ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. JOAQUIN ROMERO ALARCON κ.α., Αρ. Υπόθεσης : 6705/23, 29/7/2024
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. JOAQUIN ROMERO ALARCON κ.α., Αρ. Υπόθεσης : 6705/23, 29/7/2024

ΣΤΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:    Μ. Δρουσιώτη, Π.Ε.Δ.

           Π. Κυριακίδη, Α.Ε.Δ.

           Ε. Πεύκου, Ε.Δ.

 

                                                                                    Αρ. Υπόθεσης : 6705/23

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

V

 

                  1. JOAQUIN ROMERO ALARCON, ετών 55, αρ. Δ.Τ. [ ]

                  2. EFTEFANIA LLOR SANCHEZ, ετών 38, αρ. Δ.Τ. [ ]

 

                                                                                                Κατηγορουμένων

----------------------

Ημερομηνία: 29/7/2024

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για την Δημοκρατία: κα Ξ. Ξενοφώντος

Για την κατηγορούμενη 2: κ. Α. Κληρίδης

Κατηγορούμενη 2 παρούσα

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Κατά την καταχώρηση του, το κατηγορητήριο της παρούσας υπόθεσης, μέσω της κατηγορίας 1, καταλόγιζε στους κατηγορούμενους 1 και 2 ότι κατά παράβαση του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα συνωμότησαν μεταξύ τους να διαπράξουν κακουργήματα και πιο συγκεκριμένα αυτά της εισαγωγής, κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β. Περαιτέρω και μέσω των κατηγοριών 2, 3 και 4 οι οποίες εδράζονται σε πρόνοιες του του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 ως αυτός έχει τροποποιηθεί αλλά και στα άρθρα 20 και 21 του Ποινικού Κώδικα, το κατηγορητηρίο καταλόγιζε στους κατηγορούμενους 1 και 2 και την διάπραξη των προαναφερόμενων κακουργημάτων και πιο συγκεκριμένα ότι αυτοί εισήγαγαν στην Δημοκρατία 13 κιλά και 957,1 γρ. κάνναβης τα οποία κατείχαν και μάλιστα με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα, ενώ, μέσω της κατηγορίας 5 η οποία εδράζεται σε πρόνοιες του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες δραστηριότητες Νόμου 188(Ι)/2007 ως αυτός έχει τροποποιηθεί αλλά και στα άρθρα 20 και 21 του Ποινικού Κώδικα, καταλόγιζε περαιτέρω στους κατηγορούμενους 1 και 2 την απόκτηση χρηματικού ποσού €750 το οποίο αυτοί γνώριζαν ότι αποτελούσε έσοδο της πιο πάνω αποδιδόμενης, σχετικής με ναρκωτικές ουσίες, έκνομης δραστηριότητας.

 

Ο κατηγορούμενος 1 δήλωσε την παραδοχή του στις κατηγορίες 2, 3 και 4 ενώ η σχετική με τις κατηγορίες 1 και 5 ποινική δίωξη σε σχέση με τον κατηγορούμενο 1 ανεστάλη από την εκπρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Την 13.2.2024 επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο 1 συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 12 ετών.

 

Η κατηγορούμενη 2 δήλωσε την μη παραδοχή τις στις κατηγορίες 1,2,3,4 και 5 και η υπόθεση για την ίδια οδηγήθηκε σε ακροαματική διαδικασία η οποία άρχισε την 12.4.2024. Στα πλαίσια αυτής της ακροαματικής διαδικασίας, δηλώθηκαν, μέσω γραπτού κειμένου που φέρει την υπογραφή της εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και του δικηγόρου της κατηγορούμενης 2 (Έγγραφο Α), αρκετά παραδεκτά γεγονότα τα οποία και εγκρίναμε ως τέτοια. Για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης, συνοψίζουμε μέρος αυτών των παραδεκτών γεγονότων στα πιο κάτω.

 

Την 09/07/2023 και περί ώρα 17:10 αφίχθηκε στο Αεροδρόμιο Πάφου η πτήση LH1770 από Μόναχο Γερμανίας. Οι επιβάτες της πιο πάνω πτήσης, αφού περνούσαν τον διαβατηριακό έλεγχο, στη συνέχεια παραλάμβαναν τις αποσκευές τους από τον ιμάντα παραλαβής αποσκευών με αριθμό 3. Για την πιο πάνω πτήση υπήρχε η πληροφορία για τον 1ο κατηγορούμενο για πιθανή εισαγωγή ναρκωτικών, ο οποίος αφού πέρασε από τον διαβατηριακό έλεγχο εντοπίστηκε αμέσως από τους Αστυφύλακες της Y.KA.N. αεροδρομίου Πάφου 2790 Σταύρο Νεοφύτου και 2791 Χ. Γιαννακού και τέθηκε υπό διακριτική παρακολούθηση. Ο 1ος κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του μια μικρή ρούχινη μπλέ βαλίτσα. Αφού παρέλαβε ένα καροτσάκι αποσκευών κατευθύνθηκε προς τον ιμάντα νούμερο 3 για να παραλάβει αποσκευές. Κατά την όλη παραμονή του στον ιμάντα με αριθμό 3, ο 1ος κατηγορούμενος συνομιλούσε και είχε οικειότητα με τη 2η κατηγορούμενη η οποία αφίχθηκε με την ίδια πτήση LH1770 από Μόναχο. Αμέσως ο Αστ. 2791 Χ. Γιαννακού ενημέρωσε την επί καθήκοντι Επιβλέπων Τελωνιακό Λειτουργό Α’ Μάρω Κωνσταντίνου για την εν λόγω πληροφορία και της υπέδειξε με διακριτικότητα τους δυο κατηγορούμενους με σκοπό να διενεργηθεί έλεγχος στις αποσκευές τους.

 

Στη συνέχεια, ο 1ος κατηγορούμενος παρέλαβε από τον ιμάντα μια μεγάλη μαύρη πλαστική αποσκευή (Τεκμήριο Α1), ενώ η 2η κατηγορούμενη παρέλαβε από τον ιμάντα μια μεγάλη μωβ πλαστική αποσκευή (Τεκμήριο Α11), τις οποίες και οι δύο τοποθέτησαν στο καροτσάκι αποσκευών που είχε στην κατοχή του ο 1ος κατηγορούμενος. Στο καροτσάκι αποσκευών, ο 1ος κατηγορούμενος τοποθέτησε και την μικρή μπλε ρούχινη αποσκευή που είχε από προηγουμένως στην κατοχή του. Ακολούθως, και οι δύο κατηγορούμενοι κινήθηκαν μαζί προς την πράσινη δίοδο (ουδέν προς δήλωση) μαζί με τις αποσκευές τους. Η ώρα 17:35 η κα Μάρω Κωνσταντίνου τους υπέδειξε όπως τοποθετήσουν τις αποσκευές τους στην ειδική ακτινοδιαγνωστική μηχανή ελέγχου, πράγμα το οποίο και έπραξαν. Μετά τον ακτινοδιαγνωστικό έλεγχο και με την εμφάνιση της εικόνας των αποσκευών στην οθόνη της ακτινοδιαγνωστικής μηχανής, ο Βοηθός Τελωνείων Στέλιος Στυλιανού, ο οποίος χειριζόταν τη δεδομένη στιγμή την ακτινοδιαγνωστική μηχανή, ανέφερε στην κα Μάρω Κωνσταντίνου ότι πιθανόν οι δύο μεγάλες αποσκευές των πιο πάνω επιβατών να περιείχαν κάτι το ύποπτο. Αμέσως, η κα Κωνσταντίνου ενημέρωσε τους κατηγορούμενους 1 και 2 στην Αγγλική γλώσσα ότι θα διενεργηθεί φυσικός έλεγχος στις αποσκευές τους και τους επέστησε την προσοχή τους στο νόμο χωρίς αυτοί να απαντήσουν οτιδήποτε. Ακολούθως, τους ζήτησε να τοποθετήσουν τις αποσκευές τους στον πάγκο ελέγχου αποσκευών, αφού πρώτα τους ρώτησε αν οι πιο πάνω αποσκευές τους ανήκουν χωρίς πάλι να δώσουν καμία απάντηση. Ακολούθως, η κα Κωνσταντίνου τους ζήτησε να της παρουσιάσουν τα στοιχεία τους. Ο 1ος κατηγορούμενος υπέδειξε μια Ισπανική ταυτότητα με αριθμό 22975185W με τα στοιχεία του και η 2η κατηγορούμενη μια Ισπανική ταυτότητα με αριθμό 48507766F με τα στοιχεία της.  Στη συνέχεια, η κα Κωνσταντίνου ζήτησε από τον κ. Στέλιο Στυλιανού να ερευνήσει τις αποσκευές των δύο κατηγορούμενων όπου ο κ. Στυλιανού διαπίστωσε ότι οι δύο μεγάλες αποσκευές (τεκμήρια Α1 και Α11) ήταν κλειδωμένες και το ανέφερε στην κα Κωνσταντίνου. Η κα Κωνσταντίνου ζήτησε από τους κατηγορούμενους 1 και 2 όπως ξεκλειδώσουν τις αποσκευές τους (Τεκμήρια Α1 και Α11),όμως αυτοί ανέφεραν ότι δεν μπορούσαν να τις ξεκλειδώσουν αφού δεν ήξεραν τους κωδικούς ούτε κλειδί εντοπίστηκε. Με οδηγίες της κα Κωνσταντίνου, ο κ. Στυλιανού με τη χρήση εργαλείου παραβίασε την αποσκευή χρώματος μαύρου (Τεκμήριο Α1), η οποία έφερε στο χερούλι της μια απόδειξη ζύγισης αποσκευών, που αναγράφετο μεταξύ άλλων στοιχείων ROMERO ALA/J+02. Με οδηγίες της κας Κωνσταντίνου, η βοηθός Τελωνείων Γεωργία Μενελάου, προέβη σε έρευνα στην αποσκευή (Τεκμήριο Α1) και εντόπισε 8 κλειστές αεροστεγώς συσκευασίες οι οποίες περιείχαν πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης η οποία, ως διαπιστώθηκε στην πορεία μέσα από έλεγχο του Γενικού Χημείου του Κράτους, ήταν κάνναβη βάρους 6 κιλών και 980.5 γρ.. Αμέσως η Μενελάου πληροφόρησε τον κατηγορούμενο 1 και την κατηγορούμενη 2 στην Αγγλική γλώσσα ότι η ανευρεθείσα ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης είναι κάνναβη, της οποίας η κατοχή και η εισαγωγή απαγορεύεται, τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο χωρίς να απαντήσουν οτιδήποτε. Την ίδια ώρα η κα Μενελάου συνέλαβε τον 1ο κατηγορούμενο για τα αυτόφωρα αδικήματα της παράνομης κατοχής και εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β και αφού του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο, ο 1ος κατηγορούμενος δεν έδωσε καμία απάντηση. Στη συνέχεια, με οδηγίες της κας Κωνσταντίνου, ο κ. Στυλιανού παραβίασε και την μεγάλη μωβ αποσκευή (Τεκμήριο Α11) η οποία έφερε στο χερούλι της μια απόδειξη ζύγισης αποσκευών (Τεκμήριο Α20) που αναγράφετο μεταξύ άλλων στοιχείων LLOR SANCH/E+01(στοιχεία της 2ης κατηγορούμενης). Ο κ. Στυλιανού εντόπισε μέσα στην εν λόγω αποσκευή 8 κλειστές αεροστεγώς συσκευασίες οι οποίες περιείχαν πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης η οποία, ως διαπιστώθηκε στην πορεία μέσα από έλεγχο του Γενικού Χημείου του Κράτους, ήταν κάνναβη βάρους 6 κιλών και 976.6 γρ..  Αμέσως ο κ. Στυλιανού πληροφόρησε τους κατηγορούμενους 1 και 2 στην αγγλική γλώσσα ότι η ανευρεθείσα ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης είναι κάνναβη, της οποίας η κατοχή και εισαγωγή απαγορεύεται, τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο χωρίς αυτοί να απαντήσουν οτιδήποτε. Ακολούθως, ο κ. Στυλιανού συνέλαβε την 2η κατηγορούμενη για τα αυτόφωρα αδικήματα της παράνομης κατοχής και εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β και αφού της επέστησε την προσοχή της στο νόμο, στην αγγλική γλώσσα, αυτή δεν έδωσε καμία απάντηση. Στη συνέχεια με τη βοήθεια των Αστ.2790 και 2791, τα μέλη του τελωνείου οδήγησαν τους συλληφθέντες σε παρακείμενο γραφείο του Τελωνείου. Σε έρευνα που διενήργησε η κα Μενελάου μέσα σε τσαντάκι ώμου του 1ου κατηγορούμενου εντοπίστηκε, μεταξύ άλλων, το χρηματικό ποσό των 750 ευρώ. Ο Αστ. 2790 παρέλαβε από την 2η κατηγορούμενη ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας SAMSUNG χρώματος μαύρου με την θήκη του, το οποίο είχε στην κατοχή της (Τεκμήριο Α23), και την πληροφόρησε με την βοήθεια της διερμηνέα Κάρλα Πεθούλια Μίτα, που βρισκόταν στο μέρος, ότι το εν λόγω τηλέφωνο θα παραληφθεί για περαιτέρω εξετάσεις, της επέστησε την προσοχή της στο νόμο και αυτή δεν απάντησε οτιδήποτε. Επίσης, η ώρα 18:12 ο Αστ. 2790 παρέλαβε από τσαντάκι της τσάντας της 2ης κατηγορούμενης μια κάρτα επιβίβασης της πτήσης LH1770 ημερομηνίας 09/07/2023 στο όνομα της 2ης κατηγορούμενης (Τεκμήριο Α24) μια ετικέτα απόδειξης ζύγισης αποσκευής με αριθμό LH127265 για την πτήση LH1770 στο όνομα LLOR SANCH/E+01 (Τεκμήριο Α25) και μια ετικέτα απόδειξης ζύγισης αποσκευής με αριθμό LH 127191 στο όνομα ROMERO ALA/J+02 (Τεκμήριο Α26), τις οποίες ο Αστ. 2790 πληροφόρησε τη 2η κατηγορούμενη ότι θα παραλειφθούν για σκοπούς διερεύνησης της παρούσας υπόθεσης της επέστησε την προσοχή της στο νόμο και αυτή δεν του απάντησε οτιδήποτε. Ο Βοηθός Τελωνείων κ. Στέλιος Στυλιανού με την βοήθεια της Διερμηνέα Κάρλας Πεθούλια Μίτα, η οποία εργάζεται στο αεροδρόμιο της Πάφου, πληροφόρησε την κατηγορούμενη 2 γραπτώς στη μητρική της γλώσσα για τα δικαιώματα της ως κρατούμενη, τα οποία ανέφερε ότι δεν επιθυμούσε να τα ασκήσει και υπέγραψε σχετικό έντυπο (Τεκμήρια 7 και 7Α). Περαιτέρω ο κ. Στυλιανού προέβηκε σε κατάσχεση και της κάνναβης που εντοπίστηκε στην μωβ αποσκευή (Τεκμήριο Α11) με την έκδοση σχετικού εντύπου κατάσχεσης με αρ. Β056989 (Τεκμήριο 13) το οποίο υπέγραψε και η 2η κατηγορούμενη.

 

Τα πιο πάνω αποτελούν μια σύνοψη των ενώπιον μας παραδεκτών γεγονότων που δηλώθηκαν και εγκρίθηκαν ως τέτοια στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας (βλ. Έγγραφο Α). Βεβαίως η ακροαματική διαδικασία δεν περιορίστηκε στην δήλωση παραδεκτών γεγονότων. Πέραν αυτών, έχουν καταθέσει ενόρκως ενώπιον μας επτά (7) πρόσωπα ενώ έχει κατατεθεί και αριθμός τεκμηρίων (Τεκμήρια 1-5, Α1-Α28, 6-30). Πιο συγκεκριμένα , για την Κατηγορούσα Αρχή κατέθεσαν ενόρκως πέντε (5) μέλη της Αστυνομίας (Α/Αστ. 1939 Αντρούλα Γεωργίου (Μ.Κ.1), Α/Αστ. 1105 Νίκος Ιωάννου (Μ.Κ.2), Αστ. 2791 Χαράλαμπος Γιαννακού (Μ.Κ.3), Αστ. 2790 Σταύρος Νεοφύτου (Μ.Κ.4) και Αστ. 3742 Ανδρέας Γεωργίου (Μ.Κ.5) ) ενώ για σκοπούς προβολής υπεράσπισης, διαδικασία η οποία ακολούθησε βεβαίως της απόφασης μας περί ύπαρξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης εναντίον της κατηγορούμενης 2, η ίδια η κατηγορούμενη 2 αλλά και ο  πρώην πλέον κατηγορούμενος 1.

 

Με την ολοκλήρωση της μαρτυρίας, τόσο η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας όσο και ο ευπαίδευτος δικηγόρος της κατηγορούμενης 2, αγόρευσαν ενώπιον μας και με επιχειρηματολογία τους, η οποία περιέχεται σε γραπτά κείμενα τα οποία παρουσίασαν, προσπάθησαν να πείσουν για τις εισηγήσεις τους. Συνοψίζοντας τις αγορεύσεις αυτές, σημειώνουμε:

 

(α) Την εισήγηση του κ Κληρίδη ότι η μαρτυρία της κατηγορούμενης 2, η οποία υποστήριξε τόσο στα πλαίσια ανακριτικής κατάθεσης της όσο και ενόρκως ενώπιον μας ότι καμία γνώση δεν είχε για το περιεχόμενο των δύο μεγάλων βαλιτσων, όπως και η μαρτυρία του πρώην κατηγορούμενου 1 ο οποίος παρείχε επίρρωση στην θέση της πρώτης, θα πρέπει να κριθούν ως αξιόπιστοι μάρτυρες και σε αυτή την βάση να κριθεί ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν έχει επιτύχει να αποδείξει, στον βαθμό που απαιτείται σε μια ποινική υπόθεση δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, τα όσα προσάπτει στην κατηγορούμενη 2.  

 

(β) Την εισήγηση της κας Ξενοφώντος ότι τα ενώπιον του Δικαστηρίου παραδεκτά γεγονότα σε συνδυασμό με την κατά την ίδια αξιόπιστη μαρτυρία μελών της Αστυνομίας και αναξιοπιστία της κατηγορούμενης 2 και πρώην κατηγορούμενου 1 σε σχέση και με την γνώση της πρώτης ως προς το περιεχόμενο των δύο μεγάλων βαλιτσών, θα πρέπει να οδηγήσουν το Δικαστήριο σε συμπέρασμα ενοχής της κατηγορούμενης 2 πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Όντως η κατηγορούμενη 2, τόσο κατά την ανακριτική της κατάθεση ημερ. 12.7.2023 (Τεκμήριο 24 και 24 Α) όσο και κατά την μαρτυρία της ενώπιον μας στα πλαίσια και της οποίας υιοθέτησε το περιεχόμενο της εν λόγω κατάθεσης, υποστήριξε ότι καμία γνώση δεν είχε για το περιεχόμενο των δύο μεγάλων βαλιτσών και αυτό που η ίδια πίστευε στην βάση παραστάσεων του πρώην κατηγορούμενου 1 προς την ίδια ήταν ότι έρχονταν στην Κύπρο για διακοπές έτσι ώστε να ξαναφτιάξουν την σχέση τους αφού είχαν στο παρελθόν δεσμό. Επίσης και ο πρώην κατηγορούμενος 1, τόσο κατά την ανακριτική του κατάθεση ημερ. 14.7.2023 (Τεκμήριο 25 και 25 Α) όσο και κατά την μαρτυρία του ενώπιον μας στα πλαίσια και της οποίας υιοθέτησε το περιεχόμενο της πιο πάνω κατάθεσης, υποστήριξε ότι η κατηγορούμενη 2 τίποτε δεν γνώριζε για την ύπαρξη ναρκωτικών εντός των δύο βαλιτσών και ότι η τελευταία πίστευε, ως ο ίδιος της είχε αναφέρει, ότι θα έρχονταν στην Κύπρο για διακοπές. Τόσο η κατηγορούμενη 2 όσο και ο πρώην κατηγορούμενος 1 οι οποίοι κατάγονται απο την Ισπανία, κατά την μαρτυρία τους και εκ της υιοθέτησης των πιο πάνω καταθέσεων τους, έδωσαν λεπτομέρειες σε σχέση με το πως δημιουργήθηκε η εντύπωση στην κατηγορούμενη 2 ότι θα έρχονταν διακοπές στην Κύπρο αλλά και το τι ακολούθησε μέχρι να καταλήξουν στο αεροδρόμιο Βαρκελώνης, να ζυγίσουν εκεί τις δύο μεγάλες βαλίτσες, να ταξιδέψουν ακολούθως προς Μόναχο και να καταλήξουν στη συνέχεια, όπως και οι δύο εν λόγω βαλίτσες που περιείχαν κάνναβη, στο αεροδρόμιο Πάφου. Η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας αντεξέτασε την κατηγορούμενη 2 και τον πρώην κατηγορούμενο 1 σε σχέση με τους ισχυρισμούς που αυτοί παρέθεσαν.     

 

Τρία απο τα μέλη της Αστυνομίας που κατέθεσαν ενώπιον μας, πιο συγκεκριμένα οι Μ.Κ.3, Μ.Κ.4 και Μ.Κ.5, αναφέρθηκαν στα όσα οι ίδιοι, ως ανέφεραν, βίωσαν και αντιλήφθηκαν ευρισκόμενοι στο αεροδρόμιο Πάφου σε σχέση και με την συμπεριφορά και στάση των κατηγορουμένων 1 και 2 απο την άφιξη των τελευταίων στο αεροδρόμιο Πάφου μέχρι την σύλληψη και μεταφορά τους στην Υ.ΚΑ.Ν. Πάφου για τα περαιτέρω, συμπεριφορά και στάση η οποία, ως επί της ουσίας υποστήριξαν ή άφησαν να εννοηθεί τα τρία μέλη της Αστυνομίας, έδειχνε προυπάρχουσα γνώση της κατηγορούμενης 2 για την ύπαρξη νακρωτικών εντός των δύο μεγάλων βαλιτσών. Οι Μ.Κ.3 και Μ.Κ.4 οι οποίοι και υιοθέτησαν το περιεχόμενο των καταθέσεων τους (Τεκμήριο 26 για Μ.Κ.3 και Τεκμήρια 27 και 28 για Μ.Κ.4) και σύμφωνα και με τα παραδεκτά γεγονότα είχαν, λόγω της πληροφορίας που υπήρχε για εισαγωγή ναρκωτικών, θέσει υπό διακριτική παρακολούθηση τον κατηγορούμενο 1 και κατ’ επέκταση και την κατηγορούμενη 2 η οποία βρισκόταν μαζί με τον πρώτο, κατά την μαρτυρία τους αναφέρθηκαν μεταξύ άλλων στην συμπεριφορά και στάση των κατηγορουμένων 1 και 2 κατά την παρουσία τους στον χώρο του ιμάντα παραλαβής αποσκευών 3 , κατά την παραλαβή των αποσκευών απο τον ιμάντα αλλά και κατά το στα πλαίσια ελέγχου άνοιγμα των βαλιτσών και αποκάλυψη του περιεχομένου τους. Ο Μ.Κ.5, ο οποίος κατά την μαρτυρία του υιοθέτησε το περιεχόμενο των καταθέσεων του Τεκμήρια 29 και 30 καθώς επίσης και το περιεχόμενο καταχώρησης του ημερ. 9.7.2023 σε ημερολόγιο ενεργείας (Τεκμήριο 14), μεταξύ άλλων αναφέρθηκε σε απο μέρους του προφορική ανάκριση του πρώην κατηγορούμενου 1 και της κατηγορούμενης 2 την 9.7.2023 και μεταξύ των ωρών 19:10-19:20 σε γραφείο του τελωνείου του αεροδρομίου Πάφου με την βοήθεια της διερμηνέα της Ισπανικής γλώσσας Κάρλα Μίτα. Αναφέρθηκε επίσης σε μη ανταπόκριση του πρώην κατηγορούμενου 1 και της κατηγορούμενης 2 σε ερώτηση του κατά πόσον επιθυμούσαν να λάβουν μέρος σε ελεγχόμενη παράδοση των ναρκωτικών προς τον σκοπό εντοπισμού και σύλληψης των προσώπων που είχαν σκοπό να παραλάβουν τα ναρκωτικά στην Κύπρο.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της κατηγορούμενης 2 αντεξέτασε τους Μ.Κ.3, Μ.Κ.4 και Μ.Κ.5 σε σχέση με τα πιο πάνω. Να σημειώσουμε ότι ο κ. Κληρίδης δεν αντεξέτασε την Μ.Κ.1 της οποίας η μαρτυρία περιορίζεται στην φωτογράφηση στο αεροδρόμιο Πάφου των αποσκευών, των ναρκωτικών εντός αυτών αλλά και άλλων τεκμηρίων που εντοπίστηκαν στην κατοχή του πρώην κατηγορούμενου 1 και της κατηγορούμενης 2 (βλ. φωτογραφίες Τεκμήριο 2), ενώ σε σχέση με τον Μ.Κ.2, ο οποίος παρουσίασε στο Δικαστήριο κατάλογο διακίνησης τεκμηρίων (Τεκμήριο Α) καθώς επίσης και αναφερόμενα στον εν λόγω κατάλογο τεκμήρια τα οποία κατατέθηκαν ως Τεκμήρια Α1 μέχρι Α28 αλλά και αριθμό εγγράφων ως Τεκμήρια 6 μέχρι 24, και η μαρτυρία του, κατά ένα μεγάλο μέρος, αφορά σε ενέργειες του σχετικά με παραλαβή, συσκευασία και σφράγιση τεκμηρίων, λήψη παρειακών επιχρισμάτων και δακτυλικών αποτυπωμάτων, λήψη ανακριτικών καταθέσεων με την βοήθεια διερμηνέα αλλά και διακίνηση τεκμηρίων, ο κ. Κληρίδης κάλεσε αυτόν όπως παρουσιάσει ως τεκμήριο την ανακριτική κατάθεση του πρώην κατηγορούμενου 1 ημερ. 14.7.2023 (Τεκμήριο 25 και 25 Α) ενώ στα πλαίσια διευκρινιστικών ερωτήσεων του ευπαίδευτου δικηγόρου ο μάρτυρας αυτός ανέφερε ότι κάθε ένας εκ των κατηγορουμένων είχε μαζί του στο αεροδρόμιο Πάφου και πέραν των βαλιτσών που εντοπίστηκαν τα ναρκωτικά, από μια μικρή βαλίτσα με ρουχισμό αλλά και ότι ο ίδιος δεν είχε προσωπική εμπλοκή στην διαδικασία συμπλήρωσης απόδειξης κατάσχεσης στα ελληνικά του Τμήματος Τελωνείου σε σχέση με μία εκ των δύο βαλιτσών με ναρκωτικά και η οποία, απόδειξη, φέρει την υπογραφή της κατηγορούμενης 2 (Τεκμήριο 13).

 

Σημειώνοντας από τώρα ότι κανένα λόγο δεν έχουμε να μην αποδεχθούμε ως αξιόπιστη την μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 των οποίων σε κάθε περίπτωση τα ενόρκως λεγόμενα δεν έχουν αμφισβητηθεί και καμία ουσιώδη αντίφαση ή ανακρίβεια παρουσιάζουν, προχωρούμε να αξιολογήσουμε την μαρτυρία των Μ.Κ.3, Μ.Κ.4, Μ.Κ.5, κατηγορούμενης 2 και πρώην κατηγορούμενου 1 με λεπτομερή πλέον αναφορά σε ισχυρισμούς που έχουν ενόρκως προβάλει, περιοριζόμενοι βεβαίως για σκοπούς της αξιολόγησης στα όσα προβάλλουν ως επίμαχα και αμφισβητούμενα θέματα στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας που έχει ενώπιον μας διεξαχθεί (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνοµίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490 και Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Απόλυση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως δια ανάρμοστη συμπεριφορά, Αίτηση 1/15 ημερ. 24.9.2015 σελ. 27, 28). Κατά την αξιολόγηση αυτή θα έχουμε μεταξύ άλλων κατά νου ότι ως έχει λεχθεί την 13.6.2024 στα πλαίσια των Ποινικών Εφέσεων 89-91/2023 με παραπομπή και στην Guruli v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 263/2017, ημερ. 22.5.2020, ECLI:CY:AD:2020:B160, «... ένα Δικαστήριο οφείλει να εξετάζει την μαρτυρία στην ολότητα της και να την αξιολογεί με λογική προσέγγιση και στα πλαίσια της κοινής,ανθρώπινης,εμπειρίας.» Θα έχουμε επίσης κατα νου και μεταξύ άλλων ότι συμφώνως της νομολογίας η άρνηση των παραδεκτών γεγονότων και η προβολή αντιφατικών εκδοχών σε σχέση με ουσιώδες μέρος των γεγονότων δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως προσφυγή στο ψεύδος, για την αντιμετώπιση ενοχοποιητικών περιστατικών (βλ. μεταξύ άλλων Ευριπίδης Ανδρέα Γεωργίου άλλως Παφίτης ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 444).

 

Ο Μ.Κ.3, κατά την κυρίως εξέταση του ανέφερε ότι η κατηγορούμενη 2, όπως και ο κατηγορούμενος 1, συμπεριφερόταν νευρικά και ανήσυχα αναμένοντας για σκοπούς παραλαβής των βαλιτσών στον ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου. Είπε ο Μ.Κ.3 «φαινόταν στα πρόσωπα τους μια αγωνία, μια νευρικότητα, κοίταζαν δεξιά αριστερά μήπως κάποιος τους βλέπει μέχρι να παραλάβουν τις βαλίτσες τους». Ο Μ.Κ.3 αντεξετάστηκε από τον ευπαίδευτο δικηγόρο της κατηγορούμενης 2 για την αναφορά του αυτή. Αφού ο Μ.Κ.3 συμφώνησε με τον κ. Κληρίδη ότι εκεί στο αεροδρόμιο ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που έβλεπε τους κατηγορούμενους, ο ευπαίδευτος δικηγόρος του υπέβαλε ότι δεν είναι σε θέση να κρίνει κατά πόσον η όποια συμπεριφορά τους παραπέμπει σε νευρικότητα ή ανησυχία καθώς δεν γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο τα εν λόγω πρόσωπα συμπεριφέρονται γενικώς στη ζωή τους. Ο Μ.Κ.3 διαφώνησε με τον κ. Κληρίδη λέγοντας, μεταξύ άλλων, «Εκείνη την ώρα εγώ τους σύγκρινα με άλλα πρόσωπα που ήταν στην ίδια πτήση. Δεν φαίνονταν σαν δύο πρόσωπα τελοσπάντων χαρούμενα που ήρθαν διακοπές στην Κύπρο.». Σε σχέση με την παρουσία της στον χώρο του ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου, η κατηγορούμενη 2, κατά την μαρτυρία της και πιο συγκεκριμένα κατά την αντεξέταση της, ανέφερε, στην βάση ερωτήσεων της κας Ξενοφώντος σχετικά με νευρικότητα και ανησυχία από μέρους της στον ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου και ότι κοίταζε δεξιά και αριστερά μήπως την βλέπει κάποιος, ότι υπέφερε από κατάθλιψη η οποία οφείλεται σε «μια πάθηση που ονομάζεται αγοραφοβία» την οποία απέκτησε μετά από την πανδημία του κορονοϊού, δεν ήταν συνηθισμένη να «είναι εκτεθειμένη σε έναν χώρο τόσο μεγάλο» και όταν βρίσκεται σε χώρο που υπάρχει κόσμος αγχώνεται και φαίνεται στρεσαρισμένη. Αυτή την πάθηση την έχει μέχρι και σήμερα και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή στις Φυλακές ως περαιτέρω ανέφερε η κατηγορούμενη 2. Ο κατηγορούμενος 1 και σε σχέση με την συμπεριφορά της κατηγορούμενης 2 στον ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου, συμπεριφορά η οποία ως του υπέβαλε η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ήταν νευρική και ανήσυχη, απάντησε «Όχι, κάνετε λάθος. Εκείνη ήταν πολύ ήρεμη. Εκείνη άρχισε να αγχώνεται όταν είδε τι περιείχαν οι βαλίτσες, προηγουμένως δεν είχε καμία ανησυχία» (σελ. 13 πρακτικών ημερ.5.6.2024).

 

Σε σχέση με την συμπεριφορά της κατηγορούμενης 2 στον χώρο του ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου, παρατηρούμε τα εξής.

 

Ενώ η κατηγορούμενη 2, με βάση τα ενόρκως λεγόμενα της, δεν αμφισβήτησε ότι ήταν νευρική και ανήσυχη αλλά υποστήριξε ότι αυτή η εικόνα νευρικότητας και ανησυχίας οφείλεται σε πάθηση αγοραφοβίας καθώς όταν βρίσκεται σε χώρο με άλλο κόσμο αγχώνεται και φαίνεται στρεσαρισμένη, ο κατηγορούμενος 1, που αποτελεί κοινό έδαφος ότι ήταν μαζί της στον προαναφερόμενο χώρο, απέρριψε την όποια αναφορά περί νευρικότητας και ανησυχίας της κατηγορούμενης 2 για οποιοδήποτε λόγο και υποστήριξε ότι αυτή «ήταν πολύ ήρεμη» κατά την αναμονή στον ιμάντα 3. Πέραν της αντιφατικότητας μεταξύ των θέσεων κατηγορούμενης 2 και πρώην κατηγορούμενου 1, θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι η κατηγορούμενη 2 κανένα ιατρικό πιστοποιητικό ή βεβαίωση δεν παρουσίασε προς υποστήριξη της θέσεως της περί πάθησης που της δημιουργεί άγχος και εικόνα στρεσαρισμένου ατόμου όταν βρίσκεται ανάμεσα σε κόσμο, πάθηση για την οποία ως περαιτέρω υποστήριξε λαμβάνει και φαρμακευτική αγωγή ευρισκόμενη ως υπόδικος στις Φυλακές. Δεν έχουμε λόγο να μην αποδεχθούμε την θέση του Μ.Κ.3 ότι η κατηγορούμενη 2, ευρισκόμενη στον χώρο του ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου, κοίταζε δεξιά και αριστερά μήπως κάποιος την βλέπει, συμπεριφορά η οποία ήταν διαφορετική από τους υπόλοιπους επιβάτες της πτήσης που επίσης ανέμεναν τις βαλίτσες τους ως ο μάρτυρας έχει εξηγήσει. Για λόγους που έχουμε προαναφέρει, δεν μπορούμε να δεχθούμε με ασφάλεια ότι η εν λόγω συμπεριφορά της κατηγορούμενης 2 οφειλόταν σε πάθηση η οποία επιφέρει νευρικότητα και ανησυχία, πάθηση και συνέπειες για τα οποία, ως έχουμε προαναφέρει, καμία ιατρικής φύσεως επιβεβαιωτική μαρτυρία δεν υπάρχει ενώπιον μας.

 

Τόσο ο Μ.Κ.3 όσο και ο Μ.Κ.4, κατά την μαρτυρία τους και εκ της υιοθέτησης και των γραπτών καταθέσεων τους, υποστήριξαν ότι η κατηγορούμενη 2 ήταν αυτή που πήρε από τον ιμάντα παραλαβής αποσκευών 3 του αεροδρομίου Πάφου την μωβ μεγάλη βαλίτσα και την τοποθέτησε στο καροτσάκι που είχε προηγουμένως πάρει ο πρώην κατηγορούμενος 1. Στην κατάθεση της ημερ. 12.7.2023 (Τεκμήριο 24 και 24 Α) της οποίας και το περιεχόμενο υιοθέτησε κατά την κυρίως εξέταση της, η κατηγορούμενη 2 ανέφερε μεταξύ άλλων προς τις ανακριτικές αρχές και σε σχέση με την παραλαβή της μωβ τσάντας από τον ιμάντα 3. «Απάντηση 23: ………. Το μόνο που έκανα εγώ όταν πέρασε η μωβ η βαλίτσα και είδα ότι ταίριαζε με την απόδειξη ζύγισης που είχα στην κατοχή μου, την πήρα για να βοηθήσω τον Joaquin να την βάλει πάνω στο τρόλει. Μόνο την τσάντα την μωβ έπιασα και το τρόλεϊ το έσπρωχνε ο Joaquin».

 

Κατά την αντεξέταση της κατηγορούμενης 2 έχουν καταγραφεί στα πρακτικά της διαδικασίας ημερ. 20.5.2024 και σε σχέση με το πιο πάνω ζήτημα, οι πιο κάτω ερωτήσεις προς την κατηγορούμενη 2 και απαντήσεις αυτής.

 

Ε.         Εγώ σας λέω ότι πρώτα ήρθε η μαύρη βαλίτσα και την έπιασε ο πρώτος κατηγορούμενος και την έβαλε στο καρότσι.

Α.         Δεν θυμάμαι, έχουν περάσει 10 μήνες και πραγματικά δεν θυμάμαι.

Ε.         Στη συνέχεια σας λέω μετά από πάροδο μερικών λεπτών ήρθε και η δεύτερη βαλίτσα, η μωβ δηλαδή, και την πήρατε εσείς και τη βάλατε πάνω στο καροτσάκι.

Α.         Πιθανότατα. Θυμάμαι ότι την πήρε ο Joaquin. Εγώ πήρα μόνο τη μικρή βασικά.

Ε.         Εγώ σας λέω ότι εσείς την πήρατε από τον ιμάντα αριθμό 3 τη μωβ τη βαλίτσα και τη βάλατε πάνω στο καροτσάκι.

Α.         Δεν θυμάμαι.

Ε.         Επίσης σας λέω ότι την αναγνωρίσετε αυτήν τη μωβ τη βαλίτσα, γιατί ήταν δική σας, γι’ αυτό την επιάσετε και την εβάλετε εσείς πάνω στο καροτσάκι που είχε στην κατοχή του ο πρώτος κατηγορούμενος.

Α.         Θυμάμαι ότι περίμενα τον Joaquin επειδή δεν μπορούσα να αναγνωρίσω τη βαλίτσα.

Ε.         Τι εννοείτε περιμένατε τον Joaquin; Δηλαδή είναι ο Joaquin,δηλαδή ο πρώτος κατηγορούμενος που τις δύο βαλίτσες τις έπιασε και τις έβαλε πάνω στο καροτσάκι;

Α.         Ναι.

Ε.         Εγώ σας λέω ότι, για να συνεχίσουμε, δεν ισχύει αυτό που λέτε.

Α.         Έτσι είναι.

Ε.         Δηλαδή της έπιασε ο πρώτος κατηγορούμενος, για να φαίνεται στο πρακτικό, και τις έβαλε πάνω στο καροτσάκι;

Α.         Μάλιστα.

Ε.         Αυτό λέτε;

Α.         Μάλιστα.         

 

Στην κατάθεση του ημερ. 14.7.2023 (Τεκμήριο 25 και 25 Α) την οποία και υιοθέτησε κατά την κυρίως εξέταση του, ο πρώην κατηγορούμενος 1 ανέφερε μεταξύ άλλων προς τις ανακριτικές αρχές ότι «Μετά που φθάσαμε στο αεροδρόμιο της Πάφου, πήγαμε με την Estefania στον ιμάντα που θα έρχονταν οι τσάντες μας, τις παρέλαβα εγώ τις βαλίτσες και τις τοποθέτησε στο τρόλεϊ το οποίο έπιασα προηγουμένως» και ακολούθως αφού του υποβλήθηκε η θέση από το μέλος της Αστυνομίας περί ύπαρξης μαρτυρίας για παραλαβή της μωβ τσάντας από την κατηγορούμενη 2, ανέφερε «Δεν θυμάμαι τι έγινε επακριβώς, επειδή ήμασταν μαζί μπορεί να την έπιασε για να με βοηθήσει». Κατά την μαρτυρία του πρώην κατηγορούμενου 1 ενώπιον μας και πιο συγκεκριμένα κατά την αντεξέταση του, αυτός υποστήριξε ότι η κατηγορούμενη 2 καμία από τις δύο βαλίτσες με ναρκωτικά δεν είχε παραλάβει από τον ιμάντα 3 του αεροδρομίου Πάφου. Σχετικό το πιο κάτω απόσπασμα από τα πρακτικά της διαδικασίας ημερ. 5.6.2024 (σελ. 12).

 

Α.         Πρώτα ήρθε η πρώτη, την κοίταξα, πίστευα ότι δεν ήταν αυτή και την έβαλα πίσω. Πίστευα θα ήταν μαζί, αλλά δεν ήταν μαζί. Περίμενα και τη δεύτερη, όταν πέρασε και η δεύτερη την πήρα και την έβαλα πάνω στο καροτσάκι, πήρα το τρόλεϊ βγήκα έξω και η κοπέλα ήταν πίσω μου με την δική της βαλίτσα.

Ε.         Εγώ σας λέω κύριε, ότι πρώτα ήρθε η μαύρη αποσκευή με τα ναρκωτικά, την οποία εσείς εβάλετε πάνω στο καροτσάκι, και μετά την πάροδο λίγων λεπτών ήρθε και η μωβ η βαλίτσα, την οποία πήρε η δεύτερη κατηγορούμενη και την έβαλε πάνω στο καροτσάκι.

Α.         Με συγχωρείτε; Θα επαναλαμβάνω ότι ορκίστηκα στο Ευαγγέλιο να πω την αλήθεια και σας λέω ότι αυτή δεν το περίμενε, ούτε γνώριζε οποιαδήποτε στιγμή τι περιείχαν οι βαλίτσες. Αυτός που παρακολουθούσε τις βαλίτσες ήμουν εγώ και γιατί εγώ είχα όλη την ευθύνη, εγώ ήμουν ο υπεύθυνος και εγώ ήμουν αυτός που θα έκανε την όλη επιχείρηση εδώ στην Κύπρο.

Ε.         Εσείς λέτε η δεύτερη κατηγορούμενη δεν έπιασε την μωβ τη βαλίτσα και την επιάσετε εσείς;

A.         Μάλιστα, πήρα εγώ και τις δύο βαλίτσες.

 

Ως έχουμε και κατά την εισαγωγή της παρούσας παραθέσει, το ότι η κατηγορούμενη 2 πήρε από τον ιμάντα παραλαβής αποσκευών την μία εκ των δύο μεγάλων βαλιτσών που περιείχαν την κάνναβη, δηλαδή την μωβ βαλίτσα, αποτελεί παραδεκτό γεγονός. Ως καταγράφεται στο Έγγραφο Α ενώπιον μας του οποίου και το περιεχόμενο έχουμε εγκρίνει ως παραδεκτό γεγονός «Στη συνέχεια, ο 1ος κατηγορούμενος παρέλαβε από τον ιμάντα μια μεγάλη μαύρη πλαστική αποσκευή (Τεκμήριο Α1), ενώ η 2η κατηγορούμενη παρέλαβε από τον ιμάντα μια μεγάλη μωβ πλαστική αποσκευή (Τεκμήριο Α11), τις οποίες και οι δύο τοποθέτησαν στο καροτσάκι αποσκευών, το οποίο είχε στην κατοχή του ο 1ος κατηγορούμενος.». Τόσο ο πρώην κατηγορούμενος 1 όσο και η κατηγορούμενη 2 κατά την μαρτυρία τους ενώπιον μας και πιο συγκεκριμένα κατά την αντεξέταση τους, πρόβαλαν εκδοχή αντιφατική των ενώπιον μας παραδεκτών γεγονότων. Στην περίπτωση μάλιστα της κατηγορούμενης 2 παρατηρείται και πλήρως αντιφατική εκδοχή των κατά την αντεξέταση λεγομένων της με τα όσα, εκ της υιοθέτησης και της κατάθεσης της Τεκμήριο 24, ανέφερε κατά την κυρίως εξέταση της. Δεν έχουμε ενδοιασμό να πούμε υπό τις περιστάσεις ότι τόσο η κατηγορούμενη 2 όσο και ο πρώην κατηγορούμενος 1, έχουν προσφύγει στο ψεύδος προς αποφυγή του στοιχείου της παραλαβής μίας εκ των δύο βαλιτσών με τα ναρκωτικά από την κατηγορούμενη 2. Να σημειώσουμε ότι η κατηγορούμενη 2 εξέφρασε με βεβαιότητα την προαναφερόμενη αντιφατική εκδοχή της μόνο όταν της υποβλήθηκε η θέση ότι αναγνώρισε την μωβ αποσκευή στον ιμάντα γιατί ήταν δική της και για τούτο τον λόγο την πήρε και την έβαλε στο καροτσάκι, δηλαδή όταν συνδέθηκε η παραλαβή με το ότι η αποσκευή της άνηκε, ενώ ο πρώην κατηγορούμενος 1, κατά την προβολή της αντιφατικής με τα παραδεκτά γεγονότα εκδοχής του, εκ των πραγμάτων θεωρούσε ότι το στοιχείο της παραλαβής μωβ βαλίτσας από την κατηγορούμενη 2 θα μπορούσε να συνδεθεί με την συμμετοχή της ίδιας στην όλη επιχείρηση εισαγωγής των ναρκωτικών εξού και κατά την προαναφερόμενη απάντηση του την οποία έχουμε παραθέσει ανέφερε μεταξύ άλλων « και σας λέω ότι αυτή δεν το περίμενε, ούτε γνώριζε οποιαδήποτε στιγμή τι περιείχαν οι βαλίτσες. Αυτός που παρακολουθούσε τις βαλίτσες ήμουν εγώ και γιατί εγώ είχα όλη την ευθύνη, εγώ ήμουν ο υπεύθυνος και εγώ ήμουν αυτός που θα έκανε την όλη επιχείρηση εδώ στην Κύπρο.».

 

Η πιο πάνω προσφυγή της κατηγορούμενης 2 και του πρώην κατηγορούμενου 1 στο ψεύδος, πλήττει καίρια την αξιοπιστία τους. Αντίθετα η αξιοπιστία της συμβατής και με τα παραδεκτά γεγονότα ένορκης εκδοχής των Μ.Κ.3 και Μ.Κ.4 σε σχέση με την παραλαβή των βαλιτσών και τοποθέτηση τους ακολούθως στο καροτσάκι που κατείχε ο πρώην κατηγορούμενος 1, προβάλλει ως δεδομένη.

 

Πέραν όμως του ζητήματος της παραλαβής της μωβ βαλίτσας από την κατηγορούμενη 2, δεν μπορούμε να μην σημειώσουμε και την αντιφατικότητα που παρατηρείται από πλευράς κατηγορούμενης 2 σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο αναγνωρίστηκε η μωβ βαλίτσα πάνω στον ιμάντα παραλαβής αποσκευών 3. Η κατηγορούμενη 2, ως είναι δεδομένο, είχε στην κατοχή της και την απόδειξη ζύγισης της μωβ βαλίτσας με τα στοιχεία της πάνω στην εν λόγω απόδειξη. Κατά την κυρίως εξέταση της και εκ της υιοθέτησης του περιεχομένου της κατάθεσης της Τεκμήριο 24 στο οποίο περιλαμβάνεται και η αναφορά της «Το μόνο που έκανα εγώ όταν πέρασε η μωβ η βαλίτσα και είδα ότι ταίριαζε με την απόδειξη ζύγισης που είχα στην κατοχή μου, την πήρα για να βοηθήσω τον Joaquin να την βάλει πάνω στο τρόλει. Μόνο την τσάντα την μωβ έπιασα και το τρόλεϊ το έσπρωχνε ο Joaquin», προέβαλε την θέση ότι αναγνώρισε την βαλίτσα από την απόδειξη ζύγισης που είχε στην κατοχή της, δηλαδή ταύτισε τα στοιχεία με αυτά που αναγράφονταν στην απόδειξη, δηλαδή τα δικά της στοιχεία, προβάλλοντας εμμέσως δηλαδή την θέση ότι δεν μπορούσε εξ όψεως να αναγνωρίσει την βαλίτσα καθώς δεν ήταν δική της και ούτε την είχε σε προγενέστερο της ζύγισης της χρόνο, στην κατοχή της. Κατά την αντεξέταση της όμως και στην βάση των απαντήσεων που έδωσε σε συγκεκριμένες ερωτήσεις και τις οποίες έχουμε πιο πάνω παραθέσει, στην προσπάθεια της να στηρίξει την θέση ότι η ίδια δεν είχε πάρει την μωβ βαλίτσα από τον ιμάντα παραλαβής αποσκευών αλλά ο κατηγορούμενος 1, υποστήριξε ότι η ίδια δεν μπορούσε έτσι και αλλιώς να αναγνωρίσει την μωβ βαλίτσα. Ανέφερε «Θυμάμαι ότι περίμενα τον Joaquin επειδή δεν μπορούσα να αναγνωρίσω τη βαλίτσα.». Δεν έχουμε αμφιβολία ότι και αυτή η διαφοροποίηση των ισχυρισμών της κατηγορούμενης 2 εντάσσεται στην προσπάθεια της να αποσυνδέσει τον εαυτό της από την μωβ βαλίτσα και κατ’ επέκταση από την όλη επιχείρηση εισαγωγής των ναρκωτικών στην Δημοκρατία, στοιχείο το οποίο επίσης πλήττει την αξιοπιστία της.

 

Τόσο ο Μ.Κ.3 όσο και ο Μ.Κ.4, κατά την μαρτυρία τους υποστήριξαν μεταξύ άλλων ότι η κατηγορούμενη 2 καθόλου δεν αντέδρασε ή δεν εξέφρασε έκπληξη όταν αφού ανοίχθηκαν οι δύο μεγάλες αποσκευές στην παρουσία της, αποκαλύφθηκε ότι αυτές περιείχαν τις κλειστές αεροστεγώς συσκευασίες με κάνναβη. Κατά την αντεξέταση του Μ.Κ.3, ο ευπαίδευτος δικηγόρος της τελευταίας υπέβαλε ότι η κατηγορούμενη τελούσε σε κατάσταση σοκ και όχι απάθειας την οποία ο μάρτυρας είχε επικαλεστεί. Ο Μ.Κ.3 απάντησε «Οποιοσδήποτε άνθρωπος την ώρα που συλλαμβάνεται μπορεί να έχει ανάμικτα συναισθήματα συμπεριλαμβανομένου και του σοκ.». Κατά την αντεξέταση του Μ.Κ.4, ο ευπαίδευτος δικηγόρος της κατηγορούμενης 2 υπέβαλε εκ νέου ότι η κατηγορούμενη 2 τελούσε σε κατάσταση σοκ εξού και δεν αντέδρασε με τον τρόπο που οι ίδιοι, ανέμεναν να αντιδράσει. Ο Μ.Κ.4 απάντησε «Θα διαφωνήσω μαζί σας. Κάποιος που σοκάρεται εγώ πιστεύω ότι θα αντιδράσει με κάποιο τρόπο ή θα αρνηθεί ή θα ξαφνιαστεί «μα τι είναι τούτο που βρέθηκε στην αποσκευή μου; Δεν είναι δική μου» ή να το πεί «αυτή η αποσκευή δεν είναι δική μου» ή έπρεπε να απευθυνθεί στο άτομο που ήταν μαζί της να του πει «τι είναι τούτα τα πράματα που είμαι μέσα βαλίτσα μου;». Η κατηγορούμενη 2, κατά την μαρτυρία της ενώπιον μας και πιο συγκεκριμένα κατά την αντεξέταση της και σε σχέση με την στάση της κατά το άνοιγμα των δύο μεγάλων βαλιτσών και αποκάλυψη των συσκευασιών με την κάνναβη, ανέφερε «Ανοίχθηκε η μια βαλίτσα μετά την άλλη, εμείς μείναμε απλά και παρακολουθούσαμε, ήμουν σε κατάσταση σοκ και δεν ήξερα πως να αντιδράσω, αν έπρεπε να πω κάτι, γιατί δεν περίμενα να δω ναρκωτικά μέσα στη δική μου βαλίτσα. Με έβαλαν να περάσω από μια πόρτα, να καθίσω εκεί και ξεκίνησαν να ανοίγουν τις μικρότερες βαλίτσες, τα τσαντάκια μας, τα πάντα και εκεί έπαθα κρίση πανικού από την οποία δεν μπορούσα να αναπνεύσω καλά.». Περαιτέρω και αφου αμφισβητήθηκε το επικαλούμενο σοκ από μέρους της, η κατηγορούμενη 2 ανέφερε «..έπαθα μια κρίση πανικού, προσπάθησαν να μου τοποθετήσουν μια μάσκα, γιατί πίστευαν ότι έχω κορονοϊό ή ότι πάσχω από άσθμα. Έπαθα κρίση πανικού και δεν μπορούσα να αναπνεύσω καλά. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου ναρκωτικά, πόσο μάλλον σε μια τόσο μεγάλη βαλίτσα» ενώ αφού αμφισβητήθηκε εκ νέου η θέση της ανέφερε περαιτέρω «..προσπάθησαν να μου τοποθετήσουν μια μάσκα και τους είπα «όχι σας παρακαλώ, όχι», γιατί πίστευαν ότι έχω κορονοϊο, τους έλεγα δεν έχω κορονοϊο, είχα έλλειψη αέρα και τους έλεγα «αέρα,αέρα».». Ο κατηγορούμενος 1, κατά την μαρτυρία του και σε σχέση με το πιο πάνω ζήτημα της στάσης της κατηγορούμενης 2 κατά το άνοιγμα των βαλιτσών και αποκάλυψη του περιεχομένου τους, στην υποβολή ότι η κατηγορούμενη 2 δεν είχε εκπλαγεί καθόλου όταν είδε το περιεχόμενο των βαλιτσών καθώς γνώριζε από πριν ότι αυτές περιείχαν ναρκωτικά, ο κατηγορούμενος 1, ο οποίος γενικότερα κατά την μαρτυρία του υποστήριξε ότι η κατηγορούμενη 2 τελούσε σε σοκ στην όλη διαδικασία που ακολούθησε της ανακοπής τους για έλεγχο, διαφώνησε και υποστήριξε εκ νέου ότι η κατηγορούμενη 2 δεν γνώριζε τίποτε ως προς το περιεχόμενο των δύο μεγάλων βαλιτσών. Θα πρέπει περαιτέρω να σημειώσουμε ότι στην βάση του ότι σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα κατηγορούμενη 2 και πρώην κατηγορούμενος 1 ουδέν απάντησαν όταν κατά τον εντοπισμό των ναρκωτικών στις δύο βαλίτσες, στην αγγλική γλώσσα, (α) τους επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο αλλά και (β) όταν συνελήφθησαν λόγω ακριβώς του προαναφερόμενου εντοπισμού ναρκωτικών κατά το άνοιγμα των δύο βαλιτσών, αυτή η απουσία οιασδήποτε από μέρους τους τοποθέτησης αποτέλεσε επίσης αντικείμενο αντεξέτασης τους. Η Κατηγορούμενη 2 υποστήριξε ότι ουδέν απάντησαν καθώς τόσο η ίδια όσο και πρώην κατηγορούμενος 1 δεν γνωρίζουν και δεν αντιλαμβάνονται την αγγλική (βλ. πρακτικά ημερ. 20.5.2024 σελ. 12 και 13). Αυτή την μη γνώση και αντίληψη της αγγλικής γλώσσας την επικαλέστηκε αντεξεταζόμενος και ο πρώην κατηγορούμενος 1 (βλ. μεταξύ άλλων σελ. 16 των πρακτικών ημερ.5.6.2024 «…Εγώ δεν κατανοούσα τίποτε, δεν γνωρίζω αγγλικά, γνωρίζω μόνο την ισπανική και η ίδια δεν γνωρίζει ούτε αυτή αγγλικά, ούτε τίποτα, μιλά μόνο ισπανικά…»). Ως έχουμε προαναφέρει τα όσα καταγράφονται στο Έγγραφο Α ενώπιον μας έχουν δηλωθεί ως παραδεκτά γεγονότα και εγκριθεί ως τέτοια. Ως μεταξύ άλλων καταγράφεται στο Έγγραφο Α σε σχέση με την κατηγορούμενη 2 και τον πρώην κατηγορούμενο 1:

 

●          Η ώρα 17:35 η κα Μάρω Κωνσταντίνου τους υπέδειξε όπως τοποθετήσουν τις αποσκευές τους στην ειδική ακτινοδιαγνωστική μηχανή ελέγχου, πράγμα το οποίο και έπραξαν.

●          Ακολούθως, η κα Κωνσταντίνου τους ζήτησε να της παρουσιάσουν τα στοιχεία τους. Ο 1ος κατηγορούμενος υπέδειξε μια Ισπανική ταυτότητα με αριθμό [ ], όπου αναγράφονταν τα προσωπικά του στοιχεία και η 2η κατηγορούμενη της παρουσίασε μια Ισπανική ταυτότητα με αριθμό [ ] με τα προσωπικά της στοιχεία.

●          Η κα Κωνσταντίνου ζήτησε από τους κατηγορούμενους 1 και 2 όπως ξεκλειδώσουν τις αποσκευές τους (Τεκμήρια Α1 και Α11), όμως αυτοί ανέφεραν ότι δεν μπορούσαν να τις ξεκλειδώσουν αφού δεν ήξεραν τους κωδικούς ούτε κλειδί εντοπίστηκε.

 

Ως τα παραδεκτά γεγονότα στο σύνολο τους περαιτέρω αποκαλύπτουν, οι κατά τον χρόνο ελέγχου των δύο βαλιτσών οδηγίες προς τους κατηγορούμενους 1 και 2 από λειτουργούς των Αρχών στο αεροδρόμιο Πάφου, δίδονταν στην Αγγλική γλώσσα. Αυτό ανέφεραν εξάλλου και οι Μ.Κ.3 και Μ.Κ.4 κατά την μαρτυρία τους αυτό ανέφερε και η κατηγορούμενη 2 αλλά και ο πρώην κατηγορούμενος 1. Λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα, μέρος και των οποίων έχουν πιο πάνω παραθέσει, η κατηγορούμενη 2 και ο πρώην κατηγορούμενος 1, όταν τους ζητήθηκε στην αγγλική γλώσσα να τοποθετήσουν τις αποσκευές τους στην ειδική ακτινοδιαγνωστική μηχανή για έλεγχο αυτοί έπραξαν συμμορφούμενοι αναλόγως, όταν τους ζητήθηκε στην αγγλική γλώσσα να παρουσιάσουν τα στοιχεία τους αυτοί έπραξαν συμμορφούμενοι αναλόγως αλλά και όταν τους ζητήθηκε επίσης στην αγγλική γλώσσα να ξεκλειδώσουν τις αποσκευές τους αυτοί απάντησαν επικαλούμενοι μεταξύ άλλων και άγνοια των κωδικών ξεκλειδώματος, αυτό που κατά την κρίση μας εκ νέου αποκαλύπτεται είναι η καταφυγή της κατηγορούμενης 2 και του πρώην κατηγορούμενου 1 στο ψεύδος. Πιο συγκεκριμένα κρίνουμε ότι αντιλαμβανόμενοι η κατηγορούμενη 2 και ο πρώην κατηγορούμενος 1, ότι η ανθρώπινη εμπειρία και λογική ορίζουν ότι πρόσωπο το οποίο δεν είχε γνώση ότι μετέφερε βαλίτσα γεμάτη με ναρκωτικά αντικειμενικά αναμένεται ότι με την πρώτη ευκαιρία θα προβάλει την άγνοια του και θα αποκαλύψει το πως βρέθηκε να μεταφέρει μια τέτοια βαλίτσα, προσπάθησαν, επικαλούμενοι ψευδώς έλλειψη γνώσης και αντίληψης της αγγλικής γλώσσας, να καλύψουν τα όποια επιβαρυντικά ερωτηματικά θα μπορούσε να δημιουργήσει η μη αντίδραση της κατηγορούμενης 2 κατά τον πιο πάνω αντικειμενικό τρόπο. Αυτή η καταφυγή στο ψεύδος κρίνουμε ότι επίσης πλήττει την αξιοπιστία τους. Αντίθετη είναι βεβαίως η κρίση μας για την αξιοπιστία των Μ.Κ.3 και Μ.Κ.4 οι οποίοι κατά την δική τους μαρτυρία και αντεξεταζόμενοι περί μη γνώσης και αντίληψης της αγγλικής γλώσσας από πλευράς κατηγορούμενης 2 υποστήριξαν ότι η εντύπωση που είχαν αποκομίσει από τις συζητήσεις μεταξύ των εκεί λειτουργών και της ανταπόκρισης των κατηγορουμένων, ήταν ότι οι τελευταίοι αντιλαμβάνονταν πολύ καλά την αγγλική γλώσσα.

 

Κατά την μαρτυρία του, ο Μ.Κ.5 ανέφερε μεταξύ άλλων ότι την 9.7.2023 και μεταξύ των ωρών 19:10 -19:20 στα γραφείο του τελωνείου στο Αεροδρόμιο Πάφου και με την βοήθεια της διερμηνέα της Ισπανικής γλώσσας Κάρλα Μίτα, ανέκρινε προφορικώς τον πρώην κατηγορούμενο 1 και την κατηγορούμενη 2. Και οι δύο αρνήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις σε σχέση με την μεγάλη ποσότητα κάνναβης που εντοπίστηκε στις αποσκευές. Πιο συγκεκριμένα τους έγιναν ερωτήσεις, ως περαιτέρω ανέφερε ο Μ.Κ.5, ως προς το ποιος τους είχε προμηθεύσει με τα ναρκωτικά, ποιος τα συσκεύασε και αν οι ίδιοι είχαν λάβει μέρος στη συσκευασία, τι χρήματα θα ελάμβαναν για την μεταφορά των ναρκωτικών στην Κύπρο, αν τους περιμένει οποιοδήποτε πρόσωπο έξω από το αεροδρόμιο και αν έχουν μιλήσει με οποιοδήποτε πρόσωπο στην Κύπρο για σκοπούς οδηγιών ως προς την παράδοση των ναρκωτικών. Η κατηγορούμενη 2, ως περαιτέρω ανέφερε ο Μ.Κ.5, σε καμία εκ των ερωτήσεων του δεν απάντησε και ουδέποτε του ανέφερε ότι οι βαλίτσες δεν είναι δικές της ή ότι αυτές ανήκαν στον πρώην κατηγορούμενο 1 και ότι η ίδια δεν είχε την όποια ανάμιξη. Ως καταγράφεται και στο Τεκμήριο 14 το περιεχόμενο του οποίου και ο Μ.Κ.5 υιοθέτησε, ο κατηγορούμενος 1 και κατηγορούμενη 2 έδωσαν διαφορετικές θέσεις ως προς την μεταξύ τους σχέση καθώς ο πρώτος ανέφερε ότι η δεύτερη είναι ο δεσμός του ενώ η κατηγορούμενη 2 ότι είναι απλώς φίλοι, ενώ και οι δύο αρνήθηκαν επί της ουσίας να συμμετέχουν σε διαδικασία ελεγχόμενης παράδοσης των ναρκωτικών προς τον σκοπό εντοπισμού και σύλληψης των προσώπων που είχαν σκοπό να παραλάβουν τα ναρκωτικά στην Κύπρο. Ως διευκρίνισε ο Μ.Κ.5, ο πρώην κατηγορούμενος 1 και η κατηγορούμενη 2 «δεν ήθελαν να το πράξουν, ούτε απάντησαν οτιδήποτε». Η κατηγορούμενη 2 , στα πλαίσια της μαρτυρίας της, αντεξετάστηκε σε σχέση με το περιεχόμενο της πιο πάνω επικαλούμενης από τον Μ.Κ.5 προφορικής ανάκρισης αλλά και το ερώτημα του τελευταίου κατά πόσον επιθυμούσε να λάβει μέρος σε ελεγχόμενη παράδοση των ναρκωτικών. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά ημερ. 20.5.2024.

 

Ε.         Κυρία μάρτυς, επίσης εκεί στο αεροδρόμιο στις 09/07/23 μεταξύ των ωρών 19:10 με 19:20 ανακριθήκατε προφορικά από τον Αστυφύλακα 3742, ο οποίος ήρθε και κατέθεσε εδώ στο Δικαστήριο στην παρουσία της διερμηνέα της ισπανικής γλώσσας Κάρλας Μήτα, τι λέτε;

Α.         Δεν θυμάμαι.

Ε.         Σας λέμε, κυρία, ότι σας υποβλήθηκαν ερωτήσεις ανακρινόμενη από τον Αστυνομικό με την βοήθεια πάντα της διερμηνέας, όπως ποιος σας προμήθευσε με τα ναρκωτικά που βρέθηκαν στην κατοχή σας—

Α.         Η μεταφράστρια έμεινε εκεί μόνο 15 λεπτά για να μου εξηγήσει τι έγινε και μετά έφυγε.

Ε.         Σας λέω ότι η μεταφράστρια ήταν συνέχεια εκεί κατά την ανάκριση και σας υποβλήθηκε αυτή η ερώτηση που σας λέω τώρα μαζί και με τις άλλες εξής ερωτήσεις. Αν λάβατε μέρος στα ναρκωτικά…Σας ερώτησε για την εμπλοκή σας στα ναρκωτικά, τα χρήματα που πήρατε, αν σας περίμενε—

Α.         Ψέματα.

Ε.         Αν σας περίμενε κάποιος έξω από το αεροδρόμιο, αν μιλήσετε με οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται στην Κύπρο χωρίς να πείτε στον Αστυνομικό ότι έστω δεν ξέρετε πως βρέθηκαν τα ναρκωτικά μέσα στη βαλίτσα, ότι έχετε άγνοια. Δεν είπετε τίποτε στον Αστυνομικό εκεί.

Α.         Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα τίποτα για τις βαλίτσες, δεν γνώριζα τι ήταν το περιεχόμενο των βαλιτσών, δεν ήξερα τι υπήρχε μέσα στις βαλίτσες.

Ε.         Εγώ σας λέω ότι αυτό που λέτε δεν ισχύει, για αυτό δεν είπετε τίποτε, έστω ότι είστε αθώα στον Αστυνομικό που σας έκανε ανάκριση στο αεροδρόμιο.

Α.         Δεν αντιλαμβάνομαι την αγγλική, δεν αντιλαμβανόμουν τι γινόταν.

Ε.         Δεν είναι στην αγγλική γλώσσα που γίνετο αυτή η ανάκριση, αλλά αυτή η ανάκριση εγίνετο με τη βοήθεια της διερμηνέας στα ισπανικά.

Α.         Δεν το θυμάμαι.

 

Ο πρώην κατηγορούμενος 1 και σε σχέση με το πιο πάνω ζήτημα, προέβαλε επί της ουσίας την θέση ότι επέλεξε να μην αναφέρει οτιδήποτε κατά την προφορική ανάκριση καθώς ούτε η Κάρλα Μίτα που κλήθηκε για μετάφραση στην Ισπανική καταλάβαινε τι αυτός έλεγε αλλά ούτε και ο ίδιος καταλάβαινε τι η εν λόγω κυρία του έλεγε. Υποστήριξε δηλαδή ότι η Κάρλα Μίτα δεν ήταν κατάλληλη διερμηνέας για την Ισπανική γλώσσα. Ενδεικτικό της θέσης αυτής του πρώην κατηγορούμενου 1 είναι το πιο κάτω μέρος της αντεξέτασης του (πρακτικά ημερ. 5.6.2024).

 

Ε.         Εκεί στο αεροδρόμιο, κύριε, κατά τις δηλαδή την 09/07/23 μεταξύ των ωρών 19:10 -19:20 ανακριθήκατε προφορικά από τον Αστυφύλακα 3742; Από Αστυνομικό της ΥΚΑΝ.

Α.         Ήρθαν εκεί μιλούσαν, μπλα μπλα μπλα, δεν καταλάβαινα τίποτε, γνώριζα την ευθύνη μου  για αυτό που είχε γίνει και η Estefania έκλαιγε άσχημα γιατί βρισκόταν σε κατάσταση σοκ, δεν υπήρχε επίσημης διερμηνέας. Αν υπήρχε επίσημη διερμηνέας θα πρέπει να έχετε και έναν κατάλογο με αυτούς τους επίσημους διερμηνείς. Έφεραν μια καθαρίστρια, την οποία δεν μπορούσα να καταλάβω καθόλου και δεν μιλούσε ισπανικά, δεν καταλάβαινα τίποτε.

…..

Ε.         Εγώ άλλο σας ερώτησα. Σας ρώτησα σας έγινε ανάκριση εκεί στο αεροδρόμιο; Όχι τι είπατε. Αυτό σας ερώτησα, σας έγινε ανάκριση από άντρα της ΥΚΑΝ;

Α.         Μας έκαναν ερωτήσεις, εγώ δεν κατανοούσα, δεν καταλάβαινα από μια υποτιθέμενη διερμηνέα που δεν ήταν γιατί δεν καταλάβαινε καθόλου ισπανικά και προσπαθούσε να βγάλει νόημα όπως μπορούσε για να υπερασπιστεί τον εαυτό της όπως μπορούσε, αλλά δεν την κατανοούσα και εγώ ο ίδιος είπα ότι επιλέγω το δικαίωμα να μην δηλώσω τίποτε, οπότε δεν μπορούσε να γίνει ανάκριση.

….

Ε.         Επίσης σας λέω ότι ήταν πολύ καλή διερμηνέας η Κάρλα Μήτα και ουδέποτε διαμαρτυρηθήκατε στον Αστυνομικό ότι δεν αντιλαμβάνεστουν τη συζήτηση που γίνετουν μεταξύ σου εσένα και του Αστυνομικού παρουσία επίσης και της δεύτερης κατηγορούμενης που επίσης ανακρίθηκε.

Α.         Εγώ δεν υποτιμώ την καθαρίστρια, προσπαθούσε να επικοινωνήσει, δεν το συζητήσω η γυναίκα προσπαθούσε να κάνει το καλύτερο δυνατό, αλλά η γυναίκα δεν καταλάβαινε και ούτε και εγώ μπορούσε να καταλάβω.

 

Ως έχουμε προαναφέρει στο Έγγραφο Α ενώπιον μας καταγράφονται τα παραδεκτά μεταξύ Κατηγορούσας Αρχής και Υπεράσπισης γεγονότα. Στην σελ. 5 του Εγγράφου Α εντοπίζεται μεταξύ άλλων το ακόλουθο παραδεκτό γεγονός.

 

«Ο Βοηθός Τελωνείων κ. Στέλιος Στυλιανού με την βοήθεια της Διερμηνέα Κάρλας Πεθούλια Μιτα, η οποία εργάζεται στο αεροδρόμιο της Πάφου, πληροφόρησε την κατηγορούμενη 2 γραπτώς στη μητρική της γλώσσα για τα δικαιώματα της ως κρατούμενη, τα οποία ανέφερε ότι δεν επιθυμούσε να τα ασκήσει και υπέγραψε σχετικό έντυπο (Τεκμήρια 7 και 7 Α)

 

Σημειώνοντας ότι η κατηγορούμενη 2 εξέφρασε ενώπιον μας θέση αντίθετη με το πιο πάνω παραδεκτό γεγονός καθώς στην ερώτηση «Σας λέω ότι σας εξηγήθηκαν εκεί στο αεροδρόμιο τα δικαιώματα σας ως κρατούμενη με την υπηρεσία διερμηνέας που ήταν στο αεροδρόμιο της μητρικής σας γλώσσας και υπογράψατε εσείς αυτά τα δικαιώματα και δεν ηθέλετε να τα ασκήσετε» αυτή απάντησε «Όχι» (βλ. σελ. 13 πρακτικών ημερ. 20.5.2024), το πιο πάνω παραδεκτό γεγονός πλήττει καίρια την αξιοπιστία της θέσης του πρώην κατηγορούμενου 1 ότι η εν λόγω διερμηνέας δεν γνώριζε και δεν αντιλαμβανόταν την Ισπανική γλώσσα και ότι επί της ουσίας αυτός ήταν και ο λόγος που δεν απάντησε στην όποια ερώτηση στα πλαίσια της προφορικής του ανάκρισης. Βεβαίως το εν λόγω παραδεκτό γεγονός, λαμβάνοντας υπόψη και την προαναφερόμενη άρνηση της κατηγορούμενης 2 περι επεξήγησης των δικαιωμάτων της με την βοήθεια διερμηνέα στην μητρική της γλώσσα, πλήττει και την αξιοπιστία της ίδιας, αξιοπιστία η οποία και περαιτέρω πλήττεται όταν για πρώτη φορά και στα πλαίσια της αντεξέτασης της και μάλιστα με αντιφατικότητα ακόμα και ως προς την εκδοχή του πρώην κατηγορούμενου 1, προέβαλε την θέση ότι η διερμηνέας δεν ήταν παρούσα κατά την ανάκριση της (βλ. απόσπασμα αντεξέτασης της κατηγορούμενης 2 πιο πάνω).      

 

Πέραν όλων των πιο πάνω τα οποία και κατά την κρίση μας καθιστούν ως αναξιόπιστη την μαρτυρία που κατηγορούμενη 2 και κατηγορούμενος 1 έχουν προσφέρει, κρίνουμε σκόπιμο να σχολιάσουμε και κάποιες πρόσθετες αναφορές της κατηγορούμενης 2 τις οποίες προσεγγίζοντας λογικά και στα πλαίσια της ανθρώπινης εμπειρίας, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να αποδεχθούμε.

 

Η κατηγορούμενη 2 υποστήριξε κατά την μαρτυρία της ότι ο πρώην κατηγορούμενος 1 την παρέλαβε από την οικία της, αυτή επιβιβάστηκε στο όχημα του και ακολούθως, όταν ο πρώην κατηγορούμενος 1 στάθμευσε το όχημα του σε χώρο στάθμευσης που προηγείται του αεροδρομίου της Βαρκελώνης και άνοιξε το καπό του αυτοκινήτου του, είδε ότι αυτός είχε μαζί του δύο μεγάλες 20κιλες βαλίτσες και πιο συγκεκριμένα τις βαλίτσες εντός των οποίων εντοπίστηκαν τα ναρκωτικά. Σημειώνοντας ότι στην βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μας αποτελεί κοινό έδαφος μεταξύ Κατηγορούσας Αρχής και Υπεράσπισης ότι τόσο η κατηγορούμενη 2 όσο και ο πρώην κατηγορούμενος 1, πέραν των δύο προαναφερόμενων μεγάλων βαλιτσών, είχαν και από μία πιο μικρή βαλίτσα με τα προσωπικά τους αντικείμενα όπως ρουχισμό κλπ, κατά την αντεξέταση της κατηγορούμενης 2 η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, λαμβάνοντας υπόψη και την θέση της κατηγορούμενης 2 ότι αυτό που η ίδια μόνο γνώριζε είναι ότι θα ερχόταν στην Κύπρο για ολιγοήμερες διακοπές με τον πρώην κατηγορούμενο 1, πολύ λογικά ρώτησε την κατηγορούμενη 2 κατά πόσον της δημιουργήθηκαν ερωτηματικά για το ότι ο πρώην κατηγορούμενος 1, πέραν της βαλίτσας με τα προσωπικά αντικείμενα του, θα έφερνε ακόμα δύο μεγάλες 20κιλες βαλίτσες. Σχετικό το πιο κάτω απόσπασμα από την αντεξέταση της κατηγορούμενης 2 κατά την 20.5.2024. 

 

Ε.         Είχε και άλλη βαλίτσα που είχε τα προσωπικά του αντικείμενα μέσα όπως είχε και εσύ;

Α.         Μάλιστα.

Ε.         Τα ρούχα του κλπ;

Α.         Μάλιστα.

Ε.         Άρα λέτε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε μια βαλίτσα με τα ρούχα του και ακόμη άλλες δύο μεγάλες;

Α.         Μάλιστα.

Ε.         Άλλες δύο μεγάλες 20κιλες; Πολύ μεγάλες βαλίτσες;

Α.         Μάλιστα, περίπου.

Ε.         Φαντάζομαι που τον είδες εκεί στο αυτοκίνητο του που ήταν οι βαλίτσες μέσα τον ρώτησες «τι παίρνεις τόσες βαλίτσες μαζί σου αφού θα πάμε διακοπές;». Τον ρώτησες φαντάζομαι;

Α.         Όχι δεν τον ρώτησα.

Ε.         Δηλαδή λέτε στο Δικαστήριο ότι δεν σας δημιουργήθηκε η απορία τι είχαν αυτές οι βαλίτσες μέσα; Έστω να του κάνετε μια απλή ερώτηση;

Α.         Όχι.

Ε.         Ήταν φυσιολογικό δηλαδή να έχει 20κιλες βαλίτσες έξτρα από την άλλη που είχε τα ρούχα του για εσάς;

Α.         Δεν έδωσα και πολλή σημασία.

Η πιο πάνω θέση της κατηγορούμενης 2 δεν μπορεί στα πλαίσια της λογικής να γίνει αποδεκτή. Γνωρίζει, ως υποστηρίζει, ότι θα βρίσκονται στην Κύπρο για ολιγοήμερες διακοπές και επίσης ότι ο πρώην κατηγορούμενος 1 έχει ήδη, σε άλλη βαλίτσα, τα προσωπικά του αντικείμενα. Είναι δυνατόν, εάν δεν είχε γνώση του περιεχομένου των εν λόγω βαλιτσών, να μην διερωτήθηκε και να μην ρώτησε τον πρώην κατηγορούμενο 1 για ποιο λόγο μεταφέρει μαζί του, για ολιγοήμερες διακοπές, δύο μεγάλες 20κιλες;  Είναι δυνατόν να μην διερωτήθηκε και να μην ρώτησε τι περιέχουν αυτές οι δύο μεγάλες βαλίτσες αφού τα προσωπικά αντικείμενα όπως ρουχισμός κλπ βρίσκονταν σε άλλη βαλίτσα; Η βαρύτητα αυτών των αναπάντητων εύλογων ερωτημάτων σε σχέση με την αξιοπιστία της θέσης της κατηγορούμενης 2 αυξάνεται μάλιστα από το γεγονός ότι μια εκ των δύο αυτών μεγάλων βαλιτσών, ως αποτελεί κοινό και μη αμφισβητούμενος έδαφος, περάστηκε και ζυγίστηκε στο αεροδρόμιο Βαρκελώνης, προτού ταξιδέψουν για Μόναχο, στο όνομα της. Η κατηγορούμενη 2, όταν ρωτήθηκε για αυτό το ζήτημα κατά την αντεξέταση της και πάλι δεν έδωσε πειστική εξήγηση γιατί δεν ρώτησε, ως υποστηρίζει, τον πρώην κατηγορούμενο 1 τι περιείχαν οι βαλίτσες που ως υποστηρίζει η ίδια διατηρούσε άγνοια για το περιεχόμενο τους , μεταξύ των οποίων και αυτή που η ίδια ζύγισε και περάστηκε στο όνομα της. Ανέφερε η κατηγορούμενη 2 «Όχι, αυτός δεν με ρώτησε τι είχα στη δική μου βαλίτσα, έτσι και εγώ δεν τον ερώτησα τι είχε στις δικές του». Δεν έχουμε αμφιβολία ότι και αυτές οι τοποθετήσεις την κατηγορούμενης 2 εντάσσονται στην γενικότερη προσπάθεια της να αποσυνδέσει, με οποιοδήποτε τρόπο, τον εαυτό της από τις δύο μεγάλες βαλίτσες που περιείχαν την μεγάλης ποσότητας κάνναβης αλλά και να αποκλείσει, επικαλούμενη στάση της που εκφεύγει της λογικής των πραγμάτων, προ υπάρχουσα γνώση της για το περιεχόμενο των δύο μεγάλων βαλιτσών.   

 

Στην βάση όλων των πιο πάνω, δεν έχουμε ενδοιασμό να αποδεχθούμε ως αξιόπιστη και την μαρτυρία που οι Μ.Κ.3 , Μ.Κ.4 και Μ.Κ.5 έχουν προσφέρει ενώπιον μας. Τα ενόρκως λεγόμενα τους συμβαδίζουν με παραδεκτά γεγονότα αλλά και με όσα σε ανύποπτο σε σχέση με την καταχώρηση της παρούσας υπόθεση χρόνο έλεγαν είτε σε καταθέσεις τους είτε σε άλλα έγγραφα. Την μαρτυρία τους, η οποία καμία ουσιώδη αντίφαση ή ανακρίβεια αποκαλύπτει, την αποδεχόμαστε στο σύνολο της. Η ερμηνεία βεβαίως της στάσης και συμπεριφοράς της κατηγορούμενης 2 που αποκαλύπτεται μέσα από την αποδεκτή τους μαρτυρία, ανήκει στο Δικαστήριο.

 

Αντίθετη είναι η κρίση μας σε σχέση με την μαρτυρία της κατηγορούμενης 2 και του πρώην κατηγορούμενου 1 οι οποίοι, ως έχουμε και πιο πάνω αναφέρει, έχουν κατά την κρίση μας καταφύγει στο ψεύδος και σε αναφορές που εκφεύγουν της λογικής των πραγμάτων. Δεν έχουμε ενδοιασμό να πούμε ότι σκοπός της κατηγορούμενης 2 και του πρώην κατηγορούμενου 1 ήταν με οποιοδήποτε τρόπο να επιτευχθεί αποσύνδεση της πρώτης από τις δύο βαλίτσες με ναρκωτικά και όχι να βοηθήσουν το Δικαστήριο να καταλήξει στα πραγματικά γεγονότα. Με εξαίρεση επιμέρους ισχυρισμούς τους που συμβαδίζουν είτε με τα παραδεκτά γεγονότα είτε με άλλη αποδεκτή ενώπιον μας μαρτυρία, η μαρτυρία της κατηγορούμενης 2 και του πρώην κατηγορούμενου 1 δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή (βλ. μεταξύ άλλων Ποινικές Εφέσεις 189 και 190/2016 Κ.Σ. ν. Αστυνομίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1396). 

 

 Νομική πτυχή:

 

Η κατηγορία 1 που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη 2, εδράζεται στο άρθρο 371 του Ποινικού Κώδικα το οποίο προνοεί μεταξύ άλλων ότι «Όποιος συνωμοτεί με άλλο να διαπράξει κακούργημα ή να διενεργήσει πράξη σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου η οποία αν διενεργόταν στη Δημοκρατία θα ήταν κακούργημα και η οποία είναι ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στον τόπο όπου σκοπεύεται να διενεργηθεί, είναι ένοχος κακουργήματος...» Να σημειώσουμε εδώ ότι σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 «’’Κακούργημα’’ σημαίνει ποινικό αδίκημα που ορίζεται ρητά απο το νόμο ως κακούργημα ή τέτοιο που δεν ορίζεται ρητά απο το νόμο ως πλημμέλημα, που τιμωρείται, χωρίς απόδειξη προηγούμενης καταδίκης, με ποινή φυλάκισης τριών χρόνων ή βαρύτερης απο αυτή».

 

Ως έχει τονιστεί στην Λαζάρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633:

 

«Το αδίκημα της συνωμοσίας συντελείται από τη στιγμή που δύο ή περισσότερα πρόσωπα συμφωνούν να διαπράξουν αδίκημα ή να επιτύχουν νόμιμο σκοπό με παράνομα μέσα. Δεν είναι αναγκαίο για τη συμπλήρωση του αδικήματος να έχει τελεστεί οτιδήποτε πέραν από τη συμφωνία. Το κατά πόσο οι συνωμότες μετάνιωσαν, σταμάτησαν, παρεμποδίστηκαν, απέτυχαν ή δεν είχαν την ευκαιρία να προωθήσουν το σκοπό της συνωμοσίας, είναι αδιάφορο. Αν ένας κατηγορούμενος αθωωθεί στην κατηγορία για τη διάπραξη ενός αδικήματος , δεν έπεται ότι θα πρέπει να απαλλαγεί και στην κατηγορία με την οποία κατηγορείται για συνωμοσία διάπραξης εκείνου του αδικήματος (Gani ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 134).

 

Η συνωμοσία εκτός της ύπαρξης συμφωνίας , περιλαμβάνει και το στοιχείο της πρόθεσης (mens rea) και για τούτο , η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδεικνύει όχι μόνο την συμφωνία μεταξύ των κατ' ισχυρισμό συνωμοτών να εκτελέσουν ένα παράνομο σκοπό (αποδεικνυόμενης είτε με λόγια είτε άλλο τρόπο επικοινωνίας μεταξύ τους) αλλά επιπρόσθετα θα πρέπει να αποδεικνύει την πρόθεση στη σκέψη του καθενός κατ' ισχυρισμό συνωμότη να εκτελέσει τον παράνομο σκοπό (R vThompson 50 Cr.App.R.1)».

 

Με δεδομένο ότι σχεδόν πάντοτε η όποια συμφωνία μεταξύ δύο η περισσοτέρων προσώπων για την διάπραξη αδικήματος, γίνεται υπό μυστικότητα και είναι έτσι πολύ δύσκολο  να παρουσιαστεί προς απόδειξη μίας τέτοιας συμφωνίας άμεση μαρτυρία, σημειώνουμε ότι η στοιχειοθέτηση του αδικήματος της συνωμοσίας επιτυγχάνεται , τις πλείστες φορές, στη βάση συμπερασμάτων που εξάγονται από την δράση των συνωμοτών κατά την εκτέλεση του κοινού σκοπού τους.

 

Οι κατηγορίες 2, 3 και 4, οι οποίες αφορούν σε εισαγωγή, κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου, εδράζονται σε πρόνοιες του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 ως αυτός έχει τροποποιηθεί αλλά και στα άρθρα 20 και 21 του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πιο πάνω Ν.29/77, το οποίο εντοπίζεται στην νομική βάση και των τριών πιο πάνω κατηγοριών, «ελεγχόμενον φάρμακον» σημαίνει οιανδήποτε ουσίαν ή προϊόν εκάστοτε καθοριζόμενο στο Μέρος Ι,ΙΙ ή ΙΙΙ του Πρώτου Πίνακος του εν λόγω Νόμου. Σημειώνουμε εδώ ότι σύμφωνα με το μέρος ΙΙ του προαναφερόμενου πίνακος, η κάνναβη συγκαταλέγεται στα ελεγχόμενα φάρμακα Τάξεως Β.

 

Το άρθρο 4(1)(α) του πιο πάνω Ν.29/77, προνοεί ότι η εισαγωγή ελεγχόμενου φαρμάκου απαγορεύεται. Να σημειώσουμε εδώ ότι στην Κλεομένης ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 29/12, απόφαση ημερ. 20.5.2013, επισημάνθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι ο όρος «εισαγωγή» καλύπτει τη μεταφορά εντός της Δημοκρατίας, από άλλη χώρα, ελεγχόμενου και ταυτόχρονα απαγορευμένου φαρμάκου.

 

Τα εδάφια 1 και 2 του άρθρου 6 του πιο πάνω Ν.29/77, προνοούν ότι αποτελεί αδίκημα η κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου χωρίς άδεια που ο Νόμος προβλέπει. Το εδάφιο 3 του πιο πάνω άρθρου 6 προνοεί ότι η κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα αποτελεί επίσης αδίκημα. Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 30 Α του Ν.29/77, πρόσωπο που έχει στην κατοχή του ελεγχόμενου φάρμακο μεγαλύτερης ποσότητας από αυτήν που το εν λόγω άρθρο καθορίζει, τεκμαίρεται ότι κατείχε το εν λόγω ελεγχόμενο φάρμακο με σκοπό να το προμηθεύσει σε άλλο άτομο εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο, δηλαδή εκτός εάν αποσείσει με πιθανολόγηση ή εύλογη αμφιβολία το βάρος που έχει ότι δεν κατείχε τα ναρκωτικά με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Ως έχει λεχθεί στην Ηλία ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 432 «....στην υπόθεση Μαυρικίου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 359, όπου εξετάστηκαν οι πρόνοιες του τεκμηρίου που δημιουργεί το Άρθρο 30 Α του Νόμου, αναφέρθηκε, με αναφορά στην υπόθεση Σκούλλου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 87 ότι το νομοθετικό αυτό τεκμήριο είναι μαχητό και δεν μεταθέτει το νομικό βάρος απόδειξης στον κατηγορούμενο, το οποίο βάρος παραμένει πάντα στους ώμους της κατηγορούσας αρχής, πλήν όμως θέτει στον κατηγορούμενο το βάρος όπως δημιουργήσει λογική αμφιβολία».

 

Σημειώνουμε εδώ ότι στην περίπτωση κάνναβης, η ποσότητα που το πιο πάνω άρθρο 30 Α του Ν.29/77 καθορίζει, είναι 30 ή περισσότερα γραμμάρια.

 

Ως και η νομολογία έχει αναγνωρίσει (βλ. μεταξύ άλλων Κώστας Κοσμάς Κούκος ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 64), η αντικειμενική υπόσταση (actus reus) της κατοχής συνίσταται είτε σε άμεση φυσική φύλαξη του αντικειμένου, είτε σε εξυπακουόμενη κατοχή καθώς και το άρθρο 2(3) του Ν.29/77 προβλέπει ότι αντικείμενα που τελούν υπό τον έλεγχο προσώπου θεωρούνται ότι βρίσκονται στην κατοχή αυτού ανεξάρτητα αν βρίσκονται υπό την φύλαξη άλλου προσώπου. Σε κάθε όμως περίπτωση, είτε υπό την μια είτε υπό την άλλη έννοια, η κατοχή θα πρέπει να συνοδεύεται με ταυτόχρονη γνώση (mens rea) της φύσεως του πράγματος το οποίο αποτελεί αντικείμενο της κατοχής. Η γνώση αυτή αποδεικνύεται είτε με άμεση είτε με περιστατική μαρτυρία. Κατά κανόνα συμπεραίνεται από τα ίδια τα περιστατικά της υπόθεσης. Ως έχει λεχθεί στην Youssef v. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 289,295 «Επειδή βέβαια το στοιχείο της γνώσης συνήθως ανάγεται αποκλειστικά στην πνευματική λειτουργία του κατηγορούμενου, η Κατηγορούσα Αρχή μπορεί να το αποδείξει με την τεκμηρίωση στοιχείων και περιστατικών που περιβάλλουν την υπόθεση και που αποδεικνύουν πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την γνώση. Οποιαδήποτε εξήγηση του κατηγορούμενου που δημιουργεί αμφιβολία στο Δικαστήριο για την ύπαρξη αυτού του στοιχείου, δηλαδή της γνώσης, οδηγεί στην αθώωση του».

 

Σχετικό με το θέμα της κατοχής και της γνώσης είναι και το άρθρο 32 του Ν.29/77 το οποίο κάτω απο τον υπότιτλο «Απόδειξη άγνοιας, κλπ., αποτελούσιν υπεράσπισιν εν τη εκδίκασει ωρισμένων αδικημάτων» προνοεί ότι:

 

«32.-(1) Το παρόν άρθρον εφαρμόζεται εις αδικήματα βάσει των ακολούθων διατάξεων του παρόντος Νόμου, ήτοι των Άρθρων 5(2) και (3), 6(2) και (3), 7(2) και 10.

 

(2)       Υπό την επιφύλαξιν του εδαφίου (3) κατωτέρω εν τη εκδικάσει οιουδήποτε αδικήματος εις το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται, αποτελεί υπεράσπισιν δια τον κατηγορούμενον η απόδειξις ότι δεν είχε γνώσιν ή υποψίαν ούτε λόγον να υποψιασθή την ύπαρξιν οιουδήποτε γεγονότος προβαλλομένου υπό της κατηγορίας όπερ η κατηγορία δεoν να αποδείξη ίνα καταδικασθή ούτος δια το εν τω κατηγορητηρίω αδίκημα.

 

(3)       Εν τη εκδικάσει οιουδήποτε αδικήματος δια το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται, ίνα καταδικασθή ο κατηγορούμενος δέον όπως η κατηγορία αποδείξη ότι ουσία τις ή προϊόν τι σχετιζόμενος με το προσαπτόμενον αδίκημα ήτο το ελεγχόμενο φάρμακον όπερ η κατηγορία ισχυρίζεται και αποδεικνύεται ότι η εν λόγω ουσία ή προϊόν  ήτο τω όντι το εν λόγω ελεγχόμενον φάρμακον-

 

(α) ο κατηγορούμενος δεν απαλλάσσεται του αδικήματος λόγω μόνον ότι ούτος αποδεικνύει ότι δεν εγνώριζεν ή υποπτεύετο ούτε είχε λόγον να υποπτευθή ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήτο το ειδικώς αναφερόμενον φάρμακον περί ου ο ισχυρισμός· αλλά ούτος

(β) απαλλάσσεται του αδικήματος -

(i)   εάν αποδείξη ότι δεν είχε γνώσιν ή υποψίαν ή λόγον να υποπτεύηται ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήτο ελεγχόμενον φάρμακον· ή

(ii)   εάν αποδείξη ότι επίστευε, ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήτο ελεγχόμενον φάρμακον, ή ελεγχόμενον φάρμακον τοιαύτης περιγραφής ώστε, εάν τούτο ήτο πράγματι το εν λόγω ελεγχόμενον φάρμακον ή ελεγχόμενον φάρμακον τοιαύτης περιγραφής, ούτος δεν θα διέπραττε κατά τον ουσιώδη χρόνον αδίκημα εις το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται.

 

(4) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων θέλει επηρεάσει δυσμενώς οιανδήποτε υπεράσπισιν ην δύναται να προβάλη πρόσωπον τι κατηγορούμενον δι' αδίκημα εις το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται

 

Ως προς την ερμηνεία του Άρθρου 32 ανωτέρω, στην Κούκος πιο πάνω λέχθηκαν απο το Ανώτατο Δικαστήριο τα ακόλουθα:

 

«Η κατηγορούσα αρχή έχει το βάρος να αποδείξει ότι ο κατηγορούμενος είχε υπό την κατοχή ή τον έλεγχο του , εν γνώσει του , ένα δέμα , το οποίο περιείχε κάτι. Αυτό στοιχειοθετεί την απαραίτητη κατοχή. Περαιτέρω η κατηγορούσα αρχή έχει το βάρος να αποδείξει ότι το δέμα περιείχε το επίδικο ναρκωτικό. Αν αυτά αποδειχθούν , τότε εναποτίθεται το βάρος στους ώμους του κατηγορούμενου «να αποδείξει» ότι η υπόθεση εμπίπτει στα πλαίσια του Άρθρου 32 του Νόμου».

 

Να επισημάνουμε εδώ ότι η αναφορά στο Άρθρο 32 του Ν.29/77  περί βάρους στον κατηγορούμενο «να αποδείξει», δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εναποθέτει στους ώμους του κατηγορούμενου οποιοδήποτε βάρος να αποδείξει τους ισχυρισμούς του. Η δημιουργία μαχητού τεκμηρίου, ως έχουμε και πιο πάνω αναφέρει, δεν μεταθέτει το νομικό βάρος απόδειξης στον κατηγορούμενο το οποίο και παραμένει πάντα στους ώμους της Κατηγορούσας Αρχής. Αυτό που θέτει στον κατηγορούμενο είναι την υποχρέωση να προκαλέσει και να δημιουργήσει λογική αμφιβολία. Διαφορετική προσέγγιση θα παραβίαζε το συνταγματικά κατοχυρωμένο τεκμήριο της αθωότητας.

 

Ως έχει λεχθεί στην Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211,218 «Εκείνο που θέλω να τονίσω ιδιαίτερα είναι ότι η γνώση εκ μέρους του εφεσείοντα ως προς το πραγματικό περιεχόμενο της τσάντας που παραδέχεται ότι κρατούσε στα χέρια του, αποτελεί ένα απο τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος για το οποίο το Κακουργιοδικείο τον είχε καταδικάσει με την υπό έφεση απόφαση του▪ ότι το τεκμήριο αθωότητας που κατοχυρωνέται με το άρθρο 12.4 του Συντάγματος δεν επιτρέπει οποιαδήποτε ερμηνεία του άρθρου 32(3)(β)(ι)* του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Νόμος αρ. 29 του 1977) η οποία θα αφαιρούσε την υποχρέωση απο την κατηγορούσα αρχή να αποδείξει κατά τρόπο θετικό ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι η τσάντα που κατείχε περιείχε ναρκωτικά και θα επέβαλλε σ' αυτόν την υποχρέωση να αποδείξει την έλλειψη της απαραίτητης αυτής γνώσης και ότι σε υποθέσεις όπως η παρούσα ''κατοχή'' εν τη εννοία του Νόμου σημαίνει φυσικό έλεγχο με ταυτόχρονη γνώση της φύσεως του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής.» 

 

Σε κάθε περίπτωση, η απόσειση του αποδεικτικού βάρους απο την Υπεράσπιση δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για αθώωση. Ο κατηγορούμενος δικαιούται αθώωσης αν στο τέλος της υπόθεσης και στην βάση του συνόλου της μαρτυρίας που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου, δημιουργηθεί μια εύλογη αμφιβολία. Ως καταγράφεται στο Σύγραμμα Phipson on Evidence 15η Έκδοσηπαρ. 4-13, σελ. 65 ''Discharge of the evidential burden by the defence is not a prerequisite to an acquittal. The accused is entitled to be acquitted if at the end of and on the whole of the case, there is reasonable doubt created by the evidence given either by the prosecution or the prisoner''.

 

Η κατηγορία 5 που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη 2 και η οποία αφορά σε νομιμοποίηση εσόδων απο παράνομη δραστηριότητα, εδράζεται, ως έχουμε προαναφέρει, στο άρθρο 4 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων απο Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου 188(I)/2007. Το εδάφιο 1 του εν λόγω άρθρου προνοεί μεταξύ άλλων ότι πρόσωπο το οποίο αποκτά, κατέχει ή χρησιμοποιεί οποιασδήποτε μορφής περιουσία η οποία γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι αποτελεί έσοδο απο παράνομη δραστηριότητα, είναι ένοχο αδικήματος. Σύμφωνα με το εδάφιο 2(γ) του εν λόγω άρθρου 4, το συστατικό στοιχείο της γνώσης για το αδίκημα που το εδάφιο (1) του εν λόγω άρθρου 4 δημιουργεί, μπορεί να αποδειχθεί από αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις, δηλαδή με περιστατική μαρτυρία, με το βάρος απόδειξης βεβαίως να παραμένει πάντα στους ώμους της Κατηγορούσας Αρχής (βλ. και Ποινική Έφεση 98/20 σχ. με Ποινικές Εφέσεις 140/20 και 142/20, Δημοκρατία ν. Περδίκη, απόφαση ημερ. 27.5.2021). 

 

Στην νομική βάση όλων των κατηγοριών 2, 3, 4 και 5 που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη 2, εντοπίζονται και τα άρθρα 20 και 21 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Το άρθρο 20 προνοεί μεταξύ άλλων ότι όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα, ένοχος για την διάπραξη του εν λόγω αδικήματος είναι, πέραν απο εκείνο που διενεργεί πράγματι την έκνομη πράξη ή παράλειψη, και εκείνος που μεταξύ άλλων παρέχει βοήθεια σε άλλον για την διάπραξη αδικήματος. Το δε άρθρο 21 προνοεί ότι «Αν δύο ή περισσότεροι διαμορφώσουν κοινή πρόθεση για την επιδίωξη απο κοινού κάποιου παράνομου σκοπού και κατά την επιδίωξη του σκοπού αυτού διαπραχτεί ποινικό αδίκημα τέτοιας φύσης, ώστε η διάπραξη του να ήταν πιθανή συνεπεία της επιδίωξης του πιο πάνω σκοπού, ο κάθε ένας απο αυτούς θεωρείται ότι διέπραξε το ποινικό αδίκημα».

 

 

 

 

 

Συμπεράσματα – Κατάληξη

 

Ως μεταξύ άλλων προκύπτει από τα ενώπιον μας παραδεκτά γεγονότα και αποδεκτή μαρτυρία, η κατηγορούμενη 2 έφτασε την 9.7.2023 και περί ώρα 17:10 στο αεροδρόμιο Πάφου με την πτήση LH1770 από Μόναχο Γερμανίας και ακολούθως κατευθύνθηκε προς τον ιμάντα παραλαβής αποσκευών 3 του αεροδρομίου Πάφου στον οποίο και θα κατέληγαν οι αποσκευές των επιβατών της πιο πάνω πτήσης. Εκεί στον ιμάντα 3, συνομιλούσε και είχε οικειότητα με τον πρώην κατηγορούμενο 1. Αναμένοντας να παραλάβουν αποσκευές, κατηγορούμενη 2 και πρώην κατηγορούμενος 1, κοίταζαν δεξιά και αριστερά μήπως κάποιος τους βλέπει/παρακολουθεί. Στη συνέχεια, η κατηγορούμενη 2 παρέλαβε από τον ιμάντα 3 μια μωβ μεγάλη βαλίτσα η οποία περιείχε κάνναβη, δηλαδή ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β, συνολικής ποσότητας 6 κιλών και 976.6 γρ. και η οποία ποσότητα ήταν διαμοιρασμένη σε 8 κλειστές αεροστεγώς συσκευασίες. Την εν λόγω αποσκευή, με βάση τα ενώπιον μας παραδεκτά γεγονότα και αποδεκτή μαρτυρία, αφού την παρέλαβε από τον ιμάντα 3 την τοποθέτησε σε καρότσι αποσκευών που είχε στην κατοχή του ο πρώην κατηγορούμενος 1. Στο εν λόγω καρότσι αποσκευών τοποθέτησε και ο κατηγορούμενος 1 μια μαύρη μεγάλη βαλίτσα που επίσης περιείχε κάνναβη, δηλαδή ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β, συνολικής ποσότητας 6 κιλών και 980.5 γρ. η οποία επίσης ήταν διαμοιρασμένη σε 8 κλειστές αεροστεγώς συσκευασίες. Η κατηγορούμενη 2 και ο πρώην κατηγορούμενος 1, κινήθηκαν μαζί και με το καρότσι αποσκευών και τις βαλίτσες με την κάνναβη επί αυτού, προς την πράσινη δίοδο (ουδέν προς δήλωση) έτσι ώστε να εξέλθουν του αεροδρομίου. Μαζί τους είχαν και από μία πιο μικρή βαλίτσα με ρουχισμό και προσωπικά τους αντικείμενα. Ανακόπηκαν για έλεγχο των αποσκευών τους και αφού οι δύο μεγάλες βαλίτσες ανοίχθηκαν στην παρουσία τους εντοπίστηκαν οι κλειστές αεροστεγώς συσκευασίες με την κάνναβη σε κάθε μια από τις βαλίτσες αυτές. Η κατηγορούμενη 2, βλέποντας το περιεχόμενο των δύο μεγάλων αυτών βαλιτσών και πιο συγκεκριμένα τις συσκευασίες με τα ναρκωτικά, καμία αντίδραση δεν είχε ούτε εξέφρασε έκπληξη σε σχέση με το περιεχόμενο τους. Σε τσαντάκι της κατηγορούμενης 2 εντοπίστηκαν οι ετικέτες απόδειξης ζύγισης και των δύο μεγάλων βαλιτσών που περιείχαν στο εσωτερικό τους κάνναβη οι οποίες ταυτίζονταν με τις ετικέτες απόδειξης ζύγισης που βρίσκονταν στα χερούλια των δύο μεγάλων βαλιτσών. Η σχετική με την μεγάλη μαύρη βαλίτσα ετικέτα απόδειξης ζύγισης έφερε τα στοιχεία του πρώην κατηγορούμενου 1 και η σχετική με την μωβ μεγάλη βαλίτσα ετικέτα έφερε τα στοιχεία της κατηγορούμενης 2. Μέχρι και την 12.7.2023 που η κατηγορούμενη 2 έδωσε κατάθεση μετά που συμβουλεύτηκε δικηγόρο, αυτή, είτε προς τελωνειακούς λειτουργούς που διενήργησαν τον έλεγχο των αποσκευών, είτε κατά την σύλληψη της στο αεροδρόμιο, είτε προς μέλη της Αστυνομίας που ήταν παρόντα στο αεροδρόμιο και με τα οποία είχε επαφή, είτε στα πλαίσια προφορικής ανάκρισης που έλαβε χώρα στο αεροδρόμιο Πάφου, είτε και ακολούθως που μεταφέρθηκε σε αστυνομικό σταθμό, ουδέποτε εξέφρασε τα όσα με την κατάθεση της ημερομηνίας 12.7.2023 είχε εκφράσει. Δηλαδή και μεταξύ άλλων, ότι η ίδια, στην βάση παραστάσεων του πρώην κατηγορούμενου 1, πίστευε ότι σκοπός του ταξιδιού στην Κύπρο ήταν για διακοπές προς αναθέρμανση της σχέσης της με τον τελευταίο και ότι δεν είχε γνώση για το τι περιείχαν οι δύο μεγάλες βαλίτσες, ισχυρισμός ο οποίος, στην βάση της αξιολόγησης της μαρτυρίας της δεν γίνεται, για λόγους που έχουμε ήδη εξηγήσει, αποδεκτός. Δεν αγνοούμε το δικαίωμα ενός υπόπτου/συλληφθέντα να παραμείνει σιωπηλός. Όμως ως προκύπτει και μέσα από την αξιολόγηση της μαρτυρίας που έχει προσφερθεί ενώπιον μας, η κατηγορούμενη 2, όπως και για την μη αντίδραση και μη έκπληξη της κατά το άνοιγμα των βαλιτσών, έτσι και ως προς την μη προβολή οιασδήποτε θέσης περι άγνοιας της σε προγενέστερο της κατάθεσης της χρόνο, κατέφυγε σε εκδοχές οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές για λόγους που έχουμε ήδη εξηγήσει. Δεν έχουμε αμφιβολία, στα πλαίσια της ανθρώπινης εμπειρίας και της λογικής των πραγμάτων, ότι εάν όντως η κατηγορούμενη 2 δεν γνώριζε τι περιείχαν οι δύο μεγάλες βαλίτσες, από την πρώτη στιγμή και βλέποντας το παράνομο περιεχόμενο τους και με γνωστές σε αυτή, όπως και για κάθε άνθρωπο, τις συνέπειες μίας τέτοιας έκνομης δραστηριότητας, θα είχε πολύ διαφορετική αντίδραση μπροστά στις επιβαρυντικές για την ίδια εξελίξεις από αυτή που σύμφωνα με την ενώπιον μας αποδεκτή μαρτυρία είχε.

   

Στην βάση όλων των πιο πάνω και έχοντας περαιτέρω κατά νου ότι η κατηγορούμενη 2 και όχι μόνο (βλ. και μαρτυρία πρώην κατηγορούμενου 1), ως προκύπτει μέσα από την αξιολόγηση της μαρτυρίας, προσπάθησε ακόμα και με καταφυγή στο ψεύδος σε σχέση με ουσιώδη ζητήματα να επιτύχει την αποσύνδεση της από τις δύο μεγάλες βαλίτσες και το παράνομο περιεχόμενο τους (βλ. μεταξύ άλλων Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R. 73), είναι η κρίση μας ότι το μόνο συμπέρασμα που στα πλαίσια της λογικής προκύπτει είναι ότι πρώην κατηγορούμενος 1 και κατηγορούμενη 2 συνεργαζόμενοι έδρασαν από κοινού με σκοπό να εισαγάγουν στην Δημοκρατία ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β και πιο συγκεκριμένα ποσότητα κάνναβης συνολικού βάρους 13 κιλών και 957,1 γρ. η οποία ήταν διαμοιρασμένη σε δύο βαλίτσες και εντός ισάριθμών για κάθε βαλίτσα κλειστών αεροστεγώς συσκευασιών, με σκοπό αυτή η ποσότητα κάνναβης, μέσω κατοχής της από τους ιδίους, να καταλήξει σε άλλα πρόσωπα μέσω σχετικής προμήθευσης που θα ακολουθούσε. Η κοινή αυτή δράση τους αποκαλύπτει βεβαίως συμφωνημένη αλληλοβοήθεια και συνεργασία τους προς την επίτευξη του συνόλου της προαναφερόμενης έκνομης δραστηριότητας.  

 

Στην βάση των πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψη το νομοθετικό υπόβαθρο των κατηγοριών 1, 2, 3 και 4,είναι η κατάληξη μας ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει επιτύχει να αποδείξει, στον βαθμό που απαιτείται σε μια ποινική υπόθεση, δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, τα όσα μέσω των πιο πάνω κατηγοριών προσάπτει στην κατηγορούμενη 2.

 

Αντίθετη είναι η κατάληξη μας ως προς την κατηγορία 5. Σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα, στο αεροδρόμιο Πάφου εντοπίστηκε σε τσαντάκι ώμου του πρώην κατηγορούμενου 1 το χρηματικό ποσό των 750 ευρώ. Αξιολογώντας την μαρτυρία του πρώην κατηγορούμενου 1 ως αναξιόπιστη όμως, κρίνουμε ότι δεν υπάρχει ενώπιον μας αποδεκτή μαρτυρία από την οποία θα μπορούσαμε να εξάγουμε ασφαλές συμπέρασμα γεγονότος ως προς την πηγή του εν λόγω συγκεκριμένου χρηματικού ποσού εφόσον το μόνο πρόσωπο το οποίο αναφέρθηκε στην προέλευση του εν λόγω χρηματικού ποσού, ήταν ο πρώην κατηγορούμενος 1.

 

Στην βάση όλων των πιο πάνω, η κατηγορούμενη 2 κρίνεται ένοχη στις κατηγορίες 1, 2, 3 και 4. Αθωώνεται στην κατηγορία 5.

 

Προτού εγκαταλείψουμε την απόφαση μας αυτή και για σκοπούς πληρότητας, κρίνουμε σκόπιμο να σημειώσουμε ότι δεν έχει διαφύγει της προσοχής μας ότι στον τίτλο του κατηγορητηρίου η κατηγορούμενη 2 αναγράφεται ως EFTEFANIA LLOR SANCHEZ ενώ στην ταυτότητα της, η οποία απεικονίζεται και στην φωτογραφία 19 του Τεκμηρίου 2 και στην οποία φαίνεται ο αριθμός ταυτότητας [ ], το πρόσωπο της και τα προσωπικά της στοιχεία, αναγράφεται ESTEFANIA LLOR SANCHEZ. Η κατηγορούμενη 2 ποτέ δεν ήγειρε ζήτημα σε σχέση με την ταυτότητα της στην βάση του ότι αναγράφεται EFTEFANIA αντί ESTEFANIA στον τίτλο του κατηγορητηρίου και σε κάθε περίπτωση ο αριθμός ταυτότητας επί του κατηγορητηρίου συνάδει με τον αριθμό ταυτότητας της κατηγορούμενης 2. Πρόκειται βεβαίως για το ίδιο άτομο.

 

 

                                                                                                Υπ…………………………………………….

                                                                    Μ. Δρουσιώτης, Π.Ε.Δ.

Υπ……………………………………………

Π. Κυριακίδης, Α.Ε.Δ.

Υπ…………………………………………

Ε. Πεύκου, Ε.Δ.

 

 

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο