ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 22081/2022, 30/6/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 22081/2022, 30/6/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Ιωαννίδου ‑ Παπά, Ε.Δ

 

Αρ. Υπόθεσης: 22081/2022

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

ΕΝΑΝΤΙΟΝ

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

 

-----------------------------------

 

Ημερομηνία:  30 Ιουνίου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Χ. Κυριακίδου

Για τους Κατηγορούμενους 1 & 2: κ. Α. Κληρίδης

Για τον Κατηγορούμενο 3: κα Τ. Τελιανίδου

 

Κατηγορούμενοι 1‑3 παρόντες

 

 

ΠΟΙΝΗ

 

 

               Οι κατηγορούμενοι 1, 2, 3 (κατηγορούμενοι στο εξής) έχουν κριθεί ένοχοι κατόπιν παραδοχής τους. Ο μεν πρώτος κατηγορούμενος στις κατηγορίες 6, 9, 10 ‑ 14, η δε δεύτερη κατηγορούμενη στις κατηγορίες 3, 7, 13, 14 και ο τρίτος κατηγορούμενος στις κατηγορίες 8 και 15, κατά παράβαση του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 ως τροποποιήθηκε.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 6ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος 1 κατηγορείται ότι την 04/03/2020 στη Λεμεσό, κάπνισε φυτό κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη.

              

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 9ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος 1 κατηγορείται ότι την 29/09/2020 στη Λεμεσό, είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α', δηλαδή 2,07 γραμμάρια κοκαΐνης, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 10ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος 1 κατηγορείται ότι την 29/09/2020 στη Λεμεσό, είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β', δηλαδή 2,36 γραμμάρια φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

              

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 11ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος 1 κατηγορείται ότι την 28/09/2020 στη Λεμεσό, παράνομα χρησιμοποίησε ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α' ήτοι κοκαΐνη.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 12ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος 1 κατηγορείται ότι την 28/09/2020 στη Λεμεσό, κάπνισε φυτό κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 13ης κατηγορίας οι κατηγορούμενοι 1 και 2 κατηγορούνται ότι την 05/03/2020 στη Λεμεσό, είχαν στην κατοχή τους ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β',  δηλαδή 30,89 γραμμάρια φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 14ης κατηγορίας οι κατηγορούμενοι 1 και 2 κατηγορούνται ότι την 05/03/2020 στη Λεμεσό, είχαν στην κατοχή τους ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β',  δηλαδή 30,89 γραμμάρια φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη με σκοπό να τα προμηθεύσουν σε άλλα πρόσωπα.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 3ης κατηγορίας η κατηγορούμενη 2 κατηγορείται ότι την 05/03/2020 στη Λεμεσό, είχε στην κατοχή της ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α', δηλαδή ίχνη κοκαΐνης και ίχνη μεθαμφεταμίνης, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 7ης κατηγορίας η κατηγορούμενη 2 κατηγορείται ότι την 04/03/2020 στη Λεμεσό, κάπνισε φυτό κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 8ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος 3 κατηγορείται ότι την 05/03/2020 στη Λεμεσό, κάπνισε φυτό κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 15ης κατηγορίας ο κατηγορούμενος την 05/03/2020 στη Λεμεσό, είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β', δηλαδή 16,09 γραμμάρια φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν εκτεθεί από την Κατηγορούσα Αρχή και δεν έχουν αμφισβητηθεί από τους συνήγορους υπεράσπισης και συνοπτικά σύμφωνα με το τεκμήριο Α΄ έχουν ως ακολούθως:

 

               Την 05/03/2020 και περί ώρα 00:05 μέλη του ειδικού περίπολου της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού ΑΔΕ  με επικεφαλή τον Λοχία 699 (M1) κατόπιν πληροφορίας μετέβηκαν στον χώρο στάθμευσης της Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών στη Λεμεσό όπου εντόπισαν σταθμευμένο όχημα με τα φώτα πορείας του αναμμένα. Αμέσως ο M1 μαζί με άλλα μέλη της Αστυνομίας, πλησίασαν το εν λόγω όχημα και από έλεγχο που έκαναν διαπίστωσαν ότι στη θέση του συνοδηγού καθόταν η κατηγορούμενη 2 και στο πισινό κάθισμα ο κατηγορούμενος 3. Κατά τη συνομιλία του M1 με τους κατηγορουμένους 2 και 3 διαπίστωσε ότι από το αυτοκίνητο αναδυόταν έντονα η μυρωδιά της κάνναβης. Ο M1 τους πληροφόρησε για τις υποψίες τους και τους πληροφόρησε ότι θα προβεί σε έρευνα, τόσο στους ίδιους όσο και στο όχημα, τους επέστησε την προσοχή στον Νόμο και η δεύτερη κατηγορούμενη απάντησε  «κάμε ότι θέλεις» ενώ ο τρίτος κατηγορούμενο απάντησε «κάνε ότι νομίζεις». Τότε ο M1 με τη βοήθεια των συναδέλφων του προχώρησαν σε έρευνα στο εν λόγω αυτοκίνητο.

 

               Από την έρευνα που ακολούθησε η ώρα 00:12 ο μάρτυρας 1 εντόπισε σε θήκη της πόρτας του συνοδηγού του οχήματος ένα χάρτινο κυλινδρικό κουτί χρώματος πράσινου με διαφανές πώμα, εντός του οποίου υπήρχε ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης (τεκμήριο 1 επί του καταλόγου). Αμέσως το παρέλαβε ως τεκμήριο, το υπέδειξε στους κατηγορουμένους 2 και 3 και αφού τους επέστησε την προσοχή τους στον Νόμο, δεν έδωσαν καμία απάντηση. Η ώρα 00:15 τους συνέλαβε για αυτόφωρο αδίκημα και δεν έδωσαν καμία απάντηση. Επίσης τους ενημέρωσε για τα νομικά τους δικαιώματα.

 

               Στο σημείο που γινόταν η έρευνα μετέβηκε πεζός και ο κατηγορούμενος 1, ο οποίος αφού ελέγχθηκε σωματικά δεν ανευρέθηκε οτιδήποτε. Επίσης, ερωτηθείς για το ποιος ήταν οδηγός του οχήματος απάντησε αρνητικά. Από περαιτέρω εξετάσεις που έγιναν διαπιστώθηκε ότι οδηγός του οχήματος ήταν ο πρώτος κατηγορούμενος ο οποίος κλήθηκε και μετέβηκε αργότερα στα γραφεία της ΥΚΑΝ για ανάκριση.

 

               Το εν λόγω όχημα οδηγήθηκε στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού κατόπιν άδειας του αξιωματικού υπηρεσίας της ΑΔΕ Λεμεσού. Επίσης οι κατηγορούμενοι 2 και 3 μαζί με το ανευρεθέν τεκμήριο μεταφέρθηκαν από το M1 στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού για διερεύνηση της υπόθεσης.

 

               Σε σωματικό έλεγχο που έκανε ο Μ1 στον τρίτο κατηγορούμενο στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού βρήκε μέσα στο εσώρουχο του ένα χάρτινο κυλινδρικό κουτί χρώματος κόκκινου με διαφανές πώμα και αφού το παρέλαβε διαπίστωσε ότι εντός αυτού υπήρχε ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης (τεκμήριο 2 επί του καταλόγου). Αφού το υπέδειξε στον τρίτο κατηγορούμενο και αφού του επιστήθηκε η προσοχή στον Νόμο αυτός απάντησε «εν δικό μου». Κατά τη έρευνα στην κατοχή του τρίτου Κατηγορούμενου ανευρέθηκε σε θήκη καπνού ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης (τεκμήριο 3 επί του καταλόγου). Αφού παραλήφθηκε και υποδείχθηκε στον τρίτο κατηγορούμενο απάντησε «εν δικό μου». Ο Μ1 παρέδωσε τους κατηγορούμενους 2 και 3 και τα τεκμήρια στον Μ8 για συνέχιση των εξετάσεων. Ο Μ8 ενημέρωσε γραπτώς την κατηγορούμενη 2 για τα νομικά της δικαιώματα. Ομοίως ο Μ2 ενημέρωσε γραπτώς τον κατηγορούμενο 3 για τα νομικά του δικαιώματα.

 

               Στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού μετέβηκε ο πρώτος κατηγορούμενος, ο οποίος ανακρινόμενος προφορικά παραδέχθηκε ότι ήταν ο οδηγός του εν λόγω οχήματος και αυτός έδωσε γραπτή συγκατάθεση για έρευνα του οχήματος του, το οποίο και ερευνήθηκε. Κατά τη διάρκεια της έρευνας ανευρέθηκε κάτω από το κάθισμα του οδηγού ποσότητα κάνναβης βάρους ενός γραμμαρίου περίπου, (τεκμήριο 4 επί του καταλόγου) και αφού επεστήθηκε στους κατηγορούμενους η προσοχή τους στον Νόμο, ο πρώτος απάντησε «εν δικό μου εμένα και της Γλυκερίας», η δεύτερη και ο τρίτος δεν έδωσαν οποιαδήποτε απάντηση. Την ίδια ώρα ο M9 συνέλαβε τον πρώτο κατηγορούμενο και απάντησε «εντάξει», επίσης ενημερώθηκε προφορικά για τα νομικά του δικαιώματα από τον Μ8.

 

               Η έρευνα συνεχίστηκε και ο Μ8 βρήκε κάτω από το κάθισμα του συνοδηγού μία ζυγαριά ακριβείας χρώματος καφέ στην οποία υπήρχαν ίχνη πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης (τεκμήριο 5 επί του καταλόγου). Ο πρώτος και δεύτερη κατηγορούμενοι απάντησαν «είναι δική μας» ενώ ο τρίτος δεν έδωσε οποιαδήποτε απάντηση. Επίσης ο Μ8 βρήκε στο πάτωμα πίσω από το κάθισμα του συνοδηγού ένα χειροποίητο τσιγάρο μέσα στο οποίο υπήρχε ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης αναμειγμένη με ποσότητα βιομηχανοποιημένου καπνού (τεκμήριο 6 επί του καταλόγου). Γι' αυτό ο τρίτος κατηγορούμενος είπε ότι είναι δικό του, ενώ ο πρώτος και η δεύτερη δεν έδωσαν οποιαδήποτε απάντηση. Επίσης ο Μ8 βρήκε μία ζυγαριά ακριβείας χρώματος μαύρου (τεκμήριο 7 επί του καταλόγου), στην οποία υπήρχαν ίχνη πράσινης ξηρή φυτικής ύλης κάνναβης που βρισκόταν στο πίσω κάθισμα του εν λόγω οχήματος και η δεύτερη κατηγορούμενη απάντησε είναι δική της. Ενώ ο πρώτος και τρίτος δεν έδωσαν οποιαδήποτε απάντηση.

 

               Στη συνέχεια την 05/03/2020 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον τρίτο κατηγορούμενο στην οποία ανάφερε ότι το χειροποίητο τσιγάρο και η ποσότητα κάνναβης που βρέθηκε στην κατοχή του, του ανήκουν και για οτιδήποτε άλλο βρέθηκε στο όχημα δεν έχει ιδέα. Επίσης ότι τελευταία φορά που έκανε χρήση ήταν στις 05/03/2020. Την ίδια ημέρα λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον πρώτο κατηγορούμενο, όπου μεταξύ άλλων ανάφερε ότι όλα τα ναρκωτικά που βρέθηκαν εντός του οχήματος ανήκουν σ' αυτόν και οι ζυγαριές ακριβείας ανήκουν στη δεύτερη κατηγορούμενη. Για το χειροποίητο τσιγάρο εντός του οποίου υπήρχε κάνναβη ανήκει στον τρίτο κατηγορούμενο. Ακόμη ανέφερε ότι είναι χρήστης ναρκωτικών σε καθημερινή βάση.

 

               Την ίδια ημέρα ο Μ3 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τη δεύτερη κατηγορούμενη, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε ότι έχει σχέση με τον πρώτο κατηγορούμενο. Τα ναρκωτικά που βρέθηκαν εντός του οχήματος ανήκουν τόσο σε αυτήν όσο και στον πρώτο κατηγορούμενο. Οι ζυγαριές ακριβείας ανήκουν στην ίδια και το χειροποίητο τσιγάρο με την κάνναβη καθώς και η ποσότητα ναρκωτικών που βρέθηκαν στον τρίτο κατηγορούμενο, αυτή δεν είχε ιδέα. Επίσης ανέφερε ότι είναι χρήστης ναρκωτικών σε καθημερινή βάση.

 

               Την ίδια ημέρα οι κατηγορούμενοι συνελήφθηκαν από τον Μ4 και αφού τους επεστήθηκε η προσοχή στον Νόμο ο μεν πρώτος απάντησε «απολογούμαι, αλλά δεν τα έχουμε για να τα πουλήσουμε», η δεύτερη απάντησε «πίνω μόνο, εν πουλώ» και ο τρίτος «ό,τι είχα πάνω μου εν δικά μου, τα αλλά δεν είχα ιδέα».

 

               Ακολούθως και οι τρεις κατηγορούμενοι παρουσιάστηκαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και εναντίον τους εξασφαλίσθηκε διάταγμα προσωποκράτησης για περίοδο 4 ημερών.

 

               Τα ανευρεθέντα αποστάλθηκαν για επιστημονικές εξετάσεις και η M. Κωνσταντίνου (M7) ανέφερε ότι τα τεκμήρια 1‑4 είναι κάνναβη και στο τεκμήριο 6 υπάρχει ποσότητα κάνναβης συνολικού βάρους 46,98 γραμμάρια. Επίσης, στα τεκμήρια 5 και 7 εκτός από κάνναβη εντοπίστηκαν και ίχνη κοκαΐνης και μεθαμφεταμίνης.

 

               Την 12/05/2021 ο Μ8 κατηγόρησε γραπτώς τους κατηγορουμένους και αφού τους επέστησε την προσοχή στον Νόμο απάντησαν «παραδέχομαι μόνο την τέταρτη κατηγορία».

 

Αναφορικά με τις κατηγορίες 9 μέχρι 12:

 

               στις 29/09/2020 και περί ώρα 18:00 κατόπιν πληροφορίας και παρακολούθησης αστυφύλακες της ΥΚΑΝ Λεμεσού εισήλθαν με δικαστικό ένταλμα έρευνας στο διαμέρισμα στου κατηγορουμένου 1. Με την είσοδο τους ο M10 υπέδειξε στον κατηγορούμενο την αστυνομική του ταυτότητα και του ανέφερε τον λόγο της παρουσίας τους και για την ύπαρξη του δικαστικού εντάλματος έρευνας. Εντός του διαμερίσματος ήταν και η συμβία του, κατηγορούμενη 2.

 

               Σε έρευνα που ακολούθησε βρήκε μέσα σε ερμαράκι της κουζίνας τα ακόλουθα: ένα κυλινδρικό πλαστικό δοχείο χρώματος κίτρινου εντός του οποίου περιείχετο άσπρη σκόνη - τεκμ.ΔΚ1 και ένα πλαστικό κυλινδρικό δοχείο χρώματος μαύρου εντός του οποίου περιείχετο πράσινη ξηρή φυτική ύλη – τεκμ.ΔΚ2.

 

               Ο κατηγορούμενος απάντησε « εν κοκαΐνη τζιαί χόρτο ρε μάστρε μου, τζιαί εν τζιαί τα δύο δικά μου» ενώ η κατηγορούμενη 2 απάντησε «εν είχα ιδέα ότι είχαμε έτσι πράγματα έσσω μας κύριε».

 

               Ακολούθως ο M10 συνέλαβε τον κατηγορούμενο για αυτόφωρο αδίκημα και αφού του επεστήθηκε η προσοχή στον Νόμο απάντησε «πάλε υπό σύλληψη;» Επίσης τον πληροφόρησε για τα νομικά του δικαιώματα. Ο κατηγορούμενος οδηγήθηκε στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού και εκεί προσήλθε και η κατηγορούμενη 2.

 

               Ακόμη τα τεκμήρια συσκευάστηκαν και σφραγίστηκαν στην παρουσία του κατηγορουμένου και τις σχετικές σφραγίσεις υπόγραψε τόσο ο Μ10 όσο και ο κατηγορούμενος. Επίσης του λήφθηκε ανακριτική κατάθεση την ίδια ημέρα.

 

               Τα εν λόγω τεκμήρια αποστάλθηκαν για επιστημονικές εξετάσεις στο Γενικό Χημείο του Κράτους και στην εργαστηριακή έκθεση της M. Κωνσταντίνου αναφέρθηκε ότι στο Τεκμήριο ΔΚ1 ανιχνεύθηκε κοκαΐνη βάρους 2,07 γραμμάρια, ενώ στο Τεκμήριο ΔΚ2 ανιχνεύθηκε κάνναβη βάρους 2,36 γραμμαρίων.

 

               Στις 21/01/2021 ο κατηγορούμενος κατηγορήθηκε γραπτώς και αφού του επεστήθηκε η προσοχή στον Νόμο απάντησε «παραδέχομαι».

 

               Η κα Κυριακίδου ανάφερε ότι οι κατηγορούμενοι είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

               Οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων 1 – 3 αγόρευσαν προς μετριασμό της ποινής τους και δεν αμφισβήτησαν την σοβαρότητα των αδικημάτων.

 

               Ο κ.Κληρίδης υϊοθέτησε τις εκθέσεις των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας - τεκμήριο Β και Γ΄ - αντίστοιχα στις οποίες αναφέρονται οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες των κατηγορουμένων 1 και 2. Επίσης κατέθεσε χειρόγραφο κείμενο - τεκμήριο Δ΄ - εκ μέρους της κατηγορούμενης 2.

 

               Για σκοπούς μετριασμού της ποινής ανέφερε ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις των κατηγορουμένων 1 και 2 ως εμφαίνονται στις εκθέσεις, το νεαρό της ηλικίας τους, τον χρόνο που παρήλθε και το λευκό ποινικό τους μητρώο. Επίσης, ότι ο κατηγορούμενος 1 είναι κατάδικος στις Κεντρικές Φυλακές από τις 07/11/2024 εκτίοντας ποινή φυλάκισης 12 μηνών, η οποία του επιβλήθηκε στις 23/12/2024 στην υπόθεση 18934/24 και στην οποία ενεργοποιήθηκε ποινή φυλάκισης δύο μηνών της υπόθεσης υπ' αριθμό 11450/19. Στην τελευταία ο κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί σε έξι μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή και ενεργοποιήθηκαν από αυτήν οι δύο μήνες. Οι πιο πάνω υποθέσεις αφορούσαν αδικήματα παρόμοιας φύσεως. Επίσης υποστήριξε ότι οποιαδήποτε ποινή φυλάκισης επιβληθεί στον κατηγορούμενο 1 να συντρέχει με την ποινή που ήδη εκτίει. 

 

               Η συνήγορος του κατηγορούμενου 3 αγορεύοντας για σκοπούς μετριασμού της ποινής υϊοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, τεκμήριο Ε. Επίσης, ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το νεαρό της ηλικίας του κατηγορούμενου 3, ότι είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών, τον χρόνο που παρήλθε, την άμεση παραδοχή του, το είδος των ναρκωτικών και ότι είναι υπόδικος στην ποινική υπόθεση Κακουργιοδικείου υπ' αριθμό 2960/25.

               Όσα ανέφεραν οι συνήγοροι υπεράσπισης έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψη από το δικαστήριο για σκοπούς μετριασμού της ποινής.

 

 

Κατά την επιμέτρηση της ποινής, το Δικαστήριο αρχίζει από το μέγιστο της προβλεπόμενης στο Νόμο ποινής και ακολούθως ελέγχει τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων στην ενώπιον του υπόθεση για να προσαρμόσει την ποινή στα δεδομένα της υπόθεσης αφότου διακρίνει αν υφίστανται επιβαρυντικοί ή μετριαστικοί παράγοντες. Στη συνέχεια προχωρεί στην εξατομίκευση της ποινής ώστε αυτή να μην αντανακλά μόνο στη σοβαρότητα του αδικήματος και τις συνθήκες διάπραξής του, αλλά και στις πραγματικές προσωπικές συνθήκες του παραβάτη, με σκοπό η ποινή να τον αναμορφώσει και να τον αποτρέψει από το να εκδηλώσει στο μέλλον όμοια εγκληματική συμπεριφορά

 

 

Τα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι είναι σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται και από τη σοβαρότητα που προσδίδεται σε αυτά από το νομοθέτη όπως προσδιορίζεται από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται από τον Νόμο.

 

Για τα αδικήματα των κατηγοριών της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο προβλέπεται ποινή φυλάκισης διά βίου ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές ενώ για την κατηγορίες της κατοχής, της χρήσης ή του καπνίσματος, λόγω του ότι οι κατηγορούμενοι κατά τους επίδικους χρόνους δεν είχαν συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας τους και δεν είχαν προηγούμενες καταδίκες (βλ. επιφύλαξη άρθρου 30(2) του Νόμου 29/77), προβλέπεται ποινή φυλάκισης 2 ετών ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές. Διαπιστώνεται ότι οι κατηγορούμενοι διέπραξαν τα αδικήματα σε 4 διαφορετικές ημερομηνίες ο μεν πρώτος και η δεύτερη στις 4.3.20, 5.3.20, 28.9. 20, 29.9.20 ο δε τρίτος στις 5.3.20. Ακόμη έχω υπόψη μου την ανεύρεση δύο ζυγαριών με ίχνη πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης στο όχημα του 1ου στο οποίο ανευρέθηκαν οι κατηγορούμενοι 2 και 3.

 

Ωστόσο, με δεδομένο ότι για την παρούσα υπόθεση έχει δοθεί η συγκατάθεση του Β.Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 30 του Ν.29/77 όπως εκδικασθεί συνοπτικά από Επαρχιακό Δικαστήριο, η μέγιστη ποινή φυλάκισης που το παρόν Επαρχιακό Δικαστήριο δύναται να επιβάλει ανέρχεται στα 5 χρόνια.

 

Όπως έχει νομολογηθεί, το ανώτατο όριο της προβλεπόμενης ποινής αντανακλά την αγωνία της κοινωνίας για τη διαρκώς αυξανόμενη συχνότητα διάπραξης αδικημάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά, τα οποία αποτελούν επικίνδυνη πληγή στο σώμα ολόκληρης της κοινωνίας και επηρεάζουν όχι μόνο το πρόσωπο που τα διαπράττει αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο κινείται, ιδιαίτερα βέβαια το οικογενειακό του περιβάλλον (βλ. Σίμκαση ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 22 και Χατζημάρκου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 482).

 

Στην υπόθεση Σάμπη ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 100, 109, λέχθηκαν, ανάμεσα σε άλλα, τα ακόλουθα:

 

«Τα ναρκωτικά αποτελούν τη μάστιγα μιας σύγχρονης κοινωνίας, ιδιαιτέρως σε μια χώρα όπως την Κύπρο η οποία έχει ιδιαίτερα προβλήματα τα οποία ανάγονται στην κατοχή μέρους της χώρας μας από τα τουρκικά στρατεύματα και της αναγκαιότητας στήριξης της νεολαίας.  Τα ναρκωτικά, ως επί το πλείστον, έχουν στόχο νεαρά πρόσωπα. Η αυστηρή αντιμετώπιση αδικημάτων αυτής της μορφής, αντανακλάται από την προβλεπόμενη από το νόμο ποινή, που για την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β προνοείται ποινή φυλάκισης 8 χρονών, και για το αδίκημα της κατοχής ιδίας φύσεως, με σκοπό την προμήθεια προς τρίτα πρόσωπα, η προβλεπόμενη ποινή είναι φυλάκιση δια βίου. Αυτό καταδεικνύει την αγωνία της κοινωνίας και την αποδοκιμασία του κοινωνικού συνόλου για αδικήματα αυτής της μορφής.  Θα ήταν αδιανόητο να μην υπάρχει και η ενεργός συμμετοχή της δικαιοσύνης στον καθημερινό αγώνα που γίνεται για την καταπολέμηση της μάστιγας αυτής των ναρκωτικών.  Βλ. Hadavand v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359

 

         Το είδος, η ποσότητα και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται τα ναρκωτικά είναι παράγοντες που λαμβάνονται συνήθως υπόψη από το Δικαστήριο στον καθορισμό της αρμόζουσας ποινής (βλ. Mallouk ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 711).

 

Το άρθρο 30(4) του Νόμου 29/77 θεσμοθετεί κατά τρόπο πιο ολοκληρωμένο τους παράγοντες που το Δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής, ως καθιστώντες το αδίκημα ιδιαίτερα σοβαρό ή λιγότερο σοβαρό. Ως καθιστώντα το αδίκημα λιγότερο σοβαρό λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

  • η ηλικία του κατηγορουμένου,
  • το γεγονός ότι διέπραξε το αδίκημα παρασυρόμενος από πρόσωπα δυνάμενα να ασκήσουν επιρροή σε αυτόν,
  • το ότι δεν είχε ανάμειξη σε εμπορία και το παράπτωμά του σχετίζεται αποκλειστικά με χρήση,
  • ο βαθμός εξάρτησής του από ναρκωτικά,
  • η αποδεδειγμένη  μεταμέλειά του η οποία μεταξύ άλλων μαρτυρείται από τη συνεργασία του με τις αρχές για τη δίωξη των προμηθευτών και η προθυμία του να υποβληθεί σε θεραπεία για απεξάρτηση,
  • το είδος και η ποσότητα των απαγορευμένων ουσιών που βρέθηκαν στην κατοχή του,
  • και το γεγονός ότι δεν υπάρχει οποιοδήποτε από τα περιστατικά που καταγράφονται στο εδάφιο (α) του άρθρου 30(4) ως καθιστώντα το αδίκημα ιδιαίτερα σοβαρό.

 

Πιο σοβαρό καθιστούν το αδίκημα τα εξής꞉

  • Η ανάμειξη στη διάπραξη του αδικήματος οργανωμένης ομάδας εγκληματιών στην οποία ο κατηγορούμενος ανήκει,
  • η ανάμειξη του κατηγορουμένου σε διεθνείς οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες,
  • η ανάμειξη του κατηγορουμένου σε άλλες παράνομες δραστηριότητες οι οποίες διευκολύνονται με τη διάπραξη του αδικήματος,
  • η χρήση βίας, πυροβόλων όπλων ή επιθετικών όπλων ή αντικειμένων κατά τη διάπραξη του αδικήματος,
  • το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κατέχει δημόσιο αξίωμα ή θέση και το αδίκημα το οποίο διαπράχθηκε σχετίζεται με το εν λόγω αξίωμα ή θέση,
  • η θυματοποίηση ή εκμετάλλευση ανηλίκων ή διανοητικώς ή λόγω ψυχικής νόσου πασχόντων,
  • το γεγονός ότι το αδίκημα διαπράχθηκε στις φυλακές ή σε κρατητήριο της Αστυνομίας ή στέγη ή ίδρυμα υπό τον έλεγχο, επίβλεψη ή φροντίδα του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή πλησίον τέτοιων στεγών ή ιδρυμάτων ή σε άλλους χώρους όπου συχνάζουν μαθητές ή φοιτητές για εκπαιδευτικές, αθλητικές, κοινωνικές ή άλλες δραστηριότητες.

 

Είναι και νομολογιακά θεμελιωμένη η αρχή της διάκρισης της σοβαρότητας των αδικημάτων που αφορούν στην καλλιέργεια ή κατοχή ναρκωτικών για σκοπούς προμήθειας σε τρίτους από εκείνα που αφορούν σε καλλιέργεια ή κατοχή  ναρκωτικών για προσωπική χρήση (βλ. Chaer ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 585, η οποία υιοθετήθηκε στη Mortimer v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 22). Στην υπόθεση Afroughi v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 174 και παραπέμπω στη σελ. 177:

 

«Και για τους χρήστες ναρκωτικών, οι οποίοι δηλητηριάζουν την ύπαρξή τους και διανοίγουν το δρόμο για τους εμπόρους ναρκωτικών, αρμόζουν αποτρεπτικές ποινές, όχι, όμως της ίδιας έντασης με αυτές που επιβάλλονται στους εμπόρους, εκείνους που καθιστούν επάγγελμά τους τη διασπορά του θανάτου. Για τους εμπόρους, είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα μετριασμού. Για τους χρήστες υπάρχει κάποιο περιθώριο, που, ομολογουμένως, με το χρόνο στενεύει· το περιθώριο εκείνο που σχετίζεται με την αδυναμία του ανθρώπου».

 

            Παρομοίως, στην προηγούμενη απόφαση Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240, υπογραμμίστηκε η διάκριση μεταξύ της σοβαρότητας των εγκλημάτων κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, από τη μία, και εμπορίας ναρκωτικών, από την άλλη, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται ότι είναι οι χρήστες που συντηρούν την εμπορία.

 

Επίσης στην Ποινική Έφεση 177/15, 21.4.16, Νικόλας Γιαννακάκη ν Αστυνομίας, υιοθετήθηκε ο λόγος της απόφασης ημερ. 21.11.2014, στην Ποινική Έφεση 6/2014, Ελ Χαπίρ Ναζίπ ν. Αστυνομίας, όπου είχε λεχθεί ότι, η ενασχόληση με τα ναρκωτικά είτε για ιδία χρήση ή κατά μείζονα λόγο με την εισαγωγή και διάθεση ή προμήθεια σε τρίτους, αποτελεί μέγιστο κίνδυνο στην κοινωνική συνοχή ενόψει των προβλημάτων που επιφέρει η εξάρτηση.  Η αντιμετώπιση κατά αυστηρό τρόπο των αδικοπραγούντων αποτελεί και τη συνδρομή των Δικαστηρίων, έστω κατασταλτικά, στον πόλεμο εναντίον των ναρκωτικών. Βλέπε επίσης την Τρύφωνος v. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ 197 όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Η χρήση ναρκωτικών ξαπλώνεται στη χώρα μας με γοργό ρυθμό επηρεάζοντας άμεσα και πολλές φορές καταλυτικά, όχι μόνο τη ζωή του χρήστη, της οικογένειας του αλλά ταυτοχρόνως φθείρει και τον ιστό της κοινωνίας. [...]  Κάτω από αυτά τα δεδομένα, τα Δικαστήρια είναι επιφορτισμένα με την υποχρέωση επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην χαλιναγώγηση του παρατηρούμενου φαινομένου της διάβρωσης της κοινωνίας και των νέων ανθρώπων, ειδικότερα».

 

Το παρόν Δικαστήριο έχει δικαστική γνώση για την τεράστια εξάπλωση των ναρκωτικών ουσιών στην επαρχία όπου εδρεύει η οποία αντλείται μέσα από την καταχώρηση σωρείας υποθέσεων αυτού του είδους στο Δικαστήριο. Λόγω, λοιπόν, της συχνότητας της διάπραξης των αδικημάτων που αφορούν στην καλλιέργεια κατοχή και εμπορία ναρκωτικών, και της αναγκαιότητας επιβολής αποτρεπτικών ποινών, οι συνήθεις μετριαστικοί παράγοντες, οι οποίοι εγείρονται έξω από το πλαίσιο των διαλαμβανομένων στο άρθρο 30(4) του Νόμου 29/77, είναι περιορισμένης σημασίας κατά την επιμέτρηση της ποινής. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Στέλιος Ζωμενή ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 400, όπου τονίστηκε ότι σε υποθέσεις αυτής της φύσης –

 

«Οι συνήθεις μετριαστικοί παράγοντες έχουν μόνο οριακή σημασία. Αυτό εν όψει των σοβαρότατων συνεπειών που προκύπτουν από την κατοχή και εμπορία των ναρκωτικών οι οποίες είναι πλέον ορατές».

 

 

Στην Gloli v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 30

 

''Οι προσωπικές περιστάσεις και τα ιδιαίτερα προβλήματα αδικοπραγούντων σε αυτού του είδους των υποθέσεων λαμβάνονται βέβαια σε κάποιο βαθμό υπόψη. Και η εξατομίκευση έχει τη θέση της, αλλά δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για προστασία της κοινωνίας  (Παυλίδης και Άλλος ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 220, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577). Η πείρα καταδείχνει ότι οι έμποροι ναρκωτικών συχνά επιλέγουν άτομα αδύναμα ή άτομα με ειδικά προβλήματα για τη μεταφορά ναρκωτικών. Η κατανόηση αυτών των αδυναμιών και προβλημάτων δεν μπορεί να επιδράσει κατά τρόπο που να εξασθενίζει την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου''.

 

Επίσης έχει νομολογηθεί ότι το ύψος της ποινής πρέπει να καθορίζεται, αφού συνυπολογισθούν, πραγματικά οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου, ούτως ώστε η ποινή να μην είναι άδικη. Παραπέμπω στην Victor Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211, όπου λέχθηκαν τα εξής꞉

 

«Κρίνεται όμως ότι η ποινή που επεβλήθη εδώ θα μπορούσε να ήταν χαμηλότερη διότι δεν πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι οι προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου δεν λαμβάνονται ουσιαστικά καθόλου υπόψη, παρά το γεγονός ότι μνημονεύονται στην απόφαση. Το λευκό ποινικό μητρώο καθώς και οι προσωπικές συνθήκες του θα μπορούσαν να βαρύνουν  περισσότερο στη σκέψη του Κακουργιοδικείου, επιβάλλοντας ελαφρώς χαμηλότερη ποινή που θα λογιζόταν ως δικαιότερο μέτρο στην ολότητα των περιστατικών της υπόθεσης.».

 

Όπως το έθεσε ο Δ. Χατζηχαμπής, Π., στην απόφαση ημερ. 29.4.2014 στην Ποινική Εφεση Αρ. 247/2013, Ανδρέας Παντελή ν. Δημοκρατίας꞉

 

«Μας έχει λεχθεί περαιτέρω από τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον εφεσείοντα ότι αντιμετωπίζει προσωπικά προβλήματα, τα οποία δεν είναι άσχετα  με τη δική του χρήση κάνναβης, και τα οποία όμως ήσαν υπόψη του Κακουργιοδικείου. Εν πάση περιπτώσει, δεν υπάρχει οτιδήποτε ιδιαίτερα ξεχωριστό σε αυτή την υπόθεση που να μας οδηγεί στη θεώρηση του παράγοντα αυτού ως δραστικώς ενεργούντος επί της ποινής. Όμως τον έχουμε παραλλήλως υπόψη στη στάθμιση του ερωτήματος κατά πόσον η ποινή κρίνεται εκδήλως υπερβολική ή όχι. Θα λάβουμε περαιτέρω υπόψη το γεγονός ότι ο εφεσείων έχει αποκτήσει ένα παιδί μετά από την καταδίκη του. Αν και οι προσωπικές συνθήκες γενικότερα δεν βαρύνουν με τον τρόπο που θα μπορούσε να βαρύνουν σε άλλες περιπτώσεις στις υποθέσεις που αφορούν ναρκωτικά, εντούτοις δεν μπορεί παρά να συνσταθμισθεί και τούτο το γεγονός παράλληλα με όλα τα άλλα».

 

 

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να υπενθυμίσω τη γνωστή νομολογιακή αρχή πως οι προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας για παρόμοιας φύσης αδικήματα, όμως δεν αποτελούν ένα σταθερό δείκτη καθορισμού ποινής καθότι η ποινή σε κάθε υπόθεση εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της και τις συνθήκες εκάστου παραβάτη (Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1). Τα Δικαστήρια δεν παραγνωρίζουν ότι οι συνέπειες της ποινής δεν είναι ομοιόμορφες για όλους τους εγκληματίες, όπως ούτε η πιθανότητα για αναμόρφωση τους (βλ. Τσιάκκα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 282), καθώς και ότι είναι κοινωνικά επιζήμια η διαγραφή ή υποτίμηση της προσδοκίας για αναμόρφωση των παραβατών, γι' αυτό και η ποινή δεν πρέπει να αρμόζει μόνο στο έγκλημα αλλά και στον παραβάτη, όπως λέχθηκε στην υπόθεση Νικολάου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 412, Beyki ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 52/07 ημερομηνίας 23.1.2008.

 

Για προσδιορισμό και εξατομίκευση της ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω λοιπόν υπόψη μου τη σοβαρότητα των αδικημάτων, ως αυτή διαφαίνεται και από τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διάπραξη τους καθώς και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών ενόψει και της ανησυχητικής έξαρσης, η οποία παρατηρείται αλλά και των συνεπειών τέτοιας φύσης αδικημάτων στην κοινωνία.
 

 

Στην παρούσα υπόθεση, λαμβάνω προς όφελος των κατηγορουμένων τους πιο κάτω μετριαστικούς παράγοντες:

 

·         την παραδοχή των κατηγορουμένων στην αστυνομία και στο Δικαστήριο έστω και σε προχωρημένο στάδιο, αλλά πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας και με αυτήν διασώθηκε αρκετός δικαστικός χρόνος. Το παρόν κατηγορητήριο περιλάμβανε και άλλες κατηγορίες ήτοι τις  1, 2, 4, 5 και στις 7.4.25 τροποποιήθηκε με την προσθήκη 3 νέων κατηγοριών τις οποίες αυτοί παραδέκτηκαν.

 

Ως έχει νομολογηθεί η παραδοχή ενός κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη σαν μετριαστικός παράγοντας (βλ. Χαρτούμπαλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28). Η βαρύτητα δε που μπορεί να της αποδοθεί ποικίλει ανάλογα με την περίπτωση. Αν και το στοιχείο της παραδοχής δεν πρέπει να υπερτιμάται σε υποθέσεις ναρκωτικών (βλ. Firat ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 402), εντούτοις η παραδοχή εμπεριέχει το απτό στοιχείο της μεταμέλειας, (Δημήτρης Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ 110/14, ημ. 15.6.15) και πρέπει να αμοίβεται με έκπτωση στην ποινή, διότι αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με συνέπεια να μην σπαταλάται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων. Αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης,

 

·         τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές τους συνθήκες, ως εμφαίνονται στις εκθέσεις των Κοινωνικών Υπηρεσιών,

 

για τον κατηγορούμενο 1:

 

·          έκθεση του τεκμ.Β’ - αυτός είναι άγαμος ηλικία 28 ετών. Πριν τη σύλληψη του διέμενε με τη σύντροφό του σε διαμέρισμα στη Λάρνακα. Ο κατηγορούμενος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λεμεσό, έχει ιστορικό συστηματικής χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών από την εφηβική ηλικία, συγκεκριμένα σε ηλικία 15 ετών άρχισε τη χρήση κάνναβης και ακολούθως τη χρήση κοκαΐνης και crystal. Το 2018 βρέθηκε δύο φορές στις Κεντρικές Φυλακές ως υπόδικος και την περίοδο 06/2023 με 10/2024 εξέτισε ποινή για αδικήματα σε σχέση με ναρκωτικά και άλλα. Παρά την αναφορά σε αυτήν για προβλήματα της ψυχικής του υγείας εντούτοις αυτή δεν υποστηρίχθηκε με οποιοδήποτε ιατρικό πιστοποιητικό. Αυτός εκτίει ποινή φυλάκισης από τις 7.11.24.

 

                      για την κατηγορούμενη 2:

 

·              έκθεση του Γραφείου Ευημερίας - τεκμήριο Γ, αυτή είναι 24 ετών, άρχισε χρήση διάφορων εξαρτησιογόνων ουσιών στα 13 της. Η οικογένεια παρακολουθείται από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας. Βρίσκεται υπόδικη στις Κεντρικές Φυλακές.

              

για τον κατηγορούμενο 3:

 

·              έκθεση του Γραφείου Ευημερίας - τεκμήριο Ε’, ήτοι ότι αυτός είναι 22 ετών, εγκατέλειψε νωρίς το σχολείο, ήταν χρήστης ουσιών από μικρή ηλικία. Βρίσκεται υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές.

 

 

·         Το λευκό ποινικό μητρώο τους στοιχείο που τους δίνει την δυνατότητα να αιτούνται της επιείκειας του δικαστηρίου.

·         Οι κατηγορούμενοι είναι άτομα νεαρής ηλικίας, ήτοι όταν διαπράχθηκαν τα αδικήματα ήταν 23, 19, 17 ετών αντίστοιχα, ενώ σήμερα είναι  28, 24, 22 ετών αντίστοιχα. Ως έχει νομολογηθεί το νεαρό της ηλικίας ενός κατηγορούμενου αποτελεί σημαντικό μετριαστικό παράγοντα. Στο αναθεωρημένο σύγγραμμα G. Piki, Sentencing in Cyprus (2nd ed.) τονίζεται το πόσο ευαίσθητο έργο αποτελεί το καθήκον επιβολής ποινής σε νεαρά άτομα για τα οποία έμφαση πρέπει να δίνεται στην αναμόρφωση παρά στην τιμωρία. Για αυτά υπερισχύει η αρχή της υποβοήθησης τους να αναμορφωθούν, αφού ακριβώς η πιθανότητα αναμόρφωσης στους νέους είναι ισχυρότερη από τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα (βλ επίσης Ioannou v. Police (1986) 2 C.L.R. 149). Το  στοιχείο της αποτροπής στην περίπτωση νεαρών ατόμων θα πρέπει να μετριάζεται από το συμφέρον της κοινωνίας στην αναμόρφωση τους (βλ. Savvides v. Republic (1988) 2 CLR 51). Ποινή φυλάκισης θα πρέπει να αποφεύγεται ιδιαίτερα όταν ενέχει σοβαρές επιπτώσεις στην μελλοντική ζωή, στις σπουδές ή στην καριέρα ενός νέου. Θα πρέπει δε να επιβάλλεται τέτοια ποινή, όταν κρίνεται ως η μόνη ορθή εναλλακτική. Από την άλλη το νεαρό της ηλικίας ενός κατηγορούμενου δεν αποτελεί πάντοτε παράγοντα που επηρεάζει από μόνος του το είδος της ποινής. Συνεκτιμάται και αυτός με όλους τους άλλους σχετικούς παράγοντες (βλ. Φανάρας κ.α. ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 50). Αυτός είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

 

·              Η ποσότητα των ανευρεθέντων ουσιών την οποία κατείχαν οι κατηγορούμενοι δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλη και δεν μου διαφεύγει ότι το άρθρο 30Α προνοεί την κατοχή ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια από 30 γραμμάρια κάνναβης και άνω δηλαδή επί του προκειμένου για τους κατηγορούμενους 1 και 2 ήταν στο μεταίχμιο αφού πρόκειτο για κατοχή κάνναβης 30,89 γραμμάρια, ενώ ολιγότερη ποσότητα για την κατοχή 16,09 γρ.κάνναβης από τον 3ον κατηγορούμενο.

·              Η κατοχή κάνναβης τάξεως Β΄ από τον κατηγορούμενο 3 και όχι τάξεως Α’ που θεωρούνται από τα σκληρότερα είδη ναρκωτικών, χωρίς αυτό να υποβαθμίζει το στοιχείο της σοβαρότητας,

·              ο χρόνος που παρήλθε από την διάπραξη των αδικημάτων. Ως έχει νομολογηθεί η πάροδος χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής, ειδικά αναφορικά με το είδος της ποινής, δηλαδή αν θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης. Εκτός στις περιπτώσεις που θεωρείται απόλυτα αναγκαίο, είναι ανεπιθύμητη η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από περέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα της διάπραξης του αδικήματος. Η πάροδος τέτοιου μακρού χρόνου μειώνει ουσιαστικά την αποτρεπτικότητα της ποινής και δεν ασκεί αναμορφωτικό ρόλο για τον κατηγορούμενο (βλ.Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 ΑΑΔ 355). Ως λέχθηκε δε στην Αβραάμ ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 365, η καθυστέρηση στην καταχώρηση μιας υπόθεσης εναντίον ενός προσώπου και/ή καθυστέρηση στην εκδίκαση της, αποτελούν σημαντικό ελαφρυντικό παράγοντα, ο οποίος, ανάλογα με τις περιστάσεις, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη μείωση της ποινής αναφορικά με το είδος αυτής, αλλά και μετατροπή της ποινής που κανονικά θα επιβάλλετο αν δεν υπήρχε η καθυστέρηση. Η έκταση φυσικά της ευθύνης του κατηγορούμενου στην εν λόγω καθυστέρηση λαμβάνεται επίσης υπόψη στο δέοντα βαθμό. Σε τέτοια περίπτωση αυτός δεν μπορεί να την επικαλείται ως ελαφρυντικό παράγοντα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 617). Ανεξαρτήτως όμως του ποιος φέρει ευθύνη για την καθυστέρηση στην εκδίκαση μιας υπόθεσης το γεγονός της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την τιμωρία του παραβάτη τείνει ασφαλώς προς το μετριασμό της ποινής (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Αρέστη (1996) 2 Α.Α.Δ. 267).

 

Ειδικότερα τα αδικήματα της παρούσας διαπράχθηκαν το 2020, το κατηγορητήριο καταχωρίστηκε στις 9.12.22 με καθυστέρηση και δεν δόθηκε καμία δικαιολογία περί τούτου από την Κατηγορούσα Αρχή. Έχω διεξέλθει του φακέλου και διαπιστώνεται ότι για την καθυστέρηση φέρουν και οι κατηγορούμενοι μερίδιο ευθύνης λόγω κάποιων απουσιών τους και εκδόθηκαν εντάλματα σύλληψης εναντίον τους. Σε κάθε περίπτωση δεν αλλάζει το αντικειμενικό γεγονός ότι το Δικαστήριο καλείται να επιβάλει ποινή 5 χρόνια μετά.

 

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, τα αδικήματα που οι κατηγορούμενοι παραδέχθηκαν και τις περιστάσεις που τα περιβάλλουν και όλους τους ελαφρυντικούς και προσωπικούς παράγοντες που αναφέρθηκαν από τους δικηγόρους τους, καταλήγω ότι η αρμόζουσα ποινή σε όλες τις κατηγορίες είναι αυτή της φυλάκισης. Οιαδήποτε άλλη ποινή θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη και ανεπαρκής.  Καταληκτικά επιβάλλω σε αυτούς τις ακόλουθες ποινές:

 

 

  • Στον πρώτο κατηγορούμενο : 6η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 3 μηνών,

9η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 6 μηνών        10η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 5 μηνών,

11η κατηγορία : ποινή φυλάκισης  3 μηνών,

                12η κατηγορία :ποινή φυλάκισης 3 μηνών,

                13η κατηγορία: ουδεμία ποινή

                14η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 11 μηνών,

 

 

  • Στην δεύτερη κατηγορούμενη: 3η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 4 μηνών,

      7η κατηγορία : ποινή φυλάκισης 3 μηνών,

                            13η κατηγορία :ουδεμία ποινή

                            14η κατηγορία :ποινή φυλάκισης 11 μηνών.

 

 

Ουδεμία ποινή επιβάλλεται στους κατηγορούμενους 1 και 2 στην κατηγορία 13 που αφορά την κατοχή των 30,89 γρ.φυτού κάνναβης εφόσον η κατοχή περιλαμβάνεται στο αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια της κατηγορίας 14.

 

·         Στον τρίτο κατηγορούμενο: 8η : κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 μηνών,

     15η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 8 μηνών,

 

Οι πιο πάνω ποινές φυλάκισης να συντρέχουν.

 

Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω το ενδεχόμενο αναστολής εκτέλεσης των ποινών φυλάκισης που έχουν επιβληθεί στoυς κατηγορούμενους.

 

 Το άρθρο 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 186(Ι)/03, προβλέπει ότι το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορουμένου. Η ποινή φυλάκισης με αναστολή δεν επιβάλλεται από Δικαστήριο ως μέτρο επιείκειας ή ως εναλλακτικό μέτρο τιμωρίας του παραβάτη και η επιλογή της ποινής φυλάκισης δεν πρέπει να συσχετίζεται με τη δυνατότητα αναστολής της. Το Δικαστήριο αποφασίζει το ύψος της ποινής και μετά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις που να δικαιολογούν την αναστολή της (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Περατικού (1997) 2 Α.Α.Δ. 373, Λιασίδης ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 94). Μεταξύ των παραγόντων που επιμετρούν ως προς το επιθυμητό ή όχι της αναστολής της ποινής φυλάκισης είναι η σοβαρότητα των περιστατικών και το κίνητρο για τη διάπραξη του αδικήματος, το μητρώο του Κατηγορουμένου ως δείκτης για την ανάγκη αποτροπής και η διαγωγή του Κατηγορουμένου μετά τη διάπραξη του αδικήματος και ιδιαίτερα η παρουσία ή απουσία στοιχείων μεταμέλειας.

 

Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση ημερ. 17.10.2016 στην Ποινική Έφεση 11/2016, Παρασκευά Παπαντελή ν. Δημοκρατίας, το οποίο αποτυπώνει την προσέγγιση του Εφετείου για τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των δικαστηρίων περί αναστολής ή μη της ποινής

«Ο περί της Υφ' Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμος του 1972, Ν.95/72, θεσπίστηκε έτσι ώστε να προσφέρεται η δυνατότητα διεύρυνσης του περιθωρίου επιείκειας προς ένα πρόσωπο, με απόφαση για αναστολή της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης.  Ο εν λόγω Νόμος τροποποιήθηκε με το Ν. 41(1)/97, ο οποίος περιόρισε, σε μεγάλο βαθμό, τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης μιας ποινής φυλάκισης, καθιστώντας τις προϋποθέσεις ανελαστικές.  Συναρτάτο δηλαδή με την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, είτε στο πρόσωπο ενός κατηγορουμένου, είτε στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος.

 

Με την περαιτέρω τροποποίηση που επήλθε με το Ν.186(Ι)/2003, η εν λόγω διακριτική ευχέρεια διευρύνθηκε και το Δικαστήριο εξετάζει το ενδεχόμενο αναστολής, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης και τις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου.

 

Το θέμα έκτοτε απασχόλησε σε έκταση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αναφορά μπορεί να γίνει μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 583, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 22, και Κύπρος Κυπριανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση αρ. 28/2014, ημερ. 24.2.14.

 

 

Η περίπτωση των κατηγορουμένων πρέπει να λεχθεί ότι με έχει προβληματίσει ιδιαίτερα και ως προς το θέμα αυτό.

 

Δεν διαφεύγει του δικαστηρίου ότι στις 23.12.24 ο κατηγορούμενος 1 έχει καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους από το Επ.Δικαστήριο Λεμεσού στην υπόθεση με αρ.18934/24 (παρόμοιας φύσεως αδικήματα διαπραχθέντα μεταγενέστερα της παρούσης) για την οποία βεβαίως δεν ξαναδικάζεται και ενεργοποιήθηκαν και δύο μήνες της ποινικής υπ΄αρ.υπ.11450/19. Στην τελευταία ο κατηγορούμενος 1 στις 10.4.24 καταδικάστηκε για αδικήματα διαπραχθέντα πριν τη διάπραξη των αδικημάτων της παρούσης ήτοι 2.1.17 και η παρούσα θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη. Ακόμη ότι οι κατηγορούμενοι 2 και 3 είναι υπόδικοι για άλλη υπόθεση την υπ΄.αρ.2960/25 στο Κακουργιοδικείο Λεμεσού και γι’ αυτούς ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας.

 

Χωρίς δε να παραγνωρίζεται η σοβαρότητα των αδικημάτων και το στοιχείο της αποτροπής αλλά αφού έλαβα υπόψη μου όλα τα δεδομένα της υπόθεσης και τις προσωπικές περιστάσεις αυτών σε συνάρτηση με την προαναφερθείσα νομολογία και ιδιαίτερα ότι:

 

·                κατά τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων όσο και σήμερα είναι νεαρά πρόσωπα (τότε 23, 19, 17 και σήμερα 28, 24, 22),

·                είναι λευκού ποινικού μητρώου,

·                την παραδοχή τους στο δικαστήριο και την συνεργασία τους με την αστυνομία αφού βεβαίως ερευνήθηκαν και τα ναρκωτικά βρέθηκαν στην κατοχή τους,

·                των προσωπικών, οικογενειακών και οικονομικών περιστάσεων των κατηγορουμένων, ως εμφαίνονται στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας τεκμήριο Β, Γ, Ε,

·                την ποσότητα των ναρκωτικών (2,07 κοκαϊνη, 2,36 κάνναβη και 30,89 γρ. για κατηγορούμενους 1 και 2, (16,09 γρ.κάνναβη για 3ον) η οποία δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλη και για τους κατηγορούμενους 1 και 2 η ποσότητα που κατείχαν ήταν στο μεταίχμιο της δημιουργίας του τεκμηρίου 30Α που υπερέβαινε το όριο του καθορισθέντος ορίου των 30 γραμμαρίων κάνναβης.

 

·                τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων από τις οποίες φαίνεται ότι για τους κατηγορούμενους 1 και 2 η περίπτωση τους δεν εμπίπτει στις σοβαρές περιπτώσεις της «κατ’ επάγγελμα» εμπορίας ναρκωτικών σε συνδυασμό και με το ότι πρόκειται για χρήστες ναρκωτικών,

 

·                την παρέλευση του μεγάλου χρονικού διαστήματος των 5 ετών από τη διάπραξη των αδικημάτων της παρούσας,

 

κρίνω ότι πρέπει να δοθεί σε αυτούς μια πρώτη αλλά και τελευταία ευκαιρία, ελπίζοντας ότι θα την εκμεταλλευτούν.

 

 

Ως εκ τούτου διατάσσω όπως οι ποινές φυλάκισης, οι οποίες επιβλήθηκαν στους κατηγορούμενους ανασταλούν για περίοδο 3 ετών.

 

 

 (Εξηγείται στους κατηγορούμενους η έννοια της αναστολής των ποινών φυλάκισης).

 

 

Τα τεκμήρια της υπόθεσης ως τα ανέφερε η Κατηγορούσα Αρχή να κατασχεθούν και να καταστραφούν από την αστυνομία.

 

 

                                                                            

 

      (Υπ.) ......................................

                                                                                              Γ. Ιωαννίδου - Παπά, Ε.Δ.

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο