο σημείο, ανέφερε ότι αν ήθελε κάποιος να περάσει, ο ίδιος θα μετακινούσε το Όχημα Α για να περάσει. Εμμέσως, δηλαδή, παραδέχεται ότι στο επίδικο σημείο το Όχημα Α όντως απόφρασσε την κυκλοφορία οχημάτων εντός του επίδικου χώρου στάθμευσης.

Αν και η Κατηγορούσα Αρχή δεν παρουσίασε μαρτυρία ότι κάποιο συγκεκριμένο όχημα κατά τον επίδικο χρόνο επιθυμούσε να περάσει από το επίδικο σημείο και δεν μπορούσε, στην αδιαμφισβήτητη φωτογραφία του Τεκμηρίου 1 φαίνονται διάφορα άλλα οχήματα γύρω από το Όχημα Α, καθώς και κάποια σταθμευμένα εντός των καθορισμένων και σεσημασμένων χώρων στάθμευσης με το Όχημα Α να βρίσκεται ακριβώς από πίσω τους. Ως εκ τούτου, καταλήγω ότι ο τρόπος και τόπος στάθμευσης του Οχήματος Α εμπόδιζε εκ των πραγμάτων την τροχαία κίνηση στο επίδικο σημείο.

Το τέταρτο συστατικό στοιχείο, ήτοι η αδικαιολόγητη εμπόδιση, παραπέμπει σε απουσία εύλογης αιτίας (βλ. Πέτσα (ανωτέρω)). Σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του Κατηγορούμενου, αυτός έσπρωξε το Όχημα Α από το συνεργείο του μέχρι το επίδικο σημείο, καθώς δεν μπορούσε να εκκινήσει, αφού δεν είχε ακόμα επιδιορθωθεί πλήρως. Τα ανωτέρω, όμως, δεν μπορούν να συνιστούν εύλογη αιτία. Και εξηγώ. Το Όχημα Α δεν βρέθηκε στο εν λόγω σημείο λόγω μηχανικής βλάβης ή για κάποιο άλλο έκτακτο λόγο. Αντιθέτως, βρισκόταν για 2 εβδομάδες σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του συνεργείου του Κατηγορούμενου μέχρι ο τελευταίος να παραλάβει τα εξαρτήματα που θα εγκαθιστούσε σε αυτό. Όταν στις 11.03.2024 το Όχημα Α εισήχθη στο συνεργείο για επιδιόρθωση  και ο Κατηγορούμενος αντιλήφθηκε ότι τα νέα εξαρτήματα ήταν λάθος και δεν ταίριαζαν, το Όχημα Α είχε ήδη αποσυναρμολογηθεί και δεν μπορούσε να εκκινήσει. Ο Κατηγορούμενος, όμως, δεν έδωσε κάποια πειστική εξήγηση γιατί δεν επανάφερε το Όχημα Α στην πρότερη του κατάσταση, προκειμένου να το εκκινήσει και οδηγήσει παρά να το σπρώξει. Ούτε εξήγησε γιατί αντί να το μετακινήσει στον ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του συνεργείου, όπου βρισκόταν προηγουμένως για 2 εβδομάδες, το μετακίνησε στο επίδικο σημείο εμποδίζοντας την τροχαία κίνηση. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η εμπόδιση της τροχαίας κίνησης ήταν άνευ εύλογης αιτίας, δηλαδή ήταν αδικαιολόγητη.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, καταλήγω ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας όλα τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος.

6.     Κατάληξη

Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.

 

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο