
ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.
Μ. Γ. Λοϊζου, Α.Ε.Δ.
Ε. Χατζήπαπα – Αβραάμ, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 2282/25
Mεταξύ:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
v.
Α.Π.
-----------------------------------------------------------------------------------------
Hμερ.: 17/06/2025.
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Μ. Πασιαρδή.
Για τον Κατηγορούμενο : κα. Ο. Οικονόμου.
Κατηγορούμενος: παρών
H διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών
Π Ο Ι Ν Η
Ο κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος, κατόπιν δικής του παραδοχής, σε δέκα (10) συνολικά κατηγορίες, οι οποίες αφορούν σεξουαλικής φύσεως αδικήματα και συγκεκριμένα, κατηγορίες Σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση των Άρθρων 6(4)(α), (7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμος του 2014, Ν. 91(1)/2014.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των πιο πάνω κατηγοριών, ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι σε άγνωστη ημερομηνία μεταξύ 30/07/2023 και 08/08/2023, στην Λεμεσό της Επαρχίας Λεμεσού, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με παιδί, ήτοι την Γ.Α., γεννηθείσα την 22α Απριλίου του 2017, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής που είχε πάνω σε αυτήν, δηλαδή σε δύο (2) περιπτώσεις έβαλε την ανήλικη να του αγγίξει το γεννητικό του όργανο (κατηγορίες αρ. 1 και 2) και σε άλλες δύο (2) περιπτώσεις έδειξε στην ανήλικη το γεννητικό του όργανο (κατηγορίες αρ. 3 και 4).
Πέραν των πιο πάνω, παραδέχθηκε ότι σε άγνωστη ημερομηνία μεταξύ 25/08/2024 και 10/09/2024, σε δύο (2) περιπτώσεις έβαλε την ανήλικη να του αγγίξει το γεννητικό του όργανο (κατηγορίες 5 και 6), σε άλλες δύο (2) περιπτώσεις έτριψε με το δάχτυλο του το γεννητικό όργανο της ανήλικης (κατηγορίες αρ. 7 και 8) ενώ σε ακόμη δύο (2) άλλες περιπτώσεις έγλειψε το γεννητικό όργανο της ανήλικης (κατηγορίες αρ. 9 και 10).
Τα γεγονότα τα οποία περιβάλλουν τις συνθήκες διάπραξης όλων των πιο πάνω αδικημάτων, έχουν εκτεθεί ενώπιον μας από την Κατηγορούσα Αρχή, δεν έτυχαν αμφισβήτησης από την Υπεράσπιση, περιλαμβάνονται σε γραπτό κείμενο που κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και λαμβάνονται υπόψη στην ολότητα τους.
Όπως προκύπτει από αυτά, ο κατηγορούμενος, ηλικίας 76 ετών, διαμένει στην Αθήνα μαζί με τη σύζυγο του, είναι πατριός του πατέρα της ανήλικης Γ.Α., η οποία γεννήθηκε στις 22/04/2017 και διαμένει στη Λεμεσό με τους γονείς της, Ελληνικής καταγωγής. Η ανήλικη αποκαλούσε τον κατηγορούμενο παππού και μαζί με τους γονείς της, επισκέπτονταν συχνά τη γιαγιά και τον παππού στην Αθήνα και εκείνοι έρχονταν τα καλοκαίρια και έμεναν μαζί τους στη Λεμεσό.
Περί τις αρχές Ιανουαρίου του 2025, η ανήλικη μαζί με τους γονείς της βρίσκονταν σε οικογενειακό ταξίδι και ενώ βρίσκονταν σε φιλικό τους σπίτι, ο πατέρας της, την είδε να παίζει με ένα συνομήλικο της αγόρι, έχοντας και οι δύο μισοκατεβασμένα τα ρούχα τους. Ο πατέρας της ανήλικης ξαφνιασμένος την ρώτησε τί συνέβαινε και η ανήλικη του είχε πει ότι έπαιζαν. Αφού ο πατέρας είπε στην ανήλικη να φύγουν, αυτή έβαλε τα κλάματα λέγοντας του ότι δεν είχε κάνει κάτι κακό και ότι ήθελε να μιλήσει με την μητέρα της. Ακολούθως, μητέρα και ανήλικη έμειναν μόνες τους και τότε η ανήλικη της είπε ότι μαζί με τον φίλο της έπαιζαν ένα παιχνίδι που της είχε μάθει ο παππούς της. Η ανήλικη ήταν πολύ φορτισμένη και η μητέρα της προτίμησε να μην το συζητήσει περαιτέρω εκείνη τη στιγμή.
Δυο μέρες αργότερα, η μητέρα της ανήλικης της ζήτησε να της δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για το παιχνίδι που της είχε μάθει ο παππούς και η ανήλικη της είπε ότι ο παππούς της έλεγε πολλές ιστορίες για το πώς ένας άντρας και μια γυναίκα κάνουν έρωτα, ιστορίες από όταν ήταν νεαρός που είχε μια καλύβα στην Χαλκίδα και ότι εκεί πήγαινε με κορίτσια και έκανε έρωτα. Η ανήλικη είπε στη μητέρα της ότι με το παππού έλεγαν μυστικά και ότι συχνά μιλούσαν ψιθυριστά για να μην τους ακούσει η γιαγιά της.
Η μητέρα της ανήλικης ενημέρωσε το σύζυγο της για όσα είχε μάθει και αποφάσισαν αφού επιστρέψουν στη Κύπρο να της μιλήσουν ξανά μαζί. Σε μετέπειτα συζήτηση μεταξύ και των τριών, η ανήλικη τους αποκάλυψε ότι ο πάππους ακουμπούσε το πουλάκι της όπως το αποκάλεσε και της το έτριβε και ότι εκείνη ακουμπούσε το δικό του γεννητικό όργανο. Όταν εκείνη του έλεγε να σταματήσει εκείνος της έλεγε ‘ σε παρακαλώ ακόμα λίγο’. Η ανήλικη ήταν ανήσυχη και τους ρωτούσε εάν θα μιλούσαν στο παππού για όσα τους είπε, αφού ένοιωθε ότι τον πρόδωνε και αυτό που ζητούσε από τους γονείς της ήταν απλά να του πουν να μην το ξανακάνει γιατί δεν της άρεσε.
Ο πατέρας της ανήλικης ακούγοντας τα όσα του είχε πει η κόρη του, τηλεφώνησε έξαλλος στον πατριό του και ακολούθως ενημέρωσε και τη μητέρα του. Έκτοτε δεν ξαναμίλησε μαζί του.
Οι γονείς της ανήλικης αποφάσισαν να προχωρήσουν σε καταγγελία στην Αστυνομία και έτσι στις 16/01/2025 επικοινώνησε τηλεφωνικά με τα γραφεία του Κλάδου Διερεύνησης Αδικημάτων Σεξουαλικής Κακοποίησης Ανηλίκων. Την ίδια ημέρα, δηλαδή την 16/01/2025 λήφθηκε οπτικογραφημένη κατάθεση από την ανήλικη στο ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο στο Σπίτι του Παιδιού στη Λευκωσία μετά από γραπτή συγκατάθεση που δόθηκε από τη μητέρα της.
Από την οπτικογραφημένη κατάθεση της ανήλικης προέκυψε ότι ενώ αυτή ήταν 5 περίπου ετών και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 2023 ο κατηγορούμενος, ο οποίος βρισκόταν στην Κύπρο για διακοπές και διέμενε μαζί με τη σύζυγο του στην οικία της ανήλικης στη Λεμεσό, ενώ βρίσκονταν στο δωμάτιο της κατέβασε το παντελόνι και το εσώρουχο του και της έδειξε το γεννητικό του όργανο ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος χοροπηδούσε και της έλεγε ότι το γεννητικό όργανο του ήταν το λαγουδάκι. Σε άλλη περίπτωση και πάλι κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ενόσω δηλαδή ο κατηγορούμενος βρισκόταν στη Κύπρο για διακοπές, ενώ βρίσκονταν στο κρεβάτι μαζί με την ανήλικη για να την κοιμίσει, κατέβασε το παντελόνι και το εσώρουχο του και της έδειχνε, κρατώντας το με το χέρι του, το γεννητικό του όργανο. Επίσης, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ο κατηγορούμενος σε δυο περιπτώσεις, κατέβασε το εσώρουχο του και έβαλε την ανήλικη να του αγγίξει το γεννητικό του όργανο.
Το καλοκαίρι του 2024 όταν ο κατηγορούμενος βρισκόταν στην Κύπρο ξανά για διακοπές και διέμενε στην οικία την ανήλικης στη Λεμεσό, ενώ ξάπλωναν μαζί στο κρεβάτι, της έλεγε ερωτικές ιστορίες και σε δυο τουλάχιστον περιπτώσεις έβαλε την ανήλικη να του αγγίξει το γεννητικό του όργανο. Η ανήλικη ένοιωθε άβολα και του έλεγε ψέματα ότι ήθελε να πάει τουαλέτα για να απομακρυνθεί από κοντά του, ενώ ακολούθως έπλενε τα χέρια της γιατί τα ένοιωθε βρώμικα.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, δηλαδή κατά το καλοκαίρι του 2024, ο κατηγορούμενος ζήτησε από την ανήλικη να πάνε μαζί στο μπάνιο ενώ η σύζυγος του, γιαγιά της ανήλικης, βρισκόταν σε άλλο χώρο του σπιτιού και φρόντιζε τον μικρότερο αδερφό της και αφού η ανήλικη τον ακολούθησε, αυτός κατέβασε το εσώρουχο του και ζήτησε από την ανήλικη να κάνει το ίδιο, πράγμα το οποίο η ανήλικη έκανε. Ακολούθως, την έτριψε με το δάκτυλο του στο γεννητικό της όργανο και αφού σταμάτησε να την τρίβει, μύρισε και έγλειψε το δάκτυλο του. Τα περιστατικά αυτά έγιναν σε δυο περιπτώσεις κατά την ως άνω χρονική περίοδο και προκαλούσαν στην ανήλικη ενόχληση και του έλεγε να σταματήσει αλλά αυτός συνέχιζε, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ο κατηγορούμενος έβαζε σάλιο στο δάκτυλο του και ακολούθως συνέχιζε να την τρίβει στο γεννητικό της όργανο. Ο κατηγορούμενος ρωτούσε την ανήλικη εάν της άρεσε και εκείνη ντρεπόταν να του πει ότι δεν ήθελε. Περαιτέρω, ο κατηγορούμενος σε άλλες δυο περιπτώσεις ενώ βρίσκονταν μαζί με την ανήλικη στο κρεβάτι της για να την κοιμίσει, της έγλειψε το γεννητικό της όργανο, ενώ η ίδια του ζητούσε να σταματήσει αφού δεν της άρεσε αυτό που της έκανε, αλλά εκείνος συνέχιζε.
Η ανήλικη κατά την εξιστόρηση των γεγονότων στην Αστυνομία ανησυχούσε ότι ο κατηγορούμενος θα ένοιωθε ότι τον είχε προδώσει αφού της είχε πει ότι τα όσα γίνονταν μεταξύ τους ήταν το μικρό τους μυστικό και την έβαλε να υποσχεθεί ότι δεν θα το έλεγε σε κανένα. Η ανήλικη στην κατάθεση της ανέφερε ότι δεν ήθελε να στεναχωρήσει το παππού αποκαλύπτοντας τα όσα συνέβαιναν και ότι τον αγαπά.
Όπως προέκυψε από τις εξετάσεις της Αστυνομίας, το καλοκαίρι του 2023 ο κατηγορούμενος βρισκόταν στη Κύπρο μεταξύ 30.7.23 και 8.8.23, ενώ το καλοκαίρι του 2024 βρισκόταν στη Κύπρο μεταξύ 25.8.24 και 10.9.24.
Στις 17/01/2025, εκδόθηκε εναντίον του κατηγορούμενου Εθνικό Ένταλμα σύλληψης και την 24/01/2025 εκδόθηκε εναντίον του Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης, το οποίο προωθήθηκε στις αρμόδιες αρχές. Ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε στις 27/01/2025 και μεταφέρθηκε στην Κύπρο, όπου στο αεροδρόμιο Λάρνακας στις 19/02/2025 συνελήφθηκε και αφού του επεστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο αυτός απάντησε «Αυτά που άκουσα με σοκάρουν, τα θεωρώ εξωπραγματικά. Είμαι έτοιμος να δικαστώ».
Ακολούθως, την ίδια μέρα ο κατηγορούμενος ανακρίθηκε προφορικά και αφού του επιστήθηκε η προσοχή του στο νόμο αυτός, μεταξύ άλλων, ισχυρίστηκε ότι όλα ξεκίνησαν πριν από περίπου ενάμιση χρόνο όταν η ανήλικη του έκανε διάφορες ερωτήσεις που αφορούσαν ερωτικές και σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ αγοριών και κοριτσιών και ο ίδιος της έδιδε απαντήσεις αναφέροντας ότι εκ των υστέρων έκρινε ότι ήταν λάθος να της απαντά. Προέβηκε σε διάφορους ισχυρισμούς σε σχέση με την ανήλικη προσπαθώντας να δείξει ότι όσα συνέβαιναν ήταν κατόπιν δικής της προτροπής. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι επειδή μια φορά τον ρώτησε αν του αρέσει η νονά της και ο ίδιος της απάντησε καταφατικά, έκτοτε η ανήλικη τον «εκβίαζε» ότι θα το πει στη γιαγιά της. Ο κατηγορούμενος ερωτηθείς εάν άγγιξε το γεννητικό όργανο της ανήλικης αυτός ανέφερε ότι το έκανε το καλοκαίρι του 2024 στο σπίτι της ανήλικης στην Κύπρο, διότι η ίδια του το ζητούσε. Ο ίδιος αρνήθηκε οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικής κακοποίησης της ανήλικης και ανέφερε ότι είναι ο ίδιος το θύμα σε αυτήν την υπόθεση.
Την 21/02/2025 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο, ο οποίος αφού πληροφορήθηκε για τα αδικήματα που διερευνώνται εναντίον του και του επιστήθηκε η προσοχή του στο νόμο ανέφερε ότι παρασυρόμενος από την έντονη επιθυμία της ανήλικης να μαθαίνει λεπτομέρειες για τη σεξουαλική επαφή ενός άντρα με μια γυναίκα, προέβη σε σεξουαλικές πράξεις μαζί της για τις οποίες μετανιώνει. Παραδέχθηκε ότι την έγλειψε στο γεννητικό της όργανο και ισχυρίστηκε ότι όταν το έκανε δεν είχε την αίσθηση ότι την κακοποιούσε ή ότι το έκανε παρά τη θέληση της. Παραδέχθηκε, επίσης, ότι σε κάποιες περιπτώσεις της έτριψε με το δάκτυλο του το γεννητικό της όργανο. Ισχυρίστηκε ότι η ανήλικη είχε ονομάσει το γεννητικό του όργανο λαγουδάκι και ότι πολλές φορές του ζητούσε να το δει αλλά εκείνος αρνιόταν. Θέση του κατηγορούμενου στη κατάθεση του ήταν ότι όσα συνέβαιναν δεν ήταν παρά την θέληση της ανήλικης εγγονής του και ότι τα μυστικά μεταξύ τους ήταν συναινετικά.
Οι ισχυρισμοί του κατηγορούμενου για το ότι τον εκβίαζε και/ή τον προέτρεπε και/ή εκβίαζε η ανήλικη δεν διεφάνη ότι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Η ανήλικη είχε παραπεμφθεί για ψυχολογική αξιολόγηση από Ειδική Κλινική Ψυχολόγο στο Σπίτι του Παιδιού και από τα αποτελέσματα αυτής διαφάνηκε ότι παρουσίαζε κλινική εικόνα διαταραχής μετατραυματικού στρες, με έντονα στοιχεία συναισθηματικής επιβάρυνσης.
Παρατηρήθηκε ότι η ανήλικη βίωνε έντονη εσωτερική σύγκρουση και αμφιθυμία, σχετιζόμενα με το αίσθημα ενοχής και προδοσίας του παππού, εκφράζοντας την ανησυχία ότι ο πάππους θα πληροφορηθεί για τα όσα είχαν ειπωθεί κατά την συνάντηση με την ψυχολόγο και θα στεναχωρηθεί. Η ανήλικη περιέγραψε ότι όταν δήλωνε στον παππού ότι δεν επιθυμούσε να αγγίζει το σώμα του, μετά από πίεση αποδεχόταν, αναφέροντας ότι τον λυπόταν και δεν ήθελε να τον πληγώνει. Παρατηρήθηκε ότι παρόλο που περιέγραψε συναισθήματα δυσαρέσκειας και αμηχανίας κατά τη διάρκεια των καταγγελλόμενων περιστατικών, δεν είχε αντιληφθεί το αξιόποινο χαρακτήρα των πράξεων αυτών. Το παιδί αναφέρθηκε σε παρότρυνση του παππού για τήρηση μυστικότητας των καταγγελλόμενων περιστατικών, καθώς η αποκάλυψη τους θα είχε αρνητικές επιπτώσεις για τον ίδιο, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη αισθημάτων συνενοχής και ευθύνης. Παρατηρήθηκε ότι το παιδί αισθανόταν υπεύθυνο για τις συνέπειες της αποκάλυψης τόσο στο παππού, όσο και για τη διατάραξη των οικογενειακών ισορροπιών και της ψυχικής επιβάρυνσης των μελών. Συγκεκριμένα εξέφρασε λύπη και ενοχή που εξαιτίας της αποκάλυψης πληγώθηκε ο πατέρας της και η γιαγιά της έμεινε μόνη της. Η ψυχική της κατάσταση κατά την περίοδο της αξιολόγησης ήταν αρκετά επιβαρυμένη, παρουσιάζοντας αρνητική συγκινησιακή κατάσταση που περιλάμβανε έντονη ανησυχία, ενοχή και θλίψη, ακούσιες επαναλαμβανόμενες διεισδυτικές σκέψεις των περιστατικών, εφιάλτες και εξέφραζε την επιθυμία να ξεχάσει και να ξεπεράσει ‘αυτά που έπαθε’. Έγινε εισήγηση για ψυχολογική υποστήριξη και θεραπεία στο παιδί, καθώς και ψυχολογική υποστήριξη των γονέων της.
Πέραν των πιο πάνω, έχει αναφερθεί από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής ότι ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου και έγινε εισήγηση όπως παράλληλα με οποιαδήποτε ποινή του επιβληθεί, εκδοθεί διάταγμα εποπτείας του από την Αρχή Εποπτείας που έχει εγκαθιδρυθεί και λειτουργεί βάσει τον Νόμου 91(Ι)/14 για περίοδο τουλάχιστον 4 ετών.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του κατηγορουμένου, για σκοπούς μετριασμού της ποινής, εξέφρασε την απολογία και μεταμέλεια του κατηγορούμενου και υιοθέτησε την Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, σε σχέση με τις προσωπικές του συνθήκες. Αναφέρθηκε, επίσης, στην ηλικία του κατηγορούμενου, ο οποίος είναι 76 ετών και ζήτησε όπως αυτή ληφθεί υπόψη καθώς και στην ακαδημαϊκή του μόρφωση και επαγγελματική του σταδιοδρομία.
Κάλεσε, περαιτέρω, το Δικαστήριο όπως λάβει υπόψη του την συνεργασία του με τις Αστυνομικές Αρχές, το λευκό του ποινικό μητρώο, την άμεση παραδοχή του και το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος αισθάνεται ντροπή και τύψεις αναφορικά με την διάπραξη των υπό κρίση αδικημάτων.
Πέραν τούτου, ζήτησε όπως ληφθεί υπόψη η εξωδικαστηριακή τιμωρία του κατηγορούμενου. Ανάφερε ότι η καταδίκη του σε αυτής της φύσης υπόθεσης θα επιφέρει ένα ισόβιο στίγμα, αφού οι ενέργειες του αφορούν τη θετή εγγονή του (μη βιολογική) και συνεπώς μέχρι κάποιο βαθμό καταστρέφεται η οικογενειακή του ζωή και προκαλείται κοινωνική απομόνωση. Ήδη η σύζυγος του απομακρύνθηκε από αυτόν και δεν μετέβη στην Κύπρο για να τον επισκεφθεί μέχρι σήμερα, ο θετός γιος του και η σύζυγος του γιου του, τον έχουν απομακρύνει από την οικογένεια και τον αποδιοπόμπευσαν, τον εξουδετέρωσαν και τον εξευτέλισαν φραστικώς. Έκτοτε δεν έχει επαφή με κανένα μέλος της οικογένειας και έχει εκτοπιστεί, με αποτέλεσμα να αισθάνεται απολύτως παροπλισμένος και ασπόνδυλος.
Τέλος, η ευπαίδευτη συνήγορος του κατηγορουμένου, αναφέρθηκε στην αρχή της συνολικότητας των ποινών και εισηγήθηκε ότι στην παρούσα, οι ποινές θα πρέπει να είναι συντρέχουσες. Τόνισε, την μεταμέλεια του κατηγορούμενου και ότι πρόκειται για ένα άνθρωπο ο οποίος έχει μετανοήσει πραγματικά.
Αναμφίβολα τα αδικήματα τα οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει είναι ιδιαίτερα σοβαρά και αυτό αντικατοπτρίζεται από τις προβλεπόμενες στο Νόμο ποινές. Για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, όταν γίνεται κατά κατάχρηση θέσης εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής επάνω στο παιδί, το άρθρο 6(4)(α) του Ν.91(Ι)/2014 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι και δια βίου. Η ίδια ποινή προβλέπεται και στην περίπτωση που το θύμα είναι παιδί το οποίο, κατά την διάπραξη του αδικήματος, ήταν ηλικίας κάτω των δεκατριών (13) ετών.
Οι προβλεπόμενες στο Νόμο ποινές συνιστούν ένα από τους παράγοντες που συνθέτουν τη σοβαρότητα του αδικήματος και ο οποίος λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής και συνεκτιμάται με τα γεγονότα της υπόθεσης, τόσο για την επιλογή του είδους της ποινής όσο και για τον καθορισμό της έκτασης της (βλ. Δημοκρατία v. Kυριάκουκ.α.(1990) 2Α.Α.Δ.264, Souilmi v. Aστυνομίας (1992) 2Α.Α.Δ.248, Λεβέντης v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632). Η σοβαρότητα ενός ποινικού αδικήματος, διαγράφεται από το μέγιστο της προβλεπόμενης στο Νόμο ποινής. Η πρόβλεψη από τον Νομοθέτη για ποινικό αδίκημα, ιδιαιτέρως ποινής φυλάκισης, αλλά και το μέγεθος της, δίδουν και το στίγμα του μεγέθους της απαρέσκειας ή και αποστροφής της κοινωνίας για πράξεις ή παραλείψεις, των οποίων, μέσω αυτής, επιδιώκεται η αποτροπή. Όσο μεγαλύτερη είναι η προβλεπόμενη στο Νόμο ποινή, τόσο σοβαρότερο πρέπει να θεωρείται και το ποινικό αδίκημα. Το Δικαστήριο εφαρμόζει το Νόμο, πρέπει να τον εφαρμόζει αποτελεσματικά ώστε οι σκοποί του να επιτυγχάνονται και για αυτό ακριβώς τον λόγο, η σοβαρότητα ενός ποινικού αδικήματος, ως οροθετείται από τον Νομοθέτη και η ανάγκη για αποτροπή, πρέπει να αντανακλώνται και στην ποινή (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Γεωργίου (2001) 2 Α.Α.Δ. 272).
Τα αδικήματα στα οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, απορρέουν από τον Νόμο 91(I)/2014. Οι σκοποί του και η φιλοσοφία της ποινικοποίησης πράξεων και συμπεριφορών, που, με βάση τις πρόνοιες του, αποτελούν σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, σε σχέση και με το ζήτημα της διαμόρφωσης των ποινών από το Δικαστήριο για τα σχετικά ποινικά αδικήματα, εξετάστηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Αστυνομία ν Πατούρη, Ποινική Έφεση Αρ. 51/2020, 03/12/2020, από την απόφαση του οποίου, για σκοπούς επεξήγησης, παραθέτουμε την ακόλουθη περικοπή:
«Ο Νόμος 91(Ι)/2014 θεσπίστηκε με σκοπό την καλύτερη εφαρμογή του νομικού γίγνεσθαι αναφορικά με την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, η οποία καθιερώθηκε με πράξεις Διεθνών Οργανισμών. Προπαντός, όμως, έγινε προς εναρμόνιση της ημεδαπής νομοθεσίας με πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο συγκεκριμένο τομέα του δικαίου. Από αυτές, ξεχωρίζει, ιδιαίτερα, η Οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου, 2011, (η «Οδηγία»), την οποία ο εν λόγω Νόμος έχει, εν πολλοίς, ως πρότυπο. Στο Προοίμιό της, εκτιμάται, διά της αιτιολογικής σκέψεως 1, ότι:-
“Η σεξουαλική κακοποίηση και η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής πορνογραφίας, συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, ειδικότερα των δικαιωμάτων των παιδιών στην προστασία και τη φροντίδα που είναι αναγκαίες για την ευημερία τους, όπως προβλέπονται στη σύμβαση του 1989 των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.”
Ακολούθως, στην αιτιολογική σκέψη 2, εκτιμάται, σύμφωνα με ό,τι διαλαμβάνει το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, πως:-
“Μια ανοικτή και ασφαλής Ευρώπη που εξυπηρετεί και προστατεύει τους πολίτες παρέχει σαφή προτεραιότητα στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας.”
Εμφανώς, η προστασία του παιδιού αναγνωρίζεται από το διεθνές και ημεδαπό δίκαιο ως κοινωνική ανάγκη, πηγάζουσα εκ της εγγενούς φύσεώς του. Στο προοίμιο της Σύμβασης περί των Δικαιωμάτων του Παιδιού, κυρωθείσας με τον ομώνυμο Νόμο του 1990, (Ν. 243/1990), αναφέρεται, συναφώς ότι: “..., όπως υποδεικνύεται στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Παιδιού, 'το παιδί, λόγω της σωματικής και διανοητικής του ανωριμότητας, χρειάζεται ειδική προστασία και φροντίδα, συμπεριλαμβανομένης και της κατάλληλης νομικής προστασίας, τόσο πριν όσο και μετά τη γέννησή του'”. Στο επίπεδο, ειδικά, της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, εκτιμάται, στην αιτιολογική σκέψη 12 της Οδηγίας, πως:-
“Για τις σοβαρές μορφές σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών θα πρέπει να επιβάλλονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινές.”
Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έχοντας ως πρότυπο τις πιο πάνω αρχές, διαμόρφωσε, ανάλογα, τις ποινές οι οποίες επιβάλλονται για αδικήματα που εμπίπτουν στον υπό αναφορά τομέα του δικαίου.».
Στην Σ. Λ. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 155/2019, ECLI:CY:AD:2021:B57, Ημερομηνίας 25/02/2021, αναφέρθηκε και το πιο κάτω χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Η γενετήσια ελευθερία είναι έκφανση της προσωπικής ελευθερίας. Κάθε ενήλικο πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να τελεί γενετήσιες πράξεις με πρόσωπα που συνειδητά επιλέγει. Οι ανήλικοι βρίσκονται σε μια κρίσιμη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους. Έχουν μειωμένη δυνατότητα αντίληψης των δικαιωμάτων τους και των συνεπειών των πράξεων τους. Κατ΄ επέκταση δεν έχουν την ωριμότητα να επιλέγουν τους ερωτικούς τους συντρόφους ή τα πρόσωπα με τα οποία θα αναπτύξουν σεξουαλικές δραστηριότητες. Ο πιο πάνω Νόμος έχει στο επίκεντρο του την προστασία των παιδιών. Όσοι διαπράττουν αξιόποινες πράξεις εις βάρος των παιδιών, βρίσκονται αντιμέτωποι με αυστηρές ποινές.»
Όπως, περαιτέρω, έχει νομολογηθεί, σεξουαλικής φύσεως αδικήματα τιμωρούνται από τα Δικαστήριο με αποτρεπτικές ποινές, τόσο επειδή στρέφονται και προσβάλλουν τα ήθη γενικά, όσο και επειδή προσβάλλουν και συνθλίβουν την προσωπικότητα των θυμάτων (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου (2008) 2 Α.Α.Δ. 562). Όπως έχει λεχθεί στην Λευκαρίτης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 135/14 (σχ. με 138/14), ημερ. 22.11.2016 «Ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, η ποινή μπορεί να είναι ιδιαίτερα αυστηρή. Όταν στρέφονται κατά νεαρών προσώπων, τα οποία δεν έχουν ακόμη ολοκληρωμένη και ορθή αντίληψη για τη σεξουαλική πτυχή της ζωής ούτε σταθερές δυνάμεις αντίστασης, τα αδικήματα αυτά καθίστανται ιδιαίτερα σοβαρά. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, παρόλον που ένα νεαρό θύμα μπορεί, φαινομενικά, να είχε συναινέσει, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να του προκαλέσει βλάβη, γι' αυτό ακριβώς ο νομοθέτης προνόησε για το συγκεκριμένο αδίκημα (R. v. Perry [2010] 2 Cr. App. R (S) 98).»
Πέραν των πιο πάνω, αντλούμε δικαστική γνώση για την συχνότητα με την οποία διαπράττονται σεξουαλικής φύσεως αδικήματα από τις πολλές υποθέσεις που άγονται καθημερινά ενώπιον του Δικαστηρίου. Άλλωστε και η νομολογία έχει αναγνωρίσει ήδη την κατάσταση αυτή τονίζοντας την ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών (βλ. Δημοκρατία ν Χατζηαθανασίου, Ποινική Έφεση Αρ. 20/2021, Ημερομηνίας 19/10/2021. Στην Κ. Α. Μ. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 127/2021, Ημερομηνίας 04/11/2022, ECLI:CY:AD:2022:B419, λέχθηκε ότι «…η επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών αποτελεί καθήκον του Δικαστηρίου, ιδιαίτερα όταν τα θύματα είναι παιδιά ή ανήλικα πρόσωπα, την ανωριμότητα, την ευαισθησία ή και την αδυναμία των οποίων εκμεταλλεύονται οι δράστες για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους ορέξεις».
Όπως τονίστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση S. J. L. ν Δημοκρατίας, κ. α., Ποινική Έφεση Αρ. 129/2021, κ. α., Ημερομηνίας 27/10/2022:
«… Αναμφίβολα στις περιπτώσεις όπου συγκεκριμένα αδικήματα παρουσιάζουν έξαρση δικαιολογείται η επιβολή ακόμη πιο αυστηρών ποινών για σκοπούς αποτροπής (Abumazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551 και Selmani κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 235/2013 και 236/2013, ημερ. 5/10/2016).
Μόλις σήμερα μας δόθηκε η ευκαιρία σε άλλη υπόθεση παρόμοιας φύσης (Robert Cionel Clarson ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 38/2022, ημερ. 27/10/2022), ECLI:CY:AD:2022:B411 να τονίσουμε τα ακόλουθα σε σχέση με την απαράδεκτη συχνότητα με την οποία διαπράττονται τέτοια εγκλήματα:
“Οι υποθέσεις αυτής της φύσεως και γενικά οι υποθέσεις σεξουαλικών αδικημάτων και μάλιστα με θύματα παιδιά δεν βρίσκονται μόνο σε έξαρση, δεν αποτελούν απλώς αδικήματα που δεσπόζουν στο εγκληματικό στερέωμα της Κύπρου, αλλά έχουν πλέον εξελιχθεί σε πρωτοφανή μάστιγα.
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί υποχρέωση στα δικαστήρια για επιβολή ιδιαίτερα αποτρεπτικών και συνεπώς αυστηρών ποινών, με αποτέλεσμα οι προσωπικές περιστάσεις να είναι δευτερεύουσας και η εξατομίκευση της ποινής, όσο επιβεβλημένη κι αν είναι, να μην έχει αποφασιστικό ρόλο.
Ό,τι έχει σημαίνουσα σημασία είναι η προστασία των παιδιών και των θεμελιακών τους δικαιωμάτων από εγκλήματα αυτής της φύσης, τα οποία συνθλίβουν τον ψυχικό τους κόσμο και εξευτελίζουν την προσωπικότητα τους.
[.]
Καθοριστική είναι η έντονη ανάγκη αποτροπής και ο τονισμός της αυστηρότητας που απαιτείται σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το έγκλημα αυτής της φύσης. Έγκλημα εναντίον του παιδιού, της κοινωνίας και του πολιτισμού.”».
Όπως, λοιπόν, προκύπτει από όλα τα ανωτέρω και την νομολογία, σεξουαλικής φύσης αδικήματα τα οποία στρέφονται εναντίον παιδιών αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερα αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές (βλ. επίσης Δ.Β.Γ.Κ. v Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 3/2022, Ημερ. 29/02/2024 και ARR v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 20/2022, Ημερ. 30/04/2024).
Ένεκα της ανάγκης για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών οι προσωπικές περιστάσεις σε τέτοιας φύσης αδικήματα, αν και λαμβάνονται υπόψη και έχουν τον ρόλο τους στην επιμέτρηση της ποινής, εντούτοις είναι ήσσονος σημασίας. Εκείνο το οποίο προέχει είναι η αυστηρή τιμωρία. Στην Γ.Α. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 178/2017, ημερ. 24/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B457 λέχθηκε ότι «Η μεγάλη κοινωνική απαξία που τα αδικήματα αυτής της φύσης ενέχουν, η ανάγκη αποτροπής που πηγάζει από την απαράδεκτη συχνότητα με την οποία παρουσιάζονται και η μεγάλη σημασία που έχει το αγαθό που ο Νόμος θέλει να προστατεύσει, δηλαδή το παιδί, είναι παράγοντες που καθιστούν τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις δευτερεύουσας σημασίας».
Σε σχέση με τον ύψος των επιληφθεισών ποινών σε τέτοιους είδους υποθέσεις, αυτό εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Άντληση καθοδήγησης μπορεί να γίνει από το Εγχειρίδιο “Sexual Offences Definitive Guideline” του Sentencing Council, (“Definitive Guideline”) του Ηνωμένου Βασιλείου, έχοντας όμως υπόψη ότι η προβλεπόμενη ποινή για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης βάσει του Άρθρου 6(4)(α) του Νόμου 91(1)/2014 είναι κατά πολύ χαμηλότερη και καθορίζεται στα 14 χρόνια ενώ η μέγιστη ποινή στο πιο πάνω δικό μας Άρθρο και για τα αδικήματα τα οποία κρίθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος είναι η δια βίου φυλάκιση (Αστυνομία v. Πατουρή (ανωτέρω)).
Το Άρθρο 19 του Νόμου 91(1)/2014, επίσης, καθορίζει συγκεκριμένες επιβαρυντικές περιστάσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκδίκαση τέτοιας φύσης αδικημάτων, μεταξύ των οποίων, είναι το αδίκημα να διεπράχθη από µέλος της οικογένειας του θύµατος, από πρόσωπο που συγκατοικεί µε το θύµα ή από πρόσωπο που έχει κάνει κατάχρηση θέσεως εµπιστοσύνης, επιρροής ή εξουσίας
Στρεφόμενοι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, εκείνο το οποίο αναφύεται είναι ότι ο κατηγορούμενος, εκμεταλλευόμενος τη θέση εμπιστοσύνης, επιρροής ή εξουσίας που είχε στο ανήλικο θύμα, το οποίο βρισκόταν σε μια πολύ τρυφερή ηλικία, προχώρησε και την κακοποιούσε σεξουαλικά. Ο ίδιος, όπως προκύπτει και αναφύεται, λόγω της σχέσης που υπήρχε με το θύμα και την οικογένεια της και ενώ βρισκόταν εντός της ίδιας της οικογενειακής εστίας του θύματος, με απώτερω σκοπό να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές του ορέξεις, προχώρησε σε δύο ξεχωριστά διαστήματα, κατά τα οποία βρισκόταν στην Κύπρο και φιλοξενείτο από τους γονείς του θύματος και κακοποιούσε σεξουαλικά το θύμα.
Αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα η σχέση που υπήρχε μεταξύ θύματος και κατηγορούμενου και το γεγονός ότι στην ουσία οι άνομες αυτές πράξεις του κατηγορούμενου στρέφονταν εναντίον μέλους της οικογένειας του. Ο κατηγορούμενος, αντί να ενεργούσε ως ο προστάτης της ανήλικης από κάθε κίνδυνο, εκμεταλλεύτηκε τη σχέση που υπήρχε μεταξύ τους και προχώρησε και κακοποιούσε σεξουαλικά την ανήλικη, η οποία βρισκόταν σε μια πάρα πολύ τρυφερή ηλικία, καταχρώμενος τη θέση που είχε έναντι της με απώτερο σκοπό να ικανοποιήσει τις αρρωστημένες σεξουαλικές του ορέξεις.
Περαιτέρω, ο κατηγορούμενος, αναφύεται να ενέργησε μεθοδευμένα, αφού ξεκίνησε με το να λέει σεξουαλικές ιστορίες στην ανήλικη ενώ στην συνέχεια άρχισε να της επιδεικνύει τα γεννητικά του όργανα και εξελικτικά προχώρησε με το να αναγκάζει την ανήλικη να του αγγίζει τα γεννητικά του όργανα και ο ίδιος, μετέπειτα, να προχωρεί και να αγγίζει ο ίδιος τα γεννητικά όργανα του θύματος και να τα γλείφει.
Λαμβάνουμε υπόψη το χρονικό διάστημα κατά το οποίο έλαβε χώρα η έκνομη συμπεριφορά του, το οποίο ήταν μερικές μέρες εντός του Αυγούστου το 2023 και μερικές μέρες εντός του Αυγούστου και Σεπτεμβρίου το 2024. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται, όμως, ότι αυτή η συμπεριφορά του λάμβανε χώρα, όταν ο κατηγορούμενος βρισκόταν στην Κύπρο για διακοπές και διέμενε στο σπίτι του θύματος, όπου φιλοξενείτο και ουσιαστικά κάθε φορά και πάντοτε που μπορούσε να ήταν μαζί με το θύμα.
Υπόψη μας λαμβάνουμε και τον τρόπο που ο κατηγορούμενος κακοποιούσε σεξουαλικά την ανήλικη. Επρόκειτο για αγγίγματα κάτω από τα ρούχα αλλά και γλειψίματα στα γεννητικά της όργανα και τρίψιμο αυτών.
Επιβαρυντικός παράγοντας, επίσης, είναι και το γεγονός ότι όλες οι πιο πάνω πράξεις του κατηγορουμένου, λάμβαναν χώρα στην οικία του θύματος, χώρος ο οποίος έπρεπε να ήταν ασφαλής για το θύμα και όχι ο κατηγορούμενος να τον είχε μετατρέψει σε χώρο όπου θα μπορούσε να ικανοποιούσε τις σεξουαλικές του ορέξεις.
Περαιτέρω, ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγοντας στην παρούσα είναι και η μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ κατηγορούμενου και θύματος. Ο κατηγορούμενος σήμερα είναι ηλικίας 76 χρόνων ενώ όταν άρχισε η έκνομη συμπεριφορά του κατά το έτος 2023 εναντίον του θύματος ήταν στην ηλικία των 74 ετών ενώ εκείνη στην ηλικία των 5 ετών, δηλαδή υπήρχε μια διαφορά 69 περίπου χρόνων (βλ. Ν.Σ. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 184/2015, Ημερ. 13/02/2018), ECLI:CY:AD:2018:B72.
Η πιο πάνω συμπεριφορά του κατηγορούμενου σε συνδυασμό με την μεγάλη διαφορά ηλικίας του με την παραπονούμενη μόνο αποστροφή και απαξία δημιουργεί και επιβάλλει την πρόσδοση αποτρεπτικότητας στην ποινή που θα πρέπει να επιβληθεί.
Πέραν των πιο πάνω και για σκοπούς περαιτέρω διαβάθμισης της σοβαρότητας των περιστάσεων της παρούσας υπόθεσης, συνυπολογίζεται και το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κατάφερε να πείσει το θύμα ότι όλα αυτά που της έλεγε και της έκανε ήταν τα μυστικά του και ότι δεν θα έπρεπε να τα πει σε κανένα, με αποτέλεσμα να μην είχε αναφέρει σε κανένα τίποτε και η έκνομη αυτή συμπεριφορά του κατηγορούμενου να αποκαλύφθηκε με τον τρόπο που αναφέρεται ανωτέρω στα γεγονότα και ακόμα και τότε η ανήλικη δεν ήθελε να στεναχωρήσει τον «παππού» της.
Συνολικά ειδωμένα και αποτιμούμενα τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση, είναι ιδιαίτερα σοβαρά και καταδικαστέα. Ο κατηγορούμενος με τον πλέον αισχρό και άκρως καταδικαστέο τρόπο κακοποιούσε σεξουαλικά την ανήλικη, η οποία είναι κόρη του γιου της συζύγου του, αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες των πράξεων του. Αντικειμενικά τέτοιες πράξεις και ενέργειες απολήγουν, σε πλήγμα της προσωπικότητας του θύματος και του ψυχικού του κόσμου, χωρίς να χρειάζεται σχετική μαρτυρία περί τούτο (βλ. Blackstone΄s, Criminal Practice, Έκδοση 2009, σελ. 3109 και Μηνά ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 228/18, ημερ. 16.3.2020), ECLI:CY:AD:2020:B102. Στην προκείμενη περίπτωση, όμως, προκύπτει ότι η ανήλικη παρουσιάζει κλινική εικόνα διαταραχής μετατραυματικού στρες, με έντονα συναισθήματα επιβάρυνσης. Παρατηρήθηκε ότι βίωνε έντονη εσωτερική σύγκρουση και αμφιθυμία, σχετιζόμενα με το αίσθημα ενοχής και προδοσίας του παππού, εκφράζοντας την ανησυχία ότι ο παππούς θα στεναχωρηθεί όταν πληροφορηθεί για τα όσα είχαν ειπωθεί με την ψυχολόγο. Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι η ψυχική κατάσταση του θύματος ήταν αρκετά επιβαρυμένη, παρουσιάζοντας συγκινησιακή κατάσταση που περιλάμβανε έντονη ανησυχία, ενοχή και θλίψη, ακούσιες επαναλαμβανόμενες διεισδυτικές σκέψεις των περιστατικών, εφιάλτες και εξέφραζε την επιθυμία να ξεχάσει και να ξεπεράσει αυτά που έπαθε. Έγινε εισήγηση για ψυχολογική υποστήριξη και θεραπεία στο παιδί, καθώς και ψυχλογική υποστηρίξει των γονέων της. Όπως έχει λεχθεί στην Σ. Π. ν. Αστυνομίας, (2014) 2 Α.Α.Δ. 468: «Η αμαύρωση και σπίλωση της παιδικής ψυχικής αθωότητας αποσυνθέτει τον χαρακτήρα του παιδιού σε βαθμό που αποστερείται της φυσιολογικής ζωής.».
Τέτοιου είδους συμπεριφορές οι οποίες διαπράττονται σε βάρος ανήλικων παιδιών δεν μπορεί να γίνουν ανεκτές και εκείνο το οποίο προέχει είναι η αυστηρή τιμωρία και η αποτροπή. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να προστατέψει τα δικαιώματα των παιδιών, να διαφυλάξει την υγιή ανάπτυξη τους και να προστατέψει τον ψυχικό τους κόσμο.
Η επιβολή της ποινής αποτελεί πολύ λεπτό έργο του Δικαστηρίου και η δικαστική διεργασία για την επιμέτρηση της δεν είναι εύκολη. Απαιτείται εξισορρόπηση του γενικού συμφέροντος της δικαιοσύνης από τη μια και της εξατομίκευσης της ποινής στα πλαίσια του συγκεκριμένου παραβάτη από την άλλη (βλ. Κωνσταντίνος Λευκαρίτης κ.α. v. Δημοκρατία, Ποιν. Έφεση Αρ. 135/2014 και 138/2014).
Παρά τα πιο πάνω και τη σοβαρότητα των αδικημάτων που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει και την ανάγκη που υπάρχει για αυστηρή αντιμετώπιση τους, η υποχρέωση του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής, ώστε η ποινή που τελικά θα επιβληθεί από το Δικαστήριο, να αρμόζει στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου, λαμβάνοντας πραγματικά υπόψη, όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία που μπορεί να υπάρχουν, δεν ατονεί. Η εξατομίκευση της ποινής όμως σε τέτοιου είδους αδικήματα δεν μπορεί εξουδετερώνει τα στοιχεία εκείνα που σχετίζονται με τη σοβαρότητα του ποινικού αδικήματος και την ανάγκη, ως και προελέχθη, για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου προς προστασία των παιδιών ειδικά και της κοινωνίας γενικότερα (βλ. Κ. Χ. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 272/2017, 26/09/2019, ECLI:CY:AD:2019:B397, Γ. Α. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 178/2017, 24/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B457, Αστυνομία ν Πατούρη (ανωτέρω) και A. D. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 177/2021, 16/03/2022), ECLI:CY:AD:2022:B96.
Προς όφελος του κατηγορούμενου και για σκοπούς μετριασμού της ποινής, λαμβάνουμε υπόψη το λευκό του ποινικό μητρώο, σε συνδυασμό με την ηλικία του, στοιχείο το οποίο του δίνει την ευχέρεια να αιτείται την επιείκια του Δικαστηρίου (βλ. Ψωμά v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 40).
Περαιτέρω, υπόψη μας λαμβάνουμε την παραδοχή του κατηγορούμενου στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει, η οποία ήταν άμεση. Θα δώσουμε τη δέουσα βαρύτητα στην παραδοχή του κατηγορούμενου, η οποία αποτελεί και ένδειξη μεταμέλειας στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει. Όπως τονίστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Ανδρέου ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 163/2015, 11/07/2016: «… η παραδοχή είναι ο μόνος απτός τρόπος για να “μεταφερθεί” στο Δικαστήριο η μεταμέλεια ενός κατηγορουμένου και γι’ αυτό το λόγο έχει δεσπόζουσα σημασία στην επιμέτρηση της ποινής.» (βλ. επίσης, Okmelashvili ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 146/2020, Ημερ. 22/12/2021 και M. C. T. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 222/2020, Ημερ. 14/10/2022), ECLI:CY:AD:2022:B386. Σημειώνεται, περαιτέρω, ότι η παραδοχή σε τέτοιου είδους υποθέσεις αποκτά αυξημένη σημασία. Στην Γ. Α. ν Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 178/2017, 24/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B457 λέχθηκαν τα εξής σχετικά:
«Η παραδοχή ακριβώς υποδηλώνει την αντίληψη του δράστη για το κακό που διέπραξε. Σε περιπτώσεις δε όπως η παρούσα έχει ως αποτέλεσμα να μην υποβληθεί ένα παιδί στην τραυματική εμπειρία της δίκης, όσο προσεκτική και αν είναι η αντιμετώπισή του κατά τη διάρκεια της αντεξέτασής του. Τότε είναι που θα μπορούσε ο εφεσείοντας με ψυχική και συνειδησιακή ταπείνωση έναντι του παιδιού, του οποίου την προσωπικότητα εξευτέλισε και τραυμάτισε ενεργώντας συστηματικά σε μια μακρά περίοδο χρόνου, να επικαλεστεί έμπρακτη μεταμέλεια και μειωμένη ανάγκη για ειδική αποτροπή. Η παρατήρηση βεβαίως αυτή δεν αναφέρεται στο αναφαίρετο δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου να μην παραδεχθεί ενοχή το οποίο, όπως ορθά παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως επιβαρυντικός παράγοντας, αλλά στο ότι ένας κατηγορούμενος, ιδιαίτερα υπό τέτοιες περιστάσεις όπου η μη παραδοχή δεν περιορίστηκε στη νομική πτυχή αλλά είχε ως αποτέλεσμα να κληθεί ως μάρτυρας η ανήλικη, δεν μπορεί να τύχει της επιείκειας που θα εδικαιούτο εάν εξέφραζε εξ αρχής πλήρη και έμπρακτη μεταμέλεια.».
(βλ. επίσης, Αστυνομία ν Πατούρη (ανωτέρω), Γενικός Εισαγγελέας ν Σ. Σ., Ποινική Έφεση Αρ. 202/2021, Ημερ. 17/03/2022, ECLI:CY:AD:2022:D116, A. D. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 177/2021, 16/03/2022, ECLI:CY:AD:2022:B96, Filip ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 112/2019, 03/12/2020, ECLI:CY:AD:2020:D412, Κ. Α. Μ. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 127/2021, 04/11/2022, ECLI:CY:AD:2022:B419 , M. C. T. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 222/2020, ημερ. 14/10/2022, ECLI:CY:AD:2022:B386, Ν. Σ. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 184/2015, 13/02/2018, ECLI:CY:AD:2018:B72 και Νικολάου ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 2/2022, 19/12/2022).
Η παραδοχή, λοιπόν, του κατηγορούμενου, πέραν από το ότι περίσωσε πολύτιμο χρόνο του Δικαστηρίου, καταδεικνύει, σε συνδυασμό και με την απολογία του, όπως εκφράστηκε από τη συνήγορο του, την έμπρακτη μεταμέλεια του, στοιχείο στο οποίο θα δώσουμε τη δέουσα βαρύτητα, υπό τις περιστάσεις, όπως επιτάσσει η νομολογία. Έχει δεσπόζουσα βαρύτητα στην επιμέτρηση της ποινής, με αποτέλεσμα αυτή να μειώνεται ανάλογα.
Πέραν των πιο πάνω, συνυπολογίζουμε και το γεγονός, ότι ο κατηγορούμενος κατά τη σύλληψη του, τόσο στην προφορική του ανάκριση όσο και στην ανακριτική του κατάθεση, ομολόγησε τις πράξεις στις οποίες προέβαινε με το θύμα και υπό αυτή την έννοια, προκύπτει κάποιου είδους συνεργασία με τις Αρχές στην προσπάθεια διαλεύκανσης της υπόθεσης. Δεν παραγνωρίζεται, όμως, ότι η ουσία της εκδοχής του κατηγορούμενου ήταν η αποποίηση οποιασδήποτε ευθύνης, αφού αρνήθηκε ότι η συμπεριφορά του αφορούσε σεξουαλική κακοποίηση της ανήλικης και είχε προβάλει και τον εξωφρενικό ισχυρισμό ότι είναι η ανήλικη που είχε επιδείξει ενδιαφέρον για το πώς ένας άντρας και μια γυναίκα έχουν σεξουαλική επαφή και αυτός της εξηγούσε.
Προς περαιτέρω μετριασμό και εξατομίκευση της ποινής που θα επιβληθεί, λαμβάνουμε υπόψη τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές του συνθήκες, όπως αυτές αναφέρονται στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, την οποία η συνήγορος του υιοθέτησε.
Ειδικότερα, λαμβάνουμε υπόψη ότι ο κατηγορούμενος είναι ηλικίας 76 χρόνων σήμερα, έγγαμος, πατέρας δύο ενήλικων παιδιών και κατάγεται από την Ελλάδα. Έχει δύο δίδυμες αδελφές, ηλικίας 73 ετών και ένα αδελφό ηλικίας 70 ετών, με τους οποίους διατηρεί καλές σχέσεις. Είναι απόφοιτος Πολυτεχνείου στον Κλάδο της Πολιτικής Μηχανικής και από το 1978 μέχρι το 2010, εργαζόταν ως Πολιτικός Μηχανικός στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, όπου ασχολείτο κυρίως με τις εκτιμήσεις ακινήτων δανειοληπτών. Μετά την συνταξιοδότηση του από την Τράπεζα, εργάστηκε αυτοτελώς μέχρι το 2016 ως Πολιτικός Μηχανικός και ασχολείτο με τοπογραφικά και νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων.
Έχει τελέσει δύο γάμους. Από τον πρώτο του γάμο, απέκτησε δύο παιδιά και η πρώην σύζυγος του έχει πλέον αποβιώσει. Είχε χωρίσει το 1982 και τη φροντίδα και φύλαξη των παιδιών ανέλαβε η πρώην σύζυγος του. Διατηρούσε πάντοτε καλές σχέσεις με τα παιδιά του και τα στήριζε οικονομικά και μετά την ενηλικίωση τους. Ωστόσο τα τελευταία 5+ χρόνια, «πάγωσαν» οι σχέσεις τους, όπως αναφέρει, καθώς φάνηκαν «πολύ αχάριστοι» απέναντι του, μετά που ο ίδιος σταμάτησε να τους στηρίζει οικονομικά.
Το 1991 τέλεσε τον δεύτερο του γάμο, από τον οποίο δεν απέκτησε παιδιά. Μαζί τους, όμως, μεγάλωνε ο γιος της συζύγου του από προηγούμενο γάμο της, ηλικίας σήμερα 42 ετών και ο οποίος διαμένει, τα τελευταία 12 χρόνια μαζί με τη σύζυγο του και τα δύο του παιδιά στην Κύπρο. Πάντοτε διατηρούσε καλές σχέσεις με το γιο της συζύγου του, τον οποίο επισκέπτονταν στην Κύπρο και φιλοξενούνταν στο σπίτι του και παρομοίως εκείνος, επισκεπτόταν μαζί με τη σύζυγο του και τα παιδιά του, τους γονείς του στην Αθήνα.
Ο κατηγορούμενος, αναφέρθηκε σε καρδιολογικά προβλήματα υγείας και συγκεκριμένα κολπική μαρμαρυγή και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή. Λαμβάνει σύνταξη €1,100 μηνιαίως και έχει αποταμιεύσεις με τη σύζυγο του που δεν υπερβαίνουν τις €100,000.
Λαμβάνουμε υπόψη μας τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου και τις οικονομικές του συνθήκες, όπως αποκαλύπτονται στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, όμως, θα πρέπει να αναφερθεί ότι σε αδικήματα αυτής της φύσης, δηλαδή αδικήματα ιδιαίτερα σοβαρά τα οποία χρήζουν αποτροπής, οι προσωπικές περιστάσεις, δεν μπορούν να εξουδετερώσουν ή να αποδυναμώσουν τον αποτρεπτικό χαρακτήρα που πρέπει να έχει η ποινή. Η σημασία τους, έναντι της ανάγκης για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου, η οποία, για προστασία του παιδιού ειδικά, και του κοινωνικού συνόλου, γενικότερα, προέχει, είναι μειωμένη (Κ. Χ. ν Δημοκρατίας (ανωτέρω), Γ. Α. ν Δημοκρατίας (ανωτέρω), Αστυνομία ν Πατούρη (ανωτέρω) και A. D. ν Δημοκρατίας (ανωτέρω).
Έχουμε στρέψει, ιδιαιτέρως, την προσοχή μας στα αναφερόμενα στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, προβλήματα υγείας. Σημειώνεται, ότι δεν γίνεται οποιαδήποτε ειδική αναφορά στην αγόρευση της συνηγόρου υπεράσπισης για αυτά και δεν μας έχουν παρουσιαστεί οποιαδήποτε ιατρικά πιστοποιητικά για τα όσα επικαλείται ο κατηγορούμενος. Σε κάθε περίπτωση τα ισχυριζόμενα προβλήματα υγείας δεν είναι της φύσης και έκτασης που θα μπορούσε να λεχθεί ότι η φυλάκιση του κατηγορούμενου θα προκαλέσει ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού έτσι ώστε να μπορεί να λεχθεί ότι αυτά παίζουν ουσιαστικό ρόλο και/ή μετριαστικό παράγοντα στον καθορισμό της ποινής (Khalife v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 315). Σε κάθε περίπτωση είναι προβλήματα υγείας τα οποία δεν χρήζουν οποιασδήποτε θεραπείας και εν πάση περιπτώσει μπορούν να αντιμετωπιστούν στις Φυλακές (βλ. χχχ Κώστα v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 205/2020, Ημερ. 22/12/2021).
Θα λάβουμε, ιδιαίτερα, υπόψη μας και την ηλικία του κατηγορούμενου. Όπως έχει αναφερθεί ανωτέρω, αυτός είναι ηλικίας σήμερα 76 ετών. H μεγάλη ηλικία ενός κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο εξατομίκευσης της ποινής και των προσωπικών περιστάσεων του. Στην Γενικός Εισαγγελέας v. Ευριπίδης Χρίστου, Ποινική Έφεση Αρ. 20/2015, Ημερομηνίας 06/11/2017 λήφθηκε υπόψη η προχωρημένη ηλικία του εκεί εφεσίβλητου κατά το στάδιο επιβολής ποινής – ήταν ηλικίας 86 ετών - με αναφορά σε σχετική Νομολογία επί του θέματος. Αναφέρθηκαν τα εξής:
«Στην υπόθεση R. v. Τussler (1920) 15 Cr, App. Rep. 59 και Pittas v. The Police (1968) 2 C.L.R. 137, καθορίστηκε ότι η μεγάλη ηλικία ενός κατηγορουμένου και η ενδεχόμενη ταλαιπωρία λόγω προχωρημένης ηλικίας λειτουργεί ως σοβαρός μετριαστικός παράγοντας.
Όπως έχει παρατηρηθεί στην υπόθεση R. v. Lucas, R. v. Walsh (2000) All E.R. CD 183, είναι σημαντικό όταν επιβάλλεται ποινή σε άτομο προχωρημένης ηλικίας, να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι ο χρόνος είναι πιο πολύτιμος για το ηλικιωμένο άτομο και το αποτέλεσμα μιας ποινής φυλάκισης σε αυτόν είναι δυσμενέστερο, καθότι η προσδοκία ζωής του είναι μικρότερη. Τονίστηκε, ταυτοχρόνως, ότι σε τέτοια περίπτωση πρέπει να διατηρείται για τον καταδικασθέντα φως στο τέλος της σήραγγας, έχοντας υπόψη ακριβώς την προσδοκία ζωής ενός ηλικιωμένου ατόμου. Θα πρέπει όμως στο σημείο αυτό να υπομνησθεί ιδιαιτέρως ότι για αδικήματα σοβαρής μορφής, όπως το υπό συζήτηση, οι προσωπικές περιστάσεις και ιδιαιτέρως η ηλικία, δεν μπορούν να έχουν ουσιαστική σημασία καθότι τα δικαστήρια θα έστελναν λανθασμένα μηνύματα προς άτομα μιας ηλικίας, κάτι το οποίο δεν είναι πρόθεση μας να πράξουμε. (Βλ. Chokami v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 189 και Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 73/2012, ημερ. 13 Οκτωβρίου 2015)»
Στην χχχ Θεμιστοκλέους v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 176/2018 (Σχ. με 202/18) έγινε περαιτέρω αναφορά στην R v. Lucas, στην οποία διευκρινίστηκε ότι κατά την επιβολή ποινής σε ηλικιωμένο πρόσωπο το Δικαστήριο δεν πράττει κάτι το διαφορετικό από του να λαμβάνει υπόψιν τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου, όπως το πράττει σε κάθε άλλη περίπτωση παραθέτοντας το κάτωθι απόσπασμα:
«. in passing sentence on an older offender a court is doing no more than taking into account the individual defendant’s personal circumstances, as is done in every case.»
Συνεχίζοντας το Ανώτατο Δικαστήριο στην πιο πάνω απόφαση και αφού αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο οι προσωπικές περιστάσεις λαμβάνονται υπόψη στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων που χρήζουν αποτροπής, με αναφορά πάλι στην Lucas, λέχθηκε ότι κατά την επιβολή ποινής σε άτομα προχωρημένης ηλικίας, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν οι πραγματικότητες υπό την έννοια ότι ένα ηλικιωμένο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν αποτελεί πλέον δημόσιο κίνδυνο θα αποφυλακιστεί επ’ αδεία όταν εκτίσει το ήμισυ της ποινής του.
Στην R v. Archer [2007] EWCA Crim 536 ακολουθήθηκε η πιο πάνω πραγματιστική θεώρηση όπου η μακρόχρονη ποινή φυλάκισης μειώθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούσε ο εφεσείοντας να νομιμοποιείται σε αίτηση για αποφυλάκιση επ΄ αδεία σε ηλικία 78 ετών, για να του δοθεί η δυνατότητα να δει στο τέλος «φως στην άκρη της σήραγγας».
Το στοιχείο της πραγματιστικής θεώρησης του ζητήματος αναφορικά με πρόσωπα για τα οποία τίθεται εξ’ αρχής ζήτημα μειωμένης ποινής λόγω χαρακτηριστικών όπως είναι η προχωρημένη ηλικία, έχει αποκτήσει υπόσταση και στην Κύπρο μετά την αναγνώριση δικαιώματος κρατουμένων για υποβολή αιτήματος για επ’ αδεία αποφυλάκιση μετά την έκτιση του ήμισυ της ποινής που επιβάλλεται από το Δικαστήριο και αφού ληφθούν υπόψη η μείωση της ποινής που δικαιούται ή θα δικαιούται λόγω καλής διαγωγής και η μείωση της ποινής σύμφωνα με το προνόμιο του Προέδρου της Δημοκρατίας (βλ. άρθρο 14Α του περί Φυλακών Νόμου, Ν. 62(Ι)/1996 όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 37(Ι)/2009 και 42(Ι)/2018 καθώς επίσης το Άρθρο 53.4 του Συντάγματος όπως εξηγούνται στην χχχ Θεμιστοκλέους v. Δημοκρατίας (ανωτέρω)).
Κατά συνέπεια λαμβάνουμε υπόψη μας την ηλικία του κατηγορούμενου μέσα στα πιο πάνω πλαίσια καθώς και όλες του τις προσωπικές συνθήκες, χωρίς όμως να υποβαθμίζεται η σοβαρότητα των αδικημάτων και η ανάγκη που υπάρχει για αποτροπή
Έχουμε λάβει υπόψη μας, τα όσα η συνήγορος του κατηγορούμενου αναφέρει περί εξωδικαστηριακής τιμωρίας του κατηγορούμενου. Πρόβαλε τη θέση ότι η καταδίκη του κατηγορούμενου σε αυτής της φύσης υπόθεση θα επιφέρει ένα ισόβιο στίγμα, αφού οι ενέργειες του αφορούν τη θετή εγγονή του και συνεπώς μέχρι κάποιο βαθμό καταστρέφεται και η οικογενειακή του ζωή και προκαλείται κοινωνική απομόνωση. Ήδη, αναφέρει η σύζυγος του απομακρύνθηκε από αυτόν ενώ ο θετός του γιος και η σύζυγος του τον έχουν απομακρύνει από την οικογένεια και τον εξευτέλισαν.
Είναι γεγονός ότι η εξωδικαστηριακή τιμωρία, μπορεί να ληφθεί υπόψη ως μετριαστικός παράγοντας, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις (Λοϊζου Πετρίδη v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 194/2015, Ημερ. 27/01/2016, Στέλιος Κουλουντής v. Αστυνομίας (2015) 2Β Α.Α.Δ 870 και Αστυνομία v. Α.Α., Ποινική Έφεση Αρ. 4/2021 (Σχ. 5/2021)).
Τα όσα αναφέρθηκαν στην παρούσα για το ζήτημα αυτό, υπό τις περιστάσεις, δεν μπορεί να αποτελούν εξωδικαστηριακή τιμωρία και/ή ουσιαστικό παράγοντα μετριασμού της ποινής. Η απομόνωση και καταστροφή της οικογενειακής του ζωής, είναι το αποτέλεσμα της φύσης της εγκληματική του συμπεριφοράς και ένεκα της σχέσης που είχε με το θύμα, ο κατηγορούμενος όφειλε να γνώριζε και να ενεργούσε αναλόγως εντός της οικογένειας του και δεν πρέπει να μέμφεται οποιοδήποτε άλλο πέραν από τον εαυτό του για την κατάσταση στην οποία περιήλθε.
Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω, κρίνουμε ότι η ποινή φυλάκισης δεν μπορεί να αποφευχθεί στην παρούσα. Τα αδικήματα τα οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει και οι περιστάσεις διάπραξης τους είναι ιδιαίτερα σοβαρά και οποιαδήποτε άλλη ποινή, πέραν αυτή της φυλάκισης, θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα και δεν θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες και σκοπούς του Νόμου. Όλα τα ελαφρυντικά του κατηγορούμενου και οι προσωπικές του περιστάσεις δεν είναι ικανά να διαφοροποιήσουν το είδος της ποινής και αυτά θα παίξουν ρόλο στο ύψος της ποινής φυλάκισης που θα επιβληθεί.
Προηγούμενες αποφάσεις επιβολής ποινών δεν ενέχουν δεσμευτικό χαρακτήρα καθότι είναι αλληλένδετες με τη φύση και συνθήκες διάπραξης του εκάστοτε αδικήματος και τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη. Είναι, όμως, ενδεικτικές ως προς τον καθορισμό του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων αδικημάτων και των παραμέτρων καθορισμού της ποινής (βλ. Ναζίπ ν Αστυνομίας (2014) 2Β Α.Α.Δ 808, Bistriceanu ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 76/2017, 26/04/2018, ECLI:CY:AD:2018:B199 και Νικολάου ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 2/2022, 19/12/2022).
Στην Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Γεώργιου Κυρρη, Ποιν. Έφεση Αρ. 70/2022, Ημερ. 07/02/2023, ο εφεσίβλητος, κατόπιν παραδοχής του, κρίθηκε ένοχος σε έντεκα συνολικά κατηγορίες. Οι εννέα κατηγορίας αφορούσαν το αδίκημα του Άρθρου 6(4)(α) του Ν. 91(1)/2014 και οι δύο το αδίκημα του Άρθρου 6(3) του Ν. 91(1)/2014, μια εκ των οποίων αφορούσε και το εδάφιο (7) του εν λόγω Άρθρου. Ο εφεσίβλητος, ο οποίος διατηρούσε φάρμα/σχολή, κατά τις απογευματινές ώρες έκανε μαθήματα ιππασίας και προπονήσεις σε ανήλικα παιδιά και ενήλικες. Η εγκληματική συμπεριφορά στρεφόταν εναντίον τριών ανήλικων προσώπων. Σε επτά περιπτώσεις σε άγνωστη ημερομηνία του Απριλίου του 2021, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με τον Σ.Σ., ηλικίας 17 ετών. Συγκεκριμένα, σε δύο περιπτώσεις τον άγγιξε στα γεννητικά του όργανα, σε τρεις περιπτώσεις προέβηκε σε πεοληχία του, ενώ σε μια εξ’ αυτών ο ανήλικος προέβηκε σε πεοληχία του και τέλος, σε μια περίπτωση έβαλε το πέος του στον πρωκτό του ανήλικου.
Δυο κατηγορίες αφορούσαν των Δ.Ε., ηλικίας 12 ½ και 13 ½ ετών περίπου για το ότι, σε άγνωστη ημερομηνία του Δεκεμβρίου του 2017 και του Δεκεμβρίου του 2018, τον άγγιξε στα γεννητικά όργανα, βάλλοντας το χέρι του μέσα από το παντελόνι του.
Άλλες δύο κατηγορίες αφορούσαν τον Κ.Κ., ηλικίας 14 περίπου ετών και ότι σε άγνωστη ημερομηνία μεταξύ Ιουνίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021, τον άγγιξε στα γεννητικά του όργανα.
Επιβλήθηκαν πρωτοδίκως ποινές φυλάκισης 5 ετών σε κάθε μια από τις κατηγορίες που αφορούσαν αγγίγματα στα γεννητικά όργανα των ανήλικων θυμάτων ενώ σε κάθε μια από τις κατηγορίες που αφορούσαν πράξεις πεοληχίας αλλά και στην κατηγορία που αφορούσε περίπτωση εισδοχής του πέους του εφεσίβλητου στον πρωκτό του ανηλίκου, ποινές φυλάκισης 10 ετών. Αποφασίστηκε, περαιτέρω, όπως οι ποινές φυλάκισης συντρέχουν.
Κατ΄ έφεση, αποφασίστηκε ότι, δεδομένου ότι η εγκληματική δράση του εφεσείοντα ήταν επαναλαμβανόμενη και στρεφόταν εναντίον τριών ανήλικων θυμάτων, η επιβολή συντρεχουσών ποινών φυλάκισης δεν επαρκούσε για να στιγματίσει την εγκληματική του συμπεριφορά, ούτε εναρμονιζόταν με τη σοβαρότητα των επιμέρους κατηγοριών και διατάχθηκε όπως οι ποινές φυλάκισης των 5 χρόνων που επιβλήθηκαν στις κατηγορίες που αφορούσαν αγγίγματα, εκτιθούν διαδοχικά με τις ποινές των 10 χρόνων που αφορούσαν πεοληχία και πρωτική διείσδυση, έτσι ώστε το σύνολο των ποινών να ανέλθει σε 15 χρόνια.
Στην υπόθεση Ν. Σ. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 99/2021, 11/05/2022, ECLI:CY:AD:2022:B183, στον κατηγορούμενο, σε είκοσι επτά διαφορετικές κατηγορίες για το ποινικό αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης ανηλίκου, κατά παράβαση του Άρθρου 10 του Νόμου 87(1)/2007 και 6(4)(α) του Νόμου 91(1)/2014, στις οποίες καταδικάστηκε μετά από ακροαματική διαδικασία, επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 8 χρόνων. Παραπονούμενη σε όλες τις κατηγορίες ήταν η θυγατέρα του, η οποία, κατά τους χρόνους που οι κατηγορίες αφορούσαν, ήταν, αναλόγως περίπτωσης, από 5 μέχρι 11 χρονών. Ο κατηγορούμενος από την εποχή που η θυγατέρα του ήταν 6 χρόνων την παρενοχλούσε κατ’ επανάληψη. Ξαπλώνοντας μαζί της, πότε στον καναπέ και πότε σε κρεββάτι, προσποιείτο τον κοιμισμένο και ακουμπούσε στα γεννητικά της όργανα, πότε το δάκτυλο του, κάνοντας κυκλικές κινήσεις, πότε το πέος του που ήταν σκληρό κάνοντας κινήσεις εμπρός - πίσω και πότε και με τους δύο τρόπους. Η εγκληματική του δράση, διήρκησε για 6 περίπου χρόνια. Ψυχολογική αξιολόγηση της ανήλικης κατέδειξε την παρουσία σοβαρής και επίμονης συμπτωματολογίας διαταραχής μετα-τραυματικού στρες η οποία συνοδευόταν από συνδετικά συμπτώματα αποπροσωποποίησης. Ο κατηγορούμενος ήταν ηλικίας 51 χρονών, είχε λευκό ποινικό μητρώο και ήταν πατέρας άλλων δύο ανήλικων παιδιών.
Στην Ο.Ο. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 337/2018 (σχ. με την 351/2017), Ημερ. 20/01/2020, κ.α., ο εφεσειών καταδικάστηκε σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3 και 4 ετών, αφού κρίθηκε ένοχος (α) κατόπιν παραδοχής σε επτά (7) κατηγορίες κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6(1) του Ν.91(Ι)/2014, και (β) κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας σε δύο (2) κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση των άρθρων 2, 6(4)(α) και 6(4)(γ) του ίδιου πιο πάνω Νόμου, αδικήματα τα οποία διαπράχθηκαν την περίοδο Ιουνίου 2016 και Μαΐου 2017, με θύμα τη 14χρονη (τότε) ανήλικη xxx η οποία παρουσιάζει ήπια νοητική αδυναμία. Κατ’ έφεση οι ποινές φυλάκισης των τεσσάρων ετών που επιβλήθηκαν στα αδικήματα κατά παράβαση του Άρθρου 6(4)(α)(γ), αυξήθηκε σε 7 χρόνια, αφού λήφθηκε υπόψη και το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος στερήθηκε της ελευθερίας του για 18 μήνες λόγω μη συμμόρφωσης στους όρους εμφάνισης του. Ο εφεσειών, ηλικίας κατά τον ουσιώδη χρόνο 46 ετών, ήταν νυμφευμένος με (πρώτη) εξάδελφη της μητέρας της ανήλικης και διέμενε μαζί με τη σύζυγο του και τα δύο τους παιδιά – ηλικίας 12 και 18 χρόνων – σε οικία στο χωριό xxx, η οποία βρισκόταν δίπλα από την οικία όπου διέμενε η ανήλικη με την οικογένεια της. Η ανήλικη, λόγω των σχέσεων των δύο οικογενειών, επισκεπτόταν συχνά το σπίτι του εφεσείοντα ο οποίος, εκμεταλλευόμενος κάθε προσφερόμενη ευκαιρία, είτε της έδειχνε πορνογραφικό υλικό σε ηλεκτρονικό υπολογιστή είτε αυνανιζόταν μπροστά της. Συγκεκριμένα, την περίοδο Ιουνίου-Ιουλίου του 2016, έδειξε στην ανήλικη σε τρεις περιπτώσεις πορνογραφικό υλικό στο οποίο απεικονίζονταν πρόσωπα να επιδίδονται σε σεξουαλικές πράξεις, παρά την αντίδραση της ανήλικης και ενώ ήθελε να φύγει ο εφεσείων δεν την άφηνε (κατηγορίες 4, 5 και 6), ενώ την περίοδο Ιουνίου 2016 και Μαΐου 2017, αυνανίστηκε μπροστά στην ανήλικη σε τέσσερις περιπτώσεις (κατηγορίες 7, 8, 9 και 10).
Πέραν των πιο πάνω, ο εφεσειών σε μία περίπτωση και ενώ βρισκόταν μόνος με την ανήλικη στο σαλόνι του σπιτιού του, της επιτέθηκε άσεμνα και αφού την έσυρε προς την καρέκλα που βρισκόταν εκεί, έβαλε το χέρι του μέσα στο κοντό παντελονάκι που φορούσε και εισχώρησε το δάχτυλο του, πρώτα στο αιδοίο και εν συνεχεία στον πρωκτό της. Με την εισχώρηση του δαχτύλου στο αιδοίο της, η ανήλικη πόνεσε και έσπρωξε τον Κατηγορούμενο για να τον απωθήσει.
Σε άλλη περίπτωση, ο εφεσειών ενώ η ανήλικη βρισκόταν σε πισίνα, την πλησίασε ο εφεσειών και αφού πρόταξε τα χέρια του στο περιτοίχισμα της πισίνας, εμποδίζοντας με τον τρόπο αυτό τη διαφυγή της, της είπε να μείνει εκεί. Ακολούθως κατέβασε το μαγιό του αλλά προτού προλάβει να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, η ανήλικη διέφυγε, κολυμπώντας κάτω από το νερό.
Οι παρενοχλήσεις της ανήλικης από τον Κατηγορούμενο δεν περιορίστηκαν μόνο στα ανωτέρω δύο περιστατικά. Σε αρκετές περιπτώσεις επεδείκνυε τα γεννητικά του όργανα στην ανήλικη.
Λήφθηκαν υπόψη ως επιβαρυντικοί παράγοντες για τον εφεσίβλητο (α) η εκμετάλλευση της παιδικής αφέλειας της ανήλικης, (β) η ήπια νοητική της υστέρηση, (γ) η μεγάλη διάρκεια των παρενοχλήσεων (Ιούνιο του 2016 μέχρι το Μάιο του 2017), (δ) η μεγάλη διαφορά ηλικίας θύτη (46 χρόνων) και θύματος (14 χρόνων) και (ε) το γεγονός ότι οι παρενοχλήσεις τραυμάτισαν τον ψυχικό κόσμο της ανήλικης, με αποτέλεσμα την πρόκληση σε αυτή μετατραυματικού στρες. Λήφθηκαν υπόψιν ως μετριαστικοί παράγοντες οι προσωπικές συνθήκες του εφεσίβλητου συμπεριλαμβανομένων και των προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει όσο και το λευκό ποινικό του μητρώο.
Στην Γ.Α. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 178/2017, Ημερ. 24/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B457, επιβλήθηκαν στο εφεσείοντα, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6 ετών για κάθε κατηγορία σεξουαλικής κακοποίησης, κατά παράβαση του Άρθρου 6(4)(α) του Νόμου 91(1)/2014 και 15 μηνών για κάθε κατηγορία Άσεμνης Επίθεσης, κατά παράβαση του Άρθρου 151 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, οι οποίες επικυρώθηκαν κατ’ έφεση. Η έκνομη συμπεριφορά του εφεσείοντα στρεφόταν εναντίον της 10 χρονης τότε παραπονούμενης εκδηλούμενη από τον Μαϊο του 2015 μέχρι το Μαϊο του 2016. Κρίθηκε ένοχος μετά από ακροαματική διαδικασία σε 22 κατηγορίες, οι οποίες συνίσταντο στο ότι σε μια περίπτωση τη φίλησε στο στόμα, σε άλλες επτά περιπτώσεις τη φίλησε στο στόμα, τη «χαϊδεψε» στα γεννητικά όργανα, στα οπίσθια και στο στήθος, σε άλλες δύο περιπτώσεις τη φίλησε, τη χαϊδεψε στα γεννητικά όργανα, στα οπίσθια και στο στήθος, καθώς επίσης ότι τη φίλησε στο στόμα. Σε μια άλλη περίπτωση, φίλησε την ανήλικη, την αγκάλιασε και τη χαϊδεψε. Λήφθηκαν υπόψη, το γεγονός ότι ο εφεσείοντας ενήργησε με μεθοδευμένο τρόπο δράσης και οι προσωπικές του συνθήκες και τονίστηκε η ιδιαίτερη σοβαρότητα τέτοιας φύσεων αδικημάτων και η ανάγκη για αποτροπή.
Στην υπόθεση Filip ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 112/2019, 03/12/2020, ECLI:CY:AD:2020:D412, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 7 χρόνων που επιβλήθηκαν στον εφεσείοντα από το πρωτόδικο Δικαστήριο σε δύο ξεχωριστές κατηγορίες για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση του Άρθρου 6(4)(α) του Νόμου 91(1)/2014, μειώθηκαν κατ’ έφεση σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 5 χρόνων φυλάκισης. Ο κατηγορούμενος, ήταν ο πατέρας της ανήλικης, η οποία όταν έλαβαν χώρα τα επίδικα περιστατικά, ήταν ηλικίας 13 χρονών. Ήταν ο μοναδικός γονέας και προστάτης της ανήλικης και άλλων δύο ανήλικων παιδιών. Ο κατηγορούμενος, σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις στην διάρκεια του ιδίου έτους, είχε εισέλθει στο υπνοδωμάτιο της ανήλικης, ενώ αυτή ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Την πλησίασε και άρχισε να την αγγίζει σε διάφορα μέρη του σώματος της. Και τις δύο φορές, η ανήλικη αντέδρασε, φωνάζοντας για να τον απωθήσει. Κατά την διάρκεια του πρώτου περιστατικού μάλιστα, όταν η ανήλικη έπραξε ως προαναφέρθηκε, ο κατηγορούμενος την κτύπησε στο πρόσωπο με αποτέλεσμα αυτή να πέσει στο κρεβάτι και να κτυπήσει στην συνέχεια με το κεφάλι της στο πάτωμα. Και στις δύο περιπτώσεις, ο κατηγορούμενος δεν πτοήθηκε από την αντίδραση της ανήλικης. Ξάπλωσε στην συνέχεια δίπλα της στο κρεβάτι, της αφαίρεσε τα ρούχα και της άγγιζε στα γεννητικά όργανα. Ο κατηγορούμενος, ήταν λευκού ποινικού μητρώου και παραδέχθηκε αμέσως ενώπιον του Δικαστηρίου την εγκληματική του συμπεριφορά, επιδεικνύοντας μεταμέλεια. Ως μετριαστικός παράγοντας της ποινής του κατηγορουμένου που δεν ελήφθη υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι ήταν, η επίδραση που θα είχε η ποινή φυλάκισης στα άλλα δύο ανήλικα παιδιά του κατηγορουμένου.
Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν Ν. Ν., Ποιν. Έφεση Αρ. 69/2017, ημερ. 05/12/2017 ποινή φυλάκισης 18 μηνών που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο από το πρωτόδικο Δικαστήριο, σε μία κατηγορία για το ποινικό αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση του Άρθρου 6(3) του Νόμου 91(1)/2014, αυξήθηκε κατ’ έφεση σε ποινή φυλάκισης 3 χρόνων. Η σεξουαλική κακοποίηση συνίστατο σε τρίψιμο των γεννητικών οργάνων ανήλικου παιδιού ηλικίας 6 ½ χρόνων ενώ ο κατηγορούμενος ήταν ηλικίας 36 χρονών και φιλικό, προς την οικογένεια της ανήλικης, άτομο. Το περιστατικό, έλαβε χώρα σε χρόνο που η ανήλικη βρισκόταν υπό την εποπτεία της μητέρας του κατηγορουμένου. Ο κατηγορούμενος, είχε πάρει την ανήλικη μαζί με ακόμη ένα συγγενικό του παιδί, να παίξουν στην αυλή της οικίας του. Εκεί, στις κούνιες, ενώ ο κατηγορούμενος κουνούσε την ανήλικη στην κούνια, βρίσκοντας την κατάλληλη ευκαιρία, έβαλε το χέρι του μέσα από το φόρεμα της και κάτω από το εσώρουχο της και έτριψε τα γεννητικά της όργανα. Ως αποτέλεσμα του συμβάντος, ήταν η πρόκληση ψυχικού τραύματος στην ανήλικη, η οποία, σύμφωνα με την γνώμη παιδοψυχίατρου, έχρηζε ψυχολογικής υποστήριξης και θεραπείας για να συνεχίσει απρόσκοπτα η φυσιολογική ψυχό-συναισθηματική της ανάπτυξη. Σε εκείνη την υπόθεση, όμως, δεν υπήρξε προσχεδιασμός για την εγκληματική δράση του κατηγορουμένου, βία ή απειλή από πλευράς του προς την ανήλικη, ούτε και υπήρξε ποτέ στο παρελθόν από μέρους κατηγορουμένου τέτοιου είδους συμπεριφορά. Ο κατηγορούμενος ήταν λευκού ποινικού μητρώου, άγαμος, άνεργος και χρόνιος καρδιοπαθής. Παραδέχθηκε αμέσως στον ποινικό ανακριτή την εγκληματική του δράση και στην συνέχεια, παραδέχθηκε αμέσως και ενώπιον του Δικαστηρίου. Δήλωσε προς το Δικαστήριο, αναφερόμενος και στην συναισθηματική του συντριβή λόγω της εγκληματικής του δράσης, την μεταμέλεια του. Τονίστηκε η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικής ποινής, στις περιπτώσεις παιδιών κάτω των 13 ετών και σημειώθηκε ότι με βάση το Definite Guideline, η υπόθεση εντάσσεται στην κατηγορία 2 αφορώσα «Τοuching of naked genitalia, Sexual assault of a child under 13», όπου η αφετηρία για την επιβολή ποινής καθορίζεται στα δύο χρόνια, χωρίς όμως να παραγνωρίζεται ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο οι προβλεπόμενες ποινές είναι χαμηλότερες από ότι στην Κύπρο, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω.
Στην Α.R.R. v. Aστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 20/2022, Ημερ. 30/04/2024, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3,5 ετών που επιβλήθηκαν στον εφεσείοντα σε δύο κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά παράβαση του Άρθρου 6(4)(α) του Νόμου 91(1)/2014, μειώθηκαν κατ’ έφεση σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3 ετών καθότι λανθασμένα λήφθηκε ως επιβαρυντικός παράγοντας η κατάχρηση θέσης εμπιστοσύνης, αφού αποτελούσε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων. Ο εφεσείοντας διέπραξε τα αδικήματα κατά των δυο ανηλίκων παιδιών της συζύγου του από προηγούμενο γάμο, ήτοι της Ι.Κ. και Κ.Κ., γεννηθείσες περί τον Οκτώβριο του 2006 και Φεβρουάριο του 2005, αντίστοιχα. Κατά τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων ο Εφεσείων ήταν παντρεμένος με τη μητέρα των ανηλίκων με την οποία απέκτησαν ένα παιδί. Συζούσαν όλοι μαζί στην οικογενειακή κατοικία από το 2016. Τα αδικήματα κατά της Ι.Κ. διαπράχθηκαν στις 17.11.2020, όταν το θύμα βρισκόταν σε ηλικία 14 ετών. Ο Εφεσείων εισήλθε αργά το βράδυ περί τις 11μ.μ., στο δωμάτιο της ανήλικης φορώντας μόνο το εσώρουχο του και της ζήτησε να του κάνει μασάζ, το οποίο η ανήλικη έπραξε για λίγο. Ακολούθως ο Εφεσείων της είπε να ξαπλώσει μπρούμυτα και «αφού κάθισε στα οπίσθια της, της έβγαλε τη φανέλα και το στηθόδεσμο και της έγλειψε την πλάτη». Η ανήλικη του είπε ότι δεν ήθελε άλλο και τότε ο Εφεσείων έφυγε από το δωμάτιο, λέγοντας της να μην αποκαλύψει τι έγινε στη μητέρα της. Τα δε αδικήματα κατά της Κ.Κ. διαπράχθηκαν μεταξύ των ημερομηνιών 1.1.2018 και 31.7.2020, σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις στις οποίες ο Εφεσείων «την αγκάλιαζε σφικτά αγγίζοντας την παράλληλα σε διάφορα μέρη του σώματος της κυρίως πάνω από τον κόκκυγα και στα πλαϊνά της κοιλιάς της».
Ως επιβαρυντικοί παράγοντες λήφθηκαν υπόψη η μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ του Εφεσείοντος και της Ι.Κ. (29 έτη) και το γεγονός ότι η Ι.Κ. ήταν ευάλωτο παιδί το οποίο πάσχει από Δ.Ε.Π.Υ. Προς μετριασμό της ποινής λήφθηκε υπόψη το λευκό του ποινικό μητρώο και το ότι είναι πατέρα μιας θυγατέρας την οποία απέκτησε με τη μητέρα του θύματος.
Στην Ν.Σ. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 184/2015, Ημερομηνίας 13/02/2018, ECLI:CY:AD:2018:B72, ο εφεσειών κρίθηκε ένοχος μετά από ακρόαση για το αδίκημα του Άρθρου 6(3) του Νόμου 91(1)/2014. Ποινή φυλάκισης 3 ετών που του επιβλήθηκε πρωτόδικα αυξήθηκε κατ’ εφέση στα 5 έτη. Το θύμα ήταν ηλικίας 13 ετών και εφεσείοντας 63 ετών. Εντοπίστηκαν να στέκονται σε σημείο πολυκατοικίας και φιλιόνταν, γλείφονταν στο λαιμό, αγκαλιάζονταν και ο εφεσείοντας έπιανε τα οπίσθια και άλλα μέρη του σώματος της. Ο εφεσείοντας ήταν λευκού ποινικού μητρώου. Η ηλικία του ήταν ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγοντας ως προς την ίδια τη διάπραξη του αδικήματος και την ηλικία του θύματος. Επιβαρυντικά στοιχεία επίσης θεωρήθηκαν ο απόμερος και σκοτεινός τόπος που συντελέστηκε το αδίκημα, καθώς και οι λοιπές του συνθήκες, όπως ο εξ’ αντικειμένου αντίκτυπος της πράξης στο συγκεκριμένο θύμα. Τονίστηκε περαιτέρω η σημασία που υπέχει η παραδοχή σε τέτοιου είδους αδικήματα, η οποία δεν υπήρχε σε εκείνη την υπόθεση. Σημειώνεται ότι η καταδίκη του εφεσείοντα για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης με κατάχρηση ευάλωτης θέσης, εδραζόμενο στο άρθρο 6(4)(β) του ιδίου Νόμου και στην οποία πρωτόδικα επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 7 έτη, ακυρώθηκε κατ’ έφεση.
Στην Αστυνομία ν. Πατούρη (ανωτέρω) συντρέχουσες ποινές 10 μηνών για σεξουαλική κακοποίηση παιδιού ηλικίας 13½ ετών, βάσει των Άρθρων 6(3) και 6(4)(α) του Ν.91(Ι)/2014, κρίθηκαν έκδηλα ανεπαρκείς και αυξήθηκαν σε 3 έτη. Τα γεγονότα αφορούσαν δυο ξεχωριστά περιστατικά κατά τα οποία ο Εφεσείων ηλικίας 51 ετών, όντας σύντροφος και συμβίος της διαζευγμένης μητέρας της ανήλικης, (α) της τράβηξε την φανέλα που φορούσε προς τα πάνω πιάνοντας την από το στήθος και σφίγγοντας την συγχρόνως, το οποίο συνέχισε παρότι του ζήτησε να σταματήσει, (β) την επομένη ημέρα επανέλαβε την ίδια συμπεριφορά και πρόσθετα την έγλειψε στο στήθος και την φίλησε στο στόμα. Αποτελούσε αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο συμβίος της μητέρας της βρισκόταν σε θέση εμπιστοσύνης προς την ανήλικη, το οποίο αποτέλεσε επιβαρυντικό παράγοντα, καθώς και η μεγάλη διαφορά ηλικίας. Αναφορά γίνεται και στο Sexual Offences Definitive Guideline (σελ. 45-47), όπου για παρόμοια περιστατικά επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης μεταξύ 2 και 6 ετών. Για άλλη μια φορά επισημαίνεται η σημασία της παραδοχής σε σεξουαλικής φύσης αδικήματα, καθότι το θύμα δεν υπόκειται εκ νέου στην ψυχολογική δοκιμασία αναβίωσης της τραυματικής εμπειρίας.
Στην ΧΧΧ ΑL Dhess v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 177/2021, Ημερ. 16/03/2022, ECLI:CY:AD:2022:B96, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5 χρόνων για τα αδικήματα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων και επιθέσεις. Επρόκειτο για αγγίγματα και χαϊδέματα των ανήλικων. Συγκεκριμένα, ο εφεσειών ο οποίος ήταν σύντροφος της μητέρας των ανηλίκων, Μ.Μ., Ν.Ν. και Α.Α. και διέμενε μαζί τους στην ίδια κατοικία, από τον Ιανουάριο του 2017 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020, σε δέκα περιπτώσεις συμμετείχε σε σεξουαλικές πράξεις με την ανήλικη Μ.Μ., δηλαδή την χαΐδευε τόσο στο στήθος όσο και στα οπίσθια. Ξεκίνησε όταν η Μ.Μ. ήταν 10 χρόνων και τερματίστηκε όταν ήταν 13 ετών. Της επιτέθηκε, επίσης, κτυπώντας την στα χέρια και σε διάφορα σημεία του σώματος της. Την ίδια περίοδο, ο εφεσειών σε δέκα περιπτώσεις συμμετείχε σε σεξουαλικές πράξεις με την Ν.Ν., δηλαδή την χαΐδευε στο στήθος και στα οπίσθια. Κατά την ίδια περίοδο ο Εφεσείων σε τέσσερις περιπτώσεις κτύπησε, επίσης, την εν λόγω ανήλικη σε διάφορα σημεία του σώματος της.
Οι ανήλικες παρουσίαζαν ψυχικά ενοχλήματα από τη συμπεριφορά του εφεσείοντα. Λήφθηκε υπόψη η παραδοχή του κατηγορούμενου σε εκείνη την υπόθεση καθώς και το γεγονός ότι η υπόθεση εντασσόταν στην κατηγορία της επαφής δια του αγγίγματος στο σώμα του θύματος, χωρίς να υπάρχει επαφή σε γυμνό σημείο, κάτι το οποίο διαφέρει από την παρούσα αφού υπήρχαν αγγίγματα, γλειψίματα και τρίψιμο στα γεννητικά όργανα της ανήλικης, που είναι σαφώς σοβαρότερες πράξεις σεξουαλικής κακοποίησης.
Στην S. J. L. v. Δημοκρατίας, κ. α., Ποινική Έφεση Αρ. 129/2021, κ. α., 27/10/2022, ο κατηγορούμενος ήταν ηλικίας 73 ετών και καταγόταν από την Αγγλία όπου και διέμενε. Η θυγατέρα του, μαζί με τα τρία ανήλικα εγγόνια του, ήταν κάτοικοι Κύπρου. Κατά τον επίδικο χρόνο, ο κατηγορούμενος βρισκόταν στην Κύπρο για μία εβδομάδα και επισκεπτόταν την οικογένεια της θυγατέρας του σχεδόν καθημερινά. Ένα από τα εγγόνια του, αγοράκι ηλικίας 5 ½ ετών, αντιμετώπιζε διαταραχές του φάσματος του αυτισμού και ήταν ιδιαίτερα ευάλωτο σε όλες τις μορφές κακοποίησης. Ο κατηγορούμενος, ο οποίος είχε αναπτύξει καλές σχέσεις με όλα του τα εγγόνια, συνήθιζε να κλείνεται με το εν λόγω αγοράκι, σε μία σκηνή που βρισκόταν στο υπνοδωμάτιο του. Μία από αυτές τις φορές, του έδειξε το πέος του. Έτυχε τότε να εισέλθει στο υπνοδωμάτιο και στην σκηνή και ένα από τα άλλα του εγγόνια, ένα κοριτσάκι 10 ½ ετών και ο κατηγορούμενος επέδειξε και σε εκείνη το πέος του. Στη συνέχεια το αγοράκι άγγιξε και έγλειψε το πέος του και ο κατηγορούμενος έπραξε το ίδιο στο πέος του αγοριού. Στο πλαίσιο του ιδίου περιστατικού προσπάθησε, επίσης, να διεισδύσει το πέος του στον πρωκτό του παιδιού. Ο μόνος λόγος που δεν ολοκλήρωσε την πράξη του αυτή ήταν επειδή το αγοράκι είχε πονέσει και του ζήτησε να σταματήσει. Την ίδια πράξη προσπάθησε να κάνει το αγοράκι στον κατηγορούμενο. Ενώ ευρίσκονταν όλοι εντός της σκηνής, ο κατηγορούμενος δεν άφηνε το κορίτσι να φύγει. Και όχι μόνο αυτό. Της ζήτησε να κατεβάσει το παντελόνι της και να του επιδείξει τα γεννητικά της όργανα. Αυτή, αντιλαμβανόμενη αρχικά το όλο θέμα ως παιγνίδι, ανταποκρίθηκε σε αυτό που της ζήτησε και κατέβασε το παντελόνι και το εσώρουχο της. Τότε ο κατηγορούμενος άγγιξε το αιδοίο της. Στο τέλος ο κατηγορούμενος είπε και στα δύο παιδιά να μην αναφέρουν τίποτε στη μητέρα τους για το τι είχε συμβεί γιατί «ήταν το μυστικό τους». Η υπόθεση αποκαλύφθηκε, όταν το αγοράκι μίλησε για το περιστατικό στον μεγαλύτερο του αδελφό και ο τελευταίος το είπε στους γονείς τους. Ως αποτέλεσμα του συμβάντος, η ψυχολογική κατάσταση και δύο παιδιών επηρεάστηκε σημαντικά. Παρουσίασαν συμπτωματολογία μετατραυματικού στρές, με δυσκολίες στην συγκέντρωση και τον ύπνο. Ο κατηγορούμενος, αντιμετώπισε διάφορες κατηγορίες που αφορούσαν σεξουαλικής φύσεως αδικήματα και μετά από ακροαματική διαδικασία, το Δικαστήριο του επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερες αυτές των επτά χρόνων για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού με βάση το Άρθρο 6(4)(α) του Νόμου 91(Ι)/2014 και τεσσάρων χρόνων για το αδίκημα της απόπειρας συνουσίας με νεαρό άνδρα κάτω των 13 ετών. Κατ’ έφεση, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι, το Δικαστήριο, αν και ανέδειξε ορθά τα κύρια γεγονότα της υπόθεσης και τους επιβαρυντικούς και ελαφρυντικούς παράγοντας, τελικά επέβαλε στον κατηγορούμενο τις πιο πάνω ποινές, οι οποίες, αντικειμενικά, ήταν ανεπαρκείς. Ως αποτέλεσμα, στον κατηγορούμενο επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερες αυτές των 14 χρόνων για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού με βάση το Άρθρο 6(4)(α) του Νόμου 91(Ι)/2014 και επτά χρόνων για το αδίκημα της απόπειρας συνουσίας με νεαρό άνδρα κάτω των 13 ετών. Αξιοσημείωτο είναι πως, προς όφελος του κατηγορουμένου και στο πλαίσιο εξατομίκευσης της ποινής, αναγνωρίστηκαν ως ελαφρυντικοί παράγοντες, το λευκό του ποινικό μητρώο και η ηλικία του των 73 ετών. Λέχθηκε, ως προς αυτό, ότι δεν μπορούσε να μην ληφθεί υπόψη ότι η ποινή θα έπρεπε να του έδιδε την ευκαιρία να ζήσει την υπόλοιπη ζωή του έξω από τους τοίχους της φυλακής. Ωστόσο τονίστηκαν, το ότι σε σοβαρά αδικήματα τα οποία παρουσιάζουν έξαρση, η ηλικία του δράστη δεν έχει ουσιαστική βαρύτητα. Και ότι, σε σεξουαλικής φύσεως αδικήματα, η τεράστια διαφορά ηλικίας συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα και προσδίδει στην εγκληματική δράση ακόμη μεγαλύτερη κοινωνική απαξία.
Έχοντας λοιπόν υπόψη μας όλα τα πιο πάνω, θα προχωρήσουμε με την επιβολή των αρμόζουσων ποινών στις κατηγορίες που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης και τους επιβαρυντικούς και ελαφρυντικούς παράγοντες του κατηγορούμενου. Ειδικότερα, έχουμε λάβει υπόψη την φύση των σεξουαλικών πράξεων, τη διάρκεια αυτών, την σχέση του κατηγορούμενου με το θύμα σε συνδυασμό με την μεγάλη διαφορά ηλικίας, που μόνο αποστροφή και απαξία προκαλεί, καθώς και τις συνέπειες προς το θύμα. Από την άλλη λάβαμε υπόψη την άμεση παραδοχή του κατηγορούμενου, την έμπρακτη μεταμέλεια του, το λευκό του ποινικό μητρώο, τις προσωπικές του συνθήκες και ειδικότερα την ηλικία του.
Καταλήγοντας, επιβάλλονται στον κατηγορούμενο, οι κάτωθι ποινές:
1) Στις κατηγορίες αρ. 1, 2, 5, 6, 7, 8, 9 και 10 ποινή φυλάκισης 6 χρόνων, σε έκαστη από τις κατηγορίες αυτές.
2) Στις κατηγορίες αρ. 3 και 4 ποινή φυλάκισης 4 χρόνων, σε έκαστη από τις κατηγορίες αυτές.
Όλες οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν να συντρέχουν, καθότι αποτελούν μια ενιαία εγκληματική συμπεριφορά που επιδείχθηκε από τον κατηγορούμενο εναντίον του θύματος κάτω από τις ίδιες περιστάσεις και στον ίδιο χώρο.
Οι ποινές φυλάκισης να μειωθούν κατά το χρονικό διάστημα που ο Κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση για την παρούσα υπόθεση και συγκεκριμένα από τις 24/02/2025.
Περαιτέρω, έχοντας λάβει υπόψη το σύνολο των περιστάσεων αυτής της υπόθεσης και ειδικότερα, την σοβαρότητα και φύση των ποινικών αδικημάτων που διαπράχθηκαν από τον κατηγορούμενο και τις περιστάσεις τους, αλλά και αυτές του κατηγορουμένου και επιπλέον, τις ποινές που ανωτέρω του επιβλήθηκαν για αυτά και την διαταγή μας για άμεση εκτέλεση τους, κρίνουμε δικαιολογημένο το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για έκδοση εναντίον του και διατάγματος με βάση το Άρθρο 14 (1) (γ) του Νόμου 91(Ι)/2014.
Κατά συνέπεια, επιπρόσθετα, εκδίδουμε εναντίον του κατηγορουμένου, διάταγμα εποπτείας από την Αρχή Εποπτείας, που έχει εγκαθιδρυθεί και λειτουργεί βάσει του Μέρους V του Νόμου 91(Ι)/2014, για περίοδο τεσσάρων (4) ετών από σήμερα.
Τα τεκμήρια της υπόθεσης να καταστραφούν.
(Υπ.) -----------------------------------------
Χρ. Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) -----------------------------------------
Μιχάλης Γ. Λοϊζου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) -----------------------------------------
Ε. Χατζήπαπα – Αβραάμ, Ε.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής