REGIAS MANAGEMENT LIMITED ν. PILAVAS & SILVESTROS LTD, Αίτηση αρ. Ε68/22, 30/10/2025
print
Τίτλος:
REGIAS MANAGEMENT LIMITED ν. PILAVAS & SILVESTROS LTD, Αίτηση αρ. Ε68/22, 30/10/2025

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ - ΠΑΦΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ: ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Παγιάση, Προέδρου

                                                                                                                                                            Αίτηση αρ. Ε68/22

ΜΕΤΑΞΥ:

                                  REGIAS MANAGEMENT LIMITED (HE 345237), εκ Λεμεσού

                                                                                                   Αιτητές

και

PILAVAS & SILVESTROS LTD (HE 329088),  εκ Λεμεσού

                                                                                                             Καθ’ ων η αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 24/04/2025

(για τροποποίηση της Κυρίως Αίτησης)

 

Ημερομηνία: : 30/10/2025

Για τoυς Αιτητές: κα Τζ. Ζήνωνος για J. Zenonos & Associates LLC

Για τους Καθ' ων η Αίτηση: κ. Λ.Μ. Κωστακόπουλος για Π.Ν. ΚΟΥΡΤΕΛΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε.

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

Ι.        ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΔΙΚΟΓΡΑΦΑ.

Η Κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε στις 16/08/2022. Μέσω αυτής αξιώνεται η ανάκτηση της κατοχής του υποστατικού που περιγράφεται στην παράγραφο Α της Κυρίως Αίτησης (στο εξής: «το Υποστατικό»). Ως λόγος έξωσης προβάλλεται η πρόθεση για διενέργεια «ουσιαστικών και ριζικών αλλαγών»,  κατ’ επίκληση, προφανώς του άρθρου 11(1)(η)(iii) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου (Ν. 23/83).  

Στην Απάντηση και Ανταπαίτησή τους, οι Καθ’ ων η Αίτηση αμφισβητούν το αίτημα, σε πολλαπλά επίπεδα.

Μετά την έκδοση της Κλήσεως για Οδηγίες, έγινε αποκάλυψη εγγράφων και εν συνεχεία η υπόθεση ταξινομήθηκε ως εμπίπτουσα εντός της διαδικασίας της ακροαματικής εκδίκασης, με βάση τη Διαταγή 30 των  Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Καταχωρήθηκαν κατάλογοι και συνόψεις μαρτυριών και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση. Αφού μεσολάβησαν αλλεπάλληλες αναβολές της κυρίως ακροαματικής διαδικασίας, καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση.

ΙΙ.      Η ΑΙΤΗΣΗ, Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΑΚΡΟΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ.

(α)     Η επίδικη Αίτηση.

Μέσω της παρούσας Αίτησης τροποποίησης, οι Αιτητές/Ιδιοκτήτες αξιώνουν: 

«

Α.       Την προσθήκη της πιο κάτω παραγράφου, μετά την παράγραφο Δ (δ) των ουσιαστικών γεγονότων που υποστηρίζουν την αίτηση και ανάλογη μεταρρύθμιση των λοιπών παραγράφων:-

«Δ. (δ). Έπειτα από την έκδοση της άδειας οικοδομής ως αναφέρεται πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι δεν κατέστη δυνατή η επίλυση των διαφορών μεταξύ των διαδίκων, οι Αιτητές προχώρησαν σε εναλλακτικά σχέδια για τη διενέργεια ανοικοδόμησης, επιδιορθώσεων, ανακαινίσεων, μετατροπών για τη συντήρηση και/ή βελτίωση του επίδικου ακινήτου.  Συγκεκριμένα οι Αιτητές προχώρησαν σε διαδικασίες προς προκήρυξη του επίδικου ακινήτου ως διατηρητέο.  Με βάση το Κ.Δ.Π 320/2023 το Ακίνητο κηρύχθηκε διατηρητέο και οι Αιτητές καταχώρησαν αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας με βάση τροποποιημένα σχέδια τ’ οποία εγκρίθηκαν από την αρμόδια αρχή με βάση τον Διατηρητέων Οικοδομών Νόμου 240(Ι)2002 όπως έχει τροποποιηθεί.  Ο Αιτητής επιφυλάσσεται να παρουσιάσει τις σχετικές ανακοινώσεις, αιτήσεις και άδειες κατά τη δικάσιμο.  Οι Αιτητές έχουν την οικονομική δυνατότητα να ανακαινίσουν και/ή να αναγείρουν το αιτούμενα δια την καινούργια πολεοδομική αίτηση Ακίνητο και επιφυλάσσονται να παρουσιάσουν σχετικούς λογαριασμούς και οικονομικές καταστάσεις προς αυτό κατά τη δικάσιμο». 

»

 

Το αίτημα τους, δικονομικώς, βασίζεται στη Διαταγή 25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Ως προς τα γεγονότα, υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση εξουσιοδοτημένης  τους υπαλλήλου, η οποία, μεταξύ άλλων, εξηγεί ότι ο στόχος της επίδικης αίτησης είναι να «διασωθεί η παρούσα διαδικασία» διότι από την καταχώριση της Κυρίως Αίτησης έχουν προκύψει «νέα δεδομένα» και συγκεκριμένα, το επίδικο υποστατικό έχει κηρυχθεί διατηρητέο και συνεπεία αυτής της εξέλιξης οι Αιτητές καταχώρησαν στις 19/12/2023 αίτηση για λήψη πολεοδομικής άδειας, δια της οποίας αιτούνται άδεια για «αποκατάσταση διατηρητέας οικοδομής».

(β)     Η Ένσταση.

Η άλλη πλευρά ενίσταται στο να επιτραπεί η αιτούμενη τροποποίηση. Εγείρει τους ακόλουθους λόγους ένστασης:

«

1.         Η σκοπούμενη τροποποίηση συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και/ή απόπειρα πλαγιοκόπησης του υφιστάμενου πλαισίου της διαφοράς ως έχει μέχρι τούδε διαμορφωθεί μετά από παρατεταμένη εκκρεμοδικία.

2.         Eπιδιώκεται να εισαχθεί νέος λόγος έξωσης, εισαγωγή του οποίου σε αυτό το προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας δεν δικαιολογείται και/ή αποβαίνει κρίσιμη για την πορεία της δίκης.

3.         Με την αιτούμενη τροποποίηση δεν επιχειρείται απλή τροποποίηση του υφιστάμενου δικογράφου, αλλά η εισαγωγή γεγονότων που αφορούν σε νέα θεραπεία - νέο λόγο έξωσης, επί τη βάσει του άρθρου 11(η)(iv) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, και κατ' επέκταση, επιχειρείται η διεύρυνση των νομικών και πραγματικών πλαισίων της δίκης.

4.         Αποτέλεσμα πιθανής έγκρισης της σκοπούμενης τροποποίησης και συνεπώς εισαγωγής νέας θεραπείας, θα είναι η διεύρυνση των πλαισίων της δίκης σε βαθμό τέτοιο ώστε να είναι αναπόφευκτος ο επαναπροσδιορισμός των επιδίκων θεμάτων, πράγμα ανεπίτρεπτο, χωρίς να υφίστανται και/ή να πληρούνται οι νομικές προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος, ήτοι η αποστολή τετράμηνης ειδοποίησης αναφορικά με τον λόγο έξωσης του άρθρου 11(η)(iv) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου.

5.         Η Αίτηση υποβάλλεται με υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση ενώ η διαδικασία ευρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο κι αφού έχει ήδη εκτεθεί η γραμμή υπεράσπισης των Καθ’ ων η Αίτηση.

6.         Μέσω της σκοπούμενης τροποποίησης, οι Αιτητές προσπαθούν να τροποποιήσουν την απαίτηση τους για να καλύψουν κενά και αδυναμίες της υπόθεσης τους που προέκυψαν λόγω διαφοροποίησης των γεγονότων, ήτοι να διασώσουν την διαδικασία παρόλο που έχουν ουσιαστικά εγκαταλείψει τους υφιστάμενους λόγους έξωσης που περιέχονται στην Αίτηση Έξωσης τους.

7.         Σκοπείται η εισαγωγή γεγονότων και ισχυρισμών οι οποίοι ήταν γνωστοί στους Αιτητές τουλάχιστον από τον Δεκέμβριο του έτους 2023, δηλαδή από προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας της παρούσας υπόθεσης, αλλά παρόλα αυτά άφησαν να διαρρεύσει χρονικό διάστημα περί των 18 μηνών και να εξελίσσεται δικονομικά η διαδικασία, χωρίς να προβούν σε διάβημα τροποποίησης νωρίτερα και χωρίς να ενημερώσουν σχετικά τους Καθ’ ων η Αίτηση και το Σεβαστό Δικαστήριο.

8.         Η έκταση της αιτούμενης τροποποίησης δεν δικαιολογείται με βάση την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και/ή η αιτούμενη τροποποίηση θα επηρεάσει δυσμενώς τα δικαιώματα των Καθ’ ων η Αίτηση κατά τρόπο που δεν μπορεί να αποζημιωθεί με χρήματα, προκαλώντας μεγάλη ταλαιπωρία και ανεπανόρθωτη  βλάβη στα δικαιώματα τους.

9.         Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος τροποποίησης και/ή έγκριση της αίτησης προκαλεί εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία αλλά και μεταβολή του πλαισίου της δίκης.

10.       Η επίδικη αίτηση προκαλεί καθυστέρηση στην πιθανότητα ομαλής εξέλιξης της διαδικασίας και της ακροαματικής διαδικασίας και επηρεάζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο  δικαίωμα των Εναγόμενων για εκδίκαση της αγωγής σε εύλογο χρόνο, κατά παράβαση του άρθρου 30(2) του Συντάγματος.

11.       Τυχόν έγκριση του αιτήματος θα πλήξει ανεπανόρθωτα όχι μόνο τα συμφέροντα των Καθ’ ων η Αίτηση, αλλά και της δικαιοσύνης, που είναι συνυφασμένα με τη βεβαιότητα των διαδίκων για το αντικείμενο της δίκης και λογική προσδοκία για τον χρόνο αποπεράτωσης της.

12.       Δεν δικαιολογείται επαρκώς ή και καθόλου η προβολή των νέων γεγονότων τα οποία ουσιαστικά ισοδυναμούν με προσθήκη νέας θεραπείας (ως το Άρθρο 11(η)(iv) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου) στο προχωρημένο αυτό στάδιο και/ή ουδεμία εξήγηση δίδεται στην Αίτηση και/ή στην υποστηρικτική αυτής Ένορκη Δήλωση και/ή ουδεμία βάσιμη δικαιολογία προβάλλεται που να δικαιολογεί την έγκριση αυτής.

13.       Το ισοζύγιο της δικαστικής ευχέρειας κλίνει ξεκάθαρα υπέρ της μη έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

»

Τα γεγονότα επί των οποίων βασίζονται τα προαναφερόμενα, εκτίθενται σε ένορκη δικηγορική δήλωση, λόγω του χαρακτηριζόμενου ως αμιγώς νομικού χαρακτήρα της ένστασης. Μέσω της ένορκης δήλωσης, ανάμεσα σε άλλα, ανακυκλώνονται οι λόγοι ένστασης και γίνεται αναφορά στο ιστορικό της διαδικασίας, με ειδική αναφορά στο περιεχόμενο των επιστολών που απέστειλαν οι Αιτητές στους Καθ’ ων πριν την έγερση της παρούσας κυρίως διαδικασίας.

(γ)        Η ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης.

Δεν ζητήθηκε η αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων.

Η ακρόαση[1] της Αίτησης έλαβε χώρα στις 24/09/2025 δια της καταχώρισης έγγραφων επιχειρηματολογιών, τις οποίες μελέτησα με προσοχή, πλην όμως στο ειδικό περιεχόμενο των διαφορετικών εισηγήσεων θα γίνει αναφορά μόνο στο μέτρο που κριθεί σκόπιμο. Η απόφαση του Δικαστηρίου επιφυλάχθηκε την ίδια μέρα.

ΙΙΙ.      ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ.

Η εξουσία του παρόντος Δικαστηρίου να επιληφθεί αιτήματος τροποποίησης βασίζεται στους περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς 9 και 12 σε συνδυασμό με τη Διαταγή 25 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών[2] η οποία εφαρμόζεται αναλογικά στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.

Πριν από την τελευταία τροποποίηση της Διαταγής 25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η τροποποίηση δικογράφου ήταν ζήτημα που ενέπιπτε κυρίως στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με κυρίαρχο στοιχείο αξιολόγησης το συμφέρον της δικαιοσύνης, οι δε καλά γνωστές επί του θέματος αρχές[3] έδειχναν ότι οι τροποποιήσεις κατά κανόνα επιτρέπονταν, εκτός όπου διαπιστωνόταν υπέρμετρη ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κακοπιστία, ζημιά ή αδικία η οποία δεν μπορούσε να αποζημιωθεί με ανάλογη διαταγή για έξοδα.  Πλέον, με την υφιστάμενη διατύπωση της Διαταγής 25, το δικαίωμα για τροποποίηση έχει διαβαθμίσεις. Στα αρχικά στάδια της διαδικασίας το δικαίωμα για τροποποίηση είναι κατ’ ουσίαν αναφαίρετο, αφού πριν την επίδοση, αλλά και άπαξ μετά την επίδοση αυτής, παρέχεται η δυνατότητα στον Ενάγοντα/Αιτητή να διορθώσει έγκαιρα τα όποια σφάλματα και/ή ατέλειες του δικογράφου του, δίχως καν ο αντίδικός του να μπορεί να ενστεί σε τέτοια εξέλιξη.

Το σημείο καμπής είναι η καταχώριση (ή παρέλευση 15 ημερών από την καταχώριση, αναλόγως της περίπτωσης) της Κλήσης για Οδηγίες, οπόταν πλέον η δυνατότητα για τροποποίηση περιορίζεται δραστικά, αφού  στη νέα Διαταγή 25 θ.1 παρ. 3 ορίζεται ότι μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται, με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας ή εφόσον προκύπτουν νεοφανή γεγονότα. Το σχετικό κείμενο της νέας Διαταγής 25, έχει ως εξής:[4]

«

(1)      Μετά την καταχώριση αλλά πριν την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος, ο ενάγων δύναται οποτεδήποτε χωρίς να λάβει προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου να τροποποιήσει το κλητήριο ένταλμα του. Προς τούτο καταχωρείται τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα με ανάλογη ένδειξη:

Νοείται ότι σε περίπτωση περισσότερων εναγομένων, επίδοση κλητηρίου εντάλματος εννοείται σε οποιοδήποτε εξ αυτών.

(2)      Μετά την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος και πριν την έκδοση από τον ενάγοντα της Κλήσης για Οδηγίες σύμφωνα με τη Διαταγή 30, επιτρέπεται άπαξ η τροποποίηση του χωρίς άδεια του Δικαστηρίου. Σε τέτοια περίπτωση καταχωρούνται τα τροποποιημένα δικόγραφα με ανάλογη ένδειξη:

Νοείται ότι, όπου ο ενάγων καταχωρεί τροποποιημένο κλητήριο ή έκθεση απαίτησης, ο εναγόμενος καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση, ανάλογα με την περίπτωση, τροποποιημένη έκθεση υπεράσπισης. Όπου ο εναγόμενος τροποποιεί το δικόγραφο του, ο ενάγων καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση του, τροποποιημένη απάντηση, όπου χρειάζεται.

Νοείται ότι, όπου η έκδοση της κλήσης οδηγιών καταχωρείται από διάδικο ταυτόχρονα με τη συμπλήρωση της δικογραφίας, τότε η άπαξ τροποποίηση χωρίς άδεια του Δικαστηρίου δύναται να γίνει εντός περαιτέρω περιόδου 15 ημερών.

(3)      Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεµία τροποποίηση επιτρέπεται µε εξαίρεση το εκ παραδροµής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα µη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρισης του κλητηρίου εντάλµατος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.

»

Το νέο αυτό πλαίσιο, μετά δηλαδή το στάδιο της Κλήσης για οδηγίες, ουδεμία σχέση έχει με το καθεστώς που ίσχυε παλαιότερα. Ο συντάκτης της αναθεωρημένης διατύπωσης της Διαταγής 25, στοχεύοντας την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων στην απονομή της Δικαιοσύνης, επέβαλε ένα αυστηρότατο πλαίσιο για την έγκριση των αιτημάτων που υποβάλλονταν σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας. Το μέσο για να επιτευχθεί ο εν λόγω σκοπός ήταν ο εξοβελισμός της επικρατούσας αλλά προβληματικής πρακτικής, δια της οποίας κατά κανόνα εγκρίνονταν οι τροποποιήσεις, κατ’ επίκληση της χαρακτηριζόμενης ως «φιλελεύθερης» δικονομικής προσέγγισης, διεργασία όμως που οδηγούσε, αφενός αντί στην επίλυση, στη διαιώνιση της εκκρεμοδικίας και αφετέρου, στο «να παραμερίζεται η εκδίκαση της αγωγής, χάριν ενδιαμέσων διαδικασιών».[5]

Εξ ου πλέον, τόσο η αναφορά σε «εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας» όσο και η περίπτωση νέων δεδομένων µη υπαρκτών «κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρισης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας», αφορούν επιφυλάξεις, δηλαδή εξαιρέσεις από τον βασικό κανόνα.  Σημειώνεται συναφώς, ότι με βάση τους κανόνες ως προς την ερμηνεία των επιφυλάξεων/εξαιρέσεων (provisos),[6] οι εν λόγω εξαιρέσεις υπόκεινται στη βασική διάταξη, δεν την επεκτείνουν, ούτε δημιουργούν αυτοτελείς κανόνες δικαίου που να οδηγούν στην ακύρωση του ουσιαστικού και σαφούς απαγορευτικού κανόνα που θέτει η εν λόγω Διαταγή.

ΙV.     ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.

Με βάση το πιο πάνω νομικό και πραγματικό πλαίσιο, είναι σαφές ότι η επίδικη αίτηση δεν μπορεί να πετύχει. 

Η ιδιοκτησιακή πλευρά αναφέρει ότι μέσω της σκοπούμενης τροποποίησης,  επιδιώκεται να «διασωθεί η παρούσα διαδικασία». Όμως η διαδικασία τροποποίησης δικογράφων δυνάμει της Διαταγής 25, θεμελιακά δεν λειτουργεί με αυτόν τρόπο. Αγώγιμο δικαίωμα που δεν υπήρχε κατά την καταχώριση της Κυρίως Αίτησης, δεν μπορεί να ενταχθεί στη διαδικασία δια τροποποίησης.[7] Συναφώς, στην Ετήσια Δικονομική Πρακτική του 1958, σελ. 627, Amendment, Particular Instances, New Case, υποδεικνύεται:

«

Τhe Court will not refuse [……] But it will do so where […] or where the cause of action sought to be introduced by the amendment did not exist at the date of the writ

»

Αυτά αρκούν για την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης.

Ακολούθως και μάλλον πλεοναστικά, θα εξηγηθεί γιατί ούτε επί της ουσίας, υπό το φως της τροποποιημένης Διαταγής 25, η επίδικη αίτηση μπορεί να πέτυχει.

Είναι αναντίλεκτο ότι η επίδικη αίτηση υποβάλλεται μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες. Συνεπώς, σε αυτό το προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας, με βάση τα διαλαμβανόμενα στη νέα Δ.25 θ.1 παρ.3, θα πρέπει να ικανοποιείται είτε η προϋπόθεση του «εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της δικογραφίας» είτε των «νέων δεδομένων µη υπαρκτών κατά τη λήψη των οδηγιών» για καταχώριση της Απάντησης των Ενοικιαστών.

Εν προκειμένω, το αίτημα εδράζεται στη δεύτερη περίπτωση. Οι σχετικές όμως προϋποθέσεις για έγκρισή του, δεν ικανοποιούνται.  Διότι, ο τρόπος με τον οποίο η ιδιοκτησιακή πλευρά αντιλαμβάνεται τα «νέα δεδομένα µη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών» για την καταχώριση της Κυρίως Αίτησής της, δεν υιοθετείται από το Δικαστήριο. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η αναφορά σε «υπαρκτό», πέραν ότι πρέπει να θεμελιώνεται επί γεγονότων και όχι επί μαρτυρίας που θα παρουσιαστεί προς απόδειξη της υπόθεσης,[8] παραπέμπει σε αυτό που υπάρχει, που έχει υπόσταση, που αποτελεί στοιχείο της πραγματικότητας,[9] έννοια που σχετίζεται με ανύπαρκτα δεδομένα κατά την καταχώρηση της δικογραφίας. Όχι με δεδομένα υπαρκτά, αλλά άγνωστα στον αιτούντα την τροποποίηση. Ούτε με δεδομένα που είτε για λόγους αμέλειας είτε άγνοιας, δεν δικογραφήθηκαν δεόντως. Κατά μείζονα λόγο, το κριτήριο επιβάλλεται να είναι αντικειμενικό. Άλλως πως, οδηγούμαστε στην καταστρατήγηση του σκοπού της εν λόγω Διαταγής. Δηλαδή, δεν νοείται το «υπαρκτό» να συναρτάται με τον χρόνο που ο διάδικος επιλέγει να ενεργήσει, ούτε βεβαίως με «δεδομένα» που ο ίδιος ο διάδικος δημιουργεί, είτε προς ενίσχυση της θέσης του, είτε αποσκοπώντας στην τροποποίηση του δικογράφου του, είτε για να «διασώσει» μια υπόθεση που έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, είτε άλλως πως. Εν προκειμένω, τα ισχυριζόμενα «νέα δεδομένα», ήτοι η εκτέλεση έργων σε διατηρητέα οικοδομή, τα δημιούργησαν οι ίδιοι οι Ιδιοκτήτες, καταχωρώντας στις 19/12/2023 σχετική αίτηση για λήψη πολεοδομικής σχετικής άδειας «για αποκατάσταση διατηρητέας οικοδομής».  Κατά συνέπεια, η αιτούμενη τροποποίηση δεν μπορεί να εγκριθεί, κατ’ επίκληση «νέων δεδομένων µη υπαρκτών κατά τη λήψη των οδηγιών» για την καταχώριση της Κυρίως Αίτησης.

Εν πάση περιπτώσει, το αίτημα ελέγχεται και ως προς τη λυσιτέλεια[10] του.  Ακόμη και να υπήρχε τρόπος να επιτραπεί η τροποποίηση, ό,τι επιχειρείται να εισαχθεί δεν αρκεί για την έκδοση του αιτούμενου νέου διατάγματος. Τούτο διότι, απαρέγκλιτη προϋπόθεση για την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος δυνάμει του άρθρου 11 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, είναι να προηγηθεί η αποστολή αντίστοιχης κατάλληλης προειδοποιητικής επιστολής, μέσω της οποίας να δίδεται η ανάλογη προειδοποίηση προς συμμόρφωση. Μόνο αφότου παρέλθει η προβλεπόμενη στον Νόμο προθεσμία, δημιουργείται το αντίστοιχο δικαίωμα για καταχώριση Αίτησης για ανάκτηση κατοχής. Το σχετικό απόσπασμα από τη Σαββάκη ν. Παναγιώτου, Πολιτική Έφεση αρ. 285/2015, ημερομηνίας 22/01/2025, έχει αυτόδηλο περιεχόμενο:

«

Ο Νόμος 23/1983 προβλέπει, ειδικά, σε περιπτώσεις έξωσης, ότι της καταχώρησης της ανάλογης αίτησης, πρέπει να προηγηθεί η επίδοση προς το θέσμιο ενοικιαστή, γραπτής προειδοποίησης ως προς τον αιτούμενο λόγο έξωσης. Αν κάτι τέτοιο δεν συμβεί, όπως έχει καταδειχθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η ίδια η αίτηση είναι απορριπτέα, στη βάση αυτή και μόνο, (βλ. Νεοφύτου ν. Τσιαππαρή, (2007) 1 Α.Α.Δ. 14 και Παπά ν. Οικονομίδου κ.α. (2012) 1 Α.Α.Δ. 928). Επομένως, υπό το πρίσμα και της σχετικής νομολογίας, η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ορθή.

»

Θυμίζω ότι το άρθρο 11(1)(η)(iii) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου (Ν. 23/83) επί του οποίου βασίζεται η Κυρίως Αίτηση, αφορά τις «ουσιώδεις σημαντικές αλλαγές που συνεπάγονται την ουσιαστική και σημαντική μετατροπή του για σκοπούς αξιοποίησης του». Η «εκτέλεση έργων σε διατηρητέα οικοδομή» αφορά το επόμενο άρθρο 11(1)(η)(iv) του Νόμου. Κατά συνέπεια, η τροποποίηση αφορά διαφορετικό λόγο έξωσης, για τον οποίο δεν δόθηκε, ούτε ήταν καν δυνατόν[11] να δοθεί, η εκ του Νόμου υποχρεωτική προειδοποίηση, προς τον θέσμιο ενοικιαστή. 

Επιπροσθέτως και ανεξαρτήτως των πιο πάνω, παρατηρείται και αδικαιολόγητη καθυστέρηση για την καταχώριση της παρούσας αίτησης για τροποποίηση. Υπενθυμίζω συναφώς ότι, με βάση το άρθρο 5 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, το παρόν Δικαστήριο είναι συνοπτικής φύσης και η ταχύτητα αποτελεί προσδιοριστικό στοιχείο για την αποτελεσματική του λειτουργία. Με βάση δε το θεμελιώδες άρθρο 4 του ίδιου Νόμου, ο σκοπός της παρούσας δικαιοδοσίας είναι η επί της ουσίας επίλυση, μεθ’ όλης της λογικής ταχύτητας, των αναφυόμενων διαφορών. Η ολοκλήρωση της αναγκαίας έρευνας το συντομότερο είναι το πρωταρχικό κριτήριο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του παρόντος Δικαστηρίου.[12] Το αίτημα υποβλήθηκε σε πολύ προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας. Συνεπώς, η έγκριση της επίδικης αίτησης ουδόλως θα βοηθήσει στη γοργή διεκπεραίωση της υπόθεσης, τουναντίον θα προκαλέσει οπισθοδρόμηση, αδικαιολόγητη περιπλοκή και καθυστέρηση στην ολοκλήρωση όλης της διαδικασίας, γεγονός που δεν συνάδει με τον συνοπτικό χαρακτήρα της δικαιοδοσίας αυτής.

Ως εκ των ανωτέρω, η επίδικη αίτηση δεν μπορεί έχει επιτυχή κατάληξη.

Οι λόγοι ένστασης έχουν έρεισμα.

Η Αίτηση θα απορριφθεί.

V.      ΚΑΤΑΛΗΞΗ.

Ως εκ τούτου, η Ένσταση επιτυγχάνει, η παρούσα Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Ενοικιαστών/Καθ’ ων στην Κυρίως Αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τη Γραμματέα του Δικαστηρίου και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας της Κυρίως Αίτησης.

 

                                                (Υπ.)………………………………………….

        Γ. Χρ. Παγιάσης

           Πρόεδρος

 

Πιστό Αντίγραφο

Γραμματέας



[1] Σημειώνεται ότι, επειδή η υπό εξέταση αίτηση αφορά αμιγώς νομικό ζήτημα που δεν άπτεται της ουσίας της υπόθεσης, κατ’ εφαρμογή των διαλαμβανομένων στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο και τους σχετικούς περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς, αποφάσισα ότι η παρουσία Παρέδρων δεν είναι αναγκαία και το Δικαστήριο συνεδρίασε με μονομελή σύνθεση.

[2] Η Κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε πριν να τεθούν σε εφαρμογή οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας του 2023.

[3] Στη Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1 (E) Α.Α.Δ. 33 συνοψίζονται οι σχετικές αρχές.

[4] Επίσης, με βάση τη Δ.25 θ. 5 «το Δικαστήριο µπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο και µε τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, ως θα έκρινε δίκαιο, να τροποποιήσει οποιοδήποτε ελάττωµα ή λάθος σε οποιαδήποτε διαδικασία, όλες δε οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνονται µε σκοπό τον καθορισµό του πραγµατικού ζητήµατος ή επίδικου θέµατος, το οποίο εγείρεται από ή κατά τη διαδικασία». Όσον αφορά δε τα γραφικά λάθη σε δικόγραφα, με βάση τη Δ.25 θ. 6, μπορούν σε οποιοδήποτε χρόνο να διορθωθούν ανάλογα με τη φύση και έκταση του λάθους από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης, γραπτής ή προφορικής, χωρίς δικαίωμα έφεσης. Διευκρινίζεται συναφώς στη Δ.25 θ. 7 ότι «οι διατάξεις της Δ.25 εφαρµόζονται κατ' αναλογία και στις διαδικασίες που λαµβάνονται στα Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας ανεξαρτήτως του τρόπου έναρξης της διαδικασίας σ’ αυτά και οι έννοιες του κλητηρίου και της αγωγής στις Δ.25, θα διαβάζονται ανάλογα».

[5] Δείτε: Ρέα Ανδρονίκου κ.α. ν. Επιτροπή του Σχεδίου Ταμείου Συντάξεων κλπ, Πολιτική Έφεση Αρ. 168/2010 ημερ. 24/02/2016.

[6] Για τους κανόνες ερμηνείας επιφυλάξεων δείτε: Γεωργίου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ 883.

[7] Δείτε: Σοφοκλέους ν. Στυλιανού (1992) 1Α Α.Α.Δ 81 και Eshelby v. Federated European Bank (1932) 1 K.B. 254.

[8] Οι κανονισμός 8(β) έχει ως εξής: «Η απάντηση εκθέτει τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία υποστηρίζουν την υπόθεση του καθ' ου η αίτηση». Αντιστοίχως, η Δ. 19 θ. 4 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίαςορίζει:«Every pleading shall contain, and contain only, a statement in a summary form of the material facts on which the party pleading relies for his claim or defence, as the case may be, but not the evidence by which they are to be proved, and shall, when necessary, be divided into paragraphs, enumbered consecutively. Dates, sums, and enumbers shall be expressed in figures and not in words. The pleadings shall be signed by the advocate, or by the party, if he sues or defends in person.»

[9] Δείτε: Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γεώργιου Μπαμπινιώτη, 4η έκδοση, σελ. 2012.

[10] Όπως αναφέρεται στη σελίδα 627 της Ετήσιας Δικονομικής Πρακτικής του 1958 (Annual Practice): «The Court will always look at the materiality of the proposed amendment (Wood v. Earl of Durhman 21 Q. B. D. 501). An inconsistent or useless amendment will not be allowed (Sinclair v. James, [1894] 3 Ch. P. 557; Durham v. Robertson,  [1898] 1 Q.B. p. 774; Bevan v. Barnett, 13 T. L. R. 310)».

[11] Το σχετικό Διάταγμα Διατήρησης δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα μόλις στις 06/10/2023. 

[12] Δείτε: Μιχαλάκης Δ. Δράκος & Σία ν. Αργυρίδη (1989) 1 ΑΑΔ 162, A.C.T. Textiles ν. Zodhiatis (1986) 1 C.L.R. 89


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο