Χ. Μ ν. Σ. Τ, Αρ. Αίτησης: 20/2019, 22/5/2025
print
Τίτλος:
Χ. Μ ν. Σ. Τ, Αρ. Αίτησης: 20/2019, 22/5/2025

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.

Αρ. Αίτησης:  20/2019

Μεταξύ:

Χ. Μ,

Αιτήτριας

                                                                  Και

 

Σ. Τ,

Καθ’ ου η αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 4/03/2025

Ημερομηνία:  22 Μαΐου, 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια: Αργυρού και Κωνσταντίνου Δ.Ε.Π.Ε

Για τον Καθ’ ου η αίτηση: Λουκάς Π. Λουκά Δ.Ε.Π.Ε

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Αιτήτρια καταχώρησε εναρκτήρια αίτηση με την οποία αξιώνει την απόδοση σε αυτή του μέρους εκείνου της αύξησης της περιουσίας του Καθ’ ου η αίτηση η οποία αποκτήθηκε πριν το γάμο των διαδίκων με την προοπτική του γάμου και/ή μετά το γάμο των διαδίκων και προέρχεται από τη συμβολή και/ή συνεισφορά της, καθώς επίσης και την έκδοση άλλων συναφή διαταγμάτων.

 

Μετά την καταχώρηση της κλήσης για οδηγίες και την έκδοση συναφή οδηγιών και πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, η Αιτήτρια  καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση με την οποία αξιώνει:

«Α.      Την τροποποίηση της Αιτούμενης Θεραπείας ως ακολούθως:

1.    Με την αντικατάσταση του ποσού των €118.500 στην 2η παράγραφο με το ποσό των €183.070,00.

2.    Με την προσθήκη στην αρχή της παραγράφου 4 της φράσης «Τα έξοδα της εκτίμησης και της κοστολόγησης που πλήρωσε η Αιτήτρια ανερχόμενα στο ποσό των €1.904,00 και»

B. Με την τροποποίηση των Γεγονότων της Αίτησης ως ακολούθως:

1.    Με την προσθήκη στην 2η παράγραφο πριν την τελεία μετά την λέξη αιτήτριας της φράσης «οι οποίοι ανέλαβαν εκτός από την στέγασή τους και τα έξοδα διατροφής τους και κατ’ αυτό τον τρόπο οι διάδικοι εξοικονόμησαν τουλάχιστον το ποσό των €4.000 το οποίο διέθεσαν για την ανέγερση της συζυγικής κατοικίας».

 

2.    Με την προσθήκη στην παράγραφο 6 μετά την φράση «το επάγγελμα του» στην 2η γραμμή της φράσης «και άλλων εργασιών που σχετίζονται με την ειδικότητα του και επιπλέον πλήρωσε για τον Αρχιτέκτονα μηχανικό το ποσό των Λ.Κ. 1.500 (€2.657,00)» και την αντικατάσταση στην ίδια παράγραφο του ποσού των €57.000 στην 5η γραμμή με το ποσό των €91.340,00 και την αντικατάσταση του ποσού των €43.000 στην τελευταία γραμμή της παραγράφου 6 με το ποσό των €40.920.

 

3.    Με την διαγραφή του περιεχομένου της παραγράφου 7 και την αντικατάστασή του με το πιο κάτω περιεχόμενο:

Για τις εργασίες που εκτελέσθηκαν μετά την τοιχοποιία και μέχρι τον Μάιο του 2004 που αποπερατώθηκε η κατοικία δαπανήθηκε το συνολικό ποσό των €134.203,00 το οποίο εξασφάλισαν οι διάδικοι ως κατωτέρω αναφέρεται:

           (α) Λ.K. 44.000 από δάνεια των διαδίκων     (€78.230,00)

           (β) Λ.Κ.16.480 από δώρα του γάμου              (€29.332,00)

           (γ) Λ.Κ 5.000 από δάνειο που έκανε

           η Αιτήτρια στην ΣΠΕ Τερσεφάνου                (€8.889,00)

           (δ) Λ.Κ.6.000 κοινό Γραμμάτιο διαδίκων         (€10.667,00)

            (από δώρα αρραβώνων)

           (ε) Λ.K. 4.000 από οικονομίες των διαδίκων    (€7.085,00)

                                                                Σύνολο      €134.203,00

 

4.   Με την προσθήκη μετά την παράγραφο 7 νέας παραγράφου με αριθμό
     7 Α με το πιο κάτω περιεχόμενο:

Σύμφωνα με κοστολόγηση προσοντούχου επιμετρητή το κόστος και/ή η αξία των εργασιών που εκτελέστηκαν μετά την τοιχοποιία και μέχρι την ολοκλήρωση της κατοικίας το 2004 ανήρχετο στο ποσό των €136.217,00.

5. Με την αντικατάσταση του ποσού των €123.000 στην παράγραφο 12 με το ποσό των €63.240.

6. Με την διαγραφή του περιεχομένου της παραγράφου 13 και την αντικατάστασή του με το πιο κάτω περιεχόμενο:

Κατά τον χρόνο της διάστασης ήτοι τον Μάρτη του 2017 στην βάση κοστολόγησης προσοντούχου επιμετρητή ποσοτήτων, το κόστος και/ή η αξία των εργασιών μέχρι την τοιχοποιία που ανέλαβε ο πατέρας της Αιτήτριας το 2001-2002 ανήρχετο στο ποσό των €116.864 ενώ για την ολοκλήρωση της κατοικίας κατά τον Μάρτη του 2017 θα απαιτείτο ποσό €188.307,00 ήτοι το συνολικό κόστος θα ανήρχετο στο ποσό των €305.171,00.

7.    Με τη διαγραφή του περιεχομένου της παραγράφου 14 και την
             αντικατάσταση του με το πιο κάτω περιεχόμενο:

Η Αιτήτρια ανέθεσε σε επαγγελματία εκτιμητή τον υπολογισμό της αξίας της κατοικίας κατά τον χρόνο της διάστασης, ήτοι τον Μάρτη του 2017 ο οποίος έλαβε υπόψη την κοστολόγηση του επιμετρητή και περαιτέρω έλαβε υπόψη ότι επρόκειτο για κατοικία 13 χρόνων και κατέληξε ότι η αξία της επίδικης κατοικίας χωρίς το οικόπεδο ανήρχετο στο ποσό των €249.414,00.

Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα το κόστος ανέγερσης ανήλθε στο ποσό των €228.200,00 και ως εκ τούτου η συνεισφορά των διαδίκων στην ανέγερση της επίδικης κατοικίας καθορίζεται ως εξής:

                     ΑΙΤΗΤΡΙΑ                                                      ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ

(α)   €91.340,00 (πατέρας)                               €39.115,00 (κοινό δάνειο)

(β)   €2.657,00 (Αρχιτέκτονας)                          €14.666,00 (δώρα γάμου)

(γ)   €8.889,00 (δάνειο προσωπικό)                  €5.333,50 (κοινό γραμμάτιο)

(δ)   €39.115,00 (κοινό δάνειο)                         €3.542,50 (οικονομίες διαδίκων)

(ε)    €14.666,00 (δώρα γάμου)          

(στ)  €5.333,50 (κοινό γραμμάτιο)

(ζ)    €3.542,50 (οικονομίες διαδίκων)

Σύνολο: 165.543,00 (73.40%)                           Σύνολο:62.657,00(26.60%)

 

             8. Με τη διαγραφή του περιεχομένου της παραγράφου 15 και την
                  αντικατάσταση του με το πιο κάτω περιεχόμενο:

Ως εκ τούτου, με δεδομένο ότι η αξία της κατοικίας κατά τον Μάρτη του 2017, που είναι ο χρόνος της διάστασης, όπως την εκτίμησε ο εκτιμητής ανήρχετο στο ποσό των €249.414,00, η συνεισφορά της Αιτήτριας στην ανέγερση της κατοικίας και κατ’ επέκταση στην αύξηση της περιουσίας του καθ’ ου η Αίτηση ανέρχεται στο ποσό των €183.070,00 του δε καθ’ ου η Αίτηση στο ποσό των €66.344,00. Ο καθ' ου η Αίτηση θα πρέπει επίσης να καταβάλει τα έξοδα τόσο του κοστολόγου ανερχόμενα στο ποσό των €952.00 όσο και τα έξοδα του εκτιμητή ανερχόμενα στο ποσό των €952.00. Ο καθ' ου η Αίτηση μετά την διάσταση διαμένει στην συζυγική κατοικία και αρνείται οποιαδήποτε συνεργασία για εξώδικη διευθέτηση ενώ η Αιτήτρια που κατέβαλε το μεγαλύτερο ποσό για την ανέγερση της κατοικίας από τη διάσταση διαμένει σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα και καταβάλλει μεγάλα ποσά ως ενοίκιο.

9.  Με την τροποποίηση της παραγράφου 16, με την αντικατάσταση του ποσού των €118.500 με το ποσό των €183.070,00 και την αντικατάσταση του κόμματος μετά την λέξη αίτηση με το σημείο της τελείας στην 3η γραμμή από το τέλος και τη διαγραφή της πρότασης από τη λέξη «αφαιρουμένου» μέχρι το τέλος της παραγράφου.

Γ.  Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία ήθελε κρίνει δίκαια το Δικαστήριο».

Η Αίτηση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση της Αιτήτριας.

 Η Αιτήτρια αναφέρει στην ένορκη της δήλωση ότι ενώ προετοίμαζαν την μαρτυρία του τότε εκτιμητή με σκοπό να παρουσιαστεί στο δικαστήριο για να δώσει μαρτυρία, από την μελέτη που έκαναν στο έγγραφο της εκτίμησης διαπίστωσαν ότι η κοστολόγηση δεν έγινε από προσοντούχο επιμετρητή ποσοτήτων εγγεγραμμένο στο ΕΤΕΚ αλλά από κάποιο πολιτικό μηχανικό που δεν είχε τα προσόντα να προβαίνει σε επιμέτρηση – κοστολόγηση οικοδομικών εργασιών και όπως την πληροφόρησαν οι δικηγόροι της για να είναι αποδεκτή η μαρτυρία εμπειρογνώμονα στο Δικαστήριο θα πρέπει να έχει τα προσόντα της συγκεκριμένης ειδικότητας.

Όπως περαιτέρω αναφέρει, εκτός από την κοστολόγηση πάσχει και η όλη διαδικασία της εκτίμησης, αφού η εκτίμηση στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στη κοστολόγηση μη προσοντούχου προσώπου.

Ως εκ τούτου έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους της να εξεύρουν προσοντούχο κοστολόγο και εκτιμητή για να προβούν σε εκτιμήσεις και να παρουσιάσουν ορθά τα γεγονότα στο Δικαστήριο.

          Είναι η θέση της ότι είναι αναγκαία η τροποποίηση ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του τις ορθές αξίες και τα ορθά δεδομένα για να μπορεί να υπολογίσει το ύψος της συνεισφοράς της στην ανέγερση της επίδικης οικίας και κατ’ επέκταση της συνεισφοράς της στην αύξηση της περιουσίας του Καθ’ ου η αίτηση.

Ο Καθ’ ου η αίτηση καταχώρησε ένσταση προβάλλοντας δώδεκα λόγους ένστασης, συνοψίζοντας τους οποίους ο Καθ’ ου η αίτηση ενίσταται ότι η αίτηση είναι ουσιαστικά και νομικά αβάσιμη, παράτυπη, αντικανονική, κακόπιστη και καταχρηστική, ότι θα του προκαλέσει ζημιά που δεν μπορεί να αποκατασταθεί με έξοδα, ότι υποβλήθηκε με καθυστέρηση και θα προκαλέσει εκτροχιασμό της δίκης, ότι επιχειρεί η Αιτήτρια την εισαγωγή και προσθήκη ισχυρισμών που όφειλαν να είναι γνωστοί στον Καθ’ ου η αίτηση και ότι βασίζονται σε έγγραφα που ήταν γνωστά και στην κατοχή της εδώ και πολύ καιρό και ότι δεν υφίστανται εξαιρετικές περιστάσεις για να επιτραπεί η τροποποίηση.

             Η ένσταση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση της Βασιλικής Χριστοφόρου, δικηγόρου στο γραφείο που εκπροσωπεί τον Καθ’ ου η αίτηση. Είναι η θέση της πλευράς του Καθ’ ου η αίτηση ότι το λάθος αυτό θα μπορούσε να εντοπιστεί νωρίτερα και ότι με την αιτούμενη τροποποίηση επιχειρούνται να εισαχθούν ισχυρισμοί που δεν σχετίζονται με τα προσόντα του επιμετρητή ποσοτήτων. Θεωρεί ότι η στάση και η καθυστέρηση που επέδειξε η Αιτήτρια δεν δικαιολογεί την έγκριση της αίτησης της.

Νομική Πτυχή

Στο άρθρο 11 του Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικό Κανονισμό του 1990 (2/1990), προνοείται η κατ’ αναλογία εφαρμογή των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στα Οικογενειακά Δικαστήρια.

Η εναρκτήρια αίτηση καταχωρίστηκε το 2019, συνακόλουθα το ζήτημα τροποποίησης ρυθμίζεται από τις πρόνοιες της νέας Δ.25, ως αυτή τροποποιήθηκε, στην οποία στηρίζεται η υπό κρίση αίτηση.

Δεδομένου ότι η υπό κρίση αίτηση έχει καταχωρηθεί μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες με βάση τη νέα  Δ.30, το ζήτημα διέπει η  Δ.25 Θ(1)(3) , η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

«(3) Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης».

Για να επιτραπεί λοιπόν η αιτούμενη τροποποίηση θα πρέπει η Αιτήτρια να καταδείξει είτε εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας είτε ότι η τροποποίηση  αφορά, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, νέα δεδομένα που δεν ήταν υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της δικογραφίας που επιχειρείται να τροποποιηθεί.

Η Δ.25 (5) προνοεί ότι  «Το Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο και με τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, ως θα έκρινε δίκαιο, να τροποποιήσει οποιοδήποτε ελάττωμα ή λάθος σε οποιαδήποτε διαδικασία, όλες δε οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνονται με σκοπό τον καθορισμό του πραγματικού ζητήματος ή επίδικου θέματος, το οποίο εγείρεται από ή κατά τη διαδικασία».

Το ζήτημα άπτεται της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου η οποία ασκείται δικαστικά, με σκοπό την εξυπηρέτηση του καλώς νοούμενου συμφέροντος της δικαιοσύνης και με γνώμονα τα εκατέρωθεν συμφέροντα των διαδίκων. Υπάρχει δε πλούσια νομολογία επί του θέματος.[1]

Εξέταση αίτησης

Υπό το φως των πιο πάνω και έχοντας μελετήσει με προσοχή όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου και όλα όσα μου ανέφεραν οι συνήγοροι των διαδίκων με τις γραπτές αγορεύσεις τους, θα προχωρήσω να εξετάσω την αίτηση.

Η Αιτήτρια  με την ένορκη της δήλωση και προς αιτιολόγηση του αιτήματος της εξηγεί ότι κατά την προετοιμασία της μαρτυρίας του τότε εκτιμητή για σκοπούς ακρόασης, διαπιστώθηκε ότι η κοστολόγηση, στην οποία όπως εξηγεί περαιτέρω βασίστηκε η εκτίμηση, δεν έγινε από προσοντούχο επιμετρητή ποσοτήτων εγγεγραμμένο στο ΕΤΕΚ. Για να μπορεί να είναι αποδεκτή μαρτυρία εμπειρογνώμονα θα πρέπει να είναι προσοντούχος. Ως εκ τούτου εξηγεί ότι αφότου εντόπισε το πιο πάνω ζήτημα ανέθεσε σε προσοντούχο επιμετρητή ποσοτήτων και εκτιμητή να ετοιμάσουν τόσο κοστολόγηση εργασιών όσο και εκτίμηση της αξίας της επίδικης κατοικίας για να παρουσιαστούν τα ορθά γεγονότα στο Δικαστήριο, καταλήγοντας  ότι είναι αναγκαία η τροποποίηση της εναρκτήριας Αίτησής ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του τις ορθές αξίες και τα ορθά δεδομένα γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος για την θεμελίωση του αγώγιμου δικαιώματός της, που είναι η διαπίστωση της συνεισφοράς της στην ανέγερση της επίδικης κατοικίας. Η ανάγκη δε ετοιμασίας νέας εκτίμησης προέκυψε από το γεγονός ότι η εκτίμηση βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στη κοστολόγηση με αποτέλεσμα να πάσχει όλη η διαδικασία της εκτίμησης.

Ο Καθ’ ου η αίτηση ενίσταται ότι η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε με καθυστέρηση, ότι θα εκτροχιάσει τη διαδικασία και ότι θα μπορούσε να εντοπιστεί το γεγονός αυτό νωρίτερα από την πλευρά της Αιτήτριας και εισηγείται ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.

Η ακρόαση της υπόθεσης δεν έχει ακόμη ξεκινήσει. Από το φάκελο της υπόθεσης προκύπτει ότι στις 24/09/2024 εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα, μετά από σχετική αίτηση της Αιτήτριας, με το οποίο επιτρεπόταν σε Εκτιμητή και Κοστολόγο να προβούν σε επιτόπια εξέταση της επίδικης κατοικίας με σκοπό να προβούν σε εκτίμηση και κοστολόγηση της επίδικης κατοικίας.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το φάκελο της υπόθεσης, περί την 31/1/2025 και ενόψει του ότι η υπόθεση ήταν προγραμματισμένη για Ακρόαση στις 04/02/2025, η πλευρά της Αιτήτριας με ηλεκτρονικό μήνυμα προς το Δικαστήριο ενημέρωσε ότι μόλις στις 30/01/2025 έλαβαν την κοστολόγηση όπου και διαπίστωσαν την διάσταση σε σχέση με τα ποσά που αναφέρονται στην έκθεση γεγονότων και ότι θα προχωρούσε στη καταχώρηση αίτησης τροποποίησης, υποβάλλοντας γι’ αυτό το σκοπό αίτημα αναβολής.

Η πλευρά του Καθ’ ου η αίτηση με ηλεκτρονικό μήνυμα ανέφερε ότι είχε ενημερωθεί για τα πιο πάνω από την συνήγορο της Αιτήτριας και ότι δεν είχε ένσταση στο αίτημα της.

Συνακόλουθα παρά το παράπονο του Καθ’ ου η αίτηση για καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης και εκτροχιασμό της διαδικασίας, όπως προκύπτει ο ίδιος συγκατατέθηκε τόσο στην έκδοση του διατάγματος ημερομηνίας 24/09/2024, που εξηγώ πιο πάνω, όσο και στο αίτημα της πλευρά της Αιτήτριας για αναβολή της Ακρόασης στις 04/02/2025 όπου ήταν προγραμματισμένη ενόψει της πρόθεσης της πλευράς της Αιτήτριας να καταχωρήσει αίτηση τροποποίησης, χωρίς να θέσει οποιοδήποτε παράπονο. Αντίθετα με ηλεκτρονικό μήνυμα προς το Δικαστήριο ανέφερε ότι είχε ενημερωθεί από την συνήγορο της Αιτήτριας και δεν είχε ένσταση στο αίτημα της.

Σε κάθε περίπτωση η Αιτήτρια εξηγεί τον χρόνο στον οποίο προέκυψε η ανάγκη τροποποίησης, όταν δηλαδή κατά την προετοιμασία της μαρτυρίας του τότε εκτιμητή για σκοπούς ακρόασης, διαπιστώθηκε ότι κοστολόγηση, στην οποία όπως εξηγεί περαιτέρω βασίστηκε η εκτίμηση, δεν έγινε από προσοντούχο επιμετρητή ποσοτήτων εγγεγραμμένο στο ΕΤΕΚ.

Ως εκ των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη τον λόγο για τον οποίο εξηγεί η Αιτήτρια ότι προέκυψε η ανάγκη τροποποίησης, που δικαιολογεί και τον χρόνο υποβολής του αιτήματος της για τροποποίηση και συνεκτιμώντας ότι η ακρόαση δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, δεν θα απορρίψω την αίτηση για τον λόγο και μόνο της καθυστέρησης.[2]

 Ο Καθ’ ου η αίτηση ενίσταται περαιτέρω ότι η Αιτήτρια επιχειρεί την προσθήκη ισχυρισμών που δεν σχετίζονται με τα προσόντα του επιμετρητή ποσοτήτων και ότι δεν δικαιολογείται η έγκριση της. Τους προβαλλόμενους λόγους ένστασης θα τους εξετάσω σε συνάρτηση με το κατά πόσο η Αιτήτρια έχει καταδείξει ότι οι αιτούμενες τροποποιήσεις οφείλονται είτε σε παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, ή νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώρηση της αίτησης και σε συνάρτηση με το καλώς νοούμενο συμφέρον της δικαιοσύνης.

Οι αιτούμενες τροποποιήσεις στο βαθμό που αυτές αφορούν την κοστολόγηση της επίδικης κατοικίας και κατ’ επέκταση την εκτίμηση της, στο βαθμό που αυτή σχετίζεται με την κοστολόγηση των εργασιών που έγιναν στην επίδικη κατοικία, κρίνω ότι είναι ορθό να επιτραπούν αφού όπως προκύπτει πρόκειται για νέα δεδομένα που προέκυψαν εκ των υστέρων, μετά την καταχώρηση του δικογράφου της Αιτήτριας, όταν διαπιστώθηκε από την πλευρά της Αιτήτριας ότι ο κοστολόγος στην εκτίμηση του οποίου βασίστηκε και η εκτίμηση της επίδικης οικίας δεν ήταν προσοντούχος και προέκυψε συνεπώς η ανάγκη για πραγματοποίηση νέας κοστολόγησης από προσοντούχο άτομο και κατ’ επέκταση νέας εκτίμησης.

Κρίνω λοιπόν οι αιτούμενες τροποποιήσεις στο βαθμό που αυτές αφορούν και σχετίζονται με την κοστολόγηση των εργασιών που έγιναν στην επίδικη οικία θα πρέπει να επιτραπούν, αφού αφενός μεν είναι απαραίτητες προκειμένου να μπορεί η Αιτήτρια να παρουσιάσει τη σχετική μαρτυρία προς απόδειξη της απαίτησης της και αφετέρου όπως έχει καταδείξει η Αιτήτρια πρόκειται για δεδομένα που προέκυψαν μετά την καταχώρηση του δικογράφου της. Δεν έχει τεθεί δε ενώπιον μου οτιδήποτε που να δείχνει ότι η αίτηση έχει υποβληθεί κακόπιστα και δεν φαίνεται να προκαλείται από την αιτούμενη τροποποίηση οποιαδήποτε αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα. Εάν δεν επιτραπούν οι αιτούμενες τροποποιήσεις, η Αιτήτρια δεν θα μπορέσει να παρουσιάσει τη σχετική μαρτυρία προς απόδειξη της υπόθεσης της. Κρίνω λοιπόν όταν θα είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να επιτραπούν οι σχετικές τροποποιήσεις.

Πέρα από αυτή την πτυχή των αιτούμενων τροποποιήσεων για τις οποίες έχω αποφασίσει ότι θα πρέπει να επιτραπούν, με την υπό κρίση αίτηση η Αιτήτρια φαίνεται ότι επιθυμεί να τροποποιήσει και περαιτέρω ισχυρισμούς που αφορούν το ύψος των ποσών που κατ’ ισχυρισμών δαπανήθηκαν για την ανέγερση της επίδικης κατοικίας, την προέλευση των ποσών αυτών και τη συνεισφορά εκάστου διαδίκου στα ποσά που κατ’ ισχυρισμό δαπανήθηκαν, καθώς επίσης και σε σχέση με την εκτιμημένη αξία του οικοπέδου. Όσο αφορά την πτυχή αυτών των αιτούμενων τροποποιήσεων δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι δεν αφορούν νέα δεδομένα αλλά αξίωση που είχε ήδη τεθεί στο δικόγραφο της Αιτήτριας στη βάση των δεδομένων που παρουσίασε ότι υπήρχαν κατά την καταχώρηση του δικογράφου της. Υπό αυτή την έννοια εάν η τροποποίηση της Αιτήτριας περιοριζόταν μόνο σε αυτή την πτυχή των αιτούμενων τροποποιήσεων πιθανώς να μην μπορούσε να θεωρηθεί ότι πρόκειται για εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος κατά τη σύνταξη της δικογραφίας ή  νέων δεδομένων ώστε επιτραπεί. Ωστόσο, αντικρίζοντας το ζήτημα σφαιρικά και λαμβάνοντας υπόψη μου ότι αυτή η πτυχή των αιτούμενων τροποποιήσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις υπόλοιπες τροποποιήσεις που έχω ήδη κρίνει ότι δικαιολογούνται, θεωρώ ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης αλλά και προκειμένου το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του την ολοκληρωμένη και με συνοχή απαίτηση της Αιτήτριας, θα πρέπει να επιτραπούν. Αυτό θεωρώ ότι προτάσσει και το συμφέρον της δικαιοσύνης έχοντας κατά νου τις πρόνοιες του άρθρου 14(1) και (2) του Νόμου 232/1991, αλλά και τη φύση του περιουσιακού στοιχείου σε σχέση με το οποίο η Αιτήτρια  προβάλλει την απαίτηση της, που αφορά ακίνητη ιδιοκτησία, προκειμένου το Δικαστήριο, εάν και εφόσον κάνει αποδεκτή την αξίωση της Αιτήτριας να μπορεί να της αποδώσει την αναλογία που θα διαπιστώσει ότι αυτή δικαιούται σε σχέση με το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο είτε αυτή είναι χρηματική είτε μεταβίβαση μεριδίου[3]

Σε σχέση με τους προβαλλόμενους λόγους ένστασης ότι η αίτηση είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη, παράτυπη, αντικανονική  και καταχρηστική, σε σχέση με τους οποίους βέβαια δεν φαίνεται να προωθείται οτιδήποτε σχετικό είτε στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση του Καθ’ ου η αίτηση ή στην γραπτή του αγόρευση, δεν διαπιστώνω οτιδήποτε που να καθιστά την αίτηση νομικά ή ουσιαστικά αβάσιμη, αντικανονική, παράτυπη ή καταχρηστική και συνακόλουθα απορρίπτονται.

Υπό το φως των πιο πάνω και στην απουσία οποιασδήποτε ένδειξης κακοπιστίας από πλευράς της Αιτήτριας, κρίνω ορθό και προς το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως ασκώντας τη διακριτική μου εξουσία επιτρέψω τις αιτούμενες τροποποιήσεις στο σύνολο τους. Όπως αναφέρω και πιο πάνω δεν φαίνεται να προκαλείται από τις αιτούμενες τροποποιήσεις οποιαδήποτε αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα με την ανάλογη διαταγή ως προς τα έξοδα.

Συνακόλουθα η αίτηση εγκρίνεται και εκδίδεται διάταγμα με το οποίο επιτρέπεται η τροποποίηση ως το Α 1 και 2 και Β 1-9 της αίτησης.

Τροποποιημένη Αίτηση να καταχωριστεί εντός δέκα ημερών από την σύνταξη του παρόντος διατάγματος και να παραδοθεί αυθημερόν στην πλευρά του Καθ’ ου η αίτηση ο οποίος στη συνέχεια να καταχωρήσει τυχόν τροποποιημένη Υπεράσπιση εντός 15 ημερών από την λήψη της τροποποιημένης Αίτησης. Αν θα καταχωρηθεί τροποποιημένη Απάντηση αυτή να καταχωρηθεί εντός 7 ημερών από την παράδοση της τροποποιημένης Υπεράσπισης. Το διάταγμα να ζητηθεί εντός πέντε ημερών από την έκδοση του.

Η Αίτηση ορίζεται για Οδηγίες προκειμένου να διαπιστωθεί συμμόρφωση με τα πιο πάνω  στις 2/07/2025 ώρα 10.30.

Όσον αφορά τα έξοδα της αίτησης τροποποίησης καθώς επίσης και τα σπαταληθέντα έξοδα συνεπεία της τροποποίησης, αυτά επιδικάζονται προς όφελος του Καθ’ ου η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας.                                                                          

                                                      [Υπ.] ………………………….

  Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητη



 



[1] Βλ. Ειλίππου Λτδ ν. Compass Insurance Co. Ltd (Αρ. 1) (1990) 1 AAΔ 24, Μάκης Σαββίδης ν Αυγής Π. Μαθηκολώνη - Πουργουρίδου, ΄Εφεση Αρ. 5/2016, 15/2/2018, Kayat Trading Ltd ν. Genzyme Corporation (Αρ. 2) (2013) 1 ΑΑΔ 543), Ikos Cif Ltd v. Martin Coward κ.ά., ECLI:CY:AD:2014:A205, ECLI:CY:AD:2014:A205, Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 137/2013 και 138/2013, 20.3.2014 και Ανδριανή Αρακελιάν, Διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος Harutune L Arakelian ν Ταμείου Προνοίας του προσωπικού της Marfin Λαϊκής Τράπεζας Δημόσια Εταιρεία Λτδ και των εξαρτημένων της εταιρειών κ.α., ECLI:CY:AD:2016:A87, ECLI:CY:AD:2016:A87, Πολιτική Έφεση Αρ. 51/2012, 11/2/2016 

[3][3] Ορφανίδης ν. Ορφανίδη (1998) 1 Α.Α.Δ. 179 και Στυλιανή Σαββίδη ν. Χαράλαμπου Παναγιώτου Τσέρτου, ΄Εφεση Δευτ. Οικογ. Δικ. Αρ. 10/2013, 2.11.2017. 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο