
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 7782/2021
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Κατηγορούσα Αρχή
ν
Μ.Κ.
Κατηγορούμενος
Ημερομηνία: 12.05.2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γιώργος Σταύρου
Για τον Κατηγορούμενο: κ. Χριστόφορος Δημητρίου
Κατηγορούμενος παρών.
ΑΠΟΦΑΣΗ
1. Εισαγωγή – Το Κατηγορητήριο
Η παρούσα υπόθεση αφορά διάφορα αδικήματα εναντίον της πρώην συμβίας του Κατηγορούμενου και της μητέρας της, τα οποία φέρονται να διαπράχθηκαν σε διαφορετικούς χρόνους μεταξύ των ετών 2019 και 2021.
Για το πρώτο περιστατικό μεταξύ των ημερομηνιών 20.05.2019 και 30.05.2019, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι επιτέθηκε στην πρώην συμβία του, την απείλησε με την φράση «Θα σε σκοτώσω» και της προκάλεσε ψυχική βλάβη (1η, 2η και 3η κατηγορία).
Για το δεύτερο περιστατικό μεταξύ των ημερομηνιών 01.12.2019 και 31.12.2020, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι απείλησε την πρώην συμβία του με την φράση «Εννά σε σκοτώσω και εννά σε θάψω μες το χωράφι τζαι εθθα σε βρίσκουν» και της προκάλεσε ψυχική βλάβη (4η και 5η κατηγορία).
Για το τρίτο περιστατικό στις 05.06.2020, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι επιτέθηκε στην πρώην συμβία του και προκάλεσε ψυχική βλάβη σε αυτήν και την ανήλικη θυγατέρα τους (6η, 7η και 8η κατηγορία αντίστοιχα).
Για το τέταρτο περιστατικό στις 18.03.2021, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι επιτέθηκε στην πρώην συμβία του (11η κατηγορία), απείλησε αυτή και την μητέρα της με την φράση «Ακούεις ήταν μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι εθθά το ξαναδεις» (9η και 10η κατηγορία) και τους προκάλεσε ψυχική βλάβη (12η και 13η κατηγορία) και απείλησε την μητέρα της πρώην συμβίας του με την φράση «Αν τζιήσεις της κόρης μου, εννά σου κόψω τα σιέρκα σου» (14η κατηγορία).
2. Η Μαρτυρία
Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε τρεις μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Αστυφύλακα 3895 (ΜΚ1), την μητέρα της πρώην συμβίας του Κατηγορούμενου, Χ.Σ. (ΜΚ2), και την πρώην συμβία του Κατηγορούμενου, Χ.Σ. (ΜΚ3). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, αυτός επέλεξε να δώσει ενόρκως μαρτυρία και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία που προσφέρθηκε είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.
Ο ΜΚ1 υπηρετεί στην Αστυνομία και σήμερα είναι τοποθετημένος στο τμήμα καταπολέμησης εμπορίας προσώπων και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής του την κατάθεση του ημερ. 28.03.2021, ήτοι το Τεκμήριο 1. Κατά τον επίδικο χρόνο, ο ΜΚ1 υπηρετούσε στο κλιμάκιο βίας στην οικογένεια του ΤΑΕ Λαρνακας και στις 18.03.2021 και περί ώρα 15:45 προσήλθε στο κλιμάκιο η ΜΚ3, η οποία κατήγγειλε ότι την ίδια ημέρα και περί ώρα 12:50 λογομάχησαν με τον Κατηγορούμενο σχετικά με το διάταγμα του ανήλικου παιδιού τους και ο Κατηγορούμενος την έσπρωξε και την απείλησε με την φράση «Ακούεις ήταν μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι εθθά το ξαναδεις». Στις 22.03.2021 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο, ήτοι το Τεκμήριο 4, αφού προηγουμένως του παρέδωσε γραπτώς τα δικαιώματά του (βλ. Τεκμήριο 2 και 3). Στην συνέχεια, στις 26.03.2021 κατηγόρησε γραπτώς τον Κατηγορούμενο για τα παρόντα αδικήματα και αυτός απάντησε «Δεν παραδέχομαι τις πιο πάνω κατηγορίες, είναι όλα ψέματα». Στην αντεξέταση του, ανέφερε ότι δεν έλαβε κατάθεση από την θυγατέρα του Κατηγορούμενου και την ΜΚ3, ενώ δεν θυμόταν την υπόθεση και τις ενέργειες που έκανε ο ίδιος ή αν του παρουσίασε οποιαδήποτε έγγραφα ο Κατηγορούμενος κατά την λήψη της κατάθεσης του.
Η ΜΚ2 είναι η μητέρα της ΜΚ3 και κατέθεσε και υιοθέτησε την κατάθεσή της ημερ. 19.03.2021, Τεκμήριο 6. Διαμένει μαζί με την ΜΚ3 και την εγγονή της, την οποία απέκτησε η ΜΚ3 από την σχέση της με τον Κατηγορούμενο. Σύμφωνα με την ΜΚ2, ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 διέμεναν μαζί σε σπίτι στα Περβόλια από το 2018 μέχρι και τις 05.06.2020, όταν ο Κατηγορούμενος έδιωξε την ΜΚ3 από το σπίτι και η ΜΚ3 ήρθε με την θυγατέρα της να μείνουν μαζί της. Στην κατάθεσή της ανέφερε ότι οι σχέσεις του Κατηγορούμενου με την ΜΚ3 δεν είναι καθόλου καλές, αλλά η ίδια δεν ξέρει τον λόγο. Στις 18.03.2021 και ώρα 09:45 ο Κατηγορούμενος πήγε στο σπίτι τους για να παραλάβει την ανήλικη θυγατέρα του, ηλικίας μόλις 22 μηνών τότε, καθώς υπήρχε προσωρινό διάταγμα επικοινωνίας του τελευταίου με την ανήλικη για 3 ώρες. Η ΜΚ3 βγήκε έξω από το σπίτι και του παρέδωσε την ανήλικη στο κάγκελο της οικίας και ο Κατηγορούμενος έπιασε την ανήλικη και έφυγε. Περί ώρα 12:50 ήρθε ξανά ο Κατηγορούμενος για να φέρει πίσω την ανήλικη, αλλά η ΜΚ3 βρισκόταν στην τουαλέτα και είπε στην ίδια να βγει έξω για να πει στον Κατηγορούμενο να περιμένει λίγο μέχρι να έρθει. Αφού βγήκε έξω από το σπίτι, δεν είδε τον Κατηγορούμενο και προχώρησε προς ένα παρακείμενο χώρο στάθμευσης, σε απόσταση 40 μέτρων περίπου από το σπίτι της. Εκεί είδε το αυτοκίνητο του Κατηγορούμενου, ο οποίος της ένεψε να πάει κοντά στην θέση του οδηγού που καθόταν ο ίδιος. Η ΜΚ2, όμως, πήγε στην αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου για να ανοίξει την πίσω πόρτα, όπου βρισκόταν η ανήλικη, αλλά η πόρτα ήταν κλειδωμένη και τα παράθυρα του αυτοκινήτου κλειστά. Είδε ότι στην θέση του συνοδηγού καθόταν η οικιακή βοηθός του Κατηγορούμενου και στο πίσω κάθισμα η μητέρα του Κατηγορούμενου. Ο Κατηγορούμενος της ένεψε ξανά για να πάει προς την πόρτα του οδηγού και η ΜΚ2 πήγε προς το μέρος του και είδε τον Κατηγορούμενο να ανοίγει το παράθυρο και να κρατεί το κινητό τηλέφωνο του μπροστά από το πρόσωπό της και να της λέει «Ποια είσαι εσύ που ήρτες να πιάεις το μωρό;». Η ΜΚ2 τού απάντησε ότι είναι η γιαγιά της ανήλικης και ότι ήρθε να του πει να περιμένει λίγο γιατί η ΜΚ3 είναι στην τουαλέτα. Όταν ήρθε η ΜΚ3 στο σημείο, ο Κατηγορούμενος κατέβηκε από το αυτοκίνητο, άνοιξε την πίσω πόρτα που βρισκόταν η ανήλικη και όταν πλησίασε η ΜΚ3, ο Κατηγορούμενος την έσπρωξε με τα χέρια του με δύναμη και η ΜΚ3 έχασε την ισορροπία της, αλλά η ΜΚ2 την πρόλαβε και την άρπαξε να μην πέσει κάτω. Ακολούθως, ο Κατηγορούμενος έπιασε την ανήλικη στα χέρια του, καθώς αυτή κοιμόταν, και είπε στην ΜΚ3 ότι θα την πάρει ο ίδιος μέσα στο σπίτι για να δει που κοιμάται η ανήλικη. Η ΜΚ3, όμως, αντέδρασε και του είπε να του δώσει την ανήλικη, αλλιώς θα ειδοποιήσει την Αστυνομία. Τότε, η ανήλικη ξύπνησε από τις φωνές και ο Κατηγορούμενος έδωσε την ανήλικη στην αγκαλιά της ΜΚ3 με δύναμη και είπε στην ΜΚ2 με άγριο και επιθετικό ύφος: «αν ξανατζίσεις πάνω στο μωρό εννά σου κόψω τα σσιέρκα σου, εννά σας σκοτώσω τζιαι τες δκιο, να πιάω το μωρό τζαι να φύω». Η ΜΚ2 δεν του απάντησε γιατί φοβήθηκε και είπε στην ΜΚ3 να πάνε πίσω στο σπίτι τους και αυτό έπραξαν. Αφού κλείδωσαν τις πόρτες του σπιτιού και ηρέμησαν, η ΜΚ3 πήγε στην Αστυνομία να καταγγείλει το περιστατικό γιατί φοβήθηκε πάρα πολύ. Την επόμενη ημέρα, 19.03.2021 και ώρα 09:50 ο Κατηγορούμενος ήρθε και πάλι έξω από το σπίτι της ΜΚ2 για να φέρει ένα καπελάκι της ανήλικης, το οποίο είχε μείνει στο αυτοκίνητό του. Αν και ζήτησε από την ΜΚ2 να εισέλθει στο σπίτι για να δει την ανήλικη, η ΜΚ2 δεν του επέτρεψε να περάσει το κάγκελο της οικίας λόγω του περιστατικού της προηγούμενης ημέρας. Η ΜΚ3, αν και δεν της είχε αναφέρει για άλλα περιστατικά βίας του Κατηγορούμενου στο παρελθόν, μετά από το συμβάν στις 18.03.2021 η ΜΚ3 της ανέφερε ορισμένα περιστατικά, όπου ο Κατηγορούμενος της φώναζε και την έβριζε.
Στην αντεξέτασή της, ενώ παραδέχθηκε ότι πάντα συνόδευε την ΜΚ3 σε όλες τις δικαστικές διαδικασίες σε σχέση με τον Κατηγορούμενο, ανέφερε ότι δεν γνωρίζει αν η ΜΚ3 κατήγγειλε τον Κατηγορούμενο για παρακοή του διατάγματος επικοινωνίας του με την ανήλικη. Σε σχέση με το περιστατικό στις 18.03.2021, όταν της έγνεψε την πρώτη φορά ο Κατηγορούμενος από το αυτοκίνητο του, αυτή νόμισε ότι του έκανε νόημα να πάει να πιάσει την ανήλικη και γι’ αυτό πήγε στην αριστερή πίσω πόρτα. Όταν πήγε η Αστυνομία να ελέγξει το σπίτι της καθ’ υπόδειξη του Κατηγορούμενου για να παραλάβουν τις κάμερες, παραδέχθηκε ότι οι κάμερες ήταν χαλασμένες λόγω ζημιάς που προκλήθηκε στα καλώδια από τους ποντικούς. Ούτως ή άλλως, όμως, οι κάμερες δεν κάλυπταν τον χώρο στάθμευσης, όπου έλαβε χώρα το επίδικο περιστατικό.
Η ΜΚ3 είναι η πρώην συμβία του Κατηγορούμενου και θυγατέρα της ΜΚ2. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής της, την κατάθεση της ημερ. 19.03.2021 στην Αστυνομία, ήτοι το Τεκμήριο 7. Η ΜΚ3 σύναψε σχέση με τον Κατηγορούμενο τον Μάιο του 2015 και μετακόμισαν μαζί σε σπίτι στα Περβόλια τον Νοέμβριο του 2018, καθώς είχε μάθει ότι ήταν έγκυος. Κατά την διάρκεια της συμβίωσης τους είχαν κάποιους τσακώμους, αλλά ποτέ δεν βγήκε η κατάσταση εκτός ελέγχου και ήταν μόνο λεκτικές αντιπαραθέσεις και ο Κατηγορούμενος την έδιωχνε από το σπίτι.
Στις 19.05.2019 γέννησε την θυγατέρα τους και επέστρεψε στο σπίτι με τον Κατηγορούμενο. Μετά από μερικές μέρες τσακώθηκαν ξανά και ο Κατηγορούμενος την έδιωξε παίρνοντας την ίδια και την θυγατέρα τους στο σπίτι της ΜΚ2. Δύο μέρες μετά ο Κατηγορούμενος ζήτησε από την ΜΚ3 να επιστρέψουν πίσω στο σπίτι με την θυγατέρα τους και το έπραξαν. Ο Κατηγορούμενος, επειδή είναι ιδιοκτήτης νυκτερινού κέντρου, εργαζόταν το βράδυ και κοιμόταν την ημέρα. Λίγες ημέρες μετά την γέννηση της θυγατέρας τους, για κάποιο ασήμαντο λόγο ο Κατηγορούμενος θύμωσε και έπιασε μια πιρούνα του μπάρμπεκιου και την άγγιξε στην κοιλιά της ΜΚ3 λέγοντας της «θα σε σκοτώσω».
Τον Δεκέμβριο του 2019, η ΜΚ3 είδε μακιγιάζ στα ρούχα του Κατηγορούμενου, με αποτέλεσμα να τσακωθούν και η ΜΚ3 να πάει και πάλι μαζί με την ανήλικη θυγατέρα τους στο σπίτι της ΜΚ2, όπου έμεινε μέχρι το τέλος Ιανουαρίου 2020. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Κατηγορούμενος έστειλε στην ΜΚ3 ένα βίντεο με αυτοκίνητο που του τοποθέτησαν βόμβα, λέγοντας της μετά από μέρες ότι θα πάθει και αυτή τα ίδια. Άλλη φορά της είπε «εννά σε σκοτώσω και εννά σε θάψω μες το χωράφι τζιαι εθθα σε βρίσκουν» και η ΜΚ3 φοβόταν από τις απειλές του Κατηγορούμενου. Τελικά, επέστρεψε πίσω στο σπίτι στα Περβόλια με τον Κατηγορούμενο, καθώς ο Κατηγορούμενος την απείλησε ότι θα της έπαιρνε την ανήλικη, εάν δεν επέστρεφαν πίσω κοντά του. Οι γονείς της ΜΚ3 δεν γνώριζαν για τα ανωτέρω, εκτός από το ότι είχαν τσακωθεί για το μακιγιάζ στα ρούχα του Κατηγορούμενου, και γι’ αυτό την παρότρυναν και αυτοί να επιστρέψει πίσω στον Κατηγορούμενο.
Όταν επέστρεψε τον Ιανουάριο του 2020 άρχισαν έντονοι καβγάδες και η κατάσταση χειροτερεύσε. Στις 05.06.2020 τσακώθηκαν για ασήμαντο λόγο και ενώ συζητούσαν, ο Κατηγορούμενος την έσπρωξε με τα δύο του χέρια και η ΜΚ3, ενώ κρατούσε και την ανήλικη, έπεσε στον καναπέ. Ακολούθως, η ΜΚ3 και η ανήλικη έφυγαν οριστικά από το σπίτι στα Περβόλια και επέστρεψαν στο σπίτι της ΜΚ2, όπου και διαμένουν έκτοτε. Εντούτοις, συνέχισαν οι προστριβές με τον Κατηγορούμενο σε σχέση με τα θέματα που αφορούν την γονική μέριμνα της ανήλικης.
Στις 08.11.2020 ο Κατηγορούμενος ήρθε στο σπίτι της ΜΚ2 για να πάρει την ανήλικη. Όταν η ΜΚ3 του έκαμε παρατήρηση να είναι πιο τυπικός με το διάταγμα του Δικαστηρίου, ο Κατηγορούμενος θύμωσε και την έσπρωξε, με αποτέλεσμα αυτή να πέσει στο έδαφος και να χτυπήσει στο χέρι της, και στην συνέχεια ο Κατηγορούμενος έβαλε μπρος το αυτοκίνητο του και την χτύπησε. Για αυτό το περιστατικό η ΜΚ3 έκαμε καταγγελία στην Αστυνομία και καταχωρήθηκε άλλη ποινική υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου.
Στις 18.03.2021 και περί ώρα 13:00, η ΜΚ3 περίμενε τον Κατηγορούμενο να της φέρει την ανήλικη στο σπίτι της ΜΚ2. Ενώ βγήκε στην είσοδο του σπιτιού, άκουσε τον Κατηγορούμενο που φώναζε στην ΜΚ2 και κατευθύνθηκε στον παρακείμενο χώρο στάθμευσης του συνοικισμού, όπου άκουγε τις φωνές. Εκεί είδε τον Κατηγορούμενο να έχει το πρόσωπο του σχεδόν κολλημένο στο πρόσωπο της ΜΚ2 και να ανεμίζει απειλητικά το χέρι του προς την ΜΚ2. Όταν πλησίασε άκουσε τον Κατηγορούμενο να λέει της ΜΚ2 «αν τζιήσεις της κόρης μου, εννα σου κόψω τα σιέρκα σου». Η ίδια κατευθύνθηκε προς την πόρτα του αυτοκινήτου που βρισκόταν η ανήλικη και ήρθε και ο Κατηγορούμενος εκεί, ο οποίος άνοιξε την πόρτα και πήρε την ανήλικη. Αντί να της παραδώσει την ανήλικη, όμως, ο Κατηγορούμενος την έσπρωξε στο αριστερό χέρι της και η ΜΚ3 θα έπεφτε στο έδαφος αν δεν ήταν πίσω της η ΜΚ2 να την αρπάξει. Ο Κατηγορούμενος ζήτησε να πάρει ο ίδιος την ανήλικη μέσα στο σπίτι για να δει που κοιμάται, αλλά η ΜΚ3 του είπε να του δώσει την ανήλικη. Ο Κατηγορούμενος συνέχισε να απειλεί την ΜΚ2 και επειδή φώναζε, η ανήλικη ξύπνησε και έκλαιγε. Όταν η ΜΚ3 είπε στον Κατηγορούμενο να της δώσει την ανήλικη, αλλιώς θα καλούσε την Αστυνομία, ο Κατηγορούμενος της έριξε «σχεδόν» την ανήλικη και η ΜΚ3 την έπιασε. Όταν γύρισαν να φύγουν η ΜΚ3 και η ΜΚ2 για να πάνε στο σπίτι τους με την ανήλικη, ο Κατηγορούμενος τους φώναξε «ακούεις ήντα μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι έθθα το ξαναδεις». Αυτές δεν απάντησαν και μπήκαν μέσα στο σπίτι. Αν και πόνεσε από το σπρώξιμο, η ΜΚ3 δεν επισκέφθηκε κάποιο ιατρό διότι δεν τραυματίστηκε. Η ίδια φοβάται, όμως, ότι ο Κατηγορούμενος θα έρθει να της πιάσει την ανήλικη και δεν θα την ξαναδεί. Την επόμενη ημέρα, 19.03.2021, ο Κατηγορούμενος ήρθε και πάλι στο σπίτι της ΜΚ2 για να φέρει ένα σκουφάκι της ανήλικης που είχε ξεχάσει και η ΜΚ3 φοβήθηκε ότι θα της έπαιρνε την ανήλικη, όπως την είχε απειλήσει την προηγούμενη ημέρα.
Στην κυρίως εξέτασή της, ανέφερε για το περιστατικό της 18.03.2021 ότι αρχικά βρισκόταν στην τουαλέτα και όταν τελείωσε βγήκε έξω και είδε ότι η ΜΚ2 ήταν ήδη εκεί και ο Κατηγορούμενος αλώνιζε τα χέρια του και της φώναζε. Ο Κατηγορούμενος είπε πάρα πολλά και στις δύο και τις απείλησε ότι θα τις σκοτώσει και ότι η ίδια δεν θα ξαναδεί την ανήλικη. Ο χώρος στάθμευσης που έλαβε χώρα το ανωτέρω περιστατικό είναι σε απόσταση 40-50 μέτρων από το σπίτι της ΜΚ2. Αναφορικά με τα υπόλοιπα προγενέστερα περιστατικά που κατήγγειλε, η ΜΚ3 ανέφερε ότι δεν είχε το θάρρος να το πράξει νωρίτερα.
Στην αντεξέτασή της, ερωτήθηκε αν την ώρα που έδινε μαρτυρία η ΜΚ2 βρισκόταν στην πόρτα της αίθουσας του Δικαστηρίου και απάντησε ότι βρισκόταν έξω στον διάδρομο, έξω από την πόρτα, αλλά δεν άκουγε κάτι. Αρνήθηκε ότι έβρισε τον συνήγορο του Κατηγορούμενου λέγοντας του «ασιχτίρ» όταν ο τελευταίος διαμαρτυρήθηκε στο Δικαστήριο για την παρουσία της πίσω από την πόρτα. Η ΜΚ3 επέμενε ότι επισκέφθηκε την Αστυνομία την επόμενη ημέρα, στις 19.03.2021, και όχι την ίδια ημέρα που έγινε το περιστατικό, καθώς όταν ο Κατηγορούμενος ήρθε στις 19.03.2021 για να φέρει το σκουφάκι της ανήλικης που είχε ξεχάσει, η ίδια φοβήθηκε ότι θα της πιάσει την ανήλικη και θα υλοποιήσει τις απειλές που της είπε στις 18.03.2021. Στις 19.03.2021 πήγε στην Αστυνομία μαζί με την ΜΚ2 και έδωσε την κατάθεση, Τεκμήριο 7. Ύστερα, όμως, ανέφερε ότι πήγε όντως στην Αστυνομία την «πρώτη φορά» και την παρέπεμψαν σε γιατρό, αλλά η ίδια τους είπε ότι δεν τραυματίστηκε. Εν σχέσει με τις κάμερες που ήταν εκτός λειτουργίας, η ΜΚ3 ανέφερε ότι είχαν φθαρεί τα καλώδια τους και ήταν εκτός λειτουργίας για ένα έτος και το γνώριζε ο Κατηγορούμενος, ενώ ούτως ή άλλως οι κάμερες ήταν στραμμένες προς την αυλή του σπιτιού και όχι τον χώρο στάθμευσης που έγινε το συμβάν. Αναφορικά με τις απειλές του Κατηγορούμενου προς την ΜΚ2, ανέφερε ότι ήταν η πρώτη φορά που απείλησε την μητέρα της. Ανέφερε, επίσης, ότι όντως είχε κάμει καταγγελίες εναντίον του Κατηγορούμενου για την μη συμμόρφωση του με τις ακριβείς ώρες του διατάγματος επικοινωνίας.
Η ΜΚ3 συμφώνησε ότι τον Αύγουστο του 2022 εκδόθηκαν εκ συμφώνου διατάγματα για την γονική μέριμνα της ανήλικης και την επικοινωνία του Κατηγορούμενου με την ανήλικη. Παραδέχθηκε, επίσης, ότι στις 04.08.2022 είχε προβεί σε ένορκη δήλωση, στην οποία έλεγε ότι δεν επιθυμεί να καταθέσει για το παράπονό της στην παρούσα ποινική υπόθεση, καθώς αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις τους. Πρόσθεσε, όμως, ότι πριν την έκδοση των διαταγμάτων η σχέση τους ήταν ήρεμη, αλλά μετά την έκδοση τους, ο Κατηγορούμενος άρχισε πάλι να τους ενοχλεί και να τους φοβίζει.
Για το περιστατικό της 08.11.2020, για το οποίο είχε κάμει ήδη άλλη καταγγελία στην Αστυνομία και καταχωρήθηκε άλλη ποινική υπόθεση, η οποία εκδικάστηκε, η ΜΚ3 απάντησε ότι δεν γνωρίζει αν κρίθηκε αναξιόπιστη από το Δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση και αρνήθηκε ότι μετά την απόφαση του Δικαστήριου πήγε στον Κατηγορούμενο και του φώναζε.
Ο Κατηγορούμενος, στην ένορκη μαρτυρία του, υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του, Τεκμήριο 4, ως μέρος της κυρίως εξέτασής του. Στην κατάθεσή του, αρνήθηκε τις καταγγελίες για τα περιστατικά κατά τα έτη 2019 και 2020, χαρακτηρίζοντας τις ως ψευδείς δηλώσεις της ΜΚ3, με κίνητρο να πλήξει τις διαδικασίες που ήγειρε ο ίδιος στο Οικογενειακό Δικαστήριο για την κηδεμονία της ανήλικης θυγατέρας τους. Παρουσίασε δε στην Αστυνομία τα δικόγραφα και ένορκες δηλώσεις που αφορούν αίτηση γονικής μέριμνας στο Οικογενειακό Δικαστήριο.
Για το περιστατικό της 18.03.2021, ανέφερε ότι περί ώρα 12:45 πήγε μαζί με την μητέρα του και την οικιακή βοηθό του στο σπίτι της ΜΚ2 για να παραδώσει την ανήλικη στην ΜΚ3. Στάθμευσε το αυτοκίνητο του σε παρακείμενο χώρο στάθμευσης, όπως συνήθιζε να πράττει, και πήρε δύο φορές τηλέφωνο την ΜΚ3, αλλά αυτή δεν ανταποκρινόταν. Όπως καθόταν στην θέση του οδηγού με ανοιχτό το παράθυρο του, είδε την ΜΚ2 να έρχεται στο σημείο και της έγνεψε να έρθει προς το μέρος του και την ρώτησε που είναι η ΜΚ3 για να παραλάβει την ανήλικη σύμφωνα με το διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Η ΜΚ2 τού απάντησε «Είμαι η γιαγιά του μωρού τζιαι εγώ το νεώνω γι’ αυτό άνοιξε την πόρτα για να την πιάσω». Ο Κατηγορούμενος, όμως, αρνήθηκε να το παραδώσει στην ΜΚ2 και ζήτησε να έρθει η ΜΚ3 για να παραδώσει την ανήλικη σε αυτήν. Η ΜΚ2 του αποκρίθηκε λέγοντας «Περίμενε να πιάσω την κόρη μου τηλέφωνο να έρτει να πιάσει το μωρό και τώρα να δεις τι εν να σου κάμω». Μετά από 10-15 λεπτά ήρθε και η ΜΚ3 και τότε ο Κατηγορούμενος κατέβηκε από το αυτοκίνητό του, πήγε στο πίσω κάθισμα που βρισκόταν η ανήλικη, έβγαλε την ζώνη ασφαλείας της ανήλικης, την φίλησε στο μέτωπο καθώς κοιμόταν και την παρέδωσε στην ΜΚ3. Η ΜΚ2, όμως, συνέχισε να φωνάζει λέγοντας «Τώρα εν να δεις τι εννα σου κάνω με τούτα τα πράγματα που κάμνεις», με αποτέλεσμα να ξυπνήσει η ανήλικη και να κλαίει. Στην συνέχεια η ΜΚ2 και η ΜΚ3 αποχώρησαν μαζί με την ανήλικη, ενώ ο ίδιος πήρε αμέσως τηλέφωνο τον δικηγόρο του και τον ενημέρωσε για το συμβάν. Κατόπιν νομικής συμβουλής, ο Κατηγορούμενος ενημέρωσε τηλεφωνικώς το Γραφείο Ευημερίας στις 13:06 και μετά κατήγγειλε το περιστατικό στο Τμήμα Μικροπαραβάσεων της Αστυνομίας. Παρουσίασε, επίσης, στον ΜΚ1 και σχετική επιστολή που απέστειλε ο δικηγόρος του προς το Γραφείο Ευημερίας και ο ίδιος αρνήθηκε ότι έσπρωξε την ΜΚ3 με το χέρι του ή ότι έβρισε ή απείλησε είτε την ΜΚ2 είτε την ΜΚ3.
Στην κυρίως εξέτασή του, ανέφερε ότι κατά το στάδιο που έδινε μαρτυρία η ΜΚ2 στο Δικαστήριο, είδε από το εδώλιο του κατηγορουμένου την ΜΚ3 να κρυφοκοιτάζει πίσω από την πόρτα και μετά να βρίζει τον συνήγορο του, λέγοντας του «ασιχτίρ». Αναφορικά με το περιστατικό της 18.03.2021, ανέφερε ότι περίμενε την ΜΚ3 για να της παραδώσει την ανήλικη και αρνήθηκε να το παραδώσει στην ΜΚ2 διότι στο παρελθόν η ΜΚ3 προέβη σε καταγγελίες για παραβίαση του διατάγματος όταν ο ίδιος καθυστερούσε 10-15 λεπτά να παραδώσει την ανήλικη. Επίσης, ήθελε να έχει επικοινωνία με την μητέρα της ανήλικης για να συζητούν θέματα που αφορούν την φροντίδα και μέριμνα της ανήλικης. Ανέφερε, επίσης, ότι υπήρχαν κάμερες, τόσο στο σπίτι, όσο και στον επίδικο χώρο στάθμευσης, και γι’ αυτό ενημέρωσε τον δικηγόρο του για να γίνει προσπάθεια να εντοπιστούν τα πλάνα από το ανωτέρω περιστατικό. Αναφορικά με το περιστατικό της 08.11.2020, ανέφερε ότι εκδικάστηκε ποινική υπόθεση σε σχέση με αυτό και αθωώθηκε από το Δικαστήριο, λόγω του ότι η ΜΚ3 κρίθηκε ως αναξιόπιστη.
Στην αντεξέτασή του, παραδέχθηκε ότι η απόσταση του σπιτιού της ΜΚ2 από τον χώρο στάθμευσης που έγινε το συμβάν είναι περί τα 20-25 μέτρα και ανέφερε ότι δεν γνωρίζει αν υπάρχουν κάμερες και στον χώρο στάθμευσης. Αναφορικά με τις σχέσεις του με την ΜΚ3, ανέφερε ότι ήταν μαζί πανευτυχείς και άρχισαν τα προβλήματα μετά την γέννηση της ανήλικης, καθώς η ΜΚ2 και ο πατέρας της ΜΚ3 ζητούσαν συνέχεια να παντρευτούν και αυτός δεν ήθελε. Οι τσακωμοί τους αφορούσαν τα θέματα περί γάμου, καθώς η ΜΚ3 επηρεαζόταν από τους γονείς της, με αποτέλεσμα να προκύπτουν προβλήματα στην σχέση τους. Η δε ΜΚ3 είχε πάθει επιλόχειο κατάθλιψη μετά την γέννηση της ανήλικης και οι γονείς της, αντί να την στηρίξουν, την πίεζαν συνέχεια με το θέμα του γάμου. Ο ίδιος συγκατένευσε στις παράλογες απαιτήσεις της οικογένειας της ΜΚ3 να μην βλέπει η μητέρα του την ανήλικη. Επειδή δεν την ζήτησε σε γάμο, όμως, η ΜΚ3 έφυγε απροειδοποίητα από το σπίτι τους στα Περβόλια, ενώ αυτός βρισκόταν στην δουλειά.
Για το περιστατικό της 18.03.2021, ανέφερε ότι είχε κλειδωμένο το αυτοκίνητό του για να μην πιάσει την ανήλικη η ΜΚ2 και στο αυτοκίνητο βρίσκονταν και η μητέρα του και η οικιακή βοηθός τους, ούτως ώστε ο ίδιος να έχει μάρτυρες αν συμβεί κάτι. Όταν ήρθε η ΜΚ3, δεν συζήτησε καθόλου μαζί της και απλά της παρέδωσε την ανήλικη και ο ίδιος ήταν ήρεμος. Ήταν η ΜΚ2 που φώναζε και έβριζε και γι’ αυτό ο ίδιος την κατήγγειλε στην Αστυνομία. Την επόμενη ημέρα, 19.03.2021, πήγε ξανά στο σπίτι της ΜΚ2 για να πάρει ένα σκουφάκι της ανήλικης που είχε ξεχάσει. Στάθμευσε στον ίδιο χώρο στάθμευσης και πήγε περπατητός στο σπίτι και είδε την ανήλικη να παίζει στην αυλή. Τότε, η ΜΚ2 άρπαξε την ανήλικη και την πήρε μέσα στο σπίτι και του έκλεισε την πόρτα.
3. Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα
Τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν από τις δύο πλευρές και συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):
(α) Η ΜΚ2 είναι η μητέρα της ΜΚ3 και ο Κατηγορούμενος σύναψε σχέση με την ΜΚ3 τον Μάιο του 2015.
(β) Τον Νοέμβριο του 2018 ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 μετακόμισαν μαζί και συμβίωναν σε σπίτι στα Περβόλια, καθώς είχαν μάθει ότι η ΜΚ3 ήταν έγκυος. Στις 19.05.2019 απέκτησαν μια θυγατέρα (εφεξής καλούμενη ως «η ανήλικη»).
(γ) Τον Ιούνιο του 2020 επήλθε οριστική διάσταση στην σχέση του Κατηγορούμενου και της ΜΚ3 και έκτοτε η ΜΚ3 διαμένει στο σπίτι της ΜΚ2 μαζί με τους γονείς της και την ανήλικη.
(δ) Στις 04.08.2022 εκδόθηκαν εκ συμφώνου διατάγματα όσον αφορά την διατροφή και γονική μέριμνα της ανήλικης και της επικοινωνίας της με τον Κατηγορούμενο.
(ε) Για το περιστατικό της 08.11.2020 καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου και ο Κατηγορούμενος αθωώθηκε.
4. Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας
Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).
Δεν μου διαφεύγει, επίσης, ότι για τα αδικήματα των κατηγοριών 1, 3, 5, 6, 7, 8, 11, 12 και 13, τα οποία αφορούν βία στην οικογένεια, το άρθρο 16 του Ν.119(Ι)/2000 προνοεί τα εξής:
«Το Δικαστήριο δύναται να κρίνει ένοχο τον κατηγορούμενο με μόνη την κατάθεση του θύματος εφόσον δεν ήταν δυνατόν υπό τις περιστάσεις να εξασφαλιστεί ενισχυτική μαρτυρία.»
Συνεπώς, υπάρχει κανόνας για αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας της μαρτυρίας των θυμάτων στις ανωτέρω κατηγορίες, ήτοι της ΜΚ2 στην 13η κατηγορία και της ΜΚ3 στις υπόλοιπες (βλ. επίσης A.R.R. v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 20/2022) ημερ. 30.04.2024, Σ.Σ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 147/2016) ημερ. 20.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:B477 και A.G. v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 119/2020) ημερ. 16.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:B147). Η απουσία τέτοιας μαρτυρίας δεν αθωώνει αυτόματα τον Κατηγορούμενο, καθώς το Δικαστήριο εξακολουθεί να δύναται να τον καταδικάσει με μόνη την μαρτυρία του θύματος, νοουμένου ότι υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης δεν ήταν δυνατόν να εξασφαλιστεί ενισχυτική μαρτυρία.
Για τα υπόλοιπα αδικήματα των κατηγοριών 2, 4, 9, 10 και 14, που αφορούν απειλή και απειλή βιαιοπραγίας, δεν υπάρχει νομοθετική υποχρέωση για αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας. Εντούτοις, σύμφωνα με την νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, είναι στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, εάν προκύπτει ανάγκη λόγω των χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων της συγκεκριμένης μαρτυρίας και των περιστάσεων της υπόθεσης, να αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία και ακολούθως να αυτοπροειδοποιηθεί για τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε περίπτωση μη ανεύρεσης τέτοιας μαρτυρίας (βλ. Ν.Σ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 99/2021) ημερ. 11.05.2022, ECLI:CY:AD:2022:B183, Γ.Χ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 148/2019) ημερ. 25.02.2021, ECLI:CY:AD:2021:B61, Ε.Α. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 231/2018) ημερ. 19.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:B473, ΧΧΧ ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 177/2017) ημερ. 20.12.2018, ECLI:CY:AD:2018:B550 και Makanjuola (1995) 2 Cr. App. R. 469).
Αρχίζοντας από τον ΜΚ1, αν και έδωσε την εντύπωση ειλικρινούς προσώπου, το οποίο προσήλθε στο Δικαστήριο να πει την αλήθεια, αυτός δεν θυμόταν ιδιαίτερα τα επίδικα γεγονότα. Συγκεκριμένα, δεν θυμόταν αν ο Κατηγορούμενος τού παρουσίασε τα έγγραφα που αναφέρει ο τελευταίος στην κατάθεσή του, Τεκμήριο 4, και τι ενέργειες έκαμε ο ίδιος για την υπόθεση, πέραν των όσων καταγράφονται στην κατάθεσή του, Τεκμήριο 1. Οι ενέργειες που αναφέρονται στο Τεκμήριο 1 είναι ότι στις 18.03.2021 και περί ώρα 15:45 έλαβε το παράπονο της ΜΚ3 για το περιστατικό της 18.03.2021 και ότι στις 22.03.2021 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο και στις 26.03.2021 τον κατηγόρησε γραπτώς για τα παρόντα αδικήματα (βλ. Τεκμήριο 5). Τα ανωτέρω δεν αμφισβητήθηκαν επί της ουσίας από την Υπεράσπιση κατά την αντεξέταση. Ενόψει των ανωτέρω, αποδέχομαι την μαρτυρία του ως αξιόπιστη.
Η ΜΚ2 έκανε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Παρά την σχέση της με την ΜΚ3, κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου με ηρεμία, ειλικρίνεια και αυθορμητισμό, χωρίς να διαφανεί ότι διακατέχεται από οποιοδήποτε μένος εναντίον του Κατηγορούμενου. Αναφορικά με το περιστατικό της 18.03.2021, παρέμεινε σταθερή στις θέσεις και ισχυρισμούς της, ως τους είχε αναφέρει στην κατάθεσή της, Τεκμήριο 6, οι οποίοι συνάδουν και με την μαρτυρία της ΜΚ3. Εξήγησε ότι μετέβη στον χώρο που ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητο του Κατηγορούμενου με σκοπό να του πει να περιμένει την ΜΚ3, αλλά όταν της έγνεψε ο Κατηγορούμενος από το παράθυρο, αυτή θεώρησε ότι ήταν εντάξει να παραλάβει η ίδια την ανήλικη και γι’ αυτό πήγε προς την πίσω πόρτα που βρισκόταν η ανήλικη. Αν και αυτή η θέση αντικρούεται με τον ισχυρισμό στην κατάθεσή της ότι ο Κατηγορούμενος της έκαμε νεύμα να πάει στην πόρτα του οδηγού, θεωρώ ότι πρόκειται για μικρή και επουσιώδης αντίφαση σε σχέση με τα επίδικα γεγονότα, καθώς δεν προκύπτει οποιαδήποτε σκοπιμότητα στην ανωτέρω θέση και εξήγησή της. Ούτε θεωρώ να υπάρχει οποιαδήποτε σκοπιμότητα αναφορικά με το γεγονός ότι οι κάμερες, οι οποίες ήταν εγκατεστημένες στο σπίτι της, ήταν εκτός λειτουργίας, καθώς η ΜΚ2 εξήγησε ότι αυτές βρίσκονταν εκτός λειτουργίας για ένα έτος περίπου λόγω φθοράς των καλωδίων και ούτως ή άλλως δεν κάλυπταν τον επίδικο χώρο στάθμευσης. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω την μαρτυρία της ως αξιόπιστη και την αποδέχομαι.
Για την μαρτυρία της ΜΚ3 εγέρθηκαν διάφορα επί μέρους ζητήματα από την Υπεράσπιση σε σχέση με στοιχεία που -όπως εισηγείται- πρέπει να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση της.
Το πρώτο ζήτημα είναι ότι -σύμφωνα με την θέση της Υπεράσπισης- κατά την προφορική μαρτυρία της ΜΚ2, η ΜΚ3 βρισκόταν πίσω από την πόρτα της αίθουσας του Δικαστηρίου και κρυφάκουγε και στην συνέχεια έβρισε τον συνήγορο υπεράσπισης, όταν ο τελευταίος διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός αυτό προς το Δικαστήριο. Επισημαίνεται καταρχάς ότι τυχόν παρουσία μάρτυρα στην αίθουσα του Δικαστηρίου, προτού αυτός δώσει μαρτυρία δεν καθιστά άκυρη την διαδικασία ή αυτομάτως απορριπτέα την μαρτυρία του ως αναξιόπιστη (βλ. άρθρο 73 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου (ΚΕΦ.155) και Ηλιάδης ν Βενιζέλου (2009) 1 ΑΑΔ 960). Σε τέτοια περίπτωση, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν του την φύση της υπόθεσης, τα επίδικα θέματα και την μαρτυρία που έδωσε ο μάρτυρας που βρισκόταν στην αίθουσα σε συνάρτηση με εκείνη που έδινε ο μάρτυρας που κατέθεσε (βλ. Geopet Aluminium Ltd v P.G.C. Ponterosa Fun Park Ltd (Πολιτική Έφεση 325/2011) ημερ. 17.01.2018, ECLI:CY:AD:2018:A25).
Ερχόμενος στην παρούσα υπόθεση, παραθέτω το κατωτέρω απόσπασμα από τα πρακτικά ημερ. 24.01.2025 και αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κυρίως εξέτασης της ΜΚ2:
«κος. Δημητρίου: Να αναφέρω ότι η [Μ.Κ.3] είναι πάνω στην πόρτα και κρυφακούει. Θα έχω θέμα αργότερα γι’ αυτό. Και τώρα μου φώναξε και ασιχτίρ.
Δικαστήριο: Στην αίθουσα του Δικαστηρίου δεν φαίνεται να υπάρχουν άλλα άτομα.
κος. Δημητρίου: Εν συνέχεια αυτού που ανέφερα, γύρισε πάνω μου και μου είπε ασιχτίρ και έτρεξε.»
Ως προκύπτει από τα ανωτέρω, η ΜΚ3 δεν βρισκόταν εντός της δικαστικής αίθουσας για να την δει το Δικαστήριο και ούτε έχει καταγραφεί στα πρακτικά η παρουσία της ή οτιδήποτε λέχθηκε από την ίδια. Στην αντεξέτασή της, η ΜΚ3 παραδέχθηκε ότι βρισκόταν πίσω από την πόρτα της αίθουσας και περίμενε, αλλά αρνήθηκε ότι άκουγε την διαδικασία ή ότι μίλησε στον συνήγορο υπεράσπισης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η ΜΚ2 και η ΜΚ3 είναι συγγενικά πρόσωπα που διαμένουν μαζί και η ΜΚ3 έδωσε εν τέλει προφορική μαρτυρία σε άλλη ημερομηνία, ήτοι στις 10.02.2025. Επίσης, δεν υπήρξε ισχυρισμός από την Υπεράσπιση ότι κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της ΜΚ2 η ΜΚ3 εξακολουθούσε να βρισκόταν πίσω από την πόρτα και να κρυφακούει την ακροαματική διαδικασία. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω επουσιώδες το κατά πόσο η ΜΚ3 «κρυφάκουσε» την κυρίως εξέταση της ΜΚ2.
Το δεύτερο ζήτημα είναι το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος αθωώθηκε στην ποινική υπόθεση που καταχωρήθηκε εναντίον του και αφορά το περιστατικό της 08.11.2020, λόγω του ότι η μαρτυρία της ΜΚ3 κρίθηκε ως αναξιόπιστη. Καταρχάς, επισημαίνω ότι το παρόν κατηγορητήριο δεν περιλαμβάνει κατηγορίες για το ανωτέρω περιστατικό και, συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα διπλής καταδίκης του Κατηγορούμενου και ούτε έχει επικαλεστεί κάτι τέτοιο η Υπεράσπιση. Επίσης, η ίδια η ΜΚ3 στην κατάθεσή της, όταν αναφέρθηκε στο περιστατικό της 08.11.2020, αποκάλυψε ότι γι’ αυτό το περιστατικό εκκρεμούσε ήδη άλλη ποινική υπόθεση. Το γεγονός, όμως, ότι ο Κατηγορούμενος αθωώθηκε στην εν λόγω υπόθεση δεν καθιστά αυτόματα ως μη αποδεκτή οποιαδήποτε μαρτυρία σχετικά με το εν λόγω περιστατικό. Η Κατηγορούσα Αρχή δύναται να επικαλεστεί -υπό προϋποθέσεις- σχετική μαρτυρία για να αποδείξει, για παράδειγμα, προηγούμενα παρόμοια γεγονότα ή συμπεριφορά (βλ. Blackstone’s Criminal Practice (2013), para. F12.66, σελ. 2601 και R v Z [2000] 3 All ER 385). Αναφορικά με την δυνατότητα της Υπεράσπισης να επικαλεστεί μια αθωωτική απόφαση σε σχέση με την αξιοπιστία ενός μάρτυρα είναι διαφορετικό ζήτημα. Στην απόφαση R v Deboussi [2007] EWCA Crim 684, para. 29-31, επαναδιατυπώθηκε ο γενικός κανόνας ότι η προηγούμενη αθωωτική απόφαση δεν είναι αποδεκτή μαρτυρία για τον λόγο ότι υπάρχει ο προφανής κίνδυνος ένας μάρτυρας αντί να αξιολογηθεί με βάση την μαρτυρία που έδωσε στην δεύτερη υπόθεση, να αξιολογηθεί με βάση την κρίση του Δικαστηρίου (των ενόρκων στην περίπτωση της Αγγλίας) στην πρώτη υπόθεση. Εντούτοις, υπάρχει εξαίρεση στον ανωτέρω κανόνα και η αθωωτική απόφαση δύναται να καταστεί σχετική και αποδεκτή μαρτυρία όταν στην πρώτη υπόθεση η μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα απορρίφθηκε λόγω της αναξιοπιστίας του και στην δεύτερη υπόθεση τίθεται και πάλι ως ζήτημα η αξιοπιστία του. Σε αυτή την περίπτωση, βέβαια, το Δικαστήριο οφείλει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό λαμβάνοντας υπόψιν τον ανωτέρω κίνδυνο που αποσκοπεί να αποτρέψει ο γενικός κανόνας.
Στην παρούσα υπόθεση, δεν κατατέθηκε αντίγραφο της αθωωτικής απόφασης, καθώς ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Κατηγορούσα Αρχή δεν αμφισβήτησε ότι για το περιστατικό της 08.11.2020 εκδόθηκε αθωωτική απόφαση. Εντούτοις, δεν τέθηκαν ενώπιον μου οι λόγοι αθώωσης του Κατηγορούμενου και αναξιοπιστίας της ΜΚ3 στην εν λόγω υπόθεση, έτσι ώστε το παρόν Δικαστήριο να κρίνει κατά πόσο αυτοί είναι όντως σχετικοί με την παρούσα υπόθεση.
Το τρίτο ζήτημα είναι η παραδοχή της ΜΚ3 ότι τον Αύγουστο του 2022 εκδόθηκαν εκ συμφώνου διατάγματα στις αιτήσεις γονικής μέριμνας και διατροφής αναφορικά με την ανήλικη και η ίδια προέβη παράλληλα σε ένορκη δήλωση, στην οποία δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να καταθέσει και δεν έχει οποιοδήποτε παράπονο σε σχέση με την παρούσα υπόθεση και έχουν αποκατασταθεί οι σχέσεις της με τον Κατηγορούμενο. Πρόδηλα, πρόκειται για προηγούμενη αντιφατική δήλωση της ΜΚ3, καθώς στην προφορική μαρτυρία της ανέφερε ότι έχει παράπονο από την συμπεριφορά του στα επίδικα περιστατικά που έχει καταγγείλει. Η προηγούμενη ασυμβίβαστη δήλωση ενός μάρτυρα δεν καθιστά εκ προοιμίου ως αναξιόπιστη την μαρτυρία του, καθώς το Δικαστήριο οφείλει να αποτιμήσει τους λόγους που οδηγούν στην προβολή διϊστάμενων θέσεων, την ετοιμότητα του μάρτυρα να καταφύγει σε ψεύδη προς εξυπηρέτηση ιδίου συμφέροντος και την προσήλωση του στην αλήθεια (βλ. Τεβλετιάν ν Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 512). Στην παρούσα υπόθεση, η ΜΚ3 εξήγησε ότι ο λόγος που προέβη στην εν λόγω ένορκη δήλωση ήταν επειδή προσπαθούσε να βρει μια λύση στις οικογενειακές διαφορές της με τον Κατηγορούμενο για το συμφέρον της ανήλικης, έτσι ώστε να κάμει μια νέα αρχή με τον Κατηγορούμενο. Εντούτοις, ο Κατηγορούμενος συνέχισε και μετά τον Αύγουστο του 2022 να την ενοχλεί και να την εκφοβίζει.
Η ανωτέρω εξήγηση της ΜΚ3, αν και ικανοποιεί το Δικαστήριο ως προς τον λόγο που προέβη στην εν λόγω δήλωση, το έχει προβληματίσει γενικότερα για την γνησιότητα των προθέσεων της. Και εξηγώ. Η ΜΚ3 κατήγγειλε αρχικά στην Αστυνομία το περιστατικό της 08.11.2020 και μετά από 4 μήνες πήγε και πάλι στην Αστυνομία για να καταγγείλει το περιστατικό της 18.03.2021. Την δεύτερη φορά προχώρησε να καταγγείλει και άλλα περιστατικά βίας από το 2019 μέχρι το 2020. Στην συνέχεια, τον Αύγουστο του 2022 ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 συμφώνησαν στην έκδοση διαταγμάτων στο Οικογενειακό Δικαστήριο σε θέματα που αφορούν την γονική μέριμνα και διατροφή της ανήλικης. Παράλληλα και στα πλαίσια της ανωτέρω διευθέτησης των διαφορών τους, η ΜΚ3 προέβη στην εν λόγω δήλωση για απόσυρση των παραπόνων της. Στην συνέχεια, όμως, επειδή ο Κατηγορούμενος άρχισε πάλι να συμπεριφέρεται ενοχλητικά και εκφοβιστικά, η ΜΚ3 άλλαξε γνώμη να μην αποσύρει το παράπονό της, τόσο στην παρούσα υπόθεση, όσο και στην άλλη ποινική υπόθεση που εν τέλει αθωώθηκε ο Κατηγορούμενος. Δηλαδή, το παράπονο της ΜΚ3 «αναβίωσε» λόγω της μετέπειτα επιθετικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου, ήτοι μετά τον Αύγουστο του 2022. Η ανωτέρω στάση της ΜΚ3 δημιουργεί υποψίες για αλλότρια κίνητρα από μέρους της και προκαλεί ερωτηματικά για την γνησιότητα των παραπόνων της (βλ. επίσης Πολυκάρπου ν Τελεβάντου (Ποινική Έφεση 69/2021) ημερ. 07.12.2022, ECLI:CY:AD:2022:B468).
Εν σχέσει με τα επίδικα γεγονότα, η ΜΚ3 ήταν σαφής και σταθερή σε σχέση με τα όσα διαδραματίστηκαν στις 18.03.2021. Η μαρτυρία της συνάδει και με την μαρτυρία της ΜΚ2 ως προς την τροπή και σειρά των επίδικων γεγονότων και η ΜΚ3 δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε ουσιώδεις αντιφάσεις κατά την αντεξέτασή της. Η θέση της Υπεράσπισης -η οποία υποβλήθηκε στην ΜΚ3 και αυτή την αρνήθηκε- ότι η ΜΚ3 δεν είχε αναφέρει στον ΜΚ1 ότι ο Κατηγορούμενος την έσπρωξε και την απείλησε, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς ο ΜΚ1 αναφέρει ρητώς στην κατάθεσή του, Τεκμήριο 1, ότι η ΜΚ3 κατήγγειλε πως «λογομάχησαν με τον [Κατηγορούμενο]… σχετικά με το διάταγμα του ανήλικου παιδιού τους και ο τελευταίος την έσπρωξε και την απείλησε με την φράση “Ακούεις ήταν μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι εθθά το ξαναδεις”…». Τα όσα ανέφερε η ΜΚ3 στον ΜΚ1 εντός 3 ωρών μετά το επίδικο περιστατικό, επαναλήφθηκαν με λεπτομέρεια από την ΜΚ3 στην κατάθεση της, Τεκμήριο 7, και επιβεβαιώθηκαν από την ΜΚ2, η οποία ήταν παρούσα στο περιστατικό. Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι η ΜΚ3 είπε την αλήθεια για το περιστατικό της 18.03.2021.
Το Δικαστήριο, όμως, έχει προβληματιστεί σε σχέση με την επάρκεια και γνησιότητα της μαρτυρίας της ΜΚ3 σε ότι αφορά τα προηγούμενα περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου. Σε σχέση με τον λόγο που στην κατάθεσή της ημερ. 19.03.2021 αναφέρθηκε και κατήγγειλε περιστατικά βίας από το 2019 μέχρι το 2020, η ΜΚ3 απάντησε ότι τότε βρήκε το θάρρος να το πράξει. Δεν μπορεί, όμως, να πείσει το Δικαστήριο η ανωτέρω θέση της, καθώς η ΜΚ3 είχε προγενέστερα καταγγείλει στην Αστυνομία το περιστατικό της 08.11.2020 και συνεπώς θα μπορούσε να το έπραττε και τότε. Ουδεμία εξήγηση δόθηκε περί τούτου από την ΜΚ3. Περαιτέρω, η ΜΚ3 ήταν συγχυσμένη με την ημερομηνία στην οποία προέβη σε καταγγελία. Σύμφωνα με την μαρτυρία του ΜΚ1, η ΜΚ3 προσήλθε στην Αστυνομία την ίδια ημέρα, ήτοι στις 18.03.2021, και κατήγγειλε το περιστατικό. Η ΜΚ3, όμως, στην προφορική μαρτυρία της επέμενε ότι πήγε στην Αστυνομία την επόμενη ημέρα, 19.03.2021, και στήριξε την θέση της αυτή ότι φοβήθηκε και πήγε να κάμει την καταγγελία όταν ο Κατηγορούμενος ήρθε και πάλι στο σπίτι της ΜΚ2 στις 19.03.2021 για να φέρει το σκουφάκι της ανήλικης που το είχε ξεχάσει. Στην συνέχεια, βέβαια, ανέφερε ότι μπέρδεψε τις έννοιες καταγγελία και κατάθεση, καθώς η κατάθεσή της, Τεκμήριο 7, λήφθηκε στις 19.03.2021, ενώ η προφορική καταγγελία της στην Αστυνομία έγινε στις 18.03.2021, όταν της υποδείχθηκε από την Αστυνομία να εξεταστεί από ιατρό και αυτή απάντησε ότι δεν χρειάζεται. Παρά το ότι πρόκειται για μικρή και επουσιώδης αντίφαση, εξακολουθεί να παραμένει αναπάντητο το ερώτημα γιατί η ΜΚ3 δεν έδωσε κατάθεση στις 18.03.2021 όταν προέβη σε προφορική καταγγελία στον ΜΚ1 αυθημερόν, το οποίο ενισχύει τις ανωτέρω ανησυχίες και προβληματισμούς του Δικαστηρίου σε σχέση με την ποιότητα της μαρτυρία της για τα προηγούμενα περιστατικά. Αναφορικά με το περιστατικό της αποστολής από τον Κατηγορούμενο περί τον Δεκέμβριο του 2019 βίντεο με αυτοκίνητο που εκρήγνυται από βόμβα, η ΜΚ3 απέφυγε να απαντήσει κατά πόσο έχει στην κατοχή της το εν λόγω βίντεο, αναφέροντας ότι υπάρχουν φωτογραφίες που παρουσιάστηκαν στο Οικογενειακό Δικαστήριο, χωρίς, όμως, να παρουσιάσει οτιδήποτε στο παρόν Δικαστήριο. Λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω και σε συνάρτηση με τα ερωτηματικά που ήδη προκάλεσε στο Δικαστήριο η στάση της ΜΚ3 να αποσύρει τα παράπονα της τον Αύγουστο του 2022 και στην συνέχεια να επιμένει σε αυτά λόγω της μετέπειτα επιθετικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου, κρίνω ότι υπάρχουν εγγενείς αμφιβολίες στην μαρτυρία της, οι οποίες δεν επιτρέπουν στο Δικαστήριο να αποδεχθεί το μέρος της μαρτυρίας της σε σχέση με τα επίδικα περιστατικά προ της 18.03.2021.
Για όλους τους ανωτέρω λόγους, αν και η μαρτυρία της ΜΚ3 κρίνεται ως κατ’ αρχήν αξιόπιστη, αποδέχομαι μόνο το μέρος της μαρτυρίας της σε ότι αφορά το περιστατικό της 18.03.2021.
Ενόψει των περιστάσεων της υπόθεσης που αφορούν ενδο-οικογενειακή βία και των προβληματισμών του Δικαστηρίου που εκτέθηκαν ανωτέρω σε σχέση με την μαρτυρία της ΜΚ3 και την προηγούμενη αντιφατική δήλωση της για απόσυρση των παραπόνων της, κρίνω ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία για όλες τις κατηγορίες που αφορούν το περιστατικό της 18.03.2021 (ήτοι για τις κατηγορίες 9, 11 και 12), και όχι μόνο αυτές που αφορούν βία στην οικογένεια (βλ. Ν.Σ. κ.α. (ανωτέρω)).
Ως έχει ήδη αναφερθεί, η ΜΚ3 έχει προβεί σε άμεσο παράπονο στον ΜΚ1 και μάλιστα εντός 3 ωρών μετά το επίδικο συμβάν της 18.03.2021 (βλ. άρθρο 10 του Περί Αποδείξεως Νόμου (ΚΕΦ.9) και άρθρο 14 του Ν.119(Ι)/2000). Περαιτέρω, η μαρτυρία της ΜΚ2, η οποία ήταν παρούσα και βίωσε το επίδικο περιστατικό, κρίθηκε ως αξιόπιστη από το Δικαστήριο. Η μαρτυρία της ΜΚ2 είναι σχετική, ανεξάρτητη και ενοχοποιητική για τον Κατηγορούμενο και επιβεβαιώνει και ενισχύει τους ισχυρισμούς της ΜΚ3 σε σχέση με τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στις 18.03.2021. Συνεπώς, υπάρχει ενισχυτική μαρτυρία της ΜΚ3 σε σχέση με το ανωτέρω περιστατικό και τις κατηγορίες 9, 11 και 12. Μάλιστα, η μαρτυρία της ΜΚ2 δεν είναι μόνο ενισχυτική της μαρτυρίας της ΜΚ3, καθώς και από μόνη της είναι ικανή να οδηγήσει σε ευρήματα καταδίκης του Κατηγορούμενου.
Ο Κατηγορούμενος δεν άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Απαντούσε μηχανικά, με νευρικότητα και κάποιες φορές με δόση ειρωνείας, όπως όταν του υποβλήθηκε ότι απείλησε την ΜΚ3 ότι θα την σκοτώσει και θα την θάψει σε χωράφι για να μην την βρει κανείς, αυτός απάντησε χαμογελώντας «ποιο χωράφι;». Αναφορικά με τα επίδικα περιστατικά, στην κατάθεσή του επικαλέστηκε τα δικόγραφα και αιτήσεις στο Οικογενειακό Δικαστήριο, τα οποία, όμως, ουδέποτε παρουσίασε στο παρόν Δικαστήριο. Τα ίδια ισχύουν και σε σχέση με την τηλεφωνική κλήση του ιδίου στο Γραφείο Ευημερίας και την επιστολή του δικηγόρου του για το επίδικο συμβάν. Ανέφερε, επίσης, ότι προέβη και σε καταγγελία στην Αστυνομία, κάτι το οποίο, όμως, δεν επιβεβαίωσε ο ΜΚ1. Για το επίδικο συμβάν της 18.03.2021, ισχυρίστηκε ότι πήρε μαζί του την μητέρα του και την οικιακή βοηθό τους «για μάρτυρες», αλλά αυτά τα πρόσωπα δεν έδωσαν ποτέ μαρτυρία στο Δικαστήριο. Επικαλέστηκε και τις κάμερες που είχε εγκαταστήσει η ΜΚ2 στο σπίτι της, προκειμένου να επιβεβαιωθούν οι ισχυρισμοί του, αλλά μετά παραδέχθηκε στην αντεξέτασή του ότι ο χώρος που στάθμευσε το αυτοκίνητο του απέχει 25 μέτρα περίπου από το σπίτι και δεν καλύπτεται από τις κάμερες του σπιτιού. Αναφορικά με την συμπεριφορά της ΜΚ2 στις 18.03.2021, στην κυρίως εξέτασή του ανέφερε ότι αυτό που του είχε πει ήταν «τώρα εννα δεις τι εννα σου κάμω», ενώ στην αντεξέτασή του ανέφερε ότι κατήγγειλε την ΜΚ2 επειδή «έβριζε». Επίσης, ενώ ανέφερε ότι ζήτησε από την ΜΚ2 να έρθει η ΜΚ3 για να της παραδώσει την ανήλικη για να έχει επικοινωνία με την μητέρα της ανήλικης για τα θέματα του παιδιού, στην αντεξέταση του ανέφερε ότι όταν ήρθε η ΜΚ3 ο ίδιος της παρέδωσε την ανήλικη χωρίς να συζητήσει οτιδήποτε μαζί της. Η όλη στάση και συμπεριφορά του να σταθμεύσει το αυτοκίνητο του σε απόσταση από το σπίτι της ΜΚ2 και να το έχει κλειδωμένο καταδεικνύει και την προδιάθεση του να προκαλέσει προβλήματα κατά την παράδοση της ανήλικης, και όχι για να υπεραμυνθεί του εαυτού του σε περίπτωση καταγγελίας της ΜΚ3 για μη συμμόρφωση με το διάταγμα επικοινωνίας, το οποίο δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο. Οι δε θέσεις και ισχυρισμοί του ότι ο ίδιος και η ΜΚ3 ήταν πανευτυχείς και ότι τα προβλήματα και οι τσακωμοί τους προκαλούνταν από τους γονείς της ΜΚ3, οι οποίοι πίεζαν και τους δύο να τελέσουν γάμο, ουδέποτε υποβλήθηκαν είτε στην ΜΚ2 είτε στην ΜΚ3 για να τοποθετηθούν. Για όλους τους ανωτέρω λόγους, η μαρτυρία του Κατηγορούμενου κρίνεται ως αναξιόπιστη και απορρίπτεται.
5. Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου
Ισχυρισμός για Πλημμελή Διερεύνηση της Αστυνομίας
Από την μαρτυρία του ΜΚ1, προκύπτει ότι η Αστυνομία δεν διερεύνησε τους ισχυρισμούς του Κατηγορούμενου σε σχέση με τα δικόγραφα και αιτήσεις αναφορικά με τις διαφορές του Κατηγορούμενου με την ΜΚ3 στο Οικογενειακό Δικαστήριο και την επιστολή του δικηγόρου του προς το Γραφείο Ευημερίας. Εφόσον, όμως, πρόκειται για έγγραφα που ήταν στην κατοχή του Κατηγορούμενου, δεν θεωρώ ότι επηρεάστηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο δυσμενώς ο Κατηγορούμενος ή παραβιάστηκε το δικαίωμα του σε δίκαιη δίκη (βλ. Αχιλλέως ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 327/2018) ημερ. 29.09.2020, ECLI:CY:AD:2020:B325). Εν σχέσει με τις κάμερες στο σπίτι της ΜΚ2, δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση ότι η Αστυνομία όντως διερεύνησε το θέμα και διαπίστωσε ότι οι κάμερες βρίσκονταν εκτός λειτουργίας. Συνεπώς, κρίνεται ως ανεδαφικός ο ανωτέρω ισχυρισμός περί πλημμελούς διερεύνησης και κατ’ επέκταση δυσμενούς επηρεασμού των δικαιωμάτων του Κατηγορούμενου.
Περιστατικά προ της 18.03.2021
Αναφορικά με τα επίδικα περιστατικά προ της 18.03.2021 δεν υπάρχει οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία ενώπιον μου, καθώς για τους λόγους που έχουν ήδη αναφερθεί ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε το σχετικό μέρος της μαρτυρίας της ΜΚ3. Επισημαίνεται ότι η ενισχυτική μαρτυρία της ΜΚ2 σε σχέση με το περιστατικό της 18.03.2021 δεν μπορεί να καταστήσει αξιόπιστη την όλη μαρτυρία της ΜΚ3 (βλ. Παρμαξής ν Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 224 και Σ.Σ. ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 147/2016) ημερ. 20.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:B477).
Περιστατικό 18.03.2021
Για το ανωτέρω περιστατικό, τέθηκε σχετική αξιόπιστη μαρτυρία ενώπιον μου και καταλήγω στα κατωτέρω ευρήματα γεγονότων:
Ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 συζούσαν από τον Νοέμβριο του 2018 σε σπίτι στα Περβόλια και τον Μάιο του 2019 απέκτησαν την ανήλικη. Τον Ιούνιο του 2020 επήλθε οριστική διάσταση στην σχέση τους και έκτοτε η ΜΚ3 διαμένει μαζί με την ανήλικη στο σπίτι της μητέρας της, ήτοι της ΜΚ2. Στις 18.03.2021 υπήρχε σε ισχύ διάταγμα επικοινωνίας του Κατηγορούμενου με την ανήλικη για τρεις ώρες και περί ώρα 09:45 ο Κατηγορούμενος ήρθε και παρέλαβε την ανήλικη από το σπίτι της ΜΚ2. Περί ώρα 12:50 ο Κατηγορούμενος ήρθε να επιστρέψει πίσω την ανήλικη και στάθμευσε το αυτοκίνητο του σε χώρο στάθμευσης πλησίον του σπιτιού της ΜΚ2. Εντός του αυτοκινήτου βρίσκονταν η ανήλικη, η μητέρα του Κατηγορούμενου και η οικιακή βοηθός τους. Στο σημείο που ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητο του Κατηγορούμενου μετέβηκε αρχικά η ΜΚ2, καθώς η ΜΚ3 βρισκόταν στην τουαλέτα. Όταν η ΜΚ2 πλησίασε το αυτοκίνητο, πήγε στην πίσω πόρτα που βρισκόταν η ανήλικη, αλλά οι πόρτες του αυτοκινήτου ήταν κλειδωμένες και τα παράθυρα κλειστά. Αφού της έκανε νεύμα ο Κατηγορούμενος από το παράθυρό του, η ΜΚ2 πήγε στην πόρτα του οδηγού και ο Κατηγορούμενος της είπε «Ποια είσαι εσύ που ήρτες να πιάεις το μωρό;». Η ΜΚ2 τού απάντησε ότι είναι η γιαγιά της ανήλικης και ότι ήρθε να του πει να περιμένει λίγο γιατί η ΜΚ3 είναι στην τουαλέτα. Όταν ήρθε η ΜΚ3 στο σημείο, ο Κατηγορούμενος κατέβηκε από το αυτοκίνητο, άνοιξε την πίσω πόρτα που βρισκόταν η ανήλικη και όταν πλησίασε η ΜΚ3, ο Κατηγορούμενος την έσπρωξε με τα χέρια του με δύναμη και η ΜΚ3 έχασε την ισορροπία της, αλλά η ΜΚ2 την πρόλαβε και την άρπαξε για να μην πέσει κάτω. Ακολούθως, ο Κατηγορούμενος έπιασε την ανήλικη στα χέρια του, καθώς αυτή κοιμόταν, και είπε στην ΜΚ3 ότι θα την πάρει ο ίδιος μέσα στο σπίτι για να δει που κοιμάται η ανήλικη. Η ΜΚ3, όμως, αντέδρασε και του είπε να του δώσει την ανήλικη, αλλιώς θα ειδοποιήσει την Αστυνομία. Τότε, η ανήλικη ξύπνησε από τις φωνές και ο Κατηγορούμενος έδωσε την ανήλικη στην αγκαλιά της ΜΚ3 με δύναμη και είπε στην ΜΚ2 με άγριο και επιθετικό ύφος «αν ξανατζίσεις πάνω στο μωρό εννά σου κόψω τα σσιέρκα σου» και στην συνέχεια τους φώναξε «ακούεις ήντα μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι έθθα το ξαναδεις». Η ΜΚ2 και η ΜΚ3 φοβήθηκαν και πήγαν πίσω στο σπίτι τους με την ανήλικη και κλείδωσαν τις πόρτες από τον φόβο τους. Ακολούθως, η ΜΚ3 μετέβη στην Αστυνομία και κατήγγειλε το περιστατικό στον ΜΚ1. Την επόμενη ημέρα, 19.03.2021 και ώρα 09:50 ο Κατηγορούμενος ήρθε και πάλι έξω από το σπίτι της ΜΚ2 για να φέρει ένα σκουφάκι της ανήλικης, το οποίο είχε ξεχάσει. Στην συνέχεια και εντός της ίδιας ημέρας, η ΜΚ2 και η ΜΚ3 πήγαν και έδωσαν κατάθεση στην Αστυνομία.
6. Η Νομική Πτυχή και Η Υπαγωγή των Γεγονότων Σε Αυτή
Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.
Για σκοπούς καλύτερης συνοχής της παρούσας απόφασης, θα αρχίσω πρώτα με την εξέταση των κατηγοριών που αφορούν αδικήματα απειλής και μετά με αυτές που αφορούν αδικήματα βίας στην οικογένεια.
Αδικήματα Απειλής (Κατηγορίες 2, 4, 9 και 10) και Απειλής Βιαιοπραγίας (Κατηγορία 14)
Σχετικό με το αδίκημα της απειλής είναι το άρθρο 91Α του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154), το οποίο προνοεί τα εξής:
«Πρόσωπο το οποίο προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη.»
Συνεπώς, τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος, τα οποία οφείλει να αποδείξει η Κατηγορούσα Αρχή είναι (α) η απειλή άσκησης βίας ή τέλεσης άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψης κατά άλλου προσώπου και (β) η πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας σε τέτοιο πρόσωπο.
Το τι συνιστά απειλή είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο κρίνεται ανάλογα με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης και ιδιαίτερα αναφορικά με το περιεχόμενο των όσων εκστομίζονται και το αποτέλεσμα που αυτά προκαλούν στο πρόσωπο που απευθύνονται (βλ. Ιωσήφ ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 41/2021) ημερ. 28.09.2022, ECLI:CY:AD:2022:B369 και Νετζιήπ ν Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 1). Σε σχέση με την πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας, αυτό εξετάζεται με βάση την υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου, και όχι με το κατά πόσο υπήρχε όντως στατιστική πιθανότητα να πραγματοποιηθεί η απειλή (βλ. Κούσουλος ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 119/2021) ημερ. 20.01.2022, ECLI:CY:AD:2022:B13). Επίσης, ο Κατηγορούμενος θα πρέπει να είχε όντως πρόθεση να προκαλέσει τρόμο ή ανησυχία στον απειλούμενο, έστω και αν δεν είχε σκοπό να πραγματοποιήσει την απειλή του. Εντούτοις, μια κενή απειλή, είτε λόγω του εξωπραγματικού χαρακτήρα της είτε των συνθηκών κάτω από τις οποίες διατυπώθηκε, δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει τέτοια πρόθεση (βλ. Βοσκού ν Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 510).
Για το αδίκημα της απειλής βιαιοπραγίας, σχετικό είναι το άρθρο 91(γ) του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154), το οποίο προνοεί τα εξής:
«Όποιος… (γ) με σκοπό υποκίνησης οποιουδήποτε προσώπου… για να παραλείψει πράξη την οποία αυτό έχει νομικό δικαίωμα να διενεργήσει, απειλεί άλλον ότι δυνατόν να προξενήσει βλάβη στο πρόσωπο… είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.»
Το τι συνιστά απειλή έχει ήδη αναλυθεί ανωτέρω. Για το αδίκημα της απειλής βιαιοπραγίας, η Κατηγορούσα Αρχή οφείλει να αποδείξει ότι ο σκοπός της απειλής είναι η υποκίνηση του απειλούμενου είτε να διενεργήσει πράξη την οποία δεν έχει νομική υποχρέωση να διενεργήσει είτε να παραλείψει πράξη για την οποία έχει νομικό δικαίωμα να διενεργήσει (βλ. Βοσκού (ανωτέρω), και Michelakis v Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 1281 και Μιλτιάδους ν Aστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 1100). Στην προκειμένη περίπτωση, το αδίκημα απειλής βιαιοπραγίας που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος στην 14η κατηγορία σχετίζεται με το νομικό δικαίωμα της ΜΚ2 να πιάσει την ανήλικη.
Ερχόμενος στην παρούσα υπόθεση, για τις κατηγορίες 2 και 4, οι οποίες αφορούν περιστατικά προ της 18.03.2021, ελλείψει αξιόπιστης μαρτυρίας για αυτά, η Κατηγορούσα Αρχή δεν έχει αποδείξει την διάπραξη τους.
Εν σχέσει με τα αδικήματα της 9ης και 10ης κατηγορίας, αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Κατηγορούμενος εκστόμισε προς τις ΜΚ2 και ΜΚ3 την φράση «ακούεις ήντα μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι έθθα το ξαναδεις». Πρόκειται για ξεκάθαρη απειλή για την ζωή τους και την σωματική ακεραιότητά τους, αλλά και για απαγωγή της ανήλικης. Λαμβάνοντας υπόψιν τις ιδιαίτερες συνθήκες κάτω από τις οποίες λέχθηκε η ανωτέρω απειλή, την προηγούμενη διαφωνία του Κατηγορούμενου να πιάσει την ανήλικη η ΜΚ2 και της υπάρχουσας διαφωνίας του με την ΜΚ3 σε σχέση με τα θέματα γονικής μέριμνας της ανήλικης, κρίνω ότι η ΜΚ2 και η ΜΚ3 όντως φοβήθηκαν και τρομοκρατήθηκαν από την ανωτέρω απειλή και αυτή ήταν και η πρόθεση του Κατηγορούμενου. Ενόψει των ανωτέρω, η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει όλα τα συστατικά στοιχεία πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Αναφορικά με το αδίκημα της 14ης κατηγορίας, αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Κατηγορούμενος εκστόμισε προς την ΜΚ2 την φράση «αν ξανατζίσεις πάνω στο μωρό εννά σου κόψω τα σσιέρκα σου» με άγριο και επιθετικό ύφος. Πρόδηλα, η ανωτέρω φράση του αποσκοπούσε στο να αποτρέψει την ΜΚ2 να ασκήσει το νομικό δικαίωμα της να πιάσει την ανήλικη εγγονή της. Το δε περιεχόμενο της απειλής αφορά την σωματική ακεραιότητα της. Το γεγονός ότι υπήρχε σε ισχύ διάταγμα επικοινωνίας για παράδοση της ανήλικης στην μητέρα της, ήτοι στην ΜΚ3, η οποία διαμένει με την ΜΚ2, εκτός του ότι δεν παρουσιάστηκε το λεκτικό του διατάγματος, αυτό δεν καταστρατηγεί ή εξανεμίζει το δικαίωμα της ΜΚ2 να αγγίξει ή πιάσει την ανήλικη εγγονή της. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη και αυτού του αδικήματος από τον Κατηγορούμενο.
Αδικήματα Βίας στην Οικογένεια (Κατηγορίες 1, 3, 5, 6, 7, 8, 11, 12 και 13)
Τα αδικήματα των ανωτέρω κατηγοριών που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος εντάσσονται κάτω από τον Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο (Ν.119(I)/2000), ο οποίος προνοεί αυστηρότερες ποινές για τα αντίστοιχα αδικήματα του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154) και ως εκ τούτου δημιουργεί νέα «επαυξημένης σοβαρότητας» αδικήματα (βλ. A.G. v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 119/2020) ημερ. 16.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:B147).
Συγκεκριμένα, ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει τα αδικήματα της κοινής επίθεσης εναντίον της ΜΚ3 (1η, 6η και 11η κατηγορία) και της άσκησης βίας που προκάλεσε ψυχική βλάβη στην ΜΚ3 (3η, 5η, 7η και 12η κατηγορία), στην ανήλικη (8η κατηγορία) και στην ΜΚ2 (13η κατηγορία).
Συνεπώς, η Κατηγορούσα Αρχή οφείλει να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι (α) η ΜΚ2, η ΜΚ3 και η ανήλικη είναι «μέλη της οικογένειας» του Κατηγορούμενου και (β) ο Κατηγορούμενος διέπραξε τα ανωτέρω αδικήματα της κοινής επίθεσης και της άσκησης βίας που προκάλεσε ψυχική βλάβη.
Αναφορικά με το πρώτο, το άρθρο 2 του Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου (Ν.119(Ι)/2000) προνοεί τα εξής:
«"μέλος της οικογένειας" σημαίνει—
(α) άντρα και γυναίκα που—
(i) έχουν συνάψει νόμιμο γάμο ανεξάρτητα αν ο γάμος υφίσταται ή όχι, ή
(ii) συζούν ή συζούσαν ως αντρόγυνο·
(β) γονείς των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο (α)·
(γ) τέκνα των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) ανεξάρτητα αν αυτά είναι φυσικά ή υιοθετημένα τέκνα του ενός ή και των δύο εν λόγω προσώπων καθώς και τα εγγόνια των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο (α)·
(δ) κάθε πρόσωπο το οποίο διαμένει με οποιοδήποτε από τα πιο πάνω πρόσωπα»
Στην παρούσα υπόθεση δεν αμφισβητείται ότι ο Κατηγορούμενος και η ΜΚ3 συζούσαν μαζί και απέκτησαν την ανήλικη και ότι η ΜΚ2 είναι η μητέρα της ΜΚ3. Ως εκ τούτου, η ΜΚ2, η ΜΚ3 και η ανήλικη είναι «μέλη της οικογένειας» του Κατηγορούμενου εντός της εννοίας του Ν.119(Ι)/2000.
Αναφορικά με το δεύτερο, ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει αδικήματα κοινής επίθεσης και άσκησης βίας που προκαλεί ψυχική βλάβη.
Σε σχέση με το αδίκημα της επίθεσης, το άρθρο 4(2)(ιβ) του Ν.119(Ι)/2000 παραπέμπει στο άρθρο 242 του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154), το οποίο προνοεί τα εξής:
«Όποιος επιτίθεται εναντίον άλλου παράνομα, είναι ένοχος πλημμελήματος… υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές»
Το αδίκημα της επίθεσης δεν προϋποθέτει άγγιγμα ή φυσική επαφή για την στοιχειοθέτησή του (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 754), καθώς η ανωτέρω νομοθετική διάταξη απαγορεύει την χρήση βίας και την εκδήλωση πρόθεσης για την χρήση βίας χωρίς νομικό έρεισμα, δηλαδή παράνομα (βλ. Πετρόπουλος ν Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574). Προϋποθέτει δε την πρόκληση φόβου στο θύμα για άσκηση άμεσης και παράνομης βίας εναντίον του (βλ. R v Venna [1975] 3 All ER 788 και Fagan v Commissioner of Metropolitan Police [1969] 1 Q.B. 439, όπου λέχθηκε ότι “An assault is any act which intentionally - or possibly recklessly - causes another person to apprehend immediate and unlawful personal violence”). Στην απόφαση Γενικός Εισαγγελέας ν Ηροδότου (2015) 2 ΑΑΔ 128, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε obiter ότι «Η πρόκληση φόβου για τον κίνδυνο άσκησης άμεσης και παράνομης βίας είναι συστατικό στοιχείο της επίθεσης που στο κοινοδίκαιο είναι γνωστή με τον όρο “assault”».
Σε σχέση με το αδίκημα της άσκησης βίας που προκαλεί ψυχική βλάβη, σχετικό είναι το άρθρο 3(1)(2) του Ν.119(Ι)/2000, το οποίο προνοεί τα εξής:
«(1) Βία, για τους σκοπούς του Νόμου αυτού, σημαίνει οποιαδήποτε πράξη, παράλειψη ή συμπεριφορά με την οποία προκαλείται σωματική, σεξουαλική ή ψυχική βλάβη σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας από άλλο μέλος της οικογένειας και περιλαμβάνει και τη βία που ασκείται με σκοπό την επίτευξη σεξουαλικής επαφής χωρίς τη συγκατάθεση του θύματος, καθώς επίσης και τον περιορισμό της ελευθερίας του.
(2) Ανεξάρτητα από την ερμηνεία του όρου "βία" με βάση το εδάφιο (1) στην πιο πάνω έννοια εμπίπτουν και τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 4(2) και 5 του παρόντος Νόμου ως επίσης και το αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 147 του Ποινικού Κώδικα.»
Συνεπώς, η Κατηγορούσα Αρχή οφείλει να αποδείξει ότι (α) ο Κατηγορούμενος άσκησε βία είτε προβαίνοντας σε συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη ή συμπεριφορά είτε διαπράττοντας κάποιο από τα αδικήματα του άρθρου 4(2) του Ν.119(Ι)/2000 και (β) η ανωτέρω βία προκάλεσε ψυχική βλάβη στο μέλος της οικογένειας του.
Εν σχέσει με την βία που αποδίδεται στον Κατηγορούμενο ότι άσκησε στα διάφορα υπό κρίση περιστατικά, αυτή συνδέεται είτε με επίθεση του Κατηγορούμενου, δηλαδή ότι διέπραξε το αδίκημα της κοινής επίθεσης, το οποίο συγκαταλέγεται στα αδικήματα του άρθρου 4(2), είτε με απειλές που εκστόμισε ο Κατηγορούμενος. Αν και η απειλή δεν συγκαταλέγεται στα αδικήματα του άρθρου 4(2), η πράξη της απειλής δύναται να αποτελέσει βία εντός της ανωτέρω εννοίας του Νόμου, νοουμένου ότι αυτή προκαλέσει ψυχική βλάβη στον αποδέκτη της. Επισημαίνεται ότι η ψυχική βλάβη μπορεί να αποδειχθεί και χωρίς την μαρτυρία εμπειρογνώμονα (βλ. Λοΐζου ν Αστυνομίας (2007) 2 ΑΑΔ 440 και Ν.Χ. ν Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 503).
Ερχόμενος στην παρούσα υπόθεση, για τις κατηγορίες 1, 3, 5, 6, 7 και 8, οι οποίες αφορούν τα κατ’ ισχυρισμόν περιστατικά προ της 18.03.2021, υπενθυμίζω ότι δεν έχει τεθεί ενώπιον μου οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία και ως εκ τούτου η Κατηγορούσα Αρχή δεν έχει αποδείξει την διάπραξη των εν λόγω αδικημάτων.
Εν σχέσει με το αδίκημα της 11ης κατηγορίας, αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι κατόπιν λεκτικής αντιπαράθεσης ο Κατηγορούμενος έσπρωξε την ΜΚ3, δηλαδή υπήρξε και φυσική επαφή μεταξύ τους, προκαλώντας της φόβο για άσκηση άμεσης και παράνομης βίας εναντίον της. Ως εκ τούτου, έχει αποδειχθεί η διάπραξη του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Για τα αδικήματα της 12ης και 13ης κατηγορίας, αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Κατηγορούμενος εκστόμισε προς τις ΜΚ2 και ΜΚ3 την φράση «ακούεις ήντα μπου σου λαλώ; Εννά σας σκοτώσω τζιαι τες θκυο. Εννά σου πιάσω το μωρό τζιαι έθθα το ξαναδεις». Προηγουμένως, μάλιστα, είπε στην ΜΚ2 «Αν τζιήσεις της κόρης μου, εννά σου κόψω τα σιέρκα σου» και μετά έσπρωξε την ΜΚ3, η οποία θα έπεφτε στο έδαφος αν δεν την άρπαζε να την στηρίξει η ΜΚ2. Το γεγονός, όμως, ότι η ΜΚ2 και η ΜΚ3 φοβήθηκαν δεν σημαίνει ότι τους προκλήθηκε και ψυχική βλάβη. Η έννοια της ψυχικής βλάβης δεν ισοδυναμεί με ψυχική ταλαιπωρία ή συναισθηματική δυσφορία, αλλά απαιτεί κάτι περισσότερο, όπως ψυχικό τραύμα, ψυχολογικά προβλήματα ή ψυχική διαταραχή (βλ. Λοΐζου (ανωτέρω) και Ν.Χ. (ανωτέρω)). Υπενθυμίζω, άλλωστε, ότι η ΜΚ3 στην κατάθεσή της ανέφερε ότι δεν χρειάζεται να εξεταστεί από ψυχολόγο. Το συναίσθημα του φόβου ή τρόμου που ένιωσαν η ΜΚ2 και η ΜΚ3 δεν είναι από μόνο του ικανό και αρκετό για να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι αυτές υπέστησαν και ψυχική βλάβη. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν έχει αποδειχθεί η διάπραξη των εν λόγω αδικημάτων.
7. Κατάληξη
Για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από τις κατηγορίες 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 12 και 13 και κρίνεται ένοχος στις κατηγορίες 9, 10, 11 και 14 που αντιμετωπίζει.
(Υπ.).....................................
Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο