Μ.Μ. Χ ν. Γ. Ν, Αρ. Αίτησης: 76/2024, 22/1/2025
print
Τίτλος:
Μ.Μ. Χ ν. Γ. Ν, Αρ. Αίτησης: 76/2024, 22/1/2025

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.

Αρ. Αίτησης:  76/2024

Μεταξύ:

Μ.Μ. Χ, από Λάρνακα

Αιτήτριας

και

 

Γ. Ν, από Λάρνακα

Καθ’ ου η αίτηση

 

Ημερομηνία: 22 Ιανουαρίου, 2025  

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση: Κα Χρύσω Κανέλα

Για τον Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητή:  Εμφανίζεται προσωπικά

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Αίτηση ημερομηνίας 12/09/2024

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητής στο πλαίσιο της πιο πάνω υπόθεσης καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση με την οποία αξιώνει την έκδοση διατάγματος που να διατάσσει την Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση να τον ενημερώσει γραπτώς για ότι συνέβη πριν, κατά και μετά την νοσηλεία του Α. Ν στο Τμήμα Επειγόντων στις 20/08/2024.

 

Η αίτηση καταχωρίστηκε μονομερώς και διατάχθηκε από το Δικαστήριο να επιδοθεί. Η αίτηση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητή, συνοψίζοντας το περιεχόμενο της οποία προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητής αναφέρει στην ένορκη του δήλωση ότι βάσει τελικού διατάγματος γονικής μέριμνας στην αίτηση με αρ. 273/2020 η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου των διαδίκων ανατέθηκε από κοινού στους διαδίκους και επισυνάπτει ως (τεκμήριο 1) το σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου.

 

Ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση τον αποκλείει συστηματικά από κάθε ενημέρωση σχετικά με την υγεία του ανήλικου και ότι στις 3/09/2024 ενώ ετοίμαζε άλλη αίτηση, κατά τύχη είδε στο portal του ΓΕΣΥ ότι στις 20/08/2024 ο Α. εισήχθηκε στα επείγοντα του νοσοκομείου.

 

Όπως ισχυρίζεται, απέστειλε μήνυμα στην μητέρα για να τον ενημερώσει τι συνέβηκε (τεκμήριο 3) και διαπίστωσε ότι η μητέρα έχει μπλοκάρει το κινητό του. Ισχυρίζεται ότι της απέστειλε e-mail ζητώντας το ίδιο πράγμα (τεκμήριο 4) και ότι η μητέρα δεν τον ενημερώνει τι συνέβηκε. Όπως αναφέρει είναι αναφαίρετο δικαίωμα του να γνωρίζει για το τι συμβαίνει στο παιδί του και η μητέρα οφείλει να τον ενημερώσει για το τι συνέβηκε.

 

Η Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε ένσταση προβάλλοντας δεκαέξι (16) λόγους ένστασης. Συνοψίζοντας τους προβαλλόμενους λόγους ένστασης η Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση ενίσταται ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, ότι η αίτηση είναι παράτυπη και βασίζεται σε λανθασμένη νομική βάση, ότι η αίτηση καταχωρίστηκε καταχρηστικά, ότι δεν συντρέχει το στοιχείο του κατεπείγοντος, ότι τα γεγονότα στα οποία επιδιώκεται η έκδοση διατάγματος δεν αφορούν τον επίδικο χρόνο, ότι τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται περιέχουν ψευδείς και ανυπόστατους ισχυρισμούς και ότι ο Αιτητής δεν προσήλθε με καθαρά χέρια στο Δικαστήριο.

 

Η ένσταση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση της Αιτήτριας – Καθ’ ης η αίτηση, συνοψίζοντας το περιεχόμενο της οποίας προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

Η Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητή. Παραδέχεται την έκδοση του τελικού διατάγματος αλλά ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής επιχειρεί να παραπλανήσει το Δικαστήριο λέγοντας ότι η επιμέλεια είναι κοινή σε όλες τις πτυχές της καθότι, όπως αναφέρει, ο τόπος διαμονής του ανήλικου είναι ο τόπος διαμονής της.

 

Ισχυρίζεται ότι την ημέρα που εισήχθηκε ο ανήλικος στο Νοσοκομείο έπρεπε ο Αιτητής να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του αλλά δεν το άσκησε. Ισχυρίζεται επίσης ότι το τεκμήριο 4 που επισυνάπτει ο Αιτητής δεν είναι ολόκληρη η συνομιλία τους και ισχυρίζεται ότι η ίδια τον καλούσε επανειλημμένως και ότι της το έκλεινε και επισυνάπτει η ίδια ως τεκμήριο 2 τον κατάλογο κλήσεων αλλά και το σύνολο της ηλεκτρονικής επικοινωνίας τους.

 

Ισχυρίζεται επίσης ότι στο ΓΕΣΥ ο εξετάζων ιατρός καταγράφει το λόγο επίσκεψης του ασθενούς όπως επίσης και τη διάγνωση και θεραπεία και ότι ο ίδιος έχει πρόσβαση στο ΓΕΣΥ και μπορεί να δει το περιεχόμενο της επίσκεψης. Αναφέρει επίσης ότι όταν πραγματοποιείται επίσκεψη στο ΓΕΣΥ ο γονέας ενημερώνεται με ηλεκτρονικό μήνυμα στο κινητό του καθώς επίσης και στη διεύθυνση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας του, ενώ ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι το αντιλήφθηκε τυχαία στις 3/09/2024.

 

Τέλος ισχυρίζεται ότι η αίτηση καταχωρίστηκε καταχρηστικά και θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητής καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Όπως αναφέρει στις «κλινικές σημειώσεις» έχει καταγραφεί ιατρική συντομογραφία η οποία δεν μπορεί να γίνει κατανοητή από μη γιατρό και δεν υπάρχει αναφορά στο τι έγινε και εισήχθη το παιδί, ότι έγινε εξέταση για «τροπονίνη» η οποία γίνεται όταν κάποιος έχει υποστεί έμφραγμα και ότι όπως φαίνεται από το screenshot η γιατρός έκανε προφορική σημείωση στη μητέρα και ότι δεν μπορεί να έχει ενημέρωση για το φάρμακο που χορηγήθηκε στο παιδί του.

 

Η Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση επαναλαμβάνοντας τους αρχικούς ισχυρισμούς της.

 

Κατά τη ρύθμιση ζητημάτων που άπτονται της γονικής μέριμνας ανηλίκου, η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου [βλ. αρ.6 (2) (α) του Ν.216/90]. Ως συμφέρον του τέκνου εννοείται το σωματικό, το υλικό, το πνευματικό, το ψυχικό, το ηθικό και γενικότερα το κάθε είδους συμφέρον[1].

Η δικαιοδοσία του Οικογενειακού Δικαστηρίου σε τέτοιες υποθέσεις έχει εξεταστικό χαρακτήρα. Δεν έχει το στοιχείο της αντιπαράθεσης μεταξύ των γονέων, ούτε στοχεύει στην απόδοση ευθυνών για μεμπτή συμπεριφορά, αλλά ενέχει χαρακτήρα ερευνητικό ως προς τη διαπίστωση των συμφερόντων του ανηλίκου.

Έχω μελετήσει με προσοχή όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιων μου, τις ένορκες δηλώσεις των μερών καθώς και όλα όσα αναφέρονται στις γραπτές αγορεύσεις των μερών.

Όπως προκύπτει από το διάταγμα στην αίτηση με αρ. 273/2020, η γονική μέριμνα του ανήλικου ασκείται από τους διαδίκους από κοινού, πλην της φύλαξης και φροντίδας του ανήλικου που ανατέθηκε στην Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση και του καθορισμού του τόπου διαμονής του ανήλικου.

Με την υπό κρίση αίτηση ο Καθ’ ου η αίτηση - Αιτητής αξιώνει την έκδοση διατάγματος που να διατάσσει την Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση να τον ενημερώσει γραπτώς για ότι συνέβη πριν, κατά και μετά την νοσηλεία του Α. Ν στο Τμήμα Επειγόντων στις 20/08/2024. Όπως δε προκύπτει από την μαρτυρία που ο ίδιος προσέφερε, ο Καθ’ ου η αίτηση - Αιτητής είναι το πρόσωπο το οποίο έχει πρόσβαση και διαχειρίζεται τον λογαριασμό ΓΕΣΥ στον οποίο είναι δικαιούχος ο ανήλικος, εξ’ ου και είχε ενημερωθεί για το εν λόγω περιστατικό μέσω της Πύλης του ΓΕΣΥ. Συνακόλουθα μέσω του εν λόγω λογαριασμού μπορεί να λάβει και την σχετική πληροφόρηση σχετικά με το ιατρικό ζήτημα γύρω από την νοσηλεία του ανήλικου στο τμήμα επειγόντων.

Σε περίπτωση δε που ο Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητής δεν είναι ικανοποιημένος από την πληροφόρηση που μπορεί να λάβει από την Πύλη του ΓΕΣΥ σε σχέση με το εν λόγω περιστατικό υγείας του ανήλικου και χρειάζεται περαιτέρω και πιο εξειδικευμένη ενημέρωση γύρω από την νοσηλεία και τις συστάσεις του ιατρού, δύναται ως ένας εν των φορέων της γονικής μέριμνας του ανήλικου να αξιώσει τέτοια πληροφόρηση απευθείας από τον ιατρό που περιέθαλψε τον ανήλικο την συγκεκριμένη ημέρα και σε σχέση με το εν λόγω περιστατικό, ως το πλέον κατάλληλο και αρμόδιο άτομο για να του παρέχει απευθείας την απαραίτητη ιατρική ενημέρωση που επιθυμεί. Σημειώνω δε ότι ο Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητής δεν διευκρινίζει κατά πόσο επιχείρησε να λάβει τέτοια ενημέρωση απευθείας από την ιατρό που περιέθαλψε τον ανήλικο ώστε να του εξηγήσει τις «κλινικές σημειώσεις» και για την εξέταση για τροπονίνη, όπως επίσης και για τις συστάσεις που έκανε στην μητέρα και κατά πόσο η ιατρός τυχόν αρνήθηκε να του δώσει τέτοια ενημέρωση ή όχι.

Το άρθρο 7 του Περι σχέσεων γονέων και τέκνων Νόμου προνοεί « Αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς».

Όπως εξηγείται και στο σύγγραμμα Οικογενειακό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, σελίδα 615, οι δύο γονείς έχουν υποχρέωση απέναντι στο τέκνο να συνεννοηθούν και να συμφωνήσουν για την άσκηση της γονικής μέριμνας. Αν όμως αυτοί διαφωνούν για ορισμένο ζήτημα, τότε αποφασίζει το Δικαστήριο.

Το εγειρόμενο με την υπό κρίση αίτηση ζήτημα δεν αφορά διαφωνία των γονέων σε σχέση με το πώς θα πρέπει να ασκηθεί η γονική μέριμνα του ανήλικου για συγκεκριμένο ζήτημα, ώστε να πρέπει να αποφασίσει γι’ αυτό το Δικαστήριο. Αυτό θα συνέβαινε στην περίπτωση λ.χ επιλογής σχολείου, διενέργειας ιατρικής επέμβασης, επιλογή θρησκεύματος. Αντίθετα κρίνω ότι το εγειρόμενο στην υπό κρίση αίτηση στην ουσία άπτεται του τρόπου άσκησης της γονικής μέριμνας από τους φορείς της, το οποίο όμως θα κριθεί στην εναρκτήρια αίτηση.

Το άρθρο 8 του Περί σχέσεων Γονέων και τέκνων Νόμου 216/1990 προνοεί ότι «ο καθένας από τους γονείς επιχειρεί και μόνος του πράξεις αναφερόμενος στη γονική μέριμνα εφόσον πρόκειται για συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή για πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα». Η νόμιμη μονομερής άσκηση του δικαιώματος γονικής μέριμνας από τον ένα γονέα, όπως λ.χ στην περίπτωση επείγουσας περίπτωσης, ενδέχεται υπό τις περιστάσεις να είναι καταχρηστική όταν λ.χ δεν υπήρχαν ουσιαστικοί λόγοι που να εμποδίζουν την συμμετοχή του άλλου γονέα. Ο γονέας δε που ενεργεί νόμιμα αλλά μονομερώς θα πρέπει να πρέπει να ενημερώσει σχετικά τον άλλο γονέα σε εύλογο χρόνο (Οικογενειακό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, σελίδα 621). Τα ζητήματα αυτά άπτονται του τρόπου άσκησης της γονικής μέριμνας του ανήλικου και του κατά πόσο αυτή τυχόν ασκείται καταχρηστικά από οποιονδήποτε εκ των φορέων της και ως τέτοια θα εξεταστούν στην εναρκτήρια αίτηση όπου το Δικαστήριο θα εισέλθει στην ουσία της διαφοράς.

Ο Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητής αξιώνει την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος ισχυριζόμενος την άρνηση της Αιτήτριας – Καθ’ ης η αίτηση να τον ενημερώσει προβάλλοντας συγκεκριμένους ισχυρισμούς και επισυνάπτοντας σχετικά τεκμήρια. Στην αντίπερα όχθη η Αιτήτρια – Καθ’ ης  η αίτηση ισχυρίζεται ότι η ίδια καλούσε τον Καθ’ ου η αίτηση- Αιτητή για να τον ενημερώσει και ότι ο τελευταίος δεν απαντούσε στις κλήσεις της, παρουσιάζοντας και η ίδια από την πλευρά της σχετικούς ισχυρισμούς και τεκμήρια προς υποστήριξη των ισχυρισμών της.

Χωρίς να εισέρχομαι στην ουσία της διαφοράς, αφ’ ης στιγμής οι διάδικοι ασκούν την γονική μέριμνα του ανήλικου από κοινού, οφείλουν να επιδιώξουν την δημιουργία ενός διαύλου επικοινωνίας μεταξύ τους, αυτό προτάσσει και το συμφέρον του ανήλικου και όχι να επιδιώκουν να μετατρέψουν το Δικαστήριο σε μέσο επικοινωνίας.

Η ανικανότητα των διαδίκων να δημιουργήσουν μεταξύ τους ένα κλίμα στοιχειώδους επικοινωνίας για την επίλυση τουλάχιστον των ζητημάτων που αφορούν την άσκηση της γονικής μέριμνας του ανήλικου υιού τους, είναι λυπηρή και τραγική και αντίκειται στο συμφέρον του ανήλικου υιού τους.

Ωστόσο η ανικανότητα αυτή των διαδίκων δεν μπορεί να μετατρέψει το Δικαστήριο σε όργανο επικοινωνίας μεταξύ τους. Αφ’ ης στιγμής η γονική μέριμνα του ανήλικου υιού τους ασκείται από κοινού, τέτοιου είδους ζητήματα θα πρέπει να επιλύονται άμεσα μεταξύ τους. Σε ένα σύστημα στο οποίο η δικαιοσύνη προσπαθεί να βελτιώσει τους ρυθμούς της και να προβεί σε ενέργειες ταχύτερης απονομής της, εναπόκειται και στους ίδιους τους διαδίκους να επιδεικνύουν τέτοια δικονομική συμπεριφορά ώστε να μην απασχολούν το Δικαστήριο με πολλαπλές ενδιάμεσες διαδικασίες για ζητήματα για τα οποία στην πραγματικότητα δεν απαιτείται παρέμβαση του Δικαστηρίου, οι οποίες μάλιστα φτάνουν στα όρια της κατάχρησης των διαδικασιών. Αντίθετα θα πρέπει και οι ίδιοι επιδεικνύουν τέτοια δικονομική συμπεριφορά ώστε να μπορεί η εναρκτήρια αίτηση να οδηγείται σε ακρόαση απρόσκοπτα χωρίς αχρείαστες καθυστερήσεις και έξοδα. Αυτό θεωρώ προνοεί και ο πρωταρχικός σκοπός των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.

Ερχόμενη τώρα και πάλι στους ισχυρισμούς των διαδίκων γύρω από την ισχυριζόμενη προσπάθεια του Καθ’ ου η αίτηση – Αιτητή να λάβει ενημέρωση από την Καθ’ ης η αίτηση – Αιτήτρια και σε σχέση με την στάση που επέδειξε η Αιτήτρια- Καθ’ ης η αίτηση, πρόκειται για αντικρουόμενους ισχυρισμούς που άπτονται του τρόπου άσκησης της γονικής μέριμνας του ανήλικου και του κατά πόσο αυτή τυχόν ασκείται καταχρηστικά από οποιοδήποτε εκ των γονέων ή και από τους δύο καθώς επίσης και  σε σχέση με το κατά πόσο μπορεί να συνεχίσει να ασκείται η γονική μέριμνα του ανήλικου από τους διαδίκους από κοινού. Ωστόσο, το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση και Ανταπαίτηση (σχετική η Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 Α.Α.Δ. 263, Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 ΑΑΔ 248). Συνεπώς όλα τα εγειρόμενα ζητήματα παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικασθεί η ουσία της κυρίως αίτηση και Ανταπαίτησης (σχετική η Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beograska Banka D.D. (1999) 1 (A) Α.Α.Δ. 225, 236).

 

Υπό το φως των πιο πάνω και για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η αίτηση δεν μπορεί να πετύχει και συνακόλουθα απορρίπτεται.

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας – Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση - Αιτητή όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

                                                                                

 

                                              [Υπ.] ………………………….

 Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

 



[1] Σ. ν. Σ. (1993) 1 ΑΑΔ 130, Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ν. (2001) 1 ΑΑΔ 1911 και Σ. ν. Τ. (2006) 1 ΑΑΔ 1153.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο