Δημοκρατία ν. M. H. A. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 3061/20, 8/8/2024
print
Τίτλος:
Δημοκρατία ν. M. H. A. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 3061/20, 8/8/2024

ΣΤΟ MONIMO ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΦΟΥ                                                           

ΕΝΩΠΙΟΝ:           M. Δρουσιώτη, Π.Ε.Δ.

                            Χρ. Χατζηγεωργίου, Α.Ε.Δ.

       Π. Κυριακίδη, Α.Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 3061/20

 

Δημοκρατία

 

v.

 

                    1.  M. H. A.

                          2.  T. A. K.

                          3.  K. B.

                          4.  Y. A.

                          5.  K. A.

                          6.  M. A.

                          7.  S. K.

                          8.  M. A.

                          9.  I. H. K.

                 Κατηγορουμένων

-----------------

 

Ημερομηνία: 08.08.2024

 

Εμφανίσεις:

Για τη Δημοκρατία:    κ.  Α. Χατζηκύρου

Για Κατηγορούμενο 2: κ. Χρ. Δημητρίου

Για Κατηγορούμενο 3: κα Κ. Σοφοκλέους

Για Κατηγορούμενο 7:  κα Α. Σαββίδου

Για Κατηγορούμενο 8:  κα Μ. Σαββίδου

Κατηγορούμενοι 2, 3, 7 και 8: παρόντες

 

 

 

ΠΟΙΝΗ

 

Οι κατηγορούμενοι 2, 3, 7  και 8 έχουν βρεθεί ένοχοι μετά από απόφαση του Δικαστηρίου στις κατηγορίες 7 και 10.  Περαιτέρω οι κατηγορούμενοι 3, 7 και 8 έχουν βρεθεί ένοχοι και στις κατηγορίες 8 και 9 και ο κατηγορούμενος 8 έχει βρεθεί ένοχος  και στην κατηγορία 4.

 

Η κατηγορία 4 αφορά το αδίκημα καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων κατά παράβαση των άρθρων 120 και 20 του Ποινικού Κώδικα

.

Η κατηγορία 7 αφορά το αδίκημα της απαγωγής με σκοπό να υποβληθεί πρόσωπο σε βαριά βλάβη, κατά παράβαση των άρθρων 251 και 20 του Ποινικού Κώδικα.

 

Η κατηγορία 8 αφορά το αδίκημα της συνωμοσίας για διάπραξη πλημμελήματος κατά παράβαση του άρθρου 372 του Ποινικού Κώδικα.

 

Η κατηγορία 9 αφορά το αδίκημα παρέμβασης σε δικαστική διαδικασία κατά παράβαση των άρθρων 122(β), 20 και 21  του Ποινικού Κώδικα. 

 

Η κατηγορία 10 αφορά το αδίκημα της συνωμοσίας για διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα. 

 

Προκαταβολικά αναφέρουμε ότι το πρόσωπο που θα αναφέρεται πιο κάτω ως  ο «Walid» είναι το πρόσωπο που σκότωσε τον Jamal Alhaji και στην απόφαση μας αναφέρεται ως ο «Jamal».  Ο Walid για την πράξη του αυτή παραδέχθηκε ενοχή και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης.  Οι κατηγορούμενοι 2, 3, 7 και 8 αθωώθηκαν από την κατηγορία της ανθρωποκτονίας και βρέθηκαν ένοχοι στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει έκαστος ως ανωτέρω περιγράφονται. 

 

Τα γεγονότα που περιβάλλουν την κάθε κατηγορία που αντιμετωπίζει έκαστος των κατηγορουμένων παρουσιάζονται εκτενέστερα στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 23.07.2024.  Σκιαγραφούμε για σκοπούς της παρούσας τα κυριότερα.

 

Κατηγορία 4Η παραλαβή από τον συγκεκριμένο χώρο του συγκεκριμένου μαχαιριού από τον κατηγορούμενο 8 και η ρήξη του στη θάλασσα ένα και μόνο σκοπό είχε στα πλαίσια της λογικής των πραγμάτων.  Την αποτροπή εντοπισμού του από την αστυνομία ως μαχαιριού το οποίο εντοπίστηκε στη σκηνή εγκλήματος που διαπράχθηκε με μαχαίρι και κατ΄ επέκταση την αποτροπή αξιοποίησης του από την αστυνομία σε σχετική με το εν λόγω έγκλημα έρευνα

 

Κατηγορία 7Οι κατηγορούμενοι 2, 3, 7 και 8, στις καταθέσεις τους αναφέρουν ο  καθένας ξεχωριστά τι έκανε και το πως βρήκαν τον Jamal, ποια ενημέρωση είχαν μεταξύ τους και πως τον μετέφεραν στο σπίτι του Sohaib (κατηγορούμενος 7) στο οποίο βρισκόταν και ο Walid.  Ο κατηγορούμενος 2 έψαχνε να βρει τον Jamal, οδηγούσε το αυτοκίνητο μάρκας Mercedes μαύρου χρώματος και ενώ κατευθύνετο προς την Έμπα του τηλεφώνησε ο κατηγορούμενος 7 ότι ο Jamal ήταν στο Κτήμα.  Αργότερα ενημερώθηκε ότι βρίσκετο λίγο πιο κάτω από ένα βενζινάδικο στο δρόμο προς τη Μεσόγη.  Πήγε στο χώρο στάθμευσε δίπλα από το αυτοκίνητο του Jamal και δίπλα του στάθμευσε ο κατηγορούμενος 7 με αυτοκίνητο μάρκας Honda Civic και συνοδηγό τον κατηγορούμενο 8.  Ο κατηγορούμενος 2 αναφέρει ότι μόλις τους είδε ο Jamal φοβήθηκε και το όχημα του όπως ήταν ξεκινημένο κινήθηκε προς τα εμπρός και έπεσε μέσα σε ένα χαντάκι που ήταν μπροστά του.  Τον πλησίασε του είπε να μην φοβάται και ότι θέλουν να μιλήσουν.  Ο Jamal μπήκε στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο κατηγορούμενος 2, ο κατηγορούμενος 7 κάθισε μαζί του στο πίσω κάθισμα και από την άλλη πλευρά κάθισε ακόμη ένα πρόσωπο και έφυγαν για το σπίτι του Sohaib.  Το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο κατηγορούμενος 7 οδηγήθηκε από τον κατηγορούμενο 8.  Ο κατηγορούμενος 3 παραδέχεται ότι είναι αυτός που ενημέρωσε τους υπόλοιπους πού θα βρίσκετο κατ΄ αρχάς ο Jamal, συμφώνησε πού θα βρεθούν και ενημέρωσε τους υπόλοιπους.  Στη συνέχεια αφού δεν τα κατάφεραν να βρεθούν στο immigration τους ενημέρωσε εκ νέου πού βρίσκετο ο Jamal και είναι η περιοχή που βρήκαν τον Jamal οι υπόλοιποι.  Όλων η θέση ήταν ότι ο Jamal για την πράξη του να έχει σχέση με την γυναίκα του Walid θα έπρεπε με κάποιο τρόπο να τιμωρηθεί ώστε να σταματήσει αυτή η πράξη.

 

Κατηγορία  10:  Οι κατηγορούμενοι 2, 3, 7 και 8 συμφώνησαν μεταξύ τους  ότι θα πρέπει να βρουν τον Jamal και να τον μεταφέρουν στο σπίτι του Sohaib για να μιλήσει με τον Walid και όλων η θέση ήταν ότι ο Jamal θα πρέπει να τιμωρηθεί για την πράξη του να έχει σχέση με τη γυναίκα του Walid.  Αν δεν υπήρχε συμφωνία γι΄ αυτό το θέμα ποια η ανάγκη να τηλεφωνά ο ένας στον άλλο και να ενημερώνονταν μεταξύ τους που βρίσκεται ο Jamal και να κατευθύνονται στο χώρο. 

 

Κατηγορία 9:  Οι κατηγορούμενοι 3, 7 και 8 επέστρεψαν πίσω στο χώρο του εγκλήματος φόρεσαν γάντια και αφού έβαλαν το πτώμα του Jamal σε ένα σεντόνι που το είχαν φέρει μαζί τους  μετέφεραν το πτώμα το έριξαν κάτω από ένα γκρεμό, έριξαν από πάνω καλάμια,  επέστρεψαν στο χώρο που βρισκόταν το πτώμα και κάλυψαν τα αίματα με τσακίλι, μάζεψαν τα γάντια, το σεντόνι και την ζακέτα του θύματος τα μετάφεραν σε άλλο χώρο και τα έκαψαν.  Αναφέρουν ότι το έκαναν αυτό γιατί στο πτώμα υπήρχαν τα αποτυπώματα και το DNA τους και να μην βρεθούν μπλεγμένοι στο φόνο.

 

Κατηγορία 8: Οι κατηγορούμενοι 3, 7 και 8 για την επίτευξη του σκοπού τους συμφώνησαν μεταξύ τους ότι θα έπρεπε να μετακινηθεί το πτώμα και να αποκρυβεί γιατί σ΄ αυτό υπήρχαν τα αποτυπώματα και το DNA τους.  Περαιτέρω όλοι είχαν ένα κοινό σκοπό να εξαφανίσουν το πτώμα γιατί σ΄ αυτό βρίσκονταν τα αποτυπώματα και το DNA τους και θα εμπλέκονταν σε φόνο.  Η συμφωνία των τριών μαζί με άλλο πρόσωπο επιτεύχθηκε. 

 

Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των κατηγορούμενων στις αγορεύσεις τους επισημαίνουν τα στοιχεία που θα πρέπει το Δικαστήριο να λάβει υπόψιν του κατά την επιμέτρηση της ποινής και για τις προσωπικές τους συνθήκες υιοθέτησαν το περιεχόμενο των εκθέσεων του Γραφείου Ευημερίας  

 

Οι προσωπικές συνθήκες ενός εκάστου των κατηγορουμένων είναι ως ακολούθως:

 

Ο κατηγορούμενος 2 γεννήθηκε το 1996 στην Συρία, φοίτησε μέχρι το Δημοτικό, διέκοψε την φοίτηση του για να εργαστεί.  Από το 2013 βρίσκεται στην Κύπρο και εργάζεται σε οικοδομές.  Είναι νυμφευμένος και πατέρας δύο παιδιών ηλικίας 6 και 5 ετών.  Τα μόνα εισοδήματα του είναι το ποσό των €150 εβδομαδιαίως και για την κατοικία που διαμένει με την οικογένεια του πληρώνει ενοίκιο €500. 

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του στην αγόρευση του ζήτησε από το Δικαστήριο να λάβει υπόψιν του ως μετριαστικούς παράγοντες πέραν από τις προσωπικές του συνθήκες, τον χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης, το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου, το ότι είναι ένας νομοταγής πολίτης, το νεαρό της ηλικίας του, την αποχή του κατηγορούμενου από οποιαδήποτε εγκληματική συμπεριφορά μετά το αδίκημα και την συνεργασία του με την αστυνομία κατά τον χρόνο διερεύνησης της υπόθεσης.  Περαιτέρω ζήτησε από το Δικαστήριο να λάβει υπόψιν του το ότι ο κατηγορούμενος 2 τραυματίστηκε στην προσπάθεια του να προστατεύσει το θύμα και ότι ο κατηγορούμενος 2 εκφράζει την πραγματική λύπη, συντριβή και ειλικρινή απολογία του.  Εισηγήθηκε ότι  η περίπτωση του κατηγορούμενου 2 εμπίπτει στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο μπορεί  να  του δώσει ακόμη μια δεύτερη ευκαιρία.  Σε σχέση με τις προσωπικές του συνθήκες πρόσθεσε ότι είναι ο πατέρας του που έχει αποβιώσει και η μητέρα του βρίσκεται στην Κύπρο και έχει άλλα 3 αδέλφια στην Κύπρο.

 

Ο κατηγορούμενος 3 είναι ηλικίας 24 ετών με καταγωγή από τη Συρία.  Ήρθε στην Κύπρο το 2013 μαζί με το πατέρα του και τα δύο μικρότερα αδέλφια του.  Το 2017 κατήγγειλε τον πατέρα του για περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας και μετακινήθηκε σε ανάδοχη οικογένεια και εγκατέλειψε την φοίτηση του στο σχολείο.  Εργάστηκε ως οικοδόμος κατά περιόδους.  Το 2022 γνώρισε και συνήψε σχέση με Κύπρια 20 χρονών η οποία φοιτά σε Ιδιωτικό Πανεπιστήμιο στην Πάφο (Νεάπολις).  Ο κατηγορούμενος συντηρεί τόσο τα αδέλφια του, την μητέρα του που βρίσκεται στην Τουρκία όσο και την κοπέλα του οικονομικά και ανησυχεί πολύ για την έκβαση της υπόθεσης. 

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του στην αγόρευση της αναφέρθηκε στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου 3 και στα δύσκολα παιδικά χρόνια που αντιμετώπισε είτε λόγω του πολέμου στη χώρα καταγωγής του είτε λόγω της προβληματικής συμπεριφοράς του πατέρα του.  Πρόταξε ως μετριαστικούς παράγοντες το λευκό ποινικό μητρώο σε σχέση και με την μη διάπραξη οποιουδήποτε άλλου αδικήματος, στον χρόνο που μεσολάβησε από τα αδικήματα για τα οποία έχει κριθεί ένοχος μέχρι και σήμερα, το μορφωτικό του επίπεδο, το νεαρό της ηλικίας του, την συνεργασία του με την αστυνομία κατά το χρόνο διερεύνησης του αδικήματος.  Ανέφερε περαιτέρω ότι οι προσωπικές του συνθήκες έχουν αλλάξει από την ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος, έχει νυμφευθεί και είναι ο προστάτης της οικογένειας του και οποιαδήποτε ποινή άμεσης φυλάκισης θα έχει επιπτώσεις στα πρόσωπα που εξαρτώνται από αυτόν.  Τονίζοντας την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος από την διάπραξη του αδικήματος και το γεγονός ότι η υπόθεση αναστάληκε   για κάποιους εκ των κατηγορούμενων, ζήτησε όπως ο κατηγορούμενος 3 κριθεί με κάθε δυνατή επιείκεια.

 

Ο κατηγορούμενος 7 είναι ηλικίας 29 ετών με καταγωγή από τη Συρία.  Φοίτησε εννέα συνεχόμενα χρόνια σε σχολείο στη χώρα του και στην ηλικία των 15 ετών διέκοψε λόγω της εμπόλεμης κατάστασης.  Δύο  χρόνια μετά περίπου ήρθε στην Κύπρο.  Το 2019 γνώρισε και παντρεύτηκε τη σύζυγο του με την οποία απέκτησαν 2 ανήλικα παιδιά ηλικίας 4 κα 1,5 ετών σήμερα και περιμένει το τρίτο τους παιδί.  Όπως ο ίδιος ανέφερε το δεύτερο του παιδί έχει κινητικές δυσκολίες εκ γενετής και παρακολουθείται από ειδικούς γιατρούς, εργάζεται ως οικοδόμος για να συντηρήσει την οικογένεια του και όπως αναφέρει ανησυχεί για την έκβαση της υπόθεσης αυτής αφού είναι ο μόνος που μπορεί να προσφέρει οικονομικά στην οικογένεια του στο παρόν στάδιο. 

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του κατά την αγόρευση της αναφέρθηκε στο χρόνο που έχει διαρρεύσει από την διάπραξη του αδικήματος, για τις προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου, υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας με ιδιαίτερη αναφορά στα κινητικά και άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει το δεύτερο παιδί του ηλικίας 1,5 χρόνου.  Τόνισε ότι οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου 7 έχουν αλλάξει ουσιωδώς από την διάπραξη του αδικήματος και σήμερα είναι πατέρας τριών ανήλικων παιδιών.  Εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο αναστολής ποινής φυλάκισης. 

 

Ο κατηγορούμενος 8 είναι ηλικίας 26 ετών, κατάγεται από την Συρία, έχει ένα αδελφό και μαζί με τους γονείς του ήρθαν όλοι στην Κύπρο.  Στη χώρα του φοίτησε για 10 χρόνια σε σχολείο και όταν ήρθε στην Κύπρο φοίτησε δύο χρόνια για εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας και εργάζεται στις οικοδομές.  Είναι νυμφευμένος και αναμένει σε ένα μήνα το πρώτο του παιδί.  Διαμένει σε ενοικιαζόμενη κατοικία της οποίας το ενοίκιο ανέρχετο στα €500 μαζί με τη σύζυγο, τους γονείς και τον αδελφό του.  Το μηνιαίο του εισόδημα  ανέρχεται στα €500. 

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του στην αγόρευση της ζήτησε όπως ληφθεί υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο και η διαφοροποίηση των προσωπικών συνθηκών του κατηγορούμενου σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας του.  Για τις προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. 

 

Τα αδικήματα που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι είναι σοβαρά και τιμωρούνται με ποινές φυλάκισης. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι για το αδίκημα της κατηγορίας 7, το άρθρο 251 του Ποινικού Κώδικα προέβλεπε κατά τον χρόνο διάπραξης του εν λόγω αδικήματος και μεταξύ άλλων την επιβολή ποινής φυλάκισης μέχρι 10 χρόνια. Ως προς το αδίκημα της κατηγορίας 9, το άρθρο 122 του Ποινικού Κώδικα προβλέπει την επιβολή ποινής φυλάκισης μέχρι 3 χρόνια ενώ για το αδίκημα της κατηγορίας 4, εκ του συνδυασμού των άρθρων 120 και 35 του Ποινικού Κώδικα, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ποινή φυλάκισης μέχρι 2 χρόνια.

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248 η προβλεπόμενη από τον Νόμο ανώτατη ποινή είναι ενδεικτική της έκτασης της σοβαρότητας ενός αδικήματος και τούτο είναι στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής όπως και στο είδος της ποινής που θα επιβληθεί. 

 

Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την πρόθεση του νομοθέτη όπως φανερώνεται στις ποινές που προβλέπει ο Νόμος αλλά και τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης αφού κάθε υπόθεση κρίνεται πάντα με τα δικά της περιστατικά όπως και τις προσωπικές περιστάσεις κάθε κατηγορούμενου στα πλαίσια εξατομίκευσης της ποινής.

 

Είναι απαραίτητο για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής να εκτιμηθεί η συμπεριφορά του κάθε κατηγορούμενου για να διαπιστωθεί η κατάσταση της σκέψης του και η διάθεση του κατά τον ουσιαστικό χρόνο πάντα σύμφωνα με τα γεγονότα όπως τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Αυτό που είναι σαφές κατά την κρίση μας, μέσα από τα γεγονότα και την συμπεριφορά των κατηγορούμενων είναι ότι με εγωιστική και ετσιθελική έκνομη δράση, οι κατηγορούμενοι 2, 3, 7 και 8  συμφώνησαν μεταξύ τους να απαγάγουν το θύμα έτσι ώστε να τιμωρηθεί για την σχέση που διατηρούσε με νυμφευμένη γυναίκα.  Περαιτέρω οι κατηγορούμενοι 3, 7 και 8 αφού το θύμα οδηγήθηκε τελικώς στον θάνατο, αποτέλεσμα αποσυνδεδεμένο όμως από την δική τους δράση για λόγους που εξηγήσαμε στην απόφαση μας ημερ. 23.07.2024, δεν δίστασαν, μη σεβόμενοι τον θάνατο ενός συνανθρώπου τους, τον οποίο μάλιστα γνώριζαν και εκ της κοινής καταγωγής τους, να αποκρύψουν την σορό έτσι ώστε να μην συνδεθούν, έστω και προκαταρκτικά, με τον θάνατο του θύματος στα πλαίσια έρευνας της αστυνομίας.  Περαιτέρω για τους ίδιους εγωιστικούς λόγους, ο κατηγορούμενος 8 πέταξε στην θάλασσα και ένα μαχαίρι το οποίο βρισκόταν στην σκηνή του εγκλήματος.  Τέτοιες συμπεριφορές, από όπου και αν προέρχονται, είναι απαράδεκτες και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γίνονται ανεκτές. 

 

 

Έχουμε αναζητήσει προγενέστερες αποφάσεις οι οποίες να έχουν ασχοληθεί  με την επιβολή ποινής, σε ίδια ή παρόμοια αδικήματα με αυτό που διέπραξαν οι κατηγορούμενοι αλλά δεν διαπιστώθηκε να υπάρχει άμεση σχετική νομολογία επί του θέματος καθ΄ ότι οι περιπτώσεις που αφορούν αδικήματα απαγωγής συνδέονται είτε με ανθρωποκτονία είτε με άλλου είδους αδικήματα.  Σ’  αυτές επιβάλλονται ποινές για το αδίκημα της απαγωγής οι οποίες είναι συνακόλουθες των κυρίων αδικημάτων.  Φυσικά η αναζήτηση κρίνεται  χρήσιμη και καθοδηγητική, ωστόσο, επισημαίνεται  πως οι ποινές από προηγούμενες υποθέσεις δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα, (βλέπε Σάμπη ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 100 και Ιορδάνους ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 152/2014, ημερομηνίας 19.04.2018, ECLI:CY:AD:2018:B175) δεδομένων των ξεχωριστών περιστάσεων που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση αλλά και τον κάθε παραβάτη.  Ενδεικτικά και όχι εξαντλητικά κρίνουμε πως η παραπομπή  στις πιο κάτω υποθέσεις συνιστά επαρκές υπόβαθρο για κατανόηση των όσων έχουμε προαναφέρει αλλά και του μέτρου που έχουμε συνυπολογίσει, μαζί με τους υπόλοιπους παράγοντες καθορισμού ποινής, για τον προσδιορισμό της αρμόζουσας ποινής στους  κατηγορούμενους.

 

Στην υπόθεση Walid Al Moustafa ν. Δημοκρατίας Π.Ε. 98/21 ημερ. 03.02.2023, ECLI:CY:AD:2023:B44 επιβλήθηκε πρωτόδικα και επικυρώθηκε κατ΄ έφεση για το αδίκημα της απαγωγής του άρθρου 251 τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης 3 ετών. Για την ανθρωποκτονία επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 17 ετών. Σημειώνουμε ότι ο Walid ήταν το πρόσωπο, που πέραν της καταδίκης για την απαγωγή, καταδικάστηκε και για την ανθρωποκτονία του θύματος που σχετίζεται με την παρούσα υπόθεση.

 

Στην υπόθεση Γερμανός Ανδρέας κ.α. ν. Δημοκρατία (2013) 2 Α.Α.Δ. 525 οι κατηγορούμενοι μεταξύ άλλων αντιμετώπισαν και κατηγορίες της απαγωγής κατά παράβαση του άρθρου 148 του Ποινικού Κώδικα και του άρθρου 251 του Ποινικού Κώδικα και τους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 και 3 ετών αντίστοιχα  για την κάθε κατηγορία.  Το Εφετείο κάνοντας αναφορά στην μεγαλύτερη ποινή που αφορούσε βιασμό επικύρωσε όλες τις ποινές. 

 

Στην υπόθεση Albu Mihalta κ.α. ν. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 764 αφορούσε βιασμό, απαγωγή  και συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος.  Πρωτοδίκως επιβλήθηκαν στους εφεσείοντες ποινές 10 και 13 χρόνων φυλάκισης για τον βιασμό και 3 χρόνων για απαγωγή και συνωμοσία .  Επικυρώθηκαν κατ΄ έφεση.

 

Όπως ήδη έχουμε αναφέρει πιο πάνω το Δικαστήριο εκτός από την προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή και τα περιστατικά της υπόθεσης μέσα από τα οποία πάντοτε κρίνεται κάθε υπόθεση λαμβάνει υπόψη του και τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του κάθε κατηγορούμενου (βλ. Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 478 και Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 124).  . 

 

Όλοι οι δικηγόροι των κατηγορουμένων ζήτησαν από το Δικαστήριο να ληφθεί υπόψιν το νεαρό της ηλικίας των κατηγορουμένων. Νομολογιακά κατοχυρώθηκε ότι το νεαρό της ηλικίας λαμβάνεται υπόψη ως παράγων μετριασμού της ποινής (βλέπε Φανάρας ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 50).  Στην παρούσα υπόθεση όλοι οι κατηγορούμενοι είναι σχετικά νεαρής ηλικίας.  Ο κατηγορούμενος 2 κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος ήταν ηλικίας 24 ετών.  Ο κατηγορούμενος 3 ήταν ηλικίας 20 ετών.  Ο κατηγορούμενος 7 ήταν ηλικίας 25 ετών και ο κατηγορούμενος 8 ήταν ηλικίας 22 ετών.  Από τα πιο πάνω διαπιστώνεται  ότι όλοι οι κατηγορούμενοι ήταν νεαρής ηλικίας όχι όμως τέτοιας ηλικίας η οποία να τους καθιστά λιγότερο υπεύθυνους.  Φυσικά στο μέτρο του δυνατού θα ληφθεί υπόψιν κατά την επιμέτρηση της ποινής. 

 

Ένας άλλος παράγοντας που ζήτησαν να ληφθεί υπόψη και θα ληφθεί υπόψιν είναι το λευκό ποινικό μητρώο των κατηγορουμένων  και το γεγονός ότι δεν έχει αναφερθεί η διάπραξη οποιουδήποτε άλλου αδικήματος από τους κατηγορουμένους κατά το χρόνο που μεσολάβησε από την ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων μέχρι σήμερα που θα τους επιβληθεί ποινή.  Αυτό δηλώνει ότι όλοι οι κατηγορούμενοι δεν είναι επιρρεπείς στο έγκλημα και είναι νομολογημένο ότι ένας κατηγορούμενος με λευκό ποινικό μητρώο δικαιούται να τύχει της επιείκειας του Δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω σημειώνουμε ότι δεν αγνοούμε τα προβλήματα που φαίνεται να αντιμετώπιζαν οι κατηγορούμενοι στην χώρα καταγωγής τους και τα οποία, ως φαίνεται, τους οδήγησαν να αναζητήσουν καταφύγιο στη χώρα μας.  Εκφράζουμε την συμπάθεια και κατανόηση μας στο ότι άνθρωποι φαίνεται να αναγκάζονται, όχι με δική τους ευθύνη, να λαμβάνουν την δύσκολη απόφαση εγκατάλειψης του τόπου που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.  Αυτά όμως τα προβλήματα δεν μπορούν να αποτελούν άλλοθι για πρόσωπα τα οποία, ως έχουμε προαναφέρει, επιδεικνύουν σοβαρής μορφής εγωιστική και ετσιθελική έκνομη δράση.  Σε καμία περίπτωση τα προβλήματα αυτά που αντιμετώπισαν οι κατηγορούμενοι, δεν μπορούν να επηρεάσουν ουσιωδώς είτε το είδος είτε το ύψος της ποινής που θα επιβληθεί. 

 

Ένα άλλο σημείο που έχουν θίξει όλοι οι δικηγόροι για όλους τους κατηγορούμενους είναι ο χρόνος που έχει διαρρεύσει από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι τον χρόνο που το Δικαστήριο έχει αποφασίσει για την ενοχή τους.

 

Έχει νομολογηθεί ότι η πάροδος μεγάλου  χρονικού διαστήματος μεταξύ της διάπραξης ενός αδικήματος και της επιβολής της ποινής, αποτελεί παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη, όσον αφορά το είδος της ποινής που θα πρέπει να επιβληθεί. Η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα διάπραξης ενός αδικήματος, εκτός από τις περιπτώσεις που θεωρείται απόλυτα αναγκαίο, είναι ανεπιθύμητη. (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Νεοφύτου, (1991) 2 Α.Α.Δ. 5 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβραμίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 355). Η καθυστέρηση εξάλλου στην έναρξη της ποινικής δίωξης με την καταχώρηση της υπόθεσης, λειτουργεί υπέρ του μετριασμού της ποινής (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη (αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 623 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Πότση (2000) 2 Α.Α.Δ. 252). Η πάροδος μακρού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος μειώνει ουσιαστικά την αποτρεπτικότητα της ποινής, με την τελευταία να μην ασκεί τον αναμορφωτικό της ρόλο για τον κατηγορούμενο, ενώ ορατό είναι το ενδεχόμενο οι προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου στο μεσοδιάστημα να αλλάξουν ριζικά, κατά τρόπο που αυτό να δύναται να επιδράσει,  ορισμένες φορές καταλυτικά, στην επιλογή του είδους της ποινής.

 

 

Στην υπό συζήτηση περίπτωση είναι αυταπόδεικτο ότι υπήρξε παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη των διαφόρων αδικημάτων που ο κάθε ένας από τους κατηγορούμενους κρίθηκε ότι διέπραξε και συγκεκριμένα έχουν παρέλθει 4 και πλέον χρόνια. Στη βάση των αρχών της νομολογίας, τούτο, δεν μπορεί παρά να έχει τη δική του επίπτωση στην ποινή που θα πρέπει να επιβληθεί. Ωστόσο, το ζήτημα του χρόνου στην υπό συζήτηση περίπτωση, κρίνουμε ότι δεν μπορεί να προσεγγιστεί κατά τρόπο απομονωμένο. Αναμφίβολα, το Δικαστήριο θα εκτιμήσει τον ικανό χρόνο που έχει έκτοτε διαρρεύσει, ως ένα επιπρόσθετο ελαφρυντικό παράγοντα, σημειώνοντας ταυτόχρονα, ως η νομολογία καταδεικνύει, ότι αυτός δεν μπορεί από μόνος του να εξουδετερώσει κάθε άλλο σχετικό και επιβαρυντικό παράγοντα, όπως τη σοβαρότητα των αδικημάτων που οι κατηγορούμενοι στην υπό συζήτηση περίπτωση διέπραξαν και την συνακόλουθη αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών (βλ. Χαραλαμττίδης ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 330, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χρίστος Γενεθλίου, Ποιν. Έφ. 5/2016, ημερ.01.03.2016). 

 

Περαιτέρω δεν μπορεί παρά να σημειώσουμε το γεγονός ότι η συμπεριφορά των ίδιων των κατηγορούμενων είχε προφανώς τη δική της σημασία στην όποια καθυστέρηση παρατηρήθηκε από την  διάπραξη των αδικημάτων.  Μέσα από τα πρακτικά της υπόθεσης μπορεί κάποιος να διαπιστώσει ότι λόγω της μη παρουσίας κάποιων εκ των κατηγορούμενων, είτε δικαιολογημένα ή μη, ανάγκασαν την Κατηγορούσα Αρχή να διακόψει τις κατηγορίες σε κάποιους από τους κατηγορούμενους αλλά και οι εναπομείναντες κατηγορούμενοι  με τη δική τους συμπεριφορά και την μη παρουσία του στις καθορισμένες από το Δικαστήριο ημερομηνίες προκάλεσαν οι ίδιοι περαιτέρω καθυστέρηση. Φυσικά στην παρούσα υπόθεση η καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης είχε ως αποτέλεσμα να επέλθουν σοβαρές διαφοροποιήσεις ως προς τις προσωπικές συνθήκες ενός εκάστου των κατηγορουμένων και συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος 3 έχει νυμφευθεί, ο κατηγορούμενος 7 έχει αποκτήσει μέσα σε αυτό το διάστημα δύο παιδιά και αναμένει το τρίτο, και το δεύτερο του παιδί έχει κινητικές δυσκολίες.  Ο κατηγορούμενος 8 έχει νυμφευθεί και σε ένα μήνα αναμένει το πρώτο του παιδί.  Διαφοροποιήσεις οι οποίες θα ληφθούν περαιτέρω υπόψιν από το Δικαστήριο ως προς την επιμέτρηση της ποινής.

 

Οι δικηγόροι των κατηγορουμένων εισηγήθηκαν ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της ισότητας λόγω της αναστολής δίωξης δύο συγκατηγορούμενων.  Ο κ. Χατζηκύρου αντέταξε στην εισήγηση αυτή ότι και για τους δύο κατηγορούμενους που ανεστάλη η ποινική δίωξη έχουν δοθεί εξηγήσεις.  Η διακοπή των κατηγοριών σε σχέση με τους κατηγορούμενους 1 και 4 αποτελεί δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα και στην παρούσα υπόθεση υπάρχει και αιτιολογία και φαίνεται στα πρακτικά της υπόθεσης. 

 

Στην υπόθεση Κάττου κ.ά. ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 498 αναφέρθηκε ότι:

 

«Η μη δίωξη ή αναστολή της δίωξης ενός των συνεργών δεν αναιρεί το έγκλημα ούτε απαλλάσσει το Δικαστήριο από την υποχρέωση επιβολής της πρέπουσας ποινής στους συνεργούς που καταδικάζονται.  Επενεργεί όμως ως παράγοντας μετριαστικός της ποινής ώστε, με την απάμβλυνση της  ανισοσκέλιας στη μεταχείρηση των παραβατών, να μετριάζεται το αίσθημα αδικίας το οποίο αναπόφευκτα προκαλεί η άνιση μεταχείρηση. Η ισότητα στη μεταχείρηση έχει ως λόγο την προσαγωγή ενώπιον της δικαιοσύνης και την τιμωρία όλων που συνήργησαν στο έγκλημα. Εφόσον η δίωξη των παραβατών είναι εκτός του ελέγχου των δικαστικών αρχών, η παράλειψη δίωξης ενός  από αυτούς λαμβάνεται υπόψη ως παράγοντας μετριαστικός της ποινής των υπολοίπων προς απάμβλυνση του αισθήματος αδικίας που δημιουργεί η άνιση μεταχείρηση και προστασία του κοινού περί δικαίου αισθήματος.»

 

Συνεπώς ακολουθώντας τη νομολογία λαμβάνεται υπόψιν στην επιμέτρηση της ποινής. 

 

Έχοντας υπόψιν τα όσα ανωτέρω έχουμε εκθέσει κρίνουμε ότι αρμόζουσα ποινή για τους κατηγορούμενους είναι η ποινή της φυλάκισης και τούτο έχοντας κατά νου ότι αυτή επιβάλλεται εκεί που οποιαδήποτε άλλη ποινή είναι ακατάλληλη και ανεπαρκής. Όλοι οι ελαφρυντικοί παράγοντες που λάβαμε υπόψιν, μεταξύ των οποίων και ο χρόνος που έχει διαρρεύσει από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι και σήμερα σε συνδυασμό και με την διαφοροποίηση των προσωπικών συνθηκών των κατηγορουμένων, κρίνουμε ότι είναι ικανοί υπό τις περιστάσεις να επιδράσουν ως προς το ύψος και όχι το είδος της ποινής που θα επιβληθεί. Επιβάλλουμε τις ακόλουθες ποινές:

 

Στον κατηγορούμενο 8 στην κατηγορία 4 ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών.

 

Στους κατηγορούμενους 2, 3, 7 και 8 στην κατηγορία 7 ποινή φυλάκισης δύο (2) ετών στον κάθε κατηγορούμενο.

 

Στους κατηγορούμενους 3, 7 και 8 στην κατηγορία 9 ποινή φυλάκισης ενός (1) χρόνου σε κάθε κατηγορούμενο.   

 

Στις κατηγορίες 8 και 10 που αφορούν συνωμοσία δεν επιβάλλουμε ποινή καθώς η υλοποίηση της συμφωνίας προς διάπραξη των αδικημάτων απορροφάται από την διάπραξη των αδικημάτων στα οποία αφορούσε η συνωμοσία και για τα οποία έχουμε ήδη επιβάλει ποινή (βλ. μεταξύ άλλων Κουλουντή ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 154/15, ημερ. 02.12.2015).

 

Οι ποινές φυλάκισης που έχουμε επιβάλει, να συντρέχουν.

 

Ενόψει της εισήγησης εκ μέρους των δικηγόρων υπεράσπισης για αναστολή εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής στους κατηγορούμενους στο παρόν στάδιο εξετάζουμε το σχετικό αίτημα.

 

Στην υπόθεση Αστυνομίας ν. Μιλτιάδους, Π.Ε. αρ. 277/2018 ημερομηνίας 10.05.2019, ECLI:CY:AD:2019:B179 με παραπομπή στις υποθέσεις  Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2009) 2  Α.Α.Δ. 583, Σώζου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 12/2016 ημερ. 29.3.2016, Γεωργίου κ.α. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 27/2016 ημερ. 19.7.2016, Χαλκιά ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 240/2016 ημερ. 13.3.2017, ECLI:CY:AD:2017:B90, ECLI:CY:AD:2017:B90, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χρυσάνθου, Ποιν. Εφ. 137/2015 ημερ. 23.6.2018, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για αναστολή ποινής φυλάκισης έχει διευρυνθεί από το Νόμο, ώστε αυτή να μπορεί να αποφασίζεται εάν δικαιολογείται, στη βάση του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης και των προσωπικών περιστατικών ενός κατηγορουμένου.  Με βασικό πάντοτε το ερώτημα κατά πόσο, ισοζυγίζοντας το σύνολο των περιστάσεων, θα μπορούσε ή θα έπρεπε οι παράγοντες αυτοί να επενεργήσουν κατά τρόπο ο οποίος να δικαιολογεί να δοθεί στον εφεσείοντα μια δεύτερη ευκαιρία.  Κατά την εξέταση δε του ζητήματος σημαντικό είναι και το ερώτημα κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει επαρκώς την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος, θα εξυπηρετεί τους πολλαπλούς σκοπούς της ποινής και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.»

 

Για σκοπούς εξέτασης του αιτήματος για αναστολή λαμβάνουμε εκ νέου υπόψη τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων. Στην παρούσα περίπτωση, τα γεγονότα που περιβάλλουν τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων από τους κατηγορούμενους, είναι ιδιαίτερα σοβαρά. Επαναλαμβάνουμε, όπου εφαρμόζεται για κάθε κατηγορούμενο, την απαγωγή του θύματος με σκοπό αυτό να τιμωρηθεί, τιμωρία η οποία υπό τις περιστάσεις εμπεριείχε τον κίνδυνο υποβολής σε βαριά σωματική βλάβη και την αποκρυβή της σορού του θύματος και τεκμηρίου που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και/ή χρησιμοποιηθεί από την Αστυνομία στα πλαίσια έρευνας σχετικά με τον θάνατο του θύματος.

 

Δεν παραγνωρίζουμε ότι οι κατηγορούμενοι δεν ήταν τα πρόσωπα που οδήγησαν στον θάνατο το θύμα και ότι κάποιοι εξ αυτών ενήργησαν στην πορεία των πραγμάτων προς αποτροπή του εν λόγω θανάτου. Δεν παραγνωρίζουμε επίσης το λευκό ποινικό μητρώο των κατηγορουμένων αλλά και το χρονικό διάστημα που έχει διαρρεύσει από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι και σήμερα σε συνδυασμό με τις προσωπικές τους περιστάσεις. Όλοι οι κατηγορούμενοι βίωσαν δύσκολα χρόνια στην χώρα τους όπου η ζωή τους έφερε στην Κύπρο για ένα καλύτερο μέλλον ενώ πλείστοι εξ αυτών έχουν δημιουργήσει πλέον οικογένεια και με την εργασία τους συμβάλλουν στην διαβίωση των μελών της.

 

Τα πιο πάνω όμως, στα πλαίσια συνυπολογισμού με τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση στα πλαίσια και της οποίας αυτοί έχουν κριθεί ένοχοι μετά από ακροαματική διαδικασία, δεν είναι ικανά να οδηγήσουν σε άσκηση της διακριτικής μας ευχέρειας υπέρ του αιτήματος για αναστολή εκτέλεσης των ποινών φυλάκισης που έχουμε επιβάλει.

 

Κατά την κρίση μας, τυχόν αναστολή εκτέλεσης θα έστελνε υπό τις περιστάσεις λανθασμένα μηνύματα ανοχής τέτοιου είδους συμπεριφορών και δεν θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες του Νόμου για τους πολλαπλούς σκοπούς τιμωρίας, όπως έχει τονιστεί πολλάκις από τη νομολογία και παραπέμπουμε ενδεικτικά στην πρόσφατη απόφαση της πλειοψηφίας του Εφετείου στην υπόθεση ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση 67/24, ημερ. 26/4/2024.

 

Ως εκ των πιο πάνω, οι ποινές φυλάκισης που έχουμε επιβάλει να εκτελεστούν άμεσα και μειώνονται κατά το χρονικό διάστημα που οι κατηγορούμενοι τελούσαν υπό κράτηση εν εκκρεμοδικία, ήτοι από 8/5/2020 μέχρι 25/11/2020 και από 23/7/2024 μέχρι και σήμερα.

 

Έξοδα μαρτύρων €840, να πληρωθούν από τη Δημοκρατία.

 

 

 

                                                                   (Υπ)…………………………………….

                                                                            Μ. Δρουσιώτης, Π.Ε.Δ.      

                                     

       (Υπ)………………………………………

                                                                Χρ. Χατζηγεωργίου, Α.Ε.Δ. 

 

(Υπ)……………………………………….

                                                                 Π. Κυριακίδης, Α.Ε.Δ.

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής..


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο