
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: K.Γεωργίου, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 20818/23
Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού
ν.
ΦΕΛΙΖΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
--------------------------
Ημερομηνία: 28 Απριλίου 2025
Εμφανίσεις:
Για κατηγορούσα αρχή: κ.Γ.Αργυρού
Για κατηγορούμενη: κ.Στ.Αλβάνης
Κατηγορούμενη παρούσα
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η κατηγορούμενη κατηγορείται με 3 κατηγορίες, οι οποίες αφορούν επίθεση κατά οργάνου τηρήσεως της τάξεως (1η κατηγορία), ανησυχία (2η κατηγορία) και δημόσια εξύβριση (3η κατηγορία).
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των κατηγοριών, η κατηγορούμενη την 08/09/23 στη Λεμεσό, επιτέθηκε κατά του Αστ.Σ.Ν. κατά τη δέουσα εκτέλεση του καθήκοντος του (1η κατηγορία), άνευ ευλόγου αιτίας προκάλεσε θόρυβο σε δημόσιο χώρο, δηλαδή στην οδό Ηλέκτρας, κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει διασάλευση της ειρήνης (2η κατηγορία) και μέσα από την οικία της κατά τρόπο ή υπό συνθήκας ώστε να ήταν ενδεχόμενο να ακουστεί από οιονδήποτε πρόσωπο που εβρίσκετο σε δημόσιο χώρο, εξύβρισε τον Αστ.Σ.Ν. με τη φράση «Πουστοαστυνομικοί, εννα μας πουν τι θα κάμουμε», κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση (3η κατηγορία).
Την 04/03/25 το Δικαστήριο με ενδιάμεση Απόφαση του, αποφάσισε όπως η υπόθεση προχωρήσει σε ακρόαση στην απουσία της κατηγορουμένης, λόγω του μη εντοπισμού της για να εκτελεστεί το ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον της. Το Δικαστήριο επιφύλαξε την Απόφαση του μετά την ακροαματική διαδικασία στις 28/03/25.
Η κατηγορούμενη συνελήφθηκε στις 02/04/25 και ενημερώθηκε για τη σημερινή ημερομηνία και εμφανίστηκε σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου για να ακούσει την Απόφαση.
Η κατηγορούσα αρχή για να αποδείξει την υπόθεση της κάλεσε 2 μάρτυρες κατηγορίας, την Αστ.Μ.Ι. (ΜΚ1) και τον Αστ.Σ.Ν. (ΜΚ2).
ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Η προσαχθείσα μαρτυρία στα κύρια σημεία της μπορεί να συνοψισθεί ως ακολούθως.
ΜΚ1
Η ΜΚ1 ανέφερε ότι είναι η εξεταστής της υπόθεσης, αναγνώρισε την κατάθεση της ημερ.08/10/23, υιοθέτησε το περιεχόμενο της και κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1. Σε αυτήν αναφέρει ότι την 08/10/23 μεταξύ των ωρών 21:00-21:05 κατηγόρησε γραπτώς την κατηγορούμενη και της επέστησε την προσοχή της στο Νόμο και αυτή απάντησε «Παραδέχομαι». Ακολούθως κατέθεσε τη γραπτή κατηγορία εναντίον της κατηγορουμένης ως Τεκμήριο 2.
ΜΚ2
Ο ΜΚ2 αναγνώρισε την κατάθεση του ημερ.08/09/23, υιοθέτησε το περιεχόμενο της και κατατέθηκε ως Τεκμήριο 3. Σε αυτήν αναφέρει ότι την 08/09/23 και ώρα 15:30 ανέλαβε καθήκον για συνεχή υπηρεσία μέχρι τις 23:00 και περί ώρα 18:25, μετέβη στην οδό Ηλέκτρας στον Άγιο Ιωάννη, μετά από παράπονο ότι εντός της αυλής συγκεκριμένης οικίας υπήρχαν ψόφια 1 γατάκι και 1 πουλί, με αποτέλεσμα να δημιουργείται έντονη δυσοσμία. Με την άφιξη του στο μέρος, εισήλθε στην αυλή της οικίας, από την οποία εξήλθε η ένοικος, τα στοιχεία της οποίας αναφέρονται στο Τεκμήριο 3, στην οποία ανέφερε το παράπονο και αυτή υποσχέθηκε ότι θα προβεί στην περισυλλογή τους. Ενώ μιλούσε με την ένοικο, εξήλθε από την οικία η κατηγορούμενη, η οποία είναι κόρη της και άρχισε να φωνάζει δυνατά «δεν καθαρίζουμε τίποτε ρε φύε που δαμέ» και τον έσπρωξε στο στήθος χωρίς ο ΜΚ2 να προλάβει να αντιδράσει. Ακολούθως η κατηγορούμενη εισήλθε στην οικία, έκλεισε την πόρτα και συνέχισε να φωνάζει «πουστοαστυνομικοί, εννα μας πουν τι θα κάμουμε». Από τις φωνές της κατηγορουμένης εξήλθαν από τις οικίες τους οι ένοικοι γειτονικών οικιών για να δουν τι συμβαίνει. Λόγω του ότι ο ΜΚ2 γνώριζε ότι η κατηγορούμενη ήταν χρήστης ναρκωτικών και ήταν σε έξαλλη κατάσταση, δεν έκρινε αναγκαίο να της επιστήσει την προσοχή της στο Νόμο και αναχώρησε από το μέρος για να ηρεμήσει η κατάσταση. Επιπλέον ο ΜΚ2 περιέγραψε την επίθεση στο Δικαστήριο δείχνοντας πως τον έσπρωξε η κατηγορούμενη.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τους μάρτυρες κατηγορίας μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της Δίκης, παρακολούθησα να δίνουν δια ζώσης τη μαρτυρία τους από το εδώλιο και άκουσα με προσοχή τα όσα κατέθεσαν ενόρκως, παρακολούθησα τις αντιδράσεις τους, τον τρόπο που απαντούσαν, την επιφυλακτικότητα ή την νευρικότητα τους (βλ.C&A Pelecanos Associates LTD v. Ανδρέα Πελεκάνου (1999) 1ΑΑΔ1273). Έλαβα υπόψιν μου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας τους, τη συνολική εμφάνιση και συμπεριφορά τους, με δείκτη μεταξύ άλλων την πηγή της γνώσης τους, τη μνήμη τους, την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος ή τυχόν προκατάληψης, την ανιδιοτέλεια, την ακεραιότητα και την αληθοφάνεια (βλ.Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1ΑΑΔ614). Κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους, έλαβα επίσης υπόψη μου ότι με βάση τη Νομολογία είναι ανάγκη μια μαρτυρία να τίθεται στη βάσανο της αξιολόγησης από απόψεως περιεχομένου και να μην γίνεται αποδεκτή ή να απορρίπτεται με μόνο την εξωτερική εντύπωση που προκαλεί ο μάρτυρας (βλ.Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ v. Πολυβίου (2009) 1ΑΑΔ339). Επιπροσθέτως, αξιολογώντας τη μαρτυρία υπενθύμισα στον εαυτό μου, ότι ακόμη και απόρριψη κάποιων εκδοχών αυτής, δεν σημαίνει αναγκαστικά και τη μη αποδοχή της, εφόσον το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να βασιστεί σε μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, η οποία συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας, στην απουσία ισχυρών λόγων περί του αντιθέτου (βλ.Σάββα Γεώργιος ν. Aστυνομίας (1998) 2ΑΑΔ391, Evpalia Trading Ltd ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2008) 2ΑΑΔ162).
Η εντύπωση που αποκόμισα από την ΜΚ1 ήταν θετική. Από την όλη παρουσία της στο εδώλιο του μάρτυρα, σχημάτισα την εντύπωση ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει την αλήθεια, παραθέτοντας τα όσα έπραξε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της. Η μοναδική ενέργεια της ήταν να κατηγορήσει γραπτώς την κατηγορούμενη. Με βάση τα ανωτέρω η μαρτυρία της γίνεται αποδεκτή στην ολότητα της.
Ο ΜΚ2 μου έκανε και αυτός καλή εντύπωση. Τα όσα ανέφερε στην κατάθεση του- Τεκμήριο 3 και τα όσα διευκρίνισε προς το Δικαστήριο σε σχέση με τα όσα επεσυνέβησαν εκείνη την ημέρα, εκτέθηκαν από τον ίδιο με αληθοφάνεια, δεν διαφάνηκε να έχει οποιοδήποτε λόγο να κινηθεί εκδικητικά εναντίον της κατηγορουμένης, ούτε διέκρινα οτιδήποτε στη μαρτυρία του που να δεικνύει πικρία για το συμβάν ή οποιαδήποτε πρόθεση του να κρύψει την αλήθεια από το Δικαστήριο. Αντιθέτως εξήγησε ότι επειδή γνώριζε ότι η κατηγορούμενη ήταν χρήστης ναρκωτικών και ήταν σε έξαλλη κατάσταση, δεν έκρινε αναγκαίο να της επιστήσει την προσοχή της στο Νόμο και αναχώρησε από το μέρος για να ηρεμήσει η κατάσταση. Επιπλέον από τη στιγμή που δεν υπέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση κατά την κυρίως εξέταση του, αλλά και δεν αντεξετάστηκε, η μαρτυρία του παρέμεινε αναντίλεκτη και ως τέτοια γίνεται αποδεκτή στην ολότητα της από το Δικαστήριο.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Έχοντας μελετήσει και αξιολογήσει τη μαρτυρία που προσάχθηκε ενώπιον μου και τα κατατεθέντα Τεκμήρια, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα.
Την 08/09/23 και περί ώρα 18:25 ο ΜΚ2 εν ώρα καθήκοντος μετέβη στην οδό Ηλέκτρας στον Άγιο Ιωάννη, μετά από παράπονο ότι εντός της αυλής συγκεκριμένης οικίας, υπήρχαν ψόφια 1 γατάκι και 1 πουλί με αποτέλεσμα να δημιουργείται έντονη δυσοσμία. Με την άφιξη του στο μέρος εισήλθε στην αυλή της οικίας, από την οποία εξήλθε η ένοικος, στην οποία ανέφερε το παράπονο και αυτή υποσχέθηκε ότι θα προβεί στην περισυλλογή τους. Ενώ μιλούσε με την ένοικο, εξήλθε από την οικία η κατηγορούμενη, η οποία είναι κόρη της και άρχισε να φωνάζει δυνατά «δεν καθαρίζουμε τίποτε ρε φύε που δαμέ» και τον έσπρωξε στο στήθος χωρίς ο ΜΚ2 να προλάβει να αντιδράσει. Ακολούθως η κατηγορούμενη εισήλθε στην οικία και έκλεισε την πόρτα και συνέχισε να φωνάζει «πουστοαστυνομικοί, εννα μας πουν τι θα κάμουμε». Από τις φωνές της κατηγορουμένης εξήλθαν από τις οικίες τους οι ένοικοι γειτονικών οικιών για να δουν τι συμβαίνει. Η κατηγορούμενη κατηγορήθηκε γραπτώς στις 08/10/23 για τα αδικήματα που αντιμετωπίζει και απάντησε «παραδέχομαι».
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στις ποινικές υποθέσεις η κατηγορούσα αρχή θα πρέπει να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ.Λοϊζου v. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ363, Σωτηριάδης v. Αστυνομίας (1991) 2ΑΑΔ482) και εναπόκειται στην κατηγορούσα αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (βλ. Φλουρής v. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ401).
Τα αδίκημα της 1ης κατηγορίας εδράζεται στο άρθρο 244(β) του Κεφ.154 το οποίο αναφέρει τα ακόλουθα:
«244. Όποιος-
…………………………………………………
(β) επιτίθεται ή αντιστέκεται ή εσκεμμένα παρεμποδίζει όργανο τήρησης της τάξης κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντος του ή άλλο που παρέχει συνδρομή σε τέτοιο όργανο τήρησης της τάξης ή
…………….........................................
είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δύο χρόνων.»
Από το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου σε συνδυασμό με τις λεπτομέρειες του αδικήματος συνάγεται ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι τα ακόλουθα:
1. η κατηγορούμενη να επιτέθηκε εναντίον οργάνου τήρησης της τάξης,
2. η επίθεση να έγινε κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντος του οργάνου τήρησης της τάξης.
Επίθεση είναι οποιαδήποτε πράξη, που γίνεται με πρόθεση ή με απερισκεψία (recklessly) να προκαλέσει και που προκαλεί σε ένα άλλο πρόσωπο το φόβο ότι θα ασκηθεί άμεση και παράνομη βία εναντίον του (βλ. R. v. Venna (1975) 3All ER788). Σε σχέση με το νοητικό στοιχείο της επίθεσης (mens rea), σχετική είναι η υπόθεση Πετρόπουλος ν. Αστυνομίας (2003) 2ΑΑΔ574 όπου λέχθηκε ότι απαγορεύεται η χρήση βίας χωρίς νομικό έρεισμα- παρανόμως (unlawfully). H διάπραξη του αδικήματος μπορεί να τελεστεί σκόπιμα ή απερίσκεπτα (βλ.«Blackstone's Criminal Practice 2017», Section B2, B2.1, σελ.74 και Β.2.12, σελ.78-79). Επίθεση μπορεί να διαπραχθεί και χωρίς ο κατηγορούμενος να αγγίξει το άλλο πρόσωπο, πρέπει όμως να υπάρχει κάποια πράξη ή συμπεριφορά που να κάνει το θύμα να την εκλάβει ως επικείμενη άσκησης παράνομης βίας εναντίον του (βλ.«Blackstone's Criminal Practice 2017», Section B2, B2.5, σελ.76).
Στην παρούσα περίπτωση η κατηγορούμενη επιτέθηκε στον ΜΚ2, ο οποίος είναι Αστυνομικός, κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντος του, σπρώχνοντας τον στο στήθος. Άρα πληρούνται τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος.
Όσον αφορά το αδίκημα της ανησυχίας της 2ης κατηγορίας, το άρθρο 95 του Κεφ.154 αναφέρει τα ακόλουθα:
«95. Όποιος χωρίς εύλογη αιτία προκαλεί θόρυβο ή ταραχή σε δημόσιο χώρο με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να οδηγήσει σε ανησυχία τους περίοικους ή να προκαλέσει διασάλευση της ειρήνης, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών μηνών.»
Από το λεκτικό του υπό αναφορά άρθρου συνάγεται ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι:
1. η κατηγορούμενη να προκαλεί θόρυβο ή ταραχή,
2. σε δημόσιο χώρο,
3. κατά τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει διασάλευση της ειρήνης,
4. η πιο πάνω ενέργεια της να γίνεται χωρίς εύλογη αιτία.
(βλ. ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν.Εφ.319/2018, ημερ.20/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:B480).
Στο άρθρο 4 του Κεφ. 154 ορίζεται ότι:
«“δημόσιος χώρος” ή “δημόσιο υποστατικό” περιλαμβάνει δημόσια διάβαση και κτίριο, μέρος ή τόπο φυσικής άνεσης, όπου κάθε φορά το κοινό έχει δικαίωμα ή άδεια εισόδου, είτε χωρίς όρους είτε με όρο πληρωμής, καθώς και κτίριο ή χώρο που χρησιμοποιείται κάθε φορά για δημόσια ή θρησκευτική συγκέντρωση, για συνάθροιση ή ως δικαστήριο σε δημόσια συνεδρίαση».
Ο όρος ερμηνεύθηκε στις Αποφάσεις Ευθυμιάδης ν. Αστυνομίας (1991) 2ΑΑΔ25 και Μιχαήλ κ.α ν. Αστυνομίας (1997) 2ΑΑΔ362.
Περαιτέρω στην Ηροδότου ν. Αστυνομίας (2006) 2ΑΑΔ373 τονίστηκε ότι το κριτήριο ως προς το κατά πόσο δημιουργείται ανησυχία, είναι αντικειμενικό, εφόσον στην εν λόγω υπόθεση, ως προέκυψε από τη μαρτυρία, από τις φωνές και την ανησυχία που προκάλεσε ο εφεσείων εξήλθαν από τα γραφεία τους οι παριστάμενοι ανήσυχοι.
Στην παρούσα από τις φωνές της κατηγορουμένης, εξήλθαν από τις οικίες τους οι γείτονες για να δουν τι συμβαίνει, πλην όμως ο χώρος όπου βρισκόταν η κατηγορούμενη, δηλαδή η αυλή της οικίας της, δεν είναι δημόσιος. Αρά, εν προκειμένω δεν πληρείται το συστατικό στοιχείο του δημόσιου χώρου.
Όσον αφορά το αδίκημα της δημόσιας εξύβρισης το άρθρο 99 του Κεφ.154 αναφέρει τα ακόλουθα:
«99. Όποιος, σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος με τέτοιο τρόπο ή κάτω από συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο, εξυβρίζει άλλο με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση ενός μήνα ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εβδομήντα πέντε λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.»
Τα συστατικά του στοιχεία του αδικήματος ως προκύπτουν ανωτέρω είναι:
1. η εξύβριση άλλου,
2. να γίνεται με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση,
3. να γίνεται σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος με τέτοιο τρόπο ή κάτω από συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο.
Το κριτήριο του κάτα πόσο έχει τελεστεί εξύβριση είναι αντικειμενικό. Στην Αχιλλέως ν. Δημοκρατίας (1996) 2ΑΑΔ98 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Η νομική θεμελίωση της πρωτόδικης απόφασης επεκτάθηκε και στα ισχύοντα στην Ινδία της οποίας ο Ποινικός Κώδικας περιέχει παρόμοια πρόνοια για εξύβριση: Βλέπε Hari Singh Gour 'The Penal Law of India, 9η έκδοση, 4ος τόμος, σελ. 4186 και επ., όπου ο συγγραφέας, αναλύοντας τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της εξύβρισης κατά το άρθρ. 504 του Ποινικού Κώδικα των Ινδιών, υπογραμμίζει ότι δεν αποτελεί εξύβριση απλώς η έλλειψη καλής συμπεριφοράς. Όπως αναφέρει στη σελ. 4189:
"The offence of criminal insult punishable by this section derives its criminality from the fact that it is intentional and gives provocation which is likely to lead to retaliation."
Οι παραπομπές της πρωτόδικης απόφασης περιλαμβάνουν τη γνωστή αγγλική υπόθεση Brutus v. Cozens [1972] 2 All E.R. 1297. Η εκκαλούμενη απόφαση τονίζει την αντικειμενική φύση των στοιχείων του αδικήματος, που έθεσε ο Lord Reid με τη φράση:
"....an ordinary sensible man knows an insult when he sees or hears one."
Φαίνεται πως οι λέξεις "sees one" εισάγει παράλληλα με την εξύβριση δια λόγων και την εξύβριση με χειρονομίες.»
Περαιτέρω και σε σχέση με την πρόκληση, το κριτήριο είναι κατά πόσο ο μέσος λογικός άνθρωπος θα προκληθεί (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Natalia Kozina (1999) 2ΑΑΔ503), ενώ στην υπόθεση Λαπηθίου ν. Αστυνομίας, Ποιν.Έφ.141/20, ημερ.03/02/21, ECLI:CY:AD:2021:B29, αποφασίστηκαν τα εξής:
«Η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν απαιτείτο η απόδειξη πραγματικής πρόκλησης σε επίθεση του ακροατή της εξύβρισης, είναι ορθή. Η απουσία μαρτυρίας περί πραγματικής πρόκλησης παρευρισκόμενου να επιτεθεί, είναι αδιάφορη. Είναι αρκετό, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 99 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, ότι ήταν ενδεχόμενο από την εξύβριση να αντιδράσει επιθετικά παριστάμενο πρόσωπο».
Επιπλέον στην Μ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν.Εφ.149/2019, ημερ.20/10/2020, ECLI:CY:AD:2020:B358 το ΑΔ ανέφερε τα ακόλουθα:
«Για την κατηγορία της δημόσιας εξύβρισης και την εισήγηση του εφεσείοντα ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι ο χώρος στον οποίο διαπράχθηκε το συγκεκριμένο αδίκημα ήταν δημόσιος, συστατικό στοιχείο του αδικήματος, το Δικαστήριο, με αναφορά σε νομολογία (βλ. Ευθυμιάδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 25, Anthony Castelow and another v. The Police (1970) 2 C.L.R. 141 και Μιχαήλ κ.ά. ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 362), διαπίστωσε ότι οι φράσεις που αναφέρονται στο κατηγορητήριο, εκστομίστηκαν από τον εφεσείοντα σε συγκεκριμένο μέρος του Σταθμού λεωφορείων του ΟΣΕΛ νωρίς το πρωΐ, όπου σύμφωνα με τη μαρτυρία κινείτο πάρα πολύς κόσμος, επιβάτες και οδηγοί, κυρίως οδηγοί. Συνεπώς έκρινε ότι το συμβάν της δημόσιας εξύβρισης έλαβε χώρα σε δημόσιο μέρος, εξ ου και τον καταδίκασε στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Σύμφωνα με το άρθρο 99 του Ποινικού Κώδικα:
″Όποιος, σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος με τέτοιο τρόπο ή κάτω από συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο, εξυβρίζει άλλο με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση ενός μήνα ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εβδομήντα πέντε λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.″
Το άρθρο 99 υπήρξε αντικείμενο εξέτασης, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 493, όπου στη σελ. 499 αναφέρονται τα εξής ως προς την έννοια του δημόσιου χώρου:
″Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά κατέληξε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο το γραφείο της παραπονούμενης δεν ήταν κλειστό για το κοινό, μάλιστα δε, ήταν παρόντα τουλάχιστον τρία άλλα άτομα, συνεργάτες και υπάλληλοί της, οι οποίοι ασχολούνταν με την εργασία τους. Το υποστατικό της παραπονούμενης ως επαγγελματικός χώρος ήταν ανοικτό για το γενικό κοινό και συνεπώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως δημόσιος χώρος για τους σκοπούς του συγκεκριμένου αδικήματος (Νίκη Μιχαήλ κ.ά. ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 362). Το κοινό είχε πρόσβαση στο κατάστημα και συνεπώς το ίδιο το κατάστημα μπορούσε να θεωρηθεί, σύμφωνα με το Άρθρο 4 και ως δημόσιος χώρος.″
Παρόλο που η κατηγορούμενη εξύβρισε μέσα από την οικία της, τα όσα φώναξε ακούστηκαν εκτός της οικίας, κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση και άρα πληρούνται τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Από την προσκομισθείσα μαρτυρία την οποία έχω κάνει αποδεκτή και τα ευρήματα μου, καταλήγω ότι η κατηγορούσα αρχή απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων της 1ης και 3ης κατηγορίας που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο και η κατηγορούμενη κρίνεται ένοχη στα αδικήματα που αντιμετωπίζει στις κατηγορίες αυτές.
Ενόψει των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, καταλήγω ότι η κατηγορούσα αρχή απέτυχε να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της 2ης κατηγορίας και η κατηγορούμενη αθωώνεται στο αδίκημα που αντιμετωπίζει στην κατηγορία αυτή.
(Υπ.)………….....................
Κ. Γεωργίου, Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο