CONSTANTINE DANIEL HARTIE, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 68/2025, 15/5/2025
print
Τίτλος:
CONSTANTINE DANIEL HARTIE, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 68/2025, 15/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 68/2025

 

 

 

Αναφορικά με τον περί Νομικής Αρωγής Νόμο 165(Ι)/2002 και την αίτηση του CONSTANTINE DANIEL HARTIE για νομική αρωγή για την εκπροσώπησή του στην ποινική υπόθεση 694/2025 Ε.Δ. Πάφου

 

 

__________________

 

 

Ημερομηνία: 15 Μαΐου 2025

Εμφανίσεις:

Αιτών, αυτοπροσώπως (και για υποβοήθησή του Α. Σαββίδου, κα)

Σ. Παπαλαζάρου (κα), για τον Γενικό Εισαγγελέα

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(ex tempore)

 

1.        Για σκοπούς εξέτασης της αίτησης του αιτούντος για νομική αρωγή, είχαν δοθεί οδηγίες από το Δικαστήριο για ετοιμασία έκθεσης από το Γραφείο Ευημερίας, από την 30.01.2025. Μέχρι σήμερα, δεν υπήρξε οποιαδήποτε ανταπόκριση. Παρήλθαν τρεισήμισι μήνες. Αντίστοιχα, η ποινική υπόθεση παραμένει σε εκκρεμότητα, μέχρι την εξέταση του αιτούντος για νομική αρωγή, με τον συγκατηγορούμενο του αιτούντος να τελεί υπό κράτηση, και σήμερα να πρέπει να αρχίσει η ακροαματική διαδικασία, όπως έχει προγραμματιστεί. Στο μεταξύ, καταχωρίστηκε, για σκοπούς εξέτασης της αίτησης, η έγγραφη δήλωση του αιτούντος, κατά τον Τύπο 2, δια του οποίου δίδονται οποιαδήποτε υφιστάμενα στοιχεία για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτούντος, έναντι στα οποία δεν υπάρχει αντίθετη μαρτυρία. Η αναφορά είναι πως ο αιτών δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να πληρώσει τον δικηγόρο του. Έχω ακούσει ότι έχει αναφερθεί από αμφότερες τις πλευρές. Από την πλευρά του αιτούντος ότι δεν υφίσταται η δυνατότητα πληρωμής δικηγόρου, για σκοπούς εκπροσώπησής του στη διαδικασία, από πλευράς της κυρίας Σαββίδου ότι δεν προτίθεται να εκπροσωπήσει τον αιτούντα χωρίς πληρωμή, από πλευράς κυρίας Παπαλαζάρου ότι υπάρχει ένσταση στην αίτηση, εφόσον δεν υπάρχει έκθεση του Γραφείου Ευημερίας.

 

2.        Ως προς τη διεξαγωγή της κοινωνικοοικονομικής εξέτασης, το άρθρο 7 § 1(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου 165(Ι)/2002 προβλέπει ότι το Δικαστήριο προβαίνει σε κρίση σχετική με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτούντος, όπου απαιτείται κοινωνικοοικονομική εξέταση, βασιζόμενο και σε έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Στη βάση αυτή, ο Κ.5 των περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικών Κανονισμών είναι διατυπωμένος ώστε υποχρεωτικά το Δικαστήριο να ζητά έκθεση του Γραφείου Ευημερίας.

 

3.        Εάν ωστόσο εκληφθεί, στη βάση των εν λόγω διατυπώσεων, πως η ετοιμασία τέτοιας έκθεσης από το Γραφείο Ευημερίας είναι υποχρεωτική, τέτοια ερμηνεία προεκτείνεται στο ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί, το ίδιο, να μπει στη διαδικασία να διερευνήσει την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτούντος τη νομική αρωγή χωρίς τέτοια έκθεση, όπου το Γραφείο Ευημερίας, για οποιονδήποτε λόγο, δεν ανταποκρίνεται, όπως στην προκειμένη περίπτωση.

 

4.        Η κρίση, όμως, για το εάν θα χορηγηθεί νομική αρωγή ή όχι, αναμφίβολα, ανήκει αποκλειστικά στο Δικαστήριο, κατ’ επέκταση η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας είναι μόνο βοηθητική, ενημερωτική. Με την έκθεσή του, το Γραφείο Ευημερίας, εκθέτει τα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα του αιτούντος, που υποτίθεται διερευνά ως η αρμόδια κρατική αρχή, καθηκόντως, με δυνατότητα πρόσβασης σε συνδεδεμένες πληροφορίες. Όπου υπάρχει έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, είναι ουσιαστικό στοιχείο, προς αξιολόγηση. Το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να μην εγκρίνει την αίτηση για νομική αρωγή, ακόμη κι αν, με βάση την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας υπάρχουν επαρκείς πόροι, εάν το ίδιο συνεχίσει την κοινωνικοοικονομική έρευνα και διαπιστώσει διαφορετικά. Εξάλλου, το Δικαστήριο μπορεί να διαφοροποιήσει την κρίση του σε περίπτωση αλλαγής των κοινωνικοοικονομικών δεδομένων, χωρίς να πρέπει να μεσολαβήσει, και πάλι, κατ’ ανάγκη, νεότερη έκθεση του Γραφείου Ευημερίας.

 

5.        Με δεδομένο τον βοηθητικό ρόλο της έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, και τη διεξαγωγή της κοινωνικοοικονομικής εξέτασης από το Δικαστήριο, που βασίζεται και στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, αλλά και στην έγγραφη δήλωση του αιτούντος και στην ακρόαση των μερών, παρά τις διατυπώσεις στα κείμενα των διατάξεων, τυχόν παράλειψη του Γραφείου Ευημερίας να ετοιμάσει την προβλεπόμενη στον νόμο και ζητούμενη έκθεση, δεν είναι δυνατόν να επηρεάζει, αφενός, τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να αποφασίζει, αφετέρου, να οδηγεί σε ενδεχόμενη παράβαση του κατοχυρωμένου δικαιώματος του αιτούντος να λάβει δωρεάν νομική αρωγή [άρθρο 12 § 5(γ) του Συντάγματος, άρθρο 6 § 3(γ) ΕΣΔΑ], εάν ουσιαστικά δικαιολογείται το αίτημά του με βάση τα υφιστάμενα στοιχεία· με τις συνέπειες που τέτοια εξέλιξη μπορεί να έχει, ιδίως όταν ο λόγος είναι για πρόσωπο που κατηγορείται για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων ή η προσωπική ελευθερία του οποίου διακυβεύεται και είναι αναγκαία η εκπροσώπησή του από δικηγόρο, τον οποίον αδυνατεί να πληρώσει.

 

6.        Ως όμως διαμορφώθηκε το άρθρο 7, μέχρι σήμερα, για να προβλέπει το ίδιο πότε υποβάλλεται και πότε δεν απαιτείται, και κατ’ επέκταση δεν υποβάλλεται, έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, και όπως αντίστοιχα είναι διατυπωμένος και ο Κ.5, δυνατόν να δημιουργούνται ερμηνευτικές δυσχέρειες στο να προχωρήσει, το Δικαστήριο, με συνήθεις κανόνες ερμηνείας των νόμων, να εξετάσει την αίτηση για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής βάσει κοινωνικοοικονομικής εξέτασης που διενεργεί το ίδιο μη βασιζόμενο και σε έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, χωρίς να εκληφθεί είτε πως εναντιώνεται στο γράμμα της § 1(α) του άρθρου 7, παραλείποντας μέρος της διαδικασίας, είτε πως διευρύνει τις νομοθετημένες περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να μην υποβάλλεται έκθεση του Γραφείου Ευημερίας.

 

7.        Το Δικαστήριο, εκ της θέσης του, δεν έχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφορίες κρατικών αρχών, για επιβεβαίωση στοιχείων που τυχόν προσκομίζει ο αιτών (π.χ. ότι εργάζεται με συγκεκριμένο μισθό, ότι διαμένει σε έναν χώρο και πληρώνει συγκεκριμένο ενοίκιο, κ.λπ.), και η κρίση σχετικά με την εγκυρότητά τους, ιδίως εάν αμφισβητούνται, τίθεται έναντι στο γεγονός πως η δωρεάν νομική αρωγή συνιστά διαχείριση δημόσιου χρήματος, ενταγμένη στο ευρύτερο πλαίσιο των κρατικών κοινωνικών παροχών, που δεν μπορεί να αφήνει εκτός την αρμόδια κρατική αρχή, η οποία έχει τον γενικότερο έλεγχο των κοινωνικών παροχών σε δικαιούχους. Η τελευταία παράμετρος ωθεί ενδεχομένως και προς στενότερη ερμηνεία του νόμου, σχετικά με τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να συντρέχουν, για να εγκριθεί δωρεάν νομική αρωγή, περιλαμβανομένης της ανάγκης αναζήτησης έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας. Για τη διατήρηση κάποιας ισορροπίας.

 

8.        Η έγκριση νομικής αρωγής, ωστόσο, εάν υπάρχει διαπίστωση από το Δικαστήριο πως δεν υπάρχει ικανότητα πληρωμής δικηγόρου και πρόκειται για ποινική υπόθεση με σοβαρότητα, δεν είναι μόνο θέμα ερμηνείας του νόμου που διέπει τη νομική αρωγή. Είναι και θέμα ερμηνείας και εφαρμογής του, υπό το φως υπέρτερου δικαίου και κρατικής υποχρέωσης[1]. Έπειτα, επί της ουσίας, δεν χρειάζεται κατ’ ανάγκη ή πάντοτε διασταύρωση στοιχείων και βαθύτερη διερεύνηση, για να επιβεβαίωση, και άρση οποιασδήποτε αμφιβολίας.

 

9.        Παρεμβάλλεται πως η δυσκολία του Γραφείου Ευημερίας να ανταποκρίνεται, γενικά ή έγκαιρα, ιδίως σε επείγουσες περιπτώσεις (π.χ. αιτήματα κράτησης, που πληρούν την προϋπόθεση της σοβαρότητας κατά το άρθρο 7 § 3(α)[2], ή ενώ ο αιτών τελεί υπό κράτηση, ή υπό κράτηση τελεί συγκατηγορούμενός του η υπόθεση του οποίου πρέπει να συνεκδικαστεί, εκ της φύσης των κατηγοριών, δημιουργώντας επείγουσα συνθήκη), έχει οδηγήσει σε πρακτικές που, ως είναι τουλάχιστον διατυπωμένος ο νόμος και οι κανονισμοί, δεν βρίσκουν – ακόμα κι αν δεν βρίσκουν – ασφαλές έρεισμα εκεί. Όπως, για παράδειγμα, την έκδοση πιστοποιητικού προσωρινής νομικής αρωγής από το Δικαστήριο βάσει σύντομης προφορικής εξέτασης της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης του αιτούντος από το Δικαστήριο και των αναφορών του αιτούντος ενώπιον του Δικαστηρίου, με επιφύλαξη ακύρωσης του πιστοποιητικού για το μέλλον, εάν τυχόν διαπιστωθεί πως δεν δικαιολογείται νομική αρωγή μέσα από έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, εάν και όταν εκείνη παραληφθεί. Ή την έκδοση πιστοποιητικού έκτακτης νομικής αρωγής αποκλειστικά για την έκτακτη κατάσταση, προσωρινής ισχύος, με δυνατότητα εξέτασης της επέκτασής του για το σύνολο της υπόθεσης στη βάση και της έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, εάν και όταν αυτή ληφθεί. Συναφώς, στις εισαγωγικές σκέψεις 18 και 19 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/1919, σχετικά με τη δικαστική αρωγή για υπόπτους και κατηγορουμένους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και για καταζητουμένους σε διαδικασίες εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, με την οποία είναι εναρμονισμένο το εγχώριο δίκαιο, προβλέπεται πως τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με την παροχή δικαστικής αρωγής. Οι ρυθμίσεις αυτές θα μπορούσαν να προβλέπουν ότι η δικαστική αρωγή παρέχεται μετά από αίτηση υπόπτου, κατηγορουμένου ή καταζητουμένου. Δεδομένων ιδίως των αναγκών των ευάλωτων προσώπων, η εν λόγω αίτηση δεν θα πρέπει, ωστόσο, να αποτελεί ουσιώδη όρο για την παροχή δικαστικής αρωγής. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παρέχουν δικαστική αρωγή αμελλητί και το αργότερο πριν την εξέταση του ενδιαφερόμενου προσώπου από την αστυνομία, από άλλη αρχή επιβολής του νόμου ή δικαστική αρχή ή πριν τη διεξαγωγή των ανακριτικών πράξεων ή των πράξεων συλλογής αποδεικτικών στοιχείων που αναφέρονται στην Οδηγία. Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές δεν δύνανται να ενεργήσουν με αυτόν τον τρόπο, θα πρέπει τουλάχιστον να χορηγούν έκτακτη ή προσωρινή δικαστική αρωγή, πριν την πραγματοποίηση της εν λόγω εξέτασης ή πριν τη διεξαγωγή των εν λόγω ανακριτικών πράξεων ή των πράξεων συλλογής αποδεικτικών στοιχείων. Σε άλλες περιπτώσεις, όπου υπάρχουν παλαιότερες εκθέσεις του Γραφείου Ευημερίας για το ίδιο άτομο που είχαν ετοιμαστεί υπό άλλη περίσταση, το Δικαστήριο μπορεί να βασίζεται σε αυτές, εάν αναφερθεί πως δεν επήλθε οποιαδήποτε αλλαγή στα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα του αιτούντος, στον μεταξύ διαρρεύσαντα χρόνο.

 

10.     Σε κάθε περίπτωση, λέχθηκε προηγουμένως πως δεν είναι απαραίτητη η εις βάθος διερεύνηση των στοιχείων, για την απόδειξη πέραν πάσης αμφιβολίας. Ειδικότερα, με βάση και τη νομολογία του ΕΔΔΑ, ο κατηγορούμενος, αιτών τη νομική αρωγή, πρέπει να αποδείξει ότι δεν διαθέτει επαρκή μέσα για να πληρώσει για τη νομική βοήθεια που χρειάζεται. Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να προβεί σε απόδειξη πέρα από κάθε αμφιβολία. Αρκεί να υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι αυτό συμβαίνει ή, με άλλα λόγια, να διαπιστώνεται ότι υπάρχει έλλειψη σαφών ενδείξεων για το αντίθετο[3]. Το εθνικό δικαστήριο εκτιμά και αξιολογεί τα αποδεικτικά στοιχεία που τίθενται ενώπιον του, ο έλεγχος του ΕΔΔΑ περιορίζεται στο εάν η εκτίμηση και αξιολόγησή τους από το εθνικό δικαστήριο συνάδει με τις απαιτήσεις του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ[4]. Η υποχρέωση για παροχή νομικής αρωγής υφίσταται μόνο όπου το απαιτούν τα συμφέροντα της δικαιοσύνης. Γι’ αυτή την κρίση, λαμβάνονται υπόψη τα γεγονότα της υπόθεσης, στο σύνολό της, τόσο κατά τον χρόνο που λαμβάνεται η απόφαση επί της αίτησης για νομική αρωγή όσο και κατά τον χρόνο που αποφασίζεται η ουσία της υπόθεσης[5]. Για τον καθορισμό του κατά πόσον τα συμφέροντα της δικαιοσύνης απαιτούν την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη διάφορα κριτήρια, συμπεριλαμβανομένης της σοβαρότητας του αδικήματος και της ποινής που διακυβεύεται[6]. Όπου διακυβεύεται η στέρηση της ελευθερίας, τα συμφέροντα της δικαιοσύνης απαιτούν τη νομική αρωγή[7]. Ως περαιτέρω προϋπόθεση του ελέγχου του κατά πόσο απαιτείται από τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, το Δικαστήριο εξετάζει την πολυπλοκότητα της υπόθεσης καθώς και την προσωπική κατάσταση του κατηγορουμένου[8]. Η τελευταία απαίτηση εξετάζεται ιδιαίτερα όσον αφορά την ικανότητα του συγκεκριμένου κατηγορούμενου να παρουσιάσει την υπόθεσή του. Για παράδειγμα, λόγω μη εξοικείωσης με την γλώσσα που χρησιμοποιείται στο δικαστήριο ή/και το συγκεκριμένο νομικό σύστημα, ποια θα είναι η κατάσταση, σε περίπτωση που δεν χορηγηθεί νομική αρωγή[9].  Κατά την εφαρμογή της απαίτησης «συμφέροντα της δικαιοσύνης», το κριτήριο δεν είναι εάν η απουσία νομικής συνδρομής θα προκαλέσει πραγματική ζημία στην παρουσίαση της υπεράσπισης, αλλά λιγότερο αυστηρό: εάν φαίνεται εύλογο στις συγκεκριμένες περιστάσεις ότι ένας δικηγόρος θα βοηθούσε στην προβολή της υπεράσπισης[10].

 

11.     Στη βάση των ανωτέρω, θα μπορούσε να λεχθεί πως, εφόσον ο αιτών αποδεικνύει, στον απαιτούμενο (χαμηλό) βαθμό, μέσω του Τύπου 2, πως δεν έχει επαρκείς οικονομικούς πόρους και η κοινωνική του κατάσταση καθιστά επίσης αναγκαία την παροχή δωρεάν οικονομικής αρωγής, και δεν υπάρχουν ενδείξεις για το αντίθετο, δεν θα ήταν δυνατό η διαδικαστική δυσχέρεια στην ετοιμασία έκθεσης από το Γραφείο Ευημερίας, να προκαλεί εμπόδιο στην περαιτέρω εξέταση ή και στην έγκριση της αίτησης, εάν πρόσθετα είναι και προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να εγκριθεί το αίτημα.

 

12.     Ο Κ.5 των οικείων διαδικαστικών κανονισμών επιβάλλει στο Δικαστήριο να ζητά, εκτός από την κατάθεση έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, και την κατάθεση έγγραφης δήλωσης με βάση το άρθρο 8 του νόμου, για να διεξάγει την κοινωνικοοικονομική εξέταση. Ο Τύπος 2, που εκδόθηκε για τις απαιτήσεις του άρθρου 8, καλεί τον αιτούντα να προβεί σε λεπτομερείς δηλώσεις, ακριβώς για να έχει το Δικαστήριο τη δυνατότητα να ασκήσει τη δική του κρίση. Οι λεπτομέρειες που πρέπει να δίδονται είναι σχετικά με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, τη διεύθυνση της κατοικίας του, τον αριθμό του δελτίου ταυτότητά τους (για Κύπριους) ή την ιθαγένεια και τον αριθμό του διαβατηρίου του (για αλλοδαπούς), τον αριθμό των κοινωνικών ασφαλίσεων, το επάγγελμα και τη διεύθυνση του τόπου εργασίας, τις απολαβές και άλλα ωφελήματα από το επάγγελμα, τυχόν άλλα εισοδήματα, ακίνητη περιουσία εγγεγραμμένη στο όνομά του ή για την οποία δικαιούται να εγγραφεί ως ιδιοκτήτης, ιδιόκτητα μηχανοκίνητα οχήματα, καταθέσεις σε τράπεζες ή ιδρύματα, οφειλές κατά δανειστή, την οικογενειακή του κατάσταση (ονοματεπώνυμο συζύγου, ονόματα και ηλικία τέκνων, ενοίκιο που καταβάλλεται για ιδιοκατοίκηση, απολαβές και περιουσιακή κατάσταση συζύγου), κι αν είναι εξαρτώμενο μέλος οικογένειας λεπτομέρειες για κάθε μέλος της οικογένειας από τα εισοδήματα της οποίας είναι εξαρτώμενος που να περιλαμβάνουν μισθό από επάγγελμα, άλλα εισοδήματα, ακίνητη ιδιοκτησία, μηχανοκίνητα οχήματα, καταθέσεις, οφειλές. Αναφέρει, επίσης, οποιεσδήποτε άλλες χρήσιμες πληροφορίες. Ο Τύπος 2 θα πρέπει να συμπληρώνεται από τον αιτούντα νομική αρωγή, και να μην αφήνεται κενός, με την προοπτική πως το περιεχόμενό του θα καλυφθεί από έκθεση που θα ετοιμαστεί από το Γραφείο Ευημερίας. Είναι το ουσιαστικό περιεχόμενο της δικής του αίτησης.

 

13.     Με βάση το άρθρο 12 του νόμου, πρόσωπο το οποίο, για να εξασφαλίσει δωρεάν νομική αρωγή για τον εαυτό του ή για άλλο πρόσωπο με βάση τον νόμο, προβαίνει, προφορικά ή γραπτά, σε δόλια ή ψευδή δήλωση ή παράσταση ή αποκρύπτει ουσιώδες γεγονός, είναι ένοχο αδικήματος, και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ. Το Δικαστήριο το οποίο καταδικάζει πρόσωπο για αδίκημα αυτό, δύναται να διατάξει το πρόσωπο αυτό να επιστρέψει ολόκληρο ή μέρος του ποσού που του καταβλήθηκε για σκοπούς νομικής αρωγής σε σχέση με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα. Επομένως, υπάρχουν στον νόμο οι δικλείδες ασφαλείας έναντι στο χαμηλό αποδεικτικό επίπεδο που υπάρχει, για να επιτύχει ο αιτών νομική αρωγή.

 

14.     Έχοντας υπόψη τα προαναφερόμενα, η μη ανταπόκριση του Γραφείου Ευημερίας στις οδηγίες του Δικαστηρίου, που δόθηκαν με βάση τον νόμο, δεν επηρεάζει και την περαιτέρω εξέταση της αίτησης από το Δικαστήριο, νοουμένου ότι ο αιτών παρέχει επαρκή στοιχεία για την κοινωνικοοικονομική ανάγκη για νομική αρωγή.

 

15.     Παρεμβάλλεται πως η αναγκαιότητα ο αιτών να αποδείξει, στον απαιτούμενο (χαμηλό) βαθμό, την οικονομική του ανάγκη, βάσει της οποίας αιτείται, δεν δικαιολογεί, κατά την άποψή μου, το Δικαστήριο, να μπει στον ρόλο ερευνητή, να πάρει συνέντευξη από τον αιτούντα, για να αντλήσει ή να προκαλέσει στοιχεία και πληροφορίες. Δεν μπορεί άλλωστε να υποκαταστήσει το Γραφείο Ευημερίας στο δικό του έργο. Μπορεί, ασφαλώς, έχοντας υπόψη τυχόν αντικειμενικά ευάλωτη κατάσταση που αναφέρεται (π.χ. κρατούμενος, αιτητής διεθνούς προστασίας, κ.λπ.), να δώσει την σχετική ευκαιρία και διαδικαστική ή πρακτική διευκόλυνση να προσκομιστούν τυχόν πρόσθετα αναγκαία στοιχεία, για την απαιτούμενη κοινωνικοοικονομική εξέταση. Είναι όμως ο αιτών τη νομική αρωγή που θα πρέπει να αποδείξει την αίτησή του. Το Δικαστήριο είτε εγκρίνει είτε απορρίπτει την αίτηση, αναλόγως εάν ικανοποιηθεί ή όχι, από τα ενώπιον του αποδεικτικά στοιχεία, για την έκδοση πιστοποιητικού για δωρεάν νομική αρωγή.

 

16.     Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, ο αιτών δεν έχει τρέχοντα εισοδήματα και πόρους από εργασία, από τα οποία θα ήταν εφικτό να διαθέσει, για την πληρωμή δικηγόρου, ενώ δεν υπάρχουν ενδείξεις πως ο ίδιος διαθέτει τέτοια εισοδήματα ή δυνατότητα πρόσβασης σε πόρους από άλλες πηγές (π.χ. ενοικιάσεις, από μέλη της οικογένειάς του ή οφειλέτες του, κ.λπ.), αποταμιεύσεις ή περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν να διατεθούν για τον σκοπό αυτό. Ο αιτών είναι αλλοδαπός χωρίς γνώση της γλώσσας και του συστήματος, δέχεται τη βοήθεια διερμηνέα μόνο για τους σκοπούς της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας. Έχει επιτύχει να αποδείξει, στον απαιτούμενο βαθμό, πως συντρέχει η προϋπόθεση της κοινωνικοοικονομικής ανεπάρκειας.

 

17.     Πρόσθετα, η υπόθεση που αντιμετωπίζει ο αιτών, υπό αυτές τις συνθήκες, είναι ποινική υπόθεση, για κατηγορίες για τις οποίες προβλέπονται, στον νόμο, ποινές φυλάκισης, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η ατομική του ελευθερία. Η ακρόαση της υπόθεσης θα πρέπει να αρχίσει σήμερα. Είναι προφανές, από την όλη παρουσία του αιτούντος και Κατηγορούμενου 1 στο Δικαστήριο, ότι δεν είναι σε θέση ο ίδιος, χωρίς τη συνδρομή δικηγόρου, να χειριστεί την εναντίον του υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά τρόπο ώστε να προστατεύονται επαρκώς τα δικαιώματά του, αλλά και να εξυπηρετείται η όλη διαδικασία. Σε περίπτωση μη έγκρισης του αιτήματος, ο αιτών δεν θα έχει δικηγόρο, καθότι δεν υπάρχει δυνατότητα κάποιου δικηγόρου να τον υπερασπιστεί pro bono ή αμισθί, ούτε τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε πληροφορία για τέτοια δυνατότητα. Επίσης, δεν διαφαίνεται πως θα μπορεί να διεξαχθεί η διαδικασία με τον προβλεπόμενο τρόπο ή με οποιονδήποτε τρόπο που, με κατάλληλες προσαρμογές, θα μπορούσε να εκπληρώνει τις απαιτήσεις της ποινικής διαδικασίας. Καταληκτικά, κρίνεται πως είναι και προς το συμφέρον της δικαιοσύνης ο αιτών να εκπροσωπείται από δικηγόρο, τον οποίον, όμως, δεν μπορεί να πληρώσει.

 

18.     Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, το αίτημα εγκρίνεται. Θα εκδοθεί πιστοποιητικό για την υπό αναφορά ποινική υπόθεση, και διοριστήριο στο όνομα του δικηγόρου της επιλογής του αιτούντος. Σε περίπτωση που, εάν και όταν ληφθεί έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, που ζητήθηκε από την 30.01.2025, προκύψουν στοιχεία για αντίθετες διαπιστώσεις ως προς την οικονομικοκοινωνική επάρκεια του αιτούντος, το πιστοποιητικό θα ανακληθεί για το μέλλον.

 

(Υπ.) ……………………………

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 



[1] Λιάκου (Aρ. 2) (1998) 1 ΑΑΔ 712.

[2] Αλλά χωρίς εξαίρεση και από την εφαρμογή της περίπτωσης (α) του άρθρου 7 § 1 ή και του άρθρου 8.

[3] Pakelli v. Germany (application no.8398/78), 25.04.1978, § 34· Tsonyo Tsonev v. Bulgaria (no. 2), (Application no. 2376/03), 14.01.2010, § 39.

[4] R.D. v. Poland (Applications nos. 29692/96 and 34612/97), 18.12.2001, § 45.

[5] Granger v. the United Kingdom, application no.11932/86, 28.03.1990, § 46.

[6] Benham v. the United Kingdom [GC] (Application no. 19380/92), 10.06.1996, § 60· Quaranta v. Switzerland (Application no. 12744/87) 24.05.1991, § 33· Zdravko Stanev v. Bulgaria (Application no. 32238/04), 06.11.2012, § 38.

[7] Benham v. the United Kingdom [GC], § 61· Quaranta v. Switzerland, § 33· Zdravko Stanev v. Bulgaria, § 38.

[8] Quaranta v. Switzerland, § 34· Pham Hoang v. France (Application no. 13191/87), 25.09.1992, § 40· Twalib v. Greece (42/1997/826/1032), 09.06.1998, § 53· Stanev v. Bulgaria, § 38.

[9] Βλ. και Hamdani v. Switzerland, (Requête no 10644/17), 28.03.2023, §§ 32-38, όπου η συνέχιση της εκπροσώπησης από δικηγόρο pro bono, παρά την απόρριψη της αίτησης για νομική αγωγή, βάσει των υφιστάμενων κριτηρίων, δεν επηρέασε την απαίτηση της εκπροσώπησης από δικηγόρο, επομένως δεν οδήγησε σε κάποια παράβαση.

[10] Artico v. Italy (Application no. 6694/74), 13.05.1980, § 34-35· Alimena v. Italy (Application no. 11910/85), 19.02.1991, § 20.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο