ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ, ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ν. Μ. Γ. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 1315/2022, 31/3/2025
print
Τίτλος:
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ, ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ν. Μ. Γ. κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 1315/2022, 31/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Λ. Χατζηξενοφώντος, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 1315/2022

 

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ, ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

εναντίον

 

1.             Μ. Γ.

2.             Α. Α.

Κατηγορούμενοι

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 31/03/2025

 

Εμφανίσεις:

Για Κατηγορούσα Αρχή: κος Χρ. Μενελάου

Για Κατηγορούμενο 1: κος Γ. Ηλιάδης

Κατηγορούμενος 1 παρών

 

Π Ο Ι Ν Η

 

Ο Κατηγορούμενος 1 βρέθηκε ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας στις κατηγορίες υπ’ αριθμό 6 και 7, που αφορούν:

o   Το αδίκημα της οδήγησης και διέλευσης πλωτού μέσου μεταξύ της 1η Ιουνίου και της 30ης Σεπτεμβρίου μέσα στην θαλάσσια περιοχή Λάρας, χωρίς την προηγούμενη εξασφάλιση γραπτής άδειας από την Διευθύντρια Τμήματος Αλιείας και Θαλασσιών ερευνών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος (έκτη κατηγορία)∙ και

o   Το αδίκημα της παρεμπόδισης επιθεωρητή αλιείας στην εκτέλεση των νόμιμων καθηκόντων του και παράλειψη συμμόρφωσης με τις οδηγίες και εντολές του (έβδομη κατηγορία).

 

 

Τα γεγονότα είναι καταγεγραμμένα στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 24/03/2025. Θα παραθέσω μια σύνοψη των ευρημάτων του Δικαστηρίου για σκοπούς καλύτερης αντίληψης του σκεπτικού του Δικαστηρίου για σκοπούς επιβολής ποινής.

 

Στις 10/08/2021 περί ώρα 07.45 το σκάφος με αριθμούς εγγραφής [  ], ιδιοκτησίας του Κατηγορούμενου 1, στο οποίο επενέβαινε ο Κατηγορούμενος 1, προερχόμενο από το λιμάνι του Αγίου Γεωργίου Πέγειας, εισήλθε εντός της θαλάσσιας περιοχής Λάρας, εντός του νότιου κόλπου, και κατευθύνθηκε προς το δεξιό μέρος του κόλπου. Το σκάφος προσέγγισε την ακτή και παρέλαβε ένα άτομο. Το εν λόγω άτομο είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητο μάρκας Subaru Forester με αριθμούς εγγραφής [  ], ιδιοκτησίας του Κατηγορούμενου 1, στο άνω μέρος του κόλπου και κατέβηκε από το μονοπάτι κάτω στην παραλία και στην συνέχεια ανέβηκε πάνω στο σκάφος.  

 

Γύρω στις 13.00 - 13.45 το σκάφος, με αριθμούς εγγραφής [  ]  , εισήλθε εντός του Νότιου Κόλπου Λάρας και σε αυτό επενέβαιναν δύο άτομα, από τα οποία το ένα κατέβηκε στην ακτή και επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο μάρκας Subaru Forester με αριθμούς εγγραφής [  ] και έφυγε. Οι παρκοφύλακες παρακολουθούσαν το εν λόγω όχημα, το οποίο κινείτο με μεγάλη ταχύτητα προς τον Άγιο Γεώργιο, ενώ το σκάφος κινείτο παράλληλα με την ακτή με κατεύθυνση προς το λιμάνι του Άγιου Γεωργίου. Σε κάποιο σημείο του δρόμου οι παρκοφύλακες έχασαν από το οπτικό τους πεδίο το εν λόγω αυτοκίνητο. Το σκάφος κατέφθασε στο λιμάνι του Αγίου Γεωργίου και κατευθυνόταν προς τις Θαλασσινές Σπηλιές. Στο σημείο που βρίσκεται το εστιατόριο Γιαλός, ο Κατηγορούμενος 1 που βρισκόταν πάνω στο σκάφος παρέδωσε μια παγωνιέρα και μια τσάντα στο Κατηγορούμενο 2 που βρισκόταν στο αυτοκίνητο μάρκας Subaru Forester. Οι παρκοφύλακες τους φώναξαν «Τμήμα Αλιείας έλεγχος» και τότε ο Κατηγορούμενος 2, τους απάντησε «ου παναγία μου αφήστε με ρε παιθκιά» και μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε. Ο Κατηγορούμενος 2 άφησε εκεί την παγωνιέρα και την τσάντα, ενώ το σκάφος έμεινε για λίγο στην περιοχή και ακολούθως κατευθύνθηκε προς την περιοχή Άγιος Γεώργιος. Οι παρκοφύλακες πήραν μαζί τους την τσάντα και την παγωνιέρα και την πήραν στο λιμάνι του Αγίου Γεωργίου. Εντός της παγωνιέρας υπήρχαν τα ακόλουθα ψάρια: 2 ορφοί, 2 φαγκριά, 1 πίγγα και 4 στήρες, συνολικού βάρους 29,50 κιλών , και εντός της τσάντας δύο ψαροντούφεκα. Από τα ψάρια δεν είχε αποκοπεί ο άνω λοβός του ουραίου πτερυγίου.

 

Στο λιμάνι κατέφθασε ένα κόκκινο διπλοκάμπινο με αριθμούς εγγραφής [  ] φμε τρόλεϊ, για να φορτώσει το σκάφος, το οποίο όχημα οδηγείτο από τον Κατηγορούμενο 2. Το σκάφος με αριθμούς εγγραφής [  ] οδηγείτο από τον Κατηγορούμενο 1 όταν έφτασε στο λιμάνι περί τις 14.00. Αφού οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 φόρτωσαν το σκάφος στο τρόλεϊ,  ο Μ.Κ.2 τους ενημέρωσε ότι είναι υπάλληλος τους ΤΑΘΕ και τους ζήτησε να σταθμεύσουν για να κάνουν έλεγχο στο σκάφος. Εντός του σκάφους εντοπίστηκαν στολή κατάδυσής, πέδιλα, μάσκες, ζώνες βαρών, 1 BCD και 2 Regulators τα οποία ήταν βρεγμένα. Τα BCD και τα Regulators χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στην αυτόνομη κατάδυση, δηλαδή στην κατάδυση με χρήση αναπνευστικών συσκευών. Δεν εντοπίστηκαν κατά τον έλεγχο φιάλες οξυγόνου, ούτε είδε κάποιος τους Κατηγορούμενους 1 και 2 να αλιεύουν με την χρήση φιαλών οξυγόνου. Δεν υπήρχε άλλο άτομο στο λιμάνι πέραν των υπαλλήλων του ΤΑΘΕ και των Κατηγορούμενων 1 και 2. Οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 ζήτησαν από τον Κατηγορούμενο 1 να τους παραδώσει το ρολόι – υπολογιστή κατάδυσης που φορούσε, αλλά αυτός αρνήθηκε.

 

Ο Κατηγορούμενος 1 κατέχει άδεια ερασιτεχνικής αλιείας και με σκάφος και με ψαροντούφεκο. Ο Κατηγορούμενος 1 την ουσιώδη ημέρα δεν είχε οποιαδήποτε άδεια για να εισέλθει στην θαλάσσια περιοχή Λάρας από την Διευθύντρια του ΤΑΘΕ και στην θαλάσσια περιοχή Λάρας δεν υπήρχε οποιοδήποτε άλλο σκάφος.

 

Στις 18/08/2021 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τους Κατηγορούμενους 1 και 2, οι οποίοι αρνήθηκαν ενοχή. Μετά την λήψη των εν λόγω καταθέσεων αποστάλθηκαν τα έντυπα ενημέρωσης αδικήματος μαζί με τις καταθέσεις των Κατηγορούμενων 1 και 2 στην Διευθύντρια του ΤΑΘΕ, για να καθορίσει το ύψος του εξώδικου πρόστιμου. Η Διευθύντρια επέβαλε σε έκαστο κατηγορούμενο πρόστιμο ύψους €8,500 και προς τούτο παραδόθηκαν σχετικές επιστολές στους Κατηγορούμενους 1 και 2. Το ποσό του εξώδικου πρόστιμου δεν αποπληρώθηκε από τους Κατηγορούμενους 1 και 2.

 

Σημειώνεται ότι οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 αθωώθηκαν και απαλλάχθηκαν στις κατηγορίες 1 μέχρι 5 που αντιμετώπιζαν, καθ’ ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να αποδείξει τις εν λόγω κατηγορίες πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Με την ικανή αγόρευση του για μετριασμό της ποινής του Κατηγορούμενου 1, ο συνήγορος του κάλεσε το Δικαστήριο να λάβει υπόψιν του προς όφελος του το λευκό του ποινικό μητρώο, την ειλικρινή απολογία του ενώπιον του Δικαστηρίου, τον χρόνο που παρήλθε από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι σήμερα που το Δικαστήριο καλείται να επιβάλει ποινή. Ο συνήγορος του Κατηγορούμενου 1 αναφέρθηκε επίσης στις προσωπικές περιστάσεις του Κατηγορούμενου, και συγκεκριμένα ότι εργάζεται σε εστιατόριο που διατηρεί στην Πάφο και λαμβάνει μηναίο μισθό ύψους €1,000 και είναι 61 ετών. Είναι νυμφευμένος και πατέρας δύο ενήλικων παιδιών. Η σύζυγος του δεν εργάζεται και ο ίδιος αναλαμβάνει αποκλειστικά όλα τα έξοδα της οικογένειας του.

 

Εξέτασα με προσοχή όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου καθώς και όλα όσα λέχθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Κατηγορούμενου 1 κατά την αγόρευση του για σκοπούς μετριασμού της ποινής.

Ο Κανονισμός 14 των Περί Αλιείας Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 273/90),  απαγορεύει σε οποιοδήποτε πρόσωπο μεταξύ της 1ης Ιουνίου και της 30ης Σεπτεμβρίου κάθε έτους, μέσα στην θαλάσσια περιοχή της Λάρας να οδηγεί ή να αγκυροβολεί ή να ανέχεται άλλο να οδηγεί ή να αγκυροβολεί οποιοδήποτε πλωτό μέσο για οποιοδήποτε λόγο ή να αλιεύει με οποιοδήποτε τρόπο (με εξαίρεση την αλιεία με τη χρήση καλαμιού) εκτός αν έχει εξασφαλίσει προηγουμένως γραπτή άδεια από το Διευθυντή της Υπηρεσίας Αλιείας και νοουμένου ότι τηρεί πιστά οποιουσδήποτε όρους που δυνατόν να αναγράφονται σ’ αυτή.

 

Ο Υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από το άρθρο 5Α του Περί Αλιείας Νόμου, εξέδωσε το περί Απαγόρευσης της Διέλευσης Σκαφών στην Θαλάσσιας Προστατευόμενη Περιοχή της Λάρας Διάταγμα του 2018 (ΚΔΠ 234/2018) στο οποίο αναφέρεται ότι η διέλευση και η αγκυροβόληση σκάφους, που οδηγείτο από οποιοδήποτε πρόσωπο, απαγορεύεται το Μάιο και τον Οκτώβριο εκάστου έτους στην θαλάσσια περιοχή της Λάρας, εκτός αν έχει εξασφαλίσει προηγουμένως γραπτή άδεια από το Διευθυντή του ΤΑΘΕ και νοουμένου ότι τηρεί πιστά οποιουσδήποτε όρους που δυνατόν να αναγράφονται σ’ αυτή (Κανονισμός 3(1)).

 

Το άρθρο 6(3) του περί Αλιείας Νόμου, Κεφ. 135, προνοεί ότι κάθε πρόσωπο που παραβαίνει οποιουσδήποτε Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται με βάση τις πρόvoιες τoυ άρθρoυ 6, με εξαίρεση εκείvoυς πoυ σχετίζovται με θέματα ρύπαvσης υδάτωv, είvαι έvoχo αδικήματoς και σε περίπτωση καταδίκης τoυ υπόκειται, αv διαπράττει για πρώτη φoρά τo αδίκημα, σε πρόστιμo πoυ δεv υπερβαίvει τις πέvτε χιλιάδες λίρες, εvώ σε περίπτωση διάπραξης oπoιoυδήπoτε σχετικoύ μεταγεvέστερoυ αδικήματoς σε φυλάκιση πoυ δεv υπερβαίvει τoυς έξι μήvες ή σε πρόστιμo τo oπoίo δεv υπερβαίvει τις πέvτε χιλιάδες λίρες ή και στις δύo αυτές πoιvές.

 

Τέλος, το άρθρο 6 του περί της Εφαρμογής Κοινοτικών Αποφάσεων και Κοινοτικών Κανονισμών που αφορούν θέματα Αλιείας Νόμος του 2006 (134(I)/2006) επιτρέπει στον επιθεωρητή ή λειτουργό του ΤΑΘΕ, με σκοπό την διακρίβωση της εκπλήρωσης οποιασδήποτε υποχρέωσης ή όταν έχει εύλογες αιτίες να υποψιάζεται ότι έχει διαπραχθεί αδίκημα έχει εξουσία σε εύλογο χρόνο, να:

o   να κατακρατεί ή δεσμεύει, για όσο χρόνο κρίνει αναγκαίο, οτιδήποτε για το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι είναι σχετικό αλιευτικό εργαλείο ή σχετικό εξοπλισμό ή σχετικό προϊόν, αναφορικά με το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι έχει παραβιασθεί ή δύναται να παραβιασθεί ή ότι δεν έχει τύχει συμμόρφωσης οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή εκδιδόμενου δυνάμει αυτού διατάγματος ή Κοινοτικού Κανονισμού ή Κοινοτικής Απόφασης, και να διατάζει να παραμείνει ή μεταφερθεί το σχετικό μεταφορικό μέσο ή το σχετικό προϊόν σε οποιοδήποτε μέρος θα υποδείξει (άρθρο 6(1)(δ)),

o   να κατακρατεί ή να δεσμεύει μεταφορικό μέσο ή αλιευτικό εργαλείο ή εξοπλισμό ή σχετικό προϊόν (άρθρο 6(4)).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 6(8) του περί της Εφαρμογής Κοινοτικών Αποφάσεων και Κοινοτικών Κανονισμών που αφορούν θέματα Αλιείας Νόμος του 2006 (134(I)/2006), ως ίσχυε κατά τους ουσιώδεις χρόνους, πρόσωπο διαπράττει ποινικό αδίκημα όταν σκόπιμα παρεμποδίζει επιθεωρητή από την άσκηση των εξουσιών που του χορηγεί το παρόν άρθρο ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε οδηγία ή εντολή επιθεωρητή, η οποία δίδεται με βάση τον παρόντα Νόμο, και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.

 

Δεν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία ότι τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 1 είναι πολύ σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται πρωτίστως από το ύψος της προβλεπόμενης ποινής. Η σοβαρότητα των εν λόγω αδικημάτων διαφαίνεται βεβαίως και μέσα από την ανησυχητικά αυξανόμενη συχνότητα με την οποία όμοιας φύσης αδικήματα διαπράττονται, και για την οποία λαμβάνω δικαστική γνώση από την ενασχόληση του Δικαστηρίου με πλειάδα τέτοιων υποθέσεων επί καθημερινής βάσης.

 

Ένεκα και τούτου του λόγου προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών.

 

Για αδικήματα που συχνά διαπράττονται οι ποινές πρέπει να είναι αποτρεπτικές. Η έννοια της επιβολής αποτρεπτικών ποινών εξηγήθηκε στην υπόθεση Πισκόπου v. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 342. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα, το οποίο ομιλεί από μόνο του:

«Η αποτροπή, ως παράγοντας ο οποίος επενεργεί στον καθορισμό της ποινής, έχει δύο παραμέτρους. Η μία έχει ως λόγο την αποτροπή του ίδιου του παραβάτη από την επανάληψη του εγκλήματος ή παρομοίων εγκλημάτων στο μέλλον. Η άλλη αφορά την αποτροπή τρίτων από τη διάπραξη όμοιων ή παρόμοιων εγκλημάτων. Στη δεύτερη περίπτωση, η αποτροπή έχει δύο συνιστάμενες: Πρώτο, την αποτροπή η οποία είναι συνυφασμένη με τη σοβαρότητα του εγκλήματος, που αντανακλάται στο απόσπασμα και παρατίθεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου από το σύγγραμμα του Thomas «Principles of Sentencing", και δεύτερο, την αποτροπή ως μέσου για την καταστολή εγκλημάτων που ευρίσκονται σε έξαρση».

 

Ακόμη όμως και σε τέτοιου είδους συμπεριφορές το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής δεν ατονεί. Στο έργο εξατομίκευσης της ποινής το Δικαστήριο οφείλει να λαμβάνει υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί, περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη, καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης, έτσι ώστε η ποινή να μην συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (βλ. Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 224). Την ίδια ώρα, είναι σαφώς νομολογημένο, ότι η εξατομίκευση της ποινής δεν πρέπει να οδηγεί στην ουδετεροποίηση της αποτελεσματικότητας του νόμου ή την εξουδετέρωση του αποτρεπτικού χαρακτήρα της ποινής που επιβάλλει η φύση και τα περιστατικά ενός αδικήματος (βλ. Antoniades v. Police (1986) 2 CLR 21 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας ανωτέρω).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, προς όφελος του Κατηγορούμενου 1 λαμβάνω υπόψη μου τα πιο κάτω:

 

Το λευκό του ποινικό μητρώο.

 

Τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές του περιστάσεις όπως αυτές διαφάνηκαν μέσα από την αγόρευση του συνηγόρου του.

 

Τον χρόνο που παρήλθε από την διάπραξη των αδικημάτων, στα οποία κρίθηκε ένοχος, μέχρι και σήμερα που καλείται το Δικαστήριο να επιβάλει ποινή στον Κατηγορούμενο. Η διεξαγωγή της δίκης εντός εύλογου χρόνου διασφαλίζεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος. Εκτροπή από το συνταγματικό πλαίσιο αποτελεί σοβαρό μετριαστικό παράγοντα στην επιβολή ποινής, κυρίως λόγω (α) της απόστασης που δημιουργείται ως προς το άτομο του παραβάτη μεταξύ του χρόνου που διαπράττεται το αδίκημα και του χρόνου της τιμωρίας του (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Αρέστη (1996) 2 ΑΑΔ 267), και (β) της μεταβολής των προσωπικών συνθηκών του αδικοπραγούντος (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Πεγειώτη (2001) 2 ΑΑΔ 617, Αβραάμ ν Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 365).

 

Είναι νομολογημένο ότι προκειμένου να διαφανεί κατά πόσο θα πρέπει να προσμετρήσει προς όφελος του κατηγορούμενου, θα πρέπει να γίνεται διαχωρισμός του χρόνου που παρήλθε από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την καταχώρηση της υπόθεσης και του χρονικού διαστήματος από την καταχώρηση της υπόθεσης μέχρι την τελική απόφαση του Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 ΑΑΔ 355 υποδείχθηκε ότι η πάροδος μακρού χρόνου από τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής, δηλαδή, αν θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης. Εκτός στις περιπτώσεις που θεωρείται απόλυτα αναγκαίο είναι ανεπιθύμητη η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα της διάπραξης του αδικήματος. Ο λόγος για τον οποίο συνήθως προσμετρά η καθυστέρηση είναι η μεταβολή των συνθηκών του παραβάτη. Επίσης, η πάροδος μακρού χρόνου από τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος μειώνει ουσιαστικά την αποτρεπτικότητα της ποινής και δεν ασκεί αναμορφωτικό ρόλο για τον Κατηγορούμενο (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη (Αρ. 2) (2001) 2 ΑΑΔ 623, Αβρααμίδη (1993) ανωτέρω).

 

Συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω, και επιδεικνύοντας κάθε δυνατή επιείκεια στον Κατηγορούμενο 1, επιβάλω σε αυτόν τις ακόλουθες ποινές:

o   Στην έκτη κατηγορία επιβάλλω στον Κατηγορούμενο 1 ποινή προστίμου €1,000.

o   Στην έβδομη κατηγορία επιβάλλω στον Κατηγορούμενο 1 ποινή προστίμου €400.

 

Το συνολικό ποσό των προστίμων να καταβληθεί εντός 6 μηνών από σήμερα.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα, ενόψει του ότι το κατηγορητήριο περιλάμβανε 7 κατηγορίες, και ο Κατηγορούμενος 1 κρίθηκε ένοχος μόνο στην 6η και 7η κατηγορία, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Κατηγορούσας Αρχής και εναντίον του Κατηγορούμενου ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο μειωμένα κατά ½.  

 

 

(Υπογρ.)……………………………….

                                                                                           Λ. Χατζηξενοφώντος, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο