ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. ΑΝΤΡΗ ΙΩΣΗΦΑΚΗ, Υπόθεση αρ. 7876/2019, 8/7/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. ΑΝΤΡΗ ΙΩΣΗΦΑΚΗ, Υπόθεση αρ. 7876/2019, 8/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

 

Υπόθεση αρ. 7876/2019

 

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

 

 

 

 

 

 

 

v.

 

 

 

 

 

 

 

ΑΝΤΡΗ ΙΩΣΗΦΑΚΗ

 

 

 

__________________________

 

 

 

Ημερομηνία: 08 Ιουλίου 2025

 

Εμφανίσεις:

 

Σ. Χρυσοστόμου, για την Κατηγορούσα Αρχή

 

Αλ. Αλεξάνδρου με Ε. Αλεξάνδρου (κα), για την Κατηγορούμενη

 

Κατηγορούμενη: παρούσα

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

Οι κατηγορίες

 

 

1.        Η Κατηγορούμενη κατηγορείται ότι μεταξύ των μηνών Οκτώβριος – Νοέμβριος 2019, ενώ ήταν υπάλληλος σε κατάστημα που ανήκει στην εταιρεία Sophia Trading Ltd, στην Πάφο, έκλεψε το χρηματικό ποσό των €32.448,90, περιουσία της εν λόγω εταιρείας, δηλαδή ενώ ήταν υπεύθυνη για την κατάθεση των εισπράξεων από πωλήσεις εμπορευμάτων του καταστήματος, παρέλειπε να καταθέτει τα χρήματα για λογαριασμό της εταιρείας και τα οικειοποιούνταν [1η Κατηγορία, κλοπή από υπάλληλο, άρθρο 268 ΠΚ]. Συναφώς, ότι απέκτησε το ίδιο ποσό ενώ γνώριζε ότι αποτελούσε έσοδα από τη διάπραξη του γενεσιουργού αδικήματος της κλοπής από υπάλληλο [2η Κατηγορία, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, άρθρα 2, 3, 4(1)(ΙΙΙ)(2), 5, 6, 7, 8 ν.188(Ι)/2007].

 

Διαδικασία

 

2.        Η Κατηγορούμενη δεν παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων.

 

3.        Μετά την ολοκλήρωση της παρουσίασης της μαρτυρίας από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής, υποβλήθηκε εισήγηση, σύμφωνα με το άρθρο 74(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155, ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της, ώστε να υποχρεούται να προβάλει την υπεράσπισή της.

 

4.        Αμφότερες οι πλευρές αγόρευσαν και έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.

 

 

 

 

Νομικές αρχές

 

5.        Κατά κανόνα, το Δικαστήριο δεν καταλήγει σε κρίση για αθωότητα ή για ενοχή, εάν δεν ακούσει το σύνολο της μαρτυρίας. Σε περίπτωση που υπάρξει εισήγηση ή διαπίστωση του Δικαστηρίου (χωρίς εισήγηση) ότι η δίκη θα πρέπει να διακοπεί στο στάδιο αυτό, αφενός τέτοια εισήγηση ή διαπίστωση πρέπει να είναι συγκεκριμένη, απαντώντας σε μία εκ των δύο περιπτώσεων που θα εξηγηθούν στη συνέχεια, αφετέρου είναι εισήγηση ή διαπίστωση βασικά πως «δεν υπάρχει υπόθεση» (“no case”).

 

6.        Όπως έχει διαχρονικά νομολογηθεί[1], η διακοπή της δίκης σε αυτό το στάδιο και, κατ’ επέκταση, η αθώωση του κατηγορούμενου, δικαιολογείται μόνο σε δύο περιπτώσεις, όταν:

 

(α)   δεν στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η υπόθεση της κατηγορίας, λόγω της απουσίας ενός ή περισσοτέρων συστατικών στοιχείων του αδικήματος, ή

 

(β)   η μαρτυρία είναι τόσο αντινομική ή στερείται πειστικότητας, σε βαθμό που κανένα λογικό Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να βασίσει σε αυτήν την καταδίκη του κατηγορούμενου.

 

7.        Το μέτρο είναι αντικειμενικό. Εξετάζεται εάν, πρώτα απ’ όλα, υφίσταται μαρτυρία, και έπειτα εάν επικαλύπτει τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος.

 

8.        Η πιο σύνθετη περίπτωση είναι να υπάρχει μαρτυρία που επικαλύπτει και τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος. Και πάλι, μπορεί να διακοπεί η δίκη στο στάδιο αυτό, με αναφορά πλέον σε αυτήν την υφιστάμενη μαρτυρία. Θεωρείται στην όψη της, χωρίς να αξιολογείται. Το ίδιο αντικειμενικό κριτήριο επιτάσσει και τότε πως, για να καταδειχθεί αντινομία ή έλλειψη πειστικότητας στη μαρτυρία, χωρίς όμως αξιολόγησή της, στην όψη της και μόνον, θα πρέπει να είναι καταφανώς θεμελιακό το πρόβλημα που αναδεικνύεται σε αυτήν μέσα από την αμφισβήτησή της, δια της αντεξέτασης, ώστε να μην μπορεί, οποιοδήποτε Δικαστήριο, να αντιπαρέλθει, εάν σε ένα επόμενο στάδιο προχωρήσει με την αξιολόγηση της μαρτυρίας αυτής.

 

9.        Το ερώτημα που τίθεται σε αυτό το στάδιο, εάν υφίσταται μαρτυρία, είναι εάν ένα λογικό Δικαστήριο θα μπορούσε να καταδικάσει με βάση αυτήν την συγκεκριμένη μαρτυρία, στο απόγειό της, ώστε να μπορεί να λεχθεί πως υπάρχει υπόθεση, εκ πρώτης όψεως υπόθεση, για να απαντηθεί. Εάν στην υφιστάμενη μαρτυρία υπάρχουν ζητήματα αξιοπιστίας της εκδοχής των μαρτύρων σχετικά με τα γεγονότα, από τα οποία εξαρτάται η ισχύς ή η στάθμιση της δύναμης της μαρτυρίας, ή άλλα ζητήματα που καθορίζονται υποκειμενικά, και υπάρχουν στοιχεία στη βάση των οποίων θα μπορούσε να βασιστεί και κρίση ενοχής, η δίκη θα πρέπει να συνεχιστεί, εάν αυτή η μαρτυρία δεν εκθεμελιώθηκε, με συντριπτική αντεξέταση ή και χωρίς αντεξέταση όπου δεν χρειάζεται, ώστε να αναδύεται φυσιολογικά η ανάγκη να μην προχωρήσει η υπόθεση, και όχι το αντίθετο. Αυτή η προσέγγιση συμβαίνει στη λειτουργία της λογικής πως, εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί μια υπόθεση στη όψη της υφιστάμενης μαρτυρίας, γιατί είναι τόσο πολύ αδύναμη η μαρτυρία αυτή, δεν μπορεί να αποδειχθεί και πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, που θα είναι το αποδεικτικό βάρος στη συνέχεια της υπόθεσης.

 

10.     Συναφώς, εάν δεν υφίσταται μαρτυρία που να επικαλύπτει όλα τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος ή εάν υφίσταται μαρτυρία και εκθεμελιώνεται ώστε να μην μπορεί να επιβιώσει σε περίπτωση που συνεχίσει η δίκη, και μπορεί αντικειμενικά να διατυπωθεί πως «δεν υπάρχει υπόθεση», είναι καθήκον του Δικαστηρίου να διακόψει τη δίκη. Η πλευρά του κατηγορούμενου δεν καλείται να θεραπεύσει ελαττώματα στη μαρτυρία της πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής, ούτε να την ενισχύσει, με δική της μαρτυρία.

 

11.     Το Δικαστήριο μπορεί να προχωρά στην εκτίμηση για το εκ πρώτης όψεως και με συνοπτική αιτιολόγηση, χωρίς ανάλυση της μαρτυρίας[2].

Περιγραφή μαρτυρίας

 

ΜΚ1  (A.N.)

 

12.     Η ΜΚ1, υπάλληλος του καταστήματος κατά τον ουσιώδη χρόνο, αναγνώρισε και υιοθέτησε τη γραπτή της κατάθεση ημερομηνίας 17.12.2019 (Τ1). Ανέφερε σ’ αυτήν πως υπεύθυνη στο κατάστημα ήταν η Κατηγορούμενη και ότι εργάζονταν ακόμα δύο κοπέλες, πλην της ίδιας. Την 21.11.2019 μετέβησαν στο κατάστημα η Σ.Χ. (ΜΚ2) μαζί με τον οικονομικό διευθυντή, Ι.Λ. (ΜΚ5), για να συζητήσουν για ένα έλλειμμα που υπήρχε στο ταμείο του καταστήματος. Πήγαν στην αποθήκη και μίλησαν ιδιαιτέρως. Δεν άκουσε τι συζητούσαν, παρά μόνο την Σ.Χ. να ρωτά την Κατηγορούμενη πού πήγαν τα υπόλοιπα λεφτά. Στη συνέχεια, η Σ.Χ. φώναξε τον Ι.Λ. να πάει κι αυτός στην αποθήκη μαζί με έγγραφα. Μετά από λίγο, επέστρεψαν όλοι μαζί πίσω. Η Σ.Χ. τους αποχαιρέτισε και αποχώρησε, η Κατηγορούμενη ήταν αγχωμένη, αλλά δεν γνωρίζει τον λόγο. Δεν γνωρίζει εάν έπαιρνε λεφτά η Κατηγορούμενη, η οποία είχε την ευθύνη για τις καταθέσεις των εισπράξεων.

 

13.     Κατά την αντεξέτασή της, η ΜΚ1 ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως επί μία εβδομάδα απαιτούσαν να μάθουν για χρήματα που χάθηκαν, υπήρχε αναστάτωση, η δε Κατηγορούμενη ζητούσε λεφτά από τον κόσμο, για να «μπαλλώσει τις τρύπες της». Το είπε στην Αστυνομία, αλλά δεν το κατέγραψε. Υπήρχε διαφορετική ένταση στο κατάστημα, άλλαξαν τα πράγματα, δεν ήξερε τι γίνονταν, υπήρχε μία «bonus card», υπήρχαν ονόματα στην άκρη και τους έβαζε να βάζουν μεγάλα ποσά σε εκείνα τα ονόματα, μπαίναν πόντοι και εξαργυρώνονταν, έφευγαν πράματα από το κατάστημα. Το είπε και αυτό στην Αστυνομία, αλλά δεν το κατέγραψε, όπως δεν κατέγραψε και άλλα, που η ΜΚ1 ανέφερε αντεξεταζόμενη, όπως συγκεκριμένο συγγενικό της πρόσωπο από το οποίο η Κατηγορούμενη είχε ζητήσει χρήματα. Δεν ρώτησε ποτέ τον λόγο, την είδε, όμως, στην πιο άσχημη στιγμή της ζωής της, καθώς την «πίεζαν», ρωτώντας πού πήγαν τα λεφτά τους. Με τα λεφτά είχε να κάνει μόνο η Κατηγορούμενη, τα λεφτά έμπαιναν στους φακέλους και στη τσάντα της. Κόσμος ξέκοψε από το κατάστημα για τον λόγο αυτό, και η ίδια η Κατηγορούμενη, κατά τη μάρτυρα, είχε πει ότι ζητούσε δανεικά. Κατά την ίδια, γινόντουσαν πράγματα που αδικούν την εταιρεία, είναι κρίμα, γίνονταν μπροστά στα μάτια της, και πρέπει να μαθευτούν, υπάρχουν νούμερα, της μητέρας, της ξαδέλφης, της φίλης της, έβαζε «πόντους». Ενημερώθηκε η κόρη της ιδιοκτήτριας, αργότερα, γιατί του είπε ότι εν γνώσει της γίνονταν αυτά, μετά κατάλαβε ότι έφευγαν και προϊόντα με τους πόντους. Όταν έγινε καταγραφή, έλειπαν πολλά πράγματα βάσει της «bonus card». Γνωρίζει από τους ιδιοκτήτες της εταιρείας πως η Κατηγορούμενη κατήγγειλε πρώτη στην Αστυνομία πως εξαναγκάστηκε να υπογράψει στην αποθήκη, κατά την ίδια, όμως, δεν υπήρχε βία και θεωρεί άδικο αυτό που συμβαίνει για την Σ.Χ.. Όταν τελείωνε η μέρα, το ταμείο δεν το έκλεινε μόνο η Κατηγορούμενη, αλλά και άλλες κοπέλες. Έβγαζαν το Ζ, το τελικό ποσό, το έβαζαν σε φάκελο και έφευγε από το κατάστημα, έπαιρνε τον φάκελο η Κατηγορούμενη στη τσάντα της και το θέμα έκλεινε για τις ίδιες, εφόσον η κατάθεση γίνονταν από την ίδια. Δεν ξέρει ακριβώς για ό,τι είχε να κάνει με καταθέσεις, εάν συμμετείχαν και άλλα πρόσωπα ή πώς γίνονταν. Σε πάρτι που έγινε στη Λεμεσό, την 30.10.2019, είχαν παραδοθεί φάκελοι στον Ι.Λ., αλλά δεν μπορεί να γνωρίζει περισσότερα. Μετέπειτα, ανέφερε πως δεν θυμάται αν είχε φακέλους εκείνη την ημέρα. Το μόνο που είδα και γνωρίζει ως γεγονός είναι πως τις επόμενες ημέρες είχε γίνει η καταγραφή και η διαπίστωση των ελλείψεων, χωρίς να γνωρίζει όμως οτιδήποτε για το έλλειμμα ή τον τρόπο λειτουργίας του. Σε σχέση με την bonus card, η Κατηγορούμενη έβαζε τηλέφωνα δικών της και έβαζε «πόντους» και η εξαργύρωση γίνονταν από την ίδια, αλλά δεν γνωρίζει περισσότερα. Προσωπικά, δεν είδε οποτεδήποτε την Κατηγορούμενη να παίρνει πράγματα και να κάνει χρήση της κάρτας. Για την καταγραφή, επίσης, δεν θυμάται περισσότερα.

 

14.     Κατατέθηκα εκ συμφώνου τα Τ2 και Τ3, που αφορούν τη σύλληψη της Κατηγορούμενης, και δηλώθηκε και εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός πως το περιεχόμενό τους είναι αληθές.

 

ΜΚ2 (Σ.Χ.)

 

15.     Η ΜΚ2 αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσής της στην Αστυνομία (Τ4) ημερομηνίας 13.12.2019, στην οποία είχε αναφέρει πως είναι εκ των διευθυντριών της εταιρείας, που εδρεύει στη Λεμεσό, και είναι αποκλειστικός αντιπρόσωπος της Guess στη Λεμεσό και την Πάφο, με έξι καταστήματα τότε. Στο κατάστημα στην Πάφο, μέσα στο Kings Avenue Mall, υπήρχαν τέσσερις πωλήτριες, εκ των οποίων η υπεύθυνη πωλήτρια, η Κατηγορούμενη, που ήταν υπεύθυνη από τον Απρίλιο του 2014 μέχρι την 10.12.2019. Ο υπεύθυνος κάθε καταστήματος έχει την ευθύνη να ελέγχει τις πωλήσεις και στο τέλος της ημέρας να ελέγξει το «Ζ», δηλαδή την απόδειξη της ταμειακής μηχανής, κατά πόσο οι εισπράξεις της ημέρας συμφωνούν με τις πωλήσεις της ίδιας ημέρας. Περαιτέρω, να παραλαμβάνει τα μετρητά από την ταμειακή μηχανή, να τα φυλάσσει και να τα καταθέτει στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας. Μέχρι τις αρχές του 2019, εξουσιοδοτημένο άτομο της εταιρείας επισκέπτονταν το κατάστημα της Πάφου μία φορά την εβδομάδα και παραλάμβανε για λογαριασμό της εταιρείας τα μετρητά χρήματα, που στη συνέχεια παρέδιδε στο λογιστήριο ή κατέθετε σε τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας. Λόγω της εμπιστοσύνης που υπήρχε στην Κατηγορούμενη, από τις αρχές του 2019, της ανέθεσε την κατάθεση των μετρητών του ταμείου με οδηγίες να προβαίνει σε κατάθεση όλων των μετρητών σε συγκεκριμένο λογαριασμό μία φορά την εβδομάδα. Πρόσφατα, η ίδια και ο Ι.Λ. εντόπισαν ότι η Κατηγορούμενη καθυστερούσε ιδιαίτερα να προβεί σε κατάθεση των μετρητών από τις εισπράξεις. Συγκεκριμένα, την 01.11.2019, σε έλεγχο που έγινε από το λογιστήριο, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε καθυστέρηση περίπου ενάμισι μήνα στην κατάθεση των εισπράξεων για μέρος του μήνα Σεπτεμβρίου και ολόκληρου του μήνα Οκτωβρίου του 2019. Παρέδωσε στην Αστυνομία αναλυτική κατάσταση στην οποία φαίνονται οι καθυστερήσεις. Επίσης, στην ίδια, φαίνονταν οι πωλήσεις και το αντίτιμο σε μετρητά και τα ποσά που κατατέθηκαν με την ένδειξη «deposit» και η ημέρα της κατάθεσης. Όπως φαίνεται στην εν λόγω κατάσταση, πολλά από τα μετρητά δεν κατατέθηκαν στον λογαριασμό της εταιρείας, παρά το γεγονός ότι εισπράχθηκαν και τα εμπορεύματα παραδόθηκαν στον πελάτη. Το έλλειμμα στο ταμείο, κατά την 01.11.2019, ήταν €40.337,23. Την 01.11.2019 επισκέφθηκε το κατάστημα στην Πάφο με τον Ι.Λ. και ενημέρωσε την Κατηγορούμενη ότι είχε εντοπιστεί το έλλειμμα αυτό. Αφού την ενημέρωσε, της ζήτησε να της παραδώσει τα μετρητά της εταιρείας που είχε στην κατοχή της, και θα έπρεπε να ανέρχονται σε €40.337,23. Κατά την ίδια, η Κατηγορούμενη της είπε πως δεν έχει μαζί της τα χρήματα, αλλά θα τα έφερνε εντός των επόμενων ημερών, πράγμα που εκείνη δέχθηκε, λόγω εμπιστοσύνης. Παρά ταύτα, δεν προέβη σε καταθέσεις και το έλλειμμα αυξήθηκε στο ποσό των €42.538,73 για τις ημερομηνίας 01.11.2019 με 03.11.2019. Μεταξύ της 04.11.2019 και της 14.11.2019, η Κατηγορούμενη κατέθεσε στον λογαριασμό της εταιρείας διάφορα ποσά που συμποσούνται σε €10.200 και αποτελούσαν μέρος του ελλείμματος, ώστε να μειωθεί στις €32.338,73. Ακολούθως, την 15.11.2019 επισκέφθηκε εκ νέου το κατάστημα της Πάφου και ζήτησε από την Κατηγορούμενη το υπόλοιπο ποσό. Μετά από συζήτηση, παραδέχθηκε πως είχε αδυναμία να το επιστρέψει και ανέφερε διάφορες δικαιολογίες, πως €7.000 έδωσε στον αδελφό της για εξόφληση δικού της χρέους, ενώ δεσμεύτηκε να επιστρέψει το έλλειμμα, το συντομότερο δυνατόν. Μέχρι την 20.11.2019 δεν κατέθεσε οτιδήποτε. Την 21.11.2019 αναγκάστηκε και πάλι να επισκεφθεί το κατάστημα της Πάφου. Η Κατηγορούμενη την παρακάλεσε να της δώσει παράταση, έχοντας παραδεχθεί ότι έλαβε τα χρήματα. Η ΜΚ2 μίλησε με δικηγόρο, που της ετοίμασε επιστολή για να υπογράψει η Κατηγορούμενη ότι παραδέχεται το χρέος, επομένως την 21.11.2019 μετέβησαν στο κατάστημα της Πάφου με τον Ι.Λ., για τέτοια υπογραφή. Μίλησαν ιδιαιτέρως στην αποθήκη, όπου έβρισκε διάφορες δικαιολογίες, ότι χρειάζονταν χρόνο. Δέχθηκε να της δώσει χρόνο, αφού υπογράψει τη σχετική επιστολή, πράγμα που αποδέχθηκε. Τότε φώναξε τον Ι.Λ., που κατείχε την επιστολή και στην παρουσία του, αλλάχθηκε η ημερομηνία από 05.12.2019 σε 01.01.2020. Μετά τη συνάντηση, τηλεφώνησε η μητέρα της Κατηγορούμενης, που παρακάλεσε να μην καταγγείλει την Κατηγορούμενη στην Αστυνομία. Την 07.12.2019, τηλεφώνησε ο αδελφός της Κατηγορούμενης, ο οποίος είχε πληροφορηθεί για τις ενέργειές της, και αρνήθηκε ότι έλαβε χρήματα από την Κατηγορούμενη ή οποιαδήποτε δική του εμπλοκή. Την 11.12.2019 ετοιμάστηκε επιστολή απόλυσης της Κατηγορούμενης, ωστόσο η Κατηγορούμενη είχε ήδη εγκαταλείψει την εργασία της. Η ΜΚ2 είχε αναφέρει στην Αστυνομία πως τα Z και τα αποκόμματα των πιστωτικών καρτών για τα χρήματα που κατά τη μάρτυρα καταχράστηκε η Κατηγορούμενη, ήταν ακόμα στην κατοχή της. Η ΜΚ2 κατέθεσε το Τ5, ως την κατάσταση που είχε δοθεί στην Αστυνομία, το Τ6 ως συνοπτική κατάσταση, πιστοποιητικό αξιωματούχων της εταιρείας (Τ7) και την επιστολή ημερομηνίας 11.12.2019 προς τερματισμό της εργασίας της Κατηγορούμενης (Τ8). Κατέθεσε, επίσης, την επιστολή που, σύμφωνα με τη μαρτυρία της, είχε υπογράψει η Κατηγορούμενη, αποδεχόμενη το χρέος (Τ9).

 

16.     Κατά την αντεξέτασής η ΜΚ2, δέχθηκε, μεταξύ άλλων, πως και η Κατηγορούμενη είχε επιδώσει, δια του δικηγόρου της, επιστολή ημερομηνίας 11.12.2019, δια της οποίας υπέβαλε την παραίτησή της (Τ10). Οι λόγοι που ισχυρίστηκε, δεν ήταν αποδεκτοί. Δεν γνωρίζει, όπως είπε, για κάποια καταγγελία της Κατηγορούμενης στην Αστυνομία, μετά που εξασφαλίσατε το Τ9, είχε μεταβεί στην Αστυνομία και σας κατάγγειλε; Η Κατηγορούμενη, κατά τις μεταξύ τους συναντήσεις, στην τελευταία τους συνάντηση, της ζήτησε να μην πληρωθεί, για να αρχίσει να πληρώνεται το υπόλοιπο, μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε υπόψη της ότι θα παραιτείτο (Τ11). Δεν ενεργοποιήθηκε κάποια ασφάλεια μετά το συμβάν. Το Τ5, όπως ανέφερε, ετοιμάστηκε από τον τότε υπεύθυνο του λογιστηρίου. Το πρόβλημα εντοπίστηκε περί το τέλος Σεπτεμβρίου, το μεγάλο πρόβλημα, αφού φάνηκε ότι υπήρχαν αυτά τα κενά, έγινε ένας λεπτομερής έλεγχος, αναλυτικός και έγινε και αυτός ο κατάλογος, του Τ5. Το πρόβλημα ήταν η μεγάλη καθυστέρηση στις καταθέσεις από το κατάστημα της Πάφου. Όταν άρχισε να παρουσιάζεται το πρόβλημα με τις καθυστερήσεις, αρχικά επικοινωνούσαν συχνά, να επισπεύσει τις καταθέσεις, κατέθεσε αρχές Οκτωβρίου κάποια ποσά και άρχισε πάλι η καθυστέρηση από τις 07.10.2019 μέχρι τις 27.10.2019, που δεν κατέθεσε οτιδήποτε και επανήλθαν να το συζητήσουμε, έκανε δύο καταθέσεις, και πάλι δεν κατέθετε, και ούτω καθεξής. Το πρόβλημα είχε εντοπιστεί με τη βοήθεια του λογιστηρίου, ο Ι.Λ. ήταν ο υπεύθυνος, οικονομικός διευθυντής.  Η ίδια, ως επιχειρηματίας, που έχει να διαχειριστεί τόσα καταστήματα, άτομα, προσωπικό, εταιρείες παγκοσμίως, δεν μπαίνει στη διαδικασία να ελέγχει προσωπικά τέτοια θέματα, είναι ελεγμένα και καταχωρισμένα επί καθημερινής βάσης στο σύστημα, δεν μετρά η ίδια λεφτά καθημερινά στο ταμείο. Έγινε από λογιστή, παραπέμποντας στη μαρτυρία του ιδίου. Ερωτήθηκε για το Τ5, ποια είναι τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ορθότητα του κι αν δόθηκαν στοιχεία στην Αστυνομία για τα γεγονότα πίσω από τους αριθμούς. Ανέφερε πως δεν ζητήθηκε, ότι είναι ήδη στο σύστημα, στους ελεγκτές, είναι ελεγμένα τα βιβλία και μπορεί να τα βρει κάποιος καταχωρισμένα. Η ίδια δεν είχε κάτι αρχικά στην κατοχή της. Σε ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν επί του Τ5, απάντησε πως μπορεί να εξηγήσει με βάση ό,τι βλέπει, αλλά δεν κατήρτισα εκείνη την κατάσταση, παραπέμποντας κατ’ επανάληψη στη μαρτυρία του λογιστή. Δεν θυμάται ακριβώς πότε έγινε το πάρτι στη Λεμεσό, χωρίς να αρνείται πως έγινε την 30.10.2019, ωστόσο δεν παρέδωσε φακέλους με μετρητά, ούτε παρέδιδε γενικά φακέλους με μετρητά από τότε που είχαν δοθεί οδηγίες να καταθέτει. Η ίδια ανέφερε πως δεν μπορεί να κάνει λεπτομερή ανάλυση του περιεχομένου του Τ5 και δεν ήρθε για να κατηγορήσει την Κατηγορούμενη ότι υπεξαιρούσε λεφτά από τις πωλήσεις, αλλά είδε το έλλειμμα και το λογιστήριο είναι «άψογο», και μιλούν ξεκάθαρα οι αριθμοί. Σε κατοπινό στάδιο, ο λογιστής και οικονομικής διευθυντής, Ι.Λ., έφυγε από την εταιρεία, εφόσον άνοιξε το δικό του γραφείο. Κατατέθηκε και το Τ12, επίσης κατάσταση λογαριασμού, ενώ εκκρεμεί και αγωγή, με την οποία αξιώνεται ποσό χρημάτων, στην ίδια βάση. Ερωτήθηκε γιατί στα διάφορα έγγραφα αναφέρονται διαφορετικά ποσά. Η ΜΚ2 αναφέρθηκε και σε «εικονικό λογαριασμό» που δημιούργησε η Κατηγορούμενη στο όνομα της μητέρας της, για την εξαργύρωση βαθμών επιβράβευσης με αντίστοιχο εμπόρευμα, χαρακτηρίζοντάς το ως «κομπίνα», από την οποία εισέπραξε €802. Έπειτα, τα €100 ή €150 διαφορά που παρουσιάζουν τα έγγραφα δεν μπορεί να τα βρω χωρίς χρόνο, είναι εξάλλου θέμα λογιστηρίου. Τα €802 τα οικειοποιήθηκε σε εμπόρευμα, χωρίς όμως να γνωρίζει σε ποιο εμπόρευμα ακριβώς. Κατατέθηκε το Τ13, ογκώδης κατάσταση. Έγινε αναφορά σε αγορές πελατών που η Κατηγορούμενη επέλεξε να τα καταχωρίζει σε όνομα που ήταν στη μητέρα της και μέσα από αυτές τις αγορές εξαργύρωσε. Η ίδια, όπως ανέφερε, δεν έδωσε οδηγίες να δημιουργήσει λογαριασμό στο όνομα της μητέρας της. Δεν γνωρίζει εάν στο Τ13 φαίνεται ο κωδικός για το ποιος υπάλληλος έκανε χρήση για να γίνει η πίστωση με βάση τους βαθμούς της bonus card, καθότι χρειάζεται χρόνος, για εντοπισμό στοιχείων. Δεν γνωρίζει προσωπικά τι συνέβαινε ακριβώς, αλλά γνωρίζει ότι εξαργύρωνε η Κατηγορούμενη. Δεν ελέγχει όμως επί καθημερινής βάσης ποια άτομα ήταν με προνόμια εξαργύρωσης, ούτε εντοπίστηκε σχετικό πρόβλημα το 2017 ή το 2018. Κάποια στιγμή, σταμάτησαν με αυτό το σύστημα, χωρίς να θυμάται περισσότερες λεπτομέρειες. Η ΜΚ2 ερωτήθηκε, εφόσον η ίδια ικανοποιήθηκε με την υπογραφή του Τ9, και δόθηκε ο χρόνος αποπληρωμής μέχρι την 01.01.2020, γιατί μετέβη στην Αστυνομία για καταγγελία νωρίτερα, την 13.12.2019. Η ΜΚ2 απάντησε πως επειδή την 11.12.2019, όταν πήγε ο υιός της στο κατάστημα, δεν ήταν η Κατηγορούμενη, έχοντας αντιληφθεί πως έφυγε και δεν θα ερχόταν, θεώρησε πως έπρεπε να προβεί σε καταγγελία στην Αστυνομία. Η ίδια δεν είχε ενημέρωση για κάποια παραίτησή της, όταν έκανε την καταγγελία. Δεν μπορεί να θυμάται όλες τις λεπτομέρειες λόγω και της παρόδου των χρόνων. Προηγήθηκαν, όπως είπε, συναντήσεις, τηλεφωνικές επικοινωνίες, επομένως ήταν οφθαλμοφανές ότι προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο και φαινόταν ότι θα αποχωρούσε, πιστεύοντας ότι δεν θα είχαν χρόνο να αντιμετωπίσουν το έλλειμμα. Θεωρεί «αστείο» τον ισχυρισμό της Υπεράσπισης ότι η ίδια ασκούσε εξαντλητική πίεση στην Κατηγορούμενη, για να υπογράψει το Τ9, με τη βοήθεια του Ι.Λ. Ήθελε όμως να πάρει την υπογραφή της, για να μπορέσει να διεκδικήσει τα χρήματα, όχι να εξαναγκάσει. Η ΜΚ2, χρησιμοποιώντας τη διακοπή στην αντεξέτασή της, έλαβε στην κατοχή της ογκώδη παραστατικά, που κατά τη θέση της εξηγούσαν τους αριθμούς στο Τ5, τα οποία δεν είχαν δοθεί στην Αστυνομία ή στην πλευρά της Υπεράσπισης, και δεν επιτράπηκε η κατάθεσή τους, εφόσον το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να μπει στον ρόλο του ερευνητή. Κατά τη θέση της, όλες οι καταθέσεις γίνονται από την Κατηγορούμενη και δεν είχε εμπλοκή άλλο πρόσωπο. Και πριν το 2019 ήταν υπεύθυνη η Κατηγορούμενη, αλλά έρχονταν άτομα από την εταιρεία και παραλάμβαναν τα ταμεία. Το πρόβλημα άρχισα από τις αρχές του Ιανουαρίου το 2019, και η ίδια επενέβη όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο.

 

ΜΚ3 (Αστ.3731 Η. Μιχαήλ)

 

17.     Ο ΜΚ3, εξεταστής της υπόθεσης, αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεσή του (Τ14) στην οποία αναφέρει πως την 17.12.2019, μεταξύ των ωρών 11:05 – 11:25, με τη βοήθεια της Λοχ.72, έγινε έρευνα στην οικία της Κατηγορούμενης, χωρίς να εντοπιστεί οτιδήποτε. Αναγνώρισε και την κατάθεση που έλαβε από την Κατηγορούμενη την 10.12.2019 ώρα 21:45 (Τ15), με την οποία η Κατηγορούμενη είχε αναφέρει πως την 26.11.2019 κατά τις 12:00, είχε έρθει στο κατάστημα η ΜΚ2, ιδιοκτήτρια, κρατώντας ένα χαρτί, και της είπε να πάνε στην αποθήκη του καταστήματος μαζί. Αφού πήγαν στην αποθήκη, της είπε ότι έλειπαν €33.000 και της καταλόγισε την ευθύνη, λέγοντάς της να υπογράψει το χαρτί. Η ίδια της είπε ότι δεν έκλεψε οτιδήποτε και εκείνη άρχισε να φωνάζει. Επειδή ντράπηκε, που φώναζε και άκουγαν, και επειδή βιάζονταν να πάρει το μωρό από το σχολείο, υπέγραψε για να ηρεμίσει και να μπορεί να φύγει γιατί είχε αργήσει. Δεν θυμάται τι έγραφε το χαρτί, ίσως ότι κατά καιρούς έκανε κατάχρηση χρημάτων συνολικού ύψους €33.000. Μόλις υπέγραψε το χαρτί, η ΜΚ2 άρχισε να τη φιλά και να της λέει ευχαριστώ, πήρε μαζί της το χαρτί χωρίς να της δώσει αντίγραφο. Η ίδια θεωρεί ότι δεν έκλεψε οτιδήποτε και ότι δεν χρωστά τέτοιο ποσό. Κατατέθηκε από τον ΜΚ3 το ένταλμα έρευνας (Τ16), η ανακριτική κατάθεση της Κατηγορούμενης ημερομηνίας 16.12.2019 (Τ17), στην οποία η Κατηγορούμενη τήρησε το δικαίωμα της σιωπής, αίτηση και διάταγμα αποκάλυψης που είχε εξασφαλιστεί σε τραπεζικούς λογαριασμούς της Κατηγορούμενης (Τ18). Από τα αποτελέσματα, όπως ανέφερε, δεν προέκυψε κάτι για περαιτέρω διερεύνηση. Ο ΜΚ3 αναγνώρισε πως ο ίδιος έλαβε και την κατάθεση της ΜΚ1 (Τ1).

 

18.     Κατά την αντεξέτασή του, σε σχέση με την κατάθεση της ΜΚ1, Τ1, ανέφερε πως δεν υπάρχει περίπτωση να του είπε άλλα πράγματα η ΜΚ1 και να μην τα κατέγραψε. Δεν ήταν ακριβώς καταγγελία αυτή που έκανε η Κατηγορούμενη, με το Τ15, ήταν αναφορά. Η καταγγελία από την ΜΚ2 είχε γίνει την 13.12.2019, ενώ η αναφορά του Τ15 είχε γίνει τη 10.12.2019. Όταν έλαβε τη σχετική αναφορά, ενημερώθηκαν το πρωί οι συνάδελφοι του, που έκαναν προσπάθεια να φέρουν την ΜΚ2 για κατάθεση, επειδή είναι από Λεμεσό, έκλεισαν ραντεβού και ήρθε. Μετά που η Κατηγορούμενη έδωσε κατάθεση με το Τ15, η Αστυνομία επικοινώνησε με την ΜΚ2 και έκλεισαν ραντεβού και ήρθε και έδωσε κατάθεση. Ερωτήθηκε, ως έμπειρος εξεταστής, εφόσον εξέταζαν μια υπόθεση οικονομικής φύσης, εάν ζήτησες να του προσκομίσουν κάποια στοιχεία για τις πωλήσεις του καταστήματος στην Πάφο, για τις καταθέσεις, εάν έψαξε να βρει τέτοια στοιχεία. Ανέφερε πως τα ζήτησαν από τον λογιστή ή γενικό ελεγκτή της εταιρείας και ό,τι τους έδωσαν, το Τ5, το παρέλαβαν. Έπειτα, εξήγησε στην κατάθεσή του ο λογιστής ποια διαδικασία ακολουθείται για τις καταθέσεις, και έδειξε ότι υπήρχε συγκεκριμένο ποσό που υπήρχε έλλειμμα. Ό,τι έχει στα χέρια της η Αστυνομία και το στοιχείο με βάση κινήθηκε και η δίωξη είναι το Τ5, που κατά τον ΜΚ3 αποδεικνύει την υπόθεση, σε συνδυασμό με την κατάθεση του συγκεκριμένου προσώπου. Ό,τι ζητήθηκε τα έφεραν, είπε. Δεν παρουσίασαν στοιχεία για τις πωλήσεις, πλην αυτά που οι ίδιοι κατέγραψαν. Με αναφορά στο Τ5, ο κύριος Αλεξάνδρου, επιμένοντας, είπε στον μάρτυρα «μπορώ να σου ετοιμάσω σε πέντε λεπτά δέκα κόλες», σαν το Τ5, ερωτώντας για την πηγή από την οποία εξασφαλίστηκαν οι αριθμοί. Η απάντηση του ΜΚ3 ήταν ότι είναι επίσημα έγγραφα που έφερε η εταιρεία.

 

ΜΚ4 (Μ.Α.)

 

19.     Η ΜΚ4, υπάλληλος του καταστήματος κατά τον ουσιώδη χρόνο, αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσής της στην Αστυνομία, ημερομηνίας 17.12.2019 (Τ19), στην οποία ανέφερε πως την 21.11.2019, ενώ εργάζονταν, πήγε στο κατάστημα η ΜΚ2 με τον οικονομικό διευθυντή Ι.Λ., για επίσκεψη. Αφού χαιρετήθηκαν, ρώτησε την Κατηγορούμενη εάν θα πήγαιναν πάνω στην καφετέρια να μιλήσουν. Η Κατηγορούμενη της είπε καλύτερα να πήγαιναν στην αποθήκη, να μιλήσουν ιδιαιτέρως, κάτι που η ΜΚ2 αποδέχθηκε. Αφού πέρασαν περίπου 20 λεπτά, η ΜΚ2 φώναξε τον Ι.Λ. να πάει στην αποθήκη με κάτι έγγραφα. Δεν ξέρει τι συζήτησαν εκεί ή τι έγγραφα είχε. Αφού τελείωσαν τους χαιρέτισε και έφυγε, με καλό τρόπο. Η ίδια δεν διαπίστωσε οτιδήποτε σχετικά με την καταγγελία εναντίον της Κατηγορούμενης, δεν μπορεί να γνωρίζει εάν έπαιρνε λεφτά, εφόσον ευθύνη για τις καταθέσεις των εισπράξεων είχε η Κατηγορούμενη.

 

20.     Κατά την αντεξέτασή της, ανέφερε πως απουσίαζε για κάποιο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό, λόγω προβλημάτων υγείας της μητέρας της, επέστρεψε τον Αύγουστο του 2019. Πριν τον Covid-19, υπήρχε το σύστημα bonus card. Έπαιρναν κάποιους πόντους, όταν γίνονταν αγορά, έβαζαν πόντους σε κάθε πελάτη, εάν είχε κάρτα. Η ίδια δεν έκανε εξαργυρώσεις.   Είχαν βάλει πόντους σε κάποια άτομα, όταν δεν είχαν δική τους κάρτα, γιατί έπρεπε οι πόντοι να μπουν κάπου. Δεν ξέρει για όλους τους άλλους, αλλά και η ίδια το έκανε, τους είπαν όταν δεν υπήρχε κάρτα, να βάζουν τους πόντους σε άλλο τηλέφωνο, γιατί έμπαιναν με χρήση τηλεφωνικού αριθμού. Δεν θυμάται πόσες φορές συνέβη αυτό, λόγω του χρόνου που παρήλθε. Θυμάται για ένα πάρτι που έγινε στη Λεμεσό, αλλά δεν θυμάται ακριβή ημερομηνία. Κάθε χρόνο, όπως είπε, κάνει η εταιρεία ένα πάρτι, ήταν της ιδιοκτήτριας και πήραν και τούρτα, είχε οδηγήσει η ίδια. Δεν γνωρίζει για οποιοδήποτε περιστατικό με παράδοση φακέλων στον Ι.Λ., η ίδια, όπως είπε, πήγε να διασκεδάσει. Το ταμείο το έκλεινε κάθε βράδυ όποιος δουλεύει, συνήθως δύο κοπέλες, μια από τις δύο, και η ΜΚ1, η ίδια ήταν η πιο καινούργια, επομένως το έκανε λιγότερες φορές, πάντα δύο κοπέλες μαζί το έκλειναν, για να μην γίνονται λάθη. Τον Ι.Λ. τον είχε δει για πρώτη φορά όταν ήρθε με την ΜΚ2 ή στο πάρτι, δεν έρχονταν στο κατάστημα για άλλο λόγο. Κάποια στιγμή είχαν μείνει χωρίς υπεύθυνο, αλλά δεν μπορούσε να πει για τις καταθέσεις γιατί δεν ασχολείται, η δουλειά της ήταν να πουλά, ενώ μπορεί να μπερδεύει διάφορα με ό,τι ισχύει σήμερα. Δεν γνωρίζει τη λεπτομέρεια των γεγονότων της επίσκεψης στο κατάστημα της ΜΚ2 με τον Ι.Λ., θυμάται απλώς πως ήταν τρία άτομα, άνοιξε το κατάστημα, υπήρχε μουσική, κόσμος έμπαινε – έβγαινε, κάποια στιγμή πήγε ο Ι.Λ. στην ΜΚ2, ποιος του φώναξε και τι έγινε ακριβώς δεν θυμάται. Δεν γνωρίζει ούτε τι ειπώθηκε, συνήθως, όταν μεταβαίνει στο κατάστημα στην Πάφο η ΜΚ2 τους βλέπει, θέλει να μιλήσει με την υπεύθυνη του καταστήματος, για το πώς πάνε οι δουλειές, αλλά δεν ξέρει τι λένε, και τώρα γίνεται. Δεν πρόσεξε οτιδήποτε σχετικό με την Κατηγορούμενη, κοιτάζει μόνο τη δουλειά της.  Όλοι ψωνίζουν από το κατάστημα, υπάρχει «credit cash», που δικαιούνται έκπτωση, και λαμβάνουν τα χρήματα από τον μισθό. Ερωτώμενη εάν αντιλήφθηκε, σε οποιαδήποτε περίπτωση, να είχε επωφεληθεί οτιδήποτε η Κατηγορούμενη από αυτή τη bonus card στο όνομα της μητέρας της, για τον εαυτό της, απάντησε πως η ίδια δεν έχει δει κάτι τέτοιο, δεν γνωρίζει, διότι αυτά τα πράγματα είναι στο «credit cash», δεν ήξερε και τότε ακριβώς πώς λειτουργούσε το σύστημα, όταν επέστρεψε τον Αύγουστο, η Κατηγορούμενη πήγε διακοπές, μετά έγιναν τα γεγονότα. Θυμάται πως μετά που έφυγε η Κατηγορούμενη, είχε γίνει καταμέτρηση, βοήθησε και η ίδια, που ήταν στα κοσμήματα. Υπήρχαν κάποια κενά, κάποια πράγματα στο στοκ λάθος, κάποιες ελλείψεις, όπως συμβαίνουν και τώρα στο κατάστημα, όπως είπε. Υπήρχαν όμως και κάποια άλλα πράγματα που έλειπαν, δεν ξέρει πότε έγινε καταμέτρηση εκεί, υπήρχαν κενά, κάποιες διαφορές με το στοκ. Μπορεί να είναι λάθη ή ελλείψεις. Στην ουσία οι ποσότητες είναι πιο λίγες γιατί είναι «brand», υπήρχαν στιγμές που έλειπαν, όπου μέτρησε, και κάποιες που ήταν πλην στο σύστημα, στη μέτρηση τη δική της, στα ρούχα ή στα άλλα αντικείμενα δεν γνωρίζει. Δεν γνωρίζει εάν είχε γίνει ξανά ή άλλη καταμέτρηση.

 

ΜΚ5 (Ι.Λ.)

 

21.     Ο ΜΚ5 αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεσή του στην Αστυνομία ημερομηνίας 17.12.2019 (Τ20), στην οποία ανέφερε πως, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν ο οικονομικός διευθυντής της εταιρείας. Υπεύθυνη του καταστήματος στην Πάφο ήταν η Κατηγορούμενη, με ευθύνη να ελέγχει τις πωλήσεις, κατά πόσον οι εισπράξεις της ημέρας συμφωνούν με τις πωλήσεις. Μέχρι τις αρχές του 2019, εξουσιοδοτημένο άτομο της εταιρείας επισκέπτονταν το κατάστημα μία φορά την εβδομάδα και λάμβανε τα χρήματα για λογαριασμό της εταιρείας και τα παρέδιδε στο λογιστήριο ή κατέθετε σε τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας. Από τις αρχές του 2019, ανατέθηκε στην Κατηγορούμενη να κάνει τις καταθέσεις των μετρητών του ταμείου με οδηγίες να προβαίνει σε κατάθεση σε συγκεκριμένο λογαριασμό μία φορά την εβδομάδα. Την 01.11.2019, σε έλεγχο, διαπίστωσε ότι υπήρχε καθυστέρηση περίπου ενάμισι μήνα στην κατάθεση που έπρεπε να κάνει και ότι υπήρχε έλλειμμα €40.337,23. Αμέσως, την ίδια ημέρα, επισκέφθηκαν το κατάστημα στην Πάφο μαζί με την ΜΚ2, όπου ενημερώθηκε η Κατηγορούμενη για το έλλειμμα. Στην παρουσία τους, δέχθηκε πως έλαβε το ποσό αυτό από το ταμείο και πρόβαλε διάφορους ισχυρισμούς. Ακολούθως, υποσχέθηκε να επιστρέψει τα χρήματα και ζήτησε παράταση χρόνου. Την 04.11.2019 προέβη σε περαιτέρω έλεγχο και διαπίστωσε πως η Κατηγορούμενη παρέλειψε να προβεί σε καταθέσεις και το έλλειμμα είχε αυξηθεί σε €42.538,73. Της έκανε τηλεφωνική ενημέρωση για την αύξηση του ελλείμματος και η ίδια υποσχέθηκε ότι θα έκανε καταθέσεις. Μετά από κάποιες ημέρες, διαπίστωσε ότι μεταξύ των ημερομηνιών 04.11.2019 με 14.11.2019, πράγματι έγιναν καταθέσεις από την Κατηγορούμενη ύψους €10.200, μειώνοντας το έλλειμμα σε €32.338,73. Την 15.11.2019 επισκέφθηκαν ξανά μαζί με την ΜΚ2 την Κατηγορούμενη γιατί αδυνατούσε να επιστρέψει τα υπόλοιπα, προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες, ότι έδωσε χρήματα στον αδελφό της για χρέος της. Αποχώρησαν και μέχρι την 20.11.2019, από έλεγχο, διαπίστωσε πως η Κατηγορούμενη δεν έκανε άλλη κατάθεση. Την 21.11.2019 επισκέφθηκαν και πάλι το κατάστημα στην Πάφο, όπου παρούσες στο κατάστημα ήταν και άλλες υπάλληλοι. Η Κατηγορούμενη ζήτησε να μιλήσει ιδιαιτέρως με την ΜΚ2 στην αποθήκη. Δεν γνωρίζει τι λέχθηκε. Μετά από 15 λεπτά περίπου, η ΜΚ2 του φώναξε να μπει μέσα, να δώσει στην Κατηγορούμενη να υπογράψει έγγραφο που ετοιμάστηκε από τον δικηγόρο της εταιρείας και αναφέρονταν στην αποδοχή της για το έλλειμμα. Στην παρουσία του, η Κατηγορούμενη ζήτησε να κάνει αλλαγές στις ημερομηνίες, για να μπορεί να επιστρέψει το ποσό. Υπέγραψε και την αλλαγή της ημερομηνίας από 05.12.2019 σε 01.01.2020. Στην αναλυτική κατάσταση που παραδόθηκε την 13.12.2019, φαίνονται οι πωλήσεις διαχωρισμένες σε πωλήσεις που το αντίτιμο λήφθηκε με πιστωτική κάρτα και που το αντίτιμο λήφθηκε σε μετρητά, καθώς και τα ποσά που κατατέθηκαν στον λογαριασμό της εταιρείας με ένδειξη «deposit» και την ημέρα κατάθεσης. Τα ποσά που είναι με κόκκινα γράμματα είναι τα ποσά που δεν κατατέθηκαν ως ήταν η υποχρέωση της Κατηγορούμενης. Επίσης, κάποιες φορές, όταν έκανε καταθέσεις, δεν κατέθεσε ολόκληρο το ποσό, με αποτέλεσμα να μένει υπόλοιπο. Αυτό το υπόλοιπο, μαζί με τα ποσά με κόκκινο χρώμα, είναι τον συνολικό έλλειμμα. Έγινε έλεγχος μέσω της Τράπεζας και επιβεβαίωσαν ότι δεν κατατέθηκαν τα εν λόγω ποσά. Το ποσό €33.338,73 ακόμα εκκρεμεί και η ΜΚ2 ουδέποτε την πίεσε να υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο, αλλά η Κατηγορούμενη παραδέχθηκε ότι το οικειοποιήθηκε. Ο ΜΚ5 κατέθεσε τα έγγραφα που σχετίζονται με τα προσόντα του (Τ21). Εξήγησε πως όλα τα καταστήματα έχουν ταμειακές μηχανές που στο τέλος της μέρας εκδίδουν συνοπτική κατάσταση πωλήσεων της ημέρας. Η κατάστασή τους, για να συμπληρωθεί, έπρεπε να αφαιρέσουν από το Z report, τις πωλήσεις, τα αντίτιμα που είχαν λάβει με κάρτα/visa και τα αντίτιμα που είχαν λάβει σε μετρητά, και η διαφορά να γίνει κατάθεση στον τραπεζικό λογαριασμό. Η υπεύθυνη καταστήματος έπρεπε κάθε τέλος της μέρας να βάλει σε ένα φάκελο το Z report που έβγαινε από τη μηχανή, το αντίστοιχο Z report της visa και τα μετρητά που υπολείπονταν, για να συμφωνήσει το υπόλοιπο. Το Z report είναι το σύνολο των πωλήσεων της ημέρας. Αν είχαν 10 πωλήσεις των €100 έπρεπε να είναι €1.000. Ερωτήθηκε για το τι έγγραφα ή άλλα μέσα χρησιμοποιήσε προκειμένου να καταρτιστεί το Τ5. Ανέφερε πως οι πωλήσεις είναι από το Z report που υπέγραφε και η υπεύθυνη του καταστήματος. Για τη visa, το Z report βγαίνει από το μηχανάκι της visa, και οι καταθέσεις από την απόδειξη της τράπεζας. Πώς βγαίνει η απόδειξη του Z report από το μηχανάκι της visa, στο τέλος της ημέρας, όλα τα καταστήματα το βγάζουν. Υπάρχουν δύο επιλογές, είτε αυτόματα είτε χειροκίνητα, μετά την εργασία. Είχε στην κατοχή του ογκώδη παραστατικά στα οποία βασίστηκε για την κατάρτιση του Τ5, που, σύμφωνα με τη θέση του, εφόσον γίνει έλεγχος, θα υπάρχει ανταπόκριση στα δεδομένα που υπάρχουν στο Τ5. Δεν επιτράπηκε η κατάθεσή τους, εφόσον δεν δόθηκαν στην Αστυνομία ή έγκαιρα στην Υπεράσπιση και το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να μπει στον ρόλο του ερευνητή. Ο ΜΚ5 εξήγησε τον τρόπο λειτουργίας του Τ5, αναφέροντας ενδεικτικά παραδείγματα και καταθέτοντας ενδεικτικά παραστατικά, όπως το Τ22.

 

22.     Κατά την αντεξέτασή του, ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως ξεκίνησε να εργάζεται στην εταιρεία την 21.10.2019. Δεν είχε αντικαταστήσει άλλο άτομο. Ανέλαβε την 21.10.2019, και η διευθύντρια του έδωσε την εντολή να διερευνήσει οτιδήποτε αφορούσε το κατάστημα της Πάφου. Είχε ανησυχίες για το θέμα λόγω των καθυστερημένων καταθέσεων, και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ξεκινήσει τη διαδικασία του Τ5. Στην αρχή της πρόσληψής του, του ανατέθηκε ουσιαστικά η εξέταση των καταθέσεων που αφορούσαν το κατάστημα της Πάφου. Έφυγε ένα χρόνο μετά, τον Νοέμβριο του 2020, για να ασχοληθεί με το επάγγελμά του ως λογιστής/ελεγκτής. Όταν η ΜΚ2 μετέβη στην Αστυνομία για κατάθεση, την είχε συνοδεύσει. Δεν θυμόταν ακριβείς ημερομηνίες. Είχε οδηγήσει εκείνος, αλλά δεν θυμάται και όλες τις ενέργειές του. Είπε πως δεν του ανέφερε οποιοσδήποτε οτιδήποτε σε σχέση με παράπονο της Κατηγορούμενης ότι της ασκήθηκε πίεση για την υπογραφή του Τ9. Όπως είπε, δεν ασχολείται με κουτσομπολιά, μόνο με τα αφτιά του, και δεν άκουσε. Όταν ήταν στο κατάστημα, δεν άκουσε κάποια φωνή, ήταν δύο μέτρα από την αποθήκη, το ίδιο και οι δύο άλλοι υπάλληλοι του καταστήματος. Ερωτήθηκε για την 13.12.2019, τι του είπε η ΜΚ2 και ξεκίνησαν για την Πάφο, εάν του είπε ότι την ειδοποίησε η Αστυνομία. Ανέφερε πως του είπε πως πρέπει να πάμε στο κατάστημα της Πάφου, για να δουν τι θα γίνει, μετά το κατάστημα, πήγαν και στην Αστυνομία. Στη συνέχεια είπε πως δεν θυμάται.  Ερωτήθηκε, ο ΜΚ5, γιατί ξεκίνησε το Τ5 από την 01.08.2019 και όχι λόγου χάριν από την 01.06.2019. Ανέφερε πως πήγε 2-3 μήνες πίσω, για να δει, από μόνος του, μέχρι πού είχαν γίνει καταθέσεις. Δεν θυμάται ημερολογιακά πότε την ολοκλήρωση, χρειάστηκαν όμως δύο με τρεις ημέρες, καθότι δεν ήταν δύσκολη δουλειά. Τα έγγραφα με βάση τα οποία ετοίμασε το Τ5 του τα έδωσε το λογιστήριο, κατονομάζοντας το πρόσωπο. Ερωτήθηκε, εάν του δόθηκε μόνο μέρος των εγγράφων, κατά πόσο πάσχει το Τ5, ωστόσο δεν θεωρεί ότι πρέπει να αμφισβητήσει κάποιον. Ερωτήθηκε, τα έγγραφα και τις καταθέσεις, όταν πήγαν στην Αστυνομία, γιατί δεν τα παρέδωσε στην Αστυνομία και απάντησε πως δεν γνωρίζει. Επί συγκεκριμένων αποδείξεων που του υποδείχθηκαν (Τ23-Τ30), δυσκολεύτηκε να διαφωτίσει για το εάν και πώς και πού εντοπίζονται στο Τ5. Χειρόγραφες σημειώσεις σε ορισμένα από τα έγγραφα τέθηκαν ενδεχομένως από άτομο του λογιστηρίου σε χρόνο που δεν γνωρίζει. Ορισμένες διαφορές που εντοπίστηκαν στους αριθμούς (π.χ. διαφορά €100 - €200) δεν θυμάται πώς προέκυψαν. Ερωτήθηκε για το πού φαίνεται το έλλειμμα €40.337,23 την 01.11.2024 που είχε αναφέρει στην κατάθεσή του, στο Τ5, ανέφερε ότι δεν φαίνεται στο Τ5 ή στα τεκμήρια. Υπήρξε δυσκολία να γίνουν υπολογισμοί. Η αντεξέταση διακόπηκε και συνεχίστηκε άλλη ημέρα, για να δοθεί χρόνος για υπολογισμούς. Κατά τη συνέχιση της αντεξέτασης, ο ΜΚ5 ανέφερε στο Δικαστήριο πως θέλει να απαλλαγεί από αυτή τη διαδικασία, μετέπειτα απαντώντας στις πλείστες ερωτήσεις πως δεν έχει να προσθέσει οτιδήποτε άλλο ή ότι δεν γνωρίζει ή ότι δεν θυμάται ή ότι έχει απαντήσει, αποφεύγοντας έτσι την αντεξέταση.

 

Εξέταση

 

23.     Σύμφωνα με το άρθρο 255 ΠΚ:

 

«(1) Όποιος κλέβει, χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη, που γίνεται με δόλιο τρόπο και χωρίς αξίωση δικαιώματος με καλή πίστη, αποκτά κατοχή και αποκομίζει οτιδήποτε που μπορεί να καταστεί αντικείμενο κλοπής με σκοπό, κατά το χρόνο της απόκτησης, να αποστερήσει τον ιδιοκτήτη μόνιμα από αυτό:

 

Νοείται ότι πρόσωπο δύναται να είναι ένοχο κλοπής οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος, ανεξάρτητα του ότι κατέχει αυτό νόμιμα, αν είναι θεματοφύλακας ή συνιδιοκτήτης του, με δόλιο τρόπο σφετερίζεται αυτό για χρήση από τον ίδιο ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο παρά του ιδιοκτήτη.

 

(2) (α) Ο όρος “αποκτά κατοχή” περιλαμβάνει και το να αποκτά κατοχή-

 

(i) με τέχνασμα

(ii) με εκφοβισμό

(iii) με συνέπεια πλάνης του ιδιοκτήτη που είναι σε γνώση του αποκτώντα ότι κατοχή του αποκτώμενου αποκτήθηκε με τέτοιο τρόπο

(iv) με ανεύρεση, εφόσον κατά το χρόνο της ανεύρεσης αυτός που το βρήκε πιστεύει ότι ο ιδιοκτήτης μπορεί να ανακαλυφθεί με εύλογα διαβήματα

(β) ο όρος “αποκομίζει” περιλαμβάνει κάθε μετακίνηση οποιουδήποτε πράγματος από το χώρο τον οποίο αυτό κατέχει, προκειμένου όμως για πράγμα προσαρτημένο, μόνο αν αυτό αποσπάστηκε εντελώς.

 

(γ) ο όρος “ιδιοκτήτης” περιλαμβάνει και τον ιδιοκτήτη μέρους ή αυτόν που έχει κατοχή ή έλεγχο ή ειδική ιδιοκτησία πράγματος το οποίο δύναται να καταστεί αντικείμενο κλοπής.

 

(3) Δύναται να είναι αντικείμενο κλοπής κάθε πράγμα που έχει αξία και που ανήκει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, προκειμένου όμως για πράγμα προσκολλημένο σε ακίνητο μετά το διαχωρισμό του από τέτοιο ακίνητο.»

 

24.     Σύμφωνα με το άρθρο 268 ΠΚ:

 

Αν ο υπαίτιος κλοπής είναι γραμματέας ή υπηρέτης, αυτό που κλάπηκε είναι περιουσία του εργοδότη του ή πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του υπαίτιου για λογαριασμό του εργοδότη του, αυτός υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων.

 

25.     Για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της κλοπής από υπάλληλο, θα πρέπει να αποδειχθούν τα ακόλουθα[3]:

 

(α) η ιδιότητα του γραμματέα ή του υπηρέτη σε σχέση εργασίας·

(β) απόκτηση κατοχής ή αποκόμιση ή ιδιοποίηση πράγματος (υπαλλακτικά)·

(γ) το πράγμα ανήκει σε στον εργοδότη·

(δ) το πράγμα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κλοπής·

(ε) το πράγμα να περιήλθε στην κατοχή του γραμματέα ή υπαλλήλου στο πλαίσιο εκτέλεσης της εργασίας του·

(στ) η απουσία συναίνεσης του ιδιοκτήτη του πράγματος·

(ζ) η απουσία αξίωσης δικαιώματος με καλή πίστη·

(η) η ύπαρξη σκοπού, κατά τον χρόνο της συμπεριφοράς αυτής, ο ιδιοκτήτης του πράγματος (εργοδότης) να στερηθεί το πράγμα αυτό μόνιμα·

(θ) η ύπαρξη δόλου, που καλύπτει όλα τα προαναφερόμενα, δηλαδή ο δράστης να γνωρίζει και να θέλει αυτά.

 

26.     Σύμφωνα με το άρθρο 4(1)(ιιι)(2) ν.188(Ι)/2007:

 

Κάθε πρόσωπο το οποίο ενώ (α) γνωρίζει ή (β) όφειλε να γνωρίζει ότι οποιασδήποτε μορφής περιουσία αποτελεί έσοδο από παράνομες δραστηριότητες, προβαίνει σε οποιασδήποτε από τις πιο κάτω ενέργειες:

(i)     

(ii)    

(iii)    αποκτά, κατέχει ή χρησιμοποιεί τέτοια περιουσία

(iv)   

(v)    

διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση δεκατεσσάρων ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (500000) ή και με τις δύο αυτές ποινές στην περίπτωση (α) πιο πάνω, και με φυλάκιση πέντε ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ (50000) ή και με τις δύο αυτές ποινές στην περίπτωση (β) πιο πάνω.

 

(2) Για σκοπούς του εδαφίου (1):

 

(α) Δεν έχει καμιά σημασία κατά πόσο οι παράνομες δραστηριότητες υπόκεινται ή όχι στη δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων·

 

(β) τα αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δύνανται να διαπραχθούν και από τους δράστες γενεσιουργών αδικημάτων·

 

(γ) η γνώση, πρόθεση ή σκοπός που απαιτούνται ως στοιχεία αδικημάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δύνανται να συναχθούν από αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις·

 

(δ) δεν απαιτείται προηγούμενη ή ταυτόχρονη καταδίκη για γενεσιουργό αδίκημα, από το οποίο προήλθαν έσοδα·

 

(ε) δεν απαιτείται να αποδειχθεί η ταυτότητα του προσώπου που διέπραξε τις παράνομες δραστηριότητες από τις οποίες προήλθαν τα έσοδα·

 

(στ) καταδίκη για τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) αδικήματα είναι δυνατή σε περίπτωση που με βάση αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις στοιχειοθετείται ότι η περιουσία προήλθε από παράνομες δραστηριότητες, χωρίς να απαιτείται η στοιχειοθέτηση όλων των πραγματικών στοιχείων ή όλων των περιστάσεων που σχετίζονται με τις εν λόγω παράνομες δραστηριότητες.

 

27.     Κατά το άρθρο 5, του ιδίου νόμου, «γενεσιουργό αδίκημα» είναι οποιοδήποτε αδίκημα καθορίζεται ως ποινικό αδίκημα από νόμο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ το άρθρο 7 καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού τέτοιων εσόδων, προβλέποντας, μεταξύ άλλων, ότι λογίζονται ως έσοδα του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όλες οι πληρωμές οι οποίες καταβλήθηκαν σ’ αυτόν ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο είτε πριν είτε μετά την έναρξη της ισχύος του εν λόγω νόμου σε σχέση με παράνομες δραστηριότητες ή με αδίκημα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ανεξάρτητα αν αυτό έχει διαπραχθεί από τον ίδιο τον κατηγορούμενο ή από άλλο πρόσωπο˙ τα έσοδα του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι το σύνολο των πληρωμών ή αμοιβών οι οποίες έχουν καταβληθεί σ’ αυτόν ή το προϊόν παράνομων δραστηριοτήτων ή αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή έσοδα όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του νόμου («έσοδο» σημαίνει οποιασδήποτε μορφής περιουσία ή οικονομικό όφελος, που προήλθε άμεσα ή έμμεσα από παράνομες δραστηριότητες και περιλαμβάνει κάθε μεταγενέστερη επανεπένδυση ή μετατροπή άμεσων προϊόντων και κάθε σημαντικό όφελος. Το Δικαστήριο, για να διαπιστώσει κατά πόσο ο κατηγορούμενος αποκόμισε έσοδα από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για να υπολογίσει το ύψος των εσόδων του, δύναται, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση καταδειχθεί το αντίθετο, να υποθέσει ότι οποιαδήποτε περιουσία απέκτησε ο κατηγορούμενος μετά τη διάπραξη της εν λόγω παράνομης δραστηριότητας ή του εν λόγω αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή απέκτησε ή μεταβιβάστηκε σε αυτόν οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών πριν από την έναρξη της ποινικής διαδικασίας εναντίον του αποτελεί έσοδο, πληρωμή ή αμοιβή από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες˙ κάθε δαπάνη του κατηγορουμένου κατά τη διάρκεια της πιο πάνω περιόδου έχει γίνει από τα έσοδα του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή αδίκημα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή πληρωμές ή αμοιβές οι οποίες καταβλήθηκαν σε αυτόν σε σχέση με τη διάπραξη από τον ίδιο παράνομων δραστηριοτήτων ή αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες˙ οποιαδήποτε περιουσία απέκτησε ο κατηγορούμενος σύμφωνα με την παράγραφο (α) την παρέλαβε ελεύθερη από επιβαρύνσεις και συμφέροντα άλλων προσώπων για σκοπούς υπολογισμού της αξίας της. Για τους σκοπούς του εν λόγω εδαφίου, το Δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη τα πραγματικά περιστατικά και τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου του ότι η περιουσία ή/και οι δαπάνες του κατηγορουμένου που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) είναι δυσανάλογα ή/και δεν δικαιολογούνται από τα νόμιμα εισοδήματά του. Οι εν λόγω πρόνοιες του εδαφίου δεν εφαρμόζονται αν αποδειχθεί ότι δεν ισχύουν στην περίπτωση του κατηγορουμένου ή το Δικαστήριο κρίνει ότι θα υπήρχε σοβαρός κίνδυνος αδικίας εις βάρος του κατηγορουμένου αν εφαρμόζονταν.

 

28.     Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος, απαιτείται:

 

(α) γνώση ή οφειλόμενη γνώση·

(β) αντικείμενο αυτής να είναι πως οποιασδήποτε μορφής περιουσία, που πρέπει να υφίσταται κατ’ αυτή την έννοια·

(γ) αποτελεί «έσοδο» με την έννοια του νόμου·

(δ) από παράνομες δραστηριότητες·

(ε) απόκτηση, κατοχή ή χρησιμοποίηση τέτοιας περιουσίας.

 

29.     Η στοιχειοθέτηση του εν λόγω αδικήματος, που διακρίνεται από τη διάπραξη του γενεσιουργού αδικήματος, τελεί, εν προκειμένω, υπό την αίρεση της απόδειξης του γενεσιουργού αδικήματος, δηλαδή της κλοπής από υπάλληλο[4]. Η γνώση μπορεί να προκύπτει από τις περιστάσεις[5].

 

30.     Εξ αρχής, η αναφορά, στη μαρτυρία των ΜΚ2 και ΜΚ5 ήταν σε «καθυστερήσεις» στις καταθέσεις, που τους ανησύχησαν, έπειτα σε σύναψη σύμβασης για την αποπληρωμή αστικού χρέους και σε αδυναμία αποπληρωμής, κατά τρόπο ώστε να εκφεύγει η υπόθεση από την ύπαρξη σκοπού, κατά τον (άγνωστο) χρόνο της φερόμενης συμπεριφοράς απόκτησης κατοχής, ο ιδιοκτήτης του πράγματος (εργοδότης) να στερηθεί το πράγμα αυτό μόνιμα, ή και σε δόλο.

 

31.     Ακόμα, όμως, κι αν θεωρηθεί, με διαφορετική ερμηνευτική προσέγγιση, πως επικαλύπτονται όλα τα συστατικά στοιχεία της κλοπής από υπάλληλο, ή αντίστοιχα του γενεσιουργού αδικήματος, η υφιστάμενη μαρτυρία στερείται πειστικότητας σε βαθμό που εμποδίζει το Δικαστήριο να προχωρήσει. Οι ΜΚ1 και ΜΚ4 δεν γνωρίζουν οτιδήποτε για το έλλειμμα λόγω «καθυστέρησης» σε συγκεκριμένες καταθέσεις, ενώ για απώλειες σχετιζόμενες με το σύστημα «bonus card», δεν φαίνεται να έχει γίνει διερεύνηση από την Αστυνομία ή και να γίνεται αναφορά στο μαρτυρικό υλικό, η δε μαρτυρία για το ποιοι και πώς έκαναν χρήση του συστήματος της χρέωσης βαθμών επιβράβευσης σε άλλους αριθμούς, σε περιπτώσεις αγορών από πελάτες που δεν διέθεταν κάρτες, αποσυνδέεται από το πρόσωπο της Κατηγορούμενης, μεμονωμένα. Υπάρχει διιστάμενη μαρτυρία επί ουσιώδους σημείου, την οποία δεν μπορεί να αντιπαρέλθει το Δικαστήριο σε αυτό το στάδιο, ως προς το κατά πόσον η Κατηγορούμενη ήταν το μοναδικό πρόσωπο που προέβαινε σε καταθέσεις εισπράξεων του καταστήματος της Πάφου. Με βάση τη μαρτυρία, κατά την εξέταση του ΜΚ5, φαίνεται πως δεν ήταν το μοναδικό πρόσωπο που προέβαινε σε καταθέσεις, ο ΜΚ5 δήλωσε άγνοια για τα γεγονότα πίσω από τους αριθμούς, ενώ η ΜΚ2, ιδιοκτήτρια της εταιρείας, βασίστηκε στους ειδικούς στους οποίους είχε αναθέσει τη διερεύνηση του προβλήματος, απλώς με έγνοια να διαπιστωθεί τι πραγματικά συνέβη. Το τι πραγματικά συνέβη, όμως, θα έπρεπε να διαπιστωθεί με εις βάθος έρευνα, γιατί οι υποψίες της ΜΚ2 υπήρχαν και ήταν σοβαρές. Η μαρτυρία των ΜΚ2 και του εξεταστή της υπόθεσης ΜΚ3 βασίζεται αποκλειστικά στο Τ5. Το Τ5 ετοίμασε ο ΜΚ5 με στοιχεία που του χορήγησε το λογιστήριο της εταιρείας της ΜΚ2, υποθετικά ως το σύνολο των στοιχείων βάσει των οποίων έπρεπε να καταρτίσει το Τ5, αλλά με άγνοια του ΜΚ5 εάν πρόκειται όντως για το σύνολο των διαθέσιμων στοιχείων. Άγνοια που μεταφέρθηκε με τον ίδιο τρόπο και στο ανακριτικό έργο. Τα στοιχεία πίσω από το Τ5, ογκώδη παραστατικά, παρουσιάστηκαν εκ των υστέρων, με προσπάθεια να μπει το Δικαστήριο σε ρόλο ερευνητή/ελεγκτή, και δεν δόθηκαν εξ αρχής στην Αστυνομία, για να μπορέσει να προχωρήσει με σχετικές ανακριτικές πράξεις, των συγκεκριμένων δηλώσεων γεγονότων που περιέχονται συνοψισμένα στο συγκεκριμένο έγγραφο Τ5. Ακόμα κι αν το Τ5, κατάσταση λογαριασμού που ετοίμασε βασικά η ίδια η καταγγέλλουσα ιδιωτική εταιρεία, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να χρησιμοποιηθεί για τη διεκδίκηση του αστικού χρέους, για το οποίο, κατά τη θέση της ΜΚ2, συνάφθηκε και σχετική σύμβαση, το κύρος της οποίας αμφισβητεί η Κατηγορούμενη, επικαλούμενη ψυχική πίεση, το ίδιο δεν επαρκεί ως μαρτυρία σε αυτή τη διαδικασία, για να βασιστεί σε αυτήν το Δικαστήριο και να καταδικάσει την Κατηγορούμενη για κλοπή από υπάλληλο, και βάσει αυτής, και για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ουσιώδη διάσταση λαμβάνει το γεγονός πως υπήρχε η δυνατότητα διερεύνησης, στη βάση αντικειμενικών στοιχείων, προερχόμενων από ανακριτικές πράξεις, καθώς οι υπολογισμοί που προσκομίζει στον ανακριτή η καταγγέλλουσα δεν παύουν να είναι υπολογισμοί της πλευράς της καταγγέλλουσας. Εξ ου και η επιμονή του κύριου Αλεξάνδρου προς τους μάρτυρες στην παράμετρο ότι έγγραφα όπως το Τ5 μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε, σε λίγα λεπτά. Η απάντηση της ΜΚ2 ότι στη δική της εταιρεία δεν έχουν τέτοιες μεθόδους, δεν μπορεί να υποστηρίξει ολόκληρο ανακριτικό έργο, για κάτι τόσο σοβαρό όσο η διάπραξη κλοπής από υπάλληλο και η συνακόλουθη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Την ίδια στιγμή, οι έρευνες στην οικία και σε τραπεζικούς λογαριασμούς της Κατηγορούμενης, δεν είχαν οποιοδήποτε αποτελέσματα, αλλά ούτε και υπήρξε εξ αρχής διασύνδεση της εμπλοκής της στην υποψία περί απώλειας εσόδων της εταιρείας, εκ της ιδιότητας της ως υπάλληλος με σχετικά καθήκοντα, με κοινωνικοοικονομική συμπεριφορά της Κατηγορούμενης, που να προσθέτει τουλάχιστον αυτή σε περιστατική μαρτυρία, δημιουργώντας εκ πρώτης όψεως μία αλυσίδα γεγονότων. Η ΜΚ1 προσπάθησε εκ των υστέρων, στη μαρτυρία της στο Δικαστήριο, να πει ότι η Κατηγορούμενη ήταν αναστατωμένη και ζητούσε λεφτά από τον κόσμο, και ότι το κατέθεσε στην Αστυνομία αλλά δεν καταγράφηκε, μαρτυρία που διέψευσε ο ίδιος ο εξεταστής της υπόθεσης ΜΚ3, ότι δηλαδή του αναφέρθηκαν γεγονότα που δεν κατέγραψε, και που μη περιλαμβανόμενη εξ αρχής στο ανακριτικό έργο απέτρεψε τη λήψη καταθέσεων από τα υποτιθέμενα πρόσωπα από τα οποία η Κατηγορούμενη ζήτησε χρήματα και τη διερεύνηση σχετικών παραμέτρων. Παρεμβάλλεται πως η αναφορά που έγινε από τον ΜΚ5 ήταν για ένα σημαντικό χρηματικό έλλειμμα, δημιουργούμενο σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ακόμα, η ορθότητα του Τ5 δεν υποστηρίχθηκε τελικά από τον ΜΚ5, ο οποίος απέφυγε ουσιαστικά την αντεξέταση, την οποία δεν μπορούσε να αποδεχθεί, ως αντιπαραθετική διαδικασία, και να ανταπεξέλθει, αναφέροντας συνέχεια ότι απάντησε ή ότι δεν έχει να πει οτιδήποτε άλλο και εξωτερικεύοντας τη δυσφορία της ανάγκης επεξήγησης και υποστήριξης των δηλώσεων που περιέχονται στο Τ5. Συνακόλουθα, χωρίς καν επιμέρους ουσιαστική αξιολόγηση των εκδοχών των μαρτύρων επί των αμφισβητούμενων γεγονότων, ως προς την αξιοπιστία, η υφιστάμενη μαρτυρία, στο απόγειό της, ακόμα κι αν γίνει αποδεκτή, δεν μπορεί να οδηγήσει σε καταδίκη, και δεν μπορεί να ικανοποιήσει και το στάδιο του εκ πρώτης όψεως, ώστε να κληθεί η Κατηγορούμενη σε απολογία. Η απολογία της Κατηγορούμενης, αναπόφευκτα, θα εξυπηρετούσε τη συμπλήρωση ή την ενίσχυση της μαρτυρίας από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής, εξέλιξη που δεν θα ήταν επιτρεπτό να συμβεί.

 

Κατάληξη

 

32.     Έχοντας υπόψη τις ισχύουσες νομικές αρχές, τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων, καθώς και τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε, στην όψη της, καταληκτικά, δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της Κατηγορούμενης στην 1η Κατηγορία και στη 2η Κατηγορία, και η Κατηγορούμενη αθωώνεται και απαλλάσσεται από τις κατηγορίες αυτές.

 

[οδηγίες σε σχέση με τα τεκμήρια και τα έξοδα]

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο                                       

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Πρακτική του 1962 (Practice Note (1962) 1 All ER 448, R. v. Hipson (1969) Cr. L.R. 85, R. v. Galbraith [1981] 2 All ER 1060, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 ΑΑΔ 133, Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191, Γεωργίου v. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 515, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Δράκου (2012) 2 ΑΑΔ 851, Mariano v. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 808, Ι.Π.Κ. Ηχοκίνηση Λτδ ν. Σιέγγερη (2016) 2 ΑΑΔ 851, Silver Leaf Developments Ltd v. Στυλιανού, ΠΕ 120/2019, 01.07.2021, ECLI:CY:AD:2021:B301, Fowles v. A.M.G., ΠΕ 57/22, 08.05.2023, ECLI:CY:AD:2023:B152, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 125/2021, 14.03.2024.

[2] Παναγιώτου κ.ά. v. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 125/2021, 14.03.2024.

[3] Πλατρίτης ν. Αστυνομίας (1967) 2 CLR 174, R. v. Cockburn [1968] 1 All ER 466, Lawrence v Commissioner of Police of the Metropolis (otherwise known as R v Lawrence) [1972] AC 262, Ζησιμίδης ν. Δημοκρατίας (1978) 2 CLR 382, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9, Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 14, Ανδρονίκου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 486, Αντωνιάδης ν. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 700, Κλεάνθους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 236/2018, 11.01.2019, ECLI:CY:AD:2019:B3.

[4] Αβραάμ κ.ά. ν. Αστυνομίας, ΠΕ 102/16, 103/16 και 106/16 ημερ. 13.12.2017, Κουλέρμου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 179/2015, 20.07.2018, ECLI:CY:AD:2018:B372.

[5] Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 40/2015, ημερ. 25.11.2016, Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 22.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο