
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Υπόθεση αρ.: 5207/2019
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
ν.
1. Α. Κ.
2. Π. Κ.
_________________
Ημερομηνία: 29 Απριλίου 2025
Εμφανίσεις:
Σ. Παπαλαζάρου (κα), για την Κατηγορούσα Αρχή
Α. Αλεξάνδρου, για τους Κατηγορούμενους 1 και 2
Κατηγορούμενοι 1 και 2: παρόντες
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(εκ πρώτης όψεως)
(ex tempore)
1. Οι Κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν όμοιες αλλά ξεχωριστές κατηγορίες, ως ακολούθως:
Ο Κατηγορούμενος 1:
1η Κατηγορία, 2η Κατηγορία, 3η Κατηγορία, 4η Κατηγορία, 5η Κατηγορία, 6η Κατηγορία: ότι την 23 Ιουλίου του 2019, στο λιμανάκι του Αγίου Γεωργίου Πέγειας, επιτέθηκε εναντίον του Αστ.3090 Σ. Πενταρά, της Κοινοτικής Αστυνόμευσης, του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας, που είναι όργανο τήρησης της τάξης, και του προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη[1], κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντός του[2], εσκεμμένα, για να τον παρεμποδίσει[3], του προκάλεσε τρόμο ή ανησυχία αναφέροντάς του τις φράσεις «Θα σε σκοτώσω. Θα δεις τι θα σου κάνω. Θα μάθω πού είναι το σπίτι σου και θα σε κάψω. Δεν είχες δικαίωμα να πιάσεις τα κλειδιά μου, σπουδάζω δικηγόρος και θα δεις τι θα σου κάνω. Είχα δέκα χιλιάδες»[4]. Επίσης, ότι, σε δημόσιο χώρο, τον εξύβρισε με την φράση «κωλόπαιδο, πουστόμπατσο», κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει παριστάμενο πρόσωπο να διαπράξει επίθεση[5] και, χωρίς εύλογη αιτία, προκάλεσε θόρυβο, κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει διασάλευση της ειρήνης[6].
Ο Κατηγορούμενος 2:
7η Κατηγορία, 8η Κατηγορία, 9η Κατηγορία, 10η Κατηγορία, 11η Κατηγορία, 12η Κατηγορία: ότι την 23 Ιουλίου του 2019, στο λιμανάκι του Αγίου Γεωργίου Πέγειας, επιτέθηκε εναντίον του Αστ.3090 Σ. Πενταρά, της Κοινοτικής Αστυνόμευσης, του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας, που είναι όργανο τήρησης της τάξης, και του προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη[7], κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντός του[8], εσκεμμένα, για να τον παρεμποδίσει[9], του προκάλεσε τρόμο ή ανησυχία αναφέροντάς του τις φράσεις «Θα σε σκοτώσουμε, δώσε μας τα κλειδιά μας να φύγουμε, γιατί θα δεις τι θα πάθεις»[10]. Επίσης, ότι, σε δημόσιο χώρο, τον εξύβρισε με την φράση «παλιόπαιδα, κωλόμπατσοι», κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει παριστάμενο πρόσωπο να διαπράξει επίθεση[11] και, χωρίς εύλογη αιτία, προκάλεσε θόρυβο, κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει διασάλευση της ειρήνης[12].
2. Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 δεν παραδέχθηκαν τις εναντίον τους κατηγορίες. Διεξήχθη ακροαματική διαδικασία.
3. Μετά το πέρας της παρουσίασης της υπόθεσης για την Κατηγορούσα Αρχή, υπήρξε εισήγηση, και σύμφωνα με το άρθρο 74(β)(γ) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155, εξετάζεται από το Δικαστήριο κατά πόσο υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, ώστε οι Κατηγορούμενοι να υποχρεούνται να προβάλουν υπεράσπιση.
4. Κατά κανόνα, το Δικαστήριο δεν καταλήγει σε κρίση περί αθωότητας ή ενοχής, εάν δεν ακούσει το σύνολο της μαρτυρίας. Σε περίπτωση που υπάρξει εισήγηση ή διαπίστωση του Δικαστηρίου (χωρίς εισήγηση) ότι η δίκη θα πρέπει να διακοπεί στο στάδιο αυτό, αφενός, τέτοια εισήγηση ή διαπίστωση πρέπει να είναι συγκεκριμένη, απαντώντας σε μία εκ των δύο περιπτώσεων που θα εξηγηθούν στη συνέχεια, αφετέρου, είναι εισήγηση ή διαπίστωση πως «δεν υπάρχει υπόθεση» (“no case”).
5. Όπως έχει διαχρονικά νομολογηθεί[13], η διακοπή της δίκης στο στάδιο αυτό και κατ’ επέκταση η αθώωση του κατηγορούμενου, δικαιολογείται μόνον σε δύο περιπτώσεις, εάν:
(α) δεν στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η κατηγορία, λόγω της απουσίας ενός ή περισσοτέρων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος, ή
(β) η μαρτυρία είναι τόσο αντινομική ή στερείται πειστικότητας, σε βαθμό που ένα λογικό Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να βασίσει σε αυτήν την καταδίκη του κατηγορούμενου.
6. Το μέτρο είναι αντικειμενικό. Εξετάζεται εάν, πρώτα απ’ όλα, υφίσταται μαρτυρία που να επικαλύπτει τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος. Όταν το Δικαστήριο καλεί σε απολογία, δεν αποφασίζει οριστικά ή τελειωτικά περί της απόδειξης των συστατικών στοιχείων των αδικημάτων, εφόσον η θεώρηση της μαρτυρίας και η κρίση ότι υφίσταται μαρτυρία που επικαλύπτει τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος είναι μόνο στην όψη της μαρτυρίας, και όχι με εις βάρος θεώρηση[14]. Η ίσως πιο σύνθετη περίπτωση είναι να υπάρχει μαρτυρία που να επικαλύπτει και τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος, αλλά, και πάλι, να χρειάζεται να διακοπεί η δίκη στο στάδιο αυτό, με αναφορά πλέον στην υφιστάμενη μαρτυρία, σε αντινομικότητα ή μη πειστικότητά της. Θεωρείται πάντοτε στην όψη της η μαρτυρία, χωρίς να αξιολογείται. Το ίδιο αντικειμενικό κριτήριο επιτάσσει και τότε πως, για να καταδειχθεί αντινομία ή έλλειψη πειστικότητας, χωρίς όμως αξιολόγηση, στην όψη της μαρτυρίας, θα πρέπει το πρόβλημα που αναδεικνύεται να είναι καταφανώς θεμελιακό, ώστε να μην μπορεί, ένα λογικό Δικαστήριο, να αντιπαρέλθει, εάν, σε ένα επόμενο στάδιο, προχωρήσει με επιμέρους αξιολόγηση της μαρτυρίας αυτής. Το ερώτημα που τίθεται σε αυτό το στάδιο, εάν υφίσταται μαρτυρία, είναι εάν ένα νοητό λογικό Δικαστήριο θα μπορούσε δυνητικά να καταδικάσει με βάση αυτήν, από μία οπτική, εάν η μαρτυρία αυτή ιδωθεί στο απόγειό της. Εάν η απάντηση είναι θετική, τότε, μπορεί να λεχθεί πως υπάρχει υπόθεση, για να απαντηθεί. Εάν στην υφιστάμενη μαρτυρία υπάρχουν περισσότερο ζητήματα αξιοπιστίας της εκδοχής των μαρτύρων σχετικά με τα γεγονότα, από τα οποία εξαρτάται η ισχύς ή η στάθμιση της δύναμης της μαρτυρίας, ή άλλα ζητήματα που καθορίζονται υποκειμενικά, και υπάρχουν στοιχεία στη βάση των οποίων θα μπορούσε να βασιστεί και κρίση ενοχής, η δίκη θα πρέπει να συνεχιστεί. Αντίθετα, δεν θα πρέπει να συνεχιστεί εάν εκθεμελιώθηκε, λόγου χάριν, με συντριπτική αντεξέταση, ώστε να αναδύεται φυσιολογικά η ανάγκη για τη διακοπή της. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί μια υπόθεση στη όψη της υφιστάμενης μαρτυρίας, γιατί είναι τόσο αδύναμη η μαρτυρία αυτή, δεν μπορεί να αποδειχθεί και πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, που θα είναι το αποδεικτικό βάρος στη συνέχεια. Εάν μπορεί, αντικειμενικά, να διατυπωθεί πως «δεν υπάρχει υπόθεση», είναι καθήκον του Δικαστηρίου να διακόψει τη δίκη. Η πλευρά του Κατηγορούμενου δεν καλείται να θεραπεύσει ελαττώματα στη μαρτυρία, ούτε να την ενισχύσει, με δική της μαρτυρία. Το Δικαστήριο μπορεί να προχωρά στην εκτίμηση για το εκ πρώτης όψεως στάδιο με συνοπτική αιτιολόγηση, χωρίς τέτοια ανάλυση της μαρτυρίας που θα ωθούσε σε ουσιαστική αξιολόγηση[15].
7. Για σκοπούς εξέτασης, έχω υπόψη μου τα συστατικά στοιχεία των υπό εκδίκαση αδικημάτων, αλλά και το σύνολο της μαρτυρίας.
8. Την 04.03.2025 κατατέθηκε εκ συμφώνου η κατάθεση του Αστ.2986 Κ. Λουκά ημερομηνίας 24.07.2019 (Τ1) και δηλώθηκε και εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι το περιεχόμενό της είναι αληθές. Στο Τ1 γίνεται αναφορά πως ο Αστ.2986, στο πλαίσιο διερεύνησης αδικημάτων που φέρονται να διαπράχθηκαν την 23.07.2019 στο λιμανάκι του Αγίου Γεωργίου Πέγειας, την 24.07.2019, μεταξύ των ωρών 01:20-01:40, στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας, έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 2, αφού προηγουμένως του επέστησε την προσοχή του στον νόμο. Ακολούθως, όπως κατέθεσε, μεταξύ των ωρών 01:55-02:15, έλαβε ανακριτική κατάθεση από ένα τρίτο πρόσωπο, που κατανομάζεται, αφού προηγουμένως του επέστησε την προσοχή του στον νόμο. Κατατέθηκε εκ συμφώνου και η κατάθεση του Αστ.3854 Χ. Χριστοφόρου, ημερομηνίας 24.07.2019 (Τ2), και δηλώθηκε και εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι αυτή όντως λήφθηκε από τον Αστ.3854, με επιφύλαξη ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της. Στο Τ2, ο Αστ.3854 κατέθεσε πως την 23.07.2019 καταγγέλθηκε από τον Αστ.3090 Σ. Πενταρά υπόθεση που αφορούσε τα αδικήματα που αναφέρει. Στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης, την 23.07.2019, μεταξύ των ωρών 21:02-21:12, κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του Κατηγορούμενου 1, στην παρουσία του, μαζί με τον Αστ.1244, έκανε έρευνα στο όχημα με αριθμό εγγραφής ΜΕΥ 397, χωρίς ωστόσο να εντοπιστεί οτιδήποτε επιλήψιμο. Την 24.07.2019, μεταξύ των ωρών 00:55-01:35, στον Σταθμό Πέγειας, έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 1, αφού προηγουμένως του επέστησε την προσοχή του στον νόμο. Ακολούθως, μεταξύ των ωρών 01:40-01:50, κατηγόρησε γραπτώς τον Κατηγορούμενο 1 για τα εις βάρος του αδικήματα, κατόπιν προηγούμενης επίστησης, και απάντησε «δεν παραδέχομαι». Την ίδια ημέρα, μεταξύ των ωρών 01:52-02:00, κατηγόρησε γραπτώς τον Κατηγορούμενο 2 για τα εις βάρος του αδικήματα, κατόπιν προηγούμενης επίστησης, και απάντησε «δεν έχω να πω τίποτε». Δηλώθηκε και εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός πως ο Αστ.3854 έχει λάβει ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 1, και ότι κατηγόρησε γραπτώς τους Κατηγορούμενους 1 και 2. Κατατέθηκαν εκ συμφώνου η ανακριτική κατάθεση του Κατηγορούμενου 1 (Τ3), ημερομηνίας 24.07.2019, χωρίς αποδοχή του περιεχομένου της, όπως και η γραπτή κατηγορία εναντίον του Κατηγορούμενου 1 (Τ4). Στο Τ3, ο Κατηγορούμενος 1 ανέφερε πως δεν παραδέχεται όσα του καταλογίζονται, δεν επιθυμεί δικηγόρο, ούτε να αναφέρει οτιδήποτε, το δε όχημα ΜΕΥ397 ανήκει στον παππού του. Ότι δεν παραδέχεται απάντησε και στην γραπτή του κατηγορία (Τ4). Κατατέθηκαν εκ συμφώνου η ανακριτική κατάθεση του Κατηγορούμενου 2 (Τ5), ημερομηνίας 24.07.2019, χωρίς αποδοχή του περιεχομένου της, όπως και η γραπτή κατηγορία εναντίον του Κατηγορούμενου 2 (Τ6). Στο Τ5, ο Κατηγορούμενος 2 ανέφερε πως δεν επιθυμεί να απαντήσει οτιδήποτε, και ό,τι έχει να πει, θα το πει στο Δικαστήριο. Ότι δεν έχει να πει οτιδήποτε δήλωσε και στην γραπτή του κατηγορία (Τ6). Κατατέθηκε εκ συμφώνου και το ημερολόγιο ενέργειας με καταχώριση ημερομηνίας 23.07.2019 (Τ7), σύμφωνα με την οποία το Τμήμα Αλιείας δεν εντόπισε οτιδήποτε επιλήψιμο, για το οποίο θα έχρηζε εξέταση από το ίδιο. Το περιεχόμενο της δήλωσης αναφέρθηκε και εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός. Στη συνέχεια, ακούστηκε η μαρτυρία του παραπονούμενου (ΜΚ1), ενώ εκ συμφώνου κατατέθηκε και το Τ11, κατάθεση του Αστ.1244 Σ. Στυλιανού. Ο ΜΚ1 υιοθέτησε τις καταθέσεις που έδωσε στην Αστυνομία (Τ8, Τ9), ανέφερε τους λόγους που θεώρησε πως μπορεί να πράξει ως έπραξε, αναγνώρισε τους Κατηγορούμενους, αναφέρθηκε στην επίσκεψή του στο ΤΑΕΠ και στον τραυματισμό του, στην προσπάθεια των Κατηγορούμενων να πάρουν τα κλειδιά από το χέρι του, κατέθεσε τον ιατρικό πιστοποιητικό που εκδόθηκε σχετικά με τους τραυματισμούς του (Τ10). Αναφέρθηκε, επίσης, στις φράσεις που, κατά τη θέση του εκστόμισαν οι Κατηγορούμενοι και στο πώς ένιωσε. Αντεξετάστηκε εκτενώς.
9. Ο κύριος Αλεξάνδρου ανέφερε, κατά την αγόρευσή του, πως η μαρτυρία, στην όψης της και μόνον, φαίνεται αναξιόπιστη. Ο ΜΚ1 ετοίμασε, όπως επισημάνθηκε, τη γραπτή του κατάθεση, Τ8, στην οποία, όπως προκύπτει, κάποιο άτομο του ανέφερε κάτι και συγκεκριμένα του ανέφερε ότι έγινε παράνομο ψάρεμα με μποτίλιες, και πήγε στο μέρος και βρήκε ένα αυτοκίνητο, που ανήκει στους Κατηγορούμενους, και δίδει εντολή σε πολίτη, να πάει να βγάλει τα κλειδιά από το αυτοκίνητο και να κλείσει τα παράθυρα του αυτοκινήτου. Στη σελίδα 2, όπως επισήμανε ο κύριος Αλεξάνδρου, στο τέλος της δεύτερης παραγράφου, αναφέρει, ο ΜΚ1, για τον πολίτη, ότι του έδωσε εντολή γιατί φορούσε παντόφλες και δεν υπήρχε πρόβλημα να βραχεί, ενώ λίγο πιο κάτω, ο μάρτυρας, στο τέλος της τελευταίας παραγράφου, στην ίδια σελίδα αναφέρει όταν οι Κατηγορούμενοι επέστρεψαν για να παραλάβουν το αυτοκίνητο, και τότε ενημέρωσε πως το αυτοκίνητο που προσπαθούσε να ανοίξει ήταν κλειδωμένο γιατί το είχε ασφαλίσει για να το προστατεύσει και να προλάβει πιθανή κλοπή. Χαρακτήρισε, ο κύριος Αλεξάνδρου, τις αναφορές αυτές ως «ψέματα», γιατί από τη μία, είπε, ο μάρτυρας, πως κλείδωσε το αυτοκίνητο και έκλεισε και τα παράθυρα για να το προστατεύσει από πιθανή κλοπή, και όταν του ζήτησαν τα κλειδιά οι νόμιμοι κάτοχοι, δεν τους έδωσε τα κλειδιά, για άλλο λόγο, που ανέφερε, τάχα για να κάνουν τη δουλειά τους και να έρθει το τμήμα Αλιείας. Δεν χρειάζονται, κατά τον κύριο Αλεξάνδρου, πολλά λόγια, για να αποκαλυφθεί το ψέμα, και η προσπάθεια ενός μάρτυρα να δικαιολογήσει τις παράνομες πράξεις του με το να επέμβει σε μία ξένη περιουσία, με κανένα δικαίωμα, να βάζει πολίτη του κράτους να πάει να αφαιρέσει τα κλειδιά από το αυτοκίνητο, να κλείσει τα παράθυρα και να κλειδώσει το αυτοκίνητο. Σκέφτηκε, ο μάρτυρας, κατά την πλευρά της υπεράσπισης, να πει πως το έκανε για να προστατεύσει από πιθανή κλοπή, ενώ ο ίδιος αποκαλύπτει το ψέμα του. Σχολιάζοντας τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι, ανέφερε, ο κύριος Αλεξάνδρου, ότι η κανονική ή δέουσα εκτέλεση του καθήκοντος του ΜΚ1, ως μέλους της Αστυνομίας, δεν ήταν να παραβιάζει τον νόμο. Αναφέρθηκε, επίσης, στο δικαίωμα άμυνας ή αντίστασης που έχει ο κάθε πολίτης, όταν παραβιάζονται τα δικαιώματά του. Με βάση την εκδοχή του ΜΚ1, όπως επισήμανε ο κύριος Αλεξάνδρου, η προσπάθεια των Κατηγορούμενων ήταν να πιάσουν τα κλειδιά του οχήματός τους, που παράνομα, κατά τη θέση του, κατακρατούσε ο ΜΚ1. Δεν είχε, κατά τη θέση του, ο ΜΚ1, δικαίωμα ούτε να διατάξει τον πολίτη να παραλάβει τα κλειδιά ή να κλείσει τα παράθυρα του οχήματος. Η θέση της υπεράσπισης είναι πως χρησιμοποιήθηκε η ανάλογη προσπάθεια, για να πάρουν την περιουσία τους, τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Παρέπεμψε στην υπόθεση Φωτίου ν. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 611. Έχω καλά υπόψη μου την εν λόγω απόφαση. Δεν ήταν, όμως, η σχετική πρωτόδικη απόφαση, απόφαση που εκδόθηκε στο στάδιο του εκ πρώτης όψεως.
10. Η κυρία Παπαλαζάρου, αντίθετα, επισήμανε πως η εκκίνηση της πλευράς της υπεράσπισης είναι πως όλες οι ενέργειες του ΜΚ1 ήταν παράνομες, αλλά στην επίμονη αντεξέταση που υπέστη ο εν λόγω μάρτυρας, έγινε αντιληπτό πως, στη βάση πληροφοριών, ήθελε να διερευνήσει η αρμόδια αρχή αδικήματα, κι αυτός ενήργησε όπως ενήργησε, μη επιτρέποντας στους Κατηγορούμενους να φύγουν από το μέρος και πήρε τα κλειδιά. Ο ΜΚ1 είπε πως απευθύνθηκε στους Κατηγορούμενους με ήπιο τρόπο. Σίγουρα, όπως επισήμανε η κυρία Παπαλαζάρου, γεννάται το ερώτημα, εάν είχε το δικαίωμα να τους περιορίσει. Ερώτημα, που, κατά τη θέση της, δεν μπορεί να απαντηθεί στο εκ πρώτης όψεως. Πέραν αυτού, εισηγήθηκε, πως, κατά τη δική της θέση, είχε το δικαίωμα. Δέχθηκε πληροφορία, κάποιοι μπήκαν στη θάλασσα να ψαρέψουν παράνομα, έκανε κάποιες εξετάσεις και διαφάνηκε πως ήταν άγραφο το όχημα, και πιθανόν να υπήρχαν άλλα αδικήματα, και τους είπε πως δεν έπρεπε να φύγουν. Θα μπορούσαν, όπως έθεσε, να περιμένουν. Γιατί έπρεπε να πάρουν τα κλειδιά, διατύπωσε το ερώτημα. Σε σχετική απάντηση, είπε, ο ΜΚ1, όπως επισήμανε η κυρία Παπαλαζάρου, πως δεν του δόθηκε περιθώριο εξηγήσεων, αλλά ότι οι Κατηγορούμενοι άρχισαν άμεσα να τον υβρίζουν, με αποτέλεσμα να γίνει το επεισόδιο. Μέσα στο μυαλό του Αστυνομικού, όπως είπε η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής, δεν υπάρχει ένδειξη για να σκεφτούμε πως ήθελε να παρανομήσει ο ΜΚ1, ότι υπάρχει εμπάθεια και ήθελε να τους πάρει τα κλειδιά χωρίς λόγο. Έδωσε, ο μάρτυρας, κάποιους λόγους, για τους οποίους έκρινε ότι έπρεπε να αφαιρέσει τα κλειδιά. Η παρεξήγηση, κατά την κυρία Παπαλαζάρου, ξεκίνησε από τους Κατηγορούμενους, από την απουσία διάθεσης συνεργασίας μαζί του.
11. Έχω υπόψη μου ότι αναφέρθηκε και από τις δύο πλευρές. Θεωρώ, καταρχάς, ότι υφίσταται μαρτυρία που να επικαλύπτει τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων, την οποία θα πρέπει να αξιολογήσω ουσιαστικά, για να μπορέσω να καταλήξω σε ένα συμπέρασμα. Δεν θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω, σε αυτό το στάδιο, ως αντινομική, ή ως αδύναμη σε τέτοιο βαθμό, που ένα λογικό Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να βασιστεί σε αυτήν, και για καταδίκη. Είναι περισσότερο υποκειμενικά τα διάφορα ζητήματα που τίθενται. Εάν οι αναφορές του ΜΚ1 μπορούν να θεωρηθούν ως «ψευδείς» ή όχι, δεν είναι κάτι που μπορεί να γίνει σε αυτό το στάδιο. Υποβλήθηκε, μεταξύ άλλων, στον μάρτυρα, ότι η βία που ασκήθηκε από τους Κατηγορούμενους ήταν εύλογη και ανάλογη, με δεδομένη την έλλειψη νομιμότητας στις ενέργειές του. Έδωσε μια διαφορετική θέση ο μάρτυρας, ως προς τα ζητήματα νομιμότητας, που θα πρέπει να εξεταστούν στο τέλος της δίκης. Τυχόν εναλλαγή στις εκδοχές του, ως προς τις νομικές βάσεις, ή αδυναμίες, δεν μπορεί να εκτροχιάσει την υπόθεση από τον δρόμο της πλήρους ακρόασης.
12. Στην Αστυνομία ν. Κουντούρη, ΠΕ 169/2020, 09.06.2021, ECLI:CY:AD:2021:B235, που αφορούσε και όμοιας φύσης αδικήματα (επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη και δημόσια εξύβριση), όπου το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε απαλλάξει τον Κατηγορούμενο από το εκ πρώτης όψεως, βασιζόμενο στις πολλαπλές εκδοχές ή και αδυναμίες της μαρτυρίας της παραπονούμενης, το Εφετείο έκρινε ως λανθασμένη την προσέγγιση, επαναλαμβάνοντας πως, στην αντικειμενική θεώρησή της, η μαρτυρία, δεν επιτρέπει ουσιαστική αξιολόγησή της, παρά μόνον βασικά έλεγχο του εάν υφίσταται μαρτυρία που καλύπτει, στην επιφάνειά της, στα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων. Στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Λίλλητου, ΠΕ 194/2020, 17.05.2021, με παρόμοιας φύσης αδικήματα, ήταν ίδια η προσέγγιση του Εφετείου, ακυρωτική της κρίσης του Δικαστηρίου πως δεν υπήρχε εκ πρώτης όψεως υπόθεση.
13. Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, δεν μπορεί να διατυπωθεί πως δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, για να απαντηθεί. Θεωρώ ότι η ακρόαση της υπόθεσης θα πρέπει να συνεχιστεί, για να μπορέσει το Δικαστήριο, αρχικά, να αξιολογήσει πλήρως την ενώπιον του μαρτυρία, και έπειτα, να εξετάσει την υπόθεση, με βάση απαιτούμενο βάρος απόδειξης που έχει η Κατηγορούσα Αρχή.
(εξηγούνται τα δικαιώματα)
(Υπ.) ……………………………
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη, άρθρο 243 ΠΚ.
[2] Επίθεση κατά οργάνου τήρησης της τάξης κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντός του, άρθρο 244(β) ΠΚ.
[3] Εσκεμμένη παρεμπόδιση κατά οργάνου τήρησης της τάξης κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντός του, άρθρο 244(β) ΠΚ.
[4] Απειλή, άρθρο 91Α ΠΚ.
[5] Δημόσια εξύβριση, άρθρο 99 ΠΚ.
[6] Ανησυχία, άρθρο 95 ΠΚ.
[7] Επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη, άρθρο 243 ΠΚ.
[8] Επίθεση κατά οργάνου τήρησης της τάξης κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντός του, άρθρο 244(β) ΠΚ.
[9] Εσκεμμένη παρεμπόδιση κατά οργάνου τήρησης της τάξης κατά την κανονική εκτέλεση του καθήκοντός του, άρθρο 244(β) ΠΚ.
[10] Απειλή, άρθρο 91Α ΠΚ.
[11] Δημόσια εξύβριση, άρθρο 99 ΠΚ.
[12] Ανησυχία, άρθρο 95 ΠΚ.
[13] Πρακτική του 1962 (Practice Note (1962) 1 All ER 448, R. v. Hipson (1969) Cr. L.R. 85, R. v. Galbraith [1981] 2 All ER 1060, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 ΑΑΔ 133, Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191, Γεωργίου v. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 515, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Δράκου (2012) 2 ΑΑΔ 851, Mariano v. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 808, Ι.Π.Κ. Ηχοκίνηση Λτδ ν. Σιέγγερη (2016) 2 ΑΑΔ 851, Silver Leaf Developments Ltd v. Στυλιανού, ΠΕ 120/2019, 01.07.2021, ECLI:CY:AD:2021:B301, Fowles v. A.M.G., ΠΕ 57/22, 08.05.2023, ECLI:CY:AD:2023:B152, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 125/2021, 14.03.2024, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 136/2024, 31.03.2025.
[14] Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 136/2024, 31.03.2025.
[15] Παναγιώτου κ.ά. v. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 125/2021, 14.03.2024.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο