
ΣΤΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Δρουσιώτη, Π.Ε.Δ.
Π. Κυριακίδη, Α.Ε.Δ
Ε. Πεύκου, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 2745/21
Δημοκρατία
v.
Ι. Ξ.
Κατηγορούμενου
------------------------
Ημερομηνία: 5.4.2024
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για την Δημοκρατία: κ. Α. Χατζηκύρου
Για τον κατηγορούμενο: κ. Α. Αλεξάνδρου με κα Αλεξάνδρου
Κατηγορούμενος παρών
ΠΟΙΝΗ
Την 8.7.2021 ο κατηγορούμενος παραπέμφθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου για δίκη σε σχέση με κατηγορία απόπειρας φόνου κατά παράβαση του άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα. Ο κατηγορούμενος εξ αρχής δήλωσε την μη παραδοχή του στην πιο πάνω κατηγορία που ήταν και η μοναδική που αντιμετώπιζε μέχρι και την 27.2.2024 όταν και η Κατηγορούσα Αρχή, πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, αιτήθηκε και πέτυχε την τροποποίηση του κατηγορητηρίου δια της προσθήκης δύο ακόμα κατηγοριών. Πιο συγκεκριμένα των κατηγοριών 2 και 3 που αφορούν, κατά αντίστοιχο με την προαναφερόμενη αρίθμηση τρόπο, σε Αλόγιστη ή επικίνδυνη οδήγηση κατά παράβαση του άρθρου 7 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου 86/72 ως αυτός έχει τροποποιηθεί (στο εξής «ο Ν.86/72») και σε Εγκατάλειψη τόπου ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας κατά παράβαση του άρθρου 235 Α(2)(4) του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154 (στο εξής «ο Ποινικός Κώδικας»).
Κατά την πιο πάνω ημερομηνία (27.2.2024) και αφού ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ενώπιον μας ενοχή στις προαναφερόμενες κατηγορίες 2 και 3, ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος του έντιμου Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ανακοίνωσε αναστολή της σχετικής με την κατηγορία της απόπειρας φόνου (κατηγορία 1) ποινικής δίωξης με αποτέλεσμα την απαλλαγή του κατηγορούμενου από την εν λόγω κατηγορία.
Μετά την πιο πάνω εξέλιξη, ο ευπαίδευτος Δικηγόρος της Δημοκρατίας παρουσίασε ενώπιον μας έκθεση σε σχέση με τα γεγονότα που συνθέτουν την σχετική με τις κατηγορίες 2 και 3 παραβατική συμπεριφορά του κατηγορούμενου για την οποία και βεβαίως αυτός κρίνεται ένοχος κατόπιν της δικής του παραδοχής.
Σημειώνοντας ότι εκ της στην εισαγωγή της εν λόγω εκθέσεως αναφορά του ευπαίδευτου Δικηγόρου της Δημοκρατίας «Τα γεγονότα είναι ως οι λεπτομέρειες των αδικημάτων και επιπλέον τα ακόλουθα» προκύπτει ότι ο αναφερόμενος στην έκθεση γεγονότων «Παραπονούμενος» είναι ο «K. A.» αλλά και ότι το αναφερόμενο στην έκθεση αυτοκίνητο του κατηγορούμενου είναι το όχημα με αρ. εγγραφής ΗΑΒ xxx, για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης παραθέτουμε αυτούσιο μέρος της εν λόγω εκθέσεως που είναι αποκαλυπτικό των σχετικών με τις κατηγορίες 2 και 3 γεγονότων.
«Στις 02/06/21 ο Κατηγορούμενος με σκοπό να δει το τέκνο του το οποίο διαμένει με την πρώην συμβία του, επισκέφθηκε το διαμέρισμα της τελευταίας που βρίσκεται σε πολυκατοικία με ονομασία Sofia Court στην οδό Αγίας Ελένης στην Χλώρακα στον χώρο στάθμευσης της οποίας πάρκαρε το όχημα του. Στην εν λόγω πολυκατοικία διαμένει και ο Παραπονούμενος καθώς και ο ξάδελφος του τελευταίου, τον οποίο και είχε επισκεφθεί την ίδια μέρα και ώρα περίπου ο αδελφός του οποίος για τον σκοπό αυτό πάρκαρε το όχημα του στην εν λόγω οδό έμπροσθεν του χώρου στάθμευσης της εν λόγω πολυκατοικίας με τρόπο που να εμποδίζει, δίχως σκοπιμότητα το όχημα του κατηγορούμενου.
Η αναφερόμενη στάθμευση του αυτοκινήτου του ξαδέλφου του Παραπονούμενου αποτέλεσε και αντικείμενο διαπληκτισμού μεταξύ αυτού και του κατηγορούμενου του οποίου εμποδιζόταν η έξοδος. Ο θόρυβος και οι φωνές που προκάλεσε η μεταξύ τους έντονη διαμάχη είχε ως αποτέλεσμα να κατεβούν από τα διαμερίσματα τους, ο Παραπονούμενος και ο ξάδελφος του τελευταίου καθώς και η πρώην συμβία του κατηγορούμενου με το τέκνο τους και ορισμένοι συγγενείς της με σκοπό να τους καθησυχάσουν. Τότε ο κατηγορούμενος εξοργισμένος μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο του, το ξεκίνησε νευρικά και «ξερογυρίζοντας» κατευθύνθηκε προς το όχημα του ξαδέλφου του παραπονούμενου, όμως στην προσπάθεια του αυτή διαπίστωσε ότι κατευθυνόταν προς την συμβία του με το τέκνο τους οι οποίοι στέκονταν παραπλεύρως πλησίον του αυτοκινήτου του ξαδέλφου του παραπονούμενου και για να τους αποφύγει έστριψε το τιμόνι προς την άλλη πλευρά όπου στεκόταν ο παραπονούμενος με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με αυτόν.
Ο κατηγορούμενος τότε σταμάτησε το όχημα του, διαπίστωσε ότι είχε τραυματίσει τον παραπονούμενο ωστόσο εγκατέλειψε το μέρος οδηγώντας το αυτοκίνητο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κατηγορούμενος ουδέποτε είχε σχέσεις ή γνώριζε τον παραπονούμενο, παρά μόνο φατσικά ως ένοικο της πολυκατοικίας. Ο παραπονούμενος την ίδια μέρα και δη 02/06/21 μεταφέρθηκε στο Γ. Νοσοκομείο Πάφου όπου ύστερα από ιατρικές εξετάσεις διαπιστώθηκε ότι έφερε συνθλιπτικό κάταγμα δεξιάς περόνης και κνήμης, κάκωση όνυχος, μεγάλου δακτύλου δεξιού άκρου ποδός και λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης χρειάστηκε να χειρουργηθεί, όπερ και εγένετο. Ο τελευταίος νοσηλεύθηκε στο νοσοκομείο για μια εβδομάδα.»
Ως περαιτέρω ανέφερε ο ευπαίδευτος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, ο κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με προηγούμενες καταδίκες.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του κατηγορούμενου αγόρευσε προς μετριασμό της ποινής του πελάτη του. Συνοψίζοντας την αγόρευση του κ. Αλεξάνδρου, σημειώνουμε ότι αυτός μας κάλεσε όπως προτού επιβάλουμε ποινή στον κατηγορούμενο λάβουμε υπόψη μας (α) Tην άμεση παραδοχή του κατηγορούμενου στις κατηγορίες 2 και 3 η οποία αποκαλύπτει και την μεταμέλεια του, (β) τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου, ο οποίος σημειώνουμε ότι ως προκύπτει και από παλαιότερη έκθεση των Κοινωνικών Υπηρεσιών που βρίσκεται ενώπιον μας είναι σήμερα 46 ετών (Ημ. Γέννησης 16.1.1978). Πιο συγκεκριμένα ότι ο κατηγορούμενος είναι πατέρας δύο ενήλικων σήμερα παιδιών (22 και 23 ετών) που ζουν στην Αμερική και ενός ανήλικου ηλικίας 7 ετών που ζει με την μητέρα του στην Κύπρο. Περαιτέρω ότι η ζωή του κατηγορούμενου λόγω απώλειας του αδελφού του το 2012 με τον οποίο ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένος αλλά και του πατέρα του το 2013, ανατράπηκε και επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό. Επίσης ότι ο κατηγορούμενος, ο οποίος εκτίει την δεδομένη στιγμή ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε από το Κακουργιοδικείο Πάφου στα πλαίσια μεταγενέστερης των αδικημάτων της παρούσας καταδίκης του για ανθρωποκτονία, έχει σοβαρού βαθμού αναπηρία καθώς υπάρχει απώλεια οράσεως στο δεξί του μάτι κατά σχεδόν 95%-98%. (γ) Την μη ύπαρξη προηγούμενων καταδικών, (δ) τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ο κατηγορούμενος διέπραξε τα αδικήματα των κατηγοριών 2 και 3. Πιο συγκεκριμένα ότι οδήγησε το όχημα του με τον έκνομο τρόπο που του αποδίδεται στην κατηγορία 2 λόγω του εκνευρισμού που του είχε δημιουργηθεί συνεπεία του εμποδισμού του δικού του οχήματος αλλά και ότι προκάλεσε τον τραυματισμό στον παραπονούμενο στα πλαίσια της αναφερόμενης στα γεγονότα κίνησης αποφυγής. Περαιτέρω ότι εγκατέλειψε την σκηνή προς αποφυγή χειρότερων καταστάσεων λόγω της έντασης που προηγουμένως επικρατούσε και (ε) το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι και σήμερα και την ταλαιπωρία που έχει υποστεί ο κατηγορούμενος συνεπεία τούτου.
Καταληκτικά, ο κ. Αλεξάνδρου εισηγήθηκε ότι αρμόζουσα ποινή υπό τις περιστάσεις είναι η χρηματική. Εισηγήθηκε περαιτέρω όμως ότι εάν το Δικαστήριο καταλήξει ότι αρμόζουσα είναι η ποινή της φυλάκισης, τότε η έκτιση μιας τέτοιας ποινής θα ήταν δίκαιο υπό τις περιστάσεις να ανασταλεί και αν όχι τουλάχιστον να συντρέχει με την προαναφερόμενη ποινή φυλάκισης που σήμερα εκτίει και την οποία του επέβαλε το Κακουργιοδικείο Πάφου.
Για την διάπραξη του αδικήματος 2ης κατηγορίας, ήτοι της αλόγιστης ή επικίνδυνης οδήγησης, το άρθρο 7 του Ν.86/72 και πιο συγκεκριμένα το εδάφιο 1 του εν λόγω άρθρου το οποίο τυγχάνει εφαρμογής στην υπό κρίση περίπτωση (εφόσον ως έχει τεθεί ενώπιον μας ο κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με προηγούμενες καταδίκες), προβλέπει την επιβολή ποινής φυλάκισης μέχρι δύο (2) χρόνια ή την επιβολή χρηματικής ποινής μέχρι 4.000 ευρώ ή και συνδυασμό των εν λόγω ποινών. Για την διάπραξη του αδικήματος της 3ης κατηγορίας, ήτοι της εγκατάλειψης τόπου ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας, το άρθρο 235 Α του Ποινικού Κώδικα προβλέπει, στην περίπτωση εγκατάλειψης τόπου ατυχήματος από το οποίο έχει προκληθεί σωματική βλάβη, ως και η ενώπιον μας περίπτωση, την επιβολή ποινής φυλάκισης μέχρι δύο (2) χρόνια ή την επιβολή χρηματικής ποινής μέχρι 10.000 ευρώ ή και συνδυασμό των εν λόγω ποινών (βλ. εδάφιο 2 του άρθρου 235 Α του Ποινικού Κώδικα) καθώς επίσης και την αποστέρηση του δικαιώματος κατοχής άδειας οδήγησης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη «από την ημερομηνία καταδίκης…» (βλ. εδάφιο 4 του άρθρου 235 Α του Ποινικού Κώδικα).
Βεβαίως ένα Δικαστήριο για να καταλήξει στο είδος και ύψος των ποινών που θα επιβάλει εντός των ορίων και/ή πλαισίου που ο Νόμος θέτει, θα πρέπει να ακολουθεί την διαδικασία εξατομικεύσεως έτσι ώστε να καταλήξει στην επιβολή ποινής η οποία να αρμόζει στην περίπτωση του ενώπιον του κατηγορούμενου. Ως έχει λεχθεί και στην Τσιάκκα ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 282 «Το Δικαστήριο είτε πρωτοδίκως, είτε κατ' έφεση, έχει πρώτιστο στόχο, ως Δικαστήριο δικαιοσύνης, να συνυπολογίζει όλους τους σχετικούς παράγοντες, και να εξετάζει σφαιρικά την ενώπιον του υπόθεση, ώστε να ανιχνεύει στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, την καταλληλότερη και πλέον αρμόζουσα ποινή ούτως ώστε και τα περιστατικά της διάπραξης του αδικήματος να λαμβάνονται υπόψη, αλλά και οι προσωπικές συνθήκες του δράστη κατά τη διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής.».
Στα πλαίσια συνεπώς του καθήκοντος μας για εξατομίκευση, πέραν των εκ του Νόμου προβλεπόμενων ποινών τις οποίες και λαμβάνουμε υπόψη και το μέγιστο ύψος των οποίων αποτελεί συμφώνως της νομολογίας την βάση από την οποία ένα Δικαστήριο ξεκινά για να επιμετρήσει την ποινή (βλ. μεταξύ άλλων Λεβέντη ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 652), προτού επιβάλουμε ποινή στον κατηγορούμενο σημειώνουμε και τα πιο κάτω.
1. Λαμβάνουμε επίσης υπόψη την παραδοχή του κατηγορούμενου στις κατηγορίες 2 και 3 η οποία και κρίνεται ως άμεση εφόσον την 27.2.2024 έλαβε χώρα τροποποίηση του κατηγορητηρίου δια της προσθήκης των δύο αυτών κατηγοριών και ο κατηγορούμενος αμέσως απάντησε παραδοχή σε αυτές. Αυτή η άμεση παραδοχή του κατηγορούμενου λαμβάνουμε περαιτέρω υπόψη ότι αποκαλύπτει συμφώνως της νομολογίας την μεταμέλεια του για την διάπραξη των αδικημάτων των κατηγοριών 2 και 3 ενώ δημιουργεί και υπόβαθρο για έκπτωση στην ποινή που θα του επιβληθεί.
Ως έχει λεχθεί στην Ποινική Έφεση 8/16 Ανδρέας Τραντά ν. Αστυνομίας, απόφαση ημερ. 14.11.2016:
«η παραδοχή είναι η μόνη απτή απόδειξη μεταμέλειας ενός ατόμου, το οποίο συνειδητοποιώντας πλέον τα λάθη του και απολογούμενο γι’ αυτά υπόσχεται την μη επανάληψη τους στο μέλλον.»
Ως έχει λεχθεί στην Χαρτούμπαλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 :
«η παραδοχή πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή. Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με συνέπεια να μη σπαταλάται πολύτιμος δικαστικός χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων. Αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης.».
2. Λαμβάνουμε επίσης υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου ως αυτές έχουν εκτεθεί από τον ευπαίδευτο δικηγόρο του και έχουν πιο πάνω παρατεθεί. Σημειώνουμε βεβαίως εδώ και ως προς το πρόβλημα όρασης που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος στο ένα του μάτι, ότι ουδέν έχει τεθεί ενώπιον μας στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης το οποίο να αποκαλύπτει ότι πρόκειται περί προβλήματος το οποίο, σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλάκισης, να μην δύναται να τύχει διαχείρισης εντός των φυλακών και/ή να θέτει τον κατηγορούμενο κατά την διάρκεια εγκλεισμού σε κατάσταση ιδιαίτερα δυσμενούς ταλαιπωρίας.
3. Χωρίς να μας διαφεύγει η αναφερόμενη από τον ίδιο τον ευπαίδευτο συνήγορο υπεράσπισης μεταγενέστερη της διάπραξης των αδικημάτων της παρούσας καταδίκη του κατηγορούμενου από το Κακουργιοδικείο Πάφου για σοβαρότερης μορφής αδίκημα και στα πλαίσια της οποίας καταδίκης επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης την οποία σήμερα αυτός εκτίει, αλλά και από την άλλη ότι συμφώνως της νομολογίας δεν είναι επιτρεπτό να λάβει υπόψη του ένα Δικαστήριο επιβαρυντικά στοιχεία για ένα κατηγορούμενο τα οποία και έλαβαν χώρα μετά την διάπραξη των αδικημάτων για τα οποία καλείται να επιβάλει ποινή (βλ. Κομνηνού ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 426), λαμβάνουμε επίσης υπόψη μας για σκοπούς επιβολής ποινής στις κατηγορίες 2 και 3 ότι ο κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με προηγούμενες της διάπραξης των αδικημάτων της παρούσας καταδίκη ή καταδίκες, στοιχείο το οποίο και του επιτρέπει να αξιώνει από το Δικαστήριο για την σχετική με τις κατηγορίες 2 και 3 επίδειξη παραβατικής από μέρους του συμπεριφοράς, την μέγιστη, δυνατή υπό τις περιστάσεις πάντα, επίδειξη επιείκειας προς το πρόσωπο του.
4 . Λαμβάνουμε επίσης υπόψη το χρονικό διάστημα των περίπου τριών (3) ετών που έχει παρέλθει από την διάπραξη των αδικημάτων των κατηγοριών 2 και 3 μέχρι και σήμερα που καλούμαστε να επιβάλουμε ποινή. Παρέλευση χρόνου για την οποία ουδεμία ευθύνη φέρει ο κατηγορούμενος καθώς μόλις έλαβε χώρα τροποποίηση του κατηγορητηρίου (27.2.2024) δια της προσθήκης των κατηγοριών 2 και 3 και για τις οποίες καλούμαστε να του επιβάλουμε ποινή, αυτός αμέσως δήλωσε την παραδοχή του ενώ η κατηγορία της απόπειρας φόνου την οποία αρχικά και μέχρι την 27.2.2024 του πρόσαπτε η Κατηγορούσα Αρχή και αυτός δεν παραδεχόταν, αναστάληκε με αποτέλεσμα την απαλλαγή του. Συνεπώς η εκκρεμότητα της δίκης ενώπιον του Κακουργιοδικείου αυτής της υπόθεσης για περίοδο τριών (3) περίπου ετών και η οποία συμφώνως της νομολογίας αναπόφευκτα και αντικειμενικά δημιουργεί, ως ορθά ανέφερε και ο ευπαίδευτος συνήγορος, ταλαιπωρία αλλά και αγωνία σε ένα κατηγορούμενο μέχρι και την κατάληξη για την ενοχή ή αθωότητα του (βλ. μεταξύ άλλων και αναλογικά VARTIVAR AS. ASSADOURIAN v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1995) 2 Α.Α.Δ. 279), λαμβάνεται υπόψη ως παράγοντας που επενεργεί ελαφρυντικά για την ποινή που θα επιβληθεί (βλ. μεταξύ άλλων Σωτήρης Αβραάμ ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ.365 στην οποία γίνεται παραπομπή στις Αβρααμίδης ν. Γενικός Εισαγγελέας (1993) 2 Α.Α.Δ.355, Γενικός Εισαγγελέας ν. Νεοφύτου (1991) 2 Α.Α.Δ.5, Γενικός Εισαγγελέας ν. Τέλλα (1991) 2 Α.Α.Δ. 71 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 617) χωρίς να παραγνωρίζουμε βεβαίως ότι η μόνη μεταβολή στις προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου από την διάπραξη των αδικημάτων των κατηγοριών 2 και 3 μέχρι και σήμερα, φαίνεται, από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας, να αφορά στο ότι αυτός εκτίει σήμερα ποινή φυλάκισης συνεπεία, μεταγενέστερης της διάπραξης των αδικημάτων των κατηγοριών 2 και 3, καταδίκης του στα πλαίσια άλλης υπόθεσης.
5. Λαμβάνουμε επίσης υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ο κατηγορούμενος έχει διαπράξει τα αδικήματα των κατηγοριών 2 και 3. Η επικαλούμενη από τον συνήγορο του κατάσταση εκνευρισμού στην οποία υπό τις περιστάσεις είχε περιέλθει ο κατηγορούμενος προφανώς και οδήγησε σε απώλεια αυτοελέγχου του και αυτό είναι στοιχείο που δεν μπορεί παρά να ληφθεί υπόψη για σκοπούς επιβολής ποινής. Σε καμία όμως περίπτωση κατά την κρίση μας δεν δύναται να επιδράσει στην ποινή που θα επιβληθεί σε βαθμό που να δίδει την εντύπωση, είτε στον ενώπιον μας κατηγορούμενο είτε σε οποιοδήποτε άλλο επίδοξο εντός της κοινωνίας παραβάτη, ότι τα όποια στιγμιαία συναισθήματα ενός προσώπου που βρίσκεται πίσω από το τιμόνι ενός οχήματος δικαιολογούν την εκδήλωση συμπεριφοράς, οδηγικής ή άλλης, που να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια άλλων προσώπων που κινούνται στον ίδιο χώρο μαζί του, στην προκειμένη και με βάση τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης μάλιστα, της πρώην συμβίας και του παιδιού του κατηγορούμενου τους οποίους και ο τελευταίος απέφυγε αλλά και του παραπονούμενου τον οποίο και τελικώς, στα πλαίσια της προαναφερόμενης αποφυγής, τραυμάτισε σοβαρά και μάλιστα σε βαθμό που χρειάστηκε η νοσηλεία αυτού για περίοδο μίας εβδομάδας, στοιχείο και το οποίο επίσης για σκοπούς ποινής λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ως αποτέλεσμα της σχετικής με την κατηγορία 2 παραβατικής συμπεριφοράς του κατηγορούμενου. Ούτε βεβαίως και ο λόγος για τον οποίο ο κατηγορούμενος εγκατέλειψε την σκηνή είναι ικανός να μετριάσει την ποινή για την διάπραξη του αδικήματος της κατηγορίας 3 κατά τρόπο που να δίδεται η εντύπωση ότι η έλλειψη ενδιαφέροντος ενός οδηγού οχήματος προς την σωματική ακεραιότητα ενός συνανθρώπου του που ως οδηγός τραυμάτισε, είναι επιτρεπτή κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Αντιθέτως η μεταχείριση προσώπων που εκδηλώνουν, ως και ο κατηγορούμενος, οδηγική συμπεριφορά η οποία στο σύνολο της εμπεριέχει κατά την κρίση μας το στοιχείο της εγωιστικής παραγνώρισης της ασφάλειας και σωματικής ακεραιότητας άλλων προσώπων, οδηγική συμπεριφορά η οποία μάλιστα παρουσιάζει δυστυχώς έξαρση στις μέρες μας, απαιτεί μεταχείριση η οποία να επενεργεί αποτρεπτικά όχι μόνο για τον ενώπιον του Δικαστηρίου παραβάτη αλλά και για κάθε άλλο επίδοξο εντός της κοινωνίας παραβάτη και αυτή η ανάγκη αποτροπής λαμβάνεται επίσης υπόψη για σκοπούς μεταχείρισης του κατηγορούμενου εντός των πλαισίων που ο Νόμος θέτει.
Στην βάση όλων των πιο πάνω και χωρίς να παραγνωρίζουμε ότι η ποινή φυλάκισης αποτελεί το ύστατο μέτρο τιμωρίας το οποίο επιβάλλεται εκεί και όπου οποιαδήποτε άλλη ποινή θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη και ανεπαρκής, είναι η κρίση μας ότι μόνη αρμόζουσα ποινή για τον κατηγορούμενο είναι αυτή της φυλάκισης και στις δύο κατηγορίες.
Επιβάλλουμε συνεπώς στον κατηγορούμενο τις πιο κάτω ποινές έχοντας βεβαίως κατά νου και το προαναφερόμενο μέγιστο ύψος ποινής φυλάκισης που ο Νόμος προβλέπει για τα σχετικά με τις κατηγορίες 2 και 3 αδικήματα, ήτοι αυτό των δύο (2) ετών.
Στην κατηγορία 2 επιβάλλουμε ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους.
Στην κατηγορία 3 επιβάλλουμε ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους.
Οι πιο πάνω ποινές φυλάκισης θα συντρέχουν καθώς προκύπτουν από μια ενιαία έκνομη συμπεριφορά η οποία χρονικά και τοπικά συνδέεται (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Θωμά και Θωμά ν. Δημοκρατίας Ποινικές Εφέσεις 136/17 και 132/17 αντίστοιχα, ημερ. 26.6.2019).
Λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες του εδαφίου 2 του άρθρου 3 του περί της Υφ’ Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου 95/72 ως έχει μέχρι σήμερα τροποποιηθεί, είναι η κρίση μας ότι συνδυασμός των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου, των όσων άλλων έχουμε λάβει προς όφελος του υπόψη αλλά και των περιστάσεων της υπόθεσης οι οποίες μεταξύ άλλων καλύπτουν και τον σοβαρό τραυματισμό ενός προσώπου συνεπεία της παραβατικής συμπεριφοράς του κατηγορούμενου η οποία εμπεριέχει ως έχουμε προαναφέρει το στοιχείο της εγωιστικής παραγνώρισης της ασφάλειας και σωματικής ακεραιότητας άλλων προσώπων, δεν δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής μας ευχέρειας υπέρ της αναστολής εκτέλεσης των συντρεχουσών ποινών φυλάκισης που έχουμε επιβάλει.
Αυτό που κατά την κρίση μας δικαιολογείται όμως έχοντας κατά νου και την μη ευθύνη του κατηγορούμενου για την προαναφερόμενη και για περίπου τρία (3) χρόνια εκκρεμότητα της παρούσας υπόθεσης για λόγους που έχουμε και πιο πάνω εξηγήσει, είναι όπως η έκτιση των συντρεχουσών ποινών φυλάκισης που έχουμε επιβάλει αρχίζει από σήμερα και δεν είναι διαδοχική της ποινής φυλάκισης που αυτός εκτίει για σοβαρότερης μορφής αδίκημα (ανθρωποκτονία). Κατά την κρίση μας έκτιση των συντρεχουσών ποινών φυλάκισης που έχουμε επιβάλει στις κατηγορίες 2 και 3 μετά την έκτιση της ποινής που ήδη εκτίει ο κατηγορούμενος λόγω άλλης καταδίκης του από το Κακουργιοδικείο, θα οδηγούσε σε άδικη υπό τις πιο πάνω περιστάσεις μεταχείριση του έχοντας επίσης κατά νου και τις κατηγορίες 2 και 3 που τελικώς επέλεξε η Κατηγορούσα Αρχή να του προσάψει την 27.2.2024 και τις οποίες αυτός αμέσως παραδέχθηκε.
Συνεπώς η έκτιση των συντρεχουσών ποινών φυλάκισης που έχουμε επιβάλει στον κατηγορούμενο στις κατηγορίες 2 και 3 είναι άμεση και αρχίζει από σήμερα.
ενώπιον μας σήμερα ο ευπαίδευτος Δικηγόρος αυτής λαμβάνοντας έτσι γνώση σχετικά με το εν λόγω ζήτημα.
Υπ………………………………………
Μ. Δρουσιώτης, Π.Ε.Δ.
Υπ………………………………………
Π. Κυριακίδης, Α.Ε.Δ.
Υπ………………………………………
Ε. Πεύκου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο