Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού ν. Γ. Β. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 10755/25, 8/8/2025
print
Τίτλος:
Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού ν. Γ. Β. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 10755/25, 8/8/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Ιωαννίδου - Παπά, Ε.Δ.

                                                                                                     Αρ. Υπόθεσης: 10755/25         

 

 

 

Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού

 

 

και

 

           1. Γ. Β.

      2. Ρ. Ν.

 3. Α. Μ.

 

 

                                                                                                        Κατηγορούμενοι

 

Ημερομηνία: 8.8.25

 

Για την κατηγορούσα αρχή: κα Χρ.Κυριακίδου

Για τον κατηγορούμενο 1: κ. Σωκράτους

Για τον κατηγορούμενο 2: κ.Πιριπίτσης

Για τον κατηγορούμενο 3:κ.Νεάρχου

Κατηγορούμενοι 1 - 3 παρόντες

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

 

Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν στην παρούσα υπόθεση κατηγορίες συνωμοσίας για την παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και Β, της συνωμοσίας για την παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και Β με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα, της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και Β δηλαδή κοκαϊνης συνολικού μικτού βάρους 79 γραμμαρίων, 100 δισκίων έκστασι βάρους 44 γρ. περίπου και κάνναβη συνολικού μικτού βάρους 3 κιλών περίπου, αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δηλαδή του ποσού των €1790, συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση και προμήθειας κάνναβης (1ος κατηγ.), άρνησης παροχής στοιχείων ταυτοποίησης από πρόσωπο που τελεί υπό νόμιμη κράτηση και παράλειψη συμμόρφωσης με διάταγμα δικαστηρίου για λήψη δειγμάτων τοξικολογικής φύσεως (2ος κατηγ).

 

Μετά δε τη σχετική διαδικασία που προηγήθηκε, οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν σε απευθείας δίκη στο Κακουργιοδικείο, το οποίο θα συνέλθει σε συνεδρία στη Λεμεσό στις 29.9.25.

 

Μετά την εξέλιξη αυτή, η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής υπέβαλε αίτημα, όπως το Δικαστήριο διατάξει την κράτηση των κατηγορουμένων μέχρι τη δίκη τους στο Κακουργοδικείο. Στήριξε δε τα επιχειρήματα της αναφορικά με τον κατηγορούμενο 1 και 2 σε δύο λόγους. Πρώτον στον κίνδυνο μη προσέλευσης τους στη δίκη τους και δεύτερο στον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων. Αναφορικά με τον κατηγορούμενο 3 μόνο στον κίνδυνο φυγοδικίας.

 

Προς τούτο η κα Κυριακίδου παρουσίασε στο δικαστήριο το μαρτυρικό υλικό  (τεκμ.Α) και παρέπεμψε το δικαστήριο σε συγκεκριμένες καταθέσεις που καταδεικνύουν την πιθανότητα καταδίκης των κατηγορουμένων στα σοβαρά αδικήματα που αντιμετωπίζουν ως επίσης και την πιθανότητα επιβολής αυστηρών ποινών.

 

Aναφορικά με τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων υποστήριξε ότι εναντίον του κατηγορούμενου 1 εκκρεμεί η ποινική υπόθεση με αριθμό 56X/25               η οποία είναι ορισμένη για απάντηση στις 11.9.25 για ομοειδή αδικήματα ήτοι παράνομης κατοχής ναρκωτικών τάξεως Α δηλ.108 χαπιών έκστασι κ.α. που κατ΄ισχυρισμό διαπράχθηκαν το έτος 2023.

 

 Για τον κατηγορούμενο 2 υποστήριξε ότι εναντίον  του εκκρεμεί η ποινική υπόθεση με αριθμό 20XXX/19 για αδικήματα συνωμοσίας για ληστεία και ληστεία, η οποία είναι ορισμένη στις 12.9.25 για απάντηση και τα οποία κατ΄ισχυρισμό διαπράχθηκαν το έτος 2019.         

 

Οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων 1 και 2 δεν ήγειραν ένσταση στο αίτημα κράτησης των πελατών τους, ούτε αμφισβήτησαν τη σοβαρότητα των αδικημάτων που αυτοί αντιμετωπίζουν, τις προβλεπόμενες εκ του Νόμου ποινές σε περίπτωση καταδίκης, ούτε και τις εκκρεμείς υποθέσεις εναντίον τους.

 

Ο συνήγορος του κατηγορούμενου 3 ήγειρε ένσταση και υποστήριξε ότι το μαρτυρικό υλικό που υπάρχει είναι τέτοιας μορφής που δεν δημιουργεί το υπόβαθρο για να δικαιολογείται η κράτηση του. Αυτός δεν αμφισβήτησε τη σοβαρότητα των αδικημάτων τα οποία αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος 3, υποστήριξε όμως ότι αυτός ευρισκόταν στον συγκεκριμένο χώρο για να προμηθευτεί ναρκωτικά γιατί είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών κάτι που ανέφερε και κατά την κατάθεση του. Αυτός έδωσε την συγκατάθεση του στην αστυνομία για τη λήψη αποτυπωμάτων και δεν υπάρχει καμία σύνδεση του με γενετικό υλικό στα ανευρεθέντα τεκμήρια. Επίσης συγκατατέθηκε για τον έλεγχο του κινητού του. Ο λόγος που διέφυγε το επίδικο βράδυ από τη σκηνή ήταν γιατί φοβήθηκε. Ο κ.Νεάρχου εισηγήθηκε δε ότι ο κατηγορούμενος 3 δεν θα πρέπει να παραμείνει υπό κράτηση και ότι η παρουσία του στην δίκη μπορεί να εξασφαλιστεί με την επιβολή κατάλληλων όρων.

 

Τα όσα ανέφεραν λεπτομερώς οι συνήγοροι στις αγορεύσεις τους έχουν καταγραφεί αυτολεξεί στα πρακτικά, λαμβάνονται υπόψη στο σύνολο τους και δεν κρίνεται σκόπιμο να επαναληφθούν.

 

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου όσον αφορά αίτημα κράτησης κατηγορούμενου μέχρι την ημερομηνία της δίκης του ενώπιον του Κακουργιοδικείου, στο οποίο έχει ήδη παραπεμφθεί σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας, εδράζεται στα άρθρα 92 και 157(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.

 

Το Δικαστήριο εξετάζοντας ένα αίτημα κράτησης κατηγορουμένου μέχρι την δίκη του πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος, εκτός αν τελικά καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο και ότι η κράτηση του αποτελεί ένα σοβαρό περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 11 του Συντάγματος. Στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373 αναφέρεται ότι ο κανόνας ότι οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι.

 

Ως ζήτημα γενικής αρχής, η οποία κατοχυρώνεται και συνταγματικά εφόσον αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας, ένας υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος με εγγύηση στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσδοκία ότι θα προσέλθει στη δίκη του. Ταυτόχρονα πρέπει να σταθμίζεται με αυτά και το δημόσιο συμφέρον που επιτάσσει την παρουσία των κατηγορουμένων στο Δικαστήριο. Η κράτηση υποδίκου καθίσταται παραδεκτή, εφόσον το επιβάλλει η διασφάλιση των σκοπών της απονομής της δικαιοσύνης.

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου εξασκείται με βάση καλά καθιερωμένες νομικές αρχές, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί σε σωρεία δικαστικών αποφάσεων. Στην Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου και είναι:

 

1.        Ο κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο.

2.        Ο κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων.

3.        Ο κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων.

 

Καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς μπορεί να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης. Δεν είναι λοιπόν απαραίτητη η συνδρομή και των τριών αυτών παραγόντων για να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7).

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και την επιβολή αυστηρής ποινής, αποτελούν βασικούς δείκτες που αφορούν στην εκτίμηση της πιθανότητας προσέλευσης του κατηγορούμενου στην δίκη του.

 

Στην παρούσα υπόθεση τα αδικήματα που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι είναι ιδιαίτερα σοβαρά. Ενδεικτικό της σοβαρότητας τους συνιστούν οι μακρόχρονες ποινές φυλάκισης που προβλέπει ο νόμος. Μεταξύ αυτών για το αδίκημα της κατοχής ναρκωτικών τάξεως Α και Β με σκοπό την προμήθεια προβλέπεται διά βίου φυλάκιση, για το αδίκημα της κατοχής κάνναβης μέχρι και 8 χρόνια και μέχρι 12 χρόνια για την κατοχή ναρκωτικών τάξεως Α. Για το αδίκημα της κατηγορίας 11 προνοείται ποινή φυλάκισης μέχρι και 14 έτη.

 

 

Στη Θεοδωρίδης κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139, επισημάνθηκε, ότι όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία, ανάλογα μεγαλύτερο είναι και το κίνητρο του υπόδικου να αποφύγει την δίκη του (βλ. και Τσαπατσάρης ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 600). Βεβαίως δεν μου διαφεύγει ότι υπάρχουν διαβαθμίσεις στην σοβαρότητα των αδικημάτων ανάλογα με τις συνθήκες διάπραξης τους σε κάθε υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση το γεγονός της παραπομπής ενός κατηγορουμένου σε δίκη ενώπιον Κακουργοδικείου δεν συνιστά παράγοντα που από μόνος του οδηγεί σε κράτηση του.

 

Στη Θεοχάρους κ.α. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48 αναφέρθηκε ότι σε καμιά περίπτωση δεν εκτιμάται η πιθανότητα μη προσέλευσης με κατά απομόνωση αναφορά στην σοβαρότητα του αδικήματος, στην πιθανότητα καταδίκης και στην επιβληθεισόμενη ποινή, αυτόματα δηλ. χωρίς τον συνυπολογισμό άλλων σχετικών δεδομένων. «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ’ ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικασθεί ο κατηγορούμενος αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος» (η υπογράμμιση δική μου).

 

Στην Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45 ανασκοπήθηκε η νομολογία και εξηγήθηκε ακριβώς πως η πρόβλεψη σε σχέση με τα ενδεχόμενα μπορεί να έχει ως πηγή «εγγενείς ενδείξεις» που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της υπόθεσης αλλά και το ιστορικό του υποδίκου και στοιχεία από την ίδια την υπόθεση. Παράγοντες που λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο κατά την εξέταση των πιο πάνω είναι μεταξύ άλλων εκείνοι που συνδέονται με τον χαρακτήρα του κατηγορουμένου, την κατοικία του, το επάγγελμά του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς δεσμούς και όλων των ειδών τους δεσμούς με την χώρα στην οποία διώκεται καθώς και γενικότερα θέματα υγείας.

 

Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν αναγνωρισθεί από την νομολογία μας ως παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη στα πλαίσια αιτήσεων κράτησης. Ωστόσο, όπως υπογραμμίσθηκε στη Βασιλείου ανωτέρω, τέτοιοι παράγοντες όπως και οι επιπτώσεις της κράτησης στην προσωπική, οικογενειακή και επαγγελματική ζωή ενός υποδίκου έστω και αν είναι δυσμενείς δεν υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.

 

Για την διαπίστωση ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγηση του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης, όπως αυτό φαίνεται στις καταθέσεις (τεκμήριο Α), χωρίς να προβαίνω σε αξιολόγηση του. Από το σύνολο λοιπόν της ενώπιον μου τεθείσας μαρτυρίας προκύπτουν μεταξύ άλλων τα εξής:

 

Στις 29.7.25 μέλη της ΥΚΑΝ Λεμεσού κατόπιν πληροφορίας μετέβηκαν σε συγκεκριμένο πάρκο στη Λεμεσό και εντός αυτού ευρίσκονταν 3 άτομα τα οποία αφού την αντιλήφθηκαν τράπηκαν σε φυγή αφήνοντας στη σκηνή τα ανευρεθέντα τεκμήρια, το κινητό τηλέφωνο του κατηγορούμενου 2 και τα κλειδιά του 3ου.  

 

               Ειδικότερα στην κατάθεση του Αστυφύλακα 2244 Δ, Καρακώστα όταν αυτοί κατευθύνθηκαν προς τη βόρεια πλευρά του πάρκου είδαν σε απόσταση περίπου 30 μέτρων τρία νεαρά πρόσωπα μέσα στο πάρκο. Δύο φορούσαν άσπρη κοντομάνικη φανέλα και ο άλλος μαύρη και όλοι φορούσαν κοντά παντελονάκια. Αφού πλησίασαν άρχισε να γίνεται έντονη μυρωδιά κάνναβης, ενώ είδε τον νεαρό που φορούσε μαύρη φανέλα να παρατηρεί έντονα προς το μέρος του. Αμέσως του αποκάλυψε την αστυνομική του ταυτότητα και οι δύο που φορούσαν άσπρη φανέλα άρχισαν να τρέχουν προς τα πάνω και ο άλλος προς τα νότια τον οποίο και καταδίωξε φωνάζοντας του ''Αστυνομία, σταμάτα'', ενώ παράλληλα φώναξε στον Αστυφύλακα 71 ο οποίος είχε παραμείνει στη γωνία του πάρκου να τον ανακόψει. Ο Αστυφύλακας 71 προσπάθησε να τον ανακόψει ανοίγοντας τα χέρια του, όμως ο νεαρός με έναν ελιγμό κατάφερε και απέφυγε συνεχίζοντας να τρέχει με νότια κατεύθυνση και στη συνέχεια να πετάγεται από την περίφραξη θάμνου που είχε το πάρκο και τότε έχασαν κάθε οπτική επαφή μαζί του. Οι άλλοι δύο νεαροί καταδιώχθηκαν από τον Αστυφύλακα 1745 όμως και αυτοί κατάφεραν να διαφύγουν με δυτική κατεύθυνση  αφού επίσης πετάχθηκαν πάνω από την περίφραξη του πάρκου. Από την έρευνα που ακολούθησε εντοπίστηκαν στο σημείο που στέκονταν οι δύο νεαροί μεταξύ άλλων τα εξής: (1) πάνω στη μια από τις τρεις καρέκλες υπήρχε ένα πορτοφόλι με πολλά και διάφορα χαρτονομίσματα, (2) πάνω σε άλλη καρέκλα ένα μαύρο αθλητικό καπελάκι, (3) μπροστά από τις τρεις καρέκλες στο έδαφος μια πλαστική τσάντα που μέσα σ' αυτήν υπήρχαν διάφορες νάιλον διαφανείς σακούλες που περιείχαν κάνναβη καθώς και ένα μαύρο τσαντάκι ώμου (4) πιο πέρα από τη σακούλα του σουπερμάρκετ στο έδαφος ένα πλαστικό δοχείο πρωτείνης χωρίς πώμα που φαινόταν και αυτό να έχει μέσα συσκευασίες με κάνναβη, (5) στο έδαφος υπήρχαν άλλες συσκευασίες με κάνναβη, μια ηλεκτρονική ζυγαριά ακριβείας και ένα μαύρο τσαντάκι ώμου και ένας μαύρος μαρκαδόρος. Από την έρευνα που συνεχίστηκε περί η ώρα 21:05 είδαν ότι στο σημείο όπου εντοπίστηκε αρχικά να στέκεται μόνος του ο τρίτος νεαρός, υπήρχαν στο έδαφος τρεις συσκευασίες περιτυλιγμένες με καφέ κολλητική ταινία και μια νάιλον διαφανή σακούλα εντός της οποίας υπήρχαν ακόμα τρεις παρόμοιες συσκευασίες. Από έρευνα που έγινε βορειότερα του σημείου και περί ώρα 21:09 λεπτά εντοπίστηκε ταξιδιωτική βαλίτσα χρώματος κόκκινου με ανοικτά τα φερμουάρ και μέσα σ' αυτά να υπάρχει μεταξύ άλλων αριθμός συσκευασιών περιτυλιγμένων με καφέ κολλητική ταινία. Επίσης δίπλα από την καρέκλα που υπήρχε εκεί βρέθηκε στο έδαφος καφέ κολλητική ταινία. Περί ώρα 21:15 εντοπίστηκε μέσα στους θάμνους και κοντά στο σημείο της ταξιδιωτικής βαλίτσας μια μαύρη αθλητική τσάντα πλάτης. Ο Αστυφύλακας 1745 εντόπισε νοτιότερα του σημείου που βρέθηκαν όλα τα πιο πάνω δύο νάιλον διάφανη σακουλάκια με κάνναβη. Ακόμη ανευρέθηκε κοκαϊνη, αριθμός μπλε χαπιών έκστασι, το χρηματικό ποσό των €1790, η άδεια οδηγού και το δελτίο ταυτότητας του 1ου κατηγορούμενου.  Επίσης δυτικότερα του σημείου που βρέθηκαν όλα τα πιο πάνω και προς την πορεία που ακολούθησαν οι δύο νεαροί που καταδίωξε ο Αστυφύλακας 1745, αυτός βρήκε στο έδαφος ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας IPhone και μέσα σε θάμνους ένα γκρίζο καπέλο και πάνω του είχε ένα κλειδί αυτοκινήτου. Όσον αφορά το εν λόγω κινητό τηλέφωνο Iphone το οποίο βρέθηκε στο έδαφος προέκυψε μαρτυρία εναντίον του κατηγορούμενου 2. Επίσης όσον αφορά το κλειδί αυτοκινήτου που βρέθηκε πάνω στο καπέλο και μέσα στους θάμνους έγιναν εξετάσεις και διαπιστώθηκε ότι είναι το κλειδί του αυτοκινήτου με αριθμό εγγραφής K.177 το οποίο ήταν σταθμευμένο έξω από το πάρκο και πλησίον του οχήματος K.614. Τα ίδια επαναλαμβάνονται στην κατάθεση του Αστ.1745 Α.Παπαντωνίου για την κατάσταση που επικρατούσε στο εν λόγω πάρκο.

 

Στη συνέχεια προέκυψε η μαρτυρία εναντίον και των 3 κατηγορουμένων από τα αντικείμενα που βρέθηκαν εκεί αλλά και τα οχήματα τα οποία οδηγούσαν κατά τους επίδικους χρόνους.

 

Από τις ανακριτικές καταθέσεις που λήφθηκαν από τους κατηγορούμενους προέκυψε η σύνδεση τους και η παρουσία τους στο χώρο, με τα οχήματα που περιγράφονται στο τεκμήριο Α ως και η μεταξύ τους σχέση κάτι που δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση.

 

Οι κινήσεις των οχημάτων καταγράφηκαν από πλάνα καμερών ασφαλείας από οικίες (κυανούν 12 και γ) που παραλήφθηκαν από την αστυνομία. Στο εν λόγω πάρκο μπαινόβγαιναν την επίδικη ημέρα αρκετά άτομα. Στα ημερολόγια ενεργείας (κυανούν γ εντός του τεκμ.Α) καταγράφονται οι κινήσεις και οι ενέργειες που παρατηρήθηκαν σε αυτό, μάλιστα στις 13:43:55 εισήλθε ο 1ος κατηγορούμενος με τσάντα για την  οποία παραδέχεται ότι την μετέφερε ο ίδιος. Ακόμη ο ίδιος πλην των παραδοχών του στην 2η ανακριτική του κατάθεση αναφέρει και για την κατοχή του ποσού των €1790 που ανευρέθηκαν στο πάρκο.

 

Σε τσαντάκι ώμου – τεκμήριο που παραλήφθηκε ανευρέθηκε το γενετικό προφίλ του κατηγορούμενου 2  (κυανούν 9 σχετικό). Αυτός μετά την έφοδο της αστυνομίας στο πάρκο δεν επέστρεψε στο σπίτι του για να κοιμηθεί κατά τους χρόνους εφόδου της αστυνομίας στο πάρκο και της παράδοσης του στην αστυνομία την επόμενη ημέρα 30.7.25, κατά την οποία αυτός φορούσε ρούχα που ομοιάζουν με τα ρούχα που φορούσε ο οδηγός του οχήματος Β.

 

Συνεπώς με βάση το περιεχόμενο του τεκμηρίου Α΄ κρίνω ότι διαφαίνεται η εμπλοκή των κατηγορουμένων 1 και 2 συνεπώς και η πιθανότητα καταδίκης αυτών στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν.

 

Μπορώ επίσης να πω ενόψει και των όσων αναφέρθηκαν αμέσως πιο πάνω ότι με βάση την φύση και τα περιστατικά διάπραξης των αδικημάτων και την αυστηρότητα με την οποία αντιμετωπίζει ο νομοθέτης αλλά και η νομολογία τα αδικήματα αυτά, οι ποινές οι οποίες δυνατό να επιβληθούν στους κατηγορούμενους 1 και 2 σε περίπτωση καταδίκης τους ενδέχεται να είναι αυστηρές και μάλιστα μπορεί να είναι πολυετείς ποινές φυλάκισης.

 

Η σοβαρότητα δε αυτή κρίνω λοιπόν ότι καθιστά υπαρκτό το ενδεχόμενο απόπειρας διαφυγής του κατηγορούμενου 1 και 2 προς αποφυγή των συνεπειών που μπορεί να αντιμετωπίσουν (βλ. Δράκος ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 449).

 

 

Ερχόμενη τώρα στον κατηγορούμενο 3 η μαρτυρία εναντίον του προκύπτει από την παρουσία του στο χώρο, του οχήματος του και στην ανεύρεση των κλειδιών του. Επίσης ανευρέθηκε κατόπιν έρευνας στο όχημα του τεμάχιο νάυλον διαφανές σακκούλι με πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης για το οποίο είπε ότι είναι δικό του.  Όπως αναφέρθηκε αυτός έδωσε την συγκατάθεση του στην αστυνομία για τη λήψη αποτυπωμάτων και δεν υπάρχει καμία σύνδεση του με γενετικό υλικό στα ανευρεθέντα τεκμήρια. Επίσης συγκατατέθηκε για τον έλεγχο του κινητού του. Από  το μαρτυρικό υλικό που υπάρχει εναντίον του, δηλαδή η παρουσία του και μόνο στο χώρο χωρίς να υπεισέρχομαι σε αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν με οδηγεί στο συμπέρασμα της πιθανότητας καταδίκης του και επιβολής αυστηρών ποινών μεταξύ άλλων στα σοβαρότερα αδικήματα του κατηγορητηρίου της κατοχής όλης της ανευρεθείσας ποσότητας στο πάρκο, ή και της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια. Η ανεύρεση ενός και μόνο τεμαχίου νάυλον σακουλιού στο αυτοκίνητο του, ή ότι αυτός ταξίδεψε σε προγενέστερο στάδιο με τον κατηγορούμενο 1 δεν θεωρώ ότι είναι αρκετά για να λεχθεί ότι αυτός ενδέχεται να καταδικαστεί για όλα τα αδικήματα, να του επιβληθούν αυστηρές ποινές και συνακόλουθα αυτός να διαφύγει και να μην εμφανιστεί στο δικαστήριο την ημέρα της δίκης του.                           Συνεπώς θα συμφωνήσω με την υπεράσπιση ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία αναφορικά με τον 3 κατηγορούμενο για να διαταχθεί η κράτηση του.

 

Έχει αναφερθεί ότι ο κίνδυνος μη προσέλευσης δεν εκτιμάται με κατά απομόνωση αναφορά στην σοβαρότητα του αδικήματος, στην πιθανότητα καταδίκης και στην επιβληθεισόμενη ποινή, αυτόματα δηλ. χωρίς τον συνυπολογισμό όλων των άλλων σχετικών δεδομένων. Λαμβάνονται υπόψην μεταξύ άλλων και στοιχεία σχετικά με τον ίδιο τον κατηγορούμενο αλλά και τις προσωπικές, οικογενειακές και επαγγελματικές του περιστάσεις.

 

Σε σχέση με το θέμα των δεσμών ενός κατηγορουμένου με την Δημοκρατία, στην Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 790 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

 

«Όσον αφορά τους δεσμούς του εφεσείοντος με την Κύπρο, ως κριτήριο για την υπό εγγύηση παραμονή του εκτός συνθηκών κράτησης, στο οποίο κριτήριο λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του υπόδικου, είναι αυτονόητο ότι ένας Κύπριος κατηγορούμενος έχει κατά κανόνα δεσμούς με τη χώρα του που μπορεί να είναι δυνατοί ή χαλαροί, ανάλογα με τις ιδιαίτερες του συνθήκες. Οι δεσμοί αυτοί από μόνοι τους δεν επενεργούν ως ασπίδα για τον ύποπτο ή υπόδικο ώστε να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα του αδικήματος στο οποίο εμπλέκεται. Ό,τι εξετάζεται είναι πάντοτε η επίπτωση που δυνατόν να έχουν οι προσωπικές αυτές συνθήκες επί του κριτηρίου του κινδύνου μη προσέλευσης του υπόπτου στο Δικαστήριο για να αντιμετωπίσει τη δίκη του».

 

Συνεπώς όσον αφορά τον κατηγορούμενο 1 και 2 θα πρέπει να λεχθεί ναι μεν ότι αυτοί είναι κύπριοι πολίτες όμως οι δεσμοί τους με την Δημοκρατία από μόνοι τους δεν επενεργούν ως ασπίδα γι΄αυτούς ώστε να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα των αδικημάτων στα οποία εμπλέκονται.

 

Αντίθετα όπως ανέφερα πιο πάνω αναφορικά με τον κατηγορούμενο 3 και το μαρτυρικό υλικό (τεκμήριο Α΄) εναντίον του σε συνάρτηση με το ότι αυτός είναι κύπριος πολίτης, ηλικίας 24 ετών που τελείωσε τις σπουδές του και χωρίς να μου έχουν αναφερθεί από την Κατηγορούσα Αρχή οποιοιδήποτε δεσμοί του με άλλη χώρα κρίνω ότι δεν καθίσταται υπαρκτό το ενδεχόμενο απόπειρας διαφυγής του προς αποφυγή των συνεπειών που μπορεί να αντιμετωπίσει.

 

Συνεπώς το αίτημα της κατηγορούσας αρχής ως προς τον πρώτο πυλώνα που αφορά την κράτηση του κατηγορούμενου 1 και 2 λόγω του κινδύνου φυγοδικίας εγκρίνεται ενώ για τον κατηγορούμενο 3 απορρίπτεται.

 

               Θα προχωρήσω στη συνέχεια να εξετάσω τον δεύτερο λόγο που αφορά την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων από τους κατηγορούμενους 1 και 2.

 

                            Ως λέχθηκε στην Τσιάκκας κ.α. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 164, η  προέλευση του κανόνα που επιτρέπει την κράτηση κατηγορουμένου, όπου διαφαίνεται κίνδυνος επανάληψης ή διάπραξης άλλου αδικήματος, εντοπίζεται στην πολιτική του δικαίου για την πρόληψη του εγκλήματος. Η δε νομολογία μας είναι εναρμονισμένη, σε σχέση με το υπό εξέταση θέμα, με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (βλ. Clooth v. Belgium A225, para 40 [1991] και Matznetter v. Austria, A10, p. 33 [1969]). Στην Κωνσταντινίδης ανωτέρω λέχθηκε ότι η διασφάλιση της απρόσκοπτης πορείας της δικαιοσύνης και η αποτροπή διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελούν ζητήματα υψίστου δημοσίου συμφέροντος έναντι των οποίων πρέπει να υποχωρούν τα συμφέροντα των κατηγορουμένων περιλαμβανομένου και εκείνου της ατομικής ελευθερίας.

Περαιτέρω στην Τσιάκκας ανωτέρω με παραπομπή στη Σιακκαλής ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130 λέχθηκε ότι η πιθανότητα διάπραξης αδικήματος στο μέλλον, δεν μπορεί να αποδειχθεί με την αυστηρή έννοια του όρου. Αρκεί εάν με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα. Δεν απαιτείται δε ακριβής μαρτυρία για την ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος. Ως λέχθηκε περαιτέρω στη Σιακκαλής ανωτέρω πλήρης απόδειξη της πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος δεν είναι εξ άλλου ούτε και θεωρητικά δυνατή. Η πιθανολόγηση αναφέρεται σε τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά του κατηγορούμενου στο μέλλον, συμπεριφορά για την οποία το Δικαστήριο μπορεί να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα, με βάση το σύνολο του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού του κατηγορουμένου ή άλλων περιστάσεων (βλ επίσης και Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ 503). Ακόμα μπορεί να λεχθεί ότι εξυπηρετούνται και τα συμφέροντα του ίδιου του κατηγορούμενου ο οποίος λόγω του περιορισμού του αποτρέπεται από τη διάπραξη νέων αδικημάτων που επιφέρουν τιμωρία». Στην Σιακαλλής το πρωτόδικο Δικαστήριο προτού καταλήξει, έλαβε υπόψιν του ότι το ενώπιον του κατηγορητήριο καλύπτει σε διάστημα έξι μηνών τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις αδικημάτων συγκεκριμένης φύσεως, καθώς και το περιεχόμενο των πέντε υποθέσεων που εκκρεμούν προς εκδίκαση για σοβαρής φύσεως αδικήματα. Αποτέλεσε διαπίστωση του πως σωρευτικά ιδωμένα είναι αρκετά για να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι σε περίπτωση που ο Εφεσείων αφεθεί ελεύθερος υπάρχει ο κίνδυνος διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων. 

 

               Η πρόβλεψη λοιπόν για την ύπαρξη και αποτίμηση κινδύνων, οι οποίοι σταθμίζονται κατά την εξέταση θέματος κράτησης, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υποδίκου ή της υπόθεσης είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της. Τέτοια στοιχεία είναι η συμπεριφορά του υποδίκου σε προηγούμενες περιπτώσεις ή οι προηγούμενες καταδίκες του και μάλιστα όχι κατ' ανάγκη για παρόμοια αδικήματα, η πιθανολόγηση περί της ήδη διάπραξης στο μεταξύ άλλων αδικημάτων αλλά και τάσεις που επιδεικνύει και ανάγονται στο μέλλον και για τις οποίες μπορεί το Δικαστήριο να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα βασιζόμενο μεταξύ άλλων στο ιστορικό του ή σε άλλες περιστάσεις (βλ. Χατζηδημητρίου ανωτέρω). Όπως έχει τονιστεί επανειλημμένως, το ουσιώδες σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να εξετάζεται κατά πόσο στη βάση όλων των υφιστάμενων ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχείων δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων στο ενδιάμεσο διάστημα (Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 271/23, ημερ. 24.1.24, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 47/24, ημερ. 11.3.24, Δημοκρατία ν. Θεμιστοκλέους, Ποιν. Έφ. 84/24, ημερ. 16.4.24, Μιχ.Γεωργίου v Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 290/24, ημερ. 9.12.24).

               Στη Μιχαηλίδης ν. Αστυνομία (Αρ.2) (2006) 2 Α.Α.Δ. 255 λέχθηκε δε ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση η ύπαρξη προηγούμενων καταδικών αλλά μπορεί να συσταθμιστούν και άλλοι παράγοντες όπως η εκκρεμότητα άλλων ποινικών υποθέσεων. Το ίδιο ουσιαστικά κρίθηκε και στην Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 567 όπου λέχθηκε ότι η ύπαρξη άλλων ποινικών υποθέσεων που εκκρεμούν μπορεί ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης να οδηγήσουν σε κατάληξη ότι υπάρχει πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων ανεξαρτήτως της ύπαρξης προηγούμενων καταδικών. Σχετική με το υπό εξέταση θέμα είναι και η ύπαρξη υποθέσεων υπό διερεύνηση (βλ. Κυριάκου ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ 432, Χρ. Πέτρου Πατατάρης v. Aστυνομίας, 2012 2 ΑΑΔ 46).

 

 

               Στη Ποινική Έφεση 84/24 ημερομηνίας 16/04/2024 Δημοκρατία v. Χαρίτου Θεμιστοκλέους,  ο εφεσείων αντιμετώπιζε παρόμοιες κατηγορίες και εναντίον του εκκρεμούσαν τρεις υποθέσεις ναρκωτικών και διερευνάτο ακόμα μία. Η έφεση του απορρίφθηκε από το Εφετείο. Με αυτήν είχε προσβληθεί η ορθότητα της απόφασης του παραπέμποντος Δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για την κράτησή του εφεσίβλητου, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους. Το αίτημα κράτησης σε αυτήν στηριζόταν στον κίνδυνο φυγοδικίας και διάπραξης άλλων αδικημάτων.Ειδικότερα εναντίον του εφεσίβλητου εκκρεμούσαν τρείς άλλες ποινικές υποθέσεις και στην τρίτη βαρύνετο με κατηγορίες κατοχής ναρκωτικών ενός γραμμαρίου μεθαμφεταμίνης, ενός γραμμαρίου κάνναβης, χρήση κάνναβης και επίσης κατείχε το ποσό των €2.000, το οποίο ήταν προϊόν διάπραξης γενεσιουργού αδικήματος. Το Δικαστήριο ανέφερε τα εξής: «δεν διαλανθάνει της προσοχής μας ότι για μερικούς μήνες που ο εφεσίβλητος αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους στην ποινική υπόθεση με αριθμό 7946/22 μέχρι την καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης 19682/22 βρισκόταν αντιμέτωπος με τις σοβαρότερες κατηγορίες που σχετίζονται με 23 κιλά και 443, 2 γραμμάρια κάνναβης. Ακόμη έχει αναφερθεί στην ίδια υπόθεση το εξής: «τονίζεται ότι όπου η κατ' ισχυρισμό διάπραξη των αδικημάτων που αφορά η ποινική υπόθεση εναντίον κατηγορουμένου, λαμβάνει χώρα εντός περιόδου που βρίσκεται ελεύθερος υπό όρους για άλλη ποινική υπόθεση για αδικήματα ίδιας φύσης ή σοβαρότητας, τότε ο παράγοντας αυτός αποκτά αυξημένη σημασία κατά την εξέταση του υπό αναφορά κινδύνου. Δεν συμφωνούμε με την κρίση του Πρωτόδικου ότι χρειαζόταν οτιδήποτε πέραν της αδιαμφισβήτητης αναφοράς στην ύπαρξη άλλων εκκρεμουσών ποινικών υποθέσεων για συγκεκριμένες ποσότητες ναρκωτικών, για σκοπούς πιθανολόγησης του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων. Οι διευκρινίσεις οι οποίες δόθηκαν ενώπιόν μας για τις κατηγορίες τις οποίες στην πραγματικότητα αντιμετωπίζει στην ποινική υπόθεση υπ' αριθμό 19682/22, ουδόλως αποδυναμώνουν την ύπαρξη του εν λόγω κινδύνου». Συνακόλουθα διατάχθηκε η κράτηση του εφεσίβλητου.

 

               Στην υπόθεση Στέφανος Κωνσταντίνου v. Αστυνομίας Ποινική Έφεση 271/23 ημερομηνίας 24/01/2024 επικυρώθηκε η πρωτόδικη απόφαση για την ύπαρξη κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων σε αδικήματα κλοπής από αντιπρόσωπο κάτι το οποίο είχε εξεταστεί από το Πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο προέβηκε σε αναφορά στη Γενικός Εισαγγελέας v. Νίκου Π.Ε 145/23 ημερομηνίας 21/07/2023 αναφέροντας ότι « αναφορικά με τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων δεν επαρκεί μια γενική δήλωση και ότι ο κίνδυνος πρέπει να είναι εύλογος».

 

               Επίσης στην πρόσφατη Π.Ε. 290/24 Μιχάλης Γεωργίου v. Δημοκρατίας ημερομηνίας 09/12/2024 απορρίφθηκε η έφεση του Εφεσείοντα. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι υπήρχε κίνδυνος φυγοδικίας και κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων. Έγινε μνεία πάλι των υποθέσεων που έχω προαναφέρει και κλείνοντας το Εφετείο είπε ότι όλα αυτά συνεκτιμούμενα δημιουργούσαν την εικόνα προσώπου, το οποίο έχει την τάση ή ροπή ενασχόλησης με όπλα και εκρηκτικά. Συνεπώς η έφεση του απορρίφθηκε.

 

 

Ως προανέφερα καταχωρίστηκε ενώπιον μου το Τεκμήριο Β και Γ για τους κατηγορούμενους 1 και 2 και η κατηγορούσα αρχή ανέφερε ότι εναντίον του κατηγορούμενου 1 εκκρεμεί η ποινική υπόθεση με αριθμό 56X/25 η οποία είναι ορισμένη για απάντηση στις 11.9.25 για ομοειδή αδικήματα δηλαδή της παράνομης κατοχής ναρκωτικών τάξεως Α δηλ.108 χαπιών έκστασι κ.α. που κατ΄ισχυρισμό διαπράχθηκαν το έτος 2023. Για τον κατηγορούμενο 2 υποστήριξε ότι εναντίον  του εκκρεμεί η ποινική υπόθεση με αριθμό 20XXX/19 για αδικήματα συνωμοσίας για ληστεία και ληστεία, η οποία είναι ορισμένη στις 12.9.25 για απάντηση και τα οποία κατ΄ισχυρισμό διαπράχθηκαν το έτος 2019.         

           

 

Τα πιο πάνω είναι τέτοια ώστε, κατά την κρίση  μου, καταδεικνύουν τάση των κατηγορουμένων 1 και 2 στη διάπραξη των ιδίων με την παρούσα ή και άλλων  αδικημάτων, γεγονός που δημιουργεί ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων από αυτούς σε περίπτωση που αφεθούν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.

 

Τέλος εξετάζοντας τον χρόνο που μεσολαβεί μέχρι την ημερομηνία που έχει ορισθεί η παρούσα υπόθεση για εκδίκαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου, θα πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα:

 

Ο χρόνος για τον οποίο διατάσσεται η κράτηση υποδίκου αναμφίβολα αποτελεί παράγοντα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη εφόσον, ως έχει προαναφερθεί, η κράτηση προσώπου χωρίς καταδίκη από αρμόδιο Δικαστήριο είναι ένα μέτρο που λαμβάνεται κατ’ εξαίρεση και εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Οι προεκτάσεις της χρονικής διάρκειας της κράτησης αποτελούν θέμα που ανάγεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και εξετάζεται μέσα στα πλαίσια των ιδιαίτερων περιστατικών κάθε περίπτωσης. Με βάση τη Χατζηδημητρίου ανωτέρω το μήκος του χρόνου πρέπει να σταθμίζεται έναντι του βαθμού της πρόβλεψης του ενδεχομένου που προορίζεται να αποτελέσει το έρεισμα κρίσης.

 

 

Στα πλαίσια αυτά κρίνω λοιπόν ότι το χρονικό διάστημα μέχρι τις 29.9.25 που μεσολαβεί μέχρι την δίκη των κατηγορουμένων, σε καμία περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί υπερβολικό.

 

 

Εν κατακλείδι κρίνω το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής δικαιολογημένο και  ασκώντας την διακριτική μου ευχέρεια εκδίδω διάταγμα κράτησης των κατηγορουμένων 1 και 2 μέχρι τις 29.9.25 που είναι ορισμένη η παρούσα υπόθεση για εκδίκαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου που θα συνεδριάσει στην Λεμεσό. Να εκδοθεί διάταγμα προσαγωγής τους, ενώ ο κατηγορούμενος 3 θα αφεθεί ελεύθερος με τους εξής περιοριστικούς όρους:

 

 

1.    Να υπογράψει προσωπική εγγύηση ύψους €100.000.

2.    Να υπογραφεί εγγύηση με ένα αξιόχρεο εγγυητή ύψους €50000 ή να κατατεθεί τραπεζική επιταγή ύψους €50.000.

3.    Να παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Σάββατο στον Αστυνομικό Σταθμό Επισκοπής μεταξύ των ωρών 18.00 – 22.00.

4.    Δεν θα δικαιούται να διέλθει από τα οδοφράγματα  ή από άλλο σημείο που οδηγεί σε περιοχές μη ελεγχόμενες από τις Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας.

5.    Να παραδώσει όλα τα ταξιδιωτικά του έγγραφα στην αστυνομία και το όνομα του θα τεθεί στον κατάλογο των προσώπων που απαγορεύεται η έξοδος από την Δημοκρατία. 

 

 

 

 

                                                                                        (Υπ.) .............................................

                                                                                            Γ.Ιωαννίδου - Παπά, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο