ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Λ. Χατζηξενοφώντος, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 143/2023
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
εναντίον
1. C. R.
2. Π. Π.
3. P.A. PANAGOULAS TRADING LIMITED
Κατηγορούμενοι
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 22/10/2025
Εμφανίσεις:
Για Κατηγορούσα Αρχή: κος Κ. Στυλιανού
Για Κατηγορούμενους 2 και 3: κος Σ. Ιωάννου Κίτσιος
Κατηγορούμενος 2 παρών
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 με βάση το κατηγορητήριο αντιμετωπίζουν τις ακόλουθες δύο κατηγορίες:
· O Κατηγορούμενος 2, ως διευθυντής της Κατηγορούμενης 3, και η Κατηγορούμενη 3, ως εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ], στις 6/6/2022 επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να οδηγεί το εν λόγω όχημα χωρίς να ευρίσκεται σε ισχύ πιστοποιητικό ασφάλισης για χρήση του αναφερόμενου μηχανοκίνητου οχήματος από τον οδηγό του, έναντι τρίτου προσώπου (τέταρτη κατηγορία) ∙ και
· O Κατηγορούμενος 2, ως διευθυντής της Κατηγορούμενης 3, και η Κατηγορούμενη 3, ως εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ], στις 6/6/2022 επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να οδηγεί το εν λόγω όχημα χωρίς να είναι κάτοχος ισχύουσας άδειας οδήγησης κατηγορίας Γ (πέμπτη κατηγορία).
Οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 αρνήθηκαν τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν και η υπόθεση προχώρησε σε ακροαματική διαδικασία.
Η Κατηγορούσα Αρχή για σκοπούς απόδειξης της υπόθεσης της κάλεσε ένα μάρτυρα κατηγορίας, τον κο. Ε. Ερμογένους (Μ.Κ.1). Οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 μετά που κρίθηκαν εκ πρώτης όψεως ένοχοι και κλήθηκαν σε απολογία στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, επέλεξαν να προσφέρουν μαρτυρία, μέσω του Κατηγορούμενου 2.
Α. Μαρτυρία
Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης και μαζί με το περιεχόμενο των τεκμηρίων έχει μελετηθεί και λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του. Δεν θα προβώ σε εκτενή και λεπτομερή παράθεση της μαρτυρίας, αλλά θα περιοριστώ στα ουσιώδη σημεία της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα (βλ. Καννάουρου κ.ά ν. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 ΑΑΔ 35).
Μ.Κ.1
Ο κος Ε. Ερμογένους, υπηρετεί στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών. Στις 6/6/2022 στον παλιό δρόμο Λεμεσού – Πάφου, κοντά στην περιοχή Κούκλια, σταμάτησε για έλεγχο το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], το οποίο οδηγούσε ο Κατηγορούμενος 1, και παρατήρησε ότι δεν είχε κάρτα ταχογράφου. Από έλεγχο στον οποίο προέβη διαπίστωσε ότι ο Κατηγορούμενος 1 δεν κατείχε άδεια οδήγησης κατηγορίας Γ, και δεν καλυπτόταν από το πιστοποιητικό ασφάλισης για χρήση του αναφερόμενου μηχανοκίνητου οχήματος από τον οδηγό του, έναντι τρίτου προσώπου. Ο Κατηγορούμενος 1 κατείχε άδεια οδήγησης κατηγορίας Β, ενώ το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] ήταν κατηγορίας Γ. Όπως εξήγησε κατά την μαρτυρία του, τα οχήματα κατηγορίας Β είναι μικρά φορτηγά μέχρι 3,5 τόνους βάρος, ενώ τα οχήματα κατηγορίας Γ είναι φορτηγά οχήματα, βάρους 5 τόνων.
Από τον έλεγχο στον οποίο προέβη διαπίστωσε ότι το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] ανήκει στην Κατηγορούμενη 3 εταιρεία, διευθυντής της οποίας είναι ο Κατηγορούμενος 2.
Ο ίδιος την επόμενη ημέρα, δηλαδή στις 7/6/2022, και περί ώρα 16.00, ενημέρωσε τον Κατηγορούμενο 2 τηλεφωνικώς ότι θα καταγγελθεί ότι επέτρεψε στον Κατηγορούμενο 1 να οδηγεί το εν λόγω όχημα, ενώ δεν ήταν κάτοχος άδειας οδήγησης κατηγορίας Γ και ενώ δεν καλυπτόταν από το πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης του οχήματος έναντι τρίτου. Ο Κατηγορούμενος 2, αφότου ενημερώθηκε για τα πιο πάνω, του ζήτησε συγνώμη και ο Μ.Κ.1 κατέγραψε όλα τα πιο πάνω στην κατάθεση του (Τεκμήριο 2) και στο έντυπο υπ’ αριθμό 48Δ του Ανακριτικού Φακέλου Αρ. 2 (Τεκμήριο 1). Αντεξεταζόμενος συμφώνησε ότι δεν έλαβε κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 2, παρά μόνο τον ενημέρωσε τηλεφωνικώς και κατέγραψε την απάντηση του.
Κατηγορούμενος 2
Ο Κατηγορούμενος 2 είναι διευθυντής της Κατηγορούμενης 3, η οποία ασχολείται με την κοπή, συλλογή και εμπορία πορτοκαλιών. Το έτος 2022 η Κατηγορούμενη 3 ήταν ιδιοκτήτης περίπου 10 με 12 οχημάτων. Όπως ανέφερε, ο κάθε οδηγός της Κατηγορούμενης 3 είναι υπεύθυνος να οδηγεί συγκεκριμένο όχημα της εταιρείας ανάλογα με την άδεια οδήγησης της συγκεκριμένης κατηγορίας όπου κατέχει. Ο Κατηγορούμενος 2 ανέφερε ότι όταν προσλαμβάνουν κάποιο οδηγό του αναθέτουν συγκεκριμένο όχημα για να κατέχει και να οδηγεί σύμφωνα με την άδεια οδήγησης της κατηγορίας όπου κατέχει, και προς τούτο υπάρχει σχετικό πρωτόκολλο. Ωστόσο δεν μπορεί να γνωρίζει αν κάποιος υπάλληλος τους δεν εισακούσει τις οδηγίες τους.
Στις 6/6/2022 και ώρα 08.00 ο Κατηγορούμενος 2 βρισκόταν στα γραφεία της Κατηγορούμενης 3 εταιρείας στην Λεμεσό. Το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] την εν λόγω ώρα και ημέρα βρισκόταν σε χωράφι στα Κούκλια για να φορτώσει τα φρούτα τα οποία έκοψαν οι εργάτες την συγκεκριμένα ημέρα. Στο σημείο υπήρχε και το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], με το οποίο όχημα μεταφέρονταν οι εργάτες στο σημείο. Ο Κατηγορούμενος 1, υπάλληλος της Κατηγορούμενης 3, ήταν οδηγός του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] και για το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] υπεύθυνος οδηγός ήταν άλλος υπάλληλος της εταιρείας.
Το απόγευμα στις 6/6/2022 όταν ο Κατηγορούμενος 1 μετέβηκε στα γραφεία της εταιρείας στην Λεμεσό ενημέρωσε τον Κατηγορούμενο 2 ότι το πρωινό της ίδιας ημέρας τον σταμάτησε αρμόδιος λειτουργός του Τμήματος Οδικών Μεταφορών λόγω του ότι οδηγούσε το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ]. Ο Κατηγορούμενος 2 τον επίπληξε για το εν λόγω θέμα, καθ’ ότι δεν είναι υπεύθυνος να οδηγεί το εν λόγω όχημα, και τότε ο Κατηγορούμενος 1 τον ενημέρωσε ότι οδήγησε το όχημα για να μεταβεί σε κοντινό περίπτερο. Ο Κατηγορούμενος 2 ανέφερε ότι δεν ενημερώθηκε ποτέ από τον Μ.Κ.1 για το εν λόγω περιστατικό, και πρώτη φορά ενημερώθηκε για την κατηγορία όταν έλαβε την κλήση του υπό εκδίκαση κατηγορητηρίου.
Β. Αξιολόγηση Μαρτυρίας
Έχω παρακολουθήσει με προσοχή όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την μαρτυρία τους, έχοντας την ευκαιρία να παρακολουθήσω τις αντιδράσεις τους, φυσικές ή αφύσικες, τον τρόπο που απαντούσαν, τη νευρικότητα ή την επιφυλακτικότητά τους, ή την ιδιοσυγκρασία που εκδήλωσαν, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές που έχει καθιερώσει η σχετική νομολογία (βλ. Αυξεντίου v. Διγκλη (2007) 1 ΑΑΔ 1367, Χάρης Χρίστου v. Ευγενείας Khoreva (2002) 1 AAΔ 454, Παπαδοπούλου v Αστυνομίας (2007) 2 ΑΑΔ 173).
Είναι καλά γνωστό ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται απ' όλες τις πλευρές στο Δικαστήριο, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μικροσκοπικά, αλλά μέσα στο συνολικό της πλαίσιο, με όλα τα πιθανά επακόλουθα που μπορεί να επιφέρει. Έτσι στην αξιολόγηση της μαρτυρίας που παρουσιάζεται, το Δικαστήριο, που έχει την ευκαιρία να ακούσει και να παρακολουθήσει τους μάρτυρες που καταθέτουν, έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποδεχθεί ολόκληρη ή μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να ενεργήσει ανάλογα (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109).
Σημειώνεται ότι η αξιολόγηση δεν έχει περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά συσχετίστηκε, τέθηκε σε αντιπαράθεση και διερευνήθηκε με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (βλ. Στυλιανίδης v Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056 και Mustafa v Κακουρή κ.α (2002) 1 ΑΑΔ 165).
Μ.Κ.1
Όπως προκύπτει από την μαρτυρία του Μ.Κ.1, όλες οι αναφορές του, με εξαίρεση την θέση του ότι στις 7/6/2022 ενημέρωσε τον Κατηγορούμενο 2 τηλεφωνικώς ότι θα καταγγελθεί, αποτελούν γεγονότα τα οποία προκύπτουν ως αδιαμφισβήτητα από τον χειρισμό των μερών κατά την ακροαματική διαδικασία, και ένεκα τούτου δεν χρήζει αξιολόγησης η μαρτυρία του Μ.Κ.1 επί αυτών (βλ. Κυριακίδης ν Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική Έφεση αρ. 185/2012, 19/04/2018, ECLI:CY:AD:2018:A179).
Σε σχέση με το αμφισβητούμενο ζήτημα του αν ο Μ.Κ.1 τηλεφώνησε στον Κατηγορούμενο 2 την επόμενη ημέρα, δεν έχω πεισθεί για το αληθές του ισχυρισμού αυτού λόγω της διαφοράς της ημερομηνίας όπου παρουσιάζεται στα Τεκμήρια 1 και 2. Συγκεκριμένα αναγράφεται η ημερομηνία 6/6/2022, ενώ η θέση του Μ.Κ.1 κατά την μαρτυρία του ήταν ότι τηλεφώνησε του Κατηγορούμενου 2 στις 7/6/2022. Δημιουργούνται ερωτηματικά γιατί και στα δύο έγγραφα αναγράφηκε η ημερομηνία 6/6/2022, παρά το ότι αφορούν γεγονότα που έλαβαν χώρα, ως ισχυρίστηκε ο Μ.Κ.1, στις 7/6/2022. Ως εκ των ανωτέρω, δεν αποδέχομαι ως αληθή την μαρτυρία του Μ.Κ.1 για αυτό το ζήτημα.
Κατηγορούμενος 2
Ο Κατηγορούμενος 2 θεωρώ ότι κατέθεσε αντικειμενικά και αμερόληπτα. Κατά την αντεξέταση του απαντούσε αυθόρμητα και με αμεσότητα και ο λόγος του ήταν σταθερός. Κρίνω ότι ήταν αληθής η θέση του ότι δεν είχε ενημερωθεί από τον Μ.Κ.1 ότι θα καταγγέλετο για τα υπό εξέταση αδικήματα. Σε κανένα σημείο της μαρτυρίας του δεν διαπίστωσα οποιεσδήποτε αντιφάσεις, οι οποίες να δημιουργούν ρήγματα στα όσα ανάφερε και ως εκ τούτου κρίνω ότι μπορώ να βασιστώ στην μαρτυρία του μάρτυρα αυτού, για αυτό την αποδέχομαι στην ολότητα της.
Γ. Ευρήματα Δικαστηρίου
Υπό το φως της πιο πάνω αξιολόγησης της μαρτυρίας που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, καθώς και από την τεθείσα ενώπιον μου αποδεκτή έγγραφη μαρτυρία, αλλά και από τα αδιαμφησβήτητα γεγονότα ως έχουν προκύψει μέσω του χειρισμού των συνηγόρων των μερών κατά την ακροαματική διαδικασία, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση:
Ο Κατηγορούμενος 1 στις 6/6/2022 εργοδοτείτο από την Κατηγορούμενη 3 εταιρεία ως οδηγός. Ο Κατηγορούμενος 2 κατά τους ουσιώδεις χρόνους ήταν διευθυντής της Κατηγορούμενης 3. Στις 6/6/2022 ο Κατηγορούμενος 1 οδηγούσε το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], ιδιοκτησίας της Κατηγορούμενης 3, στον παλιό δρόμο Λεμεσού – Πάφου, παρά τα Κούκλια της επαρχίας Πάφου, χωρίς να ευρίσκεται σε ισχύ πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης, που αφορά ευθύνη οδηγού του αναφερόμενου οχήματος έναντι τρίτου και χωρίς να είναι κάτοχος ισχύουσας άδειας οδήγησης κατηγορίας Γ και χωρίς να τοποθετήσει την κάρτα ψηφιακού ταχογράφου στην συσκευή.
Οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 όταν προσλαμβάνουν κάποιο οδηγό του αναθέτουν συγκεκριμένο όχημα για να κατέχει και να οδηγεί σύμφωνα με την άδεια οδήγησης της κατηγορίας όπου κατέχει, και προς τούτο υπάρχει σχετικό πρωτόκολλο. Ο Κατηγορούμενος 1 την υπό κρίση ημέρα ήταν κάτοχος ισχύουσας άδεια οδήγησης κατηγορίας Β, και ήταν εξουσιοδοτημένος από την Κατηγορούμενη 3, να οδηγεί το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], για το οποίο χρειάζετο άδεια οδήγησης κατηγορίας Β. Η Κατηγορούμενη 3 είχε αναθέσει σε άλλο υπάλληλο της την οδήγηση του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ], ο οποίος κατείχε άδεια οδήγησης κατηγορίας Γ, και οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 την υπό κρίση ημέρα και ώρα δεν γνώριζαν ότι ο Κατηγορούμενος 1 οδήγησε το εν λόγω όχημα, για το οποίο δεν ήταν εξουσιοδοτημένος από αυτούς.
Δ. Βάρος Απόδειξης
Σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, το βάρος της απόδειξης σωρευτικής συνύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος το έχει η Kατηγορούσα Aρχή, με υψηλότατο επίπεδο απόδειξης, δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Εναπόκειται στην Κατηγορούσα Αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (βλ. Φλουρής v. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ 401).
Η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδείξει, με αποδεκτή μαρτυρία, την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. Sener Erbekci v. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ 434). Εάν στο τέλος της υπόθεσης μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του Κατηγορούμενου, τότε αυτό θα πρέπει να αποφασισθεί υπέρ του και να απαλλαγεί της κατηγορίας.
Η πεμπτουσία της ποινικής δίκης είναι η θεμελιακή αρχή ότι η καταδίκη είναι επιτρεπτή μόνο όταν αναδύεται, ασφαλής, ως αποτέλεσμα κρυστάλλινης και χωρίς λογική αμφιβολία δικανικής πεποίθησης (βλ. ΧΧ ΧΧ ν Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 294/2018, ημερομηνίας 19/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:B474).
Ε. Νομική Πτυχή – Τέταρτη Κατηγορία
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β) του Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμος του 2000 (96(Ι)/2000), ως ίσχυε κατά τους ουσιώδης χρόνους, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να προκαλεί ή να επιτρέπει σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να χρησιμοποιεί μηχανοκίνητο όχημα σε οδό, εκτός αν βρίσκεται σε ισχύ, σχετικά με τη χρήση του από το άλλο αυτό πρόσωπο, τέτοιο ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου.
Επομένως για την υπό εξέταση κατηγορία θα πρέπει να αποδειχθεί ότι οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 προκάλεσαν ή επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να χρησιμοποιήσει το όχημα, χωρίς να βρίσκεται σε ισχύ ασφαλιστήριο που να καλύπτει την ευθύνη οδηγού έναντι τρίτου.
Η προϋπόθεση της ύπαρξης γνώσης εκ μέρους του προσώπου που επιτρέπει, όπως και στις περιπτώσεις συνεργού, έχει εφαρμογή ακόμη και στις περιπτώσεις όπου το κύριο αδίκημα είναι απόλυτης ευθύνης (βλ. Pavlos Zenonos General Motors Ltd v Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 5, Callow v. Tillstone [1900] 83 LT 411). Σαφέστατα η έννοια της πρόκλησης ή του να επιτρέψεις είναι ευρύτερη από αυτή της ιδιοκτησίας, καθ’ ότι και πρόσωπο άλλο από τον ιδιοκτήτη μπορεί να προκαλέσει ή να επιτρέψει να χρησιμοποιηθεί μηχανοκίνητο όχημα χωρίς να ευρίσκεται σε ισχύ ασφαλιστήριο (βλ. Lloyd v. Singleton (1953) 1 All.E.R 291).
Το να επιτρέπει ή να προκαλεί κανείς, απαιτεί θετική ενέργεια, επομένως απόδειξη προγενέστερης γνώσης είναι απαραίτητη. Σύμφωνα και με την αγγλική νομολογία, αποτελεί υπεράσπιση ενός εργοδότη αν έθεσε στον εργοδοτούμενο του ως προϋπόθεση της οδήγησης του οχήματος την ύπαρξη ασφαλιστήριου που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου (βλ. Baugh v Crago [1975] RTR 453). Όπως επίσης έχει νομολογηθεί, όταν άτομο χρησιμοποιεί όχημα ενάντια στις ρητές οδηγίες άλλου ατόμου να το χρησιμοποιήσει, το τελευταίο δεν μπορεί να βρεθεί ένοχο ότι επέτρεψε την χρήση του οχήματος (βλ. Sheldon Deliveries v Willis [1972] RTR 217).
Σχετική επί του θέματος είναι επίσης η απόφαση Michalakis Othonos v The Police (1972) 2 CLR 58. Παραθέτονται σχετικά αποσπάσματα της απόφασης:
«It is to be observed that the issue of knowledge arises indirectly on the interpretation of the word "permits", and in this type of offence of permitting an act to be done, the burden is imposed on the defendant by the terms of our law to establish to the satisfaction of the Court that the offence was committed without his knowledge and was not due to any act or omission on his part».
…………………..
«We are in agreement with counsel that the trend of authorities in England is that, if the charge is of permitting an act to be done, knowledge of the facts must be established. Permitting, of course, imports state of mind, and a person cannot permit without having knowledge of the facts which are to be permitted».
Σε μετάφραση:
«Πρέπει να παρατηρηθεί ότι το ζήτημα της γνώσης προκύπτει έμμεσα από την ερμηνεία της λέξης «επιτρέπει», και σε αυτό το είδος αδικήματος που επιτρέπει την τέλεση μιας πράξης, το βάρος μεταφέρεται στον κατηγορούμενο από τους όρους του δικαίου μας να αποδείξει, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, ότι το αδίκημα διαπράχθηκε εν αγνοία του και δεν οφειλόταν σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη εκ μέρους του».
……………………..
«Συμφωνούμε με τον συνήγορο ότι η νομολογιακή τάση στην Αγγλία είναι ότι, εάν η κατηγορία αφορά την τέλεση μιας πράξης, πρέπει να αποδειχθεί η γνώση των γεγονότων. Το να επιτρέπεις, φυσικά, εισάγει μια νοητική κατάσταση, και ένα άτομο δεν μπορεί να επιτρέψει χωρίς να γνωρίζει τα γεγονότα που πρέπει να επιτραπούν».
Όπως προκύπτει από την μαρτυρία του Κατηγορούμενου 2 και τα ευρήματα του Δικαστηρίου, οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 δεν είχαν γνώση της οδήγησης του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ] από τον Κατηγορούμενο 1 κατά την υπό κρίση ημέρα και ώρα. Καμία τέτοια μαρτυρία δεν προσκομίστηκε. Επίσης καμία μαρτυρία δεν προσκομίστηκε έστω ότι οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 είχαν υποψίες ότι το εν λόγω όχημα θα οδηγείτο από άλλο οδηγό. Αντιθέτως, οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 κατά την εργοδότηση κάποιου υπαλλήλου του ανέθεταν συγκεκριμένο όχημα για να οδηγεί. Επομένως δεν έχουν παρουσιαστεί γεγονότα που να υποστηρίζουν ότι οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 προκάλεσαν ή επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να χρησιμοποιήσει το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], χωρίς να βρίσκεται σε ισχύ ασφαλιστήριο που να καλύπτει την ευθύνη οδηγού έναντι τρίτου.
Η ιδιοκτησία του οχήματος από την Κατηγορούμενη 3, και η ιδιότητα του Κατηγορούμενου 2 ως διευθυντή της Κατηγορούμενης 3 από μόνα τους δεν αρκούν για να στοιχειοθετηθεί η διάπραξη του αδικήματος.
Στην βάση λοιπών των όσων εκτίθενται ανωτέρω, η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε την τέταρτη κατηγορία και οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 απαλλάσσονται και αθωώνονται σε αυτήν.
ΣΤ.Νομική Πτυχή – Πέμπτη Κατηγορία
Ως προκύπτει από τις λεπτομέρειες της πέμπτης κατηγορίας, οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 κατηγορούνται ότι επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να οδηγεί το εν λόγω όχημα χωρίς να είναι κάτοχος ισχύουσας άδειας οδήγησης κατηγορίας Γ.
Ωστόσο, στην έκθεση αδικήματος αναγράφονται τα άρθρα 8(1) και 49(1)(α) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμος του 2001 (94(Ι)/2001) τα οποία αφορούν τα αδικήματα της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς ισχύουσα άδεια οδήγησης και της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς την έκδοση άδειας οδήγησης για την συγκεκριμένη κατηγορία οχήματος αντίστοιχα.
Τα άρθρα τα οποία είναι σχετικά με το αδίκημα του επιτρέπειν σε άλλον να οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα χωρίς το εν λόγω πρόσωπο να κατέχει την απαραίτητη άδεια οδήγησης είναι τα άρθρα 8(3) και 49(6) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμος του 2001. Τα εν λόγω άρθρα δεν παρατίθενται στην έκθεση αδικήματος, ούτε αιτήθηκε η Κατηγορούσα Αρχή την τροποποίηση του κατηγορητηρίου.
Όπως διαφάνηκε κατά το πέρας της υπόθεσης για την κατηγορία, το κατηγορητήριο είναι ουσιαστικά ελαττωματικό, ενόψει της μαρτυρίας όπου είχε προσκομιστεί από την Κατηγορούσα Αρχή για την πέμπτη κατηγορία που αποδίδεται στους Κατηγορούμενους 2 και 3.
Σύμφωνα με το άρθρο 85(4) του Κεφ. 155, αν στο τέλος της δίκης το Δικαστήριο είναι της γνώμης ότι έχει αποδειχτεί με μαρτυρία ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε ποινικό αδίκημα ή ποινικά αδικήματα που δεν περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο και για τα οποία δεν δύναται να καταδικαστεί χωρίς τροποποίηση του κατηγορητηρίου το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την προσθήκη στο κατηγορητήριο κατηγορίας ή κατηγοριών εναντίον του κατηγορούμενου για τέτοιο ποινικό αδίκημα ή ποινικά αδικήματα. Σύμφωνα με την υπόθεση Κυριάκου ν Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 458 για την εφαρμογή του άρθρου 85(4) πρέπει να συντρέχουν οι εξής τέσσερις προϋποθέσεις σωρευτικά:
(α) Με την προσαχθείσα μαρτυρία πρέπει να αποδεικνύεται η διάπραξη από τον κατηγορούμενο ποινικού αδικήματος που δεν περιλαμβάνεται στο κατηγορητήριο.
(β) Είναι αδύνατη η καταδίκη του κατηγορουμένου για το εν λόγω αδίκημα χωρίς την τροποποίηση του κατηγορητηρίου.
(γ) Με την καταδίκη του για το εν λόγω αδίκημα ο κατηγορούμενος δεν υπόκειται σε ποινή μεγαλύτερη εκείνης που θα μπορούσε να του είχε επιβληθεί αν καταδικαζόταν βάσει του αρχικού κατηγορητηρίου.
(δ) Η μεταβολή του κατηγορητηρίου δε θα επηρέαζε δυσμενώς τον κατηγορούμενο στην υπεράσπισή του.
Όπως διαφαίνεται από τα άρθρα 49(1) και 49(6) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμος του 2001, οι ποινές που προβλέπονται είναι διαφορετικές. Συγκεκριμένα για το αδίκημα του άρθρου 49(6) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμος του 2001 προβλέπεται μεγαλύτερη ποινή από εκείνη του άρθρου 49(1) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμος του 2001. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο το Δικαστήριο δεν δύναται να ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια και να προσθέσει κατηγορία στην βάση του άρθρου 85(4) του Κεφ. 155.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, ο Κατηγορούμενος 1 ήταν το άτομο το οποίο οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα χωρίς να είναι κάτοχος άδειας οδήγησης κατηγορίας Γ, και όχι οι Κατηγορούμενοι 2 και 3. Ως εκ τούτου η πέμπτη κατηγορία υπόκειται σε απόρριψη και οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 απαλλάσσονται και αθωώνονται σε αυτή.
Ακριβώς λόγο της απαλλαγής και αθώωσης των Κατηγορούμενων 2 και 3 και στις δύο κατηγορίες που αντιμετωπίζουν κρίνεται περιττή η εξέταση της εισήγησης της Υπεράσπισης περί παραβίασης του δικαιώματος δίκαιης δίκης των Κατηγορούμενων 2 και 3.
(Υπογρ.)……………………………….
Λ. Χατζηξενοφώντος, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο