ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. P. T. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 2223/21, 6/8/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. P. T. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 2223/21, 6/8/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Γ. Ιωαννίδου-Παπά, Ε.Δ.

 

Αρ. Υπόθεσης: 2223/21

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

ΕΝΑΝΤΙΟΝ

 

1.    Χ. Κ.

2.    P. T.

3.    Α. Μ.

   ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ

 

Ημερομηνία6 Αυγούστου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ.Α.Μανώλη

Για τον Κατηγορούμενo: κα Γ.Πινδάρου

Κατηγορούμενος παρών

 

 

     ΠΟΙΝΗ

 

               Ο κατηγορούμενος 2 («κατηγορούμενος» στο εξής) κρίθηκε ένοχος κατόπιν δικής του παραδοχής στην κατηγορία της Συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των άρθρων 371, 292(α), 255 και 20 του Κεφ.154 (κατηγορία 1), της διάρρηξης κατοικίας κατά τη διάρκεια της νύκτας και κλοπής, κατά παράβαση των άρθρων 292(α), 255 και 20 του Κεφ.154 (κατηγορία 2) και της κακόβουλης ζημιάς σε περιουσία κατά παράβαση των άρθρων 324(1) και 20 του του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154 (κατηγορία 3).

 

 

 

               Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν εκτεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου  και είναι τα ακόλουθα:

 

               στις 8/3/2021 και περί ώρα 21:00 είχε καταγγελθεί στο ΤΑΕ Λεμεσού από τον Kr.Asaovic - Μ1 παραπονούμενο ότι μεταξύ των ημερομηνιών 7 με 8/3/2021 και των ωρών 22:00 - 18:30 διαρρήχθηκε η οικία του και από αυτήν κλάπηκε η περιουσία του που αναφέρεται στον συνημμένο επί του κατηγορητηρίου πίνακα όλη συνολικής αξίας  €219.440. Στη σκηνή είχαν μεταβεί μέλη της Αστυνομίας και διαπιστώθηκε ότι η είσοδος των δραστών επιτεύχθηκε από αλουμινένιο παράθυρο της κουζίνας το οποίο είχε παραβιαστεί με αιχμηρό αντικείμενο και η έξοδος των δραστών επιτεύχθηκε από την αλουμινένια ανοιγόμενη πόρτα της κουζίνας την οποία άνοιξαν από μέσα με σωματική βία. Ακολούθησαν διάφορες εξετάσεις στην σκηνή και κατά τη διερεύνηση άλλης υπόθεσης προέκυψε μαρτυρία εναντίον προσώπου που συνελήφθηκε το οποίο ενέπλεξε τον κατηγορούμενο. Κατόπιν τούτου ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε στην οικία των γονέων του και στην παρουσία τους, του είχαν εξηγηθεί τα δικαιώματα του και επεστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο και απάντησε ''δεν έχω να πω τίποτε''. Στη συνέχεια λήφθηκε ανακριτική κατάθεση  απ΄αυτόν στην οποία αρνήθηκε ανάμειξη στην υπόθεση, αλλά είχε τοποθετήσει τον εαυτό του στη σκηνή της διάρρηξης. Παρουσιάστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και εξασφαλίστηκε διάταγμα κράτησης του για επτά ημέρες. Σε δεύτερη ανακριτική που του λήφθηκε στην παρουσία της μητέρας του, αλλά και του δικηγόρου του ανέφερε μεταξύ άλλων ότι με άλλα πρόσωπα διέρρηξαν την κατοικία αφού γνώριζαν ότι ο παραπονούμενος απουσίαζε από την κατοικία του, ενώ περιέγραψε πλήρως όλες τις κινήσεις τους και τα μέσα τα οποία χρησιμοποίησαν τα οποία ανταποκρίνονταν πλήρως με τα ευρήματα στη σκηνή. Επίσης ανέφερε ότι με ρόπαλο που πήραν από την οικία του παραπονούμενου έσπασαν μία από τις τηλεοράσεις για χάζι. Στη συνέχεια με τη συγκατάθεση του και στην παρουσία της μητέρας του προέβηκε σε υποδείξεις σκηνών στην Αστυνομία. Από τη γειτνιάζουσα περιοχή είχαν ληφθεί και κλειστά κυκλώματα τα οποία είχαν αξιοποιηθεί κατά τη διερεύνηση και φαίνεται πώς διαπράχθηκε και η είσοδος στην κατοικία.

 

               Ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου. Επίσης είναι αναντίλεκτο ότι στις 20.2.24 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε διάταγμα κηδεμονίας με όρους κοινοτικής εργασίας για περίοδο 6 μηνών  για αδικήματα οχλαγωγίας, κοινής επίθεσης, είχε καλυμμένο το πρόσωπο του με κουκούλα με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, κλεπταποδοχής κ.α. με το οποίο συμμορφώθηκε (10.9.24). Ακόμη ο κ.Μανώλη ζήτησε όπως το τεκμήριο να κατασχεθεί και να καταστραφεί. Υπάρχουν €20 έξοδα.

 

               Η συνήγορος Υπεράσπισης ζήτησε όπως ληφθεί υπόψη στην παρούσα και η 6570/22 και ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής συγκατατέθηκε προς τούτο. Το κατηγορητήριο της περιλαμβάνει κατηγορία συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατοχής εκρηκτικών υλών δηλαδή μίας κροτίδας που περιείχε ποσότητα εκρηκτικής ύλης χαμηλής ισχύος, εισόδου σε περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος, χρήσης εκρηκτικών υλών - δηλαδή της εισόδου του στο Λύκειο Λινόπετρας και πυροδότηση  μίας κροτίδας.

 

               Τα γεγονότα της υπ. αρ. 6570/22 εξετέθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή  και είναι τα εξής:

 

            Στις 21/10/2020 ο Κ.Αναστασιάδης - Μ1 στο Κατηγορητήριο είχε επικοινωνήσει με την Αστυνομία και ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος με άλλο πρόσωπο μπήκαν παράνομα στο σχολείο και τοποθέτησαν κροτίδα σε παράθυρο τάξης. Ο Μ1 είναι Λυκειάρχης στο επάγγελμα και σε κατάθεση που προέβηκε ανέφερε ότι αυτόπτης μάρτυρας στο περιστατικό ήταν και η Σ.Καϊμακάμη - μαθήτρια, η οποία μάλιστα είχε αναφέρει στην Αστυνομία ότι είδε ένα εκ των δύο προσώπων να τοποθετούν την κροτίδα στο παράθυρο το οποίο έσπασε και ακολούθως να τρέχουν. Στις 9/12/2020 ο κατηγορούμενος ανακρίθηκε στην παρουσία του πατέρα του στην οποία κατάθεση προέβηκε σε παραδοχή. Στη συνέχεια κατηγορήθηκε γραπτώς,  του επεστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο και απάντησε ''παραδέχομαι και απολογούμαι''.  Υπάρχουν έξοδα €80. Δεν υπάρχουν τεκμήρια.

              

               Η συνήγορος του κατηγορούμενου αγόρευσε προς μετριασμό της ποινής και δεν αμφισβήτησε ότι τα αδικήματα που διέπραξε ο πελάτης της είναι σοβαρά. Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του την παραδοχή του κατηγορούμενου στην αστυνομία και την συνεργασία του με αυτή, το λευκό του ποινικό μητρώο, τις προσωπικές και οικογενειακές του συνθήκες, ως εμφαίνονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, την οποία υιοθέτησε (Τεκμήριο Α΄). Επίσης υποστήριξε ότι κατά τη διάπραξη των αδικημάτων ήταν 14 και σήμερα 19 ετών και ως νεαρό άτομο παρασύρθηκε από άλλα άτομα και δεν ήταν ο ιθύνων νους. Η κα Πινδάρου πρόσθεσε ότι εάν το δικαστήριο επιβάλει ποινή φυλάκισης στον κατηγορούμενο αυτή δύναται να ανασταλεί.

 

               Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα τα οποία διέπραξε ο κατηγορούμενος είναι σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται από την προβλεπόμενη εκ του Νόμου ποινή ειδικότερα για το αδίκημα της δεύτερης κατηγορίας με βάση το Άρθρο 292 (α) προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 7 χρόνια και όταν αυτή διαπράττεται κατά τη διάρκεια της νύχτας η ποινή αυξάνεται στα 10 έτη. Αναφορικά με το αδίκημα της κακόβουλης ζημιάς σε περιουσία το άρθρο 324(1) προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 2 χρόνια ή χρηματική ποινή £1500 ισόποσες σε ευρώ.

 

Στην Ποινική Έφεση Αρ.210/2018, ημερ.10 Μαϊου, 2019, xxx Balabanidis ν Δημοκρατίας αναφέρθηκαν τα εξής:

«Τονίζουμε συναφώς ότι κατά πάγια νομολογία σε αδικήματα της εξεταζόμενης φύσεως πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές λόγω του ότι οι κλοπές, οι διαρρήξεις και άλλα ομοειδή αδικήματα είναι στην πρώτη γραμμή εγκληματικότητας και όπου εντοπίζεται η ανάγκη επιβολής ποινής με αποτρεπτικό χαρακτήρα, ναι μεν λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του παραβάτη αλλά στο βαθμό και κατά την έκταση που δεν εξουδετερώνεται το αποτρεπτικό στοιχείο της ποινής. (Βλ. ενδεικτικά Lucian Gheorghe v.Δημοκρατίας (2013)2Α.Α.Δ, 824Andrei Alin Bandits v. Αστυνομίας, ECLI:CY:AD:2015:B696, Ποιν. Εφ. 94/2015 ημερ. 21.10.2015, Αhmed Saadi v. Αστυνομίας, ECLI:CY:AD:2016:B300, Ποιν.Εφ.308/2014,ημερ.24.6.2016 και xxx Yenier v.Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2019:B153, Ποιν. Εφ. 256/2017 ημερ. 22.4.2019.

Στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με υποθέσεις διάρρηξης και κλοπής, επανατονίσθηκε, η χωρίς σημεία κάμψης συνεχόμενη αυξητική τάση των διαρρήξεων και κλοπών, γεγονός που κλονίζει την ασφάλεια που πρέπει να αισθάνεται κάθε πολίτης ενός εύνομου κράτους (Φραντζίδης ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 146).

Παρόμοια επισήμανση ως προς το γεγονός ότι αδικήματα της φύσεως αυτής απασχολούν σχεδόν καθημερινά τα Δικαστήρια, με αποτέλεσμα οι ποινές που επιβάλλονται να πρέπει να είναι αποτρεπτικές, έγινε και στις υποθέσεις Bukowski και άλλος v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 92, Φράγκου ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 13, Mohammad Khaknegad v Police, (2011) 2 AAΔ, 192).

 

Περαιτέρω στην Bezanidis v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785, όχι μόνο επιβεβαιώθηκαν τα πιο πάνω, αλλά έγινε αναφορά και στις υποθέσεις Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342 και Κλεοβούλου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 485, στις οποίες τονίστηκε η ανάγκη για αποτροπή τόσο των ιδίων των παραβατών, όσο και της αναχαίτησης τρίτων από τη διάπραξη ομοίων ή παρομοίων εγκλημάτων. Η κατανόηση που το Δικαστήριο οφείλει να επιδεικνύει στις προσωπικές περιστάσεις του δράστη δεν υπερφαλαγγίζει την ανάγκη της αποτροπής υπό το φως των περιστατικών και της φύσης των ιδίων των αδικημάτων.

 

    Τα Δικαστήρια πρέπει να λαμβάνουν βεβαίως υπόψη τα ελαφρυντικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να υπολογίζουν κατά την επιμέτρηση της ποινής και την επίπτωση της εγκληματικής συμπεριφοράς επί του θύματος ή των θυμάτων αυτής.

 

Στην Hussein V R, Ποινική Έφεση 252/18 ημερομηνίας 31.5.19 αναφέρθηκαν τα εξής:

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την επιβολή ποινής αναφέρθηκε στη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο εφεσείων, παραπέμποντας σε νομολογία ως προς την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιας φύσεως αδικήματα (βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264Somilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ.248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9, Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138 κ.ά.), στην έξαρση που παρατηρείται στα αδικήματα αυτά, στις περιστάσεις διάπραξης τους, τον αριθμό των αδικημάτων που αφορούσαν οι κατηγορίες και τα αισθήματα ανασφάλειας που προκαλούνται στα θύματα τέτοιας φύσεως αδικημάτων πέραν της οικονομικής απώλειας, ανασφάλεια που αντανακλάται και στα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας. 

Στην υπόθεση Ahmed Saadi v. Αστυνομίας ECLI:CY:AD:2016:B300, Ποιν. Έφ. 308/14 ημερ. 24/6/2016 που αφορούσε επίσης σε κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και κλοπή, το Εφετείο τόνισε τα εξής:

 

«Η νομολογία είναι αυστηρή στην αντιμετώπιση αυτού του είδους τις υποθέσεις. Η ανάγκη για αποτροπή είναι προεξάρχουσα, η προστασία της ζωής και της ασφάλειας των φιλήσυχων πολιτών αποτελεί προτεραιότητα και η έστω κατά κατασταλτικό τρόπο αντιμετώπιση της ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού στην εμπέδωση του δικαίου, αδήρητη αναγκαιότητα».

 

               Όπως αναφέρθηκε στην παρούσα λαμβάνεται υπόψη ακόμη μία υπόθεση εναντίον του κατηγορούμενου για σοβαρά αδικήματα.

 

Ως έχει δε λεχθεί στην Ιωάννου ν. Γενικού Εισαγγελέα (2005) 2 Α.Α.Δ. 598, όταν το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και αδικήματα άλλων υποθέσεων μπορεί να επιβάλει μεγαλύτερη ποινή στις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο, από εκείνη που θα επέβαλλε αν είχε ενώπιον του μόνο αυτές τις κατηγορίες (βλ. επίσης Γενικός Εισαγγελέας ν. Cham & άλλων (1993) 2 Α.Α.Δ 129, Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 382 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ανδρέου (1994) 2 Α.Α.Δ 194).

 

Η δράση του κατηγορούμενου στις ενώπιον μου υποθέσεις φαίνεται να εκτυλίσσεται το έτος 2020 - 2021. Η κλαπείσα περιουσία δεν έχει ανευρεθεί.

 

Για προσδιορισμό της ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω λοιπόν υπόψη μου τη σοβαρότητα των αδικημάτων, ως αυτή εμφαίνεται από τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη τους, τη δράση και τις ενέργειες του κατηγορούμενου που προέβηκε στη διάρρηξη και στην κλοπή της περιουσίας του παραπονούμενου μαζί με άλλα πρόσωπα χωρίς κανένα δισταγμό, αλλά και την ταλαιπωρία, την αγωνία και την απώλεια του παραπονούμενου που στερήθηκε περιουσία πολύ μεγάλου χρηματικού ποσού ήτοι €219.440. Δεν μου διαφεύγει ακόμη η αναφορά του κατηγορούμενου ότι η πρόκληση ζημιάς σε τηλεόραση του παραπονούμενου έγινε «για χάζι».

 

Επίσης λαμβάνω υπόψη μου  ότι αδικήματα αυτής της φύσης βρίσκονται σε έξαρση, ως αναφέρθηκε πιο πάνω, πράγμα για το οποίο λαμβάνω δικαστική γνώση και από τις σωρηδόν υποθέσεις, οι οποίες καταχωρούνται καθημερινά ενώπιον του Δικαστηρίου (Αλ.Ιακώβου v Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 159/24 , 8.11.24).

 

Αναφορικά με τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων της υπόθεσης που λαμβάνεται υπόψη θεωρώ ως επιβαρυντικό παράγοντα τον χώρο στον οποίο ο κατηγορούμενος με άλλο πρόσωπο τοποθέτησε την κροτίδα, δηλαδή στο Λύκειο της Λινόπετρας την οποία πυροδότησαν.

 

Παρά τα πιο πάνω δεν εξαλείφεται η ανάγκη που υπάρχει παράλληλα για εξατομίκευση της ποινής ούτως ώστε αυτή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη. Από την άλλη όμως η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος, ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Ιωάννου κ.α ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 171 και Αστυνομία ν. Toorac Fashion Ltd (1993) 2 Α.Α.Δ. 17, Χαραλάμπους v Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ, σελ. 1,6).

 

Προς όφελος λοιπόν του κατηγορούμενου λαμβάνω υπόψη μου:

  • την παραδοχή και την απολογία του στο Δικαστήριο η οποία ήταν άμεση. Η παραδοχή ενός κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη σαν μετριαστικός παράγοντας. Η βαρύτητα δε που μπορεί να της αποδοθεί ποικίλει ανάλογα με την περίπτωση. Όπου συμβάλλει αποτελεσματικά στη διερεύνηση της υπόθεσης και πηγάζει από πραγματική μεταμέλεια του έχει μεγαλύτερη αξία (Χαρτούμπαλλος v Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ σελ.28, 36, Κωνσταντίνου v Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ σελ.206, 208 – 209).

 

  • Το λευκό του ποινικό μητρώο στοιχείο το οποίο του δίνει την ευχέρεια να αιτείται επιείκειας από το Δικαστήριο (Κοσασβίλη v Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ σελ.606, 609-611, Στεφάνου v Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ σελ.169).
  • Όλες τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του κατηγορούμενου ως εμφαίνονται στο Τεκμήριο Α΄, ειδικότερα ότι αυτός είναι ηλικίας 19 ετών σήμερα ενώ κατά τη διάπραξη των αδικημάτων ήταν 14 ετών. Έχει νομολογηθεί ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης σε νεαρά άτομα πρέπει να αποτελεί την τελευταία γραμμή άμυνας για την προστασία της έννομης τάξης (βλ.Χαραλάμπους Τρύφωνα άλλως Αλουπός v Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 246 αλλά και ότι ο σκοπός της ποινής σε άτομα νεαρής ηλικίας πρέπει να είναι η αναμόρφωση τους και όχι η τιμωρία τους (Θ.Αργυρίδης κ.α.v Αστυνομίας 2013, 2 ΑΑΔ 449. Αυτός είναι άγαμος, άνεργος και διαμένει μαζί με τους γονείς του οι οποίοι τον υποστηρίζουν.
  • Ότι παρέμεινε επτά ημέρες υπό κράτηση κατά το στάδιο των ανακρίσεων.
  • Ότι αυτός δεν ήταν ο ιθύνων νους για τη διάπραξη των αδικημάτων.
  • Τον χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη των αδικημάτων. Συγκεκριμένα τα αδικήματα της κύριας υπόθεσης διαπράχθηκαν το έτος 2021 και αυτή καταχωρίστηκε στις 19/3/2021 χωρίς καθυστέρηση. Ως έχει νομολογηθεί η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής. Έχω διεξέλθει των φακέλων και διαπιστώνω ότι ο κατηγορούμενος είχε παραδεκτεί τον Ιούνιο του 2021 και ανέμενε μέχρι σήμερα για να ολοκληρωθεί η υπόθεση και για τους άλλους 2 κατηγορούμενους. Με βάση τα πιο πάνω διαπιστώνεται ότι το δικαστήριο καλείται να επιβάλει ποινή πέραν των 4 ετών μετά τη διάπραξη των αδικημάτων στην παρούσα και των 4 ½ και πλέον  ετών στην 6570/22 που λαμβάνεται υπόψη.

 

Όλοι οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες πρέπει να λεχθεί ότι λαμβάνονται μεν υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής δεν είναι όμως τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου, λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων, όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω. Μπορούν να επηρεάσουν το ύψος όχι όμως και το είδος της ποινής.

 

Συνεκτιμώντας λοιπόν όλα τα δεδομένα που αφορούν στην παρούσα υπόθεση και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη τους αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων και με δεδομένο το στοιχείο της αποτροπής, κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι η ποινή φυλάκισης. Και τούτο έχοντας πάντα κατά νου ότι αυτή επιβάλλεται μόνο εκεί όπου οποιαδήποτε άλλη ποινή θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη και ανεπαρκής (βλ. Προδρόμου v. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 98).

 

Καταληκτικά επιβάλλω στον κατηγορούμενο στην δεύτερη κατηγορία 18 μήνες  φυλάκιση, στην τρίτη κατηγορία 7 μήνες φυλάκιση. Στην πρώτη κατηγορία δεν επιβάλλω καμία ποινή καθότι τα γεγονότα της απορρέουν από τα γεγονότα της 2ης.

 

Οι ποινές φυλάκισης να συντρέχουν.

 

     Ενόψει της πιο πάνω κατάληξής μου αναφορικά με την επιβληθείσα ποινή φυλάκισης στον κατηγορούμενο θα εξετάσω τώρα εάν η εκτέλεση των ποινών που επιβλήθηκε θα πρέπει να οδηγήσει στην άμεση φυλάκιση του, ή δύνανται να ανασταλούν, δυνάμει των διατάξεων του Περί της Υφ΄ Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972, Ν.95/72.

 

     Με το Νόμο 186(Ι)/2003, ο οποίος τροποποίησε την πιο πάνω νομοθεσία, η διακριτική ευχέρεια αναστολής μιας ποινής φυλάκισης έχει πλέον διευρυνθεί, καθώς όπως προνοείται μέσα από το άρθρο 3(2) το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορουμένου (βλέπε επίσης Στεφάνου ν. Αστυνομίας (2009) Ποινική Έφεση 231/2008, ημερομηνίας 23.03.09).

 

     Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161 τέθηκαν τα κριτήρια για την άσκηση της διακριτικής αυτής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

    Στην Αργυρίδης κ.α. ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ 449 λέχθηκε δε σχετικά ότι με την τροποποίηση που επέφερε ο Νόμος του 2003:

 

«… τα όρια της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου δεν περιορίζονται με αναφορά σε συγκεκριμένους παράγοντες και δη με αναφορά σε παράγοντες οι οποίοι έχουν ήδη ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής. Θέλησε δηλαδή ο Νομοθέτης να δώσει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να δει αν η αναστολή θα δικαιολογείτο από το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης και τα προσωπικά δεδομένα του κάθε κατηγορούμενου, ορίζοντας ταύτα ως κατευθυντήριες γραμμές και μη περιορίζοντας το θέμα της αναστολής της επιβληθείσας ποινής στα κριτήρια που θα έπρεπε να υπάρχουν σύμφωνα με την παλαιότερη αντίληψη και δη μη περιορίζοντας την ευχέρεια του Δικαστηρίου να εξετάσει παράγοντες οι οποίοι μπορεί να έχουν σημασία και ως προς την αναστολή».

 

Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930:

 

«Η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της περιστατικών. Η υιοθέτηση οποιουδήποτε γενικού κανόνα θα συνιστούσε σφάλμα αρχής. Εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και οποιεσδήποτε προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Αυτό βέβαια συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σε όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του Δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρούμε ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».

 

Το δικαστήριο έχει προβληματιστεί ιδιαίτερα στο κατά πόσο η παρούσα υπόθεση είναι η πρέπουσα για αναστολή εκτέλεσης των επιβληθεισών ποινών φυλάκισης στον κατηγορούμενο.

Κατόπιν προσεκτικής μελέτης των περιστάσεων της υπόθεσης, ειδικότερα:

·    της άμεσης παραδοχής και της απολογίας του στο δικαστήριο η οποία δεικνύει την έμπρακτη μεταμέλεια του,

·    ότι ο κατηγορούμενος προέβηκε σε υποδείξεις σκηνών και συνεργάστηκε με την αστυνομία,

·    του λευκού ποινικού μητρώου του,

·    του νεαρού της ηλικίας του κατά τη διάπραξη των αδικημάτων ήτοι 14 ετών τότε και 19 ετών σήμερα και τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι για νεαρά άτομα καθίσταται επιτακτική η ανάγκη αναμόρφωσης τους και όχι η τιμωρία (προς τούτο παραπέμπω στην Θ.Αργυρίδης πιο πάνω. Αξίζει να αναφέρω ότι σε αυτήν οι κατηγορούμενοι – ανήλικοι τότε αντιμετώπιζαν σωρεία κατηγοριών ληστειών με τη χρήση ροπάλων, σε φούρνους στη Λεμεσό. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η άμεση φυλάκιση τους έπρεπε να αντικατασταθεί με φυλάκιση με αναστολή εφόσον παρά τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξαν, η συμπεριφορά τους διεπόταν από μεγάλη επιπολαιότητα και δεν ήταν στη βάση οργανωμένων εγκλημάτων ληστείας), 

·    όλων των προσωπικών και οικογενειακών συνθηκών του κατηγορούμενου,

·    του γεγονότος ότι αυτός παρέμεινε υπό κράτηση για το χρονικό διάστημα των 7 ημερών,

κρίνω ότι δύναμαι να ασκήσω τις εξουσίες που ο νόμος μου παρέχει και να αναστείλω την εκτέλεση των επιβληθεισών ποινής φυλάκισης στον κατηγορούμενο. Υπό τις περιστάσεις που ανωτέρω ανέφερα, καταλήγω ότι δύναμαι να δώσω στον κατηγορούμενο μια δεύτερη και τελευταία ευκαιρία.

Συνεπώς, η εκτέλεση των επιβληθεισών πιο πάνω ποινών φυλάκισης αναστέλλεται για περίοδο 3 ετών από σήμερα.

(Επεξηγείται στον κατηγορούμενο η έννοια της αναστολής της εκτέλεσης των ποινών φυλάκισης του).

Στην παρούσα λαμβάνεται υπόψη και η ποινική υπόθεση με αρ. 6570/22.

Το τεκμήριο στην παρούσα να κατασχεθεί και να καταστραφεί.

Τα  έξοδα €20 της παρούσας και τα €80 της 6570/22 θα καταβληθούν από τον κατηγορούμενο.

 

  [Υπ.] .......................................

        Γ. Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ.

 

                                   

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο