ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. Μ. Π., Υπόθεση αρ. 14785 / 2025, 29/10/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. Μ. Π., Υπόθεση αρ. 14785 / 2025, 29/10/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

Υπόθεση αρ. 14785 / 2025

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

 

 

 

 

ν.

 

 

 

 

 

Μ. Π.

 

___________________

 

 

Ημερομηνία: 29 Οκτωβρίου 2025

Εμφανίσεις:

Π. Αβρααμίδης, για την Κατηγορούσα Αρχή

Σ. Αδάμου (κα) για τον Κατηγορούμενο

Κατηγορούμενος: παρών

 

 

 

 

Αίτημα για προσωρινή κράτηση μέχρι τη δίκη

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(ex tempore)

 

Κατηγορίες και διαδικασία

 

1.        Ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει κατηγορίες για κατοχή και μεταφορά πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β5 χωρίς άδεια, κατοχή και μεταφορά εκρηκτικών υλών, δηλαδή τεσσάρων πλήρων φυσιγγίων χωρίς άδεια, και ρίψη πυροβολισμών σε κατοικημένη περιοχή. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο που συνεδριάζει την 02.12.2025. Η πλευρά της Καρτηγορούσας Αρχής αιτήθηκε την κράτηση του Κατηγορουμένου μέχρι τότε. Το αίτημα κράτησης βασίζεται στον κίνδυνο φυγοδικίας και στον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων μέχρι τη δίκη. Το αίτημα προσέκρουσε σε ένσταση. Εκτέθηκε εκατέρωθεν επιχειρηματολογία.

 

2.        Ενώπιον του Δικαστηρίου είναι το μέχρι στιγμής διαθέσιμο μαρτυρικό υλικό (Τεκμήριο Α), μία εκκρεμή υπόθεση (Τεκμήριο Β) και προηγούμενες καταδίκες (Τεκμήριο Γ).

 

Νομικές πτυχές και εξέταση

 

3.        Η προσωπική ελευθερία συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα και ως εκ τούτου, η προσωρινή κράτηση αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, το οποίο εφαρμόζεται μόνον εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις, η συνδρομή των οποίων ελέγχεται αυστηρά. Η πρώτη επιλογή, κατά την εξέταση αιτήματος κράτησης, είναι η υπό όρους απόλυση, εκτός και αν κρίνεται αναγκαία η κράτηση για την εξυπηρέτηση σκοπών απονομής της δικαιοσύνης[1]. Έχουν αναγνωριστεί περιορισμένοι σκοποί ή λόγοι για τους οποίους μπορεί να δικαιολογηθεί η κράτηση. Θα πρέπει να εξετάζονται με επιμέλεια[2].

 

 

Κίνδυνος φυγοδικίας

 

4.        Ένας από τους λόγους για τους οποίους μπορεί να δικαιολογηθεί η κράτηση μέχρι τη δίκη είναι ο κίνδυνος φυγοδικίας ή φυγής[3]. Η σχετική αξιολόγηση δεν μπορεί να εξαντλείται σε αφηρημένες γενικεύσεις ή υποθετικές εκτιμήσεις, αλλά πρέπει να βασίζεται σε ενδελεχή και τεκμηριωμένη ανάλυση. Ο κίνδυνος αυτός εκτιμάται με βάση:

 

·        Τη σοβαρότητα του αδικήματος και τη δυνητική αυστηρότητα της προβλεπόμενης ποινής·

 

·        την πιθανότητα καταδίκης, κατά την αρχική αξιολόγηση του μαρτυρικού υλικού·

 

·        τις προσωπικές και κοινωνικές συνθήκες του Κατηγορουμένου, ιδίως ως προς τη διασύνδεσή του με τη χώρα και τον τρόπο ζωής του.

 

5.        Η σοβαρότητα του αδικήματος δεν αποτιμάται απομονωμένα. Η κατοχυρωμένη αρχή του τεκμηρίου αθωότητας υπαγορεύει ότι ο Κατηγορούμενος πρέπει να παραμένει ελεύθερος εν αναμονή της δίκης, εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που καθιστούν την κράτηση απολύτως αναγκαία. Η σοβαρότητα τεκμαίρεται τόσο από την προβλεπόμενη ποινή όσο και από τη φύση των πράξεων. Ωστόσο, η βαρύτητα των κατηγοριών δεν αρκεί από μόνη της για να δικαιολογήσει μακρόχρονη στέρηση ελευθερίας.

 

6.        Αναγκαία είναι και η πιθανολόγηση καταδίκης, η οποία στηρίζεται στην εκτίμηση της ισχύος του μαρτυρικού υλικού, σε οπτική μόνο προσέγγιση. Το στάδιο αυτό δεν συνιστά αξιολόγηση ουσίας ή αποδοχή αποδεικτικών ισχυρισμών, αλλά απλή δικονομική στάθμιση. Το κριτήριο της πιθανολόγησης είναι κατώτερο από αυτό της απόδειξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και δεν συνεπάγεται κρίση για την ενοχή ή την αθωότητα. Μπορεί να στηρίζεται ακόμα και σε εξ ακοής μαρτυρία, υπό την προϋπόθεση ότι εκτιμάται συνολικά η νομική της επιρροή. Η κατάθεση του Κατηγορουμένου, όπου υφίσταται, δύναται να διαφωτίσει περαιτέρω την εξ όψεως αποτύπωση των πραγματικών περιστατικών. Αν και η κατάσταση των αποδεικτικών στοιχείων μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την ύπαρξη και εμμονή σοβαρών ενδείξεων ενοχής, και πάλι, από μόνη της, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κράτηση[4].

 

7.        Η ύπαρξη δεσμών με την Κύπρο (οικογενειακών, επαγγελματικών, κοινωνικών) λειτουργεί ανασταλτικά στην πιθανότητα φυγής και αποφυγής της δίκης. Όμως, οι δεσμοί αυτοί δεν μπορούν να εξουδετερώσουν καθολικά τον κίνδυνο, ειδικά όταν η σοβαρότητα των πράξεων ή άλλα ενισχυτικά στοιχεία δείχνουν αυξημένο ενδεχόμενο αποτροπής από την εμφάνιση στη δίκη[5].

 

8.        Το ΕΔΔΑ επισημαίνει, επίσης, ότι ο κίνδυνος φυγοδικίας δεν αξιολογείται μεμονωμένα βάσει της ενδεχόμενης ποινής, αλλά με πολλαπλά κριτήρια: χαρακτήρας, ήθος, περιουσιακά δεδομένα, διεθνείς επαφές, δέσμευση στον τόπο. Η απουσία σταθερής κατοικίας δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει τον κίνδυνο αυτό, ενώ ο χρόνος κράτησης δρα απομειωτικά σε τέτοιο ενδεχόμενο[6]. Όταν ο μόνος λόγος κράτησης που προβάλλεται είναι ο φόβος ότι ο Κατηγορούμενος θα τραπεί σε φυγή και συνεπώς θα αποφύγει να παρουσιαστεί για δίκη, πρέπει να αφεθεί ελεύθερος εν αναμονή της δίκης, εάν είναι δυνατόν να ληφθούν εγγυήσεις που θα εξασφαλίσουν αυτή την εμφάνιση[7].

 

9.        Η προσήκουσα στάση του Κατηγορουμένου, όπως η εκούσια εμφάνισή του ενώπιον των Αρχών, αποτελεί ενθαρρυντική ένδειξη. Ωστόσο, εάν δεν γνώριζε τη σοβαρότητα των κατηγοριών, η σημασία της ενέργειάς του μειώνεται[8].

 

10.     Η επίδραση της κράτησης στον βίο του Κατηγορουμένου (οικογενειακή ζωή, εργασία, υγεία) πρέπει να συνεκτιμάται, αλλά δεν μπορεί να ανατρέψει την αναγκαιότητα κράτησης, όταν δεν είναι εφικτή η διασφάλιση της εμφάνισης με ηπιότερα μέσα[9].

 

11.     Δεν υφίσταται εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση διατάγματος περιορισμού εντός οικίας ή επιβολής ηλεκτρονικής επιτήρησης, ελλείψει ρητής νομοθετικής πρόβλεψης. Ως εκ τούτου, δεν μπορούν να αποτελούν «εύλογους» όρους απόλυσης[10].

 

12.     Η συμμόρφωση με όρους απόλυσης σε παλαιότερη υπόθεση δεν εξαλείφει τον κίνδυνο, αλλά δύναται να συνεκτιμηθεί ως στοιχείο καλής προαίρεσης.

 

13.     Εν τέλει, ο κίνδυνος φυγοδικίας πρέπει να αποτιμάται με μεθοδική ακρίβεια, συνεκτιμώντας την ειδική περίσταση του Κατηγορουμένου, χωρίς γενικεύσεις ή τυποποιημένα σχήματα.

 

14.     Τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος στην προκειμένη περίπτωση είναι σοβαρά, με γνώμονα τις προβλεπόμενες στον νόμο ποινές. Συνήθης ποινική μεταχείριση περιλαμβάνει ποινή στερητική της ελευθερίας.

 

15.     Με βάση τη μαρτυρία που υφίσταται, στην όψη της, την 13.10.2025 εντοπίστηκαν τέσσερις κάλυκες από πυροβόλο όπλο. Από τις εξετάσεις που έγιναν στη σκηνή, διαπιστώθηκε πως οι κάλυκες ήταν προϊόν πυροβολισμών που ρίχθηκαν την 13.10.2025, νωρίτερα, από πρόσωπο που επέβαινε μοτοσικλέτας μεγάλου κυβισμού, σκούρου χρώματος. Δεν διαπιστώθηκε ζημιά σε όχημα ή υποστατικό. Μέσα από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, προέκυψε πως την 13.10.2025 δύο γυναίκες και ένας άνδρας εισήλθαν πεζοί στην αναφερόμενη οδό, τους ακολούθησε μία μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού στην οποία επέβαινε ένας άνδρας με σκούρα ρούχα, νεαρός. Η μοτοσικλέτα προσέγγισε τη μία από τις δύο γυναίκες, υπήρχε μεταξύ τους συνομιλία, επιμονή του δράστη να ανέβει η κοπέλα στη μοτοσικλέτα και δική της άρνηση. Ακολούθως, ανέσυρε πιστόλι και πυροβόλησε στον αέρα, αναχωρώντας από το μέρος. Ο δράστης ταυτοποιήθηκε με τον Κατηγορούμενο. Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι η κατάθεση της γυναίκας που φέρεται να δέχθηκε την προσέγγιση του δράστη, που κατονομάζει τον Κατηγορούμενο και αναφέρει το πλαίσιο των γεγονότων που έλαβαν χώρα τα ξημερώματα της 13ης Οκτωβρίου του 2025. Ο Κατηγορούμενος αρνήθηκε την εμπλοκή του και επί των γεγονότων της υπόθεσης ανέφερε πως ό,τι έχει να πει, θα το πει στο Δικαστήριο. Στην όψη του μαρτυρικού υλικού, υπάρχει πιθανότητα καταδίκης, διατύπωση που γίνεται για τους σκοπούς της διαδικασίας και δεν παραγνωρίζει το τεκμήριο αθωότητας του Κατηγορουμένου.

 

16.     Ο Κατηγορούμενος είναι Κύπριος, 34 ετών. Διαμένει με τους γονείς του σε κοινότητα της Επαρχίας Λεμεσού. Όπως ανέφερε στην κατάθεσή του, είναι ελεύθερος, έχει μία θυγατέρα 13 ετών, ένα υιό 11 ετών και από πρόσφατη σχέση του ένα υιό 1,5 ετών και ένα νεογέννητο βρέφος. Η οικονομική του κατάσταση δεν είναι καλή, καθότι δεν εργάζεται, είναι λήπτης Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Έχει κινητό τηλέφωνο με τον ίδιο αριθμό για πολλά χρόνια, μία μοτοσικλέτα, δραστηριότητα στα κοινωνικά δίκτυα, τόπους όπου συχνάζει. Δεν έχει γνωστές επαφές ή διασυνδέσεις με άλλες χώρες. Λαμβάνονται υπόψη και οι προσωπικές περιστάσεις που αναφέρονται στη σελίδα 4 της αγόρευσης της συνηγόρου του Κατηγορουμένου, περιλαμβανομένων των προβλημάτων υγείας.

 

17.     Λαμβανομένων υπόψη της φύσης και σοβαρότητας των αδικημάτων που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος, δεν μπορεί να αποκλειστεί εξ ολοκλήρου το ενδεχόμενο φυγοδικίας, δεδομένου ότι η συνήθης ποινική μεταχείριση σε παρόμοιες περιπτώσεις περιλαμβάνει στερητική της ελευθερίας ποινή. Εντούτοις, δεν προκύπτουν στο παρόν στάδιο συγκεκριμένα δεδομένα που να υποδεικνύουν αυξημένο τέτοιο κίνδυνο. Ο Κατηγορούμενος είναι μόνιμος κάτοικος Κύπρου, διαμένει με την οικογένειά του, δεν έχει γνωστές διασυνδέσεις ή δραστηριότητες εκτός της χώρας, ενώ η οικονομική του κατάσταση και οι οικογενειακές του υποχρεώσεις λειτουργούν αποτρεπτικά ως προς το ενδεχόμενο διαφυγής. Ο βαθμός του κινδύνου δεν είναι τέτοιος που θα οδηγούσε το Δικαστήριο σε στέρηση της ελευθερίας του Κατηγορουμένου, εφόσον είναι ελέγξιμος με περιοριστικούς όρους.

 

18.     Εξετάζεται το αίτημα στη βάση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων μέχρι τη δίκη.

 

 Κίνδυνος Διάπραξης Άλλων Αδικημάτων

 

19.     Λόγος που δύναται να δικαιολογήσει την επιβολή προσωρινής κράτησης είναι και η πιθανότητα διάπραξης νέων ποινικών αδικημάτων από τον Κατηγορούμενο στο διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας[11]. Το Δικαστήριο, κατά την εκτίμηση αυτού του κινδύνου, δεν απαιτείται να βασιστεί σε ακριβή μαρτυρία για μελλοντικές πράξεις. Η φύση του λόγου αυτού είναι προληπτική, επομένως η απόδειξη συγκεκριμένου περιστατικού στο μέλλον δεν είναι απαραίτητη ή ακόμα εφικτή. Αρκεί η διαμόρφωση ισχυρής εντύπωσης ότι υφίσταται τέτοια πιθανότητα.

 

20.     Η πιθανολόγηση του κινδύνου δεν είναι απόλυτη, αλλά συνάγεται από στοιχεία του ποινικού ιστορικού, από τη φύση και τον τρόπο τέλεσης των υπό εκδίκαση αδικημάτων, από εγγενή χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του Κατηγορουμένου ή των περιστάσεων της υπόθεσης, καθώς και από άλλες σχετικές παραμέτρους, ικανές να συγκροτήσουν πειστικό και εξατομικευμένο προφίλ. Ενδεικτικά, τέτοια πιθανολόγηση μπορεί να θεμελιωθεί στο ποινικό μητρώο του Κατηγορουμένου, αλλά και σε εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις, ή ακόμη και σε υπό καταχώριση υποθέσεις, εφόσον πρόκειται για αδικήματα ίδιας ή συναφούς σοβαρότητας ή φύσης. Η συνένωση πολλών κατηγοριών σε ενιαίο κατηγορητήριο δεν αναιρεί τη δυνατότητα αξιολόγησης των ατομικών περιστατικών υπό το πρίσμα του παρόντος λόγου. Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι το στοιχείο της επανάληψης παραβατικής συμπεριφοράς ενόσω ο Κατηγορούμενος βρισκόταν ήδη ελεύθερος υπό όρους. Όπου τα υπό εξέταση αδικήματα καλύπτουν χρονικά διαστήματα κατά τα οποία ο Κατηγορούμενος ήταν αποφυλακισμένος ή τελούσε υπό περιοριστικούς όρους για άλλες ποινικές υποθέσεις ή υπό όρους αναστολής, ιδίως για αδικήματα ίδιας ή παρεμφερούς φύσης, το στοιχείο αυτό αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, υποδηλώνοντας επανειλημμένη εγκληματική τάση[12]. Η πιθανολόγηση μελλοντικής εγκληματικής συμπεριφοράς βάσει υφιστάμενων ή εκκρεμουσών ποινικών διαδικασιών δεν αντιβαίνει στο τεκμήριο της αθωότητας, στον βαθμό που το Δικαστήριο αποφεύγει οποιαδήποτε ουσιαστική κρίση για την ενοχή. Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται σε προληπτικά δεδομένα κινδύνου και όχι σε κρίση περί ενοχής ή αθωότητας[13]. Ο κίνδυνος τέλεσης νέων αδικημάτων πρέπει να είναι πραγματικός, σε παρόντα χρόνο, και η ίδια η κράτηση κατάλληλο και αναλογικό μέτρο, συνυπολογιζομένων των χαρακτηριστικών, της προσωπικότητας και του ιστορικού του Κατηγορουμένου[14].

 

21.     Δεν είναι νόμιμη η εκτίμηση επικινδυνότητας αποκλειστικά λόγω ανεργίας ή απουσίας οικογενειακών δεσμών, εάν τέτοια κριτήρια δεν συνοδεύονται από αντικειμενικά τεκμήρια παραβατικής ροπής[15].

 

22.     Σύμφωνα και με τη νομολογία του ΕΔΔΑ (Kurt v. Austria [GC], App. no. 62903/15, 15.06.2021, σκέψεις 187-188), η αναγκαιότητα προσωρινής κράτησης υπό το άρθρο 5 § 1(γ), 3 της ΕΣΔΑ προϋποθέτει, κατ’ ελάχιστον την ύπαρξη τεκμηριωμένης και διαρκούς εύλογης υποψίας για τελεσθέν ποινικό αδίκημα, και, επικουρικά, συγκεκριμένα και επαληθεύσιμα στοιχεία που στηρίζουν την εκτίμηση κινδύνου τέλεσης νέων αδικημάτων. Η προσωρινή κράτηση, αποκομμένη από τον πυρήνα της εύλογης υποψίας, καθίσταται δικονομικά αυθαίρετη, σε οποιοδήποτε στάδιο. Επιπρόσθετα, η αναλογικότητα επιβάλλει την προηγούμενη εξέταση ηπιότερων μέτρων: π.χ. περιοριστικοί όροι, απομάκρυνση από θύματα ή συγκεκριμένα σημεία, επιτήρηση κ.λπ. Η προληπτική κράτηση ενεργοποιείται μόνον εφόσον έχουν εξαντληθεί άλλες εναλλακτικές ή έχει αποδειχθεί η ανεπάρκειά τους.

 

23.     Η απλή επίκληση της προσεχούς ημερομηνίας ακρόασης δεν αρκεί ως τεκμήριο νομιμότητας της κράτησης (π.χ. δεν επιβάλλεται κράτηση επειδή θα εκδικαστεί η υπόθεση σύντομα). Κάθε χρονικό διάστημα στέρησης της ελευθερίας πρέπει να τεκμηριώνεται με σαφήνεια και εξατομικευμένη αιτιολογία[16].

 

24.     Αναφορικά με την προστασία της δημόσιας τάξης, το ΕΔΔΑ περιορίζει την επίκλησή της ως λόγο κράτησης σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως εγκλήματα πολέμου, τρομοκρατία, μαζική βία ή κραυγαλέες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη και τότε, απαιτείται να υφίσταται συγκεκριμένος και αποδείξιμος κίνδυνος, όχι απλώς κοινωνική κατακραυγή ή ανάγκη καθησυχασμού του κοινού αισθήματος[17].

 

25.     Ο κίνδυνος διάπραξης περαιτέρω αδικημάτων δύναται να προκύπτει ακόμη και ελλείψει προηγούμενης καταδίκης, εφόσον υφίστανται εκκρεμείς υποθέσεις, ή έστω και μία επιπλέον εκκρεμής υπόθεση, ή ακόμη και αν έχει παρέλθει σημαντικό χρονικό διάστημα από τον χρόνο τέλεσης άλλων αδικημάτων. Το ενδεχόμενο αυτό αξιολογείται πάντοτε σε συνάρτηση με τη φύση των αδικημάτων και τα λοιπά περιστατικά της κάθε περίπτωσης (βλ. Τριανταφυλλίδης ν. Αστυνομίας, ΠΕ 96/2025, 15.04.2025· Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Κίτσιου, ΠΕ 111/2025, 29.05.2025· Dhiab v. Αστυνομίας, ΠΕ 252/2025, 16.10.2025· Αρέστη ν. Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 1, κ.ά.). Στη Dhiab v. Αστυνομίας, ΠΕ 252/2025, 16.10.2025, όπου ο Κατηγορούμενος αντιμετώπιζε μόνο μία εκκρεμή υπόθεση για αδικήματα σχετιζόμενα με τα ναρκωτικά, στην οποία αντιμετώπιζε αυστηρούς όρους, ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων σχετικών με τα ναρκωτικά προέκυψε σε συνάρτηση και με τη μαρτυρία του ιδίου ότι είναι χρήστης, τις ποσότητες που φέρονταν να κατέχει και την από μέρους του προσέγγιση της κατοχής και χρήσης ναρκωτικών ουσιών, ακόμα κι αν υποθετικά περιοριζόταν για προσωπική χρήση, ως κανονικής, ακόμα κι αν επαναλαμβάνεται, κατά τρόπο που δεν υπήρχε ηπιότερο μέσο αποτροπής συμπεριφοράς που στη Δημοκρατία είναι αδικηματική. Στην Αρέστη ν. Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 1, αν και παρήλθαν αρκετά χρόνια αναμεταξύ των αδικημάτων που φέρονταν να διέπραξε ο Κατηγορούμενος, τα αδικήματα ήταν τη φύσης που η πάροδος του χρόνου, στην εκτίμηση του Δικαστηρίου, μαζί με τα υπόλοιπα δεδομένα της υπόθεσης, δεν εξάλειφε τον κίνδυνο. Κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα ιδιαίτερά της δεδομένα, καθότι η καθοδηγητική νομολογία δεν καθιερώνει απόλυτους κανόνες εφαρμοστέους σε κάθε περίπτωση ή κατηγορία αδικημάτων. Πάντως, οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς την ύπαρξη τέτοιου κινδύνου, από οπουδήποτε κι αν προκύπτει, εφόσον προκύπτει δικαιολογημένα και τεκμηριωμένα, πρέπει να αναχαιτίζει την πορεία προς την έγκριση ενός αιτήματος κράτησης, εφόσον δεν αποκλείεται η επανεξέτασή του, εάν υπάρξουν νεότερα πιο σαφή δεδομένα.

 

26.     Τα αδικήματα που φέρονται να έχουν διαπραχθεί είναι σοβαρά, σχετίζονται με κατοχή και χρήση πυροβόλου όπλου και ρίψη πυροβολισμών στον αέρα. Υπάρχει μαρτυρία εναντίον του Κατηγορουμένου, η οποία δημιουργεί εύλογες υπόνοιες ότι ήταν ο δράστης.

 

Από τα μέχρι στιγμής δεδομένα της υπό εξέταση υπόθεσης, θεωρούμενα στην όψη της μαρτυρίας, προκύπτει μεν στοιχείο επίμονης συμπεριφοράς προς την καταγγέλλουσα. Σημειώνεται πως δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Κατηγορούμενος κατέχει ή έχει δυνατότητα απόκτησης πυροβόλου όπλου, ώστε να τεκμαίρεται άμεσος κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων της ίδιας φύσης, δηλαδή με πυροβόλα όπλα. Ωστόσο, υφίστανται δύο προηγούμενες καταδίκες του Κατηγορουμένου στην υπόθεση 12922/2020 Ε.Δ. Λεμεσού, για αδικήματα απειλής, κακόβουλης ζημιάς σε περιουσία, μεταφοράς επιθετικού όπλου και συναφή αδικήματα, ημερομηνία καταδίκης 03.08.2021, που φέρονται να διαπράχθηκαν τον Αύγουστο του 2020. Είχαν επιβληθεί συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μεγαλύτερη των έξι μηνών, και δόθηκε αναστολή εκτέλεσης, για τρια χρόνια. Η άλλη υπόθεση είναι η 10087/2021 Ε.Δ. Λεμεσού, ημερομηνία καταδίκης 24.05.2022, για αδικήματα διάρρηξης κατοικίας κατα τη νύχτα και κλοπή, είσοδο σε ξένη περιουσία με σκοπό την ενόχληση και κακόβουλη ζημιά, που φέρονται να διαπράχθηκαν τον Οκρώβρη του 2020. Κατά την επιβολή της ποινής, είχε ληφθεί υπόψη και η υπόθεση 1111/2021 Ε.Δ. Λεμεσού, η οποία αφορούσε αδίκημα κακόβουλης ζημιάς σε περιουσία και δημόσιας εξύβρισης. Είχαν επιβληθεί συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μεγαλύτερη αυτή των οκτώ μηνών και επιτράπηκε η αναστολή εκτέλεσης για τρία χρόνια. Εκκρεμεί μία επιπλέον υπόθεση, η 10362/2024 Ε.Δ. Λεμεσού, για δύο αδικήματα απείθειας κατά νομίμων διαταγών και για μεταφορά μαχαιρού, που φέρονται να τελέστηκαν τον Μάιο του 2024. Τα δεδομένα αυτά συνεκτιμώνται με τις τρέχουσες κοινωνικές και οικονομικές του συνθήκες (άνδρας 34 ετών, διαμένων με τους γονείς του σε κοινότητα της Επαρχίας Λεμεσού, λήπτης επιδοματικής βοήθειας, με τέκνα διαφόρων ηλικιών από διαφορετικές σχέσεις).

 

Από τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων για τα οποία καταδικάστηκε ή κατηγορείται έως σήμερα ο Κατηγορούμενος δεν έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα. Η φύση των αδικημάτων που απασχόλησαν στο παρελθόν ή και στην εκκρεμούσα υπόθεση συνδέεται με στοιχεία βίας μη εστιασμένης αποκλειστικά σε συγκεκριμένο πρόσωπο, ώστε να μην είναι εφικτή η αποτελεσματική πρόληψη μέσω απαγορευτικών όρων. Φαίνεται να υπήρξε κλιμάκωση της σοβαρότητας. Η αποφυλάκιση με αναστολή, και η μέχρι σήμερα εκκρεμοδικία και απόλυση με όρους, και γενικά η επαφή του Κατηγορουμένου με το σύστημα δικαιοσύνης, εξαντλούν το περιθώριο χρησιμοποίησης άλλων όρων, ως ηπιότερων μέσων. Δεν φαίνεται να έχουν λειτουργήσει αποτρεπτικά, και αναδύεται τάση. Οι όροι που προτάθηκαν, στη σελίδα 9 και στη σελίδα 10 της αγόρευσης της συνηγόρου του Κατηγορούμενου, δεν μπορούν να αναχαιτίσουν τον υφιστάμενο κίνδυνο.

 

Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν μπορεί να προκριθεί η αυστηροποίηση των υφιστάμενων όρων απόλυσης ως ηπιότερο μέτρο έναντι της κράτησης, καθότι ο κίνδυνος επανάληψης αξιόποινης συμπεριφοράς, ιδίως εκείνης που ενέχει στοιχεία βίας, παραμένει υπαρκτός και ρεαλιστικός. Η πιθανότητα επανάληψης καθίσταται εντονότερη ελλείψει κοινωνικών ή οικονομικών παρεμβάσεων ικανών να διαφοροποιήσουν ουσιαστικά τον τρόπο ζωής του Κατηγορουμένου. Δεδομένων των περιορισμών του Δικαστηρίου ως προς το είδος των όρων που δύναται να επιβάλει, συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, ενδείκνυται η επιβολή κράτησης μέχρι την εμφάνιση του Κατηγορουμένου ενώπιον του Κακουργιοδικείου την 02.12.2025, ως το μόνο διαθέσιμο μέτρο ικανό να διασφαλίσει την αποτροπή κινδύνου και την ομαλή απονομή της δικαιοσύνης, στο πλαίσιο πάντοτε της αρχής της αναλογικότητας.

 

Κατάληξη

 

27.     Καταληκτικά, το αίτημα εγκρίνεται στη βάση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων μέχρι τη δίκη. Ο Κατηγορούμενος να παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την εμφάνισή του στο Κακουργιοδικείο την 02.12.2025. Εκδίδεται διάταγμα προσαγωγής του.

 

 

(Υπ.) …………………………

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Ε.Α.Β.Ο. ν. Αστυνομίας, ΠΕ 133/2024, 11.07.2024.

[2] Buzadji v. the Republic of Moldova [GC], 2016, § 87· Idalov v. Russia [GC], 2012, § 140.

[3] Γεωργίου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 163/2024, 26.07.2024, Ε.Ι.Κ. ν. Αστυνομίας, ΠΕ 186/2024, 24.07.2024, Στυλιανού ν Δημοκρατίας, ΠΕ 78/24, 08.04.2024, Γενικός Εισαγγελέας v. Γ.Ν., ΠΕ 145/23, 21.07.2023, Κοτσούδη ν. Αστυνομίας, ΠΕ 131/20, 20.08.2020, ECLI:CY:AD:2020:B288, Dydi v. Αστυνομίας, ΠΕ 103/20, 03.09.2020, Νικήτα ν. Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 54, Τσεκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 32, Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 790, Θεοχάρους κ.α. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 48, Βασιλείου ν. Αστυνομίας (1997) 2 ΑΑΔ 7.

[4] Dereci v. Turkey, 2005, § 38.

[5] Shimon Mistriel Aykout v. Αστυνομίας, ΠΕ 160/2024, 16.07.2024, Θεοχάρους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (2002) 2 ΑΑΔ 48, Καραγιάννη ν. Αστυνομίας, ΠΕ20/2025, 10.02.2025.

[6] W. v. Switzerland, 26 Ιανουαρίου 1993, § 33 Series A no. 254-A· Smirnova v. Russia, αρ. 46133/99 και 48183/99, §§ 9, 60, 63, ECHR 2003-IX· Panchenko v. Russia, 2005, § 106· Becciev v. Moldova, 2005, § 58· Sulaoja v. Estonia, 2005, § 64.

[7] Wemhoff v. Letellier, 1968, § 46· Luković v. Serbia, αρ. 43808/07, § 54, 26 Μαρτίου 2013.

[8] Παναγή ν. Αστυνομίας, ΠΕ 152/2024, 25.06.2024.

[9] Memic v. ΔημοκρατίαςΠΕ 81/2019 κ.ά., 16.07.2019, Diab v. Γενικός Εισαγγελέας, ΠΕ Ε151/2019, 13.08.2019, Shimon Mistriel Aykout v. Αστυνομίας, ΠΕ 160/2024, 16.07.2024.

[10] Γεωργίου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 163/2024, 26.07.2024 που παραπέμπει και στις Αστυνομία ν. Βούρκα, ΠΕ 43/21, 17.06.2021 και Κορέλλης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1998) 1 ΑΑΔ 1718.

[11] Ε.Α.Β.Ο. ν. Αστυνομίας, ΠΕ 133/2024, 11.07.2024, Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας, ΠΕ 47/24, 11.03.2024, Γενικός Εισαγγελέας ν. Γ.Ν., ΠΕ 145/23, 21.07.2023, Σάρρου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 81/23, 10.05.2023, Ιωάννου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 25/22, 04.02.2022, ECLI:CY:AD:2022:B50, Νικολάου ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 227, Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (2007) 2 ΑΑΔ 130, Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 45.

[12] Γενικός Εισαγγελέας ν. Παταϊσιας, ΠΕ 157/2024, 30.09.2024, Μπατιρίδης ν. Αστυνομίας, ΠΕ 231/2024, 08.10.2024, Ε.Α.Β.Ο. ν. Αστυνομίας, ΠΕ 133/2024, 11.07.2024, Παναγή ν. Αστυνομίας, ΠΕ 152/24, 25.06.2024, Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 271/23, 24.01.2023, Χριστούδια ν. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 689, Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 109, Δημοκρατία ν. Θεμιστοκλέους, ΠΕ 84/24, 16.04.2024.

[13] Ε.Α.Β.Ο. ν. Αστυνομίας, ΠΕ 133/2024, 11.07.2024, Παναγή v. Αστυνομίας, ΠΕ 152/24, 25.06.2024, Δημοκρατία ν. Θεμιστοκλέους, ΠΕ 84/24, 16.04.2024, Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου (2001) 2 ΑΑΔ 373.

[14] Clooth v. Belgium (1991).

[15] Merabishvili v. Georgia [GC], § 234, Sulaoja v. Estonia, 2005.

[16] Idalov v. Russia [GC], § 140.

[17] Letellier v. France (1991), § 51· Prencipe v. Monaco, 2009, § 79· Milanković and Bošnjak v. Croatia (2016), § 154 κ.α.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο