ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. ALEXANDRA BOZIDOU, Αρ. Υπόθεσης: 2113/25, 19/6/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. ALEXANDRA BOZIDOU, Αρ. Υπόθεσης: 2113/25, 19/6/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Γ. Ιωαννίδου-Παπά, Ε.Δ.

 

Αρ. Υπόθεσης: 2113/25

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

ΕΝΑΝΤΙΟΝ

 

   ALEXANDRA BOZIDOU

 

 

-----------------------------------

 

Ημερομηνία: 19 Ιουνίου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Χ. Κυριακίδου

Για την Κατηγορούμενη: κ. Μ.Αρμεύτης

Κατηγορούμενη παρούσα

 

ΠΟΙΝΗ

 

               Η κατηγορούμενη έχει κριθεί ένοχη  κατόπιν δικής της παραδοχής για το αδίκημα της παράνομης εισαγωγής στη Δημοκρατία 11 σπόρων κάνναβης, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας, κατά παράβαση του Άρθρου 7Α του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 όπως τροποποιήθηκε.

 

               Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν εκτεθεί από την Κατηγορούσα Αρχή και δεν έχουν αμφισβητηθεί από τον συνήγορο Υπεράσπισης, ο οποίος αγόρευσε προς μετριασμό της ποινής, υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, η οποία ετοιμάστηκε για την κατηγορούμενη, Τεκμήριο Α, και επίσης ανέφερε ότι η κατηγορούμενη δεν είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Περαιτέρω υποστήριξε ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ιατρικό πιστοποιητικό του ψυχίατρου, το οποίο επισυνάπτεται και στην άσχημη ψυχολογική κατάσταση που βρισκόταν εκείνο το διάστημα, όπου επήλθε ο χωρισμός με τον συμβίο της.

 

               Το αδίκημα το οποίο έχει διαπράξει η κατηγορούμενη είναι σοβαρό. Αυτό διαφαίνεται από την προβλεπόμενη εκ του Νόμου ποινή όπου με βάση το Άρθρο 7Α προβλέπεται διά βίου φυλάκιση. Το παρόν Δικαστήριο έχει την εξουσία να επιβάλει ποινή φυλάκισης μέχρι και 5 χρόνια ή χρηματική ποινή ή και τις δύο αυτές ποινές.

 

            Η σοβαρότητα των αδικημάτων της κατοχής ή της εισαγωγής ναρκωτικών και άλλα αδικήματα με βάση τον Νόμο 29/77 έχει αναφερθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι για τέτοιας φύσεως αδικήματα πρέπει να επιβάλλονται αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές από τα Δικαστήρια, ενόψει της ανησυχητικής έξαρσης τους στην Δημοκρατία. Περαιτέρω η σοβαρότητα των αδικημάτων διαφαίνεται από το γεγονός ότι αυτά αφορούν ναρκωτικά, τα οποία όπως επανειλημμένα έχει τονιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, ενσπείρουν τον πόνο και τη δυστυχία σε μεγάλο αριθμό νέων κυρίως ανθρώπων και των οικογενειών τους.

Επιπλέον πρόκειται για αδικήματα, τα οποία βρίσκονται σε έξαρση και συναφώς καθίσταται επιτακτική η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών. Στην Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 ΑΑΔ 240 λέχθηκαν σχετικά τα εξής:

«Η χρήση ναρκωτικών έχει, όντως, προσλάβει ανησυχητικές διαστάσεις, γεγονός που επιβάλλει, κατά κανόνα, την επιβολή αποτρεπτικών ποινών, όπως και πρόσφατα διαπιστώθηκε στην Παυλίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις 6162 και 6162/15.7.96 

Η χρήση ναρκωτικών έχει ποικιλόμορφα χαρακτηριστεί ως κοινωνική μάστιγα και ως νάρκη στο θεμέλιο της κοινωνίας.  Αποτελούν τα ναρκωτικά κίνδυνο, τόσο για τη φυσική, όσο και για την κοινωνική ευημερία του κοινού.  Η έξαρση, η οποία παρατηρείται στη χρήση ναρκωτικών, καθιστά την αποτροπή κυρίαρχο στοιχείο στον καθορισμό της φύσης της ποινής, γεγονός που καθιστά τη φυλάκιση εμφανή επιλογή».

Το είδος και η ποσότητα των ναρκωτικών και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται, είναι μεταξύ των σοβαρών παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο κατά τον καθορισμό της ποινής.

      Στην υπόθεση Beyki ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 52/07 ημερομηνίας 23.1.2008 λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:  

«Είναι θεμελιωμένο ότι τα ναρκωτικά αποτελούν σοβαρότατο κίνδυνο για τον άνθρωπο, ο οποίος κίνδυνος πρέπει να καταπολεμηθεί. Οι αυστηρές ποινές που επιβάλλονται για αδικήματα σχετιζόμενα με ναρκωτικά είναι το μέσο που έχουν τα δικαστήρια για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Γι' αυτό και οι ποινές που συνήθως επιβάλλονται για τέτοια αδικήματα ενέχουν και το στοιχείο της αποτροπής. Όμως, θεμελιωμένη είναι και η αρχή της διάκρισης της σοβαρότητας των αδικημάτων που αφορούν σε εμπορία ναρκωτικών και εκείνων που αφορούν σε κατοχή και χρήση. Οι έμποροι ναρκωτικών, όπως λέχθηκε στην Afroughi (ανωτέρω), καθιστούν επάγγελμα τους τη διασπορά του θανάτου και ως εκ τούτου είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα για μετριασμό των ποινών που επιβάλλονται σ' αυτούς. Για τους χρήστες ναρκωτικών, όμως, υπάρχει κάποιο περιορισμένο περιθώριο για επίδειξη επιεικείας, το οποίον (περιθώριο) σχετίζεται με την αδυναμία του ανθρώπου και ειδικά των χρηστών ναρκωτικών, ανάλογα βέβαια με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης.»

        Για προσδιορισμό και εξατομίκευση της ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω λοιπόν υπόψη μου τη σοβαρότητα του αδικήματος, ως αυτή διαφαίνεται και από τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διάπραξη του καθώς και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής ενόψει και της ανησυχητικής έξαρσης, η οποία παρατηρείται αλλά και των συνεπειών τέτοιας φύσης αδικημάτων στην κοινωνία. 
           

               Παρά τα πιο πάνω είναι καθήκον του Δικαστηρίου να λαμβάνει υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί από την υπεράσπιση περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα της υπόθεσης, για εξισορρόπηση της ποινής ούτως ώστε αυτή να μη συνιστά απλώς τιμωρία, αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη. Η διαδικασία εκατομίκευσης της ποινής όμως δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Ιωάννου κ.α ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 171 και Αστυνομία ν. Toorac Fashion Ltd (1993) 2 Α.Α.Δ. 17).

       Στην παρούσα περίπτωση λαμβάνω ιδιαίτερα υπόψη μου την άμεση παραδοχή της κατηγορούμενης ενώπιον του Δικαστηρίου και ότι είναι πρόσωπο, το οποίο δεν έχει απασχολήσει τα δικαστήρια προγενέστερα, είναι άτομο λευκού ποινικού μητρώου. Ενώπιον του Δικαστηρίου έχει καταχωριστεί ως Τεκμήριο Α η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, στην οποία αναφέρεται ότι αυτή βρίσκεται στη Δημοκρατία από τριών ετών με την οικογένεια της. Το 2016 δημιούργησε δεσμό, στη συνέχεια απέκτησε δύο παιδιά τα οποία είναι ανήλικα, συγκεκριμένα ηλικίας 1,5 ετών και έξι μηνών. Επίσης επισυνάπτεται ιατρική βεβαίωση του Ψυχιάτρου Α. Καλατζή στην οποία διαγνώστηκε καταθλιπτική διαταραχή, αγχώδης διαταραχή της προσωπικότητας, διαταραχή γενικευμένου άγχους και διαταραχή πανικού. Αυτή βρίσκεται υπό παρακολούθηση από τις 8.4.25 μέχρι σήμερα και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή. Αυτή είναι ηλικίας 28 ετών.

              

               Επίσης λαμβάνω υπόψη μου τις οικονομικές περιστάσεις της κατηγορούμενης, ως εμφαίνονται αναλυτικά στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας.

 

               Έχω επίσης κατά νου τον Νόμο 33(1)/2005 τον Περί Προστασίας Ανήλικων Τέκνων Καταδικασθεισών ή Ύποπτων Μητέρων Νόμο στον οποίο αναφέρθηκε ο κ. Αρμεύτης, που όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν εφαρμόζεται αφού η κατηγορούμενη αντιμετωπίζει αδικήματα με βάση τον Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο 29/77 ως τροποποιήθηκε.

 

               Συνεπώς υπό το σύνολο των ανωτέρω συνθηκών, θεωρώ ότι στην παρούσα ενδείκνυται η επιβολή ποινής φυλάκισης στην κατηγορούμενη και καταληκτικά επιδεικνύοντας κάθε δυνατή επιείκεια επιβάλλω σε αυτήν φυλάκιση 11 μηνών.

 

 

Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω το ενδεχόμενο αναστολής εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί στην κατηγορούμενη.

 

Το άρθρο 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 186(Ι)/03, προβλέπει ότι το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορουμένου. Η ποινή φυλάκισης με αναστολή δεν επιβάλλεται από Δικαστήριο ως μέτρο επιείκειας ή ως εναλλακτικό μέτρο τιμωρίας του παραβάτη και η επιλογή της ποινής φυλάκισης δεν πρέπει να συσχετίζεται με τη δυνατότητα αναστολής της. Το Δικαστήριο αποφασίζει το ύψος της ποινής και μετά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις που να δικαιολογούν την αναστολή της (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Περατικού (1997) 2 Α.Α.Δ. 373, Λιασίδης ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 94). Μεταξύ των παραγόντων που επιμετρούν ως προς το επιθυμητό ή όχι της αναστολής της ποινής φυλάκισης είναι η σοβαρότητα των περιστατικών και το κίνητρο για τη διάπραξη του αδικήματος, το μητρώο του Κατηγορουμένου ως δείκτης για την ανάγκη αποτροπής και η διαγωγή του Κατηγορουμένου μετά τη διάπραξη του αδικήματος και ιδιαίτερα η παρουσία ή απουσία στοιχείων μεταμέλειας.

Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση ημερ. 17.10.2016 στην Ποινική Έφεση 11/2016, Παρασκευά Παπαντελή ν. Δημοκρατίας, το οποίο αποτυπώνει την πλέον πρόσφατη προσέγγιση του Εφετείου για τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των δικαστηρίων περί αναστολής ή μη της ποινής

«Ο περί της Υφ' Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμος του 1972, Ν.95/72, θεσπίστηκε έτσι ώστε να προσφέρεται η δυνατότητα διεύρυνσης του περιθωρίου επιείκειας προς ένα πρόσωπο, με απόφαση για αναστολή της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης.  Ο εν λόγω Νόμος τροποποιήθηκε με το Ν. 41(1)/97, ο οποίος περιόρισε, σε μεγάλο βαθμό, τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης μιας ποινής φυλάκισης, καθιστώντας τις προϋποθέσεις ανελαστικές. Συναρτάτο δηλαδή με την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, είτε στο πρόσωπο ενός κατηγορουμένου, είτε στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος».

 

Με την περαιτέρω τροποποίηση που επήλθε με το Ν.186(Ι)/2003, η εν λόγω διακριτική ευχέρεια διευρύνθηκε και το Δικαστήριο εξετάζει το ενδεχόμενο αναστολής, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης και τις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου.

 

Το θέμα έκτοτε απασχόλησε σε έκταση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αναφορά μπορεί να γίνει μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 583, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 22, και Κύπρος Κυπριανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση αρ. 28/2014, ημερ. 24.2.14.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή και έχω λάβει υπόψη μου τόσο τα γεγονότα της υπόθεσης όσο και τις προσωπικές περιστάσεις της κατηγορούμενης καθώς και κάθε άλλο σχετικό παράγοντα.

 

Με πολύ προβληματισμό λαμβάνω ιδιαίτερα υπόψη μου ότι η κατηγορούμενη είναι ηλικίας 28 ετών, χωρίς κανένα προηγούμενο, μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, τα οποία συντηρεί η ίδια, αλλά και όλα όσα αναφέρονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει και ότι το συγκεκριμένο ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό θεωρώ ότι δύναμαι να ασκήσω τις εξουσίες που ο Νόμος μου παρέχει και να αναστείλω την εκτέλεση της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης. Υπό τις περιστάσεις που ανωτέρω ανέφερα καταλήγω ότι δύναμαι να δώσω στην κατηγορούμενη μία δεύτερη ευκαιρία.

        Συνεπώς η εκτέλεση της πιο πάνω αναφερθείσας ποινής φυλάκισης αναστέλλεται για περίοδο 3 ετών από σήμερα.

 

 

(Επεξηγείται στην κατηγορούμενη η έννοια της αναστολής της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης).

 

Τα τεκμήρια να κατασχεθούν και να καταστραφούν.

 

 

                          

 

( Υπ. )..........................................

                                                                                          Γ. Ιωαννίδου ‑ Παπά, Ε.Δ

 



 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο