ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Ιωαννίδου-Παπά, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 2799/23
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΑΝΤΙΟΝ
H. J.
-----------------------------------
Ημερομηνία: 4 Ιουλίου 2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Κυριακίδου
Για τον Κατηγορούμενο: κα Ι. Αδάμου
Κατηγορούμενος παρών
ΠΟΙΝΗ
Ο κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος κατόπιν δικής του παραδοχής σε 9 κατηγορίες δηλαδή για αδικήματα διαπραχθέντα στις 27.2.22 ήτοι της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή 0,77 γραμμαρίων μεθαμφεταμίνης (κατηγορία 1), της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β΄ ήτοι 1,70 γραμμαρίων φυτού κάνναβης (κατηγορία 2), της παράνομης χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α΄ μεθαμφεταμίνης στις 26/02/2022 (κατηγορία 3), του καπνίσματος φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη (κατηγορία 4) ως επίσης αδικήματα διαπραχθέντα στις 17.10.21 ήτοι της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α ήτοι 1,87 γραμμαρίων μεθαμφεταμίνης (κατηγορία 5), της παράνομης κατοχής 1,10 γραμμαρίων κοκαΐνης (κατηγορία 6), της παράνομης κατοχής 7,58 γραμμαρίων φυτού κάνναβης (κατηγορία 7), της παράνομης χρήσης μεθαμφεταμίνης (κατηγορία 8) και της παράνομης χρήση κοκαΐνης (κατηγορία 9).
Η κατηγορία 10 διακόπηκε σε προγενέστερο στάδιο από την Κατηγορούσα Αρχή, και ο κατηγορούμενος απαλλάχθηκε σε αυτή. Όλα τα αδικήματα που αντιμετωπίζει είναι κατά παράβαση των περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμος 29/77 όπως έχει τροποποιηθεί.
Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν εκτεθεί από την Κατηγορούσα Αρχή και δεν έχουν αμφισβητηθεί από την Υπεράσπιση και συνοπτικά έχουν ως ακολούθως:
Στις 27/02/2022 και περί ώρα 09:50 ενώ Αστυφύλακες του Ο.Π.Ε. βρίσκονταν σε μηχανοκίνητη περιπολία αντιλήφθηκαν ένα μαύρο ξεκινημένο αυτοκίνητο που βρισκόταν έξω από το ξενοδοχείο Aquarium και θεωρήθηκε ύποπτο. Από έλεγχο που ακολούθησε διαπιστώθηκε ότι στη θέση του οδηγού βρισκόταν ένα πρόσωπο και η μηχανή του οχήματος ήταν σε λειτουργία. Αφού υποδείχθηκε η αστυνομική ταυτότητα του αστυνομικού στο εν λόγω πρόσωπο διαπιστώθηκε ότι αυτός ήταν ο κατηγορούμενος και λόγω του ότι από το όχημα αναδυόταν έντονη μυρωδιά κάνναβης ο Αστυφύλακας 3688 πληροφόρησε τον κατηγορούμενο ότι υπάρχει εύλογη υποψία ότι εντός του οχήματος πιθανόν να υπάρχουν ναρκωτικά. Του επιστήθηκε η προσοχή στον Νόμο και απάντησε «έχω πράμα δεν κάνω κάτι κακό». Στη συνέχεια έγινε έρευνα στο αυτοκίνητο, όπου εντοπίστηκε στο χαλάκι του συνοδηγού ένα πράσινο τεμάχιο από νάιλον διαφανές σακουλάκι που περιέχει πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης και επίσης εντοπίστηκε δίπλα ένα κόκκινο τεμάχιο νάιλον διαφανές σακουλάκι το οποίο περιείχε άσπρη κρυσταλλική ουσία μεθαμφεταμίνης. Αυτά παραλήφθηκαν ως τεκμήριο. Αφού του επιστήθηκε η προσοχή στον Νόμο ο κατηγορούμενος απάντησε «εν δικά μου, πίνω να χαλαρώνω». Συνελήφθηκε για αυτόφωρο αδίκημα και απάντησε «εντάξει». Ο κατηγορούμενος όσο και τα ανευρεθέντα τεκμήρια μεταφέρθηκαν στο γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού. Του εξηγήθηκαν τα δικαιώματά του, τα εν λόγω τεκμήρια συσκευάστηκαν, σφραγίστηκαν και υπογράφηκαν από τον κατηγορούμενο και από τον Αστυφύλακα 328 της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος ανακρίθηκε και έδωσε θεληματική κατάθεση, έγινε έλεγχος αυτών από το Γενικό Χημείο του Κράτους και διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για 5,77 γραμμάρια μεθαμφεταμίνης και 1,70 γραμμάρια φυτού κάνναβης.
Αναφορικά με τις κατηγορίες που αφορούν τα αδικήματα της ημερομηνίας 17/10/2021 είναι τα εξής:
Στις 17.10.21 Αστυφύλακες του Ο.Π.Ε. Λεμεσού ερεύνησαν δυνάμει δικαστικού εντάλματος την κατοικία του κατηγορουμένου και το όχημά του και κατά τη διάρκεια της έρευνας, η οποία έγινε στην παρουσία του κατηγορουμένου, η ώρα 07:50 ο Αστυφύλακας 2223 εντόπισε πάνω στη θέση του οδηγού του οχήματος του κατηγορουμένου ένα πλαστικό κουτί μαύρου χρώματος, μέσα στο οποίο εντοπίστηκαν τα ακόλουθα: ένα νάιλον σακουλάκι, το οποίο περιείχε πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης συνολικού βάρους περίπου πέντε γραμμαρίων, ένα νάιλον διαφανές σακουλάκι κλειστό διά καψίματος, το οποίο περιείχε άσπρη σκόνη ομοιάζουσα με κοκαΐνη, συνολικού μεικτού βάρους ενός γραμμαρίου, ένα νάιλον διαφανές σακούλι τύπου zip lock το οποίο περιείχε άσπρη κρυσταλλική ουσία ομοιάζουσα με μεθαμφεταμίνη συνολικού μεικτού βάρους 2 γραμμαρίων και ένα πλαστικό σπαστήρα κόκκινου χρώματος που περιείχε ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης. Ο Αστυφύλακας 2223 τα υπέδειξε στον κατηγορούμενο, τον συνέλαβε για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β και αυτός απάντησε «κάμε τη δουλειά σου». Μετά του υπέδειξε την κοκαΐνη και την μεθαμφεταμίνη απάντησε «είναι δικά μου, λίγη κοκαΐνη και λίγο crystal». Στη συνέχεια η ώρα 07:53 εντοπίστηκε στο πάτωμα της θέσης του συνοδηγού ένα ξύλινο κουτάκι μαύρου χρώματος στο οποίο υπήρχε ποσότητα άσπρης σκόνης ομοιάζουσας με κοκαΐνη βάρους 0,2 γραμμαρίων. Υποδείχθηκαν στον κατηγορούμενο, του επεστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο και απάντησε «η κοκαΐνη εν δική μου». Του λήφθηκε ανακριτική κατάθεση στην οποία παραδέχθηκε ότι είναι χρήστης και είναι για δική του χρήση. Αυτά εξετάστηκαν από το Κρατικό Χημείο, διαπιστώθηκε ότι ήταν 1,87 γραμμάρια μεθαμφεταμίνης, 1,10 γραμμάρια κάνναβης, 7,58 γραμμάρια από φυτό κάνναβης και επιστράφηκαν πίσω στην αποθήκη της ΥΚΑΝ, όπου και κρατούνται ως τεκμήρια.
Η συνήγορος του κατηγορούμενου για σκοπούς μετριασμού της ποινής υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, η οποία ετοιμάστηκε για τον κατηγορούμενο, στην οποία αναφέρεται ότι είναι οικογενειάρχης και πατέρας τεσσάρων παιδιών και έχει αποκτήσει ακόμα ένα παιδί, το οποίο είναι ανήλικο ηλικίας τριών ετών. Έχει επίσης αναφερθεί ότι ο μόνος προστάτης της οικογένειας είναι αυτός και η σύζυγος του δεν εργάζεται.
Τα αδικήματα τα οποία έχει διαπράξει ο κατηγορούμενος είναι σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται από την προβλεπόμενη εκ του Νόμου ποινή, όπου για τα αδικήματα της παράνομης κατοχής κοκαΐνης η οποία αποτελεί ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι και 12 χρόνια ή χρηματική ποινή ή και οι δύο αυτές ποινές. Το ίδιο ισχύει και για την μεθαμφεταμίνη. Για το αδίκημα της παράνομης κατοχής κάνναβης, η οποία αποτελεί ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι οχτώ χρόνια ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές. Για το αδίκημα παράνομης χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, είτε και Α, προβλέπεται ποινή φυλάκισης διά βίου, χρηματική ποινή ή και οι δύο αυτές ποινές.
Όπως έχει νομολογηθεί, το ανώτατο όριο της προβλεπόμενης ποινής αντανακλά την αγωνία της κοινωνίας για τη διαρκώς αυξανόμενη συχνότητα διάπραξης αδικημάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά, τα οποία αποτελούν επικίνδυνη πληγή στο σώμα ολόκληρης της κοινωνίας και επηρεάζουν όχι μόνο το πρόσωπο που τα διαπράττει αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο κινείται, ιδιαίτερα βέβαια το οικογενειακό του περιβάλλον (βλ.Σίμκαση ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 22 και Χατζημάρκου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 482).
Στην υπόθεση Σάμπη ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 100,109, λέχθηκαν, ανάμεσα σε άλλα, τα ακόλουθα:
«Τα ναρκωτικά αποτελούν τη μάστιγα μιας σύγχρονης κοινωνίας, ιδιαιτέρως σε μια χώρα όπως την Κύπρο η οποία έχει ιδιαίτερα προβλήματα τα οποία ανάγονται στην κατοχή μέρους της χώρας μας από τα τουρκικά στρατεύματα και της αναγκαιότητας στήριξης της νεολαίας. Τα ναρκωτικά, ως επί το πλείστον, έχουν στόχο νεαρά πρόσωπα. Η αυστηρή αντιμετώπιση αδικημάτων αυτής της μορφής, αντανακλάται από την προβλεπόμενη από το νόμο ποινή, που για την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β προνοείται ποινή φυλάκισης 8 χρονών, και για το αδίκημα της κατοχής ιδίας φύσεως, με σκοπό την προμήθεια προς τρίτα πρόσωπα, η προβλεπόμενη ποινή είναι φυλάκιση δια βίου. Αυτό καταδεικνύει την αγωνία της κοινωνίας και την αποδοκιμασία του κοινωνικού συνόλου για αδικήματα αυτής της μορφής. Θα ήταν αδιανόητο να μην υπάρχει και η ενεργός συμμετοχή της δικαιοσύνης στον καθημερινό αγώνα που γίνεται για την καταπολέμηση της μάστιγας αυτής των ναρκωτικών. Βλ. Hadavand v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359.»
Το είδος, η ποσότητα και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται τα ναρκωτικά είναι παράγοντες που λαμβάνονται συνήθως υπόψη από το Δικαστήριο στον καθορισμό της αρμόζουσας ποινής (βλ. Mallouk ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 711) αλλά αυτό από μόνο του δεν είναι αποφασιστικής σημασίας.
Το άρθρο 30(4) του Νόμου 29/77 θεσμοθετεί κατά τρόπο πιο ολοκληρωμένο τους παράγοντες που το Δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής, ως καθιστώντες το αδίκημα ιδιαίτερα σοβαρό ή λιγότερο σοβαρό.
Θεώρηση της νομολογίας επισημαίνει ότι για τα αδικήματα που σχετίζονται με την κατοχή, εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών, όπως είναι η παρούσα υπόθεση, η συνήθης ποινή που επιβάλλεται είναι αυτή της ποινής φυλάκισης.
Είναι και νομολογιακά θεμελιωμένη η αρχή της διάκρισης της σοβαρότητας των αδικημάτων που αφορούν στην καλλιέργεια ή κατοχή ναρκωτικών για σκοπούς προμήθειας σε τρίτους από εκείνα που αφορούν σε καλλιέργεια ή κατοχή ναρκωτικών για προσωπική χρήση (βλ. Chaer ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 585, η οποία υιοθετήθηκε στη Mortimer v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 22). Στην υπόθεση Afroughi v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 174 και παραπέμπω στη σελ. 177:
«Και για τους χρήστες ναρκωτικών, οι οποίοι δηλητηριάζουν την ύπαρξή τους και διανοίγουν το δρόμο για τους εμπόρους ναρκωτικών, αρμόζουν αποτρεπτικές ποινές, όχι, όμως της ίδιας έντασης με αυτές που επιβάλλονται στους εμπόρους, εκείνους που καθιστούν επάγγελμά τους τη διασπορά του θανάτου. Για τους εμπόρους, είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα μετριασμού.Για τους χρήστες υπάρχει κάποιο περιθώριο, που, ομολογουμένως, με το χρόνο στενεύει· το περιθώριο εκείνο που σχετίζεται με την αδυναμία του ανθρώπου».
Στην Δημοκρατία v Νικολάου, Ποινική Έφεση 59/20, ημερ.16.2.22 το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε τις αρχές για την επιβολή αυστηρών ποινών σε αυτής της φύσεως τις υποθέσεις και ειδικότερα για τα αδικήματα της κατοχής ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα.
Παρομοίως, στην Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240, υπογραμμίστηκε η διάκριση μεταξύ της σοβαρότητας των εγκλημάτων κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, από τη μία, και εμπορίας ναρκωτικών, από την άλλη, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται ότι είναι οι χρήστες που συντηρούν την εμπορία.
Στην Ποινική Έφεση 177/15, 21.4.16, Νικόλας Γιαννακάκη ν Αστυνομίας, υιοθετήθηκε ο λόγος της απόφασης ημερ. 21.11.2014, στην Ποινική Έφεση 6/2014, Ελ Χαπίρ Ναζίπ ν. Αστυνομίας, όπου είχε λεχθεί ότι, η ενασχόληση με τα ναρκωτικά είτε για ιδία χρήση ή κατά μείζονα λόγο με την εισαγωγή και διάθεση ή προμήθεια σε τρίτους, αποτελεί μέγιστο κίνδυνο στην κοινωνική συνοχή ενόψει των προβλημάτων που επιφέρει η εξάρτηση. Η αντιμετώπιση κατά αυστηρό τρόπο των αδικοπραγούντων αποτελεί και τη συνδρομή των Δικαστηρίων, έστω κατασταλτικά, στον πόλεμο εναντίον των ναρκωτικών. Βλέπε επίσης την Τρύφωνος v. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ 197 όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Η χρήση ναρκωτικών ξαπλώνεται στη χώρα μας με γοργό ρυθμό επηρεάζοντας άμεσα και πολλές φορές καταλυτικά, όχι μόνο τη ζωή του χρήστη, της οικογένειας του αλλά ταυτοχρόνως φθείρει και τον ιστό της κοινωνίας. [...] Κάτω από αυτά τα δεδομένα, τα Δικαστήρια είναι επιφορτισμένα με την υποχρέωση επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην χαλιναγώγηση του παρατηρούμενου φαινομένου της διάβρωσης της κοινωνίας και των νέων ανθρώπων, ειδικότερα».
Το παρόν Δικαστήριο έχει δικαστική γνώση για την τεράστια εξάπλωση των ναρκωτικών ουσιών, η οποία αντλείται μέσα από την καταχώρηση σωρείας υποθέσεων αυτού του είδους στο Δικαστήριο. Λόγω, λοιπόν, της συχνότητας της διάπραξης των αδικημάτων που αφορούν στην κατοχή και εμπορία ναρκωτικών, και της αναγκαιότητας επιβολής αποτρεπτικών ποινών, οι συνήθεις μετριαστικοί παράγοντες, οι οποίοι εγείρονται έξω από το πλαίσιο των διαλαμβανομένων στο άρθρο 30(4) του Νόμου 29/77, είναι περιορισμένης σημασίας κατά την επιμέτρηση της ποινής. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Στέλιος Ζωμενή ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 400, όπου τονίστηκε ότι σε υποθέσεις αυτής της φύσης:
«Οι συνήθεις μετριαστικοί παράγοντες έχουν μόνο οριακή σημασία. Αυτό εν όψει των σοβαρότατων συνεπειών που προκύπτουν από την κατοχή και εμπορία των ναρκωτικών οι οποίες είναι πλέον ορατές».
Στην Gholi v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 30 λέχθηκε ότι:
''Οι προσωπικές περιστάσεις και τα ιδιαίτερα προβλήματα αδικοπραγούντων σε αυτού του είδους των υποθέσεων λαμβάνονται βέβαια σε κάποιο βαθμό υπόψη. Και η εξατομίκευση έχει τη θέση της. Αλλά δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για προστασία της κοινωνίας. Βλ. Παυλίδης και Άλλος ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 220. Η πείρα καταδείχνει ότι οι έμποροι ναρκωτικών συχνά επιλέγουν άτομα αδύναμα ή άτομα με ειδικά προβλήματα για τη μεταφορά ναρκωτικών. Η κατανόηση αυτών των αδυναμιών και προβλημάτων δεν μπορεί να επιδράσει κατά τρόπο που να εξασθενίζει την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου».
Επίσης έχει νομολογηθεί ότι το ύψος της ποινής πρέπει να καθορίζεται, αφού συνυπολογισθούν, πραγματικά οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου, ούτως ώστε η ποινή να μην είναι άδικη. Παραπέμπω στην Victor Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211, όπου λέχθηκαν τα εξής꞉
«Κρίνεται όμως ότι η ποινή που επεβλήθη εδώ θα μπορούσε να ήταν χαμηλότερη διότι δεν πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι οι προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου δεν λαμβάνονται ουσιαστικά καθόλου υπόψη, παρά το γεγονός ότι μνημονεύονται στην απόφαση».
Στην Στυλιανού v Δημοκρατίας, κ.α Ποινική Έφεση αρ.268/2015, ECLI:CY:AD:2018:B534, 13.12.18 αναφέρθηκαν τα εξής:
«Η σοβαρότητα των αδικημάτων της καλλιέργειας, κατοχής και εμπορίας ναρκωτικών ουσιών δεν μπορεί να υποβαθμιστεί ή να αμφισβητηθεί. Οι προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές και η νομολογία μας δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Ούτε και η εξατομίκευση της ποινής θα πρέπει να υποβαθμίζει την σοβαρότητα των αδικημάτων που διαπράχθηκαν από τον Εφεσείοντα αλλά ούτε και την ανάγκη πρόσδοσης αποτρεπτικού χαρακτήρα στην τιμωρία αδικημάτων της φύσης υπό εξέταση. Οι ανησυχητικές διαστάσεις που έχουν προσλάβει τα συγκεκριμένα αδικήματα, τα οποία προκαλούν την καταστροφή στους συνανθρώπους για εύκολο κέρδος, χρήζουν και την ανάλογη αντιμετώπιση για την αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου πάντοτε στο ορθό πλαίσιο και συνεκτίμηση όλων των σχετικών παραγόντων. Η αποτροπή είναι το κυρίαρχο στοιχείο στον καθορισμό και την έκταση της ποινής.
Στην παρούσα υπόθεση για προσδιορισμό και εξατομίκευση της ποινής λαμβάνω λοιπόν υπόψη μου τη σοβαρότητα των αδικημάτων. Ειδικότερα ως αυτή διαφαίνεται και από τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διάπραξη τους καθώς και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, ενόψει και της ανησυχητικής έξαρσης, η οποία παρατηρείται αλλά και των συνεπειών τέτοιας φύσης αδικημάτων στην κοινωνία.
Παρά τα πιο πάνω δεν εξαλείφεται η ανάγκη που υπάρχει παράλληλα για εξατομίκευση της ποινής ούτως ώστε αυτή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη. Από την άλλη όμως η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Ιωάννου κ.α ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 171 και Αστυνομία ν. Toorac Fashion Ltd (1993) 2 Α.Α.Δ. 17, Χαραλάμπους v Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ, σελ. 1,6).
Στην παρούσα περίπτωση λαμβάνω ιδιαίτερα υπόψη μου προς όφελος του κατηγορούμενου :
· την παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου η οποία δεν ήταν άμεση, Αυτή η στάση με βάση τη νομολογία πρέπει να αμείβεται επειδή αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης (Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατία (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 και Βασιλείου v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 110/2014 ημερ. 15.06.15, Ανδρέας Ανδρέου ν Δημοκρατίας Π.Ε. 163/2015, ημερομηνίας 11.7.2016 το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι «η παραδοχή είναι ο μόνος απτός τρόπος για να «μεταφερθεί» στο Δικαστήριο η μεταμέλεια ενός κατηγορουμένου και γι΄ αυτό το λόγο έχει δεσπόζουσα σημασία στην επιμέτρηση της ποινής». Περαιτέρω, στην υπόθεση Δημήτρης Βασιλείου ν Δημοκρατίας (ανωτέρο) τονίστηκε για άλλη μια φορά ότι η παραδοχή έχει τη σημασία της, ακόμα και στην περίπτωση που κάποιος συλλαμβάνεται επ' αυτοφώρω να διαπράττει αδίκημα που αφορά σε ναρκωτικές ουσίες, δεν μπορούμε να την παραγνωρίσουμε. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Αφετέρου όμως δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε το πάντοτε ευπρόσδεκτο μιας παραδοχής ως απτού στοιχείου μεταμέλειας αλλά και τη σημασία της».
· Ο κατηγορούμενος έδωσε θεληματική κατάθεση στην αστυνομία για τις 27/02/2022, όπου επίσης προέβηκε και σε παραδοχή για τα αδικήματα της ημερομηνίας 17/10/2021.
· Την κατοχή ναρκωτικών ουσιών μικρής σχετικά ποσότητας, τα οποία όμως ήταν τάξεως Α’ και τάξεως Β’ .
· Αυτός είναι χρήστης ναρκωτικών και δεν σχετίζεται με αδικήματα εμπορίας ναρκωτικών ουσιών.
· Την έκθεση των Κοινωνικών Υπηρεσιών, ημερομηνίας 20/05/2025 στην οποία διαφαίνεται ότι αυτός κατάγεται από τον Λίβανο, είναι ηλικίας 43 ετών έγγαμος και πατέρας 5 παιδιών. Πριν τη σύλληψη του διέμενε με τη σύζυγο και τα παιδιά του σε ενοικιαζόμενη κατοικία και λάμβανε εισοδήματα €800 από την εργασία του.
· Είναι άτομο λευκού ποινικού μητρώου στοιχείο που του δίδει την ευχέρεια να αιτείται της επιείκειας του Δικαστηρίου.
· Τον χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη των αδικημάτων. Δεν διαφεύγει του Δικαστηρίου ότι το παρόν κατηγορητήριο περιλαμβάνει δύο ποινικούς φακέλους για αδικήματα που έχουν διαπραχθεί στις 27/02/2022, 26/02/2022 και στις 17/10/2021 (ποινικός φάκελος 202/21). Τα αδικήματα του κατηγορητηρίου έχουν διαπραχθεί το έτος 2021 και 2022 και το κατηγορητήριο καταχωρίστηκε το έτος 2023. Βεβαίως ο κατηγορούμενος συνέτεινε σε αυτήν την καθυστέρηση γιατί έχω διεξέλθει του φακέλου και έχω διαπιστώσει ότι σε κάποιες περιπτώσεις ο ίδιος δεν παρουσιαζόταν ενώπιον του Δικαστηρίου και εκδίδονταν εντάλματα σύλληψης εναντίον του. Επίσης υπήρχε καθυστέρηση στην καταχώρηση του Κατηγορητηρίου και δεν έχει παρουσιαστεί οποιοσδήποτε λόγος από την Κατηγορούσα Αρχή περί τούτου. Ως έχει νομολογηθεί η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής, ειδικά αναφορικά με το είδος της ποινής, δηλαδή αν θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης. Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 ΑΑΔ 355, Αβραάμ ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 365, Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 617). Ανεξαρτήτως όμως του ποιος φέρει ευθύνη για την καθυστέρηση στην εκδίκαση μιας υπόθεσης το γεγονός της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την τιμωρία του παραβάτη τείνει ασφαλώς προς το μετριασμό της ποινής (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Αρέστη (1996) 2 Α.Α.Δ. 267).
Το Δικαστήριο δεν θεωρεί αλλαγή στις συνθήκες του κατηγορουμένου ως διατείνεται η υπεράσπιση ότι επειδή αυτός βρίσκεται στις Κεντρικές Φυλακές απεξαρτήθηκε. Δεν έχει παρουσιαστεί στο δικαστήριο οποιαδήποτε μικροβιολογική ανάλυση ούτε και εντάχθηκε σε οποιονδήποτε πρόγραμμα απεξάρτησης.
Συνεκτιμώντας λοιπόν όλα τα δεδομένα κρίνω ότι στην παρούσα, ενόψει της σοβαρότητας της ενδείκνυται η επιβολή ποινής φυλάκισης στον κατηγορούμενο.
Καταληκτικά επιβάλλω στον κατηγορούμενο τις ακόλουθες ποινές:
Στην 1η κατηγορία : ποινή φυλάκισης 3 μηνών,
Στην 2η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 2 μηνών,
Στην 3η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 5 μηνών,
Στην 4η κατηγορία: ποινή φυλάκισης 4 μηνών,
Στην 5η κατηγορία :ποινή φυλάκισης 3 μηνών,
Στην 6η κατηγορία :ποινή φυλάκισης 3 μηνών,
Στην 7η κατηγορία : ποινή φυλάκισης 2 μηνών,
Στην 8η κατηγορία και 9η: ποινή φυλάκισης 5 μηνών.
Οι ποινές φυλάκισης να συντρέχουν.
Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω το ενδεχόμενο αναστολής εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί στον κατηγορούμενο.
Το άρθρο 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 186(Ι)/03, προβλέπει ότι το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορουμένου. Η ποινή φυλάκισης με αναστολή δεν επιβάλλεται από Δικαστήριο ως μέτρο επιείκειας ή ως εναλλακτικό μέτρο τιμωρίας του παραβάτη και η επιλογή της ποινής φυλάκισης δεν πρέπει να συσχετίζεται με τη δυνατότητα αναστολής της. Το Δικαστήριο αποφασίζει το ύψος της ποινής και μετά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις που να δικαιολογούν την αναστολή της (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Περατικού (1997) 2 Α.Α.Δ. 373, Λιασίδης ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 94). Μεταξύ των παραγόντων που επιμετρούν ως προς το επιθυμητό ή όχι της αναστολής της ποινής φυλάκισης είναι η σοβαρότητα των περιστατικών και το κίνητρο για τη διάπραξη του αδικήματος, το μητρώο του Κατηγορουμένου ως δείκτης για την ανάγκη αποτροπής και η διαγωγή του Κατηγορουμένου μετά τη διάπραξη του αδικήματος και ιδιαίτερα η παρουσία ή απουσία στοιχείων μεταμέλειας.
Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση ημερ. 17.10.2016 στην Ποινική Έφεση 11/2016, Παρασκευά Παπαντελή ν. Δημοκρατίας, το οποίο αποτυπώνει την προσέγγιση του Εφετείου για τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των δικαστηρίων περί αναστολής ή μη της ποινής꞉
«Ο περί της Υφ' Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμος του 1972, Ν.95/72, θεσπίστηκε έτσι ώστε να προσφέρεται η δυνατότητα διεύρυνσης του περιθωρίου επιείκειας προς ένα πρόσωπο, με απόφαση για αναστολή της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης. Ο εν λόγω Νόμος τροποποιήθηκε με το Ν. 41(1)/97, ο οποίος περιόρισε, σε μεγάλο βαθμό, τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης μιας ποινής φυλάκισης, καθιστώντας τις προϋποθέσεις ανελαστικές. Συναρτάτο δηλαδή με την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, είτε στο πρόσωπο ενός κατηγορουμένου, είτε στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος».
Με την περαιτέρω τροποποίηση που επήλθε με το Ν.186(Ι)/2003, η εν λόγω διακριτική ευχέρεια διευρύνθηκε και το Δικαστήριο εξετάζει το ενδεχόμενο αναστολής, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης και τις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου.
Το θέμα έκτοτε απασχόλησε σε έκταση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αναφορά μπορεί να γίνει μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 583, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 22, και Κύπρος Κυπριανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση αρ. 28/2014, ημερ. 24.2.14.
Έχω εξετάσει με προσοχή και έχω λάβει υπόψη μου τόσο τα γεγονότα της υπόθεσης όσο και τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου καθώς και κάθε άλλο σχετικό παράγοντα. Έχοντας υπόψη μου την παραδοχή του κατηγορούμενου στην παρούσα υπόθεση, τόσο στο Δικαστήριο όσο και τη συνεργασία του με την Αστυνομία στην οποία έδωσε θεληματική κατάθεση, ότι ήταν χρήστης κατά τους επίδικους χρόνους και τις μικρές ποσότητες που κατείχε, το λευκό ποινικό του μητρώο, όλες τις προσωπικές και οικογενειακές του συνθήκες, όπως αναφέρθηκαν στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, τον χρόνο που παρήλθε, θεωρώ ότι δύναμαι να ασκήσω τις εξουσίες που ο Νόμος μου παρέχει και να αναστείλω την εκτέλεση των επιβληθεισών ποινών φυλάκισης. Υπό τις περιστάσεις που ανωτέρω ανέφερα καταλήγω ότι δύναμαι να δώσω στον κατηγορούμενο μία δεύτερη ευκαιρία.
Συνεπώς η εκτέλεση των πιο πάνω ποινών φυλάκισης αναστέλλεται για περίοδο 3 ετών από σήμερα.
(Επεξηγείται στον κατηγορούμενο η έννοια της αναστολής της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης).
Τα τεκμήρια να κατασχεθούν και να καταστραφούν.
( Υπ. )..........................................
Γ. Ιωαννίδου ‑ Παπά, Ε.Δ
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο