ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Ενώπιον: Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.
Αρ. Αίτησης: 36/2024
Μεταξύ:
Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας
Αιτήτριας
και
Μ. Α.
Καθ’ ης η αίτηση
------------------------------
Αίτηση ημερομηνίας 29/10/2024
Ημερομηνία: 16 Απριλίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για την Αιτήτρια: κα Θ. Κουμή για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Για την Καθ’ ης η αίτηση: κα Ο. Οικονόμου
Ενδιάμεση Απόφαση
Η Διευθύντρια του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας καταχώρησε εναρκτήρια αίτηση με την οποία ζητά την αφαίρεση της άσκησης της γονικής μέριμνας της ανήλικης Σ. Α, ημερομηνία γέννησης XX/XX/2023 από την Καθ’ ης η αίτηση και με την οποία να ανατίθεται στην Αιτήτρια και/ή σε εξουσιοδοτημένο από αυτήν πρόσωπο η άσκηση της γονικής μέριμνας της ανήλικης.
Η εναρκτήρια αίτηση αρχικά καταχωρίστηκε εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση και του Γ. Δ, ακολούθως καταχωρίστηκε τροποποιημένο δικόγραφο από όπου αφαιρέθηκε ο Γ. Δ. από διάδικος και το όνομα της ανήλικης διορθώθηκε σε Σ. Α. από Α. Δ. όπως ήταν αρχικά καταγραμμένο.
Η Αιτήτρια καταχώρησε στις 29/10/2024 την υπό κρίση αίτηση μονομερώς με την οποία ζητά την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να αφαιρείται η γονική μέριμνα και/ή επιμέλεια από την Καθ’ ης η αίτηση, της ανήλικης θυγατέρας της επ’ ονόματι Σ. Δ., με προσωπικό αριθμό ΧΧΧΧΧ4517 και με ημερομηνία γέννησης XX/XX/2023 και να ανατίθεται στην Αιτήτρια και/ή σε εξουσιοδοτημένο από αυτήν πρόσωπο η άσκηση της γονικής μέριμνας ή διαζευκτικά η επιμέλεια της ανήλικης μέχρι την εκδίκαση της κυρίως αίτησης.
Στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης εκδόθηκε το υπό κρίση προσωρινό διάταγμα μονομερώς με το οποίο αφαιρέθηκε προσωρινά η γονική μέριμνα της ανήλικης από την Καθ’ ης η αίτηση και ανατέθηκε στην Αιτήτρια και/ή σε εξουσιοδοτημένο από αυτήν πρόσωπο μέχρι την εκδίκαση της κυρίως αίτησης και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Η αίτηση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση της Κυριακής Γιαννάκη, λειτουργού των Κοινωνικών Υπηρεσιών του Γραφείου Ευημερίας Λάρνακας, συνοψίζοντας το περιεχόμενο της οποίας προκύπτουν τα ακόλουθα:
Η ανήλικη είναι θυγατέρα της Καθ’ ης η αίτηση και γεννήθηκε στις XX/XX/2023. Το ανήλικο μετά τη γέννηση του νοσηλεύτηκε στην Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών Αρχ. Μακαρίου καθότι στις αναλύσεις κοπράνων του εντοπίστηκαν ναρκωτικές ουσίες.
Λόγω της δυσκολίας εντοπισμού της Καθ’ ης η αίτηση, η Υπηρεσία συνεργάστηκε με τον πατέρα και την αδερφή της Καθ’ ης η αίτηση, οι οποίοι ενημέρωσαν την αρμόδια λειτουργό ότι η Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει σταθερό τόπο διαμονής και διαμένει άλλοτε σε ξενοδοχεία και άλλοτε σε φιλικά της πρόσωπα. Η οικογένεια της Καθ’ ης η αίτηση αναφέρθηκε επίσης στο ιστορικό ουσιοεξάρτησης της Καθ’ ης η αίτηση και στην έλλειψη σταθερότητας στο τρόπο ζωής της. Η Καθ’ ης η αίτηση έχει ακόμη ένα ανήλικο ηλικίας 15 ετών, την φροντίδα του οποίου ανέλαβαν οι γονείς της.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία της Καθ’ ης η αίτηση με την αρμόδια λειτουργό, η Καθ’ ης η αίτηση δεν καθόρισε σταθερό τόπο διαμονής προκειμένου να πραγματοποιηθεί κατ’ οίκον επίσκεψη από τις ΥΚΕ για την εξέταση των συνθηκών διαβίωσης της ενώ σε νέα επικοινωνία δήλωσε ως τόπο διαμονής, διαμέρισμα που ανήκει στο σύντροφο της Γ. Δ. Έκανε επίσης αναφορά στην χρήση κρυσταλλικής μεθαμφεταμίνης λίγο πριν το τοκετό.
Οι υπηρεσίες στις 04/01/2024 επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν κατ’ οίκον επίσκεψη στο τόπο που υπέδειξε η Καθ’ ης η αίτηση και όπως διαφάνηκε στην εν λόγω οικία διέμενε άγνωστο πρόσωπο.
Την ίδια μέρα η Καθ’ ης η αίτηση παρουσιάστηκε με τον κ. Γ. Δ στο Γραφείο Κοινωνικών Υπηρεσιών, όπου αμφότεροι επιβεβαίωσαν ότι δεν έχουν σταθερό τόπο διαμονής και ότι είναι χρήστες ναρκωτικών και έγινε πρόταση στην Καθ’ ης η αίτηση να ενταχθεί σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης όπου θα λάμβανε την ανάλογη στήριξη και θα είχε ταυτόχρονα επαφή με το παιδί της όμως αρνήθηκε.
Η Καθ’ ης η αίτηση ανέφερε στη λειτουργό των Κοινωνικών Υπηρεσιών ότι στις 23/01/2024 επρόκειτο να οδηγηθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας με την κατηγορία κατοχής πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β και κατοχή και μεταφορά εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια.
Αναφέρεται περαιτέρω ότι η Καθ’ ης η αίτηση τελούσε μέχρι πρόσφατα υπό κράτηση στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης με αρ. 6188/2022, όπου μετά από παραδοχή της, της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών ετών με τριετή αναστολή καθότι είναι μητέρα βρέφους.
Στις 05/01/2024 η Καθ’ ης η αίτηση και ο κ. Δ. προσήλθαν εκ νέου στο Γραφείο Κοινωνικών Υπηρεσιών όπου ανέφεραν ότι επιθυμούσαν όπως την φροντίδα της ανήλικης αναλάβει προσωρινά η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και έδωσαν γραπτώς την συγκατάθεση τους. Η Λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών λαμβάνοντας υπόψη την συνολική εικόνα και στάση της Καθ’ ης η αίτηση και του κ. Δ. σε ότι αφορά την απαραίτητη μέριμνα που έχει υποχρέωση να επιδεικνύει ένας γονέας για την φροντίδα, ασφάλεια, υγεία και προστασία του παιδιού σημείωσε ότι διαφαίνονται στοιχεία καταχρηστικής συμπεριφοράς.
Περαιτέρω, αναφέρεται στην ένορκη δήλωση της Λειτουργού ότι ενώ η Καθ’ ης η αίτηση παρουσίασε αρχικά τον κ. Γ. Δ. ως πατέρα της ανήλικης, όπως διαφάνηκε ο Γ. Δ. ουδέποτε αναγνώρισε το ανήλικο και η Καθ’ ης η αίτηση δήλωσε ότι ο βιολογικός πατέρας της ανήλικης δολοφονήθηκε.
Από τις 29/05/2024 η ανήλικη διαμένει στην εγκεκριμένη ανάδοχη οικογένεια της αδερφής της και δεν φαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε ουσιαστική σύνδεση της Καθ’ ης η αίτηση με το βρέφος. Η Καθ’ ης η αίτηση παρουσιάστηκε μόνο μια φορά στο κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης, χωρίς να επιστρέψει και ανέφερε ότι παρουσιάζει αδυναμία στη παρούσα φάση να αναλάβει τη φροντίδα του βρέφους.
Στις 15/10/2024 η αρμόδια λειτουργός μετέβηκε στο νέο χώρο διαμονής που δήλωσε η Καθ’ ης η αίτηση προκειμένου να αξιολογήσει τις συνθήκες διαβίωσης της και ενημερώθηκε από τους αστυνομικούς του ΤΑΕ Λάρνακας ότι η Καθ’ ης η αίτηση συνελήφθη για αδικήματα που αφορούν εμπρησμό και κλοπή όπου το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εξέδωσε διάταγμα πενθήμερης κράτησης της. Στις 15/10/2024 η Καθ’ ης η αίτηση συνελήφθη εκ νέου για αδικήματα που διαπράχθηκαν κατά την περίοδο 17/07/2024 – 15/10/2024 που αφορούν εμπρησμό, κλοπή και κλεπταποδοχή και καταχωρήθηκε εναντίον της η ποινική υπόθεση με αρ. 15666/2024 ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας και παραμένει υπό κράτηση.
Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι η Καθ’ ης η αίτηση δεν είναι σε θέση να ασκήσει τον γονικό της ρόλο και να αναλάβει τη φύλαξη και φροντίδα του βρέφους το οποίο έχει αυξημένες ανάγκες και ότι μετά την πρόσφατη αποφυλάκιση της είχε προβεί σε ενέργειες να της επιστραφεί το βρέφος. Τυχόν άρση της συγκατάθεσης της θα έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή της ανήλικης, η οποία θα εκτεθεί σε κίνδυνο.
Πλην των περιπτώσεων όπου η Καθ’ ης η αίτηση τελεί υπό κράτηση, η επικοινωνία και ο εντοπισμός της είναι δύσκολος καθότι δεν είναι διαμένει σε μόνιμη κατοικία και δεν είναι δυνατή η συνεργασία σε ότι αφορά θέματα υγείας και εκπαίδευσης της ανήλικης και η ανήλικη θα βρεθεί εκτεθειμένη σε άμεσο και μεγάλο κίνδυνο.
Η Καθ’ ης η αίτηση ενίσταται στην οριστικοποίηση του προσωρινού διατάγματος και προβάλλει 15 λόγους ένστασης. Συνοψίζοντας τους προβαλλόμενους λόγους ένστασης, η Καθ’ ης η αίτηση ενίσταται ότι η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε με καθυστέρηση, ότι το προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε στη βάση άκυρης συγκατάθεσης, ελλιπούς πληροφόρησης, παραπλάνησης, στη βάση μετέωρων ισχυρισμών και απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, ότι υπάρχει κίνδυνος αποξένωσης σε περίπτωση συνέχισης του, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης του ότι δεν υπάρχει το στοιχείο του κατεπείγοντος και ότι η αιτήτρια δεν προσήλθε με καθαρά χέρια.
Η ένσταση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση της Ευαγγελίας Λαζαρίδου, δικηγόρου στο γραφείο που εκπροσωπεί την Καθ’ ης η αίτηση, συνοψίζοντας το περιεχόμενο της οποίας προκύπτουν τα ακόλουθα:
Όπως εξηγεί, η Καθ’ ης η αίτηση κρατείται ως υπόδικος στις κεντρικές φυλακές έτσι δεν μπορεί να υπογράψει η ίδια την ένορκη δήλωση, είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από την Καθ’ ης η αίτηση και τα όσα αναφέρει τα γνωρίζει από πληροφόρηση που έλαβε από την Καθ’ ης η αίτηση και από την δικηγόρο που χειρίζεται την υπόθεση.
Αναφέρει ότι η Καθ’ ης η αίτηση πράγματι πριν το τοκετό είχε κάνει χρήση μεταμφεταμίνης πράξη την οποία αποδίδει στο έντονο άγχος και τη συναισθηματική φόρτιση που βίωνε λόγω του επικείμενου τοκετού και ότι η ίδια το ανέφερε στον αναισθησιολόγο. Αναφέρει επίσης ότι την περίοδο που φαίνεται να αναζητείτο από το γραφείο ευημερίας ήταν καταζητούμενο πρόσωπο και βρισκόταν σε σύγχυση και όπως αναφέρει την διακατείχε άγχος και πανικός για το αβέβαιο μέλλον της ίδιας και του βρέφους.
Σε σχέση με την νέα ποινική υπόθεση που αντιμετωπίζει ισχυρίζεται ότι ούτε τώρα δεν μπορεί να της επιβληθεί ποινή φυλάκισης επικαλούμενη το νόμο περί Προστασίας Ανήλικων Τέκνων Καταδικασθείσων ή Ύποπτων Μητερών του 2025 (33(Ι)/2005). Περαιτέρω επικαλείται το τεκμήριο αθωότητας.
Αναφορικά με την συγκατάθεση της για να αναλάβει την φροντίδα της ανήλικης η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής, ισχυρίζεται ότι την υπέγραψε ενώ αντιμετώπιζε επιλόχειο κατάθλιψη και ότι η συγκατάθεση της δόθηκε με πρόχειρο και μη ενδεδειγμένο τρόπο. Συμφωνεί ότι ο κ. Δ. δεν είναι ο βιολογικός πατέρας της ανήλικης.
Ισχυρίζεται ότι υπεραγαπά τα παιδιά της και κύριο μέλημα της είναι η επανένωση της με τα παιδιά της μετά την απόλυση της με δικαίωμα καθημερινής επικοινωνίας και διανυκτερεύσεων.
Αρνείται ότι είναι επικίνδυνη για τα παιδιά της, επικαλείται το τεκμήριο αθωότητας και ισχυρίζεται ότι είναι ικανή και κατάλληλη και μπορεί να ανταπεξέλθει στο γονικό της ρόλο.
Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι το ανήλικο τέκνο της διαμένει σε ανάδοχη οικογένεια, την αδερφή της και ότι για οτιδήποτε προκύψει σε ζητήματα υγείας και εκπαίδευσης θα μπορεί η αδερφή της ή η μητέρα της να μεταβούν στις κεντρικές φυλακές και να εξασφαλίσουν την υπογραφή της και ότι μέλημα της είναι η επανένωση της με τα παιδιά της μετά την απόλυση της με καθημερινή επικοινωνία και διανυκτερεύσεις.
Η πλευρά της Αιτήτριας καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση της Κυριακής Γιαννάκη η οποία επαναλαμβάνει ότι η Καθ’ ης η αίτηση είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών και ότι αρνείται την ένταξη της σε οποιοδήποτε πρόγραμμα απεξάρτησης. Αναφέρει ότι η Καθ’ ης η αίτηση είναι υπόδικος και δεν μπορεί να αναλάβει τη φροντίδα και επιμέλεια του ανηλίκου. Δεν αμφισβητείται η αγάπη της μητέρας για τα παιδιά της αλλά η ικανότητα της για άσκηση του γονικού της ρόλου
Και η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση εμμένοντας στους αρχικούς ισχυρισμούς της και αρνείται ότι είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Αναφέρει ότι το γεγονός ότι είναι σήμερα υπόδικος δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα απόλυσης της και εμμένει στη θέση ότι για θέματα υγείας και εκπαίδευσης εμπιστεύεται τυφλά την αδερφή της. Αναφέρει δε ότι στις 13/02/2025 ανακάλεσε την συγκατάθεση της.
Η αίτηση οδηγήθηκε σε ακρόαση με γραπτές αγορεύσεις.
Νομική Πτυχή
Η έκδοση προσωρινών διαταγμάτων μονομερώς ρυθμίζεται από τον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.6 άρθρο 9 και τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023, εφόσον πρόκειται για διαδικασία που καταχωρίστηκε μετά την 01/09/2023.
Το άρθρο 9(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου (Κεφ.6), ως έχει τροποποιηθεί, προνοεί:
« (1) Κάθε Διάταγμα το οποίο το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδώσει, δύναται να εκδοθεί με αίτηση ενός από τους διαδίκους, χωρίς ειδοποίηση στον άλλο, όπως αυτό προβλέπεται στις πρόνοιες των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 [..].».
Ο Κανονισμός 23.6 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 προνοεί πότε μπορεί να υποβληθεί αίτηση χωρίς ειδοποίησης. Το εδάφιο (1) (α) προνοεί ότι μπορεί να υποβληθεί αίτηση χωρίς να επιδοθεί αντίγραφο αυτής στον καθ’ ου η αίτηση όταν, μεταξύ άλλων, υπάρχει κατεπείγον ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις.
(*υπογράμμιση από το Δικαστήριο)
Έχει νομολογηθεί ότι το υπαρκτό του επείγοντος αποτελεί προϋπόθεση για την επίκληση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, αρχές οι οποίες εξακολουθούν να εφαρμόζονται[1].
Το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίου Νόμου Ν.14/60 καθορίζει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος, οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
α) Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.
β) Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγων σε θεραπεία στην αγωγή, και
γ) Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρως δικαιοσύνη, σε μεταγενέστερο στάδιο, χωρίς την έκδοση του διατάγματος.
H Kυπριακή νομολογία είναι πλούσια σε σχέση με την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων[2]. Η κλασσική αυθεντία σε σχέση με το ποιες προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων είναι η υπόθεση Odysseos [3]. Περαιτέρω το ζήτημα αυτό αναλύθηκε και αναπτύχθηκε και σε μεταγενέστερες υποθέσεις όπως για παράδειγμα, στις υποθέσεις.
Η πρώτη προϋπόθεση δεν εξυπακούει τίποτα περισσότερο από την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης με βάση τις έγγραφες προτάσεις.
Όσον αφορά τη δεύτερη, είναι αρκετό για το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Αυτή έχει ερμηνευθεί να σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.
Η τρίτη προϋπόθεση, όπως αναλύεται στην υπόθεση Οδυσσέως (ανωτέρω), σχετίζεται με το θέμα επάρκειας της θεραπείας υπό το φως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης. Αν η επιδίκαση αποζημιώσεων στο τελικό στάδιο είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του Αιτητή, τότε η έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος δεν είναι απαραίτητη.
Όπως λέχθηκε στην Mitsingas[4], «Κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος, είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτητή…».
Όπως υποδεικνύεται στην Οδυσσέως (ανωτέρω) το Δικαστήριο, στο τελικό στάδιο, θα πρέπει να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα[5].
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις που απαιτεί το άρθρο 32 του Ν.14/60 , κρίνονται με βάση τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό κρίση θέμα, οι οποίες στην εξεταζόμενη περίπτωση είναι τα άρθρα 5, 6 και 18 του Περί σχέσεων γονέων και Τέκνων Νόμου.
Το άρθρο 5 του Νόμου ορίζει ότι η γονική μέριμνα του ανηλίκου είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων που ασκούν από κοινού. Σε που ο ένας γονέας αδυνατεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα, την ασκεί μόνος ο άλλος γονέας.
Το άρθρο 6 ορίζει ότι κάθε απόφαση των γονέων σε σχέση με την γονική μέριμνα θα πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του ανήλικου και στο συμφέρον του ανήλικου θα πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του Δικαστηρίου.
Η ύψιστη αρχή που το Δικαστήριο θα πρέπει πάντα να έχει υπόψη σε τέτοιες υποθέσεις είναι η ευημερία του ανηλίκου[6].
Το άρθρο 18 του Νόμου προνοεί:
“18.-(1) Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημα τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του, ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ’ αυτό, το Δικαστήριο, εφόσον το ζητήσει ο άλλος γονέας ή ο Διευθυντής, μπορεί να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
(2) Το Δικαστήριο μπορεί να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας, εν όλω ή εν μέρει, ή να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή, αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1), να αναθέσει την επιμέλεια του τέκνου εν όλω ή εν μέρει σε Επίτροπο.
(3) Η αφαίρεση εν όλω ή εν μέρει της επιμέλειας του προσώπου του τέκνου και από τους δυο γονείς και η ανάθεση της σε επίτροπο διατάσσονται από το Δικαστήριο μόνο όταν άλλα μέτρα δεν έφεραν αποτέλεσμα ή όταν κρίνεται ότι δεν επαρκούν για να αποτρέψουν κίνδυνο της σωματικής, πνευματικής ή ψυχικής υγείας του τέκνου.
(4) Το Δικαστήριο αποφασίζει την ανάθεση στον επίτροπο ύστερα από έλεγχο του ήθους, των βιοτικών συνθηκών και της εν γένει καταλληλότητας του. Η συναίνεση του επιτρόπου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση.
(5) Η ανάθεση της επιτροπείας γίνεται κατά προτίμηση σε συγγενικά πρόσωπα.
(6) Το Δικαστήριο ορίζει την έκταση της γονικής μέριμνας που παραχωρεί στον επίτροπο και τους όρους της άσκησης της.”
(*υπογράμμιση του Δικαστηρίου)
Στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση[7]. Οι οποιεσδήποτε διαπιστώσεις στις οποίες προβαίνει το Δικαστήριο, γίνονται για τους σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος. Όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικασθεί η ουσία της[8]. Όπως αναφέρθηκε στη Ν.Γ.Χ. ν. Τ.L., Έφ. Αρ.32/2021, ημερ.23.6.2022, «Ούτε, ήταν επιτρεπτό για το Δικαστήριο, στα πλαίσια της εκδίκασης προσωρινού διατάγματος, να υπεισέλθει στις εκατέρωθεν αντικρουόμενες εκδοχές των διαδίκων και να τις εξετάσει. Η διεργασία αυτή θα επιτελεστεί κατά την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης όπου και θα σταθμιστούν τόσο οι ανάγκες των παιδιών όσο και οι οικονομικές δυνατότητες των γονέων και κατ' ακολουθίαν η συνεισφορά του καθενός».
Εξέταση της αίτησης
Έχω μελετήσει με προσοχή τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου και όσα μου ανέφεραν οι συνήγοροι των διαδίκων με τις γραπτές αγορεύσεις τους.
Σε σχέση με την εισήγηση της πλευράς της Αιτήτριας ότι η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση είναι εκτεθειμένη καθότι τις ένορκες δηλώσεις που στηρίζουν την ένσταση τις υπογράφει δικηγόρος, θα περιοριστώ αναφέρω ότι ένορκη δήλωση δικηγόρου εκ μέρους πελάτη του, δεν θεωρείται άκυρη εάν ο δικηγόρος δηλώσει τις πηγές πληροφόρησής του και την εξουσιοδότησή του. Στην υπό κρίση περίπτωση θεωρώ ότι η ενόρκως δηλούσα δικηγόρος παρείχε ικανοποιητικές εξηγήσεις ως προς το γιατί η Καθ’ ης η αίτηση αδυνατούσε να ορκιστεί, όπως επίσης εξηγεί τις πηγές πληροφόρησης και την εξουσιοδότησης της[9].
Αρχικά θα εξετάσω τον λόγο ένστασης που προβάλει η Καθ’ ης η αίτηση, ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε το στοιχείο του κατεπείγοντος, καθότι πρόκειται για δικαιοδοτικό όρο. Όπως έχει λεχθεί από τη νομολογία για να δικαιολογείται η έκδοση ενός διατάγματος μονομερώς, κατά παρέκκλιση του θεμελιώδους κανόνα της δικαιοσύνης που απαιτεί ακρόαση των δύο μερών πριν την άσκηση δικαστικής εξουσίας, θα πρέπει να συντρέχει και το στοιχείο του κατεπείγοντος[10].
Έχω παραθέσει ανωτέρω σύνοψη της μαρτυρίας αμφότερων των μερών. Δεν θεωρώ ότι θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η επαναδιατύπωση του περιεχομένου των πολυσέλιδων ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων (αιτήσεων και ενστάσεων). Γι' αυτό δεν προτίθεμαι να επαναλάβω αυτά που αναφέρουν. Ωστόσο εκεί και όπου κριθεί ότι χρειάζεται θα αναφέρομαι στο περιεχόμενο τους.
Αποτελεί κοινή θέση των δύο πλευρών ότι η Καθ’ ης η αίτηση πριν τον τοκετό είχε κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών με αποτέλεσμα το ανήλικο να νοσηλευτεί στην εντατική καθώς επίσης και το γεγονός ότι τόσο κατά το χρόνο έκδοσης του προσωρινού διατάγματος μέχρι και σήμερα η Καθ’ ης η αίτηση παραμένει υπό κράτηση, πλέον ως υπόδικος στις κεντρικές φυλακές.
Περαιτέρω η Καθ’ ης η αίτηση παραδέχεται ότι υπέγραψε συγκατάθεση ώστε να αναλάβουν την φύλαξη της ανήλικης οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, πλην όμως αμφισβητεί την εγκυρότητα της δήλωσης συγκατάθεσης της για τους λόγους που προβάλλει. Ανεξάρτητα από την αμφισβήτηση της εγκυρότητας της εν λόγω συγκατάθεσης από την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση, σε κάθε περίπτωση, όπως η Αιτήτρια ισχυρίζεται, τυχόν άρση της συγκατάθεσης από την Καθ’ ης η αίτηση θα έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή της ανήλικης σε αυτή με αποτέλεσμα να εκτεθεί η ανήλικη σε κίνδυνο.
Η Καθ’ ης η αίτηση δεν αμφισβητεί τις αναφορές της Αιτήτριας σε σχέση με τις προσπάθειες των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να την εντοπίσουν και την αδυναμία τους να την εντοπίσουν, τις οποίες αποδίδει στη σύγχυση, το άγχος και τον πανικό που ισχυρίζεται ότι ένιωθε για το αβέβαιο μέλλον της ίδιας και του βρέφους της, καθότι ως αναφέρει την περίοδο που φαίνεται να αναζητείτο από το γραφείο ευημερίας ήταν καταζητούμενο πρόσωπο. Η Λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών λαμβάνοντας υπόψη την συνολική εικόνα και στάση τόσο της Καθ’ ης η αίτηση όσο και του προσώπου που παρουσίαζε η Καθ’ ης η αίτηση στο χρόνο εκείνο ως πατέρα της ανήλικης, σημείωσε ότι διαφαίνονται στοιχεία καταχρηστικής συμπεριφοράς. Όπως δε ισχυρίστηκε η Καθ’ ης η αίτηση στη συνέχεια, ο βιολογικός πατέρας της ανήλικης δολοφονήθηκε.
Στην αντίπερα όχθη η Καθ’ ης η αίτηση αμφισβητεί τις θέσεις της Αιτήτριας και θεωρεί ότι είναι ικανή και κατάλληλη να ασκεί τα γονικά της δικαιώματα.
Χωρίς να υπεισέρχομαι στους αντικρουόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων, οι οποίοι παραμένουν ζωντανοί για να δικαστούν κατά την κυρίως αίτηση, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω καθώς επίσης και το σύνολο των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του ανήλικου το οποίο στο χρόνο έκδοσης του προσωρινού διατάγματος ήταν μόλις 10 μηνών και συνακόλουθα τις αυξημένες ανάγκες του για φροντίδα και προσοχή, το γεγονός ότι η Καθ’ ης η αίτηση παραμένει μεν υπό κράτηση όμως τίποτα δεν την εμποδίζει σε περίπτωση που αφεθεί ελεύθερη να άρει την συγκατάθεση που είχε δώσει την εγκυρότητα της οποίας σε κάθε περίπτωση αμφισβητεί, κρίνω ότι η Αιτήτρια απέδειξε το κατεπείγον του αιτούμενου διατάγματος. Παρότι δε η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε εννέα περίπου μήνες μετά την καταχώριση της εναρκτήριας αίτησης, το σύνολο των πιο πάνω συνθηκών καθιστούσε την ανάγκη για άμεση προστασία του συμφέροντος του ανήλικου βρέφους επιβεβλημένη, καταδεικνύοντας έτσι το κατεπείγον του αιτήματος, που δικαιολογούσε την μονομερή έκδοση του προσωρινού διατάγματος.
Αναφορικά με τους λόγους ένστασης της Καθ' ης η αίτηση περί απόκρυψης γεγονότων και παραπλάνησης του Δικαστηρίου και ότι η Αιτήτρια δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια, από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου δεν διαπιστώνω να έχει γίνει απόκρυψη οποιωνδήποτε γεγονότων και δει ουσιωδών από την πλευρά της Αιτήτριας, τα οποία εάν γνώριζε το Δικαστήριο να μην εξέδιδε το προσωρινό διάταγμα. Συνακόλουθα οι συναφείς λόγοι ένστασης απορρίπτονται. Σημειώνω ότι οι διιστάμενες απόψεις δεν συνιστούν παραπλάνηση του Δικαστηρίου ούτε δύναται να θεωρηθεί ότι συνιστούν ψευδείς αναφορές.
Θα προχωρήσω ακολούθως να εξετάσω εάν πληρούνται οι τρείς προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 32 του Νόμου 14/1960, σύμφωνα με τις αρχές της σχετικής νομολογίας. Όπως υποδεικνύεται στην Δίγκλης ,[11] η ανάληψη δικαιοδοσίας δυνάμει του άρθρου 32 του Ν. 14/60, επιβάλλει την εξέταση των σχετικών με τα εν λόγω θέματα ισχυρισμών ως αυτοί έχουν στην όψη τους. Τούτο δε, εφόσον οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί χαρακτηρίζονται από λογικότητα και ποιοτική επάρκεια.
Αναφορικά με την πρώτη προϋπόθεση δηλαδή την ύπαρξη «Σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση», κρίνω ότι εν προκειμένω προκύπτει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, εφόσον αναγνωρίζεται ρητά από το Νόμο και ειδικότερα από το άρθρο 18 του Ν. 216/90, το οποίο επιτρέπει την αφαίρεση της γονικής μέριμνας του τέκνου και από τους δύο γονείς και την ανάθεση της επιμέλειας σε επίτροπο σε περίπτωση που διαπιστώνεται καταχρηστική άσκηση του γονικού ρόλου, υπό αυστηρές βέβαια προϋποθέσεις ως εξαιρετικό μέτρο και τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας και νοουμένου βέβαια ότι θα καταδειχτούν κατά την ακρόαση της κυρίως αίτηση τέτοιοι λόγοι που να δικαιολογούν την έκδοση τέτοιου διατάγματος. Σύμφωνα δε με το άρθρο 18 (1) του Νόμου, η Αιτήτρια είναι ένα από τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να προωθήσουν αίτηση αυτής της φύσεως. Από τα όσα δε έχουν τεθεί ενώπιον μου καταδεικνύεται ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι όπως έχει ερμηνευθεί «πιθανότητα επιτυχίας» σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.
Αναφορικά με την τρίτη προϋπόθεση, όπως αναφέρεται και ανωτέρω η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτητή, που στην υπό κρίση αίτηση κριτήριο είναι το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου.
Όπως λέχθηκε στη Έφεση αρ. 6/20,[12] «Η προστασία της οικογένειας από αυθαίρετες επεμβάσεις κυβερνητικών αρχών είναι καλά κατοχυρωμένη σ' όλα τα νομικά συστήματα. Ο διαχωρισμός οικογένειας θεωρείται επέμβαση στην οικογενειακή ζωή. Ο διαχωρισμός παιδιών από τους γονείς τους δεν είναι επιτρεπτός, εκτός και αν οι γονείς σοβαρά παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους ως γονείς και σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις. Η αμοιβαία απόλαυση της σχέσης γονιού και παιδιού αποτελεί βασικό δικαίωμα και στοιχείο της οικογενειακής ζωής. Ο αποκλεισμός ενός γονέα από τα γονικά του δικαιώματα είναι ένα απομακρυσμένο μέτρο και μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όπου το κίνητρο μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο από το κυρίαρχο στοιχείο που είναι το καλώς νοούμενο συμφέρον του παιδιού.».
Το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό δεν μπορεί να υπεισέρθει και να εξετάσει τους αντικρουόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων, ούτε να καταλήξει σε τελικά ευρήματα. Ωστόσο έχουν τεθεί ενώπιον μου πολύ σοβαροί ισχυρισμοί, κάποιοι εκ των οποίων αποτελούν παραδεκτά γεγονότα, οι οποίοι άπτονται του συμφέροντος, της ασφάλειας, προστασίας και υγείας ενός βρέφους μόλις 10 μηνών στο χρόνο έκδοσης του προσωρινού διατάγματος.
Η Καθ’ ης η αίτηση τελεί υπό κράτηση και συνακόλουθα εκ των πραγμάτων κωλύεται από του να ασκεί βασικές πτυχές της γονικής μέριμνας του ανήλικου, στο παρόν τουλάχιστο στάδιο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί ανά πάσα στιγμή να αφεθεί ελεύθερη. Δεν παραγνωρίζω ότι εάν το προσωρινό διάταγμα οριστικοποιηθεί και εν τέλει η κυρίως αίτηση αποτύχει, η εν τέλει αδικαιολόγητη επέμβαση στην οικογενειακή ζωή της Καθ’ ης η αίτηση με το ανήλικο τέκνο της θα προξενήσει ζημιά και ταλαιπωρία στην Καθ’ ης η αίτηση και το ανήλικο τέκνο της. Κρίνω ωστόσο ότι η όποια ζημιά που θα έχει προκληθεί στη σχέση της Καθ’ ης η αίτηση με το ανήλικο τέκνο της όπως και ο κίνδυνος αποξένωσης τους, θα μπορεί να αποκατασταθεί λαμβάνοντας υπόψη την πολύ μικρή ηλικία του βρέφους το οποίο θα μπορεί να προσαρμοστεί εύκολα στη σχέση του με την μητέρα του σε περίπτωση που η κυρίως αίτηση τελικά αποτύχει.
Από την άλλη εάν δεν οριστικοποιηθεί το προσωρινό διάταγμα και τελικά η κυρίως αίτηση πετύχει, τότε λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου και εξετάζοντας αυτά στο βαθμό που απαιτείται και που είναι επιτρεπτό για τους σκοπούς της ενδιάμεσης αυτής διαδικασίας, κρίνω ότι το ανήλικο ενδέχεται να βρεθεί εκτεθειμένο σε σοβαρούς κινδύνους, με ορατό τον κίνδυνο πρόκλησης σε αυτό ανεπανόρθωτης ζημιάς, λαμβάνοντας και πάλι υπόψη το πολύ νεαρό της ηλικίας του ανηλίκου, τις αυξημένες ανάγκες του για φροντίδα και προστασία και την εκ των πραγμάτων απόλυτη εξάρτηση του από το πρόσωπο που ασκεί την φροντίδα και γονική μέριμνα του. Επαναλαμβάνω ότι πρόκειται για ένα βρέφος, δηλαδή για ένα πολύ ευάλωτο πρόσωπο με αυξημένες ανάγκες φροντίδας και προστασίας.
Σημειώνω ότι η Καθ’ ης η αίτηση, όπως η ίδια παραδέχεται, στη στιγμή του έντονου άγχους που όπως ισχυρίζεται βίωνε λόγω του επερχόμενου τοκετού έκανε χρήση μεταμφεταμίνης, με όλες τις δυσμενείς συνέπειες σε βάρος της υγείας του νεογέννητου. Τίποτα δεν έχει τεθεί ενώπιον μου που να διασφαλίζει ότι σε παρόμοια στιγμή έντονου άγχους δεν θα επαναλάβει αυτή της την πράξη, με όλα όσα αυτό θα συνεπάγεται για το ανήλικο εάν αυτό αφεθεί υπό την γονική της μέριμνα και εν τέλει η κυρίως αίτηση πετύχει. Περαιτέρω όπως η ίδια παραδέχεται, είχε εξαφανιστεί και δεν μπορούσε να καταστεί δυνατός ο εντοπισμός της από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας καθότι ως η ίδια ανέφερε ήταν καταζητούμενο πρόσωπο, βρισκόταν σε σύγχυση και διακατεχόταν από άγχος και πανικό. Τίποτα δεν μπορεί να διασφαλίσει ότι εάν τελικά αφεθεί ελεύθερη και το προσωρινό διάταγμα ακυρωθεί, ότι δεν θα εξαφανιστεί εκ νέου μαζί με το ανήλικο, με όλα όσα αυτό θα συνεπάγεται για το ανήλικο εάν αυτό αφεθεί υπό την γονική της μέριμνα και τελικά η κυρίως αίτηση πετύχει. Σημειώνω ότι η Αιτήτρια δεν αμφισβητεί την αγάπη της Καθ’ ης η αίτηση προς το ανήλικο τέκνο της αλλά την ικανότητα της να ασκεί τα γονικά της δικαιώματα.
Όσο αφορά τις πτυχές της γονικής μέριμνας της ανήλικης που αφορούν ζητήματα υγείας και εκπαίδευσης της, η Καθ’ ης η αίτηση εισηγείται ότι το ανήλικο διαμένει με την ανάδοχη οικογένεια ήτοι την αδερφή της η οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να μεταβεί στις κεντρικές φυλακές για εξασφάλιση της υπογραφής της, ώστε να μπορεί η ίδια να αποφασίζει για τα ζητήματα αυτά. Όπως εξηγώ και πιο πάνω η Καθ’ ης η αίτηση παραδέχεται την χρήση από μέρους της ναρκωτικών ουσιών πριν τον τοκετό αναφέροντας ότι η ίδια αυτοβούλως το ανέφερε στον αναισθησιολόγο της πριν τον τοκετό. Ισχυρίζεται επίσης ότι αντιμετώπιζε επιλόχειο κατάθλιψη στην οποία και αποδίδει την υπογραφή από μέρους της της δήλωσης της να αναλάβουν οι υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας της φροντίδα της ανήλικης. Αρνείται με τρόπο γενικό τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας ότι στο πλαίσιο συνεργασίας της παραδέχτηκε ότι είναι χρήστης ναρκωτικών, ότι της προτάθηκε από τις ΥΚΕ να ενταχθεί σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης χωρίς ανταπόκριση από την ίδια, ότι παρουσιάστηκε στο κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης μόνο μια φορά στις 16/07/2024 χωρίς να επιστρέψει σε αυτό σε μεταγενέστερο χρόνο και ότι η ίδια δήλωσε στο χρόνο εκείνο αδυναμία να αναλάβει τη φροντίδα του βρέφους. Ακολούθως ισχυρίζεται ότι πλέον έχει πλήρη διαύγεια και καθαρό μυαλό για να μπορεί να αποφασίζει για θέματα υγείας και εκπαίδευσης της ανήλικης, χωρίς ωστόσο να παρουσιάζει οποιοδήποτε ιατρικό πιστοποιητικό που να υποστηρίζει τις θέσεις της, την στιγμή που η ίδια προβάλλει τον ισχυρισμό ότι αντιμετώπιζε επιλόχειο κατάθλιψη. Χωρίς να καταλήγω σε οποιαδήποτε ευρήματα, αφού αυτό θα γίνει κατά την εξέταση της κυρίως αίτησης όπου πλέον το Δικαστήριο θα έχει ενώπιον του το σύνολο της μαρτυρίας, για τους σκοπούς της ενδιάμεσης διαδικασίας κρίνω ότι η οριστικοποίηση του προσωρινού διατάγματος σε σχέση και με αυτές τις πτυχές της γονικής μέριμνας ενέχει τους λιγότερους κινδύνους αδικίας.
Σημειώνω ότι στην υπό κρίση περίπτωση δεν τίθεται ζήτημα αναζήτησης της γνώμης του ανηλίκου, καθότι είναι μόλις 14 μηνών και ως εκ τούτου νοείται ότι δεν διαθέτει την αναγκαία ωριμότητα. Τονίζω ωστόσο ότι ακριβώς το πολύ νεαρό της ηλικίας του και ακριβώς η αδυναμία του να τοποθετηθεί και να εκφράσει γνώμη, καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την πολύ προσεχτική αξιολόγηση και εκτίμηση των όσων έχουν παρουσιαστεί, ώστε η όποια απόφαση του Δικαστηρίου να ενέχει τους λιγότερους κινδύνους πρόκλησης ζημιάς στο συμφέρον του ανήλικου.
Για όλους λοιπόν τους πιο πάνω λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω και με γνώμονα πάντοτε το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου κρίνω ότι στην παρούσα περίπτωση πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση και για τους ίδιους λόγους κρίνω ότι και το ισοζύγιο της ευχέρειας γέρνει υπέρ της οριστικοποίησης του προσωρινού διατάγματος.
Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Πολιτική Έφεση 292/2010[13] :
«.......είναι αρκετό να υπενθυμίσουμε ότι το ισοζύγιο των πιθανών επιπτώσεων (balance of convenience) έχει στο επίκεντρο του τον κίνδυνο αδικίας που θα προκύψει αν φανεί ότι η απόφαση που δόθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο είναι λανθασμένη. Ο κίνδυνος αυτός εναποθέτει στο Δικαστήριο το καθήκον όπως, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, ισοζυγίζει τα ενώπιον του στοιχεία και υιοθετεί εκείνη την πορεία η οποία φαίνεται να ενέχει τους λιγότερους κίνδυνους αδικίας (βλ. Baccardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 788 η οποία υιοθέτησε τα λεχθέντα από το Δικαστή Hoffman στην Films Rover International Limited v. Cannon Film Sales Limited (1987) 1 W.L.R. 690).
(*υπογράμμιση του Δικαστηρίου).
Σταθμίζοντας πολύ προσεχτικά όλα τα πιο πάνω και για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, κρίνω ότι η οριστικοποίηση του προσωρινού διατάγματος ενέχει τους λιγότερους κίνδυνους αδικίας, έχοντας κατά νου το καλώς νοούμενο συμφέρον του ανηλίκου.
Συνακόλουθα το προσωρινό διάταγμα καθίσταται οριστικό μέχρι την εκδίκαση της κυρίως αίτησης και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Ως προς τα έξοδα, μη έχοντας λόγο να παρεκκλίνω από τον κανόνα που θέλει αυτά να ακολουθούν το αποτέλεσμα της διαδικασίας, επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα είναι όμως πληρωτέα στο τέλος της κυρίως διαδικασίας.
[Υπ.] .…..……….………………………
Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητης
[1] Βλ. Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 598, Timberland Co. v. Evans & Sons Ltd κ.ά. (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1179, Χριστοδούλου ν. Vraets (1999) 1 Α.Α.Δ. 1475, Zein v. Παράσχος Κ. Καμπανέλλας Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ. 606, Re Stavros Hotel Appartments Ltd κ.α. (1994) 1 Α.Α.Δ. 836, 841 και Re B.P. Cyprus Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 861, 864.
[2] National Bank of Greece v Motovia (1987) 1 A.A.Δ. 303, KOT v Θεωρή (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 255, Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου v. Χ" Βασίλη (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 152, Parico Aluminium Designs Ltd v Muskita Aluminium Co Ltd (2002) 1 Γ Α.Α.Δ. 2015 καθώς επίσης και στην μεταγενέστερη υπόθεση Eurocypria Airlines Ltd υπό εκκαθάριση μέσω του εκκαθαριστή της Κρις Ιακωβίδη v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Γενικού Εισαγγελέα κ.α (2011) 1 Α.Α.Δ. 1783 Αερογραμμές.
[3] Odysseos v. Pieris Estates Ltd and Another (1982) 1 C.L.R. 557
[4] Mitsingas Ltd v. Timberland (1997) 1 ΑΑΔ 1791
[5] βλ. Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χ" Βασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 152
[6] βλ. . Ε. Στυλιανού ν. Β. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 130, Κ. Ιακωβίδου ν. Α. Ιακωβίδη (1996) 1 ΑΑΔ 1057, Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ν. Φ. Ντούμα (2001) 1 ΑΑΔ 1911).
[7] Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 Α.Α.Δ. 263
[8] Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beograska Banka D.D. (1999) 1 (A) Α.Α.Δ. 225, 236
[10] Resola (Cyprus) Ltd v. Χάρη Χρίστου (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 598
[11] Δίγκλης κ.α ν. Total Fit Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. E135/2015,
[13] Ευστρατίου v. Dicran Ouzounian and Company Limited Πολιτική Έφεση 292/2010, ημερ. 20/1/14
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο