ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Ενώπιον: Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.
Αρ. Αίτησης: 255/20
Μεταξύ:
Γ. Ν.
Αιτητή
και
Μ. Μ. Χ.
Καθ’ ης η αίτηση
------------------------------
(Συνεκδικαζόμενες αιτήσεις παρακοής ημερ. 16/02/2022 και 22/09/2022)
Ποινή
Ημερομηνία: 31 Ιουλίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για τον Αιτητή: Καμία εμφάνιση
Για την Καθ’ ης η Αίτηση: κα Χρύσω Κανέλλα.
Καθ’ ης η Αίτηση παρούσα
Μετά από ακρόαση των συνεκδικαζόμενων αιτήσεων παρακοής ημερομηνίας 16/02/2022 και 22/09/2022, η Καθ’ ης η αίτηση κρίθηκε ένοχη για ηθελημένη παρακοή του διατάγματος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 17/06/2021.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση παρατίθενται λεπτομερώς στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 11/06/2025 και συνοψίζονται στο ότι κατά παράβαση των προνοιών του διατάγματος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 17/06/2021 κατά τις ημερομηνίες 12/02/2022, 13/02/2022, 14/02/2022 και κατά τις ημερομηνίες 16/02/2022, 21/02/2022, 28/02/2022, 2/3/2022, 7/3/2022, 12/03/2022, 13/03/2022, 14/03/2022, 16/03/2022, 23/03/2022, 27/03/2022, 04/04/2022, 9/04/2022, 20/04/2022, 24/04/2022, 11/05/2022 και 15/05/2022 ενώ ο Αιτητής είχε δικαίωμα να παραλάβει το ανήλικο τέκνο του από τον τόπο διαμονής της Καθ’ ης η αίτηση προκειμένου να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του, η Καθ’ ης η αίτηση σκόπιμα, συνειδητά, ηθελημένα και συστηματικά και κατά παράβαση του διατάγματος δεν του παρέδωσε το ανήλικο ως είχε υποχρέωση να πράξει, παρεμποδίζοντας με αυτό τον τρόπο την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του Αιτητή με το ανήλικο τέκνο του.
Κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου ετοιμάστηκε Έκθεση Κοινωνικής Έρευνας από το Γραφείο Ευημερίας, η οποία βρίσκεται κατατεθειμένη στο φάκελο του Δικαστηρίου.
Από την έκθεση προκύπτει ότι η Καθ’ ης η αίτηση είναι ηλικίας 39 ετών. Τα εισοδήματα της αποτελούνται από την διατροφή που καταβάλλει ο Αιτητής προς το παιδί και από την οικονομική στήριξη που λαμβάνει από την οικογένεια της αφού η ίδια δεν εργάζεται, παρότι είναι απόφοιτη πανεπιστημίου. Την μη εργασιακή της αποκατάσταση την αποδίδει στην ανάγκη να παρέχει φροντίδα στο ανήλικο τέκνο της και στην απουσία στενού συγγενικού της προσώπου στην Κύπρο που θα μπορούσε να αναλάβει τη φύλαξη του σε ώρα ανάγκης. Η Καθ’ ης η αίτηση έχει την φύλαξη και φροντίδα του ανήλικου τέκνου των διαδίκων με το οποίο παρατηρείται στενός συναισθηματικός σύνδεσμος.
Συνοψίζοντας τα όσα αναφέρει η συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση δια μέσω της γραπτής της αγόρευσης για σκοπούς μετριασμού της ποινής, επικαλείται το λευκό ποινικό μητρώο της Καθ’ ης η αίτηση, ότι δεν έχουν καταχωριστεί άλλες αιτήσεις παρακοής εναντίον της από τον Αιτητή, το ότι το επίδικο διάταγμα ημερομηνίας 17/06/2021 δεν βρίσκεται σε ισχύ αφού όπως αναφέρει από τις 16/10/2024 εφαρμόζεται πλέον το διάταγμα γονικής μέριμνας που εκδόθηκε στο πλαίσιο της αίτησης με αρ. 245/2021 το οποίο ρυθμίζει πλέον το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή με το ανήλικο τέκνο του και με το οποίο όπως αναφέρει συμμορφώνεται πλήρως και εφαρμόζει ευλαβικά η Καθ’ ης η αίτηση, απολογείται και υπόσχεται να συνεχίσει να εφαρμόζει ευλαβικά. Επικαλείται επίσης την σύνδεση της Καθ’ ης η αίτηση με το ανήλικο, του οποίου ασκεί την φύλαξη και φροντίδα, αναφέροντας ότι η ζωή, ευημερία, ψυχοσυναισθηματική σύνδεση και εν γένει ανάπτυξη και πρόοδος του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Καθ’ ης η αίτηση η οποία ανέλαβε την φροντίδα του από την γέννηση του. Περαιτέρω επικαλείται την καθυστέρηση εκδίκασης των αιτήσεων παρακοής, την οποία αποδίδει στον Αιτητή και ειδικότερα τις διαδοχικές αιτήσεις εξαίρεσης που καταχώρησε ο Αιτητής κατά του εκάστοτε δικαστή της υπόθεσης, που ως εισηγείται η συνήγορος της Καθ’ ης η Αίτηση είχαν ως αποτέλεσμα αφενός μεν την καθυστέρηση στην εκδίκαση των αιτήσεων παρακοής και αφετέρου το ότι ως εκ της καθυστέρησης δεν δύναται πλέον η Καθ’ ης η αίτηση να αιτηθεί την εφαρμογή των προνοιών του Περί της προστασίας ανηλίκων τέκνων καταδικασθεισών ή ύποπτων μητέρων Νόμου του 2005 (33(Ι)/2205). Αναφέρει περαιτέρω η συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση το δικαίωμα αμφότερων των διαδίκων να συνοδεύσουν το ανήλικο τέκνο τους στην Γερμανία για σκοπούς πραγματοποίησης εγχείρησης κατόπιν απόφασης του Δικαστηρίου στην αίτηση με αρ. 76/24 και ότι θα είναι σημαντικό και προς το συμφέρον του ανήλικου να το συνοδέψει και η μητέρα του. Όπως προβάλλει η συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση, είναι η πρώτη φορά που θα ταξιδέψει το ανήλικο εκτός Κύπρου και μάλιστα για λόγους υγείας δηλαδή για να υποβληθεί σε εγχείρηση. Αναφέρει λοιπόν ότι για αυτό το τόσο σοβαρό θέμα θα πρέπει να βρίσκεται μαζί του και η μητέρα του αλλά και αργότερα κατά την αποθεραπεία του. Εισηγείται περαιτέρω ότι τυχόν εγκλεισμός της μητέρας στη φυλακή θα έχει ως αποτέλεσμα να βιώσει το ανήλικο τα ίδια «δεινά της φυλάκισης» και ότι ο αποχωρισμός θα προκαλέσει συναισθήματα απώλειας, ότι το ανήλικο θα βιώσει κοινωνική απομόνωση, φόβο, απογοήτευση και ανησυχία αφού από την γέννηση του η μητέρα είχε τη φύλαξη και φροντίδα του. Επικαλείται επίσης τις συνέπειες της τυχόν φυλάκισης της για σκοπούς επαγγελματικής αποκατάστασης της.
Εισηγείται στο Δικαστήριο να εξετάσει το ενδεχόμενο της Κοινοτικής εργασίας χωρίς αμοιβή ως ποινή εναλλακτική της φυλάκισης ή το ενδεχόμενο της αναστολής.
Ο Αιτητής αγορεύοντας προφορικά υποστήριξε ότι οι αιτήσεις αφορούν μεν παρακοές για περίοδο τριών μηνών, όμως η παρεμπόδιση από την Καθ’ ης η αίτηση συνέχισε για τρία χρόνια και τέσσερις μήνες, όσο διήρκησε η εκδίκαση της υπόθεσης και εισηγείται ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης. Σημειώνω εδώ ότι δεν έχει αμφισβητηθεί από τον Αιτητή ότι η Καθ’ ης η αίτηση συμμορφώνεται κανονικά με το εν ισχύ διάταγμα γονικής μέριμνας μετά την καταδικαστική απόφαση.
Ο Αιτητής δεν έχει αμφισβητήσει το λευκό ποινικό μητρώο της Καθ’ ης η αίτηση ούτε ότι τη φύλαξη και φροντίδα του ανήλικου ασκεί η Καθ’ ης η αίτηση, ούτε ότι η Καθ’ ης η αίτηση ανέλαβε την φροντίδα του ανήλικου από την γέννηση του. Επίσης δεν αμφισβήτησε το στενό δεσμό της μητέρας με το ανήλικο, ότι το επίδικο διάταγμα ημερομηνίας 17/06/2021 δεν βρίσκεται πλέον σε ισχύ καθότι στις 16/10/2024 εκδόθηκε διάταγμα στο πλαίσιο της αίτησης γονικής μέριμνας με αρ. 245/21 με το οποίο τροποποιήθηκε το διάταγμα ημερομηνίας 17/06/21, ούτε το επικείμενο ταξίδι του ανήλικου στη Γερμανία για σκοπούς υποβολής του σε χειρουργική επέμβαση.
Η υπό κρίση διαδικασία αφορά παρακοή δικαστικού διατάγματος. Το άρθρο 42 του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (N 14/60) είναι δικαιοδοτικό και προσδιορίζει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για την τιμωρία προσώπων, φυσικών και νομικών, για την παρακοή διαταγμάτων[1]. Δυνάμει δε του άρθρου 162 του Συντάγματος, το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος.
Είναι πλούσια και γνωστή η νομολογία επί του θέματος έτσι θα περιοριστώ να αναφέρω ότι όπως έχει τονιστεί επανειλημμένως από την νομολογία, η υπακοή στα διατάγματα των Δικαστηρίων, αποτελεί το θεμέλιο λίθο του κράτους δικαίου.
Όπως αναφέρθηκε στην SAFARINO SHOE INDUSTRY ν. SUNSHOES LTD. (1984) 1 CLR 738
“An order of the Court is no less a command of the law than the provisions of a statute, more direct still in that it specifies what ought to be done or what ought not to be done. Invariably, disobedience of the order of the Court undermines the effectiveness of the judicial process, a defiance of far reaching social repercussions. Obedience to orders of the Court constitutes one of the foundations of civilized life”.
Στην υπόθεση CCC Laundries (Paphos) Ltd και Άλλοι ν. Ελισάβετ Θεοφάνους (2010) 2 ΑΑΔ 288 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Οι έννοιες «Κράτος Δικαίου» και «Έννομη Τάξη» είναι άρρηκτα συνυφασμένες. Η επικράτηση τους στηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στο καθήκον σεβασμού και υπακοής των δικαστικών διαταγών και διαταγμάτων. Η απείθεια σε διαταγή δικαστηρίου ενέχει το στοιχείο της καταφρόνησης του δικαστηρίου. Πρόκειται για σοβαρό αδίκημα η τέλεση του οποίου πλήττει ευθέως την απονομή της δικαιοσύνης και κλονίζει την εμπιστοσύνη του κοινού στην αξιοπιστία του συστήματος για αποτελεσματική εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων και την εμπέδωση του νόμου και της τάξης. Τέτοιου είδους συμπεριφορά ποτέ δεν έγινε ανεκτή. Οι παραβάτες όταν είναι φυσικά πρόσωπα κατά κανόνα τιμωρούνται με φυλάκιση. Η χρηματική ποινή μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις πρέπει να επιβάλλεται. Βλ. Kay ν. Municipality of Larnaca (1982) 2 Α.Α.Δ. 236. Οι πολίτες σε όποια κοινωνική τάξη θεωρούν ότι ανήκουν ή σε όποια θέση βρίσκονται, υπέχουν αυστηρή υποχρέωση υπακοής στα δικαστικά διατάγματα που τους αφορούν. Αυτό επιβάλλει η αρχή της ισονομίας. Οι δικαστές προσηλωμένοι στην αποστολή τους με πλήρη διαφάνεια και αυξημένο αίσθημα ευθύνης εκτελούν το καθήκον τους. Συμπεριφορές οι οποίες υπονομεύουν το έργο τους δεν μπορούν να γίνονται ανεκτές».
Στην υπόθεση Μαυρονικόλα v.Ξάνθου[2], το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο απέρριψε έφεση εναντίον της πρωτόδικης κρίσης με την οποία η εφεσείουσα είχε βρεθεί ένοχη παρακοής διότι αμέλησε να παραδίδει τα ανήλικα παιδιά του ζεύγους στις συμφωνηθείσες ώρες και μέρες στον πατέρα, χαρακτήρισε δε την πρωτόδικη εφεσιβληθείσα ποινή των €2.000 πρόστιμο, ως ουσιαστικά επιεική, εφόσον η καταφρόνηση της Δικαστικής διαταγής μπορούσε να αντιμετωπισθεί με διαφορετικής φύσεως ποινή.
Όπως εύστοχα τέθηκε στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας[3], αναφορικά με τον χαρακτηρισμό ενός αδικήματος ως σοβαρού «..ο χαρακτηρισμός κάποιου αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο ποινής που ο νόμος προνοεί για τη διάπραξή του. Εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του και διαγράφουν το μέγεθος της βλάβης και τις εν γένει συνέπειες που η διάπραξή του μπορεί να επιφέρει στην κοινωνία και οι οποίες δυνατόν είτε να υποβιβάζουν ένα αδίκημα για το οποίο προνοείται πολυετής φυλάκιση σε απλή και τυπική παράβαση, είτε να καθιστούν εξαιρετικά σοβαρό ένα αδίκημα για το οποίο δεν προνοείται αυστηρή ποινή υπό μορφή πολυετούς φυλάκισης».
Θεωρώ ότι το αδίκημα που διέπραξε η Καθ’ ης η αίτηση, δηλαδή της ηθελημένης παρακοής προς το διάταγμα του δικαστηρίου ημερ. 17/06/2021 είναι πολύ σοβαρό. Με την συμπεριφορά και τις ενέργειες της παραβίασε τόσο το δικαίωμα του Αιτητή να έχει επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του όσο και το συμφέρον του ανηλίκου να έχει επικοινωνία με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, δηλαδή τον πατέρα του, όπως προβλέπει το διάταγμα. Η συμπεριφορά της Καθ' ης η αίτηση αποτελεί ανάρμοστη επέμβαση στην απονομή της δικαιοσύνης και στο έργο του δικαστηρίου.
Η όλη στάση που επέδειξε η Καθ’ ης η αίτηση η οποία είχε ως αποτέλεσμα να αποστερήσει συστηματικά και για μεγάλη περίοδο από τον Αιτητή το δικαίωμα επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του είναι καταδικαστέα. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Λοίζου[4] “τα αδικήματα που ενέχουν το στοιχείο της παρατεινόμενης ανυπακοής, είναι όντως πολύ σοβαρά και η ενδεδειγμένη τιμωρία είναι κατά κανόνα η φυλάκιση εκτός αν επέλθει συμμόρφωση οπόταν παρέχεται επιεικέστερη αντιμετώπιση του παραβάτη».
Δεν μπορώ να μην λάβω υπόψη μου ότι στις 16/10/2024 εκδόθηκε διάταγμα στο πλαίσιο της αίτησης γονικής μέριμνας με αρ. 245/21 με το οποίο τροποποιήθηκε το επίδικο διάταγμα ημερομηνίας 17/06/21 και το οποίο είναι πλέον σε ισχύ. Δεν μπορώ επίσης να μην λάβω υπόψη μου προς όφελος της Καθ’ ης η αίτηση ότι δεν έχουν καταχωριστεί από τότε άλλες αιτήσεις παρακοής εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση (πλην και της αίτησης παρακοής ημερομηνίας 06/07/2022) και ότι τουλάχιστο μετά την καταδικαστική απόφαση η Καθ’ ης η αίτηση συμμορφώνεται με το εν ισχύ διάταγμα και υπόσχεται όπως συνεχίσει να το εφαρμόζει ευλαβικά.
Λαμβάνοντας υπόψη μου τις συνέπειες που θα έχει ενδεχόμενη ποινή στερητικής της ελευθερίας της Καθ’ ης η αίτηση στο ανήλικο, συνεκτιμώντας την μικρή του ηλικία αλλά και την στενή σύνδεση του με την μητέρα του η οποία έχει την φύλαξη και φροντίδα του από την γέννηση του, αναφέρω ότι οι επιπτώσεις της ποινής στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της Καθ’ ης η αίτηση, στην υπό κρίση περίπτωση στον ανήλικο, συγκαταλέγονται μεταξύ των ελαφρυντικών περιστάσεων, πλην όμως δεν είναι αποφασιστικής σημασίας στον καθορισμό της ποινής[5].
Σε σχέση με την εισήγηση της συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση, ότι υπάρχει κίνδυνος να υπάρξουν επιπτώσεις στο θέμα εξεύρεσης εργασίας και στην επαγγελματική σταδιοδρομία της Καθ’ ης η αίτηση σε περίπτωση επιβολής ποινής στερητικής της ελευθερίας, αυτό λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση, αλλά δεν μπορεί να επηρεάσει από μόνο του το είδος της αρμόζουσας ποινής
Τέλος, σε σχέση με τον χρόνο που παρήλθε από τις παρακοές μέχρι την επιβολή ποινής, αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας ότι η καθυστέρηση από την διάπραξη του αδικήματος μέχρι την επιβολή ποινής προσμετρά ως μετριαστικός παράγοντας. Ο λόγος για τον οποίο συνήθως προσμετρά η καθυστέρηση είναι η μεταβολή των συνθηκών του παραβάτη[6]. Λαμβάνω υπόψη μου ότι στην καθυστέρηση αυτή συνέτειναν σε μεγάλο βαθμό οι διαδοχικές αιτήσεις εξαίρεσης που καταχωρίστηκαν από τον Αιτητή σε σχέση με τον εκάστοτε Δικαστή της υπόθεσης. Από την άλλη δεν μπορώ να παραγνωρίζω την καθυστέρηση που υπέδειξε και η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση, αφού στην αίτηση παρακοής ημερομηνίας 22/09/2022 επέλεξε να καταχωρήσει την ένσταση της στις 6/10/2023 δηλαδή μετά την πάροδο ενός χρόνου. Στην καθυστέρηση βέβαια συνέτειναν και άλλες ενδιάμεσες αιτήσεις τις οποίες αμφότερες οι πλευρές καταχώρησαν, ως φαίνεται και μέσα από τον ογκώδη φάκελο της υπόθεσης. Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος που παρήλθε από την διάπραξη των παρακοών μέχρι την επιβολή ποινής δεν καθιστά υπερβολική από μονή της την επιλογή της ποινής φυλάκισης, όταν υφίσταται ανάγκη πρόσδοσης αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή. Συνακόλουθα, η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να επηρεάσει το είδος της ποινής, αλλά μπορεί να επηρεάσει το ύψος αυτής.
Αναφορικά δε με την εισήγηση της συνηγόρου της Καθ’ ης αίτηση ότι ένεκα της καθυστέρησης στην εκδίκαση, την οποία αποδίδει στον Αιτητή, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής ο Περί της προστασίας ανηλίκων τέκνων καταδικασθεισών ή ύποπτων μητέρων Νόμος του 2005 (33(Ι)/2005), αφού όπως προκύπτει ο ανήλικος γεννήθηκε στις 7/12/2019 και συνακόλουθα στις 7/12/2022 συμπλήρωσε τα τρία έτη (άρθρο 2 του Ν.33(1)/2005), όπως εξηγώ και πιο πάνω η καθυστέρηση στην εκδίκαση λαμβάνεται υπόψη ως μετριαστικός παράγοντας σε σχέση με το ύψος της ποινής. Σημειώνω δε ότι σε σχέση με την αίτηση παρακοής ημερομηνίας 22/09/2022, παρά του ότι η Καθ΄ ης η αίτηση επιρρίπτει ευθύνη στον Αιτητή για την καθυστέρηση εκδίκασης της υπόθεσης, εντούτοις όπως προκύπτει, η ίδια επέλεξε ως ήταν δικαίωμα της να μην δεχτεί τις κατηγορίες περί παρακοής και την ένσταση της την καταχώρησε στις 6/10/2023 δηλαδή σε χρόνο μεταγενέστερο της συμπλήρωσης του τρίτου έτους του ανήλικου.
Η επιβολή ποινής, είναι ένα πολύ λεπτό έργο το οποίο απαιτεί την εξισορρόπηση του γενικού συμφέροντος της δικαιοσύνης με την εξατομίκευση της ποινής στα πλαίσια του συγκεκριμένου παραβάτη[7]. Η εξατομίκευση δε της ποινής δεν πρέπει να εξουδετερώνει την σοβαρότητα του αδικήματος και την ανάγκη για αποτροπή, η επάρκεια δε της τιμωρίας κρίνεται υπό το φως του συνόλου των γεγονότων που άπτονται της ποινής.
Η ποινή που θα επιβληθεί στην Καθ’ ης η αίτηση θα πρέπει να είναι όχι μόνο ανάλογη της σοβαρότητας του αδικήματος αλλά και αποτρεπτική στο να επιδείξει εκ νέου τέτοια συμπεριφορά. Το συμφέρον του ανηλίκου εξυπηρετείται από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και τη φροντίδα του και η αποξένωση του από τον πατέρα του λειτουργεί σε βάρος του καλώς νοούμενου συμφέροντος του.
Υπό το φως των πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψη μου όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου και όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που προέβαλε η συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση, κρίνω ότι από τα γεγονότα της υπόθεσης η μόνη ποινή που αρμόζει είναι η επιβολή ποινής στερητικής ελευθερίας της Καθ’ ης η αίτηση.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, καταλήγω όπως επιβάλω στην Καθ’ ης η αίτηση ποινή φυλάκισης ενός μήνα αναφορικά με την αίτηση παρακοής ημερομηνίας 16/02/2022 που αφορά τις ημερομηνίες 12/02/2022, 13/02/2022 και 14/02/2022 και ποινή φυλάκισης τριών μηνών αναφορικά με την αίτηση παρακοής ημερομηνίας 22/09/2022 που αφορά τις ημερομηνίες 16/02/2022, 21/02/2022, 28/02/2022, 2/3/2022, 7/3/2022, 12/03/2022, 13/03/2022, 14/03/2022, 16/03/2022, 23/03/2022, 27/03/2022, 04/04/2022, 9/04/2022, 20/04/2022, 24/04/2022, 11/05/2022 και 15/05/2022.
Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του αδικήματος η οποία είναι η ίδια στις δύο συνεκδικαζόμενες αιτήσεις, το χαρακτήρα και τα περιστατικά της υπόθεσης και την χρονική σχέση των διαδικασιών κρίνω ότι δικαιολογείται στην παρούσα περίπτωση η επιβολή συντρεχουσών ποινών.[8] Συνακόλουθα η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στην Καθ’ ης η αίτηση στην αίτηση παρακοής ημερομηνίας 22/09/2022 θα συντρέχει με την ποινή φυλάκισης που της έχει επιβληθεί στην αίτηση παρακοής ημερομηνίας 16/02/2022.
Η συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση επαναλαμβάνοντας τους ίδιους παράγοντες που προβάλλει ως μετριαστικούς, εισηγείται ότι σε περίπτωση που το Δικαστήριο επιβάλει ποινή φυλάκισης θα πρέπει να αναστείλει την ποινή φυλάκισης, παραπέμποντας το Δικαστήριο σε σχετική επί του θέματος νομολογία.
Έχω εξετάσει το ενδεχόμενο αναστολής εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί στην Καθ’ ης η αίτηση, δυνάμει του περί της Υφ’ Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ορισμένας Περιπτώσεις Νόμος του 1972, Ν.95/1972, ως έχει τροποποιηθεί. Κατά την εξέταση του ζητήματος σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους σκοπούς της τιμωρίας[9].
Όπως έχει τονισθεί την υπόθεση Άγγελος Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930:
«Εναπόκειται στο δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και οποιεσδήποτε προσωπικές περιστάσεις που αφορούν στον συγκεκριμένο κατηγορούμενο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την οικογένεια του με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Αυτό βέβαια συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σε όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρούμε ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».
Εξέτασα με προσοχή όλους τους παράγοντες αλλά και τις περιστάσεις που αφορούν την Καθ’ ης η αίτηση.
Δεν παραγνωρίζω την σοβαρότητα του αδικήματος, τις συνθήκες διάπραξης, ούτε την συστηματική παραβίαση του διατάγματος από μέρους της Καθ’ ης η αίτηση.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, κρίνω ότι με την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης θα δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στην Καθ’ ης η αίτηση, ώστε αντιλαμβανόμενη την σοβαρότητα του αδικήματος της, να συνεχίσει να συμμορφώνεται με το διάταγμα που ρυθμίζει το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με το ανήλικο τέκνο του και να αποδείξει ότι η υπόσχεση της ότι θα συνεχίσει να το εφαρμόζει ευλαβικά είναι γνήσια και ειλικρινής.
Ενόψει των πιο πάνω και εξαντλώντας όλη την επιείκεια μου καταλήγω όπως η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στην Καθ’ ης η αίτηση σε κάθε μια από τις αιτήσεις παρακοής ανασταλεί για περίοδο τριών ετών από σήμερα.
(Εξηγείται στην Καθ' ης η Αίτηση η έννοια της αναστολής της ποινής φυλάκισης και οι συνέπειες διάπραξης από μέρους της νέου αδικήματος το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης κατά την περίοδο αναστολής, ως ο Ν. 95/72 και οι τροποποιήσεις αυτού προνοούν).
Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
[Υπ.] .…..……….……………………….
Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Βλ. Krashias Shoe Factory Ltd v. Adidas Sportschuhfabriken Adi Dassier KG (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 750
[3] Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 391,
[5] βλ. Domotov κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 328
[6] Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη κ.ά. (2001) 2 ΑΑΔ 617
[7] βλ. Κωνσταντίνος Λευκαρίτης κ.α. v. Δημοκρατία,Ποιν. Έφεση Αρ. 135/2014 και 138/2014
[8] Βλ. Xριστοφόρου Σάββας ν. Aστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 443,
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Θωμά και Θωμά ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 136/2017 και 132/2017 ημερομηνίας 26.6.2019
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο