
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Λ. ΧΑΒΙΑΡΑ, Ε.Δ.
Αρ. Υπ. 945/2022
Μεταξύ:
ΔΗΜΟΣ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ
Κατηγορούσα Αρχή
-και-
ΔΗΜΟΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ
Κατηγορούμενος
Ημερομηνία: 7.4.2025
Εμφανίσεις:
Για Κατηγορούσα Αρχή: κ. Παυλήμπεης
Για Κατηγορούμενο: κ. Ευσταθίου με κα. Κυπριανού
ΑΠΟΦΑΣΗ
Το Κατηγορητήριο
Ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει διάφορες κατηγορίες για κατ’ ισχυρισμό παραβάσεις διατάξεων του Κεφ.96. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων o κατηγορούμενος μεταξύ της χρονικής περιόδου 1.1.1999 και 31.12.2004 ή και προγενέστερα ανήγειρε οικοδομή (1η κατηγορία), επέτρεψε την ανέγερση οικοδομής (2η κατηγορία), ανέχθηκε την ανέγερση οικοδομής (3η κατηγορία) χωρίς άδεια από την αρμόδια Αρχή, από την 1.1.2005 μέχρι σήμερα χρησιμοποιεί και κατέχει οικοδομή χωρίς πιστοποιητικό έγκρισης (4η κατηγορία και 5η κατηγορία).
Η Μαρτυρία
Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε τρεις μάρτυρες για να αποδείξει την υπόθεση της. Τον ΜΚ1, πολιτικό μηχανικό στον ΕΟΑΛ, τον ΜΚ2, τεχνικό μηχανικό στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και τον ΜΚ3 ο οποίος είναι Δημοτικός Γραμματέας στον Δήμο Αραδίππου. Ο Κατηγορούμενος μετά που κλήθηκε να προβάλει την υπεράσπιση του κάλεσε δυο μάρτυρες υπεράσπισης, τον Λ.Λ. ΜΥ1 και την ΜΥ2, θυγατέρα του.
Ολόκληρη η μαρτυρία έχει καταγραφεί στα πρακτικά του Δικαστηρίου και είναι υπόψιν μου. Ως διαφαίνεται πιο κάτω τόσο από τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα όσο και από τις δηλώσεις των συνηγόρων των διαδίκων η παράθεση και αξιολόγηση ολόκληρης της μαρτυρίας καθίσταται αχρείαστη εφόσον δεν θα εξυπηρετήσει κάποιο σκοπό, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψιν την φύση των υπό εξέταση αδικημάτων (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490, Ιωάννου ν. Αληφαντή κ.α., Ποινική Έφεση 163/17 κ.α., ημερομηνίας 7.10.2019).
Η εκδοχή της Κατηγορούσας Αρχής ως προωθήθηκε από τους μάρτυρες κατηγορίας είναι πως, στο επίδικο ακίνητο το οποίο είναι ιδιοκτησίας του Δήμου Αραδίππου ο Κατηγορούμενος έχει κατ’ ισχυρισμό διαπράξει τα αδικήματα των κατηγοριών που του προσάπτονται με το επίδικο κατηγορητήριο. Ως κατατέθηκε στο Δικαστήριο, ο Κατηγορούμενος ξεκίνησε την ανέγερση των κατ’ ισχυρισμό παράνομων οικοδομών μεταξύ 1.1.1999 και 31.12.2004 και έκτοτε τις κατέχει και τις χρησιμοποιεί. Ως επίσης κατατέθηκε, ο Κατηγορούμενος έχει υποβάλει αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής (Τεκμήριο 4), μετά την καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί καθότι ο Κατηγορούμενος δεν είναι ιδιοκτήτης του ακινήτου, ούτε έχει χρόνια μίσθωση.
Η θέση που προώθησε η υπεράσπιση ήταν ότι με την υπόδειξη του Δήμου Αραδίππου ο Κατηγορούμενος μετάφερε την επιχείρηση του στο συγκεκριμένο ακίνητο και ανέγειρε εκεί το υποστατικό του για τις ανάγκες της εργασίας του. Θέση η οποία δεν αμφισβητείται από την Κατηγορούσα Αρχή. Ως καθορίστηκε από τον κ. Ευσταθίου, η υπεράσπιση δεν είναι ότι υπόδειξε ο Δήμος το σημείο και υποσχέθηκε στον Κατηγορούμενο να ανεγείρει την οικοδομή χωρίς άδεια αλλά, είναι η συμπεριφορά του Δήμου Αραδίππου τέτοια που καθιστά την υπόθεση καταπιεστική και άδικη.
Ως διαφαίνεται, στην πλειοψηφία τους, τα επίμαχα γεγονότα δεν είναι αμφισβητούμενα και τα παραθέτω πιο κάτω προβαίνοντας ταυτόχρονα σε ανάλογα ευρήματα:
Το επίδικο υποστατικό έχει ανεγερθεί στο ακίνητο όπως αυτό περιγράφεται στο κατηγορητήριο το οποίο είναι ιδιοκτησίας του Δήμου Αραδίππου και εμπίπτει εντός των ορίων του εν λόγω Δήμου.
Ο Κατηγορούμενος έχει ανεγείρει στο επίδικο υποστατικό οικοδομή ήτοι βιοτεχνικό υποστατικό που περιλαμβάνει γκαράζ μηχανοκίνητων οχημάτων, γραφεία, κουζίνα, χώρους υγιεινής και μεσοπάτωμα και είναι κατασκευασμένο από σκυρόδεμα, μεταλλικά δομικά στοιχεία και τσίγκους.
Ο Κατηγορούμενος δεν έχει εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή, δηλαδή τον Δήμο Αραδίππου.
Ο Κατηγορούμενος υπόβαλε αίτηση για εξασφάλιση άδειας η οποία δεν έχει ακόμη εξεταστεί.
Για την εν λόγω οικοδομή δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα πιστοποιητικό τελικής έγκρισης.
Ο Κατηγορούμενος μέχρι σήμερα κατέχει και χρησιμοποιεί την επίδικη οικοδομή.
Νομική Πτυχή
Με την άρνηση των Κατηγοριών η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων, με αποδεκτή μαρτυρία, και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Σπύρος Σπύρου (2002) 2 ΑΑΔ 71, Λοϊζου ν Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363 και Σωτηριάδης ν Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 482).
Ο κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Διαφορετική προσέγγιση θα παραβίαζε το τεκμήριο της αθωότητας το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12(4) του Συντάγματος (Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211, σελίδα 218).
Σχετικά με τις επίδικες κατηγορίες είναι τα άρθρα 3(1)(β) και 10(1) του Κεφ. 96. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3(1)(β):
«3.-(1) Κανένα πρόσωπο δεν δύναται-
…..
(β) να ανεγείρει ή να ανέχεται ή να επιτρέπει να ανεγείρεται οικοδομή ή να κατεδαφίζει ή να ανοικοδομεί ή να προβαίνει σε μετατροπή, προσθήκη ή επισκευή σε οποιαδήποτε υφιστάμενη οικοδομή ή να ανέχεται ή να επιτρέπει να γίνει οποιαδήποτε τέτοια κατεδάφιση ή ανοικοδόμηση ή οποιαδήποτε τέτοια μετατροπή, προσθήκη ή επισκευή
……
χωρίς άδεια γι’ αυτό, η οποία λαμβάνεται προηγουμένως από την αρμόδια αρχή όπως καθορίζεται στο εδάφιο (2) ή, όταν η άδεια εκδίδεται δυνάμει της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου 14, από το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως…»
Και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10(1) του ίδιου Νόμου:
«10.-(1) Ουδέν πρόσωπο κατέχει ή χρησιμοποιεί ή ενεργεί, ώστε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να κατέχει ή να χρησιμοποιεί οποιαδήποτε οικοδομή ή τμήμα οικοδομής, μέχρις ότου εκδοθεί πιστοποιητικό έγκρισης από την αρμόδια αρχή σε σχέση με την εν λόγω οικοδομή ή τμήματος αυτής, ανεξάρτητα αν χορηγήθηκε άδεια για την οικοδομή ή τμήμα της, με βάση το άρθρο 3 του παρόντος Νόμου.»
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του οικείου Νόμου
«“οικοδομή” σημαίνει οποιαδήποτε κατασκευή, είτε από λίθους, σκυρόδεμα, πηλό, σίδερο, ξύλο ή άλλη ύλη, και περιλαμβάνει οποιοδήποτε λάκκο και οποιοδήποτε θεμέλιο, τοίχο, στέγη, καπνοδόχο, βεράντα, εξώστη, κορωνίδα ή προεξοχή ή τμήμα οικοδομής, ή οποιοδήποτε πράγμα που είναι προσαρτημένο σε αυτή, ή οποιοδήποτε τοίχο, ανάχωμα, φράκτη, περίφραγμα ή άλλη κατασκευή που περικλείει ή οροθετεί ή έχει σκοπό να περικλείει ή να οροθετεί οποιαδήποτε γη ή χώρο.»
Στην υπό εξέταση περίπτωση, ως αναφέρω και πιο πάνω, ουδέποτε αμφισβητήθηκε ότι ο Κατηγορούμενος έχει ανεγείρει οικοδομή χωρίς άδεια και την κατέχει και χρησιμοποιεί μέχρι σήμερα, χωρίς να έχει εκδοθεί πιστοποιητικό τελικής έγκρισης. Ουδέποτε αποτέλεσε αμφισβητούμενο γεγονός επίσης ότι το υποστατικό που έχει ανεγείρει ο Κατηγορούμενος συνιστά οικοδομή εν τη εννοία του άρθρου 2 του Κεφ.96 (ανωτέρω). Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την περιγραφή που δόθηκε στο Δικαστήριο, την φύση του υποστατικού, την λειτουργία του και το φωτογραφικό υλικό ευλόγως διαπιστώνεται ότι όντως πρόκειται για οικοδομή (βλ. επίσης Tsiolis v. The District Officer Nicosia (1982) 2 C.L.R. 11, Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Δήμου Αγλαντζιάς (2006) 2 Α.Α.Δ. 291, Κυπριανού ν. Δήμου Στροβόλου (1992) 2 Α.Α.Δ. 344, Municipality of Nicosia v. Solomonides and another (1984) 2 CLR 451). Συνεπώς, στοιχειοθετούνται τα αδικήματα των κατηγοριών 1, 4 και 5.
Εν όψει των πιο πάνω, δεν μπορεί ο Κατηγορούμενος ταυτόχρονα να ανέγειρε, να επέτρεψε να ανεγερθεί και να ανέχθηκε την ανέγερση εφόσον η μια παράβαση ανερεί την άλλη. Συνεπώς, οι κατηγορίες 2 και 3 δεν έχουν αποδειχθεί.
Εισήγηση υπεράσπισης για καταπιεστική συμπεριφορά
Το ζήτημα που καλείται το Δικαστήριο να εξετάσει είναι κατά πόσον ο Δήμος Αραδίππου, ως ήταν η θέση της υπεράσπισης, καλώντας τον Κατηγορούμενο, μεταξύ άλλων βιοτεχνών, να εγκατασταθεί στην συγκεκριμένη περιοχή χωρίς μετέπειτα να του εκδώσει άδεια ή να καταλήξει σε διευθέτηση με αυτόν επέδειξε με την καταχώρηση της υπό κρίση υπόθεση, συμπεριφορά καταπιεστική και άδικη.
Στην υπόθεση Goldsmith v. Sperrings Ltd (1977) 2 All ER 566, υπόθεση στην οποία γίνεται μνεία στην Χαραλαμπίδης ν. Κομωδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522, ο Λόρδος Denning Μ.R., ανάφερε ότι σε μια πολιτισμένη κοινωνία, οι νομικές διαδικασίες είναι ο μηχανισμός διατήρησης της τάξης και την απονομής δικαιοσύνης. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν ορθά ή μπορεί να καταχρώνται. Ο μηχανισμός χρησιμοποιείται ορθά όταν επιστρατεύεται για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ανθρώπων ή την επιβολή δίκαιων αξιώσεων. Καχράται όταν εκτρέπεται από την αληθινή του πορεία, ώστε να εξυπηρετήσει την εκβίαση ή την καταπίεση, ή όταν ασκείται πίεση για την επίτευξη ενός αθέμιτου σκοπού. Όταν λοιπόν καταχράται, είναι αδικοπραξία, ένα άδικο γνωστό στον νόμο. Οι δικαστές μπορούν και θα επέμβουν να το σταματήσουν. Κάποιες φορές η κατάχρηση μπορεί να διαφανεί από τα πρώτα βήματα στο δικαστήριο. Άλλες φορές η κατάχρηση μπορεί να διαφανεί με εξωτερικά αποδεικτικά στοιχεία ότι η νομική διαδικασία χρησιμοποιείται για ένα ανάρμοστο σκοπό. Στην όψη της, σε οποιαδήποτε υπόθεση, η νομική διαδικασία μπορεί να παρουσιάζεται να είνα καθόλα ορθή και ενδεδειγμένη. Το τι μπορεί να την καταστήσει άδικη, είναι ο σκοπός για τον οποίο χρησιμοποιείται. Εάν γίνεται για ασκηθεί πίεση ώστε να επιτευχθεί κάποιος σκοπός ο οποίος αυτός καθ’ ευατός είναι ανάρμοστος, τότε προκύπτει άδικο κατά τον νόμο.
Σημειούται ότι τα πιο πάνω βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με τις αρχές που έχει θέση η δική μας νομολογία με βάση την οποία το Δικαστήριο πρέπει να παρεμποδίζει και αναστέλλει περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται ότι αυτές είναι ξεκάθαρα καταπιεστικές ή καταχρηστικές με το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού να βρίσκεται στους ώμους εκείνου που επικαλείται την κατάχρηση (βλ. Σπύρου ν. Ξενή (2015) 2 Α.Α.Δ. 757, Χαραλαμπίδης (ανωτέρω), Αναφορικά με την Αίτηση της Beogradska DD (1996) 1 Α.Α.Δ. 911, Διευθυντής Φυλακών ν Περέλλα (1995) 1 ΑΑΔ 217).
Στην υπόθεση Hui Chi-Ming v. R. (1992) 1 A.C. 34, «καθορίστηκε η κατάχρηση της διαδικασίας ως κάτι τόσο άδικο και λάθος που το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να επιτρέψει σε ένα κατήγορο να προχωρήσει με μια κατά τ’ άλλα κανονική διαδικασία. »
Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης, η υπεράσπιση κάλεσε τον ΜΥ1. Σημειούται ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας παρουσιάστηκε με συγκρουσιακή διάθεση και μάλλον εκμεταλλεύθηκε το βήμα του μάρτυρα για να προωθήσει δικά του παράπονα κατά του Δήμου Αραδίππου παρά να εξυπηρετήσει την υπεράσπιση. Ως ανάφερε διετέλεσε πρόεδρος της Επιτροπής Βιοτεχνικής Περιοχής Αραδίππου και αναφέρθηκε στις διάφορες «διαπραγματεύσεις» που έγιναν κατά καιρό με τον Δήμο Αραδίππου καταθέτωντας παράλληλα αριθμό τεκμηριών σχετικά. Στο κυριότερο σημείο της μαρτυρίας του που αφορούσε ξεκάθαρο ερώτημα κατά την αντεξέταση του κατά πόσο η οικοδομή του Κατηγορούμενου ανεγέρθη χωρίς άδεια απέφυγε να απαντήσει αναφέροντας ότι δεν είναι απλά τα πράγματα. Έπειτα επέμεινε ότι ο Δήμος Αραδίππου παράσυρε τους βιοτέχνες να χρησιμοποιήσουν την συγκεκριμένη περιοχή με τα ψέματα του και τους εξαπάτησε, δέχθηκε όμως ότι οι τιμές που αναφέρονταν κατά καιρούς από τους βιοτέχνες ως ενοίκο ή και αγορά της γης έπρεπε να εγκριθούν από το Υπουργικό Συμβούλιο. Δέχθηκε επίσης ότι μέχρι σήμερα δεν πληρώνεται ενοίκιο παρά την επιμονή του ότι ευθύνεται ο Δήμος Αραδίππου για το ότι δεν επήλθε συμφωνία.
Σε ότι αφορά την ΜΥ2 αυτή αναφέρθηκε σε πληρωμές που καταβάλλει ο Κατηγορούμενος σε σχέση με φορολογίες ύδατος, σκυβάλων, άδεια λειτουργίας και επαγγέλματος τα οποία δεν προσθέτουν οτιδήποτε ούτε στο επιχείρημα της υπεράσπισης ούτε στην υπόθεση κατά την κρίση μου.
Επί του προκειμένου, ως ανάφεραν τόσο οι μάρτυρες κατηγορίας όσο και ο ΜΥ1, ο Κατηγορούμενος εδώ και αρκετά χρόνια έχει ανεγείρει και χρησιμοποιεί την οικοδομή χωρίς να έχει εξασφαλίσει άδεια και χωρίς να καταβάλλει ενοίκιο για το τεμάχιο που χρησιμοποιεί από τότε που κατέστη ιδιοκτήτης ο Δήμος Αραδίππου. Είναι γεγονός το οποίο προκύπτει από την τεθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία ότι για αρκετά χρόνια, ο παραπονούμενος Δήμος Αραδίππου δεν κινήθηκε νομικά εναντίον του Κατηγορούμενου ο οποίος ανέγειρε την οικοδομή σε σημείο που του υπόδειξε ο Δήμος Αραδίππου αλλά ούτε εξέτασε την αίτηση του (Τεκμήριο 4), η οποία ηρείσθω εν παρόδω υποβλήθηκε μετά την καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης.
Παρεμβάλλω στο σημείο αυτό ότι τα αδικήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο Κατηγορούμενος, είναι αδικήματα συνεχούς φύσεως (βλ. Milan Garaca κ.α. ν. Τάκκα (2007) 2 Α.Α.Δ. 165, Πέτρου ν Δήμου Γεροσκήπου Ποινικές Εφέσεις 141/21 και 142/21 ημερομηνίας 20.12.2023).
Ακόμη και με τη ανοχή του Δήμου Αραδίππου δεν μπορεί να μην σχολιαστεί το γεγονός ότι δεν φαίνεται να έχουν επηρεαστεί δυσμενώς τα οποιαδήποτε δικαιώματα του Κατηγορούμενου αφού εξ όσων προέκυψε από την μαρτυρία αυτός συνεχίζει μέχρι σήμερα να διατηρεί εντός του επίδικου τεμαχίου ιδιοκτησίας του Δήμου Αραδίππου επιχείρηση χωρίς να καταβάλλει ενοίκιο αποκομίζοντας έτσι όφελος.
Παραπέμπω στην υπόθεση Ηλιάδη ν. Δήμου Λάρνακας (1998) 2 Α.Α.Δ. 75 όπου λέχθηκε ότι «τούτο όμως δεν δίδει δικαιώματα στον παρανομούντα. Αντίθετα, αναμένεται λόγω της επίδειξης ανοχής ή επιείκειας εκ μέρους της αρμόδιας αρχής, ο παραβάτης να άρει την παρανομία».
Δεν διέλαθε επίσης της προσοχής μου ότι ως παραδέχθηκε ο ΜΥ1 σε σχετική ερώτηση του κ. Παυλήμπεη εάν ήταν υποχρεωμένος ο Κατηγορούμενος να πάει στο συγκεκριμένο ακίνητο, μπορούσε να πάει και αλλού όμως την δεδομένη στιγμή εκείνο έκανε, ήτοι να εγκατασταθεί στο συγκεκριμένο ακίνητο (βλ. πρακτικά 6.2.2025 σελ. 3). Επέλεξε δηλαδή ο Κατηγορούμενος να στήσει την επιχείρηση του στον συγκεκριμένο χώρο και ενώ έλαβε γνώση ότι κατέστη ιδιοκτήτης της γης ο Δήμος Αραδίππου και ότι θα έπρεπε να νομιμοποιήσει την οικοδομή του, ήταν συνειδητή επιλογή του να παραμείνει στον χώρο, αντί να αποχωρήσει, εκθέτοντας εαυτόν σε ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες. Ακόμη και με την παρότρυνση του Δήμου Αραδίππου να εγκατασταθεί στον χώρο, ο Κατηγορούμενος ουδέποτε, ως όφειλε, έλαβε οποιαδήποτε διαβήματα νομιμοποίησης της οικοδομής, παρά μόνο μετά την καταχώρηση ποινικής δίωξης εναντίον του.
Η καταχώρηση και προώθηση ποινικής υπόθεσης εναντίον του Κατηγορούμενου για την διάπραξη αδικημάτων έλαβε χώρα πριν ο Κατηγορούμενος υποβάλει αίτηση για εξασφάλιση άδειας. Είναι ευλόγως αντιληπτό κατά την κρίση μου ότι δεν γίνεται χρήση της δίωξης για ανάρμοστο σκοπό (βλ. Goldsmith ανωτέρω) ούτε διαβλέπω πως η προώθηση της παρούσας υπόθεση, δηλαδή η επιδίωξη να μην αφεθεί ατιμώρητος ο παραβάτης αποτελεί εκβιαστικό μέτρο εναντίον του. Η εισήγηση της υπεράσπισης επομένως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο.
Κατάληξη
Εν όψει όλων των ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στις κατηγορίες 1, 4 και 5 και αθωώνεται στις κατηγορίες 2 και 3.
.....................................
Λ. Χαβιαράς, Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο