
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ - ΠΑΦΟΥ
ΤΜΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ: ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Γ. Χρ. Παγιάση, Προέδρου
Αίτηση αρ. Ε124/2022
ΜΕΤΑΞΥ:
Ρένα Παναγιώτου, από τη Λεμεσό
Αιτήτρια
και
M. Fast Renovations & Constructions Ltd, από τη Λεμεσό
Καθ’ ης η αίτηση
Αίτηση ημερομηνίας 03/04/2025 για αντεξέταση του μάρτυρα των Καθ’ ων
Ημερομηνία: 30/06/2025
Για την Αιτήτρια: κ. Κ. Τούμπας
Για την Καθ' ης η Αίτηση: κ. Ζ. Νικολαΐδης
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Δια της υπό τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο Εναρκτήριας Αίτησης, η Αιτήτρια αξιώνει την ανάκτηση της κατοχής του επίδικου υποστατικού, κατ’ επίκληση οχληρίας και διαρκούς ενόχλησης. Το επίδικο υποστατικό αφορά ένα ισόγειο κατάστημα επί της Δέσποινας και Νίκου Παττίχη, στη Λεμεσό, το οποίο χρησιμοποιείται ως χώρος πώλησης οικοδομικών υλικών.
Τα γεγονότα που εκτίθεται προς υποστήριξη του αιτήματος για ανάκτηση της κατοχής, αναλύονται, ως επί το πλείστον, στην παράγραφο «Δ.» υπό (4)(Γ)(α-ζ). Η Αιτήτρια προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι οι Καθ’ ων, οι αντιπρόσωποι και οι πελάτες τους, καταχρώνται τους χώρους στάθμευσης πέριξ του Υποστατικού, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανυπόφορη η διαβίωση των γονέων της, η οποίοι διαμένουν στην οικία άνωθεν του επίδικου καταστήματος. Επιπρόσθετα, καταλογίζεται στους Καθ’ ων, μεταξύ πολλών άλλων, «απρεπής» και «εκβιαστική» συμπεριφορά έναντι των ηλικιωμένων γονέων της Αιτήτριας, συμπεριφορά η οποία επιβαρύνει την ήδη βεβαρημένη κατάσταση της υγείας τους. Η δε ενοικίαση περιγράφεται και ως «ψυχαναγκαστική» για την Αιτήτρια. Ο επί της ουσίας αντίλογος των Καθ’ ων συνοψίζεται στο ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας είναι αποκύημα της φαντασίας της και ότι εκείνοι, στην πραγματικότητα, είναι «θύμα παρενόχλησης από την αιτήτρια και την οικογένεια της». Προστίθεται, ότι τα πραγματικά της κίνητρα είναι αλλότρια και σχετίζονται με την επιθυμία της Αιτήτριας να ενοικιάσει σε άλλους το επίδικο υποστατικό, με ψηλότερο ενοίκιο.
Η υπόθεση προωθήθηκε με βάση τη διαδικασία της ταχείας εκδίκασης της Δ.30 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Δόθηκαν συναφώς οδηγίες για την κατά σειρά καταχώριση εγγράφως της μαρτυρίας των διαδίκων. Η μαρτυρία της πλευράς της Ιδιοκτήτριας/Αιτήτριας καταχωρήθηκε στις 12/09/2024. Η μαρτυρία της πλευράς των Καθ’ ων/Ενοικιαστών, καταχωρήθηκε στις 24/10/2024.
ΙΙ. Η ΕΠΙΔΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΝΣΤΑΣΗ.
(α) Η επίδικη Αίτηση.
Αφού μεσολάβησαν δύο αναβολές της ακρόασης, στις 12/12/2024 και στις 19/03/2025, στις 03/04/2025, και ενώ η υπόθεση ήταν ορισμένη εκ νέου για ακρόαση στις 07/04/2025, καταχωρήθηκε η επίδικη αίτηση (στο εξής: «η Αίτηση») μέσω της οποίας αξιώνεται:
«
Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να διατάζει την παρουσία του κ. Μιλτιάδη Παναγίδη, ενόρκως δηλών στην γραπτή μαρτυρία υπό μορφή ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 24/10/2024 και η οποία καταχωρήθηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση, στα πλαίσια της αίτησης με αριθμό 124/2022, για αντεξέταση σε ότι αφορά το περιεχόμενο των παραγράφων 4, 5, 6, 10, 12, 13, 15, 17 και 18, σε οποιαδήποτε μέρα και ώρα το Δικαστήριο ήθελε διατάξει.
Β. Οποιαδήποτε περαιτέρω και/ή άλλη θεραπεία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογη και δίκαια.
Γ. Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης, πλέον έξοδα επίδοσης.
»
Η Αίτηση υποστηρίζεται από δικηγορική ένορκη δήλωση, μέσω της οποίας υποστηρίζεται ω η αντεξέταση είναι αναγκαία διότι οι θέσεις του αναπτύσσονται στη μαρτυρία του Μιλτιάδη Παναγίδη «δυνατόν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο» και αναφέρονται τα συγκεκριμένα 9 αποσπάσματα από τις αντίστοιχες παραγράφους για τις οποίες επιδιώκεται η αντεξέταση. Υποβάλλεται ότι η έγκριση του αιτήματος δεν θα προκαλέσει καθυστέρηση, αντιθέτως θα εξυπηρετήσει τις ανάγκες τις διαδικασίας και θα οδηγήσει στην αποκρυστάλλωση και διευκρίνιση ορισμένων ζητημάτων.
(β) Η επίδικη Ένσταση.
Το αίτημα προσέκρουσε σε ένσταση της άλλης πλευράς ημερομηνίας 05/05/2025, η οποία εδράζεται στους εξής λόγους:
«
1. Η Αίτηση είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη και καταχρηστική, για μεταξύ άλλων τους ακόλουθους λόγους:
1.1. Δεν περιλαμβάνεται η ορθή νομική βάση στην αίτηση η οποία δίδει δικαιοδοσία στο Δικαστήριο να προχωρήσει στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και να ασκήσει τις εξουσίες του.
1.2. Η Αίτηση καταχωρήθηκε σε αντίθεση και κατά παράβαση των προνοιών της Δ.30 θ.7β και συγκεκριμένα η αίτηση καταχωρήθηκε την προηγούμενη της ημερομηνίας κατά την οποία η Κυρίως αίτηση ήταν ορισμένη για γραπτές αγορεύσεις και όχι 30 ημέρες πριν ως προνοούν ξεκάθαρα οι Θεσμοί πολιτικής δικονομίας σε υποθέσεις ταχείας εκδίκασης ως η παρούσα.
1.3. Η αίτηση καταχωρήθηκε με υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση, δηλαδή 6 μήνες μετά την καταχώρηση της Γραπτής μαρτυρίας από τον Καθ’ ου η αίτηση και η οποία καταχωρήθηκε στις 24/10/2024.
2. Η Αιτήτρια δεν προσφέρει θετική μαρτυρία ως προς τον τρόπο που θα εξυπηρετηθεί η διαδικασία και με ποιον τρόπο η αντεξέταση θα είναι υποβοηθητική και διευκρινιστική για την διαδικασία.
2.1. Προβάλλεται γενικά και αόριστα χωρίς προσδιορισμό ότι η μαρτυρία πιθανόν να παραπλανήσει το δικαστήριο, χωρίς συγκεκριμένες αναφορές και αιτιολόγηση και καμία διασαφήνιση επί τούτων δεν προσφέρεται από την Αιτήτρια.
2.2. Τα σημεία τα οποία ζητείται η αντεξέταση είναι πλήρως επεξηγημένα στην γραπτή μαρτυρία και δεν δικαιολογεί η Αιτήτρια τον ακριβή τρόπο με τον οποίο θα βοηθήσει η αντεξέταση επί των συγκεκριμένων σημείων. Τα σημεία είναι ξεκάθαρα πλην όμως δεν είναι της αρεσκείας της Αιτήτριας.
3. Η Αίτηση είναι καταχρηστική και μοναδικό σκοπό έχει την καθυστέρηση της εκδίκασης και την ταλαιπωρία του Καθ’ ου η αίτηση λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος από την συμπλήρωση της μαρτυρίας, δηλαδή την 24/10/2024 μέχρι και την 03/04/2025 και ειδικότερα λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση ήταν ορισμένη για γραπτές αγορεύσεις στις 19/03/2025, ημερομηνία κατά την οποία απουσίαζε το Δικαστήριο.
4. Η Αιτήτρια δεν καταδεικνύει με ποιο τρόπο η αντεξέταση θα βοηθήσει το δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσο ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έξωση που επιζητεί η αιτήτρια.
5. Ενώπιον του Δικαστηρίου υπάρχει όλο το απαραίτητο υλικό εντός των δηλώσεων και των τεκμηρίων για να επιτραπεί στο Δικαστήριο να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.
6. Ο μοναδικός λόγος της παρούσας αίτησης είναι η επιδίωξη της αιτήτριας να εκμαιεύσει και να ψαρέψει μαρτυρία και να καλύψει τα κενά της δήλωσης μαρτυρίας της ημερομηνίας 12/09/2024.
7. Η Ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή σαν μαρτυρία καθώς γίνεται από δικηγόρο ο οποίος εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο που αντιπροσωπεύει την Αιτήτρια και δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τα όσα αναφέρει στη δήλωση του ή να έχει προσωπική γνώση και περαιτέρω η πρακτική αυτή δεν είναι αποδεκτή μορφή μαρτυρίας από το Ανώτατο Δικαστήριο και τη Νομολογία του.
8. Η όλη προσπάθεια αποτελεί κλασσική περίπτωση κατάχρησης της διαδικασίας και είναι πλήρως αόριστη, αντινομική και σε αντίθεση με τους θεσμούς.
»
Η Ένσταση υποστηρίζεται και αυτή από ένορκη δήλωση του ίδιου του προσώπου που ζητείται η αντεξέτασή του, μέσω της οποίας αναπαράγονται οι λόγοι ένστασης και υποστηρίζεται ότι μέσω της επιδιωκόμενης διαδικασίας επιχειρείται να διορθωθούν παραλείψεις της πλευράς της Αιτήτριας και να δημιουργηθούν εντυπώσεις.
(γ) Η ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης.
Η ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης έλαβε χώρα στις 17/06/2025 οπόταν οι συνήγοροι των διαδίκων παρουσίασαν και υιοθέτησαν γραπτά κείμενα της επιχειρηματολογίας τους. Στο ειδικό περιεχόμενο των εν λόγω εγγράφων θα αναφερθώ μόνο εφόσον κρίνω σκόπιμο.
ΙΙΙ. ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ.
Γενικώς ομιλούντες, η αντεξέταση ενόρκως δηλούντα, δεν αποτελεί κεκτημένο δικαίωμα της άλλης πλευράς, αλλά ζήτημα που εναπόκειται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου. Σχετικό αίτημα μπορεί να απορριφθεί ακόμη και εάν οι διάδικοι συμφωνούν για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Στην υπόθεση Αναφορικά με τον Λευτέρη Μήλου κ. α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 280, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«
Δεν έχει αμφισβητηθεί, και ορθά, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να μην εκδώσει το διάταγμα για αντεξέταση παρά τη σύμφωνη προς τούτο γνώμη και του ίδιου του καθ’ ου στην αίτηση εκείνη Κ. Γαβριηλίδη, με δεδομένο ότι η αίτηση στηριζόταν στη Δ.39, θ.1 η οποία και παρέχει διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να εγκρίνει ή να απορρίψει την αίτηση ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της. (δέστε Annual Practice 1958 σελ. 865 και Halsbury’s Laws of England 3η έκδ. Τόμος 21, σελ. 418-419 παρ. 878)
»
Και εφόσον πρόκειται για αίτημα που εναπόκειται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία επιβάλλεται να ασκείται δικαστικά και όχι αυθαίρετα, το Δικαστήριο θα πρέπει να πεισθεί ότι υφίσταται κάποιος καλός λόγος για την έκδοση του διατάγματος. Ο προσδιορισμός του τι ακριβώς συνιστά «καλό λόγο», είναι ζήτημα που κρίνεται κατά περίπτωση. Σχετικά, στη Κοκκίνου ν. Κοκκίνου Έφεση αρ. 29/2014, ημερομηνίας 03/11/2016, η οποία όμως αφορούσε αίτημα για καταχώριση συμπληρωματικής μαρτυρίας, λέχθηκε ότι: «”Καλός λόγος” προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.» Η φύση της διαδικασίας εντός της οποίας επιχειρείται να ασκηθεί η αντεξέταση αποτελεί σημαντικό στοιχείο συνυπολογισμού. Για παράδειγμα, από σαφώς καλύτερο εφαλτήριο ξεκινά ένα αίτημα για αντεξέταση επί γραπτής μαρτυρίας[1] σε διαδικασία ταχείας εκδίκασης με βάση τη Διαταγή 30, παρά αντίστοιχη αξίωση που αφορά ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα επί της οποίας δεν χωρεί ουσιαστική αξιολόγηση των εκατέρωθεν θέσεων.
Η Διαταγή 30 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας,[2] αποσκοπούσα στην επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών,[3] εισήγαγε στη δικονομία τον διαχωρισμό των αστικών υποθέσεων σε δύο κατηγορίες, την «ακροαματική» και την «ταχεία» εκδίκαση (Δ.30. θ. 6). Στη δεύτερη περίπτωση, η διαδικασία της ακρόασης διεκπεραιώνεται με την εκατέρωθεν καταχώριση έγγραφης μαρτυρίας[4] και μόνο κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται είτε η αντεξέταση, είτε η παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας. Στον θεσμό αρ. 7 της νέας Διαταγής 30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, διαλαμβάνονται τα ακόλουθα:
«
7. Το Δικαστήριο δύναται να εκδίδει για τις υποθέσεις που καλύπτονται από την παρ. 6 ανωτέρω, κατ' εξαίρεση και μόνο, διαταγή ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από διάδικο ή μάρτυρα που ήδη κατέθεσε εγγράφως τη μαρτυρία του ή στην περίπτωση της υποπαραγράφου (γ) κατωτέρω ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από μάρτυρα που δεν κατέθεσε εγγράφως τη μαρτυρία του στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όπου το Δικαστήριο κρίνει αυτεπαγγέλτως ότι επιβάλλεται η εξέταση ή αντεξέταση του διαδίκου ή του μάρτυρα.
(β) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική εξέταση ή αντεξέταση οποιουδήποτε μάρτυρα είτε του ιδίου, είτε του αντιδίκου του.
(γ) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική μαρτυρία οποιουδήποτε μάρτυρα του ιδίου που ένεκα της ιδιότητας του ή του αντικειμένου της μαρτυρίας του δεν υπήρχε η δυνατότητα να κατονομαστεί ενωρίτερα ή να καταγραφεί η κατάθεση του.
(δ) Το αίτημα καταχωρείται γραπτώς στο Πρωτοκολλητείο με ειδοποίηση προς τους υπόλοιπους διαδίκους και ορίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου για προφορική παράσταση σε χρόνο που το Δικαστήριο καθορίζει.
Στο αίτημα καθορίζεται απαραιτήτως το όνομα του διαδίκου ή μάρτυρα του οποίου η προφορική παρουσίαση απαιτείται, εκείνο το μέρος της μαρτυρίας επί της οποίας καθίσταται αναγκαία η προφορική εξέταση, ο λόγος και η αναγκαιότητα της προφορικής εξέτασης ή αντεξέτασης, καθώς και ο χρόνος που απαιτείται για την προφορική αυτή εξέταση.
(ε) Το Δικαστήριο αφού ακούσει τους διαδίκους, ασκεί αναλόγως τη διακριτική του ευχέρεια και εκδίδει αυθημερόν και με συνοπτική αιτιολογία διάταγμα προφορικής παρουσίασης του διαδίκου ή μάρτυρα για σκοπούς διευκρίνισης της μαρτυρίας του:
Νοείται ότι ο χρόνος που καθορίζεται για την εξέταση ή αντεξέταση κάθε διάδικου ή μάρτυρα δεν θα υπερβαίνει τα 30 λεπτά, αλλά το Δικαστήριο κατά τη διακριτική του ευχέρεια δύναται κατά την εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας να επεκτείνει ανάλογα το χρόνο.
» (ο τονισμός των λέξεων είναι του Δικαστηρίου)
Επειδή όμως η διαδικασία «της ταχείας εκδίκασης» προβλέπει ότι η μαρτυρία προσφέρεται εγγράφως, δίχως δηλαδή προηγουμένως να δίδεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα να ελέγξει την αποδεκτότητά της, έχει ταυτόχρονα προβλεφθεί ότι η εν λόγω μαρτυρία οφείλει να «είναι σε συμφωνία με τους ισχυρισμούς γεγονότων που περιέχονται στο κλητήριο ένταλμα, στην έκθεση απαίτησης ή την υπεράσπιση ή στην ανταπαίτηση, αναλόγως της περιπτώσεως».[5] Υπαγορεύεται συναφώς, ότι η έγγραφη μαρτυρία πρέπει να συντάσσεται δίχως πλατειασμούς ή άσχετα ή μη καλυπτόμενα από τα δικόγραφα γεγονότα, η παρείσφρηση των οποίων, δίδει το δικαίωμα στο Δικαστήριο όχι μόνο να απαγορεύσει, είτε την κυρίως εξέταση, είτε την αντεξέταση,[6] αλλά και να καταδικάσει με την ανάλογη διαταγή εξόδων εκείνον τον διάδικο που επιχειρεί να εισαγάγει τέτοιου είδους μη αποδεκτή μαρτυρία.[7]
Μνεία μπορεί να γίνει και στον Κανονισμό 4 του περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1983, όπου προβλέπεται:
«
4.(α) Οι πρόνοιες του περί Δικαστηρίου Νόμου και οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Θεσμοί τυγχάνουν εφαρμογής αναφορικά με την κλήτευση και παρουσία μαρτύρων. Μάρτυρας δεν είναι υποχρεωμένος να απαντήσει σε ερώτηση η οποία κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου τείνει να τον ενοχοποιήσει. Οι διάδικοι παρουσιάζουν μαρτυρία και προσάγουν αποδεικτικά στοιχεία με τη σειρά που προβλέπεται στους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Θεσμούς. Μάρτυρες εξετάζονται, αντεξετάζονται και επανεξετάζονται όπως προνοείται από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας.
(β) Μάρτυρας δεν είναι υποχρεωμένος να απαντήσει σε ερώτηση η οποία κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου τείνει να τον ενοχοποιήσει.
(γ) Το Δικαστήριο έχει δικαίωμα να υποβάλει ερωτήσεις σε μάρτυρες προς διεξαγωγή της αναγκαίας έρευνας για επίλυση της διαφοράς. Το δικαστήριο έχει επίσης δικαίωμα, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, να καλέσει ή επανακαλέσει μάρτυρα προς διεκπεραίωση και συμπλήρωση της έρευνας.
»
IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.
Ως προαναφέρεται, το δικαίωμα αντεξέτασης στις διαδικασίες ταχείας εκδίκασης, με βάση τη Διαταγή 30(7) των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας οι οποίοι τυγχάνουν εφαρμογής, αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα. Και προϋπόθεση για την έγκρισή του είναι η αίτηση να υποβληθεί «τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση». Τούτη η προϋπόθεση, ως προκύπτει από την προπαρατεθείσα πορεία της διαδικασίας, δεν έχει τηρηθεί, εξ ου και ο αντίστοιχος λόγος ένστασης. Συνεπώς, η αίτηση είναι εκ προοιμίου νομικά αβάσιμη και ως τέτοια θα απορριφθεί. Δεν έχω παραβλέψει ότι ο συνήγορος της Αιτήτριας επικαλείται στην αγόρευσή του άλλη απόφαση τούτου του Δικαστηρίου, για να εισηγηθεί το αντίθετο. Τα γεγονότα όμως εκείνης της υπόθεσης ήταν παντελώς διαφορετικά. Κατ’ αρχάς, εκεί η καθυστέρηση ήταν 6 ημερών και όχι 6 μηνών όπως εν προκειμένω. Το δε ζήτημα της συμμόρφωσης με την προθεσμία των 30 ημερών, δεν είχε τεθεί καν ως λόγος ένστασης. Επίσης, εκείνη η αίτηση αφορούσε διαδικασία που έλαβε χώρα εν μέσω της πανδημίας του Κορωνιού, τότε δηλαδή που οι συνθήκες επέβαλλαν την ελαστικότητα έναντι της αυστηρής τήρησης των δικονομικών προθεσμιών.
Εν πάση όμως περιπτώσει, ούτε επί της ουσίας αποκαλύπτεται οποιοσδήποτε καλός λόγος για την έγκριση του αιτήματος. Η έγκρισή του θα προκαλέσει περαιτέρω και αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σε μια ήδη παλιά υπόθεση αυτού του Δικαστηρίου. Το όφελος από την έγκριση του αιτήματος, θα είναι μηδενικό. Ως ορθώς εισηγείται η ενοικιαστική πλευρά, οι αιτιάσεις της πλευράς της Αιτήτριας για την έγκριση της αντεξέτασης, εξαντλούνται σε γενικότητες. Ειδικότερα, το ενδεχόμενο παραπλάνησης του Δικαστηρίου, εάν δεν γίνει η ζητούμενη αντεξέταση, δεν καταδεικνύεται. Επιπλέον, αξιώνεται, αντινομικά, η αντεξέταση επί νομικών θεμάτων (παρ. 4) καθώς και ισχυρισμών του ενόρκως δηλούντα που απλώς χαρακτηρίζει ως γενική και αόριστη τη μαρτυρία της Αιτήτριας (παρ. 10). Έτι περαιτέρω, όλα όσα ζητείται σήμερα η αντεξέταση, αποτελούν μετουσίωση των δικογραφημένων ισχυρισμών των Ενοικιαστών, θέσεις οι οποίες ήταν υπόψιν της Αιτήτριας και όφειλε να τις αντιμετωπίσει εκ των προτέρων, μέσω της δικής της μαρτυρίας, όπως για παράδειγμα, εάν η επικαλούμενη στην Κυρίως Αίτηση οχληρία έχει μετουσιωθεί στη λήψη οποιωνδήποτε ποινικών μέτρων έναντι των Καθ’ ων. Ο συνήγορος της Ιδιοκτήτριας, εισηγείται ακόμη, ότι εάν δεν καταχωρούσε την παρούσα αίτηση «θα ήταν σαν να δεχόταν την θέση της Καθ’ ης η Αίτηση στη μαρτυρία του ΜΠ» καθώς και ότι το αίτημα για ανάκτηση κατοχής λόγω οχληρίας, αφορά μια «τόσο σπάνια αίτηση» γεγονός που αυτοτελώς, πάντα σύμφωνα με την εισήγηση, καταδεικνύει, άνευ ετέρου, την ύπαρξη καλού λόγου για την έγκριση του αιτήματος αντεξέτασης. Ευσεβάστως αποκλίνω. Για την έκδοση διατάγματος ανάκτησης κατοχής με βάση το άρθρο 11 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, ο αιτών, στο πλαίσιο απόσεισης του βάρους απόδειξης της υπόθεσής του, φέρει την απαρέγκλιτη υποχρέωση να παρουσιάσει συγκεκριμένη και πειστική[8] μαρτυρία, ανεξαρτήτως της επί μέρους βάσης επί της οποίας ο λόγος έξωσης στηρίζεται. Συνακόλουθα, η έκδοση διατάγματος αντεξέτασης σε διαδικασία ταχείας εκδίκασης, δεν μπορεί να αποτελεί διέξοδο για τα όποια τυχόν αποδεικτικά κενά στην μαρτυρία της ιδιοκτησιακής πλευράς, δίχως βεβαίως να προκαταβάλλεται ότι εδώ πρόκειται για μια τέτοια περίπτωση.
Ως εκ των ανωτέρω, το αίτημα δεν θα βοηθήσει στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Συνεπώς, δεν προκύπτει καλός λόγος για να επιτραπεί η αιτηθείσα αντεξέταση. Δεν χρειάζεται να λεχθεί οτιδήποτε άλλο. Η Αίτηση θα απορριφθεί.
V. ΚΑΤΑΛΗΞΗ.
Η αίτηση απορρίπτεται. Οι λόγοι Ένστασης 1, 2 και 4 έχουν έρεισμα.
Τα δικαστικά έξοδα, ακολουθούν το αποτέλεσμα και επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων ως υπολογιστούν από τη Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας της Κυρίως Αίτησης.
Η Κυρίως Αίτηση ορίζεται για ακρόαση, με γραπτές αγορεύσεις, στις 25/09/2025 ώρα 11:00.
(Υπ.)………………………………………….
Γ. Χρ. Παγιάσης
Πρόεδρος
Πιστό Αντίγραφο
Γραμματέας
[1] Για τη σημασία και τις συνέπειες λόγω παράλειψης αντεξέτασης κατά την κυρίως ακροαματική διαδικασία, δείτε: Frederickou Schools Co Ltd κ.α. ν. Acuac Inc (2002) 1Γ ΑΑΔ 1527.
[2]Η παρούσα Κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε πριν να τεθούν σε ισχύ οι νέοι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας του 2023.
[3] Ο απώτερος σκοπός τόσο της νέας Διαταγής 25 όσο και της νέας Διαταγής 30 είναι η αντιμετώπιση των καθυστερήσεων στην απονομή της Δικαιοσύνης με την έγκαιρη, ουσιαστική και αποτελεσματική επίλυση όλων των προδικαστικών ζητημάτων πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, διότι, όπως επισημάνθηκε και στη Ρέα Ανδρονίκου κ.α. ν. Επιτροπή του Σχεδίου Ταμείου Συντάξεων κλπ, Πολιτική Έφεση Αρ. 168/2010 ημερ. 24/02/2016, στις μέρες μας παρατηρείται επίταση «του φαινομένου να παραμερίζεται η εκδίκαση της αγωγής, χάριν ενδιαμέσων διαδικασιών». Δείτε και Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2019, ημερομηνίας 18/3/2019, όπου λέχθηκε ότι: «Η Δ.30, όπως τροποποιήθηκε, στόχο έχει τη γρηγορότερη και ευχερέστερη διεξαγωγή των ακροάσεων των πολιτικών υποθέσεων και προς τούτο ασκείται η εξουσία του Δικαστηρίου».
[4] Όσον αφορά τη δυνατότητα παρουσίασης μαρτυρίας μέσω ένορκης δήλωσης, σχετική είναι η Διαταγή 39 θ. 1, όπου αναφέρεται: «Upon an application evidence may be given by affidavit; but the Court or a Judge may, on the request of either party, order the attendance of the deponent for cross-examination». Η δε Δ.48 θ.4(2), η οποία αφορά ενδιάμεσες διαδικασίες προνοεί ότι: «Το Δικαστήριο, ή Δικαστής, μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ένορκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρούμενης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.» Ο προσδιορισμός του τι ακριβώς συνιστά «καλό λόγο», είναι ζήτημα που κρίνεται κατά περίπτωση. Σχετικά, στη Κοκκίνου ν. Κοκκίνου Έφεση αρ. 29/2014, ημερομηνίας 03/11/2016, λέχθηκε ότι: « «Καλός λόγος» προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.»
[5] Δείτε: Διαταγή 30 θ. 5 (5)(iii).
[6] Δείτε: Διαταγή 30 θ. 5 (5)(v).
[7] Δείτε: Διαταγή 30 θ. 5 (5)(vi).
[8] Δείτε: Κόσμος Λτδ ν. Φυλακτού Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 1086.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο