Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας ν. HAWZHIN OSMAN MAJED κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 6264/2025, 4/7/2025
print
Τίτλος:
Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας ν. HAWZHIN OSMAN MAJED κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 6264/2025, 4/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 6264/2025

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

εναντίον

1.    HAWZHIN OSMAN MAJED

2.    ASUDA OSMAN MAJED  

                                                                             Κατηγορούμενες

Ημερομηνία: 4.7.2025

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Ζ. Κούμουρου       

Για τις Κατηγορούμενες: κα Μ. Μικελλίδου    

Κατηγορούμενες: Παρούσες  

ΠΟΙΝΗ

Το κατηγορητήριο της παρούσας υπόθεσης περιλαμβάνει 5 κατηγορίες εκ των οποίων η τελευταία αναστάλθηκε. Οι κατηγορίες 1 και 2 αφορούν την 1η κατηγορούμενη και οι κατηγορίες 3 και 4 τη 2η κατηγορούμενη.

 

Οι κατηγορίες 1 και 3 αφορούν το αδίκημα της κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333, 335 και 339 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και οι κατηγορίες 2 και 4 το αδίκημα της πλαστοπροσωπίας κατά παράβαση των άρθρων 35 και 360 του Ποινικού Κώδικα. Οι κατηγορούμενες άμεσα δήλωσαν παραδοχή στις κατηγορίες που καθεμιά τους αντιμετωπίζει.  

 

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος των κατηγοριών 1 και 2 η 1η κατηγορούμενη στις 30.5.2025 και περί ώρα 14:00 στο αεροδρόμιο Λάρνακας εν γνώση της και δολίως έθεσε σε κυκλοφορία πλαστό έγγραφο ήτοι ολλανδική ταυτότητα καθώς επίσης ότι επί σκοπώ καταδολίευσης του Αστ. 907 Σ. Ιωάννου του Κ.Ε.Δ. Αεροδρομίου Λάρνακας ψευδώς παρέστησε τον εαυτό της ως άλλο πρόσωπο ήτοι το πρόσωπο το οποίο εκεί αναγράφεται.

 

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος των κατηγοριών 3 και 4 η 2η κατηγορούμενη στις 30.5.2025 και περί ώρα 14:00 στο αεροδρόμιο Λάρνακας εν γνώση της και δολίως έθεσε σε κυκλοφορία πλαστό έγγραφο ήτοι ολλανδική ταυτότητα καθώς επίσης ότι επί σκοπώ καταδολίευσης του Αστ. 907 Σ. Ιωάννου του Κ.Ε.Δ. Αεροδρομίου Λάρνακας ψευδώς παρέστησε τον εαυτό της ως άλλο πρόσωπο ήτοι το πρόσωπο το οποίο εκεί αναγράφεται.

 

Τα γεγονότα ως αυτά εκτέθηκαν από τον εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής και δεν αμφισβητήθηκαν από τη δικηγόρο των κατηγορουμένων έχουν ως ακολούθως: στις 30.5.2025  και περί ώρα 14:20 ενώ ο Μ.Κ.1 του Κ.Ε.Δ. αερολιμένα Λάρνακας βρισκόταν σε καθήκον στο τμήμα αναχωρήσεων προσήλθαν οι 2 κατηγορούμενες και του παρουσίασαν ως ταξιδιωτικά έγγραφα από μια ολλανδική ταυτότητα.

 

Η 1η κατηγορούμενη παρουσίασε ταυτότητα με λεπτομέρειες ως αυτές αναγράφονται στις λεπτομέρειες αδικήματος της 1ης κατηγορίας και στοιχεία κατόχου ως αυτά αναγράφονται στις λεπτομέρειες αδικήματος της 2ης κατηγορίας ενώ η 2η κατηγορουμένη παρουσίασε ταυτότητα με τα στοιχεία που αναγράφονται στις λεπτομέρειες αδικήματος της 3ης κατηγορίας και στοιχεία κατόχου ως αυτά αναγράφονται στις λεπτομέρειες αδικήματος της 4ης κατηγορίας.

 

Κατά τον έλεγχο εγέρθηκαν υποψίες ως προς τη γνησιότητα των εν λόγω ταυτοτήτων καθώς αυτές δεν αντιδρούσαν όπως οι γνήσιες ολλανδικές ταυτότητες. Οι κατηγορούμενες οδηγήθηκαν στα γραφεία του αερολιμένα Λάρνακας όπου ανακρινόμενες προφορικά παραδέχθηκαν ότι τα έγγραφα που παρουσίασαν δεν τους ανήκαν και ότι ήταν πλαστά. Ανέφεραν επίσης τα πραγματικά τους στοιχεία και από έλεγχο που έγινε διαπιστώθηκε ότι είναι αιτήτριες ασύλου των οποίων εκκρεμεί η εξέταση των αιτήσεών τους.

 

Η δικηγόρος των κατηγορουμένων όταν έλαβε τον λόγο προς μετριασμό της ποινής αναφέρθηκε στο λευκό ποινικό μητρώο τους και στο νεαρό της ηλικίας τους, είναι άτομα ηλικίας 31 και 28 ετών αντίστοιχα. Ανέφερε επίσης ότι η 1η κατηγορούμενη είναι μητέρα 2 παιδιών τα οποία βρίσκονται στην χώρα τους, το ένα ηλικίας 10 ετών και το άλλο 12 καθώς επίσης ότι και η 2η κατηγορουμένη είναι μητέρα ενός παιδιού 2 ετών. Τα παιδιά σήμερα βρίσκονται στη χώρα τους και είναι υπό την προστασία της αδελφής του άνδρα της 1ης κατηγορούμενης.

 

Ανέφερε επίσης ότι ο σύζυγος της 1ης κατηγορουμένης είναι αξιωματικός σε οργάνωση στη χώρα τους όπου έχει μεγάλη εξουσία. Ανέφερε πως σύμφωνα με όσα ισχύουν στο Ιράκ και στο Κουρδιστάν από όπου κατάγονται οι κατηγορούμενες η θέση της γυναίκας είναι πολύ μειονεκτική. Ανέφερε επίσης ότι η 1η κατηγορουμένη δεινοπαθούσε στον γάμο της και παρέδωσε στο Δικαστήριο σχετικές φωτογραφίες από τις οποίες φαίνεται ότι ο σύζυγός της την χτυπούσε συνεχώς καθώς επίσης και μια δέσμη με διάφορα ιατρικά πιστοποιητικά που βεβαιώνουν τα πιο πάνω.

 

Ανέφερε επίσης ότι η 1η κατηγορουμένη αποφάσισε ότι έπρεπε να φύγει από τον σύζυγο της και από τη συζυγική οικία και ευτυχώς βρήκε βοήθεια μέσω της αδελφής του συζύγου της που είναι και αυτή γυναίκα και αντιλήφθηκε τη θέση της 1ης κατηγορούμενης και αποφάσισε να τη βοηθήσει.

 

Ανέφερε επίσης ότι οι κατηγορούμενες για την αγορά των 2 επίδικων πλαστών ταυτοτήτων οι κατηγορούμενες πλήρωσαν το ποσό των 10.650  δολαρίων για να μπορέσουν να ξεφύγουν από την απελπιστική κατάσταση την οποία βίωναν.

 

Όσον αφορά τη 2η κατηγορουμένη ανέφερε ότι είναι αδελφή της 1ης κατηγορούμενης. Η 2η κατηγορουμένη έχει χωρίσει από τον άνδρα της γιατί και αυτός την κακοποιούσε και πήγε να ζήσει μαζί με την αδελφή της όπου ο σύζυγος της 1ης κατηγορουμένης προσπάθησε να την βιάσει. Ήταν και αυτή μια αιτία που αποφάσισαν και οι δύο να φύγουν από τη χώρα τους. Η κα Μικελλίδου παρέδωσε επίσης πιστοποιητικό γέννησης του παιδιού της 2ης κατηγορούμενης στο οποίο αναγράφεται ότι το κορίτσι γεννήθηκε στις 18.5.2023. 

 

Ανέφερε περαιτέρω ότι οι κατηγορούμενες άμεσα με το που συνελήφθησαν στο αεροδρόμιο υπέβαλαν από μόνες τους χωρίς την παρουσία δικηγόρου αιτήσεις για να τους παραχωρηθεί πολιτικό άσυλο λόγω ακριβώς των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν στη χώρα τους. 

 

Ανέφερε επίσης ότι ο λόγος για τον οποίο οι κατηγορούμενες έφυγαν από τη χώρα τους παρόλο που είναι δύσκολο 2 μητέρες να εγκαταλείπουν τα παιδιά τους, ήταν το ότι έπρεπε να γλυτώσουν από τον σύζυγο της 1ης κατηγορούμενης που είχε θέση αξιωματικού στο Ιράκ. Η κα Μικελλίδου παρέδωσε επίσης στο Δικαστήριο μια δέσμη 8 εγγράφων για να καταδείξει ότι οι κατηγορούμενες κινδύνευαν αν παρέμεναν στην χώρα τους και πως διέφυγαν όχι για εγωισμό ούτε για τη δική τους άνεση αλλά για να σώσουν τη ζωή τους.

 

Μελέτησα με προσοχή και έχω υπόψη μου όλα όσα αναφέρθηκαν.  

 

Το Δικαστήριο κατά τη διαδικασία επιλογής του είδους της ποινής που θα επιβάλει σε μια συγκεκριμένη υπόθεση λαμβάνει υπόψη του τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την ανώτατη ποινή που ο νόμος προβλέπει για καθένα από αυτά, τις περιστάσεις διάπραξής τους καθώς επίσης και τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του εκάστοτε κατηγορούμενου. Λαμβάνει επίσης υπόψη του πως σε αδικήματα όπου παρατηρείται αυξητική τάση διάπραξής τους η επιβολή αποτρεπτικών ποινών καθίσταται αναγκαία.

 

Για το αδίκημα της κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου (κατηγορίες 1 και 3) το άρθρο 335 του Ποινικού Κώδικα προβλέπει ποινή φυλάκισης 3 χρόνων και για το αδίκημα της πλαστοπροσωπίας (κατηγορίες 2 και 4) το άρθρο 35 του Ποινικού Κώδικα προβλέπει ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα 2 χρόνια ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες (περίπου €2.562,00) ή και τις δύο αυτές ποινές.

 

Τα επίδικα αδικήματα, ως προκύπτει από τις ως άνω προβλεπόμενες για αυτά ποινές, είναι σοβαρά.

 

Στο έργο εξατομίκευσης της ποινής είναι καθήκον του Δικαστηρίου να λαμβάνει υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία, περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης, για εξισορρόπηση της ποινής έτσι ώστε αυτή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).

 

Από την άλλη όμως η διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή (Μιχάλης Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 557). Η εξατομίκευση της ποινής επιτυγχάνεται μέσα και όχι έξω από το πλαίσιο των αρχών που διέπουν τον καθορισμό της ποινής (Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (2001) 2 Α.Α.Δ. 285).

 

Οι παλαιότερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αφορούν στην επιβολή ποινών παρέχουν ένδειξη του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων αδικημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής πλην όμως δεν έχουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου επειδή η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και των συνθηκών του εκάστοτε παραβάτη (Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1, Γεωργίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 61/2020, ημερομηνίας 14.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B304 και ANDREI ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 164 και 165/2022, ημερομηνίας 23.1.2023).

 

Στην υπόθεση William v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 431 τονίστηκε η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε σχέση με αδικήματα πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου. Στην εν λόγω υπόθεση αναφέρθηκε ότι η ποινή φυλάκισης 9 μηνών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα άτομο νεαρής ηλικίας κατόπιν παραδοχής του στο αδίκημα της κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου ήταν επιεικής και όχι έκδηλα υπερβολική ως είχε προβάλει ο εφεσείων.

 

Στην υπόθεση Ματούρ κ.ά. v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 36 επικυρώθηκε ως ορθή η ποινή φυλάκισης 15 μηνών που επιβλήθηκε στους εφεσείοντες στην κατηγορία της κυκλοφορίας πλαστού διαβατηρίου και αναφέρθηκε επίσης πως η ποινή που προσβλήθηκε ως έκδηλα υπερβολική βρισκόταν μάλλον στην πλευρά της επιείκειας παρά την έκδηλη υπερβολή.

 

Στην υπόθεση Kandiah v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 324 επικυρώθηκε ως ορθή η ποινή φυλάκισης 12 μηνών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα κατόπιν άμεσης παραδοχής του σε κατηγορία κυκλοφορίας πλαστού διαβατηρίου.

 

Στην υπόθεση KHAKNEGAD v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 192 επικυρώθηκε ως ορθή η ποινή φυλάκισης 15 μηνών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα που είχε λευκό ποινικό μητρώο κατόπιν της άμεσης παραδοχής του σε κατηγορία κυκλοφορίας πλαστού διαβατηρίου.

 

Στην υπόθεση KINDADA v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 6/2022, ημερ. 16.3.2022 λέχθηκε πως σε περιπτώσεις πλαστοπροσωπίας όπου η διάπραξη του αδικήματος αποσκοπεί στην εξαπάτηση κρατικών αρχών, αυτό συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα (Khalife v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 315, Kandiah v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 324, Borizov v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 204, Bhatti v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 661, Khaknegad v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 192 και Ματούρ ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 36). Στην παρούσα υπόθεση ο σκοπός εξαπάτησης αφορούσε τον επί καθήκοντι αστυνομικό του Κέντρου Ελέγχου Διαβατηρίων του αεροδρομίου Λάρνακας.

 

Στην ως άνω υπόθεση KINDADA v. Αστυνομίας, κρίθηκε ότι η ποινή φυλάκισης 8 μηνών που επιβλήθηκε στην εφεσείουσα ηλικίας 25 ετών με λευκό ποινικό μητρώο κατόπιν παραδοχής της στην κατηγορία της πλαστοπροσωπίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ήταν έκδηλα υπερβολική ούτως ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς διαφοροποίησή της.

Στα πλαίσια εξατομίκευσης της ποινής λαμβάνω επίσης υπόψη μου την ανώτατη ποινή που προβλέπει ο νόμος για καθένα από τα επίδικα αδικήματα καθώς επίσης ότι αδικήματα όπως τα επίδικα διαπράττονται με ανησυχητική συχνότητα με αποτέλεσμα να καθίσταται αναγκαία η επιβολή αποτρεπτικής ποινής. Προς το τελευταίο λαμβάνω υπόψη μου ότι στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας καταχωρούνται τέτοιες υποθέσεις σχεδόν καθημερινά.

 

Προς όφελος των κατηγορουμένων λαμβάνω υπόψη μου το λευκό τους ποινικό μητρώο και την παραδοχή τους η οποία αποτελεί ένα σημαντικό ελαφρυντικό παράγοντα. Στην υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 λέχθηκε ότι «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή»

 

Λαμβάνω επίσης υπόψη μου τις προσωπικές και οικογενειακές τους περιστάσεις και το γεγονός ότι βρίσκονται στην Κυπριακή Δημοκρατία ως αιτήτριες πολιτικού ασύλου. Περαιτέρω λαμβάνω υπόψη μου το νεαρό της ηλικίας τους και το γεγονός ότι είναι μητέρες ανήλικων τέκνων.

 

Ειδικότερα σε σχέση με τη 2η κατηγορούμενη το γεγονός ότι είναι μητέρα ενός ανήλικου τέκνου ηλικίας κάτω των 3 ετών επιδρά σε πολύ μεγάλο βαθμό στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης αφού στην περίπτωσή της δεν επιτρέπεται να της επιβληθεί ποινή στερητική της ελευθερίας παρά μόνο όταν συντρέχουν σωρευτικά και οι 3 προυποθέσεις που θέτει το άρθρο 3 του περί της Προστασίας Ανήλικων Τέκνων Καταδικασθεισών ή Ύποπτων Μητέρων Νόμου 33(I)/2005.

 

Στην παρούσα υπόθεση η επιβολή τέτοιας ποινής στη 2η κατηγορούμενη δεν επιτρέπεται αφού τα επίδικα αδικήματα τα οποία διέπραξε δεν ενέχουν το στοιχείο της άσκησης βίας κατά οποιουδήποτε ατόμου που είναι μία από τις 3 προϋποθέσεις που θέτει το εν λόγω άρθρο.

Συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα όσα εκτίθενται πιο πάνω και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων, χωρίς να παραγνωρίζω τους πιο πάνω ελαφρυντικούς παράγοντες, κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή για την 1η κατηγορούμενη είναι αυτή της φυλάκισης. Οποιαδήποτε άλλη ποινή όχι μόνο δεν θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του νόμου αλλά επιπλέον θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα σε νέους επίδοξους παραβάτες. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να πατάξει αξιόποινες συμπεριφορές προκειμένου να καταδείξει ότι η συνέχιση διάπραξης τέτοιων αδικημάτων δεν είναι ανεκτή και θα πρέπει επιτέλους να τερματιστεί.

 

Πρέπει επίσης να λεχθεί ότι παρόλο που οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής κρίνω εντούτοις ότι δεν είναι τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω και της αναγκαιότητας για επιβολή αποτρεπτικών ποινών σε υποθέσεις όπως η παρούσα. Οι εν λόγω παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν το ύψος όχι όμως και το είδος της ποινής.

 

Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ως αρμόζουσες υπό τις περιστάσεις ποινές τις ακόλουθες:

 

Στην 1η κατηγορούμενη:

·      Στην 1η κατηγορία ποινή φυλάκισης 10 μηνών

·      Στη 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 7 μηνών

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στην 1η κατηγορούμενη να συντρέχουν.

Για τη 2η κατηγορούμενη κρίνω ως αρμόζουσα ποινή αυτή της επιβολής ποινής προστίμου €750,00 σε καθεμιά από τις κατηγορίες 3 και 4.  

 

Έχοντας επιβάλει στην 1η κατηγορούμενη ποινή φυλάκισης κάτω των 3 ετών προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω το θέμα της αναστολής της ποινής φυλάκισης που της επιβλήθηκε.

 

Το θέμα της αναστολής ποινής φυλάκισης ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 186(1)/2003 καθώς επίσης και οι αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161). Επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι δυνατό να ανασταλεί εφόσον αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης ή και από τα προσωπικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου.

 

Σχετικά με το ζήτημα της αναστολής ποινής φυλάκισης στην υπόθεση Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930 λέχθηκε ότι «κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».

 

Στην υπόθεση Απέργη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 64/2023, ημερ. 22.6.2023 έγινε αναφορά στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 9/2021, ημερ. 29.7.2021 στην οποία εξηγήθηκε ότι ποινή φυλάκισης, ακόμα και εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυστηρή λόγω του ύψους της, μπορεί να απωλέσει το στοιχείο της αποτροπής εφόσον ανασταλεί, ακόμα και να καταστεί ανεπαρκής για την τιμωρία του καταδικασθέντα.

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(1)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) και λαμβάνοντας υπόψη μου την άμεση παραδοχή της 1ης κατηγορούμενης που φανερώνει και την έμπρακτη μεταμέλειά της και τα προσωπικά της περιστατικά και ιδίως ότι είναι άτομο λευκού ποινικού μητρώου και μητέρα 2 ανήλικων τέκνων καθώς επίσης τους λόγους που την ώθησαν να φύγει από τη χώρα καταγωγής της και να αναζητήσει άσυλο στην Κυπριακή Δημοκρατία κρίνω ότι υπό τις περιστάσεις δικαιολογείται όπως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που της επιβλήθηκε.

 

Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στην 1η κατηγορούμενη αναστέλλεται για περίοδο 2 ετών από σήμερα.

 

Επεξηγείται στην 1η κατηγορούμενη η έννοια της επιβολής ποινής φυλάκισης με αναστολή.  

 

                                                          (Υπ.) ..................................

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο