ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. C. I. V., Αρ. Υπόθεσης: 12390/2021, 31/7/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. C. I. V., Αρ. Υπόθεσης: 12390/2021, 31/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Ιωαννίδου-Παπά, Ε.Δ.

 

Αρ. Υπόθεσης: 12390/2021

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

ΕΝΑΝΤΙΟΝ

 

   C. I. V.

 

 

-----------------------------------

 

Ημερομηνία: 31 Ιουλίου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Χ. Κυριακίδου

Για τον Κατηγορούμενο: κα Κ. Πιερούδη

Κατηγορούμενος παρών

 

ΠΟΙΝΗ

 

               Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος κατόπιν δικής του παραδοχής στην κατηγορία της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση των άρθρων 371, 294(α), 255 και 20 του Ποινικού Κώδικα  Κεφ. 154 (κατηγορία 1) και στην κατηγορία της διάρρηξης κτιρίου και κλοπής κατά παράβαση των άρθρων 294(α), 255 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (κατηγορία 2).

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 1 ο κατηγορούμενος μεταξύ της 1ης και της 2ας Ιουνίου 2020 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, συνωμότησε με άλλα πρόσωπα να διαπράξει κακούργημα, δηλαδή διάρρηξη κτιρίου και κλοπή. 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 2 ο κατηγορούμενος μεταξύ της 1ης και της 2ας Ιουνίου 2020 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού μαζί με άλλα πρόσωπα διέρρηξε και εισήλθε στην αποθήκη του καταστήματος που βρίσκεται στην οδό Σ. αρ.15, ιδιοκτησίας του Π.Σωτηρίου από τη Λεμεσό και διέπραξε κακούργημα μέσα σε αυτή, δηλαδή, έκλεψε από αυτή ένα DVR αξίας €200=, περιουσία του πιο πάνω.

 

               Αξίζει να αναφέρω ότι στο παρόν κατηγορητήριο αντιμετωπίζουν τις ίδιες κατηγορίες ακόμη δύο πρόσωπα τα οποία δεν παραδέχθηκαν ενοχή και η υπόθεση είναι ήδη ορισμένη για ακρόαση στις 24.11.25.

 

               Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν εκτεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και είναι τα ακόλουθα:

 

               Στις 02/06/2020 και περί ώρα 06:35 καταγγέλθηκε στο ΤΑΕ Λεμεσού από τον Π.Σωτηρίου ότι μεταξύ των ημερομηνιών 1/6 και 2/6/2020 διαρρήχθηκε η αποθήκη του καταστήματος που βρίσκεται στην οδό Σ. αριθμός 15 και κλάπηκε από αυτό ένα DVR αξίας €200 άγνωστης μάρκας. Τη σκηνή επισκέφθηκε ο Αστυφύλακας 120 όπου από τις επιτόπιες εξετάσεις που διενήργησε διαπιστώθηκε ότι η είσοδος -  έξοδος επιτεύχθηκε από το διπλό ξύλινο ανοιγόμενο παράθυρο στην ανατολική πλευρά το οποίο παραβιάστηκε με σωματική βία. Στα γραφεία της εταιρείας υπήρχε εγκατεστημένο κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Στις 25/6/2020 και ώρα 12:00 παραλήφθηκε από την εταιρεία το πιο πάνω τεκμήριο με τις καταγραφές των δύο καμερών εξωτερικά. Από μελέτη του πιο πάνω κλειστού κυκλώματος διαπιστώθηκε ότι ένα από τα τρία πρόσωπα ήταν ο κατηγορούμενος και εναντίον του εξασφαλίστηκε δικαστικό ένταλμα σύλληψης και στις 28/6/2020 συνελήφθηκε. Αφού ενημερώθηκε για τους λόγους της σύλληψης του ο ίδιος απάντησε ''εμπήκαμε για να τζιοιμηθούμε, το DVD επετάξαμεν το''. Κατηγορήθηκε γραπτώς και αφού του επεστήθηκε η προσοχή στον Νόμο απάντησε ''παραδέχομαι".

 

               Η κα Κυριακίδου ανέφερε ότι το DVR δεν ανευρέθηκε και επίσης ζήτησε όπως ο ψηφιακός δίσκος που περιέχει πλάνα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης να παραμείνει στην κατοχή της Αστυνομίας, αφού η υπόθεση εκκρεμεί για τα άλλα πρόσωπα.

 

               Η συνήγορος υπεράσπισης ζήτησε όπως ληφθούν υπόψη στην παρούσα και ακόμη δύο ποινικές υποθέσεις που εκκρεμούν εναντίον του κατηγορούμενου ήτοι οι υπ' αριθμόν 3808/21 και η 7771/25. Η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής συγκατατέθηκε προς τούτο.

 

               Τα γεγονότα των πιο πάνω υποθέσεων έχουν εκτεθεί από την Κατηγορούσα Αρχή και είναι τα εξής:

 

7771/25

Κατηγορία 1 και 2 για αδικήματα αδίκημα κλοπής, κατά παράβαση των άρθρων 255, και 272(1) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 1 ο κατηγορούμενος την 18/06/2025 στη Λεμεσό, έκλεψε το αυτοκίνητο με αριθμούς εγγραφής ΧΧΧ 368, μάρκας Suzuki Swift, αξίας €8000=, περιουσία της Α.Χριστοφόρου από τη Λεμεσό.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 2 ο κατηγορούμενος την 18/06/2025 στη Λεμεσό, έκλεψε από πρατήριο βενζίνης στην οδό Αγίας Φυλάξεως και από περίπτερο, εμπορεύματα και καύσιμα συνολικής αξίας €190=, με τη χρήση κλοπιμαίων πιστωτικών καρτών της Τράπεζας Κύπρου, οι οποίες εκδόθηκαν στην Α.Χριστοφόρου από τη Λεμεσό.

 

               Στις 18/6/2025 καταγγέλθηκε στο ΤΑΕ Λεμεσού από την παραπονούμενη ότι την ίδια ημέρα και μεταξύ των ωρών 06:20 και 10:30 κλάπηκε το αυτοκίνητο της με λεπτομέρειες που αναγράφονται στις λεπτομέρειες του αδικήματος. Κατά την κλοπή του το όχημα βρισκόταν σταθμευμένο και ξεκλείδωτο στην οδό Παντελή Κατελάρη πλησίον του Κτηματολογίου Λεμεσού. Την ίδια μέρα και περί ώρα 19:30 μέλη του ΟΠΕ Λεμεσού σε συνεργασία με την ΗΔΑΠ εντόπισαν στην οδό Δεινάρχου το πιο πάνω κλοπιμαίο όχημα και στη θέση του οδηγού εντοπίστηκε να βρίσκεται ένα πρόσωπο που προσπαθούσε να ξεκινήσει το εν λόγω όχημα. Τα μέλη του ΟΠΕ προσέγγισαν το όχημα και το εν λόγω πρόσωπο φαίνεται ότι ήταν ο κατηγορούμενος ο οποίος αναγνωρίστηκε από τα μέλη της Αστυνομίας. Αφού πληροφορήθηκε ο κατηγορούμενος ότι το συγκεκριμένο όχημα είχε καταγγελθεί ως κλοπιμαίο και αφού συνελήφθηκε για αυτόφωρο αδίκημα και του επεστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο απάντησε ''έκλεψα το σήμερα το πρωί τζιαμέ κοντά που είναι οι Κοινωνικές Ασφαλίσεις τζιαί τώρα εν ξεκινά''. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε με ασφάλεια στην ΑΔΕ Λεμεσού. Την επόμενη μέρα 19/6/2025 συνελήφθηκε δυνάμει δικαστικού εντάλματος και αφού του εξηγήθηκε ο λόγος της σύλληψης του απάντησε ''εντάξει''. Στις 19/6/2025 ο Λοχίας 532 παρέδωσε στην παραπονούμενη το κλοπιμαίο όχημα της μετά που αυτό φωτογραφήθηκε έναντι σχετικής απόδειξης. Ο κατηγορούμενος ομολόγησε ότι έκλεψε από πρατήριο βενζίνης στην οδό Αγίας Φυλάξεως και από περίπτερο εμπορεύματα και καύσιμα συνολικής αξίας €190, αφού χρησιμοποίησε τις κλοπιμαίες κάρτες που άνηκαν στην παραπονούμενη μάρτυρα κατηγορίας 1.  Η κα Κυριακίδου ανέφερε ότι δεν υπάρχουν τεκμήρια και το όχημα της κατηγορίας 1 έχει επιστραφεί στην παραπονούμενη.

 

 

Ποινική υπόθεση με αρ.3808/21

(Κατηγορούμενος αριθμός 6, κατηγορίες 5, 6)

Κατηγορία 5 συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των άρθρων 371, 255, 262 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.

Κατηγορία 6, κλοπή, κατά παράβαση των άρθρων 255, 262 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 5 ο κατηγορούμενος την 03/02/2019 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, συνωμότησε με άλλα πρόσωπα να διαπράξουν κακούργημα, δηλαδή, κλοπή.

 

               Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 6 ο κατηγορούμενος την 03/02/2019 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, έκλεψε μαζί με άλλα πρόσωπα το αυτοκίνητο με αρ. Εγγραφής ΧΧΧ 175, μάρκας Mercedes GLA200, αξίας €20000=, περιουσία της Μ.Καρεκλά από τη Λεμεσό.

 

               Στις 3/2/2019 και περί ώρα 04:10 η παραπονούμενη και ο φίλος της είχαν επιστρέψει μετά από νυχτερινή έξοδο και στάθμευσαν το όχημα τους στον ελεγχόμενο χώρο στάθμευσης του ξενοδοχείου Harmony Bay (το αυτοκίνητο  αναφέρεται στις λεπτομέρειες αδικήματος. Το αυτοκίνητο το είχε σταθμεύσει ο Μ2 και εντός αυτού υπήρχαν γυαλιά ηλίου αξίας €150 καθώς και αντικλείδι του αυτοκινήτου. Την ίδια ημέρα και περί ώρα 12:30 αφού η παραπονούμενη και ο φίλος της αναχώρησαν από το ξενοδοχείο διαπίστωσαν ότι το αυτοκίνητο είχε κλαπεί και στη συνέχεια μετέβησαν στο ΤΑΕ Λεμεσού όπου προέβησαν σε καταγγελία. Στην περιοχή διενεργήθηκαν εξετάσεις για εντοπισμό μαρτυρίας χωρίς θετικό αποτέλεσμα, ενώ δεν υπήρχε κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Στις 15/3/2019 πρόσωπο του οποίου επιθυμία ήταν να μην αποκαλυφθεί ανέφερε στον Αστυφύλακα 2463 ότι κατά τον μήνα Φεβρουάριο του 2019 άκουσε τον κατηγορούμενο να λέει ότι πριν λίγο καιρό είχε κλέψει το αυτοκίνητο μάρκας Mercedes όπου τα στοιχεία ήταν παρόμοια με αυτά που αναγράφονται στις λεπτομέρειες του αδικήματος. Ως εκ τούτου στις 18/3/2019 και μεταξύ των ωρών 16:25 και 17:00 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο ο οποίος εκείνη την περίοδο τελούσε υπό κράτηση για άλλες υποθέσεις, στην παρουσία κοινωνικής λειτουργού και αυτός αρνήθηκε οποιανδήποτε ανάμειξη.

 

               Στις 19/4/2019 και ώρα 09:00 μέλη του Κλιμακίου Πληροφοριών Πάφου εντόπισαν το αυτοκίνητο της παραπονούμενης στην περιοχή Universal στην Πάφο. Δίπλα από αυτό το αυτοκίνητο εντοπίστηκε και άλλο αυτοκίνητο που είχε κλαπεί  εκείνη την περίοδο. Στη συνέχεια της ίδιας ημέρας λήφθηκε αριθμός φωτογραφιών και παραλήφθηκαν τα τεκμήρια 1 μέχρι 10. Στο αυτοκίνητο ήταν τοποθετημένες οι πινακίδες εγγραφής KKA 001, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε άλλο αυτοκίνητο μάρκας Mercedes από την οποία κάτοικος Πάφου και ιδιοκτήτρια του εν λόγω αυτοκινήτου έχει αναφέρει ότι το απέσυρε και το έδωσε για ανακύκλωση πριν τέσσερα χρόνια. Στις 30/4/2019 εκδόθηκε δικαστικό ένταλμα σύλληψης. Από εξετάσεις που διενεργήθηκαν στα τεκμήρια 1 ‑ 10 δηλαδή στις πινακίδες εγγραφής αυτοκινήτων, σε περιτυλίγματα σοκολάτας, φανέλες και δειγματοληψίες εντοπίστηκε το γενετικό υλικό του κατηγορούμενου. Στη συνέχεια στις 5/8/2019  ο κατηγορούμενος αφού κατηγορήθηκε και του εξηγήθηκαν οι λόγοι σύλληψης του απάντησε «μόνο το Mercedes έπιασα». Εναντίον του εκδόθηκε διάταγμα προσωποκράτησης για περίοδο οκτώ ημερών.

 

               Στις 12/8/2019 ο κατηγορούμενος κατηγορήθηκε γραπτώς και απάντησε ''έκαμα λάθος, ήμουν υπό την επήρεια ναρκωτικών''.

 

Η κατηγορούσα αρχή ανέφερε ότι σε σχέση με την ποινική υπόθεση 7771/25 ο κατηγορούμενος έχει ποινικό μητρώο. Σύμφωνα με το Τεκμήριο Α΄, το οποίο κατατέθηκε με τη σύμφωνη γνώμη της Υπεράσπισης, καταδικάστηκε σε τέσσερις ποινικές υποθέσεις και στη μία εξ αυτών λήφθηκαν ακόμα πέντε.

 

               Ειδικότερα ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε στην ποινική υπόθεση με αριθμό 5099/21 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, ημερομηνία αδικήματος 21/10/2021, ημερομηνία καταδίκης 05/01/2022 σε αδικήματα διάρρηξης κτιρίου, κλοπής μετά από προηγούμενη καταδίκη και κακόβουλης βλάβης, καταδικάστηκε σε 10, 9 και 5 μήνες ποινή φυλάκισης αντίστοιχα.

 

               Στην υπ.αρ.16389/22 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 15/08/2022, ημερομηνία καταδίκης 13/02/2023 σε αδικήματα κλοπής και παράνομης κατοχής περιουσίας καταδικάστηκε σε 16 και 4 μήνες φυλάκιση αντίστοιχα.  Σε αυτήν λήφθηκαν υπόψη οι εξής: η υπ.αρ.5952/21, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 16/06/2021, ημερομηνία καταδίκης 13/02/2023 για το αδίκημα της κλοπής, η υπ' αριθμό 5577/22 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 29/06/2021, ημερομηνία καταδίκης 13/02/2023 για το αδίκημα της κλοπής, η υπ. αρ.6896/22 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 02/06/2021, ημερομηνία καταδίκης 13/02/2023 για αδίκημα κλοπής η υπ.αρ.19216/22 Κακουργιοδικείου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 14/06/2021, ημερομηνία καταδίκης 13/02/2023, για αδικήματα παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και Β, παράνομης χρήσης, κάπνισμα φυτού κάνναβης, η υπ' αριθμό 6572/22, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 07/07/2020 ημερομηνία καταδίκης 13/02/2023 για το αδίκημα της κλοπής.

 

               Στην υπ.αρ.14382/23 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 01/07/2023 ημερομηνία καταδίκης 09/01/2024 για τα αδικήματα της κλοπής, καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών.

 

               Στην υπ' αριθμό 5598/24 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνία αδικήματος 15/04/2024, ημερομηνία καταδίκης 21/05/2024 για τα αδικήματα της κλοπής και της παράνομης κατοχής παρουσίας καταδικάστηκε σε φυλάκιση 12, 8 και 4 μηνών αντίστοιχα.

 

               Η κα Πιερούδη αγορεύοντας για σκοπούς μετριασμού της ποινής δεν αμφισβήτησε ότι τα αδικήματα που διέπραξε ο πελάτης της είναι σοβαρά.  Αυτή ανέφερε ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του την παραδοχή του κατηγορουμένου, τη μικρή απώλεια της ζημιάς, εφόσον και τα οχήματα ανευρέθηκαν, τον χρόνο που παρήλθε ειδικότερα για τις υποθέσεις 3808/21 και την παρούσα και ότι στην ποινική υπόθεση υπ.αριθμό 3808/21 αντιμετώπιζε κατηγορίες με άλλα πρόσωπα ‑ συγκατηγορούμενους. Η ίδια έχει αποδεχτεί ότι οι δύο υποθέσεις που λαμβάνονται υπόψη θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη σε άλλες, στις οποίες καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος. Περαιτέρω ότι ο κατηγορούμενος ήταν ανήλικος όταν διέπραξε τα αδικήματα της παρούσας, τις προσωπικές και οικογενειακές του συνθήκες. Μεταξύ άλλων ότι ήλθε στην Κύπρο με τη μητέρα του, η οποία αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας και ήταν άστεγοι. Επίσης ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος αποφυλακίστηκε πρόσφατα λίγο πριν διαπράξει την υπ' αριθμό 7771/25.

 

               Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα τα οποία διέπραξε ο κατηγορούμενος είναι σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται από την προβλεπόμενη εκ του Νόμου ποινή ειδικότερα για το ουσιαστικό αδίκημα της διάρρηξης κτιρίου και κλοπής με βάση το Άρθρο 294 (α) προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 7 χρόνια.

 

 

Στην Ποινική Έφεση Αρ.210/2018, ημερ.10 Μαϊου, 2019, xxx Balambanidis v Δημοκρατίας αναφέρθηκαν τα εξής:

«Τονίζουμε συναφώς ότι κατά πάγια νομολογία σε αδικήματα της εξεταζόμενης φύσεως πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές λόγω του ότι οι κλοπές, οι διαρρήξεις και άλλα ομοειδή αδικήματα είναι στην πρώτη γραμμή εγκληματικότητας και όπου εντοπίζεται η ανάγκη επιβολής ποινής με αποτρεπτικό χαρακτήρα, ναι μεν λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του παραβάτη αλλά στο βαθμό και κατά την έκταση που δεν εξουδετερώνεται το αποτρεπτικό στοιχείο της ποινής. (Βλ. ενδεικτικά Lucian Gheorghe v.Δημοκρατίας (2013)2Α.Α.Δ, 824Andrei Alin Bandits v. Αστυνομίας, ECLI:CY:AD:2015:B696, Ποιν. Εφ. 94/2015 ημερ. 21.10.2015, Αhmed Saadi v. Αστυνομίας, ECLI:CY:AD:2016:B300, Ποιν.Εφ.308/2014,ημερ.24.6.2016 και xxx Yenier v.Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2019:B153, Ποιν. Εφ. 256/2017 ημερ. 22.4.2019.

Στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με υποθέσεις διάρρηξης και κλοπής, επανατονίσθηκε, η χωρίς σημεία κάμψης συνεχόμενη αυξητική τάση των διαρρήξεων και κλοπών, γεγονός που κλονίζει την ασφάλεια που πρέπει να αισθάνεται κάθε πολίτης ενός εύνομου κράτους (Φραντζίδης ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 146).

Παρόμοια επισήμανση ως προς το γεγονός ότι αδικήματα της φύσεως αυτής απασχολούν σχεδόν καθημερινά τα Δικαστήρια, με αποτέλεσμα οι ποινές που επιβάλλονται να πρέπει να είναι αποτρεπτικές, έγινε και στις υποθέσεις Bukowski και άλλος v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 92, Φράγκου ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 13, Mohammad Khaknegad v Police, (2011) 2 AAΔ, 192).

 

Περαιτέρω στην Bezanidis v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785, όχι μόνο επιβεβαιώθηκαν τα πιο πάνω, αλλά έγινε αναφορά και στις υποθέσεις Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342 και Κλεοβούλου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 485, στις οποίες τονίστηκε η ανάγκη για αποτροπή τόσο των ιδίων των παραβατών, όσο και της αναχαίτησης τρίτων από τη διάπραξη ομοίων ή παρομοίων εγκλημάτων. Η κατανόηση που το Δικαστήριο οφείλει να επιδεικνύει στις προσωπικές περιστάσεις του δράστη δεν υπερφαλαγγίζει την ανάγκη της αποτροπής υπό το φως των περιστατικών και της φύσης των ιδίων των αδικημάτων.

 

    Τα Δικαστήρια πρέπει να λαμβάνουν βεβαίως υπόψη τα ελαφρυντικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να υπολογίζουν κατά την επιμέτρηση της ποινής και την επίπτωση της εγκληματικής συμπεριφοράς επί του θύματος ή των θυμάτων αυτής.

 

Στην HUSSEIN V R, Ποινική Έφεση 252/18 ημερομηνίας 31.5.19 αναφέρθηκαν τα εξής:

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την επιβολή ποινής αναφέρθηκε στη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο εφεσείων, παραπέμποντας σε νομολογία ως προς την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιας φύσεως αδικήματα (βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264Somilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ.248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9, Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138 κ.ά.), στην έξαρση που παρατηρείται στα αδικήματα αυτά, στις περιστάσεις διάπραξης τους, τον αριθμό των αδικημάτων που αφορούσαν οι κατηγορίες και τα αισθήματα ανασφάλειας που προκαλούνται στα θύματα τέτοιας φύσεως αδικημάτων πέραν της οικονομικής απώλειας, ανασφάλεια που αντανακλάται και στα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας. 

Στην υπόθεση Ahmed Saadi v. Αστυνομίας ECLI:CY:AD:2016:B300, Ποιν. Έφ. 308/14 ημερ. 24/6/2016 που αφορούσε επίσης σε κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και κλοπή, το Εφετείο τόνισε τα εξής:

 

«Η νομολογία είναι αυστηρή στην αντιμετώπιση αυτού του είδους τις υποθέσεις. Η ανάγκη για αποτροπή είναι προεξάρχουσα, η προστασία της ζωής και της ασφάλειας των φιλήσυχων πολιτών αποτελεί προτεραιότητα και η έστω κατά κατασταλτικό τρόπο αντιμετώπιση της ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού στην εμπέδωση του δικαίου, αδήρητη αναγκαιότητα».

 

               Όπως αναφέρθηκε στην παρούσα λαμβάνονται υπόψη άλλες 2 υποθέσεις οι οποίες μεταξύ άλλων αφορούν αδικήματα παρόμοιας φύσεως.

 

Ως έχει δε λεχθεί στην Ιωάννου ν. Γενικού Εισαγγελέα (2005) 2 Α.Α.Δ. 598, όταν το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και αδικήματα άλλων υποθέσεων μπορεί να επιβάλει μεγαλύτερη ποινή στις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο, από εκείνη που θα επέβαλλε αν είχε ενώπιον του μόνο αυτές τις κατηγορίες (βλ. επίσης Γενικός Εισαγγελέας ν. Cham & άλλων (1993) 2 Α.Α.Δ 129, Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 382 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ανδρέου (1994) 2 Α.Α.Δ 194).

 

            Στην ΧΧΧ VELCU v Αστυνομίας , Ποινική Έφεση 100/19 ημερ.20.1.20 αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Επί του προκειμένου, το γεγονός ότι ένας ανήλικος, 16 χρόνων,  παρουσιάζει, από τόσο νεαρή ηλικία, συνεχιζόμενη παραβατική συμπεριφορά, συνιστά πολύ ανησυχητικό παράγοντα και αυτό χωρίς να παραβλέπουμε ότι στις περιπτώσεις επιβολής ποινής σε ανηλίκους, το πρώτιστο στοιχείο που επιδιώκεται είναι η αναμόρφωση τους, η δε τιμωρία δεν αποτελεί αυτοσκοπό. (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 83)

 

Όπως αναφέρεται στο Άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού:


″Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού.

 

Η αναγκαιότητα, όμως, για επιτέλεση του σκοπού της αναμόρφωσης, δεν μπορεί να εξουδετερώνει τους υπόλοιπους στόχους της επιβολής ποινής που αφορούν στην αποτροπή διάπραξης αδικημάτων, τόσο από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, όσο και από τρίτους, και, επιπλέον, στοχεύει στην προστασία του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου από συμπεριφορές όπως αυτές του εφεσείοντα. Δεν θα ήταν ορθό το νεαρό της ηλικίας ενός κατηγορουμένου να θεωρηθεί ότι αποτελεί παράγοντα αποφυγής των συνεπειών του νόμου και απουσίας επιβολής οποιασδήποτε ποινής. 

 

Στο σύγγραμμα Emmins on Sentencing, 3rd edition, στη σελίδα 64 αναφέρεται ότι:

 

".The fact that the offender's youth will be of less importance when the offence is a very serious one."

 

 

Η επιπολαιότητα την οποία έχει επιδείξει ο εφεσείων, η μικρή του ηλικία, ή και ακόμη το μη συγκροτημένο οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο έζησε ο εφεσείων και επηρέασε αναπόφευκτα την προσωπικότητα του, αποτελούν μέρος των προσωπικών του συνθηκών οι οποίες, κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο, πλην, όμως, δεν αποτελούν το μόνο παράγοντα κατά την αξιολόγηση και στάθμιση των παραγόντων που συνθέτουν την υπόθεση για σκοπούς επιβολής ποινής. Ιδίως σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, όπου ένα τόσο νεαρό πρόσωπο επιδεικνύει σοβαρής μορφής παραβατικότητα.

 

Στην υπόθεση Παύλου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. αρ. 44/2016, ημερ. 4 Απριλίου 2019, το Δικαστήριο ανέφερε ότι:

 

"Θεωρούμε σκόπιμο να τονίσουμε σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι σε τέτοιου είδους υποθέσεις οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του παραβάτη δεν είναι αποφασιστικής σημασίας. Η ανάγκη για εξατομίκευση δεν ατονεί, όμως δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για την προστασία της κοινωνίας και την αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου."

 

 

Στην υπόθεση Φανάρας v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 50 το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι:

 

"Κρίνεται πως δεν είναι επιθυμητό νεαρό άτομο, στα αρχικά δηλαδή στάδια της δημιουργίας της προσωπικότητας του, να στερηθεί της ευκαιρίας να ωριμάσει για να κάνει τις επιλογές του στη ζωή. Πρέπει όμως να επισημάνουμε, πάνω σ' αυτό το ζήτημα, πως σήμερα τα πράγματα έχουν μεταβληθεί απ' ότι ήσαν μερικές δεκαετίες πριν. Η παιδεία προσφέρεται σχεδόν σε όλους.

 

Η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών, με τα σύγχρονα μέσα μαζικής ενημέρωσης, πληροφορούν τον πολίτη για τα συμβαίνοντα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η κατάσταση αυτή έχει βεβαίως πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα που συνήθως αποτελούν θέματα σοβαρών συζητήσεων. Με αυτά που αναφέραμε αμέσως πιο πάνω, οδηγούμαστε στη σκέψη πως ο νέος σήμερα έχει καλύτερες ευκαιρίες διαμόρφωσης του χαρακτήρα του, φθάνει βεβαίως να κάνει τις ορθές επιλογές. Οι εφεσείοντες έδειξαν, με τη διάπραξη των εγκλημάτων που εξετάζουμε, τη δική τους επιλογή. Ας ελπίσουμε, για το μέλλον, πως το έγκλημα που διέπραξαν θα αποδεικτεί η μοναδική αντικοινωνική συμπεριφορά τους."

 

 

Στην προκείμενη περίπτωση η συχνότητα διάπραξης των σοβαρών αδικημάτων τα οποία έχει παραδεχθεί ο εφεσείων, σε συνδυασμό με τη χρονική διάρκεια διάπραξης τους, 19 Ιανουαρίου μέχρι 6 Μαρτίου 2019, σε σχέση με την τελευταία υπόθεση, που αποτελεί και το αντικείμενο της έφεσης, που, δυστυχώς, επεκτείνεται και στα προηγούμενα χρόνια όταν ο εφεσείων άρχισε την εγκληματική του δραστηριότητα και αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικών αποφάσεων από το 2017, 2018 και τέλος, το 2019, καταδεικνύει μια επαναλαμβανόμενη εγκληματική συμπεριφορά, η οποία δεν μπορεί να παραγνωριστεί».

 

 

Η δράση του κατηγορούμενου παρά το νεαρό της ηλικίας του σε όλες τις ενώπιον μου υποθέσεις φαίνεται να εκτυλίσσεται από το έτος 2019 – σήμερα. Επίσης δεν μπορεί να αγνοηθεί από το δικαστήριο τα όσα υποστήριξε και αποδέκτηκε η συνήγορος του σε σχέση με το ποινικό του μητρώο, δηλαδή ότι βαρύνεται με 4 προηγούμενες ποινικές καταδίκες και στην μία εξ΄αυτών λήφθηκαν υπόψη άλλες 5. Από το τεκμήριο Α΄ προκύπτει επίσης ότι αυτός στις 21.5.24 ενώ είχε καταδικαστεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στην υπ.αρ.5598/24 σε 12 μήνες φυλάκιση για διάπραξη ομοειδών αδικημάτων και αποφυλακίστηκε, αμέσως μετά, στις 18.6.25 διέπραξε το αδίκημα της κλοπής οχήματος της Α.Χριστοφόρου και κλοπής εμπορευμάτων από περίπτερο και πρατήριο βενζίνης με τη χρήση των κλοπιμαίων πιστωτικών της καρτών. Συνακόλουθα διαπιστώνεται ότι ο κατηγορούμενος καταδεικνύει μία επαναλαμβανόμενη έκνομη/εγκληματική συμπεριφορά η οποία δεν μπορεί να παραγνωριστεί.

 

 

Ο παραπονούμενος στην παρούσα δεν αποζημιώθηκε και το DVR  που του ανήκε δεν ανευρέθηκε. Ακόμη η παραπονούμενη στην υπόθεση με αρ.7771/25 δεν αποζημιώθηκε το ποσό των €190 που κλάπηκε μέσω της χρήσης των πιστωτικών της καρτών αναφορικά με την κατηγορία 2.

 

Για προσδιορισμό της ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω λοιπόν υπόψη μου τη σοβαρότητα των αδικημάτων, ως αυτή εμφαίνεται από τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη τους, την δράση και τις ενέργειες του κατηγορούμενου που προέβαινε στην διάρρηξη και στις κλοπές χωρίς κανένα δισταγμό αλλά και την ταλαιπωρία και την αγωνία των παραπονουμένων που στερήθηκαν τη χρήση των οχημάτων τους και γενικότερα την περιουσία τους για κάποιο χρονικό διάστημα.

 

Επίσης λαμβάνω υπόψη μου  ότι αδικήματα αυτής της φύσης βρίσκονται σε έξαρση, ως αναφέρθηκε πιο πάνω, πράγμα για το οποίο λαμβάνω δικαστική γνώση και από τις σωρηδόν υποθέσεις, οι οποίες καταχωρούνται καθημερινά ενώπιον του Δικαστηρίου (Αλ.Ιακώβου v Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 159/24 , 8.11.24).

 

Παρά τα πιο πάνω δεν εξαλείφεται η ανάγκη που υπάρχει παράλληλα για εξατομίκευση της ποινής ούτως ώστε αυτή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη. Από την άλλη όμως η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος, ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Ιωάννου κ.α ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 171 και Αστυνομία ν. Toorac Fashion Ltd (1993) 2 Α.Α.Δ. 17, Χαραλάμπους v Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ, σελ. 1,6).

 

Προς όφελος λοιπόν του κατηγορούμενου λαμβάνω υπόψη μου:

  • την παραδοχή και την απολογία του στο Δικαστήριο η οποία δεν ήταν άμεση στην παρούσα αλλά έστω και σε αυτό το στάδιο πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας διασώθηκε αρκετός δικαστικός χρόνος. Ακόμη στην παρούσα λαμβάνονται υπόψη άλλες 2 υποθέσεις στις οποίες ο κατηγορούμενος παραδέκτηκε ενοχή. Η παραδοχή ενός κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη σαν μετριαστικός παράγοντας. Η βαρύτητα δε που μπορεί να της αποδοθεί ποικίλει ανάλογα με την περίπτωση. Όπου συμβάλλει αποτελεσματικά στη διερεύνηση της υπόθεσης και πηγάζει από πραγματική μεταμέλεια του έχει μεγαλύτερη αξία (Χαρτούμπαλλος v Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ σελ.28, 36, Κωνσταντίνου v Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ σελ.206, 208 – 209).
  • Αυτός παραδέχθηκε στην αστυνομία την παρούσα ως και την 7771/25 που λαμβάνεται υπόψη.

 

  • Το ύψος της αξίας της κλοπιμαίας περιουσίας (κατηγορία 1) η οποία ανέρχεται στο σχετικά μικρό ποσό των €200, δηλαδή του DVR.
  • Τα δύο κλοπιμαία οχήματα των υποθέσεων που λαμβάνονται υπόψη έχουν ανευρεθεί.                  
  • Όλες τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του κατηγορούμενου ως αναφέρθηκαν από την συνήγορο του. Ειδικότερα ότι αυτός όταν διέπραττε τα αδικήματα ήταν ανήλικος και σήμερα είναι νεαρός ηλικίας 22 ετών. Επίσης τα δύσκολα παιδικά χρόνια που βίωσε και τα διάφορα προβλήματα υγείας της μητέρας του.
  • Τον χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη των αδικημάτων. Συγκεκριμένα τα αδικήματα της κύριας υπόθεσης διαπράχθηκαν την 1.6 και 2.6.2020 και αυτή καταχωρίστηκε στις 13/10/2021 με καθυστέρηση. Ως έχει νομολογηθεί η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής. Έχω διεξέλθει των πρακτικών και διαπιστώνω ότι σε κάποιες περιπτώσεις ο κατηγορούμενος δεν εμφανιζόταν ενώπιον του Δικαστηρίου και εκδίδονταν εντάλματα σύλληψης εναντίον του. Η έκταση της ευθύνης του κατηγορούμενου στην εν λόγω καθυστέρηση λαμβάνεται επίσης υπόψη στο δέοντα βαθμό. Σε τέτοια περίπτωση αυτός δεν μπορεί να την επικαλείται ως ελαφρυντικό παράγοντα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 617). Παρόλα αυτά δεν αλλάζει το γεγονός ότι το δικαστήριο καλείται να επιβάλει ποινή 5 χρόνια μετά τη διάπραξη των αδικημάτων στην παρούσα και 6 έτη από τη διάπραξη των αδικημάτων στην υπ.αρ. 3808/21.

 

Όλοι οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες πρέπει να λεχθεί ότι λαμβάνονται μεν υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής δεν είναι όμως τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου, λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων, όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω. Μπορούν να επηρεάσουν το ύψος όχι όμως και το είδος της ποινής.

 

Συνεκτιμώντας λοιπόν όλα τα δεδομένα που αφορούν στην παρούσα υπόθεση και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη τους αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων και με δεδομένο το στοιχείο της αποτροπής, κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι η ποινή φυλάκισης. Και τούτο έχοντας πάντα κατά νου ότι αυτή επιβάλλεται μόνο εκεί όπου οποιαδήποτε άλλη ποινή θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη και ανεπαρκής (βλ. Προδρόμου v. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 98).

 

Καταληκτικά επιβάλλω στον κατηγορούμενο στη δεύτερη κατηγορία που αφορά το ουσιαστικό αδίκημα της διάρρηξης κτιρίου και κλοπής 12 μήνες φυλάκιση και δεν επιβάλλω καμία ποινή στην πρώτη κατηγορία της οποίας τα γεγονότα απορρέουν από τη δεύτερη κατηγορία.

 

     Ενόψει της πιο πάνω κατάληξής μου αναφορικά με την επιβληθείσα ποινή φυλάκισης στον κατηγορούμενο θα εξετάσω τώρα εάν η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε θα πρέπει να οδηγήσει στην άμεση φυλάκιση του, ή δύναται να ανασταλεί, δυνάμει των διατάξεων του Περί της Υφ΄ Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972, Ν.95/72.

 

     Με το Νόμο 186(Ι)/2003, ο οποίος τροποποίησε την πιο πάνω νομοθεσία, η διακριτική ευχέρεια αναστολής μιας ποινής φυλάκισης έχει πλέον διευρυνθεί, καθώς όπως προνοείται μέσα από το άρθρο 3(2) το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορουμένου (βλέπε επίσης Στεφάνου ν. Αστυνομίας (2009) Ποινική Έφεση 231/2008, ημερομηνίας 23.03.09).

 

     Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161 τέθηκαν τα κριτήρια για την άσκηση της διακριτικής αυτής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

    Στην Αργυρίδης κ.α. ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ 449 λέχθηκε δε σχετικά ότι με την τροποποίηση που επέφερε ο Νόμος του 2003:

 

«… τα όρια της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου δεν περιορίζονται με αναφορά σε συγκεκριμένους παράγοντες και δη με αναφορά σε παράγοντες οι οποίοι έχουν ήδη ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής. Θέλησε δηλαδή ο Νομοθέτης να δώσει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να δει αν η αναστολή θα δικαιολογείτο από το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης και τα προσωπικά δεδομένα του κάθε κατηγορούμενου, ορίζοντας ταύτα ως κατευθυντήριες γραμμές και μη περιορίζοντας το θέμα της αναστολής της επιβληθείσας ποινής στα κριτήρια που θα έπρεπε να υπάρχουν σύμφωνα με την παλαιότερη αντίληψη και δη μη περιορίζοντας την ευχέρεια του Δικαστηρίου να εξετάσει παράγοντες οι οποίοι μπορεί να έχουν σημασία και ως προς την αναστολή».

 

Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930:

 

«Η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της περιστατικών. Η υιοθέτηση οποιουδήποτε γενικού κανόνα θα συνιστούσε σφάλμα αρχής. Εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και οποιεσδήποτε προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Αυτό βέβαια συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σε όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του Δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρούμε ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».

 

Κατόπιν προσεκτικής μελέτης των περιστάσεων της σοβαρής αυτής υπόθεσης, δηλαδή ότι αυτή αφορά κατηγορία διάρρηξης αποθήκης και κλοπής του DVR

 

αλλά και των δύο άλλων υποθέσεων που αφορούν δύο διαφορετικά οχήματα διαφορετικών ιδιοκτητών και κλοπής περιουσίας από το ένα όχημα (7771/25) σε σύντομη χρονική περίοδο και λίγο μετά την αποφυλάκιση του για παρόμοιο αδίκημα κατά της περιουσίας καταδεικνύεται μια επαναλαμβανόμενη εγκληματική συμπεριφορά, η οποία δεν μπορεί να παραγνωριστεί καθώς και των προσωπικών και οικογενειακών συνθηκών του κατηγορούμενου, κρίνω ότι δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος ή παράγοντας που να δικαιολογεί την έκδοση διαταγής για αναστολή της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί. Ικανοποίηση του αιτήματος της υπεράσπισης δεν θα αντικατόπτριζε την αντικειμενική σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο κατηγορούμενος, δεν θα εξυπηρετούσε τους πολλαπλούς σκοπούς της ποινής για αδικήματα της εξεταζόμενης φύσεως και θα εξέπεμπε λανθασμένα μηνύματα σε άλλους επίδοξους παραβάτες. Παρ’ όλα αυτά, όλοι οι ελαφρυντικοί παράγοντες όπως η παραδοχή του, οι προσωπικές και οικογενειακές  του συνθήκες λήφθηκαν υπόψη ως προς την έκταση της ποινής που επιβάλλεται.

 

        

         Επομένως η πιο πάνω επιβληθείσα ποινή φυλάκισης στον κατηγορούμενο είναι άμεση και η έκτιση της θα αρχίζει από τις 10.7.25 που αυτός τελεί υπο κράτηση.

 

Στην παρούσα λαμβάνονται υπόψη οι ποινικές υποθέσεις με αρ.3808/21 και η υπ.αρ.7771/25.

 

Αναφορικά με τον ψηφιακό δίσκο - τεκμήριο στην παρούσα αυτό θα παραμείνει στην κατοχή της αστυνομίας μέχρι τη αποπεράτωση της ακρόασης για τους άλλους δύο κατηγορούμενους.

 

              

               Τα τεκμήρια της 3808/21 θα παραμείνουν στην κατοχή της Αστυνομίας,

 

 

 

ωστόσο τα παρειακά επιχρίσματα του κατηγορούμενου να κατασχεθούν και να καταστραφούν.

 

 

 

[Υπ.] .......................................

      Γ. Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ.

 

                                   

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο