Αναφορικά με το αίτημα που υποβλήθηκε από τον Κατηγορούμενο Ι.Δ, Αρ.Υπόθεσης : 3571/24, 29/8/2025
print
Τίτλος:
Αναφορικά με το αίτημα που υποβλήθηκε από τον Κατηγορούμενο Ι.Δ, Αρ.Υπόθεσης : 3571/24, 29/8/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Σ. Συμεού Ε.Δ.                         

    Αρ.Υπόθεσης : 3571/24

 

 

Αναφορικά  με το αίτημα που υποβλήθηκε από τον Κατηγορούμενο Ι.Δ στην υπό τον άνω αριθμό ποινική υπόθεση την οποία αντιμετωπίζει στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου ούτως ώστε να εξεταστεί από την Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε στην βάση των προνοιών του Ν. 41(Ι)/2016  για το κατά πόσο δικαιολογείται η ένταξη του σε ανοικτό πρόγραμμα απεξάρτησης

 

 

Ημερομηνία:  29/08/25

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

 

Για την Κατηγορούσα Αρχή:  κα. Ε. Μανώλη

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Α. Αλεξάνδρου

Κατηγορούμενος: παρόν

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει στην παρούσα υπόθεση που καταχωρήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου την 12/08/24, τέσσερις κατηγορίες οι οποίες αφορούν :

 

1.    Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 όπως τροποποιήθηκε (1η κατηγορία).

 

2.    Διάρρηξη κτηρίου κατά παράβαση των άρθρων 20, 21 και 294(α) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 όπως τροποποιήθηκε (2η κατηγορία).

 

3.    Κλοπή κατά παράβαση των άρθρων 20, 21, 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 όπως τροποποιήθηκε (3η κατηγορία).

 

 

4.    Κάλυψη προσώπου με προσωπίδα με σκοπό την διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση του άρθρου 296(ε) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 όπως τροποποιήθηκε (4η κατηγορία).

 

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων της 1ης μέχρι και της 4ης κατηγορίας, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται επί το ότι μεταξύ των ημερομηνιών 27 -28/09/23 συνωμότησε μαζί με άλλο πρόσωπο με σκοπό την διάπραξη κακουργήματος, δηλαδή την διάρρηξη του ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ Μουσείου που βρίσκεται στην οδό ΧΧΧ ΧΧΧΧΧ αρ. Χ στην Πάφο κλέβοντας από αυτή όλα τα αντικείμενα που αναφέρονται στην 3η κατηγορία συνολικής αξίας 20,050 ευρώ, περιουσία της ιδιοκτήτριας του ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ Μουσείου. Επίσης ότι κατά τον ίδιο τόπο και χρόνο και κατά την διάρκεια της νύχτας, είχε καλυμμένο το πρόσωπο του με προσωπίδα με σκοπό την διάρρηξη κατοικίας.

 

Iστορικό της Υπόθεσης και του Αιτήματος του Κατηγορούμενου

 

Την 12/08/24 καταχωρήθηκε η παρούσα υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου στο Δικαστήριο και ο Κατηγορούμενος με την σύμφωνη γνώμη και της Υπεράσπισης που τον εκπροσωπούσε διατάχθηκα να παραμείνει υπό κράτηση ενώ απάντησε στις εναντίον του κατηγορίες με μη παραδοχή. Έτσι η  υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση ενώ παράλληλα ο Κατηγορούμενος υπέβαλε και αίτημα για να ενταχθεί σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης καθότι δήλωσε στο Δικαστήριο ότι είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Το Δικαστήριο μετά την υποβολή του αιτήματος του Κατηγορουμένου καθήκοντος έδωσε τις ανάλογες οδηγίες προς την  Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία έχει συσταθεί στη βάση των προνοιών του Νόμου 41(Ι)/16, ούτως ώστε να ετοιμαστεί και να αποσταλεί προς το Δικαστήριο σχετική γνωμάτευση για το κατά πόσο ο Κατηγορούμενος - Αιτητής είναι κατάλληλο πρόσωπο για να ενταχθεί σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης και πιο συγκεκριμένα στην θεραπευτική κοινότητα « Αγία Σκέπη».

 

Την 31/10/24 η Συμβουλευτική Επιτροπή, με σχετική επιστολή που απέστειλε στο Δικαστήριο ενημέρωσε ότι ενέκρινε το αίτημα του Κατηγορούμενου να επανενταχθεί στο κλειστό πρόγραμμα της θεραπευτικής Κοινότητας Αγίας Σκέπης καθώς ο Κατηγορούμενος ήδη βρισκόταν στην Αγία Σκέπη και παρακολουθούσε το πρόγραμμα από το οποίο και είχε αποχωρήσει οικειοθελώς καθότι ήθελε να δει την οικογένεια του. Το Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη την πρόθεση του Κατηγορούμενου καθώς και την επιστολή ημερ. 31/10/24 ενέκρινε το αίτημα του Κατηγορούμενου για επανένταξη στο κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης και προς τούτο εξέδωσε σχετική διαταγή. Η επανένταξη του Κατηγορούμενου στην Αγία Σκέπη πραγματοποιήθηκε την 13/12/24. Ο Κατηγορούμενος οδηγήθηκε από τις Κεντρικές Φυλακές στις οποίες βρισκόταν στην συγκεκριμένη θεραπευτική κοινότητα και την 28/02/25, ήτοι μετά από χρονικό διάστημα δύο περίπου μηνών, η Συμβουλευτική Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο την παράταση του προγράμματος μέχρι και την 13/06/25. Το Δικαστήριο αφού εξέτασε το συγκεκριμένο αίτημα της Συμβουλευτικής Επιτροπής προχώρησε στην έγκριση του ενώ ταυτοχρόνως η υπόθεση ορίστηκε ξανά για ακρόαση την 04/06/25.

 

Στο μεταξύ την 29/04/25 το Δικαστήριο κατόπιν επιστολής  που του αποστάλθηκε από τον Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής ενημερώθηκε ότι ο Κατηγορούμενος παραβίασε το θεραπευτικό του συμβόλαιο κατόπιν διατάγματος θεραπείας που εκδόθηκε την 13/12/24 και παρά τις συστάσεις του κέντρου θεραπείας για συμμόρφωση με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει την θεραπευτική κοινότητα στην οποία βρισκόταν. Ως εκ τούτου την 30/04/24 κατόπιν διαδικασίας που ακολουθήθηκε στο Δικαστήριο εκδόθηκε εναντίον του Κατηγορούμενου ένταλμα σύλληψης και εκ τότε αναζητείτο από την αστυνομία.

Την 09/05/25, μετά δηλαδή από διάστημα 10 περίπου ημερών από την έκδοση του σχετικού εντάλματος σύλληψης, ο κ. Αλεξάνδρου ο οποίος μέχρι τότε δεν εκπροσωπούσε τον Κατηγορούμενο, με την σύμφωνη γνώμη κας. Α. Σαββίδου η οποία ήταν η συνήγορος του Κατηγορουμένου μέχρι την στιγμή εκείνη, ζήτησε την άδεια από το Δικαστήριο όπως επιληφθεί εκτάκτως την παρούσα υπόθεση αυθημερόν ενόψει του ότι ο Κατηγορούμενος παρά την εκκρεμότητα του εντάλματος που υπήρχε εναντίον του, προσήλθε οικειοθελώς στον χώρο του Δικαστηρίου. Ενημέρωσε μάλιστα το Δικαστήριο ο κ. Αλεξάνδρου, ότι η πρόθεση του Κατηγορουμένου είναι να αλλάξει δικηγόρο και να διορίσει τον ίδιο, και ως εκ τούτου το Δικαστήριο παρά το ότι η υπόθεση ήταν ήδη ορισμένη την 04/06/25 έδωσε σχετική άδεια και επιλήφθηκε την υπόθεση αυθημερόν με την σύμφωνη γνώμη της Κατηγορούσας Αρχής.

Ακολούθως η συνήγορος του Κατηγορουμένου, δηλαδή κα. Α. Σαββίδου, ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου να αποσυρθεί και αφού της δόθηκε η σχετική άδεια  από το Δικαστήριο, την εκπροσώπηση του Κατηγορουμένου ανέλαβε πλέον ο κ. Αλεξάνδρου ο οποίος στην συνέχεια ενημέρωσε το Δικαστήριο ότι στην περίπτωση που η Κατηγορούσα Αρχή ζητήσει την κράτηση του Κατηγορουμένου, θα εγείρει σχετική ένσταση.

Από τη αντίπερα όχθη η  εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής υπέβαλε πράγματι αίτημα για κράτηση του Κατηγορουμένου, στηρίζοντας το αίτημα της στον κίνδυνο διάπραξης ιδίων η άλλων αδικημάτων. Το Δικαστήριο αφού άκουσε και μελέτησε τα όσα υπέδειξαν οι εκπρόσωποι των δύο πλευρών δια των αγορεύσεων τους εξέδωσε σχετική απόφαση, ημερ. 15/05/25 στην οποία αποφασίστηκε ότι  η κράτηση του Κατηγορούμενου ήταν επιβεβλημένη αφού το ιστορικό του δικαιολογούσε μια τέτοια διαταγή.

Μετά την έκδοση της συγκεκριμένης απόφασης, η πλευρά της Υπεράσπισης εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση και κρίση του παρόντος Δικαστηρίου αναφορικά με την διαταγή της κράτησης, ενώ το Εφετείο με απόφαση που εξέδωσε την 26/05/25 επικύρωσε την πρωτόδικη κρίση απορρίπτοντας τους λόγους έφεσης της Υπεράσπισης. Εκ τότε λοιπόν ο Κατηγορούμενος τελεί μέχρι και σήμερα υπό το καθεστώς κράτησης στη βάση του κινδύνου αν αφεθεί ελεύθερος να διαπράξει νέα αδικήματα στο μέλλον.

Την 27/05/25 όπου η υπόθεση είχε οριστεί για ακρόαση και αφού το Εφετείο ήδη είχε επικυρώσει την διαταγή για κράτηση, ο Κατηγορούμενος δια του συνηγόρου του υπέβαλε νέο αίτημα για να ενταχθεί σε ανοιχτό αυτή την φορά πρόγραμμα απεξάρτησης στην βάση των προνοιών του σχετικού Νόμου και πιο συγκεκριμένα στο κέντρο θεραπείας με την ονομασία « Η ΤΟΛΜΗ » που βρίσκεται στην Πάφο, καθότι σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, η Αγία Σκέπη ως θεραπευτική κοινότητα απέτυχε παταγωδώς να επιτύχει την θεραπεία του αφού ως ισχυρίστηκε του απαγόρευε να έχει οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί με τα παιδιά του με αποτέλεσμα ο ίδιος να αναγκαστεί να εγκαταλείψει το πρόγραμμα σε τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις. Ως εκ τούτου σύμφωνα με τον συνήγορο της Υπεράσπισης ο μόνος τρόπος ούτως ώστε ο Κατηγορούμενος να επιτύχει τον στόχο του και να απεξαρτηθεί από τις ναρκωτικές ουσίες είναι να ενταχθεί στο ανοιχτό θεραπευτικό πρόγραμμα « Η ΤΟΛΜΗ » το οποίο βρίσκεται στην Πάφο, ούτως ώστε να έχει συχνή επικοινωνία μαζί με τα παιδιά του.

Το Δικαστήριο καθηκόντως μετά την επίκληση των σχετικών προνοιών του Νόμου από την πλευρά της Υπεράσπισης διαβίβασε το αίτημα του Κατηγορούμενου στην Συμβουλευτική Επιτροπή παρά το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος είχε δηλώσει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι στο παρόν στάδιο είναι καθαρός από ναρκωτικές ουσίες αφού καταβάλει προσπάθεια εντός των φυλακών να μείνει μακριά από τέτοιες ουσίες.

Από την αντίπερα όχθη η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής κάλεσε το Δικαστήριο να απορρίψει το αίτημα του Κατηγορούμενου για να ενταχθεί σε οποιοδήποτε πρόγραμμα απεξάρτησης ενόψει του ότι ο Κατηγορούμενος ενώ είχε την ευκαιρία να απεξαρτηθεί σε τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις εντούτοις εγκατέλειπε οικειοθελώς τα προγράμματα απεξάρτησης στην θεραπευτική κοινότητα Αγία Σκέπη, ενώ σε ότι αφορά την θέση του ότι ο λόγος της εγκατάλειψης των προγραμμάτων έγκειτο στο γεγονός ότι ήθελε να βλέπει να παιδιά του, η κα. Μανώλη εξήγησε ότι σε επικοινωνία που είχε με την θεραπευτική κοινότητα Αγίας Σκέπης της εξηγήθηκε ότι την Τρίτη φορά που ο Κατηγορούμενος είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα παρουσίαζε πρόοδο και ότι είχε επαφή τόσο με τα παιδιά του όσο και με την γιαγιά τους η οποία τα μετέφερε στον ίδιο για να τον συναντήσουν, ενώ σε ότι αφορά την τελευταία φορά που είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης, ο Κατηγορούμενος δεν ήταν σε καθόλου καλή κατάσταση με αποτέλεσμα να μην ήταν εφικτό να έχει οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί με τα παιδιά του, καθότι η θεραπευτική κοινότητα δεν συνιστά όπως τα ανήλικα έχουν οποιαδήποτε επαφή με τον θεραπευόμενο στην περίπτωση που αυτός δεν είναι καλά, όπως και εν προκειμένω. Σίγουρα όπως εξήγησε η κα. Μανώλη, ο ισχυρισμός του Κατηγορούμενου ότι η θεραπευτική κοινότητα Αγία Σκέπη απαγορεύει την οποιαδήποτε επικοινωνία των θεραπευόμενων μαζί με τα παιδιά τους δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός γιατί κάτι τέτοιο δεν υφίσταται.

Περαιτέρω η κα. Μανώλη αγορεύοντας υπέδειξε ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια υπέρ της απόρριψης του αιτήματος του Κατηγορούμενου και για τον επιπρόσθετο και κύριο λόγο ότι ο Κατηγορούμενος με διαταγή του Δικαστηρίου και επικύρωση της απόφασης του από το Εφετείο εξακολουθεί να αποτελεί κίνδυνο για την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον αφής στιγμής κρίθηκε ότι ο εγκλεισμός του απαραίτητος προς αποτροπή της ροπής και της τάσης του να διαπράττει αδικήματα.

Στο σημείο αυτό παρεμβάλλεται ότι μετά από την αποστολή του αιτήματος του Κατηγορούμενου στην Συμβουλευτική Επιτροπή, αποστάλθηκε στο Δικαστήριο την 01/07/25 επιστολή δια μέσω του Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, με την οποία η Συμβουλευτική Επιτροπή ενημέρωσε το Δικαστήριο ότι ο Κατηγορούμενος κλήθηκε σε ψυχιατρική αξιολόγηση και ότι αυτός πληροί τα κριτήρια για την διάγνωση « ψυχικές διαταραχές και διαταραχές συμπεριφοράς οφειλόμενες στην χρήση φαρμάκων και άλλων ψυχοδραστικών ουσιών». Επιπρόσθετα το Δικαστήριο με βάση την ίδια επιστολή ενημερώθηκε ότι ο Κατηγορούμενος σε προσωπική συνέντευξη που είχε μαζί με την Συμβουλευτική Επιτροπή ανέφερε ότι ξεκίνησε χρήση ναρκωτικών ουσιών από την ηλικία των 10 ετών με κάνναβη καθώς και ότι είχε πραγματοποιήσει τέσσερις προσπάθειες απεξάρτησης στο κλειστό πρόγραμμα της Αγίας Σκέπης. Στην πρώτη μάλιστα προσπάθεια περί το έτος 2021 ανέφερε ότι παρέμεινε στην Αγία Σκέπη για περίοδο 11 μηνών. Σύμφωνα με τον ίδιο σε όλες τις περιπτώσεις αποχώρησε καθώς δεν μπορούσε να στερείται την επικοινωνία με τα παιδιά του και συνεπώς ο ίδιος εξέφρασε την επιθυμία του να ενταχθεί σε ανοικτό πρόγραμμα απεξάρτησης και πιο συγκεκριμένα στο πρόγραμμα θεραπείας «Η ΤΟΛΜΗ» το οποίο είναι ανοικτό πρόγραμμα καθότι ισχυρίστηκε ότι έμαθε αρκετά πράγματα από τα κλειστά προγράμματα και πιστεύει ότι μέσω του ανοικτού προγράμματος θα έχει συνεχή υποστήριξη αλλά και επικοινωνία μαζί με τα παιδιά του αλλά και τους γονείς του. Σε ότι αφορά το θεραπευτικό πρόγραμμα «Η ΤΟΛΜΗ» στην Πάφο ο ίδιος ο Κατηγορούμενος ανέφερε στην Συμβουλευτική Επιτροπή ότι είχε ξανά εμπειρία στο παρελθόν με το συγκεκριμένο πρόγραμμα στο οποίο επιθυμεί να επανενταχθεί.

Στο σημείο αυτό παρεμβάλλεται ότι ο ίδιος ο Κατηγορούμενος σε διευκρινιστική ερώτηση που του τέθηκε από το ίδιο το Δικαστήριο κατά την αγόρευση του συνηγόρου του σε σχέση με την προηγούμενη εμπειρία που είχε με το πρόγραμμα « Η ΤΟΛΜΗ» και πιο συγκεκριμένα ερωτώμενος για τους λόγους που φαίνεται ότι εγκατέλειψε το συγκεκριμένο πρόγραμμα και δεν το ολοκλήρωσε, ανέφερε εμμέσως πλην σαφώς ότι ενώ είχε ενταχθεί για απεξάρτηση στο συγκεκριμένο θεραπευτικό πρόγραμμα εντούτοις σε κάποιο σημείο και μετέπειτα διέκοψε οικειοθελώς την θεραπεία του καθότι βρήκε δουλειά για να εργάζεται στην Λεμεσό.

Σε ότι αφορά την έλλειψη επικοινωνίας μαζί με τα παιδιά του κατά την διάρκεια του εγκλεισμού του στο κλειστό πρόγραμμα θεραπείας στην Αγία Σκέπη, επίσης ο Κατηγορούμενος ανέφερε στο Δικαστήριο κατόπιν και πάλι σχετικής ερώτησης που του είχε υποβληθεί αναφορικά με την θέση του ότι η Αγία Σκέπη του απαγόρευσε την επικοινωνία μαζί με τα παιδιά του και την συνακόλουθη υποστήριξη της θέσης του συνηγόρου του περί αποτυχίας του συγκεκριμένου θεραπευτικού προγράμματος να απεξαρτηθεί ο Κατηγορούμενος, ότι, ναι μεν επιτρέπεται μετά την ένταξη κάποιου χρήση στο πρόγραμμα η επικοινωνία μαζί με μέλη άλλα της οικογένειας του και πιο συγκεκριμένα μετά από τους τρείς πρώτους μήνες, στην δική του όμως περίπτωση όπως ισχυρίστηκε, ενώ ο ίδιος ζήτησε να επικοινωνήσει μαζί με τα παιδιά του, οι θεραπευτές δεν του επέτρεψαν καθότι τον είχαν ενημερώσει ότι η μητέρα των παιδιών του δεν συναινούσε σε μια τέτοια επικοινωνία. Ο ίδιος βεβαίως ισχυρίστηκε ότι κάτι τέτοιο δεν ίσχυε.

Σε ότι αφορά περαιτέρω την ίδια επιστολή ημερ. 01/07/25, η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη το ιστορικό προφίλ του Κατηγορούμενου, τη ψυχιατρική του αξιολόγηση αλλά και τις υφιστάμενες του ανάγκες εισηγήθηκε την παραπομπή του σε πρόγραμμα θεραπείας εξωτερικής διαμονής και πιο συγκεκριμένα στο πρόγραμμα « Η ΤΟΛΜΗ» .

Στην συνέχεια την 04/08/25 η Συμβουλευτική Επιτροπή σε συνέχεια της επιστολής της ημερ. 01/07/25 ενημέρωσε το Δικαστήριο ότι το ανοιχτό πρόγραμμα «Η ΤΟΛΜΗ» στην Πάφο έκανε αποδεκτό το αίτημα του Κατηγορούμενου – χρήστη για θεραπεία.

Το νομοθετικό πλαίσιο του αιτήματος του Κατηγορουμένου

Το αίτημα του Κατηγορούμενου στηρίζεται στον Νόμο 41(Ι)/2016 οι πρόνοιες του οποίου στο Μέρος ΙΙ, άρθρα 4 και 5, καθορίζουν την εγκαθίδρυση και τις αρμοδιότητες της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία εξετάζει αιτήματα που υποβάλλονται από Κατηγορούμενους χρήστες ναρκωτικών ουσιών. Σύμφωνα με το άρθρο 5 (2) του Νόμου, η Συμβουλευτική Επιτροπή στη γνωμάτευση της προς το Δικαστήριο υποδεικνύει το κέντρο θεραπείας στο οποίο θα παραπεμφθεί για θεραπεία ο χρήστης ουσιοεξαρτώμενος.

Ακολούθως στο Μέρος ΙΙΙ του Νόμου και πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 6, ρυθμίζεται η διαδικασία για την έκδοση του διατάγματος θεραπείας και το πως εκδίδεται το διάταγμα.

Σημαντικό θεωρώ πώς είναι στο συγκεκριμένο Μέρος του Νόμου το άρθρο 7(4) το οποίο ρυθμίζει την εξουσία του Δικαστηρίου να αποφασίζει για την έκδοση του διατάγματος θεραπείας αφού λάβει υπόψη το περιεχόμενο της γνωμάτευσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, περιλαμβανομένης της φύσης του αδικήματος, του χαρακτήρα και του ιστορικού του Κατηγορούμενου χρήστη ή ουσιοεξαρτώμενου.

Συνεπώς από το λεκτικό του πιο πάνω άρθρο προκύπτει ότι το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να βασιστεί αποκλειστικά και μόνο στην γνωμάτευση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για να εκδώσει ένα τέτοιο διάταγμα, αλλά θα πρέπει να συνεκτιμήσει και άλλους παράγοντες όπως τις περιστάσεις τις υπόθεσης, την φύση του αδικήματος, τον χαρακτήρα καθώς και το ιστορικό του Κατηγορούμενου χρήστη.

Εφαρμογή στην υπό κρίση περίπτωση

Υπό το φως όλων των όσων έχουν λεχθεί ανωτέρω το βασικό ερώτημα που εν προκειμένω προκύπτει και θα πρέπει να απαντηθεί από το Δικαστήριο, είναι το κατά πόσο το αίτημα που έχει υποβληθεί από τον Κατηγορούμενο μπορεί να γίνει αποδεκτό ή θα πρέπει να απορριφθεί. Απάντηση θεωρώ στο πιο πάνω ερώτημα μπορεί να δώσει η εξέταση και εφαρμογή της νομοθετικής πρόνοιας του άρθρου 7(4) του σχετικού Νόμου το οποίο και ορίζει ότι το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη για την έκδοση του διατάγματος θεραπείας τόσο το περιεχόμενο της γνωμάτευσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και τις περιστάσεις της υποθέσεις περιλαμβανομένης υπόψη της φύσης του αδικήματος, του χαρακτήρα και του ιστορικού του Κατηγορουμένου.

Το άρθρο 2 του Νόμου προκαταρκτικά ορίζει ποια στοιχεία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη εκ μέρους της Συμβουλευτικής Επιτροπής ούτως ώστε να καταρτιστεί η γνωμάτευση. Ειδικότερα «γνωμάτευση» σημαίνει την αιτιολογημένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην οποία αναφέρονται το ψυχοκοινωνικό ιστορικό, η διαγνωστική εκτίμηση της ψυχικής υγείας, οι θεραπευτικές ανάγκες και το αδίκημα για το οποίο το πρόσωπο κατηγορείται.

Αρχίζοντας λοιπόν την εξέταση των ανωτέρω στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, προκύπτει μέσα από το περιεχόμενο της γνωμάτευσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι τα όσα ισχυρίστηκε ο Κατηγορούμενος αναφορικά με την επιθυμία του να ενταχθεί σε ανοικτό και όχι σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης λόγω του ότι ενώ ο ίδιος είχε ενταχθεί σε τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις στην κλειστή κοινότητα της Αγίας Σκέπης και εντούτοις εγκατέλειπε τα συγκεκριμένα προγράμματα καθότι όπως ανέφερε του απαγορευόταν από το συγκεκριμένο πρόγραμμα απεξάρτησης να επικοινωνεί μαζί με την οικογένεια του και ειδικά με τα παιδιά του, δεν έτυχαν καμίας απολύτως διερεύνησης από την Συμβουλευτική Επιτροπή για το κατά πόσο τα λεγόμενα αυτά του Κατηγορούμενου ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ούτως ώστε να τεκμηριωθούν και οι θέσεις του αναφορικά με τις τυχόν θεραπευτικές του ανάγκες αλλά τουναντίον  η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη τους ισχυρισμούς του Κατηγορούμενου άκριτα χωρίς να προβεί σε οποιαδήποτε διερεύνηση ή αξιολόγηση της βασιμότητας τους.

Περαιτέρω προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως ενώ από την μια η Συμβουλευτική Επιτροπή εισηγείται μέσω της επιστολής της ημερ. 01/07/25 την παραπομπή του Αιτητή στο ανοικτό πρόγραμμα « Η ΤΟΛΜΗ»  στην Πάφο,  από την άλλη αφήνει παντελώς αδιερεύνητους τους λόγους για τους οποίους ο Κατηγορούμενος ως αναφέρεται και στην ίδια την γνωμάτευση που έχει αποσταλεί στο Δικαστήριο, είχε ξανά εμπειρία με το συγκεκριμένο πρόγραμμα στο οποίο και επιθυμεί να ενταχθεί ξανά, αφού μέσα από τα λεγόμενα του τα οποία καταγράφονται στην συγκεκριμένη γνωμάτευση, άφησε να νοηθεί ότι τελικά δεν το ολοκλήρωσε, γεγονός που και ο ίδιος ο Κατηγορούμενος επιβεβαίωσε στο Δικαστήριο αφού ερωτώμενος από το Δικαστήριο αποδέχτηκε ότι εγκατέλειψε το συγκεκριμένο πρόγραμμα καθότι είχε εξεύρει εργασία στην Λεμεσό.

Τέλος διαπιστώνω ότι στο περιεχόμενο της εν λόγω γνωμάτευσης σύμφωνα με το έγγραφο που έχει επισυναφθεί και αποτελεί την ψυχιατρική αξιολόγηση του Κατηγορούμενου να μην λαμβάνεται καθόλου υπόψη από την Συμβουλευτική Επιτροπή ούτε και η εισήγηση του Ψυχιάτρου Δρ. Δημοσθένη Συριόπολου για θεραπεία του Κατηγορούμενου μόνο σε κλειστό πρόγραμμα χωρίς να διευκρινίζεται εκ μέρους της Συμβουλευτικής Επιτροπής για ποιο ακριβώς λόγο δεν λήφθηκε υπόψη η σύσταση του ειδικού ιατρού που τον εξέτασε.

Υπό το φως των πιο πάνω η γνωμάτευση της Συμβουλευτικής Επιτροπής κρίνω ότι συνιστά μια αναιτιολόγητη και μη επιστημονικά τεκμηριωμένη έκθεση.

Στο σημείο αυτό παρεμβάλλεται το γεγονός ότι από τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τόσο από την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής όσο και από την πλευρά του ίδιου του Κατηγορούμενου, διαφάνηκε πράγματι ότι η επικοινωνία ενός Κατηγορούμενου χρήστη μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας του δεν επιτρέπεται κατά τους πρώτους μήνες της ένταξης ενός χρήση στο κλειστό πρόγραμμα ειδικότερα δε κατά τους πρώτους δύο με τρείς μήνες της παραμονής του, αλλά αυτό δεν συμβαίνει σε μεταγενέστερο στάδιο όπου η επικοινωνία είναι επιτρεπόμενη.

Τονίζεται μάλιστα ότι σύμφωνα με την επιστολή ημερ. 01/07/25 της Συμβουλευτικής Επιτροπής ο Κατηγορούμενος κατά την πρώτη φορά που είχε ενταχθεί στο κλειστό πρόγραμμα παρέμεινε για 11 ολόκληρους μήνες, και συνεπώς για πολύ περισσότερο χρονικό διάστημα από τους πρώτους δύο με τρείς μήνες όπου δεν επιτρέπεται η οποιαδήποτε επικοινωνία σύμφωνα με τους κανόνες του προγράμματος, ενώ από πλευράς του ίδιου του Κατηγορούμενου δεν έχει αναφερθεί οτιδήποτε χειροπιαστό αναφορικά με τον συγκεκριμένο ισχυρισμό του για τους λόγους της εγκατάλειψης του από το συγκεκριμένο θεραπευτικό πρόγραμμα, πλην της γενικής και αόριστης θέσης του ότι η θεραπευτική κοινότητα Αγία Σκέπη δεν του επέτρεπε να επικοινωνεί μαζί με τα παιδιά του χωρίς ο ίδιος να μπορεί να δώσει οποιεσδήποτε σαφείς και τεκμηριωμένες εξηγήσεις για τους λόγους που το έπραξαν αν τελικά αυτό είχε συμβεί. Τονίζεται βεβαίως ότι ακόμη και στην περίπτωση που ο ισχυρισμός του Κατηγορούμενου πράγματι θα ήταν βάσιμος, αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει καμία απολύτως επαρκή δικαιολογία από την πλευρά του, αφού ο ίδιος ταυτοχρόνως ισχυρίζεται ότι η δια καως επιθυμία του ήταν να απεξαρτηθεί.

Από την άλλη βεβαίως δεν παραγνωρίζω ότι η πιο πάνω θέση του Κατηγορούμενου αμφισβητήθηκε τουλάχιστον για τις δύο τελευταίες φορές που είχε ενταχθεί στο συγκεκριμένο κλειστό πρόγραμμα με βάση τα όσα η ευπαίδευτη συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής υπέδειξε στο Δικαστήριο μετά από επικοινωνία που είχε μαζί με τους θεραπευτές του Κατηγορούμενου στην Αγία Σκέπη, και τα οποία βεβαίως δεν έτυχαν ουσιαστικής αμφισβήτησης από πλευράς της Υπεράσπισης. Ειδικότερα σύμφωνα με την ενημέρωση που είχε και το Δικαστήριο εκ μέρους της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής, ο Κατηγορούμενος φαίνεται να είχε τελικά επικοινωνία μαζί με τα παιδιά του κατά την τρίτη φορά που είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα αφού σύμφωνα με την λειτουργό της θεραπευτικής κοινότητας του επιτράπηκε να τα συναντήσει με την συνοδεία μάλιστα της γιαγιάς τους, ενώ κατά την τελευταία φορά που είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα σύμφωνα με τους θεραπευτές του, δεν βρισκόταν σε καθόλου καλή κατάσταση και γι’ αυτό μέχρι το σημείο όπου είχε εγκαταλείψει ξανά το πρόγραμμα δεν κρίθηκε πρέπουσα η οποιαδήποτε επικοινωνία ήταν επιθυμητή από τον ίδιο μαζί με τα παιδιά του. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι και ο ίδιος ο Κατηγορούμενος από την άλλη παρά τον γενικό ισχυρισμό του περί της απαγόρευσης επικοινωνίας του προγράμματος με τα παιδιά του, δεν αρνήθηκε στο Δικαστήριο κατόπιν σχετικής διευκρινιστικής ερώτησης που του είχε τεθεί, ότι πράγματι όταν ο ίδιος ζήτησε να επικοινωνήσει μαζί με τα παιδιά του σε μια από τις περιπτώσεις που το είχε ζητήσει, οι λειτουργοί δεν του είχαν αρνηθεί αλλά του είχαν αναφέρει ότι στην επιθυμία του δεν συγκατατέθηκε η ίδια η σύζυγος του.

Πέραν τούτου βεβαίως, το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 7(4) πέραν της γνωμάτευσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής θα πρέπει κατά την έκδοση του διατάγματος θεραπείας να λάβει υπόψη και άλλους παράγοντες.  Εν προκειμένω ο Κατηγορούμενος κατά την δεδομένη χρονική στιγμή ενόψει του ιστορικού του, βρίσκεται υπό το καθεστώς κράτησης με βάση σχετική διαταγή που εκδόθηκε από το Δικαστήριο λόγω του κινδύνου ότι αν αφεθεί ελεύθερος ενδέχεται να διαπράξει νέα αδικήματα στο μέλλον.

Στην πολύ πρόσφατη Ποινική Έφεση 125/24 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΑΓΓΕΛΟ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ημερ. 03/07/24 ο Εφεσείων είχε εφεσιβάλει την απόφαση του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας το οποίο είχε διατάξει την κράτηση του, ενόψει του ότι σε άλλη υπόθεση που εκκρεμούσε εναντίον του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας είχε εκδοθεί κατόπιν αιτήματος που είχε υποβληθεί από πλευράς του διάταγμα θεραπείας στην βάση του Ν. 41(Ι)/2016. Σημειώνεται ότι ο Εφεσείων στην υπόθεση του Κακουργιοδικείου τελούσε υπό κράτηση τόσο για τον κίνδυνο φυγοδικίας όσο και για τον κίνδυνο διάπραξης ιδίων η άλλων αδικημάτων. Σε ότι αφορά τον δεύτερο λόγο της διαταγής κράτησης το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του, αφού τέθηκε ενώπιον του ότι στην άλλη υπόθεση που εκκρεμούσε εναντίον του Κατηγορούμενου είχε εκδοθεί διάταγμα θεραπείας και συνεπώς υπήρξε διαφοροποίηση των στοιχείων που θα έπρεπε να ληφθούν εκ νέου υπόψη, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων δεν μπορούσε να εξαλειφθεί με την έκδοση διατάγματος θεραπείας αφενός γιατί δεν προέκυπτε από τον Νόμο 41(Ι)/2016 ότι η Αγία Σκέπη αποτελεί ασφαλή τόπο κράτησης και σίγουρα δεν θα μπορούσε να εξισωθεί με κράτηση σε φυλακές ή άλλο χώρο κράτησης υπό την φρούρηση της αστυνομίας, και αφετέρου διότι η σημερινή βούληση του Εφεσείοντα για απεξάρτηση από τα ναρκωτικά είναι μεταβλητή  και εξαρτώμενη αποκλειστικά από τον ίδιο.

Ο Εφεσείων εφεσίβαλε το σκεπτικό της πρωτόδικης κρίσης αλλά παρόλα αυτά το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση για περαιτέρω κράτηση του Κατηγορούμενου απορρίπτοντας τους λόγους έφεσης που είχαν υποβληθεί. Ειδικότερα μάλιστα το Εφετείο αναφερόμενο στο άρθρο 7(4) του Νόμου υπέδειξε το πόσο σημαντικό είναι το Δικαστήριο να γνωρίζει το ιστορικό του Κατηγορούμενου και ότι ο ενώπιον του Κατηγορούμενος είναι κρατούμενος ούτως ώστε η γνώση αυτή να του επιτρέψει να εξετάσει δεόντως το τυχόν αίτημα που υποβάλλεται και να δώσει τις κατάλληλες οδηγίες για να καταστεί δυνατή η απρόσκοπτη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή του, καταλήγοντας εν τέλει ότι το διάταγμα θεραπείας στην συγκεκριμένη περίπτωση το οποίο είχε εκδοθεί δεν ήταν ικανό να διαφοροποιήσει την διαταγή της κράτησης που είχε εκδοθεί στην άλλη προγενέστερη υπόθεση που εκκρεμούσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου.

Πόσο μάλλον και εν προκειμένω όπου οι λόγοι για τους οποίους διατάχθηκε η κράτηση του Κατηγορούμενου εμπίπτουν στην σφαίρα της γνώσης του  του παρόντος Δικαστηρίου που το ίδιο εξέδωσε την διαταγή για κράτηση του λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό του και καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι του δημιουργήθηκε η ισχυρή εντύπωση ότι αν ο Κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος ενδέχεται να διαπράξει νέα αδικήματα στο μέλλον.

Κατάληξη

Έχοντας λοιπόν μελετήσει όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία θεωρώ καταρχήν ότι η γνωμάτευση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τους λόγους τους οποίους υπέδειξα δεν μπορεί να δικαιολογήσει και την θέση της ότι ο Κατηγορούμενος είναι κατάλληλο πρόσωπο για να ενταχθεί σε ανοικτό πρόγραμμα απεξάρτησης και πιο συγκεκριμένα στο θεραπευτικό πρόγραμμα « Η ΤΟΛΜΗ» στην Πάφο αλλά και σε κανένα άλλο πρόγραμμα ενόψει του ότι τα όσα ο ίδιος ισχυρίστηκε φαίνεται να μην καταδεικνύουν και την γνησιότητα του αιτήματος του αλλά ότι η από μέρους του επιθυμία του για επανένταξη του σε πρόγραμμα απεξάρτησης να συνιστά κατάχρηση των διαδικασιών που του παρέχονται από τον Νόμο. Η όλη συμπεριφορά του Κατηγορούμενου και το ιστορικό του, με όλο τον σεβασμό προς την πλευρά της Υπεράσπισης αυτό καταδεικνύει.  Τα όσα η Υπεράσπιση έχει υποστηρίξει για τους λόγους που ο Κατηγορούμενος εγκατέλειψε για τέσσερις φορές το πρόγραμμα απεξάρτησης τέθηκαν τόσο ενώπιον του Δικαστηρίου όσο και της Συμβουλευτικής Επιτροπής εντελώς γενικά και αόριστα ενώ δεν επιβεβαιώνονται τόσο από τα ίδια τα λεγόμενα του Κατηγορούμενου όσο και από την ενημέρωση που είχε λάβει η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής.

Πέραν τούτου, ακόμη βεβαίως και η γνωμάτευση της Συμβουλευτικής Επιτροπής θα μπορούσε εφόσον απουσίαζαν οι πιο πάνω ελλείψεις και διατυπώσεις να δικαιολογήσει την θέση ότι ο Κατηγορούμενος είναι κατάλληλο πρόσωπο για να ενταχθεί σε ανοιχτό πρόγραμμα απεξάρτησης, η κατάληξη του Δικαστηρίου και πάλι δεν θα ήταν διαφορετική και συνεπώς θα οδηγούσε και πάλι στην απόρριψη του αιτήματος του καθότι το ανοιχτό πρόγραμμα « Η ΤΟΛΜΗ » που βρίσκεται στην Πάφο δεν συνιστά ασφαλή τόπο κράτησης ούτως ώστε να μπορεί εξαλείψει και τον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων για τον οποίο αποφάσισε το Δικαστήριο στην βάση των στοιχείων που του τέθηκαν σχετικά με το ιστορικό του Κατηγορούμενου.

Η διαταγή για κράτηση του Κατηγορούμενου ενόψει του συγκεκριμένου κινδύνου η οποία διατάχθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος και προστασίας ουσιαστικά της κοινωνίας υπερτερεί εν πάση περίπτωση της επιθυμίας του Κατηγορούμενου για απεξάρτηση η οποία ως άλλωστε έχει καταδειχθεί είναι μεταβλητή και εξαρτώμενη αποκλειστικά από τον ίδιο. Εξάλλου ως έχει καταδειχθεί ο Κατηγορούμενος είχε πολλές ευκαιρίες για να πραγματώσει την επιθυμία του αλλά ο ίδιος αποφάσισε να μην το πράξει.  

Σημειώνεται τέλος ότι στην απόφαση του Εφετείου Ποινική Έφεση 136/25 Ιωάννης Δημητριάδης v. Aστυνομίας ημερ. 26/05/25 η οποία αφορούσε μάλιστα την έφεση που ασκήθηκε από τον ίδιο τον Κατηγορούμενο στην απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου αναφορικά με την έκδοση διαταγής για την κράτηση του και στην οποία μάλιστα είχε ισχυριστεί ότι μετά που είχε εγκαταλείψει την θεραπευτική κοινότητα της Αγίας Σκέπης κατόπιν διατάγματος που είχε εκδοθεί από το Δικαστήριο στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης είχε εξεύρει ευθύς αμέσως άλλο κέντρο θεραπείας και πιο συγκεκριμένα ως ισχυρίστηκε το Veresie Medical Center στην Λάρνακα  ούτως ώστε να μπορεί να επικοινωνεί μαζί με τα παιδιά του, λέχθηκαν τα ακόλουθα :

« Το δικαστικό Διάταγμα Θεραπείας δεν είναι ούτε αξιόγραφο εν λευκώ ούτε ιατρική συνταγή η οποία δύναται να εξαργυρωθεί σε οποιοδήποτε κέντρο θεραπείας επιλέγει ένας κατηγορούμενος κατά το δοκούν και ασχέτως χρονικών πλαισίων που θέτει το εκδικάζον την ποινική υπόθεση Δικαστήριο. Εκδίδεται με βάση ειδική «αιτιολογημένη έκθεση» την οποία δίδει συγκεκριμένο Κέντρο Θεραπείας προς τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία υποβάλλει συγκεκριμένη «γνωμάτευση» προς το Δικαστήριο και ακολούθως υπογράφεται συγκεκριμένο Θεραπευτικό Συμβόλαιο (Άρθρα 6, 7 του Ν.41(I)/16).

Με γνώμονα τα πιο πάνω λεχθέντα το αίτημα του Κατηγορούμενου απορρίπτεται.

Η τυχόν έγκριση ενός τέτοιου αιτήματος θα συνιστούσε κατάχρηση των διαδικασιών αλλά και καταστρατήγηση του διατάγματος που έχει εκδοθεί από το Δικαστήριο για κράτηση του Κατηγορουμένου.

Η απόφαση του Δικαστηρίου να αποσταλεί από το Πρωτοκολλητείου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου άμεσα και στην Συμβουλευτική Επιτροπή που έχει συσταθεί στην βάση του Ν. 41(Ι)/2016 για ενημέρωση.

 

 

 

                                                                              (Υπ.) …………………….

 

 Σ. Συμεού . Ε.Δ

 

Πιστό Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο