
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 13121/2024
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Κατηγορούσα Αρχή
ν
ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΛΟΪΖΟΥ
Κατηγορούμενος
Ημερομηνία: 17.06.2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Στέλλα Πίπη
Για τον Κατηγορούμενο: κ. Βίκτωρ Ακάμας
Κατηγορούμενος παρών.
ΑΠΟΦΑΣΗ
1. Εισαγωγή
Στην παρούσα υπόθεση, ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει το αδίκημα της παράβασης όρων άδειας αγροτικού ταξί.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με το κατηγορητήριο, κατηγορείται ότι μετέφερε επιβάτες με αγροτικό ταξί από τον Πρωταρά στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, αντί να εξυπηρετεί την κοινότητα Αγίας Βαρβάρας, όπως αναγράφεται στην άδεια οδικής χρήσης του.
2. Η Μαρτυρία
Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε ένα μάρτυρα για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Επόπτη του Τμήματος Οδικών Μεταφορών (ΤΟΜ), Μάρκο Μάρκου (ΜΚ1). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, τον κάλεσε σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση του. Ο Κατηγορούμενος επέλεξε να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.
Ο ΜΚ1 υπηρετεί ως επόπτης στο ΤΟΜ. Την 01.07.2024 βρισκόταν σε καθήκον στο Αεροδρόμιο Λάρνακας και εντόπισε τον Κατηγορούμενο να οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα (εφεξής καλούμενο ως «το Όχημα Α»), το οποίο είναι αγροτικό ταξί με έδρα την κοινότητα της Αγίας Βαρβάρας, και να μεταφέρει επιβάτες στο Αεροδρόμιο Λάρνακας. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 1 τα στοιχεία του Οχήματος Α, ως αυτά είναι καταχωρημένα στο ΤΟΜ. Στο Όχημα Α επέβαιναν ακόμα 4 πρόσωπα, ήτοι ένα ανδρόγυνο και δύο παιδιά τους, και ο ΜΚ1 τούς ρώτησε από που ήρθαν και αυτοί του απάντησαν από τον Πρωταρά. Επειδή σύμφωνα με την άδεια οδικής χρήσης του Οχήματος Α, Τεκμήριο 2, αυτό δύναται να διενεργεί μεταφορές από ή προς την Αγία Βαρβάρα, διαπίστωσε ότι υπήρξε παράβαση των όρων της. Αφού επέστησε την προσοχή του Κατηγορούμενου στον Νόμο και τον πληροφόρησε για την ανωτέρω παράβαση, αυτός του απάντησε «Ε τι να πώ; Δεν το ήξερα».
Στην αντεξέτασή του, ο ΜΚ1 ανέφερε ότι οι επιβάτες στο Όχημα Α ήταν τουριστές και ο ίδιος είχε μιλήσει μόνο με τον πατέρα της οικογένειας, του οποίου δεν γνωρίζει το όνομα και τα στοιχεία του, καθώς λόγω του περιορισμένου χρόνου που είχε, δεν τα έλαβε. Του υποβλήθηκε, επίσης, ότι ο Κατηγορούμενος εκτελεί δρομολόγια με το Όχημα Α μόνο από ή προς την έδρα του και ουδέποτε εκτέλεσε δρομολόγιο εκτός της έδρας του, αλλά ο ΜΚ1 το αρνήθηκε.
3. Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα
Τα κατωτέρω γεγονότα δεν έχουν αμφισβητηθεί και ως εκ τούτου συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):
(α) Την 01.07.2024 ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το Όχημα Α και μετέφερε με αυτό 4 επιβάτες προς το Αεροδρόμιο Λάρνακας.
(β) Το Όχημα Α είναι αγροτικό ταξί και κατά τον επίδικο χρόνο κατείχε άδεια οδικής χρήσης αγροτικού ταξί, ήτοι το Τεκμήριο 2.
4. Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας
Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή τον ΜΚ1 και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία του με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά του (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας του (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία του μάρτυρα (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία του ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).
Ο ΜΚ1 έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Δεν έχει οποιοδήποτε συμφέρον από την έκβαση της παρούσας υπόθεσης και ήταν ειλικρινής και αυθόρμητος στις απαντήσεις του, χωρίς να υποπέσει σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις κατά την αντεξέταση του. Ήταν, επίσης, σταθερός σε σχέση με τις ενέργειες που έκαμε όταν το Όχημα Α αποβίβασε τους 4 επιβάτες στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, ενώ τα όσα ανέφερε υποστηρίζονται και από την έγγραφη μαρτυρία που παρουσίασε ο ίδιος στο Δικαστήριο.
Αναφορικά με την θέση του ότι ένας εκ των επιβατών στο Όχημα Α τού ανέφερε ότι το Όχημα Α τους μετέφερε από τον Πρωταρά στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, αυτή αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία, η οποία πρέπει να αποτιμηθεί σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Περί Αποδείξεως Νόμου (ΚΕΦ.9). Ο ΜΚ1 δεν γνώριζε το όνομα ή τα στοιχεία του επιβάτη, με τον οποίο είχε συνομιλήσει, καθώς δεν τα ζήτησε ποτέ. Το άρθρο 23 του ΚΕΦ.9 ορίζει την «αρχική δήλωση» ως την δήλωση προσώπου «που έχει προσωπική γνώση του γεγονότος». Στην παρούσα περίπτωση, ο επιβάτης στο Όχημα Α είχε πρόδηλα προσωπική γνώση του γεγονότος που ανέφερε στον ΜΚ1, δηλαδή από που τους μετέφερε ο Κατηγορούμενος με το Όχημα Α. Η παντελώς άγνωστη ταυτότητα του επιβάτη, όμως, στερεί από την Υπεράσπιση το δικαίωμα να τον κλητεύσει δυνάμει του άρθρου 26(1) του ΚΕΦ.9. Η δε θέση του ΜΚ1 ότι δεν είχε χρόνο να ζητήσει και να λάβει τα στοιχεία του επιβάτη ή να του λάβει μια σύντομη κατάθεση, δεν ικανοποιεί το Δικαστήριο σε σχέση με την διερεύνηση που όφειλε να κάμει ο ΜΚ1 κατά τον επίδικο χρόνο. Υπενθυμίζω ότι ο ίδιος ανέφερε στο Δικαστήριο ότι θα μπορούσε να αναζητήσει και να μάθει τα στοιχεία του επιβάτη από το ξενοδοχείο, από το οποίο έγινε η κλήση για ταξί και παρέλαβε ο Κατηγορούμενος τους επιβάτες. Εφαρμόζοντας τις αρχές και κριτήρια του άρθρου 27 του ΚΕΦ.9 και λαμβάνοντας, επίσης, υπόψιν την εξυπηρέτηση των προϋποθέσεων της δίκαιης δίκης και του συμφέροντος της δικαιοσύνης (βλ. Assad ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 164/2016) ημερ. 6/12/2017, ECLI:CY:AD:2017:B447), κρίνω ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να αποδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα σε εξ ακοής μαρτυρία άγνωστου προσώπου, το οποίο δεν θα μπορούσε καν να κλητευθεί και να δώσει μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, από την μαρτυρία του ΜΚ1 αποδέχομαι μόνο τα όσα ανέφερε και είχε ιδίαν γνώση.
5. Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου
Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη του επίδικου αδικήματος, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.
Το άρθρο 21(1) του Περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου (Ν.9/1982), το οποίο περιλαμβάνεται στο κατηγορητήριο, προνοεί τα εξής:
«Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι ένοχο αδικήματος και, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετική ποινή, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές»
Είναι θέση της Υπεράσπισης ότι στην νομική βάση του κατηγορητηρίου δεν περιλαμβάνεται οποιαδήποτε πρόνοια του Ν.9/1982, η οποία να καθιστά αδίκημα την παράβαση των όρων άδειας οδικής χρήσης.
Το παρόν κατηγορητήριο περιλαμβάνει, εκτός από το άρθρο 21, και το άρθρο 9 του Ν.9/1982, στο οποίο δεν καθίσταται ως ποινικό αδίκημα η παράβαση των όρων άδειας οδικής χρήσης, αλλά αποδίδεται ουσιαστικά η ερμηνεία της έννοιας «αγροτικό ταξί» ως εξής:
«“Αγροτικόν ταξί” σημαίνει ταξί έχον έδραν και χώρον σταθμεύσεως εκτός αστικής τροχαίας περιοχής αναλαμβάνον την μεταφοράν επιβατών μη υπερβαινόντων τους εξ επί μισθώσει ουχί δε επί κομίστρω κατ’ επιβάτην»
Η παράβαση των όρων άδειας χρήσης απαγορεύεται ρητώς, και συνεπώς καθίσταται αδίκημα δυνάμει του άρθρου 21 του Ν.9/1982, από το άρθρο 5(1) του Ν.9/1982, το οποίο προνοεί τα εξής:
«Ουδέν μηχανοκίνητον όχημα θα χρησιμοποιήται δι’ οιανδήποτε εκ των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων οδικών χρήσεων, εκτός εάν είναι εφωδιασμένον δι’ αδείας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και μόνον υπό τους εν τη τοιαύτη αδεία διαλαμβανομένους όρους»
Η ανωτέρω νομοθετική πρόνοια, όμως, δεν περιλαμβάνεται στην νομική βάση της κατηγορίας που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος. Σύμφωνα με το άρθρο 39(γ) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου (ΚΕΦ.155), το κατηγορητήριο πρέπει να «περιλαμβάνει αναφορά στο άρθρο του νομοθετήματος που δημιουργεί το ποινικό αδίκημα». Εντούτοις, η επιφύλαξη του ιδίου άρθρου προνοεί ότι λάθος στην έκθεση του αδικήματος που απαιτείτο να αναφερθεί στο κατηγορητήριο δεν συνιστά μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του άρθρου 39, εκτός αν ο Κατηγορούμενος «πράγματι παραπλανήθηκε λόγω του λάθους αυτού».
Στην παρούσα υπόθεση, θα πρέπει καταρχάς να λεχθεί ότι στο κατηγορητήριο και συγκεκριμένα στην έκθεση του αδικήματος καθίσταται ξεκάθαρο ότι η κατηγορία αφορά παράβαση των όρων άδειας αγροτικού ταξί. Σύμφωνα δε με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι «παρέβηκε τους όρους άδειας οδικής χρήσεως του ήτοι μετέφερε επιβάτες από τον Πρωταρά στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, αντί να εξυπηρετεί την κοινότητα Αγ. Βαρβάρας, όπως αναγράφεται στην άδεια οδικής χρήσης του».
Επιπρόσθετα των ανωτέρω, θεωρώ ότι η Υπεράσπιση γνώριζε πολύ καλά και εξ αρχής την φύση της κατηγορίας που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος, καθώς αντεξέτασε επί τούτου κάνοντας σχετικές υποβολές, τις οποίες παραθέτω κατωτέρω:
«Ε. Εγώ σου υποβάλλω ότι ο Κατηγορούμενος εκτελεί δρομολόγια από και προς την έδρα του αγροτικού ταξί και ουδέποτε εκτελεί το οποιοδήποτε δρομολόγιο, το οποίο είναι εκτός της έδρας του.
Α. Τη συγκεκριμένη ημέρα το δρομολόγιο του ήταν εκτός της έδρας του.
Ε. Είπατε μας ότι θα πρέπει να εκτελεί δρομολόγια, να δουλεύει σύμφωνα με την άδεια οδικής χρήσεως του;
Α. Μάλιστα.
Ε. Πού το βρίσκουμε αυτό;
Α. Στην οδική χρήση που υπάρχει.
[…]
Ε. Επίσης εγώ σου υποβάλλω ότι τη συγκεκριμένη ημέρα ο Κατηγορούμενος μετάφερε από την έδρα του, την Αγία Βαρβάρα, προς το αεροδρόμιο επιβάτες.»
Ενόψει των ανωτέρω, δεν θεωρώ ότι έχει παραπλανηθεί με οποιονδήποτε τρόπο ο Κατηγορούμενος από την μη συμπερίληψη του άρθρου 5(1) στο κατηγορητήριο, και ούτε έχουν παραβιαστεί τα συνταγματικά του δικαιώματα. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η μη συμπερίληψη του άρθρου 5(1) δεν συνιστά μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του άρθρου 39 και ούτε απαιτείται σχετική τροποποίηση του κατηγορητηρίου αν το Δικαστήριο καταλήξει σε καταδίκη του Κατηγορούμενου (βλ. Μαρκίδης ν Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1999) 2 ΑΑΔ 598, Κοιλιάρη ν Δήμου Αγίου Δομετίου (2005) 2 ΑΑΔ 350 και Δημοκρατία ν Κουρουζίδη (Ποινική Έφεση 19/2020) ημερ. 20/07/2022).
Από το λεκτικό του άρθρου 5(1) του Ν.9/1982 προκύπτει ότι η Κατηγορούσα Αρχή οφείλει να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι (α) Ο Κατηγορούμενος χρησιμοποίησε μηχανοκίνητο όχημα, (β) για οδική χρήση που περιλαμβάνεται στο εν λόγω άρθρο (βλ. «μεταφορά επιβατών αγροτικού ταξί με μίσθωση» στο άρθρο 5(6) του Ν.9/1982), και (γ) είτε χωρίς άδεια για τέτοια οδική χρήση είτε κατά παράβαση τους όρους τέτοιας άδειας.
Όσον αφορά τα δύο πρώτα συστατικά στοιχεία, η Υπεράσπιση δεν αμφισβητεί ότι κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο ο Κατηγορούμενος οδήγησε το Όχημα Α, το οποίο είναι αγροτικό ταξί, και μετέφερε επιβάτες. Υπενθυμίζω, άλλωστε, ότι ο συνήγορος υπεράσπισης υπέβαλε προς τον ΜΚ1 ότι «την συγκεκριμένη ημέρα ο Κατηγορούμενος μετάφερε από την έδρα του, την Αγία Βαρβάρα, προς το αεροδρόμιο επιβάτες» και αυτή η υποβολή του επενεργεί ως έμμεση παραδοχή για την μεταφορά επιβατών από τον Κατηγορούμενο χρησιμοποιώντας το Όχημα Α (βλ. σχετικά Αναστασίου ν Γενικού Εισαγγελέα (2005) 2 ΑΑΔ 492 και Γιουρούκκης ν Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 402).
Εκείνο που αμφισβητεί ουσιαστικά η Υπεράσπιση στην παρούσα υπόθεση είναι το τρίτο συστατικό στοιχείο, ήτοι την παραβίαση των όρων άδειας οδικής χρήσης. Στην επίδικη άδεια οδικής χρήσης του Οχήματος Α, Τεκμήριο 2, υπάρχουν, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθοι όροι:
«ΟΡΟΙ ΑΔΕΙΑΣ
Το αγροτικό αυτό ταξί πρέπει να:
[…] 2. Βρίσκεται στην έδρα του τις ώρες που δεν είναι μισθωμένο και εξυπηρετεί το κοινό καθ’ όλο το εικοσιτετράωρο.
[…]
ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΟΡΟΙ ΑΔΕΙΑΣ
Το ταξί μπορεί να εκτελεί μισθώσεις οποθενδήποτε… νοουμένου ότι για τη συγκεκριμένη μίσθωση υφίσταται σχετική γραπτή παραγγελία, η οποία θα πρέπει να βρίσκεται μέσα στο συγκεκριμένο ταξί και θα αναφέρει… το ονοματεπώνυμο του επιβάτη, την αφετηρία, τον προορισμό που πρέπει να είναι η έδρα του ταξί, καθώς και την ημερομηνία μίσθωσης.»
Από τους ανωτέρω όρους προκύπτει ότι το Όχημα Α οφείλει να βρίσκεται εντός της κοινότητας της Αγίας Βαρβάρας όταν αυτό δεν είναι μισθωμένο και να εξυπηρετεί το κοινό. Δηλαδή, για να μισθωθεί από κάποιο τρίτο πρόσωπο, το Όχημα Α πρέπει να βρίσκεται εντός της Αγίας Βαρβάρας. Δύναται, όμως, να εκτελέσει δρομολόγιο από οποιοδήποτε άλλο μέρος προς την κοινότητα της Αγίας Βαρβάρας όταν προηγηθεί συγκεκριμένη παραγγελία, δηλαδή όταν ζητήσει κάποιος να μεταφερθεί από κάποιο άλλο μέρος προς την Αγία Βαρβάρα.
Συνεπώς, οι ανωτέρω όροι άδειας χρήσης δεν επιτρέπουν την μεταφορά επιβατών από τον Πρωταρά στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, καθώς τέτοια μεταφορά δεν περιλαμβάνει την Αγία Βαρβάρα, είτε ως αφετηρία, είτε ως προορισμό. Συνακόλουθα, για να διαπιστωθεί η παραβίαση των όρων της άδειας οδικής χρήσης του Οχήματος Α, η Κατηγορούσα Αρχή οφείλει να αποδείξει ότι η μεταφορά των επιβατών έλαβε χώρα από τον Πρωταρά προς το Αεροδρόμιο Λάρνακας.
Όσον αφορά τον προορισμό της επίδικης μεταφοράς, δεν αμφισβητείται ότι αυτός ήταν το Αεροδρόμιο Λάρνακας. Άλλωστε, τούτο προκύπτει από την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ1, ο οποίος είδε τους επιβάτες να αποβιβάζονται από το Όχημα Α στο Αεροδρόμιο Λάρνακας. Εκείνο που αμφισβητείται είναι η αφετηρία του επίδικου δρομολογίου που διενήργησε ο Κατηγορούμενος με το Όχημα Α.
Ως αναφέρθηκε ήδη ανωτέρω, ο ΜΚ1 δεν έχει προσωπική γνώση για την αφετηρία της επίδικης μεταφοράς που διενήργησε ο Κατηγορούμενος, ενώ το Δικαστήριο έχει απορρίψει την εξ ακοής μαρτυρία του σε σχέση με τα όσα του ανέφερε ο αγνώστων στοιχείων επιβάτης στο Όχημα Α.
Σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ1, όμως, όταν πληροφορήθηκε ο Κατηγορούμενος για το παρόν αδίκημα από τον ΜΚ1 και του επιστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο, αυτός απάντησε «Ε τι να πω; Δεν το ήξερα». Συνεπώς, το ερώτημα που θα πρέπει να απασχολήσει το Δικαστήριο είναι κατά πόσο η ανωτέρω δήλωση του Κατηγορούμενου είναι ενοχοποιητική ή έστω συνθέτει έμμεση παραδοχή ότι η αφετηρία του δρομολογίου ήταν ο Πρωταράς.
Καταρχάς, επισημαίνω ότι δεν αμφισβητήθηκε κατά την αντεξέταση του ΜΚ1 η ανωτέρω δήλωση του Κατηγορούμενου. Ούτε υπήρξε ένσταση κατά της αποδεκτότητας της δήλωσης αυτής και ούτε υπήρξε οποιαδήποτε σχετική εισήγηση κατά την αγόρευση του συνηγόρου υπεράσπισης.
Η φράση «Δεν το ήξερα» που απάντησε ο Κατηγορούμενος στον ΜΚ1, σημαίνει ότι πληροφορήθηκε από τον ΜΚ1 κάτι, το οποίο σε παρελθόντα χρόνο δεν γνώριζε. Συνεπώς, για να διαπιστώσει το Δικαστήριο τι είναι αυτό στο οποίο αναφέρθηκε ο Κατηγορούμενος, θα πρέπει να εξακριβωθεί τι ήταν αυτό ακριβώς που του είπε ο ΜΚ1. Για τούτο, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω το ακόλουθο σχετικό μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ1:
«(στην κυρίως εξέταση) Ε. Του επέστησες την προσοχή του στον Νόμο;
Α. Μάλιστα, του είπα ότι είχε παραβεί τους όρους της άδειας του και μου απάντησε «Ε τι να πώ; Δεν το ήξερα».
[…] (στην αντεξέταση)
Ε. Εγώ σου υποβάλλω ότι ουδέποτε ο Κατηγορούμενος δεν παράλαβε πρόσωπα από την περιοχή Αγίας Νάπας που λέτε εσείς.
Α. Ο ίδιος δεν το αρνήθηκε, είπε «τι να πω; Δεν το ήξερα». Ούτε αρνήθηκε να μου πει «δεν πήγα στην περιοχή του Πρωταρά»
[…]
Ε. Εντάξει, εγώ σου υποβάλλω ότι ουδέποτε ο Κατηγορούμενος πήρε επιβάτες από την περιοχή της Αγίας Νάπας προς το αεροδρόμιο. Πώς απαντάς;
Α. Ο ίδιος με την απάντησή του δεν το αρνείται.»
Από τα ανωτέρω αποσπάσματα της μαρτυρίας του ΜΚ1, προκύπτει ότι αυτό που πληροφόρησε ο ΜΚ1 τον Κατηγορούμενο ήταν ότι παραβίασε τους όρους της άδειας οδικής χρήσης του Οχήματος Α με την μεταφορά επιβατών από τον Πρωταρά. Συνεπώς, η απάντηση του Κατηγορούμενου «Δεν το ήξερα» αφορά στο ότι δεν γνώριζε ότι η μεταφορά από τον Πρωταρά στο Αεροδρόμιο Λάρνακας συνιστά παραβίαση των όρων της άδειας οδικής χρήσης. Μια ενδεχόμενη ερμηνεία της απάντησής του θα ήταν ότι ο Κατηγορούμενος, αποδεχόμενος την πράξη της μεταφοράς από τον Πρωταρά προς το Αεροδρόμιο Λάρνακας, προέβη σε εξήγηση προς τον ΜΚ1 ότι ο λόγος που έκαμε την μεταφορά ήταν επειδή δεν γνώριζε ότι συνιστά παραβίαση των όρων της άδειας οδικής χρήσης του Οχήματος Α. Τούτο, όμως, αποτελεί εικασία και όχι γεγονός που αποδεικνύεται από την δήλωση του Κατηγορούμενου. Επομένως, η ανωτέρω απάντηση του Κατηγορούμενου στον ΜΚ1 δεν μπορεί να αποτελέσει σαφή δήλωση ή έστω έμμεση παραδοχή του ότι όντως ο ίδιος μετέφερε τους επιβάτες από τον Πρωταρά. Το γεγονός και μόνο ότι δεν αρνήθηκε ότι η αφετηρία της μεταφοράς του ήταν ο Πρωταράς δεν μπορεί να επενεργήσει ως έμμεση παραδοχή του στο γεγονός αυτό.
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ποια ήταν αφετηρία του δρομολογίου του Οχήματος Α και κατ’ επέκταση κατά πόσο υπήρξε παραβίαση των όρων της άδειας οδικής χρήσης του. Ως εκ τούτου, απέτυχε να αποδείξει την διάπραξη του αδικήματος από τον Κατηγορούμενο.
6. Κατάληξη
Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από την κατηγορία που αντιμετωπίζει.
(Υπ.).....................................
Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο