ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Μ. Χ., Υπόθεση αρ. 2424/2025, 9/7/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Μ. Χ., Υπόθεση αρ. 2424/2025, 9/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

Υπόθεση αρ. 2424/2025

(Γενική Αίτηση 15/2025)

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

 

 

ν.

 

 

 

 

 

Μ. Χ.

 

 

 

____________

 

 

Ημερομηνία: 09 Ιουλίου 2025

Εμφανίσεις:

Σ. Παπαλαζάρου (κα), για την Κατηγορούσα Αρχή / Αιτητές

Β. Ιωάννου (κα), για την Κατηγορούμενη / Καθ’ ης η αίτηση

Κατηγορούμενης / Καθ’ ης η αίτηση: παρούσα

 

Αίτηση ημερομηνίας 09.04.2025 και προσωρινά διατάγματα ημερομηνίας 09.04.2025

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

1.        Τα περιστατικά που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, βάσει του διαθέσιμου μαρτυρικού υλικού, συνοψίζονται ως εξής: Την 08.04.2025 και περί ώρα 14:35, καταγγέλθηκε στην Αστυνομία από τον Μ.Χ., που έδωσε σχετική κατάθεση, πως με την Κατηγορούμενη είχαν σχέση και διέμεναν μαζί για περίπου 11 χρόνια, απέκτησαν τρία παιδιά, και χώρισαν το 2021. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε διάταγμα Οικογενειακού Δικαστηρίου, εκτός από διάταγμα για τη διατροφή, και η επικοινωνία γίνονταν με προσωπική συνεννόηση.  Την 04.04.2025, είχε παραλάβει τα παιδιά από το σχολείο τους, για να περάσουν μαζί το Σαββατοκύριακο, κατόπιν συνεννόησης με την Κατηγορούμενη. Από τότε είχε δει πως δεν ήταν καλά τα παιδιά, αλλά δεν του είχαν πει οτιδήποτε, μέχρι το Σάββατο, που βρίσκονταν στη Λευκωσία. Τον ειδοποίησε η μητέρα του ότι είχε πάει στο σπίτι της η Κατηγορούμενη και πήρε εκεί τα ρούχα των παιδιών, και της είπε ότι δεν τα θέλει τα παιδιά και να μην πάνε πίσω, αν δεν της πληρωθεί η διατροφή, και ότι θα προβεί σε καταγγελία για τις διατροφές. Τότε, αφού ρώτησε τα παιδιά εάν είχε συμβεί κάτι με τη μητέρα τους, του είπαν ότι τους κτυπάει με τα χέρια της και με την κουτάλα και ότι δεν τους δίνει σημασία. Την Κυριακή, όταν επέστρεψε στην Πάφο, με τα παιδιά, πήγαν στην Αστυνομία και έκαναν καταγγελία, ενώ μέχρι και την 08.04.2025 η Κατηγορούμενη δεν ήθελε να πάνε κοντά της τα παιδιά. Πριν περίπου ένα χρόνο, είχε τηλεφωνήσει στον καταγγέλλοντα η κόρη του και του είχε πει πως τσακώθηκαν με ένα από τα αδέλφια της και η Κατηγορούμενη τους κτύπησε, δεν το κατήγγειλε, θεωρώντας ότι δεν ασκήθηκε βία, αλλά μόλις ξεκάθαρα του είπαν τα παιδιά πως πρόκειται για βία, προχώρησε στην καταγγελία, ενώ κίνησε διαδικασία για να λάβει την κηδεμονία των παιδιών. Ανέφερε τον φόβο που αισθάνεται πως θα ασκηθεί εκ νέου βία. Προσκομίστηκε ημερολόγιο ενεργειών, με καταχώριση ημερομηνίας 08.04.2025, στην οποία γίνονταν αναφορά πως είχαν ληφθεί οπτικογραφημένες καταθέσεις από τα ανήλικα παιδιά σχετικά με διερευνώμενη υπόθεση βίας στην οικογένεια, στην παρουσία λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας. Η ανήλικη Χ.Χ. ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως η μητέρα της κτυπά τόσο την ίδια όσο και τα αδέλφια της με τα χέρια της σε διάφορα σημεία του σώματός τους «όπου ήβρει», και με την κουτάλα, και κάποιες φορές τους τραβά από τα μαλλιά. Δεν μπορούσε να προσδιορίσει χρονικά πότε έγινε τελευταία φορά τέτοιο περιστατικό, αλλά ανέφερε πως γίνεται συχνά, δύο φορές την εβδομάδα, ενώ τους φωνάζει καθημερινά. Ερωτώμενη αν ανέφερε σε κάποιον άλλο αυτά τα γεγονότα, είπε πως πιο παλιά που τσακώθηκε με την αδελφή της, τηλεφώνησε στον πατέρα της, αλλά η μητέρα της θύμωσε και την κτύπησε και έπειτα της έπιασε το κινητό και της το επέστρεψε μετά από τρεις ημέρες. Εξέφρασε φόβο. Ο ανήλικος Α.Χ., στη δική του κατάθεση, ανέφερε πως η μητέρα τους, κάποιες φορές που τσακώνονται τα αδέλφια μεταξύ τους, θυμώνει και τους κτυπά είτε με τα χέρια της είτε με ξύλινη κουτάλια σε διάφορα μέρη του σώματός τους. Δεν θυμάται πότε έγινε τελευταία φορά, αλλά γίνεται συχνά. Ανέφερε επίσης πως είχε αναφέρει στον πατέρα του, στο παρελθόν, ότι τον έδειρε, και εκείνη τον ξανακτύπησε και τον τιμώρησε, οπότε δεν λένε σε κανέναν τι έγινε. Η ανήλικη Π.Χ. ανέφερε παρόμοια γεγονότα, εκφράζοντας επίσης φόβο.

 

2.        Κατόπιν των πιο πάνω, καταχωρίστηκε η Γενική Αίτηση 15/2025, με την οποία ο Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου και το Γραφείο Ευημερίας ζήτησαν την έκδοση διαταγμάτων απομάκρυνσης των ανήλικων παιδιών της Κατηγορούμενης (μέχρι τότε ύποπτης) από τη φύλαξη και φροντίδα της και ανάθεσής της στη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή σε εξουσιοδοτημένο από εκείνην πρόσωπο [ν.119(Ι)/2000], καθώς και την απαγόρευση στην Κατηγορούμενη να τα προσεγγίζει ή και να έχει επαφή μαζί τους, παρά μόνο μέσω του Γραφείου Ευημερίας [ν.114(Ι)/2021], μέχρι την ολοκλήρωση της διερεύνησης ή την εκδίκαση της ποινική υπόθεση ή νεότερη διαταγή του Δικαστηρίου.

 

3.        Τα αιτήματα έγιναν δεκτά από το Δικαστήριο την 09.04.2025, υπό την επιφύλαξη επανεξέτασης κατόπιν ακρόασης και της Κατηγορούμενης την 14.04.2025, ημερομηνία κατά την οποία υπήρξε εμφάνιση από την Κατηγορούμενη και αίτημα για να δοθεί χρόνος για ένσταση. Στο μεταξύ, την 28.04.2025 καταχωρίστηκε η ποινική υπόθεση και εκ συμφώνου τα διατάγματα συνέχισαν να ισχύουν ως προσωρινά διατάγματα στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης.

 

4.        Με ένσταση που καταχώρισε η Κατηγορούμενη, προβάλλει λόγους για τους οποίους, κατά τη θέση της, θα πρέπει να ακυρωθούν τα διατάγματα και να απορριφθεί η αίτηση. Οι λόγοι ένστασης έχουν ως εξής:  δεν αποκαλύφθηκαν γεγονότα ή στοιχεία που να δημιουργούν εκ πρώτης όψεως κίνδυνο επανάληψης και γι’ αυτό δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης και διατήρησης της ισχύος των διαταγμάτων (1ος λόγος ένστασης)· έχει εκλείψει η αναγκαιότητα ή η αναλογικότητα, εφόσον δεν προσδιορίζονται χρονικά τα περιστατικά που κατ’ ισχυρισμό είναι περιστατικά βίας (2ος λόγος ένστασης)· υπήρχε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, κρίσιμων για την απόφαση του Δικαστηρίου (3ος λόγος ένστασης)· παραβιάστηκε η δίκαιη δίκη λόγω της πλημμελούς διερεύνησης από την Αστυνομία και της παράλειψής της να λάβει κατάθεση από την Κατηγορούμενη, ενώ δια της αίτησης, προαναγγέλθηκε η ποινική της δίωξη (4ος λόγος ένστασης)· τέλος, η αίτηση παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας της Κατηγορούμενης (5ος λόγος ένστασης).

 

5.        Η ένσταση υποστηρίζεται από τη μαρτυρία της Κατηγορούμενης, η οποία, ως προς τα γεγονότα, αναφέρει τα εξής: από την σχέση της με τον καταγγέλλοντα, απέκτησαν τρία παιδιά, επήλθε διάσταση περί το 2017-2018, και έκτοτε ζουν χωριστά. Τα παιδιά ήταν ανέκαθεν υπό τη δική της φύλαξη και φροντίδα και ουδέποτε προέκυψε πρόβλημα. Εκείνος είχε άστατη ζωή και δεν υπολόγιζε την οικογένειά του. Είχε συμφωνηθεί η επικοινωνία και είχε εκδοθεί μόνο διάταγμα διατροφής. Επειδή οι ανάγκες είχαν αυξηθεί, γίνονταν συζητήσεις και για αύξηση του ποσού της διατροφής. Η ίδια είχε δυσκολίες λόγω μη σταθερής δουλειάς και είχε την ανάγκη από τον καταγγέλλοντα να αναλάβει και εκείνος ορισμένες ευθύνες. Ο ίδιος είχε αναφέρει πως δεν μπορούσε να κάνει οτιδήποτε, εφόσον διέμενε με τη μητέρα του και δεν είχε τον χρόνο, πέρα από τα δύο Σαββατοκύριακα τον μήνα, κατά τη συμφωνημένη επικοινωνία. Κατόπιν συζητήσεων, είχαν βρει και συμφωνήσει ένα πλάνο επικοινωνίας, για να περνούν τα παιδιά περισσότερο χρόνο με τον πατέρα, να μπορέσει και η ίδια να εργαστεί. Λίγο καιρό αργότερα, τον Μάρτιο του 2025, ο καταγγέλλων την ειδοποίησε ότι δεν μπορεί να βοηθήσει άλλο, δεν έχει χώρο, ούτε ώρα, και η μητέρα του αδυνατεί. Τη διατροφή δεν την πλήρωνε κανονικά, αλλά τμηματικά, η ίδια δεν ενοχλούσε. Της ζήτησαν από τη δουλειά να πηγαίνει νύχτα, ειδάλλως δεν θα μπορούσε να την κρατήσει, όμως δεν είχε πού να αφήσει τα παιδιά, αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα, εφόσον δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στα έξοδα. Έδωσε στον καταγγέλλοντα προθεσμία μέχρι την 04.04.2025 που θα επέστρεφαν από την επικοινωνία, να τακτοποιήσει και τη διατροφή, την αγνόησε. Τα παιδιά, όταν είχαν πάει στον πατέρα τους, ήταν με καλή διάθεση και χωρίς προβληματισμό. Την επόμενη ημέρα, 05.04.2025, πήγε στην Αστυνομία, για να καταγγείλει τα σχετικά με τις διατροφές, είχε δεχθεί τηλεφώνημα ο καταγγέλλων για το ζήτημα. Η ίδια δεν εγκατέλειψε τα παιδιά της, αλλά δεν είχε και τη δυνατότητα και τους πόρους να συνεχίσει, για την ερχόμενη εβδομάδα. Αποκορύφωμα της «ετσιθελικής» συμπεριφοράς του καταγγέλλοντος, όπως αναφέρει, ήταν να πάρει τα παιδιά στην Αστυνομία, για να καταγγείλουν βία στην οικογένεια, παρακινώντας τα παιδιά να πουν κάτι τέτοιο, επειδή τόλμησε να ζητήσει τη διατροφή. Αφού την Κυριακή έμειναν μαζί του, μετέπειτα, δεν είχε καμία επικοινωνία μαζί τους, δεν απαντούσαν στις κλήσεις και στα μηνύματα, δεν ήξερε τι γίνονταν, μάθαινε από τρίτους ότι την κατήγγειλαν τα παιδιά της, χωρίς ορθή ενημέρωση. Ενημερώθηκε η δικηγόρος της μέσω της Αστυνομίας ότι είχε γίνει καταγγελία. Παρόλο που τα παιδιά ζητούν τη μητέρα τους, τους απαγορεύεται να επικοινωνούν μαζί της, ενώ ο καταγγέλλων τηλεφωνεί σε μέλη της οικογένειάς της και προσπαθεί να τα εναντιώσει, περνώντας τη δική του εκδοχή. Παλαιότερα την είχε «απειλήσει» πως εάν προσπαθήσει να διεκδικήσει τη διατροφή κανονικά, θα έβαζε τα παιδιά να την καταγγείλουν και θα της τα έπαιρνε. Της επιδόθηκε η αίτηση και τα διατάγματα την 11.04.2025. Ουδέποτε όμως κτύπησε τα παιδιά της, ούτε θα τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο, εφόσον τα αγαπά και θέλει να μεγαλώνουν με τις ορθές αρχές. Επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης. Θεωρεί πως τα παιδιά χρειάζονται την φροντίδα και την αγάπη της μητέρας τους και την σταθερότητα στη ζωή τους. Την 10.11.2025 ανέφεραν στη λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας, σε επιβλεπόμενη επικοινωνία, ότι ανυπομονούν να επιστρέψουν στο σπίτι και εξέφρασαν τις επιθυμίες τους να πάνε στην Αστυνομία και να ζητήσουν να μένουν μία εβδομάδα με τη μητέρα τους και μία με τον πατέρα τους. Όπως έμαθε από συγγενικό πρόσωπο, δεν αρέσει στα παιδιά το γεγονός ότι διαμένουν με τη γιαγιά τους, η οποία δεν τους φέρεται καλά, ούτε τους παρέχει την απαραίτητη φροντίδα και υγιεινή. Η μικρότερη κόρη της είχε επισκεφθεί το σπίτι φίλης της χωρίς να λουστεί, μύριζε ιδρώτα, ζήτησε από τη μητέρα της φίλης της να την κάνει μπάνιο, δεν είχε μαζί της πιτζάμες, ρούχα. Υπήρξε ήδη επικοινωνία με ψυχολόγο και παιδοψυχολόγο, για να βοηθήσει στην προσέγγιση των παιδιών, στη σωστή διαχείριση των συναισθημάτων τους, αλλά και της ίδιας. Ζητά την ακύρωση των διαταγμάτων.

 

6.        Εκκρεμούσης της διαδικασίας, έγιναν σταδιακά τροποποιήσεις στα υφιστάμενα διατάγματα, ώστε να διευρυνθεί η επικοινωνία της Κατηγορούμενης με τα παιδιά της.

 

7.        Η ακρόαση των διαταγμάτων, ως αυτά διαμορφώθηκαν, έγινε στη βάση των αρχικών ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την αίτηση και την ένσταση, αντίστοιχα, χωρίς αντεξέταση. Η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής και η συνήγορος της Κατηγορούμενης αγόρευσαν, προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων. Έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.

 

8.        Είναι γεγονός πως, με τη μαρτυρία της Κατηγορούμενης, το Δικαστήριο έχει πληρέστερη εικόνα ως προς το πλαίσιο των διαφορών μεταξύ του καταγγέλλοντος και της Κατηγορούμενης, που ίσχυαν κατά τον χρόνο καταχώρισης της αίτησης. Εκτείνονται σε διαχρονικές διαφορές που σχετίζονται με τη διατροφή και τις δυσκολίες της Κατηγορούμενης να ανταπεξέλθει, που την ώθησαν σε καταγγελία στην Αστυνομία σε προηγούμενη ημέρα (δεν απαντήθηκε ο ισχυρισμός αντικρουστικά), που σε συνδυασμό με τη θέση της Κατηγορούμενης ότι δεν άσκησε οποτεδήποτε βία εναντίον των παιδιών, το περιεχόμενο των οπτικογραφημένων καταθέσεων των παιδιών, και τα υπόλοιπα στοιχεία της μαρτυρίας, στην όψη της πάντοτε, τείνουν να εισάγουν στο πεδίο των εκτιμήσεων και την πιθανότητα η καταγγελία εναντίον της Κατηγορούμενης να εξυπηρετούσε και διαφορετικό σκοπό. Πιθανότητα που αναφέρεται ως αντικείμενο διερεύνησης. Είναι κατανοητό πως το εγχείρημα ήταν η άμεση ενέργεια από πλευράς Αστυνομίας και Γραφείου Ευημερίας, για τον έλεγχο της κατάστασης, λόγω των καταγγελιών από τα παιδιά ότι δέχονται βία, και δη συστηματική. Δεν μπορεί να αξιολογηθεί η μαρτυρία ως προς την αλήθεια της κι αν αυτή μπορεί να προσδώσει την ποινική χροιά στη συμπεριφορά της Κατηγορούμενης, ως οι εναντίον της κατηγορίες. Δεν μπορεί να καταλογιστεί στις Αρχές απόκρυψη γνωστών γεγονότων ή γεγονότων που θα μπορούσαν να καταστούν γνωστά, υπό το φως του κατεπείγοντος, που κινήθηκαν. Δεν ευσταθεί ο 3ος λόγος ένστασης. Συνακόλουθα, ούτε και ο 1ος λόγος ένστασης, καθότι υπήρχε μαρτυρία για τον κίνδυνο άσκησης ή επανάληψης βίας, η μαρτυρία των παιδιών και βάσει αυτής και του καταγγέλλοντος. Η όλη διαδικασία κινήθηκε με την εμπλοκή του Γραφείου Ευημερίας. Ούτε όμως και ο 4ος λόγος ένστασης ευσταθεί, εφόσον τα διατάγματα εκδόθηκαν σε πρώτη φάση μέχρι την ολοκλήρωση της διερεύνησης. Ο χρονικός προσδιορισμός της βίας δεν συνιστά sine qua non προϋπόθεση για την εκτίμηση του κινδύνου άσκησης ή επανάληψης βίας, αν και μπορεί να συνεκτιμάται, και δεν ευσταθεί ούτε ο 2ος λόγος ένστασης. Δεν υπάρχει παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας της Κατηγορούμενης, εφόσον δεν διατυπώνεται οπουδήποτε ουσιαστική κρίση σε σχέση με όσα της καταλογίζονται (5ος λόγος ένστασης).

 

9.        Ενώ δεν μπορούν να επιτύχουν οι αρχικοί λόγοι ένστασης, λαμβάνοντας υπόψη τον συνολικό χρόνο ισχύος των διαταγμάτων αυτών, τρεις μήνες μέχρι σήμερα, το γεγονός ότι, στο μεταξύ, με την εμπλοκή και βοήθεια του Γραφείου Ευημερίας, επήλθαν οι ενδιάμεσες σταδιακές αναθεωρήσεις και τροποποιήσεις στα διατάγματα από το Δικαστήριο, και η χρησιμοποίηση υπηρεσιών ψυχολόγων για τους εμπλεκόμενους,  ώστε, σε αυτό το στάδιο, να μπορεί πλέον, με ασφαλή τρόπο, να αναλάβει (που όπως είναι η πληροφορία, έχει ήδη αναλάβει) την αρμοδιότητά του το Οικογενειακό Δικαστήριο, κρίνεται πως δεν είναι πλέον αναγκαία η διατήρηση της ισχύος των υπό αναθεώρηση διαταγμάτων. Η ακύρωσή τους, εφόσον έχουν επιτελέσει τον πρωταρχικό σκοπό τους, δεν αναιρεί τη δυνατότητα, εάν προκύψει εκ νέου κίνδυνος άσκησης βίας, έξω από το νέο πλαίσιο στο οποίο έχουν ενταχθεί τα πρόσωπα και οι καταστάσεις, να επιληφθεί το Δικαστήριο νέου αιτήματος.

 

10.     Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, τα προσωρινά διατάγματα που εκδόθηκαν την 09.04.2025 ακυρώνονται και γι’ αυτό παύουν να ισχύουν από σήμερα.

 

 

(Υπ.) ………………………

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο