ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. RAAFAT ASHOUR, Αρ. Υπόθεσης: 8696/2023, 28/9/2023

ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΣΥΝΘΕΣΗ:    Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.

                        Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.

                        Π. Σαββίδης, Προσ. Ε.Δ.

 

Αρ. Υπόθεσης: 8696/2023

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ν.

 

RAAFAT ASHOUR

                                                                                                            Κατηγορούμενος

 

28 Σεπτεμβρίου, 2023.

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Β. Μπίσσας

Για τον Κατηγορούμενο: κα Χ. Κωνσταντίνου

 

Κατηγορούμενος παρών

 

…………………….

 

Π Ο Ι Ν Η

 

Κατόπιν παραδοχής, ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες για το αδίκημα της αρπαγής ή απαγωγής ή στέρησης της ελευθερίας οποιουδήποτε με σκοπό τον εξαναγκασμό αυτού ή άλλου προσώπου να προβεί σε μη οφειλόμενη πράξη ή σε παράλειψη πράξης, κατά παράβαση των άρθρων 247, 251Α και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154.

 

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος των κατηγοριών 1 και 2, στις 20.04.2023 ο κατηγορούμενος, στο Πάρκο Ακαδημίας, στην Αγλαντζιά, στην Λευκωσία, παράνομα στέρησε την ελευθερία του Π.Π., ηλικίας 16.5 ετών (κατηγορία 1) και της Γ.Γ., ηλικίας 15.5 ετών (κατηγορία 2), με σκοπό να εξαναγκάσει τους ίδιους και τους γονείς τους, ώστε να του καταβάλουν χρηματικό ποσό.  

 

Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα (Έγγραφο 1), όπως έχουν εκτεθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της Κατηγορούσας Αρχής κ. Μπίσσα, έχουν ως ακολούθως:

 

Την 20.04.2023 ο Π.Π., ηλικίας 16.5 ετών και η Γ.Γ., ηλικίας 15.5 ετών, περί ώρα 16:00, μετέβηκαν στο πάρκο Ακαδημίας και συνάντησαν τρεις φίλες τους. Μετά από πάροδο περίπου μίας ώρας, ο Π.Π. και η Γ.Γ. μετέβηκαν στο μονοπάτι της φύσης του πάρκου της Ακαδημίας με σκοπό να κατευθυνθούν προς το σπίτι της Γ.Γ..  Ενώ περπατούσαν, τους πλησίασε ο κατηγορούμενος και τους ζήτησε χρήματα. Αυτοί του απάντησαν ότι δεν είχαν και ο κατηγορούμενος, αφού δεν τους πίστεψε, ακούμπησε το παντελόνι του Π.Π. στο ύψος των τσεπών του για να δει αν του έλεγαν την αλήθεια. Στο μέρος υπήρχε κόσμος και ο κατηγορούμενος έκανε νόημα στον Π.Π. και την Γ.Γ. να τον ακολουθήσουν, ενώ παράλληλα τους υπέδειξε τη δεξιά τσέπη του παντελονιού που φορούσε, αναφέροντας τους τη λέξη «gun». Τους μετέφερε σε απομονωμένο μέρος για να μην τους βλέπουν οι περαστικοί και τους πήρε τα κινητά τους τηλέφωνα. Ακολούθως, τους ζήτησε να παραμείνουν ήσυχοι και απομακρύνθηκε, σε πολύ κοντινή απόσταση από αυτούς, για να μιλήσει στο τηλέφωνο.  Όταν τερμάτισε τη συνομιλία του με το άγνωστο πρόσωπο, τους είπε ότι κάποια άλλα άτομα θα πήγαιναν να τους πάρουν από το μέρος που βρίσκονταν και ότι θα ζητούσαν από την οικογένεια του καθενός €25.000. Περαιτέρω, τους είπε πως σε περίπτωση που οι οικογένειες τους δεν έδιναν τα χρήματα, αυτοί θα τους σκότωναν και θα πουλούσαν τα όργανα τους.

 

Ακολούθως, ο κατηγορούμενος έδεσε με ένα μαντήλι τα πόδια και τα χέρια του Π.Π. και τα πόδια της Γ.Γ., το οποίο όμως μετά από πάροδο 15 λεπτών αφαίρεσε, ζητώντας τους να μεταφερθούν πιο μέσα από εκεί που βρίσκονταν, ούτως ώστε να μη γίνουν αντιληπτοί από τους περαστικούς.  Κατά τον χρόνο που ο Π.Π. και η Γ.Γ. ήταν δεμένοι, προσπάθησαν κάποιες φορές να λυθούν, αλλά ο κατηγορούμενος κάθε φορά που αντιλαμβανόταν τις προθέσεις τους, τους φώναζε.

 

Επισημαίνεται ότι ο κατηγορούμενος επικοινωνούσε με τους Π.Π. και την Γ.Γ. μέσω της εφαρμογής Google Translate που είχε στο κινητό του.

 

Περίπου, δύο ώρες αργότερα, ο κατηγορούμενος, με τη χρήση της  πιο πάνω εφαρμογής, τους έγραψε ότι τελικά δεν θα τους έδινε για λύτρα και τους ζήτησε να παραμείνουν κρυμμένοι για ακόμα μία ώρα, ενώ ο ίδιος έμεινε μαζί τους.  Αφού πέρασε ακόμη μία ώρα, ο κατηγορούμενος τους ενημέρωσε πως για να πάρουν πίσω τα κινητά τους τηλέφωνα θα έπρεπε την επόμενη ημέρα, ήτοι στις 21.04.2023, ο κάθε ένας από αυτούς να του πάρει στο ίδιο σημείο €1.000. Μετά από αυτό, ο κατηγορούμενος άφησε τον Π.Π. να φύγει κρατώντας το κινητό του τηλέφωνο, αναφέροντας τους ότι 5 λεπτά αργότερα θα άφηνε και την Γ.Γ., υποδεικνύοντας τους να μην ακολουθήσουν την ίδια κατεύθυνση. Σημειώνεται ότι ο Π.Π. αφέθηκε ελεύθερος 3 ώρες μετά τον περιορισμό του από τον κατηγορούμενο.

 

Η Γ.Γ., παρακάλεσε τον κατηγορούμενο να της επιστρέψει το κινητό της τηλέφωνο με αντάλλαγμα να του δώσει τη χρυσή της καδένα ως εξασφάλιση για την επιστροφή της την επόμενη ημέρα για να του δώσει το ποσό των €1.000, κάτι το οποίο ο κατηγορούμενος αποδέχθηκε.  Όταν όμως η Γ.Γ. άνοιξε το κινητό της τηλέφωνο, αυτό κτύπησε με αποτέλεσμα ο κατηγορούμενος να της το πάρει ξανά. 

 

Ο Μοχάμεντ, στη διαδρομή, συνάντησε ένα άγνωστο πρόσωπο από το οποίο ζήτησε να μάθει την ώρα, το οποίο του είπε ότι ήταν 20:00. Λίγη ώρα αργότερα, ο Π.Π. επέστρεψε στο σημείο, φοβούμενος ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε αφήσει την Γ.Γ. να φύγει. Ωστόσο, βρήκε την Γ.Γ. να προσπαθεί να ανέβει από τον ποταμό δίπλα από το μονοπάτι όπου βρίσκονταν. Ο Π.Π. και η Γ.Γ. κατευθύνθηκαν προς το σπίτι της τελευταίας, όπου ανέφεραν στους γονείς της τι ακριβώς προηγήθηκε. 

 

Στις 08.05.2023 εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εναντίον του κατηγορούμενου, ο οποίος συνελήφθηκε την ίδια ημέρα και αφού του επιστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη.

 

Στις 09.05.2023 ο κατηγορούμενος, σε θεληματική κατάθεση του, παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων και ανέφερε πως οτιδήποτε έπραξε, το έπραξε για να πάρει χρήματα. Επίσης, ανέφερε ότι λίγες ημέρες μετά τη διάπραξη των αδικημάτων, πώλησε τόσο τα κινητά τηλέφωνα όσο και τη χρυσή καδένα της Γ.Γ. , σε άγνωστο πρόσωπο, λαμβάνοντας το ποσό των €250.

 

   Προς συμπλήρωση των γεγονότων, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

Για μετριασμό της ποινής η ευπαίδευτη συνήγορος του κατηγορουμένου, κα Κωνσταντίνου, σε σχέση με τις προσωπικές του περιστάσεις υιοθέτησε την Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας που υπάρχει κατατεθειμένη στο φάκελο του Δικαστηρίου. Απ’ αυτή, αλλά και από τα όσα ανέφερε στα πλαίσια της αγόρευσης της, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος είναι ηλικίας 30 ετών, κατάγεται από τη Συρία και είναι μοναχοπαίδι. Ο πατέρας του απεβίωσε και η μητέρα του είναι οικοκυρά. Ο κατηγορούμενος φοίτησε για 6 χρόνια στο σχολείο και δεν υπηρέτησε στρατιωτική θητεία. Εργάστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα σε φάρμα με ζώα στη χώρα του. Ήρθε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 2023 λόγω της φτώχιας που βίωνε στην χώρα του και των οικονομικών αναγκών αυτού και της οικογένειας του. Είναι πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών, ηλικίας 7, 5 και 3 ετών, ενώ το τέταρτο παιδί του γεννήθηκε μετά την κάθοδο του κατηγορούμενου στην Κύπρο, αφού η σύζυγος του ήταν έγκυος όταν αυτός έφυγε από την χώρα του. Τα δύο εκ των ανήλικων παιδιών του αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας. Συγκεκριμένα, το ένα εξ αυτών πάσχει από επιληψία και το άλλο από νοητική υστέρηση. Τα παιδιά του βρίσκονται στην Συρία με τη σύζυγο του. Σκοπός του ήταν στο μέλλον, να φέρει όλη του την οικογένεια στην Ευρώπη. Όταν ήρθε στην Κύπρο υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο και κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων δεν ελάμβανε επίδομα, αλλά ούτε εργαζόταν.

 

Ως προς τις συνθήκες τέλεσης των αδικημάτων, η συνήγορος Υπεράσπισης, επεσήμανε ότι, μολονότι ο κατηγορούμενος αντιλήφθηκε πλήρως τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε, υποστήριξε ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι δεν υπήρξε προσχεδιασμός στη διάπραξη των αδικημάτων και ότι ο κατηγορούμενος ενεργούσε με αυθορμητισμό και λόγω της ανάγκης του να βρει χρήματα για τη δική του διατροφή. Με παραπομπή στη θεληματική κατάθεση του κατηγορούμενου (Έγγραφο 2), τόνισε ότι ο κατηγορούμενος ήταν συγχυσμένος, φοβήθηκε για την πράξη που έκανε, ενώ επίσης αντιλήφθηκε και τον φόβο και τρόμο που προκάλεσε στα δύο παιδιά. Περαιτέρω, σημείωσε ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και το περιορισμένο του χρόνου στέρησης της ελευθερίας των παραπονούμενων.

 

Σε ότι αφορά τώρα άλλους σχετικούς παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την επιβολή της ποινής, η κα Κωνσταντίνου, επεσήμανε την άμεση παραδοχή του, την απολογία, μεταμέλεια και συνεργασία του κατηγορούμενου με την Αστυνομία, αναφέροντας, περαιτέρω ότι, υπήρχε πρόθεση από τον κατηγορούμενο να αποζημιώσει τους παραπονούμενους, πλην όμως δεν υπάρχει η οικονομική ικανότητα.

 

Από δικής μας πλευράς, ως πρώτο γενικό σχόλιο, επισημαίνουμε ότι το αδίκημα που διέπραξε ο κατηγορούμενος είναι ιδιαιτέρως σοβαρό, γεγονός το οποίο αντανακλάται εξάλλου στην προβλεπόμενη ποινή, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 251Α του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154 είναι η φυλάκιση μέχρι 14 χρόνια και η χρηματική ποινή.

 

Δυστυχώς, από την καθημερινή εμπειρία στη δικαστική έδρα, αντλούμε δικαστική γνώση της ραγδαία αυξανόμενης συχνότητας με την οποία διαπράττονται αδικήματα εναντίον της  προσωπικής ελευθερίας του ανθρώπου τα τελευταία χρόνια. Μας προκαλεί έντονη ανησυχία το φαινόμενο αυτό. Πρόκειται για αδικήματα που προκαλούν αισθήματα φόβου και ανασφάλειας στους πολίτες. Η παράνομη στέρηση της προσωπικής ελευθερίας του ανθρώπου, δεν έχει θέση σε μια σύγχρονη πολιτισμένη κοινωνία όπως είναι η δική μας.

 

Ενδεικτικό της αυξητικής τάσης διάπραξης τέτοιων αδικημάτων, αλλά και της ανησυχίας που επικρατεί στους κόλπους της κοινωνίας, αποτελεί το γεγονός ότι το αδίκημα που διέπραξε ο κατηγορούμενος, προστέθηκε στον Ποινικό Κώδικα μόλις το 2021, ως αναγνώριση του Νομοθέτη, ότι η αρπαγή ή απαγωγή ή παράνομη στέρηση της ελευθερίας οποιουδήποτε με σκοπό τον εξαναγκασμό αυτού ή άλλου προσώπου να προβεί σε μη οφειλόμενη πράξη ή σε παράλειψη πράξης, δεν τύγχανε προηγουμένως ποινικοποίησης. Έρευνα μας στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για σκοπούς καθοδήγησης, δεν έχει αποκαλύψει αποφάσεις που να αφορούν στο αδίκημα που διέπραξε ο κατηγορούμενος. Σημειώνουμε, βεβαίως ότι η προηγούμενη Νομολογία αποτελεί απλά στοιχείο καθοδήγησης και όχι δέσμευσης για το θέμα της ποινής, αφού η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της ιδιαιτεροτήτων και δεδομένων. Αφετηρία, υπενθυμίζουμε, είναι η ανώτατη προβλεπόμενη στον Νόμο ποινή, ως την έχουμε καταγράψει προηγουμένως.

 

Ωστόσο, αναφορά πιστεύουμε αξίζει να γίνει στις υποθέσεις Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 83 και Νικολάου ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 54/2019, ημερ.19.5.2022, ECLI:CY:AD:2022:D195, οι οποίες έχουν κάποια συνάφεια με το αδίκημα της παρούσας υπόθεσης.

 

Στην υπόθεση Μιχαηλίδης (ανωτέρω) επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 4 ετών για την κατηγορία της απαγωγής κατά παράβαση των άρθρων 247 και 251 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154,  και 3 ετών για την κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Ο εφεσείων υπέβαλε την παραπονούµενη σε σκληρή κακοποίηση τόσο πριν όσο και μετά την απαγωγή της µε πρόσχημα ότι αυτή δεν ήταν πρόθυμή να καταβάλει στη μητέρα του χρηματικό ποσό που της όφειλε. Ο εφεσείων βαρύνετο με τέσσερεις προηγούμενες καταδίκες για παρόμοια αδικήματα. Για το αδίκημα της απαγωγής, όπως ίσχυε τότε,  ο νόμος προέβλεπε ποινή φυλάκισης μέχρι δέκα ετών και για το αδίκημα της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, φυλάκιση μέχρι επτά έτη. 

 

Στην υπόθεση Νικολάου (ανωτέρω), ο εφεσείων, κατόπιν δικής του παραδοχής, κρίθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες για περιαγωγή σε κατάσταση νάρκωσης με σκοπό διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 227 του Ποινικού Κώδικα (κατηγορίες 1 και 2) και δύο για απαγωγή προσώπου, με σκοπό κρυφό και άδικο περιορισμό, κατά παράβαση των άρθρων 247 και 250 του Ποινικού Κώδικα (κατηγορίες 3 και 4). Του επιβλήθηκε πρωτόδικα ποινή φυλάκισης 8 ετών για κάθε μια από τις κατηγορίες 1 και 2 και 4 ετών για κάθε μια από τις κατηγορίες 3 και 4. Ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, το Κακουργιοδικείο διέταξε όπως οι ποινές στις κατηγορίες 1 και 3 συντρέχουν μεταξύ τους όπως και οι ποινές στις κατηγορίες 2 και 4. Περαιτέρω διατάχθηκε όπως οι συντρέχουσες ποινές στις κατηγορίες 2 και 4 να είναι διαδοχικές με τις συντρέχουσες ποινές στις κατηγορίες 1 και 3 ώστε το σύνολο των επιβληθεισών ποινών να ανέρχεται στα 16 χρόνια. Ο εφεσείων αμφισβήτησε την ορθότητα της οκταετούς ποινής φυλάκισης στις κατηγορίες 1 και 2 καθώς και την ορθότητα της διαδοχικότητας των εν λόγω ποινών. Το Εφετείο έκρινε ότι η διαδοχικότητα των ποινών φυλάκισης στις κατηγορίες 1 και 2 ήταν λανθασμένη, αφού το αθροιστικό τους αποτέλεσμα ξεπερνούσε το όριο,  καθιστώντας τη συνολική ποινή δυσανάλογη προς την ενιαία εγκληματική του συμπεριφορά. Έτσι αντικατέστησε την ποινή φυλάκισης των 8 ετών με ποινή φυλάκισης 13 ετών σε κάθε κατηγορία, διατάσσοντας όμως, όπως οι ποινές συντρέχουν τόσο μεταξύ τους όσο και με την ποινή φυλάκισης  4 ετών στην 3η κατηγορία και 4η κατηγορία. Με άλλα λόγια η συνολική ποινή μειώθηκε από 16 σε 13 χρόνια φυλάκιση. Για το αδίκημα της απαγωγής, ο νόμος προέβλεπε ποινή φυλάκισης εφτά ετών και για το αδίκημα της περιαγωγής σε νάρκωση, τη διά βίου φυλάκιση. 

 

Επιστρέφοντας στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, και έχοντας εξετάσει αυτά με πολλή προσοχή, χωρίς αμφιβολία το αδίκημα που ο κατηγορούμενος διέπραξε είναι πολύ σοβαρό. Μας προκαλεί έντονο προβληματισμό και συνάμα ανησυχία το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος προέβηκε στην στέρηση της ελευθερίας δύο ανήλικων σε χρόνο και μέρος όπου μπορούσε εύκολα να γίνει αντιληπτός από άλλα πρόσωπα που βρίσκονταν στο μέρος. Αυτό καταδεικνύει θράσος από πλευράς του κατηγορούμενου αλλά συνάμα και την επιπολαιότητα του όλου εγχειρήματος του. Από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μας δεν προκύπτουν στοιχεία για λελογισμένη, μελετημένη και μακροχρόνια οργάνωση. Την ίδια ώρα όμως δεν αποδεχόμαστε τη θέση της συνηγόρου Υπεράσπισης ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε με αυθορμητισμό. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος, για να επιτύχει να τον ακολουθήσουν οι δύο ανήλικοι, τους είπε τη λέξη «gun» υποδεικνύοντας τους την τσέπη του παντελονιού,  δεικνύει ότι ο κατηγορούμενος είχε προφανώς στο μυαλό την εγκληματική πράξη και τον τρόπο που θα δράσει προς υλοποίηση της.  

 

Σε ό,τι αφορά τη θέση που προβλήθηκε από την συνήγορο Υπεράσπισης ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε ένεκα της ανάγκης του να βρει χρήματα για τη δική του διατροφή, δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για προσφυγή στο έγκλημα και, ιδιαίτερα, του είδους που διέπραξε ο κατηγορούμενος. Δεν μπορούμε να επικροτούμε άτομα που βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση και γενικώς σε οποιασδήποτε μορφής δύσκολη θέση να προσφεύγουν σε εγκληματικές δραστηριότητες για να αποκομίζουν όφελος, καθότι κάτι τέτοιο συνιστά ρήγμα στην κοινωνία και καταστρατήγηση του ρόλου του Δικαστηρίου στη διατήρηση της νομιμότητας  και θα ήταν η οριστική κατάρρευση κάθε ηθικής αρχής, αλλά και κάθε αρχής τάξης και δικαίου (βλ. Σταύρου «Φάντης» ν Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 61, Mixaylov κ.α. ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ.75 και Μακρή ν Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 15).

 

Σε ό,τι αφορά τη διάρκεια της στέρησης της ελευθερίας των δύο ανήλικων,  την οποία η ευπαίδευτη συνήγορος Υπεράσπισης προέβαλε μετριαστικά, δεν παραγνωρίζουμε ότι περιορίστηκε σε 3 ώρες. Ωστόσο, αν αναλογιστεί κανείς τον φόβο, την αγωνία και άγχος που αναμφίβολα βίωσαν οι δύο ανήλικοι στο χρόνο αυτό, μικρή μόνο σημασία μπορεί να προσδοθεί στο γεγονός αυτό.

 

Δεν μας διαφεύγει ακόμη της προσοχής ότι ο κατηγορούμενος αποκόμισε οικονομικό όφελος από την αξιόποινη συμπεριφορά του. Η δε σοβαρότητα του αδικήματος δεν μπορεί να μειωθεί εκ του γεγονότος ότι το οικονομικό όφελος ήταν περιορισμένης αξίας.

 

Παρά την εν γένει σοβαρότητα του διαπραχθέντος αδικήματος, την έξαρση που παρατηρείται γενικότερα σε αδικήματα εναντίον της προσωπικής ελευθερίας του ανθρώπου, την ανάγκη για αποτροπή, αναγνωρίζουμε ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα μετριαστικά στοιχεία, ώστε στο τέλος της υπόθεσης να επιτυγχάνεται εξατομίκευση και η ποινή που επιβάλλεται να είναι δίκαιη για τον συγκεκριμένο άνθρωπο που στέκεται στο εδώλιο του κατηγορούμενου.

 

Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνουμε υπόψη την άμεση παραδοχή του τόσο στην Αστυνομία όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου, την εκφρασθείσα απολογία και μεταμέλεια, τη συνεργασία του κατηγορούμενου με την Αστυνομία στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης και το καθαρό ποινικό του μητρώο. Συναφώς, λαμβάνουμε υπόψη τα όσα αφορούν στις προσωπικές και άλλες του περιστάσεις, ως αναφέρονται στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και ως αναπτύχθηκαν περαιτέρω από την ευπαίδευτη συνήγορο του, στον βαθμό βεβαίως που τούτο επιτρέπεται για αδικήματα που βρίσκονται σε έξαρση και προέχει η αποτροπή. Δεχόμαστε και συνεκτιμούμε επίσης την αναντίλεκτη θέση της συνηγόρου Υπεράσπισης ότι ο κατηγορούμενος επιθυμούσε να αποζημιώσει τους παραπονούμενους, πλην όμως αδυνατεί να το πράξει λόγω της οικονομικής του κατάστασης.

 

Παρά την ύπαρξη των πιο πάνω μετριαστικών, η εν γένει σοβαρότητα του αδικήματος και η επιτακτική ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών λόγω της έξαρσης που παρατηρείται σε όμοιας φύσης αδικήματα, δεν αφήνουν άλλη επιλογή στο Δικαστήριο, από την επιβολή ποινής φυλάκισης. Συνεπώς, οι μετριαστικοί παράγοντες που έχουν αναφερθεί είναι δυνατό να επηρεάσουν την έκταση και όχι το είδος της ποινής που θα επιβληθεί.

 

 

Συνεκτιμώντας λοιπόν κάθε σχετικό παράγοντα, επιβάλλουμε στον κατηγορούμενο τις ακόλουθες ποινές:

 

Στην 1η κατηγορία, ποινή φυλάκισης  4 ½ χρόνων.

Στην 2η κατηγορία, ποινή φυλάκισης 4 ½ χρόνων.

 

Οι ποινές φυλάκισης θα συντρέχουν και η έκτισή τους θα αρχίζει από σήμερα, αλλά μειώνεται για το διάστημα που ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση, ήτοι από τις 16.05.2023 μέχρι σήμερα.

 

 

(Υπ.)   …………………………………………

            Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.

 

 

(Υπ.)   …………………………………………

Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.

 

 

(Υπ.)   …………………………………………

Π. Σαββίδης, Προσ. Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο