Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού ν. AL YASSIN AHMAD, Αρ. Υπόθεσης: 124/24, 7/5/2024
print
Τίτλος:
Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού ν. AL YASSIN AHMAD, Αρ. Υπόθεσης: 124/24, 7/5/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: K.Γεωργίου, Προσ. Ε.Δ.

                                                                       Αρ. Υπόθεσης: 124/24

 

Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού

 

ν.

 

AL YASSIN AHMAD

 

--------------------------

Ημερομηνία: 07 Μαΐου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για κατηγορούσα αρχή: κα. Χρ.Κυριακίδου

Για κατηγορούμενο: κα. Α.Ιωάννου

Κατηγορούμενος παρών

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο κατηγορούμενος κατηγορείται με έξι κατηγορίες, εκ των οποίων δήλωσε μη παραδοχή σε τρεις κατηγορίες που αφορούν τα αδικήματα της παράνομης κατοχή περιουσίας (1η κατηγορία), της κατοχής διαρρηκτικών εργαλείων (2η κατηγορία) και της κατοχής αρχαιοτήτων χωρίς να ειδοποιήσει και να εφοδιάσει τον Διευθυντή Αρχαιοτήτων με κατάλογο (3η κατηγορία) και παραδοχή στα αδικήματα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α’ (4η κατηγορία), της παράνομης χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α’ (5η κατηγορία) και της κλοπής (6η κατηγορία).

 

Σύμφωνα με την 1η κατηγορία στις 27/12/23 ο κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του τα αντικείμενα που αναφέρονται στον Πίνακα Α’ του κατηγορητηρίου, για τα οποία υπήρχαν εύλογες υπόνοιες ότι ήταν κλοπιμαία. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της 2ης κατηγορίας, την ίδια ημερομηνία ο κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του τα διαρρηκτικά εργαλεία που αναφέρονται σε αυτήν και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της 3ης κατηγορίας και πάλι την ίδια ημερομηνία ο κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του πέντε ξύλινες Αγιογραφίες χωρίς να ειδοποιήσει και εφοδιάσει τον Διευθυντή Αρχαιοτήτων με κατάλογο αυτών.

 

Η κατηγορούσα αρχή για να αποδείξει την υπόθεση της κάλεσε πέντε μάρτυρες κατηγορίας, τον Α/Αστ.Χ.Γ. (MK1), τον Αν.Λοχ.Α.Α. (ΜΚ2), τον Αστ.Α.Π. (ΜΚ3), την Κ.Π. (ΜΚ4) και τον Σ.Χ. (ΜΚ5).

 

Μετά που ο κατηγορούμενος κλήθηκε σε απολογία με βάση τις διατάξεις του άρθρου 74(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155 και του εξηγήθηκαν τα δικαιώματα του αυτός επέλεξε να δώσει ένορκη μαρτυρία, περαιτέρω δεν κλήθηκαν οποιοιδήποτε άλλοι μάρτυρες υπεράσπισης.

 

ΠΑΡΑΔΕΚΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας δηλώθηκε ως Παραδεκτό Γεγονός ότι τα Τεκμήρια 3-14 λήφθηκαν από τον ΜΚ2, δόθηκαν στον ΜΚ3 και ακολούθως στον ΜΚ1, ο οποίος τα κατέθεσε στο Δικαστήριο και δεν έσπασε με οποιοδήποτε τρόπο η αλυσίδα διακίνησης των Τεκμηρίων.

 

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Η προσαχθείσα μαρτυρία στα κύρια σημεία της μπορεί να συνοψισθεί ως ακολούθως.

 

ΜΚ1

Ο ΜΚ1 αναγνώρισε την κατάθεση του, υιοθέτησε το περιεχόμενο της, η οποία κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 και διαβάστηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν αναφέρει ότι είναι ο εξεταστής της υπόθεσης και αναγράφονται επί αυτής τα αντικείμενα τα οποία παρέλαβε από τον ΜΚ3. Ακολούθως κατέθεσε ως Τεκμήριο 2 τον κατάλογο Τεκμηρίων. Προχώρησε περαιτέρω στην κατάθεση των ακόλουθων Τεκμηρίων:

-       Μία ξύλινη Αγιογραφία του Αγίου Σάββα ως Τεκμήριο 3

-       Μία ξύλινη Αγιογραφία του Αγίου Ρηγίνου ως Τεκμήριο 4

-       Μία ξύλινη Αγιογραφία της Αγίας Αικατερίνης ως Τεκμήριο 5

-       Μία ξύλινη Αγιογραφία της Αναλήψεως ως Τεκμήριο 6

-       Μία ξύλινη Αγιογραφία των Αγίου Στέφανου, Αγίου Μάρκου και αγνώστου Αγίου ως Τεκμήριο 7

-       Τέσσερα μεταλλικά σκεύη ως Τεκμήριο 8

-       Ένα χειροψάλιδο ως Τεκμήριο 9

-       Ένα μικρό λιβέρι ως Τεκμήριο 10

-       Ένα κατσαβίδι ίσιο κόκκινο ως Τεκμήριο 11

-       Ένα κατσαβίδι σταυρωτό μαύρο ως Τεκμήριο 12

-       Μία πένσα ως Τεκμήριο 13

-       Ένα ζευγάρι γάντια μάλλινα μαύρα ως Τεκμήριο 14.

 

Στη συνέχεια κατέθεσε την ανακριτική κατάθεση του κατηγορουμένου στην Αραβική γλώσσα ως Τεκμήριο 15Α και ως Τεκμήριο 15Β τη μετάφραση της στα Ελληνικά. Ανέφερε ότι ο λειτουργός του τμήματος αρχαιοτήτων επιθεώρησε τις εικόνες και διαπίστωσε ότι είναι αρχαίες και δεν κατέστη εφικτό μετά από προσπάθειες να διαπιστωθεί από που προέρχονται. Είπε ότι ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι τις αγόρασε €20 από ένα παζαράκι απέναντι από το μώλο Λεμεσού, μεταφέρθηκε ο κατηγορούμενος στο παζαράκι και μετά από έλεγχο δεν διαπιστώθηκε κάποιος να πωλεί εικόνες. Επιπλέον ο ΜΚ1 μετέβη και σε άλλο παζαράκι απέναντι από το κλειστό του Απόλλωνα, όπου και πάλι δεν εντόπισε οποιοδήποτε άτομο να πωλεί θρησκευτικές εικόνες. Στη συνέχεια κατέθεσε ως Τεκμήρια 16Α και 16Β τα ημερολόγια ενεργείας του, όπου αναφέρει τις ανωτέρω ενέργειες του. Αναφορικά με τις μπαταρίες πρόσθεσε ότι κάλεσε άτομα τα οποία είχαν δηλώσει ότι εκλάπησαν οι μπαταρίες τους, τα οποία όμως δεν αναγνώρισαν τις εν λόγω μπαταρίες. Συμβουλεύτηκε τον φάκελο της υπόθεσης για να απαντήσει τι μάρκα αυτοκίνητο έχει ο κατηγορούμενος και ανέφερε ότι αυτός έχει ένα ημιφορτηγό και ένα αυτοκίνητο μάρκας Golf, ενώ πρόσθεσε ότι όταν εντοπίστηκε οδηγούσε το ημιφορτηγό. Πρόσθεσε ότι ο κατηγορούμενος του είπε ότι είναι καλουψιής, δεν του ανέφερε εάν εργαζόταν και δεν του προσκόμισε οποιαδήποτε έγγραφα για εργασία.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι λίγο πριν ανακοπεί ο κατηγορούμενος είχε κλέψει πετρέλαιο από κάποιο όχημα και όταν ανακόπηκε βρέθηκαν τα εργαλεία τα οποία θεωρούνται διαρρηκτικά, ενώ διαφώνησε σε υποβολή της υπεράσπισης ότι τα εργαλεία είναι της δουλειάς του κατηγορουμένου και δεν είναι διαρρηκτικά. Αναφορικά με την αξία των Αγιογραφιών ανέφερε ότι υπάρχει επιστολή από τη Μητρόπολη όπου κοστολογεί τις εικόνες στο ποσό των €10.000, ενώ εκτός από την επιθεώρηση ατόμου της Μητρόπολης, υπάρχει και κατάθεση από λειτουργό του τμήματος αρχαιοτήτων σε σχέση με τη αρχαιότητα τους.

 

ΜΚ2

Ο ΜΚ2 αναγνώρισε την κατάθεση του, υιοθέτησε το περιεχόμενο της, κατατέθηκε ως Τεκμήριο 17 και διαβάστηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν, σε σχέση με τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος, αναφέρει ότι την 26/12/23 βρισκόταν σε μηχανοκίνητη περιπολία με άλλους Αστυφύλακες για πρόληψη διαρρήξεων και κλοπών, όπου μετά από πληροφορία για ύποπτο πρόσωπο εντόπισαν και ανέκοψαν το ημιφορτηγό που οδηγούσε ο κατηγορούμενος στις 27/12/23 και περί ώρα 01:10. Μετά από συγκατάθεση του ο ΜΚ1 προέβη σε έλεγχο του οχήματος όπου ανευρέθηκε στο όχημα του 0,5 γραμμάρια μεθαμφεταμίνης και ο ίδιος ο κατηγορούμενος παραδέκτηκε ότι είναι δική του και ότι κάνει χρήση. Περαιτέρω εντός του οχήματος βρέθηκαν δύο πλαστικά δοχεία μέσα στα οποία υπήρχε πετρέλαιο, ένα κομμάτι λάστιχο χρώματος μαύρου βρεγμένο με έντονη μυρωδιά πετρελαίου, μία μπαταρία μάρκας Singa, μία μπαταρία μάρκας Starter και τα Τεκμήρια 3- 14. Τα Τεκμήρια 3-7 βρέθηκαν εντός μίας μαξιλαροθήκης. Επιπλέον ο ΜΚ2 αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο λήφθηκε η πληροφορία σε σχέση με τον κατηγορούμενο. 

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι στην περιοχή δεν βρίσκονταν για κάτι συγκεκριμένο, ήταν σε περιπολία, ενώ απέρριψε υποβολή ότι παράνομα ανέκοψαν το όχημα του κατηγορουμένου. Σε υποβολή ότι τα Τεκμήρια 9-13 δεν είναι διαρρηκτικά εργαλεία, ανέφερε ότι αυτά είναι διαρρηκτικά εργαλεία, παρόλο που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κάποια από αυτά και στο επάγγελμα του καλουψιή, αλλά δεν τους είπε ότι εργάζεται ως καλουψιής όταν συνελήφθη και του επέστησε την προσοχή του στον Νόμο.

 

ΜΚ3

Ο ΜΚ3 αναγνώρισε την κατάθεση του, υιοθέτησε το περιεχόμενο της, κατατέθηκε ως Τεκμήριο 18 και διαβάστηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν αναφέρει ότι ο ΜΚ2 του παρέδωσε τα Τεκμήρια 3-14, τα οποία τα παρέδωσε ο ίδιος στον ΜΚ1. Ο κατηγορούμενος του ανέφερε ότι τις Αγιογραφίες τις αγόρασε από το παζαράκι στο μώλο, σε σχέση με αυτόν τον ισχυρισμό δεν έκανε κάτι ο ίδιος, έκαναν ενέργειες άλλοι Αστυφύλακες.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι όταν ρωτήθηκε ο κατηγορούμενος για τα εργαλεία, του ανέφερε ότι είναι δικά του, δεν θυμόταν αν του είπε ο κατηγορούμενος ότι είναι καλουψιής και διαφώνησε σε υποβολές ότι τα εργαλεία δεν είναι διαρρηκτικά.

 

ΜΚ4

Εργάζεται στο τμήμα αρχαιοτήτων Κύπρου από το 2002, προηγουμένως ήταν στην Ελλάδα και εργαζόταν από το 1986 στην εφορία προϊστορικών αρχαιοτήτων Καβάλας. Αναγνώρισε την κατάθεση της, υιοθέτησε το περιεχόμενο της, κατατέθηκε ως Τεκμήριο 19 και διαβάστηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν αναφέρει ότι εργάζεται ως αρχαιολογική λειτουργός και κλήθηκε να επιθεωρήσει κάποιες Βυζαντινές εικόνες και συγκεκριμένα τα Τεκμήρια 3-7. Μετά από την επιθεώρηση τους, έκρινε ότι οι εικόνες αποτελούν αρχαιότητες σύμφωνα με το Νόμο και ακολούθως επεξήγησε λεπτομερώς τι παρατήρησε στις εικόνες και περιέγραψε αυτές. Σε σχέση με τα προσόντα της  ανέφερε ότι σπούδασε στο ΑΠΘ στο τμήμα ιστορίας και αρχαιολογίας με ειδίκευση στην αρχαιολογία.  Είναι υπεύθυνη στη Λεμεσό για το Κούριο, το κάστρο Κολοσσίου και για το ιερό του Απόλλωνα. Αναγνώρισε τα Τεκμήρια 3-7 και επανέλαβε τα όσα αναφέρει στην κατάθεση της, προσθέτοντας για κάθε εικόνα από ποια εποχή είναι και επεξηγώντας την τεχνοτροπία της κάθε σχολής. Αναφέρθηκε στη φθορά των εικόνων, την τεχνοτροπία, την Αγιογράφηση και πρόσθεσε ότι είναι του 18ου-19ου αιώνα. Αναφορικά με το Τεκμήριο 8 ανέφερε ότι τα σκεύη δεν είναι αρχαιότητες.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε τι διδάχθηκε στο Πανεπιστήμιο και ότι μπορεί με τις γνώσεις της και την πείρα να ξεχωρίσει τί είναι αρχαίο και τι νέο. Πρόσθεσε ότι υπάρχουν εικόνες που φτιάχνονται να μοιάζουν παλιές αλλά δεν είναι αυτή η περίπτωση, οι εικόνες είναι του 18ου και 19ου αιώνα και εμπίπτουν στον Νόμο περί αρχαιοτήτων και δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι οι εικόνες είναι αρχαίες.

 

MK5

Ο ΜΚ5 ανέφερε ότι η ειδικότητα του είναι να συντηρεί εικόνες. Αναγνώρισε την έκθεση που ετοίμασε σε σχέση με τα Τεκμήρια 3-7, υιοθέτησε το περιεχόμενο της, την κατάθεσε ως Τεκμήριο 20 και διαβάστηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν αναφέρεται λεπτομερώς σε κάθε εικόνα. Αναγνώρισε κάθε Τεκμήριο ξεχωριστά και επεξήγησε τα όσα αναφέρει στην έκθεση του επί εκάστου Τεκμηρίου. Αναφέρθηκε στην τεχνοτροπία, στις σχολές, στον τρόπο Αγιογράφησης, στα χαρακτηριστικά κάθε εικόνας και στην ιστορία. Σε σχέση με το Τεκμήριο 3 ανέφερε ότι η χρονολογία που αναγράφεται 1865  επιβεβαιώνεται εφόσον αυτό χρονολογείται στον 19ο αιώνα μ.Χ., το Τεκμήριο 4 στο τέλος 18ου – αρχές 19ου αιώνα μ.Χ., το Τεκμήριο 5 στο τέλος 19ου – αρχές 20ου αιώνα μ.Χ., το Τεκμήριο 6 φέρει χρονολογία 1760 την οποία επιβεβαιώνει ο ίδιος και το Τεκμήριο 7 χρονολογείται στον 19ο αιώνα μ.Χ. Σε σχέση με το Τεκμήριο 7 ο ΜΚ5 διευκρίνισε ότι οι Άγιοι που απεικονίζονται είναι ο Άγιος Στυλιανός (όχι ο Άγιος Στέφανος), ο Άγιος Μάρκος και ο άγνωστος Άγιος είναι ο Άγιος Πέτρος.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι βάσει της Νομοθεσίας παλιές εικόνες θεωρούνται όταν είναι 100 χρονών και εικόνες 10 ετών δεν μπορούν να θεωρηθούν παλιές. Επεξήγησε πως ο σκόρος και οι τερμίτες μπορούν να τρυπήσουν τις εικόνες και εξαρτάται από τις συνθήκες που βρίσκεται μια εικόνα και δεν υπάρχει χρονικό πλαίσιο. Για να χρειάζεται συντήρηση μια εικόνα εξαρτάται από τις συνθήκες που βρίσκεται αυτή. Επέμεινε στη θέση του σε σχέση με την παλαιότητα των εικόνων και απέρριψε την υποβολή της υπεράσπισης περί του αντιθέτου. 

 

ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ

Στην κυρίως εξέταση του ανέφερε ότι οι μπαταρίες είναι και οι δύο χαλασμένες και είναι του αυτοκινήτου του του Golf. Σε σχέση με τις εικόνες ανέφερε ότι τις αγόρασε τρεις ημέρες πριν τον συλλάβει η Αστυνομία, πήγε στο παζαράκι της Κυριακής στον παραλιακό και είδε ότι πωλούνταν οι εικόνες και κάποια εργαλεία, τα οποία τα αγόρασε όλα μαζί €24. Πρόσθεσε ότι το χειροψάλιδο είναι δικό του και το χρησιμοποιεί στην εργασία του και το είχε στο αυτοκίνητο του τη νύκτα, διότι το αυτοκίνητο είναι ημιφορτηγό και επειδή το χρησιμοποιεί στην εργασία του δεν αφαιρεί τα εργαλεία από μέσα. Σε σχέση με το λιβέρι,τα κατσαβίδια, τη πένσα και τα γάντια ανέφερε ότι είναι της εργασίας του και ότι υπήρχαν και άλλα εργαλεία εντός του ημιφορτηγού. Πρόσθεσε ότι όταν αγόρασε τις εικόνες δεν ήξερε ότι ήταν αρχαίες και είχαν αξία.

 

Αντεξεταζόμενος συμφώνησε με την κατηγορούσα αρχή ότι τα όσα αναφέρονται στην ανακριτική του κατάθεση Τεκμήριο 15Α είναι όσα είπε στην Αστυνομία. Επανέλαβε σε σχέση με τις μπαταρίες ότι είναι και οι δύο χαλασμένες και πρόσθεσε ότι άλλαξε την μπαταρία του Golf και ο λόγος που τις είχε στο ημιφορτηγό ήταν διότι είχε σκοπό να τις πετάξει. Σε υποβολή ότι έκλεψε τις δύο μπαταρίες από άλλο τόπο διαφώνησε και ανέφερε ότι τις αγόρασε. Συμφώνησε ότι οι εικόνες που βρέθηκαν στην κατοχή του δεν ανήκουν στη θρησκεία του, επανέλαβε ότι τις αγόρασε από το παζαράκι μαζί με διάφορα εργαλεία για το ποσό των €24 και δεν είχε σκοπό να της κάνει κάτι γι’ αυτό τις άφησε μέσα στο όχημα του. Για το ότι βρέθηκαν οι εικόνες σε άσπρο κάλυμμα μαξιλαριού, ανέφερε ότι όταν τις αγόρασε ήταν σε σακούλι και μετά τις έβαλε μέσα στη μαξιλαροθήκη. Επέμεινε ότι δεν τις κατείχε παράνομα, ενώ σε υποβολή ότι ο λόγος που τις είχε μέσα στη μαξιλαροθήκη ήταν διότι είχε υπόνοιες ότι ήταν προϊόν κλοπής, ανέφερε ότι αν γνώριζε ότι ήταν κλοπιμαίες δεν θα τις είχε στο αυτοκίνητο του τρεις μέρες. Σε σχέση με το Τεκμήριο 3 ανέφερε ότι δεν πρόσεξε την αναγραφόμενη ημερομηνία στην εικόνα και δεν γνώριζε ότι ήταν αρχαιότητα. Ανέφερε επιπλέον ότι όταν πήγαν στο παζαράκι του μώλου, ο Αστυνομικός πήγε μόνος του πέντε λεπτά και όταν επέστρεψε και του είπε ότι δεν βρήκε τίποτα, ο κατηγορούμενος του είπε να πάνε μαζί αλλά δεν τον πήρε ο Αστυνομικός μαζί του. Επέμεινε ότι αν γνώριζε ότι ήταν αρχαιότητες δεν θα τις άφηνε στο όχημα του και δεν γνώριζε ότι απαγορεύεται να τις έχει στην κατοχή του και δεν κατέχει κάποια άδεια για την κατοχή τους. Ανέφερε ότι εργάζεται εδώ και 17 χρόνια ως καλουψιής και σε ερώτηση τι χρειάζεται ένας καλουψιής το χειροψάλιδο- Τεκμήριο 9, απάντησε ότι ο καλουψιής θεωρείται και σιδεράς και οι εργασίες που αναλαμβάνει είναι και για σίδερα και για καλούπια και με αυτό κόβουν σίδερα έξι και οκτώ μιλιμέτρων και τα βάζουν στις κολώνες. Σε σχέση με το Τεκμήριο 10 ανέφερε ότι αυτό χρησιμοποιείται για ξηλώνουν τα ξύλα και σε σχέση με τα Τεκμήρια 11 και 12 είπε ότι δεν τα είχε για την εργασία του στο όχημα, τα είχε στο ημιφορτηγό μαζί με άλλα εργαλεία για να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς. Σε σχέση με το Τεκμήριο 13 ανέφερε ότι το χρησιμοποιεί για να σφίγγει το «ττέλι» κατά τη διάρκεια της εργασίας του. Το Τεκμήριο 14- τα γάντια, ανέφερε ότι πριν τέσσερις μήνες που ήταν κρύο τα φορούσε το πρωί που κάνει κρύο για να πιάνει σίδερα ή ξύλα. Σε υποβολή ότι όλα τα εργαλεία είναι διαρρηκτικά όργανα, ανέφερε ότι τα χρησιμοποιεί στην εργασία του και όχι για διαρρήξεις, ενώ επέμεινε στη θέση του ότι υπάρχουν και άλλα εργαλεία στο ημιφορτηγό. Συμφώνησε ότι έκλεψε το πετρέλαιο που αναφέρεται στην κατηγορία 6 αλλά ισχυρίστηκε ότι η πόρτα του ντεποζίτου του αυτοκινήτου ήταν ανοικτή και δεν την παραβίασε και διαφώνησε ότι χρησιμοποίησε τα όργανα αυτά. 

 

 

ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ

Αμφότερες οι πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με εμπεριστατωμένες αγορεύσεις. Τα όσα τέθηκαν βρίσκονται καταγεγραμμένα στα πρακτικά και θα αναφερθώ σε αυτά κατωτέρω στον βαθμό και την έκταση που χρειάζεται.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τους μάρτυρες μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της Δίκης, παρακολούθησα να δίνουν δια ζώσης τη μαρτυρία τους από το εδώλιο του μάρτυρα και άκουσα με προσοχή και υπομονή τα όσα κατέθεσαν ενόρκως, παρακολούθησα τις αντιδράσεις τους, τον τρόπο που απαντούσαν, την επιφυλακτικότητα ή την νευρικότητα τους (βλ.C&A Pelecanos Associates LTD v. Ανδρέα Πελεκάνου (1999) 1ΑΑΔ1273). Έλαβα υπόψιν μου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας τους, τη συνολική εμφάνιση και συμπεριφορά τους, με δείκτη μεταξύ άλλων την πηγή της γνώσης τους, τη μνήμη τους, την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος ή τυχόν προκατάληψης, την ανιδιοτέλεια, την ακεραιότητα και την αληθοφάνεια (βλ.Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1ΑΑΔ614). Περαιτέρω, το περιεχόμενο της μαρτυρίας τους συσχετίστηκε και συγκρίθηκε με το υπόλοιπο μαρτυρικό υλικό για να αξιολογηθεί η αξιοπιστία (βλ.Ευαγγέλου ν. Δημοκρατίας (2008) 2ΑΑΔ371). Κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους, έλαβα επίσης υπόψη μου ότι με βάση τη Νομολογία είναι ανάγκη μια μαρτυρία να τίθεται στη βάσανο της αξιολόγησης από απόψεως περιεχομένου και να μην γίνεται αποδεκτή ή να απορρίπτεται με μόνο την εξωτερική εντύπωση που προκαλεί ο μάρτυρας (βλ.Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ v. Πολυβίου (2009) 1ΑΑΔ339). Επιπροσθέτως, αξιολογώντας τη μαρτυρία υπενθύμισα στον εαυτό μου, ότι ακόμη και απόρριψη κάποιων εκδοχών αυτής, δεν σημαίνει αναγκαστικά και την μη αποδοχή της, εφόσον το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να βασιστεί σε μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, η οποία συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας, στην απουσία ισχυρών λόγων περί του αντιθέτου (βλ.Σάββα Γεώργιος ν. Aστυνομίας (1998) 2ΑΑΔ391, Evpalia Trading Ltd ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2008) 2ΑΑΔ162). Περαιτέρω είχα υπόψιν μου κατά την αξιολόγηση, ότι επουσιώδεις αντιφάσεις στη μαρτυρία, δεν κλονίζουν την αξιοπιστία μάρτυρα (βλ.Κυπριανού Κύπρος ν. Αστυνομίας (2008) 2ΑΑΔ816, Muskita Aluminium Industries Ltd και Άλλοι ν. Alsako Aluminium Ltd και Άλλων (Aρ. 2), (2009) 1ΑΑΔ1481) και αντιφάσεις που αφορούν μικρολεπτομέρειες, όχι μόνο δεν αποδυναμώνουν μια μαρτυρία που γενικά έχει κριθεί ως αξιόπιστη, αλλά αντίθετα την ενδυναμώνουν (βλ.Akil Mohammed Jaber ν. Αστυνομίας (2009) 2ΑΑΔ148).

 

Η εντύπωση που αποκόμισα από τον ΜΚ1 ήταν θετική.  Από την όλη παρουσία του στο εδώλιο του μάρτυρα, σχημάτισα την εντύπωση ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει την αλήθεια, παραθέτοντας τα γεγονότα που περιήλθαν στην γνώση του μέσα από την εκτέλεση των καθηκόντων του.  Δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε, είτε στον τρόπο που κατέθετε, είτε σε αυτά που είπε, από το οποίο να προκύπτει ότι αυτός ήταν διατεθειμένος να παραποιήσει ή να αλλοιώσει τα γεγονότα, ούτε και ανίχνευσα στη μαρτυρία του οποιοδήποτε ψήγμα ψέματος ή πρόθεσης επηρεασμού και παραπλάνησης του Δικαστηρίου. Απάντησε με ευθύτητα όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν, δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση και δεν διέκρινα ότι είχε οποιοδήποτε λόγο να πει ψέματα. Δείγμα της ειλικρίνειας του ήταν και το ότι ζήτησε και συμβουλεύτηκε τον φάκελο της υπόθεσης για να απαντήσει τι μάρκα αυτοκίνητο έχει ο κατηγορούμενος και δεν απάντησε ελαφρά τη καρδία. Δεν διαπίστωσα κατά την αντεξέταση του να έχει περιπέσει σε οποιαδήποτε αντίφαση, ούτε και διέκρινα ότι είχε οποιοδήποτε λόγο να πει ψέματα ή να κινηθεί εκδικητικά εναντίον του κατηγορουμένου. Ειδικότερα ανέφερε ότι όχι μόνο εξέτασε τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου σε σχέση με το παζαράκι στο μώλο, αλλά μετέβη και σε άλλο παζαράκι για να ελέγξει κατά πόσον πωλούνται θρησκευτικές εικόνες.

Με βάση τα πιο πάνω κρίνω ότι ο ΜΚ1 ήταν μάρτυρας της αλήθειας και αποδέχομαι τη μαρτυρία του στην ολότητα της.

 

Το ίδιο ισχύει και για τον ΜΚ2. Από την όλη παρουσία του στο εδώλιο του μάρτυρα, διαφάνηκε ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια. Δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε στον τρόπο που κατέθετε, από το οποίο να φαίνεται προσπάθεια του να παραποιήσει τα γεγονότα, ούτε ανίχνευσα στη μαρτυρία του οποιαδήποτε πρόθεση παραπλάνησης του Δικαστηρίου. Απάντησε ευθέως τα όσα ερωτήθηκε τόσο στην κυρίως εξέταση του όσο και στην αντεξέταση του και δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση. Αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στη λήψη της πληροφορίας και στις ενέργειες που έκανε ίδιος και τα υπόλοιπα μέλη της μηχανοκίνητης μονάδας που οδήγησαν στον εντοπισμό και τη σύλληψη του κατηγορουμένου, καθώς και στα αντικείμενα που ανευρέθηκαν στο όχημα του. Παρέμεινε σταθερός στη θέση του ότι τα εργαλεία που βρέθηκαν είναι διαρρηκτικά, παρόλο που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κάποια από αυτά και στο επάγγελμα του καλουψιή, αλλά τόνισε ότι ο κατηγορούμενος δεν τους είπε ότι εργάζεται ως καλουψιής όταν συνελήφθη.

Η μαρτυρία του ΜΚ2 γίνεται δεκτή με βάση τα ανωτέρω.

 

Η μαρτυρία του ΜΚ3 επικεντρώθηκε στο ότι του παρέδωσε τα Τεκμήρια 3-14 ο ΜΚ2 και ακολούθως ο ίδιος τα παρέδωσε στον ΜΚ1. Η όλη εντύπωση που μου έδωσε ήταν θετική και θεωρώ ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει για τις ενέργειες στις οποίες προέβη στα πλαίσια εκτέλεσης των καθηκόντων του. Περαιτέρω δεν υπέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση στην μαρτυρία του και ήταν ειλικρινής στο ότι ο κατηγορούμενος του ανέφερε ότι αγόρασε τις εικόνες από το παζαράκι στο μώλο, καθώς και ότι δεν θυμόταν αν του είπε ο κατηγορούμενος ότι είναι καλουψιής.

Ενόψει των ανωτέρω η μαρτυρία του ΜΚ3 γίνεται αποδεκτή στην ολότητα της.

 

Οι ΜΚ4 και ΜΚ5 κλητεύθηκαν ως εμπειρογνώμονες σε θέματα που αφορούν αρχαιότητες και ειδικότερα σε σχέση με αρχαίες εικόνες και συνεπώς η μαρτυρία τους θα εξετασθεί με βάση τις αρχές που διέπουν την αξιολόγηση μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων μαρτύρων. Το καθήκον των εμπειρογνωμόνων είναι να προμηθεύουν το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για την αξιολόγηση της ορθότητας των συμπερασμάτων τους, έτσι ώστε το Δικαστήριο να μπορεί να σχηματίσει τη δική του ανεξάρτητη γνώμη εφαρμόζοντας αυτά τα κριτήρια στα γεγονότα που αποδεικνύονται με μαρτυρία (βλ. Anastasiades v. The Republic (1977) 2 C.L.R. 97, Α.Π. ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Ποιν.Έφ.192/2016, ημερ.26/09/2019, ECLI:CY:AD:2019:B395), ενώ έχει Νομολογηθεί ότι η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων δεν δεσμεύει το Δικαστήριο, απλώς το βοηθά (βλ.Muskita Aluminium Industries Ltd και Άλλοι ν. Alsako Aluminium Ltd και Άλλων (Aρ. 2) (2009) 1ΑΑΔ1481).

 

Έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τη μαρτυρία της ΜΚ4 υπό την ιδιότητα της ως εμπειρογνώμονα. Από την όλη παρουσία της, σχημάτισα την εντύπωση ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει τα όσα συμπέρανε με βάση τις επιστημονικές τις γνώσεις, παραθέτοντας στο Δικαστήριο τα όσα διαπίστωσε σε σχέση με τις εικόνες και την αρχαιότητα τους.  Ήταν ευθύς και άμεση στις απαντήσεις της, δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση και δεν διέκρινα ότι είχε οποιοδήποτε λόγο να παραπλανήσει το Δικαστήριο. Ούτε αντεξεταζόμενη περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση, ενώ η μαρτυρία της επικεντρώθηκε σε όσα βρίσκονταν εντός του πεδίου της ειδικότητας της και επέμεινε ότι μπορεί με τις γνώσεις και την πείρα της να αναγνωρίσει τί είναι αρχαίο και τί όχι και τόνισε ότι οι εικόνες εμπίπτουν στον Νόμο περί αρχαιοτήτων. Από την αντεξέταση δεν κλονίστηκε ούτε το πεδίο της γνώσεως της, ούτε και η εμπειρογνωμοσύνη της σε σχέση με αρχαιότητες.

Ως εκ των ανωτέρω, καταλήγω ότι η μαρτυρία της ΜΚ4 ήταν αρκούντως τεκμηριωμένη και αξιόπιστη και γίνεται αποδεκτή. Κατ’ επέκταση μπορώ να στηριχθώ σε αυτήν προκειμένου να σχηματίσω τη δική μου ανεξάρτητη κρίση, στη βάση των γεγονότων που θα κριθεί ότι έχουν αποδειχθεί με βάση την αποδεκτή μαρτυρία.

 

Η μαρτυρία του ΜΚ5 αποτελεί μαρτυρία εμπειρογνώμονα σε σχέση με τις ξύλινες Αγιογραφίες. Η όλη εντύπωση που αποκόμισα από τον εν λόγω μάρτυρα ήταν θετική και τα όσα κατέθεσε υποβοήθησαν το Δικαστήριο στην αντίληψη του τι θεωρείται αρχαίο σε σχέση με ξύλινες Αγιογραφίες. Ο ΜΚ5 απαντούσε με ευθύτητα, αμεσότητα, με λεπτομερείς απαντήσεις που ανάγονταν στο πεδίο της εμπειρογνωμοσύνης του, δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση, επεξηγούσε την κάθε θέση του θέτωντας την κάτω από επιστημονικό υπόβαθρο. Οι θέσεις του ήταν ξεκάθαρες και τεκμηριωμένες, επεξήγησε την τεχνοτροπία των Αγιογραφιών, τον τρόπο Αγιογράφησης, τις σχολές, τα χαρακτηριστικά, την ιστορία, ενώ τόνισε ότι και από το ξύλο διαφαίνεται ότι αυτές είναι αρχαιότητες, επεξηγώντας και το πως ο σκόρος και οι τερμίτες μπορούν να τρυπήσουν τις εικόνες αυτές. Επεξήγησε επαρκώς γιατί οι εικόνες θεωρούνται αρχαίες και γενικά στην όλη μαρτυρία του δεν επισήμανα οτιδήποτε το οποίο να δεικνύει ότι υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία σε σχέση με τα όσα κατέθεσε σε σχέση με τις εικόνες. Επιπλέον ακόμη ένα στοιχείο που αποδεικνύει την βαθιά γνώση του επί του θέματος ήταν και το ότι σε σχέση με το Τεκμήριο 7 διευκρίνισε ότι οι Άγιοι που απεικονίζονται είναι ο Άγιος Στυλιανός και όχι ο Άγιος Στέφανος, ο Άγιος Μάρκος και ο άγνωστος Άγιος είναι ο Άγιος Πέτρος.  

Καταλήγω ότι η μαρτυρία του ΜΚ5 ήταν τεκμηριωμένη και αξιόπιστη, γίνεται δεκτή και μπορώ να στηριχθώ σε αυτήν προκειμένου να σχηματίσω τη δική μου ανεξάρτητη κρίση.

 

Ο κατηγορούμενος δεν μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα. Ο τρόπος που απαντούσε στις ερωτήσεις που του τέθηκαν δεν έδινε την εντύπωση μάρτυρα ο οποίος κατέθετε την αλήθεια. Το ύφος και η συμπεριφορά του κατά την κυριώς εξέταση και αντεξέταση του με οδηγούν στο ότι δεν κατέθεσε την αλήθεια στο Δικαστήριο. Τα όσα ανέφερε σε σχέση με τις εικόνες και ο ισχυρισμός του ότι τις αγόρασε μαζί με άλλα εργαλεία από το παζαράκι του μώλου για το ποσό των €24 στερούνται πειστικότητας. Πέραν τούτου ο ισχυρισμός του αντικρούεται από τη μαρτυρία του ΜΚ1 ότι μετά από έλεγχο της Αστυνομίας δεν πωλούνταν εικόνες στο παζαράκι και το ότι τις είχε τοποθετήσει σε μαξιλαροθήκη δεικνύει ότι γνώριζε ότι αυτές ήταν ακριβές, γι’ αυτό και τις έκρυψε ουσιαστικά μέσα στη μαξιλαροθήκη. Σε σχέση με τα διαρρηκτικά όργανα δέχομαι τη θέση του ότι αυτά τα χρησιμοποιούσε στην εργασία του ως καλουψιής, πλην όμως η κατοχή τους κατά τη διάρκεια της νύκτας και η δικαιολογία που έδωσε δεν με έπεισε. Γενικά η μαρτυρία του έδειχνε άτομο που όταν «πιάστηκε στα πράσα» προσπαθούσε να δικαιολογηθεί με ευφάνταστους ισχυρισμούς.

 

Ως προς την ανακριτική του κατάθεση ημερ. 27/12/2023 (Τεκμήρια 15Α-15Β) παρατηρώ τα ακόλουθα. Είναι Νομολογημένο ότι κάθε μέρος της κατάθεσης ενός κατηγορουμένου λαμβάνεται υπόψη και εκτιμάται και ως προς την αλήθεια των ισχυρισμών που προβάλλονται και το όλο θέμα ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να κρίνει την αξιοπιστία των μαρτύρων. Ως εκ τούτου μπορεί να αποδοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στο μέρος εκείνο, το οποίο συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια στα συμφέροντα του κατηγορουμένου και μικρότερη βαρύτητα ή και απόρριψη κάποιων μερών της κατάθεσης, για τα οποία παρέχεται εξήγηση ή δικαιολογία για εκ πρώτης όψεως εγκληματικές πράξεις (βλ. Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ109, Γαβριήλ ν. Δημοκρατίας (2009) 2ΑΑΔ693, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν.Έφ.163/2018, ημερ.11/03/2020, ECLI:CY:AD:2020:B101). Στην προκειμένη, στην ανακριτική του κατάθεση, ο κατηγορούμενος στις περισσότερες ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν απάντησε «Ό,τι έχω να πω θα το πω στο Δικαστήριο». Οι μόνες απαντήσεις που έδωσε ήταν ότι είναι καλουψιής στο επάγγελμα και το ότι το ημιφορτηγό είναι δικό του και το οδηγεί ο ίδιος. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν πρέπει να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα σε κανένα μέρος της κατάθεσης του.

Ως εκ των ανωτέρω η μαρτυρία του κατηγορουμένου απορρίπτεται.

 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Έχοντας μελετήσει και αξιολογήσει τη μαρτυρία που προσάχθηκε ενώπιον μου και σε συνάρτηση με το Παραδεκτό Γεγονός καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα.

Την 27/12/23 μηχανοκίνητη περιπολία της Αστυνομίας για πρόληψη διαρρήξεων και κλοπών, μετά από πληροφορία για ύποπτο πρόσωπο εντόπισαν και ανέκοψαν το ημιφορτηγό που οδηγούσε ο κατηγορούμενος. Εντός του οχήματος βρέθηκαν δύο μπαταρίες αυτοκινήτων μάρκας Singa και Starter και τέσσερα ασημένια σκευή μάρκας Walker & Hall. Επιπλέον βρέθηκαν πέντε ξύλινες Αγιογραφίες του Αγίου Σάββα, του Αγίου Ρηγίνου, της Αγίας Αικατερίνης, της Αναλήψεως και των Αγίων Στυλιανού, Μάρκου και Πέτρου. H Αγιογραφία του Αγίου Σάββα είναι του έτους 1865, του Αγίου Ρηγίνου του τέλους 18ου – αρχών 19ου αιώνα μ.Χ., της Αγίας Αικατερίνης του τέλους 19ου – αρχών 20ου αιώνα μ.Χ., της Αναλήψεως του 1760 και των Αγίων Στυλιανού, Μάρκου και Πέτρου του 19ου αιώνα μ.Χ.  Ο κατηγορούμενος δεν ειδοποίησε ούτε και εφοδίασε τον Διευθυντή Αρχαιοτήτων με κατάλογο τους. Οι ανωτέρω Αγιογραφίες αποτελούν έργα εκκλησιαστικής τέχνης.

 

Στο ημιφορτηγό του κατηγορουμένου ανευρέθηκαν περαιτέρω ένα χειροψάλιδο, ένα μικρό  λιβέρι, ένα κατσαβίδι ίσιο κόκκινο, ένα κατσαβίδι σταυρωτό μαύρο, μία πένσα και ένα ζευγάρι γάντια μάλλινα μαύρα, όργανα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο επάγγελμα του καλουψιή αλλά και ως διαρρηκτικά.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Στις ποινικές υποθέσεις η κατηγορούσα αρχή θα πρέπει να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ.Λοϊζου v. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ363, Σωτηριάδης v. Αστυνομίας (1991) 2ΑΑΔ482) και εναπόκειται στην κατηγορούσα αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (βλ. Φλουρής v. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ401).  


Το αδίκημα της 1ης κατηγορίας εδράζεται στο άρθρο 309 του Κεφ.154, το οποίο ορίζει:

«309. Όποιος έχει στην κατοχή του κινητό, χρήµατα, αξιόγραφο ή οποιαδήποτε άλλην περιουσία, για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι είναι κλοπιµαία, είναι ένοχος πληµµελήµατος και υπόκειται σε φυλάκιση έξι µηνών, εκτός αν αποδείξει µε αυτό τον τρόπο που να ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι απόκτησε νόµιµα την κατοχή τους».

 

Από το λεκτικό της πιο πάνω διάταξης προκύπτει ότι για στοιχειοθέτηση του αδικήματος, απαιτείται όπως η κατηγορούσα αρχή αποδείξει:

1.         την κατοχή περιουσίας από τον κατηγορούμενο και

2.         ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι η περιουσία αυτή είναι κλοπιμαία.

Με την απόδειξη των ανωτέρω το βάρος μετατίθεται στον κατηγορούμενο να αποδείξει, στο μέτρο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, ότι απέκτησε νόμιμα την περιουσία. Η εύλογη υπόνοια ότι η περιουσία είναι κλοπιμαία θα πρέπει να αποδειχθεί ως αντικειμενικό γεγονός από το σύνολο της προσκομισθείσας μαρτυρίας, ενώ η έκφραση υποκειμενικής κρίσης για αυτό από οποιονδήποτε μάρτυρα, περιλαμβανομένων των Αστυνομικών αρχών δεν αποτελεί τέτοια απόδειξη ενώπιον του Δικαστηρίου. Η ύπαρξη εύλογη υποψίας από πλευράς οποιουδήποτε προσώπου ή της Αστυνομίας δεν αποδεικνύει το εν λόγω συστατικό στοιχείο και πρέπει να προσκομισθεί τέτοια μαρτυρία ώστε, αντικειμενικά εξεταζόμενη, να καταλήξει το Δικαστήριο ότι στοιχειοθετείται η απαιτούμενη εύλογη υπόνοια περί του κλοπιμαίου της περιουσίας (βλ. Καριπίδης ν. Δημοκρατίας (2007) 2ΑΑΔ237, ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν.Έφ.236/2018, ημερ.11/01/2019, ECLI:CY:AD:2019:B3 και NARMANIA κ.α. ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν.Εφ.04/2018 και 05/2018, ημερ.03/04/2019).

 

Με βάση τα ανωτέρω ο κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του περιουσία η οποία υπήρχε εύλογη υπόνοια ότι ήταν κλοπιμαία, ενώ η θέση του ότι απέκτησε αυτήν νόμιμα δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο. 

 

Το αδίκημα της 2ης κατηγορίας που αφορά κατοχή διαρρηκτικών οργάνων κατά την διάρκεια της νύχτας, βασίζεται στο άρθρο 296(γ) του Κεφ.154, το οποίο προβλέπει τα ακόλουθα:

«296.  Όποιος ενδέχεται να βρεθεί κάτω από οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες         περιστάσεις, δηλαδή -

 ...………………………………………...………………………………………

(γ) έχει στην κατοχή του διαρρηκτικό όργανο κατά την διάρκεια νύχτας,  χωρίς νόμιμη δικαιολογία γι’ αυτό, της οποίας φέρει και το βάρος απόδειξης

.........................…………………………………………………....……………

είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται-

        

(i) σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (α), (β), (γ), (ε) ή (στ)  σε φυλάκιση πέντε χρόνων.»

 

Στην R v. Patterson (1962) 1All ER340 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«It seems to the court that, in the first instance, the prosecution must prove that the prisoner was found in possession by night of either an implement which can properly be described as one of those specifically named in the section, or of an implement capable in fact of being used as a housebreaking implement from its common though not exclusive use for that purpose or from the particular circumstances of the case in question.  Once possession of such an implement has been shown, the burden shifts to the prisoner to prove on the balance of probabilities that there was lawful excuse for his possession of the implement at the time and place in question.»

 

Άρα διαρρηκτικό όργανο θεωρείται οποιοδήποτε όργανο το οποίο από τη φύση του μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς διάρρηξης παρά το ότι δεν είναι η αποκλειστική του χρήση.

 

Όσον αφορά την έννοια της κατοχής στην υπόθεση ΓΕ ν. Σπύρου (2002) 2ΑΑΔ71 λέχθηκε ότι:

«Σύμφωνα με την αγγλική νομολογία η κατοχή εξυπακούει φυσικό έλεγχο του αντικείμενου μαζί με γνώση του κατηγορούμενου ότι το έχει στην κατοχή του ή υπό τον έλεγχό του. Δυνατόν κάποιος να κατέχει κάποιο αντικείμενο χωρίς να γνωρίζει ή να αντιλαμβάνεται τη φύση του, αλλά δεν το κατέχει υπό τη νομική έννοια, εκτός κι αν γνωρίζει ότι το έχει».

 

Συνεπώς τα όργανα βρίσκονταν στην κατοχή και έλεγχο του κατηγορουμένου εν γνώσει του, κατά τη διάρκεια της νύκτας και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως διαρρηκτικά, παρόλο που χρησιμοποιούνται και στο επάγγελμα του καλουψιή. 

 

Σε σχέση με την 3η κατηγορία το άρθρο 33 (1) και (3) του Κεφ.31 ορίζει:

«Κατάλoγoς αρχαιoτήτωv vα παρέχεται στo Διευθυvτή

33.-(1) Κάθε πρόσωπo τo oπoίo κατέχει αρχαιότητες κατά τηv ημερoμηvία έvαρξης ισχύoς τoυ Νόμoυ αυτoύ εvτός περιόδoυ έξι μηvώv από της 1ης Ioυλίoυ 1973, θα εφoδιάζει τo Διευθυvτή με κατάλoγo πoυ περιγράφει τέτoιες αρχαιότητες.

……………………………………………….

(3) Μετά τηv πάρoδo της χρovικής περιόδoυ τωv έξι μηvώv όπως αvαφέρθηκε πιo πάvω oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo έχει στηv κατoχή τoυ oπoιαδήπoτε αρχαιότητα η oπoία δεv έχει περιληφθεί σε oπoιoδήπoτε κατάλoγo πoυ παρασχέθηκε δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ, εκτός αv αυτό ικαvoπoιήσει τo Δικαστήριo ότι έχει απoκτήσει αυτή vόμιμα δυvάμει τωv όρωv τoυ Νόμoυ αυτoύ, είvαι έvoχo πoιvικoύ αδικήματoς και υπόκειται σε χρηματική πoιvή που δεν υπερβαίνει τα δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (€15.000) και oπoιαδήπoτε αρχαιότητα αvαφoρικά με τηv oπoία έχει διαπραχτεί τo πoιvικό αδίκημα θα δημεύεται

Περαιτέρω το άρθρο 2 του Κεφ.31 αναφέρει ότι:

«“αρχαιότητα” σημαίνει κάθε αντικείμενο είτε κινητό είτε τμήμα ακίνητης ιδιοκτησίας, το οποίο αποτελεί έργο αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, γραφικής, ζωγραφικής ή οποιασδήποτε γενικά τέχνης, το οποίο έχει με ανθρώπινη ενέργεια παραχθεί, λαξευθεί, γραφεί, ζωγραφισθεί ή γενικά κατασκευασθεί με οποιοδήποτε τρόπο και με οποιαδήποτε ύλη πριν από τα τελευταία εκατόν χρόνια και το οποίο βρέθηκε, ανακαλύφθηκε ή ανασκάφηκε στην Κύπρο, περιλαμβανομένων των θαλασσίων ζωνών της Κύπρου, και περιλαμβάνει κάθε τέτοιο αντικείμενο ή μέρος του το οποίο έχει προστεθεί, ανακατασκευασθεί, αναπροσαρμοσθεί ή υποκατασταθεί μεταγενέστερα:

Νοείται ότι για έργα εκκλησιαστικής ή λαϊκής τέχνης μεγάλης αρχαιολογικής ή καλλιτεχνικής ή ιστορικής σημασίας, αντί του χρονολογικού οροσήμου των εκατόν χρόνων, θα λογίζεται το έτος 1940 μ.Χ., ανεξάρτητα από τον τόπο κατασκευής ή προέλευσής τους∙»

Ως διαφαίνεται η κατοχή αντικειμένων που με βάση το Κεφ.31 θεωρούνται αρχαιότητες είναι ένα από τα βασικά συστατικά στοιχεία του αδικήματος της 3ης κατηγορίας. Περαιτέρω και σε σχέση με έργα εκκλησιαστικής τέχνης χρονολογικό ορόσημο τίθεται το έτος 1940 μ.Χ. Επιπλέον έχει Νομολογηθεί ότι το αδίκημα του άρθρου 33 είναι αδίκημα αυστηρής ευθύνης και δεν απαιτείται η απόδειξη υποκειμενικής υπόστασης (mens rea) για την στοιχειοθέτηση του (βλ.SAFWAN v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, Ποιν.Έφ.36/19, ημερ.01/07/2020, ECLI:CY:AD:2020:B210).

 

Συνεπώς οι Αγιογραφίες που βρίσκονταν στην κατοχή του κατηγορουμένου αποτελούσαν αρχαιότητες εν τη εννοία του Νόμου ως εκκλησιαστικά έργα προγενέστερα του 1940 μ.Χ., ενώ είναι αδιάφορο το κατά πόσο ο κατηγορούμενος γνώριζε εάν αυτές ήταν ή όχι αρχαιότητες.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Από την προσκομισθείσα μαρτυρία την οποία έχω κάνει αποδεκτή και τα ευρήματα μου, καταλήγω ότι η κατηγορούσα αρχή απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων της 1ης, 2ης και 3ης κατηγορίας που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο και ο κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στα αδικήματα που αντιμετωπίζει τις κατηγορίες αυτές.

 

Περαιτέρω και σύμφωνα με το άρθρο 34 του Κεφ.31 εκδίδεται Διάταγμα όπως οι προαναφερόμενες Αγιογραφίες να παραδοθούν στο Διευθυντή Αρχαιοτήτων, o oπoίoς δύvαται vα χρησιμoπoιήσει αυτές για oπoιoδήπoτε από τoυς σκoπoύς τoυ Νόμoυ ή για oπoιoδήπoτε άλλo σκoπό χάρη τωv συμφερόvτωv της αρχαιoλoγίας.

 

 

                                                                                                  (Υπ.)………….....................

                                                                                                            Κ. Γεωργίου, Προσ.Ε.Δ.   

 

Πιστόν Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο