ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Μ. Ε. κ.α., Υπόθεση αρ. 2555/2025, 4/7/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Μ. Ε. κ.α., Υπόθεση αρ. 2555/2025, 4/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

 

Υπόθεση αρ. 2555/2025

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

 

 

 

v.

 

 

 

 

1.    Μ. Ε.

2.    SPECTO LTD

3.    A. E.

 

 

__________________________

 

 

Ημερομηνία: 04 Ιουλίου 2025

Εμφανίσεις:

Σ. Παπαλαζάρου (κα), για την Κατηγορούσα Αρχή

Π. Τρύφωνος, για τους Κατηγορούμενους 1 και 2

Κατηγορούμενοι 1 και 2: παρόντες

 

 

 

ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΗΣ

(ex tempore)

 

 

 

1.        Μ. Ε., κατόπιν ομολογίας ενοχής, το Δικαστήριο θα πρέπει να επιβάλει ποινές στις κατηγορίες που περιέχονται στο κατηγορητήριο αναφορικά με εσένα, Κατηγορούμενος 1, και την Κατηγορούμενη 2 εταιρεία:

 

1η Κατηγορία και 2η Κατηγορία: ότι την 05.05.2025, εσύ, ως διευθυντής της Κατηγορούμενης 2, και η Κατηγορούμενη 2 εταιρεία, εργοδοτούσατε παράνομα τον Α.Ε. σε πρατήριο καυσίμων, που αναφέρεται, χωρίς άδεια του Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

2.        Η παράνομη εργοδότηση είναι ποινικό αδίκημα με βάση τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο Κεφ.105, ο οποίος προβλέπει και ποινή. Για το αδίκημα της παράνομης εργοδότησης, κατά το άρθρο 14Β Κεφ.105, η μέγιστη ποινή που μπορεί να επιβάλει το Δικαστήριο είναι τα 5 χρόνια φυλάκισης ή οι €20.000 ή και οι δύο ποινές μαζί. Το Δικαστήριο μπορεί, πρόσθετα, να εκδώσει ορισμένα διατάγματα. Ο νομοθέτης, με τον τροποποιητικό ν.46(Ι)/2021, είχε αυξήσει την προβλεπόμενη ποινή για το άρθρο 14Β, που μέχρι τότε ήταν η φυλάκιση μέχρι τα 3 χρόνια ή η χρηματική ποινή μέχρι Λ.Κ.5.000,00 ή και οι δύο ποινές μαζί. Η επαύξηση του αξιοποίνου ήταν της έκτασης που δίδει ξεκάθαρα το μήνυμα, ότι απαιτείται η επιβολή αυστηρότερων ποινών για την παράβασή του. 

 

3.        Οι ποινές που επιβάλλει το Δικαστήριο, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διαπράττονται. Η επιμέτρηση αρχίζει από τη μέγιστη προβλεπόμενη στον νόμο ποινή, αλλά κάθε αδίκημα έχει τη δική του κλίμακα έντασης ή σοβαρότητας[1]. Σε μεγάλο βαθμό, η ταξινόμηση του αδικήματος σε επίπεδο σοβαρότητας εξαρτάται και από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του από το συγκεκριμένο πρόσωπο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, που συνθέτουν την υπαιτιότητα (culpability), καθώς και από το μέγεθος της βλάβης που προκλήθηκε ή κινδύνευσε να προκληθεί από την παραβατική συμπεριφορά σε πραγματικό επίπεδο (harm)[2]. Το Δικαστήριο, αφού ταξινομήσει το κάθε αδίκημα ως προς το επίπεδο σοβαρότητάς του σε πραγματικό χρόνο, συνεχίζει την επιμέτρηση, λαμβάνοντας υπόψη πρόσθετους παράγοντες που δυνατόν να υπάρχουν και να επιδρούν ελαφρυντικά ή επιβαρυντικά, διαμορφώνοντας ανάλογα την ποινή. Το βάρος που δίδεται σε κάθε ελαφρυντικό ή επιβαρυντικό παράγοντα δεν είναι το ίδιο σε κάθε υπόθεση ή σταθερό. Η επιμέτρηση δεν γίνεται με αυστηρά ή με ακριβή μαθηματικά κριτήρια, αλλά με γνώμονα την αναλογικότητα, η προσέγγιση της οποίας θα πρέπει να γίνεται με διαφανή τρόπο. Η εξατομίκευση της ποινής, που είναι καθήκον του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εξουδετερώνει οποιουσδήποτε από τους σκοπούς της ποινής[3], αλλά και οι σκοποί της ποινής, κατά την επιβολή της, δεν θα πρέπει να αποσυνδέονται από την πραγματική διάσταση της εγκληματικότητας στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Στα ανώτατα επίπεδα ποινής καταλήγει να κινείται το Δικαστήριο όταν η φύση του εγκλήματος είναι τέτοια, ώστε να επιβάλλει εξαιρετικά μέτρα αποτροπής, χάριν της προστασίας του κοινωνικού συνόλου, και παράλληλα το ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου είναι βεβαρημένο[4]. Γίνεται πάντοτε προσπάθεια αποφυγής της ποινής φυλάκισης, όπου δεν είναι απολύτως αναγκαία. Όπου είναι απολύτως αναγκαία, η έκτασή της περιορίζεται όσο το δυνατόν για να εξυπηρετηθούν οι σκοποί για τους οποίους επιβάλλεται.

 

4.        Τα γεγονότα που εκτέθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή είναι ως οι λεπτομέρειες των κατηγοριών και πληρέστερα αναφέρονται στα πρακτικά της διαδικασίας. Την 05.05.2025 έγινε έλεγχος στο πρατήριο βενζίνης προς διερεύνηση πληροφορίας για παράνομη εργοδότηση. Θεάθηκε ο Κατηγορούμενος 3, προσεγγίστηκε για τον έλεγχο των στοιχείων του, υπέδειξε αίτησή του για άσυλο, η διαπίστωση όμως ήταν πως είχε απορριφθεί την 21.08.2021 όπως και προσφυγή επ’ αυτής την 05.08.2022. Νεότερη αίτηση που είχε υποβληθεί την 21.12.2023 είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη την 25.01.2024 και προσφυγή που ακολούθησε απορρίφθηκε επίσης. Υπήρχε άμεση αντίδραση του Κατηγορούμενου 3 στην πληροφόρηση για τα δεδομένα που προκύπτουν από τον φάκελό του, δείχνοντας δυσκολία κατανόησής τους. Άμεση ήταν και η αντίδραση του Κατηγορούμενου 1 πως πληρώνει κοινωνικές ασφαλίσεις και δεν τον ενημέρωσε κανένας για το γεγονός ότι η διαμονή του Κατηγορούμενου 3 στην Κύπρο είναι παράνομη. Εξ αυτών των γεγονότων, σημειώνονται τα ακόλουθα:

 

4.1.       Δεν υπήρξε αντίληψη από τους Κατηγορούμενους 1 και 2 πως ο αλλοδαπός ήταν πρόσωπο η παραμονή του οποίου στην Κύπρο κατέστη παράνομη, λόγω της απόρριψης της αίτησής του για πολιτικό άσυλο, από το 2022. Αυτό θα μπορούσε να υποτεθεί από το ότι εργοδοτείτο όχι απλώς απροκάλυπτα και με διαφάνεια, αλλά δηλώνοντάς τον και στο Κράτος. Ο ίδιος ο υπάλληλος τελούσε υπό σύγχυση ως προς το καθεστώς του, με δεδομένες τις μετέπειτα προσπάθειες νομιμοποίησης της διαμονής του. Πρόκειται για αλλοδαπό πρόσωπο, χωρίς γνώση του δικαίου, της γλώσσας και των διαδικασιών. Δεν παραγνωρίζεται πως εφόσον υπήρχε δικηγόρος για τις σχετικές ενέργειες, θα μπορούσε η όποια σύγχυση να αρθεί. Υπάρχουν διαβήματα που μπορούν να γίνονται, για την ασφαλέστερη διαπίστωση του καθεστώτος παραμονής αλλοδαπών. Οι αδυναμίες του συστήματος κρατικού ελέγχου, μέσω διασταύρωσης των πληροφοριών από τη μία υπηρεσία στην άλλη, είναι κατανοητό πως προκαλεί προβλήματα, αλλά δεν δημιουργεί και συνθήκες νομιμοποίησης εργασίας που είναι παράνομη. Δεν είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται ενώπιον του Δικαστηρίου τέτοιο ζήτημα.

 

4.2.       Δεν υπάρχει κάποια ενέργεια που να υποδηλώνει οργανωμένη δράση για να πλήξει οποιοσδήποτε τη νόμιμη εργασία, γενικότερα, ούτε προσπάθεια οικονομικής εκμετάλλευσης συγκεκριμένου προσώπου. Η Κατηγορούμενη 2 εργοδοτεί κι άλλους αλλοδαπούς, χωρίς να έχει συμβεί οποτεδήποτε κάτι ανάλογο.

 

 

4.3.       Η παράνομη εργοδότηση αλλοδαπών, ασχέτως της πρόθεσης πρόκλησης τέτοιας βλάβη, εκ του αποτελέσματος, πλήττει την απασχόληση των νόμιμα διαμενόντων και έχει διάφορες οικονομικοκοινωνικές προεκτάσεις. Λαμβάνεται βεβαίως υπόψη πως δεν βλάφθηκε το συγκεκριμένο άτομο ή το Κράτος, εφόσον γίνονταν πληρωμές ως σε νόμιμη εργοδότηση. Από την όλη δράση, δεν υπήρξε εκτεταμένη διακινδύνευση, ενώ επρόκειτο και για μεμονωμένο περιστατικό, όσον αφορά τους Κατηγορούμενους 1 και 2.

 

5.        Τα αδικήματα κατατάσσονται, όσον αφορά τους Κατηγορούμενους 1 και 2, σε χαμηλό επίπεδο έντασης ή σοβαρότητας.

 

6.        Παράγοντες που έχουν ήδη ληφθεί υπόψη για σκοπούς ταξινόμησης του αδικήματος σε επίπεδο σοβαρότητας, δεν λαμβάνονται εκ νέου υπόψη.

 

7.        Λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες, για τους Κατηγορούμενους 1 και 2:

 

7.1.       Η απολογία σε συνάρτηση με τη συνεργασία με τις Αρχές, στον βαθμό που υπήρχε, και υπό τις περιστάσεις που υπήρξε.

 

7.2.       Το γεγονός ότι δεν προσφέρθηκαν προηγούμενες καταδίκες.

 

7.3.       Οι προσωπικές συνθήκες όσον αφορά τον Κατηγορούμενο 1, στον βαθμό που κατέστησαν γνωστές, καθώς και η σχέση του Κατηγορούμενου 1 με την Κατηγορούμενη 2.

 

7.4.       Η παραδοχή στο Δικαστήριο, που ήταν άμεση.

 

8.        Το είδος και η έκταση της ποινής που θα επιβληθεί καθορίζονται, λαμβάνοντας υπόψη τη νόμιμη ποινή για κάθε αδίκημα, τους σκοπούς του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ.105 και των ποινών, τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, την ταξινόμηση της παραβατικότητας σε επίπεδο σοβαρότητας, τις αρχές της επιμέτρησης, όλους τους παράγοντες που θα μπορούσαν να επιδράσουν στην ποινή, και τον βαθμό στον οποίον θα πρέπει να γίνει αισθητή η ποινική μεταχείριση στο σύνολό της[5].

 

9.        Η υπόθεση εκκρεμεί αναφορικά με τον Α.Ε., ο οποίος τελεί σε κράτηση όχι για το αδίκημα της παράνομης απασχόλησης, αλλά για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία. Αναφέρεται αυτό το δεδομένο, έχοντας υπόψη τη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Μονιάτης (2000) 2 ΑΑΔ 553 και τη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Μιχαήλ (2001) 2 ΑΑΔ 74.

 

10.     Το καθεστώς πλάνης, που αναφέρθηκε στην προκειμένη περίπτωση, δεν υπήρχε στην Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου ν. I.P., Υπόθεση 1754/2024 Ε.Δ. Πάφου, ημερ. 28.10.2024, όπου ο Κατηγορούμενος είχε ενεργό εμπλοκή στις προσπάθειες νομιμοποίησης της παρανόμως διαμένουσας υπαλλήλου του και δεν δικαιολογείτο η συνέχιση της εργοδότησής της, ομοεθνούς του, μετά που εκείνη κατέστη παράνομη. Εκεί το Δικαστήριο, με την παρούσα σύνθεση, επέβαλε ποινή φυλάκισης, επιτρέποντας την αναστολή της. Εγγύτερα η υπόθεση είναι στα δεδομένα της Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου ν. Χ.Π. 2214/2024 Ε.Δ. Πάφου, ημερ. 21.03.2025, όπου η παραπλάνηση του εργοδότη ήταν με θετικές ενέργειες και στοιχειοθετημένη. Εκεί το Δικαστήριο, με την παρούσα σύνθεση, επέβαλε συνδυασμό χρηματικής ποινής και εγγύησης για την τήρηση του συγκεκριμένου νόμου που διέπει την εργασία των αλλοδαπών.

 

11.     Επιβάλλεται:

 

Στον 1ο Κατηγορούμενο:

 

1η Κατηγορία: Χρηματική ποινή ύψους €500. Επιπλέον, να υπογραφθεί εγγύηση ύψους €2.000 για την τήρηση του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ.105, για περίοδο δύο ετών από σήμερα.

 

Στη 2η Κατηγορούμενη:

 

2η Κατηγορία: Χρηματική ποινή ύψους €500. Επιπλέον, να υπογραφθεί, δια του Κατηγορούμενου 1 και εκ μέρους της Κατηγορούμενης 2, εγγύηση ύψους €2.000 για την τήρηση του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ.105, για περίοδο δύο ετών από σήμερα.

 

Εξηγείται στους Κατηγορούμενους 1 και 2 ότι: με την πρόσθετη επιβολή εγγύησης, δόθηκε ουσιαστικά αναστολή εκτέλεσης μέρους της χρηματικής ποινής που θα μπορούσε να είχε επιβληθεί με βάση την επιμέτρηση. Εάν, εντός της περιόδου που αναφέρθηκε, υπάρξει οποιαδήποτε παράβαση του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ.105, τότε, το Δικαστήριο, πέρα από την επιβολή οποιασδήποτε άλλης ποινής, δυνατόν να διατάξει και την πληρωμή του ποσού της εγγύησης ή μέρους της.

 

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Γενικός Εισαγγελέας v. Κυριάκου (2008) 2 ΑΑΔ 562, Ιακώβου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 159/2024, 08.11.2024.

[2] Γιαννακού ν. Δημοκρατία, ΠΕ 235/2023, 19.07.2024, Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 391, Δημοκρατία v. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 ΑΑΔ 264.

[3] Θεοχάρους ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 575.

[4] Pernell Geoffrey Michael John v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1998) 2 ΑΑΔ 417, Antoniou v. Police (1983) 2 CLR 319.

[5] Γενικός Εισαγγελέας ν. Ελευθερίου, ΠΕ 46/2023, 16.07.2024, Φραντζίδης ν. Αστυνομίας, ΠΕ 63/2022, 26.10.2022, Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 ΑΑΔ 443, 447-8.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο