ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Ιωαννίδου-Παπά, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 5963/22
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΑΝΤΙΟΝ
1. A. G.
2. Φ. Μ. Μ.
ΚΑTΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ
-----------------------------------
Ημερομηνία: 8 Αυγούστου 2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Χ. Κυριακίδου
Για τον Κατηγορούμενο 1: Καμία εμφάνιση
Κατηγορούμενος 1 απών
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο κατηγορούμενος 1 («κατηγορούμενος» στο εξής) αντιμετωπίζει στο παρόν κατηγορητήριο το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των άρθρων 371, 296(γ) και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, (κατηγορία 1).
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της πρώτης κατηγορίας, ο κατηγορούμενος την 10η Μαΐου 2022 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, συνωμότησε με άλλα πρόσωπα να διαπράξει κακούργημα, δηλαδή κατοχή διαρρηκτικών εργαλείων εν καιρώ νυκτός.
Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει το αδίκημα της κατοχής διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός, κατά παράβαση των άρθρων 296(γ) και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (κατηγορία 2).
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της δεύτερης κατηγορίας, ο κατηγορούμενος την 10η Μαΐου 2022 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, είχε στην κατοχή του διαρρηκτικά όργανα εν καιρώ νυκτός, δηλαδή τα αντικείμενα που αναφέρονται στον συνημμένο Πίνακα Α’, άνευ νομίμου προς τούτο δικαιολογίας.
Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει το αδίκημα της μεταφοράς μαχαιριού που καταλήγει σε μυτερή άκρη εκτός της κατοικίας ή της αυλής της, κατά παράβαση των άρθρων 82(2), 85, 86 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 όπως τροποποιήθηκε (κατηγορία 3).
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της τρίτης κατηγορίας, ο κατηγορούμενος την 10η Μαΐου 2022 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, μετέφερε ένα μαχαίρι με μαύρη χειρολαβή και λεπίδα μήκους 17 εκατοστών που καταλήγει σε μυτερή άκρη, εκτός της κατοικίας ή της αυλής της.
Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει το αδίκημα της μεταφοράς μαχαιριού που καταλήγει σε μυτερή άκρη εκτός της κατοικίας ή της αυλής της, κατά παράβαση των άρθρων 82(2), 85, 86 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 όπως τροποποιήθηκε (κατηγορία 4).
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της τέταρτης κατηγορίας, ο κατηγορούμενος την 10η Μαΐου 2022 στη Λεμεσό, της Επαρχίας Λεμεσού, μετέφερε ένα μαχαίρι με καφέ χειρολαβή και λεπίδα μήκους 12 εκατοστών που καταλήγει σε μυτερή άκρη, εκτός της κατοικίας ή της αυλής της.
Ο κατηγορούμενος δεν παρουσιάστηκε ενώπιον του δικαστηρίου παρά μόνο μία φορά και εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του το οποίο δεν εκτελέστηκε. Στη συνέχεια κατόπιν αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής διατάχθηκε με ενδιάμεση απόφαση του δικαστηρίου όπως η ακροαματική διαδικασία διεξαχθεί στην απουσία του και καταχωρίστηκε μη παραδοχή στις εναντίον του κατηγορίες.
Αξίζει να αναφέρω ότι η διαδικασία για την κατηγορούμενη 2 διακόπηκε στις 28.11.24 και αυτή απαλλάχθηκε στις εναντίον της κατηγορίες.
Προς απόδειξη της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής κατέθεσαν 6 μάρτυρες ήτοι ο Αστ. 3154 Γ. Αδάμου (ΜΚ1), ο Αστ. 266 Α.Περικλέους (ΜΚ2), η Τρ. Σιακά (ΜΚ3), ο Αστ.1844 Ε.Αλεξάνδρου (ΜΚ4), ο Αστ.3981 Α.Παπανεοκλέους (ΜΚ5) και ο Αστ.1601 Μ.Διομήδους (ΜΚ6).
Στη συνέχεια θα αναφερθώ στα κύρια σημεία της μαρτυρίας του κάθε μάρτυρα, τα οποία είναι απαραίτητα για την εξαγωγή των συμπερασμάτων μου σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας και παράλληλα θα προβώ σε αξιολόγηση της. Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας είναι καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης, έχει μελετηθεί και λαμβάνεται υπόψη στο σύνολο του. Δεν απαιτείται εδώ - και δεν συνιστάται για πρακτικούς κυρίως λόγους - η επανάληψη του συνόλου της μαρτυρίας των μαρτύρων, όπως και η αναφορά σε κάθε επιμέρους πτυχή της (βλ.κατ΄ αναλογίαν, G & K Exclusive Fashions Ltd v Παπαδόπουλου και Άλλων (2001) 1(Α) ΑΑΔ 88, 92, Paphos Stone C Estates v Ζαβρού και Άλλου (1998) 1(Γ) ΑΑΔ 1854, 1859).\
Είχα την ευκαιρία μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης να παρακολουθήσω με ιδιαίτερη προσοχή τους ΜΚ1 - 6 που κατέθεσαν ενώπιον μου και είμαι σε θέση να αξιολογήσω όλη την εν γένει συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Αξιολογώ τη μαρτυρία τους με δείκτη μεταξύ άλλων την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος στην υπόθεση, της ευκαιρίας που είχαν να παρακολουθήσουν τα διαδραματισθέντα, την ακεραιότητα και ειλικρίνεια τους, τη μνήμη και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή να πιστεύουν αυτά για τα οποία κατέθεταν, τη φυσικότητα, ευθύτητα και την αμεσότητα των απαντήσεων τους (βλ. Ζαβρού ν. Χαραλάμπους Ποιν. Έφ. 9163, ημερ. 24.9.97, Αθανασίου ν. Κουνούνη Ποιν. Έφ. 9041 ημερ. 29.5.97 και Καρεκλά ν. Κλεάνθους Ποιν. Έφ. 9161, ημερ. 24.5.97). Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρας (1992), 1 Α.Α.Δ. 1056, Mustafa v. Κακουρή κ.ά. (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 165. Επίσης, η κρίση του Δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων δεν περιορίστηκε στην εξωτερική εμφάνιση που προκαλεί ο μάρτυρας, αλλά τέθηκε στην βάσανο της αξιολόγησης του περιεχομένου της. (βλ. Γεώργιος και Σπύρος Τσιαππής v. Πολυβίου (2009), 1 Α.Α.Δ. 339. Όπως επισημάνθηκε στην Αθηνής v. Δημοκρατίας (2008), 2 Α.Α.Δ. 256:
«Όταν αναφερόμαστε στη βάσανο της αξιολόγησης του περιεχομένου της μαρτυρίας, εννοούμε κατά κύριο λόγο τον έλεγχο με την βάσανο της λογικής και την ανθρώπινη εμπειρία ως προς την αναμενόμενη φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων της ζωής.
Η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται κατά κύριο λόγο στην βάση της μαρτυρίας που σχετίζεται με τα επίδικα θέματα (Hasan v Ανδρέου, πολιτική έφεση 2/11, ημερ.2.12.15). Το Δικαστήριο μπορεί να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας του μάρτυρα και να απορρίψει άλλο, (Βασιλειάδης v Σπύρου Λτδ, πολιτική έφεση 123/09, ημερ.14.10.15).
Στην υπόθεση Akil v Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ 148 αναφέρθηκε ότι «αντιφάσεις που αφορούν μικρολεπτομέρειες όχι μόνο δεν αποδυναμώνουν μία μαρτυρία που γενικά έχει κριθεί ως αξιόπιστη, αλλά αντίθετα την ενδυναμώνουν».
Μάρτυρας Κατηγορίας 1 - ΜΚ1 ήταν ο Αστ. 3154 Γ. Αδάμου του ΤΑΕ Λεμεσού ο οποίος κατέθεσε και υιοθέτησε στο Δικαστήριο την κατάθεση του τεκμήριο 1. Σε αυτήν αναφέρει ότι στις 10/5/2022 παρέλαβε από τον Αστ.1844 Ε.Αλεξάνδρου του ΟΠΕ Λεμεσού διάφορα τεκμήρια δηλαδή ένα ζευγάρι γάντια χρώματος μαύρου, 8 κατσαβίδια, 3 πένσες, ψαλίδι, κοπίδι, δύο μαχαίρια, σκεπάρνι, μεταλλικό λιβέρι, κινητό τηλέφωνο SAMSUNG τα οποία έθεσε υπό την ασφαλή του φύλαξη. Στις 12/2/2022 στα γραφεία του ΤΑΕ Λεμεσού ο Αστ.266 A. Περικλέους στην παρουσία και καθ' υπόδειξη του φωτογράφισε όλα τα τεκμήρια της υπόθεσης. Επίσης ο ΜΚ1 κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου φωτογραφία τεκμήριο 2 στην οποία αναφέρθηκε και επανέλαβε ότι είναι τα τεκμήρια που παρέλαβε και τα φύλαξε ως ο ανακριτής της υπόθεσης. Επίσης αυτός συμπλήρωσε τον φάκελο της υπόθεσης.
Ο μάρτυρας μου έκανε καλή εντύπωση και ήταν σαφής για τις ενέργειες του στην παρούσα υπόθεση. Δηλαδή αυτός παρέλαβε τα τεκμήρια της υπόθεσης ως εμφαίνονται στη φωτογραφία 2. Αποδέχομαι ως αξιόπιστη στο σύνολο της, την αναντίλεκτη μαρτυρία του αναφορικά με τις πιο πάνω ενέργειες του και προβαίνω στα ανάλογα ευρήματα.
Μάρτυρας Κατηγορίας 2 - ΜΚ2 ήταν ο Αστ.266 A. Περικλέους ο οποίος κατέθεσε στο Δικαστήριο και υιοθέτησε την κατάθεση του τεκμήριο 4 στην οποία ανέφερε ότι έλαβε φωτογραφίες για την παρούσα υπόθεση. Ειδικότερα κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου το τεκμήριο 5 το οποίο δεικνύει όχημα τύπου Pajero χρώματος μαύρου. Επίσης είδε και αναγνώρισε τη φωτογραφία τεκμήριο 2 την οποία έλαβε ο ίδιος και απεικονίζει διάφορα εργαλεία και ένα ζεύγος γάντια. Αυτός ανέφερε τα προσόντα του στο Δικαστήριο και ότι στον Κλάδο Φωτογραφιών και Αποτυπωμάτων του ΤΑΕ Λεμεσού εκτελούσε καθήκοντα για 20 χρόνια. Αποδέχομαι λοιπόν ότι αυτός είναι εμπειρογνώμονας φωτογράφος και δακτυλοσκόπος.
Η πιο πάνω μαρτυρία του η οποία αφορούσε μόνο τη λήψη φωτογραφιών των τεκμηρίων 2 και 5 της υπόθεσης παρέμεινε αναντίλεκτη, γίνεται αποδεκτή από το δικαστήριο στο σύνολο της και προβαίνω στα ανάλογα ευρήματα.
Μάρτυρας Κατηγορίας 3 - ΜΚ3 ήταν η Τ.Σιακά, η οποία κατέθεσε στο Δικαστήριο και υιοθέτησε την κατάθεση της Τεκμήριο 6 στην οποία αναφέρει ότι ως διερμηνέας της τούρκικης γλώσσας κλήθηκε στις 10/5/2022 από το Κλιμάκιο Διαρρήξεων της Αστυνομίας και εκτέλεσε χρέη διερμηνέα κατά τη λήψη της ανακριτικής κατάθεσης του κατηγορούμενου. Αυτή ανέφερε ότι σπούδασε Τουρκολογία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και από το 2014 εκτελεί καθήκοντα διερμηνέα. Η ΜΚ3 αναγνώρισε την ανακριτική κατάθεση του κατηγορούμενου για την οποία εκτέλεσε χρέη διερμηνέα στην τουρκική γλώσσα (Τεκμήριο 7 η τούρκικη και Τεκμήριο 7A η ελληνική), ως επίσης υπέδειξε τα σημεία στα οποία έθεσαν τις υπογραφές τους τόσο η ίδια, όσο και ο κατηγορούμενος. Η αναντίλεκτη μαρτυρία της ήταν τυπική και σαφής και κρίνεται ως αξιόπιστη στο σύνολο της.
Μάρτυρας Κατηγορίας 4 - ΜΚ4 ήταν ο Αστ. 1844 Ε. Αλεξάνδρου ο οποίος υπηρετεί στον Ο.Π.Ε. Λεμεσού, κατέθεσε και υιοθέτησε την κατάθεση του, τεκμήριο 8, στην οποία αναφέρει ότι στις 10/05/2022 και περί ώρα 01:20 ενώ βρισκόταν περιπολία με άλλους συναδέλφους του στην περιοχή των Πολεμιδιών σχετικά με πρόσφατες διαρρήξεις και κλοπές εντόπισαν όχημα με τουρκοκυπριακούς αριθμούς εγγραφής να κινείται ύποπτα στην οδό Κατσαντωνέων. Αφού έθεσαν σε λειτουργία τους φάρους και τις σειρήνες του περιπολικού το κάλεσαν μέσω μεγαφώνων να σταθμεύσει στην αριστερή πλευρά του δρόμου για να τον ελέγξουν και είδε ότι στο εν λόγω όχημα επέβαιναν τρία άτομα, συγκεκριμένα δύο άνδρες και μία κοπέλα. Αντ' αυτού όμως ο οδηγός του οχήματος δεν ελάττωσε ταχύτητα, οδηγούσε επικίνδυνα σε διάφορα σημεία στη Λεμεσό όπου τον ακολούθησαν, σε κάποια στιγμή και σε απόσταση ο οδηγός και συνοδηγός του οχήματος άνοιξαν τις πόρτες τους και αφού κατέβηκαν κάτω άρχισαν να τρέχουν σε παρακείμενα χωράφια. Αυτός κατάφερε να ακινητοποιήσει τον συνοδηγό του καταδιωκόμενου αυτοκινήτου ο οποίος του είπε το όνομα του (κατηγορούμενος), δεν είχε στοιχεία που να αποδεικνύουν την ταυτότητα του, ή μόνιμο τόπο διαμονής του στην ελεύθερη Κύπρο, αλλά αυτός ανέφερε ότι εισήλθαν στις ελεύθερες περιοχές από μη ελεγχόμενο σημείο της περιοχής Πύλας. Τότε η ώρα 01:40 του ανέφερε μέσω του Α/Αστ. 2910 ο οποίος γνωρίζει την τούρκικη γλώσσα ότι είναι υπό σύλληψη για εξακρίβωση στοιχείων. Του επέστησε την προσοχή του στον Νόμο και απάντησε «εν ήθελα εγώ να έρτω ποδά». Στη συνέχεια του πέρασε χειροπέδες και τον μετέφεραν στο αυτοκίνητο στο οποίο βρισκόταν μία κοπέλα. Έγινε έρευνα σ' αυτό στην παρουσία του κατηγορούμενου και της κοπέλας και σ' αυτό εντοπίστηκαν ένα αυτοσχέδιο λιβέρι ασημένιου χρώματος, ένα σκεπάρνι, ένα μικρό λιβέρι, ένα ψαλίδι κλαδέματος, τρεις πένσες χρώματος μαύρου, οκτώ κατσιαβίδια διαφόρων χρωμάτων, ένα ζευγάρι μάλλινα μαύρα γάντια. Αυτά είχαν εντοπιστεί εντός του πισινού καπό του οχήματος. Επίσης, σε θήκη του ταμπλό του οχήματος εντοπίστηκαν δύο μαχαίρια με λεπίδα μήκους 12 και 17 εκατοστών αντίστοιχα που καταλήγουν σε αιχμηρή άκρη. Ακόμη ο κατηγορούμενος τους ανέφερε ότι ο οδηγός του οχήματος S. Mavideniz έχει πιστόλι στην κατοχή του το οποίο έφερε μαζί του από τα κατεχόμενα και το κρατούσε την ώρα που διέφυγε τρέχοντας από την αστυνομία αφού γνωρίζει ότι καταζητείται στη Δημοκρατία για υπόθεση κλοπής αυτοκινήτου.
Ακολούθως το αυτοκίνητο οδηγήθηκε με άδεια του Αξιωματικού Υπηρεσίας στην Αστυνομική Διεύθυνση Λεμεσού για φύλαξη ως επίσης και ο κατηγορούμενος μεταφέρθηκε στα γραφεία του Ο.Π.Ε. Λεμεσού. Εκεί ο ΜΚ4 με τη βοήθεια του Α/Αστ.2910 του εξήγησε τα νομικά του δικαιώματα γραπτώς, τα οποία και υπέγραψε στην τούρκικη γλώσσα. Ο κατηγορούμενος και τα ανευρεθέντα τεκμήρια παραδόθηκαν στον Αστ.3154 Γ. Αδάμου εξεταστή της υπόθεσης. Ο ΜΚ4 είδε και αναγνώρισε το τεκμήριο 3 στο οποίο περιέχεται κινητό τηλέφωνο μάρκας Samsung που παραλήφθηκε τη συγκεκριμένη ημέρα από αυτόν και το παρέδωσε στον εξεταστή της υπόθεσης.
Ο ΜΚ4 μου έκανε καλή εντύπωση καταθέτοντας για τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την 10.5.22 τα ξημερώματα. Δεν έχω καμία αμφιβολία για το αληθές των θέσεων του και δη ότι ο κατηγορούμενος ήταν συνοδηγός του καταδιωκόμενου οχήματος (με τουρκοκυπριακούς αριθμούς εγγραφής) που οδηγείτο επικίνδυνα από άτομο που τελικά διέφυγε. Το όχημα από την ώρα που έγινε αντιληπτό ότι οδηγείται ύποπτα κατά τις πρωϊνές ώρες, διένυσε μεγάλη απόσταση σε διάφορα σημεία στη Λεμεσό ήτοι από την περιοχή των Πολεμιδιών μέχρι και τον 81ο δρόμο. Στο όχημα στο οποίο επέβαιναν ανευρέθηκαν τα πιο πάνω αναφερθέντα αντικείμενα ως και δύο μαχαίρια. Αποδέχομαι τη δήλωση στην οποία προέβηκε ο κατηγορούμενος στον ΜΚ4 ότι ο οδηγός του οχήματος με τον οποίο δηλαδή αυτός συνταξίδευε από τις κατεχόμενες προς τις ελεύθερες περιοχές είχε στη κατοχή του πιστόλι το οποίο έφερε από τα κατεχόμενα γιατί γνωρίζει ότι καταζητείται στη Δημοκρατία. Επίσης αποδέχομαι τη δήλωση του κατηγορούμενου ότι εισήλθαν από μη ελεγχόμενο σημείο στην περιοχή της Πύλας.
Αποδέχομαι ως αξιόπιστες τις θέσεις του που παρέμειναν αναντίλεκτες και προβαίνω στα ανάλογα ευρήματα.
Μάρτυρας Κατηγορίας 5 - ΜΚ5 ήταν ο Αστ.3981 Α.Παπανεοκλέους ο οποίος κατέθεσε και υιοθέτησε στο Δικαστήριο την κατάθεσή του, τεκμήριο 9. Σε αυτήν αναφέρει ότι έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο, αφού πρώτα τον ενημέρωσε για τα αδικήματα που διερευνούσε εναντίον του και του επέστησε την προσοχή του στον Νόμο. Του έλαβε την ανακριτική κατάθεση με τη βοήθεια διερμηνέα στην τούρκικη γλώσσα (Τεκμήρια 7 και 7Α). Ακόμη, κατέθεσε το τεκμήριο 10 ‑ ενημερωτικό σημείωμα, το οποίο έχει καταγράψει και υπογράψει ο ίδιος. Σ' αυτό αναφέρεται ότι το ΤΑΕ Λεμεσού διερεύνησε την παρούσα υπόθεση και καταγράφει την περιγραφή της υπόθεσης.
Η μαρτυρία του ΜΚ5 περιοριζόταν στη λήψη της ανακριτικής κατάθεσης του κατηγορούμενου. Αποδέχομαι τις πιο πάνω αναφερθείσες ενέργειες του οι οποίες παρέμειναν αναντίλεκτες και προβαίνω στα ανάλογα ευρήματα.
Μάρτυρας Κατηγορίας 6 - ΜΚ6 ήταν ο Αστ. 1601 M. Διομήδους, ο οποίος υπηρετεί στο ΤΑΕ Λεμεσού, κατέθεσε και υιοθέτησε την κατάθεσή του, τεκμήριο 11, στην οποία αναφέρει ότι στις 10/05/2022 συνέλαβε τον κατηγορούμενο στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για τα αδικήματα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, της κατοχής διαρρηκτικών εργαλείων κατά τη διάρκεια της νύχτας και της μαχαιροφορίας και αυτός απάντησε «εντάξει». Επίσης κατέθεσε το εκδοθέν ένταλμα σύλληψης εναντίον του κατηγορούμενου ημερομηνίας 10/05/2022 ‑ τεκμήριο 12 το οποίο και εκτέλεσε (σελίδα 2). Αποδέχομαι την αναντίλεκτη μαρτυρία του σε σχέση με τη σύλληψη του κατηγορούμενου και προβαίνω στο ανάλογ εύρημα.
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ
Ο κατηγορούμενος στην ανακριτική κατάθεση του ημερ.10.5.22. τεκμήριο 7, αναφέρει αυτολεξεί τα ακόλουθα:
«Ενημερώθηκα για τα αδικήματα που διερευνάται εναντίον μου και στο παρόν στάδιο δεν θέλω την βοήθεια δικηγόρου. Χθες μετά το μεσημέρι ενώ ήμουν στην Αμμόχωστο με τον Σαλίχ αποφασίσαμε να επισκεφτούμε την Λεμεσό για περίπατο. Ο Σαλίχ οδηγούσε ένα τζιπ Mitsubishi Pajero. Το αυτοκίνητο αυτό δεν ξέρω αν είναι κλοπιμαίο. Εγώ και ο Σαλίχ είμαστε φίλοι. Περάσαμε από την Πύλα και φθάσαμε κατ´ευθείαν στη Λεμεσό αργά το απόγευμα. Στη Λεμεσό δεν επισκεφθήκαμε συγκεκριμένο σπίτι απλά γυρίζαμε. Η Μ. που ήταν μαζί μας στο αυτοκίνητο είναι συγγενής μου και την παραλάβαμε από κάπου δε θυμάμαι όμως ακριβώς σημείο και ώρα.
Σε πληροφορώ ότι εντός του οχήματος το οποίο επέβαινες με τον Σαλίχ και την Μ. εντοπίστηκαν διαρρηκτικά εργαλεία δηλαδή λιβέρι, ψαλίδι κλαδέματος γάντια και μαχαίρια: «Δεν ξέρω γιατί ήταν μέσα στο αυτοκίνητο αυτά τα πράγματα δεν μου ανήκουν».
Σε ρωτώ γιατί όταν σε σταμάτησε η αστυνομία δεν σταμάτησες και έτρεξες για να διαφύγεις.
«Σου απαντώ ότι έτρεξα γιατί φοβήθηκα και ήμουν και λίγο μεθυσμένος. Ήρθα στη Λεμεσό για περίπατο και ποτέ μου δεν διάρρηξα σπίτια. Σου απαντώ ότι δεν γνωρίζω που βρίσκεται αυτή τη στιγμή ο Σαλίχ. Σχετικά με το πιστόλι να σου διευκρινίσω ότι είδα κάτι σαν πιστόλι εντός του αυτοκινήτου πλην όμως δεν γνωρίζω αν ήταν ομοίωμα πιστολιού. Το κρατούσε πάνω του ο Σαλίχ ο οποίος γνωρίζω ότι καταζητείται στα κατεχόμενα για κλοπές και ληστείες. Εγώ διαμένω μόνιμα στην Αμμόχωστο, στη Λεμεσό ήρθα για περίπατο και δεν ήρθα για να διαρρήξω».
Όσον αφορά γραπτές καταθέσεις κατηγορούμενου προσώπου υπάρχει σωρεία αποφάσεων σχετικά με τη βαρύτητα την οποία το Δικαστήριο μπορεί να αποδώσει σ’ αυτή. Στο γενικό αυτό κανόνα υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις όπου τα γεγονότα όπως τα απέδειξε με την μαρτυρία της η Κατηγορούσα Αρχή είναι τέτοια που χρήζει να δοθεί κάποια εξήγηση από τον κατηγορούμενο, ιδιαίτερα εκεί που μια τέτοια εξήγηση εμπίπτει στη δική του αποκλειστική γνώση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο διατηρεί διακριτική ευχέρεια να αποδεχθεί μέρος της κατάθεσης του κατηγορουμένου και να απορρίψει άλλο ασχέτως αν αυτό αποτελεί άμεσα ή έμμεσα παραδοχή του αδικήματος. Είναι φυσικό να αποδίδεται μεγαλύτερη βαρύτητα στο μέρος εκείνο το οποίο συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια προς τα συμφέροντα του κατηγορουμένου. Είναι όμως, ελεύθερο το Δικαστήριο να αποδώσει μικρότερη σημασία ή ακόμη να απορρίψει άλλα μέρη της κατάθεσης για τα οποία παρέχεται εξήγηση ή δικαιολογία για εκ πρώτης όψεως εγκληματικές πράξεις. (Βλ. Vrakas α.ο. v. Republic (1973) 2 C.L.R. 139, Anastasiades v. Republic (1977) 2 C.L.R. 97, Ιωάννου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 195), Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 109 και Findlay Duncan 73 Crim. App. R. 359, Κωνσταντινίδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 190 και Γαβριήλ ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 693).
Η εκτίμηση λοιπόν της κατάθεσης του κατηγορούμενου είναι θέμα που ανάγεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να κρίνει την αξιοπιστία των μαρτύρων.
Εξετάζοντας το περιεχόμενο της γραπτής κατάθεσης του κατηγορούμενου σε συνάρτηση με την ενώπιον μου αποδεχθείσα αξιόπιστη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής αποδέχομαι ότι ο κατηγορούμενος κατά τους ουσιώδεις χρόνους ευρισκόταν ως συνοδηγός στο όχημα του φίλου του, του Σαλίχ και αυτό ανακόπηκε από την αστυνομία αφού οδηγήθηκε επικίνδυνα σε διάφορα σημεία στη Λεμεσό. Αυτός προσπάθησε να διαφύγει τρέχοντας, αλλά δεν τα κατάφερε όπως τον φίλο του. Αποδέχομαι τη θέση του ότι έτρεξε για να διαφύγει γιατί φοβήθηκε. Ο ίδιος αποδέχεται ότι ευρισκόταν στο όχημα του Σαλίχ για τον οποίο γνωρίζει ότι καταζητείται στα κατεχόμενα για κλοπές και ληστείες, ως επίσης ότι κρατούσε πάνω του κάτι σαν ομοίωμα πιστολιού. Ο ίδιος ανέφερε στον Αστ.2910 κατά την ανακοπή του και κατά την επίστηση της προσοχής του στο Νόμο «εν ήθελα να ρτω ποδά» ενώ αντιφατικά στην κατάθεση του ότι «ήρθαν μαζί για περίπατο». Αυτό που παραμένει αναντίλεκτο είναι ότι αυτός βρέθηκε να είναι με τη θέληση του στο όχημα του καταζητούμενου S. Mavidaniz - Τ/Κύπριου (δες φωτογραφία τεκμ.5) μέσα στο οποίο υπήρχαν τα εν λόγω εργαλεία. Ακόμη αποδέχομαι ότι αυτοί έφυγαν από τις κατεχόμενες περιοχές και ευρίσκονταν μαζί στη Λεμεσό μέχρι τις πρωϊνές ώρες που ανακόπηκαν από την αστυνομία.
Μετά το πέρας της υπόθεσης για την Κατηγορούσα Αρχή η κα Κυριακίδου αγορεύοντας ανέφερε ότι η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου είναι ικανοποιητική, αυτή παρέμεινε αναντίλεκτη, ούτως ώστε ο κατηγορούμενος θα πρέπει να κριθεί ένοχος στις εναντίον του κατηγορίες οι οποίες έχουν αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Ειδικότερα παρέπεμψε στις συνθήκες όπου έγινε ανακοπή του οχήματος μέσα στο οποίο βρισκόταν ο κατηγορούμενος, οι επιβαίνοντες ξεκίνησαν να τρέχουν και ανακόπηκαν από την Αστυνομία και σε έρευνα που ακολούθησε στο όχημα εντοπίστηκαν τα διαρρηκτικά εργαλεία, το κινητό τηλέφωνο και τα μαχαίρια.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Με βάση την πιο πάνω αξιολόγηση βρίσκω ότι τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως η αναντίλεκτη εκδοχή της Κατηγορούσας Αρχής την οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω λεπτομερώς, αλλά συνοπτικά αναφέρω ότι στις 10/05/2022 και περί ώρα 01:20 ο Αστ.1844 Ε.Αλεξάνδρου ενώ βρισκόταν περιπολία με άλλους συναδέλφους του στην περιοχή των Πολεμιδιών λόγω πρόσφατων διαρρήξεων και κλοπών εντόπισαν όχημα με τουρκοκυπριακούς αριθμούς εγγραφής (τεκμήριο 5) να κινείται ύποπτα στην οδό Κατσαντωνέων. Αφού έθεσαν σε λειτουργία τους φάρους και τις σειρήνες του περιπολικού το κάλεσαν μέσω μεγαφώνων να σταθμεύσει στην αριστερή πλευρά του δρόμου για να το ελέγξουν, είδαν ότι στο εν λόγω όχημα επέβαιναν τρία άτομα, συγκεκριμένα δύο άνδρες και μία κοπέλα. Αντ' αυτού όμως ο οδηγός του οχήματος δεν ελάττωσε ταχύτητα, οδηγούσε επικίνδυνα σε διάφορα σημεία στη Λεμεσό όπου τον ακολούθησαν. Σε κάποια στιγμή και σε απόσταση από το αρχικό σημείο που έγιναν αντιληπτοί ο οδηγός και συνοδηγός του οχήματος αφού κατέληξαν σε αδιέξοδο και δεν μπορούσαν να διαφύγουν άνοιξαν τις πόρτες τους και αφού κατέβηκαν κάτω άρχισαν να τρέχουν σε παρακείμενα χωράφια. Αυτός κατάφερε να ακινητοποιήσει τον συνοδηγό του καταδιωκόμενου αυτοκινήτου ο οποίος του είπε το όνομα του και δεν είχε στοιχεία που να αποδεικνύουν την ταυτότητά του, μόνιμο τόπο διαμονής στην ελεύθερη Κύπρο, αλλά ότι εισήλθαν από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές από μη ελεγχόμενο σημείο της περιοχής Πύλας. Τότε η ώρα 01:40 του ανέφερε μέσω του Α/Αστ. 2910 που γνωρίζει την τούρκικη γλώσσα ότι είναι υπό σύλληψη για εξακρίβωση στοιχείων. Στη συνέχεια του πέρασε χειροπέδες και τον μετέφεραν στο αυτοκίνητο στο οποίο βρισκόταν μία κοπέλα. Έγινε έρευνα σ' αυτό στην παρουσία του κατηγορούμενου και της κοπέλας και σ' αυτό εντοπίστηκαν ένα αυτοσχέδιο λιβέρι ασημένιου χρώματος, ένα σκεπάρνι, ένα μικρό λιβέρι, ένα ψαλίδι κλαδέματος, τρεις πένσες χρώματος μαύρου, οκτώ κατσιαβίδια διαφόρων χρωμάτων και ένα ζευγάρι μάλλινα μαύρα γάντια (φωτογραφία τεκμήριο 2). Αυτά είχαν εντοπιστεί εντός του πισινού καπό του οχήματος. Επίσης, σε θήκη του ταμπλό του οχήματος εντοπίστηκαν δύο μαχαίρια με λεπίδα μήκους 12 και 17 εκατοστών αντίστοιχα που καταλήγουν σε αιχμηρή άκρη. Ακολούθως το αυτοκίνητο οδηγήθηκε με άδεια του Αξιωματικού Υπηρεσίας στην Αστυνομική Διεύθυνση Λεμεσού για φύλαξη ως επίσης και ο κατηγορούμενος μεταφέρθηκε στα γραφεία του Ο.Π.Ε. Λεμεσού. Εκεί ο ΜΚ4 με τη βοήθεια του Α/Αστ.2910 του εξήγησε τα νομικά του δικαιώματα γραπτώς, τα οποία και υπέγραψε στην τούρκικη γλώσσα. Ο κατηγορούμενος και τα ανευρεθέντα τεκμήρια παραδόθηκαν στον Αστ.3154 Γ. Αδάμου ΜΚ1 - εξεταστή της υπόθεσης. Επίσης ο ΜΚ4 παρέλαβε από το εν λόγω όχημα ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας Samsung (τεκμήριο 3) και το παρέδωσε στον εξεταστή της υπόθεσης ΜΚ1. Από τον κατηγορούμενο λήφθηκε η ανακριτική κατάθεση τεκμήριο 7 στην οποία παραδέχεται ότι στις 9 – 10.5.22 εισήλθε μαζί με τον φίλο του (οδηγό του οχήματος που εμφαίνεται στη φωτογραφία τεκμήριο 5) από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας για τον οποίο γνώριζε ότι είναι καταζητούμενο πρόσωπο για διαρρήξεις και κλοπές και ότι μεταφέρει και κατέχει πιστόλι.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Έχοντας κατά νου τα πιο πάνω θα προχωρήσω να εξετάσω εάν στοιχειοθετούνται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος.
Για το αδίκημα της κατηγορίας 1 το άρθρο 371 Κεφ.154 προβλέπει τα ακόλουθα:
‘’Όποιος συνωμοτεί με άλλο να διαπράξει κακούργημα ή να διενεργήσει πράξη σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου η οποία αν διενεργόταν στη Δημοκρατία θα ήταν κακούργημα και η οποία είναι ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στον τόπο όπου σκοπεύεται να διενεργηθεί, είναι ένοχος κακουργήματος..».
Με βάση τα όσα έχουν λεχθεί σχετικά στην υπόθεση Gani v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 134 «το αδίκημα της συνωμοσίας συντελείται από τη στιγμή που δύο ή περισσότεροι συμφωνούν να διαπράξουν αδίκημα ή να επιτύχουν νόμιμο σκοπό με παράνομα μέσα. Δεν είναι αναγκαίο για τη συμπλήρωση του αδικήματος να έχει τελεστεί οτιδήποτε πέραν από τη συμφωνία. Το κατά πόσο οι συνωμότες μετάνιωσαν ή σταμάτησαν ή παρεμποδίστηκαν ή απότυχαν ή δεν είχαν την ευκαιρία να προωθήσουν το σκοπό της συνωμοσίας, είναι αδιάφορο. (Βλέπε Μulcany v. R. (1868) L.R.34 H.L.328, O/Connell v. R. (1844) 5 St. Tr. (N.S.) 1, R. v. Aspinall (1876) 2 Q.B.D. 48, Archbold (ανωτέρω) σελ. 2035, παράγρ. 28-4)».
Η ουσία του αδικήματος της συνωμοσίας συνίσταται λοιπόν όχι στην εκτέλεση της παράνομης πράξης ή στην πραγματοποίηση του σκοπού της συνωμοσίας αλλά στον καταρτισμό συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων προσώπων να διαπράξουν μια παράνομη πράξη ή να εκτελέσουν μια νόμιμη πράξη με παράνομα μέσα. Όταν τα εμπλεκόμενα πρόσωπα συμφωνήσουν να πραγματοποιήσουν το εγκληματικό τους σχέδιο, η πλοκή (the plot) να το πράξουν αποτελεί και την εγκληματική ενέργεια και με τη συμφωνία το αδίκημα της συνομωσίας έχει πλέον συντελεστεί (βλ. σύγγραμμα Archbold 2004, παρ. 34-4). Είναι λοιπόν άνευ σημασίας και το κατά πόσον αυτό που τελικώς πραγματοποιείται διαφέρει από τα συμφωνηθέντα.
Δεν υπάρχει συνωμοσία όταν οι διαπραγματεύσεις για οποιοδήποτε λόγο δεν επιφέρουν στέρεα συμφωνία μεταξύ των μερών (βλ. σύγγραμμα Blackstone’ s Criminal Practice 2003 παρ. Α6.14, σελ.90). Από την άλλη είναι δυνατό να υπάρξει συνωμοσία ακόμα και σε περιπτώσεις όπου κάποιοι εκ των συνωμοτών δεν έχουν συναντηθεί ποτέ, φτάνει να καταδειχθεί ότι συμμετείχαν σε κάποιον κοινό σχεδιασμό, γνωρίζοντας ότι υφίστατο και ευρύτερο σχέδιο, στο οποίο συνέδεαν τον εαυτό τους (βλ. Barratt (1996) Crim. L.R. 495).
Η συμφωνία των συνωμοτών είναι η προώθηση της πρόθεσης την οποία ο καθένας είχε συλλάβει στο μυαλό του και η οποία μετατρέπεται από κρυφή πρόθεση σε ανοικτή ενέργεια αμοιβαίων διαβουλεύσεων και τελικώς σε συμφωνία. Δεν είναι επομένως αρκετό ότι δύο ή περισσότερα πρόσωπα επιδιώκουν τον ίδιο παράνομο στόχο στον ίδιο χρόνο ή στο ίδιο μέρος, αλλά θα πρέπει να αποδειχθεί και σύμπτωση στο μυαλό τους για τον επιδιωκόμενο παράνομο σκοπό. Η συμφωνία κανονικά αποδεικνύεται με την προσκόμιση μαρτυρίας, η οποία να δείχνει είτε άμεσα την ύπαρξη της είτε ότι αυτή τίθεται σ' εφαρμογή και εξάγονται συμπεράσματα από την κοινή δράση (Yip Chieu-Chung v. The Queen (1995) 1 AC 111). Για να στοιχειοθετηθεί συνωμοσία θα πρέπει να αποδειχθεί ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι η συμφωνηθείσα διαγωγή προϋπόθετε τη διάπραξη από ένα ή περισσότερα των μερών της συμφωνίας, κάποιου αδικήματος ή κάποιων αδικημάτων. Απλή γνώση ή και πρόθεση δεν αρκεί για στοιχειοθέτηση του αδικήματος (βλ. R v. Anderson (1986) A.C. 27, H.L).
Όπως επίσης αναφέρθηκε στην Παντελής Λαζάρου ν Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 633, «η συνωμοσία, εκτός της ύπαρξης συμφωνίας, περιλαμβάνει και το στοιχείο της πρόθεσης (mens rea) και για τούτο, η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδεικνύει όχι μόνο τη συμφωνία μεταξύ των κατ' ισχυρισμό συνωμοτών να εκτελέσουν ένα παράνομο σκοπό (αποδεικνυόμενης είτε με λόγια είτε άλλο τρόπο επικοινωνίας μεταξύ τους), αλλά επιπρόσθετα θα πρέπει να αποδεικνύει την πρόθεση στη σκέψη καθενός κατ' ισχυρισμό συνωμότη να εκτελέσει τον παράνομο σκοπό (R. v. Thompson, 50 Cr. App. R. 1).
Ως προς το είδος της μαρτυρίας που θα πρέπει να παρουσιαστεί σχετική η υπόθεση Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 421, όπου λέχθηκε μεταξύ άλλων, πως δεν απαιτείται να καταδειχθεί απευθείας συζήτηση, συνεννόηση ή απευθείας συμφωνία μεταξύ των συνωμοτών, πρέπει όμως, να καταδειχθεί με μαρτυρία - συμφωνία της οποίας τα γεγονότα να δηλώνουν πως ο Κατηγορούμενος ήταν ενήμερος της ύπαρξης της.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 2
Το αδίκημα της κατοχής διαρρηκτικών οργάνων κατά την διάρκεια της νύχτας, βασίζεται στο άρθρο 296(γ) του Ποινικού Κώδικα, το οποίο προβλέπει τα ακόλουθα:
«296. Όποιος ενδέχεται να βρεθεί κάτω από οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες περιστάσεις, δηλαδή -
...………………………………………...………………………………………
(γ) έχει στην κατοχή του διαρρηκτικό όργανο κατά την διάρκεια νύχτας, χωρίς νόμιμη δικαιολογία γι’ αυτό, της οποίας φέρει και το βάρος απόδειξης
.........................…………………………………………………....……………
είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται-
(i) σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (α), (β), (γ), (ε) ή (στ) σε φυλάκιση πέντε χρόνων».
Παρόμοιο αδίκημα με το επίδικο προβλεπόταν από το άρθρο 28(2) του Αγγλικού Larceny Act 1916 το οποίο είχε ως εξής:
«28. Every person who shall be found by night … (2) having in his possession without lawful excuse (the proof whereof shall lie on such person) any key, picklock, crow, jack, bit, or other implement of housebreaking … shall be guilty of a misdemeanour …»
Η εν λόγω αγγλική διάταξη αναφέρεται μεν συγκεκριμένα σε κάποια διαρρηκτικά όργανα αλλά δεν περιορίζεται σε αυτά εφόσον περιλαμβάνει και «other implement of housebreaking». Έτσι ως έχει η φράση αυτή ερμηνευθεί διαρρηκτικό όργανο θεωρείται οποιοδήποτε όργανο το οποίο από τη φύση του μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς διάρρηξης παρά το ότι η συνήθης χρήση του είναι για νόμιμο σκοπό (βλ. Archbold 35th ed. par. 1851). Όσον αφορά τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος και το βάρος απόδειξης διαφωτιστικά είναι τα όσα αναφέρονται στην R v. Patterson (1962) 1 All E.R 340:
«It seems to the court that, in the first instance, the prosecution must prove that the prisoner was found in possession by night of either an implement which can properly be described as one of those specifically named in the section, or of an implement capable in fact of being used as a housebreaking implement from its common though not exclusive use for that purpose or from the particular circumstances of the case in question. Once possession of such an implement has been shown, the burden shifts to the prisoner to prove on the balance of probabilities that there was lawful excuse for his possession of the implement at the time and place in question.»
Περαιτέρω στην ίδια υπόθεση αναφέρεται ότι για τη στοιχειοθέτηση του εν λόγω αδικήματος δεν απαιτείται να αποδειχθεί από την κατηγορούσα αρχή και το ότι ο κατηγορούμενος είχε πρόθεση να χρησιμοποιήσει το διαρρηκτικό όργανο για σκοπούς διάρρηξης.
Όσον δε αφορά την κατοχή αυτή έχει την έννοια της φυσικής κατοχής (βλ. Archbold 35th ed. par. 1851). Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία κατοχή ενός αντικειμένου σημαίνει φυσικό έλεγχο με ταυτόχρονη γνώση της φύσης του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής (βλ. Queiss ν. Republic (1987) 2 CLR 49, Youssef ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 289 και Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 21).
Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Σπύρου (2002) 2 Α.Α.Δ. 71 λέχθηκε σχετικά ότι «η κατοχή εξυπακούει φυσικό έλεγχο του αντικειμένου μαζί με γνώση του κατηγορούμενου ότι το έχει στην κατοχή του ή υπό τον έλεγχό του. Δυνατόν κάποιος να κατέχει κάποιο αντικείμενο χωρίς να γνωρίζει ή να αντιλαμβάνεται τη φύση του, αλλά δεν το κατέχει υπό τη νομική έννοια, εκτός κι αν γνωρίζει ότι το έχει».
Για την απόδειξη της γνώσης της φύσης του αντικειμένου, λόγω του ότι αυτή συνήθως ανάγεται αποκλειστικά στην πνευματική λειτουργία του κατηγορουμένου, σπάνια υπάρχει άμεση μαρτυρία και κατά κανόνα η γνώση αυτή συμπεραίνεται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, ιδιαίτερα από τη σύνδεση και τις πράξεις του κατηγορούμενου σε σχέση με το παράνομο αντικείμενο (βλ. Queiss ανωτέρω και Χριστοφόρου v. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 250). Με άλλα λόγια εξάγεται από περιστατική μαρτυρία, η οποία μπορεί να οδηγήσει εξίσου σε ασφαλές συμπέρασμα και κάποτε μάλιστα με μεγαλύτερη ασφάλεια (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 388).
Για το αδίκημα της κατηγορίας 3 και 4 το άρθρο 82(2) του Ποινικού Κώδικα προνοεί τα εξής:
(2) Όποιος έχει πάνω του ή μεταφέρει μαχαίρι που καταλήγει σε μυτερή άκρη εκτός της κατοικίας του ή της αυλής της, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση ενός χρόνου και ανεξάρτητα οποιασδήποτε αντίθετης διάταξης των άρθρων 29, 32 και 33, υπόκειται σε κατώτατο όριο σε φυλάκιση έξι μηνών, εκτός αν το Δικαστήριο, λάβει υπόψη, κατά την επιμέτρηση της ποινής, τα περιστατικά της υπόθεσης, περιλαμβανομένων της δοκιμασίας την οποία θα υποστεί ο καταδικασθείς και παρόμοιων ελαφρυντικών περιστατικών που σχετίζονται προσωπικά με τον καταδικασθέντα, ήθελε κρίνει σκόπιμο να επιβάλει μικρότερη ποινή ή να εκδώσει οποιοδήποτε άλλο διάταγμα.
Τα συστατικά του στοιχεία είναι τα ακόλουθα:
1. Nα έχει πάνω του ή να μεταφέρει μαχαίρι,
2. αυτό να καταλήγει σε μυτερή άκρη,
3. εκτός της κατοικίας ή της αυλής της.
Στους ορισμούς του άρθρου 86 προνοείται ότι «μαχαίρι» σημαίνει μαχαίρι άλλο από αμφίστομο μαχαίρι, το οποίο έχει λεπίδα, είτε αυτή καταλήγει σε μυτερή άκρη είτε όχι.
ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ
Σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, όπως είναι και η παρούσα, το βάρος της απόδειξης σωρευτικής συνύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος το έχει η Κατηγορούσα Αρχή, με υψηλότατο επίπεδο απόδειξης, δηλ. πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, όπως έχει αποφασισθεί στην υπόθεση Χαρίτωνος και άλλων V Δημοκρατίας (1971) 2 C.L.R. σελ. 40, με την οποία υϊοθετήθηκε η απόφαση Woolmighton V D.P.P. (1935) AC 462, καθώς και σε μεταγενέστερες αποφάσεις.
ΤΕΛΙΚΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Έχοντας λοιπόν κατά νου τα πιο πάνω θα προχωρήσω να εξετάσω εάν στοιχειοθετούνται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία της κατηγορίας 1 δηλαδή της Συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, δηλαδή της κατοχής διαρρηκτικών εργαλείων.
Από την μαρτυρία που παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή πλην της αναφοράς του ΜΚ4 ότι ανακόπηκε το όχημα στο οποίο ο κατηγορούμενος ήταν συνοδηγός καμία άλλη μαρτυρία δεν δόθηκε στο Δικαστήριο η οποία να αναφέρεται σε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ του κατηγορούμενου και του Σαλίχ για να διαπράξουν το αδίκημα της κατοχής διαρρηκτικών εργαλείων. Ούτε και δόθηκε καμία άλλη μαρτυρία η οποία να καταδεικνύει ότι αυτοί συμμετείχαν σε κάποιο κοινό σχεδιασμό γνωρίζοντας ότι υφίστατο και ευρύτερο σχέδιο, στο οποίο συνέδεαν τον εαυτό τους (βλ. Barratt (1996) Crim.L.R.495).
Δηλαδή δεν έχει αποδειχθεί οποιαδήποτε συμφωνία των δύο πιο πάνω προσώπων με την προσκόμιση μαρτυρίας η οποία να δεικνύει άμεσα την ύπαρξη της.
Συνεπώς, θεωρώ ότι η 1η κατηγορία είναι έκθετη σε απόρριψη, καθ’ ότι δεν έχουν αποδειχθεί τα συστατικά της στοιχεία και απορρίπτεται.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της δεύτερης κατηγορίας, ο κατηγορούμενος την 10η Μαΐου 2022 στη Λεμεσό, είχε στην κατοχή του διαρρηκτικά όργανα εν καιρώ νυκτός, δηλαδή τα αντικείμενα που αναφέρονται στον συνημμένο Πίνακα Α’, άνευ νομίμου προς τούτο δικαιολογίας.
Από τα πιο πάνω ευρήματα μου εμφαίνεται ότι έχει αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι τα ανευρεθέντα ήτοι ένα αυτοσχέδιο λιβέρι ασημένιου χρώματος, ένα σκεπάρνι, ένα μικρό λιβέρι, ένα ψαλίδι κλαδέματος, τρεις πένσες χρώματος μαύρου, οκτώ κατσιαβίδια διαφόρων χρωμάτων (φωτογραφία τεκμήριο 2) αποτελούν εργαλεία τα οποία από τη φύση τους μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς διάρρηξης. Μαζί με αυτά ανευρέθηκε και ένα ζευγάρι μάλλινα μαύρα γάντια τα οποία δύνανται να χρησιμοποιηθούν σε διαρρήξεις για την μη ανεύρεση αποτυπωμάτων ή γενετικού υλικού. Έχει επίσης αποδειχθεί ότι αυτά εντοπίσθηκαν στο καπό του επίδικου αυτοκινήτου κατά τις πρωϊνές ώρες, δηλαδή κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτό που θα πρέπει να εξετασθεί στη συνέχεια είναι το κατά πόσο έχει αποδειχθεί η κατοχή των πιο πάνω εργαλείων από τον κατηγορούμενο.
Σύμφωνα με την ενώπιον μου αποδεκτή και αναντίλεκτη μαρτυρία ο κατηγορούμενος ευρισκόταν στο όχημα του Σαλίχ με τον οποίο ήρθε από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας. Η ώρα που θεάθηκαν από την αστυνομία ήταν περί της 01:20 σε μία περιοχή όπου παρατηρείτο η διάπραξη διαρρήξεων και κλοπών. Ενώ κάλεσαν το όχημα να σταματήσει αυτό οδηγήθηκε επικίνδυνα για μεγάλη απόσταση σε διάφορα σημεία της Λεμεσού και αφού σταμάτησε σε αδιέξοδο και δεν μπορούσε να διαφύγει ο κατηγορούμενος και το άλλο πρόσωπο άρχισε να τρέχει σε παρακείμενα χωράφια. Αυτός ακινητοποιήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν είχε στοιχεία για να εξακριβωθεί η ταυτότητα του, ή μόνιμος τόπος διαμονής του, αντίθετα εισήλθαν από μη ελεγχόμενο σημείο στη περιοχή της Πύλας. Όταν ερευνήθηκε το εν λόγω όχημα εντοπίστηκαν τα πιο πάνω αναφερθέντα.
Συνεπώς από τα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας, δηλαδή ότι ο κατηγορούμενος ευρισκόταν σ΄ένα όχημα κατά τις πρωϊνές ώρες, προσώπου που ο ίδιος ανέφερε ότι καταζητείται για κλοπές, διαρρήξεις και ληστείες και τριγύριζε μέσα σε περιοχές που η αστυνομία περιπολούσε γιατί ακριβώς διαπράττονταν διαρρήξεις και κλοπές και ενώ το όχημα θεωρήθηκε ύποπτο και το κάλεσαν να σταματήσει χρησιμοποιώντας τους φάρους και τις σειρήνες του αστυνομικού οχήματος χωρίς να το πράξει σε συνάρτηση με την προσπάθεια του κατηγορούμενου να διαφύγει τρέχοντας οδηγούμαι αβίαστα στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος είχε φυσικό έλεγχο και γνώση της φύσης των ανευρεθέντων αντικειμένων στο πισινό καπό του οχήματος ως επίσης και την ύπαρξη σε θήκη του ταμπλό του οχήματος - των δύο μαχαιριών με καφέ και μαύρη χειρολαβή και λεπίδα μήκους 17 και 12 εκατοστών αντίστοιχα που καταλήγουν σε μυτερή άκρη. Αυτά εμφαίνονται με ευκρίνεια στη φωτογραφία τεκμήριο 2 την οποία έλαβε ο Αστ. 266 Α.Περικλέους. Ο κατηγορούμενος επίσης γνώριζε ότι ο φίλος του οπλοφορούσε. Περαιτέρω δεν είναι αμελητέος ούτε ο αριθμός των ανευρεθέντων.
Όσον δε αφορά τον κατηγορούμενο με δεδομένο ότι έχει αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι αυτός κατά τον επίδικο χρόνο δηλ. κατά τη διάρκεια της νύχτας είχε στην κατοχή του τα εν λόγω διαρρηκτικά όργανα, το βάρος απόδειξης μετατέθηκε στους ώμους του να αποδείξει στο μέτρο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι υπάρχει νόμιμη δικαιολογία για την κατοχή αυτών των οργάνων. Ο κατηγορούμενος ως προαναφέρθηκε δεν παρουσιάστηκε στην παρούσα και η διαδικασία διεξήχθηκε ερήμην του, συνεπώς δεν το έχει αποσείσει, αντίθετα μάλιστα με όλες τις περιρρέουσες συνθήκες δεν υπάρχει καμία αμφιβολία της κατοχής αυτών των αντικειμένων, άνευ νομίμου προς τούτο δικαιολογίας.
Το ίδιο ισχύει και για τα δύο ανευρεθέντα μαχαίρια που έχουν περιγραφεί από τους μάρτυρες ότι ήταν το ένα με καφέ και το άλλο με μαύρη χειρολαβή ως διακρίνονται στο τεκμήριο 2, μήκους 12 και 17 εκατοστών και καταλήγουν σε μυτερή άκρη. Αυτά ευρέθηκαν να μεταφέρονται εκτός της οικίας ή της αυλής αυτών.
Ενόψει των πιο πάνω καταληκτικά κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε τις κατηγορίες 2 - 4 που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος στο απαιτούμενο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και αυτός κρίνεται ένοχος σε αυτές. Στην 1η κατηγορία αθωώνεται και απαλλάσσεται.
(Υπ.) ........................................
Γ. Ιωαννίδου ‑ Παπά, Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο