ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Κ. Ε., Υπόθεση αρ. 872/2019, 30/4/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Κ. Ε., Υπόθεση αρ. 872/2019, 30/4/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

 

Υπόθεση αρ. 872/2019

 

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

 

 

 

 

 

 

 

v.

 

 

 

 

 

 

 

Κ. Ε.

 

 

 

__________________________

 

 

 

Ημερομηνία: 30 Απριλίου 2025

 

Εμφανίσεις:

 

Σ. Παπαλαζάρου (κα) για την Κατηγορούσα Αρχή

 

Ειρ. Θεοχάρους (κα), για τον Κατηγορούμενο

 

Κατηγορούμενος: παρών

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Οι κατηγορίες

 

 

1.        Ο Κατηγορούμενος κατηγορείται για τη διάπραξη των ακόλουθων αδικημάτων:

 

1η Κατηγορία: ότι την 27η Αυγούστου 2018, στην Τίμη, της Επαρχίας Πάφου, επιτέθηκε στον Αδ. Α. από την Τίμη και του προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη, κατά το άρθρο 243 του περί Ποινικού Κώδικα Νόμου Κεφ.154 (ΠΚ).

 

2η Κατηγορία: ότι κατά τον ίδιο χρόνο και στον ίδιο τόπο που αναφέρεται στην 1η Κατηγορία, σε δημόσιο χώρο, εξύβρισε τον Αδ. Α. από την Τίμη με τη φράση «γ*** τη μάνα σου», κατά τρόπο ενδεχόμενο να προκαλέσει παριστάμενο πρόσωπο να διαπράξει επίθεση, κατά το άρθρο 99 ΠΚ.

 

 

Διαδικασία

 

2.        Για την απόδειξη της υπόθεσης, η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε μαρτυρία από τους Αδ. Α. (ΜΚ1), Αν. Α. (ΜΚ2), Μ. Σ. (ΜΚ3), Δρ. Νεοφύτα Χρυσάνθου (ΜΚ4) και Δρ. Ανδρέα Στυλιανού (ΜΚ5).

 

3.        Για τους λόγους που εξηγούνται στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 14.02.2025, ο Κατηγορούμενος κλήθηκε σε απολογία. Επέλεξε να καταθέσει ενόρκως (ΜΥ1), ενώ από την υπεράσπιση παρουσιάστηκε και η μαρτυρία του Αστ.204 Μ. Γεωργίου (ΜΥ2).

 

4.        Η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής και η πλευρά του Κατηγορούμενου αγόρευσαν. Έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.

 

 

Μαρτυρία

 

5.        Η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, ως καθοδηγεί η νομολογία[1], γίνεται με βάση το περιεχόμενό της, την ποιότητα και την πειστικότητά της, σε συνάρτηση με την υπόλοιπη μαρτυρία και την αντικειμενική όψη των πραγμάτων. Δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη διάφοροι παράγοντες, που δεν εκτίθενται εκ προοιμίου ή εξαντλητικά, όπως η αμεσότητα στις απαντήσεις, η συνοχή και η λογική συνέχειά τους, η απουσία ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών, η πιθανότητα όπως κάποια εκδοχή ως προς τα πράγματα να επηρεάζεται από την ευκαιρία γνώσης των γεγονότων ή από το προσωπικό συμφέρον ή την επιθυμία ή από τη μνήμη. Το Δικαστήριο έχει την ευκαιρία να βλέπει και τη συμπεριφορά των μαρτύρων στο εδώλιο του μάρτυρα.  Η εκδοχή του κάθε μάρτυρα δεν προσεγγίζεται μικροσκοπικά, με εστίαση απλώς στις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν ή τη σειρά τους, αλλά ως ένα σύνολο, μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της προφορικής δίκης, με όσα την περιστοιχίζουν, στην οποία ο προφορικός λόγος των μαρτύρων μπορεί να μην είναι σε τέλεια γλώσσα ή καλά συνταγμένος και εκφρασμένος, ή απόλυτα ακριβής. Το Δικαστήριο μπορεί να δεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να απορρίψει άλλο, εάν κάτι τέτοιο δικαιολογείται, χωρίς ωστόσο να υπάρχει η δυνατότητα να δέχεται ή να απορρίπτει συστηματικά σημεία της μαρτυρίας κατά το δοκούν ή με επιλεκτικότητα που να παραπέμπει σε κατάτμηση και χρησιμοποίηση της μαρτυρίας, για να υποστηριχθεί συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Η αναφορά του Δικαστηρίου σε αξιοπιστία της μαρτυρίας, στο πλαίσιο συγκεκριμένης υπόθεσης, δεν απευθύνεται στο άτομο, την εντιμότητά του ή την ειλικρίνειά του ως γενικότερα χαρακτηριστικά του.

 

ΜΚ1

 

6.        Ο ΜΚ1 αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο ως το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται στην κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία την 29.08.2018, το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε (Τ1, Τ1Α). Στην κατάθεσή του, ο ΜΚ1 ανέφερε πως κατά τον ουσιώδη χρόνο, διέμενε με τους γονείς και τον αδελφό του, ΜΚ2. Τη Δευτέρα, 27.08.2018, περί ώρα 20:00, επέστρεψε στο σπίτι του. Αφού έκανε κάποιες επισκευές στο όχημά του, στη συνέχεια, κάθισε για φαγητό μόνος του, στην αυλή της οικίας. Καθώς έτρωγε, άκουσε τις φωνές άντρα να προέρχονται από την οικία πίσω από το σπίτι τους. Επειδή ήταν τόσο έντονες, σηκώθηκε και βγήκε έξω στην αυλή και κοίταξε, για να καταλάβει τι συμβαίνει. Αφού πέρασε ένα λεπτό περίπου, είδε τον γείτονά του, Κ., που τον φωνάζουν και «Ανθούλλη», να έρχεται στη γωνιά της αυλής και να φωνάζει προς τον ίδιο και να του κάνει παράπονα ότι ένας κομπρεσόρος αέρα, που ο ΜΚ1 έχει στο σπίτι, ενοχλεί τον Κατηγορούμενο με θόρυβο.

 

7.        Ενώ ο ΜΚ1 ανέφερε, κατά την κυρίως εξέτασή του, έντονες φωνές του Κατηγορούμενου που άφησε να νοηθεί ότι απευθύνονταν στον ίδιο, κατά την αντεξέτασή του, ανέφερε πως οι φωνές του Κατηγορούμενου, που αρχικά άκουσε, ήταν, όπως κατάλαβε, απλώς επειδή μιλούσε ο Κατηγορούμενος δυνατά με κάποιον στο τηλέφωνο. Έπειτα, ο Κατηγορούμενος είχε προσεγγίσει την περίφραξη της αυλής του δικού του σπιτιού, συνεχίζοντας να μιλά στο τηλέφωνο. Δεν ήταν φωνές που απηύθυνε ο Κατηγορούμενος προς τον ΜΚ1. Νομίζει, ο ΜΚ1, ότι ο Κατηγορούμενος μιλούσε στον Κοινοτάρχη για τον θόρυβο, και εξέφραζε παράπονο. Η αναφορά του ΜΚ1, όπως διαφοροποιήθηκε κατά την αντεξέτασή του, ότι ο ΜΚ1 μιλούσε δυνατά στο τηλέφωνο, δημιουργεί ερωτηματικό, ως προς το γιατί ο ΜΚ1 να παρέμβει, ζητώντας εξηγήσεις, με αφορμή απλώς μια ιδιωτική τηλεφωνική επικοινωνία που ο ίδιος άκουσε, για τον λόγο ότι ο Κατηγορούμενος μιλούσε μεγαλόφωνα. Κατά την αντεξέτασή του, ο ΜΚ1 δέχθηκε, τελικά, μία διαφορετική εκδοχή. Πως τους επισκέφθηκε πρώτα ο Κοινοτάρχης, για να τους κάνει σύσταση (γραμμή 24, σελ.9, πρακτικά 18.09.2024), τη δεύτερη φορά που ερωτήθηκε σχετικά, προσεγγίζοντας, έτσι, την πραγματική εκδοχή του Κατηγορούμενου. Συναφώς, και το περιστατικό έλαβε χώρα αρκετή ώρα μετά που ο Κατηγορούμενος είχε επιστρέψει στο σπίτι, έλαβε χώρα μεταξύ 21:00 – 21:20, ενώ ο Κατηγορούμενος είχε επιστρέψει περί τις 20:00. Η αντίδραση του ΜΚ1 δεν ήταν άμεση, σε κάποιες «φωνές» που άκουσε, αλλά παρήλθε χρόνος, μεσολάβησε η επίσκεψη του Κοινοτάρχη, ενώ στο μεταξύ ο κομπρεσόρος είχε σταματήσει να λειτουργεί. Η επίσκεψη του Κοινοτάρχη ήταν εκείνη που πυροδότησε την αντίδραση του ΜΚ1. Στην προσπάθειά του, όμως, ο ΜΚ1 να επιρρίψει όλη την ευθύνη για το επεισόδιο στον Κατηγορούμενο, είχε καταθέσει, κατά την κυρίως εξέτασή του, τα γεγονότα, με μια σειρά από την οποία να προκύπτει πως ο Κατηγορούμενος στέκονταν στην άκρη της αυλής του και φώναζε, απευθυνόμενος προς τον ΜΚ1, κατά τρόπο ώστε να τον σηκώσει από το τραπέζι την ώρα του φαγητού και στη συνέχεια να τον εξυβρίσει. Η προσπάθεια αυτή του ΜΚ1 κλόνισε την αξιοπιστία της εκδοχής του σχετικά με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα μέχρι και την προσέγγιση της περίφραξης. Κατέδειξε την προσπάθεια του ΜΚ1 να συσκοτίσει τον δικό του ρόλο στο επεισόδιο.

 

8.        Τέτοια συσκότιση υπήρξε και σε άλλες αναφορές του ΜΚ1. Ο ΜΚ1, όπως ανέφερε στην κυρίως εξέτασή του, είχε παρέμβει, μετά που άκουσε τον Κατηγορούμενο να «φωνάζει», και είπε στον Κατηγορούμενο, με καλό τρόπο, «ποιο είναι το πρόβλημα ακριβώς», για να μπορεί να βρεθεί λύση, και του εξήγησε πως ο κομπρεσόρος είχε πρόβλημα και θα τον επιδιόρθωνε. Ότι ο ΜΚ1 απευθύνθηκε πρώτος προς τον Κατηγορούμενο, είναι κάτι που συνάδει και με την εκδοχή του Κατηγορούμενου. Ο ΜΚ1 παρουσίασε, όμως, πως ο Κατηγορούμενος, ενώ ο ΜΚ1 ήταν ευγενικός και υπόσχονταν να επιδιορθώσει τον κομπρεσόρο, άρχισε να φωνάζει έντονα και σε κάποια στιγμή, χωρίς πρόκληση, του είπε «γ*** τη μάνα σου», φράση που επανέλαβε. Η αναφορά του ΜΚ1 σε απουσία πρόκλησης και σε χωρίς λόγο αντίδραση και χυδαία εξύβριση από μέρους του Κατηγορούμενου, δηλαδή ότι ο παραπονούμενος είπε ευγενικά στον Κατηγορούμενο «ποιο είναι το πρόβλημα ακριβώς» και ότι θα επιλυθεί το πρόβλημα με τον κομπρεσόρο, και ο Κατηγορούμενος, δίχως άλλο, του είπε  «γ*** τη μάνα σου», δεν συνάδει με τη λογική των πραγμάτων. Ο Κατηγορούμενος έστεκε στην αυλή του σπιτιού του, χωρίς εξ αρχής να είχε κινηθεί με επιθετικότητα προς τον ΜΚ1 ή προς το μέρος του κομπρεσόρου, επιλέγοντας να τηλεφωνήσει – σύμφωνα με την αναθεωρημένη εκδοχή του ΜΚ1 – και να καταγγείλει το συμβάν σε αρμόδια αρχή, τον Κοινοτάρχη, δηλαδή να κινηθεί με νομιμότητα. Ότι ο Κατηγορούμενος είχε απευθύνει προς τον ΜΚ1 φράση που ενέπλεκε και τη μάνα του, το παραδέχεται και ο ίδιος ο Κατηγορούμενος, στη δική του κατάθεση και μαρτυρία, αλλά όχι την έκφραση «γ*** τη μάνα σου», και όχι απρόκλητα. Η έντονη προσπάθεια, όμως, του ΜΚ1, και σε αυτό το σημείο, ήταν να μεταθέσει την ευθύνη για ό,τι μετέπειτα διαδραματίστηκε αποκλειστικά στον Κατηγορούμενο, και, σε αυτή του την προσπάθεια, και πάλι, η αξιοπιστία της μαρτυρίας του για το πώς εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα μέχρι να προσεγγίσουν ο ΜΚ1 και ο ΜΚ2 την περίφραξη της οικίας του Κατηγορούμενου, αλλά και ως προς τους λόγους που προσέγγισαν την περίφραξη του Κατηγορούμενου, και τις εκεί ενέργειές τους, έχει πληγεί.

 

9.        Πέραν της αδυναμίας της μαρτυρίας του ΜΚ1 να πείσει πως, ενώ ο Κατηγορούμενος του είπε την φράση, κατά τη θέση του, «γ*** τη μάνα σου», εκείνος συνέχισε ήρεμα να νουθετεί τον Κατηγορούμενο, να μην λέει τέτοιες κουβέντες, ο ΜΚ1 δεν εξήγησε από ποια απόσταση συνέχισε αυτόν τον ήρεμο από μέρους του διάλογο, αλλά και γιατί όταν, σύμφωνα με τη θέση του, ο Κατηγορούμενος, μη ανταποκρινόμενος σε ευγενικές εκκλήσεις, επανέλαβε την φράση, και του είπε, πρόσθετα, «θα σε ξηλώσω να σε σηκώσω πιο πάνω», ο ΜΚ1 πήγε κοντά στην περίφραξη της αυλής του Κατηγορούμενου, όπου πήγε και ο αδελφός του. Να κάνουν τι ακριβώς κοντά στην περίφραξη της αυλής του Κατηγορούμενου, στην αυλή του Κατηγορούμενου. Εφόσον ο ίδιος είχε ήδη εξηγήσει πως θα επιδιορθωθεί ο κομπρεσόρος, δεν ενοχλήθηκε καθόλου από την – κατά τη θέση του εκστομισθείσα εξύβριση – «γ*** τη μάνα σου» ή την παρεμφερή φράση που ο Κατηγορούμενος παραδέχεται στη δική του μαρτυρία, ούτε από τη μετέπειτα έκφραση «θα σε ξηλώσω να σε σηκώσω πιο πάνω», και δεν είχε πρόθεση να έρθει σε αντιπαράθεση με τον Κατηγορούμενο, και ήταν ευγενικός, γιατί κινήθηκε, από τη θέση που ήδη βρίσκονταν, για να πλησιάσει το σημείο όπου στέκονταν ο Κατηγορούμενος, στην περίφραξη.

 

10.     Όταν κατά την αντεξέταση του ΜΚ1, του υποβλήθηκε πως ο Κατηγορούμενος δεν του είχε πει «γ*** τη μάνα σου», αλλά ότι «εν αργά τώρα, θέλουμε να πέσουμε», ο ΜΚ1 εξύβρισε τον Κατηγορούμενο, και ακολούθως ο Κατηγορούμενος του είπε «να πάεις έσω να πέσεις με τη μάνα σου», ο ΜΚ1 χαμογέλασε με κυνισμό, χωρίς να μπορεί να υποστηρίξει ότι η φράση που ειπώθηκε ήταν η φράση «γ*** τη μάνα σου» και δη δύο φορές. Όταν του υποβλήθηκε πως στην πραγματικότητα ο Κατηγορούμενος προσπάθησε «να απωθήσει» τον ΜΚ1 και τον αδελφό του, που προσπαθούσαν να εισέλθουν στο σπίτι του Κατηγορούμενου, ο ΜΚ1 απάντησε με ερώτηση, αρνούμενος τη δυνατότητα να συνέβαινε κάτι τέτοιο, ενώ μετέπειτα είπε «είπαμεν του να σταματήσει να λέει τις βρισιές που είπε», αφήνοντας να νοηθεί πως το ζητούμενο, για τον ΜΚ1 και τον αδελφό του, δεν ήταν η νουθεσία του εξαγριωμένου και εκτός ελέγχου ηλικιωμένου, αλλά το να εξαναγκαστεί να ανακαλέσει, ο Κατηγορούμενος, κάτι που είπε και που εκλήφθη από τους νεαρούς ως προσβλητικό και κατ’ επέκταση μη ανεκτό. Η όλη εικόνα που παρουσίασε ο ΜΚ1, ότι προσπαθούσαν να ηρεμίσουν τον Κατηγορούμενο, δεν συνάδει με την κίνηση του ιδίου, αντιδρώντας σε ό,τι εξέλαβε ως εξύβριση, να μεταβεί στην περίφραξη. Έπειτα, δεν είπε, ο ΜΚ1, με ποιον ακριβώς τρόπο προσπαθούσαν να ηρεμίσουν τον Κατηγορούμενο, προσεγγίζοντας δύο άτομα τον χώρο όπου ήταν ο Κατηγορούμενος, τον δικό του χώρο. Εφόσον είδαν ότι ο Κατηγορούμενος δεν ηρεμούσε. Έπειτα, ο ΜΚ1 απέφυγε να πει ποιες ήταν ακριβώς οι δικές τους κινήσεις στο σημείο της περίφραξης, με δεδομένο πάντα ότι ο Κατηγορούμενος δεν είχε μετακινηθεί από το σημείο της περιφραγμένης αυλής του.

 

11.     Συναφώς, δεν ήταν πειστική η εκδοχή που συνοψίζεται βασικά στο ότι ο ΜΚ1 και ο αδελφός του, στο σημείο της περίφραξης, ήταν ήρεμοι και αδρανείς. Για να μπορεί ο Κατηγορούμενος, ο ίδιος παραμένοντας στο πάνω στην περιφραγμένη αυλή, να φτάνει και να αγγίζει τον ΜΚ1 και τον ΜΚ2, και μάλιστα να ασκεί δύναμη, σημαίνει, λογικά, πως οι ΜΚ1 και ΜΚ2 ήταν πολύ κοντά στην περίφραξη του Κατηγορούμενου. Ο ΜΚ1 και ο αδελφός του αποχώρησαν τότε, είπε ο ΜΚ1, για να τελειώσει το επεισόδιο, με την αναφορά του ΜΚ1 να είναι ως να έκαναν χάρη στον Κατηγορούμενο, επιλέγοντας να σταματήσουν τότε, για να τελειώσει το «επεισόδιο». Εάν, όμως, η ύπαρξη επεισοδίου ή παρατεταμένου επεισοδίου ή όχι εξαρτάτο από το εάν θα έμεναν ο ΜΚ1 και ο αδελφός του στον χώρο του Κατηγορούμενου, η εικόνα είναι πως οι ΜΚ1 και ΜΚ2 θα μπορούσαν να μην προσεγγίσουν καθόλου ή τόσο ή ακόμα να είχαν αποχωρήσει και νωρίτερα από τον χώρο του Κατηγορούμενου.

 

12.     Οι ισχυρισμοί του ΜΚ1 ότι, στο τέλος του επεισοδίου, κατέληξε με τραυματισμό στο αριστερό μάτι και στον λαιμό συνάδουν με τη μαρτυρία του ΜΚ5. Ο ΜΚ1 προσκόμισε και ιατρικό έντυπο (Τ2) που υπογράφθηκε από την ΜΚ4, και αναφέρεται σε «υπερξάρθρημα οδόντος». Πέρα από την ύπαρξη των διαγνώσεων αυτών της κατάστασης του ΜΚ1 μετά το επεισόδιο, ο ΜΚ1 δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τι ακριβώς έγινε, καθ’ όλη τη διάρκεια του επεισοδίου. Δημιουργεί, για παράδειγμα, έκδηλα ερωτηματικά το να δέχθηκε μπουνιά στο μάτι, ο ΜΚ1, και να παρέμεινε εκεί, σταθερός, κοντά στην περίφραξη, ώστε να μπορεί να τον ξαναπιάσει από τη φανέλα ο Κατηγορούμενος, ο οποίος στέκονταν πάνω στην περιφραγμένη αυλή, και να τον κτυπήσει ξανά, και στον λαιμό, μέχρι που αποφάσισε ο ίδιος ο ΜΚ1 να υποχωρήσει, όπως άφησε να νοηθεί. Τα τραύματα στον λαιμό που διαπιστώθηκαν από τον ΜΚ5, δηλαδή οι εκδορές, δεν συσχετίστηκαν ιατρικά με «υπερξάρθημα οδόντος», ως στο Τ2, ούτε προσκομίστηκε περαιτέρω ιατρική μαρτυρία από θεράποντες ιατρούς, πλην της αρχικής διάγνωσης / παραπομπής από το ΤΑΕΠ, βάσει και των υποκειμενικών ευρημάτων. Αυτά που ο ΜΚ1 ανέφερε στον ΜΚ5 δεν τα ανέφερε στο Δικαστήριο, ότι δηλαδή μετά από το συγκεκριμένο επεισόδιο αισθάνονταν ζάλη και ναυτία. Δεν ανέφερε τι ακριβώς αισθάνονταν μετά το επεισόδιο, ενώ είχε, όπως φαίνεται, προηγηθεί η επίσκεψη στον Αστυνομικό σταθμό, από όπου ελήφθη και το ιατρικό έντυπο, για να συμπληρωθεί από ιατρό του ΤΑΕΠ. Ο ΜΚ1 δεν συσχέτισε τους τραυματισμούς του με συγκεκριμένο τράβηγμα από τον Κατηγορούμενο πάνω στην περίφραξη ή κτύπημα ή με άλλη κίνηση του ΜΚ1, ο οποίος, όπως ανέφερε, ο ίδιος έσπρωχνε και τον αδελφό του, για να μην κτυπηθεί εκείνος. Η τελευταία αυτή εκδοχή, δεν συνάδει πάντως και με τις περιγραφές των ΜΚ2 και ΜΚ3. Ο ΜΚ1 δεν περιέγραψε ούτε τη δύναμη με την οποία τον τράβηξε ή κτύπησε ο Κατηγορούμενος, ούτε τις δικές του κινήσεις, αν αντιστάθηκε ή όχι, αν μετακινήθηκε καθόλου το σώμα του ή όχι.

 

13.     Συναφώς, πέρα από το ότι ο ΜΚ1, στο τέλος του επεισοδίου, κατέληξε με εκδορές τραχηλικής χώρας, δηλαδή στον λαιμό, δεξιού και αριστερού άνω άκρου και εκχυμώσεις δηλαδή μώλωπες αριστερού οθφαλμικού κόγχου, γύρω από το μάτι, και στο ΤΑΕΠ όπου μετέβη προδιαγνώστηκε με «υπερξάρθρημα οδόντος» και παραπέμφθηκε, η υπόλοιπη μαρτυρία του, για το τι ακριβώς πριν να μεταβούν στην περίφραξη με τον ΜΚ2, και για το τι έγινε στην περίφραξη, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ως αξιόπιστη μαρτυρία, πάνω στην οποία το Δικαστήριο να μπορεί να προβεί σε ευρήματα.

 

ΜΚ2

 

14.     Ο ΜΚ2 κατέθεσε (Τ3) ότι την 27.08.2018, περί ώρα 21:15, ενώ έτρωγε το βραδινό του, άκουσε φωνές. Δεν κατάλαβε ποιοι φώναζαν και τι έλεγαν, είπε, βγήκε στην αυλή, στο πίσω μέρος της οικίας τους, για να δει τι γίνεται. Ο αδελφός του, ΜΚ1, βρίσκονταν ήδη στον πράσινο χώρο μεταξύ του σπιτιού τους και του σπιτιού του Κατηγορούμενου. Πήγε κοντά για να δει τι συμβαίνει. Άκουσε τότε τον Κατηγορούμενο να λέει στον ΜΚ1 «εν δέκα η ώρα τζιε επέλλανες μας». Ο ΜΚ1 του είπε να μην φωνάζει, καθώς προσπαθεί να επιδιορθώσει τον κομπρεσόρο, που χάνει αέρα. Ωστόσο, ο Κατηγορούμενος συνέχισε να φωνάζει και σε κάποια φάση ξεστόμισε την φράση «γ*** τη μάνα σου επέλλανες μας θα σας σύρω ίσια πάνω». Αμέσως, τότε, και οι δύο, ΜΚ1 και ΜΚ2, πλησίασαν προς το μέρος του, χωρίς επιθετική διάθεση, και του είπαν «τι είπες για τη μάνα μας». Ο Κατηγορούμενος βρίσκονταν συγκεκριμένα στον χώρο της αυλής της οικίας του. Αμέσως, άρπαξε με τα χέρια του τον ΜΚ1. Ο ΜΚ2 προσπάθησε να τους χωρίσει. Είδε ότι ο Κατηγορούμενος έψαχνε κάτι για να κτυπήσει τον ίδιο, γι’ αυτό ο ΜΚ1 έσπρωξε τον ΜΚ2 προς τα πίσω, για να μην χτυπηθεί. Ο Κατηγορούμενος έδωσε μπουνιές στον ΜΚ1 στο πρόσωπο. Στη συνέχεια, βγήκε η μητέρα τους και του φώναζε να σταματήσει, προσεγγίζοντας το μέρος. Μετέπειτα, εμφανίστηκαν και άλλα πρόσωπα. Ο ΜΚ1 μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Κατά την προφορική του μαρτυρία στο Δικαστήριο, ανέφερε πως ο λόγος που πήραν τον αδελφό του στο νοσοκομείο ήταν γιατί μετατοπίστηκε κάτι στον αυχένα του, περιέγραψε ξανά το περιστατικό.

 

15.     Ο ΜΚ2 άρχισε την εξιστόρηση των γεγονότων από διαφορετικό χρονικό σημείο, όταν γύρω στις 21:15, είχε ήδη αρχίσει η αντιπαράθεση μεταξύ του ΜΚ1 και του Κατηγορούμενου, με τον ΜΚ1 να είχε μετακινηθεί ήδη στον χώρο πρασίνου που είναι ανάμεσα στις δύο κατοικίες. Δεν γνωρίζει τι προηγήθηκε, είτε για τηλεφώνημα, είτε για επίσκεψη του Κοινοτάρχη και σχετική σύσταση. Δεν ανέφερε πως άκουσε την φράση «γ*** τη μάνα σας» δύο φορές, ενώ αναφέρθηκε σε κάπως διαφοροποιημένες φράσεις, λέγοντας και ότι προσέγγισαν και οι δύο τον Κατηγορούμενο, για να του πουν «τι είπες για τη μάνα μας». Την ίδια στιγμή, ανέφερε πως αυτή η προσέγγιση και η αναζήτηση εξήγησης από τον Κατηγορούμενο «τι είπες για τη μάνα μας» δεν ήταν εκδήλωση επιθετικής διάθεσης. Ο ΜΚ2 ανέφερε διαφορετικά τις κινήσεις των ΜΚ1 και ΜΚ2 στην περίφραξη από ότι ο ΜΚ1, χωρίς και ο ίδιος να εξηγεί γιατί προσέγγισαν την περίφραξη του Κατηγορούμενου και με ποιον ακριβώς σκοπό, αν όχι για να αισθανθεί ο Κατηγορούμενος φόβο από αυτή την προσέγγιση, σε συνάρτηση με την αναζήτηση εξήγησης «τι είπες για τη μάνα μας». Κατά την αντεξέτασή του, ο ΜΚ2, σε ερωτήσεις για τη λειτουργία του κομπρεσόρου ή την επίσκεψη του Κοινοτάρχη, έδωσε πιο γενικές απαντήσεις ή είπε πως δεν γνωρίζει, αποστασιοποιώντας τον εαυτό του από όλα τα υπόλοιπα που έλαβαν χώρα το ίδιο βράδυ. Απέφυγε, ο ΜΚ2, να πει ακόμα και το εάν η περίφραξη είναι του Κατηγορούμενου ή όχι, λέγοντας «υπολογίζω ναι». Ενώ δέχθηκε πως η ένταση ξεκίνησε όταν ανέβηκαν οι ΜΚ1 και ΜΚ2 στο ύψωμα, προσεγγίζοντας την περίφραξη, ταυτόχρονα, επιχειρούσε να θέσει και εκείνος ότι αποκλειστική ευθύνη για το συμβάν που ακολούθησε έχει ο Κατηγορούμενος. Ο ΜΚ2, ενώ δέχονταν ερωτήσεις και υποβολές από τη συνήγορο του Κατηγορούμενου, σε κάποια σημεία, γελούσε. Του υποβλήθηκε πως ο ΜΚ1 είχε πει στον Κατηγορούμενο «να πάεις να πέσεις ρε π***τόγερε» και είπε, με ειρωνεία, «ok». Στην υποβολή ότι ο ΜΚ1 είχε παρακούσει γιατί ουδέποτε ο Κατηγορούμενος του είπε την φράση «γ*** τη μάνα σου», αλλά, προς απάντηση στη δική του ύβρη, «να πάεις να πέσεις ρε π***τόγερε», του είχε πει «να πάεις να πέσεις με τη μάνα σου», ο ΜΚ2 απάντησε «ο αδελφός μου παράκουσε, αλλά ο κύριος Ανθούλης δεν παράκουσε;», με προφανή προσπάθεια να υποστηρίξει την εκδοχή του αδελφού του, αλλά χωρίς δυνατότητα να αποδείξει το υποτιθέμενα αυτήκοο της συγκεκριμένης φράσης «γ*** τη μάνα σας», από τον ίδιο τον ΜΚ2. Στην επιμονή της δικηγόρου να υποβάλλει ότι παράκουσαν, πρόταξε «ρωτάμε με εάν τα φκάλαμε που τον νου μας; Αν παρακούσαμε εκείνη την ώρα, πώς παρακούεις τέτοια φράση». Ο αμυντικός τρόπος που απαντούσε ο ΜΚ2 ήταν ενδεικτικός της προσπάθειάς του να απομονώσει την ευθύνη για το συμβάν στον Κατηγορούμενο, όπως και ο ΜΚ1 συσκοτίζοντας τον ρόλο του ΜΚ1 και του ιδίου. Κι ενώ προηγουμένως είχε εκφραστεί ειρωνικά στις υποβολές ότι είχε ειδοποιηθεί ο Κοινοτάρχης για τον θόρυβο, πρόσθεσε «…ο κύριος Ανθούλης ήταν ήδη πάρα πολλά εκνευρισμένος, αφού έπιασε και τηλέφωνο και πήγε στον Κοινοτάρχη που πήγε, ήρθε με πάρα πολλά έντονο τρόπο σε εμάς. Ο αδελφός μου δεν είχε ούτε μία επιθετική στάση απέναντι στον κύριο Ανθούλη και γι’ αυτό ο κύριος Ανθούλης δεν έχει ούτε μία ζημιά πάνω του. Αντιθέτως ο αδελφός μου έχει ακτινογραφίες καταχωρημένα με τη ζημιά που του έκανε ο Ανθούλης». Του επισήμανε η συνήγορος πως λέει πως «ήρθε κοντά» ο Κατηγορούμενος, ενώ προηγουμένως είχε πει κάτι άλλο, και πάλι, επανερχόμενος, ο ΜΚ2, στην εκδοχή ότι πήγαν κοντά στον χώρο πρασίνου, αποφεύγοντας να πει στην περίφραξη, επανατοποθετώντας και τον εαυτό του στο επεισόδιο, και ότι ο Κατηγορούμενος «άρπαξε» τον ΜΚ1. Όταν ερωτήθηκε γιατί πήγαν, εφόσον είδαν ότι ο Κατηγορούμενος ήταν εκνευρισμένος, όπως λέει. Δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφή απάντηση, λέγοντας ότι ο Κατηγορούμενος προκάλεσε τον «καυγά», και πάλι ταυτιζόμενος με τον αδελφό του, και λέγοντας πως οι δύο εξ αρχής του είπαν ήρεμα να συζητήσουν. Όταν του υποβλήθηκε πως προσπάθησαν να εισέλθουν στην αυλή του Κατηγορούμενου και ότι ο Κατηγορούμενος προσπάθησε να τους απωθήσει, ο ΜΚ2 χαρακτήρισε τη θέση αυτή «γελοία», επιχειρώντας να στρέψει τις αναφορές του, προσωπικά και με έντονο τρόπο, στη συνήγορο του Κατηγορούμενου. Είχε λόγο να έχει αυτή την προσέγγιση ο ΜΚ2, όπως και ο ΜΚ1, εφόσον αμφότεροι κατηγορούνται σε αντίστοιχη ποινική υπόθεση, σχετική με το ίδιο συμβάν. Δεν είναι αξιόπιστο το μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ2 για το πώς εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα μέχρι την προσέγγιση της περίφραξης από τους ΜΚ1 και ΜΚ2.

 

16.     Ο ΜΚ2 ήταν βέβαιος για το ότι και πώς ο Κατηγορούμενος κτύπησε τον αδελφό του, λέγοντας πως, ενώ η περίφραξη είναι ψηλή, τον κτύπησε στο κεφάλι, επειδή «τον άρπαξε και τον πέταξε πάνω στην περίφραξή του». Ταυτόχρονα, παρέλειψε και ο ίδιος, όπως και ο ΜΚ1, να αναφέρει τι ακριβώς έκαναν οι ίδιοι στην περίφραξη, τις κινήσεις και αντιδράσεις τους, με δεδομένο ότι, για να μπορεί, ο Κατηγορούμενος, χωρίς να έχει κατεβεί από την περιφραγμένη αυλή, να «αρπάξει» τον ΜΚ1 και να τον τραβήξει προς το μέρος της, οι ΜΚ1 και ΜΚ2 θα πρέπει να ήταν πολύ κοντά του, ενώ δημιουργούνται ερωτηματικά ως προς τις κινήσεις δύο ατόμων έναντι ενός.

 

17.     Ότι εξήλθε από το επεισόδιο αυτό, ο ΜΚ1, κτυπημένος στο κεφάλι, συνάδει και με την ιατρική μαρτυρία. Οι ουσιώδεις, όμως, αδυναμίες στη μαρτυρία του ΜΚ2, για το πώς έγιναν τα γεγονότα μέχρι την προσέγγιση της περίφραξης από τους ΜΚ1 και ΜΚ2, αλλά και για το τι έγινε ακριβώς στην περίφραξη, δεν επιτρέπουν στο Δικαστήριο να βασιστεί στη μαρτυρία του αυτή, ως σε αξιόπιστη μαρτυρία, για να εξαχθούν σχετικά δικαστικά ευρήματα.

 

ΜΚ3

 

18.     Η ΜΚ3, μητέρα των ΜΚ1 και ΜΚ2, κατέθεσε, μεταξύ άλλων, πως είχε σχολάσει την 27.08.2018, ήταν σπίτι ο υιός της, ΜΚ2, και έτρωγε, επέστρεψε και ο ΜΚ1, γύρω στις 20:00. Της είπε να του βάλει φαγητό, του έβαλε, εκείνη μπήκε στο μπάνιο και μετά άκουσε πολύ έντονες φωνές. Ανησύχησε, βγήκε αμέσως από το μπάνιο. Άκουσε συζήτηση για τον κομπρεσόρο καθώς και την φράση που ξεστόμισε ο Κατηγορούμενος και όσα μετέπειτα διαμείφθηκαν. Επιτέθηκε, κατά τη θέση της, ο Κατηγορούμενος στον ΜΚ2, δεν τα κατάφερε, αιφνιδίασε τον ΜΚ1, τον τράβηξε από τη φανέλα, τον έφερε κοντά στην περίφραξη και τον κτύπησε στο μάτι με μπουνιές. Προσπάθησε να κτυπήσει και πάλι τον ΜΚ2, δεν τα κατάφερε, κτύπησε τον ΜΚ1 περαιτέρω στον λαιμό. Ο ΜΚ2 προσπάθησε με δυσκολία να ελευθερώσει τον ΜΚ1. Κανένας δεν επιτέθηκε στον Κατηγορούμενο, κατά τη θέση της, ούτε τον πρόσβαλε, μόνον ο ίδιος έλεγε αισχρόλογα, επιτέθηκε και κτύπησε τον υιό της, και το μόνο που του είπε εκείνη την νύχτα ήταν «δεν ντρέπεσαι τόσων χρονών άνθρωπος να κτυπάς τα παιδιά μου». Ο ΜΚ1 έμεινε στο νοσοκομείο έξι ημέρες. Σαν μάνα, όπως είπε, δεν θα ξεχάσει ποτέ την σκηνή που είχε τραβηγμένο τον υιό της στην περίφραξη και τον κτυπούσε, η ίδια να είναι ανήμπορη να τον σώσει από τα χέρια του, και ευλογεί, όπως είπε, που ήταν εκεί και ο ΜΚ2 και τον γλίτωσε, δεν ξέρει τι άλλη ζημιά θα μπορούσε να του κάνει.

 

19.     Η ΜΚ3 κατέθετε στο Δικαστήριο με ένταση και πάθος, δίδοντας την εντύπωση πως αφομοίωνε, σε κάποιο βαθμό, μέρος των όσων γνωρίζει, από τα λεγόμενα των υιών της, ως δική της εμπειρία και βίωμα. Η δική της εκδοχή για τα γεγονότα της 27.08.2018 ήταν κάπως διαφοροποιημένη από όσα ανέφεραν οι ΜΚ1 και ΜΚ2. Δεν ανέφερε οτιδήποτε για επίσκεψη του Κοινοτάρχη πριν από το συμβάν και για σχετική σύσταση, όπως τελικά είχε δεχθεί ο ΜΚ1. Ενώ είχε βγει από το μπάνιο, σε άγνωστη χρονική στιγμή μετά τις 20:00, ακούγοντας φωνές, που την ανησυχήσαν, για να διακόψει ό,τι έκανε, αυτό που ισχυρίζεται πως είδε και άκουσε τότε, είναι τον ΜΚ1 να στέκεται μέσα στο υπόστεγο, με ανοιχτή την πόρτα που ανοίγει στον πράσινο χώρο που ενώνει τις δύο περιουσίες, και να ρωτά, από εκείνη την απόσταση, που οι ΜΚ1 και ΜΚ2 είχαν αναφέρει ασαφώς ως μεγάλη, «τι πρόβλημα υπάρχει», κατάλαβε πως του είπε κάτι για τον κομπρεσόρο, και ο ΜΚ1 του είπε «υπάρχει πρόβλημα, θα το διορθώσω». Ενώ η ΜΚ3 έλεγε αυτούσιες τις φράσεις του ΜΚ1, δεν είπε οποιαδήποτε αυτούσια φράση του Κατηγορούμενου, σε αυτόν τον διάλογο, και έπειτα πρόταξε, αμέσως, πως άκουσε και η ίδια τον Κατηγορούμενο να λέει «γ*** τη μάνα σου». Η ΜΚ3 τοποθέτησε τον εαυτό της στο σημείο από την αρχή, στον χώρο πρασίνου, ότι πήγε πίσω από το παιδί της, και ότι ο Κατηγορούμενος ήταν δύο φορές που ξεστόμισε την συγκεκριμένη φράση, εκδοχή που είχε υποστηρίξει μόνον ο ΜΚ1. Σε κατοπινό σημείο της αντεξέτασής της (σελ.24, γραμμή 17, πρακτικά 07.11.2024) ανέφερε, εξωτερικεύοντας το νόημα, πως η ίδια δεν ήταν παρούσα την πρώτη φορά που ο Κατηγορούμενος είπε, κατά την εκδοχή της, «γ*** τη μάνα σου», αλλά ήταν τη δεύτερη φορά που, σύμφωνα με την ίδια, ειπώθηκε η εν λόγω φράση.

 

20.     Ενώ κατά την κυρίως εξέταση της η ΜΚ3 είχε πει πως είδε τον ΜΚ1 στο υπόστεγο με την πόρτα ανοιχτή, από όπου έκανε διάλογο με τον Κατηγορούμενο, κατά την αντεξέτασή της, όταν ερωτήθηκε πού ήταν ο ΜΚ1 όταν εκείνη βγήκε έξω, δηλαδή μόλις βγήκε έξω, απάντησε πως ήταν στην περίφραξη. Στη συνέχεια, αμέσως μετά, επανέλαβε ό,τι είπε επακριβώς στην κυρίως εξέτασή της, ως να το είχε απλώς υιοθετήσει, με απαράλλακτο τρόπο. Ερωτήθηκε, αμέσως, πού ήταν η ίδια, και είπε «πίσω στο πράσινο». Ερωτήθηκε «δηλαδή βγήκες από το μπάνιο και πριν να κατευθυνθεί ο Α. στον χώρο του πρασίνου εσύ βρέθηκες στο πράσινο;». Στην απάντησή της, άλλαξε τη σειρά των γεγονότων, λέγοντας «ο Α. βγήκε την πρώτη φορά που του είπε “γ*** τη μάνα σου”, ο Α. βγήκε είπε που την πόρτα και πήγε πίσω στο πράσινο». Ο ΜΚ2, είπε, βγήκε πριν από την ίδια. Την ώρα που έβγαινε ο ΜΚ1 πίσω στο πράσινο, ξαναφώναξε ο Κατηγορούμενος «γ*** τη μάνα σου» και πήγε ο ΜΚ2 δίπλα στον ΜΚ1, έγινε αμέσως, σε δευτερόλεπτα.

 

21.     Η ΜΚ3 επιχείρησε να θέσει τη διάσταση ότι ο Κατηγορούμενος κρατούσε εγκλωβισμένο τον ΜΚ1 στην περίφραξη και ότι ο ΜΚ2 με δυσκολία προσπαθούσε να τον απεγκλωβίσει, λέγοντας κατ’ επανάληψη, με έκδηλη υπερβολή, για ό,τι πέρασε ο ΜΚ1 στα χέρια του Κατηγορούμενου, που το ανήγαγε σε κακοποίηση, δραματοποιώντας την παρουσίαση των γεγονότων. Την ίδια υπερβολή εκδήλωσε, η ΜΚ3, και σε μεταγενέστερο σημείο της αντεξέτασής της, όταν ανέφερε πως άκουσαν γείτονες τις τόσο έντονες φωνές από δύο σπίτια παρακάτω, και πήγαν να δουν τι συμβαίνει. Δεν αναφέρθηκε σε συγκεκριμένους γείτονες και για το ποιος της είπε πως μετέβηκαν στον χώρο και πότε, επειδή άκουσαν φωνές, και τι φωνές άκουσαν. Η ΜΚ3 έλεγε ότι φταίει ο Κατηγορούμενος, ακόμα και όταν ερωτάτο για κάτι άλλο, όπως για τις αποστάσεις αναμεταξύ των δύο σπιτιών, επιχειρούσε η ίδια να πει, από μόνη της, ότι ήθελε να προκαλέσει ο Κατηγορούμενος, και ότι επειδή το σπίτι του είναι σε άλλη οδό, δεν έπρεπε να ενοχλείται από τον θόρυβο του κομπρεσόρου, που η ίδια είχε πει προηγουμένως πως δεν γνωρίζει πού βρίσκονταν. Έφτασε να πει πως η απόσταση αναμεταξύ των σπιτιών είναι ένα χιλιόμετρο, για να τονίσει «ο άνθρωπος σας λέω ήθελε να κάμει καφκά». Ενώ ανέφερε την τόσο μεγάλη απόσταση που υπήρχε, για να μην ενοχλείται ο Κατηγορούμενος, όταν επανήλθε το ερώτημα, τότε πώς ο υιός της άκουσε, από την τόσο μεγάλη απόσταση, τον Κατηγορούμενο να εξυβρίζει, συγχύστηκε, ερωτώντας «πόση απόσταση», και καταλογίζοντας στη συνήγορο ότι επιχειρεί να αλλάξει τα λόγια της. Στη συνέχεια, προσπαθώντας να γεφυρώσει τις διάφορες αναφορές της, είπε πως, για να ενοχλείται κάποιος από τον κομπρεσόρο, θα έπρεπε να κάθεται μέσα στην γωνιά της περίφραξης να τον ακούει. Ενώ προσπαθούσε να πει ότι επίτηδες και χωρίς λόγο ο Κατηγορούμενος ήθελε να προκαλέσει, δεν έδωσε και κάποιο άλλο κίνητρο ή λόγο για να πράξει κάτι τέτοιο ο Κατηγορούμενος, εφόσον μαζί του δεν είχαν διαφορές.

 

22.     Κατά την αντεξέτασή της, είπε, μεταξύ άλλων, πως ο Κοινοτάρχης είχε πει στον Κατηγορούμενο «μην κάνεις τίποτε και έρχομαι εγώ εκεί», και πάλι, με τρόπο ως να ήταν η ίδια μέρος εκείνης της τηλεφωνικής επικοινωνίας. Όταν ερωτήθηκε σχετικά, ανέφερε πως της το μετέφερε ο Κοινοτάρχης, που κατέφθασε μετά στον χώρο, όταν ο ΜΚ2 μετέφερε τον ΜΚ1 κτυπημένο, για να τον πάει στο νοσοκομείο, και είδε και τον υιό της κτυπημένο. Δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση για τον λόγο για τον οποίο η ΜΚ3 μετέφερε εξ ακοής δηλώσεις του Κοινοτάρχη, γιατί ο ίδιος ο Κοινοτάρχης δεν κατέθεσε ως μάρτυρας[2], ενώ και οι αναφορές της ΜΚ3 ότι ο Κοινοτάρχης της ανέφερε πως ο Κατηγορούμενος είχε παραπονεθεί για τον θόρυβο από τον κομπρεσόρο, μετά το επεισόδιο, δεν συνάδουν, συν τοις άλλοις, με την στάση της ΜΚ3 να αμφισβητεί την ενόχληση του Κατηγορούμενου από τον κομπρεσόρο. Δεν εξήγησε ούτε η ΜΚ3, όπως ούτε και οι ΜΚ1 και ΜΚ2, εφόσον ο Κατηγορούμενος ήταν ένας άνθρωπος που φώναζε χωρίς λόγο και προκαλούσε, και οι ίδιοι δεν τον γνώριζαν καλά ποιος είναι, γιατί απλώς δεν κάλεσαν την Αστυνομία.

 

23.     Ο τρόπος που η ΜΚ3 υπερασπίζονταν τα παιδιά της, να μην αφεθεί να νοηθεί πως τα ίδια κινήθηκαν με επιθετική διάθεση προς το σημείο όπου βρίσκονταν ο Κατηγορούμενος, ήταν έκδηλα υπερβολικός και χωρίς οποιοδήποτε μέτρο αντικειμενικότητας. «Όχι. Του είπαν να μην ανακατώνει τη μάνα τους μέσα στην κουβέντα, ούτε απειλές είπαν, ούτε τον εξύβρισαν, ούτε του επιτέθηκαν, ούτε του είπαν κάτι ώσπου έγινε το επεισόδιο και κτύπησε τόσο πολλά τον γιο μου, δεν άνοιξαν το στόμα τους να πουν “μαύρα τα μάτια σου”». Έπειτα, είπε πως εάν ήταν άλλοι νεαροί, θα μπορούσαν να είχαν κινηθεί με επιθετική διάθεση, αλλά όχι τα δικά της τα παιδιά. Ο Κατηγορούμενος, όπως είναι η θέση της, είναι γεροδεμένος και ψηλός, και έβαλε τα χέρια του μέσα ή πάνω από την περίφραξη και κτύπησε τα δύο της παιδιά, ειδάλλως, όπως είπε, εάν του επιτίθονταν εκείνοι, θα ήταν «κατασκοτωμένος». Δεν εξήγησε, όμως, πως ο Κατηγορούμενος, χωρίς να έχει μετακινηθεί από την περιφραγμένη αυλή του, έφτανε να αγγίξει τους ΜΚ1 και ΜΚ2, εάν οι ΜΚ1 και ΜΚ2 δεν είχαν προσεγγίσει την περίφραξη τόσο πολύ, και για ποιο λόγο χρειάστηκε να προσεγγίσουν τόσο πολύ την περίφραξη του Κατηγορούμενου, εφόσον ήταν ένας άνθρωπος επιθετικός που είχε προηγουμένως εξυβρίσει.

 

24.     Η μαρτυρία της ΜΚ3, λόγω της προσπάθειας της ΜΚ3 να δραματοποιήσει τα γεγονότα και να τα μεταφέρει όλα εξ ιδίων αισθήσεων, ακόμα κι αν δεν ήταν παρούσα σε όλες τις χρονικές φάσεις, σε συνάρτηση με την υπερβολή και την έλλειψη μέτρου και αντικειμενικότητας, το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία της, ως σε αξιόπιστη μαρτυρία, για να εξάγει δικαστικά ευρήματα.

 

ΜΚ4

 

25.     Η ΜΚ4, ιατρός και διευθύντρια του ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου, αναγνώρισε και εξήγησε το Τ2, εξήγηση τι σημαίνει «υπερεξάρθρημα οδόντος», αναφερόμενη σε μερική παρεκτόπιση μέρους του δεύτερου αυχενικού σπονδύλου, της δομής του που λέγεται άξονας και ονομάζεται οδόντας ή οδοντοειδής απόφυση. Κατά την αντεξέτασή της, η μάρτυρας ανέφερε, με φυσικότητα και ειλικρίνεια, ότι το Τ2 δεν είναι πλήρες ιατρικό πιστοποιητικό, αλλά είναι μία σύντομη αναφορά στο έντυπο της Αστυνομίας. Διευκρίνισε πως ο τραυματισμός του Κατηγορούμενου δεν έχει να κάνει με την οδοντοστοιχία του, εξηγώντας αναλυτικά τον τραυματισμό, αλλά και ότι στο έντυπο του νοσοκομείου, όχι της Αστυνομίας, θα μπορούσαν να αναγράφονται περισσότερες λεπτομέρειες. Δεν υποβλήθηκε στη μάρτυρα κάποια διαφορετική θέση, αναφορικά με την εκτίμηση στην οποία προέβη στο ΤΑΕΠ και κατέγραψε στο Τ2, και η αξιοπιστία της μαρτυρίας της ΜΚ4 δεν έχει κλονιστεί, ως προς το γεγονός ότι ο ΜΚ1 μετέβη στο ΤΑΕΠ και κατά την εξέτασή του εκτιμήθηκε πως υφίσταται «υπερεξάρθρημα οδόντος» και παραπέμφθηκε για ορθοπεδική εκτίμηση, αλλά και ότι το Τ2 δεν συνιστά πλήρη ιατρική μαρτυρία, στη βάση της οποίας να μπορεί το Δικαστήριο να εκτιμήσει την ακριβή ιατρική κατάσταση του ΜΚ1 μετά από το συγκεκριμένο επεισόδιο. Είναι αποδεκτή η μαρτυρία της ΜΚ4 στο σύνολό της. Εάν επαρκεί ή όχι, είναι άλλο ζήτημα.

 

 

 

 

ΜΚ5

 

26.     Ο ΜΚ5, χειρουργός, κατέθεσε και υιοθέτησε το περιεχόμενο του Τ4, ιατρικού πιστοποιητικού, σύμφωνα με το οποίο ο κατονομαζόμενος ασθενής, ΜΚ1, διεκομίσθη στο ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου την 27.08.2018 μετά από αναφερόμενο ξυλοδαρμό. Ανέφερε αυχεναλγία και ναυτία. Έφερε εκδορές τραχηλικής χώρας, δηλαδή στον λαιμό, δεξιού και αριστερού άνω άκρου και εκχυμώσεις δηλαδή μώλωπες αριστερού οθφαλμικού κόγχου, γύρω από το μάτι. Η ανταπόκρισή του στην κλίμακα Γλάσκώβης ήταν 15/15. Έγινε ο απαιτούμενος κλινικοεργαστηριακός έλεγχος, αξονική εγκεφάλου, αυχενικής μοίρας σπονδυλικής στήλης και εισαγωγή στην χειρουργική κλινική. Ζητήθηκε ορθοπεδική εκτίμηση, όπου συστήθηκε αυχενικό κολάρο. Η διάγνωση ήταν «κάκωση κεφαλής». Νοσηλεύθηκε μέχρι την 02.09.2018. Ο ΜΚ5 διευκρίνισε, κατά την αντεξέτασή του, ποια είναι τα υποκειμενικά συμπτώματα και ποια τα αποτελέσματα των δικών του εξετάσεων. Δεν υποβλήθηκε στον μάρτυρα οποιαδήποτε άλλη εκδοχή ως προς τα γεγονότα που σχετίζονται με την ιατρική εξέταση ή νοσηλεία του ΜΚ1, ούτε κλονίστηκε η αξιοπιστία του με οποιονδήποτε τρόπο. Είναι αποδεκτή η μαρτυρία του, στο σύνολό της. Εάν επαρκεί ή όχι είναι διαφορετικό ζήτημα.

 

Κατηγορούμενος (ΜΥ1)

 

27.     Ο Κατηγορούμενος αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία την 06.09.2018 (Τ5). Σε αυτήν, ανέφερε πως 27.08.2018, γύρω στις 20:30, ενώ κάθονταν με τη σύζυγό του πίσω στη βεράντα της οικίας τους, άκουσε έναν κομπρεσόρο να κάνει θόρυβο, ο οποίος είχε τοποθετηθεί πίσω από το γκαράζ της οικίας του ΜΚ1. Ξεκίνησε και πήγε στον Κοινοτάρχη, στην οικία του. Του είπε για τον θόρυβο και είπε πως θα έρχονταν να δει. Αμέσως, πήγε στον χώρο μαζί του, πήγε στην πίσω αυλή, αλλά τότε, μέχρι να φθάσουν, ο κομπρεσόρος είχε σταματήσει να δουλεύει. Ο Κοινοτάρχης πήγε στο σπίτι των γειτόνων του, για να τους κάνει παρατήρηση. Αμέσως μετά, εμφανίστηκαν ο ΜΚ1 με ένα ακόμα άτομο, που κατάλαβε πως είναι ο αδελφός του, ΜΚ2. Ο Κατηγορούμενος τους ρώτησε αν θα συνεχιστεί πολλή ώρα το ζήτημα με τον κομπρεσόρο. Τότε, του είπε, ο ΜΚ1 «δεν βλέπεις ότι ο κομπρεσόρος χάνει». Του είπε, ο Κατηγορούμενος, ότι ο ίδιος θα πάει να κοιμηθεί, και ο ΜΚ1 αποκρίθηκε «να πάεις να πέσεις ρε π*****όγερο». Τότε, ο Κατηγορούμενος, του είπε «να πάεις να πέσεις με τη μάνα σου». Τότε, ο ΜΚ1 κατευθύνθηκε προς το μέρος της οικίας του Κατηγορούμενου, όπου ήταν ο ίδιος, και προσπάθησε να μπει μέσα στο σπίτι του. Ο Κατηγορούμενος προσπάθησε να τον απωθήσει με τα χέρια του. Ο άλλος, που ήταν μαζί του, ένιωσε να τον κτυπά με κάτι, αλλά δεν είδε τι ήταν. Ο ίδιος, όπως λέει, δεν κτύπησε κάποιον, αλλά προσπαθούσε να τους απωθήσει από το να μπουν στο σπίτι του. Ούτε κτύπησε, ούτε έβρισε. Σε μία φάση, εμφανίστηκε η μητέρα τους και τον αποκάλεσε «γάρο» και «ξιμαρισμένο». Στο μέρος, ήταν ο ίδιος, η γυναίκα του, και οι γιοι της γυναίκας του, που ήρθαν μετά. Σε συμπληρωματική του κατάθεση, ο Κατηγορούμενος (Τ6), ανέφερε πως ο λόγος που δεν έκανε παράπονο εναντίον του ΜΚ1 ήταν γιατί δεν ήθελε περαιτέρω ανάμειξη της Αστυνομίας. Αλλά, από την στιγμή που έκανε εκείνος παράπονο εναντίον του, έχει και ο ίδιος. Και ο ίδιος, όπως είπε, κτύπησε τον αγκώνα του, και είχε πάει στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου. Ο Κατηγορούμενος υπέδειξε, στο Τ7, πού ακριβώς στέκονταν. Κατέθεσε επίσης φωτογραφία που έλαβε ο ίδιος τον Σεπτέμβριο του 2018, για να δείξει πώς είναι ακριβώς ο χώρος της αυλής του (Τ8).

 

28.     Κατά την αντεξέτασή του, ο Κατηγορούμενος ανέφερε πως ο ίδιος δεν πήγε στην άκρη της περίφραξης για να ζητήσει εξηγήσεις. Έστεκε πάνω στην αυλή, και περίμενε να δει τι θα έλεγε ο Κοινοτάρχης στα παιδιά. Εκείνοι έστεκαν από κάτω. Δεν τους πλησίασε. Ήταν, όπως είπε, ψηλή περίφραξη, δεν θα ήταν δυνατόν να «πετάχτηκαν» από το σπίτι τους, μέσα στα χώματα, να πάνε να τον ηρεμίσουν. Θα μπορούσαν να το πράξουν αυτό, εάν αυτό ήθελαν, από εκεί που ήταν. Ήθελαν, όμως, να εισέλθουν στο σπίτι του. Ο ΜΚ1 αυτό προσπαθούσε. Επέμεινε πως δεν κτύπησε κανέναν, ούτε εξύβρισε, ήθελαν όμως να μπουν σπίτι του, όχι για να του πουν «γεια», όπως είπε, αλλά για να τον κτυπήσουν. Η φασαρία, όπως είπε, έγινε επειδή τους είχε επισκεφθεί ο Κοινοτάρχης, γεγονός που δεν τους άρεσε. Πρώτα είχε γίνει η επίσκεψη του Κοινοτάρχη σε αυτούς και μετά έγινε το επεισόδιο, στο οποίο ο ίδιος, όπως ανέφερε, απλώς προσπαθούσε να εμποδίσει τους δύο νεαρούς να εισέλθουν στο σπίτι του. Δεν μπορούσαν να περάσουν πάνω από την περίφραξη, που έχει ύψος, αλλά προσπαθούσαν να μπουν στο σπίτι του.

 

29.     Ο Κατηγορούμενος απαντούσε με απλότητα, χαμηλούς τόνους, και αμεσότητα, ενώ συνολικά μετέφερε στο Δικαστήριο την εικόνα ενός ανθρώπου, που γενικά δεν μιλά πολύ και δυσκολεύεται με την χρήση του λόγου και την επικοινωνία. Η εκδοχή του πως η απαρχή της έντασης ήταν το παράπονο που έκανε ο ίδιος στον Κοινοτάρχη, και η επακόλουθη επίσκεψη του Κοινοτάρχη στο σπίτι των γειτόνων τους, ήταν και σταθερή, σε όλη τη διάρκεια της μαρτυρίας του, αλλά και εκλογικεύει τον τρόπο που εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα το βράδυ της 27.08.2018. Ότι, λαμβάνοντας γνώση, ο ΜΚ1, με αυτόν τον τρόπο, και όχι ακούγοντας κάποια φωναχτή τηλεφωνική επικοινωνία ή άλογες φωνές, θεώρησε ο ίδιος λογικό να ζητήσει από τον Κατηγορούμενο απευθείας εξηγήσεις, ως προς τον λόγο για τον οποίο ενοχλείται από τον κομπρεσόρο ή να του εξηγήσει ο ίδιος πως υπάρχει πρόβλημα που θα επιδιορθωθεί. Εάν έπρεπε να ενοχλείται ο Κατηγορούμενος από τον θόρυβο ή όχι, κι αν καλώς έκανε καταγγελία στον Κοινοτάρχη ή όχι, δεν εξετάζεται σε αυτό το πλαίσιο. Ο Κατηγορούμενος τοποθέτησε την απαρχή της εκτροπής των πραγμάτων στο σημείο όπου δεν έδειξε να μπορεί να συνεννοηθεί με τον ΜΚ1 για το θέμα του κομπρεσόρου, ακόμα και για δικούς του λόγους, και είπε ότι θα πάει να κοιμηθεί. Εξέλαβε πως ο ΜΚ1, αποκρινόμενος, τον εξύβρισε, οπότε εκείνος του είπε «να πάεις να πέσεις με τη μάνα σου». Ο Κατηγορούμενος είπε την αλήθεια, παραδεχόμενος ότι είπε τη συγκεκριμένη φράση στον ΜΚ1, που εξηγεί και τα μετέπειτα συμβάντα. Είπε την αλήθεια βεβαίως νομίζοντας πως δεν διέπραξε εξύβριση, επειδή, κατά τη θέση του, αντέταξε τον λόγο αυτό προς – κατά τη θέση του – υβριστικό λόγο που έλαβε.

 

30.     Ο Κατηγορούμενος, ωστόσο, δεν είπε την αλήθεια, όταν είπε πως ο ίδιος δεν κτύπησε τους ΜΚ1 και ΜΚ2, που είχαν προσεγγίσει την περίφραξη, εφόσον η μαρτυρία του αυτή δεν συνάδει με το γεγονός ότι ο ΜΚ1 εξήλθε από το επεισόδιο, φέροντας τραύματα στο σώμα του. Ούτε ο Κατηγορούμενος περιέγραψε με λεπτομέρεια τα γεγονότα που έγιναν στην περίφραξη. Είπε πως αισθάνθηκε κάτι να τον κτυπά, ασαφώς, προσπαθώντας να θέσει τις δικές του κινήσεις υπό την περιγραφή της «απώθησης». Ανέφερε πως κτυπήθηκε στον αγκώνα, χωρίς περαιτέρω επεξηγήσεις, ενώ δεν φαίνεται να βίωσε φυσική βία που να τον ωθήσει να υποβάλει αρχικά ο ίδιος και παράπονο στην Αστυνομία. Το υπέβαλε επειδή, όπως είπε, καταγγέλθηκε. Επίσης, δεν κατέθεσε, ο Κατηγορούμενος, πως ήταν πραγματικά εφικτό οι ΜΚ1 και ΜΚ2 να τον κτυπήσουν και σε ποια έκταση, ενώ εκείνοι στέκονταν κάτω από την περίφραξη, που τους χώριζε, και ο ίδιος πάνω στην περιφραγμένη αυλή. Περίφραξη ψηλή, κατασκευασμένη με σιδερένια σύρματα, και με υψομετρική διαφορά (Τ7, Τ8). Υπήρχε άπλετος χώρος πίσω από την περίφραξη, στον οποίο θα μπορούσε να μετακινηθεί ο Κατηγορούμενος, απομακρυνόμενος από αυτήν, εάν αισθάνονταν φόβο από την φυσική προσέγγιση ή τις κινήσεις των ΜΚ1 και ΜΚ2. Θα μπορούσε, επίσης, να μπει μέσα στο σπίτι του, όπου, σύμφωνα με όσα ανέφερε, ήταν και η σύζυγός του, ή και να καλέσει την Αστυνομία. Η αντίδραση του Κατηγορούμενου, όμως, ο ίδιος να παραμείνει στην άκρη της περίφραξης, και να προβαίνει σε κινήσεις, που ο ίδιος χαρακτήρισε ως κινήσεις «απώθησης», έτεινε περισσότερο στην εικόνα επίδειξης δύναμης και από μέρους του Κατηγορούμενου. Έπειτα, στην κατάθεσή του (Τ5), ο Κατηγορούμενος είπε πως τον εμπόδιζε (τον ΜΚ1) με το χέρι του, κρατώντας του με το δεξί χέρι το πρόσωπο, και απωθώντας τον. Στη μαρτυρία του είπε πως έσπρωχνε με τα χέρια του, για να μην τους αφήσει να προχωρήσουν. Αφενός, δεν απωθείται κάποιος με το να του κρατά κάποιος το πρόσωπο, αφετέρου δεν εξήγησε πώς ακριβώς του κρατούσε το πρόσωπο (π.χ. στον αέρα, τραβώντας τον και πιέζοντάς τον προς την περίφραξη), με τι δύναμη, για πόση ώρα, και οι τραυματισμοί που διαπιστώθηκαν στο πρόσωπο και το σώμα του ΜΚ1, δηλαδή οι μώλωπες στο αριστερό μάτι και οι εκδορές στον λαιμό, δεν συνάδουν με κράτημα του προσώπου ή με σπρωξίματα «απώθησης». Ενώ ασκήθηκε προφανέστατα φυσική βία από τον Κατηγορούμενο προς τον ΜΚ1, την ίδια στιγμή, ο Κατηγορούμενος έλεγε, με απόλυτο τρόπο, πως δεν κτύπησε κανέναν. Ενώ έλεγε πως δεν κτύπησε κανένα, την ίδια στιγμή επιχείρησε να προβάλει και την υπεράσπιση της «αυτοάμυνας», που προϋποθέτει την άσκηση (αναγκαίας, εύλογης και ανάλογης) βίας από πρόσωπο που δέχεται επίθεση.

 

31.     Γενικά ιδωμένη, η μαρτυρία του Κατηγορούμενου, ως προς τα γεγονότα, με εξαίρεση τη μαρτυρία πως δεν κτύπησε τον ΜΚ1, είναι αποδεκτή. Ειδικότερα, είναι αποδεκτή η μαρτυρία του Κατηγορούμενου όσον αφορά τα γεγονότα μέχρι την προσέγγιση της περίφραξης από τους ΜΚ1 και ΜΚ2. Ο Κατηγορούμενος, παρά τις αδυναμίες στον λόγο του, κατέθεσε την αλήθεια για τα γεγονότα που έγιναν μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο, ακόμα βλαπτική για τον ίδιο, σε ορισμένα σημεία. Οι εξηγήσεις του τοποθετούν τα γεγονότα μέχρι τότε σε λογική σειρά, με βάση την ανθρώπινη εμπειρία. Οι μετέπειτα αναφορές του Κατηγορούμενου σε «απώθηση», αλλά όχι σε κτυπήματα, είναι γενικές, αντιφατικές και ασύνδετες με την υπόλοιπη συνεκτική μαρτυρία, επομένως δεν μπορούν να βασίσουν σχετικά ευρήματα.

 

ΜΥ2

 

32.     Ο ΜΥ2 είναι ο εξεταστής της υπόθεσης, ο οποίος κλήθηκε από την πλευρά της υπεράσπισης. Αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεση που έδωσε (Τ9), σύμφωνα με την οποία την 27.08.2018 ώρα 21:45, ο ΜΚ1 μετέβη στον Αστυνομικό Σταθμό Κουκλιών και κατήγγειλε ότι την ίδια ημέρα ώρα 21:15, ενώ συζητούσαν με τον Κατηγορούμενο για τον κομπρεσόρο, ο Κατηγορούμενος του επιθέτηκε και τον κτύπησε με τα χέρια σε διάφορα μέρη του σώματός του. Ακολούθως επισκέφθηκε το ΤΑΕΠ Γ.Ν. Πάφου, όπου διαπιστώθηκε «υπεξάρθρημα οδόντος» και κρατήθηκε για παρακαλούθηση. Αναφέρει, ο μάρτυρας, τις ανακριτικές ενέργειες που έγιναν, που είναι οι καταθέσεις που είναι ήδη ενώπιον του Δικαστηρίου. Ανέφερε πως και ο Κατηγορούμενος υπέβαλε παράπονο σχετικά με το συμβάν εκείνο το βράδυ, αλλά δεν θυμάται τον αριθμό της υπόθεσης ή σε τι ακριβώς αφορά. Αν και πήγε και στον χώρο, δεν μπορεί να θυμάται μετά από τόσο καιρό οτιδήποτε, ούτε κατόπιν υπόδειξης των Τ7 και Τ8, ενώ δεν μπορεί να γνωρίζει ο ίδιος ποια από τις δύο πλευρές λέει την αλήθεια. Δεν υπήρχε πάντως κάποιος άλλος εκεί, εκτός από την οικογένεια, εάν υπήρχαν ενδεχομένως να είχαν φύγει. Ό,τι του ανέφεραν, το είχε καταγράψει στις καταθέσεις. Ο ΜΥ2 δεν αντεξετάστηκε και είναι αποδεκτή η μαρτυρία του.

 

33.     Επί της μαρτυρίας του ΜΥ2, να αναφέρω ότι δεν συμφωνώ με τις θέσεις της συνηγόρου του Κατηγορούμενου, στην αγόρευσή της, ότι η μη παρουσίαση της μαρτυρίας του ΜΥ2 από την Κατηγορούσα Αρχή ήταν στο πλαίσιο προσπάθειας απόκρυψης μαρτυρίας, και ότι η υπεράσπιση επιφορτίστηκε με πρόσθετο βάρος. Δεν φαίνεται να υπήρχε μαρτυρία στα χέρια της Κατηγορούσας Αρχής που να έπιασε εξ απήνης την πλευρά του Κατηγορούμενου. Από διαφορετική οπτική, εφόσον η πλευρά της υπεράσπισης δεν αμφισβητούσε τη μαρτυρία του εξεταστή της υπόθεσης, ΜΥ2, και την επικαλείτο και η ίδια, για τους δικούς της λόγους, θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από την ίδια, όπως και το γεγονός της λήψης των καταθέσεων που έγινε από τον ΜΥ2, που ήδη τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Βεβαίως, η προσπάθεια της πλευράς της υπεράσπισης, όπως φάνηκε κατά τη διαδικασία, ήταν να βάλει τον εξεταστή της υπόθεσης να πάρει ουσιαστική θέση, υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς, ενώ ποινικές υποθέσεις κινήθηκαν εναντίον όλων των εμπλεκόμενων στο επεισόδιο (ως δεν αμφισβητείτο), κι ενώ ο εξεταστής της υπόθεσης δεν έχει τέτοιο ρόλο. Αυτή η δική της προσπάθεια φαίνεται πως ήταν εκείνη που οδήγησε και την Κατηγορούσα Αρχή να παρουσιάσει τη μαρτυρία που θεώρησε η ίδια απολύτως αναγκαία για την απόδειξη της υπόθεσης της.

 

Σύνοψη ευρημάτων

 

34.     Μέσα από την αποδεκτή μαρτυρία και όσα συνομολογούνται, προκύπτουν τα εξής γεγονότα: Την 27.08.2018, γύρω στις 20:30, ο Κατηγορούμενος άκουσε έναν κομπρεσόρο να κάνει θόρυβο, από το γκαράζ της οικίας του ΜΚ1. Ανέφερε την ενόχλησή του αυτή στον Κοινοτάρχη, ο οποίος επισκέφθηκε με τον Κατηγορούμενο την πίσω αυλή, αλλά μέχρι να φθάσουν εκεί, ο θόρυβος από τον κομπρεσόρο είχε σταματήσει. Ο Κοινοτάρχης πήγε στο σπίτι του ΜΚ1, για να κάνει παρατήρηση. Αμέσως μετά, εμφανίστηκαν ο ΜΚ1 με τον ΜΚ2. Ο ΜΚ1 ανέφερε στον Κατηγορούμενο «δεν βλέπεις ότι ο κομπρεσόρος χάνει», επιχειρώντας, με τον τρόπο αυτό, να του εξηγήσει πως υπάρχει πρόβλημα, που θα επιδιορθωθεί. Ο Κατηγορούμενος δεν ήθελε να συζητήσει με τον ΜΚ1 οτιδήποτε για τον κομπρεσόρο, ενώ είχε προηγουμένως κάνει καταγγελία, και είπε πως ο ίδιος θα πάει να κοιμηθεί. Εξέλαβε, τότε, ότι ο ΜΚ1 τον εξύβρισε, και ανταποκρίθηκε, λέγοντας στον ΜΚ1 «να πάεις να πέσεις με τη μάνα σου». Ως αποτέλεσμα αυτής της φράσης, που ξεστόμισε ο Κατηγορούμενος, οι ΜΚ1 και ΜΚ2 ανέβηκαν το ύψωμα που οδηγεί προς την οικία του Κατηγορούμενου και προσέγγισαν την περίφραξη της αυλής του Κατηγορούμενου. Στο σημείο της περίφραξης, ο Κατηγορούμενος άσκησε φυσική βία εναντίον του ΜΚ1, με τα χέρια του. Ο ΜΚ1, στο τέλος του επεισοδίου στην περίφραξη, εξήλθε με τραυματισμούς. Ο ΜΚ1 προέβη σε καταγγελία στην Αστυνομία. Σε αντίστοιχη καταγγελία προέβη και ο Κατηγορούμενος. Ο ΜΚ1 εξετάστηκε από το ΤΑΕΠ του Γ.Ν. Πάφου, όπου εκτιμήθηκε πως υπάρχει «υπεξάρθρημα οδόντος», και παραπέμφθηκε για περαιτέρω εκτίμηση από ειδικό ιατρό. Στη χειρουργική κλινική, διαπιστώθηκαν εκδορές τραχηλικής χώρας (λαιμός), δεξιού και αριστερού άνω άκρου, και εκχυμώσεις (μώλωπες) γύρω από το αριστερό μάτι και διαγνώστηκε με «κάκωση κεφαλής». Κρατήθηκε για ορθοπεδικό έλεγχο και νοσηλεία μέχρι την 02.09.2018.

 

 

 

Νομικές πτυχές

 

35.     Παρεμβάλλεται πως το βάρος απόδειξης της σωρευτικής ύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων ενός αδικήματος το έχει η Κατηγορούσα Αρχή στο ύψιστο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδεικνύει με αποδεκτή μαρτυρία την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου του επίδικου αδικήματος και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσον εύλογες και εάν είναι[3]. Η μαρτυρία θα πρέπει να είναι αξιόπιστη και σαφής[4]. Εάν απορριφθεί η μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, δεν είναι δυνατή η καταδίκη[5]. Εάν, στο τέλος της υπόθεσης, μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του Κατηγορουμένου τότε αυτό θα πρέπει να αποφασιστεί υπέρ του και να αθωωθεί και να απαλλαγεί από την κατηγορία[6].

 

36.     Σύμφωνα με το άρθρο 243 ΠΚ:

 

«Όποιος διαπράττει επίθεση που προκαλεί πραγματική σωματική βλάβη, είναι ένοχος πλημμελήματος … …».

 

37.     Για τη στοιχειοθέτηση αυτού του ποινικού αδικήματος, θα πρέπει να αποδειχθεί πως:

 

(α) υπήρξε συμπεριφορά από τον Κατηγορούμενο που συνιστά «επίθεση»,

(β) υπήρξε πραγματική σωματική βλάβη, και

(γ) η πραγματική σωματική βλάβη ήταν το αποτέλεσμα της επίθεσης.

 

38.     Επίθεση είναι οποιαδήποτε πράξη, με πρόθεση ή ακόμα και απερίσκεπτα, που δημιουργεί στον άλλον την αντίληψη ότι θα ασκηθεί εναντίον του παράνομη βία[7], βία για την οποία δεν υπάρχει συγκατάθεσή του[8]. Απερίσκεπτα ενεργεί ο δράστης όταν ενώ, πριν να ενεργήσει, γνωρίζει ή μπορεί να αντιληφθεί την πιθανότητα του κινδύνου, παρά ταύτα, προχωρά και ενεργεί[9].

 

39.     «Σωματική βλάβη», σύμφωνα με την ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 2 ΠΚ σημαίνει σωματική βλάβη, ασθένεια ή διαταραχή, είτε μόνιμη είτε προσωρινή. Η πραγματική σωματική βλάβη είναι η δημιουργία οποιασδήποτε βλάβης, εξωτερικά ή εσωτερικά, στο σώμα ή και στην ψυχολογία. Δεν χρειάζεται να είναι σοβαρή. Ακόμα και μία επιφανειακή εκδορά με ερέθισμα ή μώλωπας στο σώμα μπορεί να ικανοποιήσει την απαίτηση του άρθρου 243 ΠΚ[10].

 

40.     Η συγκεκριμένη πραγματική σωματική βλάβη θα πρέπει να είναι αυτό το αποτέλεσμα της επίθεσης. Σε τέτοιας φύσης υποθέσεις, η ιατρική μαρτυρία είναι ζωτικής σημασίας[11].

 

41.     Ό,τι απαγορεύεται, είναι η χρήση βίας ή η εκδήλωση πρόθεσης για την χρήση βίας χωρίς νομικό έρεισμα, δηλαδή παράνομα (unlawfully)[12]. Με βάση το άρθρο 17 ΠΚ είναι συγχωρητέα η χρήση βίας προς αποτροπή μεγαλύτερου και ανεπανόρθωτου κακού σε άλλο πρόσωπο το οποίο ο ασκών τη βία έχει υποχρέωση να προστατεύσει, ή στον ίδιο του τον εαυτό (αυτοάμυνα)· νοουμένου ότι η βία η οποία ασκείται είναι αναγκαία για τον επιδιωκόμενο σκοπό, και εύλογη, υπό τις περιστάσεις. Είναι ζήτημα δικαίου και λογικής το πρόσωπο που υφίσταται επίθεση να μπορεί να προστατεύσει τον εαυτό του. Η άμυνα με άσκηση βίας δικαιολογείται, όταν η βία είναι σε λογικό βαθμό, για να αποτραπεί υφιστάμενος μεγαλύτερος κίνδυνος. Εάν υπερβεί το μέτρο, μπορεί, και πάλι, να λογιστεί ως επίθεση. Τι είναι λογικό, συναρτάται με τα γεγονότα της κάθε ξεχωριστής περίπτωσης. Το μέτρο δεν είναι ακριβές, με την έννοια ότι το πρόσωπο που δέχεται επίθεση, την ώρα που δέχεται επίθεση, δεν μπορεί να μετρά με ακρίβεια τις κινήσεις του, ευρισκόμενος σε κατάσταση αγωνίας· είναι όμως αντικειμενικό. Οι έντιμες και ενστικτώδεις ενέργειες προσμετρούν για την προσέγγιση του εύλογου, ωστόσο ο υποκειμενικός φόβος δεν είναι εκείνος που ορίζει το εύλογο της βίας[13]. Όταν προβάλλεται η υπεράσπιση της αυτοάμυνας, η Κατηγορούσα Αρχή, στην οποία παραμένει πάντοτε το βάρος απόδειξης, οφείλει να την αποκλείσει, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας[14].

 

42.     Σύμφωνα με το άρθρο 99 ΠΚ:

 

«Όποιος, σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος με τέτοιο τρόπο ή κάτω από συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο, εξυβρίζει άλλο με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση, είναι ένοχος πλημμελήματος … …».

 

43.     Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος αυτού, θα πρέπει να αποδειχθεί πως:

 

(α) υπήρξε συμπεριφορά που συνιστά εξύβριση·

 

(β) η εξύβριση έγινε σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος, με τρόπο ή υπό συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο, και

 

(γ) να ήταν με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση.

 

44.     Κατά πόσο η συμπεριφορά είναι υβριστική, είναι πραγματικό ζήτημα, που εξετάζεται σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης και τις επικρατούσες αντιλήψεις περί ηθικής και ευπρέπειας[15]. Οι λέξεις έχουν το συνηθισμένο τους νόημα, το κριτήριο του εάν είναι υβριστικό το τι ειπώθηκε, είναι αντικειμενικό, ωστόσο η διαπίστωση δεν παραμένει στην ακριβή απόδοση του νοήματος, θεωρητικά, εφόσον η λέξη ή η φράση πρέπει να ιδωθεί μέσα στη συγκεκριμένη πραγματική συνθήκη, όπου τοποθετείται και ο μέσος συνετός άνθρωπος, που ακούει ή βλέπει το συμβάν. Σε μία συνθήκη αντιπαράθεσης, το λεκτικό που χρησιμοποιείται μπορεί να εκληφθεί ευκολότερα ως υβριστικό[16].

 

45.     Δεν χρειάζεται απόδειξη ότι όντως προκλήθηκε οποιοσδήποτε παρευρισκόμενος να επιτεθεί. Είναι αρκετό το ενδεχόμενο από την εξύβριση να αντιδράσει επιθετικά παριστάμενο πρόσωπο. Το κριτήριο είναι, και πάλι, κατά πόσο ο μέσος συνετός άνθρωπος, ακούγοντας ή βλέποντας το συμβάν, θα προκληθεί[17].

 

Εξέταση

 

46.     Λόγω της απουσίας αξιοπιστίας στη μαρτυρία που προσκομίστηκε από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής, ειδικότερα του ΜΚ1, και έπειτα των ΜΚ2 και ΜΚ3, ως προς ό,τι προηγήθηκε και τι ακριβώς έγινε κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, απλά εκ της διαπίστωσης πως, στο τέλος του επεισοδίου, ο παραπονούμενος κατέληξε με τους συγκεκριμένους τραυματισμούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να συνιστούν πραγματική σωματική βλάβη, όπως θα πρέπει να είναι κατανοητό, δεν μπορεί να υπάρξει καταδίκη του Κατηγορούμενου για επίθεση προκαλούσα αυτήν την πραγματική σωματική βλάβη, κατά το άρθρο 243 ΠΚ. Ειδικότερα, σε τέτοιου είδους επεισόδια, με αμφοτερόπλευρη την δραστηριότητα, είναι δυσαπόδεικτες τόσο η ύπαρξη επίθεσης από το ένα μέρος, όσο και η αιτιώδης συνάφεια των τραυματισμών που υπάρχουν, στο τέλος του επεισοδίου, με τέτοια επίθεση, του ενός μέρους. Στην Χρυσοστόμου ν. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 724, στην οποία, όπως και εδώ, ούτε ο παραπονούμενος ούτε ο κατηγορούμενος ήταν πλήρως ειλικρινείς όσον αφορά τον ρόλο που διαδραμάτισε ο καθένας τους στο επεισόδιο, η καταδίκη που είχε βασιστεί μόνον στο εύρημα ότι ο κατηγορούμενος είχε κτυπήσει τον παραπονούμενο ανατράπηκε κατ’ έφεση γιατί ήταν ακροσφαλής. Ακροσφαλής θα ήταν, για τους ίδιους ακριβώς λόγους, και σε αυτήν την περίπτωση.

 

47.     Όσον αφορά το αδίκημα της δημόσιας εξύβρισης, μέσα στο δεδομένο πλαίσιο, δηλαδή την προηγούμενη καταγγελία στον Κοινοτάρχη, και έπειτα την αδιαλλαξία του Κατηγορούμενου στην προσπάθεια άμεσης επικοινωνίας για επίλυση του θέματος, η φράση που παραδεκτά – δηλαδή σύμφωνα με δική του παραδοχή – ξεστόμισε ο Κατηγορούμενος «να πάεις να πέσεις με τη μάνα σου», ήταν, κατά τη γνώμη μου, εξύβριση. Θα μπορούσε να εκληφθεί ως λόγος που απευθύνεται σε άνθρωπο η νοημοσύνη και η ικανότητα του οποίου υποτιμάται ως σε βαθμό που αναλογεί σε ένα παιδάκι, που ακόμα κοιμάται με τη μάνα του, ή ακόμα και να παραπέμπει σε χυδαίο περιεχόμενο, άνδρα που πλαγιάζει με τη μητέρα του για άλλους λόγους, με σεξουαλικό υπαινιγμό. Παράλληλα, αποτελεί ύβρη για τη μητέρα, που στην ελληνοκυπριακή κουλτούρα, και όχι μόνον, είναι πολύ σημαντική μορφή στη ζωή των ανθρώπων, και προσβάλλει την οικογενειακή τιμή που καθιερώνει η σημασία της. Ήταν φράση άκρως προσβλητική, χλευαστική, απαξιωτική, και ανήθικη, που ειπώθηκε στον παραπονούμενο, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, με προφανή πρόθεση, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης αντιπαράθεσης που ξεκίνησε για τον κομπρεσόρο, με σκοπό να τον μειώσει και να τον κάνει να αισθανθεί εξευτελισμό, κατωτερότητα, και ενόχληση. Εφόσον ειπώθηκε σε πλαίσιο αντιπαράθεσης, ο τόνος κι η αντιπαραθετική πρόθεση ενισχύουν το υβριστικό φορτίο, ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί διαφορετικά, λόγου χάριν ως αστείο ή απλό ειρωνικό σχόλιο, αλλά, καθαρά, ως πρόθεση για προσβολή. Ειπώθηκε σε χώρο που μπορούσε να ακουστεί δημόσια, εφόσον η αντιπαράθεση ήταν στον εξωτερικό χώρο μεταξύ των δύο σπιτιών. Έκδηλα μπορούσε να προκαλέσει παριστάμενο άτομο σε επίθεση. Ήταν εξάλλου η αφορμή για να προσεγγίσει την περίφραξη του Κατηγορούμενου ο ΜΚ1 με τον ΜΚ2 και μετέπειτα να οξυνθούν τα πνεύματα.

 

48.     Στο Κατηγορητήριο αναφέρεται σε κάπως διαφοροποιημένη φράση, «γ*** τη μάνα σου», στην 2η Κατηγορία. Δεν αναιρείται η δυνατότητα καταδίκης του Κατηγορούμενου για εξύβριση, εφόσον διαπιστώνεται πως διέπραξε το συγκεκριμένο αδίκημα, που περιέχεται στο Κατηγορητήριο, λέγοντας τη φράση «να πάεις να πέσεις με τη μάνα σου», αντί την φράση που αναφέρεται στις λεπτομέρειες του αδικήματος. Είναι δυνατή η καταδίκη για το αδίκημα που περιέχεται στο Κατηγορητήριο, και έχει αποδειχθεί χωρίς αμφιβολία, χωρίς προηγούμενη τροποποίηση των λεπτομερειών της 2ης Κατηγορίας.

 

 

 

Κατάληξη

 

49.     Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται στην 1η Κατηγορία και απαλλάσσεται από αυτήν.

 

50.     Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος και στη 2η Κατηγορία.

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο                                       

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1]. Χριστοδούλου ν. Αριστοδήμου (1996) 1 ΑΑΔ 552, Ζερβού ν. Χαραλάμπους (1996) 1 ΑΑΔ 447, Καρεκλά ν. Κλεάνθους (1997) 1 ΑΑΔ 1119, Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 ΑΑΔ 614, Παπακοκκίνου ν. Σμυρλή (2001) 1 ΑΑΔ 1653, Χριστοφή ν. Ζαχαριάδη (2002) 1 ΑΑΔ 401, Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 ΑΑΔ 207, Ιωάννου ν. Παλάζη (2004) 1 ΑΑΔ 576, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Vlatislaw (2011) 1 ΑΑΔ 55, Τσιντίδης ν. Χαριδήμου (2012) 1 ΑΑΔ 2290.

[2] Άρθρο 27 περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ.9.

[3] Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 363.

[4] Φλουρής ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 401.

[5] Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευριπίδου (2002) 2 ΑΑΔ 246.

[6] Τούμπας ν. Αστυνομίας (1984) 2 CLR 110.

[7] R v. Venna [1975] 3 All E.R 788, Πετρόπουλος ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574.

[8] R. v. Rolphe [1953] 36 Cr. App. R. 4, Fagon v. Metropolitan Police Commissioner [1988] 3 All E.R. 44.

[9] R. v. Lawrence (1981) 1 All E.R. 974 και R. v. Caldwell (1981) 1 All E.R. 964.

[10] R. v. Miller (1954) 2 All E.R. 529, Georghiades v. Police (1985) 2 C.L.R. 56, Αστυνομία v. Ιωάννου (1989) 2 ΑΑΔ 61, Chikhaeva v. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 669.

[11] Σοφοκλή ν. Λεωνίδου (1993) 1 ΑΑΔ 1003, 1010, Knell v. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 51, Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1997) 2 ΑΑΔ 439, Γιώρκας ν. Αστυνομίας, ΠΕ 27/2021, 16.02.2022.

[12] Δήμος Πετρόπουλος v. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574.

[13] Μηλιώτης ν. Αστυνομίας (1971) 2 ΑΑΔ 292, Μαϊφόσιης ν. Αστυνομίας (1978) 2 ΑΑΔ 9, Καλλίσης ν. Δημοκρατίας (1981) 2 ΑΑΔ 143, Δημακόπουλος ν. Αστυνομίας  (1996) 2 ΑΑΔ 170, Αχτάρ ν. Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ 397,

[14] Mohamed ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 266, Γιάλλουρου ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 320.

[15] Αχιλλέως v. Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 98.

[16] Brutus v. Cozens (1972) 2 ALL ER 1297, Bolster ν. Αστυνομίας (1997) 2 ΑΑΔ 89.

[17] Γενικός Εισαγγελέας ν. Natalia Kozina (1999) 2 ΑΑΔ 503.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο