
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Υπόθεση αρ. 1096/2025
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
ν.
1. Ο. Μ.
2. Ι. Η.
3. Σ. Η.
4. Π. Η.
___________________
Ημερομηνία: 05 Μαΐου 2025
Εμφανίσεις:
Σ. Χρυσοστόμου, για την Κατηγορούσα Αρχή / Αιτητές
Γ. Ηλιάδης, για την Κατηγορούμενη 1/ Καθ’ ης η αίτηση
Κατηγορούμενη 1/ Καθ’ ης η αίτηση: παρούσα
Αίτηση ημερομηνίας 28.02.2025
και προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 28.02.2025
Α Π Ο Φ Α Σ Η
1. Η Κατηγορούμενη 1 αντιμετωπίζει αδικήματα βίας στην οικογένεια, με βάση τον περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο ν. 119(Ι)/2000, και παρενόχλησης, με βάση τον περί της Προστασίας από Παρενόχληση και Παρενοχλητική Παρακολούθηση Νόμο ν.114(Ι)/2021. Ειδικότερα, κατηγορείται ότι σε διάφορες περιπτώσεις, μεταξύ των μηνών Απρίλιος-Μάιος 2024, αλλά και το καλοκαίρι του 2020, επιτέθηκε στον υιό της και τον κτύπησε, ότι του προκάλεσε ψυχική βλάβη και περιορισμό της ελευθερίας του, και παρενόχληση. Στο ίδιο κατηγορητήριο, υπάρχουν κατηγορίες εναντίον των παππούδων και του πατέρα του παραπονούμενου, ότι παρέλειψαν να καταγγείλουν περίπτωση βίας εναντίον του.
2. Με βάση μονομερή αίτηση της Αστυνομίας, που καταχωρίστηκε ταυτόχρονα με την καταχώριση της ποινικής υπόθεσης, την 28.02.2025, εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα, με το οποίο απαγορεύεται στην Κατηγορούμενη 1 / Καθ’ ης η αίτηση, ενόσω εκκρεμεί η εναντίον της ποινική υπόθεση, να προσεγγίζει τον παραπονούμενο σε απόσταση μικρότερη των 200 μέτρων ή και να τον ακολουθεί, είτε να τον παρενοχλεί με οποιονδήποτε τρόπο.
3. Τα γεγονότα πάνω στα οποία βασίστηκε η αίτηση είναι τα εξής: ο παραπονούμενος είναι ηλικίας 13 ½ ετών. Την 29.01.2025, στο πλαίσιο λήψης οπτικογραφημένης κατάθεσης από τον παραπονούμενο, για σκοπούς υπόθεσης που σχετίζεται με βία στην οικογένεια, ο παραπονούμενος ανέφερε πως, σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των μηνών Απριλίου-Μαΐου του 2024, το Πάσχα, μετά από διαφωνία που είχαν με την Καθ’ ης η αίτηση, εκείνη άρχισε να του θυμώνει και τον άρπαξε από το χέρι, και τον τραβούσε να τον βγάλει έξω από το σπίτι. Εκείνος έπεσε στο πάτωμα και η Καθ’ ης η αίτηση άρχισε να τον κλωτσά στα πλευρά και κάτω από τα πλευρά, και να του δίνει μπουνιές στην περιοχή του στήθους και στην πλάτη. Όταν ο παραπονούμενος κατάφερε να ξεφύγει, τηλεφώνησε στους παππούδες του, για να έρθουν να τον πάρουν από το σπίτι, όπως και έγινε. Παρέμεινε με τους παππούδες του τις περισσότερες ημέρες. Από τότε, δεν τον ξανακτύπησε. Δεν είχε επισκεφθεί τότε ιατρό. Στην ίδια οπτικογραφημένη κατάθεση, ο παραπονούμενος ανέφερε πως και στο παρελθόν, το καλοκαίρι του 2020, όταν ήταν εννέα ετών, είχε πάει με την Καθ’ ης η αίτηση σε βραδινή έξοδο που είχε η ίδια με φίλους της. Είχαν μείνει έξω για πολλή ώρα, εκείνος κρύωνε πολύ και νύσταζε και της ζητούσε επανειλημμένα να φύγουν. Η Καθ’ ης η αίτηση είχε καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ. Τελικά, τα μεσάνυχτα, που έφυγαν, όταν επέστρεψαν στο σπίτι, η Καθ’ ης η αίτηση τον άρπαξε και άρχισε να του φωνάζει και να τον χτυπά με μπουνιές στην κοιλιά και στο στήθος, ενώ τον χαστούκισε δυνατά στο μάγουλο. Στη συνέχεια, τον κλείδωσε μέσα στο μπάνιο. Μετά από πέντε λεπτά, άνοιξε την πόρτα του μπάνιου, τον ξανακτύπησε, και τον κλείδωσε και πάλι στο μπάνιο. Μετά από εκείνο το περιστατικό είχε μώλωπες στο χέρι, το πρόσωπό του ήταν πρησμένο, είχε μελανιές στην κοιλιά, πονούσε για δύο εβδομάδες, αλλά δεν πήγε σε ιατρό για φροντίδα. Οι παππούδες του παραπονούμενου, οι οποίοι είναι ηλικιωμένοι, ανέφεραν πως δεν γνώριζαν πως θα έπρεπε να προβούν σε καταγγελία, ενώ ο πατέρας του παιδιού ανέφερε πως δεν του είχε πει ο παραπονούμενος πως τον κτύπησε η Καθ’ ης η αίτηση. Μετά την αναφορά στην Αστυνομία, όπως ανέφερε ο πατέρας του, ο παραπονούμενος άρχισε να του ανοίγεται και να του εξηγεί. Στη βάση των αναφορών του παραπονούμενου και των καταθέσεων που είχαν ληφθεί, είχε συλληφθεί η Καθ’ ης η αίτηση, ημέρες μετά. Όταν ανακρίθηκε, ανέφερε πως ουδέποτε είχε κτυπήσει τον υιό της, εκφράζοντας την πεποίθηση πως ο παραπονούμενος είναι καθοδηγούμενος από άλλο πρόσωπο. Η Αστυνομία έκρινε και ανέφερε στο Δικαστήριο πως ο αποκλεισμός της Καθ’ ης η αίτηση είναι απαραίτητος, επείγων και αναγκαίος, διότι με τη συμπεριφορά της, η Καθ’ ης η αίτηση, απέναντι στο θύμα, το έχει καταστήσει ευάλωτο, ώστε να υπάρχει ο κίνδυνος επανάληψης της βίας και της παρενόχλησης, ιδίως με δεδομένες τις εξελίξεις, την καταχώριση της ποινικής υπόθεσης εναντίον της.
4. Με ένσταση που καταχώρισε η Καθ’ ης η αίτηση, προβάλλει λόγους για τους οποίους, κατά τη θέση της, το προσωρινό διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί. Στη σύνοψή τους οι λόγοι ένστασης, καθότι ομοιάζουν μεταξύ τους, αλληλοκαλύπτονται ή επαναλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο, σχετίζονται με τις τυπικές και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις έκδοσης και εξακολούθησης ισχύος τέτοιου διατάγματος, ενώ υπάρχει και ο ισχυρισμός πως έγινε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, με σκοπό την παραπλάνηση. Με ένορκη δήλωσή της, που υποστηρίζει την ένσταση, η Καθ’ ης η αίτηση αναφέρει, σε σχέση με τα γεγονότα, πως γνωρίζει το γεγονός πως την 29.01.2025 ελήφθη οπτικογραφημένη κατάθεση από τον υιό της, αλλά θεωρεί πως όσα κατέθεσε ο ανήλικος, είναι ψευδή. Θεωρεί πως οι παππούδες και ο πατέρας του «βάζουν λόγια» σε αυτόν ότι εκείνη δεν είναι καλή μητέρα, ότι μόνον ο πατέρας του είναι καλός. Γελούσαν και την κορόιδευαν, ανέφερε, ακόμα κι όταν εκείνη έκλαιγε. Η ίδια θεωρεί τον εαυτό της θύμα βίας από τους συγκατηγορούμενούς της. Τον Οκτώβριο του 2024, πήρε τον υιό της από το σχολείο. Ήταν νευριασμένος. Έφτασαν στο σπίτι. Η ίδια πήγε να μαγειρέψει. Εκείνος πήγε στο σαλόνι και άρχισε να παίζει «video games» και να φωνάζει για το παιχνίδι. Του είπε να σταματήσει να φωνάζει και να πλύνει τα χέρια του. Εκείνος τότε ξέσπασε και άρχισε να φωνάζει, λέγοντας πως έχει πρόβλημα στο σχολείο και ότι δεν τον βοηθά κανείς, και δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στα μαθήματά του, στον βαθμό που επιθυμεί. Πάσχει από αυτισμό το παιδί, όπως μαρτυρήθηκε. Πρέπει να ακούει μία γλώσσα, αλλά, αναγκαστικά, ακούει δύο γλώσσες, όλοι στο σπίτι του μιλούν αγγλικά, στο σχολείο ακούει ελληνικά. Αναφέρεται, η Καθ’ ης η αίτηση, σε γεγονότα του παρελθόντος, στις δυσκολίες που πέρασε η ίδια με το παιδί, όταν ο πατέρας του είχε πάει στην Αγγλία και την άφησε μόνη της στην Κύπρο με το παιδί, χωρίς βοήθεια, εκτός από τις φορές που τον έπαιρναν οι παππούδες του, για να μπορεί εκείνη να δουλέψει. Μετά από τρία χρόνια που είχε φύγει ο σύζυγός της για την Αγγλία, τον ακολούθησαν η ίδια με το παιδί. Στην Αγγλία, όπου έμειναν για πέντε χρόνια, το παιδί ήταν ο καλύτερος μαθητής και η ίδια ήταν παντού μαζί του, στα φροντιστήρια, στα μαθήματα κολύμβησης. Είχε όμως μετέπειτα αποφασίσει ο σύζυγός της να επιστρέψουν στην Κύπρο, όπως και έγινε. Έμεναν στη Λεμεσό, στο σπίτι των παππούδων, αρχικά. Το παιδί, επηρεαζόμενο από τον πατέρα του, άρχισε να τρώει ανθυγιεινές τροφές, να οδηγείται στην παχυσαρκία. Η ίδια προσπαθούσε να τον παρακινήσει να κάνει διάφορες δραστηριότητες, για να κινείται, ωστόσο, το μόνο που θέλει να κάνει το παιδί είναι να κάθεται μπροστά στην τηλεόραση και να παίζει παιχνίδια, είτε στην κονσόλα είτε στο κινητό. Στο πλαίσιο της ίδιας προσπάθειάς της, του έλεγε να στρώσει το κρεβάτι του, να βάλει νερό στα λουλούδια, να καθαρίσει τη βεράντα, για να είναι απασχολημένος με κάτι, να κινείται. Το παιδί αντιδρούσε, φώναζε, λέγοντάς της «τι θέλεις από εμένα;», και βρίσκοντας δικαιολογίες για να μην ασχοληθεί με οτιδήποτε. Η ίδια τηλεφωνούσε στον πατέρα του παιδιού, του έλεγε να τον πάρει γιατί δεν μπορεί άλλο, χρειάζεται βοήθεια. Το παιδί ποτέ δεν άκουγε την ίδια. Άκουγε μόνο τον πατέρα του, αλλά το έκανε γιατί τον φοβόταν, έχει αρκετή επιρροή επάνω του. Μπορεί να έχει δίκαιο το παιδί, όπως λέει η Καθ’ ης η αίτηση, στο ότι η ίδια ήταν αυστηρή μαζί του, ότι του «φώναζε», αλλά ήταν γιατί ήθελε το καλό του. Ουδέποτε τον χτύπησε ή άσκησε οποιασδήποτε μορφής σωματική βία, ούτε τον κλείδωσε στο μπάνιο. Με τον σύζυγό της μαλώνουν συχνά λεκτικά, αυτά γίνονται μπροστά στο παιδί, μα το παιδί θέλει οι γονείς του να είναι καλά, τους λέει να τα βρουν, να μην μαλώνουν. Τα προβλήματα στο σπίτι αλλά και στο σχολείο, με την ελληνική γλώσσα, είναι αρκετά. Η εκδοχή της Καθ’ ης η αίτηση είναι πως η αναφορά του παιδιού ότι δέχθηκε σωματική βία, που δεν αληθεύει, προκύπτει από το γεγονός ότι η ίδια δεν έχει καλές σχέσεις με τον πατέρα του παιδιού πλέον, υπήρχαν οι ενστάσεις και από τους δύο μπροστά στο παιδί, και η ίδια τον είχε πιέσει να είναι δραστήριος, ώστε να αντιδρά εναντίον της. Δεν είναι δυνατόν, λέει, να είχε μώλωπες το παιδί, πρησμένο πρόσωπο, και να μην το πρόσεξε ο πατέρας του, ο οποίος ανέφερε στην Αστυνομία πως είναι πολύ προστατευτικός, ή οποιοσδήποτε άλλος. Δεν είπε οτιδήποτε το παιδί, εφόσον ουδέποτε έλαβαν χώρα τέτοια γεγονότα. Εναντίον των συγκατηγορούμενών της, είχε καταχωριστεί η ποινική υπόθεση 14658/2021 Ε.Δ. Λεμεσού, βάσει των παραπόνων της ότι δέχθηκε βία, η οποία τελικά δεν προωθήθηκε, γιατί η ίδια δεν ήθελε εντάσεις. Τότε είχε φιλοξενηθεί στο ΣΠΑΒΟ με το παιδί. Θεωρεί, η Καθ’ ης η αίτηση, πως οι παππούδες του παιδιού και ο σύζυγός της θέλουν τώρα να την απομακρύνουν από το παιδί, καθότι, από τότε που εκδόθηκε το διάταγμα, δεν έχει οποιαδήποτε επικοινωνία με το παιδί της, ούτε ενημέρωση. Όταν ενημερώθηκε για την καταγγελία που έκανε το παιδί, νόμισε πως ήταν αστείο. Πήγε οικειοθελώς στην Αστυνομία, όταν την ενημέρωσαν, και την άφησαν και όλο το βράδυ υπό κράτηση. Πήγε στο σχολείο του παιδιού, να ρωτήσει τι συμβαίνει. Της είπαν ότι το παιδί ήταν νευρικό και είχε αναφέρει ότι κτυπήθηκε και ότι δέχονταν «φωνές». Ειδοποίησαν το Γραφείο Ευημερίας. Πήγε και στο Γραφείο Ευημερίας, να μάθει από εκεί τι συμβαίνει, Έλειπε η λειτουργός που χειρίζεται την υπόθεση, ουδέποτε επικοινώνησε πίσω μαζί της. Διερωτάται, γιατί έγινε αναφορά το 2025 για κάτι που υποτίθεται πως έγινε το 2024 ή το 2020, αλλά και πώς γίνεται να έγιναν πιστευτά τα λεγόμενά του.
5. Η ακρόαση της αίτησης και του προσωρινού διατάγματος έγινε στη βάση των ενόρκων δηλώσεων της αίτησης και της ένστασης, χωρίς να προσφερθεί πρόσθετη μαρτυρία, και χωρίς αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων. Κατά την ακρόαση της αίτησης και του προσωρινού διατάγματος, έχει ακουστεί η επιχειρηματολογία από την πλευρά της Αστυνομίας, αλλά και της Καθ’ ης η αίτηση.
6. Διατάγματα του είδους αυτού εκδίδονται κατά κανόνα μονομερώς, συνθήκη που επιβάλλει την αυξημένη υποχρέωση του αιτούντος να αποκαλύψει τα πλήρη γεγονότα της υπόθεσης.
7. Υπάρχει η μαρτυρία του παιδιού στην Αστυνομία πως δέχθηκε σωματική βία από τη μητέρα του, σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις, που του προκάλεσαν ανησυχία. Πρόκειται για ένα απόλυτα σοβαρό θέμα. Εάν είναι ψευδής ή αληθής η εν λόγω μαρτυρία, δεν είναι κάτι στο οποίο μπορεί να υπεισέλθει το Δικαστήριο, στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας.
8. Το ευλόγως αναμενόμενο είναι η Αστυνομία να μπορεί, πριν από την υποβολή αιτημάτων στο Δικαστήριο για δραστικές παρεμβάσεις, ιδίως εάν υφίσταται το χρονικό περιθώριο ή η πρακτική δυνατότητα, να σταθμίζει η ίδια τη μαρτυρία που διαθέτει, και να προβαίνει σε τυχόν άλλες αναγκαίες πράξεις, όπως, για παράδειγμα, την εξασφάλιση ειδικής μαρτυρίας, ιδίως εάν το φερόμενο ως θύμα, γνωρίζει ή μπορεί με λογικά διαβήματα να γνωρίζει, πως έχει νευροαναπτυξιακή διαταραχή, που μπορεί να επηρεάζει τον τρόπο που επικοινωνεί ή αντιλαμβάνεται τον κόσμο και τις κοινωνικές συμπεριφορές.
9. Κατά την έκδοση του διατάγματος, το Δικαστήριο δεν είχε υπόψη του τα πλήρη γεγονότα της υπόθεσης. Κυριότερα, δεν είχε υπόψη του ότι ο παραπονούμενος είναι στο φάσμα του αυτισμού, ότι αντιμετωπίζει γενικότερα προβλήματα στο σχολείο, λόγω της ανάγκης να εγκαταλείψει τη ζωή του στην Αγγλία, και να μεταβεί στην Κύπρο, κατά τρόπο ώστε να επηρεάζεται πιθανότατα η ψυχολογία του. Ούτε ακόμα είναι υπόψη του, σε ποια έκταση είναι όλα αυτά τα προβλήματα του παιδιού. Αυτή η γνώση, τώρα, κατ’ επέκταση και η ασάφεια που προσθέτει, δημιουργούν ερωτηματικά. Δεν καθίσταται εμπειρογνώμονας το Δικαστήριο με τη διατύπωση του συλλογισμού, ως τέτοιου, πως ορισμένα άτομα, όπως και παιδιά, στο φάσμα του αυτισμού, πέρα από ιδιαίτερες ή αυξημένες ικανότητες σε ορισμένους τομείς, δεν αποκλείεται να έχουν δυσκολία στην επικοινωνία ή την κατανόηση κοινωνικών καταστάσεων, ή να τύχει να παρερμηνεύσουν προθέσεις ή πράξεις, ή ακόμα και τι είναι «βία» (π.χ. μια έντονη αγκαλιά μπορεί να εκληφθεί, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, ως βία), άδολα· να παρουσιάζουν υπερευαισθησία στην αφή ή στον ήχο, οπότε οι «φωνές» (όταν το παιδί λέει ότι η μητέρα του «φωνάζει»), υπό ορισμένες συνθήκες, να βιώνονται ως επίθεση, και έτσι να εκφράζονται, ή να έχουν άλλο νόημα από το συνηθισμένο· ή να υπάρχει δυσκολία στην αφήγηση των γεγονότων με σειρά, ως προς τον χρόνο, ή με ακρίβεια, να εμπλέκεται το πραγματικό γεγονός με το φανταστικό, να υπάρχει παλινδρόμηση ή χρήση φράσεων που έχουν ακούσει από άλλους ή και από βίντεο χωρίς να είναι προσωπικό βίωμα. Η Καθ’ ης η αίτηση ανέφερε ορισμένα σχετικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του παραπονούμενου, διαχρονικά, που, σε συνάρτηση με τη μαρτυρία της ότι βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού, δίνουν λογικές πιθανότητες και για άλλη οπτική των πραγμάτων, που αναδεικνύεται ότι θα πρέπει να διερευνηθεί, για να μπορέσουν να διαμορφωθούν ανάλογα οι πιθανότητες που σχετίζονται με την υπόθεση, σε αυτό το στάδιο που βρίσκεται. Ειδικότερα, οι καταθέσεις από παιδιά στο φάσμα του αυτισμού πρέπει να αξιολογούνται προσεκτικά από τις Αρχές, όπως και από το Δικαστήριο σε κατοπινό χρόνο, επειδή μιλούν με ιδιαίτερο τρόπο. Συναφώς, χρειάζεται και η σχετική επιστημοσύνη στην προσέγγιση της μαρτυρίας αυτής, για τη συνδυαστική μεταχείρισή της. Κατά συνέπεια, η αναφορά, στην αίτηση, απλώς σε οπτικογραφημένη κατάθεση που ελήφθη (με άγνωστο τρόπο) από το παιδί, στο πλαίσιο της διερεύνησης μιας υπόθεσης, χωρίς οτιδήποτε άλλο, εκ πρώτης όψεως, πλέον, δεν επαρκεί, με το νέο δεδομένο της κατάστασης του παιδιού, για να μπορέσει να εκληφθεί από το Δικαστήριο πως είναι επαρκής η μαρτυρία, από την οποία να προκύπτει υφιστάμενη άσκηση ή κίνδυνος άσκησης ή επανάληψης βίας ή παρενόχλησης. Εξάλλου, με βάση τη μαρτυρία της μητέρας του, που περιβάλλεται από συγκεκριμένα γεγονότα, που δεν αντικρούστηκε με δικονομικά αποδεκτό τρόπο, το παιδί και έχει πρόβλημα να εκφραστεί στην Ελληνική γλώσσα.
10. Δεν είχε υπόψη του το Δικαστήριο, επίσης, πως οι σχέσεις αναμεταξύ της Καθ’ ης η αίτηση και των συγκατηγορούμενών της είναι έντονα διαταραγμένες και ότι είχε προηγηθεί μάλιστα άλλη ποινική υπόθεση, στο Ε.Δ. Λεμεσού, στην οποία η Καθ’ ης η αίτηση ήταν η παραπονούμενη, για βία. Το γεγονός ότι τοποθετήθηκαν στο ίδιο κατηγορητήριο αυτής της υπόθεσης και οι δύο γονείς και οι παππούδες του παραπονούμενου παιδιού που φέρεται ως το θύμα, αλλά και την τόσο μικρή ηλικία του παιδιού (13 ½ ετών), είχε δημιουργήσει την εντύπωση περί εμπλοκής των Αρχών στο θέμα του παιδιού κατά κάποιον τρόπο αυτόβουλα, με ανεξαρτησία. Η αντίληψη ότι πιθανόν να υπήρχε πρόβλημα στις αναμεταξύ τους σχέσεις ή ένα διαφορετικό παρασκήνιο ήταν αρχικά όταν την 30.04.2025 κλήθηκαν να περάσουν στο εδώλιο οι Κατηγορούμενοι 2 και 4, που ήταν παρόντες, μαζί με την Κατηγορούμενη 1, και υπήρχε δισταγμός, δυσκολία έως απορία τους ως προς το ότι κατηγορούνται και οι ίδιοι για κάτι. Φαίνεται πως δίδεται μια πιθανή εξήγηση, κατά την εξέταση της ένστασης. Είχε γίνει μεν αναφορά, στην αίτηση, σε λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης από το παιδί, στο πλαίσιο υπόθεσης βίας στην οικογένεια, δεν είχαν όμως δοθεί λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο εκκίνησε η ανακριτική διαδικασία, την εμπλοκή του σχολείου ή του Γραφείου Ευημερίας, από τον Ιανουάριο του 2025, πώς πήγε το παιδί στην Αστυνομία, κ.λπ. Έγιναν ορισμένες αναφορές και από την Καθ’ ης η αίτηση, που ούτε εκείνες δίδουν ολοκληρωμένη την πληροφόρηση, για το σύνολο των γεγονότων.
11. Νέο δεδομένο είναι και πως το παιδί διαμένει με τον πατέρα του, που είναι επίσης κατηγορούμενος στην ίδια υπόθεση. Τέθηκε στη φύλαξη του πατέρα του με τρόπο που δεν εξηγήθηκε, σε συνάρτηση με τους χρόνους των συμβάντων που ανέφερε το παιδί, της κατάθεσής του, της σύλληψης της Καθ’ ης η αίτηση, της καταχώρισης αυτής της ποινικής υπόθεσης τον Απρίλιο του 2025. Υπάρχουν χρονικά κενά στην περιγραφή της σχέσης της Καθ’ ης η αίτηση με τον παραπονούμενο, που δεν είναι οποιαδήποτε κοινωνική σχέση, αλλά σχέση μητέρας και παιδιού, που αντανακλούν στο να μην καθίσταται γνωστή η ποιότητα της όλης σχέσης τους, κατ’ επέκταση να μην δίδουν δυνατότητα να ιδωθούν οι δύο στιγμές, το 2024 και το 2020, μέσα στο όλο σχεσιακό πλαίσιο, σε συνδυασμό με τους χαρακτήρες των εμπλεκόμενων ατόμων. Πρόσθετα με όλα τα υπόλοιπα, που προαναφέρθηκαν, δεν είναι και γνωστό ή έστω ορατό το πώς το να είναι όλη η οικογένεια του παιδιού αυτού, περιλαμβανομένων των υπερήλικων (άνω των 80 ετών) παππούδων του, κατηγορούμενοι σε ποινική υπόθεση, λειτουργεί για την προστασία του παιδιού, για την οποία εκλαμβάνεται πως έγιναν οι όποιες παρεμβάσεις από την Αστυνομία ή από οποιαδήποτε άλλη Αρχή τυχόν προσέφυγε στην Αστυνομία. Δεν διαψεύστηκε το γεγονός, που μαρτύρησε η Καθ’ ης η αίτηση, πως το Γραφείο Ευημερίας δεν είχε επικοινωνία μαζί της, παρά τη δική της προσπάθεια, για να της εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει. Αυτά τα χρονικά κενά δεν είχαν κατ’ ανάγκη εξ αρχής σημασία.
12. Ο τρόπος εν πάση περιπτώσει με τον οποίον είχαν αναφερθεί τα γεγονότα, στη μονομερή αίτηση, έδωσε την εντύπωση πως η Καθ’ ης η αίτηση είναι ένα άτομο που αδιαφορεί για το παιδί της και για τις ανάγκες του, με προβλήματα συμπεριφοράς, ενδεχομένως συνδεόμενα και με την χρήση αλκοόλ. Δόθηκε η έμφαση σε αυτήν την παράμετρο, για το επεισόδιο του 2020. Ότι πρόκειται για μια γυναίκα με ανέλεγκτες τάσεις να ξεσπά πάνω στο παιδί, σε σημείο που να το κτύπα βάναυσα, με κλωτσιές και μπουνιές, όπως συνέβη ήδη δύο φορές, ότι το παιδί τώρα κατάφερε να μιλήσει, και ‒ ασχέτως του χρόνου και της σημασίας και του χρόνου ‒ τώρα έχει προκύψει και ότι χρειάζεται προστασία, οπότε πως είναι διαχρονικά επείγουσα η παρέμβαση της Αστυνομίας, που είναι η μόνη που μπορεί να υπάρξει, για να απομακρυνθεί η Καθ’ ης η αίτηση άμεσα, ενόσω εκκρεμεί η ποινική υπόθεση· εφόσον οι δυναμικές συγκλίνουν ως προς το ότι θα επαναλάβει βίαιο ξέσπασμα στο παιδί, ιδίως και υπό το φως της εναντίον της υπόθεσης. Η γνώση των γεγονότων στην πληρότητά τους, ως τουλάχιστον αυτή και στον βαθμό που αυτή διαμορφώνεται στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, αλλά κι η ίδια η παρουσία της Καθ’ ης η αίτηση στο Δικαστήριο, διαφοροποιούν εντελώς την αρχική εικόνα, αφαιρώντας την από το κάδρο πως ένα παιδάκι μαρτύρησε ξαφνικά πως το κτύπησε άγρια η μητέρα του σε δύο περιπτώσεις, ασχέτως της χρονικής αραιότητας, και πως διαπιστώνεται σήμερα πως ουσιαστικά κινδυνεύει· θολώνοντας αυτήν την εικόνα, αρκετά.
13. Πέραν του ότι τα προαναφερόμενα αναδεικνύουν ότι, όντως, υπήρξε απόκρυψη από την πλευρά της Αστυνομίας όλων των διαστάσεων της υπόθεσης, οδηγούν και στο ότι δεν προκύπτει, εκ πρώτης όψεως, πως η Καθ’ ης η αίτηση αντιμετωπίζει γενικότερα προβλήματα συμπεριφοράς έναντι στο παιδί της, ώστε να θεωρείται εκ πρώτης όψεως πως έχει ασκήσει ή ότι μπορεί να ασκήσει ή να επαναλάβει αξιόποινη βία ή παρενόχληση. Η Καθ’ ης η αίτηση, μέσα από τα γεγονότα που εξέθεσε, και από την όλη παρουσία της, μετέδωσε στο Δικαστήριο, στην όψη των πραγμάτων, την εικόνα μιας μητέρας που αγαπά το παιδί της, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει διάφορα προβλήματα, με τρόπους που δεν επιβάλλουν, πάντως, με τα επί του παρόντος δεδομένα, τη στέρηση των γονικών της δικαιωμάτων.
14. Επ’ αυτού, η εύλογα αναμενόμενη και απαιτούμενη, υπό ορισμένες συνθήκες, αυστηρότητα του γονιού προς το παιδί του, ακόμα κι αν ορισμένες φορές είναι κατά μία αίσθηση ή την παιδική αίσθηση υπερβάλλουσα, από την ανησυχία του γονιού ή και λόγω των καταστάσεων που ευρύτερα υπάρχουν, δεν είναι κατ’ ανάγκη και αξιόποινη παρενόχληση ή αξιόποινη βία, για να γίνονται, με ευκολία, τέτοιου είδους δραστικές παρεμβάσεις. Ούτε οι νόμοι που ρυθμίζουν τη βία στην οικογένεια και την παρενόχληση υφίστανται για να γίνεται χρήση τους προκειμένου να εμποδιστεί η γονική μέριμνα ή το δικαίωμα επικοινωνίας, που μπορούν να ασκούνται προς όφελος του παιδιού, ή προκειμένου αυτά να καθορίζονται, καθ’ επιβολή ‒ λόγω της μεσολάβησης φερόμενης ως αξιόποινης συμπεριφοράς ‒, και χωρίς ακρόαση του παιδιού ή και χωρίς εξέταση όλης της σχετικής μαρτυρίας από το αρμόδιο (Οικογενειακό) Δικαστήριο.
15. Επαναλαμβάνεται ασφαλώς πως οι διατυπώσεις που γίνονται στο πλαίσιο εξέτασης των εκατέρωθεν ισχυρισμών, στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, στην οποία έχει μέχρι τέλους το βάρος η πλευρά των Αιτητών να αποδείξει τη συνδρομή συγκεκριμένων προϋποθέσεων, δεν συνιστούν ουσιαστική ή εις βάθος αξιολόγηση της μαρτυρίας. Συνακόλουθα, δεν μπορεί να αποκλειστεί, κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, να διαπιστωθεί πως ο παραπονούμενος έχει υποστεί σωματική και λεκτική και άλλου είδους βία από τη μητέρα του, το 2024 και το 2020, όπως είναι και η μαρτυρία του, που προς το παρόν βασίζεται μόνον στην εκδοχή του, με τον άγνωστο τρόπο που προέκυψε και ελήφθη. Οι ίδιες διατυπώσεις, επίσης, δεν θίγουν το τεκμήριο αθωότητας της Καθ’ ης η αίτηση και την προσδοκία της να αθωωθεί, εάν δεν αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η ενοχή της.
16. Καταληκτικά, έχοντας ακούσει και τις δύο πλευρές, υπήρξε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, που εάν αποκαλύπτονταν, το Δικαστήριο, εξ αρχής, δεν θα κατέληγε όμοια χωρίς επιπλέον μαρτυρία ή ειδική μαρτυρία. Έπειτα, γνωρίζοντάς τα τώρα, δεν είναι δυνατόν να καταλήξει, χωρίς επιπλέον μαρτυρία ή ειδική μαρτυρία, πως υπήρξε εκ πρώτης όψεως άσκηση αξιόποινης βίας ή παρενόχλησης από την Καθ’ ης η αίτηση προς το παιδί της, ή και ότι υπάρχει κίνδυνος άσκησης ή επανάληψης αξιόποινης βίας ή παρενόχλησης από την Καθ’ ης η αίτηση προς το παιδί της. Ως αποτέλεσμα των διαπιστώσεων αυτών, δεν μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε την 28.02.2025, το οποίο είναι πολύ δραστικό, αφού παρεμποδίζει την Καθ’ ης η αίτηση να ασκεί τα βασικά γονικά της δικαιώματα.
17. Συνακόλουθα, το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 28.02.2025 ακυρώνεται και η αίτηση απορρίπτεται.
(Υπ.) …………………………..
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΕΙΟ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο