ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Αίτηση Προσωποκράτησης αρ.: 343 / 2025
Αναφορικά με τους 1) Κ.Κ. 2) Χ.Σ. και 3) Φ.Ε. και την αίτηση της Αστυνομίας ημερομηνίας 20.10.2025 για προσωποκράτηση
____________
Ημερομηνία: 20 Οκτωβρίου 2025
Εμφανίσεις:
Π. Αβρααμίδης, για την Αστυνομία
A. Ανδρέου, για τον ύποπτο 1
Δ. Τσοκαλίδη, για τον ύποπτο 2
Α. Αργυρού, για τον ύποπτο 3
Ύποπτοι 1, 2, 3: παρόντες
____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(ex tempore)
1. Με αίτηση της Αστυνομίας που υποβάλλεται μέσω του Υπαστυνόμου Η.Κ., η Αστυνομία ζητά την κράτηση των προσώπων που αναφέρονται στην αίτηση ως ύποπτοι, για τη διευκόλυνση των ανακρίσεων σχετικά με τα αδικήματα:
· Φόνος εκ προμελέτης [άρθρα 203, 204 Κεφ.154]
· Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος [άρθρο 371 Κεφ.154]
· Συνωμοσία για φόνο [άρθρο 217 Κεφ.154]
· Εμπρησμός μηχανοκίνητου οχήματος [άρθρο 315(Α) Κεφ.154]
· Παράνομη κατοχή, μεταφορά και χρήση πυροβόλου όπλου [άρθρα 2, 4(1), 5(1)(α) ν.113(Ι)/2004]
· Παράνομη κατοχή, μεταφορά και χρήση εκρηκτικών υλών [άρθρα 4(4)(δ) Κεφ.54]
· Κλοπή αυτοκινήτου [άρθρα 255-262 Κεφ.154]
2. Η αίτηση υποστηρίζεται από τον όρκο του ιδίου Υπαστυνόμου Η.Κ., που κατατέθηκε στο Δικαστήριο σε έγγραφη μορφή (Τεκμήριο Α), υιοθετήθηκε, και συνιστά το σύνολο της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας μαζί με τις απαντήσεις που έδωσε ο μάρτυρας κατά την αντεξέτασή του από τους συνηγόρους των τριών υπόπτων, ως έχουν καταγραφεί στα πρακτικά της διαδικασίας. Έχω ακούσει επίσης την επιχειρηματολογία που εκτέθηκε σε σχέση με το υπό εξέταση αίτημα. Σημειώνεται ότι, κατά το στάδιο των αγορεύσεων, ο συνήγορος του υπόπτου 2 ανέφερε πως, παρόλο που τον προβληματίζει το σημείο που ήγειρε κατά την ακρόαση, δεν θα υπάρξει ένσταση από πλευράς του υπόπτου 2.
Νομικές αρχές
3. Όπως προκύπτει από τον νόμο[1] και πάγια νομολογία, και φαίνεται μέσα από τις αγορεύσεις των συνηγόρων των υπόπτων να υπάρχει ομοφωνία σε αυτό, ο σκοπός της κράτησης είναι η διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων για το αδίκημα ή τα αδικήματα για τα οποία έγινε η σύλληψη και αναφέρονται και στην αίτηση[2]. Η έκδοση διαταγμάτων προσωποκράτησης επηρεάζει την ελευθερία του ατόμου και πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Τέτοια διατάγματα μπορούν να εκδοθούν εφόσον αποδεικνύεται από την Αστυνομία σωρευτικά ότι[3]:
(i) υπάρχει μαρτυρία η οποία αποκαλύπτει πως έχουν διαπραχθεί τα αδικήματα που διερευνώνται
(ii) η υφιστάμενη μαρτυρία δημιουργεί εύλογη και γνήσια υπόνοια ότι οι ύποπτοι εμπλέκονται στη διάπραξη τους
(iii) οι ανακρίσεις ευρίσκονται σε εξέλιξη και
(iv) η κράτηση των υπόπτων είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των ανακρίσεων
4. Το «εύλογο» της υπόνοιας συναρτάται με την ύπαρξη στοιχείων στην κατοχή της Αστυνομίας που τείνουν κατά λογική προέκταση να καταδείξουν τη διάπραξη των αδικημάτων και να συνδέσουν τον ύποπτο με αυτά. Προϋποτίθεται η ύπαρξη γεγονότων ή πληροφοριών που θα ικανοποιούσαν έναν αντικειμενικό παρατηρητή ότι οι ύποπτοι διέπραξαν τα αδικήματα[4]. Δεν αξιολογείται, στο στάδιο αυτό, η μαρτυρία, ως προς την αποδεικτική της αξία ή τη δραστικότητά της[5]. Δεν απαιτείται η προσαγωγή μαρτυρίας που να καταδεικνύει σε οποιονδήποτε άλλο βαθμό και επίπεδο τη σύνδεση των υπόπτων με τη διάπραξη των αδικημάτων. Ο λόγος είναι περί «εύλογης υπόνοιας». Η υπόνοια, για να είναι «εύλογη», δεν θα πρέπει να είναι εντελώς θεωρητική ή αφηρημένα υποθετική, αλλά συνδεδεμένη με συγκεκριμένο πραγματικό πλαίσιο. Πρέπει να εξισορροπηθεί, από τη μια, η αναγκαιότητα για προστασία της ελευθερίας του ατόμου, και από την άλλη να δοθεί λογική ευκαιρία στις ανακριτικές αρχές να διαλευκάνουν αποτελεσματικά το έγκλημα. Ότι πρέπει το Δικαστήριο να εξετάζει με προσοχή τα ενώπιον του προσκομισθέντα στοιχεία, όπως εισηγήθηκε και ο συνήγορος του υπόπτου 3, είναι όντως απαραίτητο.
5. Παρεμβάλλεται, όμως, πως σε περιπτώσεις αδικημάτων μεταξύ άλλων σχετικών με το οργανωμένο έγκλημα, η υποψία που βασίζεται σε απλές πληροφορίες, ακόμα και από ανώνυμο πληροφοριοδότη, μπορεί να ικανοποιεί το επίπεδο επάρκειας σε πρώτο στάδιο, και να δικαιολογεί αρχικά την κράτηση· υπό την προϋπόθεση ότι γίνονται στη συνέχεια, με την πρώτη ευκαιρία, ενέργειες για την αναγκαία επαλήθευση. Με αναφορά στη νομολογία του ΕΔΔΑ, ενδεικτικά, σχετικές είναι η Fox, Campbell and Hartley ν. The United Kingdom, αιτήσεις αρ. 12244/86, 12245/86, 12383/86, ημερ. 30.08.1990 (τρομοκρατία) και σε σχέση με το οργανωμένο έγκλημα η Yaygin v. Turkey (dec.), αίτηση αρ. 12254/20, ημερ. 11.03.2021, §§ 37- 46 και σε σχέση με τη μαφία η Labita v. Italy [GC], αίτηση αρ. 26772/95, ημερ. 06.04.2000, § 156.
6. Για τους σκοπούς διαπίστωσης του κατά πόσο η υποψία εναντίον ενός υπόπτου είναι «εύλογη» ή όχι, γενικότερα η Αστυνομία δεν είναι υποχρεωμένη να αποκαλύπτει είτε ονόματα μαρτύρων είτε άλλες πληροφορίες, εάν αυτό θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην πορεία των αστυνομικών ανακρίσεων. Στη Συμιλλίδης v. Αστυνομίας (Αρ.2) (1997) 2 ΑΑΔ 165 υποδείχθηκε πως η προσαγωγή των καταθέσεων ενώπιον του Δικαστηρίου που εξετάζει αίτημα για προσωποκράτηση είναι δυνατό να υπερφαλαγγίσει ή να εξουδετερώσει, για ευνόητους λόγους, τον σκοπό της αστυνομικής ανάκρισης. Υιοθέτηση τέτοιου κανόνα θα καθιστούσε το ανακριτικό έργο αναποτελεσματικό. Το γενικό συμφέρον στην καταστολή του εγκλήματος θα παραβλαπτόταν ανεπανόρθωτα.
7. Σε περίπτωση που η αίτηση της Αστυνομίας αφορά περισσότερα αδικήματα, όπως είναι και η υπό εξέταση περίπτωση, το Δικαστήριο δεν οφείλει, σε αυτή τη διαδικασία, να προβεί σε ξεχωριστή σύνδεση του κάθε ύποπτου με κάθε ένα από τα αδικήματα, ούτε ενδείκνυται να προβεί σε μικροσκοπική εξέταση του κάθε αδικήματος ξεχωριστά, όπως ένα Δικαστήριο θα έπραττε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης[6].
8. Σε ότι αφορά το «γνήσιο» της υποψίας, έχει την έννοια ότι δεν πρέπει να αναδύεται από κατάχρηση εξουσίας ή να προσβλέπει προς μια τέτοια κατεύθυνση, δηλαδή σε κράτηση για σκοπούς άλλους από αυτούς για τους οποίους επιτρέπεται τέτοιου είδους περιορισμός της ελευθερίας. Κάθε τέτοια πιθανότητα πρέπει να αποκλείεται.
9. Αναφορικά με την αναγκαιότητα της κράτησης, το ζήτημα εξετάζεται πρόσθετα και σε συνάρτηση με τη φύση του ανακριτικού έργου. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί κίνδυνος επηρεασμού είτε μαρτύρων είτε καταστροφής τεκμηρίων η εν γένει οιοσδήποτε επηρεασμός, τότε δικαιολογείται η κράτηση. Δεν χρειάζεται να θεμελιωθεί με μαρτυρία ότι πράγματι ένας ύποπτος επηρέασε ήδη ή προσπάθησε να επηρεάσει μάρτυρες ή να καταστρέψει τεκμήρια. Κριτήριο αποτελεί το κατά πόσον υπάρχουν πιθανοί κίνδυνοι και εύλογος δικαιολογημένος φόβος να επηρεαστεί το ανακριτικό έργο[7].
10. Αναφορικά με τη χρονική διάρκεια της κράτησης, αυτή μπορεί να συναρτηθεί άμεσα και μόνον με το εναπομείναν ανακριτικό έργο. Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τον όγκο του εναπομείναντος έργου και το είδος των ανακριτικών πράξεων· αυτό, όμως, όχι προς αντιπαραβολή ή ελάττωση της υποχρέωσης των ανακριτικών αρχών για γρήγορη διεκπεραίωση του ανακριτικού έργου, που θα οδηγήσει και στο ξεκαθάρισμα της θέσης ενός ύποπτου. Είναι καθήκον της Αστυνομίας να περατώνει το ανακριτικό έργο το ταχύτερο δυνατό.
Εξέταση
11. Η αίτηση για προσωποκράτηση υποβλήθηκε στην προκειμένη περίπτωση νομότυπα και μπορεί να τύχει ουσιαστικής εξέτασης. Γι’ αυτό εξετάζεται η ουσία της αίτησης, έχοντας υπόψη το ισχύον νομικό πλαίσιο.
12. Από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, προς υποστήριξη της αίτησης, προκύπτουν τα εξής, σε συνάρτηση με τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις:
12.1. Υπάρχει μαρτυρία η οποία αποκαλύπτει πως έχουν διαπραχθεί τα αδικήματα που αναφέρονται στην αίτηση. Συνοπτικά, με γνώμονα και την εμπιστευτικότητα της ανάκρισης, το πρωί της 17ης Οκτωβρίου του 2025, λήφθηκε πληροφορία ότι κάτω από τη γέφυρα παρά την οδό Ανδρονίκου, στην περιοχή Ποταμός Γερμασόγειας, καίγεται ένα όχημα τύπου βαν. Έγιναν εξετάσεις, από τις οποίες προέκυψε ότι πρόκειται για εμπρησμό. Επίσης, διαπιστώθηκε και ο πραγματικός αριθμός εγγραφής του οχήματος, το οποίο έφερε αρχικά πλαστές πινακίδες εγγραφής. Θεάθηκαν από μάρτυρες, στη σκηνή του εμπρησμού, δύο άτομα που είχαν αναχωρήσει από τη σκηνή εμπρησμού με μία μοτοσικλέτα σκούρου χρώματος. Ο συνεπιβάτης φορούσε κράνος και είχε τσάντα στην πλάτη ενώ ο οδηγός έφερε καπέλο που έπεσε στη σκηνή (εξετάζεται το αντικείμενο). Βάσει άλλης πληροφορίας της ίδιας ημέρας, εντοπίστηκε ένα όχημα Rolls Royce, που είχε ακινητοποιηθεί κατόπιν τροχαίου ατυχήματος, κοντά στο Τσίρειο. Τραυματισμένο πρόσωπο, το οποίο επέβαινε στη Rolls Royce, μεταφέρθηκε από πολίτη στο νοσοκομείο. Μάρτυρας του τι συνέβη ήταν ο υιός του θύματος, οδηγός της Rolls Royce, που περιέγραψε τα γεγονότα, αναφερόμενος, μεταξύ άλλων, σε όχημα τύπου βαν που τους ανέκοψε, και δίδοντας μία περιγραφή του οχήματος. Στο μεταξύ, η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε ότι το θύμα που επέβαινε στη Rolls Royce φονεύθηκε, με τραυματισμό από πυροβόλο όπλο. Διαπιστώθηκε επίσης ότι το βαν, το οποίο ανέκοψε τη Rolls Royce, ήταν κλοπιμαίο. Φέρεται πως ήταν το βαν του εμπρησμού. Συνδέθηκαν οι δύο σκηνές, του φόνου και του εμπρησμού. Σε κατοπινό χρόνο, βρέθηκε εγκαταλελειμμένη και μία μοτοσικλέτα μαύρου χρώματος. Δεν έφερε αριθμούς εγγραφής, ήταν ίδιου τύπου και περιγραφής με τη μοτοσικλέτα που, σύμφωνα με τη λοιπή μαρτυρία, χρησιμοποίησαν οι δράστες, επομένως συνδέθηκε με το βαν, κατ’ επέκταση και με τις προαναφερόμενες σκηνές. Έγιναν εξετάσεις, διαπιστώθηκαν οι αριθμοί εγγραφής της, ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της συνελήφθη. Στη βάση αυτού του συνόλου δεδομένων – μένοντας προς το παρόν ως εδώ – η Αστυνομία θα πρέπει να διερευνήσει τα αδικήματα που αναφέρονται στην αίτηση, όπως αυτά αναφέρονται.
12.2. Οι ύποπτοι 1 και 2 ενεπλάκησαν στη διερεύνηση καθότι κατονομάστηκαν από τρίτο πρόσωπο, τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη της μοτοσικλέτας που είχε συλληφθεί, ως τα πρόσωπα τα οποία μετείχαν προηγουμένως στην αγοραπωλησία της συγκεκριμένης μοτοσικλέτας. Το εν λόγω τρίτο πρόσωπο κατέθεσε σχετικά με τον τρόπο που έγινε η αγοραπωλησία, που δημιούργησε ισχυρές ενδείξεις ότι η μοτοσικλέτα θα χρησιμοποιείτο για παράνομο σκοπό. Σχετικές αναφορές έγιναν και κατά την ακροαματική διαδικασία, από τον μάρτυρα. Δεν θα επεκταθώ. Όπως προαναφέρθηκε, δεν μπορεί να αξιολογηθεί αυτή η μαρτυρία, σε αυτό το στάδιο. Η υπό αναφορά μοτοσικλέτα τοποθετείται σε διάφορες σκηνές που σχετίζονται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέχει η Αστυνομία, η μοτοσικλέτα, στην αγοραπωλησία της οποίας μετείχαν οι κατονομαζόμενοι από το τρίτο πρόσωπο ύποπτοι 1 και 2, είναι η ίδια μοτοσικλέτα που είχε εντοπιστεί εγκαταλελειμμένη στον Άγιο Τύχωνα, και χρησιμοποιήθηκε πιθανόν από τους δράστες του φόνου, για να διαφύγουν από το σημείο εμπρησμού του βαν, το οποίο οδήγησαν και έκαψαν στην προαναφερθείσα σκηνή μετά τη διάπραξη του φόνου, εφόσον και το βαν πιθανολογείται, με βάση τη μαρτυρία, πως ήταν εκείνο που είχε χρησιμοποιηθεί και για τον φόνο. Παρεμβάλλεται πως υποβλήθηκε από τον δικηγόρο του υπόπτου 2, μεταξύ άλλων, ότι η διασύνδεση είναι με αδίκημα για το οποίο εκείνος δεν έχει συλληφθεί: τη συνέργεια μετά τη διάπραξη. Τυχόν δυνατότητα διασύνδεσης και με άλλο αδίκημα, όμως, στην αναγωγή των γεγονότων, δεν αναιρεί τη διασύνδεση και με τα υπό διερεύνηση αδικήματα, όπως τουλάχιστον αυτή διαφαίνεται μέσα από όσα αναφέρθηκαν. Έγινε σαφής αναφορά στην εμπλοκή της μοτοσικλέτας, με την απόκτηση και κατοχή της οποίας συνδέθηκαν οι ύποπτοι 1 και 2, με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Σε αυτό το στάδιο, αυτή η υφιστάμενη μαρτυρία, επαρκεί, για τη θεμελίωση «εύλογης» υπόνοιας εμπλοκής των υπόπτων 1 και 2 στη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων.
Όσον αφορά τον ύποπτο 3, υπάρχει μαρτυρία ότι δεύτερο όχημα, τύπου διπλοκάμπινο, με τα στοιχεία και την περιγραφή που αναφέρονται, το οποίο ανήκει στον ύποπτο 3, ήταν κοντά στη σκηνή του φόνου, κατά την ώρα διάπραξής του, αλλά και πριν και μετά τη διάπραξή του, ενώ ακολουθούσε και τη μοτοσικλέτα των δραστών, από τη σκηνή του εμπρησμού μέχρι το σημείο όπου εγκαταλείφθηκε, και φαίνεται να παρέλαβε τους δράστες για να τους φυγαδεύσει. Κατά την αντεξέταση του μάρτυρα, επισημάνθηκε πως ο ύποπτος 3 τοποθετεί και ο ίδιος τον εαυτό του στις σκηνές, τόσο στην περιοχή όπου έγινε ο φόνος όσο και στο δρομολόγιο που ακολούθησε το βαν, κατά τρόπο που δημιουργεί εύλογες υποψίες εμπλοκής του διπλοκάμπινου, κατ’ επέκταση του οδηγού του, υπόπτου 3, στην υπό διερεύνηση δράση. Υποβλήθηκε στον μάρτυρα, μεταξύ άλλων, πως η θέαση ενός συνηθισμένου στα χαρακτηριστικά οχήματος κοντά στους χρόνους και στη σκηνή του φόνου δεν συνιστά επαρκή μαρτυρία, ούτε η διασύνδεση του υπόπτου 3 μέσω του κίτρινου χρώματος της φανέλας του οδηγού. Ο μάρτυρας εξήγησε, όμως, στον όρκο του, τους λόγους για τους οποίους διερευνάται το συγκεκριμένο διπλοκάμπινο και ο οδηγός του, και όχι κάποιο άλλο όχημα ή άλλος οδηγός· όχι μονοδιάστατα, αλλά σε συνάρτηση με όλα τα στοιχεία στην κατοχή της Αστυνομίας, ως ένα σύνολο.
Οι ύποπτοι 1, 2 και 3, σημειώνεται πως, κατά την ανάκρισή τους, αρνήθηκαν την εμπλοκή τους στα υπό διερεύνηση αδικήματα. Ανέφεραν πως δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση. Όπως εξήγησε ο μάρτυρας, οι ισχυρισμοί όλων των υπόπτων χρήζουν επίσης διερεύνησης και θα διερευνηθούν.
Η υφιστάμενη μαρτυρία, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δημιουργεί εύλογη και γνήσια υπόνοια περί του ότι οι ύποπτοι 1, 2 και 3 εμπλέκονται στη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων. Η υπό διερεύνηση υπόθεση φέρεται να αφορά ένα οργανωμένο έγκλημα. Η μαρτυρία που κατέχει η Αστυνομία, στο επίπεδο που είναι, ως ένα σύνολο στοιχείων, επαρκεί, για να δημιουργηθεί εύλογη υπόνοια σχετικά με την εμπλοκή των υπόπτων 1, 2 και 3· για τους σκοπούς αυτής της διαδικασίας. Τα στοιχεία στα οποία γίνεται αναφορά φέρονται να συνιστούν, στην όψη τους, ένα αλυσιδωτό σύνολο περιστατικών, το οποίο παραπέμπει σε οργανωμένη εγκληματική δράση (φόνος, εμπρησμός για καταστροφή τεκμηρίων, χρήση κλοπιμαίου οχήματος, φυγάδευση δραστών), και οι ύποπτοι 1, 2 και 3 παρουσιάζονται ως παρόντες στην αλυσίδα αυτή, κατά τρόπο που – ως εξηγήθηκε – να πρέπει, από την οπτική ενός αντικειμενικού παρατηρητή, ευλόγως να οδηγήσει στη διερεύνηση της εμπλοκής τους.
Δεν προκύπτει από οπουδήποτε πως υπάρχει κατάχρηση ή ότι γίνεται προσπάθεια να εξυπηρετηθεί αλλότριος σκοπός. Διαφαινόμενος σκοπός είναι η εξιχνίαση της υπόθεσης. Η σύνδεση των υπόπτων 1, 2 και 3, αν και παραμένει κυρίως έμμεση, παραπέμπουσα σε περιστατική μαρτυρία, και ασχέτως αυτού, επαρκεί, για τους σκοπούς αυτής της διαδικασίας, λαμβάνοντας υπόψη και τη φύση των υπό διερεύνηση αδικημάτων. Ποια είναι η αλήθεια, είναι ό,τι θα διαφανεί κατά την ανάκριση.
12.3. Οι ανακρίσεις βρίσκονται σε εξέλιξη. Ο μάρτυρας αναφέρθηκε στο εναπομείναν ανακριτικό έργο με λεπτομέρεια και δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, για να μπορεί να εξιχνιαστεί η υπόθεση. Δεν κρίνεται σκόπιμη η αναφορά στις ανακριτικές ενέργειες που θα γίνουν, εφόσον δεν υπάρχει και σχετική αμφισβήτηση, έχοντας υπόψη και την εμπιστευτικότητα της έρευνας.
12.4. Η κράτηση κρίνεται πως είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των ανακρίσεων. Εάν οι ύποπτοι αφεθούν ελεύθεροι πριν από την ολοκλήρωση των ανακριτικών πράξεων που πρέπει να γίνουν, ενδέχεται ο επηρεασμός του ανακριτικού έργου. Αυτό λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των υπό διερεύνηση αδικημάτων και τις ιδιαιτερότητες που σχετίζονται με τη διερεύνηση του οργανωμένου εγκλήματος, σε συνάρτηση με τις ανακριτικές πράξεις που αναμένονται να γίνουν. Το ανακριτικό έργο (Τεκμήριο Β) περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη λήψη καταθέσεων από το περιβάλλον των υπόπτων και πρόσωπα που θα μπορούσαν δυνητικά να προσεγγιστούν από αυτούς, 25 στον αριθμό αυτής της κατηγορίας (περιβάλλον των υπόπτων). Αναφέρονται με επαρκή σαφήνεια στο Τεκμήριο Β. Περιλαμβάνει και προσπάθεια διαλεύκανσης των διακινήσεων που φέρονται ως οι διακινήσεις των υπόπτων, σε συνάρτηση με τις σκηνές που διερευνώνται, στους χρόνους που φέρονται ως οι κρίσιμοι χρόνοι. Δεν μπορεί να αποκλειστεί και η προσέγγιση προσώπων από το περιβάλλον του θύματος, που αναφέρονται διακριτά στο Τεκμήριο Β, επίσης με επάρκεια. Οι καταθέσεις που θα ληφθούν, στο σύνολό τους, είναι 83. Υποβλήθηκε στον μάρτυρα, από τον συνήγορο του υπόπτου 3, πως δεν αφορούν όλες οι καταθέσεις που αναμένονται να ληφθούν τον ύποπτο 3. Ο μάρτυρας, όμως, εξήγησε πως η συνολική διερεύνηση της υπόθεσης και η εμπλοκή περισσοτέρων ατόμων δεν επιτρέπει τον διαχωρισμό των ανακριτικών πράξεων σε πράξεις που αφορούν μόνον τον έναν ή μόνον τον άλλον. Συμμερίζεται και το Δικαστήριο αυτή την προσέγγιση, στο παρόν στάδιο, για τους σκοπούς της υπό αναφορά διερεύνησης.
13. Όσον αφορά τον χρόνο κράτησης που ζητείται, των οκτώ ημερών, λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο και τη φύση των ανακριτικών πράξεων που πρέπει να γίνουν, οι οποίες καθιστούν αναγκαία την κράτηση των υπόπτων, κρίνεται ως αναγκαίος και δικαιολογημένος. Αυτό ανεξαρτήτως εάν την ανακριτική ομάδα αποτελούν επί του παρόντος έξι άτομα, στοιχείο στο οποίο επίσης δόθηκε έμφαση κατά την ακροαματική διαδικασία. Το ανακριτικό έργο, στο σύνολό του, είναι, όπως φαίνεται, ογκώδες και δεν περιορίζεται στη λήψη των συγκεκριμένων καταθέσεων ή στο συγκεκριμένο ανακριτικό έργο που θα μπορούσαν δυνητικά να επηρεάσουν οι ύποπτοι 1, 2 και 3. Το γεγονός ότι το χρονικό διάστημα των οκτώ ημερών επαρκεί δεν αναιρεί το καθήκον της Αστυνομίας να περατώσει το ανακριτικό έργο, ιδίως το ανακριτικό έργο που μπορούν να επηρεάσουν οι ύποπτοι και που δικαιολογεί την κράτησή τους, το συντομότερο δυνατόν και σε περίπτωση απεμπλοκής των τριών υπόπτων, να πράξει ανάλογα.
Κατάληξη
14. Για όλους τους λόγους που εξηγήθηκαν, επειδή κρίνεται ότι συντρέχουν όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την έγκριση του αιτήματος προσωποκράτησης αλλά και ο ζητούμενος χρόνος κράτησης των οκτώ ημερών είναι αναγκαίος και δικαιολογημένος, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο οι ύποπτοι 1, 2 και 3 παραπέμπονται σε αστυνομική κράτηση για περίοδο οκτώ ημερών, έκαστος.
(Υπ.) …………………………..
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Άρθρο 24 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155
[2] Sletkeviciute v. Αστυνομίας, ΠΕ 171/23, 04.07.2024, Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 120/2024 κ.ά., 28.05.2024, Ιγνατίου ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 502.
[3] Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χριστοφή, ΠΕ 18/2025, 04.02.2025, Sletkeviciute v. Αστυνομίας, ΠΕ 171/23, 04.07.2024, Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 120/2024 κ.ά., 28.05.2024, Ιωσήφ ν. Αστυνομίας, ΠΕ 104/24 κ.ά, 02.05.2024, Ιωσήφ ν. Αστυνομίας, ΠΕ 111/24 κ.ά, 14.05.2024, Yordanova v. Αστυνομίας, ΠΕ 22/24, 19.02.2024, Αριστοδήμου v. Αστυνομίας (2014) 2(Β) ΑΑΔ 667, Ζαννέτου v. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 652, Mahapini v. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 330, Stamataris v. The Police (1983) 2 CLR 107.
[4] Selahattin Demirtaş v. Turkey (no. 2) [GC], 2020, § 314· Ilgar Mammadov v. Azerbaijan, 2014, § 88; Erdagöz ν. Turkey, 1997, § 51; Fox, Campbell and Hartley ν. The United Kingdom, 1990, § 32.
[5] Συμιλλίδης ν. Αστυνομίας (Αρ. 1) (1997) 2 ΑΑΔ 160, Αντωνίου ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 240.
[6] Ζανέτου v. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 652.
[7] Πέτρου ν Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 679.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο