
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Λ. ΧΑΒΙΑΡΑ, Ε.Δ.
Αρ. Υπ. 3479/23
Μεταξύ:
ERGOPAL CYPRUS LIMITED
Παραπονούμενη
-και-
1.ANDREAS ZACHARIA FURNISHINGS LIMITED
2.ΑΝΔΡΕΑΣ ΖΑΧΑΡΙΟΥ
Κατηγορούμενοι
Ημερομηνία: 22.5.2025
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Γεωργίου
Για τον Κατηγορούμενο: κ.Βασιλέας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Το Κατηγορητήριο
Ο Κατηγορούμενος 2 κατηγορείται ότι υπό την ιδιότητα του διευθυντή της Κατηγορούμενης 1 συμμετείχε και παρείχε συνδρομή στην Κατηγορούμενη 1 να διαπράξει το αδίκημα της μη καταβολής μηνιαίων δόσεων τις οποίες διατάχθηκε να καταβάλει από 1.11.2020, κατά παράβαση του διατάγματος του Δικαστηρίο που εκδόθηκε στις 14.10.2020 στα πλαίσια της αγωγής 1101/14 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (κατηγορίες 2, 4, 6, 8 και 10)
Σημειώνω ότι στις 8.12.2023, πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, η Κατηγορούμενη 1 δήλωσε παραδοχή στις κατηγορίες που την αφορούσαν, της επιβλήθηκε ποινή και εκδόθηκε διάταγμα είσπραξης του ποσού των €1.500 που αφορά στις επίδικες μηνιαίες δόσεις, με αναστολή 6 μηνών.
Μαρτυρία
Για να αποδείξει την υπόθεση της η κατηγορούσα αρχή, κατάθεσε ο διευθυντής της παραπονούμενης εταιρείας, ο οποίος ήταν και ο μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας (ΜΚ1). Ο Κατηγορούμενος 2 μετά που κλήθηκε σε απολογία επέλεξε να τηρήσει το δικαίωμα της σιωπής.
Ολόκληρη η μαρτυρία έχει καταγραφεί στα πρακτικά του Δικαστηρίου και είναι υπόψιν μου. Ως διαφαίνεται πιο κάτω τόσο από τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα όσο και από τις δηλώσεις των συνηγόρων των διαδίκων η παράθεση και αξιολόγηση ολόκληρης της μαρτυρίας καθίσταται αχρείαστη εφόσον δεν θα εξυπηρετήσει κάποιο σκοπό, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψιν την φύση του υπό εξέταση αδικήματος που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος 2 (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490, Ιωάννου ν. Αληφαντή κ.α., Ποινική Έφεση 163/17 κ.α., ημερομηνίας 7.10.2019).
Η εκδοχή της Κατηγορούσας Αρχής ως προωθήθηκε από τον ΜΚ1 είναι ότι στις 25.2.2016 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της εδώ παραπονούμενης και την εναντίον της Κατηγορούμενης 1 στα πλαίσια της αγωγής 1101/2014 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Τεκμήριο 1). Στις 14.10.2020 εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα μηνιαίων δόσεων για ποσό €100, της πρώτης δόσης αρχόμενης από 1.11.2020 με 5 ημέρες χάρη στην παρουσία του Κατηγορούμενου 2 (Τεκμήριο 2). Το σχετικό διάταγμα μηνιαίων δόσεων δεν έχει μέχρι σήμερα τροποποιηθεί ή ακυρωθεί.
Για τα πιο πάνω κάνω ανάλογα ευρήματα.
Νομική Πτυχή
Με την άρνηση των Κατηγοριών η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων, με αποδεκτή μαρτυρία, και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Σπύρος Σπύρου (2002) 2 ΑΑΔ 71, Λοϊζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363 και Σωτηριάδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 482). Ο κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Διαφορετική προσέγγιση θα παραβίαζε το τεκμήριο της αθωότητας το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12(4) του Συντάγματος (Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211, σελίδα 218).
Παρά την παραδοχή της Κατηγορούμενης 1 στις κατηγορίες που αφορούν στο ουσιαστικό αδίκημα της παράλειψης πληρωμής δόσεων, κρίνω σκόπιμο όπως για σκοπούς της παρούσας απόφασης γίνει αναφορά στα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτή.
Στην υπόθεση Νικολάου ν. CΙTΙ Principle Investment (2016) 2(Β) Α.Α.Δ 1346 αποφασίστηκε ότι η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος του άρθρου 3(1)(γ) του περί Καταδολίευσης Νόμου, στοιχειοθετείται με προσαγωγή μαρτυρίας ότι ο κατηγορούμενος: α) είναι εκ Δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης, με πιστωτή τον παραπονούμενο, β) ότι δεν έχει εξοφλήσει το χρέος του, γ) ότι αποδέχθηκε να εξοφλήσει το χρέος με μηνιαίες δόσεις, δ) παρέλειψε να καταβάλει οποιανδήποτε δόση κατά την ημερομηνία πληρωμής που είχε διαταχθεί από το Δικαστήριο.
Στην υπόθεση Προδρόμου ν. Τράπεζας Κύπρου, Ποινική ‘Εφεση (2014) 2Α Α.Α.Δ 108, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι εκείνο που ενδιαφέρει σε αυτού του είδους υποθέσεις, δεν είναι το συνολικό ποσό τoυ χρέους κατά τη ημερομηνία της ακρόασης της ποινικής υπόθεσης, αλλά κατά πόσον οι επίδικες δόσεις κατά τον ουσιώδη χρόνο είχαν καταβληθεί ή όχι διότι αυτό είναι που δημιουργεί το αδίκημα (βλ. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοντέας ν. Ξιαρή (2014) 2 Α.Α.Δ. 445). Το ουσιώδες σε αυτή την περίπτωση συνεπώς δεν είναι η εξακρίβωση του χρέους, αφού το χρέος προκύπτει από την Δικαστική απόφαση. Η ίδια προσέγγιση ακολουθήθηκε στην υπόθεση Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ ν. Παρδάλη Ποιν. Εφ. 153/15, ημερ. 28.11.2017, ECLI:CY:AD:2017:B427.
Ο Νόμος αναγνωρίζει στον οφειλέτη την υπεράσπιση της οικονομικής ή φυσικής αδυναμίας. Το βάρος απόδειξης δε του εν λόγω ισχυρισμού βρίσκεται επί των ώμων του κατηγορούμενου, βάρος το οποίο οφείλει να αποσείσει στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (βλ. Νικολάου, ανωτέρω).
Από την αποδεχθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία και από τα μετέπειτα σχετικά ευρήματα διαπιστώνεται ότι η Κατηγορούμενη 1 είναι η εξ’ αποφάσεως οφειλέτης εφόσον εκδόθηκε απόφαση εναντίον της στις 25.2.2016 στα πλαίσια της αγωγής 1101/14 του Ε.Δ. Λάρνακας. Ο Κατηγορούμενος 2 υπό την ιδιότητα του διευθυντή της Κατηγορούμενης 1 διατάχθηκε να πληρώσει το εξ’ αποφάσεως χρέος δια μηνιαίων δόσεων στις 14.10.2020 κατόπιν σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου. Μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει οποιαδήποτε μεταβολή στο διάταγμα μηνιαίων δόσεων και ουδείς προέβη σε οποιοδήποτε διάβημα για ακύρωση του.
Υπενθυμίζω ότι η Κατηγορούμενη 1 που είναι η εξ αποφάσεως οφειλέτιδα δήλωσε παραδοχή στις κατηγορίες και εκτέθηκε ως γεγονός ότι οι επίδικες μηνιαίες δόσεις εξακολουθούν να είναι απλήρωτες. Στην πιο πάνω βάση, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές οποιεσδήποτε υποβολές περί εξόφλησης και ισχυρισμοί περί μη απόδειξης οφειλόμενου ποσού εφόσον τόσο η Κατηγορούμενη 1 όσο και ο Κατηγορούμενος 2 εκπροσωπούνται μάλιστα από τον ίδιο συνήγορο και δεν αμφισβητήθηκε κατά την έκθεση γεγονότων ότι οι επίδικες δόσεις είναι απλήρωτες και ότι αυτές αντιστοιχούν στο ποσό των €1.500 ως το ανάφερε ο ΜΚ1. Αντίθετα, εκδόθηκε διάταγμα είσπραξης τους χωρίς ένσταση, ενώ ζητήθηκε και εξάμηνη αναστολή για την πληρωμή τους.
Αν και επιχειρήθηκε κατά την αντεξέταση του ΜΚ1 να αμφισβητηθεί η ύπαρξη οφειλόμενων δόσεων και μάλιστα υποβλήθηκε στον ΜΚ1 ότι δεν οφείλονται δόσεις, οι υποβολές παράμειναν μετέωρες ένεκα του γεγονότος ότι ο Κατηγορούμενος 2 στο στάδιο που έπρεπε να παρουσιάσει μαρτυρία δεν παρουσίασε οποιαδήποτε μαρτυρία. Στα πλαίσια αυτά δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος μη αποδοχής της μαρτυρίας που προσέφερε η Κατηγορούσα Αρχή.
Κατά συνέπεια καταλήγω σε εύρημα ότι οι δόσεις που αφορούν στους μήνες Δεκέμβριο 2021 μέχρι και Φεβρουάριο του 2023 ύψους €100 εκάστη, συνολικού ποσού €1.500 δεν έχουν καταβληθεί προς την παραπονούμενη.
Εκείνο που προβάλλει η Κατηγορούσα Αρχή είναι ότι ο Κατηγορούμενος 2 ως ο μοναδικός αξιωματούχος της Κατηγορούμενης 1, το άτομο πίσω από όλες τις συναλλαγές της και το άτομο που παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεχόμενο εκ μέρους της Κατηγορούμενης 1 διάταγμα πληρωμής με δόσεις, συνεπώς το άτομο που ήταν σε θέση να ενημερώσει το Δικαστήριο αναφορικά με την οικονομική δυνατότητα της Κατηγορούμενης 1 να πληρώσει, είναι συνεργός της ή συμμέτοχος της στην διάπραξη των επίδικων αδικημάτων.
Οι πιο πάνω θέσεις δεν έχουν επίσης αντικρουστεί με οποιαδήποτε μαρτυρία από πλευράς Κατηγορούμενου 2.
Το άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 αφορά στην παροχή συνδρομής στην διάπραξη αδικήματος. Η ιδιότητα του διευθυντή ή αξιωματούχου από μόνη της δεν είναι ικανή για καταδίκη του Κατηγορούμενου ως συνεργού αλλά χρειάζεται μαρτυρία η οποία να καταδεικνύει την συμμετοχή ή συμπεριφορά η οποία να στοιχειοθετεί την συνέργεια και θα πρέπει να καλύπτει χρονικά όλο το διάστημα παροχής συνδρομής στη διάπραξη του αδικήματος ή στην παράλειψη που συνεισφέρει στην δημιουργία του αδικήματος. Το στοιχείο της γνώσης στις πλείστες των περιπτώσεων δεν στοιχειοθετείται με άμεση μαρτυρία καθότι συνήθως ανάγεται στην πνευματική λειτουργία ενός κατηγορούμενου και η Κατηγορούσα Αρχή δύναται να το αποδείξει με τεκμηρίωση γεγονότων ή στοιχείων καθώς και περιστατικών που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση και που αυτά θα αποδεικνύουν το στοιχείο της γνώσης, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. (βλ. Terezian v. Θεοδώρου, Ποινική Έφεση Αρ. 198/2015, ημερομηνίας 2.12.2016 Ευρυβιάδης ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 600, Παυλόπουλος ν Scopy Shoe Factory Ltd (2003) 2 A.A.Δ. 261, Ιωαννίδη ν Gastop Boutique Ltd κ.α. Ποινική Έφεση 161/2014, ημερομηνίας 30.6.2017, ECLI:CY:AD:2017:B235, Σάββας Θεοχάρους & Υιός Λτδ ν. Ορφανίδης, Ποινική Έφεση Αρ. 102/2014, ημερομηνίας 23.10.2015).
Πολύ πρόσφατα, το Εφετείο, στην M&K TELEFONE LTD v. Νικολάου κ.α., Ποινική Έφεση 206/22, ημερομηνίας 30.5.2024, εξετάζοντας την ποινική ευθύνη συνεργών ανάφερε τα εξής:
« Το πρώτιστο λοιπόν, το οποίο εξετάζεται, είναι το κατά πόσον εντοπίζεται από πλευράς γεγονότων συγκεκριμένη συμπεριφορά ή δράση, η οποία να συνιστά τη συμμετοχή κάποιου στο αδίκημα άλλου προσώπου. Αυτή η δράση, αν εντοπιστεί, αποτελεί την αντικειμενική υπόσταση της συμμετοχής ή της συνέργειας (actus reus). Η οποία και πάλι δεν αρκεί από μόνη της για να στοιχειοθετήσει το αδίκημα βάσει του Π.Κ.20, αφού ακόμα και στα αδικήματα αυστηρής ευθύνης (strict liability), απαιτείται για τον συνεργό να υφίσταται η αναγκαία γνώση ή πρόθεση, δηλαδή η υποκειμενική υπόσταση ή άλλως, η ένοχη διάνοια (mens rea).
.....
Στη βάση των πιο πάνω είχαμε καταλήξει πως το απαύγασμα της νομολογίας αποκρυσταλλώνεται στη θέση ότι αυτό το οποίο απαιτείται για τον συνεργό δεν είναι η βεβαιότητα εκείνου ότι θα διαπραχθεί αδίκημα αλλά η αντίληψη του, υπό την έννοια συνειδητοποίησης, περί ύπαρξης κινδύνου διάπραξης αδικήματος (εν προκειμένω σχετικού με επιταγή) και παρόλα αυτά να προβαίνει εκουσίως στην παροχή συνδρομής. Όντως είναι από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης που δύναται να καταδειχθεί είτε η γνώση του προβαλλόμενου ως συνεργού (εν προκειμένω ενός διευθυντή) είτε η εθελοτυφλία του ενώπιον της πραγματικότητας, (η οποία εθελοτυφλία συνιστά πτυχή της γνώσης) είτε η αδιαφορία ως προς τον κίνδυνο επέλευσης κολάσιμου αποτελέσματος.»
Κατά συνέπεια, κρίνω ότι έχουν στοιχειοθετηθεί οι κατηγορίες εναντίον του Κατηγορούμενου 2 ο οποίος ως διαφαίνεται από τα ενώπιον μου γεγονότα ήταν και είναι το πρόσωπο το οποίο είχε και έχει άμεση και πραγματική γνώση των οικονομικών της Κατηγορούμενης 1 αλλά και το πρόσωπο το οποίο αποδέχθηκε την έκδοση διατάγματος μηνιαίων δόσεων αντιπροσωπεύοντας την και μέχρι σήμερα δεν έχει διαφοροποιηθεί η κατάσταση αυτή.
Κατάληξη
Εν όψει όλων των πιο πάνω, ο Κατηγορούμενος 2 κρίνεται ένοχος στις κατηγορίες 2, 4, 6, 8 και 10 που αντιμετωπίζει.
(Υπ.)...................................
Λ. Χαβιαράς, Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο