ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΜΕΣΩ ΥΦΙΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ν. ΑΧΙΛΛΕΑ ΒΥΡΙΔΗ κ.α., Αρ. Υπ. 4285/2022, 31/1/2025
print
Τίτλος:
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΜΕΣΩ ΥΦΙΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ν. ΑΧΙΛΛΕΑ ΒΥΡΙΔΗ κ.α., Αρ. Υπ. 4285/2022, 31/1/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Λ. ΧΑΒΙΑΡΑ, Ε.Δ.

Αρ. Υπ. 4285/2022

Μεταξύ:

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΜΕΣΩ ΥΦΙΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Κατηγορούσας Αρχής

-και-

1.ΑΧΙΛΛΕΑ ΒΥΡΙΔΗ

2.ΚΟΥΛΗ ΜΑΥΡΟΥ

Κατηγορούμενων

Ημερομηνία: 31.1.2025

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Χ’’Χριστοφή

Για Κατηγορούμενο 1: κα. Χριστοδούλου

Για Κατηγορούμενο 2: κα. Γεωργίου - Λοΐζου 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Το Κατηγορητήριο

Οι Κατηγορούμενοι, ως μεταβλήθηκε το κατηγορητήριο αντιμετωπίζουν κατηγορίες για παράλειψη καταβολής τελών ελλιμενισμού σκάφους κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του περί Ρυθμίσεων Μαρίνων Νόμου Ν.4/77 ως τροποποιήθηκε, των περί Ρυθμίσεων της Μαρίνας Λάρνακας (Καταβλητέα Δικαιώματα) Κανονισμών του 2009 και του Νόμου που προβλέπει για την ίδρυση Υφυπουργείου Τουρισμού Ν.123/18, ο μεν πρώτος Κατηγορούμενος ως ιδιοκτήτης του σκάφους «ΝΗΙΡΙΣ», ο δε δεύτερος Κατηγορούμενος ως ο κυβερνήτης του εν λόγω σκάφους για τις περιόδους 3.5.2019 – 31.12.2019, 1.1.2020 – 31.12.2020, 1.1.2021 – 2.5.2021 και 3.5.2021 – 18.10.2021.

Μαρτυρία

Για να αποδείξει την υπόθεση της η Κατηγορούσα Αρχή κάλεσε ως μάρτυρα την Μ.Κ. η οποία είναι λειτουργός του Υφιπουργείου Τουρισμού. Μετά που κλήθηκαν να προβάλουν την υπεράσπιση τους, ο Κατηγορούμενος 1 κατάθεσε ενόρκως και κάλεσε ένα μάρτυρα υπεράσπισης (ΜΥ1), ενώ ο Κατηγορούμενος 2 τήρησε το δικαίωμα της σιωπής.

Σύμφωνα με την ΜΚ1 τον Οκτώβριο του 2021 αποστάλθηκε στους Κατηγορούμενους ειδοποίηση για καταβολή του ποσού των €3.854,33 περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., που αφορούσε τέλη για την περίοδο 3.5.2019 μέχρι 18.10.2021. Το υπό αναφορά ποσό αφορά τέλη ελλιμενισμού που επιβλήθηκαν στους Κατηγορούμενους (ιδιοκτήτη και κυβερνήτη) του σκάφους «ΝΙΗΡΙΣ» ως τέλη τοποθέτησης και παραμονής του εν λόγω σκάφους στο χερσαίο χώρο της Μαρίνας Λάρνακας (στο εξής «Μαρίνα). Η μάρτυρας κατάθεσε στο Δικαστήριο το πιστοποιητικό εγγραφής του εν λόγω σκάφους (Τεκμήριο 2), το Δηλωτικό Έντυπο που αποτελεί είδος συμφωνίας ελλιμενισμού σκάφους (Τεκμήριο 3), αντίγραφο της ειδοποίησης πληρωμής (Τεκμήριο 4), αντίγραφο της ειδοποίησης που παραδόθηκε με το χέρι στον Κατηγορούμενο 2 και αντίγραφο του φακέλου της ειδοποίησης που στάλθηκε στον Κατηγορούμενο 1 (Τεκμήρια 5 και 6).

Η πιο πάνω ειδοποίηση καταβολής των τελών ημερομηνίας 18.10.2021 παραδόθηκε δια χειρός στον Κατηγορούμενο 2 και ταχυδρομικώς στον Κατηγορούμενο 1. Οι ειδοποιήσεις πληρωμών αποστέλλονταν στον Κατηγορούμενο 1 με συστημένο ταχυδρομείο γιατί διαμένει μόνιμα στην Λευκωσία και στον Κατηγορούμενο 2 παραδίδονταν δια χειρός γιατί διατηρεί κατάστημα πώλησης σκαφών αναψυχής κάτω από τα γραφεία που στεγάζονταν τα γραφεία του Υφυπουργείου Τουρισμού για την διοίκηση της Μαρίνας, δηλαδή εντός της Μαρίνας.  Μετά την λήψη των ειδοποιήσεων, ο Κατηγορούμενος 1 επικοινώνησε τηλεφωνικώς με την ΜΚ1 και ισχυρίστηκε ότι πώλησε το επίδικο σκάφος στον Κατηγορούμενο 2 ο οποίος παράλειψε να προβεί στην μεταβίβαση. Μετά την λήψη της ειδοποίησης είχε συναντήσεις με τον Κατηγορούμενο 2 για καθυστερημένα τέλη, δεν αμφισβήτησε την οφειλή και της έλεγε ότι θα πληρώσει. Ουδέν ποσό καταβλήθηκε μέχρι σήμερα.

Η εν λόγω μάρτυρας πρόσθεσε κατά την κυρίως εξέταση της ότι γνώριζε ως ιδιοκτήτη και κυβερνήτη τον Κατηγορούμενο 2 παρά του ότι στα επίσημα έγγραφα φαινόταν ιδιοκτήτης και κυβερνήτης ο Κατηγορούμενος 1. Ο Κατηγορούμενος 2 διατηρούσε και άλλα σκάφη και ερχόταν κατά καιρούς και ζητούσε κάποιο χρονικό περιθώριο για πληρωμές. Ο Κατηγορούμενος είχε και κατάστημα για πάρα πολλά χρόνια μέχρι την ημερομηνία που η Μαρίνα παραδόθηκε σε ιδιώτες επενδυτές. Ήταν συνεχόμενος πελάτης για πάρα πολλά χρόνια ο οποίος τους γνώριζε και ερχόταν στην υποδοχή και πλήρωνε. Απλώς ήταν ένας πελάτης τον οποίο γνώριζαν και έβλεπαν καθημερινά.

Για τον Κατηγορούμενο 1 πρόσθεσε ότι τους ενημέρωσε ότι πώλησε το σκάφος στον Κατηγορούμενο 2 με συμφωνία (bill of sale) την οποία δεν εντόπισε. Στην αντεξέταση της από την συνήγορο του Κατηγορούμενου 1 συμφώνησε ότι διαμαρτυρήθηκε ο Κατηγορούμενος 1 και ζήτησε από αυτόν αποδεικτικά στοιχεία αλλά δεν είχε ούτε εκείνος το bill of sale. Τον είχε προτρέψει να καταγγείλει το ζήτημα στην Αστυνομία. Επίσης, ανάφερε ότι το δηλωτικό (Τεκμήριο 3) ήταν στο φάκελο του σκάφους και υπογράφηκε από τον προκάτοχο της, πριν η ίδια αναλάβει στην Μαρίνα. Ρωτήθηκε αν γνωρίζει ποιος το έφερε στην Μαρίνα και είπε ότι στα στοιχεία του φακέλου φαίνεται η υπογραφή του Κατηγορούμενου 2. Συμφώνησε ότι λογικά θα ήταν ο Κατηγορούμενος 2. Τα τέλη από το 2016 μέχρι το 2019 καταβάλλονταν από τον Κατηγορούμενο 2 και ουδέποτε της αναφέρθηκε ότι οι πληρωμές γίνονταν για λογαριασμό κάποιου ιδιοκτήτη. Σε σειρά ερωτήσεων γιατί δεν διεκδίκησαν νωρίτερα τα τέλη, αφού επανέλαβε ότι ο Κατηγορούμενος 2 ζητούσε προθεσμίες για να πληρώσει, πρόσθεσε ότι έγινε προσπάθεια εκποίησης του συγκεκριμένου σκάφους το οποίο έφερε μια αξιόλογη μηχανή και διάφορα εξαρτήματα, τα οποία όμως είχαν αφαιρεθεί και δεν τελεσφόρησε η διαδικασία λόγω του ότι δεν υπήρχε ουσιαστική αξία στο σκάφος. Μετά την αποστολή των επιστολών για επιβολή τελών το σκάφος απομακρύνθηκε.

Αντεξεταζόμενη και από την συνήγορο του Κατηγορούμενου 2 ανάφερε ότι ένα δηλωτικό κανονικά υπογράφεται και από τον διευθυντή της Μαρίνα πέραν του ιδιοκτήτη ή κυβερνήτη και συμφώνησε ότι στο Τεκμήριο 3 υπάρχει μόνο μια υπογραφή. Σε σειρά ερωτήσεων σε σχέση με διαφορές μεταξύ του Κατηγορούμενου 2 και του αρμόδιου Υπουργείου για το κατάστημα που διατηρούσε ο Κατηγορούμενος 2 η ΜΚ1 είπε ότι ουδέποτε είχε προσωπικά διαφορές μαζί του, απλώς έπρεπε να παραδώσει ελεύθερη κατοχή του καταστήματος γιατί η Δημοκρατία θα παρέδιδε την Μαρίνα σε ιδιώτες επενδυτές. Όσο ήταν η ίδια εκεί προσπάθησε να βοηθήσει την κατάσταση. Της υποβλήθηκε ότι η παρούσα υπόθεση καταχωρίστηκε καταχρηστικά μετά από την καταγγελία που υπόβαλε ο Κατηγορούμενος 2 στις 14.5.2022 για το Υφυπουργείο Τουρισμού, θέση την οποία η ΜΚ1 αρνήθηκε.

Της υποβλήθηκε επίσης ότι οι ειδοποιήσεις δεν εκδόθηκαν στο όνομα του Κατηγορούμενου 2 και ότι ήταν εις προσοχή για να τις μεταφέρει στον Κατηγορούμενο 1. Η ΜΚ1 είπε ότι, σύμφωνα με τα πιστοποιητικά και τα έγγραφα που είχαν στην κατοχή τους, εκδόθηκαν οι συγκεκριμένες ειδοποιήσεις προς τον Κατηγορούμενο 1 σε προσοχή του κυβερνήτη που είναι ο Κατηγορούμενος 2. Μετέπειτα, είπε ότι ο Κατηγορούμενος 2 ποτέ δεν ήρθε να της πει σαν υπεύθυνη της Μαρίνας, ότι είναι άλλος ο ιδιοκτήτης και το σκάφος είναι εκεί για λογαριασμό άλλου. Της υποβλήθηκε επίσης ότι ουδέποτε διορίστηκε σαν κυβερνήτης και επειδή έκανε εξυπηρέτηση του Κατηγορούμενου 1 δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ήταν και η ΜΚ1 απάντησε ότι είτε ήταν ιδιοκτήτης, είτε κυβερνήτης, αυτός που έχει την κατοχή τους σκάφους οφείλει να πληρώσει. Αφού ο ίδιος διαχειριζόταν το σκάφος, ήταν εκεί. Σε μετέπειτα ερωτήσεις απάντησε ότι όταν κάτι είναι συνεχόμενο, κάτι για το οποίο στέλνονται ειδοποιήσεις, πληρώνονται μέχρι το 2019 και αφορούν το συγκεκριμένο σκάφος, εκλαμβάνεται ότι εξακολουθεί να είναι κυβερνήτης, ότι δεν άλλαξε οποιαδήποτε στοιχεία. Έβλεπε κατ’ ιδίαν τον Κατηγορούμενο 2 και του έλεγε για τις οφειλές του και για άλλα σκάφη.

Ο Κατηγορούμενος 1 υιοθέτησε και κατάθεσε στο Δικαστήριο γραπτή δήλωση (Τεκμήριο 8) στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι μέχρι τον Ιούλιο του 2016 ήταν ιδιοκτήτης του επίμαχου σκάφους το οποίο ουδέποτε οδήγησε ή αγκυροβόλησε στην Μαρίνα. Τον Ιούλιο του 2016, ο ΜΥ1 τον ενημέρωσε ότι για το σκάφος αυτό επέδειξε ενδιαφέρον ο Κατηγορούμενος 2, για να το αγοράσει. Μεσολάβησε ο ΜΥ1 να συναντηθούν οι Κατηγορούμενοι και κατά την συνάντηση τους συμφωνήθηκε η αγοραπωλησία. Ο ΜΥ1 ετοίμασε όλα τα απαραίτητα έγγραφα, τα οποία αφού υπογράφηκαν, παραλήφθηκαν από τον Κατηγορούμενο 2 για να φροντίσει την μεταβίβαση και εγγραφή του σκάφους. Κατά την υπογραφή ο Κατηγορούμενος 2 πλήρωσε το συμφωνηθέν ποσό και είπε στον Κατηγορούμενο 1 ότι πλέον δεν θα έχει καμία σχέση (ο Κατηγορούμενος 1) με το σκάφος, οπότε αυτός έμεινε ήσυχος μέχρι που έλαβε επιστολή για επιβολή τελών ελλιμενισμού. Επικοινώνησε με τα γραφεία του ΚΟΤ και πληροφορήθηκε για τις οφειλές και ότι το σκάφος δηλώθηκε από τον Κατηγορούμενο 2. Ακολούθως επικοινώνησε με τον ΜΥ1 ο οποίος του ανάφερε ότι εκείνος πήρε το επίδικο σκάφος στην Μαρίνα μετά από οδηγίες του Κατηγορούμενου 2.

Ο Κατηγορούμενος 1 ανάφερε επίσης ότι ενημέρωσε για την πώληση του σκάφους στον Κατηγορούμενο 2 από το 2016 και τότε έμαθε, προς έκπληξη του, ότι ο Κατηγορούμενος 2 παρουσιάστηκε ως κυβερνήτης και όχι ως ιδιοκτήτης που πραγματικά ήταν. Τα τέλη του 2016 μέχρι 2019 δεν πληρώθηκαν από τον Κατηγορούμενο 1 αφού δεν ήταν ιδιοκτήτης. Μάλιστα, προέβη σε έρευνα όπου διαπίστωσε ότι ο Κατηγορούμενος 2 αφαίρεσε την μηχανή από το σκάφος και το προωθούσε για πώληση ως ιδιοκτήτης μέσω αγγελιών (Τεκμήριο 9). Δεν προχώρησε με προσφυγή γιατί λειτουργός του ΚΟΤ τον ενημέρωσε ότι είχε μιλήσει με τον Κατηγορούμενο 2 ο οποίος είχε υποσχεθεί ότι θα διευθετούσε τις οφειλές. Γνώριζε για την επιστολή ο Κατηγορούμενος 2 και τον καθησύχασε ότι θα παραδεχτεί στο Δικαστήριο. Το σκάφος το απομάκρυνε ο ίδιος από την Μαρίνα. Στην αντεξέταση του από τη συνήγορο του Κατηγορούμενου 2 είπε ότι ποτέ δεν έδωσε χρήματα στον Κατηγορούμενο 2 για τέλη ελλιμενισμού απέρριψε υποβολές περί μη ύπαρξης συμφωνίας και πώλησης του σκάφους προς τον Κατηγορούμενο 2.

Ο ΜΥ1 επίσης υιοθέτησε και κατάθεσε γραπτή δήλωση (Τεκμήριο 10) με την οποία επαναλαμβάνει στην ουσία όσα ανάφερε ο Κατηγορούμενος 1 σε σχέση με την διαμεσολάβηση για πώληση του σκάφους προσθέτοντας ότι έλαβε και ο ίδιος ένα χρηματικό ποσό από τον Κατηγορούμενο 2 για να μεταφέρει το σκάφος στην Μαρίνα. Δεν αντεξετάστηκε από τον συνήγορο για την κατηγορούσα αρχή. Αντεξετάστηκε από την συνήγορο του Κατηγορούμενου 2 και στην ουσία είπε ότι μετά την εμπλοκή του για την πώληση δεν γνωρίζει τι έγινε, ήταν απλά ο μεσάζων.

 

Αξιολόγηση

Παρακολούθησα με προσοχή τους μάρτυρες. Ολόκληρη η μαρτυρία τους έχει καταγραφεί στα πρακτικά και έχει αποτιμηθεί στο σύνολο της. Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας τους, έχοντας εξετάσει και το περιεχόμενο των εγγράφων που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια, έλαβα υπόψη την εικόνα τους στο Δικαστήριο αλλά εξέτασα επίσης την μαρτυρία τους και υπό το φως της ανθρώπινης πείρας και συμπεριφοράς, στοιχείο αποφασιστικής σημασίας για να καταλήξει το Δικαστήριο ως προς την αξιοπιστία τους (βλ. Ζαβρού ν.  Χαραλάμπους (1996) 1 Α.Α.Δ 447, Χριστοφή ν Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ 401, Παπαδοπούλου v Αστυνομίας  (2007) 2 Α.Α.Δ 173, Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ 816). Μικρές αντιφάσεις σε ασήμαντες λεπτομέρειες ή ελαχίστου σημασίας ανακρίβειες δεν καταστρέφουν την όλη αξιοπιστία του μάρτυρα, την οποία το Δικαστήριο δεν εξετάζει αποσπασματικά (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ 320).

Με βάση τα πιο πάνω προχωρώ να καταγράψω όσα αποκόμισα από την ενώπιον μου μαρτυρία, αναφέροντας ευθύς εξ’ αρχής πως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου σε σχέση με προηγούμενη στάση ή συμπεριφορά της Μαρίνας Λάρνακας ή προγενέστερες επιβολές τελών ή ζητήματα που αφορούν σε οποιεσδήποτε διαφορές μεταξύ των Κατηγορούμενων ή του Κατηγορούμενου 2 και του Υφυπουργείου Τουρισμού ή της Μαρίνας, λαμβάνονται υπόψιν μόνον επικουρικά ως προς την διαπίστωση του κατά πόσον στοιχειοθετούνται τα αδικήματα που καταλογίζονται στους Κατηγορούμενους.

Αρχίζοντας από την ΜΚ1 αναφέρω ευθύς εξ’ αρχής ότι μου έδωσε την εικόνα ειλικρινούς μάρτυρα που προσήλθε στο Δικαστήριο για να αναφερθεί στα γεγονότα χωρίς περιστροφές, χωρίς διάθεση απόκρυψης οποιουδήποτε γεγονότος και χωρίς οποιοδήποτε άλλο σκοπό. Σημειώνεται ότι αν και υποβλήθηκε στην μάρτυρα ότι η παρούσα υπόθεση καταχωρείται εκδικητικά λόγω καταγγελίας του Κατηγορούμενου 2 αναφορικά με το κατάστημα που διατηρούσε στην Μαρίνα, δεν προωθήθηκε εν τέλει η θέση αυτή, πλην όμως η ύπαρξη ή όχι καταγγελίας για θέμα που δεν αφορά την επιβολή των τελών δεν διαπιστώνω να επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο την παρούσα διαδικασία και δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μου ούτως ώστε να δυνηθεί το Δικαστήριο να εξετάσει τέτοιο ισχυρισμό. Η ΜΚ1 ήταν κατατοπιστική σε σχέση με τις ενέργειες στις οποίες η ίδια προέβη, δεν κλονίστηκε στην αντεξέταση και δεν επιχείρησε σε κανένα σημείο να εκφέρει γνώμη ή άποψη για ζητήματα που δεν ενέπιπταν στην σφαίρα των δικών της γνώσεων και ενεργειών. Οι θέσεις της ότι επιβλήθηκαν τέλη, εκδόθηκαν ειδοποιήσεις και ο Κατηγορούμενος 1 έλαβε γνώση καθώς και ότι τα τέλη παραμένουν απλήρωτα δεν μέχρι σήμερα έχουν αμφισβητηθεί.

Αμφισβητήθηκε από την πλευρά του Κατηγορούμενου 2 ότι αυτός έλαβε γνώση της ειδοποίησης επιβολής των τελών. Σημειώνω ότι η ΜΚ1 είχε αναφέρει ότι γνώριζε ο Κατηγορούμενος 2 ότι επιβλήθηκαν τα τέλη. Ήταν τακτικός πελάτης και ζητούσε προθεσμίες για να πληρώσει για το σκάφος το επίδικο αλλά και άλλα. Δεν αμφισβητήθηκε ότι τα τέλη από το 2016 μέχρι το 2019 καταβάλλονταν από τον Κατηγορούμενο 2 ο οποίος προφανώς γνώριζε ότι επιβάλλονταν για το συγκεκριμένο σκάφος. Ούτε αμφισβητήθηκε η τακτική επαφή που είχε με το προσωπικό της Μαρίνας και ότι πλήρωνε και για άλλα σκάφη. Στο Τεκμήριο 5 που είναι η ειδοποίηση για την πληρωμή των τελών καταγράφεται ότι παραδόθηκε με το χέρι στον Κατηγορούμενο 2 στις 19.10.2021 και όπως ανάφερα καμία περί του αντιθέτου μαρτυρία δεν παρουσιάστηκε από τον Κατηγορούμενο 2 κατά το στάδιο που θα παρουσιαζόταν η μαρτυρία του. Τα πιο πάνω με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έλαβε γνώση. Σημειώνω και πάλι ότι παρά τις περί αντιθέτου υποβολές από πλευράς υπεράσπισης του Κατηγορούμενου 2 ο ίδιος δεν έχει καταθέσει ούτε κάλεσε οποιοδήποτε μάρτυρα υπεράσπισης. Αποδέχομαι εν όψει όλων των πιο πάνω την μαρτυρία της ΜΚ1 χωρίς οποιοδήποτε δισταγμό.

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 1, αποδέχομαι από την μαρτυρία του ότι έλαβε γνώση της ειδοποίησης πληρωμής των τελών, ότι δεν καταχώρησε προσφυγή κατά της απόφασης για επιβολή τελών, ότι ήταν δηλωμένος ιδιοκτήτης του επίδικου σκάφους. Αυτά στον βαθμό που αφορά την ουσία της υπόθεσης δεν έχουν αμφισβητηθεί Σε ό,τι αφορά το υπόλοιπο της μαρτυρίας του δεν προσθέτει κάτι στην υπόθεση και δεν είναι σχετικό με τα επίδικα ζητήματα.

Το ίδιο ισχύει και για τον ΜΥ1 του οποίου η μαρτυρία, δεν προσφέρει οτιδήποτε στην υπόθεση. Εάν πρέπει να σχολιαστεί οτιδήποτε, αυτό είναι ότι δεν έχω διαπιστώσει ο εν λόγω μάρτυρας να προσήλθε στο Δικαστήριο με σκοπό να βοηθήσει τον Κατηγορούμενο 1 παρά να πει την αλήθεια.

Ευρήματα

Στην υπό κρίση περίπτωση ουδέποτε αποτέλεσαν αμφισβητούμενα γεγονότα τα πιο κάτω:

Εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του επίμαχου σκάφους είναι ο Κατηγορούμενος 1.

Ο Κατηγορούμενος 1 έλαβε γνώση της ειδοποίησης επιβολής τελών και επικοινώνησε με την ΜΚ1.

Το σκάφος ήταν στον χώρο της Μαρίνας από το 2016 μέχρι και κάποιο διάστημα μετά την αποστολή ειδοποίησης πληρωμών το 2021, οπότε και απομακρύνθηκε από τον Κατηγορούμενο 1.

Τα τέλη ελλιμενισμού από το 2016 μέχρι το 2019 πληρώνονταν κανονικά.

Ο Κατηγορούμενος 2 διατηρούσε κατάστημα κατά τον ουσιώδη χρόνο στη Μαρίνα, ήταν πελάτης για χρόνια και διατηρούσε αριθμό σκαφών ως broker και ως ιδιοκτήτης.

Τα τέλη από το 2019 μέχρι το 2021 δεν έχουν καταβληθεί.

Στην βάση της πιο πάνω αξιολόγησης αποτελούν επίσης ευρήματα του Δικαστηρίου ότι:

O Κατηγορούμενος 2 έλαβε γνώση της ειδοποίησης επιβολής τελών.

Oι Κατηγορούμενοι μετά την επιβολή των τελών δεν καταχώρησαν προσφυγή και ότι δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε απόδειξη καταβολής των τελών τα οποία παραμένουν απλήρωτα μέχρι σήμερα.

Νομική Πτυχή

Με την άρνηση των Κατηγοριών η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων, με αποδεκτή μαρτυρία, και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Σπύρος Σπύρου (2002) 2 ΑΑΔ 71, Λοϊζου ν Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363 και Σωτηριάδης ν Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 482). Ο κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Διαφορετική προσέγγιση θα παραβίαζε το τεκμήριο της αθωότητας το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12(4) του Συντάγματος (Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211, σελίδα 218).

 

Υπάρχουν όμως εξαιρέσεις όπου το βάρος απόδειξης δύναται να μετατοπιστεί. Ως καταγράφεται στην σελ. 179 στου συγγράμματος Το Δίκαιο της Απόδειξης των Τάκη Ηλιάδη και Νικόλα Σάντη:

 

 «Έτσι, όταν συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη δημιουργεί ποινικό αδίκημα που όμως δεν συνιστά αδίκημα εάν η πράξη εκτελείται από πρόσωπο που κατέχει τα προσόντα ή την άδεια συγκεκριμένης αρχής, τότε ο κατηγορούμενος έχει το βάρος να αποδείξει ότι κατέχει τα προσόντα ή τη σχετική άδεια και τούτο γιατί οι λεπτομέρειες βρίσκονται μόνο στην προσωπική γνώση ή κατοχή του και είναι δύσκολο (αν όχι αδύνατο) για την Κατηγορούσα Αρχή να τις αντικρούσει. Σε τέτοια περίπτωση, ο κατηγορούμενος μπορεί να αποσείσει το σχετικό βάρος στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων (R v Carr-Braint (1943)2 All ER 156)»

 

Σχετικά με τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι, το άρθρο 5(1) του Νόμου 4/77 ανωτέρω προβλέπει ότι:

 

« Yπό την επιφύλαξη και τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), τα εκάστοτε πληρωτέα ποσά για τη χρήση κάθε συγκεκριμένης μαρίνας και των εγκαταστάσεων που βρίσκονται σ’ αυτή και για αγαθά, πράγματα, υπηρεσίες ή διευκολύνσεις που παρέχονται ή διατίθενται εντός αυτής ορίζονται κατ’ έτος για περίοδο δώδεκα μηνών από το νομικό ή το φυσικό πρόσωπο ή το νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου στο οποίο έχει ανατεθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 3, η διοίκηση, η διαχείριση, η εκμετάλλευση και η λειτουργία της μαρίνας.»

 

 

 

 

Στο άρθρο 7Α του πιο πάνω Νόμου προνοείται ότι:

«7Α.-(1) Εν περιπτώσει καθ’ ην ο κυβερνήτης σκάφους, αναφορικώς προς το οποίον οφείλονται οιαδήποτε δικαιώματα, αρνείται ή αμελεί να καταβάλη ταύτα ευθύς ως ήθελε εγγράφως κληθή προς τούτο, ο Οργανισμός Τουρισμού δύναται να προβή εις την κατάληψιν ή την κατάσχεσιν του σκάφους και των συνέργων, εξαρτίων ή επίπλων αυτού και να κρατήση ταύτα μέχρι της αποπληρωμής ή της εξασφαλίσεως του οφειλομένου ποσού.

(2) Μετά την τοιαύτην κατάληψιν ή την κατάσχεσιν του σκάφους και των συνέργων, εξαρτίων ή επίπλων αυτού ο Οργανισμός Τουρισμού επιδίδει εις τον κυβερνήτην του τοιούτου σκάφους ή, οσάκις η επίδοσις είναι αδύνατος, αναρτά επί του τοιούτου σκάφους ειδοποίησιν περί προθέσεως εκποιήσεως του σκάφους και των συνέργων, εξαρτίων ή επίπλων αυτού και εάν εντός τριάκοντα ημερών από της επιδόσεως ή αναρτήσεως της τοιαύτης ειδοποιήσεως δεν καταβληθώσι-

(α) τα οφειλόμενα δικαιώματα· και

(β) πάντα τα έξοδα τα γενόμενα διά και εν σχέσει προς την κατάληψιν, κατάσχεσιν ή κράτησιν του σκάφους, συνέργων, εξαρτίων ή επίπλων,

ο Οργανισμός Τουρισμού κέκτηται εξουσίαν να προβή εις την εκποίησιν των καταληφθέντων ή κατασχεθέντων οιουδήποτε μέρους τούτων.

(3) Εκ του προϊόντος της τοιαύτης εκποιήσεως ο Οργανισμός Τουρισμού δύναται να κρατήση το ποσόν των οφειλομένων δικαιωμάτων και εξόδων, υποχρεούται δε να παραδώση οιονδήποτε τυχόν υπόλοιπον, άμα τη απαιτήσει του, εις τον κυβερνήτην.

(4) Ανεξαρτήτως των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων, ο Οργανισμός Τουρισμού κέκτηται εξουσίαν να διεκδικήση, επί δικαστηρίω, οιαδήποτε οφειλόμενα δικαιώματα ή έξοδα, ή το υπόλοιπον αυτών εφ’ όσον το προϊόν της εκποιήσεως δεν επαρκεί διά να καλύψη ολόκληρον το οφειλόμενον ποσόν…»

Συμφώνως των όσων διαλαμβάνει ο Κανονισμός 4 των πιο πάνω Κανονισμών, ο κυβερνήτης του σκάφους ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με τους κανονισμούς ή τις οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει των εν λόγω κανονισμών διαπράττει αδίκημα το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα €850 ή και τις δυο ποινές.

 

Προκειμένου, να στοιχειοθετηθούν οι κατηγορίες εναντίον των Κατηγορούμενων, το Δικαστήριο, θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι η πράξη επιβολής των τελών στους Κατηγορούμενους, τους έχει κοινοποιηθεί, ότι αυτή κατέστη ανέκκλητη και ότι τα τέλη δεν έχουν πληρωθεί.

 

Η απόφαση για επιβολή και η ειδοποίηση επιβολής τελών, συνιστά διοικητική πράξη δυνάμενη να αναθεωρηθεί βάσει του Συντάγματος και να προσβληθεί με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο. Το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν έχει τέτοια δικαιοδοσία (βλ. Sigma Radio Tv v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2006) 1 Α.Α.Δ. 155, Δήμος Αγίου Αθανασίου ν. James Peter Pazaraki (2004) 2 Α.Α.Δ. 524, Χριστοδούλου ν. Έπαρχος Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 128).

Το Επαρχιακό Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει κατά πόσο υπάρχει έγκυρη εκτελεστή διοικητική πράξη. Για να τελειωθεί μια διοικητική πράξη πρέπει να έρθει εις γνώση του διοικούμενου και από τότε που γίνεται γνωστή η βούληση της διοίκησης ξεκινά και ο χρόνος προθεσμίας της προσφυγής (βλ. Χατζήκυριακος ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2269, Δήμος Αγίου Αθανασίου ανωτέρω).  

Στην Αδάμου ν Συμβούλιο Βελτιώσεως Ξυλοφάγου (1994) 2 Α.Α.Δ. 137 τονίστηκαν τα πιο κάτω:

«Αποκλειστική δικαιοδοσία για τον έλεγχο της νομιμότητας αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων αρχών ή οργάνων της Δημοκρατίας που ασκούν εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία έχει το Ανώτατο Δικαστήριο. Μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο είναι αρμόδιο να προβεί στην αναθεώρηση πράξεων της Διοίκησης και να τις ακυρώσει για τους λόγους που προβλέπονται στο Άρθρο 146.1. Η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146.1, όπως και πρόσφατα επαναλάβαμε, διαχωρίζεται θεσμικά από την πολιτική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου (Βλ. Συμβούλιο Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών v. Κωνσταντίνου και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 453). Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με την ποινική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Μόνο στην περίπτωση νόσφησης εξουσίας μπορεί πράξη να αγνοηθεί διότι στην περίπτωση εκείνη το προϊόν της νόσφησης δεν περιέρχεται στη σφαίρα του δικαίου.»

 

Στην Χριστοδούλου ανωτέρω, τονίστηκαν τα εξής:

 

«Η δικαιοδοσία του ποινικού δικαστηρίου για αξιόποινες παραλείψεις καταβολής φορολογίας προϋποθέτει το ανέκκλητο της φορολογίας, με μόνο παρεπόμενο την είσπραξή της. Προσλαμβάνει αυτό το χαρακτήρα η επιβληθείσα φορολογία, εφόσον περιέλθει σε γνώση του διοικουμένου και αφού παρέλθει ο χρόνος για την προσβολή της ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Προϋπόθεση για το ανέκκλητο της υποχρέωσης καταβολής της φορολογίας αποτελεί η γνωστοποίησή της στο διοικούμενο ή, έστω, η λήψη γνώσης του περιεχομένου της εκ μέρους του και η πάροδος, από την ημέρα εκείνη, του χρονικού διαστήματος των 75 ημερών για την άσκηση προσφυγής - (Άρθρο 146.3 του Συντάγματος)».

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση δεν αμφισβητήθηκε από τον Κατηγορούμενο 1 ότι κοινοποιήθηκε σε αυτόν η ειδοποίησης επιβολή τελών και έχει αποτελέσει εύρημα του Δικαστηρίου ότι γνωστοποιήθηκε και στον Κατηγορούμενο 2. Ήταν μη αμφισβητούμενο γεγονός επίσης ότι δεν καταχωρήθηκε από κάποιον εκ των Κατηγορούμενων οποιαδήποτε προσφυγή (εντός 75 ημερών) από την ημερομηνία της γνωστοποίησης. Ειδικότερα, ο Κατηγορούμενος 1 παραδέχθηκε ότι δεν καταχώρησε προσφυγή. Ως εκ τούτου, η απόφαση για επιβολή τελών τελειώθηκε Δεν υπήρξε επίσης αμφισβήτηση ότι δεν έχουν μέχρι σήμερα πληρωθεί τα τέλη που επιβλήθηκαν στους Κατηγορούμενους, ούτε παρουσιάστηκε οποιαδήποτε απόδειξη προς τούτου.

Εκείνο που προσπάθησε να καταδείξει ο Κατηγορούμενος 1 είναι ότι πώλησε το σκάφος και ανέλαβε να πληρώνει ο Κατηγορούμενος 2 και εκείνο που προσπάθησε να καταδείξει ο Κατηγορούμενος 2 είναι ότι ουδέποτε ήταν ιδιοκτήτης ή κυβερνήτης του σκάφους για να πληρώνει τέλη. Τα ζητήματα αυτά όμως, όπως το ποιος είχε την ιδιοκτησία ή κατοχή του επίδικου σκάφους, ποιος ανάλαβε να πληρώνει, εάν υπήρξε συμφωνία (bill of sale), εάν ο Κατηγορούμενος 2 ανάλαβε τα θέματα της μεταβίβασης και τι δηλώθηκε στην Μαρίνα, περιβάλλονται από την ίδια την απόφαση για επιβολή τελών συνεπώς δεν δύναται να αναθεωρηθούν από το παρόν Δικαστήριο.

Παραπέμπω σχετικά στην υπόθεση James Peter πιο πάνω όπου λέχθηκε ότι:

«Θέματα όπως αυτά που εγέρθηκαν από το συνήγορο του εφεσείοντα, δηλαδή ιδιοκτησία ή κατοχή, το είδος του υποστατικού και το ύψος των τελών, είναι σαφώς θέματα που αφορούν την εγκυρότητα της διοικητικής πράξης επιβολής του τέλους και έτσι δεν μπορούν να αμφισβητηθούν στην παρούσα διαδικασία. Η εγκυρότητα της διοικητικής πράξης παραμένει ως δεδομένο, εφόσον αυτή δεν έχει αμφισβητηθεί εντός της προνοούμενης από το Σύνταγμα προθεσμίας με αίτηση ακυρώσεως.»

Στην βάση λοιπόν όλων όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, κρίνω ότι αποδεικνύονται οι κατηγορίες εναντίον των Κατηγορούμενων.

Κατάληξη

Εν όψει όλων των πιο πάνω και για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της στον απαιτούμενο βαθμό και οι Κατηγορούμενοι κρίνονται ένοχοι στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν. Ο 1ος κατηγορούμενος στις κατηγορίες 3, 4, 5 και 6 και ο 2ος κατηγορούμενος 7, 8, 9 και 10.

 

                                                       

      (Υπ.)  .....................................

                                                                                        Λ. Χαβιαράς, Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

 

Πρωτοκολλητή

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο