ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Αρ. Υπόθεσης: 8793/2023, 26/6/2024
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Αρ. Υπόθεσης: 8793/2023, 26/6/2024

ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:    Μ. Δρουσιώτη, Π.Ε.Δ.

                       Π. Κυριακίδη, Α.Ε.Δ.

                        Ε. Πεύκου, Ε.Δ.

 

Αρ. Υπόθεσης: 8793/2023

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

v.

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Κατηγορουμένων

--------------------

Ημερομηνία: 26 Ιουνίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Δημοκρατία: κος Α. Χατζηκύρου

Για Κατηγορούμενο: κα Α. Σαββίδου

Κατηγορούμενος: Παρών

 

 

ΠΟΙΝΗ

 

 

Ο κατηγορούμενος, συνεπεία παραδοχής του, κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπισε και οι οποίες συνίστανται σε:

 

      i.        Η 2η κατηγορία αφορά κατοχή πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8 δίχως άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας κατά παράβαση του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου, Ν. 113 (Ι)/2004.

    ii.        Η 3η και 4η κατηγορία αφορούν τη μεταφορά και χρήση πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8 δίχως άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας κατά παράβαση του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου, Ν. 113 (Ι)/2004 αντίστοιχα.

   iii.        Η 5η κατηγορία αφορά κατοχή εκρηκτικών υλών, ήτοι 114 φυσιγγίων, δίχως την άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών κατά παράβαση του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54.

   iv.        Η 6η και 7η κατηγορία αφορούν τη μεταφορά και τη χρήση εκρηκτικών υλών, ήτοι 8 και 2 φυσιγγίων αντίστοιχα, δίχως την άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών κατά παράβαση του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54 αντίστοιχα.

    v.        Η 8η κατηγορία αφορά την κατοχή πυροβόλου όπλου με σκοπό να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή κατά παράβαση του Άρθρου 92 του Κεφ. 154.

   vi.        Η 9η κατηγορία αφορά πυροβολισμό με πυροβόλο όπλο μέσα σε κατοικημένη περιοχή κατά παράβαση του Άρθρου 374 (η) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

  vii.        Η 10η κατηγορία αφορά πράξεις που στοχεύουν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης κατά το Άρθρο 228 (α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

 

Η ποινική δίωξη εναντίον του κατηγορουμένου ανεστάλη ως προς την κατηγορία 1 που αφορούσε το αδίκημα της απόπειρας φόνου κατά παράβαση του Άρθρου 214 (α) του Κεφ. 154 και συνεπόμενα απαλλάχτηκε τούτης.

 

Τα γεγονότα που περιβάλλουν τις ως άνω κατηγορίες εκτίθενται στο κατηγορητήριο και στην Έκθεση Γεγονότων που παρουσίασε ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν από τη συνήγορο του κατηγορουμένου. Παρατίθενται κατά τρόπο συνοπτικό ως ακολούθως:

 

Στις 24/9/2023 και ώρα 04:00 ο κατηγορούμενος μετέβη στο νυχτερινό κέντρο «Loft» στην Πάφο όπου ήταν και ο παραπονούμενος με τους φίλους του. Σε κάποια στιγμή ο κατηγορούμενος και ο παραπονούμενος θεώρησαν ότι «ζαοκοίταζε» ο ένας τον άλλον. Αργότερα, συναντήθηκαν στο χώρο στάθμευσης του κέντρου όπου υπήρξε παρεξήγηση και με παρέμβαση τρίτων, δεν προέκυψε καβγάς. Ο κατηγορούμενος και ο παραπονούμενος έκαναν χειραψία και ο κατηγορούμενος είπε στον παραπονούμενο ότι θα περάσει από το σπίτι του παραπονούμενου στις 10:00 το πρωί για να μιλήσουν. Εγκατέλειψαν αμφότεροι το μέρος και ειδικότερα ο κατηγορούμενος κατευθύνθηκε προς την οικία του όπου εντόπισε το κυνηγετικό όπλο το οποίο άνηκε στον πατέρα του αλλά ήταν υπό τη φύλαξη του ιδίου, το πήρε μαζί με τα κυνηγετικά φυσίγγια και με το όχημά του κατευθύνθηκε στην οικία του παραπονουμένου στο Ψάθι. Φτάνοντας εκεί, στάθμευσε το όχημά του μέσα στην αυλή της οικίας του παραπονουμένου και μετά από λίγο και περί ώρα 05:45, ο παραπονούμενος έφτασε και στάθμευσε το όχημά του στην αριστερή πλευρά της αυλής της οικίας του. Ο κατηγορούμενος κατευθύνθηκε προς το όχημα του παραπονουμένου κρατώντας το όπλο το οποίο προέταξε προς τον παραπονούμενο ο οποίος καθόταν στη θέση του οδηγού και τον πυροβόλησε 2 φορές. Η μία βολή έπληξε τον τοίχο κατά μήκος του οποίου ήταν παρκαρισμένο το όχημα του παραπονουμένου και η άλλη βολή έπληξε τον παραπονούμενο στην αριστερή μισή πλευρά του προσώπου προκαλώντας ακόμη τραύμα στον αριστερό αντιβραχίονα, στο αριστερό άνω ημιθωράκιο και στην αριστερή άκρα χείρα. Κατόπιν των πυροβολισμών και αφού εξήλθαν οι οικείοι του παραπονούμενου, ο παραπονούμενος είπε στον πατέρα του ότι ο κατηγορούμενος τον πυροβόλησε και ο κατηγορούμενος ακινητοποιήθηκε από συγγενικά πρόσωπα του παραπονούμενου.

 

Μεταβαίνοντας ο παραπονούμενος στο Γενικό Νοσοκομείο Πάφου, υπεβλήθη σε αξονική τομογραφία και προς τούτο κατατέθηκε η κατάθεση της Δρος Τάνιας Γεωργίου, ακτινολόγου, ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Α». Κρίθηκε έπειτα πως ήταν επείγον να μεταφερθεί στην εντατική θεραπεία του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας και κατόπιν της αξιολόγησης του Δρος Χρύσανθου Γεωργίου, σύμφωνα με την οποία διαπιστώθηκαν βαριά κάκωση αριστερής παριάς, θλαστικό τραύμα στο θώρακα με αιμορραγία, αιμάτωμα στη μασχάλη, τραύμα στην αριστερή πηχυοκαρπική χώρα, και βάσει των ακτινολογικών ευρημάτων, υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση και νοσηλεύτηκε ως και τις 29/9/2023. Διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι θα χρειαστεί επέμβαση από πλαστικό χειρούργο για αισθητική αποκατάσταση.

 

Κατά τη σωματική έρευνα του κατηγορουμένου από την αστυνομία όταν κατέφθασε στο σπίτι του παραπονουμένου εντοπίστηκαν 6 πλήρη φυσίγγια. Ο κατηγορούμενος συνελλήφθη για το αδίκημα της παράνομης κατοχής εκρηκτικών υλών και αφού τού επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο, ο κατηγορούμενος απάντησε «Εν τούτα που μείναν πάνω μου, που έπαιξα τον Ανδρέα». Ο κατηγορούμενος δίνοντας θεληματική κατάθεση στο ΤΑΕ Πάφου ανέφερε ότι 2 ½ περίπου μήνες προηγουμένως, υπήρξε αντιπαράθεση με τον παραπονούμενο η οποία επιβεβαιώθηκε από την αστυνομία. Συλληφθείς ο κατηγορούμενος δυνάμει δικαστικού εντάλματος και αφού τού επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο, απάντησε «Την αλήθκεια είπα σας την στην κατάθεσή μου. Απολογούμαι για την πράξη μου τζιαι ζητώ συγγνώμη». Ο κατηγορούμενος συγκατατέθηκε στη λήψη δειγμάτων για γενετικές εξετάσεις DNA, αποτυπώματα και υπέδειξε σκηνές στην αστυνομία.

 

Ο παραπονούμενος σε δική του κατάθεση επιβεβαίωσε πως είχε προηγηθεί επεισόδιο στο κέντρο στο Πολέμι και στο τέλος του επεισοδίου ο κατηγορούμενος και ο παραπονούμενος έδωσαν τα χέρια.

 

Τέλος, σύμφωνα με λειτουργό της υπηρεσίας Θήρας και σε έλεγχο που έγινε στο σύστημα καταχωρήσεων κυνηγών, διαπιστώθηκε ότι ο κατηγορούμενος κατείχε άδεια κυνηγιού για την κυνηγετική περίοδο 2019 – 2020. Από τότε δεν εκδόθηκε άδεια κυνηγιού εν ονόματι του κατηγορουμένου και όποιο πρόσωπο δεν έχει ανανεωμένη άδεια κυνηγιού, δεν επιτρέπεται να μεταφέρει εκρηκτικές ύλες, δηλαδή φυσίγγια. Επίσης, σύμφωνα με την εν λόγω υπηρεσία, στις 24/9/2023, δεν επιτρεπόταν το κυνήγι στην ευρύτερη περιοχή της κοινότητας Ψάθι της επαρχίας Πάφου. Ο κατηγορούμενος είναι πρόσωπο το οποίο απαγορεύεται να κατέχει όπλα και δεν είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης οποιουδήποτε πυροβόλου όπλου. Είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

Η ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορουμένου, αγορεύοντας για μετριασμό της ποινής, κάλεσε το Δικαστήριο να συνυπολογίσει προς όφελος του, την ειλικρινή μεταμέλεια του κατηγορουμένου και την παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου κατόπιν της τροποποίησης του κατηγορητηρίου επισημαίνοντας ωστόσο το άμεσο αυτής εξ υπαρχής, επικαλούμενη κατάθεση του κατηγορουμένου, ημερ. 24/9/2023, 2 ώρες μετά τη διάπραξη του αδικήματος, κατά την οποία δήλωσε πως το μετάνιωσε και προέβη σε τούτο πάνω στα νεύρα του. Έθεσε πως η συνεργασία με την αστυνομία ήταν πλήρης, προέβη δε και σε υπόδειξη σκηνών. Η συνήγορος του κατηγορουμένου επεσήμανε πως η έμπρακτη μεταμέλεια του κατηγορουμένου διαγράφεται έτι περαιτέρω από το γεγονός πως ο ίδιος αποζημίωσε τον παραπονούμενο για τις σωματικές βλάβες που υπέστη, την ψυχική ταλαιπωρία, τα πραγματικά και μελλοντικά έξοδά του τα οποία ανήλθαν στο αιτηθέν ποσό των €130.000 το οποίο καταβλήθηκε αφενός από δανειοδοτηθέν ποσό το οποίο κατηγορούμενος θα εξοφλήσει έπειτα όταν δουλέψει, και αφετέρου από τα χρήματα που άντλησε από τον πρόσφατο γάμο του (ύψους €50.000). Αναφέρθηκε ακόμη πως ο κατηγορούμενος κατέβαλε πρόσθετα τα έξοδα της δικηγόρου του παραπονουμένου ύψους €3.570,00. Προς υποστήριξη τούτων, κατατέθηκε Ένορκη Δήλωση του Ανδρέα Ανδρέου, ημερ. 11/6/2024, ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Β». Επίσης, ο κατηγορούμενος παραιτήθηκε από οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης εναντίον του παραπονούμενου και οποιουδήποτε από τα συγγενικά του πρόσωπα, για σωματικές βλάβες που υπέστη στο επίδικο επεισόδιο αλλά και σε προηγούμενο. Προς τούτο, κατατέθηκε Ένορκη Δήλωση του κατηγορουμένου, ημερ. 12/6/2024 ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Γ». Ως παρεπόμενο τούτων, η συνήγορος του κατηγορουμένου τόνισε πως οι σχέσεις των δύο πλευρών αποκαταστάθηκαν και συμφιλιώθηκαν πλήρως ως και ότι αμφότερες πλευρές επιθυμούν να αφήσουν πίσω το συμβάν στις 24/9/2023 αλλά και των προηγούμενων ημερομηνιών επιθυμώντας να συνεχίσουν τη ζωή τους ομαλότερα ζώντας σε γειτνιάζοντα χωριά και έχοντας συχνή συναναστροφή οι ίδιοι και οι οικογένειές τους ως η κοινή θέση και επιθυμία των, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά. Περί τούτου, η κα Σαββίδου παρέπεμψε στο περιεχόμενο των προσαχθεισών ενόρκων δηλώσεων. Επιπλέον, κάλεσε το Δικαστήριο όπως συνεκτιμηθεί πως ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

Επιπρόσθετα, η ευπαίδευτη συνήγορος ανέφερε πως ο σκοπός του κατηγορουμένου αρχικά παίρνοντας το κυνηγετικό όπλο και πηγαίνοντας στο σπίτι του παραπονουμένου, δεν ήταν να τον πυροβολήσει. Σκοπός του ήταν να τον εκφοβίσει εξ ου και τα λεχθέντα του στην ως άνω κατάθεση. Όμως, όπως ανέφερε κατά την αγόρευσή της, ο σκοπός αυτός μετατράπηκε σε πρόθεση δημιουργίας σωματικών βλαβών εις βάρος του παραπονουμένου όταν έφτασε εκεί, αναφέροντας χαρακτηριστικά «όμως δημιουργήθηκε εκεί πάνω στην ένταση όταν ξαναείδε τον παραπονούμενο».

 

Η συνήγορος του κατηγορουμένου επικαλούμενη την έννοια του όρου «βαριά σωματική βλάβη» κατά το Άρθρο 4 του Κεφ. 154 έθεσε πως απουσιάζουν στην προκειμένη περίπτωση τα δυσχερέστατα αφού είναι μία βαριά σωματική βλάβη τής οποίας η έκταση θα αποκατασταθεί με αισθητική επέμβαση στο πρόσωπο επί των ραφών. Ανέφερε πως ο παραπονούμενος μεταφερθείς από το Γενικό Νοσοκομείο Πάφου στο Γενικό Νοσοκομείου Λευκωσίας, δεν παρέμεινε στην εντατική, χειρουργήθηκε και την ίδια ημέρα ήταν εκτός κινδύνου ενώ στις 26/9/2023 ήταν σε θέση να δώσει την πρώτη κατάθεσή του.

 

Ακολούθως, έτυχε επίκλησης από τη συνήγορο του κατηγορουμένου, πραγματικό πλαίσιο γεγονότων συναποτελούμενο από τα γεγονότα της ημέρας και τα γεγονότα των προηγούμενων ημερών αναφέροντας εξ υπαρχής πως ο κατηγορούμενος και ο παραπονούμενος δεν βρέθηκαν για πρώτη φορά εκείνο το βράδυ. Αρχικά, υπήρξε περί το τέλος Απριλίου του 2023, μία ασήμαντη παρεξήγηση μεταξύ τους σε νυχτερινό κέντρο στο χωριό που ο κατηγορούμενος διαμένει. Εκεί δημιουργήθηκε επεισόδιο όπου ο κατηγορούμενος χτυπήθηκε από τον παραπονούμενο και την παρέα του. Περί τούτου, η συνήγορος του κατηγορουμένου παρέπεμψε το Δικαστήριο σε σχετικές καταθέσεις μεταξύ των οποίων και σε κατάθεση του παραπονουμένου. Κατά την επίδικη μέρα, ο κατηγορούμενος αφού πήγε αρχικά με τη σύζυγό του σε συγγενικό γάμο όπου κατανάλωσε 3 ουίσκι, ακολούθως πήγε μόνος στο νυχτερινό κέντρο “Loft”. Εκεί ήταν και ο παραπονούμενος με δική του παρέα. Δεν ήταν κανονισμένο να βρεθούν, όπως ετέθη. Όπως η συνήγορος του κατηγορουμένου ανέφερε, σύμφωνα με κατάθεση μάρτυρα στην αστυνομία «ήταν ο παραπονούμενος που ενοχλήθηκε από την παρουσία του κατηγορουμένου όταν τον είδε μπροστά του και εξέφρασε και τη δυσαρέσκεια του σε αυτό το τρίτο πρόσωπο». Σκοπός της συνηγόρου όπως έθεσε, ήταν να δείξει πως εκείνη τη νύχτα υπήρχε ισχυρή πρόκληση από τον παραπονούμενο προς τον κατηγορούμενο ο οποίος (κατηγορούμενος) δεν ενοχλήθηκε με την παρουσία του παραπονούμενου στο μαγαζί. Το τρίτο πρόσωπο, όπως ετέθη ενώπιον του Δικαστηρίου, κατανόησε ότι τον περίμενε για κάποιο άλλο σκοπό για αυτό και δεν έφυγε και επέστρεψε. Παρέπεμψε το Δικαστήριο σε κατάθεση του παραπονουμένου κατά την οποία αναφέρεται σε εκείνη τη νύχτα ότι «Τζιαμαί έξω έμεινα κ γιω, τζαι ο Σπύρος τζαι ο Παναγιώτης επήεν προς το αυτοκίνητό μου. Εγιώ με τον Σπύρο έμεινα πόξω που την Δισκοθήκη τζαι περίμενα τον Γιώρκο τον Ρωτή να φκει έξω γιατί ήχελα να τελειώνει τούτη η κουβέντα τζαι να μεν έχουμε προβλήματα. […] ένεψα του με το σιέρι μου να ρτει κοντά μου γιατί ήχελα να τελειώνει τούτη η κουβέντα τζαι να τα ήβρουμε»  ώστε υποστηρίχθηκε πως ο παραπονούμενος δέχεται ότι ουσιαστικά τόν περίμενε έξω από το “Loft”, ο κατηγορούμενος όταν βγήκε, δεν κατευθύνθηκε προς το μέρος τους, πήγε να μπει στο αυτοκίνητό του να φύγει και τον παραίνεσε να έρθει κοντά να λύσουν την παρεξήγηση που εκείνο το βράδυ δεν έγινε παρεξήγηση. Τελικά, πήγε κοντά τους και όπως η κα Σαββίδου ανέφερε «ουσιαστικά ήρθαν κοντά κοντά θα πιάνονταν στα χέρια, αλλά ο ψυχραιμότερος που ήταν αυτός που κατέβηκε από τη μοτοσυκλέτα αποσόβησε εκείνη την ώρα το επεισόδιο και ουσιαστικά έκαναν εντός εισαγωγικών συμφωνία να πάει σπίτι του η ώρα 10:00 ο κατηγορούμενος του παραπονούμενου». Η συνήγορος του κατηγορουμένου επικαλέστηκε πως ο κατηγορούμενος ήταν υπό την επήρεια αλκοόλης αφού στο γάμο κατανάλωσε 3 ουίσκι, ήπιε τουλάχιστον 1 ουίσκι στο “Loft” και ακολούθως στη δισκοθήκη “Rainbow” δίπλα ήπιε ακόμη ένα ποτό και δεν είχε πλήρως το μυαλό του όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.

 

Ακολούθως, η ευπαίδευτη συνήγορος του κατηγορουμένου κατά την αγόρευσή της ανέφερε πρόσθετα πως όταν ο κατηγορούμενος πήγε σπίτι του τις πρωινές ώρες «και πάντα είχε τον φόβο ότι όπου τον βρίσκουν δέρνουν τον», έκανε το λάθος και έπιασε το όπλο να πάει με σκοπό αρχικά να τον εκφοβίσει σταματώντας να τόν χτυπούν και να εξηγηθούν όπως και ο παραπονούμενος τόν παραίνεσε. Έχασε την ψυχραιμία του λόγω του ποτού και γενικότερα του κλίματος, όπως ανέφερε, και πυροβόλησε 2 φορές τον παραπονούμενο με σκοπό να τού προκαλέσει σωματική βλάβη. Σύμφωνα με τις εξετάσεις, δεν ήταν δυνατόν ποια ήταν η βολή η οποία έπληξε τον παραπονούμενο. Επιπλέον, σωματικές βλάβες υπέστη (και) ο κατηγορούμενος κατά το χρόνο που τού αφαίρεσαν τον όπλο και ακινητοποιήθηκε μέχρι η αστυνομία να έρθει στον επίδικο τόπο, τα δικαιώματα των οποίων αποποιήθηκε. Περί τούτων, ιατροδικαστική έκθεση κλινικής εξέτασης του κατηγορουμένου, ημερ. 25/9/2023, κατατέθηκε ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Ε».

 

Η κα Σαββίδου υποστήριξε πως ήταν μία επιπολαιότητα με συνέπεια ο κατηγορούμενος να καταστρέψει τη δική του ζωή και της οικογένειάς του. Ως προς τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του κατηγορουμένου, ανέφερε πως είναι νεαρό άτομο ηλικίας 34 ετών ο οποίος είναι πολύ καλού χαρακτήρα και προέρχεται από μία φιλήσυχη οικογένεια. Πρόσφατα νυμφεύθηκε και με τη σύζυγό του έχουν ένα τέκνο ηλικίας 6 ετών (γεννηθέν στις 13/4/2018). Επεσήμανε τις αρνητικές συνέπειες που το ανήλικο τέκνο του βιώνει, ειδικότερα πως κάθε φορά που επισκέπτεται τον πατέρα του στις κεντρικές φυλακές, αρνείται να φύγει ως και στην καθημερινότητά του στο σχολείο και στο σπίτι. Υφίστανται θέματα άρνησης του παιδιού για τον πατέρα. Αποτάθηκαν για βοήθεια σε ψυχολόγο και προς τούτο κατατέθηκε ψυχολογική αξιολόγηση του ανήλικου τέκνου του κατηγορουμένου μετά του βιογραφικού σημειώματος της ψυχολόγου ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Δ». Επιπλέον, η οικογένειά του εξαρτάτο οικονομικά από τον ίδιον αφού η σύζυγός του εργαζόταν με μερική απασχόληση προκειμένου να φροντίζει το ανήλικο τέκνο τους μετά το σχολείο.

 

Τέλος, σε ό,τι αφορά τις έτερες κατηγορίες που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει, η συνήγορος του κατηγορουμένου ανέφερε πως προκύπτουν από ενιαίο επεισόδιο και, εξαιρουμένων των 8 φυσιγγίων που κατείχε και από τα οποία, 2 χρησιμοποιήθηκαν κατά το επίδικο συμβάν, τα υπόλοιπα από τα κατέχοντα 114 πλήρη φυσίγγια ήταν στην κατοικία του.

 

Εν προκειμένω, τα αδικήματα που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει είναι σοβαρά όπως τούτο αντικατοπτρίζεται με ενάργεια από την προβλεπόμενη στο Νόμο ποινή και η σοβαρότητα τούτων λαμβάνεται υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής σε συνάρτηση με τα γεγονότα της υπόθεσης. Όπως υπομνήσθηκε στην υπόθεση Ευτύχιος Μαληκκίδης v. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1186 «η ανώτατη προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή συνιστά τη βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο το έργο επιμέτρησης της ποινής». Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το αδίκημα της κατοχής, της μεταφοράς και χρήσης πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8 δίχως άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας ως η 2η, 3η και 4η κατηγορία, προβλέπεται δυνάμει του Άρθρου 51 του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμος, Ν. 113 (Ι)/2004, ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα 15 έτη ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις €42,715 ή και οι δύο αυτές ποινές καθώς και ότι οποιαδήποτε όπλα σχετικά με τα οποία διαπράχθηκε αδίκημα, κατάσχονται και δημεύονται ή καταστρέφονται με τη συγκατάθεση του προσώπου αυτού. Επιπλέον, σύμφωνα με το Άρθρο 92 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, το οποίο αποτελεί νομιμοποιητικό έρεισμα του αδικήματος της κατοχής πυροβόλου όπλου με σκοπό να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή (ήτοι η 8η κατηγορία) που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει πρόσθετα, η προβλεπόμενη ποινή είναι η ποινή φυλάκισης 5 ετών. Ακόμη, η κατοχή, μεταφορά και χρήση εκρηκτικών υλών δίχως την άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών ήτοι η 5η, 6η και 7η κατηγορία, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα 10 έτη ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις €5.000 ή και στις 2 αυτές ποινές ως ο περί Εκρηκτικών Υλών Νόμος, Κεφ. 54, ορίζει. Πρόσθετο αδίκημα το οποίο ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει άπτεται πυροβολισμού με πυροβόλο όπλο μέσα σε κατοικημένη περιοχή (ήτοι η 9η κατηγορία) κατά παράβαση του Άρθρου 374 (η) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 το οποίο τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £25. Σε ό,τι αφορά το αδίκημα, ήτοι η 10η κατηγορία, το οποίο άπτεται πράξεων που στοχεύουν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, υπόκειται κατά το Άρθρο 228 (α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 σε ποινή φυλάκισης διά βίου. Παρά ταύτα, δεν λησμονείται πως οι συνθήκες που περιβάλλουν τη διάπραξη του αδικήματος (για ό,τι ενδιαφέρει στην παρούσα) επιδρούν στον καθορισμό της ποινής. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 391, Γ. Κ. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 13/2023, απόφαση, ημερ. 30/5/2023.  

 

Το βεληνεκές της σοβαρότητας του αδικήματος που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει επί τη βάσει των προνοιών του Άρθρου 228 (α) του Κεφ. 154, ήτοι της εκ προθέσεως πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, καθώς και η έξαρση των αδικημάτων ενεχόντων το στοιχείο βίας στην κοινωνία μας σε ενεστώτα χρόνο τα οποία δικαιολογούν ως και επιτάσσουν την επιβολή αποτρεπτικών ποινών, αποτυπώνονται στην πρόσφατη απόφαση, ημερ. 26/4/2024 (απόφαση πλειοψηφίας) του Εφετείου επί της υπόθεσης Χρύσανθος Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 67/2024. Παρατίθεται αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:

 

«Το αδίκημα της εκ προθέσεως πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, είναι από τα σοβαρότερα του Ποινικού Κώδικά (βλ. Πίσκοπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342). Διαφέρει ουσιωδώς από άποψη σοβαρότητας με το αδίκημα της παράνομης πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης του Άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, καθότι περιέχει ως πρόσθετο συστατικό στοιχείο, πέραν της παράνομης πράξης, την ηθελημένη πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης στο θύμα. Τούτο αντανακλάται στο ύψος της μέγιστης προβλεπόμενης ποινής, η οποία είναι η δια βίου φυλάκιση (βλ. Achraf κ.α. v. Αστυνομίας, Π.Ε. 156/21 ημερ. 15.4.2022, ECLI:CY:AD:2022:B154, ECLI:CY:AD:2022:B154). Ανάλογο αδίκημα υπάρχει στο Ηνωμένο Βασίλειο βάσει του Άρθρου 18 του Offences Against the Person Act 1861 (βλ. Archbold 2015, παρ. 19-251, 19-264, 19-265).

 

Η αυστηρή ποινολογική μεταχείριση η οποία επιβάλλεται για το αδίκημα του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα υπογραμμίζεται, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Λαζαρή, Ποιν. Έφ25/21, ημερ. 8.3.2022, με ενδεικτική αναφορά σε νομολογία. Αναφέρεται ότι δυστυχώς τα «αδικήματα  που στρέφονται εναντίον της σωματικής ακεραιότητας του ατόμου, όχι μόνον δεν παρουσιάζουν κάμψη αλλά συνεχίζουν να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας κάτι που δικαιολογεί την επιβολή ακόμη πιο αυστηρών ποινών» (βλ. Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ., 577, Abunazha  v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ., 551, και Hamisi  Selmani κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 235/13 και 236/13, απόφαση ημερ. 5.10.2016)».

 

Αναφορικά με την παράνομη κατοχή και χρήση πυροβόλων όπλων, στην υπόθεση Κυριάκος Παναγή v. Δημοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 875 λέχθηκε συναφώς πως «η νομολογία θεωρεί την κατοχή και τη μεταφορά πυροβόλων όπλων άνευ αδείας ως εμπίπτουσες στα ιδιαιτέρως σοβαρά αδικήματα. Διαχρονική είναι επίσης η θέση της νομολογίας ότι η παράνομη κατοχή και χρήση πυροβόλων όπλων υπονομεύουν την έννομη τάξη, ανοίγουν το δρόμο για την αναρχία, θέτουν σε κίνδυνο ανυποψίαστους κυρίως πολίτες και εκθέτουν ολόκληρη την κοινωνία στο αίσθημα ανασφάλειας. Το Κακουργιοδικείο σημείωσε επίσης τη δικαστική του γνώση ότι το φαινόμενο της παράνομης οπλοκατοχής και οπλοχρησίας δεν έχει υποχωρήσει με αποτέλεσμα να υπάρχει έξαρση στη διάπραξη παρομοίων αδικημάτων, με αντίστοιχη την υποχρέωση των Δικαστηρίων να επιβάλλουν αυστηρές και ταυτόχρονα αποτρεπτικές ποινές».

 

Στην προκειμένη περίπτωση, τα γεγονότα και συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων καθιστούν τούτα ιδιαίτερα σοβαρά. Αποτελεί κοινό έδαφος πως αμφότερα τα μέρη κατέληξαν, αφού απετράπη η πραγμάτωση καβγά στο χώρο στάθμευσης του νυκτερινού κέντρου «Loft» (στο οποίο ο κατηγορούμενος μετέβη στις 24/9/2023 περί τις 04:00) μεταξύ των μετά από παρέμβαση τρίτων, σε συμφωνία δίνοντας σχετική χειραψία πως ο κατηγορούμενος θα πήγαινε στην οικία του παραπονουμένου η ώρα 10:00. Σημειώνεται πως σε προηγούμενο χρονικό σημείο, ήτοι περί το τέλος Απριλίου του 2023, έλαβε χώρα παρεξήγηση μεταξύ αυτών σε νυχτερινό κέντρο στο χωριό που ο κατηγορούμενος διαμένει, όπου ο κατηγορούμενος χτυπήθηκε από τον παραπονούμενο και την παρέα του, γεγονότα τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής. Περαιτέρω, δεν αμφισβητήθηκε σε ό,τι αφορά το επίδικο συμβάν, η αναφορά της συνηγόρου του κατηγορουμένου (αναφορικά με την κατανάλωση αλκοόλ από μέρους του), πως «το Loft που ήπιε τουλάχιστον 1 ουίσκι και ακολούθησε μία δισκοθήκη άλλη Rainbow δίπλα που ήπιε ακόμη ένα ποτό». Ακολούθως, ο κατηγορούμενος φτάνοντας στην οικία του στο Πολέμι, εντόπισε το κυνηγετικό όπλο το οποίο άνηκε στο πατέρα του και ήταν ωστόσο υπό τη φύλαξη του ιδίου, έλαβε τούτο μαζί με 8 φυσίγγια και κατευθύνθηκε με το όχημά του στην οικία του παραπονούμενου στο Ψάθι. Ενώ ο κατηγορούμενος στάθμευσε το όχημά του στην αυλή της οικίας του παραπονουμένου, μετά από λίγο και περί τις 05:45, ο παραπονούμενος έφτασε και στάθμευσε το όχημα του στην αριστερή πλευρά της αυλής της οικίας του. Ο κατηγορούμενος εξήλθε του αυτοκινήτου του και κατευθύνθηκε προς το όχημα του παραπονουμένου κρατώντας το όπλο. Ο κατηγορούμενος προέταξε τούτο προς την πλευρά του παραπονουμένου ο οποίος καθόταν στη θέση του οδηγού του οχήματος και τόν πυροβόλησε δύο φορές με χρονική απόσταση λίγων δευτερολέπτων, δίχως να δύναται επιστημονικά να προσδιοριστεί η πρώτη γενόμενη.

 

Αναντίρρητα, τέτοιας φύσεως συμπεριφορά ως διαρθρώνεται από τη μεταφορά όπλου η οποία έκδηλα εξοπλίζει ένα ανθρώπινο χέρι με τον εν δυνάμει κίνδυνο πρόκλησης σοβαρότερης αξιόποινης πράξης που δυνατόν απολήξει, ως εκ της εύκολης χρήσης του, στην απώλεια ανθρώπινης ζωής (που εν προκειμένω αποφεύχθηκε) είναι απαράδεκτη. Υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία και ειδικότερα την τήρηση της οριοθέτησης σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων ως αυτά θεσπίστηκαν προκειμένου για την ομαλοποίηση των σχέσεων σε μία έννομη τάξη και πολιτεία. Έτι περαιτέρω, τίθεται πως η άσκηση βίας καθ’ οιασδήποτε μορφής, εισέτι ηπιότερης, (όπως δυνατόν αντιστοιχεί σε οιαδήποτε γεγονότα έλαβαν χώρα μεταξύ του κατηγορουμένου και του παραπονουμένου σε χρόνο προγενέστερο της διάπραξης των αδικημάτων) δεν χωρεί. Περί της σοβαρότητας των αδικημάτων που ενέχουν το στοιχείο της βίας, παραπέμπουμε στην υπόθεση Κυριάκος Σακαρίδης v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 272:

 

«Το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγώντας τον εαυτό του ορθά, τόνισε ότι η σοβαρότητα της φύσης των αδικημάτων που αντιμετώπιζαν οι εφεσείοντες έγκειται στο ότι η βία στρέφεται εναντίον της προσωπικότητας και καταρρακώνει την αξιοπρέπεια του ατόμου, πλήττοντας, ταυτόχρονα, το θεμελιώδες δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας - (βλ. Γεν. Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (2002) 2 Α.Α.Δ. 464). Η σοβαρότητα της βίας που ασκήθηκε από τους εφεσείοντες στους παραπονούμενους ήταν πρόδηλη από τις σωματικές βλάβες που αυτοί είχαν υποστεί.

 

Η ωμή χρήση βίας, όπως αναφέρεται στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Τόκκαλλου (2001) 2 Α.Α.Δ. 95:- (σελ. 99)

 

«... είτε ως μέσο επικράτησης, είτε ως μέσο εκδίκησης, είτε ως μέσο τιμωρίας, δεν έχει θέση στην κοινωνία των ανθρώπων.  Η εκδήλωσή της πρέπει να τιμωρείται με την αυστηρότητα που επιβάλλει η σοβαρότητα του εγκλήματος και η ανάγκη για τη γενική καταστολή τέτοιας συμπεριφοράς.»

 

Όπως λέχθηκε συναφώς στην επικληθείσα υπόθεση, «Σε αδικήματα της φύσης που διέπραξαν οι εφεσείοντες, η ποινή που επιβάλλεται εξαρτάται από τις ιδιαίτερες περιστάσεις διάπραξής τους, την έκταση των σωματικών βλαβών που προκαλούνται στο θύμα και τις επιπτώσεις τους σ' αυτό».

 

Υπό το πρίσμα των συνθηκών διάπραξης των αδικημάτων ως ανεδείχθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι η κρίση μας πως η δράση του κατηγορουμένου όπως προκύπτει από τα ενώπιον μας χρονικά και πραγματικά γεγονότα, κατέχοντας πυροβόλο όπλο και 8 φυσίγγια, πηγαίνοντας στο σπίτι του παραπονουμένου και αναμένοντας τούτον (ως εκ της επέλευσής του μεταγενέστερα) και θέτοντας το όπλο προς την πλευρά του παραπονουμένου, αποκαλύπτουν ότι ο κατηγορούμενος επεδίωξε να προκαλέσει στο θύμα βαριά σωματική βλάβη ενεργώντας με συγκεκριμένη πρόθεση.

 

Επιπλέον, τίθεται πως τα τραύματα που ο κατηγορούμενος υπέστη, υπήρξαν σοβαρά ώστε, κατά τα αναντίλεκτα γεγονότα, υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση όπου κρατήθηκε νοσηλευόμενος έως και τις 29/9/2023. Δεν παρέμειναν οποιαδήποτε κατάλοιπα και συνέπειες εξαιρουμένης εν αναμονής αισθητικής επέμβασης από πλαστικό χειρούργο (το κόστος τής οποίας καταβλήθηκε από τον κατηγορούμενο), στοιχεία τα οποία συνυπολογίζουμε.

 

Παρά τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διεπράχθησαν από τον κατηγορούμενο, επιτάσσεται η εξατομίκευση της ποινής η οποία να είναι δίκαιη και να συνάδει με το δράστη.

 

Προς όφελος του κατηγορουμένου στο πλαίσιο της εξατομίκευσης της ποινής, λαμβάνουμε υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο του και την άμεση παραδοχή του στις κατηγορίες η οποία «πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στη ποινή» (σχετική η Χαρτούπαλλος v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28, Χαραλάμπους κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 127/2019, 130/2019). Οράται ως άμεση επί τω ότι κατόπιν τροποποίησης του κατηγορητηρίου με την προσθήκη της κατηγορίας περί πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, ο κατηγορούμενος προέβη σε παραδοχή αμέσως (σχετικά η υπόθεση Gorko κ.ά. v. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 458).

 

Η έκφραση έμπρακτης μεταμέλειας από μέρους του κατηγορουμένου, η οποία μέσω της αγόρευσης της ευπαιδεύτου συνηγόρου υπεράσπισης ήταν ρητή και χωρίς περιορισμούς ή προϋποθέσεις (βλ. κατ’ αναλογίαν CCC Laundries (Paphos) Ltd κ.ά. v. Ελισάβετ Θεοφάνους (2010) 2 Α.Α.Δ. 288), τήν οποία και προσμετρούμε προς όφελός του, δεν δηλούται περιοριστικά από την παραδοχή του. Αντίθετα, συναπαρτίζεται από τη συνεργασία του κατηγορουμένου με την αστυνομία και την αποζημίωση του θύματος.

 

Ειδικότερα, ο κατηγορούμενος προέβη, αμέσως μετά την πραγμάτωση του επίδικου συμβάντος, σε κατάθεση κατά την οποία παραδέχθηκε την έκνομη συμπεριφορά του και συνεργάστηκε με την αστυνομία κατά τη διερεύνηση των αδικημάτων, μεταξύ άλλων, υποδεικνύοντας σκηνές. Η συνεργασία του κατηγορουμένου με την Αστυνομία συνιστά ελαφρυντικό στοιχείο και λαμβάνεται υπόψιν τοιουτοτρόπως για σκοπούς μετριασμού της ποινής.

 

Επιπρόσθετα, στην προκειμένη περίπτωση, ο κατηγορούμενος αποζημίωσε το θύμα καταβάλλοντας το συμφωνηθέν ποσό των €130.000. Όπως διατυπώθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας  της Δημοκρατίας v. Χρυσοστόμου Ματθαίου άλλως «Μαλέκκου» (2003) 2 Α.Α.Δ. 50 «Η αποζημίωση του θύματος συνηγορεί υπέρ ηπιότερης τιμωρίας. Δεν αποκτά όμως κυριαρχική σημασία στην επιβολή ποινής, ιδιαίτερα όταν πρόκειται περί σοβαρών αδικημάτων». Επιπρόσθετα, όπως λέχθηκε συναφώς στην υπόθεση Χαρτούπαλλος «Επίσης, η αποζημίωση του θύματος της εγκληματικής συμπεριφοράς, λαμβάνεται υπόψη σαν στοιχείο μετάνοιας. Εξυπηρετεί τα συμφέροντα του θύματος. Πρέπει να ενθαρρύνεται μέσα από τη μείωση της ποινής». Συνεπώς, σε κάθε περίπτωση, είναι δέον όπως αποδοθεί η δέουσα βαρύτητα στο υπάρχον ελαφρυντικό στοιχείο το οποίο συνίσταται στην αποζημίωση του θύματος που άγει σε πιο επιεική μεταχείριση του κατηγορουμένου (κατ’ αναλογίαν Στέλιος Κουλουντή v. Αστυνομίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 870). Συνεπώς, προσμετρούμε επ’ ωφελεία του κατηγορουμένου πως προέβη σε αποζημίωση του θύματος για σκοπούς ποινολογικής μεταχείρισης του κατηγορουμένου.

 

Συνεπόμενα, προσμετράται υπέρ του κατηγορουμένου η συμφιλίωσή του με το θύμα ως αυτή διαρθρώνεται εκ του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων, ημερ. 11/6/2024, του παραπονουμένου, ήτοι ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Β», και ημερ. 12/6/2024, του κατηγορουμένου, ήτοι ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Γ», παράμετρος η οποία αντιμετωπίζεται με τη δέουσα βαρύτητα. Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΤΕΚΜΗΡΙΟ «Β», ο παραπονούμενος δηλώνει πως «οι σχέσεις μας έχουν αποκατασταθεί, έχουμε πλήρως συμφιλιωθεί και επιθυμούμε να αφήσουμε πίσω μας ό,τι έγινε την 24/09/23 αλλά και σε προηγούμενες ημερομηνίες. Θέλουμε έτσι να επέλθει ηρεμία στις σχέσεις εμάς και των οικογενειών μας και να συνεχίσουμε αμφότεροι ομαλά τις ζωές μας, αφού ζούμε και σε γειτνιάζοντα χωριά και έχουμε συχνή συναναστροφή»

 

Από μέρους της Υπεράσπισης, ετέθη ως επιχείρημα για σκοπούς μετριασμού της ποινής πως εκείνο το βράδυ υπήρχε ισχυρή πρόκληση από τον παραπονούμενο προς τον κατηγορούμενο. Προς υποστήριξη τούτης της θέσης, η ευπαίδευτη συνήγορος επικαλέστηκε αρχικά, λεχθέντα από την κατάθεση του Στέλιου Ιωάννου για να καταδείξει πως ο παραπονούμενος και ουδόλως ο κατηγορούμενος, ενοχλήθηκε από την παρουσία του τελευταίου στο νυχτερινό κέντρο «Loft» καθώς και ότι ο παραπονούμενος ανέμενε έξω από τον εν λόγω χώρο τον κατηγορούμενο. Έθεσε πως το εν λόγω τρίτο πρόσωπο είχε αντιληφθεί πως ο παραπονούμενος ανέμενε τον κατηγορούμενο για κάποιο άλλο σκοπό και λόγω τούτου, το τρίτο αυτό πρόσωπο δεν αποχώρησε και επέστρεψε, ενώ ο κατηγορούμενος όταν εξήλθε του συγκεκριμένου χώρου, κατευθύνθηκε κατευθείαν προς το όχημά του για να φύγει και ο παραπονούμενος προέτρεψε τον κατηγορούμενο να πλησιάσει για να λύσουν την παρεξήγηση, θέτοντας η συνήγορος του κατηγορουμένου πως εκείνο το βράδυ δεν έλαβε χώρα κάποια παρεξήγηση «Εκτός από το ζαοκοίταγμα που θεώρησε ο καθένας τι θεώρησε». Επικαλέστηκε ακόμη ισχυρισμούς του παραπονουμένου στην κατάθεσή του. Παρά ταύτα, αμφότεροι κατέληξαν σε συμφωνία μεταξύ τους ως αυτή ανεδείχθη. Επισημαίνουμε πως όσα η πλευρά της Υπεράσπισης εξέθεσε, δεν αμφισβητήθηκαν από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής. Τονίζουμε ωστόσο πως όσα γεγονότα και περιστάσεις έτυχαν επίκλησης προς υποστήριξη τέτοιου επιχειρήματος από μέρους της Υπεράσπισης, δεν φωτίστηκαν με οποιαδήποτε λεχθέντα μεταξύ των (τα οποία ενδεχομένως να ενείχαν στοιχεία εξύβρισης, απειλής) κατά το χρόνο που τα ως άνω γεγονότα διαδραματίστηκαν ώστε να δύναται να θεωρηθεί κατά πόσο διαδραμάτισαν κάποιο ρόλο στην εν τέλει αξιόποινη συμπεριφορά του κατηγορουμένου και να αποτελέσουν έδαφος προς αξιολόγηση τέτοιου επιχειρήματος. Αντίθετα, καταφαίνεται πως στην προκειμένη περίπτωση, και αφού επήλθε συμφωνία μεταξύ των μερών και ακολούθως ο κατηγορούμενος πήγε στη δισκοθήκη «Rainbow» και μεταγενέστερα κατευθύνθηκε προς το σπίτι του, τελικά, δίχως οποιοδήποτε ιδιαίτερο επεισόδιο μεταξύ του κατηγορουμένου και του παραπονουμένου να προκύψει κατά το χρόνο διάπραξης του επίδικου συμβάντος αυτού καθ’ εαυτού, αφού δεν ετέθηκε υπόψιν ενώπιον του Δικαστηρίου τέτοια παράμετρος, και επί τη βάσει των λεχθέντων της συνηγόρου του κατηγορουμένου αφορώσιν τα περιβάλλοντα γεγονότα πως «εκεί δυστυχώς τούτη την ψυχραιμία του δεν τη διατήρησε εξαιτίας και των ποτών που είχε και γενικότερα του κλίματος», δίχως τούτο να προσδιορίζεται περαιτέρω, ο κατηγορούμενος πυροβόλησε τον παραπονούμενο.

 

Το στοιχείο της πρόκλησης ως μετριαστικός παράγοντας της σοβαρότητας ενός αδικήματος έχει οριοθετηθεί από τη νομολογία ως η ξαφνική και προσωρινή απώλεια του αυτοελέγχου με αποτέλεσμα το άτομο να δράσει αντίθετα απ’ ότι η λογική επιβάλλει. Σχετική η υπόθεση Γιάννης Χ’’ Πέτρου v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 468 κατά την οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα συναφή:

 

«Η έννοια της πρόκλησης περιγράφεται στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αεροπόρου (1997) 2 Α.Α.Δ. 17 όπου γίνεται αναφορά και στην υπόθεση Duffy [1949] 1 All E.R. 932. Σύμφωνα με την αναφορά αυτή στη σελίδα 23:

 

'Η έννοια της πρόκλησης, όπως είναι γνωστή στο κοινό δίκαιο, περιγράφεται στην κλασσική, καθώς χαρακτηρίστηκε, καθοδήγηση του Devlin J. στην Duffy [1949] 1 All E.R. 932. Έχει ως εξής: 'Provocation is some act, or series of acts, done by the (victim) to the accused which would cause in any reasonable person, and actually causes in the accused, sudden and temporary loss of self-control, rendering the accused so subject to passion as to make him or her for the moment not master of his mind''»

 

Τα όσα διαδραματίστηκαν σε προηγούμενο χρόνο (περί τον Απρίλιο του 2023) μεταξύ του κατηγορουμένου και παραπονουμένου και ειδικότερα σε χρόνο προ του επίδικου συμβάντος ως ανεδείχθησαν τοιουτοτρόπως ενώπιον του Δικαστηρίου σε συνάρτηση με την απόληξη μεταξύ των συμφωνίας κατά την οποία ο κατηγορούμενος θα επισκεπτόταν περί τις 10:00 τον παραπονούμενο στο σπίτι του και της μεταγενέστερης επίσκεψής του στη δισκοθήκη «Rainbow», εν πάση περιπτώσει η πρόκληση δεν ήταν τέτοιας εμβέλειας ώστε πάντα δεν αιτιολογούσαν την έκταση και την ένταση της βίαιης αντίδρασής του.

 

Στην υπόθεση Χρύσανθος Αντωνίου Κάττος v. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 195, το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε, μεταξύ άλλων, το παράγοντα της πρόκλησης. Σύμφωνα με τα εκεί γεγονότα «Ο πρώτος κατηγορούμενος, ύστερα από διαπληκτισμό που είχε με τον παραπονούμενο στο νυκτερινό κέντρο του τελευταίου στις 1.30 το πρωί της 18.4.1996, επέστρεψε με τον εφεσείοντα για να συνεχιστεί το επεισόδιο. Κατά τη διάρκεια της φραστικής φιλονικίας τους, ο παραπονούμενος απείλησε τον εφεσείοντα, ο οποίος θα πρέπει να σημειωθεί στερείται της όρασής του από τον ένα οφθαλμό, ότι θα του βγάλει και το άλλο μάτι. Το επεισόδιο έληξε με την ανάμειξη άλλων θαμώνων και ο εφεσείων με τον πρώτο κατηγορούμενο εγκατέλειψαν τη σκηνή.  Επισκέφθηκαν  διάφορα άλλα κέντρα για να καταλήξουν στις 3.30 π.μ. σε συγκεκριμένο κέντρο στη Λάρνακα, στο οποίο βρισκόταν μεταξύ άλλων και ο παραπονούμενος. Με την είσοδο του κατηγορούμενου και του εφεσείοντος στο κέντρο άρχισε και πάλι η φιλονικία μεταξύ τους και ο εφεσείων κάλεσε τον παραπονούμενο να βγουν έξω, προφανώς για διευθέτηση των διαφορών τους.  Όταν βγήκαν έξω ο εφεσείων και ο συγκατηγορούμενός του επιτέθηκαν εναντίον του παραπονούμενου».

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο εξετάζοντας το επιχείρημα πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν συνεκτίμησε δεόντως την πρόκληση που προηγήθηκε, διατύπωσε συναφώς πως «Εκτός του ότι η κατ' ισχυρισμόν πρόκληση έγινε ώρες προηγουμένως και μεταξύ των δύο επεισοδίων μεσολάβησε χρόνος αρκετός για να ηρεμήσει ο εφεσείων, είναι φανερό ότι η συμπλοκή και η επίθεση εναντίον του παραπονούμενου δεν έγινε λόγω της πρόκλησης, αλλά μέσα στα πλαίσια της φιλονικίας τους, ιδίως του πρώτου, με τον παραπονούμενο. Εξ άλλου η χρήση του σιδερένιου λοστού που, ας μη ξεχνούμε, ο εφεσείων μετέφερε μαζί του, αφαιρεί από το όλο επεισόδιο οποιοδήποτε στοιχείο θυμού προς στιγμή, γιατί δείχνει την προμελέτη του όλου εγχειρήματος. Ο εφεσείων μαζί με το συγκατηγορούμενό του ήσαν οπλισμένοι και επιτέθηκαν στον παραπονούμενο, όχι για να απαντήσουν στην ας πούμε πρόκληση, αλλά για να συνεχίσουν τη φιλονικία που είχε αρχίσει ώρες προηγουμένως».

 

Τούτων λεχθέντων, με περιορισμένη βαρύτητα ωστόσο λαμβάνουμε υπόψη, στην έκταση που δυνητικά οράται η θεμελίωση τέτοιου παράγοντα, τους όποιους λόγους ήγαγαν τον ίδιον τον κατηγορούμενο να προβεί στην αποτρόπαια και αποφευκτέα συμπεριφορά, ως αυτοί εκτέθηκαν και δεν αμφισβητήθηκαν από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής.

 

Συνυπολογίζουμε περαιτέρω τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του κατηγορουμένου ως αυτές προκύπτουν από τα όσα η ευπαίδευτη συνήγορος του κατηγορουμένου ανέφερε και κατεδείχθησαν ανωτέρω. Διαφωτιστική ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης από το Δικαστήριο των προσωπικών περιστάσεων  σε συνάρτηση με την ανάγκη αποτροπής αδικημάτων που ενέχουν το στοιχείο της βίας είναι η υπόθεση Θεμιστοκλέους v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 176/2018 (σχ. με 202/2018) κατά την οποία λέχθηκε ότι «Οι προσωπικές περιστάσεις στα πλαίσια της εξατομίκευσης της ποινής που έχει ως λόγο το συσχετισμό της τιμωρίας με το άτομο του δράστη, δεν αμβλύνουν, στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων το στοιχείο της αναγκαίας αποτροπής (Περικλέους ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 397) και ιδιαίτερα στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων βίας (Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 342).   […] Όπως υποδείχθηκε στην Πισκόπου, είναι αλληλένδετο με τη σοβαρότητα της κατηγορίας των εγκλημάτων στην οποία ανήκει το υπό τιμωρία έγκλημα και με την εγγενή ανάγκη για αποτροπή τους.  Ανάγκη που είναι επιτακτική, εφόσον η ιερότητα της ζωής και η προστασία της αποτελούν την πρώτη σε ιεράρχηση μέριμνα κάθε πολιτισμένης κοινωνίας (Σάββα ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 231) και η δέσμευση στην προστασία της ανθρώπινης ζωής επιβάλλει ανάλογο καθήκον για την περιφρούρησή της, γεγονός που αντανακλάται στην τιμωρία που επιβάλλεται και γι΄αυτό το λόγο προσδίδεται αποτρεπτικός χαρακτήρα στην τιμωρία κάθε φονικής πράξης (Ονησίλλου (ανωτέρω))». Συνεπώς, σε τέτοιας φύσεως υπόθεση, οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του κατηγορουμένου δεν δύνανται να υπεραγκωνίσουν την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών.

 

Εν πάση περιπτώσει, λαμβάνουμε ιδιαίτερα υπόψη, στην έκταση που δυνητικά ορώνται για σκοπούς εξατομίκευσης της ποινής και προς την κατεύθυνση της επιείκειας, τις επιπτώσεις που δυνατόν πολυετής ποινή φυλάκισης θα επιφέρει στον κατηγορούμενο και στην οικογένειά του, δη στο ανήλικο τέκνο του, με παράμετρο έτι δε πως αυτός ήταν ο προστάτης της οικογένειας του ως σκιαγραφήθηκε. Χρήσιμη καθοδήγηση παρέχουν τα διατυπωθέντα στην υπόθεση Μ.Θ. v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 174 κατά την οποία «Οι επιπτώσεις της ποινής στην οικογένεια και στους εξαρτώμενους του κατηγορουμένου συνιστούν οπωσδήποτε στοιχεία μετριασμού της ποινής. Ιδιαίτερα, προκειμένου περί ποινής φυλάκισης για αδίκημα εις βάρος μελών της οικογένειάς του τα οποία, με τη στέρηση των μέσων επιβίωσής τους, ενδέχεται να υποστούν βλάβη, επιπρόσθετα εκείνης που υπέστησαν με το αδίκημα. (Βλ. Sentencing in Cyprus, υπό Γ.Μ. Πική, σελ. 30 και A. Iacovou v. The Police (1971) 2 C.L.R.179. Επιπλέον, όπως ελέχθη στην υπόθεση Γεώργιος Αναστασίου v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 492 «Με την ορθή, μάλιστα, επισήμανση ότι οι επιπτώσεις από φυλάκιση σε μέλη της οικογένειας του εφεσείοντος συνιστούσαν, σύμφωνα με τη νομολογία, ελαφρυντικό παράγοντα, όχι όμως αποφασιστικής σημασίας».

 

Αποδίδεται η δέουσα σημασία έτι περαιτέρω για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής από το Δικαστήριο στον καλό χαρακτήρα του κατηγορουμένου αφού αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. κατ’ αναλογίαν Κάρλος Ντεκερμετζιάν v. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1378).  

 

Συνάμα, η συνήγορος του κατηγορουμένου κάλεσε το Δικαστήριο όπως προσμετρήσουμε προς όφελος του το νεαρό της ηλικίας του, ων 34 ετών. Είναι η κρίση μας πως ενώπιον μας, ετέθη ένας σώφρον άνθρωπος ηλικίας 34 ετών και πατέρας ενός ανήλικου τέκνου ηλικίας 6 ετών. Ουδέν δικαιολογεί πως λειτούργησε τυχόν επιπόλαια. Σε κάθε περίπτωση, η ηλικιακή παράμετρος συνυπολογίζεται μετριαστικά (βλ. κατ’ αναλογίαν Παντελής Λαζάρου v. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633) στο βαθμό και στην έκταση που δεν εξουδετερώνεται ωστόσο ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής.

 

Τέλος, υπήρξε ο ισχυρισμός από μέρους της Υπεράσπισης και δεν αμφισβητήθηκε από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής πως ο κατηγορούμενος ήταν υπό την επήρεια αλκοόλης αφού στο γάμο κατανάλωσε 3 ουίσκι, τουλάχιστον 1 ουίσκι στο νυχτερινό κέντρο “Loft” και ακολούθως στη δισκοθήκη “Rainbow” ένα πρόσθετο ποτό και δεν είχε πλήρως το μυαλό του. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Hamisi Mwinyi Selmani v. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 854

 

«Είναι νομολογημένο ότι η μέθη μπορεί να θεωρηθεί ως ελαφρυντικό στοιχείο, αφού όμως συνεκτιμηθεί με τα υπόλοιπα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης. Η επήρεια του ποτού κάτω από την οποία τελεί δράστης κατά τη διάπραξη εγκλημάτων είναι δυνατό να υπεισέλθει ως παράγοντας που μετριάζει τη σοβαρότητά τους στο βαθμό που η μέθη αμβλύνει τον αυτοέλεγχο και επιδρά στις πράξεις ενός παραβάτη. Υπό τις συνθήκες αυτές μπορεί να προσμετρήσει ως ελαφρυντικός παράγοντας, νοουμένου ότι η κατανάλωση αλκοόλ δεν είχε ως στόχο τη διευκόλυνση της υλοποίησης ειλημμένης απόφασης για τη διάπραξη του αδικήματος. (Γενικός Εισαγγελέας ν. Τσιολή (1991) 2 Α.Α.Δ. 194 και Pernell κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1998) 2 Α.Α.Δ. 417).

 

Ο υπό εξέταση λόγος έφεσης στερείται βάθρου στήριξης. Στην υπό κρίση περίπτωση δεν τέθηκε πρωτόδικα τέτοιος ισχυρισμός προς το σκοπό μετριασμού της ποινής. Ότι δηλαδή οι Εφεσείοντες δεν είχαν έλεγχο των πράξεών τους, λόγω προηγούμενης κατανάλωσης αλκοόλ».

 

Ως εκ των αναμφισβήτητων περιστάσεων σε ό,τι αφορά την κατανάλωση αλκόολ από τον κατηγορούμενο κατά το συγκεκριμένο βράδυ με παρεπόμενο τον ισχυρισμό πως δεν είχε πλήρως το μυαλό του, προσμετρούμε υπέρ του κατηγορούμενου τον ελαφρυντικό τούτο παράγοντα στην έκταση και βαθμό που οράται στην προκειμένη περίπτωση.

 

Σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποτελούν ένα οδοδείκτη του μέτρου τιμωρίας ωστόσο δεν ενέχουν δεσμευτικό χαρακτήρα αφού η ποινή επιβάλλεται εξατομικευμένα για κάθε κατηγορούμενο σε συνάρτηση με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και τις περιστάσεις του κάθε κατηγορουμένου.

 

Στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Ιωάννου (1999) 2 ΑΑΔ, 603, ο Εφεσίβλητος μετέβη, έχοντας εντός του αυτοκινήτου του έμφορτο κυνηγετικό όπλο, στο προαύλιο της οικίας των συμπεθερικών του.  Αφού πήρε στα χέρια του το εν λόγω όπλο, πυροβόλησε δύο φορές (διαδοχικά) από μικρή απόσταση προς το μέρος όπου βρίσκονταν τα συμπεθερικά του και ο υιός τους, ο οποίος ήταν νυμφευμένος με τη θυγατέρα του.  Από τα πυρά του, πλήγηκαν και οι τρεις στόχοι των εγκληματικών του πράξεων. Η συμπεθέρα τραυματίστηκε θανάσιμα, ενώ ο σύζυγος της και ο υιός τους σοβαρά.  Ο μεν σύζυγος έχασε το αριστερό και ο υιός το δεξιό μάτι.  Στις κατηγορίες που αφορούσαν σε εκ προθέσεως πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 228 (α) του Κεφ. 154 οι ποινές φυλάκισης των 4 ετών που επιβλήθηκαν από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού, αυξήθηκαν σε 8 χρόνια.

 

Στην υπόθεση Γιάννης Χ’’ Πέτρου v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 468, ο παραπονούμενος, φρουρός ασφαλείας κέντρου, ζήτησε κατόπιν οδηγιών του εργοδότη του από τον εφεσείοντα να φύγει, επειδή ενάμισι περίπου μήνα προηγουμένως είχε εμπλακεί σε άλλο επεισόδιο. Ο εφεσείων, ο οποίος είχε καταναλώσει ποσότητα αλκοόλ, αλλά δεν βρισκόταν σε κατάσταση μέθης, αντέδρασε εξυβρίζοντας και απειλώντας με λόγια τον παραπονούμενο, ο οποίος χωρίς να ασκήσει βία, τον οδήγησε έξω από το κέντρο. Ο εφεσείων επέστρεψε σε διάστημα 25, περίπου, λεπτών, κρατώντας μαχαίρι, κτύπησε τον παραπονούμενο στο στήθος με το μαχαίρι και έφυγε. Ο παραπονούμενος υπέστη κάταγμα της πλευράς στο σημείο εισόδου και κάκωση του παρεγχύματος του πνεύμονα, τα οποία, τελικά, δεν του άφησαν μόνιμες βλάβες. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την ποινή των 3 ½ ετών σημειώνοντας πως το Κακουργιοδικείο συνεκτίμησε κάθε παράγοντα αποδίδοντας στις προσωπικές του περιστάσεις τη δέουσα βαρύτητα και την κατάσταση υπό την οποία ο εφεσείων τελούσε, λόγω της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών.

 

Στην πρόσφατη απόφαση (πλειοψηφίας), ημερ. 26/4/2024, του Εφετείου επί της υπόθεσης Χρύσανθος Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (ανωτέρω), επικυρώθηκαν η επιβολή από το πρωτόδικο Δικαστήριο των συντρεχουσών ποινών φυλάκισης 2,5 ετών για την εκ προθέσεως πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης και 1 έτους για την παράνομη μεταφορά και χρήση κυνηγετικού όπλου ως και η κρίση περί μη δικαιολογημένης αναστολής των ποινών φυλάκισης. Συγκεκριμένα, ο εφεσείων πυροβόλησε το θύμα με σκοπό την πρόκληση σε αυτόν βαριάς σωματικής βλάβης που κατά τον ίδιο χρόνο μετέφερε και χρησιμοποίησε συγκεκριμένο ΔΟΚΟ κατά τη διάρκεια κλειστής περιόδου για το κυνήγι χωρίς να είναι κάτοχος ειδικής άδειας την οποία εκδίδει ο Αρχηγός της Αστυνομίας ή εξουσιοδότησης. Το Εφετείο έθεσε πως «Η επιείκεια του εξαντλήθηκε στη μείωση του ύψους της ποινής φυλάκισης. Η αναστολή της ποινής φυλάκισης δεν θα αντικατόπτριζε την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα έδινε λανθασμένα μηνύματα, εξουδετερώνοντας τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής». Στη συγκεκριμένη υπόθεση, ο Εφεσείων, ηλικίας 83 ετών και με προβλήματα υγείας. Όπως σημειώνει το Εφετείο στην απόφασή του «την ώρα που πυροβόλησε το θύμα είχε γυρίσει την πλάτη για να φύγει» και  τη στιγμή του πυροβολισμού η απειλή την οποία (εσφαλμένα) αισθάνθηκε ο Εφεσείων από το θύμα, η οποία τον οδήγησε να οπλίσει το κυνηγετικό του όπλο, είχε ήδη εκλείψει. 

Στην υπόθεση Δημοκρατία v. Λαζαρή, Ποινική Έφεση Αρ. 25/2021, απόφαση, ημερ. 8/3/2022, ο Εφεσίβλητος, ηλικίας 24 περίπου ετών, με σκοπό την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, πυροβόλησε το θύμα, όταν αυτή βρισκόταν σε βεράντα της οικίας της,  δύο φορές, με κυνηγετικό όπλο, από απόσταση 6-7 μέτρων, προκαλώντας της πολλαπλά τραύματα από τα σκάγια των φυσιγγίων.  Το έμφορτο κυνηγετικό όπλο το είχε μεταφέρει, μη αποσυναρμολογημένο, εντός του αυτοκινήτου του, με το οποίο μετέβη απρόσκλητα στην αυλή της οικίας του θύματος.  Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στον  Εφεσίβλητο   ποινή   φυλάκισης 2 ½  ετών στο αδίκημα του Άρθρου 228(α) του Κεφ. 154. Όπως σημειώνεται στην εν λόγω απόφαση «Τα σκάγια από τα φυσίγγια έπληξαν το θύμα κυρίως στην πλάτη, και τούτο λόγω της κίνησης του θύματος να αποφύγει το κακό που αντιλήφθηκε ότι θα την έβρισκε.  Είναι δε από ευτυχείς συγκυρίες που αποφεύχθηκαν τα χειρότερα». Η ποινή εκρίθη έκδηλα ανεπαρκής και αυξήθηκε στα 7 έτη. Διαφωτιστικό το απόσπασμα από την απόφανση του Ανωτάτου Δικαστηρίου:

 

«Δεν αγνοούμε πως στις πιο πάνω υποθέσεις τα κατάλοιπα των εγκληματικών πράξεων στα θύματα, ήταν κάπως πιο σοβαρά.  Όμως αυτό δεν είναι πάντα καθοριστικό στη σοβαρότητα ενός αδικήματος.  Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Πισκόπου (πιο πάνω) οι συνέπειες εγκλημάτων βίας στα θύματα, συνιστούν μια από τις παραμέτρους που προσδιορίζουν τη σοβαρότητα τους.   Εν πάση περιπτώσει, τα τραύματα από τους  δύο πυροβολισμούς που δέχθηκε το  θύμα και τα κατάλοιπα από αυτά, δεν  ήταν ευκαταφρόνητα.  Καταγράφεται στην  ιατροδικαστική έκθεση κλινικής εξέτασης, ότι υπήρχαν πολλαπλά τραύματα από σφαιρίδια πυροβόλου όπλου στη ραχιαία χώρα, διασπορά σφαιριδίων διαστάσεων 34Χ35 εκ. στη ραχιαία χώρα, καλυμμένο εγκαυματικό τραύμα με πλήρη αποκόλληση επιδερμίδας στη δεξιά ωμοπλατιαία χώρα, τραύματα από σφαιρίδια στη δεξιά πλάγια τραχηλική περιοχή, στη δεξιά μεριά της γνάθου κλπ..   (Σχετικές είναι οι φωτογραφίες του θύματος ενώπιον του Κακουργιοδικείου, τεκ. 2).   Το θύμα σε κατοπινό στάδιο θα χρειαστεί να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση των σφαιριδίων, αφού κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος εγκυμονούσε, και συνεπώς η επέμβαση δεν μπορούσε τότε να πραγματοποιηθεί.  Περαιτέρω, συνεπεία των τραυμάτων του, έχει έντονο άλγος στην ωμοπλάτη, δυσκολία στην κινητικότητα του ώμου, ενώ οι κινήσεις του ώμου είναι  περιορισμένες και επώδυνες. 

 

Ανεξάρτητα όμως από τα τραύματα και τα κατάλοιπα, εδώ οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος και η πλήρης αδιαφορία του Εφεσίβλητου για τις συνέπειες των πράξεων του,  καθιστούν την εγκληματική του δράση εξαιρετικά σοβαρή, και το έγκλημα που διέπραξε από τα σοβαρότερα του είδους (Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ, 391).  Ορθά το Κακουργιοδικείο σημειώνει στην απόφαση του ότι «. οι συνέπειες του εγκλήματος του κατηγορουμένου ήταν προβλεπτές σε όλη την έκταση τους».

 

Και η εξατομίκευση έχει πάντα τη θέση της.   Όμως εδώ επιβάλλετο, υπό το φως όλων των πιο πάνω, η απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή, όπως ορθά υπέδειξε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα (Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 176/18 (Σχ. 202/18), απόφαση ημερ. 11.1.2019).    Η επιβληθείσα από το Κακουργιοδικείο ποινή εξουδετέρωσε τόσο το στοιχείο της σοβαρότητας, όσο και το στοιχείο της αποτροπής.   Ούτε δόθηκε η δέουσα βαρύτητα στους δύο σημαντικούς επιβαρυντικούς παράγοντες για τους οποίους έχουμε κάνει αναφορά πιο πάνω, δηλαδή στην εκδήλωση ακραίας βίας εναντίον ενός ανθρώπου λόγω μιας επιλογής του, και μάλιστα εντός του οικογενειακού ασύλου του.»  

 

Στην υπόθεση Γεώργιος Στεφάνου Προδρόμου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 169, επιβλήθηκαν πρωτόδικα, κατόπιν παραδοχής, οι συντρέχουσες ποινές φυλάκισης των 18 μηνών στην κατηγορία της κατοχής κυνηγετικού όπλου και 2 ½ ετών στην κατηγορία της χρήσης του ιδίου όπλου ενώ δεν επιβλήθηκε ποινή στην κατηγορία της μεταφοράς. Κατ’ έφεσιν, η επιβληθείσα ποινή της χρήσης κυνηγετικού όπλου κατά τη διάρκεια κλειστής περιόδου ποινή, ανετράπη και μειώθηκε σε φυλάκιση 18 μηνών. Όπως το Ανώτατο Δικαστήριο έθεσε η εν λόγω υπόθεση δεν φαίνεται να εμπίπτει στην κατηγορία των αδικημάτων που το Δικαστήριο επισήμανε ότι παρατηρείται έξαρσή τους, δηλαδή της παράνομης μεταφοράς και χρήσης όπλων.  Όχι μόνο γιατί πρόκειται για μεταφορά και χρήση κυνηγετικού που νόμιμα κατέχεται, αλλά και γιατί ο εφεσείων δεν είναι εγκληματικό στοιχείο, αλλά κατέληξε στην πράξη του κάτω από συναισθηματική φόρτιση και όχι ύστερα από εγκληματικό σχεδιασμό.

 

Με γνώμονα πάντα τα ανωτέρω, αφενός τη σοβαρότητα των αδικημάτων που ο κατηγορούμενος διέπραξε τα οποία επιφέρουν πολυετή ποινή φυλάκισης, την έξαρση των εν λόγω αδικημάτων η οποία απαιτεί την επιβολή ακόμη αυστηρότερων ποινών από τα Δικαστήρια, τις συνθήκες υπό τις οποίες τα αδικήματα διεπράχθησαν, και αφετέρου τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις οι οποίες περιβάλλουν τον κατηγορούμενο, τις δυσμενείς επιπτώσεις στην οικογένειά του που μία πολυετής ενδεχομένως ποινή φυλάκισης ενέχει και τη συνεργασία του με τις αστυνομικές αρχές όπως ανεδείχθησαν ανωτέρω, την καταβληθείσα αποζημίωση προς το θύμα και τη συμφιλίωση των, κρίνουμε ως η μόνη αρμόζουσα και κατάλληλη ποινή, αυτή της ποινής φυλάκισης. Επιβάλλουμε στον κατηγορούμενο :

 

       i.        ποινής φυλάκισης 2 ετών στη 2η κατηγορία

      ii.        ποινή φυλάκισης 2 ετών στην 3η κατηγορία

     iii.        ποινή φυλάκισης 1 έτους στην 5η κατηγορία

    iv.        ποινή φυλάκισης 1 έτους στην 6η κατηγορία

      v.        ποινή φυλάκισης 4 ετών στην 10η κατηγορία.

 

Δεν επιβάλλουμε ποινή φυλάκισης στην 4η, 7η, 8η, 9η κατηγορία επί τω ότι, τα γεγονότα που τις αφορούν, εμπερικλείονται στις ως άνω κατηγορίες ως και επί τω ότι το Δικαστήριο επέβαλε ποινές ούσες σοβαρότερες.

 

Διατάσσεται η κατάσχεση του πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8 και των φυσιγγίων.  

 

Τέλος, επί τω ότι τα αδικήματα που ο κατηγορούμενος διέπραξε ως προκύπτει από τις κατηγορίες, απορρέουν από μια ενιαία έκνομη συμπεριφορά, που χρονικά και τοπικά να συνδέονται (σχετικές οι Γενικός Εισαγγελέας ν. Θωμά, Ποινική Έφεση Αρ. 132/2017, σχ. με 136/2017, ημερ. 26/6/2019, Χαράλαμπος Σάκκος v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 196/2020, απόφαση, ημερ. 20/9/2022) κρίνουμε πως οι επιβληθείσες ποινές στις ως άνω κατηγορίες θα συντρέχουν. Ο χρόνος έκτισής τους μειώνεται κατά το χρονικό διάστημα που ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση σε ό,τι αφορά την παρούσα υπόθεση, από τις 2/10/2023.

 

 

 

            (Υπ.) _________________

Μ. Δρουσιώτης, Π.Ε.Δ.

 

            (Υπ.) _________________

Π. Κυριακίδης, Α.Ε.Δ.

 

(Υπ.) _________________

Ε. Πεύκου, Ε.Δ.

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο