
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 529/2025
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Κατηγορούσα Αρχή
ν
ΣΑΡΙΝ ΓΕΣΣΑΓΑΝ ΤΖΙΚΕΡΤΖΙΑΝ
Κατηγορούμενη
Ημερομηνία: 08.04.2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Μάριος Ζαρής
Για την Κατηγορούμενη: Προσωπικά
Κατηγορούμενη παρούσα.
ΑΠΟΦΑΣΗ
1. Εισαγωγή
Η παρούσα υπόθεση αφορά το αδίκημα της υπέρβασης ορίου ταχύτητας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 17.01.2025, η Κατηγορούμενη κατηγορείται ότι στις 09.10.2024 οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα της (εφεξής καλούμενου ως «το Όχημα Α») στην Λεωφόρο Αρτέμιδος στην Λάρνακα με ταχύτητα 75ΧΑΩ αντί 50ΧΑΩ που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας στον ανωτέρω δρόμο.
2. Η Μαρτυρία
Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε ένα μάρτυρα για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Αστυφύλακα 3733 (ΜΚ1). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της Κατηγορούμενης, κάλεσε την Κατηγορούμενη σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση της. Η Κατηγορούμενη επέλεξε να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.
Ο ΜΚ1 υπηρετεί στην Ομάδα Ζ της Τροχαίας Λάρνακας και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του το περιεχόμενο της πρόσοψης του ανακριτικού φακέλου που ετοίμασε ο ίδιος στις 11.12.2024, ήτοι το Τεκμήριο 1. Στις 19.10.2024 και περί ώρα 08:05 βρισκόταν για έλεγχο τροχαίας στην Λεωφόρο Αρτέμιδος στην Λάρνακα παρά τα Δικαστήρια και κατήγγειλε την Κατηγορούμενη για το αδίκημα της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος καθ’ υπέρβαση του επιτρεπόμενου ορίου ταχύτητας των 50ΧΑΩ στον επίδικο δρόμο. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιώντας το ταχύμετρό του, διαπίστωσε από απόσταση 217 μέτρων ότι η Κατηγορούμενη οδηγούσε το Όχημα Α με ταχύτητα 75ΧΑΩ. Αφού την ανέκοψε, της εξέδωσε εξώδικο ύψους €75, το οποίο δεν πληρώθηκε μέχρι σήμερα. Στην αντεξέτασή του, αρνήθηκε την υποβολή της Κατηγορούμενης ότι κατά τον χρόνο της ανακοπής ο ίδιος συνομιλούσε με κάποιο άλλο πρόσωπο, το οποίο είχε ανακόψει προηγουμένως, και ως εκ τούτου δεν χρησιμοποίησε το ταχύμετρο για να διαπιστώσει την ταχύτητα της Κατηγορούμενης. Εξήγησε δε ότι η προηγούμενη καταγγελία που είχε κάμει κατά την επίδικη ημέρα ήταν στις 08:02 και διευκρίνισε ότι ο ίδιος διαπίστωσε την ταχύτητα της Κατηγορούμενης σε απόσταση 217 μέτρων από το σημείο που βρισκόταν, και όχι κατά τον χρόνο που την ανέκοψε. Πρόσθεσε δε ότι η Κατηγορούμενη δεν του ζήτησε να της υποδείξει την ένδειξη του ταχύμετρου. Στην συνέχεια, η Κατηγορούμενη υπέβαλε στον ΜΚ1 ότι η ίδια οδηγούσε με ταχύτητα 60-65ΧΑΩ, και όχι 75ΧΑΩ. Ο ΜΚ1 αρνήθηκε και αυτή την υποβολή και επανέλαβε τις ανωτέρω θέσεις του.
3. Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα
Τα κατωτέρω γεγονότα δεν έχουν αμφισβητηθεί και ως εκ τούτου συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):
(α) Στις 09.10.2024 και ώρα 08:05 η Κατηγορούμενη οδηγούσε το Όχημα Α στην Λεωφόρο Αρτέμιδος στην Λάρνακα και σε σημείο του ανωτέρω δρόμου, όπου το ανώτατο όριο ταχύτητας είναι τα 50ΧΑΩ.
(β) Κατά τον ανωτέρω επίδικο τόπο και χρόνο, ο ΜΚ1, ο οποίος βρισκόταν για έλεγχο τροχαίας, ανέκοψε την Κατηγορούμενη και την κατήγγειλε ότι οδηγούσε με ταχύτητα 75ΧΑΩ. Της εξέδωσε εξώδικο, το οποίο η Κατηγορούμενη δεν πλήρωσε.
4. Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας
Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή τον ΜΚ1 και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία του με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά του (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας του (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία του μάρτυρα (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία του ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).
Ο ΜΚ1 έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Δεν έχει οποιοδήποτε συμφέρον από την έκβαση της παρούσας υπόθεσης και ήταν σταθερός στις απαντήσεις του, χωρίς να υποπέσει σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις κατά την αντεξέταση του. Ήταν, επίσης, σαφής και λεπτομερής σε ότι αφορά την απόσταση από την οποία διαπίστωσε την ταχύτητα του Οχήματος Α και παρέμεινε σταθερός στην θέση του ότι το έπραξε χρησιμοποιώντας το ταχύμετρό του. Εξήγησε δε ότι πρώτα έλαβε χώρα η διαπίστωση της ταχύτητας του Οχήματος Α με το ταχύμετρο του και μετά έγινε σήμα για ανακοπή του. Επιπρόσθετα, δεν αμφισβητήθηκε η θέση του ότι η Κατηγορούμενη δεν του ζήτησε να της υποδείξει την ένδειξη της ταχύτητας της στο ταχύμετρο. Ενόψει των ανωτέρω, η μαρτυρία του κρίνεται ως αξιόπιστη και γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο.
5. Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου
Εφόσον η Κατηγορούμενη αρνείται την διάπραξη του επίδικου αδικήματος, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, η Κατηγορούμενη δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί της είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.
Η σχετική νομοθετική πρόνοια είναι το άρθρο 6(3) του Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου (Ν.86/1972) ως έχει τροποποιηθεί που προνοεί τα εξής:
«Πας όστις οδηγεί μηχανοκίνητον όχημα επί τινος οδού με ταχύτητα μεγαλυτέραν του ανωτάτου ή μικροτέραν του κατωτάτου ορίου ταχύτητος όπερ έχει ορισθή υπό της αρμοδίας αρχής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) ή της επιφυλάξεως αυτού είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.»
Ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, η Κατηγορούμενη δεν αμφισβητεί ότι οδηγούσε το Όχημα Α στον επίδικο δρόμο, όπου το ανώτατο όριο ταχύτητας είναι τα 50ΧΑΩ. Εκείνο που αμφισβητεί και καλείται ουσιαστικά το Δικαστήριο να αποφασίσει είναι κατά πόσο η ταχύτητα της ήταν 75ΧΑΩ.
Καταρχάς, επισημαίνω ότι παρά το γεγονός ότι η Κατηγορούμενη παραδέχθηκε εμμέσως διά της υποβολής της στον ΜΚ1 ότι οδηγούσε το Όχημα Α καθ’ υπέρβαση του ανώτατου επιτρεπόμενου ορίου ταχύτητας (βλ. σχετικά Αναστασίου ν Γενικού Εισαγγελέα (2005) 2 ΑΑΔ 492 και Γιουρούκκης ν Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 402), αμφισβητεί το ύψος της υπέρβασης. Η αμφισβήτηση της δεν έγκειται στην ορθή λειτουργία του ταχύμετρου, αλλά στο κατά πόσο ο ΜΚ1 κρατούσε και χρησιμοποίησε ταχύμετρο για την διαπίστωση της ταχύτητας του Οχήματος Α. Υπενθυμίζω στο σημείο αυτό ότι η διαπίστωση της ταχύτητας αυτοκινήτου με το ταχύμετρο είναι τρόπος διάγνωσης που έχει γίνει τεχνικά και νομικά αποδεκτός με βάση την κείμενη νομοθεσία και νομολογία (βλ. Μεταξάς ν Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 560).
Σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ1, ο ίδιος διαπίστωσε την ταχύτητα 75ΧΑΩ του Οχήματος Α χρησιμοποιώντας το ταχύμετρό του και, συνεπώς, τούτο αποτελεί και εύρημα του Δικαστηρίου. Το γεγονός ότι ο ΜΚ1 δεν υπέδειξε στην Κατηγορούμενη την ένδειξη του ταχύμετρου, αν και είναι χρήσιμο για σκοπούς επιβεβαίωσης, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την απόδειξη του αδικήματος (βλ. Πετράκης ν Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 455). Άλλωστε, σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ1, η Κατηγορούμενη δεν του ζήτησε να της υποδείξει την ένδειξη στο ταχύμετρο.
Ενόψει όλων των ανωτέρω, κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει την διάπραξη του αδικήματος από την Κατηγορούμενη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
6. Κατάληξη
Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ένοχη την Κατηγορούμενη στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.
(Υπ.).....................................
Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο