ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. MADALIN PANESCU, Αρ. Υπόθεσης: 11276/2023, 6/5/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. MADALIN PANESCU, Αρ. Υπόθεσης: 11276/2023, 6/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 11276/2023

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

MADALIN PANESCU

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 06.05.2025

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γιώργος Σταύρου

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Λεύκος Κυριακίδης

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά θανατηφόρο τροχαίο δυστύχημα, το οποίο έλαβε χώρα στις 15.10.2022 και ώρα 07:10 στην Λεωφόρο Τασσου Παπαδόπουλου στην Λάρνακα.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 03.08.2023, ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει μία κατηγορία, ήτοι αυτή της πρόκλησης θανάτου λόγω απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης (1η κατηγορία).

2.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε τρεις μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τους Αρχιαστυφύλακα 2828 (ΜΚ1), Αρχιλοχία 4759 (ΜΚ2) και Δρ. Ν.Χ. (ΜΚ3). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, τον κάλεσε σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση του. Ο Κατηγορούμενος επέλεξε να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής και κάλεσε δύο μάρτυρες υπεράσπισης, ήτοι τους Κ.Σ. (ΜΥ1) και Αστυφύλακα 2744 (ΜΥ2). Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 υπηρετούσε κατά τον επίδικο χρόνο στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας και ήταν φωτογράφος της Αστυνομίας. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του, Τεκμήριο 1, αναφέροντας τα εξής στην δια ζώσης μαρτυρία του:

(α) Στις 15.10.2022 και ώρα 07:45 επισκέφθηκε την σκηνή του επίδικου δυστυχήματος, το οποίο έλαβε χώρα περί ώρα 07:10 στην Λεωφόρο Αμμοχώστου στην Λάρνακα παρά την συμβολή με την οδό Μπουμπουλίνας. Ενεχόμενα οχήματα ήταν το μηχανοκίνητο όχημα που οδηγούσε ο Κατηγορούμενος (εφεξής καλούμενο ως «το Όχημα Α») και το μηχανοκίνητο όχημα που οδηγούσε ο Μ.Α. (εφεξής καλούμενο ως «το Όχημα Β») με τρεις συνεπιβάτες, εκ των οποίων και ο Alragheb Ahmad (εφεξής καλούμενος ως «το θύμα»). Κατά την άφιξη του στην σκηνή, ο ΜΚ1 εντόπισε τον Κατηγορούμενο, ο οποίος δεν είχε τραυματιστεί, και τα ανωτέρω ενεχόμενα οχήματα στην τελική θέση τους μετά την σύγκρουση. Οι επιβαίνοντες του Οχήματος Β είχαν ήδη μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας. Αφού προέβη στις αναγκαίες εξετάσεις και μετρήσεις στην σκηνή, ο ΜΚ1 ετοίμασε πρόχειρο σχεδιαγράφημα της σκηνής, ήτοι το Τεκμήριο 2. Ο Κατηγορούμενος τού υπέδειξε τις πορείες των ενεχόμενων οχημάτων και το σημείο σύγκρουσης, τα οποία ο ΜΚ1 κατέγραψε στο Τεκμήριο 2. Στην συνέχεια, ο Κατηγορούμενος υπέγραψε το Τεκμήριο 2, συμφωνώντας με αυτό. Ύστερα και περί ώρα 08:42 αφίχθηκε στην σκηνή ο ΜΚ2, ο οποίος ανέλαβε την διερεύνηση του δυστυχήματος. Μεταξύ των ωρών 08:42-08:52, ο ΜΚ1 έλαβε αριθμό φωτογραφιών των ενεχόμενων οχημάτων, τις οποίες κατέθεσε ως Τεκμήριο 4.

(β) Ο επίδικος δρόμος είναι άσφαλτος καλής επιφάνειας, ευθύς και επίπεδος, με ικανοποιητική ορατότητα, και βρίσκεται εντός κατοικημένης περιοχής με ανώτατο όριο ταχύτητας τα 50ΧΑΩ. Ο δρόμος αποτελείται από δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε κάθε κατεύθυνση και οι δύο κατευθύνσεις διαχωρίζονται από τσιμεντένιο στηθαίο. Κατά την ώρα του δυστυχήματος ο δρόμος ήταν ξηρός και σε καλή κατάσταση. Από την σύγκρουση, το Όχημα Α υπέστη υλικές ζημιές, καθώς έσπασε ο μπροστινός προφυλακτήρας αριστερά, το μπροστινό αριστερό φτερό, το μπροστινό αριστερό φανάρι, η μπροστινή γρίλια και ο ανεμοθώρακας, στράβωσε και κλείδωσε ο μπροστινός αριστερός τροχός και έσπασε το πισινό δεξιό ελαστικό. Η κυριότερη ζημιά του, όμως, ήταν στο μπροστινό αριστερό μέρος του. Εν σχέσει με τις ζημιές του Οχήματος Β, βούλλωσε ο πισινός προφυλακτήρας, το πισινό καπό, τα πισινά φτερά και οι δεξιές πόρτες και έσπασαν ο πισινός ανεμοθώρακας και τα πισινά φανάρια, ενώ στράβωσαν οι πισινοί τροχοί. Η κυριότερη ζημιά του, όμως, ήταν στο πισινό δεξιό μέρος του.

(γ) Στις 23.10.2022 ο ΜΚ1 μετέβηκε εκ νέου στην σκηνή του επίδικου δυστυχήματος μαζί με τον ΜΚ2, ο οποίος του υπέδειξε παρακείμενο υποστατικό, από το οποίο λήφθηκε οπτικό υλικό από κάμερες που υπήρχαν εγκατεστημένες σε αυτό. Ο ΜΚ1 έλαβε αριθμό συμπληρωματικών φωτογραφιών του ανωτέρω υποστατικού, τις οποίες κατέθεσε ως Τεκμήριο 4Α. Επίσης, την ίδια ημέρα, υπέδειξε και επεξήγησε το Τεκμήριο 2 στον Μ.Α., ήτοι τον οδηγό του Οχήματος Β, ο οποίος τού υπέδειξε την πορεία του Οχήματος Β και ο ΜΚ1 την κατέγραψε στο Τεκμήριο 2. Στην συνέχεια, ο Μ.Α. συμφώνησε με αυτό και το υπέγραψε. Σε μεταγενέστερο στάδιο, ο ΜΚ1, λαμβάνοντας υπόψιν το Τεκμήριο 2, ετοίμασε τελικό σχεδιαγράφημα της σκηνής επί κλίμακος, το οποίο κατέθεσε ως Τεκμήριο 3.

(δ) Κατά την σύγκρουση, ο ΜΚ1 ανέφερε ότι το πίσω δεξιά μέρος του Οχήματος Β καταλάμβανε μέρος της αριστερής λωρίδας του κύριου δρόμου, δηλαδή της Λεωφόρου Αμμοχώστου, και το Όχημα Β είχε κλίση προς τα αριστερά και την οδό Μπουμπουλίνας.

Ο ΜΚ2 υπηρετεί στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας τα τελευταία 33 έτη και είναι τοποθετημένος στην Τροχαία Λάρνακας τα τελευταία 14 έτη, όπου ανάμεσα στα καθήκοντά του είναι η εξέταση θανατηφόρων οδικών συγκρούσεων. Είναι ο εξεταστής του επίδικου δυστυχήματος και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του, Τεκμήριο 5, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα εξής:

(α) Στις 15.10.2022 και περί ώρα 08:35 μετέβηκε στην σκηνή του επίδικου δυστυχήματος, όπου εκεί βρίσκονταν ήδη ο ΜΚ1 και ακόμα μία αστυφύλακας. Αφού επιθεώρησε την σκηνή, συμφώνησε με το πρόχειρο σχεδιαγράφημα, Τεκμήριο 2, που ετοίμασε ο ΜΚ1. Στην σκηνή ήταν παρών ο Κατηγορούμενος, στον οποίο διενεργήθηκε έλεγχος αλκοόλης και χρήσης ναρκωτικών ουσιών με αρνητικό αποτέλεσμα. Στην συνέχεια έγινε ο ίδιος έλεγχος και στον οδηγό του Οχήματος Β, ο οποίος βρισκόταν στο νοσοκομείο, με επίσης αρνητικό αποτέλεσμα. Την ίδια ημέρα και μεταξύ των ωρών 12:35-15:15 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήρια 6 και 6Α (στην ρουμανική και ελληνική γλώσσα αντίστοιχα).

(β) Κατά τον επίδικο χρόνο ο καιρός ήταν αίθριος και το οδόστρωμα ήταν στεγνό. Από το σημείο σύγκρουσης «Χ» επί του σχεδιαγραφήματος υπήρχε ορατότητα 150 μέτρων περίπου προς τα πίσω, δηλαδή το Όχημα Β ήταν ορατό από τα διερχόμενα οχήματα από απόσταση 150 μέτρων. Το δε ανώτατο όριο ταχύτητας στην λεωφόρο είναι τα 50ΧΑΩ. Στην αντεξέτασή του, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι σύμφωνα με το μαύρισμα «Α1» επί του σχεδιαγραφήματος, το οποίο προκλήθηκε από τον αριστερό μπροστινό τροχό του Οχήματος Α, η πίσω δεξιά γωνιά του Οχήματος Β εξείχε τουλάχιστον μισό μέτρο εντός της αριστερής λωρίδας κυκλοφορίας, στην οποία κινείτο το Όχημα Α.

(γ) Δύο μέρες μετά, ήτοι στις 17.10.2022, ενημερώθηκε ότι το θύμα, το οποίο επέβαινε στο Όχημα Β και συγκεκριμένα καθόταν πίσω από την θέση του οδηγού και είχε τραυματίστεί και νοσηλευόταν στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, απεβίωσε στις 16.10.2022 και ώρα 23:50. Κατέθεσε την σχετική βεβαίωση θανάτου ως Τεκμήριο 15 και το ιατρικό πιστοποιητικό αιτιών θανάτου ως Τεκμήριο 16. Σύμφωνα με την νεκροτομή που διενεργήθηκε στην σορό του θύματος, ο θάνατος του οφείλεται σε εγκεφαλική κάκωση και εσωτερική αιμορραγία συνεπεία τροχαίου ατυχήματος. Κατέθεσε την σχετική ιατροδικαστική έκθεση ως Τεκμήριο 19 και δέσμη των φωτογραφιών από την νεκροψία και νεκροτομή του θύματος ως Τεκμήριο 20.

(δ) Την ίδια ημέρα, 17.10.2022, προσήλθε στην Τροχαία Λάρνακας ο επιθεωρητής της Ηλεκτρομηχανολογικής Υπηρεσίας Λάρνακας, ο οποίος αφού ήλεγξε τα ενεχόμενα οχήματα στις 17.10.2022 και 20.10.2022, διαπίστωσε ότι τα συστήματα πέδησης, ελαστικά, φώτα και δείκτες πορείας βρίσκονταν σε καλή και λειτουργική κατάσταση. Κατέθεσε προς τούτο την επιστολή ημερ. 03.11.2022 του ανωτέρω επιθεωρητή ως Τεκμήριο 17.

(ε) Στις 18.10.2022 έλαβε ένα ψηφιακό δίσκο (USB), ο οποίος περιείχε δύο βίντεο από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, εγκατεστημένου σε παρακείμενο κατάστημα πώλησης και επιδιόρθωσης ελαστικών. Κατέθεσε τον ανωτέρω ψηφιακό δίσκο ως Τεκμήριο 8 και τα δύο αρχεία βίντεο προβλήθηκαν στο Δικαστήριο, παρουσία του Κατηγορούμενου και του συνηγόρου του. Στο πρώτο βίντεο με ονομασία αρχείου «record-0000-0000-CH01-20221015060800-20221015061155» (εφεξής καλούμενου ως «το πρώτο βίντεο») εμφανίζεται το Όχημα Β στο 2’36’’ και συγκεκριμένα να κινείται στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας της επίδικης λεωφόρου και μετά να στρίβει αριστερά και να σταματά εντελώς στην είσοδο της οδού Μπουμπουλίνας με αναμμένα τα φώτα κινδύνου στο 2’44’’. Στην συνέχεια, εμφανίζεται το Όχημα Α στο 3’18’’ και μετά καταγράφεται εντός του πλάνου η επίδικη σύγκρουση στο 3’19’’. Στο δεύτερο βίντεο με ονομασία αρχείου «record-0000-0005-CH06-20221015060900-20221015061226» (εφεξής καλούμενου ως «το δεύτερο βίντεο») φαίνονται τα οχήματα που κινούνται επί της λεωφόρου με κατεύθυνση προς το σημείο που έλαβε χώρα η σύγκρουση, δηλαδή πρόκειται για πλάνο αμέσως πριν το σημείο σύγκρουσης και το πλάνο του πρώτου βίντεο. Στο 01’18’’ εμφανίζεται το Όχημα Β να κινείται στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και να φεύγει από το πλάνο στο 01’31’’. Στην συνέχεια εμφανίζονται ακόμα τρία αυτοκίνητα να κινούνται στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και μετά στο 02’09’’ εμφανίζεται το Όχημα Α να κινείται στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και να φεύγει από το πλάνο στο 02’15’’.

(στ) Στις 19.10.2022 και μεταξύ των ωρών 18:45-20:45, ο ΜΚ2 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Μ.Α., την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 9 και 9Α (στην αραβική και ελληνική γλώσσα αντίστοιχα). Στις 23.10.2022 ο Μ.Α. μετέβη στην σκηνή του δυστυχήματος μαζί με τον ΜΚ1 και τον ΜΚ2 και αφού του επεξηγήθηκε το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 από τον ΜΚ1, υπέδειξε την πορεία του και αυτή σημειώθηκε επί του σχεδιαγραφήματος. Στην συνέχεια, ο Μ.Α. συμφώνησε με το Τεκμήριο 2 και το υπέγραψε και του λήφθηκε δεύτερη κατάθεση, την οποία ο ΜΚ2 κατέθεσε ως Τεκμήριο 10 και 10Α (στην αραβική και ελληνική γλώσσα αντίστοιχα).

(ζ) Στις 10.11.2022 ο ΜΚ2 παρέλαβε την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΜΥ2 από το εργαστήριο φωτογραφίας, εικόνας και γραφικών στοιχείων του Αρχηγείου Αστυνομίας και πιστό αντίγραφο των φωτογραφιών που ζητήθηκαν. Κατέθεσε την εν λόγω έκθεση ως Τεκμήριο 18.

(η) Στις 12.11.2022 και ώρα 11:00 κλήθηκε και παρουσιάστηκε στο Τμήμα Τροχαίας ο Μ.Α. και αφού είδε τα βίντεο του Τεκμηρίου 8, του λήφθηκε τρίτη κατάθεση, την οποία ο ΜΚ2 κατέθεσε ως Τεκμήριο 11 και 11Α (στην αραβική και ελληνική γλώσσα αντίστοιχα). Στην συνέχεια και περί ώρα 13:00, κλήθηκε και παρουσιάστηκε στο Τμήμα Τροχαίας και ο Κατηγορούμενος για να δει τα βίντεο του Τεκμηρίου 8, αλλά αυτός δεν επιθυμούσε να τα δει λόγω της άσχημης ψυχολογικής κατάστασής του και του λήφθηκε δεύτερη κατάθεση, την οποία ο ΜΚ2 κατέθεσε ως Τεκμήριο 7 και 7Α (στην ρουμανική και ελληνική γλώσσα αντίστοιχα).

(θ) Στις 03.01.2023 απέστειλε σχετικό έντυπο στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας για να ενημερωθεί για τα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων στον Μ.Α. και τους άλλους δύο (πέραν του θύματος) επιβάτες στο Όχημα Β, ήτοι τον S.A. και τον A.S.A. Αφού συμπληρώθηκαν τα εν λόγω έντυπα από τους αρμόδιους ιατρούς, σύμφωνα με το Τεκμήριο 12, ο S.A. υπέστη εκδορά κνήμης και προβολή δίσκου, σύμφωνα με το Τεκμήριο 13, ο Μ.Α. υπέστη κάταγμα θωρακικού, και σύμφωνα με το Τεκμήριο 14, ο A.S.A. υπέστη θλαστικό τραύμα.

(ι) Στην αντεξέτασή του, ανέφερε ότι η απερίσκεπτη πράξη του Κατηγορούμενου έγκειται στο γεγονός ότι ενώ οδηγούσε -με χαμηλή ταχύτητα σύμφωνα με τον ίδιο- το Όχημα Α και είχε απρόσκοπτη ορατότητα του Οχήματος Β από απόσταση 150 μέτρων περίπου, μπορούσε να το αντιληφθεί για μια περίοδο 10 δευτερολέπτων πριν την επίδικη σύγκρουση και να τον αποφύγει με ελιγμό προς την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, η οποία ήταν ελεύθερη. Δηλαδή να πράξει ο Κατηγορούμενος όπως έπραξαν τα τρία αυτοκίνητα που πέρασαν δίπλα από το Όχημα Β πριν την επίδικη σύγκρουση. Εντούτοις, με βάση το πρώτο βίντεο, ο Κατηγορούμενος φαίνεται να μην κάνει οποιαδήποτε κίνηση αποφυγής της σύγκρουσης. Σύμφωνα με τον ίδιο, το περιεχόμενο των βίντεο στο Τεκμήριο 8 καταρρίπτει τους ισχυρισμούς τόσο του Μ.Α., όσο και του Κατηγορούμενου. Αναφορικά με το πως απεγκλωβίστηκε το θύμα από το Όχημα Β προτού μεταφερθεί με το ασθενοφόρο, ο ΜΚ2 δεν γνώριζε πως έγινε, καθώς η Αστυνομία κατέφθασε στην σκηνή μεταγενέστερα.

Ο ΜΚ3 είναι ιατροδικαστής και το πρόσωπο που συνέταξε την ιατροδικαστική έκθεση, Τεκμήριο 19, την οποία υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής του. Ανέφερε τα ακόλουθα στην δια ζώσης μαρτυρία του:

(α) Ο θάνατος του θύματος οφείλεται σε βαρύτατη εγκεφαλική κάκωση και εσωτερική αιμορραγία συνεπεία τροχαίου ατυχήματος. Εξήγησε ότι η βαρύτατη εγκεφαλική κάκωση προκύπτει από το υποσκλήριδιο αιμάτωμα αριστερά και υπαραχνοειδή αιμορραγία που διαπίστωσε κατά την νεκροτομή στον εγκέφαλο του θύματος, ενώ η εσωτερική αιμορραγία προκύπτει από το αιμοπεριτόναιο στην κοιλιά, που σημαίνει αιμορραγία και προκλήθηκε από την ρήξη του ήπατος.

(β) Κατά την αντεξέτασή του, εξήγησε ότι τόσο το αιμάτωμα στον εγκέφαλο, όσο και η ρήξη του ήπατος, προκλήθηκαν από κάποιο δυνατό χτύπημα, όπως είναι το χτύπημα σε ένα τροχαίο ατύχημα. Απέκλεισε το ενδεχόμενο βίαιου απεγκλωβισμού του θύματος από το Όχημα Β, καθώς η σορός του θύματος δεν είχε οποιεσδήποτε εξωτερικές κακώσεις. Επίσης, απέκλεισε και το ενδεχόμενο η ρήξη του ήπατος να προήλθε από τον απεγκλωβισμό του, καθώς απαιτείται κτύπημα με πολύ μεγάλη δύναμη για να προκληθεί.

(γ) Με βάση τα ευρήματά του, δεν προκύπτει να υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση το θύμα κατά την νοσηλεία του στο νοσοκομείο μετά την επίδικη σύγκρουση. Ανέφερε, επίσης, ότι ζήτησε και έλαβε αντίγραφο του ιατρικού φακέλου του θύματος από το Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, το οποίο κατέθεσε ως Τεκμήριο 22. Σύμφωνα με αυτό, το θύμα διαγνώστηκε, κατά την εισαγωγή του, με βαριά εγκεφαλική βλάβη και αιμορραγία (βλ. έντυπο εισαγωγής ασθενούς στο Τεκμήριο 22). Κατά την νοσηλεία του θύματος στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, σύμφωνα με το Τεκμήριο 22, δόθηκε θεραπευτική αγωγή στο θύμα και του έγιναν διάφορες εξετάσεις. Στις 15.10.2022 και ώρα 13:00, το θύμα εισήχθη στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Ο ΜΚ3, όμως, δεν ήταν σε θέση, λόγω τους ειδικότητας του, να απαντήσει κατά πόσο το θύμα έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση και ούτε πως έπρεπε να αντιμετωπιστεί από τους κλινικούς ιατρούς του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας.

Ο ΜΥ1 είναι συνταξιούχος αστυνομικός και διατηρεί γραφείο ως «σύμβουλος τροχαίων δυστυχημάτων». Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής του την σχετική έκθεση που ετοίμασε ο ίδιος, ήτοι το Τεκμήριο 23, και ανέφερε τα ακόλουθα στην προφορική μαρτυρία του:

(α) Κατά την διάρκεια της υπηρεσίας του στην Αστυνομία, υπηρέτησε στην Τροχαία Λευκωσίας για πολλά χρόνια και ήταν ειδικός εξεταστής δυστυχημάτων. Υπήρξε φωτογράφος της Αστυνομίας, σχεδιαστής επί κλίμακος, εξουσιοδοτημένος εξεταστής μηχανοκίνητων οχημάτων και ειδικός για ανεύρεση ταχύτητας. Ο ίδιος εξέτασε χιλιάδες δυστυχήματα, συμπεριλαμβανομένων και θανατηφόρων δυστυχημάτων, και έδωσε πολλές φορές μαρτυρία στα Δικαστήρια. Το 1989 παρακολούθησε στην Λευκωσία ειδικό πρόγραμμα αμερικάνικου πανεπιστημίου με θέμα την διερεύνηση τροχαίων ατυχημάτων. Παρουσίασε και κατέθεσε σχετικά πιστοποιητικά και βεβαιώσεις ως Τεκμήριο 24.

(β) Στις 22.11.2024 έλαβε εντολή από τον δικηγόρο του Κατηγορούμενου να μελετήσει την δικογραφία της παρούσας υπόθεσης και να προβεί σε αναπαράσταση του επίδικου δυστυχήματος. Την επόμενη ημέρα, 23.11.2024 και ώρα 11:00 επισκέφθηκε την σκηνή του δυστυχήματος και προέβη σε διάφορες εξετάσεις στην παρουσία του Κατηγορούμενου και στην συνέχεια επιθεώρησε το Όχημα Α. Δεν μπόρεσε, όμως, να επιθεωρήσει και το Όχημα Β, καθώς αυτό είχε μετακινηθεί από την Τροχαία Λάρνακας σε άγνωστο μέρος. Σε σχετική ερώτηση του ιδίου προς τον Κατηγορούμενο αναφορικά με το πως έγινε το επίδικο δυστύχημα, ο ΜΥ1 ανέφερε ότι πήρε «καθαρή απάντηση» από αυτόν.

(γ) Για την αναπαράσταση του δυστυχήματος, ο ΜΥ1 βασίστηκε στις φωτογραφίες και το σχεδιαγράφημα της Αστυνομίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, το Όχημα Β κινήθηκε αριστερόστροφα και με την δεξιά πίσω πλευρά του χτύπησε στο μπροστινό αριστερό φτερό του Οχήματος Α, το οποίο κινείτο σε ευθεία πορεία. Η σύγκρουση ήταν βίαιη και μερική και το Όχημα Α έκαμε αριστερόστροφη κίνηση και προτού καταλήξει στην τελική θέση του έκαμε στροφή 180 μοιρών καλύπτοντας απόσταση 15 μέτρων περίπου, καθότι το κτύπημα ήταν έκκεντρο και μακριά από το κέντρο βάρους του. Αριστερόστροφη κίνηση έκαμε και το Όχημα Β, το οποίο, μετά την απαγκίστρωση του από το Όχημα Α, συνέχισε την πορεία του πλαγίως και με πλαγιολίσθηση τρίφτηκε καλύπτοντας απόσταση 18 μέτρων περίπου και κατέληξε στην τελική θέση του, όπως φαίνεται στο σχεδιαγράφημα και τις φωτογραφίες της Αστυνομίας. Ο λόγος που δεν στριφογύρισε το Όχημα Β ήταν επειδή το κτύπημα ήταν προς το κέντρο βάρους του. Στην έκθεσή του, Τεκμήριο 23, ο ΜΥ1 επισύναψε και ένα διάγραμμα με τα δύο ενεχόμενα οχήματα, το κέντρο βάρους τους, την θέση, πρώτο σημείο επαφής, μέγιστη εισχώρηση και τελευταία επαφή των δύο οχημάτων κατά την επίδικη σύγκρουση και τις αρχικές πορείες τους.

(δ) Αναφορικά με τα σχεδιαγραφήματα της Αστυνομίας, ήτοι τα Τεκμήρια 2 και 3, ανέφερε ότι υπάρχουν δύο διαφορές μεταξύ τους. Στο πρώτο, που είναι το πρόχειρο σχεδιαγράφημα, αναγράφεται ως ο κύριος δρόμος η Λεωφόρος Τάσσου Παπαδόπουλου, ενώ στο Τεκμήριο 3 αναγράφεται η Λεωφόρος Αμμοχώστου. Παραδέχθηκε, όμως, ότι πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Η δεύτερη διαφορά είναι ότι στο Τεκμήριο 2 υπάρχει ένα τόξο πορείας του Οχήματος Β από τον κόλπο στάθμευσης στα αριστερά να εισέρχεται στον κύριο δρόμο, ενώ στο Τεκμήριο 3 δεν υπάρχει τέτοιο τόξο πορείας. Αναφορικά με τις φωτογραφίες, Τεκμήριο 4, ανέφερε ότι είναι πολύ λίγος χρόνος τα 10 λεπτά για λήψη φωτογραφιών σε μια σκηνή θανατηφόρου δυστυχήματος. Αφού επεξήγησε τις φωτογραφίες, ανέφερε ότι το πρόσωπο που τις έλαβε θα μπορούσε να το πράξει καλύτερα σε σχέση με τα ίχνη που άφησαν τα δύο ενεχόμενα οχήματα στην σκηνή. Αναφορικά με τα βίντεο στο Τεκμήριο 8, ανέφερε ότι υπάρχουν σκοτεινά σημεία και είναι μακριά από την σκηνή και γι’ αυτό δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν.

(ε) Στην αντεξέταση του αναφορικά με τα προσόντα του και το Τεκμήριο 24, ανέφερε ότι είναι λανθασμένες οι ημερομηνίες σε σχέση με την διάρκεια των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που παρακολούθησε, καθώς όλα τα προγράμματα ήταν διάρκειας ενός μηνός και όχι 12 ή 15 ημερών. Εν σχέσει με την 2η σελίδα του Τεκμηρίου, ήτοι την εξουσιοδότηση ημερ. 17.07.1982 της Αστυνομίας, διευκρίνισε ότι αφορά εξέταση οχημάτων για τεχνικά θέματα, όπως είναι σήμερα η εξέταση οχημάτων για το πιστοποιητικό καταλληλοτητας. Παραδέχθηκε, επίσης, ότι αφυπηρέτησε πρόωρα από την Αστυνομία σε ηλικία 50 ετών.

(στ) Σε σχέση με την εντολή που έλαβε για το επίδικο δυστύχημα, ανέφερε ότι αυτή περιορίζεται στην αναπαράσταση του δυστυχημάτος, δηλαδή την πορεία των ενεχόμενων οχημάτων πριν, κατά και μετά την επίδικη σύγκρουση. Για την αναπαράσταση του στηρίχθηκε στις φωτογραφίες και σχεδιαγράφημα της Αστυνομίας και αφού επισκέφθηκε και ο ίδιος την σκηνή του δυστυχήματος δύο έτη μετά. Δεν προέβη, όμως, σε οποιεσδήποτε μετρήσεις επί τόπου και ούτε έλαβε οποιεσδήποτε φωτογραφίες. Σε ερώτηση, κατά την αντεξέταση, για την «καθαρή απάντηση» που έλαβε από τον Κατηγορούμενο, ο ΜΥ1 διευκρίνισε ότι εκείνο που εννοεί είναι ότι ο Κατηγορούμενος «δεν μασούσε τα λόγια του». Κατέληξε δε στα συγκεκριμένα ευρήματα, λαμβάνοντας υπόψιν το τόξο στο Τεκμήριο 2 που δείχνει πορεία από τον κόλπο στάσης αριστερά της λεωφόρου και τις ζημιές των ενεχόμενων οχημάτων, με αποτέλεσμα να καταλήξει ότι είναι το Όχημα Β που χτύπησε στο Όχημα Α, και όχι το αντίστροφο.

(ζ) Αναφορικά με τα βίντεο του Τεκμηρίου 8, ανέφερε ότι δεν τα έλαβε υπόψιν καθότι στην έκθεση του εργαστηρίου της Αστυνομίας, Τεκμήριο 18, αναφέρεται ότι είναι με χαμηλής ποιότητας εικόνα και μακρινά πλάνα με θάμπωμα ειδώλων. Σε ερώτηση αν είδε τα βίντεο του Τεκμηρίου 8, απάντησε «Είδα κάτι που έχει μέσα στον φάκελο, το μόνο που εντόπισα, το αυτοκίνητο το άλλο, κινείτο πριν να πάει στον κόλπο, κινείτο μέσα στην δεύτερη λωρίδα, τούτο δείχνει, δεν είδα τίποτε άλλο».

Ο ΜΥ2 υπηρετεί στην υπηρεσία εγκληματικών ερευνών στο εργαστήριο φωτογραφίας, εικόνας και γραφικών της Αστυνομίας. Αναγνώρισε και υιοθέτησε την έκθεση που ετοίμασε, ήτοι το Τεκμήριο 18, και ανέφερε τα ακόλουθα στην προφορική μαρτυρία του:

(α) Εξήγησε ότι ο ίδιος παρέλαβε τα βίντεο του Τεκμηρίου 8 και εξήγαγε 11 εικόνες από αυτά, ως καταγράφονται στην σελίδα 4 του Τεκμηρίου 18 και ως φαίνονται στις επόμενες σελίδες 5 έως 10 του Τεκμηρίου 18. Συμφώνησε, όμως, ότι δεν φαίνονται οι αριθμοί εγγραφής των ενεχόμενων οχημάτων είτε στα βίντεο του Τεκμηρίου 8 είτε στις φωτογραφίες που εξήγαγε ο ίδιος στο Τεκμήριο 18. Ανέφερε δε ότι δεν επεξεργάστηκε τα βίντεο και τις φωτογραφίες, αλλά απλώς τις ενίσχυσε και μεγέθυνε.

(β) Για τις αδυναμίες του οπτικού υλικού των βίντεο του Τεκμηρίου 8, ανέφερε ότι η εικόνα είναι λίγο θολή λόγω μη εστίασής της, ενώ η χαμηλή ποιότητα λόγω υψηλής συμπίεσης είναι κάτι σύνηθες στα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης, καθώς τα βίντεο αυτά είναι συμπιεσμένα αρχεία, σε αντίθεση με εκείνα μιας κάμερας επαγγελματικής παραγωγής. Ακόμα και με αυτό το υλικό, όμως, μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα, καθώς δεν υπάρχει κλίμακα καθαρότητας ή επαγγελματικότητας.

3.     Παραδεκτά Γεγονότα

Στις 02.10.2024, δηλώθηκε και εγκρίθηκε από το Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Περί Αποδείξεως Νόμου (ΚΕΦ.9), ως παραδεκτό γεγονός ότι (βλ. Έγγραφο Α):

«1. Όλες οι μεταφράσεις των διερμηνέων της παρούσας υπόθεσης από την μητρική γλώσσα όσων ενέχονται στην παρούσα υπόθεση, είναι πιστές μεταφράσεις στην Ελληνική όπως ακριβώς τις καταθέσαν οι ενεχόμενοι στην παρούσα στις καταθέσεις τους.

2. Οι διερμηνείς είναι πιστοποιημένοι μεταφραστές με τα απαραίτητα αποδεκτά κριτήρια.

3. Τηρήθηκε ορθά η διαδικασία από τον τεχνικό Β.Σ. της εταιρείας PRO-TECH, δηλαδή η μεταφορά των δεδομένων του κλειστού ΚΚΒΠ που κατάγραψαν την σύγκρουση, τις πορείες των ενεχόμενων οχημάτων και παρέδωσε στον Αστ.3024 Μ.Κ. Επίσης, η ώρα του ΚΚΒΠ έχει μια ώρα απόκλιση προς τα πίσω από την πραγματική.

4. Η διαδικασία παραλαβής του USB, από την αρχή μέχρι την στιγμή της κατάθεσής του στο Δικαστήριο έγινε ορθά και νομότυπα από όλους τους εμπλεκόμενους που το χειρίστηκαν.

5. Το τεκμήριο παραδόθηκε στην Αστυνομία κατόπιν άδειας του ιδιοκτήτη του καταστήματος πώλησης αξεσουάρ αυτοκινήτων και αλλαγής ελαστικών, κ. Σ.Κ.

6. Η σορός του θανόντα Alragheb Ahmad αναγνωρίστηκε από τον αδελφό του Α.Α. την 18.10.2022 στο νεκροτομείο του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας ως επίσης ανάφερε ότι ο θανών δεν έφερε ιατρικά προβλήματα υγείας.

7. Κατά την διερεύνηση του ανακριτικού έργου τηρήθηκαν όλα τα δικαιώματα ανακρινομένων, υπόπτων και κατηγορουμένου».

Επίσης, τα Τεκμήρια 18, 21 και 26 κατατέθηκαν εκ συμφώνου ως παραδεκτά για την αλήθεια του περιεχομένου τους.

Το Τεκμήριο 18 είναι η έκθεση πραγματογνωμοσύνης του Εργαστηρίου Φωτογραφίας, Εικόνας και Γραφικών, την οποία συνέταξε ο ΜΥ2. Σύμφωνα με αυτήν, στις 21.10.2022 ο ΜΥ2 παρέλαβε το Τεκμήριο 8 και με την βοήθεια δικανικού λογισμικού ενίσχυσης εικόνας και βίντεο αναπαρήγαγε και επιθεώρησε τα δύο αρχεία βίντεο του Τεκμηρίου 8. Με την χρήση του εν λόγω λογισμικού εφάρμοσε φίλτρα βελτίωσης της εικόνας στα δύο βίντεο και εξήγαγε συνολικά 11 εικόνες, ήτοι 9 εικόνες από το πρώτο βίντεο και 2 εικόνες από το δεύτερο βίντεο. Στο οπτικό υλικό των ανωτέρω βίντεο παρουσιάζονται οι εξής αδυναμίες: (α) η κάμερα του πρώτου βίντεο βρίσκεται εκτός εστίασης σε όλο το πλάνο, (β) η ποιότητα της εικόνας είναι χαμηλή λόγω υψηλής συμπίεσης ή και ευκρίνειας, (γ) τα πλάνα είναι μακρινά και (δ) υπάρχει θάμπωμα ειδώλων, πιθανόν λόγω της εκτός εστίασης τους ή της γρήγορης κίνησής τους. Ενόψει των ανωτέρω αδυναμιών, δεν κατάφερε να εκτυπώσει ευκρινέστερες εικόνες. Στην συνέχεια της έκθεσης παρατίθενται οι 11 εικόνες που εξήγαγε και εκτύπωσε.

Το Τεκμήριο 21 είναι η κατάθεση ημερ. 12.11.2022 του M.C. (ΜΠ1).  Σύμφωνα με αυτήν, ο ΜΠ1 θα συναντιόταν με τον Μ.Α. στις 15.10.2022 και ώρα 07:00 για να πάνε σε μια δουλειά στην Λάρνακα. Το πρωί της 15.10.2022 μίλησαν με ξεχωριστές τηλεφωνικές κλήσεις στις 06:45, 6:56, 07:04, 07:06 και 07:07, καθώς προσπαθούσαν να συνεννοηθούν για το που θα συναντηθούν. Στην τελευταία τηλεφωνική κλήση, ο ΜΠ1 κατάλαβε ότι ο Μ.Α. χάθηκε και τού είπε να περιμένει κάπου κοντά στον κυκλικό κόμβο του λιμανιού και θα πάει ο ίδιος να τον βρει για να πάνε μαζί στην δουλειά. Στην συνέχεια, κατευθυνόμενος προς τον κυκλικό κόμβο, ο ΜΠ1 είδε ότι υπήρξε δυστύχημα και αντιλήφθηκε ότι το ένα εκ των ενεχόμενων οχημάτων ήταν το όχημα που οδηγούσε ο Μ.Α.

Το Τεκμήριο 26 είναι η κατάθεση ημερ. 15.10.2022 του Σ.Κ. (ΜΠ2). Σύμφωνα με αυτήν, ο ΜΠ2 οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημά του στην επίδικη λεωφόρο και ίδια κατεύθυνση με το Όχημα Α. Στην αρχή προπορευόταν ο ίδιος, αλλά μετά τον προσπέρασε το Όχημα Α και κινούνταν και οι δύο στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Σε κάποια στιγμή και ενώ είχε απόσταση περί τα 100 μέτρα από το Όχημα Α είδε ότι άναψαν τα κόκκινα φώτα του Οχήματος Α και κατάλαβε ότι ο οδηγός του πάτησε τα φρένα. Αμέσως το μάτι του πήγε στο Όχημα Β που ήταν πιο μπροστά και σκέφτηκε ότι το σταμάτησε η Αστυνομία για έλεγχο τροχαίας. Πλησιάζοντας προς το σημείο και από την απόσταση που έβλεπε το Όχημα Β δεν ήταν σίγουρος αν αυτό προχωρούσε πολύ σιγά για να στρίψει αριστερά ή ήταν εντελώς σταματημένο. Ξαφνικά, το Όχημα Α συγκρούστηκε με δύναμη στο πίσω μέρος του Οχήματος Β και το Όχημα Α έκαμε στροφή 180 μοιρών και το Όχημα Β γύρισε αριστερόστροφα και ακινητοποιήθηκε στο πεζοδρόμιο. Ο ΜΠ2 δεν είδε αν το Όχημα Α εφάρμοσε τα φρένα του πριν την σύγκρουση. Στην συνέχεια, σταμάτησε το όχημα του και κατέβηκε κάτω για να βοηθήσει. Στο Όχημα Β παρέμεινε παγιδευμένος ένας επιβάτης στο πίσω κάθισμα και δεν μπορούσε να κινηθεί. Ο ίδιος και οι υπόλοιποι επιβάτες τον ελευθέρωσαν και τον έβγαλαν έξω από το αυτοκίνητο και τον έβαλαν σε «recovery position». Παράλληλα, κάλεσε ασθενοφόρο και την Αστυνομία.

4.     Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Πέραν των ανωτέρω παραδεκτών γεγονότων, τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν από τις δύο πλευρές και συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):

(α) Στις 15.10.2022 και περί ώρα 07:10 έλαβε χώρα τροχαίο δυστύχημα στην επίδικη λεωφόρο, με ενεχόμενα μηχανοκίνητα οχήματα το Όχημα Α, το οποίο οδηγούσε ο Κατηγορούμενος, και το Όχημα Β, το οποίο οδηγούσε ο Μ.Α. και στο οποίο επέβαιναν ακόμα τρία πρόσωπα. Εκ των ανωτέρω επιβατών του Οχήματος Β ήταν και το θύμα, το οποίο καθόταν στην θέση πίσω από τον οδηγό.

(β) Τα δύο ενεχόμενα οχήματα υπέστησαν εκτεταμένες ζημιές. Κατά την σύγκρουση, τα συστήματα πέδησης, ελαστικά, φώτα και δείκτες πορείας των δύο οχημάτων βρίσκονταν σε καλή και λειτουργική κατάσταση (βλ. Τεκμήριο 17).

(γ) Μετά την σύγκρουση, όλοι οι επιβαίνοντες στο Όχημα Β μεταφέρθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας για εξετάσεις. Ο οδηγός και οι δύο από τους τρεις επιβάτες τραυματίστηκαν (βλ. Τεκμήρια 12, 13 και 14), ενώ ο τρίτος επιβάτης, ήτοι το θύμα, απεβίωσε την επόμενη ημέρα, 16.10.2022, και ώρα 23:50 στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας (βλ. Τεκμήριο 15).

5.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Η πραγματική μαρτυρία σε αυτές της φύσεως υποθέσεις έχει βαρύνουσα σημασία (βλ. Θεοφάνους ν Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 160), αφού το σχέδιο της σκηνής του δυστυχήματος αποτελεί στοιχείο κρίσης της αξιοπιστίας των μαρτύρων και ελέγχου των λεπτομερειών της μαρτυρίας, αλλά και σταθερό οδηγό για τον καθορισμό των γεγονότων που συνέτειναν στην πρόκληση του δυστυχήματος (βλ. Σωτηρίου ν Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 307), καθότι τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα μπορούν εύκολα να κάμουν λάθος όπως οι αποστάσεις και ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ των διαδραματιζόμενων γεγονότων (βλ. Ιωαννίδου ν Γιαννή (1990) 2 ΑΑΔ 260). Τα συμπεράσματα, φυσικά, που μπορούν να εξαχθούν από την πραγματική μαρτυρία αποτελούν συνάρτηση της κοινής λογικής, η οποία αποτελεί αναντικατάστατο οδηγό του Δικαστηρίου ως προς τα θέματα σε σχέση με την οδική συμπεριφορά και τις δυνατότητες και ενδεχόμενες αντιδράσεις των οδηγών (βλ. Θεοδώρου ν Σάββα (2016) 1 ΑΑΔ 202). Άλλωστε, σε υποθέσεις τροχαίων δυστυχημάτων το Δικαστήριο πρέπει να καθοδηγείται από την κοινή λογική, χωρίς να περιπλέκεται σε λεπτομέρειες, αριθμητικούς υπολογισμούς και ασκήσεις επί χάρτου (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 221/2018) ημερ. 26/03/2019, ECLI:CY:AD:2019:B107).

Ο ΜΚ1 έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Παρουσίασε με σαφήνεια την  πραγματική μαρτυρία που εντόπισε ο ίδιος στην σκηνή του επίδικου δυστυχήματος, ήτοι την διαμόρφωση του δρόμου, τις σχετικές διαστάσεις της σκηνής, τα ίχνη επί του οδοστρώματος και τις ζημιές των ενεχόμενων οχημάτων, ως τα κατέγραψε στα σχεδιαγραφήματα που ετοίμασε, ήτοι τα Τεκμήρια 2 και 3, και ως φαίνονται στις φωτογραφίες που έλαβε ο ίδιος, ήτοι τα Τεκμήρια 4 και 4Α. Η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε καθόλου κατά την αντεξέταση. Ως εκ τούτου την κρίνω αξιόπιστη και την αποδέχομαι στην ολότητά της.

Ο ΜΚ2 άφησε, επίσης, θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Δεν έχει οποιοδήποτε συμφέρον στην έκβαση της παρούσας υπόθεσης και θεωρώ ότι ήρθε στο Δικαστήριο να πει την αλήθεια σε σχέση με τα ευρήματα της Αστυνομίας. Είναι δε πρόσωπο με πολύχρονη πείρα στην εξέταση τροχαίων δυστυχημάτων και απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις με βάση τα ευρήματα στην σκηνή και την πραγματική μαρτυρία, χωρίς να προβεί σε οποιεσδήποτε εικασίες ή υποθέσεις.

Εν σχέσει με το Τεκμήριο 8, σημειώνω καταρχάς ότι αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι έχει τηρηθεί ορθά και νομότυπα η διαδικασία παραλαβής των βίντεο από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του παρακείμενου καταστήματος και ότι αυτά καταγράφουν «την σύγκρουση και τις πορείες των ενεχομένων οχημάτων» (βλ. Έγγραφο Α). Επιπρόσθετα, δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι η αναγραφείσα ώρα στα βίντεο του Τεκμηρίου 8 έχει μια ώρα απόκλιση προς τα πίσω από την πραγματική ώρα. Συνεπώς, η ώρα του επίδικου δυστυχήματος, ήτοι 07:10 περίπου, συμπίπτει με το χρονικό των βίντεο. Τα ενεχόμενα οχήματα που απεικονίζονται στα βίντεο είναι τα ίδια με αυτά του επίδικου δυστυχήματος (βλ. φωτογραφίες στο Τεκμήριο 4), όπως επίσης και η τελική θέση αυτών, ως εντοπίστηκαν από την Αστυνομία (βλ. Τεκμήρια 2 και 3). Συνεπώς, δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία ότι τα βίντεο του Τεκμηρίου 8 απεικονίζουν την επίδικη τροχαία σύγκρουση και τις αρχικές πορείες των ενεχόμενων οχημάτων.

Αρχίζοντας από το δεύτερο βίντεο, το οποίο καλύπτει την επίδικη λεωφόρο πριν την επίδικη σύγκρουση, στο 01’18’’ το Όχημα Β εμφανίζεται στο πλάνο και συγκεκριμένα στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και στο 01’31’’ φεύγει από το πλάνο. Στην συνέχεια διέρχονται της επίδικης λεωφόρου ακόμα 3 αυτοκίνητα και μετά εμφανίζεται το Όχημα Α, το οποίο κινείται στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και φεύγει από το πλάνο στο 02’15’’. Δηλαδή, ο χρόνος που απείχαν μεταξύ τους τα ενεχόμενα οχήματα ήταν περί τα 45 δευτερόλεπτα.

Το πρώτο βίντεο, το οποίο καλύπτει την επίδικη λεωφόρο πριν και κατά την επίδικη σύγκρουση, στο 02’36’’ εμφανίζεται το Όχημα Β να κινείται στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας της λεωφόρου και να στρίβει αριστερά προς την πάροδο της οδού Μπουμπουλίνας. Στο 02’44’’ φαίνεται να σταματά εντελώς στην είσοδο της παρόδου, διαγώνια και σχεδόν παράλληλα με τον επίδικο δρόμο, ενώ μέρος του οχήματος βρισκόταν εντός της αριστερής λωρίδας κυκλοφορίας της λεωφόρου. Τα δε φώτα κινδύνου του Οχήματος Β φαίνονται αναμμένα. Στην συνέχεια, στο 02’47’’ εμφανίζονται δύο διερχόμενα επί της λεωφόρου οχήματα να περνούν δίπλα και δεξιά από το Όχημα Β χρησιμοποιώντας την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Το ίδιο πράττει και τρίτο διερχόμενο όχημα στο 02’51’’. Το επόμενο όχημα που διέρχεται της επίδικης λεωφόρου είναι το Όχημα Α, κινούμενο στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας, και στο 03’19’’ καταγράφεται η επίδικη σύγκρουση. Το μπροστά αριστερά μέρος του Οχήματος Α συγκρούεται με το πίσω δεξιά μέρος του Οχήματος Β. Από την σύγκρουση, το Όχημα Α γυρίζει αριστερόστροφα 180 μοίρες περίπου και καταλήγει εντός του επίδικου δρόμου με αντίθετη, όμως, κατεύθυνση και το Όχημα Β γυρίζει επίσης αριστερόστροφα 90 μοίρες περίπου και καταλήγει επί παρακείμενου πεζοδρομίου.

Η όλη μαρτυρία του ΜΚ2 συνάδει με την πραγματική μαρτυρία που παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο και δη τα βίντεο του Τεκμηρίου 8 και δεν κλονίστηκε κατά την μακρά και επίμονη αντεξέτασή του. Βέβαια, η θέση του ότι η οδήγηση του Οχήματος Α από τον Κατηγορούμενο ήταν απερίσκεπτη και επικίνδυνη είναι ζήτημα που θα αποφασίσει το Δικαστήριο (βλ. Νικολάου ν Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 390). Ενόψει των ανωτέρω, αποδέχομαι την μαρτυρία του ως αξιόπιστη.

Εν σχέσει με τις καταθέσεις του Μ.Α., οδηγού του Οχήματος Β, σημειώνω ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν έδωσε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου. Σύμφωνα με την πρώτη κατάθεσή του, Τεκμήρια 9 και 9Α, ο Μ.Α. οδηγούσε το Όχημα Β στην αριστερή λωρίδα του επίδικου δρόμου και επιχείρησε να στρίψει αριστερά στην πάροδο, ήτοι την οδό Μπουμπουλίνας. Επειδή ο δείκτης πορείας του δεν λειτουργεί πάντοτε, χρησιμοποίησε τα φώτα κινδύνου του και κινείτο με χαμηλή ταχύτητα για να στρίψει στην πάροδο. Ενώ περισσότερο από το μισό όχημα είχε ήδη εισέλθει στην πάροδο, κάποιο άλλο όχημα συγκρούστηκε με το όχημά του. Στην συνέχεια μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο και παρέμεινε εκεί μέχρι τις 18.10.2022. Στην δεύτερη κατάθεση του, Τεκμήρια 10 και 10Α, αναφέρει ότι του επεξηγήθηκε το Τεκμήριο 2 και συμφώνησε με αυτό και αφού υπέδειξε την πορεία του Οχήματος Β και σημειώθηκε στο σχέδιο, στην συνέχεια το υπέγραψε. Στην τρίτη κατάθεσή του, Τεκμήρια 11 και 11Α, αφού είδε τα βίντεο του Τεκμηρίου 8 ανέφερε ότι αυτά «δείχνουν καθαρά τι ακριβώς έγινε».

Η βαρύτητα της ανωτέρω εξ ακοής μαρτυρίας θα πρέπει ιδωθεί και αξιολογηθεί σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 27 του Περί Αποδείξεως Νόμου (ΚΕΦ.9), καθώς επίσης και άλλα αξιολογήσιμα κριτήρια, όπως η εξυπηρέτηση των προϋποθέσεων της δίκαιης δίκης και του συμφέροντος της δικαιοσύνης (βλ. Assad ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 164/2016) ημερ. 6/12/2017, ECLI:CY:AD:2017:B447). Στην παρούσα περίπτωση, κατά την λήψη των καταθέσεων του Μ.Α., αυτός θεωρείτο ύποπτος για το επίδικο δυστύχημα και του είχε γίνει σχετική πληροφόρηση στην αρχή των καταθέσεών του. Συνεπώς, είναι πρόσωπο, το οποίο είχε κίνητρο να αποκρύψει ή παραποιήσει τα πραγματικά γεγονότα (βλ. άρθρο 27(2)(δ) και (στ) του ΚΕΦ.9). Τα όσα δε ισχυρίστηκε και ιδιαίτερα η θέση του ότι κατά την σύγκρουση ο ίδιος έστριβε το Όχημα Β προς την πάροδο καταρρίπτεται από την πραγματική μαρτυρία και δη το πρώτο βίντεο του Τεκμηρίου 8, το οποίο δείχνει το Όχημα Β να είναι σταματημένο στην είσοδο της παρόδου με αναμμένα τα φώτα κινδύνου για 30 περίπου δευτερόλεπτα πριν από την σύγκρουση. Επίσης, σύμφωνα με το αδιαμφισβήτητο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 17, οι δείκτες πορείας του Οχήματος Β δεν είχαν οποιοδήποτε πρόβλημα λειτουργίας. Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα ανωτέρω, αλλά και την ιδιότητα του ως ενεχόμενος οδηγός στο επίδικο δυστύχημα, κρίνω ότι δεν πρέπει να αποδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στην ανωτέρω εξ ακοής μαρτυρία, ήτοι τα Τεκμήρια 9 έως 11Α.

Ο ΜΚ3 άφησε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Ανάλυσε με σαφήνεια και λεπτομέρεια πως κατέληξε στα ευρήματα του και την έκθεση του, Τεκμήριο 19. Διευκρίνισε ότι η ρήξη του ήπατος και το αιμάτωμα στον εγκέφαλο του θύματος προκλήθηκαν από κάποιο δυνατό χτύπημα και είναι αδύνατο να προκλήθηκαν κατά τον απεγκλωβισμό του θύματος από το Όχημα Β. Απέκλεισε, μάλιστα, το ενδεχόμενο να απεγκλωβίστηκε βίαια το θύμα, εξηγώντας ότι σε τέτοια περίπτωση θα εντόπιζε εξωτερικές κακώσεις στην σορό του θύματος. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω την μαρτυρία του ως αξιόπιστη και την αποδέχομαι.

Ο Κατηγορούμενος, ως αναφέρθηκε ανωτέρω, άσκησε το δικαίωμα της σιωπής και δεν έδωσε μαρτυρία στο Δικαστήριο. Έδωσε, όμως, δύο καταθέσεις στην Αστυνομία, ήτοι την ημέρα του δυστυχήματος, 15.10.2022 (βλ. Τεκμήρια 6 και 6Α), και στις 12.11.2022 (βλ. Τεκμήρια 7 και 7Α). Στην πρώτη κατάθεσή του, ανέφερε ότι στις 15.10.2022 και περί ώρα 07:00 οδηγούσε το Όχημα Α στον επίδικο δρόμο και εντός της αριστερής λωρίδας κυκλοφορίας με ταχύτητα 58ΧΑΩ. Σε κάποιο σημείο του δρόμου αντιλήφθηκε από «κάποια απόσταση» το Όχημα Β να βρίσκεται στον κόλπο στάσης αριστερά του. Όταν πλησίασε «σε απόσταση 5-6 αυτοκινήτων» στο σημείο που βρισκόταν το Όχημα Β, αντιλήφθηκε ότι αυτό κινείτο με πολύ χαμηλή ταχύτητα μέσα στον κόλπο χωρίς να δείξει κάποια πρόθεση ότι ήθελε να εισέλθει εντός του κυρίως δρόμου, δηλαδή στην λωρίδα κυκλοφορίας του Κατηγορούμενου. Αφού ελάττωσε ταχύτητα, όταν πλησίασε «σε απόσταση 3 αυτοκινήτων» από το Όχημα Β, αντιλήφθηκε το εν λόγω όχημα να εξέρχεται από τον κόλπο και να μπαίνει στην πορεία του χωρίς να δώσει κάποια προειδοποίηση ή σήμα προηγουμένως και στην συνέχεια να κινείται για να εισέλθει αριστερά στην πάροδο, ήτοι την οδό Μπουμπουλίνας. Ο Κατηγορούμενος θεώρησε και υπολόγισε από την απόσταση που είχε από το Όχημα Β ότι αυτό θα έστριβε αριστερά στην πάροδο και ο ίδιος θα προχωρούσε κανονικά ευθεία χωρίς κανένα πρόβλημα. Εντούτοις, όταν το Όχημα Α έφτασε σε πολύ κοντινή απόσταση από το Όχημα Β, ενώ το Όχημα Β άρχισε να εισέρχεται στην πάροδο, ξαφνικά ακινητοποιήθηκε και ένα μεγάλο μέρος του εξακολουθούσε να βρίσκεται εντός της πορείας του Κατηγορούμενου. Σύμφωνα με τον Κατηγορούμενο, η απόσταση ήταν πολύ κοντινή και ο ίδιος δεν μπορούσε να αλλάξει πορεία διότι υπήρχαν άλλα οχήματα στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Το μόνο που κατάφερε να πράξει ήταν να πατήσει τα φρένα του Οχήματος Α και να στρίψει ελαφρώς το τιμόνι στα δεξιά, χωρίς, όμως, να καταφέρει να αποφύγει την σύγκρουση. Επίσης, ο Κατηγορούμενος παραδέχεται ότι συμφώνησε με το σχεδιαγράφημα του Τεκμηρίου 2 και το υπέγραψε. Στην δεύτερη κατάθεσή του, ο Κατηγορούμενος ανέφερε απλώς ότι δεν επιθυμεί να δει τα βίντεο του Τεκμηρίου 8 λόγω της άσχημης ψυχολογικής κατάστασης που βρισκόταν.

Όπως είναι νομολογιακά γνωστό και καθιερωμένο, το Δικαστήριο είναι ελεύθερο να αποδώσει την βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη της κατάθεσης του Κατηγορούμενου και συνήθως μεγαλύτερη βαρύτητα αποδίδεται στο μέρος της κατάθεσης που συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια προς τα συμφέροντα του (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109 και Γιώρκας ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 27/2021) ημερ. 16/03/2022). Στην παρούσα περίπτωση, το Δικαστήριο αποδίδει βαρύτητα και αποδέχεται τα ακόλουθα μέρη της κατάθεσης του Κατηγορούμενου:

(α) την παραδοχή του ότι ήταν ο οδηγός του Οχήματος Α κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο,

(β) την παραδοχή του ότι συμφώνησε με το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 και το σημείο σύγκρουσης «Χ», και

(γ) την παραδοχή του ότι είδε και αντιλήφθηκε την παρουσία του Οχήματος Β και ότι η ορατότητά του δεν εμποδιζόταν από οτιδήποτε πριν την επίδικη σύγκρουση.

Ο ΜΥ1 κλήθηκε από την Υπεράσπιση ως πραγματογνώμονας στην διερεύνηση τροχαίων δυστυχημάτων. Αναφορικά με τα προσόντα του, παρουσίασε βεβαιώσεις και πιστοποιητικά για μαθήματα που παρακολούθησε τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 και αναφέρθηκε στην πείρα του στην διερεύνηση δυστυχημάτων όταν υπηρετούσε στην Αστυνομία μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Παρά το γεγονός ότι υπέπεσε σε κάποιες μικρο-αντιφάσεις αναφορικά με την χρονική διάρκεια των προγραμμάτων που παρακολούθησε, δεν αμφισβητήθηκε ότι όντως παρακολούθησε τα εν λόγω μαθήματα και ήταν εξεταστής δυστυχημάτων κατά την υπηρεσία του στην Αστυνομία. Έχοντας υπόψιν την πολύχρονη πείρα του στην εξέταση τροχαίων δυστυχημάτων, αποδέχομαι την ιδιότητα του ως πραγματογνώμονας στην διερεύνηση τροχαίων δυστυχημάτων (βλ. επίσης Σιακόλα ν Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 110).

Ένας μάρτυρας πραγματογνώμονας μπορεί να εκφέρει την γνώμη του σε ζητήματα που εμπίπτουν στην ειδικότητά του, νοουμένου, όμως, ότι (α) θα αποδειχθεί με αποδεκτή μαρτυρία το υπόβαθρο γεγονότων στο οποίο στηρίχθηκε, και (β) θα εφοδιάσει το Δικαστήριο με όλα τα επιστημονικά δεδομένα, κριτήρια και πληροφορίες στις οποίες στηρίχθηκε για να καταλήξει στα συμπεράσματά του (βλ. Νικολάου ν Σταύρου (1992) 1 ΑΑΔ 746, Κοινοτικό Συμβούλιο Ομόδους ν Κονναρή (2011) 1 ΑΑΔ 2298 και Χρυσοστόμου ν Πέτρου (2014) 1 ΑΑΔ 1985). Είναι με βάση τα ανωτέρω κριτήρια που το Δικαστήριο ελέγχει, αποτιμά και αξιολογεί την μαρτυρία του πραγματογνώμονα, προτού το ίδιο διαμορφώσει και καταλήξει σε δική του ανεξάρτητη κρίση επί των γεγονότων που αποδείχθηκαν από την μαρτυρία.

Στην παρούσα υπόθεση, ο ΜΥ1 έλαβε εντολή να διερευνήσει τις συνθήκες του επίδικου δυστυχήματος στις 22.11.2024, ήτοι 2 έτη μετά το επίδικο δυστύχημα. Έλαβε υπόψιν του τα σχεδιαγράμματα της Αστυνομίας, Τεκμήρια 2 και 3, τις φωτογραφίες που λήφθηκαν από την Αστυνομία, Τεκμήρια 4 και 4Α, την διαμόρφωση του επίδικου δρόμου κατόπιν επί τόπου επιθεώρησης του από τον ίδιο  και την εκδοχή του Κατηγορούμενου. Σε σχέση με τις αρχικές πορείες των ενεχόμενων οχημάτων, εξέλαβε ως δεδομένο την εκδοχή του Κατηγορούμενου και αγνόησε το περιεχόμενο των βίντεο του Τεκμηρίου 8. Επιχείρησε δε να στηρίξει την θέση του για την αρχική πορεία του Οχήματος Β στον κόλπο στάσης αριστερά της λεωφόρου και πριν την πάροδο στην οδό Μπουμπουλίνας στο τόξο με διακεκομμένη γραμμή επί του Τεκμηρίου 2. Το εν λόγω τόξο, όμως, δεν αποτελεί πραγματική μαρτυρία, αλλά υπόδειξη του Κατηγορούμενου στον ΜΚ1 και συνεπώς συνιστά εξ ακοής μαρτυρία (βλ. Χαραλάμπους ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 153/2023) ημερ. 29.02.2024 και Βασιλείου v Γεωργίου (2002) 1 ΑΑΔ 409). Δηλαδή, ο ΜΥ1 εξέλαβε ως δεδομένο την ανωτέρω εξ ακοής μαρτυρία και αγνόησε πλήρως την πραγματική και διαφωτιστική μαρτυρία των βίντεο του Τεκμηρίου 8. Η άγνοια του αυτή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη από το Δικαστήριο, ιδιαίτερα στην παρούσα περίπτωση, όπου το Τεκμηρίο 8 καταρρίπτει πλήρως την ανωτέρω εκδοχή του Κατηγορούμενου. Συνακόλουθα, καταρρίπτει και την όλη μαρτυρία γνώμης του ΜΥ1 ότι είναι το Όχημα Β που συγκρούστηκε με το αριστερό μπροστινό φτερό του Οχήματος Α και όχι το αντίστροφο. Περαιτέρω, σε σχέση με την διερεύνηση του δυστυχήματος από την Αστυνομία και δη την λήψη των φωτογραφιών και την ετοιμασία των σχεδιαγραφημάτων, Τεκμήρια 2 και 3, ο ΜΥ1 ανέφερε ότι δεν έγιναν ορθά και επιμελώς. Εντούτοις, ουδεμία υποβολή θέσης περί τούτου έγινε στον ΜΚ1, ο οποίος έλαβε τις φωτογραφίες και ετοίμασε τα σχεδιαγραφήματα. Όλα τα ανωτέρω και ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο ΜΥ1 δεν έλαβε υπόψιν του όλα τα δεδομένα και πραγματική μαρτυρία και δη τα βίντεο του Τεκμηρίου 8, εκθεμελιώνουν την όλη μαρτυρία γνώμης του ΜΥ1 σε σχέση με το επίδικο δυστύχημα και την αναπαράσταση του που επιχείρησε να πράξει. Ως εκ τούτου η μαρτυρία του απορρίπτεται και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

Ο ΜΥ2 έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Ήταν σταθερός και σαφής στην μαρτυρία του, επεξηγώντας το κατατεθέν για την αλήθεια του περιεχομένου του Τεκμήριο 18. Η μαρτυρία του δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση και ο ίδιος δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις. Σε σχέση με την ποιότητα των βίντεο του Τεκμηρίου 8, ναι μεν ανέφερε ότι δεν διακρίνονται οι αριθμοί εγγραφής των οχημάτων και η εικόνα είναι λίγο θολή, αλλά ακόμα και με αυτό το υλικό ο κάθε ένας μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω την μαρτυρία του ως αξιόπιστη και την αποδέχομαι στο σύνολό της.

6.     Ευρήματα Γεγονότων

Σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου, καταλήγω στα κατωτέρω ευρήματα γεγονότων:

Στις 15.10.2022 και περί ώρα 07:10 ο Μ.Α. οδηγούσε το Όχημα Β στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας της επίδικης λεωφόρου στην Λάρνακα με κατεύθυνση προς τον κυκλικό κόμβο Λιμανιού, προσπαθώντας να αντιληφθεί τις κατευθυντήριες οδηγίες που του είχε δώσει ο ΜΠ1 για το που να κατευθυνθεί για να συναντηθούν. Στο Όχημα Β επέβαιναν ακόμα 3 πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και το θύμα, το οποίο καθόταν στην θέση πίσω από τον οδηγό. Ο ανωτέρω δρόμος είναι άσφαλτος καλής επιφάνειας, ευθύς και επίπεδος, με ικανοποιητική ορατότητα, και βρίσκεται εντός κατοικημένης περιοχής με ανώτατο όριο ταχύτητας τα 50ΧΑΩ. Αποτελείται από δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε κάθε κατεύθυνση και οι δύο κατευθύνσεις διαχωρίζονται από τσιμεντένιο στηθαίο. Κατά τον ανωτέρω επίδικο χρόνο το οδόστρωμα ήταν ξηρό και σε καλή κατάσταση. Πλησιάζοντας προς την συμβολή της λεωφόρου με την οδό Μπουμπουλίνας στα αριστερά, ο Μ.Α. έστριψε διαγώνια αριστερά και μετά ακινητοποίησε το Όχημα Β, με τα φώτα κινδύνου αναμμένα, στην είσοδο της οδού Μπουμπουλίνας, διαγώνια και σχεδόν παράλληλα με την επίδικη λεωφόρο, με το πίσω δεξιά μέρος του οχήματος να προεξέχει εντός της λεωφόρου και να καταλαμβάνει τουλάχιστον μισό μέτρο από το πλάτος της αριστερής λωρίδας κυκλοφορίας της. Στην συνέχεια, δύο διερχόμενα οχήματα, τα οποία κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση με το Όχημα Β, πέρασαν δίπλα και δεξιά από το σταματημένο Όχημα Β, χρησιμοποιώντας την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Το ίδιο έπραξε μετά από 4-5 δευτερόλεπτα και τρίτο διερχόμενο όχημα. Κατά τον ανωτέρω επίδικο τόπο και χρόνο, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το Όχημα Α προς την ίδια κατεύθυνση χρησιμοποιώντας την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Τριάντα-πέντε δευτερόλεπτα μετά που σταμάτησε το Όχημα Β ως ανωτέρω, το Όχημα Α πέρασε από το σημείο που ήταν σταματημένο το Όχημα Β, χωρίς να κινηθεί δεξιότερα προς την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, η οποία ήταν ελεύθερη από άλλα οχήματα, με αποτέλεσμα το μπροστά αριστερά μέρος του Οχήματος Α να συγκρουστεί με το πίσω δεξιά μέρος του Οχήματος Β στο σημείο «Χ» επί του σχεδιαγραφήματος. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από τις ζημιές που προκλήθηκαν στα ενεχόμενα οχήματα. Από το σημείο σύγκρουσης «Χ» υπάρχει ορατότητα 150 μέτρων περίπου προς τα πίσω, δηλαδή το Όχημα Β ήταν ορατό και αντιληπτό από απόσταση 150 μετρών. Λόγω της σύγκρουσης, το μπροστινό αριστερό ελαστικό του Οχήματος Α άφησε τα ίχνη μαυρίσματος «Α2» επί του Τεκμηρίου 3, τα οποία καταλήγουν στην τελική θέση του Οχήματος Α, ήτοι στο «Α3», και προκλήθηκε εκδορά επί του οδοστρώματος, ήτοι τα ίχνη «Α1» επί του Τεκμηρίου 3, από το πίσω δεξιά ελαστικό και ζάντα του Οχήματος Α. Τα δε ελαστικά του Οχήματος Β άφησαν τα ίχνη τριβής «Β1» επί του Τεκμηρίου 3, τα οποία καταλήγουν στην τελική θέση του Οχήματος Β, ήτοι στο «Β2». Από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 3 και του πρώτου βίντεο, προκύπτει ότι το Όχημα Α γύρισε αριστερόστροφα 180 μοίρες περίπου, ενώ το Όχημα Β γύρισε, επίσης, αριστερόστροφα 90 μοίρες περίπου. Κατά τον χρόνο της σύγκρουσης, το Όχημα Α προπορευόταν του οχήματος που οδηγούσε ο ΜΠ2, ο οποίος, μετά την σύγκρουση, σταμάτησε το όχημα του και κατέβηκε και βοήθησε τους επιβάτες του Οχήματος Β να βγάλουν το θύμα έξω από το αυτοκίνητο. Στην συνέχεια, κλήθηκαν ασθενοφόρα στην σκηνή, τα οποία παρέλαβαν τον Μ.Α. και τους επιβάτες του Οχήματος Β και τους μετέφεραν στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας για ιατρικές εξετάσεις. Εκ μέρους της Αστυνομίας κατέφθασε στην σκηνή ο ΜΚ1 και πιο μετά ο ΜΚ2, οι οποίοι διενήργησαν σχετικές εξετάσεις. Κατά την εισαγωγή του θύματος στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, αυτό διαγνώστηκε με βαριά εγκεφαλική βλάβη και αιμορραγία, υποβλήθηκε σε διάφορες εξετάσεις και του δόθηκε θεραπευτική αγωγή, χωρίς, όμως, να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Το θύμα απεβίωσε την επόμενη ημέρα, ήτοι στις 16.10.2022 και ώρα 23:50 στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας συνεπεία εγκεφαλικής κάκωσης και εσωτερικής αιμορραγίας, τα οποία προκλήθηκαν από την επίδικη τροχαία σύγκρουση.

7.     Νομική Πτυχή και Υπαγωγή Των Γεγονότων Σε Αυτή

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη του αδικήματος, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Αναφορικά με την κατηγορία που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος, σχετικό είναι το άρθρο 210 του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154) ως έχει τροποποιηθεί που προνοεί τα εξής:

«Όποιος, λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης, ή επικίνδυνης πράξης ή συμπεριφοράς, που δεν ανάγεται σε υπαίτια αμέλεια, χωρίς πρόθεση επιφέρει το θάνατο άλλου προσώπου, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση μέχρι τεσσάρων χρόνων ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσιες λίρες.»

Οι όροι «αλόγιστη», «απερίσκεπτη» και «επικίνδυνη» συνιστούν τρεις διαζευκτικούς τρόπους διάπραξης του αδικήματος (βλ. Savencu v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 194/2019) ημερ. 09/07/2020, ECLI:CY:AD:2020:B236). Σύμφωνα με το παρόν κατηγορητήριο, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται στην παρούσα υπόθεση για «επικίνδυνη» ή «απερίσκεπτη» πράξη. Παρά το ότι δεν εξειδικεύεται στις λεπτομέρειες ποια ήταν αυτή η πράξη, η Υπεράσπιση δεν ζήτησε περαιτέρω λεπτομέρειες από την Κατηγορούσα Αρχή (βλ. Murrel v Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 217). Στην απόφαση Savencu (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι για την επικίνδυνη οδήγηση απαιτείται τουλάχιστον απόδειξη κάποιου σφάλματος (fault), έστω και στιγμιαίου, εκ μέρους του Κατηγορούμενου και μιας επικίνδυνης κατάστασης, την οποία προκάλεσε το ανωτέρω σφάλμα, χωρίς όμως να είναι απαραίτητο το εν λόγω σφάλμα να αποτελεί την μόνη αιτία πρόκλησης της επικίνδυνης κατάστασης.

Σε σχέση με την απερίσκεπτη πράξη, όταν πρόκειται για οδήγηση, απαιτείται η απόδειξη οδήγησης οχήματος κατά τρόπο που να δημιουργεί εμφανή και σοβαρό κίνδυνο πρόκλησης βλάβης σε πρόσωπο ή περιουσία, χωρίς ο οδηγός να στρέψει την προσοχή του προς την πιθανότητα ύπαρξης τέτοιου κινδύνου ή, αφού τον αναγνωρίσει, να προχωρήσει αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο (βλ. Savencu (ανωτέρω) και R v Lawrence [1981] 1 All ΕR 974).

Στην απόφαση Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 221/2018) ημερ. 26.03.2019, ECLI:CY:AD:2019:B107, το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου για καταδίκη του εκεί κατηγορούμενου στην βάση του άρθρου 210 του ΚΕΦ.154 για επικίνδυνη οδήγηση. Ο εκεί κατηγορούμενος παρέλειψε παντελώς να αντιληφθεί την ύπαρξη της πεζής, παρά το γεγονός ότι υπήρχε ορατότητα και το όχημα στην απέναντι λωρίδα είχε ακινητοποιηθεί θέτοντας σε λειτουργία τα φώτα κινδύνου και κάνοντας νόημα στην πεζή με τα φώτα της να διασταυρώσει. Το σφάλμα του να μην αντιληφθεί καν την ύπαρξη της πεζής, παρά τις ανωτέρω περιστάσεις, και να μην λάβει κανένα αποτρεπτικό μέτρο, κρίθηκε ότι προκάλεσε μια επικίνδυνη κατάσταση.

Στην απόφαση Αστυνομία ν Νικολάου (Ποινική Έφεση 217/2016) ημερ. 11.05.2017, ECLI:CY:AD:2017:B168, ο εκεί κατηγορούμενος οδηγούσε σε σημείο επί λεωφόρου, όπου ο δρόμος είναι ευθύς με απεριόριστη ορατότητα και κατά τη διάρκεια της ημέρας χτύπησε την πεζή, η οποία διασταύρωνε την λεωφόρο, με το αριστερό μπροστινό φτερό του αυτοκινήτου του και σε απόσταση 50 εκατοστών προτού η πεζή καλύψει όλο το πλάτος του δρόμου. Το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής σχετικά:

«Η μη έγκαιρη αντίδραση του εφεσιβλήτου υποδηλοί απουσία πλήρους προσοχής στο δρόμο, ιδιαιτέρως όταν δεν έχει αναφερθεί ύπαρξη ψηλής ταχύτητας.

Σ' ένα δρόμο ευθύ, χωρίς οποιοδήποτε εμπόδιο, ο εφεσίβλητος οδηγούσε, αδιαφορώντας, όπως αποδείχθηκε, για τους άλλους που χρησιμοποιούσαν το δρόμο. Η συμπεριφορά αυτή ανάγεται σε επικίνδυνη οδήγηση».

Στην απόφαση Antoniou v Police (1987) 2 CLR 39, το θύμα ήταν επιβάτης σε μοτοσικλέτα, η οποία ενώ σταμάτησε σε διασταύρωση της λεωφόρου και περίμενε να ελευθερωθεί ο δρόμος από την αντίθετη κατεύθυνση για να στρίψει δεξιά, το όχημα που οδηγούσε ο εκεί κατηγορούμενος στην ίδια κατεύθυνση με την μοτοσικλέτα συγκρούστηκε με το πίσω μέρος της, καθώς δεν την είχε αντιληφθεί προηγουμένως μέχρι που άκουσε τον θόρυβο της σύγκρουσης. Ενόψει των ανωτέρω, το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη κρίση για απερίσκεπτη οδήγηση.

Στην απόφαση Ina Yasar ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 229/2024) ημερ. 08.11.2024, η εκεί κατηγορούμενη, ενώ το όχημα της ήταν σταθμευμένο αριστερά και έλεγξε από το καθρεφτάκι της και είδε την μοτοσικλέτα που κινείτο στην λεωφόρο, εισήλθε διαγώνια και χωρίς οποιαδήποτε προειδοποίηση στην λεωφόρο διασχίζοντας τις δύο λωρίδες κυκλοφορίας, καθώς υπολόγισε ότι θα προλάβαινε να στρίψει δεξιά σε παρακείμενη πάροδο. Η συμπεριφορά της κρίθηκε ως απερίσκεπτη, καθώς ενώ αντιλήφθηκε την μοτοσικλέτα, αδιαφόρησε για τον υπαρκτό κίνδυνο πρόκλησης δυστυχήματος.

Στην απόφαση Πέτρου ν Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 233, ο εκεί κατηγορούμενος οδηγούσε στην δεξιά από τις δύο λωρίδες κυκλοφορίας της κατεύθυνσής του και συγκρούστηκε με πεζή, η οποία διασταύρωνε την λεωφόρο. Στην απουσία μαρτυρίας ότι ο οδηγός είδε την πεζή, το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε ότι, υπό τις περιστάσεις, όφειλε να την δει και ενεργήσει με τρόπο ώστε να αποφύγει την σύγκρουση και συνεπώς η αποτυχία του να την αντιληφθεί και λάβει μέτρα αποφυγής εμπίπτει στον ορισμό της αλόγιστης ή επικίνδυνης πράξης ή συμπεριφοράς, και όχι στον ορισμό της απερίσκεπτης πράξης.

Ερχόμενος στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το Όχημα Α στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας κατά μήκος της λεωφόρου. Το Όχημα Β ήταν εντός του οπτικού πεδίου του και δεν υπήρχαν άλλα οχήματα μπροστά του που να εμποδίζουν την ορατότητα του. Ούτε υπήρχαν άλλα οχήματα στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας (της ίδιας κατεύθυνσης με του Κατηγορούμενου), που να εμπόδιζαν την κίνηση του Οχήματος Α προς τα δεξιά. Το δε Όχημα Β βρισκόταν σταματημένο στο επίδικο σημείο επί της εισόδου της παρόδου για περισσότερο από 30 δευτερόλεπτα πριν την επίδικη σύγκρουση, με τα φώτα κινδύνου του να είναι αναμμένα. Ο Κατηγορούμενος, στην κατάθεσή του (Τεκμήριο 6 και 6Α), παραδέχεται ότι είδε και αντιλήφθηκε την ύπαρξη του Οχήματος Β. Βέβαια, η εκδοχή του ότι το Όχημα Β βρισκόταν αρχικά στον κόλπο στάσης πριν την πάροδο και αφού εισήλθε στην λεωφόρο, έστριψε μετά προς την πάροδο και ακινητοποιήθηκε απότομα και απροειδοποίητα στην είσοδο της παρόδου, έχει καταρριφθεί από το περιεχόμενο του πρώτου βίντεο. Παρά το ότι ο Κατηγορούμενος αντιλήφθηκε την ύπαρξη του Οχήματος Β στην σκηνή, αυτός συνέχισε να οδηγεί στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Μάλιστα, στην κατάθεσή του, αναφέρει ότι όταν το Όχημα Β βρισκόταν στην είσοδο της παρόδου, ο Κατηγορούμενος θεώρησε ότι αυτό θα στρίψει και ο ίδιος προλαβαίνει να συνεχίσει κανονικά και απρόσκοπτα την πορεία του στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Η ανωτέρω θέση του καταμαρτυρεί ότι ο Κατηγορούμενος αντιλήφθηκε τον κίνδυνο και τον ανέλαβε –ή τουλάχιστον αγνόησε– συνεχίζοντας να οδηγεί στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και προς το Όχημα Β, χωρίς να λάβει μέτρα αποφυγής της σύγκρουσης, ενώ είχε άπλετο χρόνο και ανεμπόδιστη ορατότητα. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από την απουσία ιχνών τροχοπέδησης πριν το σημείο σύγκρουσης, αλλά και από το περιεχόμενο του πρώτου βίντεο στο Τεκμηρίο 8. Ενόψει των ανωτέρω, καταλήγω ότι η συμπεριφορά του Κατηγορούμενου κατατάσσεται στον ορισμό της απερίσκεπτης οδήγησης.

Αυτό που απομένει να αποδειχθεί είναι η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ανωτέρω απερίσκεπτης συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου και του θανάτου του θύματος. Στην απόφαση Voicu v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 78/2016) ημερ. 10/09/2018, ECLI:CY:AD:2018:B389, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής σχετικά:

«Από τη νομολογία σαφώς προκύπτει, ως αναγκαίος όρος για τη διάγνωση ενοχής, η διασύνδεση της παράνομης πράξης ή παράλειψης του κατηγορούμενου με το επιζήμιο γεγονός.  Αιτιώδης δε συνάφεια υπάρχει όταν η πράξη ή παράλειψη ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και κοινής λογικής, ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα.  Ιδιαίτερο πρόβλημα ανακύπτει σε περίπτωση, όπως στην υπό κρίση, όπου υπεισέρχεται πέραν της μιας αιτίας και σε ποια από αυτές θα πρέπει να αποδοθεί ο θάνατος.

Σε πρώτο στάδιο θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί ότι αν δεν λάμβανε χώρα η συμπεριφορά του κατηγορούμενου ο θάνατος δεν θα επερχόταν («but for test»): η συμπεριφορά του κατηγορούμενου θα πρέπει να συνιστά μια conditio sine qua non, αναγκαίο και απαραίτητο όρο της παραγωγής του αποτελέσματος (factual causation) (R. v. White (1910) 2 Q.B. 124).

Θα πρέπει όμως στη συνέχεια να εξεταστεί αν η πράξη του κατηγορούμενου αποτελεί ενεργό και ουσιαστική αιτία του θανάτου (operative and substantial cause of death) (R. v. Smith (1959) 2 Q.B. 35, Rossides (ανωτέρω)), χωρίς όμως να απαιτείται - η πράξη - να είναι η μόνη ή η κύρια αιτία (the sole or the main cause of death).»

Στην παρούσα υπόθεση, αν ο Κατηγορούμενος δεν οδηγούσε απερίσκεπτα το Όχημα Α, ως έχει εξηγηθεί ανωτέρω, δεν θα επερχόταν καμία σύγκρουση. Υπενθυμίζεται ότι μετά που σταμάτησε το Όχημα Β στο επίδικο σημείο και πριν την επίδικη σύγκρουση, είχαν διέλθει ακόμα τρία άλλα οχήματα, τα οποία πέρασαν δίπλα και δεξιά από το Όχημα Β, χρησιμοποιώντας μέρος της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Το δε γεγονός ότι το Όχημα Β είχε ακινητοποιηθεί σε είσοδο παρόδου και μέρος του οχήματος εξείχε εντός της αριστερής λωρίδας της λεωφόρου, ενδεχομένως να συνέβαλε στην πρόκληση του δυστυχήματος, αλλά δεν απαλλάσσει, υπό τις ανωτέρω περιστάσεις, τον Κατηγορούμενο από οποιαδήποτε ευθύνη (βλ. Τσολάκης ν Ανδρέου (2007) 1 ΑΑΔ 129, Κλεάνθους ν Ευαγγέλου (1998) 1 ΑΑΔ 1681 και Κυριάκου ν Κανάρη (1997) 1 ΑΑΔ 1436). Τυχόν συμβολή του Μ.Α., οδηγού του Οχήματος Β, στην πρόκληση του δυστυχήματος είναι αδιάφορη για σκοπούς της παρούσας ποινικής υπόθεσης, καθώς δεν απαιτείται η απερίσκεπτη συμπεριφορά του Κατηγορούμενου να είναι η μόνη ή η κύρια αιτία του θανάτου του θύματος (βλ. επίσης άρθρο 211(ε) του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154)). Τα ίδια ισχύουν και για το κατά πόσο το θύμα, το οποίο καθόταν πίσω από τον οδηγό του Οχήματος Β, έφερε την ζώνη ασφαλείας του (βλ. Παπαεπιφανείου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 16/2021) ημερ. 19.10.2021).

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Κατηγορούμενου πρόβαλε ως γραμμή υπεράσπισης την αμέλεια ή αδιαφορία του προσωπικού του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας, όπου είχε μεταφερθεί το θύμα μετά το δυστύχημα, με αποτέλεσμα το θύμα να αποβιώσει την επόμενη ημέρα στις 23:50, ήτοι 40 ώρες περίπου μετά το δυστύχημα.

Καταρχάς, σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ3, η αιτία θανάτου του θύματος ήταν τα τραύματα που υπέστη κατά το επίδικο τροχαίο δυστύχημα, και όχι κατά τον απεγκλωβισμό του από το Όχημα Β ή κατά την νοσηλεία του στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας. Επισημαίνεται ότι αυτά τα τραύματα διαγνώσθηκαν στο θύμα και κατά την εισαγωγή του στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας. Συνεπώς, δεν υπάρχει οποιαδήποτε διακοπή της αλυσίδας της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της απερίσκεπτης συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου και του θανάτου του θύματος (βλ. επίσης Στυλιανού ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 240/2018) ημερ. 25.02.2021). Άλλωστε, στο ενημερωτικό σημείωμα εξόδου ημερ. 16.10.2022 στο Τεκμήριο 22 καταγράφονται λεπτομερώς οι εξετάσεις και θεραπείες που έγιναν στο θύμα και δεν έχουν αμφισβητηθεί ότι όντως έγιναν. Επομένως, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση της Υπεράσπισης ότι το θύμα δεν έτυχε νοσηλείας στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας. Ούτε έχει, επίσης, οποιαδήποτε σημασία αν το θύμα δεν υπέβαλε τον εαυτό του σε χειρουργική επέμβαση μετά το επίδικο δυστύχημα (βλ. άρθρο 211(β) του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154)).

Συνεπώς, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι η ανωτέρω απερίσκεπτη συμπεριφορά του Κατηγορούμενου ήταν η αιτία, και μάλιστα η κύρια, του θανάτου του θύματος.

Ενόψει των ανωτέρω, καταλήγω ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη του αδικήματος της 1ης κατηγορίας από τον Κατηγορούμενο, ήτοι την πρόκληση θανάτου του Alragheb Ahmad λόγω της ανωτέρω απερίσκεπτης συμπεριφοράς του.

8.     Κατάληξη

Για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο